Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 410-418 (κήρυκας)
Έρχομαι από πόλη που εξουσιάζεται από έναν μόνο άντρα και όχι από τον όχλο· κανείς δεν μπορεί αυτήν με ρητορείες να την παραπλανεί για δικό του όφελος και να την κάνει να στρέφεται από δω κι από κει, να την κολακεύει, να την καλοπιάνει στην αρχή και μετά να τη βλάπτει, και τα προηγούμενα σφάλματά του να καλύπτει με νέα ψέματα και να γλιτώνει έτσι την τιμωρία. Πώς μπορεί άλλωστε να κυβερνά σωστά την πολιτεία ο λαός, αν δεν κρίνει σωστά τους ρήτορες;
πόλις γάρ ἧς ἐγώ πάρειμ᾿ ἄπο ἑνός πρός ἀνδρός, οὐκ ὄχλῳ κρατύνεται· οὐδ᾿ ἔστιν αὐτήν ὅστις ἐκχαυνῶν λόγοις πρός κέρδος ἴδιον ἄλλοτ᾿ ἄλλοσε στρέφει, τό δ᾿ αὐτίχ᾿ ἡδύς καί διδούς πολλήν χάριν, ἐσαῦθις ἔβλαψ᾿, εἶτα διαβολαῖς νέαις κλέψας τά πρόσθε σφάλματ᾿ ἐξέδυ δίκης. ἄλλως τε πῶς ἄν μήν διορθεύων λόγους ὀρθῶς δύναιτ᾿ ἄν δῆμος εὐθύνειν πόλιν;