Το φάντασµα των Εξετάσεων

30 χρόνια το ράβε – ξήλωνε του υπουργείου Παιδείας µε τις Πανελλαδικές

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΑΤΣΙΚΑ

Τρίτη 17 Μαΐου 2011,ΤΑ ΝΕA

Αν κανείς κοιτάξει, τα τελευταία περίπου τριάντα χρόνια, τις διακηρύξεις των υπουργών Παιδείας, κάθε φορά που άλλαζαν το σύστηµα πρόσβασης στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, θα εκπλαγεί. Γιατί; Επειδή τα αποτελέσµατα των νέων τρόπων πρόσβασης στα ΑΕΙ – ΤΕΙ ήταν εντελώς αντίθετα από τις υποσχέσεις του υπουργείου Παιδείας σε τέτοιο βαθµό µάλιστα, που να µπορεί κάποιος να υποστηρίξει µε στοιχεία ότι όποτε το υπουργείο Παιδείας µιλάει για αλλαγή των Πανελλαδικών Εξετάσεων πρέπει να περιµένουµε τα αντίθετα ακριβώς απ’ όσα υπόσχεται ότι θα πετύχει.

Τατελευταία30 χρόνιαέχουµε4 βασικέςαλλαγές στο σύστηµα πρόσβασης στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση: την περίοδο 1980-1983 (Πανελλήνιες Εξετάσεις), την περίοδο 1984-1998 (Γενικές Εξετάσεις), την περίοδο 1999-2004 (Πανελλαδικές Εξετάσεις Ενιαίου Λυκείου) και την περίοδο 2005-2011 (Πανελλαδικές Εξετάσεις Γενικού Λυκείου). Πριν από περίπου 33 χρόνια, τον Νοέµβριο του 1978, ο τότε υφυπουργός Παιδείας Βασίλης Κοντογιαννόπουλος εξήγγειλε, «εν µέσω πανηγυρισµών», τον νέο τρόπο εισαγωγής στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, σύµφωνα µε τον οποίο οι µαθητές θα έδιναν εξετάσεις στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου και τα αποτελέσµατά τους θα χρησίµευαν όχι µόνο για τη σχολική αξιολόγηση του µαθητή (προαγωγή – απόλυση), αλλά και ως κριτήρια για την εισαγωγή στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση.

Παράλληλα, ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος διαβεβαίωνε την κοινή γνώµη ότι «η εισαγωγή στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση δεν θα εξαρτάται στο εξής από παράγοντες όπως τα φροντιστήρια και η τύχη που ελάχιστη σχέση έχουν», όπως τονιζόταν, «µε την εκπαιδευτική και µαθησιακή διαδικασία». Η βασική «καινοτοµία» των Πανελληνίων Εξετάσεων, δηλαδή η διπλή εξεταστική δοκιµασία (Β’ και Γ’ Λυκείου), όξυνε τις εκπαιδευτικές ανισότητες και «καθιέρωσε», πραγµατικά, την ταχύτατη εξάπλωση των φροντιστηρίων, αφού µετέτρεψε τη Λυκειακή Βαθµίδα σε εξεταστικό κέντρο.

Αποτέλεσµα; Τα περίπου 500 φροντιστήρια που υπήρχαν στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 (1977), το 1982 έχουν γίνει περίπου 1.000 που λειτουργούν ήδη στην Αθήνα και σε όλες τις πρωτεύουσες νοµών.

Την ίδια στιγµή, βεβαίως, ως φυσική συνέπεια αυξάνεται η φοιτητική µετανάστευση (+20% ανάµεσα στο 1979 και το 1983).

Το 1983 οι Πανελλήνιες Εξετάσεις µετονοµάζονται σε Γενικές Εξετάσεις. Σύµφωνα µε τις επίσηµες ανακοινώσεις, το νέο σύστηµα στόχευε στην «ελάττωση της απορρύθµισης της λειτουργίας του λυκείου» µε τον περιορισµό των Γενικών Εξετάσεων µόνο στη Γ’ Λυκείου. Επίσης στόχευε στην «αύξηση της ισότητας ευκαιριών» µε το «άνοιγµα των πανεπιστηµίων» και «στον περιορισµό της εξάπλωσης των φροντιστηρίων».

Με κάποιες παραλλαγές το σύστηµα των Γενικών Εξετάσεων µέχρι το 1998. Το αν εκπλήρωσε τους στόχους του το δείχνουν καθαρά τα παρακάτω αποκαλυπτικά στοιχεία: ενώ το ποσοστό των µαθητών της Γ’ Λυκείου στην Αθήνα που παρακολούθησαν φροντιστήριο και ιδιαίτερα µαθήµατα το 1984 ήταν 65%, το 1993 φτάνει το 95%!

Από το 1984 µέχρι το 1988 στη διάρκεια των Γενικών Εξετάσεων οι βαθµοί των τριών τάξεων του λυκείου λαµβάνονται υπόψη σε ποσοστό 25%. Αποτέλεσµα; Βαθµοθηρία και βέβαια τελικά, βαθµολογικός πληθωρισµός. Οι µαθητές που βαθµολογούνται µε «άριστα» πενταπλασιάζονται µέσα σε µια 8ετία – 9ετία και από 2,3% τη σχο λική χρονιά 1977-78 γίνονται 11,9% το 1985-86, για να προσγειωθούν το 1994 στο 8,5% όταν πια είχε καταργηθεί το καθεστώς συµµετοχής τους στα κριτήρια επιλογής των εξετάσεων. Το 1997, οι πρώτες σελίδες των εφηµερίδων γέµισαν µε τις εξαγγελίες για την κατάργηση των Γενικών Εξετάσεων και την ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήµια. Το ΥΠΕΠΘ ισχυρίζεται ότι µε την εφαρµογή του νέου συστήµατος στόχευε: α) Στο τέλος των Γενικών Εξετάσεων και στο άνοιγµα των πανεπιστηµίων, που θα κατάφερνε συντριπτικό χτύπηµα στα φροντιστήρια και β) στη µείωση του ανταγωνισµού για την κατάληψη µιας θέσης στα τριτοβάθµια ιδρύµατα, που θα αποκαταστήσει στο λύκειο το κλίµα που απαιτείται για να λειτουργήσει παιδαγωγικά το σχολείο.

Τα αποτελέσµατα; Υποβαθµίζεται µέσα σε µικρό χρονικό διάστηµα η µορφωτική λειτουργία του λυκείου, ενώ τα δύο πρώτα χρόνια εφαρµογής του νέου συστήµατος πρόσβασης στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, χιλιάδες µαθητές όχι µόνο δεν είχαν πρόσβαση στα ΑΕΙ – ΤΕΙ αλλά κόπηκαν ακόµη και από τη δυνατότητα να ολοκληρώσουν τη Β’ ή τη Γ’ Λυκείου. Το 1999 στα γεννητούρια του «κατασπάραξε» 30 χιλιάδες µαθητές, το 1/3 του µαθητικού πληθυσµού της Β’ Λυκείου. Το 2004, στα τελευταία του αξιολόγησε ένα στα δύο παιδιά που φοιτούσαν στη Β’ Λυκείου µε βαθµό κάτω από τη βάση. Η διαρροή των µαθητών π.χ. από τη Β’ στη Γ’ Λυκείου από 4,4% των µαθητών (το 1993-94)

έφτασε το 2000 το 25%. Παράλληλα ενώ το 1994 το ποσοστό των µαθητών της Β’ και Γ’ Λυκείου στην Αθήνα που παρακολουθούσαν φροντιστήριο και ιδιαίτερα µαθήµατα ανερχόταν κατά µέσο όρο σε 55 – 60%, το 2000 ξεπέρασε το 85%! Μόνο µέσα στα δύο πρώτα χρόνια εφαρµογής του νέου συστήµατος 1999 – 2000 αυξήθηκαν κατά 50% οι ιδιωτικές δαπάνες για φροντιστήρια και ιδιαίτερα µαθήµατα.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1125

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση