Αρχική » Άρθρα με ετικέτα 'κοινότητες πρακτικής'

Αρχείο ετικέτας κοινότητες πρακτικής

Αύγουστος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 1234
567891011
12131415161718
19202122232425
262728293031  

Kατηγορίες

Ιστορικό

RSS Εκπαίδευση-ειδήσεις

Wenger’s Communities of practice στο Second Life

Σύμφωνα με τη θεωρία του Wenger (1998) «communities of practice», η μάθηση βρίσκεται στην κοινωνική συμμετοχή σε δραστηριότητες και εργασίες μιας ομάδας-κοινότητας (δες προηγούμενες δημοσιεύσεις του blog στους συνδέσμους στο τέλος).

Στον εικονικό κόσμο του Second Life το Iowa State University?s Centre for Excellence in Learning and Teaching έχει κατασκευάσει ένα μοντέλο που αναπαριστά την θεωρία των κοινοτήτων πρακτικής.

Επισκεφτήκαμε αυτή την τοποθεσία και βαδίσαμε πάνω στα βήματα της θεωρίας μάθησης του Wenger!

Δείτε το σχετικό βίντεο και τις εικόνες.

communities-of-practice.png

communities-of-practice4.png

communities-of-practice10.png

Για όποιον θέλει να το επισκεφτεί, η διεύθυνση μέσα στον εικονικό κόσμο του SL είναι:

 http://slurl.com/secondlife/Teaching%204/208/175/25

Προηγούμενες δημοσιεύσεις:

Μπορούν να είναι εικονικές οι κοινότητες πρακτικής;
Κοινότητες Πρακτικής (Communities of Practice, CoPs)

Κοινότητες Πρακτικής (Communities of Practice, CoPs)

από τη διεύθυνση: http://www.funderstanding.com/communities_of_practice.cfm

Η μάθηση είναι μια πράξη συμμετοχής σε μια «κοινότητα πρακτικής». Οι κοινότητες πρακτικής ως όρος εξερευνήθηκαν για πρώτη φορά από το Ινστιτούτο Έρευνας της Μάθησης, που προέρχεται τη Xerox Corporation στο Palo Alto, CA. Το Ινστιτούτο ακολουθεί μια διεπιστημονική προσέγγιση στην έρευνα της μάθησης, εμπλέκοντας γνωστικούς επιστήμονες, οργανωτικούς ανθρωπολόγους (εφαρμόζουν τις αρχές της Ανθρωπολογίας σε οργανισμούς και επιχειρήσεις) και παραδοσιακούς εκπαιδευτικούς.

Οι κοινότητες πρακτικής θεωρούν ότι η μάθηση είναι  κοινωνικό φαινόμενο, καθώς οι άνθρωποι μαθαίνουν μέσα από τις  κοινότητες στις οποίες ανήκουν. Η γνώση εντάσσεται στη ζωή των κοινοτήτων και στις διαμοιρασμένες αξίες, πεποιθήσεις. Είναι ένα με την πράξη, τις κοινωνικές σχέσεις και την ειδίκευση αυτών των κοινοτήτων. Μάθηση και συμμετοχή είναι το ίδιο πράγμα. Αλλαγή μάθησης σημαίνει και αλλαγή θέση στην κοινότητα. Αλλά και πράξη σημαίνει μάθηση. Παράλληλα, το επίπεδο της μάθησης καθορίζει και το κύρος ή την ικανότητα συνεισφοράς μέσα στην κοινότητα.

Οι διδάσκοντες πρέπει να αναγνωρίζουν τη μάθηση που λαμβάνουν οι μαθητές τους στις δικές τους κοινότητες. Μπορούν να οργανώνουν πρακτικές εργασίες και κοινωνικές σχέσεις που έχουν ένθετη τη γνώση, για παράδειγμα, μαθητείες (apprenticeships), σχολική μάθηση, μάθηση με υπηρεσίες (μέθοδος διδασκαλίας, μάθησης και συλλογισμού που συνδυάζει σχολικά μαθήματα με ουσιαστική υπηρεσία, συχνά εθελοντική υπηρεσία) κλπ. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί πρέπει να δημιουργούν για τους μαθητές τους ευκαιρίες επίλυσης πραγματικών προβλημάτων με ενήλικους, σε πραγματικές μαθησιακές καταστάσεις.

Μπορούν να είναι εικονικές οι κοινότητες πρακτικής;

 

από το άρθρο: Lueg, C. 2000. Where is the action in Virtual Communities of Practice? In Proc. of the D-CSCW 2000 German Computer-Supported Cooperative Work Conference “Verteiltes Arbeiten – Arbeit der Zukunft” September 11-13, 2000, Munich, Germany

διαθέσιμο στην διεύθυνση: http://wwwstaff.it.uts.edu.au/~lueg/papers/commdcscw00.pdf

Ο συγγραφέας του συγκεκριμένου άρθρου αναρωτιέται κατά πόσο μπορούν να είναι “εικονικές” οι κοινότητες πρακτικής, εφόσον η έννοια των κοινοτήτων συνδέεται στενά με τον υπαρκτό κόσμο, όπου και συμβαίνουν η μάθηση και η πράξη. Αναφέρεται στον όρο «communities of practice», τη θεωρία του Wenger (1998)[1].σύμφωνα με την οποία η μάθηση βρίσκεται στην κοινωνική συμμετοχή σε δραστηριότητες και εργασίας μιας ομάδας-κοινότητας. Αρχικά ο όρος επινοήθηκε από τους Jean Lave και Etienne Wenger, που στηρίχθηκαν σε εργασία στο τέλος της δεκαετίας του ’80, όταν ερευνούσαν την μαθητεία (apprenticeship) σε ποικίλους τύπους κοινοτήτων, από μαίες στο Μεξικό και μοδίστρες στη Λιβερία μέχρι επιμελητές στο ναυτικό των ΗΠΑ, χασάπηδες σε σουπερμάρκετ των ΗΠΑ και αλκοολικούς[2]. Ειδικά, οι Lave και Wenger αναγνώρισαν την «νόμιμη περιφερειακή συμμετοχή» (legitimate peripheral participation), σαν μια σημαντική πτυχή της αποτελεσματικής μάθησης. Η νομιμότητα αναφέρεται στο δικαίωμα συμμετοχής του νέου μέλους στην κοινότητα, αν και το να γίνει πλήρες μέλος δεν είναι όπως ο διορισμός, αλλά είναι μια διαδικασία σταδιακής αποδοχής από τα άλλα μέλη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το “lurking” (το να διαβάζει κάποιος τα μηνύματα χωρίς να αφήνει ο ίδιος τα δικά του). Από την οπτική γωνία της κοινότητας πρακτικής, το lurking μπορεί να θεωρηθεί σαν περιφερειακή συμμετοχή και η δημοσίευση άρθρων μοιάζει με τη συμμετοχή και είναι πραγματικά απαραίτητh για να γίνει κάποιος ένα πλήρες μέλος μιας ομάδας συζήτησης.

Μια κοινότητα πρακτικής αποτελείται από μέλη που έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα, εργάζονται από κοινού στην ίδια προσπάθεια και έχουν κίνητρα κυρίως εσωτερικά. Μπορούν τα μέλη της να είναι κατανεμημένα στον χώρο, διατηρώντας την επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα (email, voice mail, video conferencing) και με σπάνιες συναντήσεις. Μια τέτοια κοινότητα μπορεί να είναι κατανεμημένη (Distributed Communities of Practice), χωρίς απαραίτητα να είναι εικονική, αφού η μάθηση μπορεί να λαμβάνει χώρα στον πραγματικό κόσμο (π.χ. μια ομάδα επαγγελματιών Πληροφορικής). Αντιθέτως, εικονικές κοινότητες μπορούν να υπάρξουν σε ένα πολυχρηστικό διαδικτυακό παιχνίδι, αφού όλες οι ενέργειες (εξερεύνηση χώρων, επικοινωνία κλπ) γίνεται εικονικά. Ωστόσο η μάθηση και η δράση είναι ασαφές αν βρίσκονται στον εικονικό κόσμο ή στον πραγματικό, αφού ο χρήστης βρίσκεται στον πραγματικό κόσμο και επικοινωνεί μέσω οθόνης και πλητρολογίου. Αλλά και στην περίπτωση των ομάδων συζητήσεων (newsgroups) του Usenet (δίκτυο που προσφέρει ομάδες συζητήσεων μέσω του διαδικτύου), ένα σημαντικό μέρος των σχετικών δραστηριοτήτων λαμβάνει χώρα στον πραγματικό κόσμο και η περισσότερη γνώση που διαμοιράζεται στην κοινότητα σχετίζεται με τον πραγματικό κόσμο.

 


[1] Wenger, E. (1998): Communities of Practice: Learning, Meaning, and Identity. Cambridge, UK:

Cambridge University Press. First Paperback Edition 1999.

[2] Lave, J. andWenger, E. (1991): Situated Learning: Legitimate Peripheral Participation. Cambridge,

UK: Cambridge University Press.

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση