Αρχείο ημέρας 5 Σεπτεμβρίου, 2008

Σεπτέμβριος 2008
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930  

Kατηγορίες

Ιστορικό

RSS Εκπαίδευση-ειδήσεις

Συμπεριφορισμός (Behaviorism)

 

από την ηλεκτρονική διεύθυνση: http://funderstanding.com/behaviorism.cfm

 

Η θεωρία του Συμπεριφορισμού εστιάζει στην παρατηρήσιμη, εξωτερική συμπεριφορά ζώων και ανθρώπων και όχι στις νοητικές διεργασίες (cognition). Η μάθηση ορίζεται ως η απόκτηση νέας συμπεριφοράς μέσα από τη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών (conditioning). Στα είδη της μάθησης διακρίνονται τα εξής δύο: α) Κλασική Εξαρτημένη Μάθηση (Classic conditioning), όταν μια φυσική αντανακλαστική κίνηση έρχεται ως αντίδραση σε ένα ερέθισμα (stimulus). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντίδραση (response) των σκύλων (τρέχουν τα σάλια τους) όταν τρώνε ή βλέπουν τροφή (Pavlov)  β) Συντελεστική Θεωρία Μάθησης (Behavioral – operant conditioning), που συμβαίνει όταν μια αντίδραση ενισχύεται μέσω αμοιβών και είναι περισσότερο πιθανό να επαναληφθεί στο μέλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι τεχνικές ενίσχυσης που  χρησιμοποίησε ο B.F. Skinner  για να διδάξει στα περιστέρια να χορεύουν και να κυλούν μια μπάλα σε ένα μικρό διάδρομο.

Η Συμπεριφοριστική θεωρία επικρίνεται, διότι παραβλέπει τις νοητικές διεργασίες και δεν μπορεί να ερμηνεύσει κάποια είδη μάθησης που δεν υπάρχει μηχανισμός ενίσχυσης, όπως είναι η αναγνώριση νέων γλωσσικών προτύπων από τα νέα παιδιά. Αλλά και η συμπεριφορά μπορεί να αλλάζει και να προσαρμόζεται εύκολα σε νέες καταστάσεις, ακόμα και αν η προηγούμενη συμπεριφορά είχε ενισχυθεί στο παρελθόν.

Οι τεχνικές θετικής και αρνητικής ενίσχυσης μπορούν να είναι πολύ αποτελεσματικές, τόσο στα ζώα όσο και στην αντιμετώπιση ανθρώπινων διαταραχών όπως είναι ο αυτισμός και η αντικοινωνική συμπεριφορά. Ο Συμπεριφορισμός συχνά χρησιμοποιείται από τους καθηγητές, που επιβραβεύουν ή τιμωρούν τη συμπεριφορά των μαθητών.

Αξιολογώντας την καταλληλότητα των video games για εκπαιδευτική χρήση

από το άρθρο: Rice, John W. (2005). Evaluating the Suitability of Video Games for K-12 Instruction. Paper presented at Educational Communications and Technology Convention, Orlando, FL

διαθέσιμο στην ηλεκτρονική  διεύθυνση:

http://www.eduquery.com/papers/Rice/games/Evaluating_Suitability_Video_Games.pdf  

Το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται στο αυξανόμενο ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών για την προσαρμογή δημοφιλών ηλεκτρονικών παιχνιδιών και την χρησιμοποίησή τους στη σχολική τάξη και προτείνει τρόπους αξιολόγησης της καταλληλότητάς τους. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η έννοια “ludology”, δηλαδή της ακαδημαϊκής μελέτης των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, κυρίως των video games.

 Σε παραδείγματα ερευνών για την εκπαιδευτική χρήση των βιντεοπαιχνιδιών αναφέρονται το Quest Atlantis από το πανεπιστήμιο της Indiana και το River City, έργο του  πανεπιστημίου του Harvard, σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο Smithsonian και George Mason, έναν ηλεκτρονικό κόσμο τοποθετημένο στο παρελθόν της Αμερικής με ένα μολυσμένο ποτάμι. Οι μαθητές ερευνούν την πόλη, επεξεργάζονται ψηφιοποιημένα αντικείμενα και αναφέρουν στον δήμαρχο τις αξιολογήσεις τους για την οικολογική ζημιά. Επίσης αναφέρεται το Revolution, από το Media Lab του MIT, που προσφέρει στους μαθητές ευκαιρίες για παιχνίδι ρόλων πάνω στην Αμερικανική ιστορία. Άλλη αξιόλογη μελέτη είναι η διατριβή του Squire για τη χρήση του Civilization III στην τάξη και άλλα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.

Προτείνει στους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν την καταλληλότητα των βιντεοπαιχνιδιών για διδακτική εφαρμογή τους, θέτοντας τις παρακάτω ερωτήσεις: α) το γνωστικό φορτίο του παιχνιδιού ανταποκρίνεται στη νοητική ηλικία των μαθητών; β) το σενάριο του παιχνιδιού συμφωνεί με τις οδηγίες και τα στάνταρ διδασκαλίας που έχει θεσπίσει ο αρμόδιος κρατικός φορέας; γ) προσφέρει το παιχνίδι δυνατότητες για επίλυση προβλημάτων ή εργασίες συναφείς με το αντικείμενο; δ) το περιβάλλον του παιχνιδιού είναι ανθρωποκεντρικό και τρισδιάστατο; ε) το παιχνίδι διδάσκει ή είναι κατάλληλο για εξάσκηση; στ) προσαρμόζεται εύκολα στις διδακτικές ανάγκες; Θα πρέπει οι διδάσκοντες να εξετάζουν κριτικά οτιδήποτε σκοπεύουν να παρουσιάσουν στην τάξη τους.

Κονστρουκτιβισμός (Constructivism)

 

από την ηλεκτρονική διεύθυνση: http://funderstanding.com/constructivism.cfm

Ο Κονστρουκτιβισμός (Εποικοδομισμός)  υποστηρίζει ότι αντανακλώντας στις εμπειρίες μας κατανοούμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Οι εμπειρίες μας δέχονται επεξεργασία από τα τα προσωπικά “νοητικά μοντέλα”, με αποτέλεσμα η μάθηση να είναι η προσαρμογή (accommodation) αυτών των μοντέλων στις νέες εμπειρίες. Η μάθηση θα πρέπει να έχει αφετηρία σε θέματα που οι μαθητές επιχειρούν να κατανοήσουν. Τα επιμέρους θέματα θα πρέπει να εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιό τους και έμφαση θα πρέπει να δίνεται σε πρωταρχικές έννοιες. Η κατάλληλη διδασκαλία λαμβάνει υπόψη τα νοητικά μοντέλα που χρησιμοποιούν οι μαθητές για να κατανοήσουν τον κόσμο. Ο μαθητής θα πρέπει να δομεί το δικό του νόημα και όχι να αποστηθίζει τις “σωστές” απαντήσεις που έχουν δώσει άλλοι. Επιπλέον, η εκπαίδευση διακρίνεται από διεπιστημονικότητα, γι αυτό και η αξιολόγηση θα πρέπει να είναι μέρος της μαθησιακής διαδικασίας  (διαμορφωτική αξιολόγηση, formative assessment) και όχι μόνο συνολική αποτίμηση αυτής (summative assessment).

Σύμφωνα με τον Εποικοδομητισμό, η διδακτέα ύλη θα πρέπει να προσαρμόζεται στην προηγούμενη γνώση των μαθητών και οι εκπαιδευτικοί να  προσαρμόζουν τις στρατηγικές διδασκαλίας τους στις απαντήσεις των μαθητών και να ενθαρρύνουν τους μαθητές να αναλύσουν, να ερμηνεύσουν και να προβλέψουν την πληροφορία. Οι καθηγητές επίσης πρέπει να χρησιμοποιούν ανοικτού τύπου ερωτήσεις και να προωθούν εκτενή διάλογο ανάμεσα στους μαθητές πάνω στην επίλυση προβλημάτων. Ο κονστρουκτιβισμός προτείνει την απαλοιφή των βαθμών και των προκαθορισμένων τεστ. Αντίθετα, η αξιολόγηση γίνεται μέρος της μαθησιακής διαδικασίας, ώστε οι μαθητές παίζουν έναν μεγαλύτερο ρόλο στο να κρίνουν την πρόοδό τους.

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση