ΑΠΟ “ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ”
29ο ΜΕΡΟΣ:
O τότε Πρωθυπουργός Σοφοκλής Βενιζέλος, έδωκεν από του Βήματος τής Βουλής την αρμόζουσαν λύσιν, διέταξε τόν σκληρόν και άπάνθρωπον διωγμόν, όστις έπραγματοποιήθη δι’ εκδόσεως εντολών συλλήψεως και σωματικού περιορισμού των αρχιερέων εις μεμακρυσμένας και δυσπρόσιτους Ιεράς Μονάς, δι’ άποσχηματισμού και άποκάρσεως σεβαστών λειτουργών του Υψίστου, δια φυλακίσεως και ξυλοδαρμών, δια κλεισίματος Ιερών Ναών, δια φυλακίσεως ευσεβών Χριστιανών, με μόνην τήν κατηγορίαν ότι είναι Παλαιοημερολογίται και δι’ όλων έν γένει τών βιαίων και αντιχριστιανικών μέτρων, αφηγουμένων, ως θα ιδή ό αναγνώστης, ύπ’ αυτών τούτων τών παθόντων ως και υπό αυτόπτων μαρτύρων.
Προ τής εκδόσεως τής προαναφερθείσης καταπτύστου 45ης πράξεως, το Γραφείον Τύπου τής Επισήμου Εκκλησίας, έξέδωκεν ανακοινωθέν δημοσιευθέν εις τάς πρωϊνάς εφημερίδας τής 25 Νοεμβρίου 1950.
Ό Πρόεδρος τής Ιεράς Συνόδου και ή Ιερά Σύνοδος τών Γ.Ο.Χ. απήντησαν καταλλήλως τόσον εις τά ανωτέρω ύπομνήματα, δσον και εις τάς λοιπάς ανακοινώσεις.
Εις το ανακοιν
ωθέν τής Συνόδου τής Εκκλησίας περί του ημερολογιακού ζητήματος ή Εκκλησία τών Γνησίων Όρθοδόξων απήντησε ως εξής:
«…Το Συνοδικόν ανακοινωθέν ψέγει ημάς, διότι έκηρύξαμεν τήν καινοτόμησαν Ίεραρχίαν ως Σχισματικήν, τά δε Μυστήρια ιύτων ως στερούμενα άγιαστικής χάριτος και διότι έπιβάλλομεν εις τους προσερχόμενους νεοημερολογίτας εις τήν έκκλησίαν τών παλαιοημερολογιτών, νά άποκηρύξωσιν το Γρηγοριανόν ήμερολόγιον και διότι τους προσχωρούντας εις το παλαιόν έορτολόγιον χρίομεν δι’ Αγίου Μύρου, ορθοδόξου προελεύσεως και εις το τέλος το ανακοινωθέν κάμνει μίαν έρώτησιν, πόθεν προμηθευόμεθα το όρθόδοξον Μύρον. Εις όλους αυτούς τους διϊσχυρισμούς, δι’ ων πειρώνται νά καλύψωσι τήν καινοτομίαν αυτών, έχομεν νά άνακοινώσωμεν και νά άπαντήσωμεν προς τούτους διά τών εξής κανονικών επιχειρημάτων. Το ότι ή Ιεραρχία τής κρατούσης εκκλησίας διά τής αύθαιρέτου και μονομερούς ημερολογιακής καινοτομίας κατέστη σχισματική, ως αποσχίσασα εαυτήν εν τω εορτασμώ των εορτών, τη τελέσει τών νηστειών, και τών λοιπών τής ψυχής καθαρμών του καθολικού κορμού τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, τούτο το διεκήρυξε πρώτος διά τής υπογραφής του ό εμπνευστής τής καινοτομίας ταύτης Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος έν τη εκθέσει τής ειδικής έπι τού ήμερολοίου επιτροπής, καθ’ ην ή μονομερής εφαρμογή τού νέου ημερολογίου έν τη Έλληνική Έκκλησία θά δημιουργήση λόγον σχίσματος, διά τάς άλλας Εκκλησίας, θα καταστρέψη την ενότητα της εκκλησίας και θά έπενέγκη και βλάβην εις τά εθνικά συμφέροντα. Ως συνέπεια τής εκθέσεως ταύτης, εξεδόθη τότε το άπό 181-1923 Νομοθετικόν Διάταγμα, δι’ ου, διά μέν τήν Πολιτείαν καθιερώθη το νέον ήμερολόγιον διά δέ τήν έκκλησίαν έκυρώθη :αι πολιτειακώς τό παλαιόν ήμερολόγιον διά τάς θρησκευτικάς έορτάς και τελετάς. Όσον δ’ αφορά τό ότι ύποχρεούμεν τους προσερχόμενους εις τήν έκκλησίαν ημών νά άποκηρύττωσιν τήν καινοτομίαν του Γρηγοριανού ημερολογίου, του κατεδικασμένου υπό Πανορθοδόξων Συνόδων τούτο είναι και λογικόν και άπαραίτητον, έφ’ όσον μεταξύ ημών και τών καινοτόμων υπάρχει θρησκευτική διαφορά. Και αν τά νήπια τών νεοημερολογιτών, προσερχόμενα εις τους κόλπους τής εκκλησίας ημών άναμυρώνονται, τούτο συμβαίνει έκ τής θρησκευτικής διαφοράς μεταξύ τών Γνησίων Όρθοδόξων και τών Νεοημερολογιτών. Εκείνο όμως όπερ είναι άντικανονικόν και άπόβλητον, είναι ή έπανάληψις τών μυστηριακών πράξεων τών ισταμένων έπι τού εδάφους τών Κανόνων και τών όρθοδόξων δεσμών υπό τών Νεοημερολογιτών κληρικών προς καταρράκωσιν του θείου κύρους των μυστηρίων. Και όταν ή Διοικούσα Σύνοδος τής Κρατούσης Εκκλησίας, έκ λόγων αντιπολιτεύσεως και εμπάθειας προς τους Παλαιοημερολογίτας Αρχιερείς, κηρύττη άκυρους τάς μυστηριακάς πράξεις αυτών και επαναλαμβάνει ταύτας επί μεγίστη ζημία τού κύρους τών εκκλησιαστικών μυστηρίων, πως ασχάλλουσιν οι καινοτόμοι Συνοδικοί, διότι ημείς χρίομεν διά τού Αγίου Μύρου τά νήπια τών Νεοημερολογιτών εις ένδειξιν ότι ταύτα άποπτύουσι τήν αινοτομίαν και έρχονται προς τήν ‘Ορθοδοξίαν; Προκειμένου δέ περί του κακόβουλου ερωτήματος πόθεν έφοδιαζόμεθα τό όρθόδοξον μύρον, διαβεβαιούμεν τους ερωτώντας, ότι τούτο έχορήγησεν εις τήν ήμετέραν Έκκλησίαν τό “Αγιον Όρος, όπερ είχεν εις ποσότητα μεγάλην πριν ή επαχθή έν τη Έλληνική Έκκλησία ή καινοτομία…». (Έδημοσιεύθη εις τάς ημερησίας εφημερίδας «Άκρόπολιν» και «Έθνικόν Κήρυκα» τής 28ης Νοεμβρίου του έτου 1950).
Εις τό προς τήν Κυβέρνησιν υπόμνημα τής Κρατούσης Εκκλησίας άπαντήσασα ή Εκκλησία τών Γνησίων Όρθοδόξων Χριστιανών τής Ελλάδος μεταξύ άλλων λέγει τά εξής:
«Πώς δύνανται οί Παλαιοημερολογίται νά δεχθώσιν έπ’ Εκκλησίας αυτών μνημόσυνον τών Νεοημερολογιτών Αρχιερέων, χωρίς νά διακυβεύωσι και ούτοι την όρθοδοξίαν τού φρονήματος αυτών, αφού τό επ΄ Εκκλησίαις μνημόσυνον του Επισκόπου είναι ένδειξις τής ταυτότητος τής πίστεως και του φρονήματος μεταξύ του πνευματικού ποιμένος και του λογικού ποιμνίου;» .
Τό Συνοδικόν δικαστήριον κατεδίκασε τους Σεβασμιωτάτους Ιητροπολίτας Χριστιανουπόλεως και Διαυλείας εις καθαίρεσιν και σωματικόν περιορισμόν εις απόκεντρους Μονάς.
Ή άδεια τής καταδύσεως τοΰ Τιμίου Σταυρού εις τό Παλαιόν Φάληρον εδόθη, κατόπιν αγώνος. Κατόπιν τής καταδύσεως τού Τιμίου Σταυρού, τά βίαια μέτρα ένετάθησαν, έξεδόθησαν αποφάσεις περί συλλήψεως τών Αρχιερέων, ήρχισε τό κλείσιμον τών Ιερών Ναών, έγιναν οι άποσχηματισμοι και αί άποκάρσεις τών ιερέων και αί φυλακίσεις αυτών, ώς και αί ποικίλοι άλλαι διώξεις Μοναχών και πιστών.
Οί Αρχιερείς έκρύβησαν τότε εις διαφόρους οικίας.
Αστυνομικοί κατ’ επανάληψιν είσώρμησαν εις τά Γραφεία τής Εκκλησίας τών Γ.Ο.Χ. αναζητούντες τούτους.
Η Ιερά Σύνοδος τών Γνησίων Όρθοδόξων Χριστιανών τής Ελλάδος έξέδωκε τότε τήν εξής έγκύκλιον:
Η Ιερά Σύνοδος τών Γνησίων Όρθοδόξων Χριστιανών
Προς
Τους απανταχού τής Ελλάδος ευλαβέστατους
και σκληρώς δοκιμαζόμενους Κληρικούς και ευσεβείς
Χριστιανούς τής καθ’ ημάς άγιωτάτης Εκκλησίας.
Τέκνα έν Κυρίω αγαπητά
Χάρις ύμίν και ειρήνη από Θεού και Σωτήρας ημών Ιησού Χριστού, του δι’ ημάς και διά τήν ήμετέραν σωτηρίαν πτώχευσαντος, όνειδισμούς και μάστιγας και σταυρόν ύπομείναντος, παρ’ ημών δέ ευχή και ευλογία.
Ας αντλώμεν δύναμιν και θάρρος έν όψει τού άμειλίκτως καθ’ ημών έγερθέντος πολέμου και ας ηχεί εσαεί και έν πάσιν εις τά ώτα ημών πάντων τό Άρχαγελλικόν ρήμα «Στώμεν καλώς Στώμεν μετά φόβου».
Άπίστευτον τυγχάνει ότι ζώμεν έν εικοστώ αιώνι, όταν έκ τών γεγονότων καταφαίνεται ότι ή Ελλάς, ή δώσασα τά φώτα του πολιτισμού εις όλην τήν ανθρωπότητα, έπανήλθεν εις τους χρόνους εκείνους τής βαρβαρότητας και τής αθλιότητας, έφ’ όσον ή Κυβέρνησίς της χρησιμοποιεί βάρβαρα και απάνθρωπα μέτρα προς κατάπνιξιν τής ορθοδόξου συνειδήσεως ενός έκατομμυρίου ευσεβούς Ελληνικού Λαού.
Διώξεις Αρχιερέων, συλλήψεις Ιερέων, εμπαιγμοί, ραβδισμοί, μαστιγώσεις, φυλακίσεις, άποσχηματίσεις, ξυρίσματα, και διαπομπεύσεις ευλαβών ίερέων, έπι σειράν ετών έπιτελεσάντων τήν θείαν και άναίμακτον ίερουργίαν και θεραπευσάντων τάς ΐνάγκας τόσων χιλιάδων Χριστιανών.
Τέκνα έν Κυρίω αγαπητά!
Βλέπομεν υμάς ώς πρόβατα άνευ ποιμένων.
Μη δμως άποθαρρύνεσθε, διότι ποιμήν ημών πάντων είναι ό Σωτήρ ημών Χριστός, όστις εις τάς συγκεντρώσεις υμών έν τοις Ίεροίς Ναοίς, ευλογεί και αγιάζει υμάς άοράτως, επιδεικνύων αμα προς υμάς τάς πληγάς τών άχραντων Αυτού χειρών και ποδών, ίνα ύπενθυμίση εις πάντας τό «Γινώσκετε ότι έμέ πρώτον πάντων υμών έδίωξαν…» .
Τά όργανα αυτών τήν 1ην Φεβρουαρίου 1951 συλλαμβάνουσι τόν Πρόεδρον τής Ιεράς Συνόδου τών Γνησίων Όρθοδόξων Χριστιανών εις τήν παρά τήν Σταμάταν – Αττικής οικίαν του κ. Κουτράκη και όδηγούσιν αυτόν, ώς λέγει ό Θεοφάνης ό Γραπτός… «Τόπον έκ τόπου συνεχώς διαμείβοντες» άπό κρατητηρίου εις κρατητήριον τών Διοικήσεων και τών Τμημάτων Μεταγωγών.
Όδηγείται ακολούθως εις τό Όρφανοτροφείον τής Βουλιαγμένης.
Συγχρόνως άνω τών δύο χιλιάδων (2.000) πιστοί μετέβησαν έν σώματι και έπέδωκαν ψήφισμα διαμαρτυρίας εις τόν Άνακτα.
Τήν έπομένην αφέθη «ελεύθερος» ό Πρόεδρος, διά νά μεταβή εις τήν οίκίαν του καί νά έλθη εις έπαφήν μέ τους Αρχιερείς καί Λαϊκούς παράγοντας.
Εννοείται, ότι ή οικία του έφρουρείτο υπό τών αστυνομικών οργάνων και ό ορισθείς χρόνος διά τάς διαπραγματεύσεις ήτο τριήμερος μόνον.
Τό απόγευμα τής ιδίας ημέρας επεσκέφθησαν τόν Πρόεδρον οί δικηγόροι, κ. κ. Κλεάνθης Θεοφανόπουλος, Άριστείδης Ζαχαρίας καί Δημήτριος Μαύρος καθώς και πλήθος άλλων προσωπικοτήτων.
Τήν έσπέραν συνεκροτήθη σύσκεψις, καθ’ ήν μετέσχον οί Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος, Κυκλάδων Γερμανός, Χριστιανουπόλεως Χριστόφορος, Διαυλείας Πολύκαρπος, Πρόεδρος Π.Θ.Ε.Ο.Κ. Νικόλαος Χειλαδάκης, Γενικός Γραμματεύς Διονύσιος Μπατιστάτος, ό Δικηγόρος του Αγώνος κ. Αριστείδης Ζαχαρίας και ο κ. Καραμήτσος – Γαμβρούλιας.
Έπειτα απο την σύσκεψιν ταύτην ο πρ. Φλωρίνης δεν συμφώνησε μετά της Κρατούσης Εκκλησίας και τότε αστυνομική δύναμις παρέλαβεν τον Ίεράρχην καί τόν ώδήγησεν εις τό πλοίον καί εκείθεν εις τήν Νήσον Λέσβον.
Ή «Καθημερινή» έδημοσίευσεν ανταπόκρισιν έξ Αμερικής καθ’ ήν τό μόνον τό όποιον εξευτελίζει τήν Ελλάδα εις τά όμματα τών ξένων είναι ό διωγμός τών Παλαιοημερολογιτών.
Καί μόνον τά θρησκευτικά περιοδικά «Ζωή» και «Καινή Κτίσις» δέν εύρισκαν δύο λέξεις διά νά στηλιτεύσωσι τους αγρίους διωγμούς και νά έκδηλώσωσιν άπλήν συμπάθειαν προς τόν Γέροντα Ίεράρχην.
http://entoytwnika.blogspot.com/2011/06/29.html
30ο ΜΕΡΟΣ:
Eκείνος του οποίου τό όνομα θα άναγράψη ή ιστορία μέ τά μελανότερα χρώματα, μετά τόν Αρχιεπίσκοπον Σπυρίδωνα, θά είναι ό Υπουργός τών Εσωτερικών Νικόλαος Μπακόπουλος, όστις ευθύς ώς άνέλαβεν τό Υπουργείον Δημοσίας Τάξεως και Ασφαλείας, διέταξε τήν έκτέλεσιν τής συλλήψεως τών Αρχιερέων και έθεσεν ώς έργον του τήν διά παντός μέσου έξόντωσιν τών Παλαιοημερολογιτών.
Εις Αθήνας συνεκεντρώθησαν οί πιστοί εις τόν Αρειον Πάγον πλησίον τής Ακροπόλεως.
Έκεί εις τόν πλησίον τής Ακροπόλεως Βράχον, ήλπιζον οτι ίσως τους έπιτρέψωσι νά προσευχηθώσι και νά λειτουργήσωσι.
Πλήθη πιστών συνεκεντρώθησαν πέριξ του ίερού Χώρου.
Δυστυχώς όμως, μόλις οί ίεροψάλται ήρχισαν τόν Τριαδικόν Κανόνα «Άξιον έστιν ώς αληθώς τήν ύπέρθεον ύμνείν Τριάδα….» κατέφθασαν τά όργανα του Αρχιεπισκόπου, άτινα διέλυσαν βιαίως δια τών αστυνομικών ράβδων των και συνέλαβαν τους πιστούς. Τήν έπομένην άπέστειλαν αυτούς ενώπιον του κ. Εισαγγελέως, παρ’ ου παραπεμφθέντες είς δίκην κατεδικάσθησαν εις 5ήμερον φυλάκισιν έκαστος.
Ξένοι τουρίσται, ανερχόμενοι τήν Άκρόπολιν, έζήτησαν νά πληροφορηθώσι τήν αιτίαν τής συλλήψεως των και συγκεκριμένως, έάν πρόκειται περί κομμουνιστών η περί απεργών, όταν όμως έμαθον ότι είναι Χριστιανοί και θέλουν νά εορτάζουν δέκα τρεις ημέρας άργότερον τάς έορτάς των, τότε ήρχισαν νά έλεεινολογώσι τους διώκτας των.
Τους επεσκέφθησαν ξένοι δημοσιογράφοι και μέ θλίψιν μετεβίβασαν τά γεγονότα εις όλον τόν κόσμον. Δεν ήδύνατο νά τό άνεχθή τό γεγονός τούτο ό Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων, ούτε ο Υπουργός Μπακόπουλος και διατάσσουσι νύκτωρ όπως τήν πρωίαν τής Τρίτης ημέρας, και περί τήν 4ην πρωϊνήν ώραν, έξωθώσι διά τής βίας και άπομακρυνθώσιν εκείθεν.
Τότε τά όργανα του Αρχιεπισκόπου έπεβἰβασαν αυτούς έπί αστυνομικών αυτοκινήτων και ώδήγησαν αυτούς εις μακράν κείμένα έρημα μέρη.
Ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων δικαιολογήθη λέγοντας ότι οι παλαιοημερολογίται, παρά τας περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις αυτών, δεν συνήργησαν εις την ειρηνικήν του ζητήματος αυτών λύσιν. Υπέστησαν βεβαίως διωγμόν εκ μέρους Εκκλησίας και Πολιτείας, αλλ’ ο διωγμός ούτος ήλθε και εκινήθη εις απάντησιν της αδιαλλαξίας και της αντεκκλησιαστικής τακτικής αυτών. Ο Αρχιεπ/πος Σπυρίδων επίσης ωμίλησεν εν τη Ιεραρχία 1952 περί του επιδειχθέντος εκ μέρους αυτών πείσματος καθώς και περί της κακής αυτών διαθέσεως και της κακοπιστίας, μεθ’ ων αντιμετώπιζον πάσαν συμβιβαστικήν αυτού πρότασιν και απέδωκε την αδιαλλαξίαν αυτών ταύτην εις την έν τισι κύκλοις αυτών εγκρυπτομένην σκοπιμότητα, την ούσαν συνυφασμένην προς οικονομικά συμφέροντα και άλλας ποταπάς επιδιώξεις.
Δυστυχώς, δεν φτάνουν σελίδες ολόκληρες δια να περιγράψουν τους διωγμούς που υπἐστησαν παλαιοημερολογίτες.
Ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας Χριστόφορος έστηλίευσε τους αγρίους και απανθρώπους, ώς τους έχαρακτήριτε, διωγμούς της Κρατούσης ‘Εκκλησίας εναντίον των Παλαιοημερολογιτών.
Εις δηλώσεις του προς τόν Ήμερήσιον Τύπον είπεν τά εξής
«…Κατ’ αρχήν πρέπει, νομίζω, νά συνέλθη μία Σύνοδος διά νά ρυθμίση οριστικώς αυτήν τήν εκκρεμότητα.
Δέν συμφωνώ μέ τήν τακτικήν, ή οποία έφηρμόσθη εναντίον τών οπαδών τού Ιουλιανού Ημερολογίου.
Η μεταχείρισις έπρεπε νά είναι διαφορετική. Δυστυχώς οι υπεύθυνοι τής πολιτείας δεν αντιλαμβάνονται ότι αί διώξεις των Παλαιοημερολογιτών δίδουν τό δικαίωμα νά επιχαίρουν οι εχθροί μας» .
Σε δηλώσεις του είς τήν ήμερησίαν εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» τής 2 Δεκεμβρίου 1951 αναφέρει ακόμα
«’Εφέραμεν τήν συζήτησιν γύρω άπό τό φλέγον ζήτημα των Παλαιοημερολογιτών.
Έχω τήν γνώμην οτι ένα θρησκευτικόν ζήτημα, όπως τό Παλαιοημερολογιτικόν στην Ελλάδα, δεν πρέπει νά γίνεται θέμα Κυβερνητικόν.
Τό κλείσιμον τών Εκκλησιών, ή άφαίρεσις τών ράσων και τό ξύρισμα τών Ιερωμένων, δεν είναι τά καλύτερα μέσα προς έπιβολήν ωρισμένων απόψεων.
‘Υπάχουν πολιτισμένοι μέθοδοι και κατευθύνσεις, άλλα όχι μεσαιωνισμός.
Μέ αύτάς τουναντίον, βοηθείται τό έργον τής Εκκλησίας και Κράτους, άπό τήν οποίαν είναι δυνατόν να παύση το υφιστάμενον κακόν.
Θα έπρεπε, νά καταβληθή προσπάθεια συνεννοήσεως και συμφωνίας μεταξύ των μερίδων, άφου ό Λαός είς τήν περίπτωσιν αυτήν παρουσιάζεται διηρημένος, ώστε η νά γίνη αναγνώρισις τών Παλαιοημερολογιτών, ή νά πεισθούν και αυτοί νά δεχθούν τό Νέον Έορτολόγιον.
Αλλά επί τέλους ας έκδηλωθή και διά τους Παλαιοημερολογίτας αυτούς κάποια ανοχή μέ πραγματικόν ενδιαφέρον και άγάπην.
Έτσι είναι μάλλον δυνατή ή συνεννόησις, αφού άναγνωρισθή ή νόμιμος ύπόστασις και τών δύο μερών.
Έχω ύπ’ όψιν μου φωτεινήν πρότασιν τού Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος, κατά τήν οποίαν θά έπρεπε νά συνέλθη μία Τοπική Σύνοδος έν Ελλάδι, ή οποία θά ήτο δυνατόν να επιφέρη θετικά άποτελέσματα επί του ενδιαφέροντος αυτού ζητήματος» .
Και ενώ είχε γίνει ή προεργασία διά τήν Σύνοδον αυτήν, έμεσολάβησαν τά γνωστά έπεισόδια της Μονής Κερατέας καί ή προσπάθεια ήτόνησε.
Ερωτήθη ο Πατριάρχης δια τούτο το θέμα και ο ίδιος απάντησε τα εξής
«Τό θέμα τούτο, έπρεπεν έξ’ άρχής νά άπομονωθή άπό τό όλον Παλαιοημερολογιτικόν ζήτημα Πάντως σε παρόμοια γεγονότα, εχομεν την γνώμην, ότι όέν χρειάζονται παρά μόνον μέτρα τάξεως. Συμβαίνουν σέ κάθε οικογένεια φίλονικίαι. ‘Αλλά κοινή κατανόησις φέρει πάντοτε αγαθά αποτελέσματα, οπότε και δέν διαταράσσεται ή ειρήνη και ή συνοχή τών Όρθοδόξων Εκκλησιών, έφ’ όσον περί αυτών πρόκειται.
Πώς εννοείτε, Μακαριώτατε, τήν συνοχήν τών Όρθοδόξων Εκκλησιών;
Όπως αυτή υπήρχε και εις τήν ‘Αρχαίαν Έκκλησίαν. Νά μη υφίσταται ή Εκκλησία καμμίαν έπιρροήν άπό τό Κράτος.
Νά διατηρούνται αί Ίεραί Παραδόσεις, ή Ιστορία, οί Κανόνες και προς αυτά νά βαδίζουν οί εντεταλμένοι χωρίς παρέκκλισιν.
Άλλα έπαναλαμβάνομεν. Ουδεμία άνάμιξις τού Κράτους εις τά ζητήματα τής Εκκλησίας. ‘Απλώς καί μόνον οφείλει νά βοηθή τήν Έκκλησίαν. Γιατί όσα Εκκλησιαστικά ζητήματα παρουσιάζονται, αυτά αποδίδονται στην άνάμιξιν τής Εκκλησίας και Κράτους» .
http://entoytwnika.blogspot.com/2011/06/30.html
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.