“It’s a Book”

Ο συγγραφέας και εικονογράφος Lane Smith στήνει έναν σπαρταριστό διάλογο ανάμεσα σε μια βιβλιόφιλη μαϊμού κι έναν γάιδαρο που είναι ειδικός στις νέες τεχνολογίες για το τι τελικά ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ.

Για εμάς το βιβλίο μπορεί να έχει…

…ιστορίες που έγιναν παλιά (Δ), …ψεύτικες ιστορίες, παιδιά, γονείς (Π. Π.), …παππούδες και γιαγιάδες (Δ), …ήρωες που μπορεί να μην είναι άνθρωποι αλλά σκυλιά, ζώα (Ε), …δάσος, καλυβάκια, λίμνη, κάστρο, δεντρόσπιτα (Π) …παραλία (Ε), …φάντασμα (Γ), …όνειρα (Ε), …εφιάλτες, γίγαντες(Δ), …λύκους, κάποιον που θέλει να παίξει μαζί μας αλλά είναι κακός(Ε), … κάποιον που φαίνεται καλός αλλά μετά μεταμορφώνεται σε κακό (Ε), …μάγους (Π. Π.) & μάγισσες (Γ), …βασιλιά & πριγκίπισσες (Ε), …ιππότες (Π) με σπαθιά(Γ), …νυχτερίδες & δράκους, ερωτευμένους που είναι ντροπαλοί και κάποιος τους βοηθάει να το πούνε (Δ), …σκελετούς & δεινόσαυρους (Γ)

“ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ”

Το «ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ» του Tullet Hervé (εκδ. ΝΕΦΕΛΗ) είναι ένα βιβλίο που δεν έχει ακόμη γραφτεί κανονικά! Έχει ήρωες (που είναι ακόμη σκίτσα) κι έναν συγγραφέα (σσσ! δουλεύει πυρετωδώς). Αλλά μιας και ήρθε στα χέρια μας και θέλουμε ένα παραμύθι, θα μας κάνουν τη χάρη (τουλάχιστον, θα προσπαθήσουν!…).

Ο προβληματισμός των παιδιών αρχικά ήταν γιατί το αγόρασα αφού δεν είχε τίτλο, έπειτα σκεφτήκαμε πως φέραμε σε δύσκολη θέση τον συγγραφέα με τις δυνατές φωνές που του βάλαμε όταν τον φωνάζαμε και μετά ο Π. έκανε την πρόταση να του στείλουμε ένα mail με τη δική μας ιστορία για να τον βοηθήσουμε. Κι η ιστορία ξεκίνησε με τον ίδιο τρόπο που όλες ξεκινούν…

Κι επειδή λατρέψαμε τις μισοτελειωμένες φιγούρες που ήθελαν να γίνουν οι ήρωες του παραμυθιού, τις φτιάξαμε σελιδοδείκτες και τις βάλαμε να φωνάζουν αυτό που μας άρεσε περισσότερο …

 

 

 

Ο συγγραφέας ζήτησε να σβήσουμε το φως…

  

…και αποδεικνύουμε πως κι εμείς μπορούμε να πετύχουμε την τεχνική του…

 

“Πώς γράφτηκε η πρώτη επιστολή”

«Μερικές ιστορίες είναι κατάλληλες μόνο για βροχερά πρωινά, και κάποιες για ατελείωτα, πολύ ζεστά απογεύματα.

…αλλά για το βράδυ υπήρχαν ιστορίες που προορίζονταν για να βάλουν την Τζόζεφιν για ύπνο, και δεν σου επιτρεπόταν να τους αλλάξεις ούτε μια τόσο δα μικρούλα λέξη.  Έπρεπε να ειπωθούν ακριβώς έτσι. Αλλιώς η Τζόζεφιν ξυπνούσε για να ξαναβάλει τη λέξη που έλειπε στη θέση της… »

Rudyard Kipling

Μια από αυτές τις ιστορίες είναι και το  “Πώς γράφτηκε η πρώτη επιστολή” (εκδ. ΑΡΑΔΑ)

Πριν από πολλά χρόνια, στην εποχή των σπηλαίων, στις όχθες του ποταμού Βαγκάι ένα ξεχωριστό κορίτσι με το όνομα Ταφιμάι Μεταλουμάι ή αλλιώς «νεαρή-χωρίς-καθόλου-τρόπους-που-πρέπει-να-τις-φάει» ή εν συντομία Τάφι, αποφασίζει να βοηθήσει τον ξεχασιάρη μπαμπά της να αντικαταστήσει το σπασμένο του καμάκι. Και τότε ένας ευγενικός Ξένος -περαστικός από το σημείο που η Τάφι με τον μπαμπά της είχαν πάει για ψάρεμα – καλείται να μεταφέρει ένα μήνυμα. Και χωρίς να το καταλάβει, θα μπει σε μπελάδες καθώς έξι κυρίες των σπηλαίων ξεχνούν τους καλούς τους τρόπους και μια ολόκληρη φυλή αναστατώνεται… Ο λόγος; Η Τάφι είχε ζωγραφίσει μερικά σχέδια στο φλοιό μια σημύδας για να το δει η μαμά της και να στείλει το καμάκι αλλά η μαμά κατανόησε κάτι διαφορετικό από αυτό που Τάφι είχε κατά νου…

…Αλλά όπως ο Ανώτατος Αρχηγός ανακοίνωσε η «νεαρή-χωρίς-καθόλου-τρόπους-που-πρέπει-να-τις-φάει» είχε ανακαλύψει κάτι σπουδαίο   είχε χρησιμοποιήσει εικόνες για να μεταφέρει ένα μήνυμα- αυτό που οι άνθρωποι αργότερα ονόμασαν γραφή …

Φυσικά στείλαμε κι εμείς τα δικά μας εικονομηνύματα στους φίλους μας κι όλοι μπορέσαμε να τα αποκωδικοποιήσουμε.

Η κυρία Όλγα όμως -που καθαρίζει την τάξη μας – δεν μπόρεσε να καταλάβει το μήνυμά μας κι έτσι έπρεπε να βάλουμε τα δυνατά μας με τον τρόπο που οι μεγάλοι ξέρουν… Και ναι, τα καταφέραμε όταν επιστρέψαμε στην τάξη δεν είχε μαζέψει την κατασκευή μας, όπως τις άλλες φορές – είχε καταλάβει…

“Windup”

Σε σενάριο & σκηνοθεσία της Yibing Jiang

Σε μια εποχή που οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο είναι απομονωμένοι, επιθυμούν τη σύνδεση και απασχολούνται με την υγεία και την ευημερία των αγαπημένων τους, η Yibing Jiang, μια γυναίκα ασιατικής καταγωγής, ζωντανεύει τον ιδιαίτερο δεσμό μεταξύ ενός πατέρα και της  άρρωστης κόρης του, προβάλλοντας συγχρόνως τη θεραπευτική δύναμη της μουσικής.

Το animation είναι εμπνευσμένο από τις προσωπικές της εμπειρίες. Όταν ήταν νεαρό κορίτσι στην Κίνα, αρρώσταινε συχνά,  αλλά δεν έχει ξεκάθαρες αναμνήσεις από εκείνη την εποχή. Ωστόσο, από τη σκοπιά των γονιών της ήταν σοβαρό. Της εμπιστεύτηκαν ότι πέρασαν αμέτρητες νύχτες αϋπνίας να τη φροντίζουν, ενώ ταυτόχρονα μεταμφίεζαν το φόβο και τις ανησυχίες τους.

Με το πέρασμα των χρόνων είναι πια σε θέση να εκτιμήσει την κατάσταση από την πλευρά  των γονιών της. Κάτι που έγινε πιο έντονο με τη μετακόμισή της στις ΗΠΑ. Τώρα που είναι μακριά από την οικογένειά της και καθώς αυτοί είναι ηλικιωμένοι, είναι η ίδια που ανησυχεί, ειδικά μετά το ξέσπασμα του κορονοϊού.  Η Γουχάν είναι η πατρίδα της και  έμαθε εξ αποστάσεως τα σχετικά με τον ιό και το επακόλουθο lockdown. Κάτι που επηρέασε άμεσα την οικογένειά της, καθώς ο θείος της έπρεπε να αναβάλει τη θεραπεία του καρκίνου, επειδή τα νοσοκομεία ήταν γεμάτα με ασθενείς Covid-19. Τα ξαδέρφια της ήταν εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, σε μια εποχή που μολύνθηκαν περισσότερα από τα μισά ιατρικά στελέχη. Η συνομιλία μέσω διαδικτύου βοήθησε, αλλά τη νύχτα οι φόβοι επέστρεφαν. … Η σκηνοθέτης υποθέτει ότι η ζωή μιμείται πραγματικά την τέχνη.

“Η ανησυχία για τους άρρωστους αγαπημένους είναι ένα καθολικό θέμα και υπήρξε στο προσκήνιο της καθημερινής μας ζωής το 2020. Με όλες τις προκλήσεις του περασμένου έτους, είναι η ειλικρινή μου ελπίδα ότι αυτή η ταινία μπορεί να μας δώσει ελπίδα κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου να μάθουμε ότι δεν είμαστε μόνοι.”

ΠΗΓΗ: https://yibingjiang.com/

Ένα animation για να επιδεικνύουμε λίγο περισσότερο υπομονή όταν νιώθουμε πως μας τελειώνουν οι αντοχές …

15 Φεβρουαρίου-Παγκόσμια Ημέρα κατά του Παιδικού Καρκίνου

15 Φεβρουαρίου – μία ημέρα αφιερωμένη στους μαχητές της ζωής από από πολύ μικρή ηλικία βλέπουν τη σκληρή πλευρά της ζωής.

Και για άλλη μια φορά θα μας συντροφεύσει -έστω μέσω webex και με την ελπίδα να μην ‘εκτεθώ’- το πλέον αγαπημένο (μου) “ΔΕ ΘΑ ΣΕ ΠΕΙΡΑΞΕΙ ΚΑΝΕΙΣ” του Β. Κουτσιαρή από την Ελληνοεκδοτική

Ο Ματίας είναι ένας πραγματικά ατίθασος γάτος. Πειράγματα, αταξίες, φάρσες και τα παράπονα από το διευθυντή του σχολείου δεν σπάνιζαν. Όταν ήταν μωρό, βούτηξε το κεφάλι μέσα σε έναν κουβά με πράσινη μπογιά και οι γονείς του τον κούρεψαν γουλί για να φύγει η μπογιά. Η κουρευτική εκείνη μηχανή ξέμεινε στο τελευταίο συρτάρι και τώρα που οι γονείς του έλειπαν με τον αδερφό του, ήταν η ευκαιρία του να θυμηθεί εκείνο το κούρεμα. Κλείστηκε στο μπάνιο και ξύρισε το κεφάλι του. Η γιαγιά του τα χρειάστηκε. Αλλά το χειρότερο ήταν ότι την επόμενη μέρα όλο το σχολείο τον είχε στην καζούρα. Ο Ματίας ήταν καραφλός. Μέχρι και οι σκύλοι στο δρόμο της επιστροφής τον περιγέλασαν. Το βράδυ, ο Ματίας συνέχισε το έργο του. Με τσιμπιδάκι έβγαλε και τα μουστάκια του και τώρα πια είχε και πρόβλημα ισορροπίας, αφού τα μουστάκια είναι για τους γάτους μια τέλεια πυξίδα και δοκός ισορροπίας. Η γιαγιά του τρελάθηκε. Ο Ματίας ζήτησε συγγνώμη. Την άλλη μέρα στο σχολείο τον πήραν τα κλάματα με τα πειράγματα. “Όλα θα πάνε καλά, θα δεις!” τον διαβεβαίωσε η δασκάλα του. Κι όταν το επόμενο μεσημέρι επέστρεψαν οι γονείς του με τον αδερφό του, όλα μάλλον είχαν πάει καλά…

 

“Γραμμή 28”

“Ο ραφτάκος των λέξεων” μας είχε δείξει πως μία από τις πιο ζεστές και δυνατές λέξεις είναι η αγάπη. Είπαμε λοιπόν να  ‘ταξιδέψουμε’ μέχρι τη Λισαβόνα για να γνωρίσουμε τον Αμαντέο –  την ημέρα είναι περιτριγυρισμένος από κόσμο και τη νύχτα μόνος. Είναι ένας άνθρωπος που υπηρετεί την αγάπη αλλά  ξεχνά τον εαυτό του. Μας ψιθυρίζει όμως στο αυτί, πως τίποτα δεν πάει χαμένο όσο υπάρχουν άνθρωποι με καλές προθέσεις.

Το ταξίδι  μας  – λόγω κορονοϊού- θα γίνει φυσικά μέσω ενός βιβλίου… Πριν το δούμε όμως θα εξασκηθούμε στο να είμαστε καλοί ακροατές, ώστε να ακούσουμε ό,τι μπορεί να μας ψιθυρίσει. Τα παιδιά ακούν τις οδηγίες και συμπληρώνουν την εικόνα ώστε να αποδώσουν το έργο του Philippe Patricio  «LÉCTRICO 28 – LISBOA» (2014)



Λήψη αρχείου

Οι υποθέσεις τους είναι πως πρόκειται για ένα βάζο με μέλι ή ένα βάζο για να το γεμίσουμε πυγολαμπίδες…

Πόσο κοντά πλησίασαν;

Ώρα λοιπόν για τη “Γραμμή 28” του Davide Cali από τις εκδ. ΙΚΑΡΟΣ

Η Γραμμή 28 του τραμ της Λισαβόνας περνάει με 34 στάσεις από τις δημοφιλείς τουριστικές περιοχές της. Όλοι οι επισκέπτες της  θα μπουν σε αυτό το κίτρινο, εμβληματικό βαγονάκι που διασχίζει τα στενά της πόλης βαρώντας τα κουδουνάκια του. Τα τραμ αυτού του τύπου  χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1930. Σε όλες τις πόλεις έχουν αποσυρθεί προ πολλού, είτε για κάποιο μουσείο μεταφορών είτε για την ανακύκλωση σιδερικών. Όχι όμως στη Λισαβόνα. Τα Remodelado όπως η γραμμή 28 είναι τα μόνα που μπορούν να κυκλοφορήσουν σε μεγάλο μέρος της πόλης λόγω των  πολυάριθμων στροφών και των απότομων κλίσεων. Εκεί λοιπόν που αποτυγχάνουν τα σύγχρονα ογκώδη τραμ, υπάρχει το 28.

Ο Αμαντέο δεν είναι ένας συνηθισμένος οδηγός τραμ. Στα τόσα χρόνια στο τιμόνι του τραμ ειδικεύθηκε σε κάτι ανεπανάληπτο: βοήθησε δεκάδες ντροπαλούς ερωτευμένους να έρθουν πιο κοντά, να βρουν το δρόμο να είναι μαζί. Πώς; «Ανηφόρες, κατηφόρες, στροφές… Μια απλή διαδρομή μετατρέπεται σε ταξίδι γεμάτο εκπλήξεις… και φιλάκια! Κάτι κάνει κι ο Αμαντέο, είναι βέβαιο…» Τρεις είναι οι κινήσεις – φτάνοντας στην κορυφή του λόφου μία επιτάχυνση χωρίς προειδοποίηση, μια απότομη στροφή ή ένα λίγο απότομο φρενάρισμα… Κι όλα αυτά όχι  επίτηδες φυσικά! Απλά ένα σπρωξιματάκι για τους ντροπαλούς. Όσο για τον ίδιο…

 

 

“Το βιβλίο με τα λάθη”

«Ένα λάθος από τον δάσκαλο είναι σαν μια ανοιχτή πόρτα που λέει πως όλοι είναι καλοδεχούμενοι. … Θα σας έλεγα να τα αφήσετε να σας δουν να κάνετε λάθη, να επιτρέψετε στην τέχνη σας να έχει ατέλειες. Έτσι τούς δείχνετε ότι ούτε οι δικές τους ζωγραφιές χρειάζεται να είναι αψεγάδιαστες. Έτσι κάνετε την τέχνη διασκεδαστική» δηλώνει η συγγραφέας-εικονογράφος  Corinna Luyken.

Όταν λοιπόν τα παιδιά είδαν την προσπάθειά μου να ζωγραφίσω με φτερό που βούτηξα στο μελάνι -αφού μιλάμε για την ιστορία της γραφής- διασκέδασαν πολύ με το αποτέλεσμα. Άλλο περιέγραφα κι άλλο προέκυπτε.

Και φυσικά βάλθηκαν να αποδείξουν πόσο καλύτερα θα τα κατάφερναν…

…αν και ελάχιστοι κατάφεραν να μην πασαλειφτούν, ενώ ομόφωνα διαπίστωσαν πόσο τυχεροί είναι που έχουν μαρκαδόρους για να ζωγραφίζουν …

Ήταν η προσπάθειά τους αυτή η καλύτερη ευκαιρία για να γνωρίσουν την  Corinna Luyken, η οποία όπως λέει «Για χρόνια ζωγράφιζα με πένα γιατί μου άρεσε η υγρή αίσθηση του μελανιού πάνω στο χαρτί. Μου άρεσε το πώς, με την πένα, μια γραμμή μπορεί να ζωντανέψει. Αλλά συχνά αυτή η ζωή εξελισσόταν σε μορφές και σημάδια που δεν σκόπευα αρχικά να κάνω και δεν μπορούσα να διαγράψω». Όμως αυτό δεν την απομάκρυνε από το μελάνι. Συνέχισε να το χρησιμοποιεί, μαθαίνοντας σταδιακά να αντιμετωπίζει τέτοια ατυχήματα. Αν έκανε ένα λάθος σε πρόσωπο, του φορούσε γυαλιά. Αν δεν της άρεσε ο τρόπος που είχε ζωγραφίσει ένα χέρι, ίσως πρόσθετε γάντια. «Και κάπου στη διαδρομή έμαθα να απολαμβάνω το γεγονός ότι κάθε λάθος μου με ωθούσε να βρίσκω έναν νέο τρόπο να βλέπω τον κόσμο. Και άρχισα να αναρωτιέμαι αν το αγκάλιασμα των λαθών μας ήταν κάτι που θα μπορούσε να διδαχθεί».

«Κάπου στη διαδρομή έμαθα να απολαμβάνω το γεγονός ότι κάθε λάθος μου με ωθούσε να βρίσκω έναν νέο τρόπο να βλέπω τον κόσμο»

Και σε συνδυασμό με μια αντίδραση που παρατήρησε στη δική της κόρη, όταν έγινε τεσσάρων ετών, αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα. Μέχρι εκείνη την ηλικία, ό,τι κι αν ζωγράφιζε η κόρη της της άρεσε. «Δεν έβλεπε λάθη, μόνο σχήματα και γραμμές και χρώματα και υφές. Και λάτρευε την ίδια τη διαδικασία της ζωγραφικής. Και μετά μια μέρα, ενώ ζωγράφιζε, ξέσπασε σε δάκρυα και πέταξε το χαρτί της στο πάτωμα. Είχε κάνει ένα λάθος. Δεν μπορούσε να το διορθώσει. Κι αυτό ράγισε την καρδιά μου. Όχι ακόμα, θυμάμαι ότι σκέφτηκα. Όχι αυτή. Όχι κιόλας. Όχι τώρα. Έτσι έγραψα αυτό το βιβλίο. Για αυτήν. Για εκείνα τα παιδιά. Για εμένα. Για όλους όσοι έχουν κάνει κάποιο λάθος».

(ΠΗΓΗ: https://www.womantoc.gr/kids/article/

i-dimiourgikotita-einai-gemati-ateleies-neo-paidiko-vivlio-mas-ebneei-na-agapisoume-ta-lathi-mas)

Έτσι προέκυψε “Το βιβλίο με τα λάθη” (εκδ. Φουρφούρι)

που ξεκινά με ένα λάθος… που εμείς προσπαθήσαμε να διορθώσουμε πριν διαβάσουμε το βιβλίο…

Στην πορεία υπήρξαν πολλά ακόμη λάθη που προκαλούσαν τα παιδιά να μαντέψουν πώς θα αντιδράσει η εικονογράφος – θα θυμώσει; θα το μουντζουρώσει και θα αρχίσει πάλι από την αρχή; Θα σκίσει το χαρτί; Θα το τσαλακώσει πάνω στα νεύρα της; Ή θα εμπιστευτεί τη μαγεία της φαντασίας; Τι θα επιλέξει να κάνει για να το διορθώσει; Ο ενθουσιασμός τους στο τέλος του παραμυθιού και το βλέμμα τους ήταν η καλύτερη απόδειξη πως η ομορφιά μπορεί κρύβεται πίσω από κάτι που ξεκίνησε ως λάθος…

Κι όχι μόνο αυτό… Ήταν κι η αυθόρμητη αντίδραση 18 παιδιών απευθυνόμενα στη διστακτική της παρεούλας μας όταν στράφηκαν και της είπαν “Είχε δίκιο η κυρία, Μ… Αυτό το βιβλίο είναι  για σένα, για να μη φοβάσαι μήπως κάνεις λάθος.”

Και φυσικά διορθώσαμε και πολλά άλλα λάθη…

 

 

 

“Το τι νόμισες δεν έχει σημασία. Σημασία έχει η αλήθεια”…

Ο κύριος Πίμποντι, δάσκαλος ιστορίας στο σχολείο της πόλης του Χάπβιλ μα και προπονητής της ομάδας μπέιζμπολ, δίνει συγχαρητήρια στους παίκτες του. Δεν είχαν νικήσει, όπως δηλαδή δε νικούσαν συνήθως, αλλά  κανείς τους δεν πολυέσκαγε. Είχαν ευχαριστηθεί παίζοντας.

Κάθε μέρα, ο κύριος Πίμποντι περπατούσε για το σπίτι του, σταματούσε στο μανάβικο του κυρίου Φουνκαντέλι, διάλεγε το πιο λαχταριστό και κατακόκκινο μήλο, το έβαζε στο σακίδιό του και συνέχιζε το δρόμο του. Μα μια μέρα, από το απέναντι πεζοδρόμιο, ο Τόμι είδε τον κύριο Πίμποντι να παίρνει το μήλο και να το βάζει στο σακίδιο χωρίς να το πληρώσει. Έτρεξε και το είπε σε όλους τους φίλους του. Πήγαν όλοι την άλλη μέρα και είδαν την ίδια ακριβώς εικόνα. Ο κύριος Πίμποντι έβαζε το μήλο στο σακίδιό του χωρίς να το πληρώσει και έφευγε.

Χαμός στην πόλη! Από στόμα σε στόμα, το νέο μεταδίδεται παντού κι όλοι κουβεντιάζουν την πράξη.

“Όλος ο κόσμος λέει πως είστε κλέφτης”, είπε με το βλέμμα του καρφωμένο στο χώμα ο μικρός Μπίλι. Ο κύριος Πίμποντι τα χάνει.  Παίρνει τον Μπιλ και πηγαίνουν στο μανάβικο. “Έλεγα αν μπορώ να πάρω το μήλο μου λίγο νωρίτερα …”, λέει ο κύριος Πίμποντι στο μανάβη. “Και βέβαια! Γιατί όχι; Αφού περνάτε και το πληρώνετε κάθε Σάββατο μαζί με το γάλα σας, μπορείτε να το πάρετε όποτε θέλετε!”, είναι η απάντηση του μανάβη.

Μετά από αυτό ο Τόμι πήγε και βρήκε τον κύριο Πίμποντι με ένα μαξιλάρι όπως του είχε ζητήσει. Ο κύριος Πίμποντι θα του ζητήσει να τρυπήσει το μαξιλάρι και να σκορπίσει τα πούπουλά του στον άνεμο.

«Αυτό ήταν όλο; Αυτό έπρεπε να κάνω για να διορθώσω το λάθος μου;»

«Όχι. Αυτή ήταν η μισή δουλειά. Τώρα πρέπει να κάνεις και κάτι ακόμα: να πας και να μαζέψεις όλα τα πούπουλα ένα ένα!»

Ο Τόμι κοίταξε ξαφνιασμένος τον κύριο Πίμποντι. «Αποκλείεται να μαζέψω όλα τα πούπουλα», είπε.

«Ε, το ίδιο δύσκολο είναι και να διορθώσεις το λάθος που έκανες. Κάθε πούπουλο είναι κι ένας άνθρωπος στην πόλη μας, κι εσύ πήγες κι είπες σ’ όλο τον κόσμο ότι είμαι κλέφτης. …Την επόμενη φορά μη βιαστείς να κρίνεις κάποιον μόνο από αυτό που βλέπεις. Και να θυμάσαι ότι τα λόγια σου έχουν δύναμη μεγάλη. Μην τα ξεστομίζεις ασυλλόγιστα.»

Από το παραμύθι της Μαντόνα “Ένα μήλο την ημέρα” – εκδ. Ψυχογιός

“Το λεωφορείο της Ρόζας”

“Υπάρχει πάντα ένα λεωφορείο που περνάει στη ζωή καθενός από εμάς. Εσύ κράτα τα μάτια ανοιχτά: μην χάσεις το δικό σου.”

Ένας παππούς καθισμένος στο ιστορικό λεωφορείο, στο μουσείο Χένρυ Φορντ, αφηγείται στον εγγονό του αυτό το περιστατικό που σημάδεψε τη ζωή του και παράλληλα άλλαξε το ρου της Ιστορίας. Το περιστατικό ο παππούς το ξέρει από πρώτο χέρι καθώς εκείνο το βράδυ καθόταν δίπλα στη Ρόζα αλλά δεν είχε το κουράγιο της…

«…Κοίταξε τη φωτογραφία της Ρόζας, κι ένας κόμπος ανέβηκε στο λαιμό του. Ήταν μια γυναίκα ανυπεράσπιστη, θα μπορούσε να ήταν και η μητέρα του. Δεν ήταν, λοιπόν, οι μύες που μέτρησαν, ούτε η δύναμη. Αυτό που μέτρησε ήταν τα μεγάλα μάτια της και το ήρεμο χαμόγελό της. Χρειάστηκε μόνο να νικήσει το φόβο της και συνείδηση πως ο σκοπός της ήταν δίκαιος… » (Από το παραμύθι του Fabrizio Silei «Το λεωφορείο της Ρόζας», εκδ. ΚΟΚΚΙΝΟ)

Σύμφωνα με δήλωσή της «Οι άνθρωποι πάντα λένε ότι δεν εγκατέλειψα τη θέση μου επειδή ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν ισχύει. Δεν ήμουν κουρασμένη φυσικά … Όχι, η μόνη κούραση που ένιωθα ήταν ότι είχα κουραστεί να υποχωρώ»