Αρχική » 2008 » Σεπτέμβριος

Αρχείο μηνός Σεπτέμβριος 2008

Σεπτέμβριος 2008
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930  

Kατηγορίες

Ιστορικό

RSS Εκπαίδευση-ειδήσεις

Ανατιθέμενες ερωτήσεις (assigned questions)

Η μέθοδος των ανατιθέμενων ερωτήσεων εξυπηρετεί τη διδασκαλία γεγονότων, εννοιών, επιχειρημάτων, απόψεων και γενικευμένων θέσεων, είτε ως μέσο για την εισαγωγή τους στους μαθητές είτε ως μέσο επανάληψης. Πρόκειται για ερωτήσεις που ετοιμάζει ο εκπαιδευτικός και αναθέτει στους μαθητές του ατομικά ή ομαδικά για να προετοιμάσουν και να απαντήσουν ερευνώντας και βρίσκοντας στοιχεία. Οι απαντήσεις τους συζητιούνται μεταξύ τους και με τον εκπαιδευτικό.

Πιο αποτελεσματικές είναι οι ερωτήσεις που διατυπώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι εφικτή η απάντησή τους μόνο με μηχανική αναζήτηση ή αντιγραφή ενός βιβλίου. Η κατάλληλη επιλογή ερωτήσεων προωθεί ανώτερες λειτουργίες σκέψης (higher-order thinking), δεξιότητες επίλυσης προβλήματος, λήψης αποφάσεων, καθώς και την ανατροφοδότηση. Αποτελεσματικότερες μαθησιακά είναι οι ερωτήσεις που απευθύνονται σε όλα τα μαθησιακά στυλ και που έχουν περισσότερες από μία απαντήσεις.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/assignedqu/index.html

Φύλλα καταγραφής της μάθησης (learning logs)

learning_logs.jpg Πρόκειται για ένα είδος σύντομου και συχνού σχολιασμού του μαθητή πάνω στην ατομική του πορεία μάθησης. Οι μαθητές κατά το κλείσιμο ενός μαθήματος ή μιας ενότητας καταγράφουν σε φύλλα μάθησης τα προσωπικά τους συναισθήματα μαζί με περιεχόμενο ή διαδικασίες που γνώρισαν και εφάρμοσαν και έτσι τα συνειδητοποιούν καλύτερα. Ο αναστοχασμός (reflection) βοηθάει στην ατομική ανάπτυξη των μαθητών, καθιστώντας ορατά πρότυπα στην μάθηση και τη συμπεριφορά τους.

Η μέθοδος αυτή συνδέεται κυρίως με τα γλωσσικά μαθήματα αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικότερα σαν μέσο επικοινωνίας μαθητών, καθηγητών και γονέων. Παρουσιάζει ομοιότητες με τον ατομικό φάκελο εργασιών του μαθητή (portfolio) και τη μαθητική δημοσιογραφία (journals), καθώς όλες αυτές οι μέθοδοι βελτιώνουν τις δεξιότητες γραφής, ανάγνωσης και αναγνώρισης αρετών γραπτού κειμένου. Σε αντίθεση όμως με τον προσωπικό τόνο και την ελεύθερη ροή των δημοσιεύσεων, τα φύλλα καταγραφής μάθησης είναι πιο αντικειμενικά και απρόσωπα. Μπορούν να περιλαμβάνουν στοιχεία από διάφορα μαθήματα (επίλυση μαθηματικών προβλημάτων, πειράματα εργαστηρίων, ερωτήσεις για διαλέξεις και κείμενα, λίστες βιβλίων χρήσιμων για διάβασμα και ασκήσεις για το σπίτι). Συνήθως οι μαθητές απαντούν σε ερωτήματα, όπως τι διδάχθηκαν ή έμαθαν στο μάθημα, τι βρίσκουν ενδιαφέρον και τι απορίες τους γεννιούνται, πού μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη νέα γνώση και πώς μπορούν να τη συνδέσουν με αυτά που ήδη ξέρουν.

Οι μαθητές μπορούν στα φύλλα καταγραφής της μάθησης να υποδεικνύουν στους συμμαθητές τους τρόπους επίλυσης ενός προβλήματος, να περιγράφουν μια ιστορική περίοδο υποδυόμενοι το ρόλο ενός ιστορικού προσώπου ή από άλλες οπτικές γωνίες, εστιάζοντας σε γεγονότα, αποφάσεις, αιτίες και συνθήκες, ή μπορούν να καταγράφουν τι γνωρίζουν για ένα συγκεκριμένο θέμα, για να ακολουθήσει συλλογική συζήτηση και συλλογή διαφορετικών απόψεων και ιδεών.

Η αξιολόγηση των καταγραφών αυτών γίνεται σε σύντομο διάστημα (3-5 λεπτά για κάθε μαθητή), ανάλογα με το μέγεθος της τάξης και τα χρονικά περιθώρια. Οι ομαδικές εργασίες και η μείωση του χρόνου για κάθε μαθητή επιτρέπει να ακουστούν περισσότεροι μαθητές.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/logs/index.html

Ερευνητικά προγράμματα (research projects)

Ένα ερευνητικό πρόγραμμα ωθεί τους μαθητές στην εξάσκηση γλωσσικών δεξιοτήτων μέσα από την ανάγνωση, καταγραφή, οργάνωση και χρησιμοποίηση πληροφοριών.  Οι μαθητές μαθαίνουν να αποκτούν πρόσβαση στην πληροφορία, να οργανώνουν και να μοιράζονται ιδέες, να εκμεταλλεύονται πλήθος πηγών και βιβλιογραφικών αναφορών, ανταποκρινόμενοι στους μαθησιακούς και ερευνητικούς τους στόχους. Τα στάδια που συνήθως έχει είναι: α) ο καθορισμός του σκοπού και του θέματος, β) η συλλογή πληροφοριών, γ) η οργάνωση και δ) ο διαμοιρασμός τους. Η εξοικείωση των μαθητών με ερευνητικά προγράμματα μπορεί να γίνει αρχικά μέσα από ομαδικές δραστηριότητες και στη συνέχεια με ατομικές.

Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να συζητήσει με τους μαθητές το θέμα και το σκοπό της έρευνας, χαρτογραφώντας τα ενδιαφέροντα, τις απορίες και τις ιδέες τους, και προσδιορίζοντας πιθανές κατευθύνσεις της έρευνας. Μπορεί να αναθέσει τα ερευνητικά ζητήματα σε μαθητές ατομικά, σε ζευγάρια ή μικρές ομάδες, ανταποκρινόμενος στις ατομικές ανάγκες και τα ενδιαφέροντά τους και με καταιγισμό ιδεών (brainstorming) να καθοριστούν πηγές πληροφόρησης εντός και εκτός σχολείου (π.χ. βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες, εγκυκλοπαίδειες, χάρτες, αποσπάσματα ταινιών κλπ.).

Ο βοηθητικός ρόλος του εκπαιδευτικού στην μαθητική έρευνα εντοπίζεται στον προσδιορισμό των βασικών ιδεών, γεγονότων και λεπτομερειών, στην ερμηνεία πληροφοριών που βρίσκονται ενός εικόνων, χαρτών, γραφημάτων και διαγραμμάτων, στον εντοπισμό απόψεων και προκαταλήψεων, στην σύνοψη και απόδοση της πληροφορίας από τον μαθητή και στην καταγραφή των βασικών ιδεών και λεπτομερειών (π.χ. με τη χρήση υποκεφαλίδων ή την καταγραφή φράσεων ή  λέξεων-κλειδιών, με την σωστή βιβλιογραφική αναφορά στην πηγή προέλευσης της πληροφορίας).

Οι μαθητές αφού συλλέξουν τις πληροφορίες που απαντούν στα ερωτήματα της έρευνάς τους θα πρέπει να την οργανώσουν με την σωστή σειρά. Θα πρέπει να συλλογιστούν το πιθανό ακροατήριό τους και τους πιθανούς τρόπους διαμοιρασμού του ερευνητικού τους αποτελέσματος (προφορική ομιλία, γραπτή αναφορά, παρουσίαση, συγγραφή κεφαλαίων ή και βιβλίου, καλλιτεχνική αναπαράσταση (χορός, δραματοποίηση, μουσική).

Χρήσιμες στρατηγικές για τα ερευνητικά προγράμματα είναι ο καταιγισμός ιδεών, η κατηγοριοποίηση, η συνδιάσκεψη, η συνεργατική μάθηση, οι συζητήσεις, το λεξιλόγιο βασικών όρων, η συγγραφή άρθρων, κεφαλαίων , η δικτύωση (οπτική αναπαράσταση σχέσεων ανάμεσα σε έννοιες, ιδέες και γεγονότα) κλπ.

Ο εκπαιδευτικός μπορεί να αξιολογήσει την ικανότητα των μαθητών να βρίσκουν και να χρησιμοποιούν ποικίλες πηγές πληροφόρησης, την ποιότητα επικοινωνίας τους με τους συνεργάτες τους, την λογική οργάνωση των βασικών ιδεών, την κατάλληλη επιλογή της μορφής του τελικού προϊόντος της έρευνας και τους τρόπους διαμοιρασμού και κατανόησης της πληροφορίας.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/researchprojects/index.html

Μαθησιακά συμβόλαια (Learning contracts)

Τα μαθησιακά συμβόλαια σχεδιάζονται με σκοπό να προσαρμόσουν την διδασκαλία στους εξατομικευμένους ρυθμούς και δυνατότητες των μαθητών, ώστε να κατακτήσουν έννοιες και γνώσεις σύμφωνα με τις ικανότητες και τις εμπειρίες τους, αναπτύσσοντας παράλληλα υπευθυνότητα και ανεξάρτητη μάθηση. Εκτός από ατομικά μπορούν να είναι και ομαδικά.

Ο εκπαιδευτικός καθορίζει μαθησιακούς στόχους, εκπαιδευτικές πηγές και χρονικά περιθώρια. Καθώς οι μαθητές εξοικειώνονται με τα μαθησιακά συμβόλαια, μπορεί ο διδάσκων να τους εμπλέκει σταδιακά περισσότερο στον καθορισμό των στόχων. Επίσης μπορούν να επιλέγουν ανάμεσα σε μεθόδους δραστηριότητας και μορφές τελικού προϊόντος με το οποίο θα επιδεικνύουν τη μάθησή τους. Σταδιακά οι μαθητές μαθαίνουν να επιλέγουν σωστά και γίνονται πιο ανεξάρτητοι στην χρήση πηγών, στην επιλογή στόχων, στην ικανότητα να διδάσκουν τον εαυτό τους και στον διαμοιρασμό της νέας γνώσης με τους συμμαθητές τους.

Ο σχεδιασμός του μαθησιακού συμβολαίου μπορεί να ακολουθεί την παρακάτω διαδικασία:Ο εκπαιδευτικός αρχικά διαγιγνώσκει τις μαθησιακές ανάγκες αναπτύσσοντας ένα μοντέλο ικανότητας. Στη συνέχεια καθορίζει τους μαθησιακούς στόχους που ανταποκρίνονται στις παραπάνω ανάγκες και τις μαθησιακές πηγές που θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν οι μαθητές του. Ο καθορισμός των μαθησιακών αποτελεσμάτων γίνεται με όρους γνώσεων, δεξιοτήτων, κατανόησης, στάσεων και αξιών. Επίσης καθορίζει τους τρόπους πιστοποίησης και συλλογής των αποτελεσμάτων αυτών. Το συμβόλαιο δημοσιεύεται σε κάποιο μέσο (ψηφιακό ή μη) και εκπληρώνεται με την αξιολόγηση των ποικίλων μαθησιακών δραστηριοτήτων, όταν ολοκληρώνονται και ανακοινώνονται σε όλους. Τα συμβόλαια συμφωνούνται αμοιβαία, αξιολογούνται από όλους και μπορούν να τροποποιούνται καθώς το έργο προχωράει.

Για να δείτε παραδείγματα μαθησιακών συμβολαίων πατήστε εδώ.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/learningcontracts/index.html

Μαθητική δημοσιογραφία (Journals)

Πρόκειται για μέθοδο διδασκαλίας που εξασφαλίζει την ενεργή συμμετοχή των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία. Μέσα από τη γραφή οι μαθητές γνωρίζουν νέες ιδέες, σχολιάζουν και αναδεικνύουν θέματα προσωπικού ενδιαφέροντος, αντανακλώντας πάνω στη σκέψη τους. Δημοσιογραφώντας οι μαθητές καταγράφουν ατομικές ιδέες, συναισθήματα, λέξεις και εκφράσεις που έχουν ακούσει, πράγματα και πληροφορίες που ενδιαφέρουν τους περισσότερους, χωρίς να φοβούνται για το βαθμό.

σχολική δημοσιογραφίαΟ εκπαιδευτικός πρέπει να αποφασίσει τι είδους δημοσιογραφία θέλει να χρησιμοποιήσει στην τάξη του. Η γραφική ύλη μπορεί να ποικίλλει (ηλεκτρονική ή κλασική μορφή με φύλλα που προστίθενται και αφαιρούνται εύκολα). Θα πρέπει να δείξει στους μαθητές του ένα μοντέλο και να συνεργαστεί με την τάξη για να γράψουν μια παραδειγματική απάντηση, ώστε οι μαθητές να καταλάβουν πώς θα γράψουν τις δικές τους απαντήσεις. Επίσης θα πρέπει να προγραμματίζεται χρόνος για δημοσιογραφικές δραστηριότητες, ώστε όλοι οι μαθητές να συμμετέχουν.

Ο διδάσκων μπορεί να κάνει σχόλια, παρατηρήσεις, ερωτήσεις και προτάσεις για τον τρόπο γραφής των μαθητών, ενθαρρύνοντας την παραγωγή ενός τελικού προϊόντος το οποίο και μπορεί να βαθμολογήσει. Θα πρέπει οι δημοσιογραφικές καταγραφές των μαθητών να περιέχουν αναστοχαστικά σχόλια, συνειδητοποιώντας τις επιπτώσεις για την ζωή τους, και όχι απλώς να περιγράφουν σε στυλ ημερολογίου τα σχολικά δρώμενα.

Η μαθητική δημοσιογραφία μπορεί να έχει πολλές μορφές: α) προσωπική (οι μαθητές γράφουν ελεύθερα για το τι νιώθουν, τι σκέπτονται και για θέματα που τους ενδιαφέρουν), β) διαλογική (ο μαθητής κάνει διάλογο σε γραπτή μορφή με τους συμμαθητές του ή τον διδάσκοντα, σχολιάζοντας και δεχόμενος σχόλια), γ) κριτική (ο μαθητής σχολιάζει αναγνώσματά του, τα αξιολογεί, θέτει ερωτήματα), δ) επιστημονική (ο μαθητής καταγράφει παρατηρήσεις και δικά του συμπεράσματα από τα επιστημονικά μαθήματα που διδάσκεται, μπορεί να χρησιμοποιεί διαγράμματα, γραφήματα, δεδομένα πάνω σε πειράματα και εξερευνήσεις), ε) μαθηματική (ο μαθητής εκφράζει σκέψεις πάνω σε μαθηματικές έννοιες και προβλήματα, κατακτώντας έτσι μαθηματικές έννοιες), στ) καλλιτεχνική (ο μαθητής συλλέγει υλικό πηγών και ερευνών και πειραματίζεται δημιουργικές διαδικασίες).

Ο διδάσκων θα πρέπει να δίνει έμφαση στο περιεχόμενο των δημοσιεύσεων του μαθητή, αξιολογώντας θετικά χαρακτηριστικά, όπως προσωπικές παρατηρήσεις και ερωτήματα, προβλέψεις και υποθέσεις, αναφορές σε προσωπικές εμπειρίες και αναστοχασμό.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/journal/index.html

Διδασκαλία με την υποστήριξη υπολογιστή (computer-assisted instruction, CAI)

computer-assisted-instruction.gifΤα προγράμματα διδασκαλίας με την υποστήριξη υπολογιστή βοηθούν τους μαθητές να επιλύσουν προβλήματα σε πλαίσια μιας ομάδας ή να εργαστούν ατομικά πάνω στις προσωπικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, ακολουθώντας το δικό τους ρυθμό μάθησης. Προσφέρουν στους μαθητές άμεσης ανατροφοδότηση και τρόπους ανίχνευσης της σωστής απάντησης στις ερωτήσεις των δοκιμασιών, που δομούνται με βάση το βαθμό δυσκολίας και επιτρέπουν στο μαθητή να προχωρήσει αφού πρώτα κατακτήσει βασικές δεξιότητες.

Τα προγράμματα αυτά περιέχουν συνήθως διαγνωστικά τεστ πριν τη διδασκαλία και μετά, παρουσιάζουν το μαθησιακό υλικό με τρόπο πλοήγησης, επιτρέπουν την επανάληψη ασκήσεων για τη βελτίωση συγκεκριμένων δεξιοτήτων, προσφέρουν ευχάριστο περιβάλλον μάθησης μετατρέποντας τη μάθηση σε δραστηριότητα παιχνιδιού και καταγράφουν την επίδοση των μαθητών ώστε να είναι ορατές οι αδυναμίες τους στο διδάσκοντα και στους ίδιους.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/cai/index.html

Ανεξάρτητη Μελέτη (Independent Study)

 

Οι στρατηγικές διδασκαλίας που περιλαμβάνονται στην ανεξάρτητη μελέτη στοχεύουν στην αύξηση της εμπιστοσύνης των μαθητών στον εαυτό τους και στην ενίσχυση των δικών τους πρωτοβουλιών για αυτοβελτίωση. Η ανεξάρτητη μελέτη των μαθητών λαμβάνει χώρα υπό την επίβλεψη και τις οδηγίες του διδάσκοντα και μπορεί να έχει ομαδικό χαρακτήρα (σε ζευγάρια ή μικρές ομάδες).

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/indepen.html

 

 

Μοντέλο της συνεκτικής (synectics)

Μοντέλο της συνεκτικής (synectics)

Πρόκειται για μέθοδο αντιμετώπισης προβλημάτων και προώθησης της δημιουργικής σκέψης και πράξης, μέσω ανακάλυψης των δεσμών που ενώνουν φαινομενικά αποσυνδεδεμένα στοιχεία. Πράγματα που φαινομενικά συνδέονται μεταξύ τους, αποσυνδέονται νοητικά και επιχειρείται μια νέου είδους συνεκτική σκέψη με τη χρήση αναλογιών. Αυτή η τεχνική έχει αναπτυχθεί από τους Gordon και Prince και διακρίνεται σε 2 φάσεις: α) στην πρώτη φάση το οικείο γίνεται ξένο και στη β) το ξένο γίνεται οικείο.  

Η χρήση αυτής της μεθόδου ενισχύει την ικανότητα του να ζει κάποιος μέσα σε περίπλοκα και αντικρουόμενα περιβάλλοντα και σχέσεις, χρησιμοποιώντας δημιουργική σκέψη και κινητοποιώντας εγκεφαλικές λειτουργίες που πηγάζουν από το δεξί (ονειροπόλο) και το αριστερό (λογικό) εγκεφαλικό ημισφαίριο. Πρόκειται για αποδιοργανωτική και μη κανονική, αλλά δημιουργική σκέψη που ενεργοποιείται από κάποιες ερωτήσεις και καθιστά το οικείο ξένο ή αντίστροφα. Αρχικά αναγνωρίζεται το πρόβλημα και καταγράφεται. Συλλέγονται πληροφορίες γι’ αυτό και αναμειγνύονται με τις πληροφορίες που ήδη διαθέτει ο εγκέφαλος. Με τις ερωτήσεις ενεργοποίησης μετασχηματίζονται ιδέες και πληροφορίες σε λύσεις του προβλήματος.

Στις ερωτήσεις ενεργοποίησης  της συνεκτικής μεθόδου συμπεριλαμβάνονται αφαιρετικές ερωτήσεις (τι μπορεί να μειωθεί, να απλοποιηθεί, να αφαιρεθεί, να συντομευτεί, ποιοι κανόνες μπορούν να παραβιαστούν), προσθετικές (τι μπορεί να προστεθεί και να προσαρτηθεί, ώστε να διευρυνθεί το θέμα, να αναπτυχθεί και να αυξηθεί), μεταφοράς (πώς το θέμα μπορεί να μετατραπεί, να μετασχηματιστεί, να ενταχθεί σε νέο πλαίσιο αναφοράς, έξω από το κανονικό του περιβάλλον), επικάλυψης (τι θα συμβεί αν το θέμα επικαλυφθεί από άλλες ιδέες, εικόνες, νοήματα, προοπτικές), αλλαγής κλίμακας (τι θα γίνει αν αλλάξει η κλίμακα των διαστάσεων, του χρόνου, των αναλογικών), υποκατάστασης (ποια άλλη ιδέα μπορεί να εφαρμοστεί υποκαθιστώντας την αρχική, ποιο εναλλακτική σχέδιο υπάρχει), αποσπασματοποίησης (πώς μπορεί το αρχικό θέμα να κομματιαστεί, να φανεί ασυνεχές και αποσπασματικό), απομόνωσης, παραμόρφωσης (πώς μπορεί να παραμορφωθεί ή να διαστρεβλωθεί), αμφισβήτησης (ποιες αντιλογίες υπάρχουν στο θέμα, πώς μπορεί να αμφισβητηθεί), παρωδίας, μεταμόρφωσης, υβριδοποίησης, συμβολικής ή φανταστικής αναπαράστασης, μυθοποίησης, συνδυασμού (με ποια άλλα στοιχεία μπορεί το θέμα να συνδυαστεί και να συνυπάρξει) κλπ.

πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/synectics/index.html 

Παιχνίδι ρόλων (role playing)

Πρόκειται για την αντιμετώπιση προβλημάτων με ενεργή συμμετοχή των μαθητών: σκιαγραφείται ένα πρόβλημα, μεταφέρεται σε δράση και κάποιοι μαθητές παίζουν ρόλους ενώ οι υπόλοιποι παρακολουθούν. Το παιχνίδι ρόλων γίνεται μέρος της ζωής, καθώς η ενσυναίσθηση, η συμπάθεια, ο θυμός και η στοργή, όλα παράγονται στη διάρκεια της αλληλεπίδρασης.

Η ουσία αυτής της μεθόδου είναι η συμμετοχή των μαθητών είτε ως παίκτες ρόλων είτε ως παρατηρητών σε πραγματικά προβλήματα της ζωής. Οι μαθητές εξερευνούν τα δικά τους συναισθήματα, αποκτούν επίγνωση των στάσεων, αξιών και αντιλήψεών τους, αναπτύσσουν δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων και στάσεις και μελετούν ένα θέμα με ποικίλους τρόπους. Αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους και πώς επηρεάζουν την συμπεριφορά τους, συνδυάζουν την αυθόρμητη αντίδραση σε εξωτερικά ερεθίσματα με ανάλυση και καταφέρουν να ελέγχουν το σύστημα αξιών και πεποιθήσεών τους.

Ένας ρόλος είναι μια προτυποποιημένη αλληλουχία συναισθημάτων, λέξεων και πράξεων. Το παιχνίδι ρόλων μπορεί να έχει τα εξής εννέα στάδια (1):

α) Ζέσταμα της ομάδας: αναγνώριση ή εισαγωγή του προβλήματος, διασαφήνιση, ερμηνεία και εξερεύνηση θεμάτων του, επεξήγηση του παιχνιδιού ρόλων.

β)Επιλογή συμμετεχόντων: ανάλυση των ρόλων, επιλογή των υποψηφίων παικτών.

γ) επιλογή σκηνικού: οριοθέτηση της δράσης, επαναδιατύπωση ρόλων, αντιμετώπιση της προβληματικής κατάστασης από μέσα.

δ) προετοιμασία των παρατηρητών: απόφαση για το τι θα προσέχουν, ανάθεση καθηκόντων παρατήρησης.

ε) παράσταση: έναρξη του παιχνιδιού ρόλων, διατήρηση και διακοπή του.

στ) συζήτηση και αξιολόγηση: κριτική της δράσης του παιχνιδιού ρόλων (δρώμενα, θέσεις, ρεαλισμός), εστίαση στα κύρια σημεία και συζήτηση, προετοιμασία της επόμενης παράστασης

ζ) επανάληψη δράσης: παίξιμο αναθεωρημένων ρόλων, πρόταση για τα επόμενα βήματα ή για εναλλακτική συμπεριφορά

η) συζήτηση και αξιολόγηση: όπως στο στάδιο 6.

θ) διαμοιρασμός εμπειριών και γενίκευση: συσχέτιση της προβληματικής κατάστασης με την πραγματική εμπειρία και τρέχοντα προβλήματα, εξερεύνηση γενικών αρχών συμπεριφοράς.

Το παιχνίδι ρόλων μπορεί να εφαρμοστεί σε διαφορετικούς τύπους  κοινωνικών προβλημάτων (2):

_διαπροσωπικές συγκρούσεις: οι μαθητές μπορούν να εξασκηθούν σε τεχνικές για τις αντιμετωπίζουν

_ενδοομαδικές σχέσεις: το παιχνίδι ρόλων μπορεί να φανερώσει στερεότυπα και προκαταλήψεις ή να ενθαρρύνει την αποδοχή του διαφορετικού

_ατομικά διλήμματα: όπως αυτά που αντιμετωπίζουν οι μαθητές όταν καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε διαφορετικές αξίες, ενδιαφέροντα και ηθικές κρίσεις π.χ. ανάμεσα στις προτάσεις φίλων και γονέων ή τις προσωπικές τους προτάσεις.

_ιστορικά ή σύγχρονα προβλήματα: κρίσιμες περιστάσεις του παρελθόντος ή του παρόντος όπου πολιτικοί ηγέτες, δικαστές ή άνθρωποι με κάθε είδους εξουσία αντιμετώπισαν.

Ο εκπαιδευτικός είναι υπεύθυνος για την αρχικοποίηση των φάσεων και την καθοδήγηση των μαθητών στις δραστηριότητες της κάθε φάσης. Το περιεχόμενο της συζήτησης και των παραστάσεων καθορίζεται στο μεγαλύτερο βαθμό από τους μαθητές.  Θα πρέπει να υπενθυμίζεται στους μαθητές ότι υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί τρόποι για να παίξει κάποιος έναν ρόλο και όλες οι ερμηνείες θα πρέπει να γίνονται αποδεκτές. Εξάλλου, όλες βοηθούν τους μαθητές να συνειδητοποιήσουν τις δικές τους απόψεις και συναισθήματα, μέσα από τον αναστοχασμό, την παράφραση και την σύνοψη των απαντήσεών τους.

πηγές:

(1) Fannie Shaftel and George Shaftel (1967), Role Playing of social Values, Englewood Cliffs, N.J.:Prentice-Hall

(2) Joyce Bruce, Marsha Weil & Calhoun Emily (2000), Models of teaching, 6th ed., Boston: Allyn and Bacon, pp. 57-75

Προσομοιώσεις (Simulations)

Πρόκειται για την παρουσίαση στο μαθητή στοιχείων της πραγματικότητας με τα οποία καλείται να αλληλεπιδράσει και των οποίων οι παράμετροι ελέγχονται μέσα από τους καθορισμένους διδακτικούς στόχους διδακτικών σεναρίων. Οι μαθητές βιώνουν την πραγματικότητα του σεναρίου και κατασκευάζουν το δικό τους νόημα, αξιολογώντας και κρίνοντας ενδιαφέρουσες δραστηριότητες μέσα σε ένα περιβάλλον που μοιάζει αληθινό.

Συνήθως οι προσομοιώσεις περιέχουν στοιχεία από ηλεκτρονικά παιχνίδια και παιχνίδια ρόλων σε ένα πλαίσιο αναφοράς. Η διαφορά των προσομοιώσεων από τα games είναι η μη γραμμική φύση τους και ο έλεγχος των παραμέτρων. Ο στόχος δεν είναι η νίκη, αλλά η απόκτηση κατανόησης και γνώσης.

Οι προσομοιώσεις περιλαμβάνουν ευχάριστες και ελκυστικές δραστηριότητες, στηρίζονται στις αρχές του εποικοδομισμού (constructivism), προωθούν την κριτική σκέψη και προβάλλουν τις λιγότερες θεατές πλευρές μιας έννοιας ή θεωρίας. Ωστόσο, απαιτούν χρονοβόρα προετοιμασία, κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και η αξιολόγηση με αυτές είναι πιο δύσκολη απ’ ό,τι με τις παραδοσιακές μεθόδους.

Οι προσομοιώσεις προωθούν την κατάκτηση εννοιών μέσω εμπειρικής εξάσκησης. Βοηθούν αποτελεσματικά τους μαθητές να κατανοήσουν τις μικρές αποχρώσεις μιας έννοιας ή μιας περίστασης. Οι μαθητές συμμετέχουν πιο ενεργά στις προσομοιώσεις παρά σε άλλες δραστηριότητες, αφού βιώνουν την δραστηριότητα. Θέματα από τις Κοινωνικές Επιστήμες, π.χ. η διαχείριση του περιβάλλοντος, πολιτικά συστήματα, πολιτισμοί κλπ. μπορούν να κατανοηθούν καλύτερα μέσα από ανάληψη ενεργών ρόλων και έλεγχο παραμέτρων των αντίστοιχων προσομοιώσεων. Έτσι οι μαθητές  αναπτύσσονται δεξιότητες διαλόγου και έρευνας.

Οι μαθητές  είναι ανάγκη πριν ξεκινήσουν την προσομοίωση, να έχουν καταλάβει τις διαδικασίες. Η συμμετοχή τους θα πρέπει να είναι απερίσπαστη και οι δυσκολίες που γεννούν απόγνωση να αντιμετωπίζονται εγκαίρως. Ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να είναι έτοιμος για τις ερωτήσεις των μαθητών, να δίνει άμεσες απαντήσεις και να παρακολουθεί την πρόοδο των μαθητών του.  Θα πρέπει να ξέρει ποιοι είναι οι διδακτικοί στόχοι του, φτιάχνοντας κριτήρια διαβαθμισμένης αξιολόγησης (ρουμπρίκες) και ενημερώνοντας τους μαθητές του για τα αναμενόμενα αποτελέσματα της προσπάθειάς τους.

Η ένταξη μιας προσομοίωσης στην διδακτική διαδικασία μπορεί να έχει τη μορφή συμπλήρωσης μιας άλλης στρατηγικής διδασκαλίας ή και αυτόνομης στρατηγικής. Μπορούν να προσαρμοστούν στο περιεχόμενο του μαθήματος, προσαρμόζοντας το χρόνο της δραστηριότητας, το περιεχόμενο και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να παρακολουθούν τη διαδικασία για να εξασφαλίσουν ότι οι μαθητές την καταλαβαίνουν και ότι κερδίζουν από αυτή. Είναι πολύ χρήσιμος ο σχεδιασμός μιας ρουμπρίκας για την καθοδήγηση της αξιολόγησης. Προτιμότερο είναι οι προσομοιώσεις να χρησιμοποιούνται σαν μέρος μιας διδακτικής διαδικασίας παρά για συνολική αξιολόγηση. Κάποιες προσομοιώσεις περιέχουν από μόνες τους προτάσεις αξιολόγησης.

Πριν χρησιμοποιήσουν οι εκπαιδευτικοί μια προσομοίωση, θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι έχουν οριστεί καλά οι επιθυμητοί στόχοι, το επίπεδο δυσκολίας είναι κατάλληλο για τους μαθητές, οι μαθητές καταλαβαίνουν τον ρόλο τους, οι τεχνικές επίλυσης προβλήματος είναι αντιληπτές, η έρευνα που γίνεται ταιριάζει στη φύση του προβλήματος, η συνεργασία των συμμετεχόντων είναι ορατή και ο μαθητής  είναι ικανός να λύσει το θέμα ικανοποιητικά ή χρειάζονται και άλλες βοηθητικές δραστηριότητες.

Μπορείτε εδώ να δείτε ένα παράδειγμα προσομοίωσης της κίνησης των πλανητών του ηλιακού μας συστήματος. Ακολουθεί σύντομη προβολή σε βίντεο.

 

χρήσιμη πηγή: http://olc.spsd.sk.ca/DE/PD/instr/strats/simul/index.html

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση