Συντακτικό Αρχαίων :ΜΕΤΟΧΕΣ (Είδη-Ανάλυση σε δευτρεύουσα πρόταση)

Α. ΕΙΔΗ ΜΕΤΟΧΩΝ

ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ

Γνωρίσματα:

1.    Εκφέρεται συνήθως με άρθρο.

2.    Δεν έχει άρθρο:

–   όταν το υποκείμενο της προηγείται,

–  όταν το όνομα που προσδιορίζει η μτχ. δεν έχει άρθρο: π.χ. σύνειμι ἄνθρωποις δυναμένοις ἀναλίσκειν.

– Όταν η μετοχή είναι παθητικού παρακειμένου ή ενεστώτα : π.χ. ᾪκουν πόλεις καλῶς τετειχεσμένας καί οἰκουμένας.

-Όταν έχει παρενθετική ή επεξηγηματική θέση .Π.χ Ἒπεμψαν Νίκανδρον, σύμμαχον ὄντα…

3.   Συχνά χρησιμοποιείται και ως ουσιαστικό, όταν παραλείπεται το ουσιαστικό που προσδιορίζεται από αυτήν. Από αυτή τη χρήση μερικές ουσιαστικοποιημένες μτχ. κατάντησαν να χρησιμοποιούνται σχεδόν πάντα σαν ουσιαστικά: ὁ ἂρχων, οἱ λέγον­τες, ὁ διώκων (= ο κατήγορος), ὁ φεύγων (= ο κατηγορούμενος, ο εξόριστος), οἱ προσή­κοντες (= οι συγγενείς), ό νικῶν (= ο νικητής), οἱ τεκόντες (= οι γονείς), οἱ θανόντες (= οι νεκροί) …

4.   Συχνά το ουδέτερο επιθετικής μτχ., κυρίως ενεστώτα ή παρακειμένου, τίθεται αντί ουσιαστικού αφηρημένης έννοιας: το παρόν, το μέλλον, το δεδιός (= ο φόβος), το θαρσοῦν (= το θάρρος), το προσῆκον, το συμφέρον, το νοσοῦν (= η αρρώστια), το λυσιτελοῦν (= η ωφέλεια)…

5.   Μεταφράζεται με αναφορική πρόταση (συνήθως), με μετοχή ή με επίθετο ή μένει αμετάβλητη (π.χ. το παρόν). *

6.   Παίρνει άρνηση

ι)   οὐ, όταν φανερώνει κάτι το συγκεκριμένο,

ϋ)  μή, όταν φανερώνει κάτι το αόριστο ή υποτιθέμενο. Σ’ αυτή την περίπτωση η με­τοχή είναι επιθετική (ή αναφορική) – υποθετική και ισοδυναμεί με αναφορικοϋποθετική πρόταση.

7. Η επιθετική μετοχή έχει θέση επιθέτου ή ουσιαστικού και γι’ αυτό συντακτικώς  μπορεί να είναι:

α)  υποκείμενο                                    β)    αντικείμενο

γ)  παράθεση                                       δ)    επεξήγηση

ε)  επιθετικός προσδιορισμός                         στ)   κατηγορούμενο (πάντοτε έναρθρη)

ζ)   κατηγορηματικός προσδ.              η)    ετερόπτωτος προσδιορισμός

(πάντοτε άναρθρη)                              θ)    δοτική προσωπική

ι)   εμπρόθετος προσδιορισμός

*Όταν η επιθετική μτχ. είναι επιθετικός προσδιορισμός, αποτελεί με το προσδιοριζόμενο μια έννοια, ενώ, όταν είναι παράθεση, προσδίδει στο προσδιοριζόμενο απλώς ένα γνώρισμα και γι1 αυτό μπορεί να αφαιρεθεί χωρίς να βλάψει το νόημα.

** Μια επιθετική μετοχή μπορεί να ισοδυναμεί και με αναφορική – τελική ή αναφ. συμπερασματική ή αναφ. αιτιολογική πρόταση.

ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ

Γνωρίσματα:

1. Αναφέρεται στο υποκείμενο ή το αντικείμενο του ρηματικού τύπου από τον οποίο εξαρτάται.

2.Είναι πάντοτε χωρίς άρθρο, όπως και όλες οι άλλες μετοχές εκτός από την επιθετική.

3.Χρησιμεύει ως κατηγορούμενο ή κατηγορηματικός προσδιορισμός του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρήματος.

4.   Συντάσσεται με τα εξής ρήματα:

α)   εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω (η μτχ. με το ρήμα αποτελούν περίφραση),

β)    τυγχάνω, λανθάνω, φθάνω, διάγω, διατελῶ, διαγίγνομαι, διαμένω, διαβιῶ, διατρίβω, φαίνομαι, φανερός εἰμί, δῆλος εἰμί, οἲχομαι… (τα ρήματα αυτά μπορούν να μεταφραστούν με επιρρήματα και η μτχ. με ρήμα),

γ)    έναρξης ή λήξης: ἄρχω, ἄρχομαι, παύω, παύομαι, λήγω, διαλείπω …,

δ)   ανοχής, καρτερίας, καμάτου: ἀνέχομαι, καρτερῶ, ὑπομένω, περιορ(= αδια­φορώ), κάμνω, ἀπαγορεύω (= κουράζομαι),

ε)   ψυχικού πάθους*: ἀγανακτῶ, ἤδομαι, χαίρω, ὀργίζομαι, θαυμάζω, οἰκτείρω, αἰσχύνομαι, βαρέως ἤ χαλεπῶς φέρω, μεταμέλομαι…

*    Από τα ρήμ. αυτά η μτχ. είναι κατηγορηματική, όταν δηλώνει τράξη σύγχρονη και βρίσκεται σε χρόνο ενεστώτα, και αιτιολογική, όταν δηλώνει πράξη προτερόχρονη, όταν δηλ. αυτό που δηλώνει το ρήμα είναι συνέπεια αυτού που δηλώνει η μτχ. Και βρίσκεται σε χρόνο Αόριστο ή Παρακείμενο.

στ) δείξης, αγγελίας, ελέγχου: δείκνυμι, άγγέλλω, δηλῶ, άποφαίνω, παρέχω (= πα­ρουσιάζω), ἐλέγχω, ἐξελέγχω, φανερός δῆλος εἰμί, ἔοικα …,

ζ)    αίσθησης, γνώσης, μάθησης, μνήμης: αισθάνομαι, ὁρῶ, ἀκούω, πυνθάνομαι, εὑρίσκω, γιγνώοκω οἶδα, έπίσταμαι, ἀγνοῶ, μανθάνω, άλίσκομαι, ἐντυγχάνω, μέμνημαι, ἐπιλανθάνομαι…,

η)   εὖ ή κακῶς ποιῶ, ἀδικῶ, χαρίζομαι, νικῶ, ἡττῶμαι,

θ)   πλησμονής, επάρκειας, απόλαυσης, κορεσμού: κορέννυμαι, ἐμπίμπλαμαι, με­στός ή πλήρης εἰμί….

5.Η κατηγορηματική μτχ. των απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων βρίσκεται σε αιτια­τική ουδετέρου, φαινομενικά απόλυτη, π.χ. ἑώρα ἀδύνατον ὄν βίᾳ ἑλεῖν τήν πόλιν.

6.Η κατηγορηματική μτχ. μπορεί να παραλείπεται, όταν είναι του εἰμί ή όταν εννοείται εύκολα.

7.   Τα ρήμ. ἀκούω και αἰσθάνομαι συντάσσονται και ως εξής:

ι)   με γενική + κατηγορηματική μτχ.,

ii)  με αιτιατική + κατηγορηματική μτχ. και

iii) με αιτιατική + ειδικό απαρέμφατο.

8. Μερικά ρήματα συντάσσονται άλλοτε με κατηγορηματική μτχ. και άλλοτε με απα­ρέμφατο, οπότε διαφοροποιείται και το νόημα τους:

9. Πολύ σπάνια μια κατηγορηματική μτχ. συνοδεύεται από το ὡς, όταν αυτή χρησι­μοποιείται αντί ειδικής πρότασης: π.χ. δηλοῖς ὡς τι σημανῶν νέον, (σχήμα ανακό­λουθο).

ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΗ

α) Χρονική

Γνωρίσματα:

1. Βρίσκεται σε όλους τους χρόνους (εκτός από μέλλοντα), συνήθως όμως στον αόριστο.

2.  Ισοδυναμεί με χρονική πρόταση.

3. Συχνά συνοδεύεται από τα χρονικά επιρρήματα: εὐθύς, ἂμα, μεταξύ, ἔτι, αὐτίκα, ἢδη, τότε, ἐνταῦθα (= τότε), εἶτα, ἔπειτα, ἐξαίφνης, ἂρτι, μετά ταῦτα ….

* Όταν υπάρχουν αυτά τα επιρρήματα, δε σημαίνει απαραίτητα ότι η μτχ. είναι χρονική.

4. Η χρονική μτχ. ενεστώτα δηλώνει κατά κανόνα το σύγχρονο και του αορίστου συνή­θως το προτερόχρονο και σπανιότερα το σύγχρονο.

5. Οι μετοχές ἀρχόμενος, τελευτῶν, διαλείπων ή διαλιπών, χρονίζων, ἀνύσας (+ προ­στακτική), όταν είναι χρονικές και αναφέρονται στο υποκείμενο της πρότασης, τότε μεταφράζονται αντίστοιχα: στην αρχή, στο τέλος, ύστερα από λίγο ή αργότερα, ύστε­ρα από καιρό, γρήγορα.

6.  Δέχεται άρνηση οὐ ή μη.

β) Αιτιολογική

Γνωρίσματα:

1. Ισοδυναμεί με αιτιολογική πρόταση.

2.  Συχνά συνοδεύεται από τα μόρια:

ί)   ἂτε (δή), οἷον (δή), οἷα (δή): αιτία πραγματική,

ϋ)   ὡς: αιτία υποκειμενική (= με την ιδέα ότι…, επειδή κατά τη γνώμη μου …),

ϋι) ὣσπερ: αιτία υποτιθέμενη ή ψευδής (= επειδή τάχα …, σαν να …).

3.    Αιτιολογικές είναι συνήθως οι μετοχές:

α) των δοξαστικών ρημάτων (δοκῶν, νομίζων, ἡγούμενος, οἰόμενος, κρίνων, ὑπολαμβάνων, ἐλπίζων, πιστεύων…),

β) των ρημ. ψυχικού πάθους και όσων δηλώνουν φόβο: ἀγανακτῶν, ἀχθόμενος, , ἀπορῶν, δείσας…),

γ) των γνωστικών (γιγνώσκων, εἰδώς, ἐννοήσας, ἐπισταμένος …),

δ) από ρήματα ψυχικού πάθους (δες και κατηγορηματική μτχ.),

ε) των αισθητικών ρημάτων (ὁρῶν, αίσθανόμενος).

4. Οι αιτιολογικές μτχ. τί βουλόμενος, τι παθών, τι μαθών σε ευθείες ερωτήσεις μεταφράζονται με το “τι”, “γιατί”. Όταν υπάρχει δυνητική έγκλιση, οι μτχ. αυτές είναι υποθετικές.

5.  Συχνά μετά την αιτιολογική μτχ. ακολουθούν οι εκφράσεις: οὓτω, δια τοῡτο, διά

ταῦτα

6.Η αιτιολογική μτχ. μετά τους εμπρόθετους της αιτίας «διά τοῦτο», «ἔνεκα ταῦτα»,

«ἐκ τούτου» είναι επεξήγηση.

γ) Τελική

Γνωρίσματα:

1. Ισοδυναμεί με τελική πρόταση.

2. Βρίσκεται κατά κανόνα σε χρόνο, μέλλοντα και πολύ σπάνια σε ενεστώτα (από το ρή­μα «πέμπω», όταν δηλώνει σκοπό που διαρκεί).

3. Εξαρτάται συνήθως από ρήματα που δηλώνουν κίνηση ή ενέργεια, εκλογή ή προσφο­ρά.

4. Η τελική μτχ. μπορεί να συνοδεύεται από το ως, συνήθως όταν δεν εξαρτάται από ρήματα κίνησης ή ενέργειας.

5.  Παίρνει άρνηση μή.

δ) Τροπική

Γνωρίσματα :

1. Συνήθως βρίσκεται σε χρόνο ενεστώτα, σπάνια σε αόριστο.

2. Οι μετοχές ἂγων, ἔχων, φέρων από ρήματα κίνησης είναι τροπικές και μπορούν να μεταφραστούν με την πρόθεση: με + αιτιατική (π.χ. Ἧκε φύλαξ ἂγων Άντιγόνην = … με την Αντιγόνη).

3.   Ορισμένες τροπικές μετοχές αποδίδονται με τροπικά επιρρήματα: χαίρων (= ατι­μώρητα), λαθών (= κρυφά), φέρων (= με ορμή, βιαστικά)…

4.    Παίρνει άρνηση ου και τότε μεταφράζεται με το «χωρίς να …».

ε) Υποθετική

Γνωρίσματα:

1.Ισοδυναμεί με υποθετική πρόταση και γι’ αυτό η ανάλυση της είναι ανάλογη με την απόδοση και το νόημα.

2. Βρίσκεται σε όλους τους χρόνους εκτός από μέλλοντα.

3. Υποθετικές είναι συνήθως οι μετοχές που προσδιορίζουν:

α) δυνητική έγκλιση (οριστική, ευκτική, απαρέμφατο, μετοχή + ἂν),

β) μέλλοντα ή προστακτική,

γ) απρόσωπο ρήματα,

δ) ρηματικά επίθετα σε -τός,

4.Όταν η υποθετική μτχ. εκτός από προϋπόθεση δηλώνει και χρόνο, είναι χρονικοϋπο-θετική και αναλύεται συνήθως σε: ὅταν, ὁπόταν, ἐπάν, έπειδάν + υποτακτική ή ὅτε, ὁπότε + ευκτική επαναληπτική.

5. Παίρνει άρνηση μή. Τις περισσότερες φορές η μτχ. με άρνηση μή είναι υποθετική.

στ) Εναντιωματική

Γνωρίσματα:

1.Ισοδυναμεί με εναντιωματική πρόταση και σχηματίζει υποθετικό λόγο.

2.Δηλώνει εναντίωση, δηλαδή σχέση λογικής αντίθεσης με το ρηματικό τύπο από τον οποίο εξαρτάται (είμαι γενναίος – ηττώμαι: γενναῖοι ὄντες ἤττηθησαν). Ανάμεσα στην έννοια της μετοχής και του ρήματος υπάρχει κάτι το ασυμβίβαστο.

3 Συχνά η εναντιωματική μτχ. συνοδεύεται από τα μόρια: καί, καίπερ, μηδέ (χωρίς να συνδέουν τη μτχ.), καίπερ, καίτοι, ὅμως (συνήθως μετά από τη μτχ.), καί ταῦτα, εἶτα καί ἔπειτα (στην αρχή ευθείς ερώτησης), πάνυ.

4. Οι αιτιατικές απόλυτες ἐξόν, ἐνόν, προσῆκον, δοκοῦν, προσταχθέν, οἶον τ’ ὄν … και  η φάσκων είναι συνήθως εναντιωματικές.

Β. ΣΥΝΗΜΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΗ ΜΕΤΟΧΗ

1.Συνημμένη λέγεται η επιρρηματική μτχ., όταν το υποκείμενο της είναι συντακτικός όρος (υποκείμενο, αντικείμενο, δοτ. προσωπική κ.λπ.) της πρότασης στην οποία ανήκει,

α) Η επιρρηματική μτχ. σε ονομαστική πτώση είναι συνημμένη με το υποκείμενο του ρήματος.

β)   Συνημμένη μπορεί να είναι η μτχ. των προσωπικών ρημάτων και βρίσκεται σε οποια­δήποτε πτώση.

2.Απόλυτη λέγεται η επιρρηματική μτχ., όταν το υποκείμενο της είναι μόνο υποκείμενο της μτχ. και δεν έχει άλλη συντακτική θέση στην πρόταση. Η απόλυτη μτχ. βρίσκεται σε πτώση:

α)   γενική, όταν το ρήμα είναι προσωπικό,

β)   αιτιατική,

i) όταν το ρήμα είναι απρόσωπο ή απρόσωπη έκφραση (σε ουδέτερο γένος ενικού αριθμού). και είναι συνήθως εναντιωματική και

ii) σπανιότερα, όταν το ρήμα είναι προσωπικό (τότε η μτχ. συνοδεύεται από το ὡς ή ὣσπερ και είναι πάντα αιτιολογική),

γ)    ονομαστική, πολύ σπάνια (σχήμα ανακόλουθο).

* Σε ορισμένες περιπτώσεις η επιρρηματική μτχ., ενώ έπρεπε να είναι συνημμένη, αφού το υποκείμενο της είναι όρος της πρότασης, μπορεί να τεθεί ως απόλυτη (για έμφαση) π.χ. Διαβεβηκότος ἤδη Περικλέους… ἠγγέλθη αὐΤῷ ὅτι… (αντί: διαβεβηκότι Περικλεῖ…).

5.  Δύο μετοχές δε συνδέονται:

-όταν είναι διαφορετικού είδους,

– όταν η μία προσδιορίζει την άλλη (μπορεί να είναι και οι δύο ίδιου είδους),

–  όταν δεν προσδιορίζουν την ίδια λέξη,

–  όταν υπάρχει ασύνδετο σχήμα.

Γ. ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕΤΟΧΗΣ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΑ ΠΡΟΤΑΣΗ

Για να αναλυθεί μια μετοχή σε δευτερεύουσα πρόταση:

1. Διαπιστώνεται το είδος της μετοχής (επιθετική, χρονική ..,). Από αυτό εξαρτάται ο υπο­τακτικός σύνδεσμος (ή αναφορική  αντωνυμία) που θα χρησιμοποιηθεί και η έγκλιση, σύμφωνα με τον τρόπο εκφοράς των δευτερευουσών προτάσεων.

2.Το υποκείμενο της μτχ. δίνει το πρόσωπο και τον αριθμό του ρήματος. Φυσικά, όταν η μτχ. γίνεται πρόταση, το υποκείμενο μπαίνει πάντοτε σε ονομαστική.

3. Από το χρόνο που εξαρτάται η μτχ. (αρκτικό ή ιστορικό) επηρεάζεται η μετατροπή της οριστικής ή υποτακτικής σε ευκτική του πλάγιου λόγου.

4. Η μτχ. ενεστώτα και παρακειμένου από ιστορικό χρόνο ισοδυναμεί με παρατατικό ή υπερσυντέλικο, αντίστοιχα.

5.Αν η μτχ. αναλυθεί σε δευτερεύουσα πρόταση με υποτακτική ή ευκτική, διατηρεί το χρόνο της.

6.Οι μετοχές μέλλοντα και αορίστου διατηρούν το χρόνο τους σε οποιαδήποτε έγκλιση και αν αναλυθούν.

7.Η μετοχή αορίστου, όταν αναφέρεται στο παρελθόν γίνεται οριστική· όταν αναφέρεται στο μέλλον, γίνεται υποτακτική ή ευκτική (χρονικοϋποθετική μτχ.).

8. Οι υποθετικές, χρονικοϋποθετικές, αναφορικοϋποθετικές και οι ενα^τιωματικές μετο­χές αναλύονται στις αντίστοιχες προτάσεις με βάση την απόδοση και το νόημα.

9.  Οι τροπικές μετοχές δεν αναλύονται σε προτάσεις.

10.Αν αναλύσουμε μια τελική μτχ. (κανονικά δεν αναλύεται), τότε θα πρέπει να αλλάξει ο χρόνος της μτχ. και να χρησιμοποιηθεί η υποτακτική αορίστου (ή: όπως + οριστ. μέλλο­ντα).

11.Η κατηγορηματική μτχ. μπορεί να αναλυθεί σε ειδική πρόταση με οριστική ή δυνητική έγκλιση (αν συνοδεύεται από το δυνητικό αν), όταν είναι του πλάγιου λόγου κρίσης (από ρήμ. γνωστικά, αισθητικά, δείξης, αγγελίας).

Ανάλυση μετοχών

1. Επιθετική μετοχή

Αναλύεται σε αναφορική πρόταση – με αναφορικές αντωνυμίες.

Π.χ. οἱ ἀκούοντες à ἐκεῖνοι οἳ ἀκούουσι(ν)

Ὁ λάμπων ἥλιος à ἐκεῖνος ὅς λάμπει

2. Κατηγορηματική  μετοχή

Όταν αναλύεται, βάζουμε ὅτι + ρήμα

Π.χ. φαίνομαι ἄρξων ταῦτα à φαίνομαι ὅτι ἄρξω ταῦτα

3. Επιρρηματική μετοχή

α. Χρονική

Αναλύεται με ὄτε, ἐπεί , ἐπειδή + ρῆμα

Π.χ. συγκαλέσαντες à ἐπεί συνεκάλεσαν

β. Αιτιολογική

1) αν έχει: ἄτε(δή), οἶον(δή), οἴα(δή) αναλύεται με ὅτι + ρήμα

2) αν έχει: ὡς,  αναλύεται με ὡς + ρήμα

3) αν δεν έχει τίποτε, αναλύεται απλά σε ἐπεί, ἐπειδή + ρήμα

γ. Τελική

Αναλύεται με ἲνα + υποτακτική αορίστου

Π.χ. ποιήσοντες à ἴνα ποιήσωσι

δ. Υποθετική

Αναλύεται με βάση την απόδοση, που είναι το ρήμα της πρότασης

Π.χ. Ποιούντες κακόν, φεύξονται à ἐάν ποιῶσι κακόν, φεύξονται

ε. Εναντιωματική

Αναλύεται με: εἰ και οριστική ενεστώτα ή πρτ.

στ. Τροπική

Δεν αναλύεται σε δευτερεύουσα πρόταση, γιατί δεν υπάρχει αντίστοιχη τροπική.

Μερικοί βασικοί κανόνες για τις μετοχές

  1. Μια μτχ μέλλοντα είναι ΠΑΝΤΑ τελική
  2. Το ὡς συνοδεύει μια αιτιολογική μτχ με υποκειμενική αιτιολογία (μτφ επειδή τάχα) ή μια τελική μτχ όταν δεν εξαρτάται από ρήμα κίνησης (ή το ὥσπερ)
  3. Μια μτχ που έχει άρθρο ή που ξεκάθαρα προηγείται το Υ της είναι επιθετική (ή αναφορική)
  4. Μια μτχ δίπλα σε οριστική μέλλοντα ή δίπλα σε δυνητική έγκλιση (δυν. Ευκτική ή δυνητική οριστική) είναι υποθετική.
  5. Αν έχει δίπλα της το καίτοι, καίπερ, ὅμως  είναι εναντιωματική
  6. Μια μτχ όταν εξαρτάται από ψυχικού πάθους ρήμα = κατηγορηματική [εφόσον βρίσκεται σε ενεστώτα], όταν όμως προέρχεται από ψυχικού πάθους ρήμα = αιτιολογική

Μτφ Μτχς

  1. Επιθετικές: Με αναφορική πρόταση (ο οποίος/που)
  2. Κατηγορηματικές: να, ότι ,που
  3. Επιρρηματικές: (α) Τροπικές: -οντας / -ώντας. Καθώς

(β) Αιτιολογικές: επειδή

(γ) Χρονικές: αφού, όταν

(δ) Τελικές: για να

(ε) Υποθετικές: εάν, αν

(στ) Εναντιωματικές: αν και, ενώ

Να αναλύσετε τις παρακάτω μετοχές σε δευτερεύουσες προτάσεις

  1. Κῦρος συλλέξας στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον
  2. Δίκαια δράσας συμμάχους τούς θεούς ἕξεις
  3. Ὁ μή ἀδικῶν οὐδενός δεῖται νόμου
  4. Ἕλληνες ὄντες κατά τῆς Ἑλλάδος μάχονται
  5. Ἔπλεον πολεμήσοντες
  6. Οὗτος ἀφίκετο ἄρξων
  7. Τισσαφέρνης ἐπιορκήσας πολεμίους τούς θεούς ἐκτήσατο
  8. Φοβούμενοι τήν ὁδόν, ὅμως συνηκολούθησαν
  9. Μεγάλα πυρά ἐγένετο ἄτε πολλῆς ὕλης οὔσης
  10. Λαβόντες τά ὄπλα παρῆσαν εἰς Σάρδεις
  11. Ἄρχεσθαι μαθών ἄρχειν ἐπιστήσει
  12. Ὁ μέντοι Ἀγησίλαος ἐκείνους καίπερ ὁρῶν οὐκ ἐδίωκεν
  13. Ἡττηθέντων ἡμῶν οὐδείς ἄν ληφθείη
  14. Οἱ στρατιῶται ἐπισιτισμοῦ δεόμενοι διά τοῦτο ἀθυμοῦσι
  15. Ἀποπλεῖ οἴκαδε καίπερ χειμῶνος ὄντος

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω μετοχές

  1. Προμηθεύς κλέψας τό πῦρ τῶν θεῶν τοῖς ἀνθρώποις ἔδωκεν
  2. ὀλίγοι ὄντες ἐνίκησαν
  3. Ἀρταξέρξου βασιλεύοντος Κῦρος ἐπί Σοῦσα ἐστράτευσεν
  4. Ἀθηναῖοι παρεσκευάζοντο ὡς ταῦτα πράξοντες
  5. τούτων οὕτως ἐχόντων βούλομαι σοί συμβουλεῖν
  6. δίκην μεγίστην δώσετε ἀδίκως φονεύσαντες τόν ἄνδρα τοῦτον
  7. Αἵ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις κειμένοις διοικοῦνται
  8. Οὗτοι ἢκουον  τήν χώραν δῃουμένην
  9. Ἔχαιρεν ἀκούων ταῦτα
  10. Οἱ Ἀθηναῖοι οὐκ ἀνείχοντο ἀκούοντες τῶν ἀντιλεγόντων
  11. Ταῦτα δέ ποιήσαντες ἐς τάς Ἀθήνας ἔπεμπον ἄγγελον
  12. Λέγει ὡς ὑβριστής εἰμί ὥσπερ μέλλων ἀληθῆ λέγειν
  13. Οἱ Ἕλληνες παρεσκευάζοντο ὡς δεξόμενοι αὐτόν
  14. Δίκαια δράσας συμμάχους ἕξεις θεούς
  15. Οὐδέν ἐρῶ ἔχων εἰπεῖν
  16. Αἰσχύνοιντο ἄν μή ἀποδίδοντες χάριτος
  17. Οἱ Ἀθηναῖοι εἰς Ἰωνίαν ὕστερον ὡς οὔχ ἱκανῆς οὔσης τῆς Ἀττικῆς ἀποικίαν ἐξέπεμψαν
  18. Πολλάκις πλεονεκτῆσαι ὑμῖν ἐξόν οὐκ ἠθελήσατε
  19. Σύνειμι ἀνθρώποις δυναμένοις ἀναλίσκειν
  20. Νῦν μέν δειπνεῖτε, δειπνήσαντες δέ ἀπελαύνετε
  21. Ὁ δέ Ἀγησίλαος καί μάλα βουλόμενος ἀπάγειν τό στράτευμα, ὅμως ἐκεῖ κατέμεινε
  22. Οἱ Θηβαῖοι ἀνεχώρησαν ἐκ τῆς γῆς οὐδέν ἀδικήσαντες
  23. Ἔλεγεν ὅτι οὐ πόλεμον ποιησόμενοι ἤκοιεν, ἀλλά ἐπιδείξοντες ὅτι φίλοι εἰσίν
  24. Βουλόμενοι αὐτόν ἀποκτεῖναι πέμπουσι τήν Σαλαμινίαν ναῦν.
  25. Ἀφικόμενος εἰς Δελφους ἔθυσε τῷ Θεῷ

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/63

Ενημέρωση μαθητών εκπαιδευτικών και μαθητών για τους φορείς του ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου

Ενημέρωση μαθητών εκπαιδευτικών και μαθητών για τους φορείς του ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/62

Αισθητική Αγωγή: Μουσική και Εικαστικά ως σχέδιο μαθήματος διαθεματικής δράσης

084-099.pdf (application/pdf Object).

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/58

ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

Ο πλάγιος λόγος εξαρτάται συνήθως από ρήματα λεκτικά, ερωτηματικά, κελευστικά  καθώς και από ρήματα βουλητικά, αισθητικά, γνωστικά  ή δοξαστικά.

Οι προτάσεις στον πλάγιο λόγο.

Ο ευθύς λόγος τρέπεται στον πλάγιο με τις ακόλουθες μεταβολές:

1)Οι κύριες προτάσεις κρίσεως μετατρέπονται:

α) σε δευτερεύουσες ειδικές προτάσεις  ύστερα από ρήματα λεκτικά, γνωστικά και  αισθητικά

π.χ     Ευθύς λόγος: Ὑβριστής εἶ .

Πλάγιος λόγος: Λέγει ὁ κατήγορος ὡς ὑβριστής εἰμί.

β) σε ειδικό απαρέμφατο, ύστερα από ρήματα λεκτικά και δοξαστικά.

π.χ.  Ευθύς λόγος: Οὐκ ἒστιν ἂλλη ὁδός.

Πλάγιος λόγος: Οἱ ἡγεμόνες οὔ φασιν εἶναι ἂλλην ὁδόν.

γ) σε κατηγορηματική μετοχή, ύστερα από ρήματα αισθητικά, γνωστικά, και ρήματα που σημαίνουν αγγελία.

π.χ.   Ευθύς λόγος: Φίλιππος Ἡραῖον τεῖχος πολιορκεῖ.

Πλάγιος λόγος: Ἀπηγγέλθη Φίλιππος Ἡραῖον τεῖχος πολιορκῶν.

2)Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας μετατρέπονται σε τελικό απαρέμφατο, ύστερα από ρήματα κελευστικά, απαγορευτικά, ευχετικά  κ.ά

π.χ.  Ευθύς λόγος: Ἀνοίξατε τάς πύλας.

Πλάγιος λόγος: Μειδίας ἐκέλευσεν ἀνοῖξαι τάς πύλας.

3)Οι κύριες ερωτηματικές προτάσεις (ευθείες ερωτήσεις) μετατρέπονται σε δευτερεύουσες ερωτηματικές προτάσεις (πλάγιες ερωτήσεις), ύστερα από ρήματα ἐρωτῶ, ἀπορῶ, θαυμάζω, σκοπῶ, ἐπιμελοῦμαι κ.ά.

π.χ. Ευθύς λόγος: Οἶσθα τι, ὦ Σώκρατες, ἀγαθόν;

Πλάγιος λόγος: Ἀρίστιππος Σωκράτην ἢρετο εἲ τι εἰδείη ἀγαθόν.

4)Οι δευτερεύουσες προτάσεις παραμένουν δευτερεύουσες και

α) ύστερα από ρήμα παροντικού χρόνου διατηρούν και στον πλάγιο λόγο τον ίδιο χρόνο και την ίδια έγκλιση που είχαν στον ευθύ, με  αλλαγή αν χρειάζεται του προσώπου του ρήματος.

π.χ. Ευθύς λόγος: Εἰ μή ποιήσετε ταῦτα, ἔκσπονδοι ἔσεσθε.

Πλάγιος λόγος: Ἀπαγγέλετε δ’ αὐτοῖς ὅτι, εἰ μή ποιήσουσι ταῦτα ἔκσπονδοι ἔσονται.

β) ύστερα από ρήμα παρελθοντικού χρόνου διατηρούν τη δυνητική οριστική και τη δυνητική ευκτική, αλλά και την απλή οριστική ή την υποτακτική τη μετατρέπουν σε ευκτική του πλαγίου λόγου εκτός αν το περιεχόμενο της δευτερεύουσας πρότασης φανερώνει γνώμη του  υποκειμένου της πρότασης και όχι του συγγραφέα ή αν τονίζεται κάτι ως βέβαιο ή με έμφαση.

π.χ. Ευθύς λόγος: Δέξιππον οὐκ ἐπαινῶ, εἰ ταῦτα πεποίηκεν.

Πλάγιος λόγος: Κλέανδρος εἶπεν ὅτι Δέξιππον οὐκ ἐπαινοίη, εἰ ταῦτα πεποιηκώς εἴη.

Ευθύς λόγος: Ἐάν μοι δῶτε τριάκοντα Σπαρτιατῶν, διαβήσομαι εἰς  τήν Ἀσίαν.

Πλάγιος λόγος: Ἀγησίλαος ὑπέστη, ἐάν δῶσιν αὐτῶ τριάκοντα  Σπαρτιατῶν, διαβήσεσθαι εἰς τήν Ἀσίαν.

Κατά τη μετατροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ γίνονται οι εξής μεταβολές:

1)Η οριστική διατηρείται και στον ευθύ λόγο.

π.χ. Πλάγιος λόγος: Κῦρος βοᾶ τῶ Κλεάρχῳ ἂγειν τό στράτευμα κατά  μέσον τῶ τῶν πολεμίων, ὅτι ἐκεῖ βασιλεύς ἐστι.

Ευθύς λόγος: Ἄγε το στράτευμα κατά μέσον τῶ τῶν  πολεμίων, ὅτι  ἐκεῖ βασιλεύς ἐστι.

2)Η ευκτική του πλαγίου λόγου μετατρέπεται σε οριστική ή υποτακτική.

π.χ. Πλάγιος λόγος: Ἤρετο ὃστις ἀφίκοιτο.

Ευθύς λόγος: Τίς ἀφίκετο;

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Εὐθύδημος διεσώπησε σκοπῶν, ὅτι ἀποκρίναιτο.

Ευθύς λόγος: Τί ἀποκρίνωμαι;

3)Η δυνητική οριστική και η δυνητική ευκτική διατηρούνται.

π.χ. Πλάγιος λόγος: Ἀπεκρίνατο ὅτι οὔτ’ ἄν αὐτός ὀνομαστός ἐγένετο.

Ευθύς λόγος: Οὔτ’ ἄν ἐγώ αὐτός ὀνομαστός ἐγενόμην.

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Εἶπεν ὅτι ἔλθοι ἄν εἰς λόγους.

Ευθύς λόγος: Ἔλθοιμι ἄν εἰς λόγους.

4)Η απορηματική υποτακτική διατηρείται.

π.χ. Πλάγιος λόγος: Ὁρῶ σε, ὦ Ἡράκλεις, ἀποροῦντα, ποίαν ὁδόν ἐπί τόν βίον τράπῃ.

Ευθύς λόγος: Ποίαν ὁδόν ἐπί τόν βίον τράπωμαι;

5)Το ειδικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε οριστική.

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Φασίν ποτ’  εἰπεῖν Σόλωνα.

Ευθύς λόγος: Εἶπεν ὁ Σόλων.

6)Το τελικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε προστακτική.

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Παρεκελεύοντο Κύρῳ μή μάχεσθαι, ἀλλ’ ὄπισθεν ἑαυτῶν τάττεσθαι.

Ευθύς λόγος: Μή μάχου, ἀλλ’ ὄπισθεν ἡμῶν τάττου.

7)Η κατηγορηματική μετοχή μετατρέπεται σε οριστική.

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Ἤσθοντο τήν πόλιν καταληφθεῖσαν.

Ευθύς λόγος: Ἡ πόλις κατελήφθη.

8)Το ρήμα της εξάρτησης παραλείπεται.

9)Το πρόσωπο αλλάζει.

π.χ.  Πλάγιος λόγος: Εἶπεν ὅτι, ἐπειδάν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθύς  ἀποπέμψει αὐτόν.

Ευθύς λόγος: Ἐπειδάν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθύς ἀποπέμψω σε.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/56

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ

ΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ

  • αρκτικοί χρόνοι = ενεστώτας μέλλοντας, παρακείμενος. Ακόμα θεωρούνται αρκτικοί χρόνοι η υποτακτική, η προστακτική, η δυνητική και ευχετική ευκτική όλων των χρόνων,
  • Ιστορικοί χρόνοι = παρατατικός αόριστος υπερσυντέλικος στην οριστική, ο ιστορικός ενεστώτας και δυνητική οριστική, Επίσης ιστορικοί χρόνοι θεωρούνται η ευκτική, το απαρέμφατο, η μετοχή όταν εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο,

ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

Απλή οριστική: και στον εξαρτημένο και στον ανεξάρτητο λόγο, εκφράζει κάτι το πραγματικό, Η οριστική των απρόσωπων στον παρατατικό π .χ. εχρην, έδει, προσήκει, εξην, δίκαιον ην, προσήκον, ην, οίον τε ην.,. δε δηλώνει το πραγματικό αλλά το μη πραγματικό π.χ. Ἐχρην τόν Σωκράτην διδάσκειν τούς συνόντας σωφρανειν,

Δυνητική οριστική: (οριστική ιστορικού χρόνου + αν δυνητικό) και στον ανεξάρτητο και στον εξαρτημένο λόγο εκφράζει κάτι που θα μπορούσε να γίνει στο παρελθόν, κάτι το απραγματοποίητο και το μη πραγματικό,

Ευχετική οριστική: (οριστική παρατατικού ή σπάνια αορίστου με το ει γαρ (ή) είθε μόνο στον ανεξάρτητο λόγο εκφράζει ευχή ανεκπλήρωτη (ή) το μη πραγματικό, Ορ. Πρτ, -> ευχή ανεκπλήρωτη στο παρόν

Ορ. Αορ, -> ευχή ανεκπλήρωτη στο παρελθόν

ανεξάρτητο λόγο, εκφράζει τη θέληση του υποκειμένου, Τίθεται σε ατ πληθυντικό. Απορρηματική υποτακτική:   (προηγούνται  μερικές φορές τα   βούλει,   βούλεσθε) εκφράζει απορία του υποκειμένου και στον εξαρτημένο και στον ανεξάρτητο λόγο (ευθείες ερωτήσεις),

Απλή υποτακτική: μόνο στον εξαρτημένο λόγο εκφράζει το προσδοκώμενο π αόριστη επανάληψη στο παρόν και το μέλλον,

Απλή ευκτική ή ευχετική ευκτική: μόνο στον ανεξάρτητο λόγο, εκφράζει ευχή που μπορεί να εκπληρωθεί στο παρόν – μέλλον,

Δυνητική ευκτική: (εκτός μέλλοντα) και στον ανεξάρτητο και στον εξαρτημένο λόγο εκφράζει κάτι που μπορεί να γίνει στο παρόν ή μέλλον,

Ευκτική του πλαγίου λόγου: μόνο στον εξαρτημένο λόγο, εξαρτάται πάντα από ιστορικό χρόνο. Μεταφράζεται με οριστική ή υποτακτική, βρίσκεται στις ειδικές, αιτιολογικές (σπάνια), πλάγιες, τελικές, ενδοιασπκές αναφορικές υποθετικές, χρονικές προτάσεις.

Επαναληπτική ευκτική: βρίσκεται κοντό σε αόριστο χρόνο, βρίσκεται στις χρονικές προτάσεις, αναφορικές, υποθετικές Εκφράζει επανάληψη, Προστακτική: μόνο στον ανεξάρτητο λόγο, δηλώνει έντονη απαίτηση,

Οι προτάσεις κρίσεως: εκφέρονται με απλή οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική, ευκτική του πλάγιου λόγου. Άρνηση ου (ουκ, ουχ).

Οι προτάσεις επιθυμίας εκφέρονται με υποτακτική, προστακτική, ευχετική οριστική, ευχετική ευκτική, ευκτική του πλάγιου λόγου, Άρνηση μη.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/55

Θεωρία της λογοτεχνίας

Ο Αριστοτέλης δηλώνει στην Ποιητική του ότι δεν έχουμε μία λέξη για να ονομάσουμε όλα τα ποιητικά είδη, όπως είναι η επική, λυρική και δραματική ποίηση αφενός και η επιστημονική αφετέρου. Ο πατέρας της ποιητικής ήθελε να μελετά ταυτόχρονα τη μυθοπλαστική και τη μη μυθοπλαστική ποίηση, να κάνει θεωρητικά σχόλια για τον Όμηρο, τον Πίνδαρο, τον Σοφοκλή, τον Εμπεδοκλή. Για το σκοπό αυτό, οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη γράμματα ή και το επίθετο γραμματική (εννοείται τέχνη). Μεταγενέστερη είναι η λέξη γραμματεία. Η λέξη λογοτεχνία είναι μεσαιωνική, ενώ λογοτέχνης είναι ο μετά τέχνης κοσμών τον λόγον, ο ρήτωρ.
Στα λατινικά, literatura χρησιμοποιείται από τον Κικέρωνα και σημαίνει «το γραπτό, τα γράμματα», από τον Σενέκα και σημαίνει «μόρφωση, γνώσεις», ενώ στον Τάκιτο είναι το αλφάβητο, πιθανότατα αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε, στη θεωρία της λογοτεχνίας, σημαίνον, γράμμα, αλλά με τη δυνατότητα να σημαίνει.
Η λέξη που προέρχεται από το λατινικό literatura εμφανίστηκε στα γαλλικά γράμματα γύρω στα 1432, με την έννοια «γνώσεις, μόρφωση», και γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα άρχισε να σημαίνει στη γαλλική, αγγλική και γερμανική έργα με αισθητική ποιότητα και πρόθεση. Σήμερα στα γαλλικά και τα αγγλικά, littérature, literature αντίστοιχα σημαίνουν επίσης την κριτική και τη μελέτη της λογοτεχνίας (άρα λογοτεχνία και φιλολογία). Με άλλα λόγια, οι λέξεις αναφέρονται στο αντικείμενο και την κριτική του, η μελέτη της λογοτεχνίας ταυτίζεται με την ίδια, θεωρείται το alter ego της.
Η θεωρία της λογοτεχνίας, σύγχρονη μορφή της ποιητικής του Αριστοτέλη, αρχίζει με τους Ρώσους φορμαλιστές. Το χειμώνα του 1914-1915, Ρώσοι φοιτητές ιδρύουν τον Γλωσσολογικό Κύκλο της Μόσχας, με στόχο να προωθήσουν τη γλωσσολογία και την ποιητική. Το 1926 ιδρύεται ένας παρόμοιος κύκλος στην Πράγα και από εκεί οι ιδέες των Φορμαλιστών γίνονται γνωστές σε όλο τον κόσμο.
Οι Φορμαλιστές δεν εξηγούν το λογοτεχνικό έργο, χρησιμοποιώντας τη βιογραφία του λογοτέχνη ή το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο θα μπορούσε να ενταχθεί. Τοποθετούν το λογοτεχνικό έργο στο επίκεντρο της μελέτης τους και το εξετάζουν ως εντελώς αυτόνομο. Χρειάζεται επομένως μια ειδική επιστήμη για να το μελετήσει και αυτή είναι η ποιητική, την οποία αποκαλούν επίσης θεωρία της λογοτεχνίας (ή, καλύτερα, επιστήμη της φιλολογίας).
Οι Φορμαλιστές δεν αρνούνται ότι η ζωή μπορεί να επηρεάσει ένα έργο. Ισχυρίζονται, ωστόσο, πως «Όταν η ζωή εισέρχεται στη λογοτεχνία, γίνεται λογοτεχνία και πρέπει να εκτιμάται ως λογοτεχνία», όπως γράφει ο Τυνιάνοφ ( «Η έννοια της δομής»[1923]). Η ζωή μεταμορφώνεται τόσο πολύ όταν γίνεται λογοτεχνία που είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι από το έργο και όχι αντανάκλαση της πραγματικότητας. Πρέπει επομένως να κριθεί ως λογοτεχνία και όχι σύμφωνα με το βαθμό ομοιότητας που έχει με την πραγματικότητα.
Στην προσπάθειά τους να δώσουν έναν ορισμό στη λογοτεχνία, οι Φορμαλιστές ανακάλυψαν ότι η συνήθεια μας εμποδίζει να δούμε και να νιώσουμε τα αντικείμενα. Για να τραβήξει την προσοχή μας στα πράγματα, ο λογοτέχνης χρησιμοποιεί τη μέθοδο της αποξένωσης: παραμορφώνει την πραγματικότητα με μια σειρά από λογοτεχνικές συμβάσεις. Ωστόσο, τα τεχνάσματα αυτά γίνονται εύκολα αυτοματισμοί. Γι’ αυτό υπάρχουν οι λογοτεχνικές επαναστάσεις, που αλλάζουν τις λογοτεχνικές συμβάσεις, αλλά και το προσωπικό ύφος του συγγραφέα, που ξεφεύγει και από τη ρουτίνα της ζωής και από τη ρουτίνα της λογοτεχνίας. Το καινούργιο στοιχείο που φέρνει κάθε λογοτέχνης είναι ο τρόπος που βλέπει και που μας προκαλεί να βλέπουμε την πραγματικότητα.
Υπό τη σκιά των Φορμαλιστών, οι Wellek και Warren δημοσιεύουν το κλασικό βιβλίο τους Theory of Literature. Και ίσως δεν πρέπει να αγνοήσουμε το γεγονός ότι literature αντιστοιχεί σε δύο ελληνικές λέξεις: λογοτεχνία και φιλολογία, άρα η μετάφραση του τίτλου θα μπορούσε να ήταν «Φιλολογική θεωρία», άλλωστε Théorie littéraire το μετέφρασαν οι Γάλλοι. Οι συγγραφείς του βιβλίου αποκαλούν φιλολογική θεωρία τη «μελέτη των αρχών, των κατηγοριών και των κριτηρίων της λογοτεχνίας». Φιλολογική θεωρία είναι κάθε προβληματισμός σχετικός με τη λογοτεχνία και τα λογοτεχνικά κείμενα. Κριτική της λογοτεχνίας είναι η συγχρονική μελέτη των λογοτεχνικών κειμένων ή η μελέτη μεμονωμένων έργων. Ιστορία της λογοτεχνίας είναι η διαχρονική μελέτη των λογοτεχνικών έργων ή η εξέλιξη των λογοτεχνικών ειδών. Φιλολογική θεωρία ονομάζουν επίσης τη θεωρία της κριτικής και της ιστορίας της λογοτεχνίας: κριτική και ιστορία της λογοτεχνίας είναι τόσο αλληλένδετες με τη φιλολογική θεωρία που δεν είναι δυνατόν να τις διανοηθούμε χωριστά.
Σύμφωνα με τους Wellek και Warren η μελέτη της λογοτεχνίας μπορεί να είναι εξωτερική ή εσωτερική. Εξωτερική είναι η κριτική που μελετά το έργο με τη βοήθεια της βιογραφίας του συγγραφέα, του περιβάλλοντος στο οποίο έζησε, της φιλοσοφίας και των ιδεών, των ιστορικών γεγονότων. Οι θεωρίες όμως έχουν αλλάξει από τότε που οι δύο θεωρητικοί δημοσίευσαν το βιβλίο τους. Μονάχα στη Γαλλία, αναπτύχθηκαν μεταξύ άλλων η φαινομενολογική κριτική του Bachelard, η ψυχοκριτική του Mauron, η κοινωνιοκριτική του Goldmann, η στρουκτουραλιστική κριτική του Barthes, η αποδόμηση του Derrida. Έγιναν γνωστές στη Δύση οι θεωρίες του Μπαχτίν, ενώ ο Jakobson συνεργάστηκε με τον Lévi-Strauss. Σε αυτές τις θεωρίες, ενώ τονίζεται η αυτονομία του λογοτεχνικού έργου, αυτόνομο δεν σημαίνει αποκομμένο από τις άλλες δημιουργίες ή πράξεις του ανθρώπου.
Η εσωτερική κριτική ταυτίζεται με την ποιητική – την επιστήμη που μελετά τη λογοτεχνία από τη σκοπιά της λογοτεχνικότητας. Το λογοτεχνικό κείμενο εξετάζεται αποκλειστικά μέσα στο πλαίσιο της λογοτεχνικής παραγωγής και αγνοεί οτιδήποτε δεν είναι λογοτεχνία. Η ποιητική συνδέει τη φιλολογία με τη γλωσσολογία και τη ρητορική.
Σήμερα ο θεωρητικός της λογοτεχνίας προβληματίζεται όχι μονάχα για τη λογοτεχνικότητα του κειμένου αλλά και για τις σχέσεις της λογοτεχνίας με τους άλλους θεσμούς. Η θεωρία της λογοτεχνίας επισημαίνει τη σπουδαιότητα της λογοτεχνίας, αφού τη μεταχειρίζεται ως αντικείμενο ειδικής μελέτης, ενώ συνδέει τη φιλολογία με άλλες επιστήμες.
Η μεγαλύτερη κατάκτηση της επιστήμης της φιλολογίας τα τελευταία χρόνια είναι η συνειδητοποίηση ότι πρέπει να αλλάξουν οι ερωτήσεις που θέτουμε στο κείμενο. Τον δέκατο ένατο αιώνα ρωτούσαμε: ποιος ήταν ο άνθρωπος που έγραψε το κείμενο, τι συνέβαινε γύρω του τότε που το έγραφε; Αντί να ρωτάμε, λ. χ., τι λέει ένα κείμενο (περιεχόμενο) ή, όπως οι Φορμαλιστές, να κάνουμε καταλόγους των υφολογικών στοιχείων (μορφή), ρωτάμε: α) Πώς ένα κείμενο λέει αυτό που λέει; Εξετάζουμε περιεχόμενο και μορφή ταυτόχρονα, ενώ αποκαλύπτουμε το μηχανισμό, άρα τα μυστικά, του κειμένου. β) Γιατί ένα κείμενο λέει αυτό που λέει; Εκφράζουμε τη γνώμη μας για τις πιθανές αιτίες της γένεσής του. (Εδώ μπορούμε να εντάξουμε και τη βιογραφική μελέτη.) γ) Τι κάνει, πώς δρα, ένα κείμενο όταν το διαβάζουμε; Πώς επιδρά στον αναγνώστη; Τώρα πια που έχουμε τον όρο λογοτεχνία, αμφισβητούμε το φαινόμενο. Αναρωτιόμαστε: Πώς λειτουργεί; Γιατί υπάρχει; Πώς με εμπλέκει εμένα τον αναγνώστη; Πρέπει όμως πάντα να ξεχωρίζουμε ανάμεσα στο ίδιο το κείμενο και την επίδρασή του στον αναγνώστη, διαφορετικά η αστάθεια του κειμένου είναι δεδομένη.

www.didaktiki.eu

Ζωή Σαμαρά © 2007

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/54

ΥΦΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΥΦΟΣ

ΥΦΟΣ είναι ο ιδιαίτερος εκείνος τρόπος, με τον οποίο ο συγγραφέας εκφράζει τον ψυχικό του κόσμα Είναι θα λέγαμε τα «δακτυλικά αποτυπώματα» του πνεύμα­τος και της ψυχής του. Και μην ξεχνάμε το λεχθέν: «Το ύφος είναι ο άνθρωπος».

Αρετές ύφους: Σαφήνεια, κυριολεξία, ακρίβεια, φυσικότητα, ευγένεια, ευπρέπεια, ποι­κιλία, λιτότητα (όχι πομπώδεις φρασεις), αρμονία (ευάρεστο ακουστικό αίσθημα – κα­τάλληλη εκλογή λέξεων ή φράσεων).

Σφάλματα ύφους (ελαττώματα): α) βαρβαρισμός (= παράβαση γραμματικών κανό­νων), β) σολοικισμός (- παράβαση συντακτικών κανόνων), γ) νεολογισμός (= εκτεταμένη χρήση νέων, ξένων ή και ανύπαρκτων λέξεων), δ) ιδιωματισμός (= κατάχρηση λέξεων που δεν χρησιμοποιούνται στις εκφράσεις μας), ε) αναχρονισμός (= απόδοση συνηθειών και ιδεών σε ανθρώπους μιας εποχής κατά την οποία οι συνήθειες και οι ιδέες αυτές ήταν άγνωστες: π.χ. ο ιπποτισμός των αρχαίων Ελλήνων – ενώ είναι ιδέα του Μεσαίωνα στ) ανάμειξη δημοτικής και καθαρεύουσας.

Κατηγορίες ύφους (ένταση και τονισμός περιεχομένου)

1. Απλό (ή αφελές): χωρίς λογοτεχνικά στολίδια

(π,χ. Αλ. Παπαδιαμάντης).

2. Μέσο (ή γλαφυρό ή κομψό): ανάμεσα στο απλό και το υψηλό (πλούτος και ποικι­λία εκφραστικών μέσων, π,χ. Στρ. Μυριβήλης).

3. Υψηλό (ή αδρό): μεγαλείο, σφοδρότητα, μεγαλοπρέπεια, υψηλές ιδέες (π.χ. Δίον. Σολωμός, Κ. Παλαμάς).

4. Μικτά συνδυασμός των προηγούμενων κατηγοριών.

5. Α νόλογα με “το θέμα του: ρητορικό, αφηγηματικό, ιστορικό, λυρικό, επικό, τραγι­κό, ελεγειακό-

«Μη ζητάς ένα ύφος: σκέψου, μελέτα, δούλεψε, αγάπα, ζήσε – και τότε θα το βρεις» .

ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ

(Στολίδια ύφους)

Α. Σχήματα λέξεων

1. Μεταφορά («μεταφέρουμε» τη σημασία μιας λέξης σε μια άλλη κατ’ αναλογία: π.χ. «τρικυμία ψυχής»). Η μεταφορά είναι στην ουσία μια σύντομη παρομοίωση και λείπει το «σαν»: π,χ. «η ψυχή του ήταν σαν θάλασσα-».

2. Μετωνυμία (αντικατάσταση μιας λέξης με άλλη: π,χ. χακί αντί στρατός, Άρης αντί πόλεμος).

3. Συνεκδοχή (όταν παίρνουμε το μέρος αντί του όλου και αντίστροφα: π.χ. «χαίρε­ται ο Τούρκος στ’ άλογο κι ο Φράγκος στο καράβι», Δημοτικό, αντί οι Τούρκοι – οι Φράγκοι).

4. Αλληγορία (άλλα εννοούμε κι άλλα γράφουμε. Π.χ.  «Μέριασε βράχε (= Τουρκία -Τούρκοι) να διαβώ το κύμ’ (= η επαναστατημένη Ελλάδα) ανδρειωμένο»)

5. Αντονομασία (αντικατάσταοη προσηγορικών ονομάτων με κύρια και αντίστροφα: π,χ. Σωκράτης αντί σοφός, ο Γέρος του Μοριά αντί Κολοκοτρώνης).

6. Παραδοξολογία ή οξύμωρο (όταν έχουμε δύο λέξεις που η μία αποκλείει την άλλη: π.χ. «… μια νέα γραία», «Νύμφη ανύμφευτε»).

7.Λιτότητα (η χρησιμοποίηση αντίθετης έννοιας με άρνηση: π.χ. «Δεν ξέρω» αντί αγνοώ).

8. Ευφημισμός (η απόδοση, σε κάτι που φοβόμαστε, καλού ονόματος: π,χ, «Ειρηνι­κός ωκεανός»).

9.Υπερβολή (μεγαλοποίηση αντικειμένων πέραν των φυσικών τους ορίων: π,χ. «Τ’ αδέρφια σχίζουν τα βουνά και δέντρα ξεριζώνουν», Δημοτικό).

10. Αναστροφή (όταν η επόμενη πρόταση αρχίζει από τη λέξη με την οποία τελειώ­νει η προηγούμενη: π.χ. «Αφέντη μου, στα σπίτια σου χρυσές καντήλες φέγγουν /φέγγουν στους ξένους να δειπνούν.», Δημοτικό).

11. Έλλειψη ή βραχυλογία (η αφαίρεση μιας ή περισσότερων λέξεων από μια φράση για συντομία και ζωηρότητα: π.χ. «Κι αν είστε εσείς νερόχαρες, / το τραγούδι μου [ είναι] κύμα_», Κ. Παλαμάς).

12. Πλεονασμός (αντίθετο της έλλειψης – ύπαρξη περιττών λέξεων: π,χ. «Τον είδες με τα μάτια σου γιαγιά τον βασιλέα;», Γ. Βιζυηνός).

11. Επανάληψη ή επαναφορά ή αναφορά (όταν αλλεπάλληλες προτάσεις ή ενότητες αρχίζουν με την ίδια λέξη: π.χ. «Κρυφά το λένε τα πουλιά, κρυφά το λεν τ’αηδόνια, /κρυφά το λέει κι ο Γούμενος_», Δημοτικό).

14. Παλιλλογία ή αναδίπλωση ή επαλληλία (ένα είδος πλεονασμού = επανάληψη μιας λέξης ή φράσης: π,χ. Για πες μας, πες μας, σταυραητέ, τι κάνουν οι δικοί μας», Δημοτικό).

15. Περίφραση (όταν μια έννοια, που μπορεί ν’ αποδοθεί μονολεκτικά, διατυπώνεται με περισσότερες λέξεις: π.χ. «το άστρο της ημέρας» αντί ο ήλιος, «Δήμητρος καρπός» αντί σίτος).

16. Δίπλωση (όταν μια λέξη επαναλαμβάνεται ασύνδετος, για έμφαση: π.χ. «Η Φραγκογιαννού έτρεχεν, έτρεχε.», Αλ. Παπαδιαμάντης)

17. «Εν δια δυοίν» (παράταξη δύο εννοιών, εκ των οποίων η μία είναι προσδιορισμός της άλλης: π,χ. «Γυναίκες, πού είναι οι άντρες σας και οι καπεταναίοι» , Δημοτι­κό).

18.Ασύνδετο-Πολυσύνδετο (παράταξη αλλεπάλληλων εννοιών ή προτάσεων χωρίς κανένα σύνδεσμο: π,χ. «Σημαίνει ο θεός» σημαίνει η γη, σημαίνουν τα επουρά­νια…», Δημοτικό).

Β. Σχήματα νοημάτων

1.  Προσωποποίηση (απόδοση ιδιοτήτων έμψυχων λοντων σε άψυχα: π,χ. «Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος, τα δυο βουνά μαλώνουν», Δημοτικό).

2. (μία εκτεταμένη μεταφορά =

μάτων που έχουν ομοιότητα μεταξύ τους, για να καταστήσουμε το ένα απ’ αυτά πιο αισθητό και ζωηρά π.χ. «Μεγάλο σαν ψηλό βουνό κι ίσιο σαν κυπαρίσσι-», Δημοτικό).

3. Αντίθεση (παράθεση δύο αντίθετων εννοιών: π,χ. φτωχός-πλούσιος, νέος-γέρος).

4.  Υποφορά (όταν ρωτάμε κάτι και με πρώτη: π,χ. «Γιατί είναι μαύρα τα βουνά και στέκουν βουρκωμένος/ μην άνεμος τα πολεμά, μήνα βροχή τα δέρνει», Δημοτικό).

5. Κλιμακωτό (παρουσίαση ιδεών σε μια βαθμιαία σειρά και ακολουθία: π,χ. «όμορ­φη, πλούσια κι άπαρτη και σεβαστή κι αγία», Δίον. Σολωμός).

Γ. Σχήματα από τη θέση των λέξεων

1. Υπερβατό (αποχωρισμός λέξης από εκείνη την οποία προσδιορίζει, με την παρεμ­βολή άλλων: π,χ. «πίνει το κρινοστάλαχτο της πλάκας το φαρμάκι», Δημοτικό).

2. Χιαστό (σε δύο διαδοχικές φράσεις, η δεύτερη περιέχει στοιχεία σε τάξη αντί­στροφη της πρώτης: π.χ. «Το ντουφέκι ανάβει, αστράφτει, / λάμπει, κόφτει το σπαθί», Διον. Σολωμός).

3. Πρωθύστερο (η δεύτερη από τις δύο έννοιες προηγείται λογικά της πρώτης: π.χ. «Ξεντύθη ο νιος, ξεζώστηκε και στο πηγάδι εμπήκε», Δημοτικό)

4. Κύκλος (όταν μια φράση αρχίζει και τελειώνει με την ίδια λέξη: π.χ. «Σταθήτε ανδρείοι σαν Έλληνες και σαν Γραικοί σταθήτε», Δημοτικό)

5.  Ομοιοτέλευτο (όταν οι περίοδοι τελειώνουν με ομόηχες συλλαβές π.χ. «Τρίβε τα σίδερα τα στοιχειωμένα, κάμε τα σκουριά να πέσουν απ’ τα χέρια τα δεμένα», Γ. Βλαχογιάννης).

6. Παρήχηση (επανάληψη ίδιων συμφώνων = τεχνική επανάληψη ήχων για δημιουρ­γία ευχάριστου αισθήματος: π.χ. «Μύριοι κρότοι αντηχούν εις τα άντρα και εις τους βράχους- Και άλμη και θάλπος ηλίου, καθίστα μελαψός τας όψεις των αν­θρώπων», Αλ. Παπαδιαμάντης· επανάληψη του «ρ» στην πρώτη πρόταση και του «λ» στη δεύτερη).

ΤΡΟΠΟΙ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΝΟΗΜΑΤΩΝ

Α. Όταν μια ιδέα παρουσιάζει αντίθεση :

Με τις εκφράσεις: αντίθετα, απεναντίας, αντίστροφα, αντί γι’ αυτό, δε συμβαίνει το ίδιο, οι απόψεις που διατυπώνονται είναι διαμετρικά αντίθετες, θα διατυπωθεί ίσως η αντίρρηση, υποστηρίζεται όμως από πολλούς ότι… κλπ.

[Οι παρακάτω εκφράσεις μπορεί να τεθούν μέσα σε μια παράγραφο, ανάλογα με τις ιδέες που θα διατυπώσουμε σε αυτήν, ή να αποτελούν μεταβατικό – συνδετικό κρίκο της μίας παραγράφου με την επόμενη].

Β. Όταν προσθέτουμε ιδέες που συγκλίνουν τις συνδέουμε με τις εκφράσεις:

Επίσης, εξάλλου, ακόμα, εκτός απ’ αυτό, το ίδιο συμβαίνει, ένα άλλο εξίσου (δυσάρεστο – ευχάριστο- θετικό – αρνητικό) επακόλουθο, αξίζει να προσθέσουμε ότι, δε φτάνει μόνο αυτό, χρειάζεται και… κατ’ επέκταση

Γ. Όταν δύο ιδέες αλληλοσυμπληρώνονται συνδέονται με:

Αφενός, – αφετέρου, πρώτα – έπειτα, κατά πρώτο – κατά δεύτερο λόγο, πρώτα-πρώτα … ύστερα, πρώτα, πρώτα – τέλος.

Δ. Όταν θέλουμε να τονίσουμε τη δεύτερη ιδέα περισσότερο από την πρώτη:

Όχι μόνο – αλλά ακόμη, όχι μόνο- αλλά επίσης, επιπλέον εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία, το σημαντικότερο (ή χειρότερο) από όλα, αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα ότι, ας σημειωθεί ότι

Ε. Όταν τρεις ιδέες συμπληρώνουν η μία την άλλη:

Αφενός – αφετέρου – τέλος, κατά πρώτο λόγο – κατά δεύτερο – κατά τρίτο

Στ. Όταν μία ιδέα περιορίζει μία προηγούμενη εκφράζοντας επιφύλαξη:

Αλλά, όμως, ωστόσο, κι όμως, άλλωστε, φυσικά, επίσης, βέβαια, εντούτοις

Ζ. Όταν θέλουμε να ανακεφαλαιώσουμε ή να διατυπώσουμε συμπεράσματα:

Επομένως, γι΄ αυτό, έτσι, λοιπόν

Η. Όταν συνδέουμε προτάσεις που δείχνουν χρόνο:

Έπειτα, εντωμεταξύ, αργότερα, τώρα, προηγουμένως, συγχρόνως, ταυτόχρονα, αμέσως

Θ. Όταν μια ιδέα αποτελεί αιτία ή αποτέλεσμα άλλης:

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα (συνέπεια), προϋπόθεση (συνέπεια) όλων αυτών είναι, αυτό δε θα γινόταν αν, τις αιτίες αυτού πρέπει να (ή θα) τις αναζητήσουμε σε, αυτό οφείλεται σε, από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, είναι σαφές ότι, γι΄ αυτό το λόγο.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/53

ΕΛΜΕ Χίου: Σχετικά με την εισαγωγική επιμόρφωση

ΕΛΜΕ Χίου: Σχετικά με την εισαγωγική επιμόρφωση.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/51

Αγωνιστική Παρέμβαση στη Β ΕΛΜΕ Δωδεκανήσου: Για τα ΠΕΚ

21/10/2010 – 21:24

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΣΤΗ Β’ ΕΛΜΕ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ

Κάλυμνος 21-10-2010

Για τα ΠΕΚ

Στον τρόπο διεξαγωγής των φετινών ΠΕΚ φωτογραφίζεται αρκετά καθαρά η νέα πολιτική του Υπουργείου Παιδείας. Αποφάσισαν και διέταξαν, παρά τις όποιες αντιδράσεις, τα ΠΕΚ να γίνουν Σαββατοκύριακα (!) στο μέσο της σχολικής χρονιάς. Πρόκειται για μια ανάλγητη πολιτική που απαιτεί την πειθάρχηση και την υποταγή σε κάθε παράνομη ή παράλογη απαίτηση της διοίκησης.

Απαιτούν από νεοδιόριστους και αναπληρωτές (που ακόμα δεν έχουν δει μισθό) να επωμιστούν το κόστος μετακινήσεων και διανυκτερεύσεων, για να παρακολουθήσουν τα ΠΕΚ στη Ρόδο, και μάλιστα σε τέσσερα Σαββατοκύριακα (μόνο για την Α’ φάση)! Για τους συναδέλφους των μικρών νησιών ενδεχομένως το κόστος να είναι ακόμη μεγαλύτερο, αφού για να βρεθούν δυο μέρες στη Ρόδο, θα χρειαστεί να πληρώσουν περισσότερες διανυκτερεύσεις γιατί δεν υπάρχει ανταπόκριση. Με τον εκβιασμό της μονιμοποίησης απαιτούν από συναδέλφους να καταθέσουν το ένα τουλάχιστον από τα 12 τσεκουρεμένα μηνιάτικα που μας απέμειναν για να παρακολουθήσουν ΠΕΚ. Με δεδομένο ότι κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί την άμεση οικονομική αποζημίωση για όλα αυτά τα έξοδα (χρωστάνε από το 2008 και όχι μόνο για τα ΠΕΚ), ποιος αλήθεια αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτή την απόφαση; Ποιος παίρνει την ευθύνη να απαντήσει στον συνάδελφο που δεν αντέχει αυτό το οικονομικό βάρος ότι δε θα μονιμοποιηθεί;

Όπως αγνόησαν την οικονομική πραγματικότητα και τους συναδέλφους, έτσι αγνόησαν τους μαθητές και τα σχολεία που για πολλές μέρες θα χρειαστεί να λειτουργήσουν με κενά και προβλήματα. Και όλα αυτά για μια επιμόρφωση η οποία δεν έχει κανένα κύρος και τα αποτελέσματα της οποίας τίθενται υπό διαρκή αμφισβήτηση από την συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών.

– Απαιτούμε να γίνει επαναπρογραμματισμός των ΠΕΚ, ώστε για τους συναδέλφους της περιοχής της ΕΛΜΕ να πραγματοποιηθούν τουλάχιστον σε ένα νησί του Βόρειου Συγκροτήματος της Δωδεκανήσου σε 1 συνεχόμενη βδομάδα μαθημάτων για να αποφευχθούν οι συνεχείς μετακινήσεις ή στη χειρότερη περίπτωση να μπορεί κάποιος συνάδελφος για σοβαρούς λόγους να παρακολουθήσει τα ΠΕΚ σε άλλη περιοχή.

– Κανείς δεν έχει το δικαίωμα, με μια απλή εγκύκλιο, να εκβιάζει τους συναδέλφους (με το διακύβευμα του διορισμού) να δαπανήσουν ένα τουλάχιστον μισθό σε  ταξίδια κτλ. Απαιτούμε να  καλυφθούν τα όποια έξοδα απευθείας από τη διοίκηση και τον ΟΕΠΕΚ.

– Καλούμε τις άλλες παρατάξεις και την ΕΛΜΕ να πάρει θέση για το ζήτημα και να συντονίσει την αναγκαία δράση (ανακοίνωση, μαζέματα νεοδιόριστων, παρέμβαση στη διοίκηση, κτλ) με βάση και το πρόσφατο κάλεσμα της ΟΛΜΕ αλλά και το πρωτοπόρο παράδειγμα άλλων ΕΛΜΕ.

– Απαιτούμε από τους αιρετούς, που κατά τα άλλα ζητάνε αυτές τις μέρες την ψήφο μας επειδή «νοιάζονται για το συνάδελφο» να πάρουν θέση για το ζήτημα.

– Καλούμε τους νεοδιόριστους να ΜΗ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ στην επιμόρφωση αν δεν ικανοποιηθούν τα δίκαια αυτά αιτήματα, με βάση και το κάλεσμα της ΟΛΜΕ.

-Αν δεν ικανοποιηθούν τα δίκαια και λογικά αιτήματα σε σχέση με τα ΠΕΚ που θέτει η ανακοίνωση της ΟΛΜΕ, απαιτούμε η παρακολούθηση των φετινών ΠΕΚ να μην αποτελεί προϋπόθεση για την μονιμοποίηση των συναδέλφων

alfavita.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/48

Προέλευση Εκφράσεων

Πόσεs φορέs δεν χρησιμοποιούμε κάποια από τιs παρακάτω εκφράσειs και όχι μόνο ;

Έχουμε αναρωτηθεί άραγε από που μπορούν να προέρχονται; As δούμε μερικέs από αυτέs…

Κροκοδείλια δάκρυα

Ο κροκόδειλος όταν θέλει να ξεγελάσει το θύμα του, κρύβεται πίσω από κανένα βράχο ή δέντρο κι αρχίζει να βγάζει κάτι παράξενους ήχους, που μοιάζουν καταπληκτικά με κλάμα μωρού παιδιού. Συγχρόνως -ίσως από την προσπάθεια που βάζει για να… κλάψει- τρέχουν από τα μάτια του άφθονα και χοντρά δάκρυα. Έτσι, αυτοί που τον ακούν, νομίζουν ότι πρόκειται για κανένα παιδάκι που χάθηκε και τρέχουν να το βοηθήσουν… Ο κροκόδειλος επιτίθεται τότε, ξαφνικά και κάνει τη δουλειά του. Στην αρχαία Ελλάδα ο κροκόδειλος ήταν άγνωστος. Οι Φοίνικες, όμως, έμποροι, που έφταναν στα λιμάνια της Κορίνθου και του Πειραιά, μιλούσαν συχνά για τα διάφορα εξωτικά ζώα, τα πουλιά και τα ερπετά της πατρίδας τους, που άφηναν κατάπληκτους τους ανίδεους Έλληνες και τους γέμιζαν με τρόμο και θαυμασμό. Φαίνεται ωστόσο, ότι ο κροκόδειλος τους έκανε περισσότερη εντύπωση, κυρίως με το ψευτοκλάμα του, αφού ένας νεαρός ποιητής, ο Φερεκίδης, έγραψε κάποτε το παρακάτω επίγραμμα: «Εάν η γη ήθελε να συλλάβει εκ των δακρύων της γυναικός, εκάστη ρανίς των θα εγέννα κροκόδειλον». Παρόλο, λοιπόν, που στην Ελλάδα δεν υπήρχαν κροκόδειλοι, τα «κροκοδείλια δάκρυα», που λέμε σήμερα γι’ αυτούς που ψευτοκλαίνε, είναι φράση καθαρά αρχαία ελληνική.

“Άρες μάρες κουκουνάρες”

Φράση που προήλθε από τις αρχαίες κατάρες. Κατ-άρα-άρα-μάρα. Και οι νεότεροι το άρα-μάρα το έκαναν άρες-μάρες, έβαλαν και την ομοιοκατάληκτη λέξη κουκουνάρια – κουκουνάρες (άδεια – κούφια) και δημιούργησαν μια καινούρια φράση.

Σ’ αγαπάει η πεθερά σου”

Ο Νικόλαος Πολίτης δίνει την εξήγηση στην έκφραση αυτή. Λέει πως πριν παντρέψουν το κορίτσι τους, οι πεθερές, είναι ευγενικές και αγαπούν το μέλλοντα γαμπρό τους. Ο γαμπρός θα κάτσει στο καλύτερο μέρος του τραπεζιού, ο γαμπρός θα πάρει την καλύτερη μερίδα του φαγητού. Ο γαμπρός πάντα βρίσκεται στην πρώτη και καλύτερη γραμμή για την πεθερά. Τον προσέχει πολύ και δεν αρχίζουν ποτέ να φάνε, αν δεν έρθει ο γαμπρός. Τον περιμένει πάντα η πεθερά και αυτό το έχει επιβάλλει και στους άλλους. Όταν, όμως, γίνει ο γάμος, η πεθερά δεν έχει κανένα λόγο να τον περιμένει. Δε βρίσκει, δηλαδή, ο γαμπρός τις χαρές που είχε, όταν ήταν αρραβωνιασμένος. Γι’ αυτό και σ’ όποιον πάει σε κάποιο σπίτι, όταν αρχίζουν να τρώνε, λένε πως “τον αγαπάει η πεθερά του”.

Τον κόλλησε στον τοίχο

Κάποτε, στον καιρό του Ρωμανού του Διογένη, ένας από τους στρατηγούς του, ο Ιωάννης Δημαράς, βγήκε μια νύχτα στους δρόμους του Βυζαντίου μαζί με τη συντροφιά του και όσους διαβάτες έβλεπε μπροστά του, τους έπιανε μαζί με την παρέα του και τους κολλούσε στον τοίχο μ’ ένα είδος ρετσινιού και πίσσας, που υπήρχαν σε κάθε γωνιά, για να φωτίζονται οι δρόμοι. Το… αστείο αυτό έκανε τόση εντύπωση την επόμενη το πρωί, ώστε από εκείνη την ημέρα όλοι οι άρχοντες της Κωνσταντινούπολης, έβγαιναν σχεδόν κάθε νύχτα στους δρόμους, για να βρουν κανέναν αργοπορημένο και να τον κολλήσουν στον τοίχο. Από τότε, έμεινε ως τα χρόνια μας η φράση «τον κόλλησε στον τοίχο», που τη λέμε συνήθως, όχι μονάχα όταν ένα άτομο αδικεί ένα άλλο, αλλά κι όταν ακόμη βάζουμε κάποιον αναιδή στη θέση που του αξίζει.

Άλλου παπά ευαγγέλιο

Αυτή τη φράση την παίρνουμε από μια Κεφαλλονίτικη ιστορία. Κάποιος παπάς σε ένα χωριουδάκι της Κεφαλονιάς, αγράμματος, πήγε να λειτουργήσει σ’ ένα άλλο χωριό, γιατί ο παπάς του χωριού είχε αρρωστήσει για πολύν καιρό. Ο παπάς όμως, στο δικό του Ευαγγέλιο, μια και ήταν αγράμματος, είχε βάλει δικά του σημάδια κι έτσι κατάφερνε να το λέει. Εδώ όμως, στο ξένο Ευαγγέλιο, δεν υπήρχαν τα σημάδια, γιατί ο παπάς αυτού του χωριού δεν τα είχε ανάγκη, μια και ήταν μορφωμένος. Άρχισε, λοιπόν, ο καλός μας, να λέει το Ευαγγέλιο που λέγεται την Κυριακή του Ασώτου. Τότε κάποιος από το εκκλησίασμα του φώναξε! «Τι μας ψέλνεις εκεί παπά; Αυτό δεν είναι το σημερινό Ευαγγέλιο…». – Εμ. Τι να κάνω; απάντησε αυτός. «Αυτό είναι άλλου παπά – Ευαγγέλιο». Και από τότε έμεινε η φράση!

Για ψύλλου πήδημα

Από τον πρώτο αιώνα η επικοινωνία των Ρωμαίων με τον ασιατικό κόσμο, είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή πληθώρας γελοίων και εξευτελιστικών δεισιδαιμονιών, που κατέκλυσαν όλες τις επαρχίες της Ιταλίας. Εκείνοι που φοβόντουσαν το μάτιασμα, κατάφευγαν στις μάγισσες, για να τους ξορκίσουν μ’ ένα πολύ περίεργο τρόπο: Οι μάγισσες αυτές είχαν μερικούς γυμνασμένους ψύλλους, που πηδούσαν γύρω από ένα πιάτο με νερό. Αν ο ψύλλος έπεφτε μέσα και πνιγόταν, τότε αυτός που τον μάτιασε ήταν εχθρός. Αν συνέβαινε το αντίθετο -αν δεν πνιγόταν δηλαδή-τότε το μάτιασμα ήταν από φίλο, πράγμα που θα περνούσε γρήγορα. Κάποτε μια μάγισσα υπέδειξε σ’ έναν πελάτη της ένα τέτοιο εχθρό με τ’ όνομα του. Εκείνος πήγε, τον βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή “βεντέτα” ανάμεσα σε δύο οικογένειες, που κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, από το δραματικό αυτό επεισόδιο, που το προξένησε μια ανόητη πρόληψη, βγήκε και έμεινε παροιμιακή η φράση: “Για ψύλλου πήδημα”.

Τον έσπασα στο ξύλο

Ακούμε τη φράση «να, έτσι θα σε σχίσω». Η απειλή αυτή βρίσκεται σε χρήση από αρχαιότατα χρόνια και τη μεταχειρίζονταν όχι μόνο οι Έλληνες, αλλά και οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες κι αργότερα οι Βυζαντινοί και οι Φράγκοι. Οι Βυζαντινοί, ακόμη, όταν μάλωναν μεταξύ τους, για να βρουν το δίκιο τους, κατέφευγαν στα δικαστήρια. Αν το αδίκημα, του ενός ή του άλλου ήταν βαρύ ο δικαστής έβγαζε την απόφαση να τιμωρηθεί αυτός που αδίκησε με την ποινή της μαστίγωσης. Το μαστίγωμα -που γινόταν συνήθως σε δημόσιο χώρο, για να παραδειγματίζεται ο λαός-ήταν φοβερό και το εκτελούσαν ειδικοί «ραβδισταί». Οι ραβδιστές αυτοί έπαιρναν τον κατηγορούμενο και τον έδεναν γυμνό πάνω σε μια σανίδα. Μετά άρχιζαν να τον χτυπούν με τα ραβδιά τους, σπάζοντας του έτσι τα χέρια, κεφάλι, πόδια κλπ Από την απάνθρωπη αυτή τιμωρία έμειναν ως τα χρόνια μας οι φράσεις: «τον έσπασα στο ξύλο» ή «τον τσάκισα στο ξύλο», που τις λένε συνήθως αυτοί που έρχονται στα χέρια με κάποιον εχθρό τους.

Κατά φωνή κι ο γάιδαρος

Ένα από τα πιο συμπαθητικά ζώα είναι και ο γάιδαρος. Από αρχαιότατα χρόνια, οι άνθρωποι τον αγαπούσαν, όχι μόνο για την υπομονή, που δείχνει στις πιο βαριές δουλειές, αλλά και για την αντοχή του. Οι Φαραώ του 40ού αιώνα είχαν γαϊδάρους εξημερωμένους, που τους χρησιμοποιούσαν με τον ίδιο τρόπο, που τους χρησιμοποιούμε και εμείς σήμερα. Οι αρχαίοι τους θεωρούσαν σαν σύμβολο πολλών αρετών και σαν ιερά ζώα. Όταν ένας γάιδαρος φώναζε, προτού αρχίσει μια μάχη, νόμιζαν ότι οι θεοί τους προειδοποιούσαν για τη νίκη. Κάποτε ο Φωκίωνας ετοιμαζόταν να επιτεθεί στους Μακεδόνες του Φιλίππου, αλλά δεν ήταν και τόσο βέβαιος για το αποτέλεσμα, επειδή οι στρατιώτες του ήταν λίγοι. Τότε αποφάσισε ν’ αναβάλει για μερικές μέρες την επίθεση, ώσπου να του στείλουν τις επικουρίες, που του είχαν υποσχεθεί οι Αθηναίοι. Πάνω, όμως, που ήταν έτοιμος να διατάξει υποχώρηση, άκουσε ξαφνικά τη φωνή ενός γαϊδάρου από το στρατόπεδο του. – Κατά φωνή κι ο γάιδαρος! έκανε ενθουσιασμένος ο Φωκίωνας. Και διέταξε ν’ αρχίσει η επίθεση, με την οποία νίκησε τους Μακεδόνες. Από τότε ο λόγος έμεινε, και τον λέμε συχνά, όταν βλέπουμε ξαφνικά κάποιο φίλο μας, που δεν τον περιμέναμε.

Τον πήραν στο ψηλό

Παρόλη τη σκληρότητα και τον τρόμο που βασίλευαν στο Βυζάντιο, οι επαναστάσεις δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Πολύ συχνά, ο καταπιεζόμενος λαός ξεσηκωνόταν, άρπαζε τσεκούρια και μαχαίρια κι έπεφτε πάνω στους δυνάστες του, που τους κατακρεουργούσε. Όταν μια λαϊκή εξέγερση πετύχαινε, οι επαναστάτες ανακήρυσσαν δικό τους βασιλιά, έδιωχναν τους παλιούς αξιωματούχους της Αυλής κι έβαζαν δικούς τους στη θέση τους. Στη «Βασιλεύουσα» υπήρχε -έξω από το Επταπύργιο- ένα μέρος που ονομαζόταν Ψηλό, όπως εξακολουθεί να λέγεται ακόμη και σήμερα. Κι αυτό, γιατί η τοποθεσία ήταν πάνω από τη θάλασσα, δηλαδή ήταν μέρος ψηλό. Στο σημείο αυτό, οι επαναστάτες έσερναν αλυσοδεμένους τους πρώην βασανιστές τους, τους κρεμούσαν σ’ ένα δέντρο κι άρχιζαν να τους διαπομπεύουν με το χειρότερο τρόπο. Μικροί και μεγάλοι, περνούσαν μπρος από τον τιμωρούμενο και τον έφτυναν ή του έριχναν λεμονόκουπες κλπ. Ύστερα τον ξεκρεμούσαν κι έτσι δεμένο τον πετούσαν στη θάλασσα. Με τον ίδιο σχεδόν τρόπο, τιμώρησαν τη Μαρία Κομνηνή, την ωραία αλλά σκληρή αυτοκράτειρα του Βυζαντίου. Από το περιστατικό αυτό και από την ονομασία της τοποθεσίας που πήγαιναν τους τιμωρημένους βγήκε η φράση «τον πήραν στο ψηλό»

Του έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι

Όλοι οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, διατηρούσαν στα παλάτια τους νάνους, για να τους διασκεδάζουν στα συμπόσια τους. Οι «τζουτζέδες» αυτοί -όπως τους έλεγαν- ήταν σχεδόν παντοδύναμοι και μπορούσαν να καταδικάσουν σε θάνατο ή ν’ ανεβάσουν στα ψηλότερα αξιώματα, όποιον ήθελαν: Οι αυτοκράτορες τους είχαν φοβερή αδυναμία και ποτέ δεν τους χαλούσαν το χατίρι, σε καμιά περίπτωση. Τους είχαν, ακόμη, ως μυστικοσυμβούλους και κατάσκοπους. Μόνον όταν έπεφταν σε βαρύ παράπτωμα τρεις φορές, τιμωρούνταν κι αυτοί με μια περίεργη τιμωρία. Τους έβαζαν τα δυο πόδια μέσα στο ίδιο υπόδημα και τους άφηναν να κυκλοφορούν, χοροπηδώντας. Η τιμωρία αυτή κρατούσε από τέσσερις μέχρι έξι μήνες. Στο τέλος, ο νάνος δεν μπορούσε να κρατήσει περισσότερο το αφάνταστο αυτό μαρτύριο και έπεφτε στα πόδια του αυτοκράτορα, για να του ζητήσει έλεος. Έτσι, έμεινε η φράση: «Μου έβαλε ή του έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι».

Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας

Φράση που μας την έκανε πιο γνωστή και από τότε έμεινε, ο Γέρος του Μωριά Θ. Κολοκοτρώνης. Λεγόταν, κυρίως, στους μύλους και στις βρύσες, που περίμεναν με τη σειρά τους να αλέσουν ή να πάρουν ένα σταμνί νερό. Έτσι, όταν έβλεπαν κανέναν παπά να θέλει να μην τηρήσει τη σειρά, του λέγανε τη φράση αυτή.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/47

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση