Κ.Π.Καβάφης, «Μελαγχολία Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομαγηνή 595 μ.Χ.»
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, Κωνσταντινουπολίτης στην καταγωγή, γεννήθηκε στην Αλεξάνρεια της Αιγύπτου το 1863 και πέθανε το 1933. Το 1885 εγκαθίσταται οριστικά στην Αλεξάνδρεια κάνοντας σύντομα ταξίδια, κυρίως στη Γαλλία. Συστηματικές σπουδές δεν έκανε, απέκτησε όμως πολλές γνώσεις καθώς είχε εντρυφήσει στην ελληνική ιστορία, ελληνική φιλολογία και ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Το γεγονός ότι έζησε και δημιούργησε στην παροικία της Αλεξάνδρειας εξηγεί εν μέρει και το ιδιότυπο της γλώσσας του (δημοτικισμός + καθαρεύουσα + ιδιωματισμοί). Επηρεάζεται από τον αθηναίκό ρομαντισμό αλλά και το γαλλικό παρνασσισμό. Πρωτοπαρουσιάζεται στα γράμματα το 1904 με λίγα ποιήματα. Τα περισσότερα τα επεξεργάζεται ξανά και ξανά πριν την έκδοσή τους. Ειδολογικά μπορούμε να κατατάξουμε το έργο του σε 3 κατηγορίες: τα φιλοσοφικά ή διδακτικά, τα ιστορικά και τα ερωτικά, κατηγορίες που αντιστοιχούν στις επιδράσεις του ποιητή. Αυτή η διαίρεση είναι όμως μόνο μεθοδολογική. Ο ιδεολογικός χώρος της ποίησης του Καβάφη είναι ενιαίος.
Η ταυτότητα του κειμένου
Αφηγητής: Δραματοποιημένος- ομοδιηγητικός
Αφήγηση: Α’πρόσωπη με εσωτερικό μονόλογο
Μέτρο: Ελεύθερος στίχος
Γλώσσα: Συνδυασμός δημοτικής με λόγιους τύπους (επικρατούν οι τύποι της δημοτικής γιατί εκφράζουν αμεσότερα τον πόνο του αφηγητή)
Ανάλυση του ποιήματος
Το ποίημα ανήκει στα λεγόμενα «ψευδοϊστορικά» του Καβάφη. Ο Ιάσων Κλέανδρος είναι πρόσωπο φανταστικό, πλαστό. Στην πραγματικότητα όμως λειτουργεί σαν προσωπείο του ίδιου του ποιητή. Ο ρόλος του τίτλου είναι να πείσει τους αναγνώστες ότι αυτός που μιλάει σε α’ πρόσωπο δεν είναι ο ίδιος ο Καβάφης αλλά κάποιος άλλος. Για το λόγο αυτό παραθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα διαβεβαιώσουν τον αναγνώστη ότι πρόκειται για υπαρκτό ποιητή του παρελθόντος. Ο διαχωρισμός όμως των δύο προσώπων περιορίζεται στον τίτλο, κι έτσι η ταύτιση των δύο ποιητών γίνεται αναπόφευκτη. Ο Καβάφης θέλει να διαχωρίσει τον εαυτό του από τον Ιάσονα Κλέανδρο έτσι ώστε το ποίημα να μη θεωρηθεί ως έκφραση του ατομικού δράματος που βιώνει ο ποιητής. Αντίθετα, στόχος του είναι να περιγράψει πιο αντικειμενικά το πρόβλημα κι ο αναγνώστης να εκλάβει τον πόνο των γηρατειών ως ένα διαχρονικό θλιβερό συναίσθημα.
Η επίδραση που ασκεί η φθορά του χρόνου, τα γηρατειά, στο σώμα, τη μορφή και την ψυχή του ποιητή είναι καταλυτική. Ως λάτρης του ωραίου ο ποιτής σπαράζει από την ασχήμεια που συνεπάγονται τα γηρατειά στο πρόσωπο (ρυτίδες) και στο σώμα του (απώλεια της νεανικής αλκής). Η λέξη «μορφή» παραπέμπει μάλλον στο πρόσωπο, όπου είναι πιο φανερή η φθορά του χρόνου, χωρίς να αποκλείεται η αναφορά και στην ψυχική μορφολογία. Το προσωπικό δράμα του ποιητή εκφράζεται απόλυτα με τη φράση «είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι», που σημαίνει ότι η πληγή είναι φρικτή λόγω της σωματικής φθοράς, αλλά και εξαιτίας της ψυχικής φθοράς (ανασφάλεια, μοναξιά, μελαγχολία) που επιφέρει ο χρόνος. Ο ποιητής δηλώνει την αδυναμία του να παρηγορηθεί ή να υπομείνει. Δεν μπορεί να δεχτεί παθητικά και χωρίς διαμαρτυρία την κατάσταση, και ζητά κάποιο φάρμακο, κάποια θεραπεία.
Έτσι προσφεύγει στην τέχνη της ποίησης. Ζητά από τα φάρμακα της ποίησης, που είναι η Φαντασία και ο Λόγος (προσωποποίηση), να του απαλύνουν την φρικτή πληγή. Επικαλείται τη Φαντασία γιατί απ’ αυτήν γεννιέται και πλάθεται η έμπνευση για την ποιητική δημιουργία, γιατί εδώ κυριαρχεί απόλυτη ελευθερία ως προϋπόθεση της ποιητικής σύνθεσης. Μέσα από τη φαντασία επιτυγχάνεται η απόδραση από τη σκληρή πραγματικότητα. Μέσω αυτής γίνεται η επιστροφή στο παρελθόν. Ο Λόγος εδώ είναι η γλώσσα, οι λέξεις μέσα από τις οποίες ενσαρκώνεται το ποίημα και αποκτά επικοινωνιακό περιεχόμενο. Έτσι εκφράζεται η ποιητική δημιουργία. Λόγος όμως είναι και η λογική διεργασία μέσα από την οποία οικοδομείται η ποιητική έμπνευση και το ποίημα τελειοποιείται. Απέναντι λοιπόν στη φθορά ο ποιητής αντιπαρατάσσει την ποίηση.
Η εναπόθεση των ελπίδων του Ιάσωνος στην ποίηση αποτελεί «δοκιμές νάρκης του άλγους». Αναγνωρίζεται λοιπόν ότι η ποίηση και τα φάρμακά της αποτελούν πρόσκαιρο καταφύγιο, μερική λύτρωση του δράματος του ποιητή, όχι ριζική αντιμετώπισή του. Την ικανοποίηση που φέρει κάθε φορά η ποιητική δημιουργία την ακολουθεί η επαναφορά στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Η διαπίστωση αυτή αποτελεί τραγικότητα της αυτογνωσίας του ποιητή. Γνωρίζει την αλήθεια, ότι η διαδικασία της φθοράς είναι αναπόφευκτη, και δεν καλλιεργεί ψευδαισθήσεις.
Ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
1) Γιατί ο Καβάφης υποδύεται ένα άγνωστο πρόσωπο, έναν ιστορικά ανύπαρκτο ποιητή του 595 μ.Χ.; Έχετε σκεφτεί πως θα λειτουργούσε η Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου…, αν απλώς είχε τον τίτλο Μελαγχολία Ποιητού;
Απάντηση: Η συγκεκριμενοποίηση του προσώπου του ποιητή (του δίνει όνομα, άρα υπόσταση) καθιστά τον πόνο του ποιητή όχι ένα πρόβλημα θεωρητικό αλλά πρόβλημα που αφορά κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Ωστόσο ο ρεαλισμός που πετυχαίνει ο Καβάφης μέσα από την υπόσταση του φανταστικού ποιητή δεν αφήνει πριθώρια για ελπίδα. Γιατί ο Ιάσων είναι ένα πρόσωπο του παρεθόντος που δεν υπάρχει πια. Επομένως, η ποίηση μόνο πρόσκαιρα απάλυνε την οδύνη που του προκαλούσε το πέρασμα του χρόνου. Η ποίηση δεν μπόρεσε να του χαρίσει αιώνια ζωή. Εξάλλου, ο ποιητής, πέρα από δημιουργός είναι και καθημερινός άνθρωπος με απόλυτη επίγνωση των προβλημάτων και της δυνατότητας να επιλυθούν, όπως και της δύναμης που έχει η ποίηση. Πρόκειται για δύναμη όχι απεριόριστη και μάλλον αμφίβολη, γι’ αυτό ο ποιητής χαρακτηρίζει τα φάρμακα της ποίησης «δοκιμές».
Με το τέχνασμα ενός υποτιθέμενα υπαρκτού ποιητή, ο Καβάφης τοποθετεί το ρόλο της ποίησης σε ένα επίπεδο ρεαλιστικό, χωρίς να της προσδίδει ιδιότητες ή ικανότητες που δεν έχει, ή να εναποθέτει σ’αυτή προσδοκίες που δεν είναι σε θέση να υλοποιήσει. Αντίθετα, αν ο τίτλος έμενε γενικός (Μελαγχολία Ποιητού), αν ο ποιητής δεν ήταν συγκεκριμένος, αν δεν γνωρίζαμε ότι έχει ήδη πεθάνει, τότε θε έμενε μια ελπίδα για το μέλλον, ότι δηλαδή η ποίηση μπορεί να απαλλάξει τον ποιητή από τη μελαγχολία που του προκαλεί η σκέψη της φθοράς, ότι μπορεί να τον απαλλάξει από την ίδια τη φθορά. Επιπλέον, αν στη θέση του τίτλου και του περιεχομένου ο Καβάφης τοποθετούσε έναν αληθινό ποιητή, τότε το πρόβλημ θα αφορούσε μόνο το συγκεκριμένο πρόσωπο. Η αναγωγή του σε φανταστικό το καθιστά πρόβλημα του οποιουδήποτε ποιητή, και του Καβάφη ειδικότερα.
2) Με ποιους εκφραστικούς τρόπους επιτυγχάνεται η επικοινωνία του ποιητή με την Τέχνη της Ποίησης; Ποιο είναι το κλίμα της επικοινωνίας αυτής;
Απάντηση: Το ποίημα αποτελείται από δύο δυσανάλογες ως προς το μέγεθός τους στροφές. Στην πρώτη ο Καβάφης εκθέτει το πρόβλημα του Ιάσωνα και τον ρόλο που μπορεί να παίξει η ποίηση στην άμβλυνσή του. Η δεύτερη αποτελείται από τρεις στίχους που επαναλαμβάνουν τα βασικά μοτίβα της πρώτης. Το πρώτο ενικό πρόσωπο υποδηλώνει ότι ο Καβάφης υποδύεται το ρόλο του Ιάσωνος. Το δεύτερο ενικό πρόσωπο υποδηλώνει τη συνομιλία του ποιητή με την ίδια την ποίηση, μέσω της οποίας προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τα γεράματα και με την αγωνία του θανάτου. Στην ουσία δεν πρόκειται για συνομιλία αλλά για εσωτερικό μονόλογο. Ο Καβάφης προσωποποιεί την ποίησή του, αποδίδοντάς της οντότητα, νοημοσύνη και γνώση. Αντίστοιχα, τα κεφαλαία γράμματα στις λέξεις Τέχνη, Φαντασία, Λόγος, φανερώνουν ότι και σ’αυτές αποδίδει ξεχωριστή ύπαρξη.
3) Στο ποίημά του Εκόμισα εις την τέχνην ο Καβάφης αναφέρει μεταξύ άλλων για την ποίηση: ξέρει να σχηματίζει Μορφήν της Καλλονής/ σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα. Ποια η σχέση των στίχων αυτών με το ποίημα που εξετάζουμε;
Απάντηση: Η ποίηση αισθητοποιεί την ομορφιά, δίνει μορφή στην ιδέα του ωραίου. Η ποίηση διευρύνει το πεδίο της ανθρώπινης εμπειρίας. Είναι γνώση που συμπληρώνει την ατελή ζωή του ανθρώπου, αναπληρώνει τις ελλέιψεις του, ακόμα και τη νεότητα. Η τέχνη κάνει το εφήμερο αιώνιο, σπάζοντας τα στενά όρια του χρόνου. Η διατήρηση της ομορφιάς της ζωής μέσω της ποίησης είναι μια απάντηση στο πρόβλημα του χρόνου και του γήρατος. Η ποίηση αντιστέκεται στο χρόνο και τη φθορά του, δημιουργώντας αισθητικές αξίες που είναι απρόσβλητες από αυτή τη φθορά. Γίνεται έτσι μέσον θεραπείας της μελαγχολίας για την απώλεια της νεότητας.
Εργασίες του σχολικού βιβλίου
1) Διαβάστε το ποίημα του Νίκου Καρούζου «Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος». Πού εντοπίζεται ο διάλογος με την καβαφική «Μελαγχολία»; Με ποιες άλλες ποιητικές επιλογές αντιπαραθέτει ο Καρούζος την προσωπική του στάση απέναντι στα ποιήματα;
Απάντηση: Ο ποιητής Νίκος Καρούζος. Στο ποίημά του «Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος» εκφράζει μια αγωνία ανάλογη με του Καβάφη στο ποίημα «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομαγηνή 595 μ.Χ.» με επίκεντρο την επίκληση της ποίησης. Τόσο ο ένας όσο κι άλλος ποιητής αναρωτιούνται για τη φύση και τη θέαη της ποίησης στη ζωή μας. Η μικρή διαφορά βρίσκεται στις άλλες επιλογές, με τις οποίες αντιπαραθέτει την προσωπική του στάση απέναντι στα ποιήματα, στην οπτική γωνία από την οποία επικαλείται την ποίηση, καθώς «διερωτάται» όχι από την πλευρά του ερχομού του γήρατος, αλλά από μια γενικότερη υπαρξιακή σκοπιά. Το τελικό συμπέρασμα του Καρούζου ότι τα ποιήματα είναι «ενθύμια φρίκης» έρχεται σε αντίθεση με το καβαφικό συμπέρασμα ότι η τέχνη της ποίησης βοηθάει «για λίγο- για να μη νοιώθεται η πληγή». Ο Καβάφης λοιπόν, αντίθετα από τον Καρούζο, παρουσιάζεται βέβαιος για την «ιαματική» ιδιότητα της ποίησης ενόψη του γήρατος. Ο Καρούζος αναζητεί, θέλει να πιστέψει στην «ιαματική» αξία της ποίησης, αλλά έχει αναστολές.
2) Στον βυζαντινής τεχνοτροπίας πίνακα (σελ. 67) του Νίκου Εγγονόπουλου, «Η θυσία του ποιητή» (1935) είναι εμφανής ο δοιάλογος με τη «Μελαγχολία Ιάσονος Κλεάνδρου». Χαρακτηριστική είναι η επιγραφή στον πίνακα: «Η θυσία του ποιητή Ιάσονος Κλεάνδρου εν Κομαγηνή». Εσείς πως αντιλαμβάνεστε την αναφορά στο καβαφικό ποίημα;
Απάντηση: Ο τίτλος του πίνακα του Νίκου Εγγονόπουλου «Η θυσία του ποιητή» παραπέμπει εμμέσως στη θυσία του Αβραάμ, πράγμα για το οποίο, εκτός του τίτλου και της αναπαράστασης, συνηγορεί και η βυζαντινή τεχνοτροπία. Επιπροσθέτως, στο πάνω μέρος του πίνακα είναι γραμμένος ο πλήρης τίτλος του ποιήματος του Καβάφη, έχουμε δηλαδή σαφή αναφορά στο καβαφικό ποίημα.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, Αβραάμ είναι ο ηλικιωμένος ποιητής, που αναγκέζεται να θυσιάσει τον αγαπημένο γιό του, τον Ισαάκ, δηλαδή την ίδια τη νεότητά του και τη δύναμή του. Λίγο πρίν από τη θυσία ο θεός του στέλνει ένα κριάρι κι έτσι αποφεύγεται η θυσία. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο παρεμβαίνει κι η ποίηση και επουλώνει την πληγή από το γηρασμό του σώματος και της μορφής.
Σχόλια Αναγνωστών-Επισκεπτών