Ανάγκη συγκλήσεως εκτάκτου Συνόδου τῆς Ιεραρχίας διά το θέμα τοῦ Οικουμενισμοῦ προκύπτει για πολλούς λόγους, όπως π.χ. ο τρόπος με τον οποίο διεξάγονται οι διάλογοι, η συνεχής καταπάτηση Ιερῶν Κανόνων και η κατάργηση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεώς μας.
Με πανπόνηρο τρόπο όμως αποφεύγεται η σύγκλισή της. (Το ταξίδι τοῦ Ιερωνύμου στο Φανάρι, μετά η επιστολή τοῦ Βαρθολομαίου προς τον Ιερώνυμο με θέμα την τιμωρία τῶν αντιοικουμενιστῶν – δηλ. τῶν ορθοδόξων! – (http://www.romfea.gr/epikairotita/12071-epistoli-patriarxi-se-bartholomaio) και η εξής δήλωση τοῦ Ιερωνύμου «Η Εκκλησία μας, λοιπόν, δεν έχει παρατηρήσει σημεία με βάση τα οποία πρέπει να πούμε πως διακόπτουμε τον διάλογο» (http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=8874), ως ο Ιερώνυμος από μόνος του νά εκφράζει την Εκκλησία χωρίς Συνοδική Απόφαση!).
Γι’ αυτό ο Μέγας Φώτιος και η Η’ Οικουμενική Σύνοδος βοᾶ διά την σήμερον ημέραν: «Πατριάρχου Βαρθολομαίου, Ιερωνύμου Αρχιεπισκόπου και πάσι τοίς Οικουμενισταίς ΟΧΙ ΑΙΩΝΙΑ ΜΝΗΜΗ.»
Επίσης, είναι αναγκαία η σύγκλησις, εφ’ όσον οι εισηγήσεις τῶν σεβ. μητροπολιτῶν Ναυπάκτου και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, πού απέβλεπαν στην τεκμηρίωση τῆς οικουμενικότητος τῶν δύο σημαντικῶν Συνόδων, ώστε εν συνεχεία η Ι.Σ. τῆς Ιεραρχίας να προτείνη «την συζήτηση τοῦ θέματος στη μέλλουσα να συνέλθει Πανορθόδοξο Σύνοδο», καταργήθηκαν, ως αναρμόδια να συζητᾶ δογματικά θέματα, και μόνο για οικονομικά να ασχολείται. Παραθέτω εν συνεχεία αποσπάσματα σχετικοῦ άρθρου.
Νικόλαος Γ. Σαββόπουλος
Θεολόγος
῾Ο Μέγας Φώτιος καὶ ἡ Ηʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος
Πατερικὴ Συνοδικότης καὶ Παπισμὸς
……………….
«῾Υπερδεδοξασμένος εἶ Χριστὲ
ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ Φωστῆρας ἐπὶ γῆς,
τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας,
καὶ δι᾿ Αὐτῶν πρὸς τὴν ᾿Αληθινὴν
Πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας,
Πολυ εύσπλαγχνε δόξα Σοι».
…………………………
Κατὰ τὴν πρόσφατη Σύνοδο τῆς Καινοτόμου ῾Ιεραρχίας τῆς ῾Ελλάδος (᾿Οκτώβριος 2011) εἶχε ὁρισθῆ νὰ γίνουν δύο Εἰσηγήσεις, οἱ ὁποῖες θὰ εἶχαν σαφῶς ἀντιπαπικὸ χαρακτῆρα, ἐφ᾿ ὅσον θὰ ἀναφέροντο ἡ μὲν πρώτη στὴν Ηʹ ῾Αγία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου, ἡ δὲ δευτέρα στὴν Θʹ ῾Αγία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἐπὶ ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (ΙΒ). Οἱ Εἰσηγήσεις ἀπέβλεπαν στὴν τεκμηρίωσι τῆς Οἰκουμενικότητος τῶν δύο αὐτῶν σημαντικῶν Συνόδων, ὥστε ἐν συνεχείᾳ «νὰ προτείνη ἡ ῾Ιερὰ Σύνοδος τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς ᾿Εκκλησίας» τῆς ῾Ελλάδος «τὴν συζήτηση τοῦ θέματος αὐτοῦ στὴν μέλλουσα νὰ συγκληθῆ Πανορθόδοξο Σύνοδο», διότι «πρόκειται περὶ σοβαρῶν δογματικῶν θεμάτων, ποὺ ἔχουν ἄμεσα σχέση μὲ τὴν ὁριοθέτηση τοῦ δόγματος καὶ τῆς διδασκαλίας τῆς ᾿Εκκλησίας μας καὶ τὸν ὀρθὸ προσανατολισμό της μέσα στὴν σύγχρονη ἐποχὴ θεολογικῆς συγχύσεως καὶ συγκράσεως ὁμολογιῶν» (ΙΒ).
………………………………
Εἰσηγητὴς-Αρχιερεύς, πρὸ δύο ἀκριβῶς ἐτῶν, στὴν Ιεραρχία τοῦ ᾿Οκτωβρίου 2009, εἶχε θέσει τὸ ἑξῆς ἐπίσης ὀδυνηρό, ἀλλὰ καὶ τόσο εὔγλωττο ἐρώτημα:
«Τί προέχει γιὰ τὴν ᾿Εκκλησία; τὰ οἰκονομικὰ θέματα ἢ οἱ ποικίλοι διορθόδοξοι, διαχριστιανικοὶ καὶ διαθρησκειακοὶ διάλογοι, ὅπου πρέπει νὰ ἐκφράζεται ἡ πίστη καὶ ἡ ζωὴ τῆς Τοπικῆς ᾿Εκκλησίας;» (Ζ, 3β).
Υπὸ τὸ πρῖσμα λοιπὸν τοῦ ἀποκαρδιωτικοῦ αὐτοῦ γεγονότος, τὸ ὁποῖο εἶναι ἐνδεικτικὸ τῆς ἐκκλησιολογικῆς – συνοδικῆς φθορᾶς τῶν Καινοτόμων Οἰκουμενιστῶν, ἀλλὰ καὶ βεβαιωτικὸ τῆς ὀρθότητος τῆς ᾿Αποτειχίσεως καὶ ᾿Ενστάσεώς μας, θεωρῶ ὅτι εἶναι σκόπιμο νὰ γίνη σήμερα μία σύντομος ἀναφορὰ στὴν Ηʹ ῾Αγία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου.
………………….
῾Η Ηʹ ῾Αγία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συνεκλήθη στὴν Κωνσταντινούπολι, στὸν Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, κατὰ τὰ ἔτη 879-880 (Νοέμβριος 879-Μάρτιος 880), στὴν διάρκεια τῆς δευτέρας πατριαρχείας τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου τοῦ Αʹ (877-886), ἐπὶ Αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Μακεδόνος (867-886),«ἐπὶ τῷ σκοπῷ ὅπως ἐπιτύχῃ τὴν ἀποκατάστασιν ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τῆς εἰρήνης καὶ ἑνότητος ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ Κωνσταντινουπόλεως, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ τῆς πλήρους κοινωνίας μεταξὺ τῶν ἐκκλησιῶν παλαιᾶς καὶ νέας Ρώμης» (Η, 494· βλ. καὶ ΙϚ, 102-131).
῾Η ἀποκατάστασις ὅμως τῆς πλήρους κοινωνίας μεταξὺ τῶν ᾿Εκκλησιῶν Κωνσταντινουπόλεως καὶ Ρώμης δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθῆ, ἐφ᾿ ὅσον ὑφίσταντο προγενέστερες ἀποφάσεις τῆς Ρώμης ἐναντίον προσωπικὰ τοῦ Μεγάλου Φωτίου ἐπὶ τῶν Παπῶν Νικολάου Αʹ (858-867) καὶ ᾿Αδριανοῦ Βʹ (867-872), μάλιστα δὲ ἀποφάσεις τῆς λατινικῆς ψευδοσυνόδου ἐν Κωνσταντινουπόλει τοῦ 869-870, τὴν ὁποία οὐδέποτε ἀναγνώρισε ἡ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία, ἐνῶ οἱ Παπικοὶ τὴν θεωροῦν ὡς δῆθεν ὀγδόην οἰκουμενικὴν ἀπὸ τοῦ ΙΑʹ αἰῶνος καὶ ἑξῆς.
Οἱ ἄδικες καὶ ἀντικανονικὲς ἀποφάσεις κατὰ τοῦ Πατριάρχου Φωτίου ὑπὸ τῶν Λατίνων στὴν Ρώμη (863 καὶ 869) καὶ τὴν Κωνσταντινούπολι (869-870) εἶχαν προκαλέσει Σχίσμα· ὡς ἐκ τούτου, ἐφ᾿ ὅσον μὲ τὴν ὄντως Ηʹ ῾Αγίαν Οἰκουμενικὴν Σύνοδον (879-880) ἤρθη τὸ ἐπάρατο αὐτὸ Σχίσμα, οἱ ᾿Ορθόδοξοι ὠνόμαζον Αὐτὴν «Σύνοδον ῾Ενωτικήν» (Δ, 266), εἶναι δὲ ἀναμφίβολο ὅτι «εἰς τὴν εἰρήνευσιν ταύτην συνετέλεσε μεγάλως ὁ μέγας Φώτιος», ὡς Πρόεδρος τῆς ῾Ενωτικῆς Συνόδου.
«᾿Αναμφισβητήτως ἡ Σύνοδος τοῦ 879-880, συνελθοῦσα ἐν τῷ ναῷ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ μεγάλου καὶ σοφωτάτου Πατριάρχου Φωτίου, συμπαρα στα του μένου ὑπὸ ἐπισήμων τοποτηρητῶν ὅλων τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, καὶ ἐλευθέρως διασκεψαμένη καὶ ἀποφανθεῖσα κατὰ τὰ παραδεδομένα ἐπὶ σπουδαιοτάτων ζητημάτων, φέρει “οὐ μόνον τὰ ἐξωτερικά, ἀλλὰ καὶ πάντα τὰ ἐσωτερικὰ γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου”, ἐκδοῦσα σημαντικωτάτας ἀποφάσεις διὰ τὴν καθόλου ᾿Εκκλησίαν» (Δ, 262-263· ΙΑ, 198).
………………………….
Ἡ Σύνοδος συνῆλθε ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ «ἁγιωτάτου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Φωτίου» (Μansi 17Α-18Α, 373)· συμμετεῖχαν 390 περίπου ᾿Επίσκοποι καὶ ἐκπρόσωποι ᾿Επισκόπων (Η, 499 καὶ 506-507)· ὁ Πάπας ᾿Ιωάννης Ηʹ ὥρισε τρεῖς τοποτηρητὰς καὶ συμμετέσχον ἐπίσης ἐκπρόσωποι τῶν τριῶν Πατριαρχείων τῆς ᾿Ανατολῆς· οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου ἄρχισαν τὸν Νοέμβριο τοῦ 879 καὶ ἐπερατώθησαν τὸν Μάρτιο τοῦ 880· ἐπραγματοποιήθησαν συνολικῶς ἑπτὰ Συνεδρίες, τὰ δὲ Πρακτικὰ τῆς ἐν ῾Αγίᾳ Σοφίᾳ ἱστορικῆς αὐτῆς Συνόδου, «συνταχθέντα εἰς τὴν ἑλληνικήν, διεσώθησαν» (Η, 503) καὶ τὸ ἔτος 1705 ἐξεδόθησαν ὑπὸ τοῦ λαμπροῦ Πατριάρχου ῾Ιεροσολύμων Δοσιθέου (1669-1707), ἀπὸ χειρόγραφο τῆς ῾Αγιορειτικῆς Μονῆς τῶν ᾿Ιβήρων (Γ, 257-386 καὶ 387-433· βλ. καὶ Δ, 268-269· ΙΓ, 164-187).
Ἡ Σύνοδος τῆς ῾Αγίας Σοφίας ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου φέρει ἐξωτερικῶς καὶ ἐσωτερικῶς πάντα τὰ γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἑπομένως εἶναι «οὐδόλως ἄπορον, ὅτι ὡς ὀγδόην Οἰκουμενικὴν ἐθεώρουν αὐτὴν οἱ [Πατριάρχης Εὐθύμιος Αʹ (907-917)], Θεόδωρος Βαλσαμών, Νεῖλος Θεσσαλονίκης, Νεῖλος Ρόδου, Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Μᾶρκος ᾿Εφέσου, Γεννάδιος Σχολάριος, Δοσίθεος ῾Ιεροσολύμων, Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος καὶ ἄλλοι» (Δ, 262) πολλοί, ὡς καὶ ὁ σπουδαῖος «Διάλογος ῾Ιερομνήμονός τινος» (Γ, 594-595, §§ 78-80), μέχρι τῶν συγχρόνων μας: ῞Αγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, F. Dvornik, Βασίλειος Στεφανίδης, ᾿Ιωάννης Ρωμανίδης, Γεώργιος Μεταλληνός, ῾Ιερόθεος Βλάχος κ.ἄ. (Ι, 273-292· Η, 510· ΙΔ, 364· Α, 317).
Ἀλλὰ καὶ ἡ Σύνοδος ὠνόμασε ἑαυτὴν ὡς Οἰκουμενικὴν σὲ πολλὰ μέρη τῶν Πρακτικῶν καὶ Κανόνων Αὐτῆς (Δ, 262· Η, 510), ὁ δὲ Βασίλειος Στεφανίδης γράφει, ὅτι «ἐφ᾿ ὅσον δὲν ἀναγνωρίζεται ἐπισήμως ὡς ὀγδόη οἰκουμενικὴ σύνοδος, ἡ τυχὸν μέλλουσα νὰ συνέλθῃ οἰκουμενικὴ σύνοδος πρέπει νὰ ἀσχοληθῇ καὶ μὲ τὸ ζήτημα τοῦτο» (ΙΔ, 364).
Εἶναι ὅμως καιρὸς νὰ ἐντοπίσουμε «ὅλα τὰ κανονικὰ στοιχεῖα, (τὰ) ἀναγκαῖα γιὰ τὴν σύγκληση, τὸ ἔργο καὶ τὶς ἀποφάσεις μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου» (Α, 315), τὰ ὁποῖα βεβαίως συγκεντρώνει ἡ λαμπρὰ καὶ σαφῶς ἀντιπαπικὴ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως:
α. «Συνεκλήθη ὡς Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, στὴν ὁποία ἐκπροσωπήθηκαν καὶ οἱ πέντε πρεσβυγενεῖς πατριαρχικοὶ θρόνοι»·
β. «συνεκλήθη ὑπὸ τοῦ Αὐτοκράτορα Βασιλείου Αʹ τοῦ Μακεδόνος (867-886)», ὁ ὁποῖος «πρῶτος μάλιστα ὑπέγραψε μετὰ τῶν υἱῶν του» τὸν Δογματικὸ ῞Ορο τῆς Συνόδου καὶ τὰ Πρακτικὰ αὐτῆς·
γ. «ὁ μεγάλος ἀριθμὸς μελῶν (338 -ὀρθ. 390 ἐπίσκοποι)»·
δ. «ἡ λειτουργία τῆς Συνόδου σύμφωνα μὲ τὴν παραδεδομένη κανονικὴ λειτουργία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων»·
ε. «οἱ Κανονικὲς ρυθμίσεις»: διετύπωσε-ἐξέδωκε τρεῖς ῾Ιεροὺς Κανόνας·
στ’. «ὁ ῞Ορος Πίστεως», διὰ τοῦ ὁποίου ὁρίζεται ἐπὶ ποινῇ ἀναθέματος, τὸ ἀμετάβλητο καὶ ἀπαραχάρακτο τοῦ ῾Ιεροῦ Συμβόλου Πίστεως·
ζ. «ἡ σαφὴς συνείδηση τῆς αὐθεντίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου», ὅπως ἐξεφράσθη αὐτὴ «μὲ τὴν ἀπόφαση συναριθμήσεως τῆς Ζʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου μὲ τὶς προγενέστερες Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ποὺ ἦταν δικαίωμα μόνο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων» (Α, 316)·
η. «τ᾿ ἀποφασισθέντα ἐν τῇ Συνόδῳ ταύτῃ ὑπῆρξαν σύμφωνα πρὸς τὰ ὑπὸ τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων θεσπισθέντα, σύμφωνα πρὸς τὴν Παράδοσιν τῆς ᾿Εκκλησίας» (ΙΑ, 198).
Τὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο ἐπιτελέσθηκε ἀπὸ τὴν Μεγάλη Σύνοδο τοῦ 879-880 ἦταν τεράστιο τόσο γιὰ τὴν ταραγμένη ἐκείνη περίοδο, ὅσο καὶ γιὰ τὸ μέλλον τῆς ᾿Εκκλησίας: ἐλειτούργησε ἑνωτικὰ ἐπὶ τῇ βάσει τῆς Δογματικῆς ᾿Αληθείας καὶ τῆς Κανονικῆς Παραδόσεως· κατεδίκασε τὴν ἀλλοίωσι τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως διὰ τῆς προσθήκης τοῦ Filioque, ἐπιβεβαίωσε τὸ ῾Ιερὸ Σύμβολο ὅπως τοῦτο μᾶς παρεδόθη ὑπὸ τῶν δύο πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀπέκρουσε τὴν διαστροφὴ τοῦ ἁπλοῦ Πρωτείου Τιμῆς τοῦ ᾿Επισκόπου Ρώμης, ὁ ὁποῖος μετέβαλε τοῦτο σὲ διοικητικὸ Πρωτεῖο ᾿Εξουσίας ἐφ᾿ ὅλης τῆς ᾿Εκκλησίας.
Ὁ Μέγας Φώτιος ἐλειτούργησε ἑνωτικά, ἀντέκρουσε μὲ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα τὸ Παπικὸ Πρωτεῖο ᾿Εξουσίας καὶ τὴν νόθευσι τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ἐξέθεσε μὲ παρρησία καὶ σαφήνεια τὶς ὀρθόδοξες θέσεις καὶ ἐκάλεσε τοὺς ᾿Αντιπροσώπους τοῦ Πάπα ᾿Ιωάννου Ηʹ νὰ ἀποκηρύξουν τὶς πλάνες τους, οἱ ὁποῖες εἶχαν ὁδηγήσει στὸ Σχίσμα τοῦ 867. Ὁ ῞Αγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως ὑπογραμμίζει μὲ ἔμφασι, ὅτι «ἡ Ηʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἔχει μεγάλην σπουδαιότητα», διότι «ἐν τῇ Συνόδῳ ταύτῃ ὁ Φώτιος κατήγαγε θρίαμβον», «ἐστέφθησαν οἱ ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ᾿Ανατολῆς ἀγῶνες αὐτοῦ διὰ πλήρους ἐπιτυχίας καὶ ἐβασίλευσεν ἡ ᾿Αλήθεια τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὑπὲρ ἧς τοσοῦτον ἐμόχθησε»· «ὁ θρίαμβος ἑνὶ λόγῳ ἦτο πλήρης· θρίαμβος πολιτικός, ἐκκλησιαστικός, προσωπικός» (Ι, 288-289).
Η συνειδητοποίησις, ὅτι ἡ μεγάλη Σύνοδος τῆς ῾Αγίας Σοφίας τοῦ 879-880 ἦταν ἔργο τοῦ μεγαλόπνοου καὶ διορατικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου τοῦ ῾Ομολογητοῦ καὶ ᾿Ισαποστόλου καὶ μεγάλου Πατρὸς καὶ Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου τῆς ᾿Εκκλησίας, μᾶς ὠθεῖ νὰ πιστεύουμε ὅτι «ἡ πλέον ἁρμόζουσα τιμὴ πρὸς τὸν ῞Αγιο» «εἶναι ἡ συναρίθμησις τῆς Συνόδου αὐτῆς ὡς ὀγδόης μετὰ τῶν ὑπολοίπων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων» (Α, 319).
Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνάδειξις Αὐτῆς ὡς πρωτύπου στὶς προσπάθειες γιὰ τὴν ἐπανένωσι τῶν διηρημένων Χριστιανῶν ᾿Ανατολῆς καὶ Δύσεως, ἐφ᾿ ὅσον Αὐτὴ μαρτυρεῖ γιὰ τὸ Θεῖο Μυστήριο τῆς Παραδόσεως διὰ τῶν ῾Αγίων Πατέρων, γιὰ τὴν γνήσια Πατερικὴ Συνοδικότητα:
α. «ἡ ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας ἀναζητήθηκε κυρίως καὶ πρωτίστως στὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως καὶ στὴν διατήρηση ὄχι μόνο τοῦ περιεχομένου, ἀλλὰ καὶ τῆς διατυπώσεως Αὐτῆς ὑπὸ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀναθεματίσθηκε δὲ ὁποιαδήποτε λεκτικὴ προσθήκη, ἀφαίρεση ἢ ἀλλοίωση τοῦ περιεχομένου» (Α, 318)·
β. «ἡ ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας δομεῖται ἐπίσης ἐπὶ τῶν Κανονικῶν ρυθμίσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων» (Α, 318)·
γ. «ἡ ἐκκλησιολογία πρέπει νὰ ἐκφράζεται διὰ τοῦ συνοδικοῦ συστήματος» (Α, 319). Ἐν κατακλεῖδι, ἐλπίζω ὅτι θὰ ἔγινε κατανοητὸ σὲ ποιὸ βάθος πτώσεως εὑρίσκεται μία Σύνοδος ῾Ιεραρχίας, ἡ ὁποία ὄχι ἁπλῶς προτάσσει, ἀλλὰ ἀσχολεῖται μόνο μὲ «τὰ οἰκονομικὰ θέματα» καὶ «συζητᾶ γιὰ τὸ ΦΠΑ καὶ τὸ ΕΣΠΑ», ἐνῶ τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο παραμένει ἔκθετο ἐντὸς ἑνὸς περιβάλλοντος διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ, μὲ τὴν εὐθύνη, ἀλλὰ καὶ τὴν συμμετοχὴ τῶν ποιμένων του στὴν ἀντορθόδοξη Οἰκουμενικὴ Κίνησι. Εἴθε ἡ ἀγαθοποιὸς Χάρις τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ μας, διὰ πρεσβειῶν τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, νὰ ἀναδείξη ἐμπνευσμένους ῾Ιεράρχας, οἱ ὁποῖοι μὲ σοφία καὶ παρρησία καὶ γενναιοψυχία νὰ ὁδηγήσουν τὸν Λαὸ τοῦ Θεοῦ στὴν μεγάλη ῎Εξοδο ἀπὸ τὴν αἰγύπτια δουλεία τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως.
…………………………………
Πηγὲς – Βοηθήματα
Α. Βασιλείου Καραγιάννη, ᾿Αρχιμανδρίτου, «῾Η Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 879-880 εἶναι Οἰκουμενικὴ Σύνοδος;», περιοδ. «᾿Απόστολος Βαρνάβας» Κύπρου, ἀριθ. 10/᾿Οκτώβριος 1991, σελίδες 307-319.
Β. Βλάχου Σ. ῾Ιεροθέου, ᾿Αρχιμανδρίτου (νῦν Μητροπολίτου Ναυπακτίας), «Τὸ “Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας”», στὸ βιβλίο: ᾿Εκκλησία καὶ ᾿Εκκλησιαστικὸ Φρόνημα, σελίδες 249-279, ἔκδοσις ῾Ιερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 1990.
Γ. Δοσιθέου Πατριάρχου ῾Ιεροσολύμων, Τόμος Χαρᾶς, ἔκδοσις Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1985.
Δ. Καρμίρη ᾿Ιωάννου, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς ᾿Ορθοδόξου Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, τόμος Αʹ, ἔκδοσις βʹ, ἐν ᾿Αθήναις 1960.
Ε. Κυπριανοῦ, ᾿Επισκόπου ᾿ῶρεῶν, «Τὸ Θεῖο Μυστήριο τοῦ Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας», περιοδ. «᾿Ορθόδοξος ῎Ενστασις καὶ Μαρτυρία», περίοδ. Γʹ, ἀριθ. 1/᾿Ιανουάριος-Μάρτιος 2008, σελίδες 39-43.
Ζ. Κυπριανοῦ, ᾿Επισκόπου ᾿ῶρεῶν, «῾Η ᾿Αποτείχιση ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς ἐπείγουσα ὑπόθεση προβλεπομένη ἀπὸ τοὺς ῾Αγίους Πατέρες», περιοδ. «᾿Ορθόδοξος ῎Ενστασις καὶ Μαρτυρία», περίοδ. Γʹ, ἀριθ. 3/Αὔγουστος 2010, σελίδες 3-6.
Η. Μενεβίσογλου Παύλου, Μητροπολίτου Σουηδίας, ῾Ιστορικὴ Εἰσαγωγὴ εἰς τοὺς Κανόνας τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, Στοκχόλμη 1990.
Θ. Μπιλάλη Σπ. Σπυρίδωνος, ᾿Αρχιμανδρίτου, ᾿Ορθοδοξία καὶ Παπισμός, τόμος Αʹ καὶ Βʹ, ἔκδοσις «᾿Ορθοδόξου Τύπου», ᾿Αθῆναι 1969.
Ι. Nεκταρίου, ῾Αγίου, Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Μελέτη ῾Ιστορικὴ περὶ τῶν Αἰτίων τοῦ Σχίσματος, τόμος Αʹ, ἔκδοσις βʹ, Ν.Δ. Παναγοπούλου, ᾿Αθῆναι 1988.
ΙΑ. Παπαδοπούλου Χρυσοστόμου, ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν, Τὸ Πρωτεῖον τοῦ ᾿Επισκόπου Ρώμης, ἔκδοσις βʹ, «᾿Εκκλησία», ᾿Αθῆναι 1964.
ΙΒ. Περιοδικὸ «᾿Εκκλησιαστικὴ Παρέμβαση» Ναυπάκτου, ἀριθ. 183/᾿Οκτώβριος 2011, σελ. 16, «Εἰδήσεις».
ΙΓ. Ρωμανίδου ᾿Ιωάννου, Πρωτοπρεσβυτέρου, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς ᾿Ορθοδόξου Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, τόμος Βʹ, ἔκδοσις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1982.
ΙΔ. Στεφανίδου Κ. Βασιλείου, ᾿Αρχιμανδρίτου, ᾿Εκκλησιαστικὴ ῾Ιστορία, ἔκδοσις ϛʹ, Παπαδημητρίου, ᾿Αθῆναι 1998.
ΙΕ. Τωμαδάκη Β. Νικολάου, «Φώτιος. ῾Ο Αʹ», στὴν Θρησκευτικὴ καὶ ᾿Ηθικὴ ᾿Εγκυκλοπαιδεία, τόμος 12, στλ. 21-31, ᾿Αθαν. Μαρτίνου, ᾿Αθῆναι 1968.
ΙΣΤ. Φειδᾶ ᾿Ιω. Βλασίου, ᾿Εκκλησιαστικὴ ῾Ιστορία, τόμος Βʹ, ᾿Αθῆναι 1972.
ΙΖ. Φειδᾶ Βλασίου, «Φώτιος Αʹ ὁ Μέγας», στὸ Παγκόσμιο Βιογραφικὸ Λεξικό, τόμος 9Β, σελίδες 375γ-378δ, ᾿Εκδοτικὴ ᾿Αθηνῶν 1991.
ΙΗ. Φούγια, Μεθοδίου Γ., Μητροπολίτου Πισιδίας, ᾿Ορθοδοξία – Ρωμαιοκαθολικισμὸς – ᾿Αγγλικανισμός, ἔκδοσις «Νέα Σύνορα» – Α.Α. Λιβάνη, ᾿Αθήνα 1996.
Περ. Ορθόδοξος Ένστασις και Μαρτυρία, αρ. 5, Δεκέμβριος 2011
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.