Από ένα απόσπασμα από το βιβλίο του ιστορικού Αρνολντ Τζόουνς “Ο Κωνσταντίνος και ο εκχριστιανισμός της Ευρώπης” μπορούμε να εξαγάγουμε το συμπέρασμα ότι ο Μ. Κωνσταντίνος ευνόησε τον Χριστιανισμό όχι από πολιτική διορατικότητα αλλά κυρίως από πραγματική πνευματική αναζήτηση την οποία ικανοποιεί και στην οποία ανταποκρίνεται η νέα Θρησκεία.
“Αμέσως μετά την κατάληψη της Ρώμης ο Κωνσταντίνος προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα από την απλή ανοχή (προς τον Χριστιανισμό). Κατέχουμε τρεις επιστολές που έγραψε τον χειμώνα του 312-313μ.Χ, την μια στον Καικιλιανό, επίσκοπο Καρχηδόνος, και τις άλλες δύο στον Ανουλλίνο, ανθύπατο Ανατολής. Αποτελούν τα πρώτα δείγματα της νέας στάσεως του Κωνσταντίνου απέναντι στους Χριστιανούς.
- «Κωνσταντίνος Αύγουστος προς τον Καικιλιανό, επίσκοπος Καρχηδόνος. Επειδή αποφάσισα όπως σε όλες τις επαρχίες της Αφρικής, Νουμιδίας και Μαυριτανίας, ληφθεί μέριμνα για τις δαπάνες των τακτικών λειτουργών της νομίμου και αγιωτάτης Καθολικής Εκκλησίας, έγραψα στον Ούρσο, τον ταμία της Αφρικής δίνοντάς του εντολή να καταβληθούν στην σεβασμιότητά σου 3.000 φόλλεις.»
Με το γράμμα αυτό ο Κωνσταντίνος αρχίζει μια νέα πολιτική, επιδοτεί τη Χριστιανική Εκκλησία από το δημόσιο ταμείο. Από τότε όχι απλώς ανέχεται, αλλά ενεργητικά ευνοεί την εκκλησία.
- «Χαιρετούμε τον φίλτατό μας Ανουλλίνο. Επιθυμούμε μόλις αναλάβεις την παρούσα να μεριμνήσεις πάραυτα ώστε να αποδοθούν στις εκκλησίες των διαφόρων πόλεων ή άλλων τόπων τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην Καθολική Εκκλησία των Χριστιανών και που τώρα βρίσκονται εις χείρας διαφόρων ιδιωτών ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου. Γιατί αποφασίσαμε ό,τι κατείχαν άλλοτε οι εν λόγω εκκλησίες ν’ αποδοθεί στην ιδιοκτησία τους.»
Με την επιστολή αυτή ο Κωνσταντίνος επανορθώνει απλώς τις υλικές αδικίες που προκάλεσαν οι διωγμοί.
- Η δεύτερη επιστολή είναι σημαντικότερη: «Χαιρετούμε τον φίλτατό μας Ανουλλίνο. Επειδή έπειτα από επισταμένη μελέτη του ζητήματος προκύπτει ότι η κατάργηση της λατρείας, με την οποία διαφυλάσσεται ο ύψιστος σεβασμός της αγιωτάτης ουρανίου δυνάμεως, εξέθεσε το κράτος στους μεγίστους κινδύνους, και ότι η νόμιμη αναβίωση και προστασία της εν λόγω λατρείας έφερε ως ευεργεσία της θείας φιλανθρωπίας την αγαθότερη τύχη στο ρωμαϊκό όνομα και εξαίρετη ευημερία σε όλους τους ανθρώπους, γι’ αυτό αποφασίστηκε, εκείνοι που με προσήκουσα αγιότητα και με την τήρηση του νόμου αυτού προσφέρουν τις προσωπικές υπηρεσίες τους στη διακονία της θείας λατρείας, να λάβουν την δέουσα ανταμοιβή των μόχθων τους, φίλτατε Ανουλλίνε. Συνεπώς, επιθυμώ[..] να εξαιρούνται από κάθε είδους δημόσια υποχρέωση [..]»
Η επιστολή αυτή αποκαλύπτει κάτι το τελείως καινούργιο στη σκέψη του Κωνσταντίνου. Η λατρεία που προσφέρει η Χριστιανική Εκκλησία στον Θεό έχει κατά την αντίληψη του ζωτική σημασία για την ευημερία της αυτοκρατορίας, ο διωγμός της Εκκλησίας εξέθεσε σε κίνδυνο την αυτοκρατορία, η αποκατάσταση της και η προστασία της έφερε τύχη αγαθή. Είναι σαφές ότι ο Κωνσταντίνος δεν θεωρούσε τον Χριστιανισμό απλώς σαν λατρεία που μπορούσε κανείς να επιτρέψει ακόμη και να συστήσει, αλλά σαν την πιο ευπρόσδεκτη από την υπέρτατη δύναμη, μορφή λατρείας, που στα χέρια της βρίσκονταν τα πεπρωμένα της αυτοκρατορίας.”
Δείτε και την παρακάτω δημοσίευση:
Η θρησκευτική πολιτική του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου
Σκέψεις και ερμηνείες