Ετικέτα: Εκπαιδευτικά Θέματα

Από την ηλικία των τριών ετών ενδέχεται να ανιχνεύονται οι τάσεις παραβατικότητας

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011,ΤΟ ΒΗΜΑ

Από εκρήξεις πείσματος ή θυμού μπορεί κανείς να προβλέψει ευκολότερα μια μελλοντική αντικοινωνική συμπεριφορά.
Από εκρήξεις πείσματος ή θυμού μπορεί κανείς να προβλέψει ευκολότερα μια μελλοντική αντικοινωνική συμπεριφορά.

Σε ηλικία τριών ετών τα περισσότερα παιδιά ονειρεύονται να γίνουν αστροναύτες ή μπαλαρίνες. Όμως σύμφωνα με ολοένα και περισσότερους επιστήμονες, ακόμη και σε αυτή την τρυφερή ηλικία ορισμένα νήπια έχουν ήδη προδιάθεση για εγκληματικότητα. Κορυφαίοι αμερικανοί εγκληματολόγοι φαίνεται να πιστεύουν ότι οι βίαιες τάσεις έχουν και βιολογική εκτός από κοινωνική βάση και ότι μπορούν να απεικονιστούν από πολύ μικρή ηλικία μέσω κάποιων ιατρικών τεστ.

Υποστηρίζουν ότι προβλέποντας ποια παιδιά θα μπορούσαν στο μέλλον να εμφανίσουν παραβατική συμπεριφορά, θα μπορούσαν να τα βοηθήσουν από νωρίς να παραμείνουν στον «ίσιο δρόμο» εφαρμόζοντας συγκεκριμένες θεραπείες. Αν τα τεστ για τη διάγνωση της παραβατική συμπεριφοράς αποδειχτούν ακριβή, τότε θα μπορούν να χρησιμοποιούν όπως τα κοινά τεστ για την ανίχνευση ασθενειών.

Η εν λόγω θεωρία ανήκει στους διαπρεπείς καθηγητές εγκληματολογίας Άντριαν Ρέινι και Νάταλι Φοντέιν. Ο δόκτωρ Ρέινι ισχυρίζεται ότι μια ανωμαλία στην ανατομία του εγκεφάλου θα μπορούσε να σημαίνει αιτία εμφάνισης εγκληματικής συμπεριφοράς και παράλληλα τρόπο εξακρίβωσης της προδιάθεσης.

Σύμφωνα με τις μελέτες του, οι ψυχοπαθείς και οι εγκληματίες έχουν μικρότερες ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου, όπως είναι η αμυγδαλή και ο προμετωπιαίος φλοιός, και τα δύο κομβικά σημεία ρύθμισης και ελέγχου των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς.

Η δόκτωρ Φοντέιν υποστηρίζει ότι παιδιά ηλικίας ακόμη και τεσσάρων ετών εμφανίζουν «έντονα χαρακτηριστικά έλλειψης συναισθημάτων», όπως η έλλειψη ενοχής και συμπάθειας που θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν δείκτες μελλοντικής κακής συμπεριφοράς. Συνδέοντας τέτοιου είδους χαρακτηριστικά με «προβλήματα συμπεριφοράς», όπως εκρήξεις πείσματος ή θυμού μπορεί κανείς να προβλέψει ευκολότερα μια μελλοντική αντικοινωνική συμπεριφορά.

Και οι δύο επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η αναγνώριση αυτών των χαρακτηριστικών μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά όσον αφορά την πρόληψη της μετέπειτα εκδήλωσης τους.

Συγκεκριμένα ο δόκτωρ Ρέινι προτείνει την χρήση συμβουλευτικής ώστε να επιλύονται τα εσωτερικά συμπεριφοριστικά προβλήματα του παιδιού και να μαθαίνει η οικογένεια πώς πρέπει να λειτουργεί απέναντι του, και την τόνωση του εγκεφάλου με φάρμακα ή τροφές που περιέχουν άφθονα λιπαρά ωμέγα-3.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/846

Τι πρέπει να διορθώνουμε στα κείμενα της ελεύθερης γραπτής έκφρασης (έκθεσης) του μαθητή;

15/02/2011 ,www.alfavita.gr

Δρος Ελένης Τρεμετουσιώτη-Λοΐζου

Σύμφωνα με τους Tanner και Jones (2003), όσον αφορά στη διόρθωση της έκθεσης πρέπει να μας απασχολούν μερικά ερωτήματα μεταξύ των οποίων είναι και τα ακόλουθα: α) Τι πρέπει να διορθώσουμε; β) Πότε να το διορθώσουμε; και γ)  Πώς θα το διορθώσουμε; Σύμφωνα με την άποψή τους, το να διορθώνουμε όλα τα λάθη σε μια έκθεση είναι παρακινδυνευμένο. Οδηγεί σε μια τακτική την οποία χαρακτηρίζουν ως  «‘flick and tick’ marking», κατά την οποία ο εκπαιδευτικός απλά κοιτάζει πόσο περιποιημένη είναι η εργασία και σημειώνει τα λάθη. Αυτό, κατά τη γνώμη τους, δεν προσφέρει τίποτα στη μάθηση και στη μελλοντική βελτίωση των μαθητών και έχει τη φόρμα, αλλά όχι την ουσία της αξιολόγησης.

Κατά τους Tanner και Jones αδύνατο να διορθώνεται όλη η εργασία λεπτομερειακά. Επαφίεται στον  εκπαιδευτικό να αποφασίσει τι πρέπει να διορθώσει κάθε φορά. Ο τρόπος διόρθωσης που περιορίζεται μόνο στο να επισημαίνει ο εκπαιδευτικός τι είναι σωστό ή λάθος αποτυγχάνει στο να καθοδηγήσει τα παιδιά στη μελλοντική τους μελέτη και συνεπώς είναι χάσιμο πολύτιμου χρόνου. Οι εκπαιδευτικοί με το να διορθώνουν ένα μέρος της εργασίας των μαθητών με λεπτομερειακά σχόλια και συγκεκριμένες οδηγίες και παρατηρήσεις, που θα καθοδηγούν σε βελτίωση (formative comments),  θα  βοηθήσουν περισσότερο προς την επιθυμητή κατεύθυνση.

Οι διορθώσεις του εκπαιδευτικού σύμφωνα με τους πιο πάνω ερευνητές πρέπει να στοχεύουν κάθε φορά σ’ ένα συγκεκριμένο σκοπό. Πρέπει, επίσης, να συνδέονται άμεσα με το στόχο του εκπαιδευτικού σ’ εκείνη τη συγκεκριμένη ενότητα ή κεφάλαιο. Ο εκπαιδευτικός, κατά τη διόρθωση, οφείλει να έχει προτεραιότητες και να επιλέγει να διορθώνει εκείνα τα οποία θεωρεί ως πιο σημαντικά. Είναι δυνατό, για παράδειγμα, να μη διορθώνει όλα τα γραμματικά ή ορθογραφικά λάθη, αλλά να επικεντρωθεί μόνο στη χρήση της αποστρόφου. Παράλληλα, πρέπει να δίνει προσωπικές συμβουλές και οδηγίες, τις οποίες θα ελέγχει αν έχουν εφαρμοστεί στο επόμενο κείμενο. Όλη η εργασία των μαθητών πρέπει να διορθώνεται, αλλά  μεγάλο μέρος αυτής μπορεί να διορθωθεί από τους ίδιους τους μαθητές.

Ο Ferris (2006) υποστηρίζει πως όταν ο εκπαιδευτικός επικεντρωθεί σε δύο ή τρεις τύπους λαθών κάθε φορά, παρά σε δωδεκάδες ανόμοια λάθη, η ανατροφοδότηση είναι πιο αποτελεσματική.

Η έρευνα, επίσης, του Lee (2003) έδειξε ότι, παρόλο που η χρησιμοποίηση κωδίκων κατά τη διόρθωση (marking codes) είναι πολύ διαδεδομένη, εν τούτοις αυτή η μέθοδος δεν είναι τόσο αποτελεσματική όσο πιστευόταν.

Οι απόψεις του Δελμούζου αναφορικά με τη διόρθωση των εκθέσεων δε διαφέρουν από τις προτάσεις των σύγχρονων παιδαγωγών. Στο σχολείο του, στο Ανώτατο Παρθεναγωγείο του Βόλου, αντιμετωπίζει το γράψιμο των εκθέσεων ως μια «δυναμική διαδικασία». Συγκεκριμένα, για τη διόρθωση των εκθέσεων αναφέρει πως διορθώνει μερικά μόνο λάθη στο γραπτό κείμενο των παιδιών, γιατί διαφορετικά θα γινόταν αγνώριστο από τα κοκκινίσματα. Ακολούθως, στην τάξη επισημαίνει κάθε φορά ένα ή δύο σημεία που εμφανίζονται ως κοινά λάθη. Με αυτό τον τρόπο τα παιδιά καθοδηγούνται να μάθουν ορισμένα βασικά στοιχεία που πρέπει να προσέχουν, όταν γράφουν έκθεση  (1950).

Ο Δελμούζος έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην ομαδική επεξεργασία των εκθέσεων, αλλά δεν παρέλειπε και την ατομική βοήθεια προς τους μαθητές. Σε κάποιο ελεύθερο χρόνο συζητούσε  τα ιδιαίτερα προβλήματα που παρουσίαζαν στις εκθέσεις τους.

Οι απόψεις για το αν πρέπει να διορθώνονται όλα ή μερικά μόνο λάθη διίστανται. Σ’ αυτόν τον τομέα επικρατεί μια σύγχυση και διάσταση απόψεων μεταξύ των εκπαιδευτικών. Αυτό το πρόβλημα  έγινε αντικείμενο διερεύνησης από την παιδαγωγική βιβλιογραφία. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να διορθώνονται όλα τα λάθη, γιατί, αν μένουν αδιόρθωτα, σταθεροποιούνται στη συνείδηση των μαθητών. Επίσης, υπάρχει ο κίνδυνος  τα παιδιά, όταν ο εκπαιδευτικός δε διορθώνει τα γραπτά τους κείμενα, να το εκλάβουν ως αδιαφορία του για την εργασία τους. Επιπρόσθετα, οι μαθητές δε γνωρίζουν ακριβώς πού έχουν ελλείψεις και αδυναμίες στο γράψιμο, καθώς και τα θετικά σημεία που παρουσιάζει η γραπτή τους έκφραση (Αθανασίου, 1985).

Ο Βουγιούκας (1994) αναφέρει πως η παραδοσιακή τακτική της διόρθωσης γινόταν «στην αντιπαιδαγωγική βάση του κοκκινίσματος των λαθών, ορθογραφικών κατά κύριο λόγο˙ διόρθωση που επισφραγιζόταν από την δίκην επιβράβευσης ή ποινής, βαθμολόγηση από αμήχανες παρατηρήσεις του τύπου «Να κάνεις σωστές προτάσεις» «Να γράφεις πιο πολλά», «Να κάνεις πρόλογο και επίλογο» κ.τ.λ.».

Αυτή η τακτική κατά το Χαραλαμπόπουλο (1988) είναι μια στείρα προσέγγιση του γλωσσικού προϊόντος των μαθητών. Λόγω του ότι δε συνοδευόταν από εξηγήσεις για τις αιτίες των λαθών και από οδηγίες για το πώς θα αποφευχθούν και δε θα επαναληφθούν δεν παρείχε ουσιαστική βοήθεια. Τουναντίον, λειτουργούσε αρνητικά όσον αφορά στο ψυχολογικό επίπεδο, γιατί κλόνιζε την αυτοπεποίθηση των μαθητών και τους αποθάρρυνε. Αρκετοί παιδαγωγοί έχουν την άποψη πως δεν υπάρχει τίποτε πιο αποθαρρυντικό για ένα παιδί από το να του επισημαίνονται συνεχώς τα λάθη που έχει κάνει, όταν μάλιστα δεν του παρέχεται παράλληλα και συγκεκριμένη βοήθεια για το πώς θα βελτιωθεί.

Από την άλλη, το να μην εντοπίζονται τα λάθη και οι αδυναμίες των παιδιών στην έκθεση είναι παρακινδυνευμένο. Σ’ αυτή την περίπτωση από πού θα πάρουν ανατροφοδότηση οι μαθητές; Τουναντίον, τα λάθη τους πρέπει να αξιοποιούνται κατάλληλα, γιατί λειτουργούν ως ευκαιρίες για παροχή βοήθειας.

Η Zamel (1985) μέσα από τις έρευνές της διαπίστωσε πως οι εκπαιδευτικοί προσεγγίζουν ένα γραπτό κείμενο βασικά ως μια σειρά από ξεχωριστά μέρη στο επίπεδο της πρότασης, παρά ως ένα ολοκληρωμένο κομμάτι λόγου. Στην ουσία, κατά τα λέγομενά της είναι τόσο συγκεντρωμένοι στα λάθη που αφορούν στη χρήση της γλώσσας που συχνά δε συνειδητοποιούν ότι πίσω από αυτά υπάρχει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα που σχετίζεται με το νόημα.

Ο Collins, υποστηρίζει πως μέσα από τις διορθώσεις μας πρέπει να δίνουμε προτεραιότητα στο νόημα, γιατί με το να ανησυχούμε για τα λάθη που κάνουν οι μαθητές στο γραπτό λόγο, πριν τους βοηθήσουμε με το πιο βασικό πρόβλημα που είναι το επαρκές νόημα, ίσως τους διδάξουμε να κάνουν και αυτοί το ίδιο (1981). Αν δίνουμε προτεραιότητα κατά τη διόρθωση στα λάθη μορφής, τότε υποτιμούμε τη δύναμη της σύνδεσης. Λάθη τα οποία επηρεάζουν το νόημα και την επικοινωνία πρέπει να θεωρηθούν ως μεγαλύτερης προτεραιότητας. Η ουσία της διαδικασίας της αξιολόγησης δεν είναι πρώτιστα η επισήμανση και διόρθωση των λαθών που σχετίζονται με τη μορφή του κειμένου.  Λάθη που αφορούν στη χρήση της γλώσσας μπορεί να αντιμετωπισθούν αργότερα.

Διαπιστώθηκε μέσα από έρευνες ότι τη μεγαλύτερη συχνότητα στις διορθώσεις των εκπαιδευτικών στα κείμενα των εκθέσεων παρουσιάζουν τα λάθη που αφορούν στη γραμματική, την  ορθογραφία και τη σύνταξη. Οι εκπαιδευτικοί φάνηκε να δείχνουν μεγάλη προσκόλληση στη γραμματική και στους τύπους της γλώσσας. Σε μια έρευνα με εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ο Lockhart   (βλ. Williams και Burden, 1997), παρατήρησε ότι έχουν μια παραδοσιακή αντίληψη για τη διδασκαλία της γλώσσας που υπαγορεύεται από τη μεγάλη προσκόλληση στη γραμματική και τους τύπους της γλώσσας. Ως πρωταρχικό μέλημα και καθήκον τους θεωρούν την παροχή πληροφοριών για την ορθή χρήση της γλώσσας και τη διόρθωση των λαθών. Αυτό, όμως, εμπεριέχει τον κίνδυνο να κάνουμε τους μαθητές μας σύμφωνα με τις δικές μας προσδοκίες και επιθυμίες, να επιζητούν, δηλαδή, αυτό που εμείς θέλουμε και αυτό που εμείς εκλαμβάνουμε ως σωστό, δίνοντας προτεραιότητα σε ό,τι εμείς θεωρούμε σημαντικό.

Δρ Ελένη Τρεμετουσιώτη-Λοΐζου

ΕΜΕ Φιλολογικών Μαθημάτων

Βιβλιογραφία

Tanner, H. & Jones, S. (2003). Marking and Assessment. Great Britain: by Biddles Ldt, Guilford and King’s Lynn.

Ferris, D. (2006). Does error feedback help student writers? New evidence on short- and long-term effects of written correction. In: Hyland. K., Hyland, F. (Eds.). Feedback on second language writing: contexts and issues. CUP, New York, pp.1-104.

Lee, I. (2003). “L2 writing teachers’ perspectives practices and problems regarding error feedback”. Assessing Writing,8, pp. 216-237.

Δελμούζος, Α. (1950). ΤοκρυφόΣκολειό 1908-1911. Αθήνα: Collection de l’ Institut Francais d’ Athenes.

Αθανασίου, Λ. (1985). Η αξιολόγηση της «έκθεσης» στο Λύκειο (ψυχοπαιδαγωγική προσέγγιση). Αθήνα: Εκπαιδευτήρια Δούκα.

Βουγιούκας, Α. (1994). Το Γλωσσικό μάθημα στην πρώτη βαθμίδα της νεοελληνικής εκπαίδευσης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Χαραλαμπόπουλος, Α. (1988). “Διδασκαλία της λειτουργικής χρήσης της γλώσσας”. Γλώσσα, τ.16, σ.28.

Zamel, V. (1985). “Responding to Student Writing”. TESOL Quarterly, v.19(1).

Collins, (1981). Cognitive development, clinical knowledge and clinical experience related to diagnostic ability. Nursecom, Inc.

Williams, M. & Burder, L. (1997). Psychology of Language Teachers. New York: Cambridge University Press.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/832

Στο Διαδίκτυο οι έφηβοι είναι πιο χαρούμενοι

Μικρά ψέματα κάνουν τους νέους να ευτυχούν στο Ιnternet

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011,ΤΟ ΒΗΜΑ

ΛΟΝΔΙΝΟ. Οι έφηβοι συχνά είναι περισσότερο ευτυχισμένοι στην εικονική τους ζωή από ό,τι στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας βρετανικής έρευνας. Αυτό συμβαίνει επειδή το Διαδίκτυο τους δίνει τη δυνατότητα να γίνουν όποιοι θέλουν και, αν δεν είναι ευχαριστημένοι με τον ηλεκτρονικό εαυτό τους, το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να πατήσουν το κουμπί της «διαγραφής» στο πληκτρολόγιό τους.

Η έρευνα αφορούσε νέους και νέες από 11 ως 18 ετών και πραγματοποιήθηκε από τη βρετανική οργάνωση για την προστασία των παιδιών Κidscape. Εδειξε επίσης ότι ένας στους οκτώ νέους έρχεται σε επαφή με αγνώστους μέσω του Διαδικτύου και συχνά ψεύδεται όσον αφορά την εμφάνιση, την ηλικία και το ιστορικό του. Οι ερευνητές παρακολούθησαν τις δραστηριότητες στο Διαδίκτυο 2.300 παιδιών και εφήβων και διαπίστωσαν ότι το 45% δήλωνε περισσότερο ευτυχισμένο με την εικονική παρά με την πραγματική του ζωή. Στη σχετική έκθεση «Virtual Lives: Ιt is more than a game, it is your life» (Εικονική ζωή: Δεν είναι παιχνίδι, είναι η ζωή σου) αποτυπώνονται η νοοτροπία και η στάση των παιδιών και των νέων σήμερα όσον αφορά το Διαδίκτυο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας έφηβος είπε στους ερευνητές πως το μόνο μέρος όπου αισθανόταν αρκετά άνετα για να παραδεχθεί την ομοφυλοφιλία του ήταν σε ένα ανώνυμο ιντερνετικό φόρουμ. Ενας άλλος είπε: «Είναι πιο εύκολο να είσαι αυτός που θέλεις να είσαι, γιατί κανείς δεν σε γνωρίζει και αν δεν σου αρέσει μια κατάσταση μπορείς απλώς να βγεις και τελείωσε». Το 47% των παιδιών που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσε ότι συμπεριφέρεται διαφορετικά στο Διαδίκτυο από ό,τι στην πραγματική ζωή και πολλά υποστήριξαν ότι στον κυβερνοχώρο έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για τον εαυτό τους και αισθάνονται πιο ισχυρά.

Επιπλέον το 60% των παιδιών που μιλούν με αγνώστους στο Διαδίκτυο δεν λέει την αλήθεια για την ηλικία του και το 40% δεν λέει την αλήθεια για τις προσωπικές του σχέσεις. Περίπου το 10% δήλωσε ότι στις διαδικτυακές του δραστηριότητες αλλάζει στοιχεία που αφορούν την εμφάνιση και την προσωπικότητά του. «Μας εξέπληξε το πόσορισκάρουν οι νέοι στο Διαδίκτυο» σχολίασε ο ψυχοθεραπευτής Πίτερ Μπράντλεϊ της Κidscape. Και πρόσθεσε: «Αυτή η έρευνα πρέπει να λειτουργήσει ως πρόκληση για τους εφήβους,τους γονείς και τους ειδικούςπροκειμένου να βάλουν τα δυνατά τους για να ενισχυθεί το πλαίσιο για την ασφάλεια στο Ιnternet».


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artId=383378&dt=09/02/2011#ixzz1DR4xGKxa

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/804

Τα παιδιά που τρέφονται ανθυγιεινά «έχουν χαμηλότερο IQ»

Το πρόχειρο φαγητό «δεν ευνοεί την καλή ανάπτυξη του εγκεφάλου»
Το πρόχειρο φαγητό «δεν ευνοεί την καλή ανάπτυξη του εγκεφάλου»   (Φωτογραφία:  ΑΠΕ )

Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο

Τα νήπια που τρέφονται με επεξεργασμένα λιπαρά και σάκχαρα παρουσιάζουν ελαφρώς μειωμένο δείκτη νοημοσύνης όταν φτάσουν στο δημοτικό σχολείο, δείχνει μεγάλη μελέτη στη Βρετανία.

Η σχέση της διατροφής με τη νοημοσύνη είναι γενικά δύσκολο να μελετηθεί, καθώς τα αποτελέσματα συχνά επηρεάζονται από κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, οι μορφωμένοι και ευκατάστατοι γονείς, που προσφέρουν το κατάλληλο περιβάλλον για τη νοητική ανάπτυξη των παιδιών τους, είναι πιο πιθανό να προσέχουν και τη διατροφή τους.

Στην τελευταία μελέτη, πάντως, οι ερευνητές φρόντισαν να σταθμίσουν τα αποτελέσματά τους για τέτοιους παράγοντες, και εκτιμούν ότι η σχέση που εντόπισαν ανάμεσα στη διατροφή και τη νοημοσύνη είναι άμεση.

«Η δίαιτα με πρόχειρο φαγητό δεν είναι ευνοεί την καλή ανάπτυξη του εγκεφάλου» αναφέρει στο AFP η Πολίν Έμετ του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.

Η μελέτη της δημοσιεύεται στο Journal of Epidemiology and Community Health, μια επιθεώρηση του Βρετανικού Ιατρικού Συλλόγου.

Η ερευνητική ομάδα εξέτασε δεδομένα για 4.000 παιδιά που γεννήθηκαν στη δυτική Αγγλία τη διετία 1991-1992. Οι γονείς τους κλήθηκαν να συμπληρώνουν λεπτομερή ερωτηματολόγια, και τα παιδιά εξετάστηκαν στις ηλικίες των τριών, τεσσάρων, επτά και οκτώμισι χρόνων.

Τα παιδιά χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τη διατροφή τους: την ομάδα που τρεφόταν με επεξεργασμένα λίπη και σάκχαρα, την ομάδα που ακολουθούσε μια «παραδοσιακή» δίαιτα με λαχανικά και αρκετό κρέας, και την ομάδα της «υγιεινής» δίαιτας με λιγότερο κρέας και περισσότερα λαχανικά και φρούτα, ρύζι και ζυμαρικά.

Στην ηλικία των 8,5% ετών, το IQ των παιδιών μετρήθηκε με ένα στάνταρτ εργαλείο, την Κλίμακα Νοημοσύνης Ουέσλερ.

Τα παιδιά στην ομάδα των επεξεργασμένων τροφίμων είχαν μέσο δείκτη νοημοσύνης 101, ενώ τα παιδιά της «υγιεινής» ομάδας έφταναν κατά μέσο όρο το 106.

Η διαφορά είναι μεν μικρή, είναι ωστόσο αρκετή για να επηρεάζει τις σχολικές επιδόσεις και τη ζωή των παιδιών γενικότερα, εκτιμούν οι ερευνητές.

Τονίζουν επίσης ότι φρόντισαν να απομονώσουν τους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν το ΙQ: «Σταθμίσαμε τα αποτελέσματα για το μητρικό μορφωτικό επίπεδο, τη μητρική κοινωνική τάξη, αν φιλοξενούνται από υπηρεσίες πρόνοιας, τα γεγονότα στη ζωή τους, οτιδήποτε πηγαίνει στραβά, το οικιακό περιβάλλον, τα βιβλία, την τηλεόραση και άλλα τέτοια» διαβεβαίωσε η Δρ Έμετ.

Επισήμανε ακόμα ότι το δείγμα της μελέτης ήταν μεγάλο: «Είναι ένα τεράστιο δείγμα, πολύ μεγαλύτερο από οποιαδήποτε έρευνα έχει κάνει στο παρελθόν οποιοσδήποτε ερευνητής» είπε.

Όσον αφορά το μηχανισμό του φαινομένου, η Δρ Έμετ υποψιάζεται ότι το πρόχειρο φαγητό δεν προσφέρει επαρκείς ποσότητες βιταμινών και άλλων θρεπτικών στοιχείων.Πηγή : Newsroom ΔΟΛ/www.in.gr/8-2-2011

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/803

Περί εξορθολογισμού του ωραρίου των εκπαιδευτικών

Πηγή : www.alfavita.gr ,10/12/2010

Στον ιστότοπο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ευρυδίκη (http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/eurybase_en.php) βρίσκονται αναλυτικές εκθέσεις των εκπαιδευτικών συστημάτων των ευρωπαϊκών χωρών. Εκεί μπορούμε να βρούμε πολλές πληροφορίες για τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών στις χώρες αυτές.

Ας δούμε λοιπόν τι ισχύει στην Φινλανδία , την χώρα-πρότυπο για την υπουργό μας και τους συμβούλους της.  Οι εκπαιδευτικοί εκεί είναι υπάλληλοι της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Το ωράριο των εκπαιδευτικών βασίζεται στις διδακτικές  τους ώρες οι οποίες κυμαίνονται στην βασική εκπαίδευση από 16-24 ώρες εβδομαδιαίως ανάλογα με το είδος του σχολείου και το αντικείμενό τους (Στην Ελλάδα είναι 16-25 ώρες ανάλογα με το είδος του σχολείου και την προϋπηρεσία τους).

Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι υποχρεωμένοι να παραμένουν στο σχολείο όταν δεν έχουν διδασκαλία ή άλλα καθήκοντα. (Στην Ελλάδα ισχύει το ίδιο με μέγιστο παραμονής τις 6 ώρες την ημέρα και τις 30 την εβδομάδα).

Το διδακτικό έτος διαρκεί 185-190 ημέρες. (Στην Ελλάδα είναι περίπου 180 ημέρες από 1/9 έως 30/6). Οι εκπαιδευτικοί δεν παρευρίσκονται στο σχολείο κατά την διάρκεια των σχολικών διακοπών εκτός κι αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος , όπως και εδώ.

Το 94% των εκπαιδευτικών λειτουργεί με πλήρες ωράριο. Για να θεωρείσαι ότι δεν έχεις πλήρες ωράριο πρέπει να έχεις κάτω από 16 ώρες εβδομαδιαίως.

Δεν υφίσταται αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ούτε της διδασκαλίας(!). Υπάρχει σύστημα «ελέγχου ποιότητας» όπως το ονομάζουν. Στην αρχή της χρονιάς θεσπίζονται κάποιοι στόχοι και στο τέλος παρακολουθείται η υλοποίηση τους. (Είναι προφανές που πήραν τις ιδέες περί αυτοαξιολόγησης!).

Υπάρχει ολοκληρωμένο πρόγραμμα επιμόρφωσης για όλους τους εκπαιδευτικούς.

Στο θέμα της μισθοδοσίας τους θα μας πιάσει μελαγχολία. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούνται από τους καλύτερα αμειβόμενους μισθωτούς με μέσον όρο 3100 ευρώ (δάσκαλοι) τον μήνα έως 3900 (καθηγητές λυκείου) όταν η μέση αμοιβή στην χώρα είναι 2700 ευρώ . Οποιαδήποτε σύγκριση περιττεύει!

Αν διαβάσουμε και για άλλες χώρες θα διαπιστώσουμε ότι το ωράριο εργασίας των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα ακολουθεί διεθνώς αναγνωρισμένες πρακτικές (Γαλλία 15-18 ώρες για την αντίστοιχη Β/θμια, Δανία το πολύ 18 ώρες, Ιταλία 18 ώρες κλπ). Η πιο απαιτητική χώρα από πλευράς διδακτικού ωραρίου είναι το Βέλγιο (20-29 ώρες) ενώ οι Κύπριοι έχουν 18-24 ώρες στην Β/θμια. Η Γερμανία που φαίνεται να είναι πιο «αυστηρή» έχει εισαγωγικό ωράριο 23-25 ή 27 ώρες ανάλογα με το επίπεδο του σχολείου και το αντικείμενο του εκπαιδευτικού (εδώ 21 ώρες για Β/θμια και 25 ώρες για Α/θμια). Απλώς εκεί η μείωση του ωραρίου γίνεται με βάση τις αρμοδιότητες του εκπαιδευτικού μέσα στο σχολείο, το αντικείμενο του και την ηλικία του εκπαιδευτικού και όχι την προϋπηρεσία του όπως εδώ, πράγμα που ακούγεται λογικό.. Αξίζει να σημειώσουμε οτι πουθενά δεν παρατηρείται το ελληνικό φαινόμενο , οι εκπαιδευτικοί να επιφορτίζονται με την διοικητική γραφειοκρατία του σχολείου τους. Παντού οι ασχολίες των εκπαιδευτικών είναι αμιγώς εκπαιδευτικές.

Ακόμα και σε αναπτυγμένες εκπαιδευτικά χώρες δεν είναι υποχρεωτική η παρουσία των εκπαιδευτικών στο σχολείο πέραν του εκπαιδευτικού ωραρίου τους ή πέραν του σχολικού έτους.

Η αξιολόγηση (τουλάχιστον με την απεχθή μορφή του επιθεωρητισμού) δεν είναι πανάκεια αλλά σε αρκετές χώρες ούτε καν αναγκαία.

Όλες οι χώρες έχουν ολοκληρωμένο σύστημα επιμόρφωσης στο οποίο συμμετέχουν ενεργά Πανεπιστημιακές σχολές και όχι αναποτελεσματικά απογευματινά σεμινάρια της πλάκας για κατανάλωση ευρωπαϊκών κονδυλίων όπως γίνεται εδώ. Είναι νομίζω η καθοριστική διαφορά σε σχέση με τις εγχώριες πρακτικές.

Οι αποδοχές τους σε όλες τις προαναφερόμενες χώρες είναι σημαντικά υψηλότερες από τις αντίστοιχες ενός έλληνα εκπαιδευτικού. Βεβαίως στο θέμα αυτό οι υπεύθυνοι σχεδιασμού της εκπαιδευτικής πολιτικής στην χώρα μας σφυρίζουν αδιάφορα αν δεν μας προκαλούν κιόλας διαρρέοντας «ευχάριστες» ειδήσεις περί περικοπής επιδομάτων.

Είναι εμφανές ότι σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες υστερούμε κραυγαλέα σε τέσσερα  πράγματα :

1) Στην επιλογή των εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία.  Εκεί γίνεται με προσοχή και σοβαρότητα. Ουσιαστικό ρόλο παίζουν τα πτυχία και η παιδαγωγική επάρκεια και όχι επιδόσεις σε γραπτούς διαγωνισμούς.

2) Στην ουσιαστική επιμόρφωση όλων των εκπαιδευτικών.

3) Στις  αποδοχές των εκπαιδευτικών.

4) Στην χρηματοδότηση της εκπαίδευσης.

Ήθελα να ήξερα πως η κα Διαμαντοπούλου, έχοντας γνώση (υποθέτω) των παραπάνω στοιχείων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι χρειαζόμαστε « εξορθολογισμό του ωραρίου των εκπαιδευτικών » !! Και μάλιστα ως απλή «αθώα» αναφορά σε άσχετη εγκύκλιο που αφορά συγχωνεύσεις διοικητικών υπηρεσιών της εκπαίδευσης. Είναι η φυσική συνέχεια των 30 μαθητών ανά τμήμα  και των συγχωνεύσεων σχολείων (κόντρα στην γενική παραδοχή ότι τα μικρά σχολεία δουλεύουν καλύτερα). Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να εξοικονομήσουν χρήματα χωρίς να ενδιαφέρονται αν ταυτόχρονα υποβαθμίζουν την ποιότητα της προσφερόμενης εκπαίδευσης.

Δημήτρης Κρανιάς, εκπαιδευτικός

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/801

Οι γονείς δεν λένε πια παραμύθια στα παιδιά

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011, ΤΟ ΒΗΜΑ

ΛΟΝΔΙΝΟ Oι γρήγοροι ρυθμοί εργασίας και οι απαιτητικές συνθήκες ζωής των νέων γονέων στερούν από όλο και περισσότερα παιδιά το πατροπαράδοτο διάβασμα του παραμυθιού πριν από τον ύπνο τους.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει βρετανική έρευνα που διεξήχθη πριν από λίγο καιρό από εταιρεία τηλεπικοινωνιών. Η εταιρεία Τalk Τalk ρώτησε 2.000 γονείς σε όλη τη Βρετανία πόσο χρόνο ξοδεύουν στην ανάγνωση παραμυθιών στα παιδιά τους προτού αυτά κοιμηθούν. Το 52% απάντησε ότι συνεχίζει να διαβάζει στα παιδιά του μια ιστορία ώστε να κοιμηθούν, ενώ το 48% παραδέχθηκε πως πλέον δεν διαθέτει τον απαιτούμενο χρόνο γι΄ αυτή την «υποχρέωση».

Η μελέτη έδειξε επίσης ότι το 80% των ερωτηθέντων πιστεύει πως όντως τα παιδικά παραμύθια συμβάλλουν στην όσο το δυνατόν ομαλότερη και καλύτερη πνευματική ανάπτυξη ενός παιδιού. Η έρευνα αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει τα ευρήματα μιας παλαιότερης μελέτης η οποία υποστήριζε πως η ψυχολογική και νοητική ανάπτυξη ενός παιδιού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια «παιδικό παραμύθι».

Η βρετανική έρευνα έδειξε ότι σχεδόν τα δύο τρίτα των μικρών παιδιών θέλουν από τους γονείς τους να περνούν περισσότερο χρόνο μαζί τους διαβάζοντάς τους παραμύθια προτού κοιμηθούν. Τα παιδιά ηλικίας 3 ως 4 ετών είναι τα περισσότερο «διψασμένα» για παραμύθια, ενώ περισσότερα από τα μισά παιδιά ηλικίας 3-8 ετών χαρακτήρισαν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα την πιο αγαπημένη τους ασχολία με τους γονείς τους. Το διάβασμα παραμυθιού πριν από τον ύπνο βρέθηκε στην πρώτη θέση των προτιμήσεων των μικρών παιδιών, πάνω από την παρακολούθηση τηλεόρασης ή τα βιντεοπαιχνίδια, ενώ το 82% των παιδιών δήλωσαν ότι το διάβασμα ενός παραμυθιού τα βοηθά να κοιμηθούν καλύτερα.

«Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την κυρίαρχη θέση του παραμυθιού ως διαδικασίας εκμάθησης και συναισθηματικής σύνδεσης με τους γονείς» ανέφερε ο παιδοψυχολόγος Ρίτσαρντ Γούλφσον, επικεφαλής της μελέτης, καταλήγοντας πως «αν και είναι δύσκολο για τους γονείς να διαθέσουν πλέον χρόνο στα παιδιά τους για το διάβασμα ενός παραμυθιού πριν από τον ύπνο, ωστόσο αυτές οι στιγμές βοηθούν στην ισχυροποίηση των δεσμών και παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών».


Διαβάστε περισσότερα:
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artId=381669&dt=01/02/2011#ixzz1ChuVhupS

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/791

Επιβεβαιώνεται η αξία του ύπνου στη μνήμη και τη μάθηση

Βερολίνο, Γερμανία

Αν ξενυχτάτε μελετώντας, ξανασκεφτείτε το: Ο ύπνος βοηθά τον εγκέφαλο να εδραιώνει αναμνήσεις και να μαθαίνει νέες πληροφορίες χωρίς να μπερδεύεται, δείχνει νέα γερμανική μελέτη, η οποία φαίνεται να επιβεβαιώνει προηγούμενες έρευνες.

Ο ύπνος, μια κατάσταση που απαντάται σε όλα τα ζώα, ακόμα και τα ασπόνδυλα, παραμένει ακόμα και σήμερα μυστηριώδης. Τα τελευταία χρόνια, όμως, μια πληθώρα ερευνών έχει δείξει ότι η στέρηση ύπνου εμποδίζει το σχηματισμό αναμνήσεων, ο οποίος είναι και το βασικό στοιχείο της μάθησης.

Το τελευταίο πείραμα στη Γερμανία δείχνει ότι ακόμα και μια σύντομη σιέστα βοηθά τον εγκέφαλο να μεταφέρει πληροφορίες από τη βραχυπρόθεσμη στη μακροπρόθεσμη μνήμη, χωρίς να μπερδεύεται από άσχετα ερεθίσματα που αποσπούν την προσοχή.

Η έρευνα δημοσιεύεται στο Nature Neuroscience.

Ο Δρ Μπιόρν Ρας στο Πανεπιστήμιο του Λούμπεκ ζήτησε από 24 εθελοντές να απομνημονεύσουν 15 ζευγάρια εικόνων που έδειχναν ζώα και καθημερινά αντικείμενα. Την ίδια ώρα, οι εθελοντές εκτίθενταν σε μια δυσάρεστη οσμή, την οποία ο εγκέφαλος πιθανότατα συνέδεσε με την νοητική άσκηση.

Σαράντα πέντε λεπτά αργότερα, οι μισοι από τους εθελοντές κλήθηκαν να αποστηθίσουν και μια δεύτερη ομάδα από κάρτες. Την ώρα της προσπάθειας, εκτέθηκαν ξανά στην ίδια οσμή, σχεδιασμένη να επαναφέρει την ανάμνηση της πρώτης άσκησης για να τους μπερδέψει.

Οι υπόλοιποι μισοί εθελοντές κοιμήθηκαν στο μεσοδιάστημα των 45 λεπτών και εκτέθηκαν στην οσμή ενώ βρίσκονταν στη φάση του ύπνου βραδέων κυμάτων. Όταν ξύπνησαν, υποβλήθηκαν στην ίδια δοκιμασία με την πρώτη ομάδα.

Τα τεστ έδειξαν ότι οι εθελοντές που κοιμήθηκαν θυμούνταν καλύτερα τις κάρτες της πρώτης άσκησης. Κατά μέσο όρο μπορούσαν να ανακαλέσουν σωστά το 85% των εικόνων, συγκριτικά με μόλις 60% στην ομάδα που έμεινε άγρυπνη.

«Η ενεργοποίηση των αναμνήσεων [μέσω της οσμής] είχε εντελώς διαφορετικές επιδράσεις στις καταστάσεις εγρήγορσης και ύπνου» δήλωσε στο AFP η Σούζαν Ντίκελμαν, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι, στη διάρκεια του ύπνου, οι φρέσκιες αναμνήσεις μεταφέρονται από τη βραχυπρόθεσμη μνήμη, η οποία εδράζεται σε μια περιοχή που λέγεται ιππόκαμπος, στη μακροπρόθεσμη μνήμη που εδράζεται στο νεοφλοιό, το εξωτερικό στρώμα των εγκεφαλικών ημισφαιρίων.

«Βασιζόμενοι σε δεδομένα από απεικονιστικές μελέτες του εγκεφάλου, προτείνουμε ότι η αιτία αυτού του μη αναμενόμενου αποτελέσματος είναι ότι, από τα πρώτα λεπτά του ύπνου, η μεταφορά [των αναμνήσεων] από τον ιππόκαμπο στο νεοφλοιό έχει ήδη ξεκινήσει» αναφέρει η Ντίκελμαν.

Η ερευνήτρια διευκρίνισε πάντως ότι οι ανθρώπινες αναμνήσεις δεν είναι στατικές, όπως τα δεδομένα που αποθηκεύονται στους υπολογιστες. Αντίθετα, είναι εξαιρετικά δυναμικές και μπορούν να τροποποιηθούν κάθε φορά που τις ανακαλούμε, ακόμα κι αν έχουν μεταφερθεί στο νεοφλοιό πολλά χρόνια νωρίτερα.

Newsroom ΔΟΛ

Πηγή : www.in.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/752

Έρευνα της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων για τη Λογοτεχνία

EREVNA

Πηγή : www.esos.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/728

To θέατρο κάνει καλό στα παιδιά

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Στιγμιότυπο από το Εργαστήρι του θεάτρου Πόρτα
Στιγμιότυπο από το Εργαστήρι του θεάτρου Πόρτα

Πιο ενεργοί πολίτες γίνονται τα παιδιά που παρακολουθούν θέατρο: Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα έρευνας που πραγματοποιήθηκε, τα δύο τελευταία χρόνια, στα παιδιά δώδεκα χωρών της Ευρώπης και στην Παλαιστίνη, μέσα από το ερευνητικό πρόγραμμα «Θέατρο στην Εκπαίδευση». Σύμφωνα με τα στοιχεία, η επίδραση του δράματος και του θεάτρου τόσο στη διαδικασία της μάθησης και της προσωπικής ανάπτυξης όσο και στην κοινωνική προσαρμογή των νέων ατόμων παίζει καθοριστικό ρόλο, ώστε όταν ενηλικιωθούν να γίνουν πιο ενεργοί και πιο συνειδητοί πολίτες, βρίσκονται στο επίκεντρο του προγράμματος που χρηματοδοτείται από ευρωπαϊκά κονδύλια. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα παιδιά που παρακολουθούν κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο σχολείο μαθήματα Εκπαιδευτικού Δράματος και Θεάτρου βρέθηκαν να είναι:

– κατά 13% περισσότερο διαθέσιμα να αποδεχτούν άλλους ανθρώπους ίδιας ή διαφορετικής εθνικότητας

– κατά 8% περισσότερο διαθέσιμα να ψηφίσουν

– κατά 11% περισσότερο διαθέσιμα να ασχοληθούν ή να εμπλακούν σε πολιτικά ζητήματα

σε σχέση με τα παιδιά που δεν παρακολουθούν τα αντίστοιχα μαθήματα.

Ο υπεύθυνος του προγράμματος για τη Μεγάλη Βρετανία, Κρις Κούπερ που είναι και καλλιτεχνικός διευθυντής του Big Brum Theatre in Education Company, θα βρεθεί τις προσεχείς μέρες στην Αθήνα, καλεσμένος της Μικρής Πόρτας και της Ξένιας Καλογεροπούλου για να παρουσιάσει τα συμπεράσματα της έρευνας. Μαζί με τη δασκάλα πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Χριστίνα Βασιλοπούλου, θα μιλήσουν και θα αναλύσουν τα στοιχεία που συγκέντρωσσαν. Είναι άλλωστε η τρίτη φορά που ο Κρις Κούπερ θα συνεργασθεί με την Πόρτα. Η παρουσίαση θα γίνει στο θέατρο Πόρτα και οργανώνεται από την διευθύντρια του Εργαστηρίου Πέγκυ Στεφανίδου-Τσιτσιρίκου. Παράλληλα _από τις 27 Ιανουαρίου 2011, ο Κρις Κούπερ θα διδάξει στο πλαίσιο του Εργαστηρίου του θεάτου Πόρτα.

ΠΟΤΕ & ΠΟΥ

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου, στις 19.00
Θέατρο Πόρτα (Μεσογείων 59)
Είσοδος ελεύθερη _απαραίτητη η κράτηση θέσεων στο τηλ. 210 32 49 829

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/725

Κίνδυνοι για τα παιδιά στο Διαδίκτυο

Όσο τα παιδιά «μπαίνουν» σε όλο και μικρότερη ηλικία στο Ίντερνετ, καθώς επίσης με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα μέσα στη μέρα, αυξάνουν ανάλογα και οι κίνδυνοι με τους οποίους μπορεί να έρθουν αντιμέτωπα.

Η έκθεση του ευρωπαϊκού Δικτύου EU Kids Online, που η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, χρηματοδοτήθηκε από το κοινοτικό πρόγραμμα Safer Internet (Ασφαλέστερο Διαδίκτυο) και πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 25.142 παιδιών ηλικίας 9-16 ετών και των γονέων τους, σε 25 ευρωπαϊκές χώρες. Η έρευνα εξέτασε τους βασικούς διαδικτυακούς κινδύνους που είναι οι εξής: πορνογραφία, εξύβριση (εκφοβισμό), λήψη σεξουαλικών μηνυμάτων, επαφή με ανθρώπους που [τα παιδιά] δε γνωρίζουν από κοντά, δια ζώσης συναντήσεις με επαφές του διαδικτύου, δυνητικά επιβλαβές υλικό που παράγεται από το χρήστη και παράνομη διαχείριση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Η χρήση του Διαδικτύου είναι πλέον απολύτως ενσωματωμένη στην καθημερινότητα των παιδιών: Το 93% των χρηστών 9-16 ετών μπαίνουν στο Διαδίκτυο τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα (το 60% αυτών μπαίνουν στο διαδίκτυο καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά).

Τα παιδιά αποκτούν πρόσβαση στο Διαδίκτυο σε όλο και μικρότερες ηλικίες – η μέση ηλικία για την έναρξη χρήσης του διαδικτύου είναι τα επτά έως οκτώ χρόνια στις Σκανδιναβικές χώρες. Σε όλες τις χώρες, το ένα τρίτο των παιδιών 9-10 ετών που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, μπαίνουν καθημερινά, και αυτό ισχύει για το 80% όσων είναι 15-16 ετών. Η πιο συνήθης τοποθεσία χρήσης του διαδικτύου είναι το σπίτι (87%) και αμέσως μετά το σχολείο (63%).

Τα παιδιά 9-16 ετών χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για σχολικές εργασίες (85%), για να παίζουν παιχνίδια (83%), να παρακολουθούν μουσικά βίντεο (76%) και για άμεσα μηνύματα (62%). Λιγότερα αναρτούν εικόνες (39%) ή μηνύματα (31%) για να τα μοιραστούν με άλλους, χρησιμοποιούν διαδικτυακή κάμερα (webcam) (31%), ιστοσελίδες ανταλλαγής αρχείων (16%) ή κάποιο ιστολόγιο-blog (11%).

Το 59% των παιδιών 9-16 ετών έχουν προφίλ σε ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης – συμπεριλαμβανόμενου του 26% των παιδιών 9-10 ετών, το 49% όσων είναι 11-12 ετών, το 73% όσων είναι 13-14 και το 82% εκείνων που είναι 15-16. Ανάμεσα στους χρήστες ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, το 43% κρατάει το προφίλ του «κλειστό» έτσι ώστε να έχουν μόνο οι φίλοι του πρόσβαση σε αυτό. Το 26% αναφέρουν ότι το προφίλ τους είναι ανοικτό, ώστε να μπορεί οποιοσδήποτε να το δει.

Το 12% των παιδιών ηλικίας 9-16 στην Ευρώπη λένε ότι έχουν ενοχληθεί ή αναστατώθηκαν από κάτι στο διαδίκτυο. Αυτό περιλαμβάνει το 9% των παιδιών 9-10 ετών. Οι κίνδυνοι (π.χ. επαφή με σεξουαλικό υλικό) δεν αντιμετωπίζονται απαραίτητα από τα παιδιά ως κάτι επιβλαβές ή που τα αναστατώνει. Η εξύβριση μέσω διαδικτύου μέσω της λήψης κακόβουλων ή επιβλαβών μηνυμάτων είναι πιο ασυνήθιστη, με ένα στα είκοσι παιδιά να έχουν αυτή την εμπειρία, η οποία είναι όμως πιο πιθανό να τα αναστατώσει.

Τα αγόρια, ειδικά οι έφηβοι, εκτίθενται περισσότερο στις εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, ενώ οι έφηβες είναι σχετικά πιθανότερο να λάβουν κακόβουλα ή επιβλαβή μηνύματα μέσω διαδικτύου. Τα κορίτσια είναι γενικά πιο πιθανό να αναστατωθούν από τους κινδύνους με τους οποίους έρχονται σε επαφή.

Οι κίνδυνοι αυξάνονται με την ηλικία: το 14% των παιδιών 9-10 ετών είχαν εμπειρίες με ένα ή περισσότερους από τους κινδύνους για τους οποίους ερωτήθηκαν, ποσοστό που ανεβαίνει στο 33% για τα παιδιά 11-12 ετών, στο 49% για τα παιδιά 13-14 ετών και στο 63% των παιδιών ηλικίας 15-16.

Πορνογραφία

Το 14% των παιδιών 9-16 ετών δήλωσαν ότι έχουν δει τους τελευταίους 12 μήνες στο Διαδίκτυο εικόνες που είναι «εμφανώς σεξουαλικές- για παράδειγμα, που δείχνουν ανθρώπους γυμνούς ή να κάνουν σεξ». Από τα παιδιά αυτά, ένα στα τρία αναστατώθηκαν από αυτή την εμπειρία. Εξετάζοντας όλα τα Μέσα, το 23% των παιδιών έχουν δει σεξουαλικό ή πορνογραφικό υλικό τους τελευταίους 12 μήνες – με το διαδίκτυο τώρα να είναι εξίσου κοινή πηγή πορνογραφικού υλικού με την τηλεόραση, τις ταινίες και το βίντεο.

Σε σχέση με την εξύβριση-εκφοβισμό (Bullying) μέσω διαδικτύου, το 6% των παιδιών ηλικίας 9-16 ετών έχουν λάβει κακόβουλα ή επιβλαβή μηνύματα μέσω διαδικτύου και το 3% έχουν στείλει τέτοιου είδους μηνύματα σε άλλους. Τα δυο τρίτα όσων έλαβαν μηνύματα εξύβρισης αναστατώθηκαν σχετικά ή πολύ. Πάντως τα περισσότερα περιστατικά εξύβρισης συμβαίνουν περισσότερο στην πραγματική ζωή παρά στο διαδίκτυο.

Το 15% των παιδιών 11-16 ετών έχουν λάβει “σεξουαλικά μηνύματα ή εικόνες με ανθρώπους γυμνούς ή που έκαναν σεξ” από αυτά που αποστέλλονται μεταξύ συνομηλίκων και το 3% λέει ότι έχει στείλει ή έχει αναρτήσει τέτοια μηνύματα. Από όσα παιδιά έχουν λάβει τέτοια μηνύματα, έχει ενοχληθεί σχεδόν το ένα τέταρτο από αυτό.

Από όσους είχαν ενοχληθεί από την ανταλλαγή σεξουαλικών μηνυμάτων (‘sexting’), περίπου τέσσερις στους δέκα εμπόδισαν το άτομο που έστειλε τα μηνύματα (40%) και/ή διέγραψαν τα ανεπιθύμητα σεξουαλικά μηνύματα (38%). Στις περισσότερες περιπτώσεις, το παιδί είπε ότι ή ενέργεια αυτή βοήθησε την κατάσταση.

Η πιο διαδεδομένη ριψοκίνδυνη δραστηριότητα στο διαδίκτυο, όπως αναφέρεται από τα παιδιά, είναι η επικοινωνία με ανθρώπους που δε γνωρίζουν από κοντά. Το 30% των παιδιών ηλικίας 9-16 ετών στην Ευρώπη που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, έχουν επικοινωνήσει στο παρελθόν με κάποιον που δεν έχουν γνωρίσει από κοντά.

Είναι πολύ πιο σπάνιο πάντως για τα παιδιά (9%) να συναντήσουν από κοντά κάποιον που έχουν γνωρίσει μόνο μέσω διαδικτύου. Το 1% των παιδιών (ή ένα στα εννιά από εκείνα που πήγαν σε συνάντηση) έχουν ενοχληθεί από κάποια τέτοια συνάντηση.

Ο δεύτερος πιο διαδεδομένος κίνδυνος είναι η έκθεση σε δυνητικά επιβλαβές υλικό παραγόμενο από τον χρήστη (user-generated). Το 21% των παιδιών 11-16 ετών έχουν εκτεθεί σε έναν ή περισσότερους τύπους δυνητικά επιβλαβούς υλικού παραγόμενου από τον ίδιο τον χρήστη: υλικό που ενισχύει το μίσος (12%), τη νευρική ανορεξία (10%), την τάση αυτο-τραυματισμού (7%), τη λήψη ναρκωτικών (7%), την τάση για αυτοκτονία (5%).

Το 9% των παιδιών 11-16 ετών έχουν πέσει θύματα κακόβουλης μεταχείρισης των προσωπικών τους δεδομένων (υποκλοπή του κωδικού ασφαλείας του παιδιού (7%), ή των προσωπικών τους πληροφοριών (4%).

Οι γονείς

Σύμφωνα με την έρευνα, οι γονείς των παιδιών που είχαν εμπειρία με κάποιον από αυτούς τους κινδύνους, συχνά δεν το συνειδητοποιούν. Το 40% των γονέων των οποίων το παιδί έχει δει σεξουαλικές εικόνες στο διαδίκτυο, δήλωσαν ότι το παιδί τους δεν είχε τέτοια εμπειρία. Το 56% των γονέων των οποίων το παιδί έχει λάβει κακόβουλα ή επιβλαβή μηνύματα μέσω διαδικτύου, λένε ότι δεν είχε κάποια τέτοια εμπειρία. Το 52% των γονέων των οποίων το παιδί έχει λάβει σεξουαλικά μηνύματα, το αρνούνται. Το 61% των γονέων των οποίων το παιδί έχει συναντήσει από κοντά κάποιον που γνωρίζει μέσω διαδικτύου, λένε ότι δεν είχε τέτοια εμπειρία.

Οι περισσότεροι γονείς μιλούν με τα παιδιά τους για το τι κάνουν αυτά στο διαδίκτυο (70%) και μένουν κοντά στο παιδί τους όταν αυτό πλοηγείται στο διαδίκτυο (58%). Όμως, ένας στους οκτώ γονείς (13%) δεν εφαρμόζει ποτέ κάποια από τις μορφές γονικής παρέμβασης. Πάντως οι περισσότεροι γονείς περιορίζουν τα παιδιά τους ως προς τη δημοσίευση προσωπικών τους πληροφοριών (85%), όταν «ανεβάζουν» υλικό (63%) και όταν λαμβάνουν υλικό (57%).

Όμως η χρήση ηλεκτρονικών (αντί τεχνικών) εργαλείων ασφαλείας είναι σχετικά περιορισμένη: λίγο περισσότεροι από το ένα τέταρτο των γονέων εμποδίζει την πρόσβαση ή τοποθετεί φίλτρα στις ιστοσελίδες (28%) και/ή ψάχνει τις ιστοσελίδες που επισκέφθηκε το παιδί τους (24%).

Σχεδόν τα μισά (44%) παιδιά πιστεύουν ότι ο γονικός έλεγχος περιορίζει αυτά που κάνουν στο διαδίκτυο, με το 11% να λέει ότι οι γονείς περιορίζουν τις δραστηριότητες τους πολύ. Το 15% θα ήθελε οι γονείς τους να κάνουν λίγα ή πολύ περισσότερα και το 13% θα ήθελε οι γονείς τους να κάνουν σχετικά λιγότερα.

Ο μεγαλύτερος όγκος συμβουλών προέρχεται από τους γονείς (63%), αμέσως μετά από τους δασκάλους (58%), και μετά από τους συνομήλικους (44%). Οι συνομήλικοι είναι πολύ πιο πιθανό να παρέμβουν περισσότερο πρακτικά, βοηθώντας ο ένας τον άλλο να κάνουν ή να βρουν κάτι όταν δυσκολεύονται.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/706

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση