Αρχείο ημέρας 21 Οκτωβρίου, 2009

Πετάει, πετάει το σχολείο!

image009.jpg

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Μπουλώτης Χρήστος

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Παπαδόπουλος

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2007

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Βαβούρη Ελίζα

 

Δύο κολλητά φιλαράκια που  πήγαιναν στο σχολείο με βαριά καρδιά, ζωγραφίζουν στους τοίχους του κάτι τεράστια φτερά! Ξαφνικά, το σχολείο αρχίζει να υψώνεται σιγά σιγά στον ουρανό. Ναι, πετούσε με τα φτερά που του είχαν ζωγραφίσει τα δύο φιλαράκια. Στην αρχή τρομοκρατήθηκε η δασκάλα. Φώναζαν φοβισμένοι οι μαθητές. Μόνο τα δύο φιλαράκια χαμογελούσαν πονηρά. Το υπέροχο ταξίδι κράτησε τρεις ολόκληρες ώρες. Κι ήταν σαν όνειρο. Μπορεί και να ήταν όνειρο. Πάντως, από εκείνη τη μέρα τα δύο φιλαράκια πήγαιναν με περισσότερη όρεξη στο σχολείο. Μία φορά το μήνα όμως, τα δύο φιλαράκια ζωγράφιζαν στους τοίχους φτερά και το σχολείο τους πετούσε. Τι μαγικό ταξίδι! Τι ονειρεμένο!

Να πάω… …Ή να μην πάω στο παιδικό σταθμό;

b780991.jpg

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ρούχμαν Καρλ

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Πατάκη

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2003

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Μοννιέ Μίριαμ

 

Σήμερα το πρωί ο Χάρης δεν έχει καμία όρεξη να σηκωθεί από το ζεστό του κρεβατάκι και να πάει στον παιδικό σταθμό. Σκέφτεται, λοιπόν, να στείλει τον Μπόμπο, τη μαϊμουδίτσα του, αντί γι’ αυτόν.

Ο Μπόμπος δεν έχει καμία αντίρρηση, ειδικά όταν μαθαίνει πόσο ωραία θα περάσει με τα άλλα παιδιά στον παιδικό σταθμό και τι παιχνίδια θα παίξει μαζί τους.

«Θα σου αρεσει πολύ στον παιδικό σταθμό. Όλα τα παιδιά είναι καλά και η δασκάλα, μας αγαπάει πολύ. Τη λένε Τάνια».

Ο Χάρης, όμως, τι θα κάνει μόνος του στο σπίτι; Με ποιον θα παίξει; Μήπως, τελικά, δεν είναι τόσο άσχημα στον παιδικό σταθμό;   

«Α, Μπόμπο, θα περάσεις πολύ ωραία σήμερα» λέει λυπημένος ο Χάρης.«Κι εγώ θα πρέπει να κάτσω μόνος μου εδώ και να σε περιμένω για να παίξουμε…» γκρινιάζει.Ο Μπόμπος τον παίρνει αγκαλιά και τον χαϊδεύει στα μαλλιά. Τι θα μπορούσε να κάνει για να μην είναι λυπημένος ο Χάρης;«Τελικά, θέλω πολύ να πάω στο παιδικό σταθμό!» ψιθυρίζει ο Χάρης στο φίλο του. «Άκου, Μπόμπο. Θα πάμε και οι δύο στον παιδικό σταθμό! Θέλεις;»Ο Μπόμπος πέταξε από τη χαρά του.«Και θα περάσουμε πολύ ωραία, έτσι δεν είναι, Μπόμπο;»

 

Σήμερα πηγαίνουμε στο νηπιαγωγείο

b84639.jpg

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Χέμμερλε Σούζα – Τραπ Κυρίμα

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Πατάκη

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2004

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Τραπ Κυρίμα

 

«Καλημέρα, νηπιαγωγάκι μου!» λέει η μαμά.

Η Κάτια χασμουριέται, λάμπει όμως από τη χαρά της. Σήμερα είναι η πρώτη της μέρα στο νηπιαγωγείο.

Σήμερα έρχεται για πρώτη φορά κι ένα άλλο αγοράκι. Όταν έρχεται η ώρα να φύγει η μαμά του, το αγοράκι κολλάει πάνω της και κλαίει. Η Κάτια πάει κοντά του.

«Θέλεις να πάμε να δούμε μαζί της εικόνες στις κρεμάστρες; Είμαι σίγουρη ότι θα βρούμε μία με παγωτό χωνάκι». Το αγοράκι στην αρχή δεν θέλει, έπειτα από λίγο όμως πηγαίνει μαζί με την Κάτια.Το αγοράκι το λένε Τίμο. Είναι πολύ ντροπαλός και φοβισμένος και διστάζει να πάει στο μεγάλο δωμάτιο με τα αλλά παιδιά. Η Κάτια τον σπρώχνει απαλά για να του δώσει θάρρος. Τα υπόλοιπα παιδιά έχουν πιάσει κιόλας το παιχνίδι. Η Κάτια ανυπομονεί να παίξει.«Πάμε να φτιάξουμε πύργους και σπίτια;»Κάθονται στο χαλί και φτιάχνουν τον Πύργο του Άιφελ. Μόλις όμως βάζουν το τελευταίο τουβλάκι ο πύργος πέφτει. Τότε ο Τίμος βάζει τα κλάματα και θέλει τη μαμά του.

«Το νηπιαγωγείο είναι για τα παιδιά, όχι για τους μεγάλους. Κι αν συνεχίσεις να κλαις, θα μας κάνεις όλους μούσκεμα εδώ μέσα με τα δάκρυα σου!»

Η Κάτια και ο Τίμος μετά από αυτό περνάνε μια συναρπαστική μέρα σ’ ένα καινούριο περιβάλλον, όπου κάνανε καινούριους φίλους και παίξανε με πολλά παιχνίδια.

«Κάτια ήρθαν να σε πάρουν».

Ο μπαμπάς έχει φέρει μαζί και τον Τίγρη. Στο δρόμο προς το σπίτι η Κάτια αγκαλιάζει σφικτά το αγαπημένο της κουκλάκι.

«Ξέρεις κάτι, Τίγρη; Το νηπιαγωγείο είναι το ωραιότερο μέρος στον κόσμο. Αύριο θα σε πάρω μαζί μου».

 

Αχ, αυτή η πρώτη μέρα στο σχολείο!

92600.jpg

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Αμπαριώτη Αθανασία

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Κέδρος

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2002

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Σταματιάδη Ντανιέλα

 

Ο Νίκος είναι ένα παιδί ήσυχο. Όπου κι αν πηγαίνει, δε δημιουργεί φασαρίες. Αγαπά τους φίλους του, που δεν είναι και λίγοι.

-Ο γιος μου θα κάνει σπουδαία πράγματα στη ζωή του! Ένα από αυτά είναι ότι αύριο πηγαίνει σχολείο και μάλιστα στο δημοτικό, καμαρώνει ο μπαμπάς του Νίκου.-Είναι ανάγκη να ξεκινήσουμε από το σχολείο; Λέει ο Νίκος, που τόση ώρα δεν έχει βγάλει κουβέντα από το στόμα του.-Φυσικά! Από το σχολείο ξεκινάμε όλοι. Στο σχολείο μαθαίνουμε τα πρώτα μας γράμματα, εκεί γράφουμε, εκεί διαβάζουμε, εκεί μετράμε τους πρώτους μας αριθμούς.-Μα εγώ έχω μάθει τους πρώτους μου αριθμούς στο νηπιαγωγείο. Δε γίνεται να πάω κατευθείαν στη δευτέρα δημοτικού, για να τελειώνω γρηγορότερα;-Ε, μα τι λες τώρα! Απαντά ξαφνιασμένος ο μπαμπάς του. Βιάζεσαι να τελειώσεις το σχολείο;-Έχω συνηθίσει μέχρι τώρα μόνο να παίζω, να τραγουδάω, να συλλαβίζω λεξούλες.Πότε θα μάθω να διαβάζω όλα αυτά τα βιβλία; ΒΟΥΝΟ μου φαίνονται ,ΒΟΥΝΟ!-Έχεις τόσα ωραία πράγματα να κανείς στο σχολείο. Τι φαντάστηκες, γιε μου, ότι το σχολείο είναι μόνο γράμματα και αριθμοί;-Ωραία όλα αυτά, μπαμπά, αλλά αν είχα και την παλιά μου δασκάλα, θα ήταν ακόμα καλύτερα.-Τα καινούρια πράγματα που θα μάθεις φέτος στο δημοτικό πρέπει να σ’ τα διδάξει ένας άλλος δάσκαλος. Έχει τόσα και αυτός να σας πει. Άσε τους καινούριους φίλους που θα κάνεις, είπε ο μπαμπάς.-Δηλαδή, χαμογελά ο Νίκος, όλα φέτος  θα ’ναι καινούρια.

-Κάθε χρονιά θα  ’ναι  μια καινούρια αρχή. Κι εμείς εδώ θα ’μαστε, κοντά σου, να τη γεμίζουμε με πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, για να περνάμε όλοι καλά, λέει με στοργή ο μπαμπάς του Νίκου.

 

Ο ΦΩΚΟΣ νόμιζε ότι μισούσε το σχολείο

88496.jpg

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ηλιόπουλος Βαγγέλης

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Πατάκη

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2005

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Κελεμένδρη Νάντια

Ο Φώκος, που συχνά φοβάται και ανησυχεί, νομίζει ότι μισεί το σχολείο. Οι γονείς του επιμένουν ότι πρέπει να πάει στο σχολείο. Ο Φώκος είναι θυμωμένος.

Εκείνο το βράδυ ο Φώκος δεν έκλεισε μάτι. Σκεφτόταν το σχολείο και όλο έβρισκε λόγους για να το μισεί. Θα απομακρυνόταν από το σπίτι του, θα ήταν με ξένους κι άγνωστους, θα έπρεπε να σταματήσει το παιχνίδι, θα μάθαινε ένα σωρό άχρηστα πράγματα, θα έπρεπε να ακούει τη δασκάλα και θα έτρωγε ό,τι του έδιναν κι ας μη του άρεσε – αυτό το τελευταίο, μόλις το σκέφτηκε, ένιωσε έναν πόνο στο στομάχι δυνατό σαν μπούνια. Ο πόνος συνεχιζόταν και το πρωί, αλλά η μαμά δεν τον πίστεψε.Του έδωσε το καλαθάκι του, τον φωτογράφισε στην πόρτα για να θυμάται την πρώτη ημέρα στο σχολείο – η μαμά να τη θυμάται, γιατί ο Φώκος σίγουρα θα ήθελε να ξεχάσει αυτόν τον εφιάλτη – και τον έβαλε, σχεδόν σπρώχνοντας, στο σχολικό.Η αλήθεια είναι ότι στο σχολείο η κατάσταση δεν ήταν και τόσο άσχημη. Η δασκάλα ήταν χαμογελαστή και, αφού υποδέχτηκε τα παιδιά, τα άφησε να παίξουν για να γνωριστούν. Ο Φώκος έπαιζε με όσους ήξερε και περνούσε καλά. Όταν είπε η δασκάλα να πάνε όλοι στην τάξη, εκείνος έκανε ότι δεν άκουσε.Τότε ξαφνικά άλλαξαν όλα! Η δασκάλα αγρίεψε και φώναξε δυνατά λέγοντας ότι στο σχολείο υπάρχουν κανόνες που πρέπει ΟΛΟΙ να τηρούν.Η μαμά τον περίμενε στην πόρτα όλο καμάρι που ο γιος της ήταν πια μαθητής. Μόλις τον είδε να έρχεται φώναξε:«Δεν είναι υπέροχα στο σχολείο;»«Είναι χάλια! Εγώ ΔΕΝ ξανάπαω!»Την άλλη μέρα, λοιπόν, δεν ανέβαινε στο σχολικό με τίποτα! Τελικά τον πήγε στο σχολείο η μαμά του, κι επειδή δεν έμπαινε στην τάξη μόνος μπήκε κι εκείνη μαζί του και κάθισαν στο ίδιο θρανίο. Μάλιστα τη ζωγραφιά που ζήτησε η δασκάλα, η μαμά, τάχα για να του δείξει, την έκανε σχεδόν ολόκληρη μόνη της. Τότε ο Φώκος παρατήρησε και μια άλλη μαμά να κάθεται σ’ ένα θρανίο στη γωνία και κατάλαβε πως εκεί καθόταν ένα κοριτσάκι που κι αυτό μισούσε το σχολείο.

 Το απόγευμα αποφασίζει να μην ξαναπάει στο σχολείο και μαζί με τους φίλους του φτιάχνει τη «Χώρα των παιδιών». Πως όμως θα φτιάξουν κανόνες, θα μετρήσουν τους πολίτες, θα βγάλουν αρχηγό και, βέβαια, θα βρουν χρόνο για παιχνίδι;

 Μήπως τελικά πρέπει να πάνε στο σχολείο;

 Μήπως αυτό είναι η χώρα που ονειρεύονται;

«Τελικά η Χώρα των παιδιών εμένα μου θυμίζει σχ…, άντε να το πω, σχολείο».«Δική σου ιδέα ήταν!» του είπε η Γόκι, κι όλοι σώπασαν.Την άλλη μέρα ο Φώκος σηκώθηκε κι ετοιμάστηκε μόνος του να πάει στο σχολείο. Η μαμά του παραξενεύτηκε.«Που θα πας, Φώκο;»«Εκεί που τόσον καιρό ήθελες να με στείλεις.»«Δε θα σε πάω εγώ; Γιατί έλεγα να τελειώσω τη ζωγραφιά και…»Ο  Φώκος πήρε την τσάντα του κι έφυγε βιαστικά.

ΠΑΚΙ πρώτη μέρα στο σχολείο

t060006083-75.jpg

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ρώσση – Ζαΐρη Ρενα

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ: Μίνωας

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: 2006

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΣ: Βαρβαρούση Λήδα

Ο Πάκι δε θέλει να πάει σχολείο. Η μαμά, του λέει, πως το σχολείο είναι διασκεδαστικό, πως θα κάνει πολλούς φίλους, θα μάθει να γράφει, να διαβάζει…       Ο Πάκι όμως  νιώθει πως οι γονείς του θέλουν να το διώξουν από το σπίτι, νομίζει πως δεν θα ξαναδεί ποτέ τη μαμά και τον μπαμπά, στενοχωριέται πολύ. Μέχρι που έρχεται η μέρα που φοβάται τόσο: η πρώτη μέρα στο σχολείο!

Σκέφτηκε να κάνει πως τον πονάει η κοιλίτσα του. Αλλά πόσες μέρες θα πονούσε η κοιλίτσα του; Και δεν είναι σωστό να λες ψέματα. Οι γονείς τα καταλαβαίνουν αμέσως και μετά δε σου έχουν εμπιστοσύνη. Σκέφτηκε να πάει να μείνει με τον παππού και τη γιαγιά του στην άλλη άκρη του δασούς. Τότε, όμως, θα του έλειπαν οι γονείς του.Σκεφτόταν και σκεφτόταν…. Το σχολικό φάνηκε από μακριά. Ο Πάκι έπεσε στην αγκαλιά της μαμάς και την αγκάλιασε σφιχτά. Το σχολικό σταμάτησε μπροστά τους και η πόρτα άνοιξε. Μια αλεπουδίτσα, η συνοδός του σχολικού, κατέβηκε να βοηθήσει τον Πάκι να ανέβει στο σχολικό. Τα ζωάκια, μέσα στο σχολικό, φλυαρούσαν ανέμελα. Δύο σκαντζοχοιράκια κι ένα κουνελάκι του χαμογέλασαν. Δε γύρισε να ξανακοιτάξει τη μαμά του. Είχε πάρει την απόφαση να αντιμετωπίσει αυτό το καινούριο μέρος που το έλεγαν σχολείο.Όταν ο Πάκι γύρισε με το σχολικό, έπεσε στην αγκαλιά της μαμάς του και της διηγήθηκε πόσο όμορφα πέρασε η πρώτη μέρα στο σχολείο. Πόσο χάρηκε η κυρία Αρκουδίνα!

Ο Πάκι μιλούσε με ενθουσιασμό για την πρώτη του μέρα στο σχολείο, τη δασκάλα του, τους καινούριους φίλους, την τάξη του, τα παιχνίδια που έπαιξαν το διάλειμμα… 

Εμείς το διαβάσαμε και μας άρεσε πολύ!