Ελληνικές Παροιμίες – Μέρος Γ

Οι πιο γνωστές και συνηθισμένες ελληνικές παροιμίες.


Χαρακτήρας

  • Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες…
  • Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.
  • Το ήμερο τ’ αρνί βυζαίνει από δυο μανάδες και το άγριο δε βυζαίνει ούτε απ’ τη μάνα του.


Αυτογνωσία

  • Η μαϊμού είδε τον κώλο της και τρόμαξε.
  • Καθενός η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
  • Η καμήλα δε βλέπει την καμπούρα της.


Όνομα

  • Όχι Γιάννης, Γιαννάκης
  • Άλλος έχει τ’ όνομα κι άλλος τη χάρη.
  • Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
  • Ακόμα δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.


Καταγωγή

  • Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
  • Η αλεπού και το παιδί της, ένα τομάρι έχουνε.
  • Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιος και θυγατέρα.
  • Από κει που πήδησε η κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι.
  • Παπά παιδί, διαόλου εγγόνι.
  • Σόι πάει το βασίλειο.
  • Το σόι σώζεται.
  • Όποιος γεννηθεί στη φυλακή, την φυλακή θυμάται.
  • Το αίμα νερό δεν γίνεται και άμα γενεί, δεν πίνεται.
  • Η αλεπού εκατό χρονών, τ’ αλεπουδάκια εκατόν δέκα.
  • Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει.
  • Οι κάμποι τρέφουν άλογα και τα βουνά λεβέντες.
  • Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του.
  • Μη μου πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου είναι κοντά, και ξέρω τίνος είσαι.


Γέλιο & Χαμόγελο

  • Γέλασε και το παρδαλό κατσίκι.
  • Άμα ξαναγίνω νύφη, ξέρω να χαμογελώ.
  • Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
  • Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.


Εξωτερική Εμφάνιση

  • Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
  • Από ‘ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
  • Άσχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα.
  • Μπρος τα κάλλη τι είναι ο πόνος.
  • Τα πάχη μου, τα κάλλη μου.
  • Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής.
  • Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καρακαηδόνα.
  • Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
  • Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
  • Η αρρώστια και η αρχοντιά φαίνονται από μακριά.


Υγεία

  • Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα.
  • Οι τριφτάδες κι ο χυλός, ώσπου να σηκωθείς ορθός.
  • Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.
  • Ο άρρωστος θέλει γιατρό κι ο πεθαμένος κλάμα.
  • Κώλος κλαμένος, γιατρός χεσμένος.


Τύχη & Πεπρωμένο

  • Ρόδα είναι και γυρίζει.
  • Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
  • Η τύχη βοηθάει τον τολμηρό
  • Να ‘χα πουτάνας ριζικό και ακαμάτρας μοίρα.
  • Πουτάνας τύχη δεν χάνεται.
  • Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή.
  • Αυτός κοιμάται κι η τύχη του δουλεύει.
  • Ο άνθρωπος ό,τι μπορεί κι ο Θεός ό,τι θέλει.
  • Όποιου του μέλλει να πνιγεί, δεν πάει από κρεμάλα.
  • Ο Θεός άλλους έπλασε και άλλους έκλασε.
  • Όποιος έχει τύχη, γεννάνε και τα κοκόρια του.
  • Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
  • Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει
  • Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.
  • Άλλος μαυρομάτα και άλλος τσιμπλομάτα.
  • Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
  • Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει
    [κι αν είσαι κακορίζικος, κάτσε, μην τυραννιέσαι]


Απρόοπτα

  • Αλλού τ’ όνειρο κι αλλού το θάμα.
  • Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάν’ οι κότες.
  • Σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι.
  • Είδα κι είδα, γύφτο παπά δεν είδα.
  • Βουνό με βουνό δεν σμίγει.
  • Κατά φωνή και γάιδαρος.
  • Μέγας είσαι, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου!


Απογοήτευση

  • Ζήσε μαύρε μου να φας τριφύλλι.
  • Κάθε ημέρα δεν είναι τ’ Αϊ-Γιαννιού.
  • Από το γάμο έρχομαι και μα την πείνα που ‘χω.
  • Πώς πάν’ αράπη τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουνε.
  • Στολίστει η νύφη κι απόμεινε.
  • Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα.
  • Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι.
  • Χέσε ψηλά κι αγνάντευε.
  • Πολύ κο-κο και κανένα αβγό
  • Μούντζω κατά του Κουρουνιού, σπάσανε οι μπογάνες.
  • Παρηγοριά στον άρρωστο ώσπου να βγει η ψυχή του.


Θλίψη & Πόνος

  • Το πολύ ταμάχι τρώει το στομάχι.
  • Αυτός που ‘χασε το χοίρο του, όλο μουγκριές ακούει.
  • Στον άρρωστο το γιατρικό, στον πονεμένο ο λόγος.
  • Μια στενοχώρια που μοιράζεται είναι μισή στενοχώρια.
  • Μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά. Μοιρασμένος πόνος, μισός πόνος.


Απόγνωση

  • Αλί απ’ τον Αλή που ‘χασε τ’ άλογο και πιλαλεί.
  • Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
  • Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του πιάνεται.
  • Χωρίς κουπιά και άρμενα, Αϊ-Νικόλα βόηθα.


Φόβος

  • Σαν τη γίδα το ψαλίδι.
  • Ο φόβος φυλάει τα έρμα.
  • Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
  • Τρέμει σαν το σκύλο κάτω απ’ το ρέχτι.
  • Αν φοβόταν ο λύκος τη βροχή, θα φόραγε καπότα.
  • Όπου πεθαίνουνε πολλοί, θάνατο δε φοβάσαι.
  • Φοβάται ο Γιάννης το θεριό, και το θεριό το Γιάννη.
  • Πώς πάνε οι στραβοί στον Άδη; ένας κοντά στον άλλονε.
  • Άμα δεις λαγόν εμπρός σου, τρεις φορές καν’ το σταυρό σου.
  • Το γουρούνι το κράζουν για μαχτό και κείνο πάει για σκατό.


Ντροπή

  • Μισή ντροπή δική μου – μισή ντροπή δική του.
  • Η δουλειά δεν είν’ ντροπή και ντροπή είν’ η τεμπελιά.
  • Έβγα έξω και πομπέψου κι έμπα μέσα και πορέψου.
  • Έμαθα γδυτός και ντρέπομαι ντυμένος.
  • Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
  • Η ντροπίτσα τρώει πετρίτσα.
  • Ντράπου η κόρη, βρέθει γκαστρωμένη.


Αξιολόγηση

  • Χώρια τα στέρφα από τα γαλάρια.
  • Άλλος έχει τ’ όνομα κι άλλος τη χάρη.
  • Θα πηδήξω τάτα, θα σε δω παιδάκι μου.
  • Του γεωργού η δουλειά στ’ αλώνι φαίνεται.
  • Ο κακός γείτονας κάνει τον καλό νοικοκύρη.
  • Άγιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται.
  • Δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι.
  • Όσο βαραίνει ένας άνθρωπος, δε βαραίνει ο κόσμος όλος.


Αξία & Ικανότητα

  • Ο καλός ο μύλος όλα τ’ αλέθει.
  • Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
  • Βασιλικός κι αν μαραθεί, τη μυρωδιά την έχει.
  • Της καλής προβατίνας της κρεμάνε το τροκάνι.
  • Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
  • Ο καλός ο γεωργός κάνει το καλό χωράφι.
  • Η τέχνη και η πονηριά τη νικά την αντρειά.
  • Το δέντρο που ‘χει τον καρπό, όλο πετροβολιέται.
  • Μάστορης είναι και της κατσίκας ο κώλος, [που κάνει κομπολόι την κοπριά ].
  • Μη με κοιτάς στο γύρισμα, γυρίζω παλικάρι. Να με κοιτάς στο λιόκρισμα που σπάω το λιθάρι.


Θέληση

  • Ο επιμένων νικά.
  • Όλα γίνονται. Μόνο του σπανού τα γένια δεν φυτρώνουν.


Καλοσύνη

  • Κάμε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό.
  • Ο καλός καλό δεν έχει.
  • Χίλιοι καλοί χωράνε.
  • Αφού έκαμες την εκκλησιά, κάμε και τ’ άγιο βήμα.


Υπευθυνότητα

  • Όποιος έχει αμπέλι, ας βρει δραγάτη.
  • Εγώ βαφτίζω και μυρώνω, άρα ζήσει άρα δε ζήσει.
  • Άλλος σ΄ έχεσε κι εγώ θα σε σφουγγίσω;
  • Ανύπαντρος σαν παντρευτεί δεν πρέπει να χορεύει, μόνο σακί στον ώμο του κριθάρι να μαζεύει.


Ευγνωμοσύνη

  • Όταν σου χαρίζουν ένα γάιδαρο, μην τον κοιτάς στα δόντια.
  • Πίνει η κότα το νερό, μα κοιτάει και το Θεό.
  • Η χάρη θέλει αντίχαρη και πάλι χάρη είναι.


Προνοητικότητα

  • Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
  • Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
  • Έχουσιν γνώσιν οι φύλακες.
  • Μήτε στη μέση χωραφιού, μήτε στην άκρη τραπεζιού
  • Μην φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν.
  • Κεραμίδια που δε στάζουνε, μη τα σκαλίζεις.
  • Του άγιου άναβε ένα κερί και του διαβόλου δέκα.
  • Αλάργα από πλώρη καραβιού και μουλαριού το κώλο.
  • Την υπογραφή σου και το κάτω το κεφάλι σου να προσέχεις που τα βάζεις.


Υπομονή

  • Αγάλι-αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
  • Το καλό πράγμα αργεί να γίνει.
  • Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι.
  • Σταλαματιά, σταλαματιά, τρώγεται η πέτρα η πλατιά.


Αδράνεια & Τεμπελιά

  • Πέσε πίτα να σε φάω.
  • Κάλλιο ένα καλό χουζούρι παρά της δουλειάς το νταβαντούρι.
  • Άδουλος, δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύν’ και δένει.
  • Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή.
  • Η αλεπού είχ’ εργατιά και κείνη ακριδολόγαγε.
  • Με το στόμα μπάρα-μπάρα, με τα χέρια κουλαμάρα.
  • Με το νου πλουταίν’ η κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα.
  • Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή χωροφύλακας ή παπάς.
  • Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλους.
  • Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο ήλιος τα μοσχάρια.
  • Άξιος είναι στο φαΐ και γρήγορος στον ύπνο.
  • Δουλειά δεν είχε ο διάολος κι έδερνε τα παιδιά του.


Αμαρτίες

  • Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.
  • Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία.
  • Αν αρτυθείς να είν’ αρνί, αν κλέψεις ναν’ χρυσάφι κι αν αγαπήσεις και καμιά, να τη ζηλεύει η γειτονιά.


Ματαιοδοξία

  • Χόρτασ’ η ψείρα και βγήκε στον γιακά.
  • Έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
  • Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του.
  • Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σακούλια του.
  • Το μυρμήγκι, σαν είναι να χαθεί, βγάζει φτερά.
  • Έλα παππού να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφά σου.
  • Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάννη.
  • Άβρακος έβαλε βρακί, σε κάθε πόρτα το έδειχνε.
  • Ας με λενε Βοϊβοντίνα, κι ας ψοφώ απ’ την πείνα.
  • Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι.


Βλακεία

  • Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια.
  • Σαράντα πέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
  • Δεν μπορεί να μοιράσει δυο γαϊδουριών άχυρα.
  • Να ‘χαν οι κουρούνες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση.
  • Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.


Αναποτελεσματικότητα

  • Θύμωσε ο Αγάς κι έκοψε τ’ αρχ… του.
  • Έκανε τ’ άχυρα κομμάτια.
  • Όποιος πάει ανάγυρα, πάει σπίτι του.
  • Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει.
  • Στραβός στραβόν οδήγαγε κι ηύραν κι οι δυο το βράχο.
  • Της νύχτας τη δουλειά τη βλέπει η μέρα και γελά.
  • Τυφλός τυφλό οδήγαγε κι οι δυο στο λάκκο πέσαν.
  • Δεμένο σκυλί, πρόβατα δε φυλάει.
  • Φάγαμε το βόδι κι αφήσαμε την ουρά του.
  • Ή στραβός είν’ ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε.
  • Τον κώλο βάζει ο μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει
  • Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
  • Έκαψ’ την καλύβα του να μη τον τρων’ οι ψύλλοι.
  • Πάρε την κάργια οδηγό, να φας σκατό με το κιλό.
  • Κίνησε ο Οβριός για το παζάρι κι έτυχε να ‘ναι Σάββατο.
  • Με τις πορδές δε βάφονται αβγά.
  • Με κουβαλητό νερό ο μύλος δε γυρίζει.
  • Κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι.
  • Σαράντα χρόνια μάστορας και μάστορα γυρεύω.
  • Αν βάζεις τον κώλο σου να σου κάνει δουλειά, σκατά δουλειά θα κάνει.
  • Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Με ήλιο τα μπάζουμε, με ήλιο τα βγάζουμε.


Πλεονεξία

  • Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα.
  • Κλαίν’ οι χήρες, κλαίν’ κι οι παντρεμένες.
  • Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι, θα φάει και το κουβέλι.
  • Καλόμαθε η γριά στα σύκα και εμπαινόβγαινε κι εζήτα
  • Του παπά η κοιλιά είν’ αμπάρι, θέλει να φάει και να πάρει.
  • Και την πίτα σωστή και το σκύλο χορτάτο.
  • Και γαλάτα και μαλάτα και θηλυκά τ’ αρνιά.


Απάθεια

  • Χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι.
  • Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.
  • Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
  • Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου.
  • Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
  • Έπεσε η ζάχαρη στο μέλι και κάτι τρέχει.
  • Ας γυρίζει ο μύλος, κι ας τρώει ο χοίρος.
  • Δε φοβάται ο παστουρμάς τ’ αλάτι.
  • Άνεμος που δεν μποδίζει, άφησέ τον κι ας βουίζει.
  • Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι.
  • Χέστηκε ο Πολύδωρος που ‘ναι στα πόδια γρήγορος.
  • Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.
  • Σιγά μη χάσει η Βενετιά βελόνι.
  • Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.
  • Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
  • Ψωμί μη λείψει σπίτι μας και φούρνος να μη καπνίσει.


Τρέλα

  • Η τρέλα δεν πάει στα βουνά.
  • Τρελός παπάς σε βάφτισε
  • Τρελός ράφτης, μακριά κλωστή.
  • Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.


Κακία

  • Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
  • Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
  • Το γινάτι βγάζει μάτι.
  • Στο καλάθι δεν χωρεί, στο κοφίνι περισσεύει.
  • Του κακού, κακό μην κάνεις, το δικό του τόνε φτάνει.
  • Ο κακός χρόνος περνάει, ο κακός γείτονας δεν περνάει.


Φθόνος

  • Το μάτι σπάει την πέτρα.
  • Να ‘ταν η ζήλια ψώρα, θα ξυνόταν όλη η χώρα.
  • Μία αλεπού κοψονούρα, όλες τις θέλει κοψονούρες.
  • Ν’ άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
  • Μητ’ ο σκύλος τρώει τ’ άχυρο μήτε τον γάιδαρο αφήνει.
  • Άσπρο κώλο που ‘χει η νύφη, να ‘χαμε και μεις οι γύφτοι.


Μικροπρέπεια

  • Δώσε θάρρος στο χωριάτη, να σ’ ανέβει στο κρεβάτι.
  • Πάρ’ τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
  • Το γύφτο κάναν βασιλιά κι αυτός γύρευε ρείκια.
  • Αν φτύσεις πάνω, φτύνεις τα μούτρα σου κι αν φτύσεις κάτω φτύνεις τα γένεια σου.


Υποκρισία

  • Να σε χέσω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι να γιάνει.
  • Γάτος γαμάει και γάτος σκούζει.
  • Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλαστής.
  • Στην γειτονιά τριαντάφυλλο και μες στο σπίτι αγκάθι.
  • Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
  • Αντί να βογκάει ο γάιδαρος βογκάει ο καβαλάρης.
  • Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
  • Ο κουφός και ο κλανιάρης πάνε δίπλα στα νταούλια
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.
  • Θέλω ν’ αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ’ αφήνει.


Εγκαρτέρηση

  • Κάθε εμπόδιο για καλό.
  • Μαθημένα τα βουνά απ’ τα χιόνια.
  • Και τα καλά δεχούμενα, και τα κακά.
  • Όσα βρέχει ο Θεός, τόσα καταπίνει η γη.
  • Λαγόν εσφάζαν κι έκλανε, καλά που δεν έχεζε.
  • Χαρά σ’ εκείνο το κακό, που θα ‘ρθει μοναχό του.
  • Μαθημένο είν’ τ’ αρνί , να του παίρνουν το μαλλί.


Απαξίωση

  • Παπάς εγίνεις Κώστα; Το ‘φερ’ η κατάρα.
  • Το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.
  • Ο άδειος ο τενεκές κάνει το μεγαλύτερο θόρυβο.
  • Και κόκκορος εν λαχάνοις, και Σαούλ εν προφήταις.
  • Κολιός και κολιός από ένα βαρέλι.
  • Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα.
  • Απ’ όπου κι αν τον πιάσεις λερώνεσαι.
  • Βροντάν όλα τα σίδερα, βροντά κι η σακοράφα.
  • Μιλάν’ όλοι, μιλάνε κι οι κώλοι.
  • Όποιος είν’ έξω απ’ το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει.
  • Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή χωροφύλακας ή παπάς.
  • Άξιος είναι στο φαΐ και γρήγορος στον ύπνο.
  • Πλεύουν τα μήλα στο νερό, πλεύουν και οι καβαλίνες.
  • Καλώς τον άγιο του Θεού, τον παξιμαδοκλέφτη.
  • Από κακή κολοκυθιά, ούτε κολοκυθόσπορο.


Απειλή

  • Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει.
  • Το σιγανό ποτάμι να φοβάσαι.
  • Το ποτάμι κοιμάται, ο οχτρός δεν κοιμάται.
  • Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι.
  • Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
  • Βαστάτε Τούρκοι τ’ άρματα.
  • Καλομελέτα κι έρχεται.
  • Ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια.
  • Έβαλαν το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
  • Σαν σ’ αρέσει μπαρμπα-Λάμπρο, ξαναπέρνα από την Άνδρο.
  • Φυλάξου από άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
  • Όταν ακούς την αρκούδα στου γείτονα την αυλή, καρτέρα τη και στη δική σου.


Καχυποψία

  • Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
  • Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
  • Μασάει η κατσίκα ταραμά;
  • Όρκος του ρωμιού, πόρδος του γουρνιού.
  • Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε.
  • Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.


Ανάγκη

  • Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
  • Ο καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
  • Ο πλάτανος θέλει νερό κι η λεύκα θέλει αέρα.
  • Διψάει η αυλή του για νερό κι αυτός αλλού ποτίζει.


Επιθυμίες

  • Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
  • Η γριά το μεσοχείμωνο θυμήθηκε πεπόνι.
  • Το φαΐ και το χέσιμο ώσπου ν’ αρχίσουν θέλει.
  • Αυτός που δε ζητά πολλά τα έχει όλα τα καλά.
  • Καλομελέτα κι έρχεται.
  • Ποιος στραβός δε θέλει το φως του.
  • Θέλω την κι ας είναι χήρα και φτωχή και κακομοίρα.


Εναλλακτικές λύσεις

  • Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς.
  • Το μοναστήρι να ‘ναι καλά, και από καλογήρους…
  • Έχει κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
  • Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει.
  • Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι.
  • Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
  • Μάθε τέχνη κι άσ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε.
  • Θέλεις θέρισε και δέσε, θέλεις δέσε και κουβάλα.
  • Όπου έχει δυο αγαπητικιές χαρά έχει μεγάλη, γιατί όταν μαλώνει με τη μια κινάει και πάει στην άλλη.


Σιγουριά

  • Όποιος καεί με το χυλό, φυσάει και το γιαούρτι.
  • Μην αγοράζεις γουρούνι στο σακί.
  • Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
  • Κάλλιο ένα και στο χέρι, παρά χίλια και καρτέρει.
  • Πολλές φορές πάει η στάμνα στη βρύση, μα μια φορά θα σπάσει.
  • Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε.
  • Χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα.
  • Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.
  • Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά.
  • Τι δε σε νοιάζει μη ρωτάς, ποτέ κακό δεν έχεις.
  • Μη δεις ψηλό και φοβηθείς, κοντό κι αναθαρρέψεις.
  • Όποιο πρόβατο φεύγει απ’ το μαντρί το τρώει ο λύκος.
  • Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
  • Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
  • Πάω αργά γιατί βιάζομαι.
  • Μήτε το διάολο να δεις, μήτε το σταυρό σου να κάνεις.
  • Αν δε λαλήσουν τα όργανα, κι αν δε σφαχτεί ο τράγος, απίστευτο μου φαίνεται να ‘ναι δικός μου ο γάμος.


Υποσχέσεις

  • Αλαργινός ο κήπος, δωριανά τα λάχανα.
  • Ψάρια στο γιαλό, τόσο τα πουλώ.
  • Μην τάξεις σ’ άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι.
  • Τα βόδια τα δένουν απ’ τα κέρατα, τον άνθρωπο απ’ το λόγο του.
  • Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.
  • Του γιου σου τάξε ψέματα και του γαμπρού σου αλήθεια.
  • Αλλιώς μας τα ‘λεγες παπά, πριν σε χειροτονήσουν.


Εμμονές

  • Το γινάτι βγάζει μάτι.
  • Ένα το ‘χει η Μαριορή, το στεγνώνει το φορεί.
  • Όλα τα πουλιά πάν’ κι έρχονται κι ο σπουργίτης αναμένει.
  • Το λύκο τον κουρεύανε, πούθε παν’ τα πρόβατα.
  • Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
  • Κάθε πρώτη του μηνός, για δεσπότης, για φανός.
  • Άμα το ‘χει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες…
  • Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει.
  • Γριάς το μεσοχείμωνο αγγούρι της θυμήθη.
  • Το γουδί το γουδοχέρι [και έναν κόπανο στο χέρι].
  • Όλοι κλαίν’ τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ’ αυλάκι.
  • Οι βιολητζήδες άλλαξαν, μα ο χαβάς έμεινε ο ίδιος.
  • Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.


Ματαιοπονία

  • Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς.
  • Άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες.
  • Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα στην αχυρώνα.
  • Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα.
  • Άδουλος, δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύν’ και δένει.
  • Δεν κάνει ούτε στο σακί ούτε στο σακούλι.
  • Όποιος φτύνει κατά πάνω, φτύνει τα μούτρα του.
  • Ράβε-ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει.


Κατάντια

  • Αφεντικά και δούλοι, το ίδιο γενήκαμε ούλοι.
  • Οι μούτσοι που πηδάγαμε γίναν καπεταναίοι.
  • Μάθαν πως γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.
  • Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
  • Εκεί που κρεμούσαν οι κλέφτες τ’ άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια.
  • Τ’ αγγειά γινήκαν θυμιατά και τα σκατά λιβάνι. Οι βλάχοι γίναν δήμαρχοι κι οι γύφτοι καπετάνιοι.


Φτώχεια

  • Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
  • Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
  • Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός.
  • Τι είναι ο κάβουρας, τι είναι το ζουμί του.
  • Τον φτωχό και το χωριάτη ξένη έγνοια το γερνάει.
  • Του φτωχού το εύρημα, ή καρφί ή πέταλο.
  • Φτωχό τ’ αρνί, πλατιά ουρά.
  • Ψωμί δεν έχουμε, τυρί ζητάμε.
  • Η φτώχεια θέλει καλοπέραση.
  • Εδώ ψωμί δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη.
  • Κώλοι υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν.
  • Βρακί δεν έχει ο κώλος μας, γαρίφαλο στ’ αυτί μας.
  • Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
  • Έκανε το σκατό του παξιμάδι.
  • Του φτωχού τ’ αρνί κριάρι δε γίνεται.
  • Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε η ψωλίατ’ σκούτε.
  • Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει
  • Αγάλι – αγάλι τούμπανα, τι ‘ναι φτωχός ο γάμος.
  • Θέλεις το φτωχό να σκάσει; Πες του λίρες να σ’ αλλάξει.
  • Έχει ο σάκος άλευρα; Χριστός Ανέστη. Δεν έχει; θάνατον πατήσας.


Πείνα

  • Νηστικό αρκούδι δε χορεύει.
  • Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται.
  • Ο πεινασμένος γάιδαρος, ξυλιές δε λογαριάζει.
  • Η πείνα κάστρα πολεμά και κάστρα παραδίνει.
  • Από το γάμο έρχομαι και μα την πείνα που ‘χω.
  • Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί δεν έχει να φάει.
  • Ο πονεμένος αποκοιμήθηκε, ο νηστικός όχι.
  • Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον πιστεύει.
  • Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
  • Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε.

http://www.gnomikologikon.gr/greek-proverbs3.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1223

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση