(συνέχεια και τέλος)
Τέλος οφείλω να σας πω ότι:
Από την ανάγνωση του βιβλίου σας «Τι είν’ η Πατρίδα μας;» έχω συναγάγει ορισμένα συμπεράσματα, που πιστοποιούν θεμελιακές διαφορές από τις απόψεις σας. Θα αρκεστώ προς το παρόν σε μερικά παραδείγματα:
«Η κυρίαρχη αντίληψη για το έθνος και την εθνική ταυτότητα, με βάση την οποία οι πολιτικές εξουσίες στην Ευρώπη αλλά και έξω από αυτήν οργανώνουν το διαπαιδαγωγητικό ρόλο του σχολείου, είναι ακόμη σήμερα σε μεγάλο βαθμό η αντίληψη που κληρονόμησε ο ρομαντισμός του 19ου αιώνα, σύμφωνα με την οποία το έθνος αποτελεί οικουμενική, «φυσική» οντότητα, ανεξάρτητη από το χρόνο και το χώρο, και η εθνική ταυτότητα, αυτονόητη και αναλλοίωτη αποτύπωση κοινωνικής ομοψυχίας και συνοχής. Οι εθνικές ιστοριογραφίες προέρχονται από αυτή την παράδοση και δίνουν έμφαση στη συνέχεια της ιστορίας και του πολιτισμού της εθνικής ομάδας, στις αντιστάσεις της απέναντι στις εξωτερικές επιβουλές, στην ομοιογένειά της. Στο σχολείο η ιστορία καλείται να διδάξει τα κατορθώματα των προγόνων και να σφυρηλατήσει την εθνική υπερηφάνεια και ενότητα, ενώ η γλώσσα και η γεωγραφία επιβεβαιώνουν την εθνική συνέχεια στο χρόνο και στο χώρο». (σελ. 31)
Είναι φανερό ότι θεωρείτε ότι το έθνος και η εθνική ταυτότητα είναι «κληρονομιά του ρομαντισμού του 19ου αιώνα [και δεν] αποτελεί «φυσική» οντότητα ανεξάρτητη από τον χρόνο και τον χώρο, αυτονόητη και αναλλοίωτη αποτύπωση εθνικής ομοψυχίας και συνοχής». Φαίνεται ακόμη ότι δεν είσθε σύμφωνη με την έμφαση που δίνεται στο σχολείο «στη συνέχεια της ιστορίας και του πολιτισμού της εθνικής ομάδας, στις αντιστάσεις της απέναντι στις εξωτερικές επιβουλές, στην ομοιογένειά της». Καθώς και στο γεγονός ότι «η ιστορία καλείται να διδάξει τα κατορθώματα των προγόνων και να σφυρηλατήσει την εθνική υπερηφάνεια και ενότητα., ενώ η γλώσσα και η γεωγραφία επιβεβαιώνουν τη συνέχεια στο χρόνο και στον χώρο». Θα ήθελα ειλικρινά να μου λέγατε, αν η παράγραφος αυτή αναφέρεται θετικά ή αρνητικά στον τρόπο που το σχολείο αντιμετωπίζει τα προβλήματα αυτά. Μιας και δεν το λέτε φανερά. Όμως αφήνετε να υπονοηθεί, ότι όλες αυτές οι ιδέες περί έθνους και εθνικής ταυτότητας αποτελούν σύμπτωμα που μας επιβλήθηκε από την «ρομαντική αντίληψη της ιστορίας στο τέλος του 19ου αιώνα. Άρα ξεπερασμένες και αντιεπιστημονικές σύμφωνα με την οπτική γωνία τη δική σας και των υπολοίπων συνεργατών σας που συμμετέχουν στην συγγραφή του εν λόγω βιβλίου.
Να όμως που τόσο εγώ όσο και οι γενιές των παππούδων μου αλλά και των συμμαχητών και συνοδοιπόρων μου στους δρόμους των εθνικών αγώνων και στις προσπάθειες για τη δημιουργία μιας ελληνικής τέχνης διαπνεόμεθα σε κάθε μας βήμα και προσπάθεια από αυτές ακριβώς τις ιδέες που καταγγέλλετε ως ξεπερασμένες και ευτελή ως φαίνεται προϊόντα μιας ξεπερασμένης πια ρομαντικής αντίληψης. Και μόνο μ’ αυτή την παράγραφο, μου ζητάτε να απαρνηθώ τον εαυτό μου, τη ζωή μου, τις ιδέες και το έργο μου. Και όχι μόνο από εμένα αλλά όπως αποδεικνύεται από τις πράξεις και τα έργα τους, ΟΛΟΥΣ σχεδόν τους νεοέλληνες, ανώνυμους και επώνυμους που από το 1821 έως σήμερα πίστεψαν ακριβώς σ’ αυτά που θεωρείτε ότι κακώς διδάσκονται σήμερα στο ελληνικό σχολείο. Άλλωστε αμέσως μετά διευκρινίσατε ότι «στις σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες για το εθνικό φαινόμενο η ρομαντική αντίληψη για το έθνος έχει γίνει αντικείμενο κριτικής. Οι σύγχρονες θεωρήσεις (.) συγκλίνουν στην παραδοχή ότι η έννοια του έθνους είναι σχετικά πρόσφατη, αλλάζει μέσα στο χρόνο» και παρακάτω αποκαλείτε «φανταστική κοινότητα» του έθνους που στηρίζεται στη νέα νοηματοδότηση (ομολογώ πως δεν καταλαβαίνω τον όρο) υπαρκτών κοινών χαρακτηριστικών» και όλα αυτά τα προσφέρει «η εθνική ταυτότητα» (που ήρθε) «να αντικαταστήσει το κενό που δημιούργησε η κατάλυση των παραδοσιακών μορφών κοινωνικής οργάνωσης».
«Καθώς διευρύνεται το σχετικά πρόσφατο ενδιαφέρον των κοινωνικών επιστημών για το εθνικό φαινόμενο, η ρομαντική αντίληψη για το έθνος έχει γίνει αντικείμενο κριτικής τα τελευταία χρόνια. Οι σύγχρονες θεωρήσεις, παρά τις σημαντικές διαφορές τους ως προς την προέλευσή τους, συγκλίνουν στην παραδοχή ότι η έννοια του έθνους είναι σχετικά πρόσφατη, αλλάζει μέσα στο χρόνο και μπορούμε επομένως να κάνουμε την ιστορία της: πιο συγκεκριμένα η έννοια του έθνους όπως χρησιμοποιείται σήμερα διμορφώθηκε ιστορικά τα τελευταία διακόσια χρόνια και συνδέεται άμεσα με τη δημιουργία των εθνών-κρατών (Noiriel 1991). Η εθνική ταυτότητα ήρθε να αντικαταστήσει το κενό που δημιούργησε η κατάλυση των παραδοσιακών μορφών κοινωνικής οργάνωσης και να προσφέρει στα μέλη των σύγχρονων κοινωνιών νέα βάση κοινωνικής συνοχής μέσα από τη δημιουργία της «φαντασιακής κοινότητας» του έθνους, που στηρίζεται στη νέα νοηματοδότηση υπαρκτών κοινών πολιτισμικών χαρακτηριστικών». (σελ. 31)
Γιατί τάχα πολύπλοκες εγκεφαλικές αναλύσεις για αυτονόητα γεγονότα, όπως είναι η συνεχής ανανέωση των μορφών της κοινωνικής συγκρότησης, για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το έθνος αποτελεί μια «φανταστική κοινότητα»; Αλήθεια, τι θα πει αυτό; Το έθνος σε σχέση με την κοινωνία είναι η ψυχή σε σχέση με το σώμα. Κι εδώ είναι πιστεύω, το λάθος της σύγχρονης κοινωνικής επιστήμης, που επαγγέλλεσθε. Γιατί επιχειρεί να αναλύσει και να εξηγήσει μορφές και λειτουργίες που αφορούν την κοινωνία-σώμα και όχι το έθνος-ψυχή. Που δεν αναλύεται ούτε εξηγείται, γιατί όπως και τα φαινόμενα της θρησκείας και της τέχνης, ανάγεται στην μεταφυσική και στην υπέρβαση. Στο υπερλογικό και ανεξήγητο. Αν και για τη συνέχεια του ελληνικού έθνους, πέραν του γεγονότος ότι για την παμψηφία θα έλεγα των νεοελλήνων -ανωνύμων και επωνύμων- δεν αποτελούσε και αποτελεί μόνο ένα είδος θρησκευτικής πίστης (άκρως αντιεπιστημονικής βεβαίως για σας) υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι ορισμένοι βασικοί άξονες του πνευματικού κόσμου των αρχαίων Ελλήνων κατάφεραν να διατηρηθούν και να φτάσουν ως τις μέρες μας. Λ.χ. είναι πασίγνωστη η διάρκεια της ελληνικής γλώσσας. Δεν είναι όμως γνωστή η διάρκεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής μέσω των βασικών μουσικών κλιμάκων, που παρέμειναν αναλλοίωτες, καθώς οι αρχαίοι μουσικοί τρόποι πέρασαν ατόφιοι στη Βυζαντινή μουσική με το νέο όνομα «ήχοι» κι από κει δια μέσου της αραβικής μουσικής και με καινούριο όνομα, «δρόμοι», δημιούργησαν το ρεμπέτικο τραγούδι από το οποίο προήλθε τόσο η σύγχρονη λαϊκή μας μουσική όσο και η έντεχνη-λαϊκή μουσική, μέσα στην οποία συνενώθηκε η μουσική με την ποίηση. Δηλαδή το φαινόμενο που χαρακτήριζε την αρχαία μουσική, δεδομένου ότι τότε με τον όρο «μουσική» εννοούσαν αποκλειστικά την σύζευξη Μουσικής και Λόγου. Ένα άλλο σημαντικό δημιούργημα των αρχαίων, υπήρξε ως γνωστόν και η Δημοκρατία και μάλιστα η άμεση Δημοκρατία. Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους και σχεδόν έως σήμερα στην Ευρώπη κυριάρχησαν συστήματα συγκεντρωτικά, βασιλείες αυτοκρατορίες, δικτατορίες, σοσιαλιστικές εξουσίες. Η χώρα μας κατακτήθηκε για τέσσερις αιώνες από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Εν τούτοις και κάτω από αυτές τις καταλυτικές συνθήκες οι ελληνικές κοινότητες, μέσα και έξω από τον γεωγραφικό μας χώρο, κυβερνήθηκαν με δημοκρατικό τρόπο. Οι κάτοικοι λ.χ. ενός χωριού εξέλεγαν τακτικά με καθολική ψηφοφορία την διοικητική και τη δικαστική τους εξουσία. Κι αυτό αντανακλάται στο Σύνταγμα της Επιδαύρου, μέσα στο οποίο ρητώς αναφέρεται ότι απαγορεύονται οι «τίτλοι ευγενείας». Άλλωστε αυτό το δημοκρατικό φρόνημα μπορούμε να πούμε ότι παραμένει έως σήμερα βασικό γνώρισμα της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Κι αυτό σε πείσμα των προσπαθειών των ξένων δυνάμεων να επιβάλουν τις γνωστές δυναστείες των Βαυαρών και των Γλύξμπουργκ. Γεγονός που αρνείσθε πεισματικά να παραδεχτείτε. Δηλαδή το γεγονός των συνεχών παρεμβάσεων των ξένων στην χώρα μας, που υπήρξαν πρόξενοι των μεγαλυτέρων εθνικών μας καταστροφών. Όπως της Μικρασιατικής, του Εμφυλίου, της Κύπρου και τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας. Συμφωνώ μαζί σας στην παράγραφο της σελ. 33, ότι τα κριτήρια με τα οποία ορίζεται ένα έθνος είναι πολιτισμικού χαρακτήρα: καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία και παραδόσεις, μύθοι, ιστορίες, μνήμες.
«Όπως χαρακτηριστικά δείχνουν οι παραπάνω έρευνες, τα κριτήρια με τα οποία ορίζεται το έθνος είναι πολιτισμικού χαρακτήρα: καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία και παραδόσεις, μύθοι, ιστορικές μνήμες. Τα πολιτισμικά αυτά κριτήρια, που θεωρούνται κοινά, προσδιορίζουν τον συμβολικό και τον φυσικό χώρο του έθνους. Οτιδήποτε διαφορετικό θεωρείται ότι βρίσκεται έξω από το έθνος και συνήθως απορρίπτεται. Έτσι τα έθνη έχουν προσδιοριστεί ιστορικά κατά κύριο λόγο μέσα από τις διαφορές τους από και σε σύγκριση με άλλα έθνη. Αυτή τη συνεχής διαδικασία ετεροπροσδιορισμού συμβάλλει στην αέναη αναπαραγωγή της εθνικής ταυτότητας ως μοναδικής και ομοιογενούς και στηρίζει την τάση της να αρνείται τόσο τις ομοιότητες με καθετί έξω από αυτήν όσο και τις διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της». Όμως διαφωνώ με την άποψή σας πως «ό,τι είναι διαφορετικό, θεωρείται ότι βρίσκεται έξω από το Έθνος, συνήθως απορρίπτεται». Και ακόμα ότι «η συνεχής διαδικασία ετεροπροσδιορισμού συμβάλλει στην αέναη αναπαραγωγή της εθνικής ταυτότητας ως μοναδικής και ομοιογενούς και στηρίζει την τάση της να αρνείται τόσο τις ομοιότητες με κάθε τι έξω από αυτήν όσο και τις διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της».
Χωρίς ίσως να το θέλετε, φορτώνετε με αρνητικές ιδιότητες το Έθνος και την εθνική ταυτότητα, μιας και για να υπάρξουν κατά τη γνώμη σας, πρέπει πρώτον να ετεροπροσδιορισθούν και δεύτερον να «απορρίψουν» δηλαδή να κλειστούν στο καβούκι τους. Συμφωνούν άρα γε αυτές οι διαπιστώσεις με το ελληνικό έθνος; (Για να αρκεστούμε στη δική μας ιστορική εμπειρία). Γιατί όλα τείνουν να αποδείξουν ότι ο,τιδήποτε καλό και θετικό έγινε ως τώρα, οφείλεται στο γεγονός ότι είχαμε και έχουμε ανοιχτές θύρες (τουλάχιστον ως προς τον πολιτισμό) και προς Ανατολάς και προς Δυσμάς όπως και προς Βορρά. Έτσι ό,τι υπήρξε και ό,τι υπάρχει, αποτελεί δημιουργική πρόσμιξη διαφόρων ιδεών και πολιτισμών, ακόμα και τρόπων ζωής. Ήμαστε πάντοτε ανοιχτοί κατά το παράδειγμα του Ρήγα Φεραίου, που ενώ σάλπιζε την επανάσταση των Ελλήνων, οραματιζόταν την μεγάλη οικογένεια των Βαλκανικών λαών. Το ίδιο που κάναμε κι εμείς στην Εθνική Αντίσταση, που αγωνιζόμαστε όχι μόνο για την δική μας ελευθερία αλλά και για την «πανανθρώπινη τη λευτεριά». Και μη μου πείτε ότι επηρεάστηκαν από την ρομαντική άποψη περί έθνους οι φουστανελάδες αγράμματοι ως επί το πλείστον Έλληνες επαναστάτες, όταν το Σύνταγμα της Επιδαύρου στα 1822 διακήρυσσε την ανασύσταση του ελληνικού έθνους αποτελώντας παράλληλα το δημοκρατικότερο Σύνταγμα όλων των εποχών, μιας και είχαν ανοιχτά τα μυαλά τους στις επιρροές της Γαλλικής και της Αμερικανικής ακόμα επανάστασης. Για να ετεροπροσδιοριστούμε θα πρέπει να είμαστε ανίκανοι να αυτοπροσδιοριζόμαστε κάθε στιγμή (ακόμα και σήμερα), ενώ η εθνική μας ταυτότητα υπήρξε και είναι τόσο ισχυρή, ώστε να μην έχουμε ούτε να θέλουμε να έχουμε εχθρούς, για να είμαστε αυτοί που είμαστε. Άλλωστε η βασική εξωτερική μας πολιτική ως τώρα υπήρξε και είναι αμυντική με εξαίρεση την τυχοδιωκτική εκστρατεία στην Τουρκία, που μας κόστισε τόσο ακριβά.
Και γιατί δεν ρωτάτε και μας (όσους επιζήσαμε), που περάσαμε μέσα από το καμίνι της ξένης κατοχής, να σας πούμε από πού αντλούσαμε τη δύναμη και το θάρρος να αναμετρηθούμε ίσος προς ίσον με την τερατώδη Χιτλερική μηχανή θανάτου; Μονάχα με την σκέψη ότι στο βάθος είμαστε ανώτεροι από αυτούς! (Εξ άλλου σ’ αυτό μας βοηθούσε η μετατροπή των εχθρών μας σε μια συμπαγή μάζα αιμοδιψών βαρβάρων). Γιατί; Γιατί ανήκαμε σε ένα Έθνος πολύ ανώτερο απ’ αυτούς στον πνευματικό και πολιτισμικό κυρίως χώρο από τον Αισχύλο και τον Πλάτωνα έως τον Σολομό, τον Παλαμά και τον Καβάφη. Και όσοι είμαστε μορφωμένοι, το ηθικό μας ανάστημα έπαιρνε συνειδητά δύναμη απ’ αυτούς. Όσο για τους αμόρφωτους αλλά γενναίους, αντλούσαν δύναμη όπως οι αγωνιστές του ΄21 από τα «μάρμαρα». Αν όλα αυτά είναι «παραμύθια», τότε ό,τι υπήρξε θετικό και ξεχωριστό ως τώρα, ας πούμε ότι ήταν και είναι «παραμύθι». Τότε για ποιον λόγο θέλετε να το κατεδαφίσετε; Δεν ξέρετε ότι έτσι σκοτώνετε την ψυχή μας; Χάρη στην οποία είσθε κι εσείς σήμερα ελεύθερη; Όπως ασφαλώς καταλαβαίνετε, για μένα προσωπικά δεν υπάρχει καν ερώτημα «Τι είν’ η πατρίδα μας;». Για όλους όσους αφιέρωσαν το έργο και κυρίως τη ζωή τους ολόκληρη σ’αυτή την πατρίδα -και είναι χιλιάδες, εκατομμύρια Έλληνες, επώνυμοι ή ανώνυμοι, νεκροί ή ζωντανοί, δεν υπάρχουν τέτοια ερωτήματα, γιατί αυτοί οι ίδιοι είναι η πατρίδα. Γι’ αυτό σας παρακαλώ και εύχομαι να λάβετε σοβαρά υπ’ όψιν την μαρτυρία ενός ελεύθερου Έλληνα και να σταματήσετε αυτή την εκστρατεία, που μόνο δεινά μπορεί να φέρει στον ήδη δοκιμαζόμενο λαό μας.
Σας χαιρετώ, Μίκης Θεοδωράκης
ΥΓ. Επειδή θεωρώ ότι με την απάντησή μου αυτή μου δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξω ορισμένα ουσιαστικά επιχειρήματα στην προσπάθειά μου να διαφωτίσω όσο γίνεται πληρέστερα τον ελληνικό λαό για τα κίνητρά μου στον αγώνα που ξεκίνησα και συνεχίζω, είμαι υποχρεωμένος να την δημοσιεύσω στο διαδίκτυο, όπως έκανα έως τώρα, δεδομένου ότι τα ισχυρά ΜΜΕ προς το παρόν αποφεύγουν ακόμα και να αναφερθούν στις απόψεις μου καταφεύγοντας ως συνήθως σε ύβρεις.Αυτό θα πει ελευθερία τύπου!
Δεν υπάρχουν σχόλια μέχρι τώρα ↓
Δεν υπάρχουν σχόλια ακόμη.