«Ο Γεωργός πάει στον αγρό»
Ο γεωργός πάει στον αγρό, στον αγρό, στον αγρό.
Ο γεωργός πάει στον αγρό πρωί σαν ξημερώσει.
Το χωράφι να οργώσει, να οργώσει, να οργώσει.
Το χωράφι να οργώσει πρωί σαν ξημερώσει.
Τώρα σπέρνει το σιτάρι, το σιτάρι, το σιτάρι.
Τώρα σπέρνει το σιτάρι πρωί σαν ξημερώσει.
Βροχή το πιάνει δυνατή, δυνατή, δυνατή.
Βροχή το πιάνει δυνατή πρωί σαν ξημερώσει .
Μες τον ήλιο μεγαλώνει, μεγαλώνει, μεγαλώνει.
Μες τον ήλιο μεγαλώνει πρωί σαν ξημερώσει.
Κι έρχονται και το θερίζουν, το θερίζουν, το θερίζουν.
Κι έρχονται και το θερίζουν πρωί σαν ξημερώσει.
Κι έρχονται και το μαζεύουν, το μαζεύουν, το μαζεύουν.
Κι έρχονται και το μαζεύουν πρωί σαν ξημερώσει .
Κι έρχονται και τ’ αλωνίζουν, τ’ αλωνίζουν, τ’ αλωνίζουν.
Κι έρχονται και τ’ αλωνίζουν πρωί σαν ξημερώσει.
Και ο μύλος θα τ’ αλέσει, θα τ’ αλέσει, θα τ’ αλέσει .
Και ο μύλος θα τ’ αλέσει πρωί σαν ξημερώσει.
Κι έρχονται και το ζυμώνουν, το ζυμώνουν, το ζυμώνουν.
Κι έρχονται και το ζυμώνουν πρωί σαν ξημερώσει.
Και ο φούρνος θα το ψήσει, θα το ψήσει, θα το ψήσει.
Και ο φούρνος θα το ψήσει πρωί σαν ξημερώσει .
Ψωμί κυρά πάρε να φας, για να φας, για να φας.
Ψωμί κυρά πάρε να φας πρωί σαν ξημερώσει.