Κατηγορία: Λαογραφία

Παράξενα έθιμα της Ελλάδας

Παράξενα έθιμα της Ελλάδας


1. Τσιμπούσι πάνω στα μνήματα…
Συνήθως τα γλέντια τα έχουμε συνηθίσει με ανθρώπους ζωντανούς, χορούς, φαγοπότια και πολύ μουσική. Στο Ηράκλειο της Κρήτης όμως οι  απίστευτοι σε όλα τους Κρητικοί έχουν βαλθεί να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι ξέρουμε… Έτσι από την Μεγάλη Παρασκευή ξεκινάνε τις προετοιμασίες για να δειπνήσουν την Δευτέρα του Πάσχα με τα αγαπημένα τους πρόσωπα που έχουν φύγει από την ζωή!!! Ναι καλά διαβάζετε. Την Δευτέρα του Πάσχα με φαί και κρασί, ενώ έχει προηγηθεί καθαρισμός και καλλωπισμός του χώρου, συγγενείς και φίλοι των αποβιώσαντων, πηγαίνουνε στο κοιμητήριο της περιοχής και γευματίζουν με παραδοσιακά γλυκά και φαγητά ανταλλάσοντας ευχές. Με αυτό τον τρόπο όπως λένε οι συγγενείς τιμούν την μνήμη τους, τους μακαρίζουνε και κυρίως διαδίδουν το αναστάσιμο μήνυμα των ημερών…

2. Το… τάϊσμα  της βρύσης
Συνήθως ταΐζουμε τα μικρά παιδιά, τα ζώα, τους εαυτούς μας… Αλλά να ταΐζουμε και τις βρύσες αυτό είναι από τα άγραφα… Κι όμως. Σε πολλά μέρη της Ηπειρωτικής Ελλάδας το έθιμο αυτό είναι πραγματικότητα. Έτσι σε πολλά χωριά την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς ή το ξημέρωμα των Χριστουγέννων,  οι νεαρές γυναίκες, αφού έχουν αδειάσει όλες τις στάμνες που είναι γεμάτες με νερό στο σπίτι, πηγαίνουν να ξαναγεμίσουν από την κοντινότερη βρύση που υπάρχει στο χωριό. Στο δρόμο παραμένουν αμίλητες και αυτός είναι ο λόγος που το νερό λέγεται αμίλητο ή άκραντο. Το… παράξενο της υπόθεσης όμως είναι πως οι νέες έχουν μαζί τους στον δρόμο προς της βρύση διάφορα φαγώσιμα, όπως βούτυρο, σιτάρι, τυρί, μέλι και άλλα. Ο δάσκαλος β. Μπούσιος αναφέρει πως φτάνοντας στην βρύση προσπαθούνε να την.. καλοπιάσουνε λέγοντας της… «”Όπως τρέχει το νερό σ’ βρυσούλα μ’, έτσ’ να τρέχ’ και το βιο μ.» Λέγεται πως η κοπέλα που φτάνει πρώτη στην βρύση θα έχει μεγάλη τύχη για την υπόλοιπη χρονιά.

3. Γεια σας, ήρθαμε να σας κάψουμε….
Επόμενος προορισμός η Ήπειρος. Πάλι. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα έθιμο παράξενο αλλά και επικίνδυνο συνάμα.  Βασισμένο σε μια παλιά παράδοση που λέει πως όταν γεννήθηκε ο Χριστός πήγαν βοσκοί να προσκυνήσουν και επειδή ήτανε νύχτα σκοτεινή,  πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές, τριξίματα και κρότους. Έτσι στα χωριά της Άρτας όποιος πάει στον γείτονα να ευχηθεί τα χρόνια πολλά ή ακόμα και τα παιδιά που  πάνε για να φιλήσουν το χέρι της μάνας τους και του πατέρα τους, κρατάνε στα χέρια τους ένα κλαρί πουρνάρι η ξύλο αναμμένο που τρίζει, ενώ γεμίζουν τα δρομάκια του χωριού με φωτιές και κρότους.

4. Ξίδι με αράχνη…(μπλιαχ)
Στην πανέμορφη Κορώνη κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας κάνουν αυστηρή νηστεία και δεν τρώνε ούτε μαγειρεύουν ούτε πίνουν τίποτα. Κάποιοι από τους χωρικούς επειδή δεν αντέχουν, κάνουν το εξής: Βάζουν σε ένα ποτηράκι λίγο ξύδι για να πιουν. Επειδή το ξύδι όμως ως γνωστόν δεν πίνεται… ξεροσφύρι το συνδυάζουν με λίγη αραχνίτσα. Ναι, καλά διαβάζετε. Επειδή η παράδοση λέει πως έτσι πότισαν τον Χριστό οι ντόπιοι πίνουν ξύδι με αράχνη… Έχετε σκεφτεί καλύτερο μεζέ???

5. Άντε να φάμε κανένα ποδαράκι…
Τελευταίο αλλά όχι αμελητέο έθιμο η Κυρά-Σαρακοστή, έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Αρκαδία. Εκεί λοιπόν,  οι γιαγιάδες ζωγραφίζουν λίγο πριν την έναρξη της Σαρακοστής μια γυναίκα που έχει τα βλέφαρά της χαμηλωμένα, το στόμα της υπομονετικά κλειστό και τα χέρια της άνετα σταυρωμένα σε στάση προσευχής. Τα πόδια της είναι επτά και συμβολίζουν τις επτά εβδομάδες της Σαρακοστής, ενώ η γυναικεία φιγούρα δεν είναι άλλη από την ίδια την Σαρακοστή. Κάθε ένα από τα Σάββατα  λοιπόν που απομένουν μέχρι την Μεγάλη Εβδομάδα, ένα από τα εγγόνια, κόβουν διαδοχικά τα πόδια της Κυρα-Σαρακοστής, μέχρι να μείνει ένα πόδι λίγο πριν την Ανάσταση. Τότε η γιαγιά τυλίγει το χαρτί με το τελευταίο πόδι σε μπαλάκι και το βάζει στο Ψωμί της Ανάστασης. Στο Πασχαλινό τραπέζι ο πατέρας κόβει το ψωμί σε φέτες και το μοιράζει στους παρευρισκόμενους. Ο πιο χαρούμενος απ’όλους είναι εκείνος που θα βρει στη φέτα του το κομμένο ποδαράκι της Κυρα-Σαρακοστής…

Αυτά λοιπόν είναι μερικά από τα πιο παράξενα έθιμα του τόπου μας. Να με συγχωρέσουν οι Βροντάδες της Χίου με τον ρουκετοπόλεμο και η αγαπημένη Κέρκυρα με το σπάσιμο της στάμνας. Τα ήθη και τα έθιμα του λαού μας όμως είναι όλο εκπλήξεις και παραξενιές. Νομίζω πως το διαπιστώσατε.

Πηγή: http://toxeiroteroblog.blogspot.com/2010/10/5.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1242

Ήθη κι Έθιμα των Χριστουγέννων

Οι μωμόγεροι, έθιμο της Βόρειας Ελλάδας

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι «αβάφτιστα». Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά.

Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κλπ) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα. Άμα συναντηθούν δυο παρέες, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

(Από το ηλεκτρονικό περιοδικό «Παπάκι»)

Τα Ραγκουτσάρια (Καστοριά)

Μέσ’ την καρδιά του χειμώνα και κατά τη διάρκεια των τελευταίων ωρών του δωδεκαήμερου, η πόλη της Καστοριάς παραδίνεται σ’ ένα μοναδικό τριήμερο γλέντι χαράς και ξεφαντώματος, που γεννιέται αυθόρμητα μέσα στις αμέτρητες παρέες των μικρών και μεγάλων που παίρνουν μέρος.

Στις 6, 7 και 8 Ιανουαρίου, οι δρόμοι και τα σοκάκια της πόλης σφύζουν από τις συντροφιές των ραγκουτσάρηδων (μεταμφιεσμένων), που χαίρονται, γλεντούν και χορεύουν στο ρυθμό της ξεγνοιασιάς, σκορπώντας ολόγυρα χαρά και κέφι.

Όλοι οι κάτοικοι της πόλης παραδίνονται σ’ ένα ξεχωριστό Διονυσιακό ξεφάντωμα, με τη συνοδεία των λαϊκών οργάνων που παιανίζουν όλα τα παραδοσιακά μουσικά ακούσματα της περιοχής. Πρόκειται για πανάρχαιες συνήθειες, η προέλευση των οποίων χάνεται μέσα στο χρόνο.

Παρά τις δυσκολίες που συνάντησαν σε μια μακροχρόνια διαδρομή, πολλά από τα στοιχεία αυτών των λατρευτικών εκδηλώσεων, που είναι γνωστές από τα ελληνορωμαϊκά χρόνια, κατάφεραν να διατηρηθούν και να φτάσουν μέσω του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας έως τις μέρες μας.

(Από την ιστοσελίδα του δήμου Καστοριάς)

Τσιτσί (Τυχερό Έβρου)

Τα “τσιτσί” συνδέονται με τον ερχομό των καλικάντζαρων στον επάνω κόσμο και παρομοιάζονται με πολύ μεγάλες γάτες, οι οποίες εμφανίζονται το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και προκαλούν ζημιές σε όσα σπίτια δεν προσφέρουν λεφτά, όταν χτυπούν στους τοίχους τους. Ανήμερα τα Χριστούγεννα χτυπούν οι καμπάνες σημαίνοντας το τέλος της κυριαρχίας αυτών των πλασμάτων, ενώ τα παιδιά του χωριού περιφέρονται με το τσατάλ, βέργα με διχάλα στο ένα άκρο της, και ένα ταψί στο οποίο συγκεντρώνουν τα κεράσματα και τραγουδούν “Τσιτσί κολουντρί χάπε ντέρε σε ιγκούδιν” (δηλαδή: Τσιτσί κολουντρί ανοίξτε την πόρτα, γιατί ξημέρωσε). Στο παρελθόν, εκείνοι που δεν άνοιγαν την πόρτα τους τιμωρούνταν παραδειγματικά με τη μεταφορά κάποιου αντικειμένου από την αυλή τους στο δρόμο ή στην πλατεία του χωριού. Σήμερα η σκανταλιά έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτό καθαυτό το κέρασμα.

(Από την ιστοσελίδα www.in.gr Αγροτουρισμός)

Τα καρκατζόλια στα χωριά της Έξω Μάνης

«Τις λιγοστές ώρες που μέναμε το βράδυ στο μαγερειό, κοντά στην αναμμένη φωτογονία, πνιγμένοι στον καπνό, ακούγαμε τις κυράδες μας, να μας λένε για τα καρκατζόλια (καλλικαντζάρους), που ήταν λέει κάτι μαγαρισμένα δαιμονικά. Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε. Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους. Έμεναν μέχρι την Πρωτάγιαση, που αγιάζονταν τα νερά. Τότε έλεγαν γεμάτα τρόμο: “Φύγετε να φύγουμε, γιατί έρχετ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του”, και έφευγαν. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει, και οι κουτούτσικοι καλλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα. Έτσι η γη έμενε και θα μένει στη θέση της.»

(Από το περιοδικό «Μάνη, χθες, σήμερα, αύριο»)

Τα Τσιλικρωτά (Δυτική Μάνη)

Και στη Μάνη ακούγονται δοξασίες για τα δαιμονικά και άλλα υπερφυσικά όντα, που βγαίνουν τα δωδεκαήμερα από του Χριστού ως τα Φώτα. Πρόκειται για τους Καλικάντζαρους. Πολλοί λαογράφοι υποστηρίζουν πως είναι οι Καλικάντζαροι απόγονοι του τραγοπόδη θεού Πάνα ή των Σατύρων, που πηδήσανε από την μυθολογία στη χριστιανική ζωή. Ο πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας Νικ. Γ. Πολίτης στις «Παραδόσεις» του αναφέρεται σε Λυκοκατζαραίους, Σκαλικαντζέρια, Καρκαντζέλια, Κωλοβελώνηδες, Πλανηταρούδια, Κάηδες, Παγανά. Στην περιοχή της Αντρούβιτσας (Δ. Μάνη) ονομάζουν τους Καλικάντζαρους Τσιλικρωτά. Ο Πασαγιάννης στο ομώνυμο χριστουγεννιάτικο διήγημά του αναφέρεται με ένα χαριτωμένο τρόπο σε θρύλους για τα ξωτικά αυτά.

Τους Καλικάντζαρους που μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γιατί τους προσελκύει η μυρωδιά του λαδιού από τις τηγανίδες, ο λαός τους έχει πλάσει ψηλούς, μαυριδερούς, ισχνούς, άσχημους με κόκκινα άγρια μάτια και τριχωτό όλο το σώμα.

Θεωρούνται «μαγαρισμένοι» και σιχαμεροί, κάνουν ζημιές όπως: σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά. Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.τ.λ. Ο μεγάλος τους φόβος είναι ο αγιασμός.

Στη Μάνη ακούγονται και στην εποχή μας κάποια λαϊκά στιχουργήματα για τους Καλικάντζαρους:

Αρορίτες είμαστε,
αραρά γυρεύουμε
τηγανίδες θέλομε
τα παιδιά τα παίρνουμε
ή το (γ)κούρο ή τη (γ)κότα
ή θα σπάσαμε τη (μ)πόρτα.

Φοβούνται τον αγιασμό, γιατί, όποιος βραχεί με αγιασμένο νερό, αφανίζεται. Όταν βλέπουν τον παπά που αγιάζει, τρέχουν φωνάζοντας:

Φεύγετε να φεύγουμε
τι έφτασε ο σκυλόπαπας
με την αγιαστούρα του

(Από το περιοδικό «Αδούλωτη Μάνη»)

Τα καρακατζόλια (Κρήτη)

Η κρητική άποψη για τα καρακατζόλια είναι ότι τα παιδιά που γεννιούνται την ημέρα τω Χριστουγέννω (άρα έχουνε συλληφθεί την ημέρα του Ευαγγελισμού, που καλό είναι, από σεβασμό στην Παναγία, να αποφεύγει κανείς την ερωτική πράξη) μεταμορφώνονται σε καρακατζόληδες κάθε χρόνο την παραμονή των Χριστουγέννων και, την ημέρα τ’ Αγιασμού (όπου ο καθαγιασμός της φύσης διώχνει όλα τα κακά –αρχαία δοξασία κι αυτό), ξαναγίνονται άνθρωποι –αυτό συνεχίζεται κι όταν μεγαλώνουν.

(Από το περιοδικό του Ρεθύμνου «Πολιτεία»)

http://dim-rizou.pel.sch.gr/ergasies/xristougena/page12.htm


Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1241

Ήθη κι Έθιμα του Πάσχα

Μ.ΠΕΜΠΤΗ ΚΑΙ ΤΣΟΥΡΕΚΙΑ

Τη Μεγάλη Πέμπτη ετοιμάζονται και τα τσουρέκια. Παλιότερα, όταν η πίστη διατηρούσε ακόμη κάποια στοιχεία δεισιδαιμονίας, μία από τις κουλούρες της Μεγάλης Πέμπτης φυλαγόταν στο εικονοστάσι για να καταναλωθεί την Πρωτομαγιά, για να προστατεύονται τα μέλη της οικογένειας από τα μάγια.

κόκκινα αβγά
Σε πολλά χωριά τη δεύτερη μέρα της Λαμπρής μετά την εκκλησιά συνηθίζουν τα ρίχνουν τα αβγά κάτω από έναν βράχο. Στο χωριό Μαργαρίτα της Εδεσσας πιστεύουν ότι αν μια χρονιά δεν ρίξουν κόκκινα αβγά στο βράχο η σοδειά τους θα καταστραφεί.

Μ.ΠΕΜΠΤΗ ΚΑΙ ΑΥΓΑ

Την Μεγάλη Πέμπτη στο χωριό Γουρουνάκι, στα Χάσια της Μακεδονίας , όταν τελειώσει η λειτουργία και ο παπάς διαβάσει όλα τα αβγά το έθιμο θέλει τους κατοίκους να βγαίνουν έξω και ένας – ένας να σπάνε το αβγό τους στο ξύλινο σήμαντρο που είναι κρεμασμένο έξω από την εκκλησία.

ΜΠΑΚΑΜΗ

Παλιά, σε πολλά χωριά της Μακεδονίας τα κόκκινα αβγά τα έβαφαν με το κόκκινο ξύλο, την “μπακάμη”. Το πρώτο αβγό το παράχωναν στα αμπέλια , ένα το κρατούσαν στο εικονοστάσι και τη βαφή δεν την έχυναν αλλά την παράχωναν. Όσοι πενθούσαν έβαφαν τα αβγά τους μαύρα.


ΚΟΚΚΙΝΑ ΑΥΓΑ

Η παράδοση θέλει οι νοικοκυρές σε όλη την Ελλάδα να βάφουν τα κόκκινα αβγά τους τη Μεγάλη Πέμπτη. Σύμφωνα με μια βορειοελλαδική παράδοση, όταν διαδόθηκε ότι ο Χριστός αναστήθηκε, πολλοί δεν το πίστευαν. Μια γυναίκα, που κρατούσε αβγά σε ένα καλάθι, αμφισβήτησε ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, λέγοντας: “Θα ήταν σαν να μου λέτε ότι τα άσπρα αβγά που κρατώ θα γίνουν κόκκινα”. Τότε, ως εκ θαύματος, τα αβγά της νοικοκυράς άλλαξαν χρώμα.

ΕΘΙΜΑ Μ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

Την Μ. Παρασκευή δεν τρώνε γλυκά για την αγάπη του Χριστού που τον πότισαν ξύδι. Ταχινόσουπα, μαρούλι με ξύδι ή φακές με ξύδι είναι τα συνήθη φαγητά. Κανείς δεν πρέπει να πιάσει στα χέρια του σφυρί ή βελόνι, γιατί θεωρείται μεγάλη αμαρτία.

Παλιά το στεφάνι του Μάη έπρεπε να ‘χει ορισμένα λουλούδια για να πιάσουν οι ευχές που έκαναν οι νοικοκυρές όπως : Για να ‘ναι ανθισμένο το σπίτι, το στεφάνι να ‘χει: Tραντάφυλλα, γαρούφαλα, βιόλες, πασκαγιές (λιλά), γεράνια.
Για την ευτυχία του σπιτιού: Kλωνάρια ανθισμένα από αγιόκλημα απο ελιά.
Για να ‘ναι γεμάτο το σπίτι: Στάχια και λουλούδια του κάμπου: μαργαρίτες, παπαρούνες.
Για τη γλωσσοφαγιά: Μια κουκκιά (φυτό) με τις ρίζες και τους καρπούς της .
Για την αγάπη των κοριτσιών του σπιτιού: Eνα κλωνάρι λιγαριά.
Για το μάτι: Eνα κεφάλι σκόρδο, κρεμασμένο στη μέση στο στεφάνι για να φαίνεται.


ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ – ΚΟΖΑΝΗ

Τα χαράματα της Πρωτομαγιάς όλα τα κορίτσια του χωριού ντύνονται με τοπικές παραδοσιακές φορεσιές και βγαίνουν έξω από το χωριό. Εκεί μαζεύουν λουλούδια και κάνουν στεφάνια. Τρίβουν τα μάγουλά τους για να κοκκινίσουν με τις “κουκλίτσες” (παπαρούνες) και δένουν στο κεφάλι ή στη μέση χλωρή βρίζα για να μην πονούν. Στη συνέχεια χορεύουν και τραγουδούν παλαιά δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στο Μάη και αργότερα, μέσα στο πρωινό, κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού όπου και χορεύουν κρατώντας λουλούδια .

ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ

Δρώμενο της Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα κατά τα νεότερα χρόνια ήταν η ανάσταση του Μαγιόπουλου. Ένας έφηβος εμιμείτο στα ξέφωτα του δάσους τον πεθαμένο, τάχατες, Διόνυσο. Κοπέλες τον στόλιζαν με άνθη και του τραγουδούσαν τον «κομμό, το θρήνο και τον οδυρμό, μέχρι που να «αναστηθεί» και μαζί με αυτόν όλη η φύση.

ΜΑΪΟΣ

Πολλοί πιστεύουν ακόμη και σήμερα ότι ο Μάιος είναι ο μήνας που πιάνουν τα μάγια και οι μάγισσες. Πιστεύουν ότι τη νύχτα της Πρωτομαγιάς, μπορούν να κλέψουν τη σοδειά, όπως π.χ. το γάλα των ζώων τους κ.λ.π.

ΚΛΗΔΩΝΑ – ΔΗΜΟΣ ΚΟΖΙΑΚΑ

Την παραμονή της πρωτομαγιάς τα κορίτσια του χωριού μαζεύουν κλήδωνα (είδος λουλουδιού) και άλλα λουλούδια και τα βάζουν μέσα σε μια στάμνα. Στη συνέχεια, κάνουν το γύρο του χωριού κρατώντας την και τραγουδώντας: “Συμμαζευτείτε λυγερές να βάλουμε τα κλήδωνα. Να μπουν ξανθά, να μπουν λαμπρά καλορίζικα…”. Έπειτα, μαζεύονται στην πλατεία του χωριού και χορεύουν γύρω από την καλύβα, την οποία έφτιαξαν την ίδια ημέρα τα αγόρια του χωριού. Όταν τελειώσουν το χορό, κρύβουν τη στάμνα με τα λουλούδια από τα αγόρια και εκείνα ψάχνουν να τη βρουν. Το επόμενο βράδυ, τα κορίτσια με τη στάμνα γεμάτη λουλούδια γυρίζουν στους δρόμους του χωριού τραγουδώντας αυτήν τη φορά: “Συμμαζευτείτε λυγερές για να βγάλουμε τα κλήδωνα. Να βγουν ξανθά, να βγουν λαμπρά καλορίζικα…”. Τέλος, μαζεύονται στην πλατεία όπου φανερώνουν τη στάμνα και βγάζουν από μέσα τα λουλούδια, ευχόμενες για την καλή τους τύχη. Στη συνέχεια, θα κάψουν την καλύβα και γύρω από αυτή θα στηθεί χορός από τα κορίτσια και τα αγόρια .

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Την ημέρα της πρωτομαγιάς πρωί- πρωί, οι νοικοκυρές των σπιτιών σηκώνονταν από τα μαύρα μεσάνυχτα, για να δουν τι τους είχαν εναποθέσει κάποιοι άλλοι, έξω από την πόρτα τους. Κανένα στεφάνι ή τριαντάφυλλο, αν είχαν λεύτερες κόρες ή κανένα… αγκάθι, κάποιοι που «συμπαθούσαν» ιδιαίτερα την οικογένεια.

ΣΤΕΦΑΝΙ ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ

Παλιά ήταν ολόκληρη ιεροτελεστία το «δέσιμο» του στεφανιού, στο οποίο κρεμούσαν σκόρδο οι νοικοκυρές για το κακό μάτι. Απαραίτητες ήταν και δυο κουκιές .


ΜΑΪΟΣ ΚΑΙ ΓΑΜΟΣ

Ο Μάιος θεωρείται από το λαό μας ακατάλληλος μήνας για την τέλεση γάμων. Έθιμο που ξεκινάει από τους ρωμαϊκούς χρόνους που αυτό το μήνα γιόρταζαν τα «Λεμούρια» μια γιορτή προς τιμή των νεκρών.

ΑΡΧΑΙΟΙ ΡΩΜΑΙΟΙ ΚΑΙ ΜΑΪΟΣ

Οι αρχαίοι Ρωμαίοι παρίσταναν τον Μάιο σαν έναν άνδρα μεσήλικα ντυμένο με χιτώνα και φαρδιά μανίκια έχοντας στο κεφάλι του καλάθι με λουλούδια, ενώ στα πόδια του ένα παγώνι είχε ανοίξει τη μεγάλη του ουρά.

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ – ΣΚΟΠΕΛΟΣ

Την Πρωτομαγιά , στην Σκόπελο ,πλέκουν στεφάνια με λουλούδια και τα χαρίζει η νύφη στην πεθερά. Το στεφάνι πρέπει να έχει οπωσδήποτε μια μεγάλη κορδέλα, που την δένουν φιόγκο και στερεώνουν επάνω του ένα χρυσό νόμισμα, τον πρώτο χρόνο. Συνοδεύεται με καλαθάκι γεμάτο κουλουράκια και την απαραίτητη κανάτα, που περιέχει γάλα και καφέ.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΣΧΑ – ΠΑΤΜΟΣ

Την Κυριακή του Πάσχα στις 3 το απόγευμα, στο Μοναστήρι της Πάτμου γίνεται η 2η Ανάσταση κατά την οποία το Αναστάσιμο Ευαγγέλιο διαβάζεται σε επτά γλώσσες(!!!!) και από τον ηγούμενο μοιράζονται κόκκινα αυγά στους πιστούς.

ΓΕΜΙΣΤΟ ΑΡΝΙ – ΚΑΡΠΑΘΟΣ

Στην Κάρπαθο έχουμε το πατροπαράδοτο έθιμο το “βυζάντι” δηλ. αντί για σουβλιστό αρνί, γεμιστό αρνί με ρύζι, πλιγούρι και εντόσθια. Η προετοιμασία του γίνεται το μεγάλο Σάββατο. Στη συνέχεια, τοποθετείται στον παραδοσιακό Καρπάθιο φούρνο, ο οποίος σφραγίζεται με λάσπη και πηλό και ανήμερα του Πάσχα τον ανοίγουν και γιορτάζουν την ημέρα αυτή με Καρπάθιο κρασί και παραδοσιακούς χορούς.

Μ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ – ΠΑΡΟΣ

Η περιφορά του Επιταφίου της Μάρπησσας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς κατά την διάρκειά της, γίνονται δεκαπέντε περίπου στάσεις. Σε κάθε στάση φωτίζεται και ένα σημείο του βουνού, όπου τα παιδιά ντυμένα Ρωμαίοι στρατιώτες ή μαθητές του Χριστού, αναπαριστούν σκηνές από την είσοδο στα Ιεροσόλυμα, την προσευχή στο Όρος των Ελαιών, το Μαρτύριο της Σταύρωσης και την Ανάσταση.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ – ΚΥΘΝΟΣ

Το πιο εντυπωσιακό έθιμο του νησιού είναι αυτό της “Κούνιας”. Την Κυριακή του Πάσχα, στην πλατεία του νησιού, στήνεται μία κούνια, στην οποία κουνιούνται αγόρια και κορίτσια ντυμένα με παραδοσιακές στολές. Αυτός ή αυτή που θα κουνήσει κάποιον, δεσμεύεται ενώπιον Θεού και ανθρώπων για γάμο.

Μ.ΣΑΒΒΑΤΟ – ΚΥΘΝΟΣ
Το βράδυ του Μ. Σαββάτου , στην Κύτθνο , επικρατεί το έθιμο του “συχώριου”, δηλαδή όλοι όσοι έχουν πεθαμένους συγγενείς φέρνουν στην εκκλησία ψητά, κρασί και ψωμί, τα οποία έχει “διαβάσει” ο παπάς, τα προσφέρουν στους επισκέπτες και στους κατοίκους του νησιού.

ΑΝΑΣΤΑΣΗ – ΛΕΩΝΙΔΙΟ

Το βράδυ της Ανάστασης γεμίζει ο ουρανός από φωτεινά “αερόστατα” τα οποία ανυψώνονται από τους πιστούς κάθε ενορίας. Την ίδια ώρα έξω από την εκκλησία γίνεται το κάψιμο του Ιούδα.

Μ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ – ΥΔΡΑ
Την Μ. Παρασκευή ,στην Ύδρα , γίνεται κάτι το μοναδικό, ο Επιτάφιος της συνοικίας Καμίνι μπαίνει στη θάλασσα και διαβάζεται η Ακολουθία του Επιταφίου, δημιουργώντας μία ατμόσφαιρα κατανυκτική.

Μ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ – ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ

Το βράδυ της Μ. Παρασκευής, πλήθος κόσμου, ντόπιοι και επισκέπτες, ακολουθούν την περιφορά του Επιταφίου, σχηματίζοντας πομπές, οι οποίες διέρχονται από το λιμάνι, όπου είναι αναμμένες δάδες ειδικά τοποθετημένες στις τάπες του Κάστρου, γύρω από το λιμάνι. Στο μέσον της εισόδου του λιμανιού οι δάδες σχηματίζουν μεγάλο σταυρό, που φωταγωγεί ολόκληρο το λιμάνι παρουσιάζοντας μία φαντασμαγορική εικόνα μοναδικής ομορφιάς. Το έθιμο αυτό έχει παράδοση πολλών χρόνων που φαίνεται να θέλει να συνδυάσει τη θρησκευτική μυσταγωγία με την ηρωική προσπάθεια του μπουρλοτιέρη Ανεμογιάννη να πυρπολήσει τη τουρκική ναυαρχίδα στο χώρο αυτό.

ΑΝΗΜΕΡΑ ΠΑΣΧΑ

Ανήμερα του Πάσχα και από το απόγευμα στην Αράχωβα , ξεκινάει η περιφορά της Εικόνας του Αγίου Γεωργίου την οποία συνοδεύουν περί τα 500 άτομα ντυμένα με παραδοσιακές φορεσιές. Την επομένη πραγματοποιείται αγώνας δρόμου των γερόντων (ανηφορικός δρόμος), οι οποίοι ξεκινούν από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και φτάνουν στο λόφο. Ακολουθούν χορευτικά συγκροτήματα και το απόγευμα χορεύουν γυναικείοι χορευτικοί σύλλογοι. Οι εκδηλώσεις συνεχίζονται με κλέφτικα αγωνίσματα, όπως το σήκωμα της πέτρας κλπ.

ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Στην Μακεδονία από το μοναστήρι του Ξηροπόταμου του Αγίου Όρους, όπου φυλάσσεται ο Τίμιος Σταυρός, μεταφέρεται στο χωριό Πετροκέρασα που απέχει 52 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη. Το χωριό έχει το “ιερό δικαίωμα” μοναδικό στον κόσμο, να φιλοξενεί τον Τίμιο Σταυρό από την Κυριακή των Βαΐων μέχρι την Μ. Δευτέρα το πρωί. Αυτό γίνεται σε ανάμνηση της σωτηρίας του χωριού από αφανισμό, εξαιτίας θανατηφόρου ασθένειας (πανώλης), στα μέσα του 18ου αιώνα.

ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ
Σε πολλά χωριά της Θράκης, το Σάββατο του Λαζάρου , γυρίζουν κορίτσια με κόκκινα φορέματα οι «Λαζαρίνες» κρατώντας κούκλα ή κόπανο ή ρόκα τυλιγμένη με πολύχρωμα κουρέλια ή πανέρι στολισμένο με λουλούδια χτυπούν τις πόρτες των σπιτιών τραγουδώντας: «Βάγια Βάγια του βαγιού τρώνε ψάρια και κολιό και την άλλη Κυριακή τρων’ το κόκκινο αβγό».

ΛΑΖΑΡΗΔΕΣ
Το Σάββατο του Λαζάρου οι νοικοκυρές ζυμώνουν το πρωί «Λαζάρηδες» δηλαδή κουλούρια με ανθρώπινη μορφή που συμβολίζει την ψυχή του Λάζαρου.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΑΪΩΝ
Την Κυριακή των Βαΐων στη Θράκη όπως και σε άλλα μέρη της πατρίδας μας συνηθίζονται τα «βαγιοχτυπήματα». Οι γυναίκες χτυπούν με βάγια τις έγκυες για να λευτερωθούν πιο εύκολα . Ο λαός αποδίδει γονιμοποιό δύναμη στα βάγια. Επίσης σε άλλα χωριά της Θράκης τα κορίτσια έκαναν στεφάνια από βάγια, που τους έδινε ο παπάς στην εκκλησία, και τα έριχνα στο ρέμα. Όποιας το στεφάνι έφτανε πρώτο στη ρεματιά φίλευε τις υπόλοιπες στο σπίτι της και διασκέδαζαν με χορό και τραγούδια.

ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ – ΘΡΑΚΗ
Την Μεγάλη Εβδομάδα σε πολλές περιοχές της Θράκης κάνουν τριήμερο, δηλαδή νηστεύουν τις τρεις πρώτες ημέρες. Το έθιμο αυτό τηρούν συνήθως τα κορίτσια, γιατί πιστεύουν ότι «νηστικής καρδιάς πιάνει η ευχή» και ελπίζουν να βρουν γαμπρό. Την τελευταία μάλιστα βραδιά για να ονειρευτούν ποιόν θα πάρουν βάζουν κάτω από το μαξιλάρι τους «αλμυροκούλουρα».

Μ. ΤΕΤΑΡΤΗ
Την Μ. Τετάρτη οι νυκοκυρές παρασκευάζουν το προζύμι για τα κουλούρια, και ζυμώνουν πρόσφορα που τα πηγαίνουν στην εκκλησία. Από αυτά ρίχνει ο παπάς μικρά τεμάχια στη Θεία Κοινωνία της Μεγάλης Πέμπτης που τα λένε «μαργαριτάρια».

ΑΥΓΟ ΑΠΟ ΜΑΥΡΗ ΚΟΤΑ
Στην Θράκη την Μ. Πέμπτη , αν υπάρχει αβγό από μαύρη κότα , το βάφουν πρώτο και το βάζουν στο εικονοστάσι. Όποτε πιάνει μπόρα το χρησιμοποιούν μαζί με την πυροστιά, όπου τα βάζουν ανάποδα στην αυλή για να διώξουν το χαλάζι.

ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΦΙΛΗΜΑ
Tο πασχαλινό φίλημα είναι ένα παλιό έθιμο που χρονολογείται από τον 12ον αιώνα, όπως αναφέρουν οι θεολόγοι Xριστόφορος Mυτιληναίος και Θεόδωρος Προδρόμου και συμβολίζει την αγάπη και την χαρά που φέρνει η Aνάσταση του Xριστού στις καρδιές μας.

ΤΣΟΥΓΚΡΙΣΜΑ ΑΥΓΩΝ
Tο τσούγκρισμα των πασχαλινών αυγών συμβολίζει την Aνάσταση του Xριστού. Tο αυγό συμβολίζει τη ζωή και τη δημιουργία. Tο αυγό κλείνει μέσα του τη ζωή και όταν σπάσει με το τσούγκρισμα το κέλυφός του, γεννάται μια ζωή, . Eτσι και το πασχαλινό αυγό όταν με το τσούγκρισμα σπάσει το κέλυφος συμβολίζει το σπάσιμο του τάφου του Xριστού και την Aνάστασή Tου. Tο έθιμο τούτο χρονολογείται από το 1250 μ.X

ΑΥΓΑ ΠΑΣΧΑΛΙΝΑ
Tα Πασχαλινά αυγά. Aυτά έχουν πάντοτε κόκκινο χρώμα, το οποίο συμβολίζει το αίμα του Iησού Xριστού που βγήκε από το άγιο Σώμα Του όταν ελογχίσθει από τον Pωμαίο στρατιώτη, ενώ βρισκόταν πάνω στον σταυρό.

Μ. ΠΕΜΠΤΗ ΚΑΙ ΚΟΚΚΙΝΟ ΠΑΝΙ
Σε πολλά μέρη την Μεγάλη Πέμπτη κρεμάγανε ένα κόκκινο πανί στο παράθυρο που συμβολίζει το αίμα του Χριστού . Οσο το κόκκινο πανί ήταν κρεμασμένο στο μπαλκόνι ή το παράθυρο οι γυναίκες δεν έπλεναν ούτε και άπλωναν ρούχα γιατί το θεωρούσαν κακό σημάδι, ενώ τα πρώτα αβγά που έβαφαν τα έστελναν μαζί με τσουρέκια στα πεθερικά τους.

Μ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ – ΥΔΡΑ
Στην Ύδρα, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής η νεολαία του νησιού χωρίζεται σε δύο ομάδες, η μία από αυτές πηγαίνει στην εκκλησία για να στολίσει τον Επιτάφιο και η δεύτερη πηγαίνει στο λιμάνι. Εκεί, πάνω σε μια βάρκα φτιάχνουν μια κρεμάλα που κρέμεται πάνω από τη θάλασσα και στην οποία κρεμούν το ομοίωμα του Ιούδα. Το βράδυ, μετά την περιφορά του Επιταφίου, ο ιερέας ανεβαίνει επάνω στη βάρκα, και βάζει φωτιά στο ομοίωμα.

ΤΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΝΙΠΤΗΡΑ
Στην Πάτμο αναβιώνει το έθιμο “η τελετή του Νιπτήρα”, μια αναπαράσταση του Νιπτήρα που τέλεσε ο Ιησούς στους μαθητές του μετά το Μυστικό Δείπνο. Γίνεται κάθε μεγάλη Πέμπτη μεσημέρι, στη πλατεία Ξάνθου, μπροστά στο Δημαρχείο όπου έχει στηθεί από νωρίς το σκηνικό. Τους ρόλους των 12 Αποστόλων υποδύονται μοναχοί ή κληρικοί και το ρόλο του Χριστού ο ηγούμενος της Μονής Θεολόγου, ενώ το ρόλο του Ευαγγελιστή ένας κληρικός. Η αναπαράσταση γίνεται μέσα σε αυστηρά μοναστηριακό κλίμα με τον Απόστο Πέτρο και τον Ιούδα ως «πρωταγωνιστές» μέχρι την ώρα που ο ηγούμενος θα ραντίσει συμβολικά τα πόδια των μοναχών με νερό. Η πομπή ξεκινάει και επιστρέφει στο Μοναστήρι.

Μ.ΠΕΜΠΤΗ
Στις Μέτρες της Θράκης , την Μ. Πέμπτη , τα παιδιά κάνουν το ομοίωμα του Ιούδα και το περιφέρουν στα σπίτια, ζητώντας κλαδιά για να το κάψουν την επομένη στον Επιτάφιο.

Μ. ΠΕΜΠΤΗ ΚΑΙ ΚΑΛΑΝΤΑ
Στην Κρήτη λέγονταν τα Κάλαντα της Μεγάλης Πέμπτης, τα έψελναν μικρές παρέες παιδιών ή μαυροφόρες κοπέλες. Το σύνηθες φιλοδώρημα ήταν τα φρεσκοβαμμένα κόκκινα αβγά.

ΔΩΔΕΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΙ ΚΕΡΙΑ
: Θαυμαστές ιδιότητες αποδίδουν και στα κεριά που ανάβουν, όταν διαβάζονται τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Σε πολλά μέρη το κερί αυτό, που μένει άκαυτο, το φυλάνε για φυλαχτό και τον χειμώνα το ανάβουν για να μην πέσει κεραυνός.

ΑΥΓΟ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Ο λαός πιστεύει πως το πρώτο αυγό που βάφεται, το αυγό της Παναγίας, έχει θαυματουργές ικανότητες, γι αυτό το βάζουν στο εικονοστάσι του σπιτιού. Με το αυγό της Παναγίας, οι γυναίκες σταυρώνουν τα παιδιά και αν το αυγό είναι τριών χρόνων και τοποθετηθεί στην κοιλιά εγκύου γυναίκας ή ζώου, πιστεύεται ότι αποτρέπεται το ενδεχόμενο αποβολής!

Μ. ΤΕΤΑΡΤΗ
Στις γειτονιές της Αθήνας η εκκλησάρισσα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, μάζευε αλεύρι και το ζύμωνε χωρίς προζύμι. Το πήγαινε στον παπά και εκείνος ακουμπούσε πάνω του το σταυρό με το Τίμιο Ξύλο και το αλεύρι φούσκωνε. Αυτό θα ήταν το προζύμι της χρονιάς.

Μ.ΔΕΥΤΕΡΑ – ΚΕΡΚΥΡΑ
Τη Μεγάλη Δευτέρα στην Κέρκυρα, οι Κερκυραίοι αγοράζουν ‘Φογάτσες’, και ‘Κολομπίνες’, τα τοπικά μαντολάτα και τσουρέκια δηλαδή.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΑΪΩΝ – ΤΗΝΟΣ
Στην Τήνο, τα παιδιά τριγύριζαν στους δρόμους κρατώντας μαζί με το στεφάνι τους την «αργινάρα», μια ξύλινη ή και σιδερένια ροκάνα που τη στριφογύριζαν με δύναμη. Όταν έφταναν στη θάλασσα πετούσαν στο στεφάνι στο νερό.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΑΪΩΝ
Την Κυριακή των Βαΐων , στη Λέσβο τα παιδιά, μετά την εκκλησία, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα κομματάκια από ύφασμα, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν και ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά, η οποία τα κερνούσε κάτι.

http://www.seliani.gr/2009-07-19-13-13-23/ethima78.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1240

Έθιμα από τις γωνιές της Ελλάδας

Με έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο, ετοιμάζονται όλες οι περιοχές της Ελλάδας να υποδεχτούν τη γέννηση του Χριστού και την πρώτη μέρα του νέου χρόνου. Πόλεις και χωριά σε όλη την Ελλάδα στολίστηκαν, φωτίστηκαν και οι προετοιμασίες για την άφιξη της πιο χαρούμενης γιορτής της Χριστιανοσύνης ντύνονται με μελωδίες και παίρνουν άρωμα από τις κουζίνες των νοικοκυριών.


Έθιμα και παραδόσεις της πατρίδας μας, που δίνουν ξεχωριστό χρώμα στις περιοχές που τα τηρούν ακόμα.

Έθιμα από την Κεντρική Ελλάδα:

«Το τάισμα της βρύσης»

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το λεγόμενο “τάισμα” της βρύσης. Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό”. Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή. Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Έλεγαν μάλιστα πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.
Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.

«Κλωνάρια στο τζάκι» ή «Πάντρεμα της φωτιάς»

Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας “παντρεύουν”, τη φωτιά. Παίρνουν δηλαδή ένα ξύλο με θηλυκό όνομα π.χ. κερασιά και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά δέντρα. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλικάντζαρους.

Στη Θεσσαλία, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι, τα κορίτσια βάζουν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα ξεδιαλέγουν, ενώ τα αγόρια τοποθετούν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τα μικρά αυτά κλάδιά δέντρων αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες για την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά και παρακολουθούν με ενδιαφέρον ποιο κλωνάρι θα καιεί πρώτο, καθώς λένε πως αυτό είναι καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, αντίστοιχα, και συγκεκριμένα πως θα είναι αυτό που θα παντρευτεί πρώτο.

«Η γουρουνοχαρά»

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της.

Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως “γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά”. Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν “έλα να σφάξουμε το γουρούνι”, αλλά “έλα, έχουμε γουρουνοχαρά”. Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν “γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος”. Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα.

Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.

Η γουρουνοχαρά κράτησε, με όλη την αίγλη της, μέχρι το 1940. Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα, Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες.

Έθιμα από τη Μακεδονία:

«Το Χριστόξυλο»

Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας , από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό , το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι , ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Σε κάθε σπιτικό, οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.

«Οι Μωμόγεροι»

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι “αβάφτιστα”. Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους.

Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων – λύκων, τράγων ή άλλων – ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.

Έθιμα από την Ήπειρο:

«Tα καρύδια»

Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι. Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.

«Tο αναμμένο πουρνάρι»

Μια ωραία συνήθεια που βασίζεται σε μια παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού.
Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους – είναι μεγάλη πολιτεία τα Γιάννενα – αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!» Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν τ’ όνομα το πατρικό να σβήσει.

Έθιμα από την Πελοπόννησο:

«Tο σπάσιμο του ροδιού»

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας -δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του- και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: “με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά”. Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.

Έθιμα από την Κρήτη:

«Το Χριστόψωμο»

Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα, και κατά τη διάρκεια του ζημώματος λένε: “Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει.” Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, πουλάκια. Σε πολλά μέρη τα χριστόψωμα, τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, μικρά ή μεγάλα ή κούπες από βελανίδια που συμβόλιζαν την αφθονία που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς του σπιτιού τους.

Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές. Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Μερικοί, εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας, όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του.
Από τις προετοιμασίες της παραμονής των Χριστουγέννων πιο χαρακτηριστική είναι εκείνη που αναφέρεται στο ζύμωμα του χριστόψωμου. Κατά τόπους φτιάχνεται σε διάφορες μορφές και έχει διαφορετικές ονομασίες όπως: “το ψωμό του Χριστού”, “Σταυροί”, “βλάχες” κ.ά.”

«Η κοτόσουπα»

Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα. Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή “κούρκο” (γαλοπούλα) γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδιπιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ενα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι.

Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία.

Έθιμα από την Κεφαλλονιά:

«Οι κολόνιες»

Στην Κεφαλλονιά, αλλά και στα άλλα νησιά των Επτανήσων, το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου, κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνιες και ραίνουν ο ένας τον άλλον τραγουδώντας: “Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς”. Η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι: “Καλή Αποκοπή”, δηλαδή με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό χρόνο. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η μπάντα του δήμου περνάει από όλα τα σπίτια και τραγουδάει καντάδες και κάλαντα.

http://www.forthnet.gr/templates/newsPosting.aspx?p=144000

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1238

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ – ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Προφορική λογοτεχνία

Ως είδος το παραμύθι ανήκει στην προφορική ή λαϊκή λογοτεχνία με καταβολές σε όλες τις επικράτειες του κόσμου. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα, στην επηρεασμένη από το κίνημα του ρομαντισμού, Γερμανία αποτυπώνονται λαϊκά παραμύθια προορισμένα για ενήλικες, με σκοπό την ενίσχυση της γερμανικής συνείδησης και τη μελέτη της γερμανικής γλώσσας. Οι αδελφοί Γκριμ (Jacob και Wilhelm Grimm) συλλέγουν και καταγράφουν λαϊκά δημιουργήματα, εγκαινιάζοντας πρώτοι την επιτόπια έρευνα. Τα παραμύθια τους, που περιέχουν φιλολογικά σχόλια και παρατηρήσεις συγκεντρώθηκαν σε τρεις τόμους. Εκδόθηκε το 1822.

Στην Ελλάδα το ενδιαφέρον για το παραμύθι εντάσσεται στο γενικότερο ενδιαφέρον για τα προϊόντα της δημώδους λογοτεχνίας, τα οποία συμβάλλουν κυρίως στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας. Τον Ιανουάριο του 1880 ο Νικόλαος Πολίτης δημοσίευσε ένα άρθρο σε τρεις συνέχειες στο περιοδικό Εστία με τον τίτλο «Δημώδη παραμύθια» και την ένδειξη «Εν Μονάχω 1879». Το άρθρο γράφτηκε με αφορμή την έκδοση δύο συλλογών παραμυθιών που έγιναν από ξένους λόγιους. Ο ένας ήταν προξενικός εκπρόσωπος της Αυστρίας στα Γιάννενα και μετά στη Σύρο, ο Γιόχαν Γκέοργκ φον Χαν (Johann Georg von Hahn), ο οποίος το 1864 εξέδωσε, στη Λειψία, στη γερμανική γλώσσα, συλλογή παραμυθιών με τον τίτλο Νεοελληνικά παραμύθια. Ο άλλος, ο Δανός ελληνιστής Ζαν Πίο (Jean Pio), το 1879 εξέδωσε στην Κοπεγχάγη ανάλογη συλλογή, στηριζόμενος στις σημειώσεις του Hahn.

Η πιο γόνιμη περίοδος από άποψη καταγραφής και διάσωσης του λαϊκού παραμυθιού στην Ελλάδα θεωρείται η περίοδος των τελευταίων τριάντα χρόνων του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Βέβαια λίγα χρόνια πριν είχε εκδηλωθεί μια εκδοτική δραστηριότητα σε περιοδικά και βιβλία, τα οποία δημοσιεύουν λαογραφική ύλη κατά διαστήματα ή κατ’ αποκλειστικότητα, όπως για παράδειγμα η Πανδώρα και ο Ιλισσός. Στην ουσία το παραμύθι δεν τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον των επιστημόνων, το οποίο είχε εκδηλωθεί σαφώς νωρίτερα για τις άλλες μορφές λαϊκού βίου. Αυτό βέβαια οφείλεται στο ότι «από τη φύση του, λόγω της οικουμενικότητάς του, δεν προσφέρεται για την προβολή θεμάτων ελληνικότητας και ιστορικής συνέχειας, όπως απαιτούσαν οι περιστάσεις». Θεωρείται σημαντική την εποχή αυτή η παρότρυνση του Ν. Πολίτη στους μαθητές του στην κατεύθυνση του ενδιαφέροντος για το λαϊκό παραμύθι.

Η συνδυασμένη προσπάθεια περιοδικών, συλλόγων και κράτους για τη διάσωση της τοπικής λαϊκής παράδοσης είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση της Λαογραφικής Εταιρίας από τον Ν. Πολίτη το 1908 και του Λαογραφικού Αρχείου το 1918. Τα δύο αυτά επιστημονικά κέντρα συγκεντρώνουν μεγάλο όγκο παραμυθιών. Σήμερα η λαογραφική έρευνα πραγματοποιείται συστηματικά κυρίως από το Κέντρο Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών (ΚΕΕΛ). Ιδιαίτερα σε περιοχές με λαογραφικό ενδιαφέρον, γίνονται ερευνητικές αποστολές από μέλη του ΚΕΕΛ και συγκεντρώνεται υλικό, το οποίο ταξινομείται, για να χρησιμοποιηθεί από τους μελετητές.

Τα εννοιολογικά στοιχεία του παραμυθιού

Το παραμύθι είναι μία φανταστική προφορική διήγηση, που συνήθως αποτελείται από πολλά και διαδοχικά επεισόδια, τα λεγόμενα μοτίβα (το μοτίβο είναι μικρότερη αφηγηματική πρόταση που το συγκρατεί). Διαφέρει από το μύθο, γιατί αυτός είναι μια αλληγορική διήγηση, που έχει στόχο την ηθική διδασκαλία. Διαφέρει και από την παράδοση καθώς αυτή αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο γεγονός ή πρόσωπο, ή τόπο, και ο λαός την πιστεύει ως αληθινή. Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της γης από τα πανάρχαια χρόνια. Η υπόθεσή του δε δεσμεύεται από τόπο και χρόνο και τα πρόσωπά του είναι φανταστικά. Στα παραμύθια συναντάμε πλήθος από απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά όμως που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως αυτός τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία και στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασε μέσα στα παραμύθια.

Ο τεράστιος όγκος του παραμυθιακού υλικού έχει ταξινομηθεί σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη των Aarne–Thompson σε 2.430 παραμυθιακούς τύπους. Παραμυθιακός τύπος είναι η αφηγηματική βάση πάνω στην οποία δομούνται οι παραλλαγές ενός παραμυθιού και απορρέει από τον συνδυασμό μοτίβων . Όταν δύο ή περισσότεροι παραμυθιακοί τύποι συνδυάζονται μεταξύ τους, το φαινόμενο, καθώς και η νέα παραλλαγή που προκύπτει, ονομάζεται συμφυρμός. Με τη δημιουργία μονογραφιών και εθνικών καταλόγων πραγματοποιείται μία εμπεριστατωμένη μελέτη πάνω στο παραμύθι. Συντάκτης του ελληνικού καταλόγου με δημοσιευμένες και αδημοσίευτες παραλλαγές των ελληνικών λαϊκών παραμυθιών, που καταγράφηκαν μέχρι τη δεκαετία του 1970, είναι ο Γ. Α. Μέγας.

Οι μύθοι των ζώων, τα μαγικά παραμύθια, οι ευτράπελες διηγήσεις και τα κλιμακωτά παραμύθια, αποτελούν τις μεγάλες κατηγορίες στις οποίες εντάσσεται το σύνολο των τύπων του παραμυθιού. Εδώ χρειάζεται να διακρίνει κανείς μεταξύ λαϊκού και λόγιου παραμυθιού, καθώς οι δύο όροι συγχέονται συστηματικά, εφόσον οι δύο μορφές συνυπήρξαν και αλληλεπέδρασαν στην Ευρώπη από τα μέσα του 14ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα. «Αυτό οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στη σταδιακή διαφοροποίηση του κοινού που αποδέχεται το παραμύθι. Ενώ το παραμύθι αποτέλεσε αρχικά είδος προφορικής ψυχαγωγίας για τα λαϊκά στρώματα της κοινωνίας, πέρασε στη συνέχεια στους αστικούς κύκλους, όπου επίσημος αποδέκτης του κατέληξε να είναι το παιδικό κοινό». Οι διαφορές που παρατηρούνται ανάμεσα στο λαϊκό παραμύθι (προϊόν της προφορικής παράδοσης) και στο λόγιο (προϊόν της γραπτής λογοτεχνίας) αφορούν κυρίως την παραγωγή, τη μεταβίβαση και τη λειτουργία του παραμυθιακού λόγου. Κύριοι σταθμοί αυτής της μακραίωνης ανταλλαγής θεωρούνται το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου, οι Ευχάριστες Νύχτες του Straparola, o Γαργαντούας του Rabelais, το Πενταήμερο του Basile, τα Παραμύθια του Περρώ και η γενικότερη παραγωγή της αυλής του Λουδoβίκου XIV, και η μετάφραση του «Χίλιες και Μία Νύχτες» από τον Galland. Η διαμόρφωση του έντεχνου παραμυθιού ως νέου λογοτεχνικού είδους από τους von Arnim και Brentano, καθώς και η συλλογή των αδελφών Γκριμ, κλείνουν ουσιαστικά τη μετάβαση από το ένα είδος στο άλλο. Έτσι, το παραμύθι πέρασε σιγά-σιγά από το συλλογικό στο ατομικό επίπεδο και από την αγροτική κοινότητα στην αστική κοινωνία, ενώ η παραγωγή και η διάδοσή του εξυπηρετούν πλέον και εμπορικούς στόχους.

Πηγή : http://www.mediart.gr/life-style/2011-02-22-12-00-35/290-paramithia-paidia-istories-mithoi

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1236

Τα αφηγηματικά χαρακτηριστικά του παραμυθιού

Ως είδος το παραμύθι ακολουθεί τρεις γενικές αρχές, προκειμένου να αναφερθεί στον χρόνο, στον τόπο και στα πρόσωπα, που αφορούν το περιεχόμενό του. Συγκεκριμένα:

  • Στο παραμύθι ο χρόνος είναι αόριστος.
  • Επίσης αόριστος είναι και ο τόπος της δράσης.
  • Η δράση εκτυλίσσεται σχεδόν εξολοκλήρου μέσα από την ανωνυμία των προσώπων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1908 ο δανός λαογράφος Άξελ Όλρικ (Axel Olrik) κατέληξε στην επισήμανση κάποιων αφηγηματικών αρχών για το παραμύθι, τους αποκαλούμενους επικούς νόμους:

  1. Ένα παραμύθι δεν ξεκινά με το σπουδαιότερο σημείο της δράσης και δεν τελειώνει απότομα. Προηγείται μια ήρεμη εισαγωγή, ενώ η ιστορία συνεχίζεται και μετά την κορύφωση, για να κλέσει τον κύκλο σε ένα σημείο ηρεμίας και σταθερότητας.
  2. Οι επαναλήψεις είναι συχνές, όχι μόνο για να δώσουν ένταση στην πλοκή, αλλά και για να προσδώσουν όγκο στην ιστορία.
  3. Την ίδια στιγμή, παρόντα στο ίδιο επεισόδιο βρίσκονται συνήθως μόνο δύο πρόσωπα.
  4. Οι αντίθετοι χαρακτήρες βρίσκονται αντιμέτωποι.
  5. Αν εμφανίζονται στον ίδιο ρόλο δύο πρόσωπα, πρόκειται για μικρούς και αδύνατους. Συχνά είναι δίδυμοι και όταν δυναμώσουν γίνονται συχνά ανταγωνιστές.
  6. Ο χειρότερος ή πλέον αδύναμος μιας ομάδας αποδεικνύεται στο τέλος ο καλύτερος.
  7. Οι χαρακτηρισμοί είναι απλοί: αναφέρονται μόνο οι ιδιότητες που έχουν άμεση σχέση με την υπόθεση. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη για τη ζωή των προσώπων εκτός πλοκής,
  8. Η πλοκή είναι απλή και λέγεται μία ιστορία τη φορά. Όταν εκτυλίσσονται παράλληλα δύο ή περισσότερα επεισόδια, τότε πρόκειται για λόγιο προϊόν.
  9. Όλα θίγονται με τον απλούστερο δυνατό τρόπο. Παρόμοια αντικείμενα περιγράφονται όσο γίνεται πιο όμοια. H ποικιλομορφία δεν επιχειρείται καν.

Στα υφολογικά-αισθητικά γνωρίσματα του παραμυθιού ανήκουν το περιεχόμενο, τα εκφραστικά μέσα και η λειτουργία του. Το περιεχόμενο των παραμυθιού είναι ενιαίο και μονοδιάστατο. Το φυσικό και το υπερφυσικό στοιχείο συνυπάρχουν και αλληλεπιδρουν. Ο ήλιος το φεγγάρι και τα αστέρια πέρνουν ανθρώπινη μορφή και το βελόνι, το μήλο, το νερό αποκτούν μαγικές ικανότητες. Οι παραμυθιακοί ήρωες παρουσιάζονται ως αβαθείς μορφές (έλλειψη υποκειμενικού βάθους), χωρίς εσωτερικό κόσμο, πάντα νέοι, χωρίς παρελθόν και μέλλον. «Ο συνδυασμός της έλλειψης υποκειμενικού βάθους και της μόνωσης των παραμυθιακών προσώπων έχει έμμεσο αφηγηματικό αποτέλεσμα στο αφηρημένο ύφος του παραμυθιού και τη συνολική απλότητα που το χαρακτηρίζει.

Εξαιτίας αυτής της απλότητας αμφισβητήθηκε η λογοτεχνική αξία του παραμυθιού και ο βαθμός της ωριμότητάς του ως πνευματική έκφραση. Από την αισθητική ανάλυση του παραμυθιού απουσιάζουν οι γλαφυρές περιγραφές και τα πολλά επίθετα. Στο παραμύθι χρησιμοποιούνται σκληρά υλικά όπως μέταλο, διαμάντι, γυαλί κ.ά. που όλα όμως είναι λαμπερά. Οι χρωματικές αποχρώσεις απουσιάζουν και το ύφος του παραμυθιού στηρίζεται στην υπερβολή και τα εκφραστικά μέσα του, που έχουν τελικό αποτέλεσμα τη σταθερότητα του ύφους και της δομής. Επιπλέον, το παραμύθι «ωθεί το ακροατήριο στην ονειροπόληση εξιδανικεύοντας την πραγματικότητα». Η παραμυθιακή αφήγηση αντλεί τα θέματά της από το κοινωνικό περιβάλλον.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά ισχύουν και για το ελληνικό παραμύθι, για το οποίο διακρίνονται επιπλέον χαρακτηριστικά που προσδίδονται από την εντοπιότητα τη γλώσσα, την παράδοση και τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής. Έτσι, το πρώτο γνώρισμα τοπικότητας, που χαρακτηρίζει το ελληνικό παραμύθι, είναι η γλώσσα, είτε πρόκειται για την κοινή ελληνική, είτε για τοπικά ιδιώματα και διαλέκτους. Το λεξιλόγιο διαφοροποιείται ανάλογα με την περιοχή, προδίδοντας ενίοτε τις επιδράσεις ξένων κατακτητών. Το δεύτερο γνώρισμα τοπικότητας του παραμυθιού είναι η ελληνική παράδοση, από την οποία αντλεί το ελληνικό παραμύθι τις αναπαραστάσεις του και τις αναφορές του στο φαντασιακό. Στην παράδοση αποτυπώνεται και η ιστορική πορεία του τόπου, τόσο με τη μεταβίβαση στοιχείων από γενιά σε γενιά επί αιώνες ολόκληρους, όσο και με την ανταλλαγή στοιχείων με τους λαούς που πέρασαν από το ελληνικό έδαφος. Επίσης, έχει καταδειχθεί από πολλούς λαογράφους η ομοιότητα μεταξύ ορισμένων αρχαίων ελληνικών και νεοελληνικών παραμυθιών. Το τρίτο γνώρισμα τοπικότητας είναι η προβολή του φυσικού περιβάλλοντος και του κλίματος στο παραμύθι, αλλά και του ίδιου του χαρακτήρα του ελληνικού λαού.

Το παραμύθι βασίζεται στην προφορική μεταβίβαση της παράδοσης από γενιά σε γενιά. Σημαντικός λοιπόν είναι ο ρόλος του αφηγητή, που ζωντανεύει τον κόσμο του παραμυθιού. Οι παραμυθάδες, στην πλειονότητά τους άνδρες, σύμφωνα με τις ανάγκες και το ταλέντο τους δίνουν μορφή σε ένα αφηγηματικό σχήμα. Έτσι αυτό που διαθέτουμε δεν είναι το αρχέτυπο ενός παραμυθιού αλλά πολυάριθμες εκδοχές του. Οι μετασχηματισμοί των παραμυθιών και η δημιουργία συγκεκριμένων αφηγηματικών τύπων οφείλονται στους αφηγητές. Το πολιτισμικό βάρος και η διάδοση ενός παραμυθιού εξαρτάται κάθε φορά από την αφηγηματική δύναμη ενός παραμυθά, αλλά και από τα γούστα, τις προτιμήσεις και τους παιδαγωγικούς ή άλλους στόχους του ακροατηρίου του μέσα σε μια τοπική κοινωνία. Με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία της αφήγησης και της διάδοσης ενός παραμυθιού υπόκειται στο συσχετισμό τριών παραγόντων: της προϋπάρχουσας παράδοσης, του εκάστοτε αφηγητή και της κοινότητας των ακροατών του.

Πηγή : http://www.nefelokokkygia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=80%3A2010-08-10-22-19-26&catid=25%3A2010-08-10-20-03-37&Itemid=71&limitstart=4

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1225

Ελληνικές Παροιμίες – Μέρος Γ

Οι πιο γνωστές και συνηθισμένες ελληνικές παροιμίες.


Χαρακτήρας

  • Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες…
  • Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.
  • Το ήμερο τ’ αρνί βυζαίνει από δυο μανάδες και το άγριο δε βυζαίνει ούτε απ’ τη μάνα του.


Αυτογνωσία

  • Η μαϊμού είδε τον κώλο της και τρόμαξε.
  • Καθενός η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
  • Η καμήλα δε βλέπει την καμπούρα της.


Όνομα

  • Όχι Γιάννης, Γιαννάκης
  • Άλλος έχει τ’ όνομα κι άλλος τη χάρη.
  • Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
  • Ακόμα δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.


Καταγωγή

  • Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
  • Η αλεπού και το παιδί της, ένα τομάρι έχουνε.
  • Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιος και θυγατέρα.
  • Από κει που πήδησε η κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι.
  • Παπά παιδί, διαόλου εγγόνι.
  • Σόι πάει το βασίλειο.
  • Το σόι σώζεται.
  • Όποιος γεννηθεί στη φυλακή, την φυλακή θυμάται.
  • Το αίμα νερό δεν γίνεται και άμα γενεί, δεν πίνεται.
  • Η αλεπού εκατό χρονών, τ’ αλεπουδάκια εκατόν δέκα.
  • Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει.
  • Οι κάμποι τρέφουν άλογα και τα βουνά λεβέντες.
  • Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του.
  • Μη μου πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου είναι κοντά, και ξέρω τίνος είσαι.


Γέλιο & Χαμόγελο

  • Γέλασε και το παρδαλό κατσίκι.
  • Άμα ξαναγίνω νύφη, ξέρω να χαμογελώ.
  • Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
  • Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.


Εξωτερική Εμφάνιση

  • Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
  • Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
  • Άσχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα.
  • Μπρος τα κάλλη τι είναι ο πόνος.
  • Τα πάχη μου, τα κάλλη μου.
  • Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής.
  • Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καρακαηδόνα.
  • Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
  • Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
  • Η αρρώστια και η αρχοντιά φαίνονται από μακριά.


Υγεία

  • Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα.
  • Οι τριφτάδες κι ο χυλός, ώσπου να σηκωθείς ορθός.
  • Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.
  • Ο άρρωστος θέλει γιατρό κι ο πεθαμένος κλάμα.
  • Κώλος κλαμένος, γιατρός χεσμένος.


Τύχη & Πεπρωμένο

  • Ρόδα είναι και γυρίζει.
  • Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
  • Η τύχη βοηθάει τον τολμηρό
  • Να ‘χα πουτάνας ριζικό και ακαμάτρας μοίρα.
  • Πουτάνας τύχη δεν χάνεται.
  • Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή.
  • Αυτός κοιμάται κι η τύχη του δουλεύει.
  • Ο άνθρωπος ό,τι μπορεί κι ο Θεός ό,τι θέλει.
  • Όποιου του μέλλει να πνιγεί, δεν πάει από κρεμάλα.
  • Ο Θεός άλλους έπλασε και άλλους έκλασε.
  • Όποιος έχει τύχη, γεννάνε και τα κοκόρια του.
  • Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
  • Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει
  • Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.
  • Άλλος μαυρομάτα και άλλος τσιμπλομάτα.
  • Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
  • Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει
    [κι αν είσαι κακορίζικος, κάτσε, μην τυραννιέσαι]


Απρόοπτα

  • Αλλού τ’ όνειρο κι αλλού το θάμα.
  • Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάν’ οι κότες.
  • Σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι.
  • Είδα κι είδα, γύφτο παπά δεν είδα.
  • Βουνό με βουνό δεν σμίγει.
  • Κατά φωνή και γάιδαρος.
  • Μέγας είσαι, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου!


Απογοήτευση

  • Ζήσε μαύρε μου να φας τριφύλλι.
  • Κάθε ημέρα δεν είναι τ’ Αϊ-Γιαννιού.
  • Από το γάμο έρχομαι και μα την πείνα που ‘χω.
  • Πώς πάν’ αράπη τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουνε.
  • Στολίστει η νύφη κι απόμεινε.
  • Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα.
  • Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι.
  • Χέσε ψηλά κι αγνάντευε.
  • Πολύ κο-κο και κανένα αβγό
  • Μούντζω κατά του Κουρουνιού, σπάσανε οι μπογάνες.
  • Παρηγοριά στον άρρωστο ώσπου να βγει η ψυχή του.


Θλίψη & Πόνος

  • Το πολύ ταμάχι τρώει το στομάχι.
  • Αυτός που ‘χασε το χοίρο του, όλο μουγκριές ακούει.
  • Στον άρρωστο το γιατρικό, στον πονεμένο ο λόγος.
  • Μια στενοχώρια που μοιράζεται είναι μισή στενοχώρια.
  • Μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά. Μοιρασμένος πόνος, μισός πόνος.


Απόγνωση

  • Αλί απ’ τον Αλή που ‘χασε τ’ άλογο και πιλαλεί.
  • Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
  • Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του πιάνεται.
  • Χωρίς κουπιά και άρμενα, Αϊ-Νικόλα βόηθα.


Φόβος

  • Σαν τη γίδα το ψαλίδι.
  • Ο φόβος φυλάει τα έρμα.
  • Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
  • Τρέμει σαν το σκύλο κάτω απ’ το ρέχτι.
  • Αν φοβόταν ο λύκος τη βροχή, θα φόραγε καπότα.
  • Όπου πεθαίνουνε πολλοί, θάνατο δε φοβάσαι.
  • Φοβάται ο Γιάννης το θεριό, και το θεριό το Γιάννη.
  • Πώς πάνε οι στραβοί στον Άδη; ένας κοντά στον άλλονε.
  • Άμα δεις λαγόν εμπρός σου, τρεις φορές καν’ το σταυρό σου.
  • Το γουρούνι το κράζουν για μαχτό και κείνο πάει για σκατό.


Ντροπή

  • Μισή ντροπή δική μου – μισή ντροπή δική του.
  • Η δουλειά δεν είν’ ντροπή και ντροπή είν’ η τεμπελιά.
  • Έβγα έξω και πομπέψου κι έμπα μέσα και πορέψου.
  • Έμαθα γδυτός και ντρέπομαι ντυμένος.
  • Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
  • Η ντροπίτσα τρώει πετρίτσα.
  • Ντράπου η κόρη, βρέθει γκαστρωμένη.


Αξιολόγηση

  • Χώρια τα στέρφα από τα γαλάρια.
  • Άλλος έχει τ’ όνομα κι άλλος τη χάρη.
  • Θα πηδήξω τάτα, θα σε δω παιδάκι μου.
  • Του γεωργού η δουλειά στ’ αλώνι φαίνεται.
  • Ο κακός γείτονας κάνει τον καλό νοικοκύρη.
  • Άγιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται.
  • Δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι.
  • Όσο βαραίνει ένας άνθρωπος, δε βαραίνει ο κόσμος όλος.


Αξία & Ικανότητα

  • Ο καλός ο μύλος όλα τ’ αλέθει.
  • Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
  • Βασιλικός κι αν μαραθεί, τη μυρωδιά την έχει.
  • Της καλής προβατίνας της κρεμάνε το τροκάνι.
  • Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
  • Ο καλός ο γεωργός κάνει το καλό χωράφι.
  • Η τέχνη και η πονηριά τη νικά την αντρειά.
  • Το δέντρο που ‘χει τον καρπό, όλο πετροβολιέται.
  • Μάστορης είναι και της κατσίκας ο κώλος, [που κάνει κομπολόι την κοπριά ].
  • Μη με κοιτάς στο γύρισμα, γυρίζω παλικάρι. Να με κοιτάς στο λιόκρισμα που σπάω το λιθάρι.


Θέληση

  • Ο επιμένων νικά.
  • Όλα γίνονται. Μόνο του σπανού τα γένια δεν φυτρώνουν.


Καλοσύνη

  • Κάμε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό.
  • Ο καλός καλό δεν έχει.
  • Χίλιοι καλοί χωράνε.
  • Αφού έκαμες την εκκλησιά, κάμε και τ’ άγιο βήμα.


Υπευθυνότητα

  • Όποιος έχει αμπέλι, ας βρει δραγάτη.
  • Εγώ βαφτίζω και μυρώνω, άρα ζήσει άρα δε ζήσει.
  • Άλλος σ΄ έχεσε κι εγώ θα σε σφουγγίσω;
  • Ανύπαντρος σαν παντρευτεί δεν πρέπει να χορεύει, μόνο σακί στον ώμο του κριθάρι να μαζεύει.


Ευγνωμοσύνη

  • Όταν σου χαρίζουν ένα γάιδαρο, μην τον κοιτάς στα δόντια.
  • Πίνει η κότα το νερό, μα κοιτάει και το Θεό.
  • Η χάρη θέλει αντίχαρη και πάλι χάρη είναι.


Προνοητικότητα

  • Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
  • Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
  • Έχουσιν γνώσιν οι φύλακες.
  • Μήτε στη μέση χωραφιού, μήτε στην άκρη τραπεζιού
  • Μην φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν.
  • Κεραμίδια που δε στάζουνε, μη τα σκαλίζεις.
  • Του άγιου άναβε ένα κερί και του διαβόλου δέκα.
  • Αλάργα από πλώρη καραβιού και μουλαριού το κώλο.
  • Την υπογραφή σου και το κάτω το κεφάλι σου να προσέχεις που τα βάζεις.


Υπομονή

  • Αγάλι-αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
  • Το καλό πράγμα αργεί να γίνει.
  • Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι.
  • Σταλαματιά, σταλαματιά, τρώγεται η πέτρα η πλατιά.


Αδράνεια & Τεμπελιά

  • Πέσε πίτα να σε φάω.
  • Κάλλιο ένα καλό χουζούρι παρά της δουλειάς το νταβαντούρι.
  • Άδουλος, δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύν’ και δένει.
  • Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή.
  • Η αλεπού είχ’ εργατιά και κείνη ακριδολόγαγε.
  • Με το στόμα μπάρα-μπάρα, με τα χέρια κουλαμάρα.
  • Με το νου πλουταίν’ η κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα.
  • Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή χωροφύλακας ή παπάς.
  • Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλους.
  • Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο ήλιος τα μοσχάρια.
  • Άξιος είναι στο φαΐ και γρήγορος στον ύπνο.
  • Δουλειά δεν είχε ο διάολος κι έδερνε τα παιδιά του.


Αμαρτίες

  • Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.
  • Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία.
  • Αν αρτυθείς να είν’ αρνί, αν κλέψεις ναν’ χρυσάφι κι αν αγαπήσεις και καμιά, να τη ζηλεύει η γειτονιά.


Ματαιοδοξία

  • Χόρτασ’ η ψείρα και βγήκε στον γιακά.
  • Έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
  • Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του.
  • Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σακούλια του.
  • Το μυρμήγκι, σαν είναι να χαθεί, βγάζει φτερά.
  • Έλα παππού να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφά σου.
  • Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάννη.
  • Άβρακος έβαλε βρακί, σε κάθε πόρτα το έδειχνε.
  • Ας με λενε Βοϊβοντίνα, κι ας ψοφώ απ’ την πείνα.
  • Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι.


Βλακεία

  • Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια.
  • Σαράντα πέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
  • Δεν μπορεί να μοιράσει δυο γαϊδουριών άχυρα.
  • Να ‘χαν οι κουρούνες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση.
  • Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.


Αναποτελεσματικότητα

  • Θύμωσε ο Αγάς κι έκοψε τ’ αρχ… του.
  • Έκανε τ’ άχυρα κομμάτια.
  • Όποιος πάει ανάγυρα, πάει σπίτι του.
  • Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει.
  • Στραβός στραβόν οδήγαγε κι ηύραν κι οι δυο το βράχο.
  • Της νύχτας τη δουλειά τη βλέπει η μέρα και γελά.
  • Τυφλός τυφλό οδήγαγε κι οι δυο στο λάκκο πέσαν.
  • Δεμένο σκυλί, πρόβατα δε φυλάει.
  • Φάγαμε το βόδι κι αφήσαμε την ουρά του.
  • Ή στραβός είν’ ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε.
  • Τον κώλο βάζει ο μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει
  • Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
  • Έκαψ’ την καλύβα του να μη τον τρων’ οι ψύλλοι.
  • Πάρε την κάργια οδηγό, να φας σκατό με το κιλό.
  • Κίνησε ο Οβριός για το παζάρι κι έτυχε να ‘ναι Σάββατο.
  • Με τις πορδές δε βάφονται αβγά.
  • Με κουβαλητό νερό ο μύλος δε γυρίζει.
  • Κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι.
  • Σαράντα χρόνια μάστορας και μάστορα γυρεύω.
  • Αν βάζεις τον κώλο σου να σου κάνει δουλειά, σκατά δουλειά θα κάνει.
  • Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Με ήλιο τα μπάζουμε, με ήλιο τα βγάζουμε.


Πλεονεξία

  • Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα.
  • Κλαίν’ οι χήρες, κλαίν’ κι οι παντρεμένες.
  • Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι, θα φάει και το κουβέλι.
  • Καλόμαθε η γριά στα σύκα και εμπαινόβγαινε κι εζήτα
  • Του παπά η κοιλιά είν’ αμπάρι, θέλει να φάει και να πάρει.
  • Και την πίτα σωστή και το σκύλο χορτάτο.
  • Και γαλάτα και μαλάτα και θηλυκά τ’ αρνιά.


Απάθεια

  • Χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι.
  • Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.
  • Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
  • Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου.
  • Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
  • Έπεσε η ζάχαρη στο μέλι και κάτι τρέχει.
  • Ας γυρίζει ο μύλος, κι ας τρώει ο χοίρος.
  • Δε φοβάται ο παστουρμάς τ’ αλάτι.
  • Άνεμος που δεν μποδίζει, άφησέ τον κι ας βουίζει.
  • Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι.
  • Χέστηκε ο Πολύδωρος που ‘ναι στα πόδια γρήγορος.
  • Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.
  • Σιγά μη χάσει η Βενετιά βελόνι.
  • Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.
  • Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
  • Ψωμί μη λείψει σπίτι μας και φούρνος να μη καπνίσει.


Τρέλα

  • Η τρέλα δεν πάει στα βουνά.
  • Τρελός παπάς σε βάφτισε
  • Τρελός ράφτης, μακριά κλωστή.
  • Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.


Κακία

  • Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
  • Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
  • Το γινάτι βγάζει μάτι.
  • Στο καλάθι δεν χωρεί, στο κοφίνι περισσεύει.
  • Του κακού, κακό μην κάνεις, το δικό του τόνε φτάνει.
  • Ο κακός χρόνος περνάει, ο κακός γείτονας δεν περνάει.


Φθόνος

  • Το μάτι σπάει την πέτρα.
  • Να ‘ταν η ζήλια ψώρα, θα ξυνόταν όλη η χώρα.
  • Μία αλεπού κοψονούρα, όλες τις θέλει κοψονούρες.
  • Ν’ άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
  • Μητ’ ο σκύλος τρώει τ’ άχυρο μήτε τον γάιδαρο αφήνει.
  • Άσπρο κώλο που ‘χει η νύφη, να ‘χαμε και μεις οι γύφτοι.


Μικροπρέπεια

  • Δώσε θάρρος στο χωριάτη, να σ’ ανέβει στο κρεβάτι.
  • Πάρ’ τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
  • Το γύφτο κάναν βασιλιά κι αυτός γύρευε ρείκια.
  • Αν φτύσεις πάνω, φτύνεις τα μούτρα σου κι αν φτύσεις κάτω φτύνεις τα γένεια σου.


Υποκρισία

  • Να σε χέσω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι να γιάνει.
  • Γάτος γαμάει και γάτος σκούζει.
  • Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλαστής.
  • Στην γειτονιά τριαντάφυλλο και μες στο σπίτι αγκάθι.
  • Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
  • Αντί να βογκάει ο γάιδαρος βογκάει ο καβαλάρης.
  • Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
  • Ο κουφός και ο κλανιάρης πάνε δίπλα στα νταούλια
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.
  • Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.


Εγκαρτέρηση

  • Κάθε εμπόδιο για καλό.
  • Μαθημένα τα βουνά απ’ τα χιόνια.
  • Και τα καλά δεχούμενα, και τα κακά.
  • Όσα βρέχει ο Θεός, τόσα καταπίνει η γη.
  • Λαγόν εσφάζαν κι έκλανε, καλά που δεν έχεζε.
  • Χαρά σ’ εκείνο το κακό, που θα ‘ρθει μοναχό του.
  • Μαθημένο είν’ τ’ αρνί , να του παίρνουν το μαλλί.


Απαξίωση

  • Παπάς εγίνεις Κώστα; Το ‘φερ’ η κατάρα.
  • Το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.
  • Ο άδειος ο τενεκές κάνει το μεγαλύτερο θόρυβο.
  • Και κόκκορος εν λαχάνοις, και Σαούλ εν προφήταις.
  • Κολιός και κολιός από ένα βαρέλι.
  • Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα.
  • Απ’ όπου κι αν τον πιάσεις λερώνεσαι.
  • Βροντάν όλα τα σίδερα, βροντά κι η σακοράφα.
  • Μιλάν’ όλοι, μιλάνε κι οι κώλοι.
  • Όποιος είν’ έξω απ’ το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει.
  • Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή χωροφύλακας ή παπάς.
  • Άξιος είναι στο φαΐ και γρήγορος στον ύπνο.
  • Πλεύουν τα μήλα στο νερό, πλεύουν και οι καβαλίνες.
  • Καλώς τον άγιο του Θεού, τον παξιμαδοκλέφτη.
  • Από κακή κολοκυθιά, ούτε κολοκυθόσπορο.


Απειλή

  • Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει.
  • Το σιγανό ποτάμι να φοβάσαι.
  • Το ποτάμι κοιμάται, ο οχτρός δεν κοιμάται.
  • Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι.
  • Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
  • Βαστάτε Τούρκοι τ’ άρματα.
  • Καλομελέτα κι έρχεται.
  • Ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια.
  • Έβαλαν το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
  • Σαν σ’ αρέσει μπαρμπα-Λάμπρο, ξαναπέρνα από την Άνδρο.
  • Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
  • Όταν ακούς την αρκούδα στου γείτονα την αυλή, καρτέρα τη και στη δική σου.


Καχυποψία

  • Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
  • Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
  • Μασάει η κατσίκα ταραμά;
  • Όρκος του ρωμιού, πόρδος του γουρνιού.
  • Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε.
  • Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.


Ανάγκη

  • Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
  • Ο καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
  • Ο πλάτανος θέλει νερό κι η λεύκα θέλει αέρα.
  • Διψάει η αυλή του για νερό κι αυτός αλλού ποτίζει.


Επιθυμίες

  • Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
  • Η γριά το μεσοχείμωνο θυμήθηκε πεπόνι.
  • Το φαΐ και το χέσιμο ώσπου ν’ αρχίσουν θέλει.
  • Αυτός που δε ζητά πολλά τα έχει όλα τα καλά.
  • Καλομελέτα κι έρχεται.
  • Ποιος στραβός δε θέλει το φως του.
  • Θέλω την κι ας είναι χήρα και φτωχή και κακομοίρα.


Εναλλακτικές λύσεις

  • Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς.
  • Το μοναστήρι να ‘ναι καλά, και από καλογήρους…
  • Έχει κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
  • Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει.
  • Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι.
  • Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
  • Μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε.
  • Θέλεις θέρισε και δέσε, θέλεις δέσε και κουβάλα.
  • Όπου έχει δυο αγαπητικιές χαρά έχει μεγάλη, γιατί όταν μαλώνει με τη μια κινάει και πάει στην άλλη.


Σιγουριά

  • Όποιος καεί με το χυλό, φυσάει και το γιαούρτι.
  • Μην αγοράζεις γουρούνι στο σακί.
  • Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
  • Κάλλιο ένα και στο χέρι, παρά χίλια και καρτέρει.
  • Πολλές φορές πάει η στάμνα στη βρύση, μα μια φορά θα σπάσει.
  • Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε.
  • Χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα.
  • Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.
  • Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά.
  • Τι δε σε νοιάζει μη ρωτάς, ποτέ κακό δεν έχεις.
  • Μη δεις ψηλό και φοβηθείς, κοντό κι αναθαρρέψεις.
  • Όποιο πρόβατο φεύγει απ’ το μαντρί το τρώει ο λύκος.
  • Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
  • Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
  • Πάω αργά γιατί βιάζομαι.
  • Μήτε το διάολο να δεις, μήτε το σταυρό σου να κάνεις.
  • Αν δε λαλήσουν τα όργανα, κι αν δε σφαχτεί ο τράγος, απίστευτο μου φαίνεται να ‘ναι δικός μου ο γάμος.


Υποσχέσεις

  • Αλαργινός ο κήπος, δωριανά τα λάχανα.
  • Ψάρια στο γιαλό, τόσο τα πουλώ.
  • Μην τάξεις σ’ άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι.
  • Τα βόδια τα δένουν απ’ τα κέρατα, τον άνθρωπο απ’ το λόγο του.
  • Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.
  • Του γιου σου τάξε ψέματα και του γαμπρού σου αλήθεια.
  • Αλλιώς μας τα ‘λεγες παπά, πριν σε χειροτονήσουν.


Εμμονές

  • Το γινάτι βγάζει μάτι.
  • Ένα το ‘χει η Μαριορή, το στεγνώνει το φορεί.
  • Όλα τα πουλιά πάν’ κι έρχονται κι ο σπουργίτης αναμένει.
  • Το λύκο τον κουρεύανε, πούθε παν’ τα πρόβατα.
  • Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
  • Κάθε πρώτη του μηνός, για δεσπότης, για φανός.
  • Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες…
  • Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει.
  • Γριάς το μεσοχείμωνο αγγούρι της θυμήθη.
  • Το γουδί το γουδοχέρι [και έναν κόπανο στο χέρι].
  • Όλοι κλαίν’ τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ’ αυλάκι.
  • Οι βιολητζήδες άλλαξαν, μα ο χαβάς έμεινε ο ίδιος.
  • Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.


Ματαιοπονία

  • Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς.
  • Άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες.
  • Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα στην αχυρώνα.
  • Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα.
  • Άδουλος, δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύν’ και δένει.
  • Δεν κάνει ούτε στο σακί ούτε στο σακούλι.
  • Όποιος φτύνει κατά πάνω, φτύνει τα μούτρα του.
  • Ράβε-ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει.


Κατάντια

  • Αφεντικά και δούλοι, το ίδιο γενήκαμε ούλοι.
  • Οι μούτσοι που πηδάγαμε γίναν καπεταναίοι.
  • Μάθαν πως γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.
  • Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
  • Εκεί που κρεμούσαν οι κλέφτες τ’ άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια.
  • Τ’ αγγειά γινήκαν θυμιατά και τα σκατά λιβάνι. Οι βλάχοι γίναν δήμαρχοι κι οι γύφτοι καπετάνιοι.


Φτώχεια

  • Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
  • Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
  • Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός.
  • Τι είναι ο κάβουρας, τι είναι το ζουμί του.
  • Τον φτωχό και το χωριάτη ξένη έγνοια το γερνάει.
  • Του φτωχού το εύρημα, ή καρφί ή πέταλο.
  • Φτωχό τ’ αρνί, πλατιά ουρά.
  • Ψωμί δεν έχουμε, τυρί ζητάμε.
  • Η φτώχεια θέλει καλοπέραση.
  • Εδώ ψωμί δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη.
  • Κώλοι υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν.
  • Βρακί δεν έχει ο κώλος μας, γαρίφαλο στ’ αυτί μας.
  • Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
  • Έκανε το σκατό του παξιμάδι.
  • Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
  • Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε η ψωλίατ’ σκούτε.
  • Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει
  • Αγάλι – αγάλι τούμπανα, τι ‘ναι φτωχός ο γάμος.
  • Θέλεις το φτωχό να σκάσει; Πες του λίρες να σ’ αλλάξει.
  • Έχει ο σάκος άλευρα; Χριστός Ανέστη. Δεν έχει; θάνατον πατήσας.


Πείνα

  • Νηστικό αρκούδι δε χορεύει.
  • Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται.
  • Ο πεινασμένος γάιδαρος, ξυλιές δε λογαριάζει.
  • Η πείνα κάστρα πολεμά και κάστρα παραδίνει.
  • Από το γάμο έρχομαι και μα την πείνα που ‘χω.
  • Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί δεν έχει να φάει.
  • Ο πονεμένος αποκοιμήθηκε, ο νηστικός όχι.
  • Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον πιστεύει.
  • Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.

http://www.gnomikologikon.gr/greek-proverbs3.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1223

Ελληνικές Παροιμίες – Μέρος Β

Οι πιο γνωστές και συνηθισμένες ελληνικές παροιμίες.

Ζωή

  • Σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε.
  • Και με τα χίλια βάσανα, πάλι η ζωή γλυκιά ‘ναι.


Γηρατειά

  • Η γριά η κότα έχει το ζουμί.
  • Τώρα στα γεράματα, μάθε γέρο γράμματα.
  • Ο γέρος πάει ή από πέσιμο ή από χέσιμο.
  • Γάμος εις τα γέρατα, ή σταυρός ή κέρατα.
  • Του γέρου σκόνταμμα, του χάρου μήνυμα.
  • Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.
  • Εφτού που είσαι ήμουνα και δω που είμαι θα ‘ρθεις.
  • Και του γέρου τα παιχνίδια, σα νερόβραστα κρεμμύδια.
  • Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.


Χρόνος

  • Τα στερνά νικούν τα πρώτα.
  • Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.
  • Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.
  • Κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο.


Καθυστέρηση

  • Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει.
  • Πέρσι έκλασε, φέτος βρόμισε.
  • Τα ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλάνε.
  • Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο
  • Η καλή δουλειά αργεί να γίνει.
  • Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός.
  • Το καλό το πράγμα αργεί να γίνει.
  • Ο αγουροφάγος έφαγε, ο ρουμοφάγος δεν έφαγε.
  • Λύσε δέσε το γουρούνι, μακρυσκοίνησε την κλώσα, πέρασε η μέρα.


Βιασύνη

  • Το γοργόν και χάριν έχει.
  • Πάω αργά γιατί βιάζομαι.
  • Όποιος βιάζεται σκοντάφτει.
  • Στη βράση κολλάει το σίδερο.
  • Η σκύλα από τη βιάση της τα κάνει στραβά τα κουτάβια της.
  • Μην κουνάς τα πόδια σου πριν ανεβείς στο γάιδαρο.
  • Ακόμα δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.
  • Η βιάση ψήνει το ψωμί, μα δεν το καλοψήνει.


Καιρός

  • Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
  • Άσπρος ήλιος, μαύρη ημέρα.
  • Πάν’ τα σύννεφα στην Πάτρα, πάν’ τα ρέματα γιομάτα.
  • Το κρύο με το σακί μπαίνει και με το βελόνι βγαίνει.
  • Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται.
  • Αϊ-Δημητράκη μου, μικρό καλοκαιράκι μου.
  • Αν δεν λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είναι καλοκαίρι.
  • Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει.
  • Σα τσακουματίζουν τ’ άστρα , δέσε πιο καλά τη βάρκα.
  • Αν δεν αστράψει, δεν βροντά, κι αν δε βροντά δε βρέχει.
  • Τ’ Αγι’ Αντωνιού, τ’ Αϊ-Θανασιού, του βλάχαρου ο χειμώνας.
  • Ήλιος και βροχή παντρεύονται φτωχοί, ήλιος και χιόνι παντρεύονται αρχόντοι.
  • Βρήκες καιρό, αρμένιζε, καιρό μην περιμένεις γιατί ο καιρός τα πράγματα δεν ξέρεις πως τα φέρνει.


Μήνες

  • Ο Μάης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια.
  • Ο Απρίλης με τα λούλουδα και ο Μάης με τα ρόδα.
  • Αύγουστε καλέ μου μήνα, να ‘σουν δυο φορές το χρόνο.
  • Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.
  • Να ‘σαι καλά τον Αύγουστο που ‘ναι παχιές οι μύγες.
  • Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης.
  • Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα.
  • Μήνας που δεν έχει ρο, ρίξε στο κρασί νερό.
  • Πέντε μήνες έναν κόμπο, ένα μήνα πέντε κόμπους.
  • Μάης βρεμένος, μούστος μετρημένος.
  • Χιόνισ’ έβρεξ’ ο Γενάρης, όλ’ οι μύλοι μας θ’ αλέθουν.
  • Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα.
  • Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεγκούνι.
  • Τ’ Αυγούστου και του Γεναριού τα δυο χρυσά φεγγάρια.
  • Αλωνάρη με τ’ αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια.
  • Ο Αύγουστος πουλά κρασί κι ο Μάης πουλά στάρι.
  • Μάη μήνα μη φυτέψεις, Μάη μη στεφανωθείς, Μάη μήνα μη δουλέψεις, Μάη μην ταξιδευτείς.
  • Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον το ζευγά που’ χει πολλά σπαρμένα.
  • Να ‘μουν το Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλους τους μήνες κόκορας και γάτος το Γενάρη


Θάλασσα

  • Θάλασσα, πικροθάλασσα και πικροκυματούσα.
  • Όποιος κατουράει στη θάλασσα, το βρίσκει στο αλάτι.


Νύχτα

  • Όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
  • Της νύχτας τη δουλειά τη βλέπει η μέρα και γελά.
  • Η νύχτα βγάνει επίσκοπο, η αυγή μητροπολίτη.


Φωτιά

  • Η φωτιά και το νερό δεν έχουν μαλλιά.
  • Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει.
  • Μην παίζεις με τη φωτιά.


Οπτικό πεδίο

  • Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει.
  • Ο διακονιάρης τα μπροστινά σακούλια βλέπει.
  • Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
  • Όσους βλέπει ο παπάς, τόσους και θυμιατίζει.
  • Η καμήλα δε βλέπει την καμπούρα της.
  • Εμείς το λύκο βλέπουμε, πούθε πάν’ τ’ αχνάρια του.


Λαϊκή Δύναμη

  • Φωνή λαού οργή Θεού.
  • Όπου κατουρούν πολλοί μαζί, κυλάει ποτάμι.


Βία

  • Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο.
  • Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος.
  • Τη γυναίκα σου χτυπάς, το σπιτάκι σου χαλάς.


Επικοινωνία

  • Βαράει το σαμάρι ν’ ακούσει ο γάιδαρος.
  • Όποιον λόγο πεις, τέτοιον και θ’ ακούσεις.
  • Βαρεί τη θύρα, ν’ ακούσει η παραθύρα.
  • Ίδιο πρόσωπο έρχεται, ίδιο μαντάτο φέρνει.
  • Τα λέει στην πεθερά για να τ’ ακούσει η νύφη.
  • Εγώ το λέω στον σκύλο μου κι ο σκύλος στην ουρά του.


Εκπαίδευση

  • Μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε.
  • Ό,τι μικρομάθαινες, δεν το γεροντάφηνες.
  • Μαθαίνει την τέχνη στου κασιδιάρη το κεφάλι.
  • Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο.
  • Καλά είναι τα γράμματα, μα να ‘χει νου και γνώση.
  • Δε με θλίβει που πεθαίνω, μα που όσο ζω μαθαίνω.
  • Τώρα στα γεράματα, μάθε γέρο γράμματα.
  • Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις.


Λογική

  • Κοντά στο νου κι η γνώση.
  • Τα μισά της χιλιάδας πεντακόσια.
  • Τρεις το λάδι, δυο το ξίδι, πέντε το λαδόξιδο.


Αλήθεια & Ψέμα

  • Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια.
  • Μεταξύ κατεργαραίων, ειλικρίνεια.
  • Όρκος του ρωμιού, πόρδος του γουρνιού.
  • Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον πιστεύει.
  • Του γιου σου τάξε ψέματα και του γαμπρού σου αλήθεια.


Αντιφάσεις

  • Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν.
  • Ο παπουτσής ξυπόλητος κι ο ράφτης μπαλωμένος.
  • Εδώ ψωμί δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη.


Αναζήτηση

  • Ψάχνει ψύλλους στ’ άχυρα.
  • Ρωτώντας πάει κανείς στην Πόλη.
  • Θα το βρει η στραβή τ’ αρνί της.
  • Θα το βρει η τάβλα το καρφί της.
  • Ο ξένος και ο ποταμός τον τόπο τους γυρεύουν.
  • Βασιλικός στην πόρτα μας κι εμείς τονε ζητούμε.
  • Όποιος χτυπάει του ανοίγουνε κι όποιος γυρεύει βρίσκει.


Αρχή

  • Κάθε αρχή και δύσκολη.
  • Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός
  • Το φαΐ και το χέσιμο ώσπου ν’ αρχίσουν θέλει.
  • Μην καμαρώνεις την αρχή προτού να δεις το τέλος.


Πράξη & Προσπάθεια

  • Θέρος-τρύγος-πόλεμος.
  • Στη βράση κολλάει το σίδερο.
  • Ό,τι πράξεις, θα εισπράξεις.
  • Αν δεν βρέξεις κώλο, ψάρια δεν τρως.
  • Με τις πορδές δε βάφονται αβγά.
  • Αφού έκαμες την εκκλησιά, κάμε και τ’ άγιο βήμα.


Εμπειρία

  • Μαθημένα τα βουνά απ’ τα χιόνια.
  • Ο παθός και μαθός.
  • Η γριά η κότα έχει το ζουμί.
  • Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα.
  • Μη ρωτάς γιατρό, ρώτα τον παθό.
  • Άμα ξαναγίνω νύφη, ξέρω να χαμογελώ.
  • Όποιος καεί με το χυλό, φυσάει και το γιαούρτι.
  • Πέντε μήνες έναν κόμπο, ένα μήνα πέντε κόμπους.
  • Γερόντων πάρε τη βουλή κι ανθρώπων μαθημένων, οπού έχουνε πολύ ψωμί κι αλάτι φαγωμένο.


Αλλαγή

  • Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
  • Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.
  • Καιρός πανιά, καιρός κουπιά.
  • Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
  • Άλλοι παπάδες ήρθανε, άλλα Βαγγέλια φέραν.


Καινούργιο

  • Καινούργιο κόσκινο και πού να σε κρεμάσω.
  • Μεγάλο θάμα, τρεις μέρες.
  • Συμπεθέροι και κουμπάροι, τον πρώτο χρόνο έχουν τη χάρη.


Ευκαιρίες

  • Βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πέντε-έξι.
  • Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη.
  • Άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις.
  • Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας.


Μέσα & Δυνατότητες

  • Άπλωνε τα πόδια σου κατά το πάπλωμά σου.
  • Δεν χωράνε δυο καρπούζια σε μια μασχάλη.
  • Η τέχνη θέλει μάστορη κι η φάβα θέλει λάδι.
  • Μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα δεν γίνεται.
  • Όποιος έχει αμπέλι, ας βρει δραγάτη.
  • Όποιος έχει τα γένια, έχει και τα χτένια.
  • Όσο είν’ ο νους μου στο χωράφι, τόσα βόιδα να βρεθούνε.
  • Όποιος ξενοκαβαλικεύει, γρήγορα και ξεπεζεύει.
  • Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους.
  • Όποιος έχει το πεπόνι, έχει και το μαχαίρι.
  • Τώρα που έγινε η θάλασσα γιαούρτι, δεν έχουμε κουτάλια.
  • Καλά είν’ τα φαρδομάνικα, μα είν’ για δεσποτάδες.
  • Κώλοι υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν.
  • Έκανε το σκατό του παξιμάδι.
  • Στο καρφί, καρφί δε μπαίνει.
  • Με κουβαλητό νερό ο μύλος δε γυρίζει.
  • Αν δεν έχεις νύχια να ξυστείς, μην περιμένεις να σε ξύσει κανένας άλλος.


Εμπόδια & Δυσκολίες

  • Κάθε εμπόδιο για καλό.
  • Κάθε αρχή και δύσκολη.
  • Βαστάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος μου.
  • Και τα καλά δεχούμενα, και τα κακά.
  • Η σφίξη βγάνει το λάδι.
  • Όλ’ ανάποδα κι ο γάμος την Τετράδη.
  • Θέλει ν’ ανθίσει το δενδρί μα η πάχνη δεν τ’ αφήνει.
  • Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη.
  • Όλοι κλαίν’ τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ’ αυλάκι.
  • Ήταν στραβό το κλήμα, το ‘φαγε κι ο γάιδαρος.
  • Τραβάει του λιναριού τα πάθη.
  • Όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελες.
  • Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα.
  • Έβαλε ο διάολος την ουρά του.
  • Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες.
  • Γριά δεν είχε βάσανα και αγόραζε γουρούνι.
  • Δώδεκα Απόστολοι, ο καθένας με τον πόνο του..
  • Όποιος δεν έχει παντρέψει κόρη και δεν έχει κτίσει σπίτι, δεν ξέρει τι θα πει πρόβλημα.


Ρίσκο

  • Μην παίζεις με τη φωτιά.
  • Πού πας ξυπόλητος στ’ αγκάθια.
  • Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρών’ οι κότες.
  • Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
  • Γίδα που τρέχει στον γκρεμό, ποτέ δεν έχει σκοτωμό.
  • Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, στο τέλος κάποιο θα μπει στον κώλο του.
  • Όποιος στην ξέρα περπατεί και θάλασσα γυρεύει, ο διάβολος οπίσω του κουκιά του μαγειρεύει.
  • Όποιος τα φίδια κυνηγά, φίδι θα τον δαγκώσει, και όποιος τον κίνδυνο αγαπά, αυτός θα τον σκοτώσει.


Πειθώς

  • Τα λόγια γυρίζουν το ποτάμι.
  • Λέγε-λέγε το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει.
  • Με το στανιό ο σκύλος μαντρί δε φυλάει.
  • Με το ζόρι παντρειά δε γίνεται.
  • Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος.


Εργασία

  • Η καλή νοικοκυρά, είναι δούλα και κυρά.
  • Αν ήταν καλή η δουλειά, θα δούλευε κι ο Δεσπότης.
  • Θέλεις θέρισε και δέσε, θέλεις δέσε και κουβάλα.
  • Έκατσε η δουλειά στην πόρτα και κυνήγησε τη φτώχεια.
  • Μερεμέτα και σκαπέτα.
  • Ήρθα εδώ να ξανασάνω κι εύρηκα μαλλί να ξάνω.
  • Ο λόγγος δεν εφοβήθει το τσεκούρι μα το στειλιάρι.
  • Όποια έχει ρόκα και παιδί, στη γειτονιά να μην εβγεί.
  • Η έγνοια κάνει τη δουλειά κι η ξεγνοιασιά τον ύπνο.
  • Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.
  • Ράβε-ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει.
  • Του γεωργού η δουλειά στ’ αλώνι φαίνεται.
  • Ο παπουτσής ξυπόλητος κι ο ράφτης μπαλωμένος.
  • Η δουλειά δεν είν’ ντροπή και ντροπή είν’ η τεμπελιά.
  • Η γαϊδούρα σαράντα πουλάρια έκανε και το σαμάρι δεν της έλειψε.
  • Βρήκαμε μαλλί να ξάνουμε.
  • Κερά εσύ, κερά κι εγώ, ποιά θα πάει για νερό;
  • Μονάχος δούλευε, ποτέ δεν θ’ αποστάσεις.
  • Τσάμπα δούλευε, τσάμπα μη κάθεσαι.
  • Απ’ το θέρος ως τις ελιές, δεν απολείπουν οι δουλειές.
  • Όσο με βόηθηκε η νύχτα και η αυγή, δε με βόηθηκε μήτε μάνα μήτε αδερφή.
  • Βόδι να μην αλώνιζε, κόρη να μην εγέννα και νιος να μην εθέριζε, ποτέ του δε θα γέρνα.


Εξειδίκευση

  • Έκαστος εφ’ ω ετάχθη.
  • Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς.
  • Μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε.
  • Έκαστος στο είδος του [και ο Λουμίδης στους καφέδες].
  • Παλιά μου τέχνη κόσκινο.
  • Κατά το νιό και τ’ άρματα.
  • Άλλη η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη.
  • Το αμπέλι, θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη και το καράβι, στο γιαλό, θέλει καραβοκύρη.


Ηγεσία

  • Βασιλική διαταγή και τα σκυλιά δεμένα.
  • Το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι
  • Άλλοι παπάδες ήρθανε, άλλα Βαγγέλια φέραν.
  • Στους τυφλούς ο μονόφθαλμος βασιλεύει.
  • Η νύχτα βγάνει επίσκοπο, η αυγή μητροπολίτη.
  • Καλύτερα πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
  • Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
  • Πρώτα μάθε να γροικάς και ύστερα να διατάζεις.
  • Κερά εσύ, κερά κι εγώ, ποιά θα πάει για νερό;
  • Όταν λείπει η γάτα χορεύουν τα ποντικια.
  • Όλα του πρέπουνε του νιου, εκτός απ’ το κουμάντο.


Χρήμα & Πλουτισμός

  • Μάζευε κι ας είναι ρόγες.
  • Άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις.
  • Κάνε με σοφό, να σε κάνω πλούσιο.
  • Σιγά μη χάσει η Βενετιά βελόνι.
  • Με τον παρά μου, γαμώ και την κυρά μου.
  • Για τον παρά κολάζεσαι, με τον παρά κι αγιάζεις.
  • Όπου βγάνεις και δεν βάνεις, γλήγορα στο πάτο φτάνεις.


Ιδιοκτησία

  • Μικρό – μικρό τ’ αλώνι σου, μα είν’ κατάδικό σου.
  • Ούτε κότες έχω ούτε με την αλεπού μαλώνω.
  • Το μισιακό γαϊδούρι το τρώει ο λύκος.
  • Σε ξένο χωράφι, δρεπάνι μη βάζεις.
  • Ελάτε γνωστικοί να φάτε του τρελού το βιος.
  • Όποιος ξένο σκύλο τρέφει, μόνο το λουρί του μένει.
  • Αμπέλι του χεριού σου, συκιά του κυρού σου και ελιά απ’ τον παππού σου.


Κόστος & Τιμή

  • Η φτήνια τρώει τον παρά.
  • Το φτηνό το κρέας το τρώνε τα σκυλιά.
  • Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δώστε.


Συμφέρον

  • Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
  • Ο παπάς βλογάει πρώτα τα δικά του γένια.
  • Ο μουσαφίρης δε θέλει άλλο μουσαφίρη.
  • Ψωμί μη λείψει σπίτι μας, και φούρνος να μη καπνίσει.
  • Ανύπαντρος προξενητής, για πάρτη του γυρεύει.
  • Ξένο ψωμί ήταν που ‘τρωγε, δικό του το μαχαίρι.
  • Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.
  • Δεν έγινα παπάς ν’ αγιάσω, έγινα παπάς για να περάσω.


Υπολογισμοί

  • Ο λύκος από τα μετρημένα τρώει.
  • Λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο.
  • Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ’ αλεύρι.
  • Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
  • Τρεις το λάδι, δυο το ξίδι, πέντε το λαδόξιδο.


Φαΐ

  • Τρώγοντας έρχεται η όρεξη.
  • Σε ξένο φαΐ αλάτι να μη ρίχνεις.
  • Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο.
  • Δεν είμαι φαγάς, είμαι παραπονιάρης.
  • Πρόβατο που βελάζει χάνει την χαψιά του.
  • Αγρύπνησε να κοιμηθείς και πείνασε να φάγεις.
  • Καλά είν’ τα ρουπακόφυλλα με το ρογί το λάδι.
  • Μία κοιλιά, καλή κοιλιά, κρατάει πέντε ημέρες.
  • Φάε κουμπάρε ελιές, καλό είν’ και το χαβιάρι.
  • Εδώ ψωμί δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη.
  • Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
  • Όταν έχεις και δεν τρως, πρέπει να σε δει γιατρός.
  • Του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, δέκα φορές είν’ αδειανό και μια φορά γεμάτο.
  • Έπεσε ο λύκος στ’ άντερα.


Αλκοόλ

  • Κρασί σε πίνω για καλό και συ με πας στο βράχο.
  • Μήνας που δεν έχει ρο, ρίξε στο κρασί νερό.
  • Ο τρελός είδε τον μεθυσμένο κι έφυγε.
  • Το βερεσέ κρασί δυο φορές μεθεί.
  • Δώσ’ κρασί να βγει η αλήθεια.
  • Το μαγκούφι το κρασί, την καρδούλα μου τη σείει.


Ύπνος

  • Η έγνοια κάνει τη δουλειά κι η ξεγνοιασιά τον ύπνο.
  • Αυτός κοιμάται κι η τύχη του δουλεύει.
  • Όταν κοιμάται ο γιόκας μου, ψωμί δε μας γυρεύει.
  • Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή.
  • Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλους.
  • Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο ήλιος τα μοσχάρια.


Σπίτι

  • Άμα δεν παινέψεις το σπίτι σου, θα πέσει να σε πλακώσει.
  • Σπίτι μου σπιτάκι μου και σπιτοκαλυβάκι μου.
  • Πρώτα θεμέλια του σπιτιού, ψωμί, κρασί και λάδι.
  • Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
  • Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
  • Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλεπει ο γιατρός..
  • Κατά το πουλί η φωλιά του, και κατά τον άνθρωπο το σπίτι του.


Αίτιο & Αποτέλεσμα

  • Όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
  • Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα.
  • Αν δεν αστράψει, δεν βροντά, κι αν δε βροντά δε βρέχει.
  • Η καμήλα από τ’ αυτί δεν κουτσαίνει.
  • Όποιος κατουράει στη θάλασσα, το βρίσκει στο αλάτι.
  • Όποιος κεντάει το γάιδαρο μυρίζεται τις πορδές του.
  • Κουκιά τρως, κουκιά μαρτυράς.
  • Όποιος έχει τη μύγα, μυγιάζεται.
  • Ό,τι πράξεις, θα εισπράξεις.
  • Τον κώλο βάζει ο μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει
  • Πόρδου άκουσμα, σκατού μαντάτο
  • Όπως έστρωσες θα κοιμηθείς.
  • Όποιος λυπάται το καρφί, χάνει και το πέταλο
  • Πάρε την κάργια οδηγό, να φας σκατό με το κιλό.
  • Έκλασ’ η νύφη και σχόλασεν ο γάμος.


Λάθη & Σφάλματα

  • Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα.
  • Έβαλαν το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
  • Λαγός τη φτέρη έσειε, κακό του κεφαλιού του.
  • Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρών’ οι κότες.


Αναπόφευκτο

  • Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.
  • Πώς πάν’ αράπη τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουνε.
  • Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει.
  • Όποιος περπατεί μυρίζει κι όποιος κάθεται βρωμίζει.
  • Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, στο τέλος κάποιο θα μπει στον κώλο του.


Αταξία

  • Απ’ τη λεχώνα στη μαμή, εχάθη το παιδί.
  • Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι.
  • Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
  • Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δώστε.
  • Αλλού παπάς κι αλλού τα ράσα του
  • Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα.

http://www.gnomikologikon.gr/greek-proverbs2.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1222

Ελληνικές Παροιμίες – Μέρος Α

Οι πιο γνωστές και συνηθισμένες ελληνικές παροιμίες.

Αγάπη & Έρωτας

  • Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται.
  • Ο έρως χρόνια δεν κοιτά.
  • Όποιος χάνει στα χαρτιά κερδίζει στην αγάπη.
  • Κοντακιανός λογαριασμός, παντοτινή αγάπη.
  • Σαν θέλει η νύφη κι ο γαμπρός, τύφλα να ‘χει ο πεθερός.
  • Αγάπη δίχως πείσματα, φαΐ δίχως νοστιμάδα.
  • Η αγάπη πύργους καταλεί και κάστρα ρίχνει κάτω.
  • Καινούργια αγάπη πιάνεται, παλιά δε λησμονιέται.
  • Μήτε νύχτα δίχως μέρα, μήτε νιος δίχως αγάπη.
  • Καλύτερα να είσαι η αγάπη ενός γέρου παρά η σκλάβα ενός νέου.
  • Αν με αγαπάει ο άνδρας μου, στην τύχη το ‘χω χάρη , αν με αγαπάει κι άλλος κανείς, το ‘χω κρυφό καμάρι.
  • Η αγάπη σου είναι ψεύτικη σαν τ’ Απριλιού το χιόνι, πρωί-πρωί απλώνεται, το μεσημέρι λειώνει.


Σεξ

  • Αλλού με τρίβεις δέσποτα κι αλλού έχω εγώ το πόνο.
  • Ανάρια ανάρια το φιλί, για να ‘χει νοστιμάδα.
  • Φάε λάδι και έλα βράδυ.
  • Κάνει σαν τη χήρα στο κρεβάτι.
  • Το πολύ το πηγαινέλα την τρελαίνει την κοπέλα.
  • Κάνε Γιάννο μ’ τη δουλειά σου, κι ύστερα και πάλι θεια σου.
  • Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε, η ψωλίατ’ σκούτε.
  • Ο κουμπάρος την κουμπάρα δυο φορές την εβδομάδα.
  • Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το καυλί σου.
  • Το κοτόπουλο και η γυναίκα τρώγονται με το χέρι.
  • Αν δεν κουνήσ’ η σκύλα την ουρά της, ο σκύλος δεν πάει κοντά της.
  • Το κάστανο θέλει κρασί και το καρύδι μέλι κι η όμορφη θέλει φιλί, πρωί και μεσημέρι.
  • Να ‘μουν το Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλους τους μήνες κόκορας και γάτος το Γενάρη


Γάμος

  • Άφησε το γάμο και πάει για πουρνάρια.
  • Έκλασ’ η νύφη και σχόλασεν ο γάμος.
  • Δες μάνα και πάρε κόρη.
  • Πάρε σκυλί από μαντρί, γυναίκα από σόι.
  • Τη γυναίκα σου χτυπάς, το σπιτάκι σου χαλάς.
  • Εγώ καλά παντρεύτηκα κι ας κλαίει όποιος με πήρε.
  • Η νύφη όντας θα γεννηθεί, της πεθεράς θα μοιάσει.
  • Ή μικρός-μικρός παντρέψου, ή μικρός καλογερέψου.
  • Κάλλιο στο παλούκι, παρά σώγαμπρος.
  • Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
  • Στις εννιά του μακαρίτη, άλλος μπήκε μες στο σπίτι.
  • Ο Θεός να σε φυλάει απ’ το άδικο και από κακιά γυναίκα.
  • Άμα θες σύντροφο άξο, πάρε νύφη από τη Νάξο.
  • Όλη η βδομάδα του γαμπρού και η Κυριακή της νύφης.
  • Γάμος εις τα γέρατα, ή σταυρός ή κέρατα.
  • Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
  • Ζαβός ζαβή παντρεύτηκε, ζαβά παιδιά θα κάνουν.
  • Όλα είναι του μυαλού κι η παντρειά της τύχης
  • Σα λείπεις απ’ το γάμο σου, άλλος γλεντά τη νύφη.
  • Με το ζόρι παντρειά δε γίνεται.
  • Αγέρας και γυναίκα δεν κλειδώνονται.
  • Άνθρωπος απάντρευτος είναι μισό ψαλίδι.
  • Ανύπαντρος σαν παντρευτεί δεν πρέπει να χορεύει, μόνο σακί στον ώμο του κριθάρι να μαζεύει.


Παιδιά

  • Κάνε παιδιά να δεις καλό.
  • Μεγαλώνει το γομάρι, κονταίνει το σαμάρι.
  • Γιος ο γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα.
  • Του παιδιού μου το παιδί, είναι δυο φορές παιδί μου.
  • Σ’ όποιον δε δίνει ο Θεός παιδιά, δίνει ο διάολος ανίψια.
  • Κάλλιο να κλάψει το παιδί παρά να κλάψει η μάνα.
  • Στου καλότυχου την πόρτα, θηλυκό γεννιέται πρώτα.
  • Το αγόρι αφότου γεννηθεί, η κόρη αφού κατασταθεί.


Φιλία

  • Κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει.
  • Βρήκε ο Φίλιππος το Ναθαναήλ.
  • Αγάπα το φίλο σου με τα ελαττώματά του.
  • Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
  • Ο καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
  • Φίλος επιζήμιος εχθρός επικαλείται.
  • Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
  • Δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι.
  • Αν έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς.


Γιορτή

  • Όπου γάμος και χαρά, η Βασίλω πρώτη.
  • Κυριακή κοντή γιορτή.
  • Παρασκευή και Σάββατο, ποτέ άφεγγο δε μένει.


Συναναστροφές

  • Με στραβό σαν κοιμηθείς, το πρωί θ’ αλληθωρίζεις.
  • Όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα.
  • Γι’ αυτό οι Χιώτες πάνε δυο-δυο.
  • Αν δε ταιριάζαμε, δεν θα συμπεθεριάζαμε.
  • Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του.


Ανθρώπινες σχέσεις

  • Στους δύο τρίτος δε χωρεί.
  • Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
  • Σκόρπισαν σαν του λαγού τα παιδιά.
  • Στο μπόι σου βρίσκεις, στη γνώμη σου δε βρίσκεις.
  • Συμπεθέροι και κουμπάροι, τον πρώτο χρόνο έχουν τη χάρη.
  • Να ζήσει όποιος μ’ έβρισε, να σκάσει όποιος μου το ‘πε.
  • Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο.
  • Σε ξένο φαΐ αλάτι να μη ρίχνεις.
  • Ψόφησε το βόδι μας, πάει η κολιγιά μας.
  • Του γειτόνου μας ο σκύλος, γείτονας είναι κι εκείνος.


Απόρριψη

  • Δε με θέλεις μιαν οργιά, δε σε θέλω μία τριχιά.
  • Μαριγούλα Μαριγώ, κι αν δε με θες, να κι εγώ!
  • Από κακή κολοκυθιά, ούτε κολοκυθόσπορο.


Καταπίεση

  • Σώπα συ να κρίνω γω, σήκω συ να κάτσω γω.
  • Πάντα ξεχνά η πεθερά πως ήτονε και νύφη.
  • Αγέρας και γυναίκα δεν κλειδώνονται.


Υπόληψη

  • Η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει.
  • Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
  • Κάλλια ‘χω να με βλαστημούν, παρά να με λυπούνται.


Λόγια

  • Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
  • Ο Μανώλης, με τα λόγια, χτίζει ανώγια και κατώγια.
  • Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει.
  • Λόγο είπα, λόγγο δεν έκαψα!
  • Η σιωπή είναι χρυσός.
  • Πρόβατο που βελάζει χάνει την χαψιά του.
  • Ο άμωρος λόγος κι ο κάλπικος παράς μένει στο νοικοκύρη.
  • Ο λόγος σου με χόρτασε και τα ψωμί σου φά’ το.
  • Όποιος δε μιλάει, τον θάφτουν ζωντανό.
  • Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις.
  • Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
  • Τα βόδια τα δένουν απ’ τα κέρατα, τον άνθρωπο απ’ το λόγο του.
  • Ό,τι κόβει το μαχαίρι γιατρεύεται, ό,τι κόβει η γλώσσα δε γιατρεύεται.


Ασυνεννοησία

  • Άλλα λέει η θεια μου κι άλλα ακούν τ’ αυτιά μου.
  • Εγώ μιλάω, γαϊδούρια κλάνουνε.
  • Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.
  • Από την πόλη έρχομαι και στην κορυφή κανέλα.
  • Μαντζουράνα στο κατώφλι, γάιδαρος στα κεραμίδια.
  • Όχι Γιάννης, Γιαννάκης
  • Άλλα αντ’ άλλα, της Παρασκευής το γάλα.
  • Μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαίνουμε.
  • Εγώ το λέω στον σκύλο μου κι ο σκύλος στην ουρά του.


Μυστικά

  • Και οι τοίχοι έχουν αυτιά.
  • Εμακρύναν οι ποδιές σου, σκεπαστήκαν οι πομπές σου.
  • Ο βήχας, ο έρωτας και το χρήμα δεν κρύβονται.
  • Όποιος κρύβει την αρρώστια του, πάει με δαύτη.
  • Όταν ανακατεύεις τα σκατά, βρομάνε.
  • Ο κόσμος το ‘χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι.
  • Όσα ξέρει ο νοικοκύρης, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.


Συγχώρεση

  • Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει.
  • Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία.


Συμβουλές

  • Άκουσε γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώση.
  • Γέρου πορδή μην ακούς, λόγο ν’ ακούς.
  • Γερόντων πάρε τη βουλή κι ανθρώπων μαθημένων, οπού έχουνε πολύ ψωμί κι αλάτι φαγωμένο.
  • Μην απελπίζεις άνθρωπο με τη δική σου γνώση, γιατί δεν ξέρεις ο Θεός τι έχει να του δώσει.


Βοήθεια

  • Κράτα με να σε κρατώ, ν’ ανεβούμε στο βουνό.
  • Γι’ αυτό οι Χιώτες πάνε δυο-δυο.
  • Χωρίς κουπιά και άρμενα, Αϊ-Νικόλα βόηθα.
  • Μια στενοχώρια που μοιράζεται είναι μισή στενοχώρια.
  • Οι τριφτάδες κι ο χυλός ώσπου να σηκωθείς ορθός.
  • Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο.
  • Όσο με βόηθηκε η νύχτα και η αυγή, δε με βόηθηκε μήτε μάνα μήτε αδερφή.
  • Αν δεν έχεις νύχια να ξυστείς, μην περιμένεις να σε ξύσει κανένας άλλος.
  • Μονάχος δούλευε, ποτέ δεν θ’ αποστάσεις.
  • Πρώτη βοήθεια του θεού, δεύτερη του γειτόνου.
  • Να λείπαν τα πιπέργια μου, να δω τις μαγειριές σου.


Συμβιβασμός

  • Στην αναβροχιά, καλό είν’ και το χαλάζι.
  • Απ’ τα ολότελα, καλή και η Παναγιώταινα.


Υποτέλεια

  • Σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω.
  • Αν δεν γονάτιζε η καμήλα, δεν θα την φορτώνανε.


Προσαρμογή

  • Κατά το ζώο και το φόρτωμα.
  • Χίλιοι καλοί χωράνε.
  • Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
  • Όπως μου βαράνε χορεύω.
  • Κατά τη λαχάνα και η καζάνα.
  • Εμείς οι βλάχοι, όπως λάχει.
  • Κατά που μου ψάλλεις, σου κανοναρχώ.
  • Ό,τι κάνει ο κόσμος, θα κάνει κι ο Κοσμάς.
  • Όποιος αέρας κι αν φυσά, ο μύλος πάντα αλέθει.
  • Κατά το νιό και τ’ άρματα.


Αλληλεπίδραση

  • Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
  • Κοντά στο βασιλικό ποτίζεται κι η γλάστρα.
  • Με στραβό σαν κοιμηθείς, το πρωί θ’ αλληθωρίζεις.


Συγκρούσεις

  • Δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
  • Κάλλιο λόγια στο χωράφι, παρά μάγκανα στ’ αλώνι.
  • Κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι.
  • Ούτε κότες έχω ούτε με την αλεπού μαλώνω.
  • Ρωμιών καυγάς, Τούρκων χαλβάς.
  • Πάντα ξεχνά η πεθερά πως ήτονε και νύφη.
  • Οι γύφτοι τα μαλώματα για πανηγύρια τα ‘χουν
  • Να σου πει ο παπάς στ’ αυτί κι ο διάκος στο κεφάλι.
  • Είπ’ ο ένας το ‘να, ο άλλος τ’ άλλο κι ο παπάς το «Κύριε ελέησον».
  • Αν φτύσεις πάνω, φτύνεις τα μούτρα σου κι αν φτύσεις κάτω φτύνεις τα γένεια σου.


Μοναξιά

  • Όλοι αντάμα κι ο ψωριάρης χώρια.
  • Σαν την καλαμιά στον κάμπο.
  • Μοναχός σου μήτε στον παράδεισο.


Αδικία

  • Ο καλός καλό δεν έχει.
  • Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
  • Στο γάμο πάει ο γάιδαρος ή για νερό ή για ξύλα.
  • Το καλό το σύκο το τρώει η κουρούνα.
  • Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν κι άλλοι τρών’ και μαγαρίζουν.
  • Εκεί που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι.
  • Ο Θεός άλλους έπλασε και άλλους έκλασε.
  • Άλλος μαυρομάτα και άλλος τσιμπλομάτα.
  • Άβρακος βρακί δεν είχε, το ‘βαλε και χέστηκε.
  • Άλλος γαμεί κι άλλος πλερώνει.
  • Άλλος σπέρνει και τρυγάει, κι άλλος πίνει και μεθάει.
  • Σώπα συ να κρίνω γω, σήκω συ να κάτσω γω.
  • Ο Θεός να σε φυλάει απ’ το άδικο και από κακιά γυναίκα.
  • Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
  • Τα καλά του Γιάννη θέμε και το Γιάννη δεν τον θέμε.
  • Μην παίρνεις δίκιο ορφανού, ούτε τόπο ποταμού.


Δικαιοσύνη

  • Ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και τον νοικοκύρη.
  • Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
  • Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μοίρα.


Ισότητα

  • Αφεντικά και δούλοι, το ίδιο γενήκαμε ούλοι.
  • Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πάς.
  • Κι η μυλωνού τον άντρα της με τους πραματευτάδες.


Καθαριότητα

  • Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά.
  • Παστρική καλή Θοδώρα, το τσαρούχι μέσ’ την πίτα.
  • Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις, την Κυριακή να μη λουσθείς, αν θέλεις να προκόψεις.


Ικανοποίηση

  • Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια.
  • Ο λόγος σου με χόρτασε και τα ψωμί σου φά’ το.


Εξαπάτηση

  • Το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται.
  • Πουτάνα με τα κλάματα και κλέφτης με τους όρκους.
  • Τα φαινόμενα απατούν.
  • Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
  • Εγέλασές με μια φορά, ανάθεμα σε σένα, εγέλασές με δυο φορές, ανάθεμά μου εμένα.


Δικαιολογίες

  • Απορία ψάλτου βηξ.
  • Κίνησε ο Οβριός για το παζάρι κι έτυχε να ‘ναι Σάββατο.
  • Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
  • Τι έχεις γέρο που χορεύεις; Δε μ’ αφήνουν τα δαιμόνια.
  • Ψάλε δεσπότη, με πονεί το δάχτυλο μου.
  • Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει.
  • Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.
  • Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.
  • Ο τεμπέλης δεν τρώει τα αμύγδαλα για να μην τα σπάσει.


Υπερβολές

  • Είπαν τον τρελό να χέσει κι έβγαλε και τ’ άντερά του.
  • Βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πέντε-έξι.
  • Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι, θα φάει και το κουβέλι.
  • Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
  • Έκαψ’ την καλύβα του να μη τον τρων’ οι ψύλλοι.
  • Η κότα σγαρλίζοντας, τα μάτια της θα βγάλει.
  • Όλα τα ‘χε η Μαριορή, ο φερετζές της έλειπε.
  • Όποιος έχει πολύ πιπέρι, ρίχνει και στα λάχανα.
  • Σ’ αγαπώ κυρά να κλάνεις, αλλά μην το παρακάνεις.
  • Το πολύ το «Κύριε ελέησον» το βαριέται κι ο παπάς.
  • Κάνει σαν τη χήρα στο κρεβάτι.


Εκδίκηση

  • Μία σου και μία μου.
  • Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος
  • Η εκδίκηση είναι ένα φαγητό που τρώγεται κρύο
  • Έχει ο καιρός γυρίσματα να πληρωθούν τα πείσματα.


Τιμωρία

  • Ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται.
  • Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
  • Όποιο χορτάρι γελάς, στην πόρτα σου φυτρώνει.
  • Όποιος σκάβει το λάκκο τ’ αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα.
  • Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.
  • Με τα πολλά στη φυλακή και με τα λίγα μέσα.
  • Αν κλωτσάς τα γονικά σου, θα το βρεις απ’ τα παιδιά σου.
  • Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μοίρα.


Φυγή

  • Όποιο πρόβατο φεύγει απ’ το μαντρί το τρώει ο λύκος.
  • Βαστάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος μου.

Πηγή : http://www.gnomikologikon.gr/greek-proverbs.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1220

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση