Πάρτε τις τρεις μορφές διακυβέρνησης που εξετάζουμε – τη δημοκρατία, την ολιγαρχία και τη μοναρχία – και υποθέστε ότι η καθεμιά είναι η καλύτερη στο είδος της. Εγώ πιστεύω πως η Τρίτη είναι πολύ προτιμότερη από τις άλλες δύο. Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από έναν καλό κυβερνήτη. Η κρίση του θα είναι σύμφωνη με το χαρακτήρα του· ο έλεγχος που θα ασκεί πάνω στο λαό υπεράνω κριτικής· στην ολιγαρχία τα μέτρα που θα λαμβάνει απέναντι στους εχθρούς και στους προδότες θα κρατούνται πιο εύκολα μυστικά. Σε μια ολιγαρχία, το γεγονός ότι ένας αριθμός αντρών ανταγωνίζονται για διάκριση στις δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε βίαιες προσωπικές διενέξεις· καθένας απ’ αυτούς θέλει να φτάσει στην κορυφή και να δει τις δικές του προτάσεις να προωθούνται· έτσι, οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Οι προσωπικές συγκρούσεις οδηγούν σε ανοιχτές διαμάχες, για να καταλήξουν σε αιματοχυσίες· κι απ’ αυτή την κατάσταση, η μόνη διέξοδος είναι η επιστροφή στη μοναρχία – μια καταφανής απόδειξη ότι το καθεστώς της μοναρχίας είναι καλύτερο. Σε μια δημοκρατία, πάλι, θα γίνουν αναπόφευκτα καταχρήσεις· σ’ αυτή την περίπτωση, πάντως, οι διεφθαρμένες συμφωνίες στις κυβερνητικές υπηρεσίες δεν οδηγούν σε ανοιχτές ρήξεις αλλά σε μυστικές συναλλαγές, όπου ο ένας υποστηρίζει τον άλλο. Και προχωρά έτσι, ώσπου κάποιος εμφανίζεται ως προστάτης του λαού και διαλύει τις φατρίες που κοιτούν τα δικά τους συμφέροντα. Αυτός κερδίζει το θαυμασμό του όχλου, ο οποίος, αργά ή γρήγορα, του εμπιστεύεται την απόλυτη εξουσία – να, λοιπόν, άλλη μια απόδειξη ότι η μοναρχία είναι καλύτερο καθεστώς. (μτφρ. Εκδ. ΚΑΚΤΟΣ)
Τριῶν γὰρ προκειμένων καὶ πάντων τῷ λόγῳ ἀρίστων ἐόντων, δήμου τε ἀρίστου καὶ ὀλιγαρχίης καὶ μουνάρχου, πολλῷ τοῦτο προέχειν λέγω. ᾿Ανδρὸς γὰρ ἑνὸς τοῦ ἀρίστου οὐδὲν ἄμεινον ἂν φανείη• γνώμῃ γὰρ τοιαύτῃ χρεώμενος ἐπιτροπεύοι ἂν ἀμωμήτως τοῦ πλήθεος, σιγῷτό τε ἂν βουλεύματα ἐπὶ δυσμενέας ἄνδρας οὕτω μάλιστα. ᾿Εν δὲ ὀλιγαρχίῃ πολλοῖσι ἀρετὴν ἐπασκέουσι ἐς τὸ κοινὸν ἔχθεα ἴδια ἰσχυρὰ φιλέει ἐγγίνεσθαι• αὐτὸς γὰρ ἕκαστος βουλόμενος κορυφαῖος εἶναι γνώμῃσί τε νικᾶν ἐς ἔχθεα μεγάλα ἀλλήλοισι ἀπικνέονται, ἐξ ὧν στάσιες ἐγγίνονται, ἐκ δὲ τῶν στασίων φόνος, ἐκ δὲ τοῦ φόνου ἀπέβη ἐς μουναρχίην• καὶ ἐν τούτῳ διέδεξε ὅσῳ ἐστὶ τοῦτο ἄριστον. Δήμου τε αὖ ἄρχοντος ἀδύνατα μὴ οὐ κακότητα ἐγγίνεσθαι• κακότητος τοίνυν ἐγγινομένης ἐς τὰ κοινὰ ἔχθεα μὲν οὐκ ἐγγίνεται τοῖσι κακοῖσι, φιλίαι δὲ ἰσχυραί• οἱ γὰρ κακοῦντες τὰ κοινὰ συγκύψαντες ποιεῦσι. Τοῦτο δὲ τοιοῦτο γίνεται ἐς ὃ ἂν προστάς τις τοῦ δήμου τοὺς τοιούτους παύσῃ• ἐκ δὲ αὐτῶν θωμάζεται οὗτος δὴ ὑπὸ τοῦ δήμου, θωμαζόμενος δὲ ἀν’ ὦν ἐφάνη μούναρχος [ἐών]• καὶ ἐν τούτῳ δηλοῖ καὶ οὗτος ὡς ἡ μουναρχίη κράτιστον.