Αρχική » 2008 » Νοέμβριος (Σελίδα 2)

Αρχείο μηνός Νοέμβριος 2008

Νοέμβριος 2008
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12
3456789
10111213141516
17181920212223
24252627282930

Kατηγορίες

Ιστορικό

RSS Εκπαίδευση-ειδήσεις

Κύριες τάσεις στο χώρο της διδασκαλίας, μάθησης και δημιουργικότητας

Η ετήσια Aναφορά Horizon (Horizon Report) 2007, αποτέλεσμα της συνεργασίας του New Media Consortium (NMC) και του EDUCAUSE Learning Initiative (ELI), έχει ως αντικείμενό της τις νέες τεχνολογίες που επηρεάζουν τη διδασκαλία, τη μάθηση και τη δημιουργική έκφραση στην ανώτερη εκπαίδευση.

Η αναφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη συνεντεύξεις, άρθρα, έγγραφα και δημοσιευμένες έρευνες, κάνει λόγο για έξι κυρίαρχες τάσεις στην διδασκαλία και τη μάθηση για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτές περιληπτικά είναι:

2007-horizon-cover.jpgα) η ραγδαία μεταβολή του περιβάλλοντος της ανώτερης εκπαίδευσης, με αυξανόμενη τη ζήτηση νέων υπηρεσιών, όπως εξ αποστάσεως εκπαίδευση, καθώς αλλάζει το μοντέλο του «φοιτητή πλήρους ωραρίου» στο μοντέλο του φοιτητή που εργάζεται και ταξιδεύει από μακριά. Επίσης αυξάνεται η ζήτηση για άμεση-στιγμιαία πρόσβαση και διαδραστικές εμπειρίες στην εκπαίδευση.

β) η αλλαγή του τρόπου που εργαζόμαστε, συνεργαζόμαστε και επικοινωνούμε, λόγω της παγκοσμιοποίησης: οι μαθητές έχουν περισσότερες επιλογές στην επικοινωνία, την ψυχαγωγία και την πληροφόρηση και περισσότερες πηγές.

γ) οι γνώσεις και δεξιότητες στην Πληροφορική δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες: δεξιότητες όπως κριτική σκέψη, έρευνα και αξιολόγηση της πληροφορίας είναι διαρκώς ζητούμενα στην εποχή που ο κάθε χρήστης εύκολα δημιουργεί περιεχόμενο, συνεργάζεται και έχει άμεση πρόσβαση σε πλήθος πληροφορίες.

δ) η διεπιστημονική και συνεργατική εργασία ξεφεύγει από τους παραδοσιακούς τύπους και τις υπάρχουσες ακαδημαϊκές πρακτικές της εξειδίκευσης και εμμονής σε έναν τομέα γνώσης. Η παραδοσιακή μορφή της κριτικής από ομοτίμους (peer-review) για την έκδοση ενός άρθρου μένει πίσω (παράδειγμα Wikipedia).

ε) έννοιες, όπως η συλλογική νοημοσύνη (collective intelligence) και ο «ερασιτεχνισμός» των πολλών (mass amateurization) επεκτείνουν τα όρια της ακαδημαϊκής μελέτης. Αναπροσαρμόζεται η έννοια του «ειδικού» και «γνώστη», καθώς άνθρωποι που κάνουν το χόμπι τους και παθιάζονται με κάτι, συνεισφέρουν με την ποιότητα και ποσότητα της γνώσης και της εμπειρίας τους σε ακαδημαϊκούς τομείς, απλησίαστους, μέχρι πρότινος.

στ) οι απόψεις των μαθητών για το τι είναι και τι δεν είναι τεχνολογία ολοένα και περισσότερο διαφέρουν από αυτές των καθηγητών τους: για παράδειγμα, τα κινητά τηλέφωνα, χρησιμοποιούνται πολύ διαφορετικά από μαθητές και καθηγητές (όχι μόνο για φωνητική επικοινωνία, αλλά και για δημιουργία, αποθήκευση και ανταλλαγή μουσικής, φωτογραφιών, ταινιών, μηνυμάτων και τη σύνδεση με το διαδίκτυο οποιαδήποτε στιγμή.

πηγή: The 2007 Horizon Report, The New Media Consortium, pp. 3-4, διαθέσιμο στη διεύθυνση: http://www.nmc.org/horizon/2007/report 

Εξατομικευμένη Μάθηση (Personalized Learning)

fall-leaves.jpg

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι εντατικές έρευνες της νευροεπιστήμης και κλάδων της Ψυχολογίας επιβεβαιώνουν με τα πορίσματά τους τους διαφορετικούς τρόπους πρόσληψης, αφομοίωσης, δόμησης και επαναχρησιμοποίησης από τα άτομα της παρεχόμενης πληροφορίας και γνώσης. Η Διαφορετικότητα, λοιπόν, είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη. Το ζήτημα είναι αν αναγνωρίζεται και από το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα…

Προσωπικά θεωρώ ότι το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα δεν ανταποκρίνεται επιτυχώς στους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μαθαίνουν οι μαθητές. Για την ακρίβεια, μάλλον έχει ρίξει όλο το βάρος στους μαθητές: “αφού μαθαίνουν διαφορετικά, γιατί να τους διδάξουμε και διαφορετικά;” Εξάλλου, πώς μπορεί η υποθετικά προκύπτουσα ποικιλομορφία σε εκπαιδευτικά προγράμματα να ταιριάξει με το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το εκπαιδευτικό σύστημα; Πώς θα αξιολογήσουμε και θα πιστοποιήσουμε σε εθνικό επίπεδο τις γνώσεις και δεξιότητες των μαθητών μας, αν δεν τους διδάξουμε “ομογενοποιημένα”, όλους το ίδιο, ώστε να μην διαμαρτυρηθούν ότι δεν είχαν διδαχθεί το α ή το β;

Δυστυχώς, στο βωμό αυτής της ομογενοποίησης, της νοοτροπίας ότι “ένα μέγεθος ταιριάζει σε όλους” (one size fits all) βιώνουμε διαρκώς την αποτυχία του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος, που μετριέται με όρους όπως τα υψηλά ποσοστά αποτυχίας των μαθητών σε πανελλαδικές εξετάσεις αλλά και το ποσοστό των μαθητών που εγκαταλείπουν τις σχολικές τάξεις και αναζητούν άλλες διεξόδους στην βιοπάλη. Και θέλοντας να διασφαλίσουμε τον δήθεν επί ίσοις όροις διαγωνισμό των μαθητών, αποτυγχάνουμε να τους βοηθήσουμε να κατανοήσουν ακόμα και τις πιο στοιχειώδεις γνώσεις βασικών μαθημάτων. Όσοι μαθητές δεν μπορούν να προσαρμοστούν επιτυχώς σε αυτό το μοντέλο είναι οι «μη κανονικοί», οι «αδύναμοι», οι «απροσάρμοστοι», οι «αδιάφοροι», οι «ανίκανοι», οι «ταραξίες». Το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα συνεχίζει να εξαναγκάζει κάθε μαθητή σε μάθηση με έναν μόνο τρόπο, παρά την αυξανόμενη διαφοροποίηση και περιπλοκότητα του σημερινού κόσμου που απαιτεί επιλογή, ευκαιρίες και λύσεις πιο εξατομικευμένες.

Τι φταίει άραγε; Μήπως οι δάσκαλοι δεν έμαθαν για τα διαφορετικά στυλ μάθησης; Μήπως δεν ξέρουν να εφαρμόσουν άλλες στρατηγικές εξατομικευμένης διδασκαλίας; Μήπως ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα είναι απαγορευτικός για οποιαδήποτε παρέμβαση, πλην της επιβολής της τάξης και ησυχίας; Μήπως φταίει το πρόβλημα έλλειψης πόρων για την παιδεία ή ο έντονα γραφειοκρατικός χαρακτήρας που της έχουν προσδώσει; Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών;

Αναζητώντας τις αιτίες κατέφυγα στα χαρακτηριστικά της Εξατομικευμένης Μάθησης (Personalized Learning) και προσπάθησα να καταλάβω περί τίνος πρόκειται. Σε σύνοψη, αυτά που εντόπισα είναι τα εξής:

Με τον όρο «εξατομικευμένη ? προσωποποιημένη» μάθηση (personalized learning) αναφερόμαστε στη μάθηση που ανταποκρίνεται στις ατομικές ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των μαθητευόμενων, λαμβάνοντας υπόψη τα μοναδικά τους χαρίσματα, ταλέντα, χαρακτηριστικά, τις δεξιότητες, κλίσεις και επιθυμίες τους. Τα κύρια χαρακτηριστικά του μοντέλου της Εξατομικευμένης Μάθησης είναι η έμφαση στην συμμετοχή των γονέων του μαθητή στη διαδικασία μάθησης, οι τάξεις με μικρό αριθμό μαθητών, η προσωπική επαφή και αλληλεπίδραση μαθητή-δασκάλου, η απόδοση σημασίας στα διαφορετικά μαθησιακά στυλ, η κατευθυνόμενη από τον ίδιο μαθητή συμμετοχή του στη μαθησιακή διαδικασία, η πρόσβαση στην τεχνολογία, τα ποικίλα μαθησιακά περιβάλλοντα, τα προγράμματα επιμόρφωσης δασκάλων και γονέων και οι επιλογές στο αναλυτικό πρόγραμμα μαθημάτων. Πρόκειται για τη μάθηση που στοχεύει στην ενεργότερη και παραγωγικότερη συμμετοχή του κάθε μαθητευόμενου σε διαδικασίες που θα αναπτύξουν τις δυνατότητές του και θα συμβάλλουν στην επιτυχία του.

Η Εξατομικευμένη Μάθηση έχει τις ρίζες της στο κίνημα της μάθησης στο σπίτι (homeschool), όπου και για δεκαετίες οι γονείς προσάρμοζαν τη μάθηση των παιδιών τους ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους. Για να υπάρξει Εξατομικευμένη Εκπαίδευση είναι απαραίτητο τα σχολεία να αυτό-διαχειρίζονται τα ίδια το πρόγραμμά τους, ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας. Μια αποτελεσματική «τάξη» μάθησης υπερβαίνει τα αυστηρώς ορισμένα πλαίσια της τάξης με τους τέσσερις τοίχους σε ένα τυπικό σχολικό κτήριο. Η «υβριδική» προσέγγιση του μοντέλου της Εξατομικευμένης Μάθησης δίνει τη δυνατότητα στους μαθητές να επιδιώξουν επιλογές μάθησης που βελτιστοποιούν τις μαθησιακές τους δυνατότητες σύμφωνα με τις ατομικές τους ανάγκες.

Σε αντίθεση με το παρελθόν οπότε τα προγράμματα Εξατομικευμένης Μάθησης ορίζονταν ως «μη σχολική τάξη», «σχολείο στο σπίτι», «ανεξάρτητη μελέτη», «εξ αποστάσεως μάθηση» κλπ. σήμερα τα αντίστοιχα προγράμματα ενσωματώνουν τόσο σχολικά όσο και μη σχολικά περιβάλλοντα μάθησης, πρόσβαση στην τεχνολογία, υποστήριξη της σπιτικής μελέτης, μάθηση που βασίζεται στην κοινότητα καθώς και επιλογές ανεξάρτητης μελέτης.

Το μοντέλο Εξατομικευμένης Μάθησης αναγνωρίζει ότι κάθε μαθητής είναι ένα άτομο με διαφορετικό στυλ μάθησης, ρυθμό μάθησης, τρόπο μάθησης και διαφορετική άποψη για τη μάθηση. Αναγνωρίζει την αξία της εμπλοκής και συμμετοχής των γονέων στην εκπαίδευση των παιδιών τους και της συνεχιζόμενης επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και υποστηρίζει τη συνεργασία γονέων, μαθητών και δασκάλων, παρέχοντας πλήθος από επιλογές και ευκαιρίες, μέσα αλλά και εκτός σχολικής τάξης, έτσι ώστε τα προγράμματα μάθησης να είναι κομμένα και ραμμένα στις ατομικές ανάγκες και προτιμήσεις κάθε μαθητή. Έχει μειωμένο αριθμό μαθητών σε κάθε τάξη (15-20) και ενθαρρύνει τους γονείς να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη στην παρακολούθηση και εξασφάλιση της επιτυχούς μάθησης των παιδιών τους. Επιπλέον, συνδυάζει πολλαπλά επίπεδα αξιολόγησης της επίδοσης των μαθητών: εκτός από τις τελικές εξετάσεις καταγράφεται λεπτομερώς και συστηματικά η πορεία του μαθητή στις καθημερινές του επιδόσεις αλλά και μέσα από τον προσωπικό φάκελο επιτευγμάτων του (portfolios).

Η Εξατομικευμένη Μάθηση μπορεί να φέρει πίσω στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα χιλιάδες μαθητές που το εγκατέλειψαν επειδή δεν καλύπτονταν οι ανάγκες τους από το μοντέλο της κοινής για όλους σχολικής τάξης, αλλά και να κρατήσει και χιλιάδες μαθητές που είναι στα πρόθυρα να εγκαταλείψουν τη σχολική εκπαίδευση επειδή αποτυγχάνουν καθημερινά, ανανεώνοντας τις ελπίδες τους για επιτυχία σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες τους.

πηγή: http://www.theaplus.org/personalized_learning.html

εικόνα: http://greenopolis.com/myopolis/blogs/hlund05/climate-change-ruining-fall-foliage

Εικονικοί κόσμοι και παράδοση

Η παρουσία του ανθρώπινου πολιτισμού  ξεκινάει από τους εικονικούς κόσμους, τις αναπαραστάσεις και τα σύμβολα των προϊστορικών σπηλαίων. Τα όνειρα, οι τελετές, η φαντασία, ακόμα και η γλώσσα μπορούν να θεωρηθούν εικονικές κατασκευές. Οι διονυσιακές τελετές, για παράδειγμα, προϋποθέτουν την «έκσταση», δηλαδή τη μεταφορά σε κόσμο φανταστικό.

Όπως η γραφή στο παρελθόν, έτσι και οι εικονικοί κόσμοι σήμερα, αντιμετωπίζονται με επιφυλάξεις. Ο Πλάτων στο έργο του «Φαίδρος» (Πλάτων, Φαίδρος 274b-279b) βάζει το διδάσκαλό του, Σωκράτη, να τάσσεται κατά της γραφής, ως κάτι έξω από το νου και την πραγματικότητα, ως ένα προϊόν κατασκευασμένο, που θα κάνει τους ανθρώπους δοκησίσοφους και όχι σοφούς, δίνοντάς τους την εντύπωση ότι ξέρουν πολλά.

Αλλά και την περίφημη αλληγορία του σπηλαίου από το έβδομο βιβλίο της «Πολιτείας» του Πλάτωνα, ορισμένοι τη θεωρούν ως μια πρόωρη αναφορά του δυτικού πολιτισμού στην ιδέα των εικονικών κόσμων, καθώς ο φυσικός κόσμος είναι στην πραγματικότητα εικονικός, αφού όσα προβάλλουν πάνω στον τοίχο του σπηλαίου είναι σκιές και αναπαραστάσεις πραγματικών αντικειμένων που υπάρχουν έξω από το σπήλαιο.

the_cave.gif

πηγή: Boellstorff T., (2008),Coming of Age in Second Life, Princeton University Press, pp.33-34.

προέλευση εικόνας: http://www.contraculture.com/

Εικονικοί κόσμοι, όχι ηλεκτρονικά παιχνίδια!

Αν και η ιστορία των εικονικών κόσμων (virtual worlds) συμπίπτει με την ιστορία των ηλεκτρονικών παιχνιδιών (video games),  δεν είναι το ίδιο πράγμα. Οι ειδικοί θεωρούν ότι οι εικονικοί κόσμοι δεν έχουν αρχή, τέλος, στόχους που πρέπει ο παίκτης να επιτύχει, κλιμακούμενη δυσκολία, βαθμολογίες, ούτε έννοιες όπως νικητής ή επιτυχία (Curtis, 1992:122). Ενώ οι ίδιοι δεν είναι ηλεκτρονικά παιχνίδια, μπορούν να αποτελέσουν χώρο ανάπτυξης ηλεκτρονικών παιχνιδιών.

Η κοινωνική διάσταση στα ηλεκτρονικά παιχνίδια επέτρεψε την ανάπτυξη παιχνιδιών δικτυακών με πολλούς χρήστες, που έχουν πάρει ονόματα, όπως:

MMOGs: massively multiple online games (μαζικά πολυχρηστικά δικτυακά παιχνίδια), και

MMORPGs: massively multiple online role-playing games (μαζικά πολυχρηστικά δικτυακά παιχνίδια ρόλων)

MMORT: massively multiple online real-time strategy (μαζικά πολυχρηστικά δικτυακά παιχνίδια στρατηγικής σε πραγματικό χρόνο)

Οι παραπάνω όροι έχουν προκύψει από παλαιότερους όρους, όπως:

MUD: multi-user domain, dimension or dungeon

MUSH: multi-user shared habitat

MUG: multi-user game

MOO: MUD Object Oriented (αντικειμενοστρεφή MUD)

MUCK: multi-user chat kingdom

Συνώνυμος όρος με τους εικονικούς κόσμους είναι και ο MMOWs: massively multiple online worlds (μαζικά πολλαπλοί δικτυακοί κόσμοι).

πηγή: Boellstorff T., (2008),Coming of Age in Second Life, Princeton University Press, pp.22-23.

Το πρόθεμα ?cyber? (κυβερνο-)

Το πρόθεμα “cyber” προέρχεται από τον όρο “cyberspace” (κυβερνοχώρος) που επινόησε ο William Gibson (Gibson 1984). Ο όρος «κυβερνοχώρος» προέρχεται από τον όρο «κυβερνητική» (cybernetics) που χρονολογείται από τα μέσα του 20ου αιώνα από εργασίες στην επιστήμη της Πληροφορικής και είναι επινόηση του Norbert Wiener (Cybernetics: or Control and Communication in the Animal and the Machine, 1948).

Η ετυμολογία του όρου «κυβερνητική» είναι σαφώς ελληνική: κυβερνώ σημαίνει κατευθύνω ένα πλοίο.

Ο όρος “cyborg” είναι συνδυασμός του όρου cybernetics και organism και επινοήθηκε το 1964 για να δηλώσει την μηχανή με ανθρώπινη εμφάνιση και χαρακτηριστικά.

πηγή: Boellstorff T., (2008),Coming of Age in Second Life, Princeton University Press, pp.19-20.

homer-in-cyberspace_1.jpg

ADDIE model και εκπαιδευτικός σχεδιασμός (instructional design)

Οι σχεδιαστές διδακτικών συστημάτων (Instuctional Systems Design, ISD) στην εκπαίδευση και την κατάρτιση χρησιμοποιούν συνήθως μια γενικευμένη σχεδιαστική προσέγγιση, γνωστή ως ADDIE process ή model. Αποτελείται από πέντε διαδοχικά στάδια-φάσεις, που είναι τα εξής: Ανάλυση – Σχεδιασμός – Ανάπτυξη – Εφαρμογή – Αξιολόγηση. Πολλά από τα σύγχρονα μοντέλα διδασκαλίας αποτελούν παραλλαγές αυτού του μοντέλου. Η μεθοδολογία αυτή μπορεί να εφαρμοστεί στο σχεδιασμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας ως εξής:

addie.wmv

Στη φάση της Ανάλυσης διευκρινίζεται το διδακτικό πρόβλημα, οι διδακτικοί στόχοι και σκοποί, και περιγράφεται το μαθησιακό περιβάλλον. Επίσης αναγνωρίζονται τα χαρακτηριστικά των μαθητευόμενων, η προϋπάρχουσα γνώση τους και οι δεξιότητες που έχουν αποκτήσει. Χρήσιμες ερωτήσεις στη διάρκεια της ανάλυσης είναι:

  • Ποιος είναι το ακροατήριο και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;
  • Ποια είναι το επιθυμητό αποτέλεσμα που θα επιδιωχθεί στη γνώση, τις στάσεις και τη συμπεριφορά;
  • Ποιοι περιορισμοί στη μάθηση υπάρχουν και τι είδους;
  • Με ποιους τρόπους και σε ποιες μορφές θα παραδοθεί η γνώση;
  • Ποιο είναι το παιδαγωγικό πλαίσιο της παρέμβασης;
  • Ποια είναι τα χρονικά πλαίσια της παρέμβασης;

Στη φάση Σχεδιασμού σχεδιάζονται οι ρόλοι, τα εργαλεία αξιολόγησης, οι ασκήσεις, το περιεχόμενο που θα χρησιμοποιηθεί για να πετύχει τους μαθησιακούς στόχους, η ροή των δραστηριοτήτων και η επιλογή των μέσων, με τρόπο συστηματικό (οργανωμένο με βάση συγκεκριμένες στρατηγικές) και λεπτομερή. Συγκεκριμένα:

  • Καταγράφεται η στρατηγική που θα εφαρμοστεί στη διδασκαλία
  • Εφαρμόζονται στρατηγικές διδασκαλίας ανάλογα με τα επιθυμητά αποτελέσματα στο γνωστικό, συναισθηματικό και ψυχοκινητικό τομέα
  • Σχεδιάζεται η μαθησιακή εμπειρία

Στη φάση της Ανάπτυξης οι σχεδιαστές δημιουργούν και συγκεντρώνουν το διδακτικό περιεχόμενο που έχουν αποφασίσει στην προηγούμενη φάση. Εφαρμόζονται τεχνολογικά μέσα υποστήριξης της διδασκαλίας και γίνεται δοκιμή της λειτουργίας τους, ώστε να υπάρξει ανατροφοδότηση και τροποποιήσεις πριν να χρησιμοποιηθούν στη διδασκαλία.

Στη φάση της Εφαρμογής  υλοποιείται η διδακτική παρέμβαση όπως έχει σχεδιαστεί. Εφόσον χρειάζεται, γίνεται εκπαίδευση του μαθητευόμενου και του διδάσκοντα και παραδίδονται τα μαθησιακά υλικά και το περιεχόμενο στους μαθητευόμενους.

Τέλος, στη φάση της Αξιολόγησης αποτιμάται διαμορφωτικά (κατά τη διάρκεια της διαδικασίας) και αθροιστικά (στο τέλος της διαδικασίας) η επίτευξη των αρχικών διδακτικών στόχων και η επιτυχία της όλης διαδικασίας και γίνονται προτάσεις για βελτίωση και αναθεώρηση ορισμένων στοιχείων.

πηγές:

http://en.wikipedia.org/wiki/ADDIE_Model

http://ed.isu.edu/addie/

http://www.learning-theories.com/addie-model.html

Αρχές διδακτικού σχεδιασμού – Gagne

Στα μοντέλα διδακτικού σχεδιασμού (Instructional Design, ID) συμπεριλαμβάνεται το μοντέλο των Gagne, Briggs και Wager (1992), γνωστό ως «Αρχές Διδακτικού Σχεδιασμού» (Principles of Instructional Design).

Το μοντέλο αυτό αποτελείται από εννέα διδακτικά γεγονότα (instructional events), στα οποία μπορεί να στηριχθεί ο εκπαιδευτικός για να σχεδιάσει ένα μάθημα. Τα βήματα αυτά ακολουθούν την εξής διαδοχική σειρά:

1.      εξασφάλιση της προσοχής: θα πρέπει να εξασφαλιστεί η προσοχή του μαθητευόμενου, προκειμένου να υπάρξουν κατάλληλες συνθήκες για μάθηση. Αυτό γίνεται με την πρόκληση ενδιαφέροντος, κινήτρων και περιέργειας, παρέχοντας βασική πληροφορία που έχει εγκυρότητα.

2.      πληροφόρηση του μαθητευόμενου για τους αντικειμενικούς στόχους: ο εκπαιδευτικός ενημερώνει τους μαθητές του σχετικά με το τι πρέπει να περιμένουν και τους προετοιμάζει να δεχθούν πληροφορίες, διευκρινίζοντας τι πρέπει να περιμένουν και ποια συνάφεια έχει το αντικείμενο που θα διδαχθούν.

3.      πρόκληση ανάκλησης προηγούμενης γνώσης: η πρόσβαση σε προϋπάρχουσα γνώση είναι βασικός παράγοντας κατά την διαδικασία εκμάθησης νέας γνώσης. Η κινητοποίηση των υπαρχόντων γνωστικών δομών και σχημάτων υποβοηθούν την ουσιαστική μάθηση.


gagne.wmv

4.      παρουσίαση του νέου περιεχομένου: παρουσιάζεται το νέο υλικό με στόχο φυσικά την απόκτηση και εκμάθηση της πληροφορίας.

5.      παροχή καθοδήγησης στον μαθητευόμενο: ο εκπαιδευτικός κατευθύνει το μαθητή με ανακαλυπτική μάθηση, εργαστήρια, παραδείγματα, αναστοχαστικές ερωτήσεις και άλλες τεχνικές, όπως νύξεις και υποβοηθητικές ιδέες, προκειμένου ο μαθητής να κωδικοποιήσει νοηματικά το νέο περιεχόμενο.

6.      απόσπαση απαντήσεων: ο μαθητευόμενος απαντάει σε ερωτήσεις πάνω σε αυτό που έχει διδαχθεί, ώστε μέσω της απόδοσής του να επιβεβαιωθεί η μάθησή του. Η εξάσκηση των μαθητών μπορεί να γίνει επίσης με πρακτική μιας δεξιότητας, συμμετοχή σε συζήτηση, μια ομαδική δραστηριότητα, μια γραπτή απάντηση, κατασκευή ενός τεχνουργήματος κλπ.

7.      παροχή ανατροφοδότησης: στο τέλος κάθε δραστηριότητας ο εκπαιδευτικός παρέχει άμεση ανατροφοδότηση (feedback) στον μαθητευόμενο, διορθώνοντας και ενισχύοντας  την απόδοσή του.

8.      αξιολόγηση απόδοσης: με ανεξάρτητη πρακτική εξάσκηση ο μαθητευόμενος εφαρμόζει αυτό που έχει μάθει. Ο εκπαιδευτικός μπορεί έτσι να ελέγξει αν οι μαθησιακοί στόχοι έχουν επιτευχθεί και σε ποιον βαθμό.

9.      ενίσχυση της συγκράτησης και της μεταφοράς: η κατάκτηση της ενός γνωστικού τομέα προϋποθέτει την εφαρμογή της γνώσης σε καταστάσεις της πραγματικής ζωής. Ο εκπαιδευτικός ζητάει από τον εκπαιδευόμενο να γενικεύσει αυτό που έμαθε και να το εφαρμόσει σε νέες δραστηριότητες και νέα πλαίσια (contexts), ώστε να διατηρηθεί στην μακρόχρονη μνήμη (long-term memory).

πηγές:

1.      http://tip.psychology.org/gagne.html

2.      Gagne, R., Briggs, L. & Wager, W. (1992). Principles of Instructional Design (4th Ed.). Fort Worth, TX: HBJ College Publishers

3.      http://www.slideshare.net/armovil/gagne-nine-events-of-instruction/

4.      http://www.e-learningguru.com/articles/art3_3.htm

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση