ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ BLOG

ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΔΙΑΣΠΑΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (15ο ΚΑΙ 16ο ΜΕΡΟΣ)

Κάτω από: Θεολογία (Ορθόδοξη) καί ΖωήΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ στις 11:07 πμ στο Δευτέρα, 16 Μαΐου, 2011

ΑΠΟ “ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ”

15ο ΜΕΡΟΣ:

Εν ελλάδι η ένστασις κατά της εορτολογικής καινοτομίας εξεδηλώθη διττώς, μετά αποτειχίσεως και άνευ αποτειχίσεως. Δηλαδή μετά διακοπής της κοινωνίας προς τους καινοτομήσαντας και άνευ διακοπής κοινωνίας. Την δεύτερη μορφή ενστάσεως ηκολούθησαν αρκετοί Ιεράρχες, όπως έχουμε ήδη προαναφέρει.

Ο Δημητριάδος Γερμανός εν Συνεδρία της Συνόδου είπε και τα εξής

«Εζήτησα τρίς να κατατεθώσι τα έγγραφα των Πατριαρχείων και δεν κατετέθησαν, δια τούτο ουδέ αναγνώσθησαν, ίνα διαφωτισθώ εγώ και η Ιεραρχία».

Εννοεί ότι τέσσερα έτη μετά την εορτολογική καινοτομία του 1924, η Σύνοδος της Ιεραρχίας δεν εγνώριζεν επισήμως τας απαντήσεις των Πατριαρχείων επ΄ αυτής! Συνεχίζων ο Δημητριάδος ετόνισεν, ότι «δυνάμεθα να κρατήσωμεν το νέον ημερολόγιον, αλλά να δεχθώμεν το παλαιόν εορτολόγιον» μέχρι «κοινής αποφάσεως». Η δέ «Δ. Ι. Σύνοδος δύναται να αποφασίση, να επανέλθη εις το παλαιόν εορτολόγιον, τουτέστιν αί εορταί να εορτάζωνται με βάσιν το Ιουλιανόν ημερολόγιον». Εις ταύτα ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος απήντησεν αρνητικώς, «ότι η Ι. Σ. δεν δύναται να συζητήση περί επαναφοράς του ημερολογίου»
( Ε.Ε.Ι., 3, 1533, 1534)
.
Ο Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος αγανακτών είπε «Χωρία ολόκληρα έφυγον απο την Εκκλησίαν, ιερείς δέ τινές δεν αναγνωρίζουσι την Εκκλησίαν. Εδημιουργήθη κατάστασις αφόρητος, διότι άλλα διατάσσει η Πολιτεία και άλλα η Εκκλησία. Θα παρακαλέσω και το γνωστόν τούτο ζήτημα ν΄ απασχολήσει την Ιεραρχία».
Ο αυτός Ιεράρχης αναφερόμενος εις τον διωγμόν κατά των ενισταμένων, είπε «Πρέπει να δοθή ελευθερία να τελώσι τας εορτάς, ως θέλουσιν ελευθέρως οι Χριστιανοί» ( Ε.Ε.Ι., 3, 1646, 1647).
Ο Κασσανδρείας Ειρηναίος κατα την συνοδικήν συνεδρίαν της 27.6. 1929 ωμολόγησε «Το ζήτημα του ημερολογίου είναι μέρος του νεωτεριστικού προγράμματος, το οποίον εν τοίς εσχάτοις επεχείρησαν να εισαγάγωσιν εν τη αυτοκεφάλω της Ελλάδος Εκκλησία και πρέπει ως τοιούτον να εξετασθή». Και προέτεινεν «α΄) εκ των προτέρων να κλείση η Ιεραρχία την θύραν πρός πάσαν καινοτομίαν, β΄) να παύση πάσα καταδίωξις και πίεσις των παλαιοημερολογιτών, γ΄) να αφεθή εις την σύνεσιν των επί μέρους Αρχιερέων, να εξοικονομώσι τας θρησκευτικάς ανάγκας των παλαιοημερολογιτών». Ο Μαρωνείας Άνθιμος επεκρότησε τα του Κασσανδρείας Ειρηναίου και προέτεινε, «να παύση η δίωξις και να δοθώσιν ιερείς εις τους παλαιοημερολογίτας». Ο δέ Φλωρίνης Χρυσόστομος προσέθεσεν «Υποβάλλων σχετικόν υπόμνημα, παρακαλώ να ληφθή υπ΄ όψιν, ότι το ημερολόγιον πρέπει να εξετασθή κυρίως απο απόψεως της διαφοράς πρός τους καθολικούς (παπικούς), πρός τους οποίους το παλαιόν ημερολόγιον αποτελεί ενα φραγμόν δια τους Χριστιανούς (Ορθοδόξους). Τούτο έχει εθνικώς μεγάλην σημασίαν και θα έχη μεγίστας συνέπειας, τας ευθύνας του οποίου δεν δύναμαι να βαστάσω». Προσέτι, ο Δρυινουπόλεως Βασίλειος, υποστηρίζων τους ενισταμένους, παρετήρησεν, «ότι ελλοχεύουσι πολλοί εχθροί της Εκκλησίας, ουνίται, χιλιασταί, και πλείστοι άλλοι, και δια τούτο δεν είναι καιρός να φέρηται η Εκκλησία αυστηρώς. Οι παλαιοημερολογίται δεν κινούνται εκ λόγων πολιτικών, ως ελέχθη, αλλ΄ εξ ευσεβείας και τηρήσεως των πατρίων». Ο Ανδριανουπόλεως Πολύκαρπος είπε «Δηλώ ότι πρέπει να παύση ο κατά των Χριστιανών διωγμός»! (Ε.Ε.Ι., 3, 1647 – 1649).
Εν τη ΙΕ΄ Ιεραρχία του Οκτωβρίου του 1933, ο Κασσανδρείας Ειρηναίος περί της εορτολογικής καινοτομίας ετόνισεν, ότι «το ζήτημα δέον να συζητηθή εξ΄ υπαρχής, καθ΄όσον δεν πρόκειται περί παρονυχίδος. Εν τη εφαρμογή του νέου ημερολογίου διαβλέπομεν την αρχή των καινοτομιών, ζητούμεν δέ τον αίτιον. Η μέθοδος των καινοτομιών εφαρμόζεται και εν τω ημερολόγιω, και έχω υπόνοιας, ότι αίτιος είναι επί του προκειμένου ο μακαριώτατος πρόεδρος (Χρυσόστομος Παπαδόπουλος), όστις παρασκευάζει τους Ιεράρχας εις τοιαύτας υποχωρήσεις». Οταν ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ηρνήθη την κατηγορίαν, ο Ειρηναίος απήντησε «Και όμως, εγω θεωρώ ένοχον τον μακαριώτατον πρόεδρον. Η εφαρμογή του νέου ημερολογίου ήτο μέγα σφάλμα της Εκκλησίας. Συγκινούσι με οι παλαιοημερολογίται διότι δια της εορτολογικής καινοτομίας αφηρέσαμεν την πίστιν αυτών, οι οποίοι αγαπώσι την Εκκλησίαν. Πρέπει να αποφασίση η Ιεραρχία, ίνα επαναφέρωμεν το παλαιόν ημερολόγιον, η δέ Πολιτεία ας βαδίση με το νέον τοιούτον, επανέρχομενον εν εν ισχύι του Βασιλικού Διατάγματος του έτους 1923». Ο Ελευθερουπόλεως Σωφρόνιος προσέθεσεν «Η Ιεραρχία λησμονεί, ότι η εφαρμογή του νέου ημερολογίου είναι έργον της επαναστατικής Κυβερνήσεως Πλαστήρα. Εις τας πιέσεις της Πολιτείας υπεχώρησεν η Εκκλησία της Ελλάδος και το Πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως». Ο δέ Θηβών Συνέσιος είπεν εν αγανακτήσει «Δηλώ ότι, αν η Κυβέρνησις δεν βοηθήση και το κακόν προχωρήση, ή πρέπει να επανέλθη το παλαιόν ημερολόγιον, ή άλλως θα ευρεθώ εις την δυσάρεστον θέσιν, εν ανάγκη να τεθώ επί κεφαλής τςη ομάδος των παλαιοημερολογιτών, αδιαφορών δια τα συμβησόμενα». (Ε.Ε.Ι. 3, 1582 – 1584).
Προς την αυτήν ΙΕ΄ Ιεραρχίαν, την 11.10.1933, οι Μητροπολίται Δρυινουπόλεως Βασίλειος, Κασσανδρείας Ειρηναίος, Δημητριάδος Γερμανός και Δράμας και Φιλίππων Βασίλειος υπέβαλον το ακόλουθον υπόμνημα, δι΄ ού εζήτουν την επαναφοράν του πατρώου εορτολογίου
(βλ. 13ον μέρος).
Ως καταφαίνεται, λοιπόν, και εκ των πρακτικών, η Ιεραρχία συνεταράσσετο εξ΄ αιτίας της εορτολογικής καινοτομίας, ως και άπασα η εν Ελλάδι Εκκλησία. Τας ημέρας δέ εκείνας ανεγράφη εις τον τύπον ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών είναι μασόνος» όπερ προεκάλεσεν την σφοδράν αντίδρασιν τούτου (Ε.Ε.Ι. 3, 1942).

Απ΄ αρχής του ημερολογιακού σχίσματος οι επί κεφαλής κληρικοί και λαικοί επισκέπτονταν διαφόρους Αρχιερείς προτρέποντας και συνιστώντες εις τούτους να τεθούν επί κεφαλής της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών. Έτσι την 27ην Μαίου 1935 τρείς Ιεράρχαι, ο Δημητριάδος Γερμανός, ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος και ο Ζακύνθου Χρυσόστομος, απετειχίσθηκαν κανονικώς εκ της Ιεραρχίας της Ελλάδος. Οι τρείς ούτω Ιεράρχαι την 26.5.1935 υπέγραψαν και την επομένην, μετά πανηγυρικήν θείαν Λειτουργίαν εν τω Ι. Ναώ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κολωνού, απέστειλαν δια δικαστικού κλητήρος εις την Σύνοδον έγγραφον αποτείχισιν, υπό τον τίτλο «Διαμαρτυρία και Δήλωσις».
Δια του εγγράφου τούτου καταγγέλεται επισκοπικώς και δημοσία ο Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και η ακολουθούσα αυτόν Ιεραρχία, ότι εισήγαγε μονομερώς και αντικανονικώς εις την Εκκλησίαν το νέον ημερολόγιον.

Το κείμενον του εγγράφου έχει ως εξής

«Πρός την Ιεράν Σύνοδον της Ελλάδος

Είναι γνωστόν εις την Ιεραρχίαν της Ελλάδος ότι ανέκαθεν ετάχθημεν αντιμέτωποι πρός την γνώμην Αυτής, όσον αφορά την προσαρμογήν του εκκλησιαστικού ημερολογίου πρός το πολιτικόν.
Και αν συνεμορφώθημεν πρός την απόφασιν της πλειοψηφίας της Ιεραρχίας, εφαρμόσαντες και ημείς εις τας επαρχίας ημών το νέον ημερολόγιον, τούτο επράξαμεν δια δύο λόγους. Το μέν, ίνα αποφύγωμεν τας συνεπείας του εκκλησιαστικού σχίσματος το δέ διακοπτόμενοι πάντοτε υπό της ελπίδος, ότι η Ιεραρχία πρός πρόληψιν της διαιρέσεως των Χριστιανών, θα αγαθυνθή να επιστρέψη εις το παλαιόν εκκλησιαστικόν ημερολόγιον, θυσιάζουσα και την προσωπικήν της φιλοτιμίαν δια την αγάπην των πιστών υπέρ ών ο Χριστός απέθανεν. Ήδη όμως μετά παρέλευσιν δωδεκαετίας, ιδόντες αφ΄ ενός ότι το Εκκλησιαστικόν Σχίσμα δεν απεφεύχθη και άνευ ημών, δημιουργηθέν υπό της πολυαρίθμου μερίδος του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού, του εμμένοντος πιστώς και μετά ζήλου ιερού εις το πατροπαράδοτον εορτολόγιον, και αφ΄ ετέρου ότι η Ιεραρχία δεν σκοπεύει να επανέλθη, εξ΄ ής εξετοπίσθη Ορθοδόξου ημερολογιακής τροχιάς, θεωρώμεν εκλίποντας πλέον τους λόγους, δι΄ ούς ηκολουθούμεν και ημείς άχρι τούδε, κατ΄ εκκλησιαστικήν οικονομίαν, το νέον εκκλησιαστικόν ημερολόγιον.
Δι΄ ό και καθήκον συνειδήσεως εκπληρούντες και υπό του πόνου της ενώσεως όλων των Ορθοδόξων Ελλήνων Χριστιανών εν τω εδάφει της ημερολογιακής και ορθοδόξου παραδόσεως αγόμενοι, προαγόμεθα να φέρωμεν εις γνώσιν της Διοικούσης Ιεράς Συνόδου τα ακόλουθα
Επειδή η Ιεραρχία της Ελλάδος τη εμπνεύσει και προτάσει του Μακαριωτάτου Προέδρου εισήγαγε μονομερώς και αντικανονικώς εις την Εκκλησίαν το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον παρά τα θέσμια. Επειδή η Διοικούσα Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, εφαρμόσασα μονομερώς το Γρηγοριανόν ημερολόγιον, όσον και αν διατείνεται ότι αφήκεν άθικτον τον Πασχάλιον Κανόνα εορτάζουσα και αυτή το Πάσχα κατά το παλαιόν, δεν απέφυγεν όμως εμμέσως και την παράβασιν αυτού δια της αλλοιώσεως του εορτολογίου και του ενιαυσίου κύκλου του Κυριακοδρομίου, μεθ΄ ών αναποσπάστως συνδέεται ο υπό της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου καθιερωθείς Πασχάλιος Κανών.
Επειδή η Διοικούσα Ιεραρχία της Ελλάδος, διασπάσασα δια της μονομερούς και αντικανονικής εισαγωγής και εν τη Θεία λατρεία του Γρηγοριανού ημερολογίου την ενότητα της καθόλου Ορθοδοξίας και διαιρέσασα τους Χριστιανούς εις δύο αντιθέτους ημερολογιακάς μερίδας, έθιξεν εμμέσως και το δόγμα του Συμβόλου της Πίστεως «Εις μίαν Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Επειδή η Διοικούσα Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος άνευ σπουδαίων εκκλησιαστικών λόγων, εφαρμόσασα μονομερώς και αντικανονικώς το Γρηγοριανόν ημερολόγιον, εγένετο αιτία σκανδάλου των Χριστιανών και θρησκευτικής διαιρέσεως και αντεγκλήσεων μεταξύ αυτών, αποβαλόντων εξ΄ αιτίας του νέου ημερολογίου την ομοφωνίαν εν τη πίστει και την χριστιανικήν αγάπην, την ηθικήν αλληλεγγύην εν τη πρός αλλήλους σχέσει και αναστροφή.
Επειδή, τέλος, δι΄ όλους τους ανωτέρω λόγους η Διοικούσα Ιεραρχία της Ελλάδος απέσχισε και απετείχισεν εαυτήν κατά το πνεύμα των Ιερών Κανόνων του καθόλου κορμού της Ορθοδοξίας και εκήρυξεν κατ΄ ουσίαν εαυτήν Σχισματικήν, καθ΄ ά απεφάνθη και η πρός μελέτην του ημερολογιακού ζητήματος ορισθείσα εξ΄ ειδικών Νομομαθών και Θεολόγων Καθηγητών του Εθνικού Πανεπιστημίου Επιτροπή, ής μέλος απετέλει τότε και ο Μακαριώτατος, ως Καθηγητής του Πανεπιστημίου.
Δια ταύτα υποβάλλοντες εις την Διοικούσαν Σύνοδον την επισυνημμένην διαμαρτυρίαν ημών, δηλούμεν , ότι κόπτομεν του λοιπού πάσαν σχέσιν και εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν μετ΄ Αυτής, εμμενούσης εις την ημερολογιακήν καινοτομίαν και αναλαμβάνομεν την πνευματικήν ηγεσίαν και ποιμαντορίαν του αποκηρύξαντος την διοικούσαν Εκκλησίαν εκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού, του εμμένοντος πιστού εις το πάτριον και Ορθόδοξον Ιουλιανόν ημερολόγιον.
Ταύτα φέροντες εις γνώσιν της Διοικούσης Ιεραρχίας, δια χρηστής έχομεν ελπίδος, ότι αύτη, συναισθανομένη την μεγίστην ευθύνην, ήν επέχει ενώπιον του Θεού, της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και του Έθνους, όπερ διήρεσεν εις δύο αντιθέτους θρησκευτικάς μερίδας, θα αναθεωρήση την σχετικήν απόφασιν της περί του ημερολογίου της Εκκλησίας και θα αγαθυνθή να επαναφέρη το Ορθόδοξον και πάτριον εκκλησιαστικόν εορτολόγιον, διατηρουμένου δια την πολιτείαν του νέου ημερολογίου προς αναστήλωσιν της Ορθοδοξίας και ειρήνευσιν της Εκκλησίας και του Έθνους, διατελούμεν

Ο Δημητριάδος Γερμανός
Ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος
Ο ζακύνθου Χρυσόστομος ».

Η Ιερά Σύνοδος της επισήμου Εκκλησίας απέστειλεν το κάτωθι τηλεγράφημα πρός τους Ιεράρχας

«Ανακοινούμεν υμίν μετά λύπης ότι οι Μητροπολίται Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος και Ζακύνθου Χρυσόστομος, εγγράφως ανεκοίνωσαν Ιερά Συνόδω και Κυβερνήσει ότι απέκοψαν εαυτούς της κανονικής Εκκλησίας της Ελλάδος και τίθενται επί κεφαλής των παλαιοημερολογιτών.
Η Ιερά Σύνοδος αποδοκιμάσασα ομοφώνως πραξικόπημα, έθεσεν αυτούς υπό δίκην και διέταξεν ανακρίσεις, επικαλείται δέ ευχάς Ιεραρχίας υπέρ ειρηνεύσεως Εκκλησίας

Ο Αθηνών Χρυσόστομος – Πρόεδρος».

Τούτων ούτως εχόντων η Σύνοδος της επισήμου Εκκλησίας, δι΄ ανακοινωθέντος αποκαλεί στασιαστάς και αντάρτας τους εν λόγω τρείς Μητροπολίτας.

Αποφάσει της Ι. Συνόδου τριμελής Επιτροπή εκ των Μακ. Χρυσοστόμου, Φθιώτιδος Αμβροσίου και Σάμου Ειρηναίου επεσκέφθη, συνεδριαζούσης εισέτι της ΔΙΣ, τον Υπουργόν Θρησκευμάτων, Δ. Χατζίσκον, επανελθούσα δ’ εν τη αιθούση συνεδριών ανεκοίνωσεν ότι συνηντήθη μετ’ αυτού ως και μετά του Πρωθυπουργού, Π. Τσαλδάρη κατά δε την συνάντησιν ταύτην «ανωμολογήθη εκ μέρους των κυβερνητών ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και ότι πρέπει να ληφθούν τα δέοντα μέτρα, ανεγνωρίσθη δε το δίκαιον της Εκκλησίας».«(ΚώΔΙΣ 1935-1936 σ. 173. ).
Ενώ είχε συγκληθή διά το εσπέρας της 30-5-1935 το Συνοδικόν δι’ Αρχιερείς Δικαστήριον, τη πρωΐα της ιδίας ημέρας συνήλθεν η ΔΙΣ εις τακτικήν συνεδρίαν.
Κατ’ αυτήν ο Μητροπολίτης Ύδρας Προκόπιος υπέβαλεν, εξ ονόματος και των απουσιαζόντων Συνοδικών μελών Σάμου Ειρηναίου και Ακαρνανίας Ιεροθέου το από 29-5-1935 υπόμνημα, δι’ ου εδήλουν ότι «μη δυνάμενοι να συμμορφωθώσι προς την υπό της πλειοψηφίας της Ι. Συνόδου χαραχθείσαν γραμμήν ως προς το ζήτημα της αντιμετωπίσεως των αποσχισθέντων Μητροπολιτών Δημητριάδος Γερμανού, πρ.Φλωρίνης Χρυσοστόμου και Ζακύνθου Χρυσοστόμου, και αναλογιζόμενοι τας ευθύνας, ας επιβάλλει η στάσις αύτη, ευρίσκονται εις την ανάγκην να υποβάλωσι προς την Ι. Σύνοδον τας παραιτήσεις των από των Συνοδικών αυτών καθηκόντων». ( ΚώΔΙΣ 1935-1936 σ. 183-184. Το πλήρες κείμενον του υπομνήματος όρα εν: «Εκκλησία» 1935 σ. 171-172. Βλ. και «Η Φ.Ο.» 1957 φ. 265 σ. 1. Επικρίσεις κατά των τριών Συνοδικών εδημοσίευσαν τότε και ο «Πανταινος» ως και η «Ανάπλασις». (Βλ. «Εκκλησίαν» 1935 σ.198«Ανάπλασιν»1935σ.167). Η Ι. Σύνοδος όμως εθεώρησε νόμω αβάσιμον την ούτω υποβληθείσαν παραίτησιν και δεν απεδέχθη ταύτην, εκάλεσε δε τους τρεις Συνοδικούς Ιεράρχας «ίνα προσέλθουν εις το Δικαστήριον και τα Συνοδικά των καθήκοντα».

Επειδή δε οι τρεις παραιτηθέντες συνοδικοί, παρά την μη αποδοχήν υπό της Ι. Συνόδου της παραιτήσεως αυτών, επέμειναν εις ταύτην, η ΔΙΣ, μη αποκρύπτουσα την πικρίαν αυτής, απεδέξατο ταύτην εν τη συνεδρία της 4-6-1935 κατόπιν και της δηλώσεως του Κυβερνητικού Επιτρόπου ότι, κατά την γνώμην της Κυβερνήσεως, δύναται να γίνη αύτη αποδεκτή. Ούτως εκλήθησαν ως νέοι Συνοδικοί οι Μητροπολίται Τρίκκης και Σταγών Πολύκαρπος, Γυθείου και Οιτύλου Διονύσιος και Ελασσώνος Καλλίνικος, οίτινες και ανέλαβον τα καθήκοντα αυτών εν τε τη Ιερά Συνόδω και τω Δικαστηρίω.

http://entoytwnika.blogspot.com/2011/05/15.html


16ο ΜΕΡΟΣ:



Το κείμενον των παραιτηθέντων Συνοδικών έχει ως εξής

«Υπόμνημα πρός την Ιεράν Σύνοδον

…Έχοντες υπ΄ όψει τοιαύτην περίπτωσιν και αναλογιζόμενοι τας ευθύνας μιάς τοιαύτης καταστάσεως δεν νομίζομεν ότι είνε ορθόν να προβώμεν εις δίκην και δή εις καθαίρεσιν Αρχιερέων…
… Δεν εννοούμεν να λάβωμεν μέρος εις Δικαστήριον και να καταδικάσωμεν Αρχιερείς, διότι και μετά την καταδίκην και τον εντεύθεν σάλον το ζήτημα θα μένη άλυτον και η φθορά του γοήτρου της Εκκλησίας θα είναι ανυπολόγιστος.
Επειδή όμως η πλειοψηφία της Ιεράς Συνόδου έχει την αντίληψιν ότι, ανεξαρτήτως της στάσεως της Κυβερνήσεως απέναντι του θρησκευτικού ημερολογίου, πρέπει να επιβληθή η προσήκουσα τιμωρία εις τους αποστατήσαντας Αρχιερείς και επειδή ημείς, παρεδρεύοντες εις την Ιεράν Σύνοδον, μεταβαλλομένην εις δικαστήριον, ως ορίζει ο νόμος, δεν θα ηδυνάμεθα, συμφώνως πρός τας ανωτέρας σκέψεις μας, ούτε να αθωώσωμεν, ούτε να καταδικάσωμεν τους αποσχισθέντας Αρχιερείς, αλλ΄ επειδή και πάλιν λόγω της ιδιότητος ημών ως Συνοδικών Συνέδρων δεν δυνάμεθα να μη μετάσχωμεν του Συνοδικού δικαστηρίου, δια ταύτα αναγκαζόμεθα να υποβάλωμεν την παραίτησιν ημών απο την θέσιν του Συνοδικού Συνέδρου και ευχόμεθα όπως ο Κύριος αποδείξη ορθοτέραν και ευτυχεστέραν την αντίληψιν της πλειοψηφίας πρός το καλόν της Εκκλησίας.

Ο Ύδρας και Σπετσών Προκόπιος
Ο Σάμου και Ικαρίας Ειρηναίος

Ο Αιτωλίας και Ακαρνανίας Ιερόθεος».

Εν τω μεταξύ, οι τρείς αποτειχισθέντες Αρχιερείς εχειροτόνησαν τέσσαρας Αρχιερείς, ήτοι τους Αρχιμανδρίτας Χριστόφορον Χατζήν εος Επίσκοπον Μεγαρίδος, Γρμανόν Βαρυκόπουλο εις επίσκοπον Κυκλάδων, Ματθαίον Καρπαθάκην εις Επίσκοπον Βρεσθένης και Πολύκαρπον Λιώσην εις Επίσκοπον Διαυλείας, συγκροτήσαντες ούτως επταμελή Σύνοδο. Το γεγονός τούτο ηνάγκασε την Ι.Σύνοδον όπως αιτήσηται παρά της Πολιτείας την άμεσον λήψιν περιοριστικών της ελευθερίας μέτρων κατά των επτά Αρχιερέων «προς πρόληψιν νέων χειροτονιών και αντικανονικών πραξικοπημάτων» δεδομένου ότι οι τρεις αποστατήσαντες Μητροπολίται ευθύς μετά τας τοιαύτας επισκοπικάς χειροτονίας εδήλωσαν ότι θα προβώσι και εις ετέρας χειροτονίας προς συγκρότησιν Ι. Συνόδου. Το σχετικόν έγγραφον επέδωκεν ιδιοχείρως προς τον Υπουργόν Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων Δ. Χατζίσκον τριμελής Συνοδική Επιτροπή, απαρτιζομένη εκ των Μητροπολιτών Φθιώτιδας Αμβροσίου, Κοζάνης Ιωακείμ και Γυθείου Διονυσίου.
Άπαντες οι ανωτέρω μετά των νεοχειροτονηθέντων εξαπέλυσαν εγκύκλιον προς τον Ορθόδοξον Λαόν, εν τη οποία μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται και τα κατωτέρω.

«… Τούτων ένεκα ανεπετάσαμεν την σημαίαν της Ορθοδοξίας και της εθνικής ημών ιδεολογίας με την ευγενή πρόθεση να χρησιμεύσωμεν ως έναυσμα δια την ανάφλεξιν της Χριστιανικής καρδίας και εθνικής ψυχής, και ούτω σύσσωμον το Έθνος εις εν ενθουσιώδες έξαλμα της ευσεβούς καρδίας του να προβή εις την εκκαθάρισην του Κλήρου παντός βαθμού και την ανύψωσιν των λειτουργών του Θεού εις εμπρέπουσαν περιωπήν…
Ημείς διεκηρύξαμεν εις αυτούς, ότι είμεθα έτοιμοι και το αίμα ημών να χύσωμεν εις τον ιερόν της Ορθοδοξίας βωμόν, επί τω τέλει να αναστηλώσωμεν τας καταπατηθείσας εκκλησιαστικάς παραδόσεις και εκκαθαρίσωμεν τας τάξεις του Κλήρου, παντός βαθμού, απο τα φαύλα στοιχεία, άτινα υπό την εγκληματικήν απάθειαν του Αρχιεπισκόπου, εισεχώρησαν εις τον περίβολον της Εκκλησίας και αυτής ακόμη της Αρχιεπισκοπικής αυλής….

Ο Δημητριάδος Γερμανός
Ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος

Ο Ζακύνθου Χρυσόστομος»

Η Κυβέρνησις διέταξε τον περιορισμό αυτών εν των επί της οδού Αριστοτέλους υπ΄ αριθ. 37 Μεγάρω της Αρχιεπισκοπής των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών, και την τοποθέτησιν ισχυράς Φρουράς εξ αστυφυλάκων, απηγορευούσης την είσοδον εις πάντας απολύτως μηδέ της απαραιτήτου υπηρεσίας εξαιρουμένης.
Ο περιορισμός ούτος ήρχισεν απο της 10ης μ.μ. της 29ης Μαίου 1935.
Την επομένην, 30 Μαίου, εδιπλασιάσθη η Φρουρά, αύτη δέ απηγόρευσε την είσοδον και εις αυτόν ακόμη τον διορισθέντα συνήγορον δικηγόρον. Συγχρόνως εφρουρήθησαν υπό δυνάμεως Αστυφυλάκων τα Γραφεία της Κοινότητος και αι κατοικίαι των τεσσάρων νεοχειροτονηθέντων Αρχιερέων.
Τα μέτρα ταύτα, ως ήτο επόμενον, εξηρέθισαν τον Παλαιοημερολογίτικον κόσμον Αθηνώς και Πειραιώς, και ήρχισαν ούτοι να συγκεντρούνται πρό του Μεγάρου της οδού Αριστοτέλους υπ΄ αριθ. 37, εν ώ ευρίσκοντο έγκλειστοι οι Ποιμένες των.
Δυστυχώς όμως κατέφθασε ισχυρά Αστυνομική δύναμις συνεπικουρουμένη υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και διέλυσε βιαίως τους συνελθόντας.
Την 31 Μαίου εξηκολούθησεν η ιδία κατάστασις, του Λαού εμμένοντος και ευρισκομένου ημέραν και νύκταν πέριξ των οδών Αριστοτέλους και Ηπείρου.
Την επομένην, 14ην Ιουνίου, προσδιωρίσθη υπό της Συνόδου η δίκη των τριών Μητροπολιτών, κατηγορουμένων «Επί φατρεία, τυρεία, παρασυναγωγή και καταφρονήσει της κανονικής και νομίμου Εκκλησίας και παροτρύνσει του Ιερού Κλήρου και Λαού όπως αποκηρύξη την νόμιμον και κανονικήν Εκκλησίαν», «την ποινήν της καθαιρέσεως από του αρχιερατικού αξιώματος, μετά των επακολουθουσών τη ποινή ταύτη κανονικών συνεπειών, ήτοι της υπαγωγής αυτών εις την των μοναχών τάξιν και του πενταετούς σωματικού περιορισμού εν Μονή, απογυμνώσαν αυτούς τέλεον παντός αρχιερατικού τίτλου και ιερατικού βαθμού», ορίσαν τόπους εκτίσεως της ποινής αυτών «διά μεν τον πρώην Μητροπολίτην Δημητριάδος Γερμανόν, την εν Αμοργώ Ι. Μονήν της Χοζοβιωτίσσης, διά τον πρ. Μητροπολίτην Φλωρίνης Χρυσόστομον την εν τη Ι. Μητροπόλει Κίτρους Ι. Μονήν Αγ. Διονυσίου (Ολύμπου) διά δε τον πρ. Μητροπολίτην Ζακύνθου Χρυσόστομον την εν τη Μητροπόλει Ακαρνανίας Ι. Μονήν Ρόμβου».
Η Ιεραρχία ισχυρίσθη ότι οι κατηγορούμενοι παρέβησαν τους Ι. Κανόνας ΛΔ’ της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου, ΣΤ’ της εν Γάγγρα, Ε’ της εν Αντιοχεία, ΙΔ’ και ΙΕ’ της ΑΒ, κατεφρόνησαν την Ι. Σύνοδον της Ιεραρχίας, απεπειράθησαν να εξεγείρωσι τον λαόν κατ’ αυτής και να μειώσωσι το γόητρον αυτής και απέκοψαν εαυτούς από του σώματος της Ιεραρχίας, πήξαντες αντικανονικώς και παρανόμως ιδίαν θρησκευτικήν κοινότητα, ιδρύσαντες 7μελή Σύνοδον υπό τον τίτλον «Η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας της ακολουθούσης το πάτριον Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον», καταπατήσαντες προς τοις Ι. Κανόσι και τους Νόμους του Κράτους, ενεργήσαντες εκ συστάσεως κατά της κανονικής και νομίμου Εκκλησίας και της Ιεραρχίας αυτής, ην απεκήρυξαν ως σχισματικήν.
Η πληροφορία, ως ήτο επόμενον, κατετάραξε τα πλήθη, έλαβον δέ την απόφασιν να μεταβώσιν εν σώματι εις τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως και εις τους Υπουργούς δια να διαμαρτυρηθώσι.
Τότε όμως επηκολούθησαν θλιβερά γεγονότα. Αμέσως τίθενται εις κίνησιν αί πυροσβεστικαί αντλίαι. Συγχρόνως δέ διετέχθη η Αστυνομία, όπως διαλύση την συγκέντρωσιν δια των αστυνομικών ράβδων και δια παντός εν γένει άλλου μέσου. Πλέον των 100 ήσαν οι τραυματισθέντες κατά την 14ην Ιουνίου του έτους εκείνου 1935 ημέραν Παρασκευήν.
Τα πιεστικά μέτρα πολλαπλασιάζονται εναντίον των Αρχιερέων, την δέ 20ην Ιουνίου 1935 ημέραν Πέμπτην πρός εσπέρας της ημέρας ταύτης, ειδοποιήθησαν υπο του τότε Διευθυντού της Αστυνομίας κ. Έβερτ, ότι την πρωιάν της επομένης πρέπει να είναι έτοιμοι δια την πραγματοποίησιν της υπό της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας αποφασισθείσης εξορίας εις τους ορισθέντας τόπους. Ενω επραγματοποιήθη η εξορία του πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου και τοθ Δημητριάδος Γερμανού, η εξορία του Ζακύνθου Χρυσοστόμου δεν συνετελέσθη διότι ο πρ. Ζακύνθου Χρυσόστομος ήσκησεν εμπροθέσμως έφεσιν (5-18 Ιουνίου 1935), εκδικασθείσαν τη 16-7-1935. Το Δευτεροβάθμιον Συνοδικόν Δικαστήριον λαβόν υπ’ όψιν την μεταμέλειαν του εφεσιβάλλοντος, εγγράφως ενώπιον αυτού ομολογηθείσαν, ήρε διά της υπ’ αριθμ. 1/16-7-1935 αποφάσεως αυτού την ποινήν της καθαιρέσεως, της υπαγωγής εις την των μοναχών τάξιν και του σωματικού περιορισμού, και επανέφερε τούτον εις τον αρχιερατικόν βαθμόν και θρόνον της Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου, επιβαλόν αυτώ μόνον την ποινήν 6μήνου αργίας.
Επίσης εδικάσθησαν και τέσσαρες νεοχειροτονηθέντες Επίσκοποι υπό του Συνοδικού δια τους Αρχιερείς Δικαστηρίου. Η κατηγορία ήταν «αποσχίσει εκ της Εκκλησίας και προσχωρήσει εις την κατά της ενότητος αυτής ανταρσίαν τριών Αρχιερέων, παρ’ ων εδέξαντο αντικανονικήν επισκοπικήν χειροτονίαν».
Περατωθεισών των ανακρίσεων, η υπόθεσις ήχθη προς εκδίκασιν ενώπιον του Πρωτοβαθμίου δι’ Αρχιερείς Δικαστηρίον, όπερ εξέδοτο, ερήμην των κατηγορουμένων, την υπ’ αριθμ. 3/3-7-1935 απόφασιν, δι’ ης εκήρυξε τούτους ενόχους «παρανόμου και αντικανονικής χειροτονίας εις Επισκόπους, προσχωρήσεως εις το σχίσμα το δημιουργηθέν υπό των τ. Μητροπολιτών Δημητριάδος Γερμανού, πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου και Ζακύνθου Χρυσοστόμου, αντιποιήσεως αρχής διά συμπήξεως παρασυναγωγής, φατρίας και τυρείας» και επέβαλεν, «αυτοίς την ποινήν της καθαιρέσεως» και της επαναφοράς εις την των μοναχών τάξιν μετά 5ετούς σωματικού περιορισμού εν Μοναίς, ήτοι διά τον μεν Χριστοφόρον Χατζήν εν τη Ι. Μονή Ταξιαρχών Σερίφου, διά τον Γερμανόν Βαρυκόπουλον εν τη Ι. Μονή Καθαρών Ιθάκης, διά τον Ματθαίον Καρπαθάκην εν τη Ι. Μονή Αγ. Διονυσίου Στροφάδων και διά τον Πολύκαρπον Λιώσην εν τη Ι. Μονή Ευαγγελιστρίας Σκιάθου. Εκ των ως άνω τεσσάρων καταδικασθέντων οι μεν Χριστοφόρος Χατζής και Πολύκαρπος Λιώσης ήσκησαν εμπροθέσμως έφεσιν τη 8-7-1935 κατά της αποφάσεως ταύτης οι δ’ έτεροι δύο ουδέν ήσκησαν κατ’ αυτής ένδικον μέσον, με αποτέλεσμα να καταστή αύτη, ως προς τούτους, οριστική και τελεσίδικος και να εκδοθή εν συνεχεία το συμφώνως τω άρθρω(151) του ν. 5383/32, Βασιλικόν Διάταγμα το κηρύσσον εκτελεστήν την απόφασιν ταύτην, όπερ εδημοσιεύθη εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως.
Το επιληφθέν της εφέσεως των δύο καταδικασθέντων κληρικών (Χριστοφόρου Χατζή και Πολύπαρπου Λιώση) Δευτεροβάθμιον δι’ Αρχιερείς Συνοδικόν Δικαστήριον διά της υπ’ αριθμ. 2/18-7-1935 αποφάσεως αυτού, εν επικλήσει του Δ’ Κανόνος της Β’ Οικουμεν. Συνόδου, εθεώρησεν ως άκυρον και μη γενομένην την εις Επισκόπους χειροτονίαν αυτών, ήρε την επιβληθείσαν αυτοίς υπό της εφεσιβαλλομένης αποφάσεως του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ποινήν της καθαιρέσεως και του 5ετούς σωματικού περιορισμού εν Μοναίς, και αποκατέστησε τούτους εις τον του πρεσβυτέρου βαθμόν, επιβαλόν άμα αυτοίς ενιαύσιον αργίαν από πάσης ιεροπραξίας. Η απόφασις αύτη εκηρύχθη εκτελεστή διά Β. Δ/τος δημοσιευθέντος εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως ( ΦΕΚ τ. Α’ άρ. 105 της 9-8-1935.).
Εκ των ετέρω δύο (Γερμανός Βαρυκόπουλος και Ματθαίος Καρπαθάκης) ο μέν Κυκλάδων Γερμανός Βαρυκόπουλος εξορίσθη εις τηνεν τη νήσω Στροφάδων Ιεράν Μονήν του Αγίου Διονυσίου, ο δέ Επίσκοπος Βρεσθένης Ματθαίος Καρπαθάκης, προφασιζόμενος ασθένειαν, δεν εξορίσθη αλλ΄ έμεινεν εν τη Ιερά Μονή του εν Κερατέα.
Ο Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος διατρίβων εν τω τόπω της εξορίας του συνέγραψεν πραγματείαν, υπό την επωνυμίαν «Το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον ως κριτήριον της Ορθοδοξίας». Επίσης συνέγραψε πραγματείαν απευθυνομένην πρός τους «Διανοουμένους Ορθοδόξους Έλληνας», η οποία εδημοσιεύθη και εις τον «Κήρυκα των Ορθοδόξων».
Εις το επόμενον μέρος, θα δημοσιεύσωμεν την απάντησιν-απολογίαν των κατηγορουμένων κατά της αποφάσεως της Ιεραρχίας, αλλά θα αναρτήσουμε και τις προαναφερομένες πραγματείες ώστε ο αναγνώστης να έχει ολικήν γνώσιν δια των ζητημάτων όπου αναλύουμε.

http://entoytwnika.blogspot.com/2011/05/16.html

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



Δεν υπάρχουν σχόλια

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

© 2024 ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ BLOG   Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση