ΘΕΜΑ: Ο συγγραφέας αισθάνεται περισσότερο οικεία ανάμεσα στους πρόσφυγες παρά στους αλλοτριωμένους κατοίκους των απρόσωπων αστικών κέντρων. Το αίμα είναι ο συνδετικός κρίκος που συνδέει τον συγγραφέα με τους πρόσφυγες.
ΕΝΟΤΗΤΕΣ:
- 1η παραγρ. Το καφενείο στους προσφυγικούς συνοικισμούς: σημείο παρατήρησης των παιδιών που παίζουν και των μεγάλων που επιστρέφουν από τη δουλειά.
- 2-3η παραγρ. η ικανότητα του συγγραφέα να ξεχωρίζει την προέλευση των προσφύγων.
- 4-5η παραγρ. τα συναισθήματα του συγγραφέα για τους πρόσφυγες
- 6η παραγρ. οι γραφειοκράτες, οι εκμεταλλευτές των προσφύγων
- 7-9η παραγρ. αισθάνεται μόνος μέσα στην απρόσωπη μεγαλούπολη, αλλά σε μυστική επαφή με τους προγόνους.
- 10η παραγρ. ευχή
ΑΝΑΛΥΣΗ
ΤΙΤΛΟΣ: Ο τίτλος είναι αόριστος και ασαφής ως προς την πρόθεση του συγγραφέα. Δίνει μόνο τον τοπικό προσδιορισμό με βαρύνοντα ρόλο στη λέξη «προσφυγικούς»
- 1η παραγρ. το σημείο παρατήρησης του συγγραφέα είναι το καφενείο «το ορισμένο»(=το συνηθισμένο, το γνωστό, άρα συνήθιζε να το επισκέπτεται). Πρώτα παρατηρεί τα παιδιά που παίζουν μπάλα. Σε λίγο αντιθετικά θα εμφανιστούν οι μεγάλοι.
Δύο αντιθέσεις: παιδιά ≠ μεγάλοι / παιχνίδι ≠ δουλειά.
Είναι «πιο αληθινοί», όταν έρχονται από τη δουλειά (λανθάνει ο β’ όρος σύγκρισης: από ό,τι, όταν είναι ξεκούραστοι). Ακόμη «διατηροῦν πιό καθαρά τά χαρακτηριστικά τῆς ράτσας τους καί τήν ψυχή τους», από αυτούς -και βάζει και τον εαυτό του μέσα- που διασκορπίστηκαν. Επιπλέον σε άλλους χώρους, αν τους συναντήσεις, δεν διατηρούν αυτή τη φυλετική διαύγεια και γνησιότητα.
Άλλες δύο αντιθέσεις: όταν έρχονται από τη δουλειά ≠ όταν είναι ξεκούραστοι, / μένουν όλοι μαζί ≠ διασκορπισμένοι.
Μόνιμο μοτίβο στο έργο του Ιωάννου είναι η αναζήτηση της γνησιότητας και της αλήθειας ενώ από την άλλη ο στιγματισμός της υποκρισίας και της ψευτιάς.
- 2η -3η παραγρ. χαρακτηριστική η ικανότητα του συγγραφέα να αναγνωρίζει την προέλευση των προσφύγων
Κριτήρια: η κορμοστασιά( Πόντιοι, Καραμανλήδες και άλλοι) – το χρώμα (Θρακιώτες).
Η ικανότητα του οφείλεται στην παρατηρητικότητά του και στην εξάσκηση του, παρόλο που η σιγουριά του τον οδηγεί καμιά φορά σε λάθη.
Ειρωνεία: οι Κωνσταντινουπολίτες δηλώνουν όλοι ότι προέρχονται από το κέντρο της πόλης] προσπάθεια καταξίωσης.
Μπερδεύονται: επικοινωνούν, ανακατεύονται, όμως «Ὅταν τούς μπερδεύω»: τους συγχέω με άλλους πρόσφυγες.
- 4-5η παραγρ. ο συγγραφέας εξομολογείται τα συναισθήματα που του προκαλεί η επαφή του με τους πρόσφυγες.
Λέξεις που δηλώνουν συναισθήματα: | Αίτια |
Συγκίνησησοῦ ‘ρχεται ν’ ἀγκαλιάσεις
μεθῶ Χαίρομαι ἀνατριχιάζω βαθιά Κάτι σά ζεστό κύμα μέ σκεπάζει λαχτάρα μέ δυνατή εὐχαρίστηση
|
Η συναναστροφή με τους πρόσφυγεςΟι φωνές τους
τα ονόματα των λαών που τα λέει από μέσα του οι φυσιογνωμίες των προσφύγων η σκέψη ότι είναι δικοί του άνθρωποι το συναίσθημα ότι ξαναβρέθηκε στην πατρίδα του η επαφή του με τους πρόσφυγες η περιπλάνησή του στους προσφυγικούς συνοικισμούς |
Ο Συλλογισμός: α’ ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπ’ αὐτά πού τρώει καί πίνει
β’ ο ίδιος τρώει και πίνει στο τόπο γέννησής του
συμπέρασμα: ὁπότε πράγματι εἶναι ἀπό δῶ, όπου γεννήθηκε
«Καί πῶς ἐξηγεῖται τότε ὅλη αὐτή ἡ λαχτάρα;» η λαχτάρα όμως που αισθάνεται συγκρούεται με το παραπάνω ορθολογιστικό συμπέρασμα. Άρα ισχύει «Τό αἷμα μου ἀπό κεῖ μονάχα τραβάει». Η επαφή του με τους πρόσφυγες και η οικειότητα που αισθάνεται τον κάνουν να νοιώθει πως δεν γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, αλλά σε κάποιον τόπο καταγωγής των προσφύγων. Ο ίδιος άλλωστε είναι παιδί προσφύγων από την ανατολική Θράκη.
Το αίμα συμπυκνώνει τα βιώματα, τις μνήμες, τον τρόπο σκέψης, την ιστορική διαδρομή (με τις ευτυχισμένες αλλά και δυστυχισμένες περιόδους). Όλα αυτά κυλούν μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, όπως κυλά το αίμα μέσα στ σώμα, και του δίνουν ζωή και συνέχεια, όπως ακριβώς και το αίμα στον οργανισμό.
Θράκες, Χετταῖοι, Φρύγες, ὄμορφοι Λυδοί, πάλι, θαρρεῖς, ἀνθοῦν ἀνάμεσά μας: στην πρόταση αυτή υπάρχουν δύο παραδοξότητες:
α) τα έθνη αυτά δεν έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα,
β) δεν είναι ελληνικοί πληθυσμοί. Πώς τότε ανθούν, ακμάζουν;
Αναίρεση: 1η τα έθνη αυτά κατοικούσαν στη Μικρά Ασία, χώρο δράσης του ελληνισμού για χιλιάδες χρόνια.
2η τα έθνη αυτά αποτελούν το απώτατο υπόστρωμα των ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας.
- 6η παραγρ. με οξύτητα κατακεραυνώνει τους γραφειοκράτες, πολιτικούς, κερδοσκόπους, εκμεταλλευτές, που οδήγησαν τους πρόσφυγες στη διχόνοια και τώρα στη μετανάστευση.
προσπαθοῦν νά τούς ξεφορτωθοῦν: οι πρόσφυγες ως κίνδυνος.
Πολύ ἀργά: μάταιη προσπάθεια.
- 7η παραγρ. οι πρόσφυγες τον αποχαιρετούν σαν να είναι δικός τους.
Το αίμα:]τους πληροφορεί για τον συγγραφέα
]τον οδηγεί να τους κατέχει, να τους γνωρίζει και να τους νοιώθει.
6. 8η παραγρ. η μοναξιά κεντρικό μοτίβο στο έργο του Ιωάννου (πρβλ: Παναγία ἡ Ρευματοκρατόρισσα «Μιά μέρα, τώρα τελευταῖα, καθώς τῆς παραπονιόμουν νοερά γιά τήν ἀφόρητη πιά ἐρημιά μου…»)
Ὁλομόναχος, ξένος παντάξενος: κλιμάκωση της μοναξιάς
Χάνομαι ≠ πλήθος ⁼ μια κουκίδα άμμου στην αμμουδιά ⁼ απρόσωπη μονάδα μέσα στη μάζα ] αποξένωση
στίς μεγάλες ἀρτηρίες: μεταβατική λέξη το αίμα κυλά στις αρτηρίες του σώματος = ζωή
= στις οδικές αρτηρίες τρέχουν τα αυτοκίνητα, κίνηση = ζωή.
ὅπως στό κούτσουρο πού κόβει τό νερό: παρομοίωση
Τῆς Γονατιστῆς, ὅταν περνάει ἀπό πάνω μου τό βουβό ποτάμι τῶν προγόνων, γονατισμένος πάνω στά καρυδόφυλλα, σκύβω βαθιά στό χῶμα, γιά νά μή βγάλουν οἱ ψυχές ἐξαιτίας μου τόν παραμικρότερο παραπονιάρικο βόμβο: βλέπε σχόλιο του βιβλίου.
Ο συγγραφέας αισθάνεται πιο οικεία ανάμεσα στους προγόνους παρά ανάμεσα στους ζωντανούς. (Ο Ιωάννου ασχολήθηκε με τις λαϊκές παραδόσεις κα ι γι’ αυτό ξέρει να τις εντάσσει στο έργο του.
7. 9η παραγρ. ενώ ο συγγραφέας ανάμεσα στους πρόσφυγες αισθάνεται οργανικά ενταγμένος σε ένα σύνολο, στις σύγχρονες πόλεις αισθάνεται μόνος και ξένος, γι’ αυτό και είναι «παραπονεμένος» .
Συγχρόνως σχολιάζει τον αστικό τρόπο ζωής, την αποξένωση, την αδιαφορία του ενός για τον άλλο με αντάλλαγμα την ανεμπόδιστη διάπραξη ηθικών ατασθαλιών.
ἡ τελευταία λέξη τοῦ πολιτισμοῦ: όπως η τελευταία λέξη της μόδας ⁼ η τελευταία εξέλιξη του πολιτισμού = σαρκασμός: κάθε άλλο από πολιτισμός αποτελεί ο παραπάνω τρόπος ζωής.
8. 10 παραγρ. σχήμα κύκλου: προσφυγικό συνοικισμό – ράτσα.
Ζηλεύω: θα ήθελε να ζούσε όπως οι άνθρωποι που βρίσκονται ανάμεσα σε δικούς τους ανθρώπους σε δικά τους μέρη και πράγματα, ώστε να έχει το συναίσθημα ότι ανήκει κάπου οργανικά. Αναζητεί δηλαδή την αληθινή ανθρώπινη επαφή και σχέση και το δέσιμο με την παράδοση και τη γη.
ΓΛΩΣΣΑ: μικροπερίοδος λόγος˙ κυριαρχεί η μικρή φράση, η μικρή περίοδος χωρίς πολλές δευτερεύουσες προτάσεις – καθημερινό απλό λεξιλόγιο με κυρίαρχα τα επίθετα.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ: παρομοιώσεις(Κάτι σά ζεστό κύμα – ὅπως στό κούτσουρο πού κόβει τό νερό – Ἐρυθρά καί λευκά αἱμοσφαίρια σά νά κυκλοφοροῦν – σά νά ‘ναι τίποτε κακοποιοί)
Μεταφορές(· μεθῶ μονάχα – Τό αἷμα μου ἀπό κεῖ μονάχα τραβάει – δυνατή εὐχαρίστηση – φορτωμένα μυστήριο καί ἀγάπη – βουβό ποτάμι τῶν προγόνων…..)
Προσωποποιήσεις(χῶρες δειλιάζουν μέσα στό νοῦ – Τούς πληροφορεῖ τό αἷμα τους γιά μένα…)
Αντιθέσεις – εικόνες (Στέκομαι καί κοιτάζω τά παιδιά· παίζουνε μπάλα – Ὅταν ἀνάβει τό κόκκινο καί σταματοῦν τ’ αὐτοκίνητα, μοῦ φαίνεται γιά μιά στιγμή πώς παύει ἐντελῶς κάθε θόρυβος – ἀκούω χιλιάδες βήματα στό πλακόστρωτο{ακουστική}….)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: δραματοποιημένος , εσωτερική οπτική γωνία, πρωτοπρόσωπη αφήγηση, εσωτερικός μονόλογος.
ΧΩΡΟΣ – ΧΡΟΝΟΣ βλέπε σχόλιο βιβλίου σελ. 378-379.