ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Η επισυναγωγή μας εις τόν αυτόν ιερόν τόπον καί η συμμετοχή μας κατά τήν Θείαν λατρείαν εις τό Θείον Μυστήριον δέν αποβλέπει παρά εις τό νά μάς πλησιάζει ολονέν καί περισσότερον πρός αλλήλους, έως ού μάς ενώση τόσον πολύ, ώστε νά αποτελώμεν έν ηθικόν καί αρμονικόν σώμα. Καταισχύνομεν τόν Κύριον διά τών διχονοιών καί τών διαστάσεών μας. Καί εφ? όσον Εκείνος έθεσεν ως κύριον γνώρισμα τών γνησίων μαθητών Του τήν αγάπην, ημείς δέ στερούμενοι ταύτης, δέν έχομεν θέσιν ούτε εν τώ οίκω Του ούτε εν τή τραπέζη Του.
Οι έχοντες δέδοκι μασμένην τήν αγάπην καί μή παρασυρόμενοι εις φατριασμούς, ελέγχοντες τήν πονηρίαν άς διατηρούν τήν ενότητα. Κοινή είναι η ζημία από τήν έχθραν. Η σοφία τού Θεού δύναται νά χρησιμοποιήση τήν κακίαν καί τάς πλάνας τών άλλων ως μέσον αναδεικνύον καί προάγον τήν ευσέβειαν καί ακεραιότητα τών αγίων καί εκλεκτών τέκνων Του.
Στίχ. 15 Άν σφάλει απέναντί σου ο αδελφός σου, πήγαινε καί επίπληξέ τον χωρίς νά είναι άλλος μπροστά. Αξιοσημείωτον, ότι πρόκειται ενταύθα περί αδελφού ήτοι περί μαθητού τού Χριστού. Οι άλλοι δέν έχουσι τήν αυτήν γνώσιν περί αμαρτίας καί ο έλεγχος δέν θά εφαίνετο εις αυτούς ως έχων τήν θέσιν του. Ως ο Θεός αναζητεί τό απολωλός, ούτω καί αυτός αφείλει νά επιχειρήση, όπως ζητήση καί ανεύρη τόν αποπλανηθέντα αδελφόν. Νά υπενθυμίσεις ότι εσκανδάλισε? νά διδάξης ότι ηδίκησε? πλήν αδελφικώς καί διορθωτικώς όχι εχθρικά καί επιπληκτικά.
Τά στάδια καί τήν διαδικασία πρέπει νά υιοθετή ο Χριστιανός, όταν ο αδελφός του ημάρτησεν εις αυτόν. Πρώτον κατ?ιδίαν έλεγχος, μηδενός άλλου παρόντος πλήν τού αδικήσαντος καί τού αδικηθέντος. Καί αυτό τό παράγγελμα διά νά απαλλαγή κάποιος τής ιδίας ευθύνης ως συνένοχος λόγω ανοχής τής παρεκτροπής τού πλησίον.
Στίχ. 16 Εάν δέν παραδεχθή τό αδίκημά του καί δέν θελήση νά συνδιαλλαγή μετά σου, λάβε μετά σου ένα ή δύο βοηθούς, διά νά προτρέψωσιν αυτόν καί διά νά είναι μάρτυρες περί τού ότι κατέβαλες φροντίδας πρός αποκατάστασιν φιλικών σχέσεων. Οι δύο ή τρείς μάρτυρες είναι ο αδικηθείς Χριστιανός καί ο ένας ή οι δύο, τούς οποίους παραλαμβάνει μαζί του.
Στίχ. 17 Εάν δέ παρακούση καί εις αυτούς, ειπέ τό αδίκημά του εις τήν Εκκλησίαν.
Ο Κύριος νομοθετεί αποβλέπων όχι μόνον εις τάς ανάγκας τού παρόντος, αλλά προβλέπων τάς ανάγκας τού μέλλοντος, οπότε οι πιστοί Του θά εσχημάτιζον κοινωνίαν αφωσιωμένην εις Αυτόν καί πειθαρχούσαν εις τήν διδασκαλίαν Του.
Η Εκκλησία περιγράφεται ως κεχωρισμένη καί διακεκριμένη κοινωνία, καί δή τοιαύτη οποίαν αποτελούν καί οι Ιουδαίοι έναντι τού Ειδωλολατρικού κόσμου, όστις δέν συμμετείχε τής πιστεώς των. Ο Χριστιανός μαθητής, ο αρνούμενος νά συνδιαλλαγή πρός τόν αδελφόν του Χριστιανόν, δέον νά μή θεωρήται ως αληθές μέλος τής χριστιανικής κοινωνίας. Πάσα ιδιαιτέρα καί αδελφική οικειότης πρός αυτόν δέον νά παύση.
ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ (Κεφ. Γ, στίχ. 10-11)
Στίχ. 10 Τό παράγγελμα τού Κυρίου (Ματθ. ΙΗ, 15-17) έχει σχέσιν μέ τόν στίχον 10-11 τής πρός Τίτον Επιστολής. Ομοίως καί τό Ρωμ. ΙΣΤ, 17 «τούς τάς διχοστασίας καί τά σκάνδαλα παρά τήν διδαχήν ποιούντας.» Ήτοι μάλλον τούς δημιουργούντας κόμμα ή μερίδα καί δημιουργούντας έριδας καί διαφωνίας, κατά τήν Α? Κορινθίους κεφ. ΙΑ, 19 καί Γαλάτας κεφ. Ε, 20. Συνιστώνται αι επανειλημμέναι νουθεσίαι, διά νά δοθή εν τώ μεταξύ καιρός πρός μετάνοιαν. Όχι απλώς προτροπήν, αλλά νουθεσίαν, η οποία έχει πατρικόν χαρακτήρα αλλά καί τό έντονον.
Σέ περιπτώσεις πείσμονος εις τήν πλάνην καί κακία εμμονής, η Εκκλησία έχει τό δικαίωμα καί τήν υποχρέωσιν νά περιφρουρή τήν ιδίαν αυτής καθαρότητα λαμβάνουσα αυστηρά μέτρα κατά τών διεφθαρμένων τούτων μελών αυτής φθάνουσα καί μέχρι πλήρους αποκοπής των. Τά πειθαρχικά ταύτα μέτρα δύνανται διά τής ευλογίας τού Θεού νά αποβούν αποτελεματικά καί ωφέλιμα καί εις εκείνους, διά τούς οποίους λαμβάνονται, αφυπνίζοντα αυτούς ή εάν τούτο δέν επιτευχθή καθιστούν τουλάχιστον αυτούς αδικαιολογήτους καί αποστερούσι τούτους πάσης προφάσεως.
Στίχ. 11 Όταν λοιπόν μετά τήν παραίνεσιν ο αυτός επιμένη, αυτοκατάκριτος γίνεται υπό τής ιδίας του πράξεως, τήν οποίαν εν γνώσει έπραξε, κατακρινόμενος.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.