ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΟΥ ΕΥΝΟΗΣΑΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΜΠΟΡΟΥΣ ΣΤΙΣ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ (17ος-19ος αι.)

1636:  ο Γεώργιος Ρακότσι Α’, ηγεμόνας της Τρανσυλβανίας, παραχώρησε γενικό συλλογικό προνόμιο σε όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες που ασκούσαν εμπόριο στην Τρανσυλβανία, με το οποίο επέτρεπε τη συσσωμάτωσή τους σε Κομπανία. Με ένα ειδικότερο προνόμιο του 1639 οργανώθηκαν σε Κομπανία οι έλληνες έμποροι του Σιμπίου, ενώ λίγο αργότερα, στα 1678, συστήθηκε και η εμπορική Κομπανία του Μπρασόφ.

Το προνόμιο του Ρακότσι θέσπιζε εξαιρετικό δίκαιο για τους έλληνες εμπόρους της Τρανσυλβανίας και για τις συσσωματώσεις τους, το οποίο οριοθετούσε την εμπορική τους δραστηριότητα, την αυτοδιοίκησή τους και τη δικαστική δικαιοδοσία των συσσωματώσεών τους.

 

1699: Συνθήκη του Κάρλοβιτς

Συνεδρίαση αντιπροσώπων της Συνθήκης του Κάρλοβιτς

ήταν μια συνθήκη ειρήνης που υπογράφηκε στο Σρέμσκι Καρλόβτσι, πόλη Σερβίας. Η συνθήκη

  • τερμάτισε τον αυστρο-οθωμανικό πόλεμο του 1683-1697,στον οποίο οι Οθωμανοί ηττήθηκαν και  μετέτρεψε την Αυστρία σε ηγεμονεύουσα δύναμη των παραδουνάβιων χωρών και της βόρειας Βαλκανικής.
  • παραχώρηση στον Αυτοκράτορα της Αυστρίας της Τρανσυλβανίας με τα φυσικά όριά της από της Ποδολλίας, (περιοχή της Ουκρανίας), μέχρι της Βλαχίας.
  • αρχή της παρακμής της οθωμανικής αυτοκρατορίας (ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης) και την ανάδειξη της Αυστρίας σε κυρίαρχη δύναμη στην κεντρική Ευρώπη.
  • Η Βιέννη έγινε το πολιτισμικό κέντρο της ηπείρου
  • δυνατότητα στους Έλληνες εμπόρους να ξαναρχίσουν το εμπόριο με τη Βενετία και την Αυστριακή αυτοκρατορία, γεγονός που είχε καθοριστικές συνέπειες στην οικονομική αναγέννηση του ελλαδικού χώρου.
  • επίσημος αντιπρόσωπος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ένας Φαναριώτης, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (ο εξ απορρήτων), γεγονός που σηματοδοτεί την άνοδο των Φαναριωτών στον οθωμανικό κρατικό μηχανισμό κατά τον 18ο αιώνα.

 

1701: ο Λεοπόλδος Α’,  αυτοκράτορας της Αυστρίας παραχώρησε νέο προνόμιο στους έλληνες εμπόρους της Τρανσυλβανίας, το οποίο επικύρωνε και επέκτεινε το προηγούμενο, καθώς τους έθετε υπό βασιλική προστασία και τους παρείχε απαλλαγές και διευκολύνσεις στη διεξαγωγή του εμπορίου. Παράλληλα, διατηρήθηκε το δικαίωμα αυτοδιοίκησης κι εκλογής ενός προεστού, ενώ για την απονομή δικαιοσύνης οριζόταν ότι πρώτο και τελευταίο βαθμό δικαιοδοσίας στις εμπορικές υποθέσεις αποτελούσε το κριτήριο της Κομπανίας και για τις αστικές υποθέσεις υπήρχε δυνατότητα έφεσης στο θησαυροφυλάκιο της Τρανσυλβανίας.

 

1777: η αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία παραχώρησε το επόμενο προνόμιο προς τους Έλληνες εμπόρους-μέλη των Κομπανιών της Τρανσυλβανίας. Το προνόμιο αυτό καθιστούσε τη θέση των μελών των δύο Κομπανιών χειρότερη σε σχέση με το προηγούμενο, κυρίως σε ό,τι αφορούσε στην αυτοδιοίκηση και τη δικαστική δικαιοδοσία των δύο Κομπανιών. Συγκεκριμένα, απαιτούσε από τα μέλη των Κομπανιών του Σιμπίου και του Μπρασόφ να μεταφέρουν από τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να εγκαταστήσουν στην Τρανσυλβανία τις οικογένειές τους και παράλληλα να δώσουν όρκο πίστης στον αυτοκράτορα των Αψβούργων.

«Όσο για τις οικονομικές συνθήκες, με τη νέα πολιτειακή μορφή της, αυτές ευνόησαν το εμπόριο μετά τις αυστροτουρκικές συμφωνίες πού έδωσαν δυνατότητες αναπτύξεως στο αυστριακό εμπόριο και στις δραστηριότητες των Ελλήνων καί άλλων μη Αυστριακών εμπόρων (Εβραίων, ’Αρμενίων, Σέρβων, Βουλγάρων). Παραλλήλως, οι Έλληνες έμποροι ‘Οθωμανοί υπήκοοι μετέφεραν τις οικογένειες τους στην Τρανσυλβανία και ζήτησαν την αυστριακή υπηκοότητα. Κατά τον 18ο αι. οι Έλληνες της Τρανσυλβανίας ανέπτυξαν το εξωτερικό και διαμετακομιστικό εμπόριο εκμεταλλευόμενοι και το Προνομιακό Δίπλωμα του αυτοκράτορος Λεοπόλδου του Α’ της 12ης Σεπτ. 1701- το Προνόμιο αυτό συνέβαλε στην προστασία των ελληνικών εμπορικών Κομπανιών με την αναγνώριση των δικαστικών προνομίων τους και μία ποικιλία φορολογικών διευκολύνσεων, πού δεν αφορούσαν όμως τούς μη συσσωματωμένους Έλληνες εμπόρους. Υπό την προοπτική αυτήν οι “Έλληνες, μολονότι ζούσαν σε ένα ξένο περιβάλλον καί πολλοί από αυτούς είχαν παντρευτεί Ρουμάνες ή Ουγγαρέζες, κράτησαν την ορθόδοξη πίστη τους, ‘ίδρυσαν ναό, αλλά, δυστυχώς, παραλλήλως εμφανίσθηκαν και πολλές διαμάχες μεταξύ των Ελλήνων, προνομιούχων και μη.»   (Καραθανάσης, 1996:345-6)

 

1718: Συνθήκη του Πασάροβιτς ή Πασσάροβιτς υπήρξε μια πολύ σημαντική συνθήκη, τόσο στην ιστορία της Ευρώπης, όσο και για τον ελλαδικό χώρο, ειδικότερα, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ήταν αποτέλεσμα της ήττας των Οθωμανών από Βενετία και Αυστρία. Και με τη συνθήκη αυτή

  • οι Έλληνες έμποροι επωφελήθηκαν (μέσω των διομολογήσεων).Οι διομολογήσεις του Καρόλου με τις οποίες άρχισε η οικονομική και κατ’ επέκταση η πολιτική ζωή των Ελλήνων του ελλαδικού χώρου. Με τις αρχικές διομολογήσεις των Αψβούργων επετράπη αμοιβαία στους υπηκόους των δύο Αυτοκρατοριών να ναυσιπλοούν ελεύθερα και να ασκήσουν ελεύθερο εμπόριο σε ξηρά και θάλασσα.
  • Ένα μήνα μετά, ακολούθησε ιδιαίτερη συμφωνία στις 27 Ιουλίουστην οποία και καθορίζονταν οι διάφορες λεπτομέρειες διεξαγωγής των συναλλαγών, δηλαδή «η ναυσιπλοΐα στον Δούναβη, η ελεύθερη διακίνηση εμπόρων και εμπορευμάτων στις κοιλάδες του Αξιού και των άλλων μεγάλων βαλκανικών ποταμών, η ανάπτυξη οικονομικών συναλλαγών και η ανεμπόδιστη χρησιμοποίηση εμπορικών λιμανιών, της Θεσσαλονίκης στον νότο και της Τεργέστης στον μυχό της Αδριατικής. Έτσι, δημιουργήθηκαν συνθήκες που άνοιξαν νέους ορίζοντες στην εμπορική δραστηριότητα των λαών της νοτιοανατολικής Ευρώπης, προπάντων στους Έλληνες, οι οποίοι θα αρχίσουν από τα μέσα κιόλας του 18ου αι. να εξελίσσωνται» (Ιστορία Ελληνικού Έθνους τ.11ος, σ.50-51)
  • Σημαντικό επίσης σημείο των διομολογήσεων ήταν ότι οι Μακεδόνες μπορούσαν πλέον ν΄ αποκτήσουν την αυστριακή υπηκοότητα με δικαίωμα διεξαγωγής εμπορίου στις υπό Οθωμανική κυριαρχία περιοχές.

 

1739: Συνθήκη του Βελιγραδίου, κατάληξη ενός ακόμη Αυστροτουρκικού πολέμου. Τα αμοιβαία αυτά εμπορικά προνόμια που έσπευσαν πρώτοι να επωφεληθούν οι Έλληνες καραβοκύρηδες επικυρώθηκαν.

 

1711: ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ

Από το 1711 οι Φαναριώτες θα διατηρήσουν υπό το συνεχή έλεγχό τους το θρόνο της Μολδαβίας και από το 1716 της Βλαχίας. Η Επανάσταση του 1821 θα σημάνει το τέλος της παρουσίας των Φαναριωτών στις θέσεις των ηγεμόνων. Ο διορισμός ενός Φαναριώτη στους ηγεμονικούς θρόνους ακολουθούταν από μετακίνηση μιας αυλής κάποιων εκατοντάδων προσώπων στο παλάτι του ηγεμόνα που βρισκόταν αντίστοιχα στο Βουκουρέστι της Βλαχίας και στο Ιάσιο της Μολδαβίας. Ο Μαυροκορδάτος είχε ομοιότητες, αλλά και διαφορές με τον προκάτοχό του. Ήταν γιος χιώτη εμπόρου και της κόρης του πανίσχυρου εμπόρου και προμηθευτή του οθωμανικού παλατιού σε κρέας, Σκαρλάτου Μπεγλικτσή.

Έτσι, μετά το 1711, τους Φαναριώτες ηγεμόνες ακολούθησαν εκτός από συγγενείς, φίλοι και μοναχοί, αρκετοί Έλληνες έμποροι, βιοτέχνες, γιατροί, λόγιοι κ.α. Στη νέα τους πατρίδα μετέφεραν τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού. Όσοι μάλιστα κατάγονταν από βλαχόφωνες περιοχές και μιλούσαν το συγγενές προς τη ρουμανική νεολαία ιδίωμα, γίνονταν με ιδιαίτερη ευμένεια δεκτοί. Γι’ αυτό πολλοί από τους Έλληνες που μετανάστευαν εκεί ισχυρίζονταν ότι ήταν Αρομούνοι, δηλαδή Κουτσόβλαχοι, για να κερδίσουν την εύνοια των ντόπιων. Όλοι αυτοί, ηγεμόνες, λόγιοι, γιατροί, δάσκαλοι, καλλιτέχνες συντελούσαν στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Βαθύτερη ωστόσο ήταν η επίδραση των παραπάνω στην εύφορη και στην κοντινή προ της Ελλάδα Βλαχία.

 

1774: Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή

Με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (Βουλγαρία,1774) ο πόλεμος μεταξύ Pωσίας και Tουρκίας (1768-74) τερματίστηκε και η Ρωσία εξασφάλισε την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στον Ελλήσποντο των πλοίων με ρωσική σημαία και πήρε το δικαίωμα να προστατεύει τους ορθόδοξους πληθυσμούς της τουρκικής αυτοκρατορίας, δηλαδή να επεμβαίνει στα εσωτερικά της. H συνθήκη αυτή αποτέλεσε λαμπρή επιτυχία της ρωσικής διπλωματίας, καθώς προσκόμιζε πολλά οφέλη στη Pωσία. Tα σπουδαιότερα κέρδη της Pωσίας συνοψίζονται στην επέκταση της κυριαρχίας της στις βόρειες ακτές του Eύξεινου Πόντου και την εξασφάλιση εμπορικών προνομίων και πολιτικής επιρροής στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. H συνθήκη όμως αυτή αποδείχτηκε ιδιαίτερα επωφελής για τους ΄Eλληνες και γενικά τους ορθόδοξους υπηκόους της αυτοκρατορίας, καθώς εξασφάλισε

  • αμνήστευση όλων των υπηκόων του σουλτάνου που πήραν μέρος στον πόλεμο
  • την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στις οθωμανικές θάλασσες όσων πλοίων έφεραν τη ρωσική σημαία
  • η εξασφάλιση του δικαιώματος προστασίας της Ορθοδοξίας στο χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας (δικαίωμα Pωσίας να επεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις του οθωμανικού κράτους).
  • δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για οικονομική ανάπτυξη, ελεύθερη κίνηση των υποδούλων, εξασφάλιση προνομίων, απόκτηση πολύτιμης ναυτικής πείρας και αναπτέρωση των ελπίδων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού.

Λίγα χρόνια μετά την υπογραφή της συνθήκης ο Eύξεινος Πόντος γέμισε από πλοία ρωσικής σημαίας αλλά ελληνικής ιδιοκτησίας, καθώς τώρα οι Έλληνες χρησιμοποιώντας ρωσικά ναυτιλιακά έγγραφα μπορούσαν να καταπλέουν σε όλα τα λιμάνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Μεσογείου ως το Γιβραλτάρ διεξάγοντας εμπόριο. Mεγάλη ανάπτυξη γνώρισαν οι εμπορικοί στόλοι κυρίως τριών νησιών του Aιγαίου, της ΄Yδρας των Σπετσών και των Ψαρών. O μεγάλος αριθμός πλοίων που συγκέντρωσαν αυτά τα νησιά και τα εξασκημένα σε συνθήκες μάχης πληρώματά τους καθώς και ο πλούτος που συγκεντρώθηκε από το εμπόριο θα αποτελέσουν ουσιαστικούς παράγοντες επιτυχίας της Επανάστασης του 1821.΄Eτσι, με την ανοχή των Τούρκων και υπό την προστασία της Ρωσίας συντελέστηκε η ραγδαία ανάπτυξη του εμπορικού ναυτικού του υπόδουλου Ελληνισμού, το οποίο ήταν έτοιμο να μετατραπεί σε δεδομένη περίσταση σε πολεμικό. Επιπλέον, το μεταναστευτικό ρεύμα που ευνοήθηκε μετά την υπογραφή της συνθήκης συντέλεσε στην εγκατάσταση χιλιάδων Ελλήνων, εμπόρων, κληρικών, διανοουμένων στη νότια Ρωσία (σημερινή Ουκρανία). Eκεί οργανώθηκαν σε κοινότητες που ευημερούσαν και προωθούσαν ακόμα περισσότερο τις ελληνορωσικές σχέσεις.

 

1792: Η συνθήκη του Ιασίου

κατοχύρωση των επιτυχιών του ρωσικού στρατού στον πόλεμο εναντίον των Οθωμανών (1789-1792).

  • πλήρη ελευθερία ναυσιπλοΐας στα υπό ρωσική σημαία πλοία στον Εύξεινο Πόντο
  • Ρωσική Αυτοκρατορία εξασφάλισε σημαντικά εδαφικά κέρδη καθώς επίσης και την ασφάλεια του θαλάσσιου εμπορίου της τόσο στη Μαύρη θάλασσα όσο και στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο γενικότερα.
  • έδωσε εντολή για ελεύθερη ναυσιπλοΐα των ελληνικών εμπορικών πλοίων υπό ρωσική σημαία σ’ όλη τη Μαύρη θάλασσα. Τούτο υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικό στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας και στη τόνωση του μεταναστευτικού ρεύματος Ελλήνων προς τις παράλιες πόλεις του Ευξείνου Πόντου.

Οι εξαγωγές σίτου αποκλειστικά μέσω του λιμανιού της Οδησσού ξεπερνούν κατά μέσο όρο το 60% των συνολικών εξαγωγών σίτου από όλα τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Σπουδαίοι εμπορικοί οίκοι, με προεξάρχοντες τους ελληνικούς, είχαν εγκατασταθεί στην Οδησσό ελέγχοντας την εξαγωγή σιτηρών στη δυτικοευρωπαϊκή αγορά. Η οικονομική ευημερία της Οδησσού οφείλει τα μέγιστα στην παρουσία των ελληνικών εμπορικών οίκων.

 

1829: Συνθήκη Ειρήνης της Αδριανούπολης (ή Συνθήκη του Εντιρνέ)

σήμανε το τέλος του Ρωσο-Τουρκικού πολέμου του 1828-1829 ανάμεσα στην Ρωσική Αυτοκρατορία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με την συνθήκη

  • άνοιγαν τα Δαρδανέλλια σε όλα τα εμπορικά πλοία, απελευθερώνοντας έτσι το εμπόριο των δημητριακών, των κτηνοτροφικών προϊόντων και της ξυλείας.
  • Ο Σουλτάνος εγγυήθηκε αυτονομία της Σερβίας, αυτονομία για την Ελλάδα, και επέτρεψε στην Ρωσία να καταλάβει την Μολδαβίακαι την Βλαχία έως ότου η Οθωμανική Αυτοκρατορία καταβάλλει αποζημιώσεις. Η συνθήκη επίσης όριζε τα σύνορα μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βλαχίας κατά τον ρου του Δούναβη, μεταβιβάζοντας στην Βλαχία τις συνοριακές επαρχίες (ράγιας) του Turnu MăgureleGiurgiu και Brăila.
  • Η Συνθήκη της Αδριανούποληςέδωσε στη Ρωσία το μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής ακτής της Μαύρης Θάλασσας και τις εκβολές του Δούναβη. Η Τουρκία αναγνώρισε ρωσική κυριαρχία της Γεωργίας και τμήματα της σημερινής Αρμενίας, ενώ στη Σερβία παραχωρήθηκε αυτονομία και η Ρωσία είχε τη δυνατότητα να καταλάβει τη Μολδαβία και τη Βλαχία (εγγυάται την ευημερία τους και την πλήρη «ελευθερία του εμπορίου») μέχρις ότου η Τουρκία καταβάλει τις πολεμικές αποζημιώσεις. Η Μολδαβία και η Βλαχία παρέμειναν υπό ρωσική επικυριαρχία μέχρι το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου.
  • Με τη συνθήκη της Αδριανούπολης αναγνωρίστηκε επίσης η ελληνική ανεξαρτησία απ’ την Οθωμανική αυτοκρατορία.

 

1856: Συνθήκη Παρισίων

“Το Συνέδριο των Παρισίων (1856)” – πίνακας του Edouard Dubufe

Η Συνθήκη με την οποία τερματίστηκε ο Κριμαϊκός Πόλεμος υπογράφτηκε μεταξύ Ρωσίας, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Πεδεμοντίου και Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με βάση τη συνθήκη

  • ο Εύξεινος Πόντοςμετατρεπόταν σε ουδέτερη ζώνη, απαγορευομένης της εισόδου πολεμικών πλοίων και οχυρώσεως των παραλίων, εξαιρώντας μόνο τα οθωμανικά εδάφη.
  • οι Παραδουνάβιες ηγεμονίεςετέθησαν υπό καθεστώς συλλογικής προστασίας, απ’ όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, παραμένοντας υπό ονομαστική οθωμανική επικυριαρχία.
  • αποδόθηκε στη Μολδαβίαη νότιος Βεσσαραβία, που είχε καταληφθεί από τους Ρώσους με τη συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1828).
  • Τέλος η Ρωσία υποχρεώθηκε να παραιτηθεί των δικαιωμάτων της ως προστάτιδος των Ορθοδόξων
  • Έκδοση από τον Σουλτάνο του αυτοκρατορικού διατάγματος Χάτι Χουμαγιούν (18/02/1856), που εξασφάλιζε πλήρη ισότητα όλων των υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ανεξαρτήτως θρησκεύματος ή καταγωγής ∙ περίοδος του Τανζιμάτ (=μεταρρυθμίσεων).

 

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση