Αρχεία για 'ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ'
Τι χρειαζόμαστε τον Χριστό όταν δεν μας λείπει τίποτα;
Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Δεκεμβρίου 2015
ΤΟ SUPER DEAL ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Θέλουμε τὴν μαγεία ἢ την χαρὰ τῶν Χριστουγέννων;
Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Δεκεμβρίου 2015
Περιμένουμε μὲ λαχτάρα τὰ Χριστούγεννα.
Ἆραγε, πῶς θέλουμε νὰ τὰ ἑορτάσουμε; Κοσμικὰ ἢ πνευματικά; Ἐξαρτᾶται ἀπό τὸ τί τελικὰ ζητᾶμε. Τὴν μαγεία τους, γιὰ τὴν ὁποία τόσα πολλὰ κάνει ἡ «διεθνὴς τῶν πονηρῶν» ἢ τὴν χαρὰ τους, ὅπως θέλει ἡ Ἐκκλησία μας; Ἀλλ΄ ἂς πάρουμε τὰπράγματα μὲ τὴν σειρά τους…
Ἀσφαλῶς τὰ Χριστούγεννα ἔχουν νόημα βαθύτατα πνευματικό, ἅγιο καὶ σωτήριο. Γιατί μ’ αὐτὰ δὲν ἑορτάζουμε ἕνα ὁποιοδήποτε γεγονός, ὡς καὶ ἐθνικὸ ἀκόμη, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν ἐμφάνιση, μὲ σάρκα καὶ ὀστᾶ τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ κι ἀνάμεσά μας. Μᾶς τίμησε ἰδιαίτερα μὲ τὴν ἐπίσκεψή Του αὐτή, ὑπέροχα, ἀνυπέρβλητα, μοναδικά, καθὼς ἕνωσε τὴν δική μας ἀνθρώπινη φύση μὲ τὴν δική Του τὴν Θεϊκή. Ἔτσι ἔχουμε τὴν ἐμφάνιση τοῦ Θεανθρώπου στὴν ἱστορία. Τὴν ἕνωση τοῦ κτιστοῦ πλάσματος, μὲ τὸν ἴδιο τὸν Ἄκτιστο Πλάστη καὶ Θεό. Σκοπὸς δὲ αὐτῆς τῆς Θείαςπαρέμβασης, εἶναι ἡ Θέωση τοῦ ἀνθρώπου.Ὁπότε μὲ τὰ Χριστούγεννα δὲν κάνουμε τίποτ’ ἄλλο τελικά, ἀπ’ τὸ νὰ ζοῦμε τὴν ἀνάδημιουργία μας, τὴν ἀνάπλασὴ μας ἀπ’ τὸ κατάντημα, στὸ ὁποῖο μᾶς ὁδήγησε ἡ ἁμαρτία, ὥστε νὰ ἐπανέλθουμε πάλι στὴν προτέρα μας κατάσταση. Νὰ γιατί τὸ μήνυμα τῶν Χριστουγέννων εἶναι τὸ πλέον χαρμόσυνο καὶ τόσο ἐλπιδοφόρο ἄγγελμα τῆς ἱστορίας. Καὶ δὲν εἶναι ἄλλο, ἀπ αὐτὸ τοῦ ἀγγέλου κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς ποιμένες: «Εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὃς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυίδ» (Λουκ. β΄,11). Δηλαδή, σᾶς ἀναγγέλλω χαρὰ μεγάλη, ἡ ὁποία θὰ εἶναι γιὰ ὅλο τὸν λαό, ὅτι γεννήθηκε σήμερα γιὰ σᾶς στὴν πόλη τοῦ Δαυίδ, σωτήρας, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Κύριος.
Συνεπῶς, ὅταν ἀποδίδουμε στὰ Χριστούγεννα τὸ πραγματικό τους νόημα, κι ὅταν τὰ ἑορτάζουμε ὅπως πρέπει, δηλαδὴ πνευματικά, τότε ἐπιτυγχάνεται καὶ ὁ μέγας σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ἡ ἕνωσή μας μὲ Αὐτόν, ἡ Θέωσή μας καὶ καταργεῖται τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου, ἀκυρώνονται τὰ σκοτεινὰ σχέδια του, ἀπομονώνεται, χάνεται ἀπʼ τὴν ζωή μας!
* * *
Εἶναι ἑπόμενο, λοιπόν, ὅπως πολέμησε τοῦ Χριστοῦ τὴν γέννηση ὡς γεγονότος (ἀπ’ τὸ νὰ μὴ βρίσκεται πανάρετη γυναίκα, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ νὰ γίνει μητέρα Του, πράγμα ποὺ ἔγινε τελικὰ μὲ τὴν Παναγία, ὡς τοὺς διωγμοὺς μὲ τὴν σφαγὴ τῶν νηπίων ἀπʼ τὸν Ἡρώδη), ἔτσι καὶ τὴν πολεμᾶ ἀδιάκοπα ἔκτοτε ὡς ἑορτῆς. Πάρα πολλὰ ἔγιναν στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων, ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐξιστορήσουμε. Μόνο δυὸ λόγια θὰ ἀναφέρουμε καὶ κάποια ἁπλὰ παραδείγματα.
Ἄλλοι ἔγραψαν μυθολογίες γιὰ τὰ Χριστούγεννα, ἄλλοι τὰ παρερμήνευσαν γιατί δὲν θέλησαν νὰ τὰ βιώσουν κι ἄλλοι προσπάθησαν νὰ τὰ καταργήσουν μὲ κρατικὲς διαταγές, μία τακτικὴ ποὺ ὀνομάστηκε «Ἡρωδισμός»!
Πολλὰ ἔκαναν ἐπ’ αὐτοῦ οἱ αἱρέσεις (ὅπως ἡ φοβερότερη ὅλων ὁ Δοκητισμός, ὁ Μονοφυσιτισμὸς κ.λπ.), διάφοροι φιλόσοφοι (ὅπως ὁ Ἀνσέλμος τὸν 11ο αἰώνα), πολλοὶ ἄθεοι κι ἐχθροί τῆς Πίστης (ὅπως ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης) κ.λπ. Τὸν περασμένο αἰώνα στὴν κομμουνιστικὴ ΕΣΣΔ (Ρωσία κλπ.) εἶχαν ἀπαγορευτεῖ τὰ Χριστούγεννα ἀπὸ τὸ 1917 μέχρι τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽80, ὁπότε καὶ κατέρρευσε τὸ καθεστώς! Ὅταν δὲ κυβερνοῦσε ὁ Στάλιν, τὰ Χριστούγεννα εἶχαν ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὰ… Σταλινούγεννα, μὲ τὴν ἑορτὴ δηλαδὴ τῆς δικῆς του γέννησης!
Ἀλλʼ ἡ χειρότερη πολεμικὴ ὅλων, εἶναι αὐτὴ τῆς ἐκκοσμίκευσης τῶν Χριστουγέννων! Πρόκειται γιὰ ἕνα ἑορτασμὸ ὄχι πνευματικό, ὅπως τὸν ἀναφέραμε, ἀλλὰ κοσμικό, ἐντελῶς κοσμικὸ ὅσο γίνεται… Ἕνα τρόπο ποὺ μεταβάλλει τὸ μέγα ὑπερκόσμιο γεγονός, σὲ ἐγκόσμιο καὶ καθαρὰ ὑλιστικό! Οὔτε λόγος νὰ γίνεται γιὰ πνευματικὴ προετοιμασία, δηλαδὴ νηστεία, μετάνοια, ἐξομολόγηση, Θεία Κοινωνία, προσευχή, Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτη ἀγάπη, συγχωρητικότητα, καλοσύνη, ἐλεημοσύνη καὶ στοργὴ στὸν συνάνθρωπο, γιὰ σκέψεις καὶ ἀποφάσεις πνευματικές. Λόγος νὰ γίνεται μονάχα γιὰ τὰ ρεβεγιόν, τὰ στολίδια, τὰ φαγητά, τὰ γλέντια, τοὺς χορούς, τὰ ξενύχτια, τὰ ταξίδια καὶ μάλιστα τὰ ἐξωτικά, τὰ δῶρα, τὶς χαρτοπαιξίες, τὰ πάσης μορφῆς θεάματα καὶ διασκεδάσεις, τὶς κάθε εἴδους ἀπολαύσεις καὶ ἡδονές! Ὅλα τους τόσο κοσμικά, ὅλα τους ἀντιπνευματικά, ὅλα τους πτυχὲς τῆς «ὡραίας ζωῆς», καὶ ὄχι τῆς Οὐράνιας Ζωῆς, ποὺ ζητᾶ ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός. Καμμία σχέση μὲ τὸν «Θεοπρεπῆ» ἑορτασμό, ὅπως τὸν προσδιορίζει ἡ Ἐκκλησία. Φθάσαμε νὰ κατανοοῦμε πὼς ἔρχονται Χριστούγεννα, ἀπὸ τὶς στολισμένες βιτρίνες τῶν ἐμπόρων, ἀπὸ τὰ φωτάκια, ποὺ ἀναβοσβήνουν στὸ μπαλκόνι τοῦ διπλανοῦ μας, ἀπ’ τὰ ἔλατα, ποὺ πωλοῦνται στοὺς δρόμους, ἀπὸ κάποιες προσκλήσεις σὲ γεύματα καὶ τὰ λεγόμενα «ἑορταστικὰ» προγράμματα τῆς τηλεόρασης, δηλαδὴ ἀπὸ τῆς ἐκδηλώσεις τοῦ κόσμου…
Ὅποτε μιλᾶμε γιὰ ἀπολυτοποίηση τῆς ὕλης, γιὰ τὴν ἄκρατη κοσμικότητα, γιὰ τὴν ἀπόρριψη κάθε πνευματικῆς πλευρᾶς τῶν πραγμάτων, μιλᾶμε γιὰ Χριστούγεννα χωρὶς Χριστό! Γιὰ ἕνα «πνεῦμα Χριστουγέννων» ὅπως λένε «μαγικό», δηλαδὴ δαιμονικό! Τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, μὲ λογικὴ καὶ μέτρο καὶ στὸβαθμὸ ποὺ μᾶς εἶναι ἀπαραίτητα, δὲν τὰ ἀπορρίπτουμε βέβαια. Ὅμως ἕπονται, δὲν προηγοῦνται, οὔτε καὶ ἀπολυτοποιοῦνται στὴ ζωή μας. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ στὸν Σατανᾶ, ποὺ τὸν πείραζε στὴν ἔρημο, τούτη ἦταν: «Οὐκ ἐπʼ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρω πος…». Χόρτασε, ἐκεῖ στὴν ἔρημο πάλι, τοὺς «πεντακισχίλιους» ἀλλὰ καὶ τοὺς «τετρακισχίλιους», ἀφοῦ γεύτηκαν πλήρως καὶ ἐπὶ ἡμέρες τὰπνευματικὰ ἀγαθὰ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια Του τὴν παρουσία, δηλαδὴ ἀφοῦ Τὸν γεύτηκαν πλήρως. Κι αὐτὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ἦταν στὸ βαθμὸ καὶ τὸ εἶδος ποὺ ἔπρεπε. Τίποτ’ ἄλλο! Μέσα σ’ αὐτὴ τὴ λογικὴ δὲν εἶναι δομημένα καὶ τὰ δικά μας Ἑλληνορθόδοξα ἔθιμα;
Ὁ Ἐ. Μορὲν στὸ βιβλίο του «Πνεῦμα τῶν καιρῶν» ἀναφέρει πολὺ εὔστοχα: «Ἡ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ καταναλώσει τὰ πάντα καὶ ἡ καταναλωτικὴ κοινωνία δὲν μπορεῖ οὔτε καὶ θὰ μπορέσει ποτὲ νὰ δώσει τὰπάντα»! Συνεπῶς τί ἀπαιτεῖται;
* * *
Τὸ πράγμα δὲν εἶναι καθόλου ἁπλό! Γιατί σήμερα, κατὰ τρόπο ἀπόλυτα ὀργανωμένο καὶ μὲ πολὺκομπασμό, ἐπιχειρεῖται τόσο μὲ τὴν «Παγκοσμιοποίηση» ὅσο καὶ τὴν κίνηση τῆς «Νέας Ἐποχῆς», ποὺ τὴν προωθεῖ παντοῦ, ἡ προβολὴ εἰδωλολατρικῆς ἀτμόσφαιρας στοὺς ἑαυτούς μας, στὰ σπίτια μας καὶ τὶς κοινωνίες μας καὶ ἡ καθιέρωση τῆς ἀντίληψης πὼς ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ὁ Σωτήρας μας! Νὰ γιατί αὐτοὶποὺ πέφτοντας θύματα σ’ αὐτὴ τὴ διαδικασία, χάνουν τελείως τὸ νόημα τῆς ἑορτῆς, δὲν τὰ ἑορτάζουν πνευματικὰ, ἀλλ’ ἐντελῶς κοσμικά, ὁπότε καὶ στὸ τέλος δὲν νοιώθουν τὴ χαρὰ τῶν Χριστουγέννων,ἀλλὰ τὴν μελαγχολία καὶ τὴ θλίψη. Θὰ δοῦμε καὶ ἐφέτος τὶς ἐφημερίδες νὰ ἔχουν τίτλους σὰν αὐτούς: «Ἡ μελαγχολία τῶν γιορτινῶν ἡμερῶν», «Πῶς νὰ ἀποφύγετε τὴ μελαγχολία τῶν ἑορτῶν», «ΤὰΧριστούγεννα τῆς μελαγχολίας», «Ἑορταστικὴ κατάθλιψη» κ.λπ.!
Λοιπόν, ἂς προετοιμαστοῦμε ὅσο καλύτερα γίνεται γιὰ τὰ πνευματικὰ Χριστούγεννα. Μᾶς εἶναιἀπαραίτητη ἡ εὐφροσύνη τους. Τότε θὰ δοῦμε μέσα μας νὰ γεννιέται ὁ Χριστός…ΧΡΙΣΤ
(Περισσότερα βλέπετε στὸ βιβλίο “ΟΧΙ ΣΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ Ν. ΕΠΟΧΗΣ”)
Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος
Ορθόδοξος Τύπος, 21/12/2012
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Ἡ καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων (Ὁμιλία Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)
Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Νοεμβρίου 2015
1. Τά γεγονότα ἐκεῖνα πού ἀποτελοῦσαν στό παρελθόν ἀντικείμενο ἀγωνιώδους στοχασμοῦ γιά τούς πατριάρχες, καί οἱ προφῆτες τά προφήτευαν, καί οἱ εὐσεβεῖς ἐπιθυμοῦσαν νά τά δοῦν, ἐπαληθεύτηκαν καί πραγματοποιήθηκαν σήμερα· ὁ Θεός –δηλαδή- παρουσιάστηκε στή γῆ μέ ἀνθρώπινο σῶμα καί συναναστράφηκε μέ τούς ἀνθρώπους.
Ἄς χαιρόμαστε, λοιπόν, καί ἄς πανηγυρίζουμε μέ ἀγαλλίαση ἀγαπητοί μου. Γιατί, ἄν ὁ Ἰωάννης (ὁ Πρόδρομος) πού βρισκόταν στήν κοιλιά τῆς μητέρας του, ἀνασκίρτησε ὅταν ἡ Μαρία ἐπισκέφτηκε τήν Ἐλισάβετ, πολύ περισσότερο ἐμεῖς, πού εἴδαμε ὄχι τή Μαρία, ἀλλά τόν ἴδιο τό Σωτῆρα μας πού γεννήθηκε σήμερα, πρέπει νά σκιρτᾶμε καί νά πανηγυρίζουμε, νά νιώθουμε θαυμασμό καί κατάπληξη γιά τήν ἀσύλληπτη οἰκονομία (σχέδιο) τοῦ Θεοῦ πού ὑπερβαίνει κάθε (ἀνθρώπινο) λογισμό. Γιατί σκέψου, πόσο σπουδαῖο εἶναι νά βλέπεις τόν ἥλιο νά κατεβαίνει ἀπ᾿ τόν οὐρανό καί νά βαδίζει πάνω στή γῆ, καί ἀπό ἐκεῖ νά στέλνει τίς ἀκτίνες Του σέ ὅλα τά δημιουργήματα. Καί ἄν θά προκαλοῦσε ἔκπληξη σ᾿ ὅλους ἐκείνους πού θά ἔβλεπαν νά συμβαίνει αὐτό μέ τόν αἰσθητό…
ἥλιο, σκέψου, σέ παρακαλῶ, καί συλλογίσου τώρα, πόσο μεγαλειῶδες εἶναι νά βλέπουμε τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης νά ἀποστέλλει ἀπό τό ἀνθρώπινο σῶμα Του τίς ἀκτίνες Του καί νά φωτίζει τίς ψυχές μας.
Ἀπό καιρό κι ἐγώ ἐπιθυμοῦσα νά μάθω γιά τήν ἡμέρα αὐτή (τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ). Και ὄχι νά τή μάθω μόνο ἐγώ, ἀλλά μαζί μέ πολλούς ἀνθρώπους. Καί εὐχόμουν πάντοτε νά εἶναι τόσο γεμάτος ὁ τόπος τῆς συγκεντρώσεως, ὅπως τόν βλέπουμε νά εἶναι αὐτή τή στιγμή. Ἡ ἐπιθυμία μου, λοιπόν, ἐκπληρώθηκε καί πραγματοποιήθηκε. Καί ἐνῶ δέν πέρασαν οὔτε δέκα χρόνια ἀπό τότε πού πληροφορηθήκαμε καί ἔγινε γνωστή σ᾿ ἐμᾶς ἡ ἡμέρα αὐτή, ὅμως ἔγινε μέ τό δικό σας ζῆλο τόσο σπουδαία, σάν νά μᾶς παραδόθηκε ἀπό τό Θεό πρίν ἀπό πολλά χρόνια. Γιαυτό καί δέν θά ἔσφαλε κανείς ἄν τήν ὀνόμαζε καί νέα καί παλαιά μαζί. Νέα, γιατί πρίν ἀπό λίγο τή γνωρίσαμε, παλαιά καί ἀρχαία, γιατί ἔγινε γρήγορα συνομήλικη μέ τίς πιό παλαιές, κι ἔφτασε στήν ἴδια ἡλικία μ᾿ ἐκεῖνες. Ὅπως, δηλαδή, τά χυμώδη καί καρποφόρα φυτά ἀναπτύσσονται καί καρποφοροῦν σέ πολύ μικρό χρονικό διάστημα ἀπ᾿ τή στιγμή πού θά φυτευθοῦν, ἔτσι καί ἡ ἡμέρα (ἡ ἑορτή) αὐτή, πού ἦταν γνωστή στούς χριστιανούς τῆς Δύσης ἀπό παλαιά, καί σέ μᾶς ἔγινε γνωστή τώρα κι ὄχι πρίν ἀπό πολλά χρόνια, τόσο γρήγορα διαδόθηκε καί καρποφόρησε, ὅσο μπορεῖτε νά δεῖτε τώρα, πού γέμισε ὁ αὐλόγυρος καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀσφυκτικά γεμάτη ἀπό τό πλῆθος τῶν συγκεντρωθέντων. Τήν ἀμοιβή, λοιπόν, τήν ἀντάξια πρός τό μεγάλο ἐνδιαφέρον σας, νά τήν περιμένετε ἀπό τό Χριστό, πού σήμερα γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος θά σᾶς ἀμείψει ὁπωσδήποτε γιά τήν προθυμία σας αὐτή. Γιατί ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον σας γιά τούτη τήν (ἑόρτιο) ἡμέρα εἶναι πολύ μεγάλη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης πού νιώθετε γιά τόν γεννηθέντα (Χριστό). Ἄν πρέπει ὅμως κι ἐμεῖς οἱ συνάνθρωποί σας κάτι νά προσφέρουμε, θά προσφέρουμε ὅ,τι μποροῦμε, ἤ μᾶλλον ὅσα ἐπιτρέψει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νά ποῦμε γιά τή δική σας ὠφέλεια.
Τί ἐπιθυμεῖτε λοιπόν ν᾿ ἀκούσετε σήμερα; Μά τί ἄλλο παρά γιά τήν ἡμέρα αὐτή πού ἑορτάζουμε. Γιατί γνωρίζω καλά, ὅτι ἀκόμη καί σήμερα πολλοί λογομαχοῦν μεταξύ τους, καί ἄλλοι μέν κατακρίνουν, ἄλλοι δέ ὑποστηρίζουν τήν ἑορτή αὐτή. Καί γίνεται παντοῦ πολλή συζήτηση γιά τήν ἡμέρα αὐτή, καί ἄλλοι τήν κατηγοροῦν ὅτι εἶναι καινούρια καί πρόσφατη καί θεσπίστηκε τώρα τελευταῖα, ἐνῶ ἄλλοι τήν ὑπερασπίζονται ὅτι εἶναι παλαιά καί ἀρχαιότατη, ἀφοῦ ἤδη οἱ προφῆτες προφήτευσαν τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ἀπό πολλά χρόνια ἦταν γνωστή καί σπουδαία γιά ὅσους κατοικοῦν ἀπό τή Θράκη μέχρι τά Γάδειρα.
Ἐμπρός, λοιπόν, ἄς μιλήσουμε γι᾿ αὐτά. Γιατί ἄν, ἐνῶ ἀκόμη ὑπάρχει ἀμφισβήτηση γύρω ἀπ᾿ τήν ἑορτή αὐτή, τήν τιμᾶτε τόσο, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἄν γίνει πιό γνωστή, θά εἶναι πολύ μεγαλύτερο τό ἐνδιαφέρον γι᾿ αὐτή, γιατί ἡ ἀποσαφήνιση πού θά γίνει μέ τήν ὁμιλία, θά αὐξήσει τό σεβασμό σας πρός αὐτή. Ἔχω λοιπόν νά προβάλω τρεῖς ἀποδείξεις, μέ τίς ὁποῖες θά μάθουμε σίγουρα, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ ἐποχή πού γεννήθηκε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός Λόγος. Καί γι᾿ αὐτές τίς τρεῖς ὑπάρχει μία ἀπόδειξη, τό ὅτι ἡ ἑορτή κατέστη γνωστή τόσο γρήγορα κι ἔφτασε σέ τόσο ὕψος μεγαλοπρέπειας καί δόξας. Κι ἐκεῖνο πού ἔλεγε ὁ Γαμαλιήλ σχετικά μέ τή χριστιανική διδασκαλία, ὅτι «ἄν προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους, θά ἐξαφανισθεῖ, ἄν ὅμως προέρχεται ἀπό τό Θεό, δέν μπορεῖτε νά τήν ἐξαφανίσετε, καί προσέξτε μήπως φανεῖτε καί Θεομάχοι» (Πράξ. 5, 38-39), αὐτό θά ἔλεγα κι ἐγώ γιά τούτη τήν ἡμέρα, ὅτι ἐπειδή δηλαδή ὁ Θεός Λόγος ἐκ τοῦ Θεοῦ προέρχεται, γιαυτό ὄχι μόνο δέν ἐξαφανίστηκε ἡ ἑορτή αὐτή, ἀλλά καί γίνεται μεγαλοπρεπέστερη καί γνωστότερη χρόνο μέ τό χρόνο. Γιαυτό καί ἡ χριστιανική διδασκαλία κατέκτησε ὅλη τήν οἰκουμένη μέσα σέ λίγα χρόνια, ἄν καί αὐτοί πού τήν κήρυξαν παντοῦ ἦταν σκηνοποιοί, ψαράδες, ἀγράμματοι καί ἁπλοϊκοί ἄνθρωποι. Μά τό ὅτι ἐκεῖνοι πού τήν κήρυξαν δέν ἦταν σπουδαῖοι, δέν δυσκόλεψε τή διάδοσή της, γιατί ἡ δύναμη τοῦ περιεχομένου της ἦταν ἰσχυρότερη ἀπ᾿ ὅλα, καί ἐξουδετέρωνε ὅλα τά ἐμπόδια δείχνοντας τή δύναμή της.
Ὁ Χριστός γεννήθηκε στή Βηθλεέμ.
2. Ἄν ὅμως κάποιος ἀπ᾿ αὐτούς πού δημιουργοῦν ἔριδες, δέν παραδέχεται ὅσα εἶπα, μπορῶ νά προβάλω καί δεύτερη ἀπόδειξη. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι ἐκείνη πού βγαίνει ἀπ᾿ ὅσα διαβάζουμε μές στά Εὐαγγέλια γιά τήν ἀπογραφή. Λέει, λοιπόν, ὁ Εὐαγγελιστής: «Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες βγῆκε διάταγμα ἀπό τόν Καίσαρα Αὔγουστο νά ἀπογραφεῖ ὅλη ἡ οἰκουμένη. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἀπογραφή πού ἔγινε ὅταν διοικητής τῆς Συρίας ἦταν ὁ Κυρήνιος. Καί πήγαιναν ὅλοι νά ἀπογραφοῦν, καθένας στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του. Πῆγε καί ὁ Ἰωσήφ ἀπό τή Γαλιλαία, ἀπό τήν πόλη Ναζαρέτ, στήν Ἰουδαία στήν πόλη τοῦ Δαβίδ, πού τό ὄνομά της εἶναι Βηθλεέμ, γιατί (ὁ Ἰωσήφ) καταγόταν ἀπ᾿ τήν οἰκογένεια καί τή φυλή τοῦ Δαβίδ, γιά νά ἀπογραφεῖ μαζί μέ τή Μαρία τή μνηστή του, πού ἦταν ἔγκυος. Μόλις ὅμως αὐτοί ἔφτασαν ἐκεῖ, ἦρθε ἡ ὥρα νά γεννήσει αὐτή. Καί γέννησε τόν Υἱό Της τόν πρωτότοκο, καί τόν σπαργάνωσε καί τόν ἔβαλε νά κοιμηθεῖ μές στή φάτνη, γιατί δέν εἶχαν τόπο στό κατάλυμα»(Λουκ. 2, 1-7). Ἀπ᾿ αὐτά γίνεται φανερό πώς (ὁ Χριστός) γεννήθηκε κατά τήν πρώτη ἀπογραφή. Καί εἶναι δυνατό, ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά γνωρίζει μέ ἀκρίβεια, νά ἐρευνήσει τούς ἀρχαίους δημόσιους κώδικες τῆς Ρώμης καί νά μάθει τό χρόνο τῆς ἀπογραφῆς. Θά ᾿λεγε ὅμως κάποιος: Καί τί μᾶς ἐνδιαφέρει, ἀφοῦ εἴμαστε μακριά ἀπό τή Ρώμη καί ποτέ δέν τήν ἐπισκεφτήκαμε; Ἄκου ὅμως καί μήν ἀμφισβητεῖς, γιατί παραλάβαμε τήν ἡμέρα αὐτή ἀπό ἐκείνους πού γνωρίζουν ὅλα αὐτά μέ ἀκρίβεια καί διαμένουν σ᾿ αὐτή τήν πόλη. Γιατί ἐκεῖνοι πού μένουν ἐκεῖ, γιορτάζουν πρίν ἀπό πολλά χρόνια καί ἀπό παλιά παράδοση, κι αὐτοί τώρα μᾶς τήν γνώρισαν. Οὔτε ἄλλωστε ὁ Εὐαγγελιστής μᾶς ἀνέφερε ἄσκοπα τήν ἐποχή ἐκείνη, ἀλλά σκόπιμα μᾶς τό φανέρωσε, γιά νά μᾶς κάνει γνωστή τήν ἡμερομηνία αὐτή καί νά μᾶς καταδείξει τό σχέδιο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Αὔγουστος δέν ἔβγαλε τότε αὐτό τό διάταγμα ἀπό δική του θέληση οὔτε μέ δική του πρωτοβουλία, ἀλλά ὁ Θεός τοῦ τό ἔβαλε στό νοῦ του, γιά νά τόν κάνει νά ὑπηρετήσει ἀκόμη καί παρά τή θέλησή του τή γέννηση τοῦ Μονογενοῦς. Καί πῶς αὐτό –θά διερωτόταν κανείς- συντελεῖ σ᾿ αὐτό τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ; Δέν εἶναι οὔτε μικρό οὔτε τυχαῖο αὐτό, ἀγαπητέ, ἀλλά πολύ μεγάλο καί ἕνα ἀπό τά ἀναγκαῖα καί τά σπουδαῖα. Ποιό λοιπόν εἶναι αὐτό; Ἡ Γαλιλαία εἶναι περιοχή τῆς Παλαιστίνης καί ἡ Ναζαρέτ πόλη τῆς Γαλιλαίας. Καί ἡ Ἰουδαία ἐπίσης εἶναι κάποια περιοχή πού ἔτσι τήν ὀνομάζουν οἱ κάτοικοί της, καί ἡ Βηθλεέμ εἶναι πόλη τῆς Ἰουδαίας. Ὅλοι οἱ προφῆτες προφήτευσαν πώς ὁ Χριστός θά ἔρθει ὄχι ἀπό τή Ναζαρέτ, ἀλλά ἀπ᾿ τή Βηθλεέμ, καί ὅτι ἐκεῖ θά γεννηθεῖ. Νά λοιπόν, τί λένε οἱ Γραφές: «Καί σύ Βηθλεέμ πού ἀνήκεις στήν περιοχή τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, δέν εἶσαι ἡ πιό ἀσήμαντη ἀπ᾿ τίς κυριώτερες πόλεις τῆς Ἰουδαίας· γιατί ἀπό σένα θά προέλθει ὁ ἡγεμόνας πού θά διδάξει καί θά ὁδηγήσει τό λαό μου τόν Ἰσραήλ» (Ματθ. 2, 6). Καί οἱ Ἰουδαῖοι πού ρωτήθηκαν τότε ἀπό τόν Ἡρώδη, ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός, τοῦ ἀνέφεραν αὐτή τή μαρτυρία. Γι᾿ αὐτό καί ὅταν ὁ Φίλιππος εἶπε: «Βρήκαμε τόν Ἰησοῦ ἀπό τήν Ναζαρέτ», καί τόν ρώτησε ὁ Ναθαναήλ: «Εἶναι δυνατόν νά προέλθει κάτι καλό ἀπό τή Ναζαρέτ», ὁ Χριστός εἶπε γιαυτόν: «Νά ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης πού δέν ἔχει πονηρία μέσα του» (Ἰωάν. 1, 35-47. Ἀλλά, θά ρωτοῦσε κανείς, γιατί ἐπαίνεσε ὁ Χριστός τό Ναθαναήλ; Γιατί δέν παρασύρθηκε ὁ Ναθαναήλ ἀπ᾿ τήν ἀναγγελία τοῦ Φιλίππου, καί γνώριζε μέ σαφήνεια καί ἀκρίβεια ὅτι ὁ Χριστός δέν ἔπρεπε νά γεννηθεῖ στή Ναζαρέτ οὔτε στή Γαλιλαία, ἀλλά στήν Ἰουδαία καί μάλιστα στή Βηθλεέμ, ὅπως κι ἔγινε. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ μέν Φίλιππος δέν τό πρόσεξε, ὁ δέ Ναθαναήλ ὡς νομομαθής ἀπάντησε σύμφωνα πρός τούς λόγους τῆς ἀνωτέρω προφητείας, γνωρίζοντας ὅτι δέ θά ἔλθει ὁ Χριστός ἀπό τή Ναζαρέτ, γιαυτό ὁ Χριστός εἶπε: «Νά ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης πού δέν ἔχει πονηρία μέσα του». Γιαυτό καί κάποιοι Ἰουδαῖοι ἔλεγαν στό Νικόδημο:«Ἐρεύνησε καί δές, ὅτι δέ γεννήθηκε προφήτης στή Γαλιλαία» (Ἰωάν. 7, 5). Καί ἀλλοῦ πάλι· «ὁ Χριστός δέν θά ἔλθει ἀπό τήν κώμη Βηθλεέμ, ἀπ᾿ τήν ὁποία ἦταν κι ὁ Δαβίδ; » (Ἰωάν. 7, 42). Καί ὅλοι εἶχαν τήν ἴδια γνώμη, ὅτι σίγουρα ὁ Χριστός ἔπρεπε ἀπό ἐκεῖ νά ἔλθει (ἀπ᾿ τήν Ἰουδαία) καί ὄχι ἀπ᾿ τή Γαλιλαία. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία, πού ἦταν κάτοικοι τῆς Βηθλεέμ, τήν ἐγκατέλειψαν καί ἐγκαταστάθηκαν στή Ναζαρέτ, ὅπου καί διέμειναν (πράγμα βέβαια πού συμβαίνει συνήθως σέ πολλούς ἀνθρώπους, νά ἐγκαταλείπουν, δηλαδή, τίς πόλεις πού γεννήθηκαν καί νά διαβιοῦν σέ ἄλλες πόλεις στίς ὁποῖες δέ γεννήθηκαν), κι ἔπρεπε ὁ Χριστός νά γεννηθεῖ στή Βηθλεέμ, βγῆκε διάταγμα, πού καί χωρίς τή θέλησή τους τούς ἀνάγκαζε νά πᾶνε σ᾿ αὐτή τήν πόλη, γιατί ἔτσι εἶχε προνοήσει ὁ Θεός. Γιατί ὁ νόμος πού ἀπαιτοῦσε ἀπ᾿ τόν καθένα νά ἀπογραφεῖ στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τούς ἀνάγκασε νά ξεσηκωθοῦν ἀπό ἐκεῖ, ἐννοῶ ἀπό τή Ναζαρέτ, καί νά ἔλθουν στή Βηθλεέμ γιά νά ἀπογραφοῦν. Ἀκριβῶς αὐτό ὑπονοοῦσε καί ὁ Εὐαγγελιστής ὅταν ἔλεγε:«Πῆγε καί ὁ Ἰωσήφ ἀπό τή Γαλιλαία, ἀπό τήν πόλη Ναζαρέτ στήν Ἰουδαία, στήν πατρίδα τοῦ Δαβίδ, γιά νά ἀπογραφεῖ μαζί μέ τή μνηστή του πού ἦταν ἔγκυος. Καί συνέβη, ὅταν αὐτοί ἦταν ἐκεῖ, νά συμπληρωθοῦν οἱ μέρες πού θά γεννοῦσε ἡ Μαρία, καί γέννησε τό γιό της τόν πρωτότοκο» (Λουκ. 2, 4-7).
Ἡ ἡμερομηνία Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
3. Εἶδες, ἀγαπητέ, τήν οἰκονομία (σχέδιο) τοῦ Θεοῦ, πού ρυθμίζει τά ζητήματά Του μέ τό νά χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανά Του τούς πιστούς καί τούς ἀπίστους; Κι αὐτό γιά νά μάθουν οἱ ἄπιστοι πόσο ἀξίζει ἡ εὐσέβεια καί πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ μέν ἀστέρας ὁδήγησε τούς Μάγους ἀπό τήν Ἀνατολή, τό δέ διάταγμα ἔφερε τή Μαριάμ στόν τόπο πού προφήτευσαν οἱ προφῆτες ὅτι θά εἶναι ἡ πατρίδα τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό αὐτό μαθαίνουμε ὅτι καί ἡ Παρθένος καταγόταν ἀπό τό γένος τοῦ Δαβίδ. Ἀφοῦ ἦταν, δηλαδή, ἀπό τή Βηθλεέμ, εἶναι προφανές ὅτι ἦταν καί ἀπό τήν οἰκογένεια καί τή φυλή τοῦ Δαβίδ. Αὐτό καί προηγουμένως μᾶς τό δήλωσε ὁ Εὐαγγελιστής μέ ὅσα ἔλεγε: «Πῆγε καί ὁ Ἰωσήφ ἀπό τή Γαλιλαία μαζί μέ τή Μαρία, γιατί ἦταν ἀπ᾿ τή γενιά καί τή φυλή τοῦ Δαβίδ» (Λουκ. 2, 4). Ἐπειδή, λοιπόν, γνωρίσαμε τό γενεαλογικό δένδρο τοῦ Ἰωσήφ (Βλέπε Ματθ. 1, 1-16), τούς προγόνους ὅμως τῆ Μαρίας κανένας δέν μᾶς τούς ἀπαρίθμησε ὅπως τούς προγόνους τοῦ Ἰωσήφ, καί γιά νά μήν ἀμφιβάλλεις καί ρωτᾶς: ἀπό ποῦ φαίνεται ὅτι καί αὐτή (ἡ Μαρία) κατάγεται ἀπό τό γένος τοῦ Δαβίδ; ἄκουσε: «Τόν ἕκτο μῆνα ἀπέστειλε ὁ Θεός τόν ἄγγελο Γαβριήλ σέ μιά πόλη τῆς Γαλιλαίας, τῆς ὁποίας τό ὄνομα ἦταν Ναζαρέτ, σέ μιά παρθένο μνηστευμένη μέ ἕναν ἄνθρωπο τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἦταν Ἰωσήφ, καί καταγόταν ἀπ᾿ τή γενιά τοῦ Δαβίδ» (Λουκ. 1, 26-27). Τή φράση «καταγόταν ἀπ᾿ τή γενιά τοῦ Δαβίδ», πρέπει νά θεωρήσουμε πώς εἰπώθηκε γιά τήν Παρθένο. Αὐτό λοιπόν ἔγινε φανερό καί μέ αὐτά. Γιαυτό ἐκδόθηκε καί τό διάταγμα καί ἡ ἀπόφαση αὐτή, γιά νά ὁδηγηθοῦν αὐτοί στή Βηθλεέμ. Μόλις ἔφτασαν στήν πόλη, ἀμέσως γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς. Γιαυτό καί τόν ἔβαλαν νά πλαγιάσει στή φάτνη ὡς βρέφος, γιατί συγκεντρώθηκαν τότε πολλοί ἀπό πολλά μέρη καί κατέλαβαν τά καταλύματα καί δημιούργησαν μεγάλη ἔλλειψη χώρου. Γιαυτό καί οἱ Μάγοι ἐκεῖ τόν προσκύνησαν. Γιά νά σᾶς προσφέρω ὅμως μία σαφέστερη καί πειστικότερη ἀπόδειξη, σᾶς παρακαλῶ νά μέ προσέξετε λίγο περισσότερο· γιατί θέλω νά σᾶς διηγηθῶ μεγάλη ἱστορία καί νά σᾶς διαβάσω παλαιούς νόμους, ὥστε μέ ὅλα αὐτά νά καταλάβετε καλύτερα αὐτά πού τώρα λέω.
Ὑπῆρχε στούς Ἰουδαίους κάποιο παλαιό ἔθιμο. Ἀλλά καλύτερα νά μεταφερθοῦμε ἀκόμα παλαιότερα, ὅταν ὁ Θεός λύτρωσε τούς Ἑβραίους ἀπό τά βάσανα καί τή βάρβαρη τυραννία τῶν Αἰγυπτίων. Βλέποντάς τους ὅτι ἦταν ἀκόμη ἀρκετά ἀσεβεῖς καί ὅτι τούς συγκινοῦσαν τά ὑλικά πράγματα καί ὅτι θαύμαζαν τήν ὀμορφιά καί μέγεθος τῶν ναῶν, τούς ἔδωσε ἐντολή νά χτίσουν ναό, πού νά ξεπερνᾶ ὅλους τούς ναούς τῆς γῆς ὄχι μόνο στήν πολυτέλεια τῶν ὑλικῶν, οὔτε στήν ποικιλία τῆς τέχνης, ἀλλά καί στό σχῆμα τῆς οἰκοδομῆς. Καί ὅπως ὁ φιλόστοργος πατέρας πού βρῆκε τό γιό του, ὁ ὁποῖος γιά πολύ καιρό συναναστράφηκε μέ ἁμαρτωλούς, διεφθαρμένους καί ἄσωτους ἀνθρώπους καί ἀπόλαυσε πολλές ἁμαρτίες, τοῦ προσφέρει ἁπλόχερα τά πάντα μέ σύνεση καί πολλή λεπτότητα, ὥστε νά μή στενοχωριέται ἐνθυμούμενος τά περασμένα οὔτε καί νά τά νοσταλγήσει, ἔτσι καί ὁ Θεός, βλέποντας τούς Ἰουδαίους νά συγκινοῦνται ἀπό τά ὑλικά πράγματα, προσφέρει σ᾿ αὐτούς ἀφθονία ἀγαθῶν γιά νά μήν ἐπιθυμήσουν τήν κατάσταση ἤ τά ἀγαθά τῶν Αἰγυπτίων. Καί τούς βάζει νά κατασκευάσουν τό ναό ὅμοιο μέ τόν κόσμο ὅλο, τόν αἰσθητό καί τό νοητό. Ὅπως δηλαδή ὑπάρχει γῆ καί οὐρανός καί μεταξύ τους τό διάστημα τοῦ στερεώματος, κατά τόν ἴδιο τρόπο ἔδωσε ἐντολή νά κατασκευασθεῖ κι ὁ ναός. Καί ἀφοῦ χώρησε σέ δύο τό ναό αὐτό καί τοποθέτησε στή μέση τό καταπέτασμα, ἐπέτρεψε νά μπαίνουν ὅλοι στό τμῆμα πού εἶναι ἔξω ἀπό τό καταπέτασμα, στό τμῆμα ὅμως πού εἶναι μετά ἀπό αὐτό, ἀπαγόρευσε σέ ὅλους νά μπαίνουν ἐκτός ἀπό τόν ἀρχιερέα. Καί ὅτι δέν ἀποτελοῦν δική μου φαντασία αὐτά, ἀλλ᾿ ὅτι κατασκευάσθηκε ὁ ναός κατά τό πρότυπο τοῦ σύμπαντος, πρόσεξε τί λέει ὁ Παῦλος ἀναφερόμενος στό Χριστό, πού ἀνέβηκε στόν οὐρανό: «ὁ Χριστός δέν εἰσῆλθε σέ ἅγια καμωμένα ἀπό ἀνθρώπους, πού εἶναι ἀπομίμηση τῶν ἀληθινῶν» ( Ἑβρ. 9, 24), δείχνοντας ἔτσι ὅτι τά ἐπίγεια ἅγια ἦταν ἀπομίμηση τῶν ἀληθινῶν. Καί γιά τό ὅτι τό καταπέτασμα χώριζε τά Ἅγια τῶν ἁγίων ἀπό τά ἐξωτερικά ἅγια, ὅπως ὁ οὐρανός χωρίζει ὅσα βρίσκονται πάνω ἀπ᾿ αὐτόν ἀπ᾿ ὅλα ὅσα βρίσκονται πρός τό μέρος μας, πρόσεξε πῶς κι αὐτό ὑποδηλώνεται μέ τό νά χαρακτηρισθεῖ ὁ οὐρανός ὡς καταπέτασμα. Μιλώντας (ὁ Παῦλος) γιά τήν ἐλπίδα, ὅτι δηλαδή ἀποτελεῖ ἀσφαλή καί ἀκλόνητη ἄγκυρα γιά τή ζωή μας, πρόσθεσε: «αὐτή εἰσέρχεται στό ἐσώτερο μέρος τοῦ καταπετάσματος, ἐκεῖ πού εἰσῆλθε γιά νά μᾶς ἀνοίξει τό δρόμο ὁ Ἰησοῦς, δηλαδή πάνω ἀπό τόν οὐρανό» (Ἑβρ. 6, 19-20). Βλέπεις, λοιπόν, ὅτι ὀνόμασε τόν οὐρανό καταπέτασμα;
Ἔξω ἀπό τό καταπέτασμα βρισκόταν ἡ λυχνία, καί ἡ τράπεζα, καί ὁ χάλκινος βωμός, πάνω στόν ὁποῖο προσφέρονταν θυσίες καί ὁλοκαυτώματα. Ὄπισθεν τοῦ καταπετάσματος καί στό ἐσωτερικό μέρος τοῦ ναοῦ βρισκόταν ἡ κιβωτός, καλυμμένη σ᾿ ὅλη τήν ἐπιφάνειά της μέ χρυσάφι, περιέχουσα μέσα της τίς πλάκες πού ἦταν γραμμένη ἡ διαθήκη (οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ), τή χρυσή στάμνα (μέ τό μάννα) καί τό ραβδί τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε θαυματουργικά· μαζί μέ τήν κιβωτό βρισκόταν καί ὁ χρυσός βωμός, ὄχι γιά θυσίες καί ὁλοκαυτώματα, ἀλλά μόνο γιά θυμίαμα. Καί σέ ὅλους ἐπιτρεπόταν νά εἰσέρχονται στό ἐξωτερικό μέρος, στό ἐσωτερικό ὅμως μέρος μόνο στόν ἀρχιερέα. Γιά ὅλα αὐτά θά σᾶς παρουσιάσω πάλι τή μαρτυρία τοῦ Παύλου, πού λέγει περίπου τά ἑξῆς: «Γίνονταν λατρευτικές τελετές καί στήν πρώτη σκηνή καί στό κοσμικό, στό ἅγιο, μέρος τοῦ ναοῦ» (Ἑβρ. 9, 1). Ὀνομάζει κοσμικό μέρος τοῦ ναοῦ αὐτό πού βρισκόταν ἔξω ἀπό τό καταπέτασμα, ἐπειδή ἐπιτρεπόταν στόν καθένα νά εἰσέρχεται ἐλεύθερα· «Σ᾿ αὐτό βρισκόταν ἡ λυχνία καί ἡ τράπεζα καί ἡ πρόθεση τῶν ἄρτων. Στό ἐσώτερο μέρος τοῦ καταπετάσματος βρισκόταν μιά σκηνή πού ὀνομαζόταν Ἅγια τῶν ἁγίων, μέσα στήν ὁποία βρίσκονταν τό χρυσό θυμιατήριο, ἡ κιβωτός τῆς διαθήκης, καλυμμένη σ᾿ ὅλη της τήν ἐπιφάνεια μέ χρυσάφι. Μές στήν κιβωτό βρίσκονταν ἡ χρυσή στάμνα πού περιεῖχε τό μάννα, ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών πού βλάστησε καί οἱ πλάκες τῆς διαθήκης. Πάνω ἀπ᾿ αὐτή βρίσκονταν Χερουβίμ ἔνδοξα πού φύλαγαν τό θυσιαστηρίο. Κι ἔτσι ὅπως ἦταν κατασκευασμένα αὐτά, στή μέν πρώτη σκηνή εἰσέρχονταν πάντοτε οἱ ἱερεῖς καί ἐκτελοῦσαν τά σχετικά μέ τή λατρεία, στή δεύτερη ὅμως εἰσήρχετο μιά φορά τό χρόνο μονάχος ὁ ἀρχιερέας, ὄχι χωρίς αἷμα, πού τό προσφέρει γιά τόν ἑαυτό του καί τίς ἀκούσιες ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ» (Ἑβρ. 9, 2-7). Βλέπεις, λοιπόν, ὅτι σ᾿ αὐτό εἰσέρχεται καί μόνος ὁ ἀρχιερέας καί γιά μία καί μόνη φορά τό χρόνο;
4. Ποιά σχέση, ὅμως, ἔχουν αὐτά, θά ρωτοῦσε κανείς, μέ τήν ἡμέρα γιά τήν ὁποία μιλᾶμε; Ἀναμείνατε λίγο ἀκόμη καί μήν ἀνησυχεῖτε. Γιατί ἀπό τήν κορυφή σκάβουμε τήν πηγή καί βιαζόμαστε νά φτάσουμε στήν ἄκρη της, ὥστε μέ εὐκολία νά γίνουν φανερά ὅλα αὐτά σέ σᾶς. Καλύτερα ὅμως, γιά νά μή γίνει ἡ ὁμιλία μου δυσνόητη γιά πολλή ὥρα καί ἀποβεῖ σέ βάρος σας ἡ μεγάλη διάρκειά της, νά σᾶς πῶ τώρα τήν αἰτία πού μέ ἔκανε νά ἀναφέρω ὅλα αὐτά. Ποιά εἶναι, λοιπόν, ἡ αἰτία; Ὅταν ἡ Ἐλισάβετ ἦταν ἕξι μηνῶν ἔγκυος γιά νά γεννήσει τόν Ἰωάννη τότε ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Μαρίας. Ἄν μάθουμε λοιπόν ποιός ἦταν ἐκεῖνος ὁ ἕκτος μήνας, θά ξέρουμε καί πότε ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Μαρίας. Ἔπειτα, ἀφοῦ μάθουμε πότε ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη, θά ξέρουμε καί τό χρόνο τῆς γεννήσεως (τοῦ Χριστοῦ), ἀφοῦ μετρήσουμε ἐννιά μῆνες ἀπό τή σύλληψη.
Πῶς θά μάθουμε, λοιπόν, ποιός ἦταν ὁ ἕκτος μήνας τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ; Ἄν μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας πού ἔγινε ἡ σύλληψη. Ἀλλά μέ ποιόν τρόπο θά μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας πού συνέλαβε; Ἄν μάθουμε ποιά ἐποχή ὁ σύζυγός της Ζαχαρίας πληροφορήθηκε ἀπό τόν ἄγγελο τή χαρμόσυνη εἴδηση. Καί αὐτό πῶς θά τό μάθουμε; Ἀπό τίς θεῖες Γραφές. Ὅπως μᾶς λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ ἄγγελος ἔφερε τήν χαρμόσυνη εἴδηση στό Ζαχαρία ἐνῶ αὐτός βρισκόταν στά Ἅγια τῶν ἁγίων καί τοῦ ἀνακοίνωσε τή γέννηση τοῦ Ἰωάννη. Ἄν λοιπόν ἀποδειχθεῖ μέ σαφήνεια ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ὅτι μόνο μία φορά τό χρόνο εἰσήρχετο ὁ ἀρχιερέας στά Ἅγια τῶν ἁγίων, καί μονάχος, καί πότε, καί ποιό μήνα τοῦ χρόνου γίνεται ἡ μοναδική αὐτή εἴσοδος, θά εἶναι ἀπόλυτα γνωστός καί ὁ χρόνος πού δόθηκε ἡ χαρμόσυνη εἴδηση (στό Ζαχαρία).
Ὅτι λοιπόν μιά φορά τό χρόνο εἰσήρχετο στά Ἅγια τῶν ἁγίων, καί ὁ Παῦλος τό ἔκανε γνωστό καί ὁ Μωυσῆς αὐτό ἀκριβῶς φανερώνει μέ τά ἑξῆς λόγια: «Καί μίλησε ὁ Κύριος στό Μωυσῆ καί τοῦ εἶπε· πές στόν ἀδελφό σου τόν Ἀαρών νά μήν εἰσέρχεται κάθε ὥρα στό Ἅγιο πού βρίσκεται στό ἐσώτερο μέρος τοῦ καταπετάσματος καί νά μήν πηγαίνει μπροστά στό θυσιαστήριο πού εἶναι πάνω στήν κιβωτό τοῦ μαρτυρίου, γιά νά μή τιμωρηθεῖ μέ θάνατο». Καί πάλι: «Κανείς Ἰσραηλίτης δέν θά βρίσκεται στή σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, ὅταν θά εἰσέρχεται ὁ Ἀαρών στά Ἅγια τῶν ἁγίων γιά νά κάνει τήν ἐξιλέωση αὐτή μέχρι πού νά ἐξέλθει. Ὁ Ἀαρών θά κάνει τήν ἐξιλέωση γιά τόν ἑαυτό του, γιά τήν οἰκογένειά του καί γιά ὅλο τό λαό τοῦ Ἰσραήλ. Καί θά κάνει τήν ἐξιλέωση στό θυσιαστήριο πού βρίσκεται μπροστά στόν Κύριο»(Λευϊτ. 16, 1. 17).
Τό ὅτι λοιπόν δέν εἰσήρχετο στά Ἅγια τῶν ἁγίων συχνά, οὔτε ὅταν ἦταν μέσα ἐπιτρεπόταν νά ἐπικοινωνήσει κανείς μαζί του, ἀλλά ἔπρεπε νά στέκεται ἔξω ἀπό τό καταπέτασμα, εἶναι γνωστό ἀπ᾿ ὅσα ἀναφέρθηκαν. Ἤδη τά γνωρίζεται ὅλα αὐτά μέ κάθε ἀκρίβεια. Μένει, λοιπόν, νά ἀποδείξω ποιός ἦταν ὁ καιρός πού εἰσήρχετο στά Ἅγια τῶν ἁγίων καί ὅτι αὐτό τό ἔκανε μονάχος μιά φορά τό χρόνο. Ἀπό ποῦ ὅμως διαφαίνεται αὐτό; Ἀπό τό ἴδιο αὐτό βιβλίο. Γιατί τό λέγει μέ τά ἑξῆς λόγια: «κατά τόν ἕβδομο μῆνα, στίς δέκα τοῦ μηνός, θά ταπεινώσετε τίς ψυχές σας καί καμία ἐργασία δέ θά κάνετε κατά τή διάρκειά της, οὔτε ὁ προσήλυτος πού βρίσκεται μαζί σας. Γιατί τήν ἡμέρα αὐτή θά γίνει ἐξιλαστήρια προσευχή γιά σᾶς, γιά νά σᾶς καθαρίσει ἀπ᾿ ὅλες τίς ἁμαρτίες σας. Θά καθαρισθεῖτε μπροστά στόν Κύριο. Ἀπόλυτη ἀργία καί ἀνάπαυση θά ἔχετε αὐτή τήν ἡμέρα καί θά ταπεινώσετε τίς ψυχές σας. Αὐτό θά εἶναι αἰώνιο ἔθιμό σας. Καί θά κάνει τήν ἐξιλαστήρια προσευχή ἐκεῖνος πού θά τόν κάνουν ἱερέα, ἐκεῖνος πού θά κριθεῖ τέλειος γιά τήν ἐκτέλεση τῶν ἱερατικῶν καθηκόντων μετά τόν πατέρα του. Καί θά φορέσει τήν ἁγία στολή του, καί θά κάνει ἐξιλαστήρια προσευχή στό Ἅγιο τοῦ ἁγίου, καί στή σκηνή τοῦ μαρτυρίου καί στό θυσιαστήριο, καί θά κάνει ἐξιλαστήρια προσευχή γιά τίς ἁμαρτίες τῶν ἱερέων καί γιά ὅσους βρίσκονται στή συναγωγή. Καί διατηρεῖτε αἰώνια τό ἔθιμο αὐτό, νά κάνετε γιά τό λαό τοῦ Ἰσραήλ θυσία πού νά ἐξιλεώνει τό Θεό γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες τους. Μιά φορά τό χρόνο θά γίνεται αὐτό, ὅπως ὅρισε ὁ Κύριος στό Μωυσῆ» (Λευϊτ. 16, 29). Ἐδῶ ὁμιλεῖ γιά τήν ἑορτή τῆς Σκηνοπηγίας. Γιατί τότε ἦταν πού ὁ ἀρχιερεύς εἰσήρχετο μία φορά τό χρόνο. Αὐτό βέβαια καί ὁ ἴδιος τό φανέρωσε λέγοντας:«Μία φορά τό χρόνο θά γίνεται αὐτό».
5. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἀρχιερέας εἰσήρχετο μονάχος στά Ἅγια τῶν ἁγίων κατά τήν ἡμέρα τῆς σκηνοπηγίας, ἄς ἀποδείξουμε τώρα ὅτι παρουσιάστηκε ὁ ἄγγελος στό Ζαχαρία, ὅταν αὐτός βρισκόταν στά Ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί σ᾿ αὐτόν μόνο παρουσιάστηκε ὅταν ἔκανε τήν προσφορά τοῦ θυμιάματος, καί ὁ ἀρχιερέας ποτέ ἄλλοτε δέν εἰσέρχεται μονάχος, παρά μόνο τότε. Καί τίποτε δέ μᾶς ἐμποδίζει νά δώσουμε προσοχή καί στά ἑξῆς λόγια: «Ζοῦσε στήν ἐποχή τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας Ἡρώδη κάποιος ἱερέας, πού τό ὄνομά του ἦταν Ζαχαρίας, καί ἡ γυναίκα του ἦταν ἀπόγονος τοῦ Ἀαρών καί ὀνομαζόταν Ἐλισάβετ» (Λουκ. 1, 5). «Ὅταν ὁ Ζαχαρίας ἐκτελοῦσε τά ἱερατικά του καθήκοντα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέ τή σειρά τῆς ἐφημερίας τῶν ἱερέων, ἔπεσε σ᾿ αὐτόν, κατά τή συνήθεια τῆς ἱερατικῆς ὑπηρεσίας, ὁ κλῆρος νά θυμιάσει καί νά εἰσέλθει στό ναό τοῦ Κυρίου. Ὁλόκληρο δέ τό πλῆθος τοῦ λαοῦ προσευχόταν ἔξω κατά τήν ὥρα πού (ὁ Ζαχαρίας) πρόσεφερε τό θυμίαμα» (Λουκ. 1, 8-10). Θυμήσου τώρα, ἀγαπητέ μου τή μαρτυρία πού λέγει: «Καί κανείς δέν θά βρίσκεται μέσα στή σκηνή τοῦ μαρτυρίου, ὅταν ἐκεῖνος εἰσέλθει στά Ἅγια τῶν ἁγίων γιά νά κάνει ἐξιλαστήρια προσευχή, μέχρι πού νά ἐξέλθει». «Τότε ἐμφανίστηκε σ᾿ αὐτόν ἄγγελος τοῦ Κυρίου, πού στεκόταν στά δεξιά τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος» (Λουκ. 1, 11). Δέν εἶπε τοῦ θυσιαστηρίου πού προσφερόταν θυσία, ἀλλά τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Γιατί τό ἐξωτερικό θυσιαστήριο ἦταν γιά θυσίες καί ὁλοκαυτώματα, ἐνῶ τό ἐσωτερικό γιά θυμίαμα. Συνεπῶς ἀπ᾿ αὐτό καί ἀπό τό γεγονός ὅτι μόνο σ᾿ αὐτόν παρουσιάστηκε, καί ἐπειδή καθώς μᾶς λέγουν οἱ Γραφές, ὁ λαός βρισκόταν ἔξω καί τόν περίμενε, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν ἁγίων. «Καί ταράχτηκε ὁ Ζαχαρίας ὅταν τόν εἶδε καί τόν κατέλαβε φόβος. Τοῦ εἶπε δέ ὁ ἄγγελος· “μή φοβᾶσαι Ζαχαρία, γιατί ἡ προσευχή σου ἔχει εἰσακουσθεῖ καί ἡ γυναίκα σου ἡ Ἐλισάβετ θά σοῦ γεννήσει γιό καί θά τόν ὀνομάσεις Ἰωάννη”. Καί ὁ λαός ἀνέμενε τό Ζαχαρία καί ἀποροῦσαν γιατί ἀργοποροῦσε πολύ στό ναό. Ὅταν βγῆκε, τούς ἔκανε νοήματα καί δέν μποροῦσε νά τούς μιλήσει» (Λουκ. 1, 12-22). Βλέπεις, λοιπόν, πώς ἦταν πίσω ἀπό τό καταπέτασμα; Τότε λοιπόν ἔλαβε τή χαρμόσυνη εἴδηση. Καί αὐτό ἔγινε τήν ἡμέρα τῆς Σκηνοπηγίας καί τῆς νηστείας, γιατί αὐτό δείχνει ἡ φράση «ταπεινώσατε τίς ψυχές σας».Ἑορτάζεται δέ ἡ ἑορτή αὐτή ἀπό τούς Ἰουδαίους στά τέλη τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου, ὅπως κι ἐσεῖς τό γνωρίζετε μέ βεβαιότητα. Γιατί τότε ἐξεφώνησα τούς πολλούς καί μακρούς λόγους κατά τῶν Ἰουδαίων, ἐπικρίνοντας τήν παράκαιρη νηστεία τους. Τότε λοιπόν συνέλαβε καί ἡ Ἐλισάβετ, ἡ σύζυγος τοῦ Ζαχαρία· καί ἔκρυβε τήν ἐγκυμοσύνη της πέντε μῆνες λέγοντας: «αὐτό μοῦ ἔκανε ὁ Κύριος κατά τήν ἡμέρα πού ἀποφάσισε νά μέ ἀπαλλάξει ἀπό τή ντροπή πού εἶχα μεταξύ τῶν ἀνθρώπων» (Λουκ. 1, 25). Τώρα, λοιπόν, εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή νά ἀποδείξω ὅτι ὅταν αὐτή βρισκόταν στόν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης της γιά νά γεννήσει τόν Ἰωάννη, ἡ Μαρία ἔλαβε τή χαρμόσυνη ἀγγελία ὅτι θά μείνει ἔγκυος. Μόλις λοιπόν τήν ἐπισκέφθηκε ὁ Γαβριήλ τῆς εἶπε: «Μή φοβᾶσαι Μαριάμ γιατί βρῆκες χάρη ἀπό τό Θεό. Θά μείνης ἔγκυος καί θά γεννήσεις γιό καί θά τόν ὀνομάσεις Ἰησοῦ» (Λουκ. 1, 30-31). Ἐπειδή ὅμως ἐκείνη ταράχτηκε καί ζήτησε νά μάθει τόν τρόπο πού θά γίνει αὐτό, τῆς ξαναμίλησε ὁ ἄγγελος καί τῆς εἶπε: «Πνεῦμα Ἅγιο θά ἔλθει σ᾿ ἐσένα καί δύναμη τοῦ Ὑψίστου θά σέ προστατεύσει· γιαυτό καί τό Ἅγιο πού θά γεννηθεῖ θά ὀνομαστεῖ Υἱός Θεοῦ. Καί ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου, συνέλαβε κι αὐτή γιό στά γεράματά της καί αὐτή πού θεωρεῖται στεῖρα, βρίσκεται τώρα στόν ἕκτο μήνα της, γιατί κανένα πράγμα δέν εἶναι ἀκατόρθωτο ἀπό τό Θεό»(Λουκ. 1, 35-37). Ἄν λοιπόν ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Ἐλισάβετ ἄρχισε μετά τό Σεπτέμβριο, καθώς ἔχει ἀποδειχθεῖ, πρέπει νά μετρήσουμε ἕξι μῆνες μετά ἀπ᾿ αὐτόν. Εἶναι οἱ μῆνες αὐτοί· Ὀκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος, Ἰανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος.
Μετά λοιπόν τόν ἕκτο μῆνα (πού ἔμεινε ἔγκυος ἡ Ἐλισάβετ) ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Μαρίας. Ἑπομένως ἄν μετρήσουμε ἐννιά μῆνες μετά ἀπ᾿ αὐτόν θά φθάσουμε σ᾿ αὐτόν τόν τωρινό γιά τόν ὁποῖο μιλᾶμε. Ὁ πρῶτος λοιπόν μήνας τῆς συλλήψεως τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ Ἀπρίλιος πού ἀντιστοιχεῖ στόν Ξανθικό, μετά τόν ὁποῖο ἀκολουθοῦν οἱ Μάϊος, Ἰούνιος, Ἰούλιος, Αὔγουστος, Σεπτέμβριος Ὀκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος, ὁ μήνας στόν ὁποῖο βρισκόμαστε καί ἑορτάζουμε τήν ἡμέρα αὐτή. Καί γιά νά γίνει περισσότερο κατανοητό αὐτό πού ὑποστηρίζω, θά ἐπαναλάβω, στήν ἀγάπη σας, μέ συντομία πάλι τά ὅσα λέω. Μία φορά τό χρόνο εἰσήρχετο μονάχος ὁ ἀρχιερέας στά Ἅγια τῶν ἁγίων. Καί πότε γινόταν αὐτό; Τό μήνα Σεπτέμβριο. Τότε λοιπόν εἰσῆλθε ὁ Ζαχαρίας στά Ἅγια τῶν ἁγίων. Τότε τοῦ ἔστειλε καί ὁ Θεός τή χαρμόσυνη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη. Βγῆκε λοιπόν ἀπ᾿ ἐκεῖ καί ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς γυναίκας του. Μετά τό Σεπτέμβριο καί ὅταν ἡ Ἐλισάβετ βρισκόταν στόν ἕκτο μήνα, πού εἶναι ὁ Μάρτιος, ἄρχισε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Μαρίας. Ἄν μέτρησουμε λοιπόν ἀπό τόν Ἀπρίλιο ἐννιά μῆνες θά φθάσουμε σ᾿ αὐτόν τό μῆνα πού γεννήθηκε ὁ Κύριός μας Ἱησοῦς Χριστός.
Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ.
6. Σᾶς κατέστησα γνωστά μέχρι τώρα ὅλα τά σχετικά μέ αὐτή τήν ἡμέρα. Ἀφοῦ ἀναφέρω ἀκόμη ἕνα, θά τελειώσω τήν ὁμιλία μου καί θά δώσω τή θέση μου στόν κοινό δάσκαλο γιά τά σημαντικότερα. Ἐπειδή λοιπόν πολλοί εἰδωλολάτρες, ὅταν ἀκούσουν ὅτι ὁ Θεός γεννήθηκε μέ ἀνθρώπινη μορφή, μᾶς περιγελοῦν καί μᾶς προσβάλλουν, καί ἐνοχλοῦν καί στενοχωροῦν πολλούς ἁπλοϊκούς χριστιανούς, εἶναι ἀνάγκη καί σέ κείνους καί στούς ἄλλους πού στενοχωροῦνται νά ἀπευθυνθῶ, ὥστε ποτέ στό ἑξῆς νά μή θορυβοῦνται παρασυρμένοι ἀπό ἀνοήτους ἀνθρώπους καί γιά νά μήν τούς ἐνοχλοῦν οἱ κοροϊδίες τῶν ἀπίστων. Γιατί καί τά μικρά παιδιά πολλές φορές γελοῦν ὅταν ἐμεῖς συζητᾶμε γιά σπουδαῖα ζητήματα καί ἀσχολούμαστε μέ σοβαρές ὑποθέσεις. Τό γέλιο ὅμως δέν εἶναι ἀπόδειξη ὅτι εἶναι γελοῖα αὐτά πού κοροϊδεύει κανείς, ἀλλά ἀπόδειξη τῆς ἀνοησίας αὐτοῦ πού τά κοροδεύει. Αὐτό βέβαια μποροῦμε νά ποῦμε καί γιά τούς εἰδωλολάτρες, πώς ἐπειδή εἶναι περισσότερο ἀνόητοι κι ἀπ᾿ τά παιδιά, κοροϊδεύουν ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα πρέπει κανείς νά νιώθει θαυμασμό καί μεγάλο σεβασμό, ἐνῶ, ἀντίθετα, σέβονται καί ὑποστηρίζουν ἐκεῖνα πού εἶναι πραγματικά γελοῖα. Ἀλλά καί τά δικά μας πού ἐκεῖνοι τά κοροϊδεύουν, ἐξακολουθοῦν νά παραμένουν σεβαστά καί δέν ζημιώνει καθόλου τή δόξα τους τό ὅτι τά κοροϊδεύουν ἐκεῖνοι. Τά δικά τους ἀντίθετα ἄν καί τά ὑποστηρίζουν μέ κάθε τρόπο, δείχνουν τή δική τους κατωτερότητα. Ἀλήθεια, δέν εἶναι σημάδι τῆς πιό μεγάλης παραφροσύνης τό ὅτι αὐτοί (οἱ εἰδωλολάτρες) πού εἶναι ἐπιρρεπεῖς στό νά εἰσάγουν τούς θεούς τους σέ ξύλα καί σέ βράχους καί σέ τιποτένια ξόανα, καί τούς κλίνουν ἐκεῖ μέσα σάν σέ δεσμωτήριο, νά νομίζουν ὅτι οὔτε κάνουν οὔτε λένε τίποτε ἀξιοκαταφρόνητο, ἐμᾶς δέ νά κατηγοροῦν γιατί λέμε ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό του, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ναό καί εὐεργέτησε μέ τόν τρόπο αὐτό τήν οἰκουμένη; Ἀλλά εἶναι κατηγορία αὐτή; Γιατί ἄν εἶναι ὑποτιμητικό νά κατοικήσει ὁ Θεός μέσα σέ ἀνθρώπινο σῶμα, εἶναι πολύ χειρότερο νά κατοικήσει μέσα σέ βράχους καί σέ ξύλα, μάλιστα τόσο πιό πολύ ὑποτιμητικό ὅσο κατώτερα εἶναι σέ σύγκριση μέ τόν ἄνθρωπο ὁ βράχος καί τό ξύλο, ἐκτός βέβαια κι ἄν ἔχουν τή γνώμη πώς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κατώτεροι ἀπό τά ἄψυχα αὐτά ἀντικείμενα. Γιατί αὐτοί τολμοῦν νά καταβιβάζουν τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ σέ γάτες καί σέ σκύλους, καί πολλοί αἱρετικοί σέ ἀκόμη κατώτερα ὄντα. Ἐμεῖς ὅμως τέτοιο δέ λέμε, οὔτε θά ἀνεχόμασταν ποτέ νά ἀκούσουμε. Ἐμεῖς μόνο τοῦτο ὁμολογοῦμε, ὅτι ὁ Χριστός ἔλαβε ἀπό παρθενική μήτρα σῶμα ἅγιο καί καθαρό, ἀμόλυντο ἀπό κάθε ἁμαρτία καί ἐπανέφερε στήν πρώτη του κατάσταση τό δημιούργημά Του. Ἀλλά ἐκεῖνοι καί οἱ Μανιχαῖοι, πού ἀσεβοῦν κατά τόν ἴδιο τρόπο μ᾿ αὐτούς, πιστεύουν ὅτι ὁ Θεός κατοικεῖ σέ σκύλους, πίθηκους καί ἄλλα ζῶα (ἀφοῦ ὑποστηρίζουν ὅτι ὅλα αὐτά ἔχουν ψυχή ἀπό τή θεϊκή οὐσία), καί δέ φοβοῦνται οὔτε ντρέπονται νά ὑποστηρίζουν γιά μᾶς αὐτά, λέγοντας πώς ἔχουμε ἀντιλήψεις πού δέ ταιριάζουν στό Θεό, γιατί δέν ἀνεχόμαστε οὔτε καί νά σκεφθοῦμε κάτι ἀπό αὐτά. Ἐμεῖς ὅμως ὑποστηρίζουμε αὐτό πού ἔπρεπε καί ἅρμοζε στό Θεό, ὅτι δηλαδή ἀφοῦ ἦλθε κατά τόν τρόπο τῆς γεννήσεως αὐτῆς, ἀποκατέστησε τό δημιούργημά του. Πές μου, λοιπόν, ἄνθρωπε, ποιά εἶναι ἡ γνώμη σου; Ἐνῶ ἀπό τή μιά ὑποστηρίζεις πώς ἡ ψυχή τῶν φονιάδων καί τῶν μάγων προῆλθε ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀπ᾿ τήν ἄλλη τολμᾶς νά μᾶς κατακρίνεις, ἐπειδή τίποτε ἀπό αὐτά δέν ἀνεχόμαστε, οὔτε ἀντέχουμε νά τό ἀκοῦμε νά λέγεται, ἀλλά καί θεωροῦμε ἀσεβεῖς ἐκείνους πού ἁπλῶς τά ἀναφέρουν. Ἐμεῖς ὑποστηρίζουμε τοῦτο, ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό του ναό ἀμόλυντο καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἔφερε στή ζωή τή δική μας τό πολίτευμα τῶν οὐρανῶν.
Καί πῶς δέν θά ἄξιζε νά τιμωρηθεῖτε μέ ἄπειρους θανάτους καί γιά τά ἐγκλήματα πού μᾶς κατηγορεῖτε καί γιά τίς ἀσέβειες πού συνεχίζετε νά διαπράττετε; Γιατί ἄν, ὅπως ἰσχυρίζεσθε ἐσεῖς, εἶναι ἀνάρμοστο στό Θεό νά κατοικήσει σέ σῶμα καθαρό καί ἀμόλυντο, εἶναι πολύ πιό ἀνάρμοστο νά ἐνοικήσει στό σῶμα τοῦ μάγου, τοῦ τυμβωρήχου, τοῦ ληστῆ, τοῦ πίθηκου καί τοῦ σκύλου, καί ὄχι στό ἅγιο καί ἁγνό σῶμα πού τώρα κάθεται δεξιά τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης τοῦ Πατρός. Γιατί ποιά βλάβη ἤ ποιά προσβολή θά πάθαινε ὁ Θεός ἀπό τήν οἰκονομία αὐτή; Δέν βλέπετε αὐτόν ἐδῶ τόν ἥλιο τοῦ ὁποίου τό σῶμα εἶναι αἰσθητό καί φθαρτό καί μεταβλητό ἀντικείμενο, ἔστω κι ἄν ἀπείρως στενοχωροῦνται οἱ εἰδωλολάτρες καί οἱ Μανιχαῖοι μέ τό νά τά ἀκοῦνε αὐτά; Καί ὄχι μονάχα ὁ ἥλιος, μά καί ἡ γῆ, καί ἡ θάλασσα, καί ὅλη γενικά ἡ ὁρατή φύση ὑπόκειται στή φθορά. Ἄκουε τόν Παῦλο πού τό διακηρύττει μέ αὐτά τά λόγια: «στή ματαιότητα ὑποτάχτηκε (ἡ κτίση), ὄχι μέ τή θέλησή της, ἀλλά ἐπειδή τήν ἀνάγκασε ἐκεῖνος πού τήν ὑπέταξε, μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀπελευθέρωσής της» (Ρωμ. 8, 20). Ἔπειτα γιά νά δηλώσει τί σημαίνει ἡ ὑποταγή στή ματαιότητα, πρόσθεσε: «ὅτι καί αὐτή θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς, γιά νά εἰσέλθει στήν ἔνδοξη ἐλευθερία τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 8, 21). Ὥστε τώρα ἡ φύση εἶναι μεταβλητή, εἶναι φθαρτή. Γιατί ὅταν λέμε ὅτι ἕνα πράγμα εἶναι ὑποταγμένο στή φθορά, δέν ἐνοοῦμε τίποτε ἄλλο, παρά ὅτι εἶναι φθαρτό. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἥλιος, πού εἶναι σῶμα φθαρτό, ρίχνει παντοῦ τίς ἀκτίνες του καί ἐρχόμενος σέ ἐπαφή μέ βορβόρους, ἀκαθαρσίες καί μέ πολλά ἄλλα τέτοια πράγματα δέ χάνει τίποτε ἀπό τήν καθαρότητά του λόγω τῆς ἐπαφῆς του μέ τά σώματα αὐτά, ἀλλά καί πάλι ἀνακαλεῖ τίς ἀκτίνες του καθαρές, ἀφοῦ μεταδώσει ἀπό τή δική του λαμπρότητα σέ πολλά ἀπό τά ἀντικείμενα πού δέχτηκαν τίς ἀκτίνες του, χωρίς νά παίρνει οὔτε τό ἐλάχιστο ἀπό τή δυσωδία καί τήν ἀκαθαρσία, πολύ περισσότερο ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Κύριος τῶν ἀσωμάτων δυνάμεων, ὄχι μόνο δέ μολύνθηκε μέ τό νά προσλάβει καθαρή (ἀνθρώπινη) σάρκα, ἀλλά καί αὐτή τήν ἴδια τήν ἔκανε καθαρότερη καί ἁγιότερη.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, ὅλα αὐτά κι ἔχοντας στό νοῦ μας τούς λόγους ἐκείνους: «Θά κατοικήσω μέσα σ᾿ αὐτούς καί θά βαδίσω ἀνάμεσά τους» (Λευϊτ. 26, 12), καί ἀλλοῦ: «Ἐσεῖς εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας» (Α´ Κορ. 3, 16), ἄς ἀπαντᾶμε κι ἐμεῖς σέ κείνους καί ἄς ἀποστομώνουμε τούς ἀσεβεῖς, καί ἄς αἰσθανόμαστε χαρά γιά τά ἀγαθά μας δοξάζοντας τό Θεό γιά τήν τόσο μεγάλη συγκατάβαση, καί ἄς ἀποδώσουμε σ᾿ Αὐτόν, ὅσο μποροῦμε, τήν τιμή καί τήν ἀνταμοιβή πού τοῦ ἀξίζει. Ἐμεῖς ὅμως καμιά ἀνταμοιβή δέν μποροῦμε νά δώσουμε στό Θεό παρά μόνο τή σωτηρία μας καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, καί τή φροντίδα μας γιά τήν ἀρετή.
Πῶς πρέπει νά προσερχόμαστε στή θεία Κοινωνία.
7. Ἄς μή γινόμαστε, λοιπόν, ἀχάριστοι στόν Εὐεργέτη μας, ἀλλά ἄς τοῦ προσφέρουμε ὅλοι, ὅσο μποροῦμε, τά πάντα, δηλαδή πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη, σωφροσύνη, ἐλεημοσύνη, φιλοξενία. Καί γιά ὅ,τι κατά τό παρελθόν σᾶς παρακίνησα, γι᾿ αὐτό θά σᾶς παρακινήσω καί τώρα καί δέ θά πάψω ποτέ νά σᾶς παρακινῶ. Ποιό εἶναι αὐτό; Ὅταν πρόκειται νά προσέλθετε στή φρικτή καί ἱερή Τράπεζα καί τήν ἱερή μυσταγωγία τῆς θείας Εὐχαριστίας, κάνετε τοῦτο μέ φόβο καί μέ τρόμο, μέ καθαρή συνείδηση, μέ νηστεία καί προσευχή, χωρίς νά ἐνοχλεῖτε καί νά χτυπᾶτε καί νά σπρώχνετε τούς γύρω σας. Γιατί αὐτό δείχνει πολύ μεγάλη ἀπερισκεψία καί ὄχι τυχαία περιφρόνηση. Γιαυτό σέ ὅσους συμπεριφέρονται ἔτσι ἐπέρχονται μεγάλες τιμωρίες καί ποινές.
Σκέψου, ἄνθρωπε, σέ ποιά θυσία πρόκειται νά προσεγγίσεις, σέ ποιό θυσιαστήριο πλησιάζεις, καί θυμίσου ὅτι ἐνῶ εἶσαι χῶμα καί στάχτη, μεταλαμβάνεις Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Καί ὅταν τύχει νά σᾶς καλέσει στό τραπέζι του κάποιος βασιλιάς, συμμετέχετε μέ σεβασμό, λαμβάνοντας ἀπό τά παρατιθέμενα φαγητά μέ κοσμιότητα καί ἡσυχία. Ἐνῶ ὅταν σᾶς προσκαλεῖ ὁ Θεός στήν Τράπεζά Του καί σᾶς προσφέρει τόν Υἱό Του, τή στιγμή κατά τήν ὁποία παραστέκονται μέ φόβο καί τρόμο ἀγγελικές δυνάμεις, καί τά Χερουβίμ σκεπάζουν τά πρόσωπά τους, καί τά Σεραφίμ ψάλλουν μέ τρόμο, Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος, ἐσύ, πές μου, φωνάζεις καί προξενεῖς θόρυβο μπροστά σ᾿ αὐτή τήν πνευματική τράπεζα; Δέν γνωρίζεις, ὅτι τή στιγμή ἐκείνη ἡ ψυχή σου πρέπει νά εἶναι γεμάτη μέ γαλήνη; Πολλή γαλήνη καί ἡσυχία εἶναι ἀπαραίτητη, ὄχι ὀργή καί ταραχή. Γιατί αὐτά κάνουν ἀκάθαρτη τήν ψυχή πού προσέρχεται. Ποιά συγνώμη θά μποροῦσε νά ὑπάρξει γιά μᾶς, ἄν ὕστερα ἀπό τίς τόσες ἁμαρτίες μας δέν εἴμαστε ἀπαλλαγμένοι ἀπ᾿ αὐτά τά παράλογα πάθη μας οὔτε τή στιγμή πού προσερχόμαστε (νά κοινωνήσουμε); Καί γενικά, τί πιό ἀναγκαῖο ὑπάρχει ἀπό αὐτά πού προσφέρονται στήν Ἁγία Τράπεζα; Ἤ τί μᾶς ἀπασχολεῖ ὥστε νά ἀφήσουμε τό μυστήριο καί βιαστικοί νά σπεύσουμε ἀλλοῦ; Μή, σᾶς παρακαλῶ καί σᾶς ἱκετεύω, ἄς μήν προκαλέσουμε ἐναντίον μας τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού βρίσκεται μπροστά μας εἶναι φάρμακο σωτήριο γιά τίς πληγές μας, εἶναι πλοῦτος ἀστείρευτος πού μᾶς προσφέρει τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἄς προσέλθουμε, λοιπόν, μέ φόβο καί ἄς εὐχαριστήσουμε τό Θεό, ἄς προσπέσουμε μέ συντριβή ἐξομολογούμενοι τίς ἁμαρτίες μας, ἄς κλάψουμε ἀπό λύπη γιά τίς ἁμαρτίες μας, ἄς κάνουμε πολλή ὥρα τήν προσευχή μας στό Θεό. Κι ἀφοῦ μέ τόν τρόπο αὐτό ἐξαγνιστοῦμε, μέ κατάλληλη προσοχή καί τάξη ἄς προσέλθουμε στό μυστήριο σάν νά παρουσιαζόμαστε μπροστά στό Βασιλέα τῶν οὐρανῶν. Καί ἀφοῦ δεχθοῦμε τήν ἁγνή καί ἅγια θεία Εὐχαριστία, ἄς τήν ἀσπαστοῦμε, ἄς τήν ἐναγκαλιστοῦν οἱ ὀφθαλμοί μας καί ἄς ἀναθερμάνουμε τό λογικό μας, ἔτσι ὥστε ἡ συγκέντρωση γύρω ἀπό τή θυσία νά μήν ἀποβεῖ σέ καταδίκη καί κατάκρισή μας, ἀλλά σέ ψυχική γαλήνη, σέ ἀγάπη, σέ ἀρετή, σέ συμφιλίωση μέ τό Θεό, σέ σταθερή εἰρήνη καί βάση γιά μυριάδες ἀγαθά, γιά νά ἐξαγιάσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀλλά καί τούς πλησίον μας νά ὠφελήσουμε.
Γιαυτά συνεχῶς ὁμιλῶ καί δέ θά παύσω νά ὁμιλῶ. Γιατί ποιό τό ὄφελος νά προστρέχετε ἄσκοπα ἐδῶ καί νά μή μαθαίνετε τίποτα τό ὠφέλιμο; Ποιό τό κέρδος ἄν διαρκῶς μιλᾶμε γιά τά εὐχάριστα; Σύντομη εἶναι, ἀγαπητοί μου, ἡ παρούσα ζωή καί ἄς προσέξουμε, ἄς ἀνοίξουμε τά μάτια μας, ἄς συγκεντρώσουμε τόν ψυχικό μας κόσμο, ἄς ἐπιδείξουμε γνήσιο τό ἐνδιαφέρον μας γιά ὅλους, ἄς γίνουμε εὐσεβεῖς σέ ὅλα. Καί εἴτε εἶναι ἀνάγκη νά ἀκοῦτε τό θεῖο κήρυγμα, εἴτε νά προσέρχεσθαι στή θεία Κοινωνία, εἴτε κάνετε ὁτιδήποτε ἄλλο, μέ φόβο καί μέ τρόμο Θεοῦ νά τό κάνετε γιά νά μήν προκαλέσετε μέ τήν ἀδιαφορία σας τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Γιατί λέγει ἡ Γραφή: «Καταραμένος εἶναι ἐκεῖνος πού μέ ἀδιαφορία ἐκτελεῖ τό καθῆκον του πρός τό Θεό» (Ἱερεμ. 48, 10). Ὁ θόρυβος καί ἡ ὀργή ἀποτελοῦν μεγάλη προσβολή γιά τή θεία Κοινωνία. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη περιφρόνηση νά προσφέρεις μολυσμένο τόν ἑαυτό σου στό Θεό. Ἄκουσε τί λέει γιά τούς ἀνθρώπους αὐτούς ὁ Ἀπόστολος: «Ὅποιος καταστρέφει τό ναό τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός θά τόν καταστρέψει» (Α´ Κορ. 3, 17). Νά μήν ἐξοργίζουμε λοιπόν τό Θεό ἀντί νά συμφιλιωνόμαστε μαζί Του, ἀλλά νά ἐπιδεικνύουμε ὅλο μας τό ἐνδιαφέρον, ὅλη τή σεμνότητά μας καί τήν ψυχική μας γαλήνη καί νά προσερχόμαστε μέ προσευχή καί συντετριμμένη καρδιά γιά νά μπορέσουμε μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο νά ἐξιλεώσουμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί νά ἀποκτήσουμε τά ἀγαθά πού μᾶς ὑποσχέθηκε, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν Ὁποῖο μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη καί ἡ τιμή, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἀμήν.
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Θα έρθουν τα Χριστούγεννα;
Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Νοεμβρίου 2015
Μα τι ερώτηση είναι αυτή; Και βέβαια θα έρθουν τα Χριστούγεννα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία! Κάθε χρόνο δεν έρχονται; Κόντρα στο ημερολόγιο θα πάμε; Ακούς εκεί! Όλοι το ξέρουνε ότι θα έρθουν τα Χριστούγεννα.
Και το πιο μικρό παιδί ξέρει ότι στις 25 Δεκεμβρίου, κάθε χρόνο, έχουμε Χριστούγεννα. Θα στολίσουμε το σπίτι. Θα φτιάξουμε δέντρο. Θα μας κάνουν δώρα συγγενείς και φίλοι.
Και οι μαθητές ξέρουν ότι έχουμε Χριστούγεννα. Αποτελεί το ορόσημο ότι πέρασε η μισή χρονιά. Από το Σεπτέμβριο τα περιμένουν οι μαθητές τα Χριστούγεννα. Θα στολίσουμε το σπίτι. Θα φτιάξουμε δέντρο. Θα μας βάλουν καθηγητές και δάσκαλοι εργασίες και διάβασμα. Θα προλάβουμε να ξεκουραστούμε και λίγο…
Και οι φοιτητές το ξέρουν ότι έχουμε Χριστούγεννα. Θα γυρίσουμε σπίτι μας. Θα στολίσουμε το σπίτι. Θα φτιάξουμε δέντρο. Θα μας περιποιηθεί η οικογένειά μας, που της λείψαμε πολύ. Θα πρέπει να δούμε τόσους γνωστούς και φίλους. Και ίσως να διαβάσουμε και λίγο, εξεταστική έρχεται.
Και οι νοικοκυρές το ξέρουν ότι έχουμε Χριστούγεννα. Τόσες δουλειές τις περιμένουν. Να καθαρίσουν, να μαγειρέψουν… Να χορτάσουν τα παιδιά τους στο σπίτι. Να δουν τα ξενιτεμένα τους φοιτητόπουλα.
Και οι εργαζόμενοι το ξέρουν ότι έχουμε Χριστούγεννα. Θα πάρουν το δώρο τους, θα πάρουν την άδειά τους, θα ξεκουραστούν, θα ταξιδέψουν, θα ξενοιάσουν.
Και οι κοσμικοί το ξέρουν ότι έχουμε Χριστούγεννα. Πρέπει να προλάβουν να κλείσουν τραπέζι για τα ρεβεγιόν, να ψωνίσουν, να βγουν, να σχολιάσουν.
Και να μη θέλεις, θα το καταλάβεις ότι ήρθαν τα Χριστούγεννα. Όπως κάθε χρόνο. Δεν είναι δυνατόν φέτος να μην έρθουν τα Χριστούγεννα. Θα το καταλάβεις από την ένταση γύρω σου. Πολύ τρέξιμο έχουν πια αυτά τα Χριστούγεννα. Τα Χριστούγεννα που κάνουμε κάθε χρόνο. Γιατί κάθε χρόνο έχουμε Χριστούγεννα.
Μέσα όμως σ’ όλο αυτό το τρέξιμο, σ’ όλη αυτήν την ένταση και τη σιγουριά, είναι πολύ σημαντικό να σταθούμε λίγο. Να σταματήσουμε να τρέχουμε για όλα. Ακόμα και κάνοντας τη βόλτα μας και τα ψώνια μας στην Ερμού, να σταθούμε και να μπούμε λίγο μέσα στον ‘Αγιο Νικόλαο. Και σε όποια εκκλησία βρεθεί μπροστά μας. Γιατί κάτι μας φωνάζει. Κι αν δε σταθούμε να αφουγκραστούμε, δεν πρόκειται να το ακούσουμε. Μέσα στα γέλια και τις φωνές, μέσα στο θόρυβο των βημάτων μας, μέσα στα κάλαντα και τα τραγούδια, θα πνιγεί, θα τη χάσουμε. Πρέπει να σταθούμε λίγο, να ακούσουμε και να σκεφτούμε.
Χριστός γεννάται…
Εξαιρετικό!
Επανάσταση!
Η θεϊκή, και τόσο ανθρώπινη, και τόσο ασύλληπτη, και τόσο σωτήρια, στιγμή της ενανθρώπισης.
Κι αν τα καταφέρεις και σταθείς, και σκεφτείς, και το συλλάβεις αυτό το νόημα… μετά θα αρχίσεις να τρέχεις χειρότερα από πριν!
Και πώς να τρέξεις; Το έδαφος χάνεται κάτω από τα πόδια σου. Ούτε κάλαντα ακούς, ούτε γέλια, ούτε φωνές, ούτε βήματα. Μα τι κάνει αυτός ο κόσμος και τραγουδά, και γελά, και φωνάζει, και τρέχει; Εξακολουθείς να βρίσκεσαι μέσα σε όλη αυτή την τρέλα, μια άλλη τρέλα όμως σε έχει συνεπάρει. Μια λέξη που στάθηκες για λίγο να τη σκεφτείς και όλα άλλαξαν. Ενανθρώπιση. Στην αρχή απόρησες (τι είναι αυτό;), μετά αναρωτήθηκες (να είναι αυτό;), μετά θαύμασες (Τι είναι αυτό;!), μετά τρόμαξες (πω, πω…).
Κι όλα άλλαξαν. Κι όλοι άλλαξαν.
Αλλιώς κοιτάς το σώμα σου, όλη την ύπαρξή σου…
Αλλιώς κοιτάς τους γύρω σου.
Κοιτάς τα χέρια σου και αναρωτιέσαι. Είναι χέρια ίδια μ’ αυτά που ευλόγησαν, που βάπτισαν, που γιάτρεψαν, που μοίρασαν τόσο απλόχερα.
Κοιτάς τα πόδια σου και αναρωτιέσαι. Είναι πόδια ίδια μ’ αυτά που περπάτησαν το δρόμο της σωτηρίας και του μαρτυρίου.
Κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και βλέπεις το στόμα σου, στόμα ίδιο μ’ αυτό που είπε μήνυμα αξεπέραστο, λόγια παρηγοριάς και ιστορίες για μια ζωή άλλη.
Βλέπεις τα μάτια σου, μάτια ίδια μ’ αυτά που κοίταξαν τον κόσμο με τόση, μα τόση αγάπη.
Αλλιώτικα μοιάζουν όλα τώρα.
Αλλιώς αντιλαμβάνεσαι και τον Θεό. Λίγο σε μπερδεύει αυτή η ενανθρώπιση. Μα είναι δυνατόν; Τόσο κοντά μου; Τόσο δικός μου; Κομμάτι δικό του εγώ;
Καλά είναι τα Χριστούγεννα. Ως ορόσημο χρονικό. Ως περίοδος οικογενειακών συγκεντρώσεων και φιλικών συνάξεων. Ως χρόνος για διασκέδαση και για ξεκούραση.
Αλλά για σταθείτε λίγο…
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Χριστούγεννα! Είσαι σίγουρος/η;
Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Νοεμβρίου 2015
Δεν είναι λίγες οι φορές που ταυτίζουμε τα Χριστούγεννα με λέξεις όπως: γιορτές, δώρα, κάλαντα, διακοπές, γλυκίσματα, στολισμένοι δρόμοι, βιτρίνες κλπ. Και φαίνεται σαν να λείπει ο ίδιος ο Χριστός από τη μεγάλη γιορτή! Όμως, η αλήθεια θα επιμένει κάθε χρόνο πως Χριστούγεννα σημαίνει: Ο Υιός του Θεού γίνεται άνθρωπος.
Ο Υιός του Θεού πήρε την ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος. Η ενέργεια αυτή του Θεού είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο που αμάρτησε. Καθώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης διαβεβαιώνει «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε μας έστειλε τον Μονογενή Υιό του, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια». Ο Υιός του Θεού πήρε την ανθρώπινη φύση για να την αποκαταστήσει και να την τελειοποιήσει.
Τί γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα; Το ότι «ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός»! Μας λέει δηλαδή η Εκκλησία: Σήμερα ο Θεός γίνεται κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. θεός, όμοιος με τον Θεό.
Όταν πια κανείς άλλος τρόπος δεν υπήρχε, αφού ο άνθρωπος, αλλοτριωμένος από τον Θεό, είχε ρημάξει κάθε ελπίδα να πλησιάσει ο ίδιος τον Δημιουργό του, σαν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Υιός του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου, για να μεταβάλει τους υιούς των ανθρώπων σε υιούς του Θεού. Ο Θεός εγκαταλείπει την αξιοπρέπεια Του, είναι ο «ανυπερήφανος Θεός», που αδειάζει τους ουρανούς και κατέρχεται στον κόσμο για να λυτρώσει τον υπερήφανο και αλαζόνα άνθρωπο. Ο Χριστός προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση για να την γιατρέψει, διότι μόνο εκείνο που ενώνεται με τον Θεό, αυτό και σώζεται.
Ο Χριστός γίνεται πια η αλήθεια μας, όλη η αλήθεια για τον Θεό, αλλά και όλη η αλήθεια για τον άνθρωπο. Ο Ιησούς είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο λυτρωτής του ανθρώπινου γένους, αλλά και ο προσωπικός λυτρωτής του καθενός ξεχωριστά. «Ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ»: αυτή η διαβεβαίωση του αγγέλου προς τους ποιμένες για τον προσωπικό χαρακτήρα της σωτηρίας που έφερε ο Χριστός, φανερώνει πως τώρα όλοι μπορούμε να γεφυρώσουμε το χάσμα που μας αποξενώνει από τον Θεό –συνεπώς και από τον συνάνθρωπο. Ο αναμενόμενος Μεσσίας είναι πια ανάμεσά μας. Η προσδοκία των εθνών, η γλυκιά ελπίδα του περιούσιου λαού, το κήρυγμα των προφητών, όλα δίνουν τη θέση τους σ’ Εκείνον, που είναι η εκπλήρωση της υπόσχεσης για έναν καινούριο κόσμο και τον καθαγιασμό της ανθρώπινης ύπαρξης.
Κατά τη θεία ενανθρώπηση ενώθηκε η θεία και η ανθρώπινη φύση. Ο Χριστός, λαμβάνοντας την ανθρώπινη σάρκα έγινε σε όλα όμοιος με μας εκτός από την αμαρτία. Η θεία φύση του Κυρίου με την ενανθρώπηση δεν έπαθε καμία αλλαγή, ενώ αντίθετα η ανθρώπινη φύση, χάρη στην ένωσή της με τη θεία, τελειοποιήθηκε. Η ένωση αυτή είναι παντοτινή, δηλ. η ανθρώπινη φύση μένει αιώνια ενωμένη με τη θεία φύση στο πρόσωπο του Χριστού.
Γιορτάζουμε, λοιπόν, Χριστούγεννα. Κι όμως πολλές φορές αναρωτιόμαστε: Πού είναι ο Χριστός; Νιώθουμε να απουσιάζει Εκείνος από τη μεγάλη γιορτή. Ξέρετε, έχουμε γεμίσει αυτές τις μέρες με τόσα πολλά –με τόσα περιττά- που για τον Ενανθρωπήσαντα Θεό της αγάπης πολλές φορές δεν υπάρχει τόπος στη ζωή μας.
Εκείνο που χρειάζεται είναι να καταλάβουμε πως ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου». Όπως όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού, έτσι και η γέννηση Του υπερβαίνει τον χρόνο και την ιστορία, γίνεται λειτουργικό γεγονός, πραγματικότητα σημερινή και αιώνια της Εκκλησίας και κατάκτηση των πιστών παιδιών της, διαρκές εσωτερικό βίωμα όλων εκείνων που επιθυμούν να γιορτάσουν αληθινά Χριστούγεννα.
Μας χρειάζεται να πάμε στη Βηθλεέμ! Να ξαναβρούμε το μήνυμα που κρύβει η μεγάλη γιορτή, να αναζητήσουμε το «παιδίον Ιησούς», να συνοδοιπορήσουμε με τους απλοϊκούς ποιμένες και τους σοφούς μάγους στην προσκύνηση του νεογέννητου, να αναρωτηθούμε και να ρωτήσουμε «πού γεννήθηκε ο σωτήρας του κόσμου;», να ακολουθήσουμε το ολοφώτεινο αστέρι να μας δείχνει το δρόμο προς τη νοητή Βηθλεέμ, που δεν είναι άλλη από την εορταστική τράπεζα της Εκκλησίας, τη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο δεν προσφέρεται για ιδεολογικές, φιλοσοφικές ή έστω ρομαντικές προεκτάσεις. Η Ενσάρκωση βιώνεται ως αναζήτηση και ολοκλήρωση του ανθρώπου, του πληγωμένου ανθρώπου, που όμως στο πρόσωπο του Χριστού βλέπει ποιος πρέπει αληθινά να είναι, αντικρίζει την αδιάψευστη αλήθεια της ανθρωπιάς του, τον προορισμό και την καταξίωσή του.
Έτσι, Χριστούγεννα σημαίνει να συναντήσουμε τον νεογέννητο Ιησού στην κατανόηση και την αγάπη με τους γύρω μας, στη γενναία αυτοκριτική και την ειλικρινή εξομολόγηση, στη συμμετοχή μας στη λατρεία της Εκκλησίας. Χριστούγεννα σημαίνει να αφιερώσουμε χρόνο στον Χριστό, που είναι ο αληθινός φίλος των παιδιών και των νέων, να μάθουμε για τη γέννησή Του, να χαρούμε για το μονάκριβο δώρο της λύτρωσης που έφερε στον κόσμο. Χριστούγεννα σημαίνει να δούμε τον νεογέννητο Χριστό στα μάτια του φοβισμένου πρόσφυγα, του άνεργου, του άστεγου, του εξαρτημένου, του κάθε κουρασμένου διαβάτη με τον οποίο ο Χριστός έχει απόλυτα ταυτιστεί. Χριστούγεννα σημαίνει το «Ευχαριστώ» που ακόμη δεν είπαμε στο φίλο που μας βοήθησε, το «Συγνώμη» που δεν καταφέραμε να ψελλίσουμε, η «Καλημέρα» που δεν ανταποδώσαμε, η πέτρινη καρδιά μας που ακόμη δεν σπάσαμε, το χαμόγελο που στερήσαμε σε όσους το είχαν ανάγκη. Χριστούγεννα σημαίνει τη χαρά να μοιράζεσαι ό,τι έχεις αλλά και ό,τι είσαι.
Κι αυτό θα είναι τελικά το μεγαλύτερο δώρο των Χριστουγέννων σε όλους μας. Να γιορτάσουμε Χριστούγεννα μαζί με τον Χριστό! Να γιορτάσουμε Χριστούγεννα και να παρών στη μεγάλη γιορτή και ο ίδιος ο Χριστός, να είναι παρών και στη δική μας ψυχή! Καλά, ευλογημένα και κυρίως αληθινά Χριστούγεννα!
π. Συμεών
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΕΓΕΡΘΗΤΕ ΚΑΙ ΜΗ ΦΟΒΕΙΣΘΕ (ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ)
Συγγραφέας: kantonopou στις 8 Αυγούστου 2015
Μπροστά σε ένα ξεχωριστό γεγονός, το οποίο υπερβαίνει την δύναμη του νου για κατανόηση και ερμηνεία, ο άνθρωπος αισθάνεται περιέργεια, θαυμασμό και φόβο.Περιέργεια διότι είναι κάτι το οποίο δεν έχει ξαναζήσει, μπορεί μεν να έχει ακούσει από άλλους αλλά ο ίδιος δεν ήταν μέχρι τότε μάρτυράς του, με αποτέλεσμα να θέλει να μάθει περισσότερα γι’ αυτό και να σχηματίσει γνώμη προσωπική, να προσλάβει γνώση. Θαυμασμό διότι δεν μπορεί να το ερμηνεύσει με τις δικές του δυνάμεις και επομένως εξέρχεται του εαυτού του για να συμμετάσχει στο γεγονός και την ίδια στιγμή νιώθει εντός του απορία πώς είναι δυνατόν να είναι μάρτυράς του, πώς του επιτράπηκε μια τέτοια χάρη. Φόβο, διότι ό,τι μας ξεπερνά εκ των πραγμάτων δεν μπορεί παρά να μας υπενθυμίζει την σμικρότητά μας, το πεπερασμένο των δυνατοτήτων μας, αλλά και την αδυναμία μας να αντισταθούμε στην ένταση του βιώματος, το οποίο μας ρίχνει χαμαί, και μας κάνει να φοβόμαστε για το τι μέλλει γενέσθαι σε μας, αν θέλουμε να αλλάξει η ζωή μας και πώς θα είναι πραγματικά μετά από αυτό. Ένα μοναδικό γεγονός γεννά ταραχή στην καρδιά μας, μόλις περάσει η απόλυτη έντασή του. Είναι η μνήμη του που μας συνταράσσει, είναι η αίσθηση ότι δεν θα το ξαναζήσουμε, κάποτε είναι και η αγωνία να μην μας ξανασυμβεί διότι ο εαυτός μας δεν ήταν έτοιμος ή δεν μπορεί να το αντέξει ξανά.
Τέτοια γεγονότα στα οποία στεκόμαστε εκστατικοί είναι το μυστήριο της αγάπης και το μυστήριο του θανάτου. Είτε συμμετέχουμε σ’ αυτά, είτε γινόμαστε μάρτυρές τους στη ζωή των άλλων, τα δύο αυτά μυστήρια γεννούν περιέργεια, θαυμασμό και φόβο. Τόσο η αγάπη, όσο και ο θάνατος δεν οικειοποιούνται μέσα από περιγραφές βιβλίων ή εικόνων, αλλά γίνονται προσιτά στον άνθρωπο όταν εκείνος τα βιώνει. Διότι αφήνουν την δυνατότητα διαμόρφωσης προσωπικής γνώμης και πρόσληψης άμεσης γνώσης, όχι απλώς ικανοποιώντας την εκ φύσεως περιέργειά μας, αλλά δίνοντάς μας την ευκαιρία να εξερευνήσουμε τις διαστάσεις και τις δυνατότητές της ίδιας μας της φύσης. Η ζωή σε όλες της τις μορφές και δυνατότητες αποτυπώνεται στην αγάπη και τον θάνατο. Αυτό γεννά θαυμασμό και απορία. Πώς έχουμε προικισθεί με την δυνατότητα να κατανοούμε τι σημαίνουν αγάπη και θάνατος και να εκφράζουμε αυτή την κατανόησή μας όχι απλώς με περιγραφές και λόγους, αλλά με την μετοχή όλης μας της ύπαρξης στα συμβεβηκότα τους; Όταν αγαπούμε, εξερχόμαστε του εαυτού μας, ανοιγόμαστε στον άλλο, ο οποίος γίνεται σημείο αναφοράς μας. Διψούμε για κοινωνία και διαπιστώνουμε ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Ενεργοποιούμε όλο μας τον εαυτό, σώμα και ψυχή, και το πρόσωπό μας εξίσταται διαπιστώνοντας ότι δεν υπάρχει μόνο για τον εαυτό του. Όταν βλέπουμε τους άλλους να πεθαίνουν, βιώνουμε την αδυναμία της κοινωνίας. Ο άλλος μπορεί να παραμένει σημείο αναφοράς για μας, όμως εκείνος δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Δεν μετρά η βούλησή του, η δική του δίψα για κοινωνία, η διάθεσή του. Νέκρωση των πάντων επάνω του. Πώς εν μιά ροπή κάτι τέτοιο είναι εφικτό; Και στα δύο γεγονότα ο φόβος έρχεται να συνοδεύσει τα βιώματα. Στην αγάπη ότι αυτό που ζούμε μπορεί να μην κρατήσει ή να μην είναι επαρκές. Ότι ο χρόνος και η ποιότητά του μπορεί να μην φτάσουν, διότι τόσο εμείς όσο και τα πρόσωπα που αγαπούμε και μας αγαπούνε είναι πεπερασμένα. Η αγάπη φαίνεται μία διαδικασία δοκιμής, πρόσκαιρης πληρότητας, η οποία εύκολα μπορεί να κορεστεί. Την ίδια στιγμή ο θάνατος των άλλων μάς υπενθυμίζει τον δικό μας θάνατο, την μοναδική βεβαιότητα ότι ο χρόνος και η κακία ή η απροσεξία των άλλων θα νικήσουν την ποιότητα των χαρισμάτων μας, την μοναδικότητα του προσώπου μας, ακόμη κι αν αντισταθούμε με όλες μας τις δυνάμεις και με όλα τα μέσα τα οποία ο νους και ο πολιτισμός μας έχουν δημιουργήσει.
Υπάρχει όμως και ένα τρίτο μυστήριο, το οποίο μας ξεπερνά. Είναι αυτό του μυστηρίου της φανέρωσης του Θεού στον κόσμο και στον άνθρωπο. Είναι το θαύμα τού να διαπιστώνουμε ότι υπάρχει Θεός και μάλιστα όταν βλέπουμε το είδος τη μορφής Του. Όταν διαπιστώνουμε ότι νους, καρδιά, πνεύμα, σώμα, ολόκληρη η ύπαρξή μας μπορεί να ατενίσει φανερά ή μυστικά κάτι από το μεγαλείο του Θεού, ένα ίχνος της δόξας Του. Και είναι αυτή η προσωπική γνώμη και γνώση ένα γεγονός που μας βοηθά να εξερευνήσουμε τις δυνατότητες της ίδιας μας της φύσης. Διότι μέσα από την θέα του μυστηρίου του Θεού συνειδητοποιούμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και την ίδια στιγμή ο Ανακαινίζων ημάς. Και γεννιέται έτσι ο θαυμασμός για το μέγεθος της Αγάπης. Διότι ο Θεός αγάπη εστί. Και η δόξα Του καταυγάζεται μέσα στην αγάπη Του, η οποία γίνεται δημιουργική. Και είμαστε εμείς τα δημιουργήματά Του. Οφείλουμε την ύπαρξή μας στην αγάπη του Θεού. Οφείλουμε την δυνατότητα της αιωνιότητας στην αγάπη του Θεού. Οφείλουμε την δυνατότητα της βιώσεως του Φωτός και της Χαράς που έχουν διάρκεια και δεν είναι πρόσκαιρα γεγονότα στην αγάπη του Θεού. Την ίδια στιγμή αυτή η αποκάλυψη εντός μας, ότι ο Θεός είναι Προσωπικός, ότι αγάπη εστί, και ότι τα πάντα επάνω μας είναι δωρεές αυτής της αγάπης, γεννά φόβο. Διότι το θέλημά μας προτάσσει της αγάπης Του την αγάπη για τον εαυτό μας. Για το δικό μας θέλημα. Το εγώ μας, το οποίο δεν βλέπει το πεπερασμένο του, αλλά υποκύπτει στον πειρασμό ότι θα υπάρχει για πάντα. Ότι μπορεί και μόνο του να τα καταφέρει. Ότι μπορεί να υποτάξει τους πάντες στις επιθυμίες του, εξουσιάζοντάς τους.Ότι μπορεί να ζήσει χωρίς τον Δημιουργό και Ανακαινίζοντα. Αλλά, ακόμη κι αν δεν σκεφτόμαστε και δε ζούμε έτσι, διαπιστώνουμε ότι είμαστε μικροί, αδύναμοι και υποταγμένοι στο χρόνο και στη φθορά για να ατενίσουμε το πρόσωπο του Ζώντος Θεού, να Τον κρατήσουμε εντός μας, όπως επίσης και ότι Εκείνος δεν υποτάσσεται στις δικές μας επιθυμίες, αλλά πορεύεται ανερμήνευτα για την δική μας λογική. Διότι βλέπει τα πάντα στον ρου του μέλλοντος και της αιωνιότητας και όχι με γνώμονα το παρόν, το οποίο αποτελεί την δική μας παράσταση.
Το μυστήριο του Θεού έζησαν οι τρεις μαθητές, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, στο όρος Θαβώρ, στο οποίο συνανήλθαν με τον Κύριο Ιησού, καθιστάμενοι μάρτυρες της Μεταμορφώσεώς Του. Είδαν το πρόσωπό Του να λάμπει όπως ο ήλιος και τα ιμάτιά Του να γίνονται λευκά όπως το φως (Ματθ. 17,2). Και συνειδητοποιώντας μέσα τους τι είχε γίνει, εκτός από την περιέργεια για το Ποιος ήταν τελικά ο Διδάσκαλός τους, ένιωσαν και τον θαυμασμό για την δική Του δόξα, για την συνομιλία Του με τον Μωυσή και τον Ηλία, για την χάρη που η όλη εμπειρία εξέπεμπε, για την αγάπη και την πληρότητα που ένιωθαν προσλαμβάνοντες φως από το Φως. Την ίδια στιγμή όμως ένιωσαν και τον φόβο, καθώς έγιναν μάρτυρες της γνώσεως ότι ο Θεός είναι Τριαδικός δια της νεφέλης και της πατρικής φωνής. Το μυστήριο ξεπερνούσε τις δικές τους δυνάμεις, τα όριά τους. Δεν είναι μόνο ότι δεν θα άντεχαν να συνεχίζουν να το ζούνε. Είναι και το ότι κατάλαβαν πόσο μικροί, υποταγμένοι στον χρόνο, στη φθορά και την αμαρτία ήταν. Είναι και ο φυσικός φόβος του μικρού απέναντι στον Μεγάλο, όταν η αγάπη του μικρού δεν είναι τόσο πλήρης, αλλά μέσα της είναι αναμεμειγμένη με βιώματα συμφέροντος, υποταγής και αβεβαιότητας για το Ποιος είναι τελικά αυτός τον οποίο αγαπούνε.
Γι’ αυτό και ο Χριστός πλησιάζει τους μαθητές, τους αγγίζει και τους λέει: «Εγέρθητε και μη φοβήσθε» (Ματθ. 17, 7). Σηκωθείτε και μη φοβόσαστε. Αυτός είναι ο λόγος του Κυρίου και προς όλους μας όταν έχουμε εντός μας το μυστήριο του Τριαδικού Θεού. Ας εγερθούμε από την παράδοση στο θέλημά μας. Από την πρόσκαιρη περιέργεια. Από έναν θαυμασμό που δεν γίνεται βίωμα και επίγνωση της αλήθειας την οποία καλούμαστε να βιώσουμε και που είναι ο Ίδιος. Ας μην φοβηθούμε ότι θα χάσουμε τον Θεό ή δεν θα είμαστε ικανοί γι’ Αυτόν, διότι η δική Του αγάπη έξω βάλλει τον φόβον. Ας εργαστούμε για να Τον αγαπήσουμε έτι περισσότερο. Και την ίδια στιγμή ας αφήσουμε το μυστήριο εν τη Εκκλησία να φωτίσει τις καρδιές μας και να τις οδηγήσει στην δίψα για αιώνια συνάντηση μαζί Του. Για να προσλάβουμε φως εκ Φωτός που είναι ο Ίδιος. Και μέσα από την σχέση μαζί Του και τα άλλα δύο μυστήρια της ζωής, η αγάπη και ο θάνατος, θα φωτιστούν κι αυτά. Η αγάπη θα αποκτήσει διάρκεια διότι δεν θα είναι το « εγώ» μας, το οποίο θα απειλεί να την καταρρακώσει, αλλά η δίψα για έξοδο από αυτό, για θυσία και αφιέρωση. Και ο θάνατος, δια της αναστάσεως, δεν θα είναι ο ακατανίκητος εχθρός, αλλά η στάση και το πέρασμα για την αιώνια συνάντηση με Εκείνον σε όλη Του την δόξα.
Εορτάζει η Εκκλησία μας την Μεταμόρφωση του Κυρίου μας στην ακμή του θέρους. Και μας υπενθυμίζει ότι η περιέργεια, ο θαυμασμός, ο φόβος μπροστά Του δεν πρέπει να παραμένουν βιώματα του παρόντος χρόνου, άλλοτε χρήσιμα, άλλοτε αγχωτικά, αλλά τρόπους με τους οποίους θα αφήσουμε τον μεταμορφωθέντα Χριστό να βοηθήσει να μεταμορφωθεί και η δική μας ζωή. Διότι αυτοί οι τρόποι αποκαλύπτουν την αγάπη Του, την μόνη έκφραση αληθινής δύναμης. Αρκεί να Τον συνοδεύουμε εν τω Θαβωρείω όρει της Εκκλησίας, στον τρόπο της οποίας ο Δημιουργός και ο Ανακαινίζων νεοποιεί και την δική μας ύπαρξη, αφήνοντας κατά μέρος ό,τι μας χωρίζει από Αυτόν. Ο παρών χρόνος είναι η πρόγευση. Κατεβαίνοντας από το όρος, όπως οι μαθητές, μπορούμε πλέον να γνωρίζουμε τον αληθινό προορισμό μας. Και η συνάντηση μαζί Του θα δώσει νόημα σε κάθε έργο μας, ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο θα βλέπουμε τον πολιτισμό, τη ζωή, την εποχή μας. Είναι το ελλείπον ήθος, το οποίο μας δίδει ελπίδα νίκης κατά της φθοράς. Ο καθένας μας ας δώσει την δική του απάντηση.
Κέρκυρα, 6 Αυγούστου 2015
π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός
http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Πεντηκοστή-Ψυχοσάββατο
Συγγραφέας: kantonopou στις 31 Μαΐου 2015
Ὁ Χριστὸς “ἐπεξηγώντας” στοὺς Σαδδουκαίους τὸ μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν ἔλεγε ὅτι εἶναι Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακὼβ καὶ “οὐκ ἔστιν Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων” (Ματθ. 22, 32). Αὐτὴ τὴν διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας ἡ Ἐκκλησία ἔθαπτε τοὺς βιολογικὰ νεκροὺς Χριστιανοὺς ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, ἐντός τοῦ ὁποίου τελοῦσε τὰ μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Εὐχαριστία θεωρώντας ὅτι “παρὰ τῷ Θεῷ πάντες ζῶσι”.
Τὰ ψυχοσάββατα καὶ τὰ μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων (ὅταν τελοῦνται μὲ τὸν σωστὸ τρόπο) εἶναι ἡ οὐσιαστικότερη φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νὰ πάψουν νὰ εἶναι μονάδες, τμήματα, μέλη καὶ προσπαθοῦν νὰ ἑνωποιηθοῦν στὸ ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γίνουν ἀδέρφια. Νὰ γίνουν ἕνα σῶμα. Νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ ἀποσπασματικὸ καὶ νὰ γίνουν ὁλοκληρία. Νὰ βιώσουν τὰ λόγια τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα ὅταν παρακαλεῖ γιὰ τοὺς μελλοντικοὺς Χριστιανοὺς (ποὺ θὰ ὑπάρξουν ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν ἀποστόλων): “νὰ εἶναι ἕνα ὅπως ἐμεῖς (Πατὴρ καὶ Υἱὸς) εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ νὰ ἑνωθοῦν μαζί μας γιὰ νὰ πιστεύσει ὁ κόσμος ὅτι Σὺ μὲ ἔστειλες” (Ἰω 17, 21).
Αὐτὸ τὸ ἔργο, τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, γιορτάζουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἅγιος Παράκλητος ἔρχεται μὲ τὴν Πεντηκοστὴ στὸν κόσμο καὶ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ ὁδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ ὁ ὁποῖος κάνει δύσκολη τὴν ἑνότητα.
Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φωτίζει καὶ ἁγιάζει τὶς καρδιὲς ὥστε νὰ μάθουν νὰ ἀγαποῦν καὶ ἔτσι νὰ μοιάσουν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κύκλου. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀκτίνες τοῦ κύκλου. Ὅσο πορευόμαστε πρὸς τὸ κέντρο τοῦ κύκλου τόσο πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Ἐγγίζοντας πρὸς τὸν Χριστὸ “ἐν ταυτῷ” ἐγγίζουμε καὶ πρὸς ἀλλήλους. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ φωτίζει σ’ αὐτὴν τὴν διπλὴ πορεία ἐνδυναμώνοντάς μας στὸν κόπο τῆς ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἐγωιστική μας αὐταπάτη. Μένοντας στὸν ἐγωισμό, μένουμε μόνοι. Ἀκίνητοι σὲ αὐταπάτη ἀεικινησίας. Ἀπλησίαστοι καὶ ἀδιάφοροι. Ξένοι. Μὲ μία καρδιὰ ποὺ γίνεται σιγὰ-σιγὰ “λίθινη”. Ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, διὰ τοῦ προφήτη Ἰεζεκιήλ, κραυγάζει: “Δῶστε μου τὴν πέτρινη καρδιά σας καὶ θὰ τὴν κάνω σάρκινη” (Ἰεζ. 36, 26). Σὲ μᾶς μένει νὰ ἀνταποκριθοῦμε. Ἂν ναί, τότε θὰ ΄ρθεῖ καὶ θὰ κατοικήσει μέσα μας καὶ θὰ γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: “ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια” (Γαλ. 5, 22).
Ὅταν, λοιπόν, αὐτά, ἔστω καὶ κατ’ ἀρχὰς καὶ ἐν μέρει, ἀρχίσουν νὰ ὑπάρχουν στὰ μέλη-χριστιανοὺς τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἀρχίζει νὰ σαρκώνεται τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Τότε οἱ Χριστιανοί, μέσα στὴν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε καὶ γιὰ τὴν ὁποία χαίρουν• ἀγαποῦν καὶ νοιάζονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Γίνονται ἀδέρφια. Ἀποχτοῦν κοινότητα σκέψης καὶ τρόπου. Γίνονται κοινότητα σὲ ὅλα, στὴν χαρά, στὴν θλίψη, στὶς ἀνάγκες, στὴν ἄνεση. Τότε οἱ ἀρετὲς ποὺ φυτρώνουν σιγὰ-σιγὰ στὴν καρδιὰ ἀρχίζουν νὰ καρποφοροῦν καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (δικοί μας καὶ ξένοι) γίνονται ἀδέρφια μας.
Γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία καὶ τὸ τρεπτὸ τῆς φύσεως οἱ χριστιανοὶ ἀγωνίζονται γιὰ ὅσο γίνεται μεγαλύτερη μετοχὴ στὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὄχι μηχανικά, μὲ μόνη τὴν μετοχὴ στὰ μυστήρια, ἀλλὰ οὐσιαστικά. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν μυστηρίων, στὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ψυχοσωματικὸ ἐγωισμὸ ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη καὶ ἀνακόπτει τὴν πορεία πρὸς τὴν ἀδερφό.
Στὴν γιορτὴ λοιπὸν τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς ποὺ εἶναι φανέρωση τοῦ τρόπου τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοὶ (τὴν παραμονὴ) προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀδερφούς τους ποὺ ἔχουν φύγει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ ἔχουν περάσει στὴν κατάσταση ποὺ προσδιορίζεται μόνον ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Στὸ μέτρο ποὺ κάποιος ἔγινε μέτοχος τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ, τόσο Τοῦ μοιάζει, τόσο ἄνεση ἔχει στὴν σχέση μαζί Του. Οἱ μάρτυρες καὶ οἱ Ἅγιοι, μεγάλη· οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί, ἀνάλογα. “Ἀστὴρ ἀστέρος, διαφέρει ἐν δόξῃ”. Ἀτυχῶς κάποιοι, πολὺ λίγο ἢ καὶ ἐπικίνδυνα λίγο, ὥστε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι γι’ αὐτοὺς ξένο ἢ καὶ ἐνοχλητικό!
Ἔρχεται λοιπὸν τώρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ προσεύχεται μὲ τὴν Εὐχαριστία τὴν παραμονὴ τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, (ποὺ εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς δυνατότητος τῆς ἀνθρώπινης ἀλλαγῆς), καὶ παρακαλεῖ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, τὸν Δεσπότη Χριστό, γιὰ ὅλους ὅσοι βρίσκονται ἐνώπιόν Του: Νὰ παραβλέψει ἀδυναμίες. Νὰ συγχωρήσει λάθη. Νὰ παραγράψει ἁγνοήματα. Νὰ δώσει ζωή. Νὰ φέρει ἐλπίδα ἀναπαύσεως.
Ἡ Ἐκκλησία παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει. Ὁ Χριστὸς θέλει. Ἡ τραγωδία εἶναι ὅτι ἴσως κάποιος δὲν ἐπιθυμεῖ καμμιὰ ἀλλαγή… Ἀκόμα καὶ τὴν ἑπομένη μετὰ τὸ ψυχοσάββατο ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅλη ἡ Ἐκκλησία γονατιστὴ παρακαλεῖ γιὰ ὅσους ἔχουν φύγει “Δέξου Κύριε δεήσεις καὶ ἱκεσίες καὶ ἀνάπαυσε ὅλους τοὺς γονεῖς, τοὺς ἀδερφούς, τὰ τέκνα ὅλων καὶ κάθε ἄνθρωπο, ὅλους ὅσους ἔχουν πεθάνει, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ…”.
Ἡ συμμετοχή μας λοιπὸν στὴν γιορτὴ ἂς γίνει μία προσπάθεια κατανόησης τῆς σχέσης μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (κάθαρση-φωτισμό). Μετοχὴ στὰ χαρίσματά του ποὺ μόνον στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν καὶ δίνονται. Ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τοὺς ἀδερφούς μας δηλαδή, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.
Κάποια στιγμὴ καὶ μεῖς θὰ χρειαστοῦμε αὐτὴ τὴν ἀγάπη.
Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς
ὁ ἐφημέριος
π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Η Βάπτιση στις προφητείες.
Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015
Απόσπασμα από τον λόγο του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, «Λόγος εις τα Φώτα», που βρίσκεται στην σειρά ΕΠΕ, τόμος 10, σελ. 387-391
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Η ΠΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΝΕΑ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΕΤΟΙΜΑΣΑΤΕ ΤΗΝ ΟΔΟΝ ΚΥΡΙΟΥ
Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Γρηγορίου Νύσσης.Ομιλία στην ημέρα των Φώτων.
Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015
Τώρα αναγνωρίζω το κοπάδι μου, σήμερα βλέπω τη συνηθισμένη εκκλησία, σήμερα που, μισώντας και την απασχόλησή με τις σαρκικές φροντίδες, τρέξατε όλο το πλήρωμα για να λατρεύσετε το Θεό. Και γεμίζει ο λαός ασφυκτικά μέσα το ναό φτάνοντας ως τα ιερά άδυτα, αλλά γεμίζει και τον εξωτερικό χώρο στα προαύλια, όσος δεν μπορεί να χωρέσει μέσα σύμφωνα με την εικόνα των μελισσών, που άλλες δουλεύουν μέσα κι άλλες βομβούν απ’ έξω απ’ την κυψέλη. Έτσι λοιπόν, παιδιά μου, να κάνετε και μη χάνετε ποτέ το ζήλο σας αυτόν. Συγκινούμαι, ομολογώ, ως ποιμένας και θέλω καθισμένος σ’ αυτή την υψηλή σκοπιά να βλέπω γύρω μου στους πρόποδες συναγμένο το ποίμνιό μου. Κι αν μου συμβαίνει αυτό, γεμίζω από προθυμία θαυμαστή και επεξεργάζομαι μ’ ευχαρίστηση το λόγο μου, όπως οι βοσκοί τα ποιμενικά τους τραγούδια. Όταν όμως συμβαίνει διαφορετικά και σας παρασύρει η εξωτερική πλάνη, όπως πρόσφατα κάνατε την περασμένη Κυριακή, δυσαρεστούμαι πολύ και προτιμώ τη σιωπή. Σκέφτομαι να φύγω από δω κι αναζητώ το όρος Κάρμηλο του προφήτη Ηλία ή ένα ακατοίκητο βράχο. Γιατί όσοι είναι κυριευμένοι από λύπη αγαπούν τη μοναξιά και την ερημία. Τώρα όμως, βλέποντάς σας με όλη την οικογένειά σας να είστε όλοι συγκεντρωμένοι στην πανήγυρη, θυμάμαι το λόγο του προφήτη, που από παλιά ο Ησαΐας αναφώνησε, υμνώντας την καλλίτεκνη και πολύτεκνη Εκκλησία του Χριστού. «Ποιοί είναι αυτοί;», λέει˙ «έρχονται καταπάνω μου σαν σύννεφα και σαν περιστέρια με τα μικρά τους».1 Μαζί μ’ αυτό και εκείνο: «είναι στενός ο τόπος για μένα, κάνε μου τόπο για να κατοικήσω».2 Αυτά όρισε η δύναμη του Πνεύματος για την πολυάνθρωπη Εκκλησία του Θεού, που έμελλε πολλά χρόνια αργότερα «να γεμίσει όλη την οικουμένη απ’ άκρη σε άκρη».3
Έφτασε λοιπόν ο καιρός κι έφερε μαζί του τη μνήμη αγίων μυστηρίων που καθαίρουν τον άνθρωπο, που καθαρίζουν και τη δύσκολη αμαρτία της ψυχής και του σώματος και επαναφέρουν στο αρχικό κάλλος, που διαμόρφωσε σ’ εμάς ο αριστοτέχνης Θεός. Και γι’ αυτό ο μυημένος λαός που έχετε δοκιμάσει τα αγαθά της ημέρας μαζευτήκατε και φέρατε μαζί σας κι αυτόν που δεν τα έχει δοκιμάσει, σαν πατέρες φρόνιμοι που οδηγούν μ’ επιμέλεια και προσοχή τους αμύητους στην τέλεια κατανόηση της ευσέβειας. Εγώ χαίρομαι και με τους δύο μαζί˙ με όσους έχετε βαπτισθεί, γιατί λάβατε τον πλούτο της μεγάλης δωρεάς˙ με όσους δε βαπτιστήκατε ακόμα, γιατί ελπίζετε μια καλή προσδοκία, άφεση των ευθυνών σας, ελευθέρωση από τα δεινά, οικείωση με το Θεό, παρρησία ελεύθερη, αντί δουλική ταπείνωση ισοτιμία με τους αγγέλους. Γιατί αυτά και ό,τι επακολουθεί σ’ αυτά σας εγγυάται και σας δίνει η χάρη του βαπτίσματος. Γι’ αυτό αφήνοντας τα άλλα θέματα των Γραφών για άλλες ευκαιρίες, ας παραμείνομε στο σκοπό μας, αφιερώνοντας ανάλογα με τη δύναμή μας στην εορτή όσα της ταιριάζουν και προσφέρονται. Η κάθε μια πανήγυρη απαιτεί το δικό της. Έτσι το γάμο τον τραγουδάμε με επιθαλάμια, στο πένθος λέμε τους επικήδειους θρήνους που συνηθίζονται, σε υποθέσεις συζητούμε σοβαρά, στις διασκεδάσεις διώχνομε το πνίξιμο και την ένταση της ψυχής, και κάθε περίπτωση την τηρούμε καθαρή από τα άσχετα πράγματα.
Γεννήθηκε λοιπόν ο Χριστός πριν από λίγες ημέρες, αυτός που έχει γεννηθεί πριν από κάθε αισθητή και νοητή ουσία. Βαπτίζεται σήμερα από τον Ιωάννη, για να αποκαθάρει τον γεμάτο ρύπους άνθρωπο, να φέρει το Πνεύμα από τον ουρανό και ν’ ανυψώσει τον άνθρωπο στους ουρανούς, για να σηκωθεί αυτός που έχει πέσει και να ντροπιαστεί εκείνος που τον έριξε (και μη θαυμάσεις αν ο Θεός έδειξε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον για μας), για να πραγματοποιήσει ο ίδιος τη σωτηρία του ανθρώπου. Γιατί με πολλές προσπάθειες μας επιβουλεύτηκε ο κακούργος, μας σώζει όμως ο δημιουργός μας με τη φροντίδα του. Και ο κακούργος και φθονερός, που άνοιξε κατά του γένους των ανθρώπων το δρόμο της αμαρτίας, βρήκε άξιο όργανο και προκάλυμμα της γνώμης του το φίδι, ο ακάθαρτος μπήκε στο όμοιό του, αυτός που προτιμούσε τα γήινα και χθόνια κατοίκησε στο ερπετό. Ο Χριστός όμως που επανορθώνει την κακία εκείνου, αναλαμβάνει τέλειο τον άνθρωπο και σώζει τον άνθρωπο και γίνεται για όλους τύπος και χαρακτήρας, για να αγιάσει την απαρχή κάθε πράξης και να κληρονομήσει στους δούλους του το ζήλο του παραδομένου μυστηρίου βέβαιο και αναμφίβολο. Το βάπτισμα λοιπόν είναι κάθαρση αμαρτιών, άφεση των σφαλμάτων μας, αιτία ανακαινισμού και αναγέννησης, την αναγέννηση όμως να τη θεωρήσεις νοητή, όχι ότι τη βλέπομε με τα μάτια. Γιατί βέβαια δε θα μεταβάλομε, όπως θέλει ο Εβραίος Νικόδημος με τη μη πνευματική σκέψη του, το γέροντα σε παιδί ούτε το ρυτιδιασμένο ασπρομάλλη σε απαλό νέο ούτε θα επαναφέρομε τον άνθρωπο στην κοιλιά της μητέρας του, αλλά εκείνον που έχει σημαδευτεί από τις αμαρτίες κι έχει παλιώσει από τις κακές πράξεις, τον επαναφέρομε με την βασιλική χάρη στην αθωότητα του βρέφους. Όπως δηλαδή το παιδί μόλις γεννηθεί είναι ελεύθερο από εγκλήματα και τιμωρίες, έτσι και το παιδί της αναγέννησης δεν έχει για ποιο κακό ν’ απολογηθεί, αφού με βασιλική χάρη έχει απαλλαγεί από τις ευθύνες του. Αυτή βέβαια την ευεργεσία δεν τη χαρίζει το νερό (γιατί το νερό θα ήταν το ανώτερο στοιχείο της φύσης), αλλά η προσταγή του Θεού και η επιφοίτηση του Πνεύματος που φτάνει μυστικά στη δική μας ελευθερία, ενώ το νερό συντελεί στο να φανεί η κάθαρση. Επειδή δηλαδή συνηθίσαμε το σώμα μας που λερώθηκε από λεκέδες και λάσπες να το πλύνομε με νερό και να το κάνομε καθαρό, γι’ αυτό χρησιμοποιούμε το νερό και στη μυστική αυτή πράξη, για να δηλώσομε την άυλη λαμπρότητα με το αισθητό στοιχείο. Ή καλύτερα ας επιμείνομε και σε λεπτότερη ανάλυση σχετικά με το βάπτισμα, σα να έχομε αρχίσει από κάποια πηγή που είναι το παράγγελμα της Γραφής.
«Αν κάποιος δε γεννηθεί», λέει, «από νερό και Πνεύμα, δεν μπορεί να εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών».4 Γιατί απαιτούνται και τα δύο και δε θεωρήθηκε ότι είναι αρκετό μόνο το Πνεύμα για να ολοκληρωθεί το βάπτισμα; Ο άνθρωπος είναι σύνθετος και όχι απλός, όπως ακριβώς γνωρίζομε, και γι’ αυτό στο διπλό αυτό σύζευγμα ορίστηκαν για τη θεραπεία του τα συγγενή και όμοια φάρμακα, για το ορατό σώμα το αισθητό νερό, και την αόρατη ψυχή το αφανές Πνεύμα, που το καλούμε με πίστη και έρχεται με τρόπο άρρητο. Γιατί «το Πνεύμα πνέει όπου θέλει κι ακούς τη φωνή του, αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και που πηγαίνει».5 Ευλογεί και το σώμα που βαπτίζεται και το νερό που βαπτίζει. Γι’ αυτό να μην περιφρονήσεις το θείο λουτρό ούτε να το εξευτελίσεις σαν κάτι κοινό επειδή χρησιμοποιεί το νερό. Γιατί αυτό που ενεργεί είναι μεγάλο κι από εκείνο γίνονται τα τελούμενα θαυμαστά. Εξάλλου και το άγιο αυτό θυσιαστήριο που στεκόμαστε γύρω του είναι μια κοινή στη σύστασή του πέτρα που δε διαφέρει σε τίποτε από τις άλλες πλάκες που διακοσμούν τους τοίχους και ομορφαίνουν τα δάπεδα˙ επειδή όμως αγιάστηκε για την λατρεία του Θείου και δέχτηκε και την ευλογία, έγινε τράπεζα αγία, θυσιαστήριο άχραντο, που δεν το αγγίζει πια ο καθένας, παρά οι ιερείς μόνο κι αυτοί με φόβο και ευλάβεια. Ο άρτος πάλι είναι ψωμί, αλλά όταν τον εξαγιάζει το μυστήριο, λέγεται και είναι σώμα Χριστού. Έτσι και το μυστικό λάδι, έτσι και το κρασί˙ ενώ έχουν μικρή αξία πριν από την ευλογία, αποχτά καθένα από αυτά μετά τον αγιασμό τους ιδιαίτερη ενέργεια.
Η ίδια δύναμη του Λόγου κάνει και τον ιερέα σεβαστό και τιμημένο, που αποχωρίζεται από την κοινή σχέση του με τους πολλούς με την καινή ευλογία που έλαβε. Χτες δηλαδή και προχτές ήταν ένας από τους πολλούς και ξαφνικά παρουσιάζεται οδηγός των λαών, προκαθήμενος, διδάσκαλος της πίστης, μυσταγωγός αοράτων μυστηρίων. Κι αυτά τα κάνει χωρίς να μεταβληθεί καθόλου το σώμα του ή η μορφή του, αλλά κατά το φαινόμενο είναι εκείνος που ήταν, έχει όμως μεταμορφωθεί η αόρατη ψυχή του με μια αόρατη δύναμη και χάρη προς το καλύτερο. Κατά τον ίδιο τρόπο όταν σκεφτείς πολλά πράγματα θα τα δεις ευκαταφρόνητα κατά το φαινόμενο, αλλά οι ενέργειές τους είναι μεγάλες, όταν μάλιστα αναλογιστείς τα συγγενή και όμοια με το ζητούμενο από την Παλαιά Διαθήκη. Το ραβδί του Μωυσή ήταν από ξύλο καρυδιάς, τί άλλο από ένα ξύλο κοινό, που το κόβει ο καθένας και το κρατά και το δουλεύει ανάλογα με το σκοπό που το θέλει και το ρίχνει κατά το κέφι του στη φωτιά; Όταν όμως ο Θεός θέλησε να επιτελέσει με το ραβδί αυτό τα υψηλά και ανώτερα από λόγο θαύματα, το ξύλο μεταβαλλόταν σε φίδι˙ κι αλλού πάλι χτυπώντας τα νερά άλλοτε έκανε το νερό αίμα6 κι άλλοτε ανάβρυζε γόνο βατραχιών7˙ κι αλλού έκοβε τη θάλασσα και τη χώριζε ως το βυθό χωρίς τα νερά να συρρέουν από τη μια και την άλλη.8 Όμοια κι ενός από τους προφήτες η προβιά, ενώ ήταν δέρμα, έκανε τον Ελισσαίο αφήγημα της οικουμένης.9 Το ξύλο πάλι του σταυρού είναι η σωτηρία των ανθρώπων, ενώ όπως ακούω είναι σανίδα μουριάς, ενός δέντρου περιφρονημένου και κατώτερου από τα πιο πολλά. Επίσης ο θάμνος του βάτου έδειξε στο Μωυσή το Θεό,10 το λείψανο πάλι του Ελισσαίου ανάστησε κάποιο νεκρό11 και ο πηλός έδωσε το φως στον τυφλό από την κοιλιά της μάνας του.12 Όλα αυτά είναι υλικά άψυχα και αναίσθητα, έγιναν όμως μέσα για τα μεγάλα θαύματα, όταν δέχτηκαν τη δύναμη του Θεού. Με την ίδια σειρά των συλλογισμών αν και το νερό είναι νερό και τίποτε άλλο, ανανεώνει τον άνθρωπο στη νοητή αναγέννηση, ενώ η χάρη από τον ουρανό το ευλογεί.
Αν πάλι κάποιος που διστάζει κι αμφιβάλλει κι ενοχλεί υποβάλλοντας συνέχεια ερωτήσεις και ζητώντας εξηγήσεις, πώς το νερό και η μυσταγωγία που γίνεται μ’ αυτό αναγεννά, θ’ απαντήσω σ’ αυτόν με όλο μου το δίκιο. Παράστησέ μου τον τρόπο της σωματικής γέννησης και θα σου εκθέσω κι εγώ τη δύναμη της αναγέννησης της ψυχής. Θα μιλήσεις ίσως με τον τρόπο απόδοσης αιτίας˙ το σπέρμα ως αιτία κάνει τον άνθρωπο. Άκουσε τώρα κι εμένα, ότι το νερό που ευλογείται καθαίρει και φωτίζει τον άνθρωπο. Αν πάλι μου αντιπροβάλεις το πώς, θα σου φωνάξω κι εγώ δυνατότερα˙ Πώς γίνεται άνθρωπος η υδαρής και άμορφη ουσία; Και προχωρώντας ο λόγος μ’ αυτόν τον τρόπο σ’ όλη την κτίση θα δοκιμαστεί σε κάθε πράγμα. Πώς έγινε ο ουρανός, πώς η γη, πώς η θάλασσα, πώς το κάθε πράγμα; Γιατί ο λογισμός των ανθρώπων σταματώντας μπροστά στην απορία να βρει, καταφεύγει στη φράση αυτή σα να ήταν κάθισμα για τους αδύνατους στη πεζοπορία. Και για να συντομεύσω, παντού η δύναμη και η ενέργεια του Θεού είναι ακατάληπτη και ανεξήγητη˙ δίνει εύκολα την ύπαρξη σε όσα θέλει, μας κρύβει όμως τη λεπτομερή γνώση της λειτουργίας της. Γι’ αυτό και ο μακάριος Δαβίδ, όταν στάθηκε κάποτε κι έστρεψε το νου του στη μεγαλοπρέπεια της κτίσης και γέμισε η ψυχή του από άπειρο θαυμασμό, διατύπωσε εκείνο που επαναλαμβάνουν όλοι˙ «πόση μεγαλοσύνη, Κύριε, δείχνουν τα έργα σου˙ όλα τα δημιούργησες με σοφία».13 Τη σοφία δηλαδή την κατανόησε, δε βρήκε όμως τον τρόπο λειτουργίας της σοφίας.
Αφού εγκαταλείψομε λοιπόν την πάνω από την ανθρώπινη δύναμη πολυπραγμοσύνη, ας επιζητήσομε μάλλον εκείνο, που δείχνει έστω και μερική κατανόηση. Για ποιό λόγο γίνεται με το νερό η κάθαρση και ποιά η ανάγκη να γίνονται οι τρεις καταδύσεις; Αυτό λοιπόν που και οι πατέρες δίδαξαν και ο δικός μας νους σκέφτηκε και παραδέχτηκε είναι τούτο. Γνωρίζομε ότι ο κόσμος αποτελείται από τέσσερα στοιχεία, σ’ όλους γνωστά ακόμα κι αν αποσιωπηθούν τα ονόματά τους. Κι αν πρέπει να πω τα ονόματά τους για τους απλούστερους, αυτά είναι η φωτιά και ο αέρας, η γη και το νερό. Ο Θεός λοιπόν και σωτήρας μας ολοκληρώνοντας τη για χάρη μας οικονομία, κατέβηκε στο τέταρτο από αυτά, τη γη, για να κάνει τη ζωή ν’ ανατείλει από εκεί. Εμείς, παραλαμβάνοντας το βάπτισμα για να μιμηθούμε τον Κύριο και διδάσκαλο και οδηγό μας, δε θαπτόμαστε βέβαια στη γη (γιατί αυτή γίνεται κάλυμμα του φυσικώς νεκρωμένου σώματος καλύπτοντας την ασθένεια και τη φθορά της φύσης μας), αλλά ερχόμαστε στο συγγενικό με τη γη στοιχείο, το νερό και σ’ εκείνο κρυβόμαστε, όπως ο Σωτήρας στη γη, και αυτό κάνοντάς το τρεις φορές, εξεικονίζομε με τον εαυτό μας την τριήμερη χάρη της ανάστασης. Και δεν τα κάνομε αυτά παίρνοντας το μυστήριο σιωπηλά, αλλά επικαλούμαστε κατ’ αυτό τις τρεις άγιες υποστάσεις, στις οποίες πιστέψαμε και στις οποίες ελπίζομε, από τις οποίες έχομε και το ότι υπάρχομε και το ότι θα ξαναζήσομε.
Ίσως δυσανασχετείς εσύ που μάχεσαι με θράσος τη δόξα του Πνεύματος και ζηλεύεις για το σεβασμό του Παρακλήτου εκ μέρους των ευσεβών. Πάψε να συμπλέκεσαι μαζί μου κι αντιστάσου στους λόγους του Κυρίου, αν μπορείς, που νομοθέτησαν την επίκληση αυτή κατά το βάπτισμα. Τί λέει λοιπόν το παράγγελμα του Κυρίου; «Βαπτίζοντάς σους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος».14 Γιατί «στο όνομα του Πατέρα»; Επειδή είναι αρχή των πάντων. Γιατί «στο όνομα του Υιού»; Επειδή είναι αρχή των πάντων. Γιατί «στο Πνεύμα το άγιο»; Επειδή τελειοποιεί τα πάντα. Σκύβομε λοιπόν το κεφάλι στον Πατέρα, για να μας αγιάσει. Σκύβομε στον Υιό, για να επιτύχομε το ίδιο. Σκύβομε και στο άγια Πνεύμα, για να γίνομε ότι είναι και λέγεται. Δεν υπάρχει διαφορά αγιασμού, ότι τάχα ο Πατέρας αγιάζει περισσότερο, λιγότερο ο Υιός και λιγότερο από τους δύο το άγιο Πνεύμα. Γιατί λοιπόν κομματιάζεις τις τρεις υποστάσεις σε διαφορετικές φύσεις και δημιουργείς τρεις θεούς ανόμοιους μεταξύ τους, ενώ από όλους δέχεσαι μια και την αυτή χάρη;
Επειδή όμως τα παραδείγματα κάνουν πάντα πιο παραστατικό το λόγο σ’ αυτούς που ακούνε, θέλω να ελέγξω τη γνώμη όσων βλασφημούν, διασαφηνίζοντας με τα γήινα και τα ταπεινά τα μεγάλα και όσα δεν συλλαμβάνει η αίσθηση. Αν σου τύχαινε να υποστείς τη συμφορά της αιχμαλωσίας και να ζήσεις κοντά στους εχθρούς και να είσαι δούλος και να ταλαιπωρείσαι και να στενάζεις για την παλιά ελευθερία που είχες και ξαφνικά κάποιοι που έγιναν γνώριμοί σου, πολίτες της χώρας των κυρίων σου και των τυράννων, σε ελευθέρωναν από τη σκλαβιά που σε πίεζε δίνοντας ίσο μερίδιο λύτρων ο καθένας και μοιράζοντας εξίσου τη δαπάνη μεταξύ τους, άραγε, τυχαίνοντας αυτή τη χάρη, δε θα έβλεπες όμοια και τους τρεις ως ευεργέτες και θα απέδιδες τα λύτρα σε τρία ίσα μέρη, αφού το ενδιαφέρον τους για χάρη σου και η δαπάνη ήταν κοινή, αν βέβαια είσαι δίκαιος κριτής της ευεργεσίας;
Αυτά όσα μπορεί να πει ένα παράδειγμα. Γιατί δεν είναι τώρα σκοπός μου να σας απευθύνω τη διδασκαλία της πίστης μας. Ας επιστρέψουμε όμως στην παρούσα περίπτωση και το θέμα που μας απασχολεί. Βρίσκω ότι τη δωρεά του βαπτίσματος δεν την κήρυξαν τα ευαγγέλια που γράφτηκαν μετά το σταυρό, αλλά και πριν από την ενανθρώπηση του Κυρίου σε όλα τα μέρη της η Παλαιά Διαθήκη προτύπωσε την εικόνα της αναγέννησής μας, χωρίς βέβαια να την παρουσιάζει με ολοκάθαρη μορφή, αλλά προσημαίνοντας τη φιλανθρωπία του Θεού με αινίγματα. Κι όπως υπήρχαν προαγγελίες για τον αμνό και προφητείες για το σταυρό, έτσι υπήρχε και πρακτικό και λογικό μήνυμα για το βάπτισμα. Ας υπενθυμίσομε στους φίλους του καλού τις προτυπώσεις. Γιατί ο καιρός της εορτής απαιτεί τη μνήμη τους ως απαραίτητη.
Η Άγαρ,15 η δούλη του Αβραάμ, που και ο Παύλος αναφέρει μιλώντας αλληγορικά στους Γαλάτες, όταν διώχτηκε από το σπίτι του κυρίου της εξαιτίας της οργής της Σάρρας (είναι φοβερό για τις νόμιμες γυναίκες να υποπτεύονται σχέση της δούλης τους με τον κύριο του σπιτιού), η Άγαρ πλανιόταν έρημη μέσα στην ερημιά έχοντας στην αγκαλιά της μικρό που θήλαζε, τον Ισμαήλ. Της έλειψαν κάποτε τα εφόδιά της κι έφτασε κι αυτή στα πρόθυρα του θανάτου και το παιδί πριν από αυτή (γιατί το νερό που είχε στον ασκό τελείωσε επειδή ούτε ήταν δυνατό η συναγωγή να έχει αυτάρκεια ζωής, αυτή που ως τότε ζούσε στους τύπους της αέναης πηγής). Τότε κατά παράδοξο τρόπο παρουσιάζεται άγγελος και της δείχνει ένα πηγάδι με ζωντανό φρέσκο νερό και παίρνοντας από κει νερό σώζει τον Ισμαήλ. Πρόσεξε λοιπόν τύπο μυστικό, πώς ευθύς από την αρχή η σωτηρία γι’ αυτόν που χάνεται πραγματοποιείται με ζωντανό νερό που δεν υπήρχε πρώτα, αλλά παραχωρήθηκε κατά χάρη από άγγελο.16
Και πάλι ύστερα από χρόνια έπρεπε να γίνει ο γάμος του Ισαάκ, που για χάρη του διώχτηκε και ο Ισμαήλ με τη μητέρα του από την πατρική εστία. Στάλθηκε λοιπόν ο υπάλληλος του Αβραάμ ως προξενητής για να βρει σύζυγο στον Ισαάκ και βρίσκει τη Ρεβέκα στο πηγάδι. Και ο γάμος που ήταν να δώσει τη γενιά του Χριστού έλαβε και την αρχή του και την πρώτη συμφωνία κοντά στο νερό. Αλλά και ο ίδιος ο Ισαάκ, όταν επιστατούσε στα κοπάδια του πατέρα του, σε όλα τα σημεία της ερήμου άνοιγε πηγάδια, που τα έφραζαν οι αλλόφυλοι και τα παράχωναν ως προτύπωση των μεταγενέστερων ασεβών, όσοι εμπόδιζαν τη δωρεά του βαπτίσματος και άνοιγαν στόμα κατά της αλήθειας πολεμώντας την. Οι μάρτυρες όμως και οι ιερείς νίκησαν στο άνοιγμα πηγαδιών και η δωρεά του βαπτίσματος κατάκλυσε όλη την οικουμένη.17
Σύμφωνα με αυτό το νόημα του λόγου και ο Ιακώβ πηγαίνοντας προς τη μνηστεία του συναντά απροσδόκητα τη Ραχήλ στο πηγάδι. Μεγάλη πέτρα έκλεινε το πηγάδι, που πολλοί βοσκοί μαζί μαζεύονταν και την έβγαζαν κι έτσι έπαιρναν νερό αυτοί και τα κοπάδια τους. Ο Ιακώβ όμως κύλησε μόνος του την πέτρα και ποτίζει τα πρόβατα της μελλούσης μνηστής του. Το πράγμα αποτελεί υπαινιγμό και σκιά του μέλλοντος. Ποιός ήταν ο λίθος που έκλεινε το πηγάδι, παρά ο ίδιος ο Χριστός, για τον οποίο λέει ο Ησαΐας «και θα βάλω τα θεμέλια της Σιών λίθο ακριβό, πολύτιμο, εκλεκτό»;18 Επίσης κι ο Δανιήλ˙ «λατομήθηκε πέτρα χωρίς ανθρώπου χέρι»,19 δηλαδή ο Χριστός γεννήθηκε χωρίς σύμπραξη ανδρός. Όπως δηλαδή είναι πρωτάκουστο και παράδοξο ν’ αποκοπεί μια πέτρα δίχως λατόμο και λιθουργικά εργαλεία, έτσι είναι πέρα από κάθε θαύμα να δούμε παιδί από παρθένα που δεν έχει νυμφευτεί. Ήταν λοιπόν πάνω στο πηγάδι ο νοητός λίθος, ο Χριστός που σκέπαζε στα βάθη και στο μυστήριο το λουτρό της αναγέννησης, που ήθελε πολύν καιρό ακόμα όπως σκοινί πολύ μακρύ για να βγει στην επιφάνεια. Και κανένας δεν αποκύλισε την πέτρα παρά μονάχα ο Ισραήλ, που σημαίνει, «νους που βλέπει το Θεό». Αλλά και αντλεί το νερό και ποτίζει τα πρόβατα της Ραχήλ, δηλαδή αποκάλυψε κρυμμένο μυστήριο και δίνει ζωτικό νερό στο κοπάδι της Εκκλησίας. Πρόσθεσε ακόμα και τα τρία ραβδιά του Ιακώβ.20 Όταν έφερε τα τρία ραβδιά κοντά στην πηγή, από τότε ο ειδωλολάτρης Λάβαν έγινε φτωχός, ενώ πλούσιος με πολλά κοπάδια έγινε ο Ιακώβ. αλληγορικά μπορούμε να ερμηνεύσομε το Λάβαν με το διάβολο και τον Ιακώβ με το Χριστό. Γιατί μετά το βάπτισμα ο Χριστός σήκωσε όλο το κοπάδι του Σατανά και το έκανε δικό του πλούτο.
Ο μέγας πάλι Μωυσής όταν ήταν βρέφος χαριτωμένο και ακόμα θήλαζε έπεσε στην κοινή και σκληρή απόφαση,21 που πήρε ο απάνθρωπος Φαραώ κατά των αρσενικών παιδιών. Τον άφησαν λοιπόν στις όχθες του ποταμού όχι γυμνό, αλλά σε κιβώτιο (γιατί έπρεπε να ήταν ο τόπος του νόμου που ήταν σε κιβωτό) κοντά στο νερό. Γιατί ο νόμος γειτονεύει με τη χάρη και τα παροδικά ραντίσματα των Εβραίων που επρόκειτο λίγο αργότερα να πάρει τη θέση τους το τέλειο και θαυμαστό βάπτισμα.22 Και όπως νομίζει ο θεσπέσιος Παύλος κι ο ίδιος ο λαός που πέρασε την Ερυθρά θάλασσα ευαγγελιζόταν τη σωτηρία με το βάπτισμα. Πέρασε ο λαός και ο Αιγύπτιος βασιλιάς βούλιαξε μαζί με το στρατό του23 και δίνονταν για το μυστήριο έμπρακτη προφητεία. Γιατί και τώρα, όποτε ο λαός έρθει στο λουτρό της παλιγγενεσίας, φεύγοντας από την κακοποιό αμαρτία Αίγυπτο, ο ίδιος ελευθερώνεται και σώζεται, ενώ ο διάβολος μαζί με τους υπηρέτες του, εννοώ τα πονηρά πνεύματα, σκάζει από τη λύπη του κι αφανίζεται, γιατί θεωρεί συμφορά τη σωτηρία των ανθρώπων.
Είναι αυτά αρκετά βέβαια για να στηρίξουν την ανάπτυξή μου αυτή, αλλά ο φίλος του καλού δεν πρέπει ν’ αμελήσει και τα εξής. Αφού έπαθε πολλά, όπως μάθαμε, ο λαός των Εβραίων και πέρασε τη βασανιστική περίοδο της ερήμου, δε χάρηκε τη γη της επαγγελίας, μέχρι που με οδηγό του τον Ιησού και της ζωής του κυβερνήτη και με την κατεύθυνση εκείνου έφθασε στον Ιορδάνη.24 Και ο Ιησούς, που έριξε τις δώδεκα πέτρες στο ποτάμι,25 είναι φανερό ότι προεικόνιζε τους δώδεκα μαθητές τους υπηρέτες του βαπτίσματος. Και η θαυμαστή ιερουργία του θεσβίτη γέροντα26, που υπερβαίνει κάθε ανθρώπινο νου, τι άλλο μπορεί να προμηνά στην πράξη, παρά την πίστη στον Πατέρα, τον Υιό και το άγιο Πνεύμα και την απολύτρωσή μας; Επειδή δηλαδή όλος ο λαός των Εβραίων, καταπατώντας την προγονική του ευσέβεια, ξέπεσε στην πλάνη της πολυθεΐας και ο βασιλιάς Αχαάβ ήταν παίγνιο της ειδωλολατρίας, έχοντας κακή σύντροφο της ζωής του και παμμίαρη δασκάλισσα της ασέβειας την διαβόητη Ιεζάβελ, ο προφήτης, αφού εμφορήθηκε από τη χάρη του Πνεύματος, πήγε να συναντήσει τον Αχαάβ, και μπροστά στα μάτια του βασιλιά και όλου του λαού αντιπαρατέθηκε στους ιερείς του Βάαλ σε αγώνα θαυμαστό και καταπληκτικό. Τους πρότεινε να θυσιάσουν το βόδι χωρίς φωτιά και τους παρουσίασε καταγέλαστους και αξιολύπητους, καθώς προσεύχονταν και φώναζαν χωρίς αποτέλεσμα στους ανύπαρκτους θεούς. Τέλος, αφού επικαλέστηκε κι εκείνος το δικό του αληθινό Θεό, πραγματοποίησε με τρόπο θαυμαστό με πολλά και καταπληκτικά σημεία τον αγώνα που είχε προτείνει. Διότι έφερε δηλαδή απλώς τη φωτιά από τον ουρανό στα ξερά ξύλα με την προσευχή, αλλά έδωσε εντολή στους υπηρέτες και πρόσταζε να φέρουν πολύ νερό. Κι αφού άδειασε τρεις φορές τους κουβάδες επάνω στις σχίζες, άναψε με την προσευχή του τη φωτιά μέσα από το νερό κι έτσι με τη φυσική εναντιότητα των στοιχείων, που κατά παράδοξο τρόπο ενώθηκαν σε φιλία και συνεργασία, φανέρωσε με το παραπάνω τη δύναμη του ίδιου του Θεού.
Αυτά βέβαια μας προανήγγειλε ο Ηλίας με σαφήνεια με την θαυμαστή εκείνη θυσία του για τη μυσταγωγία του βαπτίσματος που θα τελούσαμε αργότερα. Γιατί η φωτιά άναψε όταν χύθηκε το νερό για τρίτη φορά, για να δηλωθεί ότι, όπου υπάρχει το «μυστικόν ύδωρ», εκεί υπάρχει και το Πνεύμα που αναφλέγει το θερμό, το όμοιο με φωτιά, που καίει τους ασεβείς και φωτίζει τους πιστούς. Αλλά βέβαια και ο μαθητής του Ελισσαίος, όταν ήρθε σ’ αυτόν ικέτης ο Ναιμάν ο Σύρος, που είχε νοσήσει από λέπρα, έλουσε μέσα στον Ιορδάνη και καθαίρει τον άρρωστο με τη γενική χρήση του νερού, αλλά και με το ιδιαίτερο βάπτισμα μέσα στο ποτάμι προϋποδήλωνε το μελλοντικό.27 Γιατί από τα ποτάμια μόνο ο Ιορδάνης δέχτηκε την αρχή του αγιασμού και της ευλογίας και σαν από κάποια πηγή με τη δική του προτύπωση σκορπούσε σ’ όλον τον κόσμο τη χάρη του βαπτίσματος. Αυτά είναι τα ενεργά και πρακτικά μηνύματα της παλιγγενεσίας μας με το βάπτισμα.
Ας δούμε όμως τώρα τι είπαν και φώναξαν οι προφητείες.
Ο Ησαΐας φώναζε λέγοντας˙ «λουσθείτε, γίνετε καθαροί, αφαιρέσετε τις πονηρίες από τις ψυχές σας».28 Ο Δαβίδ πάλι˙ «πλησιάστε σ’ αυτόν και φωτιστείτε και τα πρόσωπά σας δε θα καταντροπιαστούν».29 Ενώ ο Ιεζεκιήλ, γράφοντας σαφέστερα από τους δύο και πιο καθαρά, δίνει την καλή υπόσχεση˙ «θα σας ραντίσω με νερό καθαρό και θα καθαριστείτε από κάθε ακαθαρσία και από όλα τα είδωλά σας θα σας καθαρίσω και θα σας δώσω νέα καρδιά και πνεύμα νέο˙ θα αφαιρέσω την πέτρινη καρδιά από τη σάρκα σας, θα σας δώσω καρδιά σάρκινη και θα δώσω για να έχετε μέσα σας το πνεύμα μου».30 Αλλά και ο Ζαχαρίας πολύ παραστατικά προφητεύει και για τον Ιησού ντυμένο με το ρυπαρό ιμάτιο της δουλικής δικής μας σάρκας˙ ξεντύνοντάς τον όμως από το θλιβερό ρούχο του φορά την καθαρή και λαμπρή στολή,31 διδάσκοντάς μας με την εικόνα αυτήν, ότι όλοι εμείς με το βάπτισμα του Ιησού, αποθέτοντας τις αμαρτίες μας σαν φόρεμα φτωχικό και πολυμπαλλωμένο, φορούμε το ιερό και πανόμορφο φόρεμα της παλιγγενεσίας.
Πού έχει καταλληλότερη θέση κι εκείνος ο λόγος του Ησαΐα που απευθύνει στην έρημο, «γέμισε από ευφροσύνη έρημος διψασμένη, ας αναγαλλιάσει η έρημος κι ας ανθήσει όπως το κρίνο˙ θα γεμίσουν λουλούδια και θα αναγαλλιάσουν οι ερημιές του Ιορδάνη»;32 Είναι φανερό ότι δεν ευαγγελίζεται την ευφροσύνη σε τόπους άψυχους κι αναίσθητους, αλλά με την έρημο κάνει μεταφορά στην ξεραμένη κι αμελημένη ψυχή, όπως ακριβώς κι ο Δαβίδ, όταν λέει, «η ψυχή μου σε παρακαλεί σαν γη δίχως νερό».33 Και πάλι˙ «η ψυχή μου ένιωσε τη δίψα του Θεού του ισχυρού, που ζει».34 Και ο Κύριος πάλι στο Ευαγγέλιο λέγει˙ «αν κάποιος διψά, ας έρχεται σ’ εμένα κι ας πίνει».35 Και στη Σαμαρείτιδα˙ «όποιος πίνει από αυτό το νερό θα διψάσει πάλι, όποιος όμως πιεί από το νερό που θα του δώσω εγώ, δε θα διψάσει στον αιώνα».36 Και η τιμή του Καρμήλου, δηλαδή η χάρη του Πνεύματος, αποδίδεται στην ψυχή που μοιάζει με την έρημο.37 Επειδή δηλαδή ο Ηλίας ζούσε στον Κάρμηλο (και το βουνό έγινε ονομαστό και φημίστηκε χάρη στην αρετή εκείνου που κατοικούσε σ’ αυτό), ενώ ο Ιωάννης ο βαπτιστής που ακτινοβολούσε το πνεύμα του Ηλία38 αγίαζε τον Ιορδάνη, γι’ αυτό ο προφήτης νομοθετούσε ότι η τιμή του Καρμήλου θα δοθεί στο ποτάμι.
Ακόμη μετέφερε στο ποτάμι και τη δόξα του Λιβάνου από τη σύγκριση με τα ψηλά του δέντρα. Όπως δηλαδή εκείνος ο Λίβανος έχει σπουδαία αφορμή θαυμασμού αυτά τα δέντρα, που βλασταίνει και τρέφει, έτσι και ο Ιορδάνης δοξάζεται αναγεννώντας και βλασταίνοντας ανθρώπους στον Παράδεισο του Θεού. Τα δέντρα αυτά, κατά το λόγο των Ψαλμών,39 ανθούν πάντοτε και φουντώνουν από αρετές, τα φύλλα τους δεν πέφτουν και όταν ο Θεός δεχτεί στην ώρα του τον καρπό τους θα χαρεί σαν αγαθός φυτοκόμος που ευφραίνεται με τα ίδια του τα έργα. Ο θεσπέσιος πάλι Δαβίδ προφητεύοντας και για τη φωνή, που άφησε ο Πατέρας από τον ουρανό για τον Υιό που βαπτιζόταν, για να οδηγήσει όσους άκουαν στο φυσικό αξίωμα της θεότητας, ενώ ως τότε ήταν στραμμένοι στην αισθητή ευτέλεια του ανθρώπου, έγραψε στο γνωστό βιβλίο του˙ «η φωνή του Κυρίου αντιλαλεί πάνω στα κύματα, η φωνή του Κυρίου η μεγαλόβροντη».40 Αλλά στο σημείο αυτό πρέπει να σταματήσω τις μαρτυρίες από τις θείες Γραφές. Γιατί ο λόγος μπορεί να συνεχιστεί στο άπειρο, αν θέλει κανένας εκλέγοντας το καθένα να τα παραθέσει σ’ ένα βιβλίο.
Εσείς όμως όλοι, όσοι σας στολίζει το κόσμημα της παλιγγενεσίας κι έχετε καύχημά σας το σωτήριο ανακαινισμό σας, δείξτε μου μετά τη μυστική χάρη την αλλαγή των τρόπων σας και τη διαφορά του στολισμού σας προς το καλύτερο να μου τη γνωρίσετε με την καθαρότητα της ζωής σας. Από όσα βέβαια βλέπουν τα μάτια δεν αλλάζει τίποτε και τα σωματικά χαρακτηριστικά παραμένουν αμετάβλητα˙ ούτε μεταλλάζει η διαμόρφωση της ορατής φύσης, χρειάζεται όμως οπωσδήποτε μια απόδειξη σαφής, με την οποία θ’ αντιληφθούμε τον νεογέννητο άνθρωπο, διακρίνοντας με κάποια φανερά σημάδια το νέο από τον παλαιό. Αυτά νομίζω είναι οι εκούσιες κινήσεις της ψυχής, με τις οποίες χωρίζοντας τον εαυτό της από τις παλιές συνήθειες και βαδίζοντας νεότερο δρόμο ζωής θα διδάξει με σαφήνεια τους γνωστούς της ότι έγινε τελείως διαφορετική από ό,τι ήταν, χωρίς να σέρνει κανένα γνώρισμα της παλιάς κακίας της. Και είναι ο τρόπος της μεταμόρφωσης αυτός, αν πεισθείτε σ’ εμένα και φυλάξετε το λόγο μου σαν νόμο. Ο πριν από το βάπτισμα άνθρωπος ήταν ακόλαστος, πλεονέκτης, άρπαγας των ξένων πραγμάτων, υβριστής, συκοφάντης κι ό,τι άλλο όμοιο και σύμφωνο μ΄ αυτά. Ας γίνει τώρα κόσμιος, φρόνιμος, αρκούμενος στα δικά του και μεταδίδοντας από αυτά και στους φτωχούς, φίλος της αλήθειας, που ξέρει να τιμά, να είναι ευπροσήγορος, να κάνει γενικά κάθε αξιέπαινη πράξη. Όπως το σκότος με το φως διαλύεται και αφανίζεται το σκοτάδι με την επικράτηση του λευκτού χρώματος, έτσι και ο παλαιός άνθρωπος αφανίζεται όταν τον στολίσουν τα έργα της δικαιοσύνης. Βλέπεις με ποιό τρόπο και ο Ζακχαίος41 με τη μεταβολή της ζωής του σκότωσε τον τελώνη ανταποδίδοντας σε όσους είχε αδικήσει διπλά εκείνα που τους είχε πάρει και μοίρασε τα υπόλοιπα στους φτωχούς, που προηγουμένως τα είχε αποθησαυρίσει από τους φτωχούς που είχε καταπιέσει. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος, άλλος τελώνης, ασκώντας την ίδια τέχνη με το Ζακχαίο, ευθύς μετά την κλήση του άλλαξε τη ζωή του όπως μια προσωπίδα.42 Ο Παύλος ήταν διώκτης,43 αλλά μετά τη χάρη έγινε απόστολος, σηκώνοντας για χάρη του Χριστού βαριές αλυσίδες ως απολογία του και δείγμα μετάνοιας για τα άδικα δεσμά που έλαβε από το νόμο και τα εφάρμοζε κατά των ευαγγελίων.
Τέτοια έπρεπε να είναι η αναγέννηση, έτσι να κόβεται η συνήθεια στην αμαρτία, έτσι να πολιτεύονται οι υιοί του Θεού. Γιατί ονομαζόμαστε μετά το βάπτισμα παιδιά εκείνου. Και γι’ αυτό έπρεπε να εξετάσουμε μ’ ακρίβεια τα ιδιώματα του Πατέρα μας, ώστε, πλάθοντας και διαμορφώνοντας τον εαυτό μας προς την ομοιότητα του Πατέρα μας, να φαινόμαστε γνήσια παιδιά εκείνου που μας κάλεσε στην κατά χάρη υιοθεσία. Είναι εξευτελιστική κατηγορία ο νόθος και πλαστός που διαψεύδει με τα έργα του την πατρική ευγένεια. Γι’ αυτό νομίζω και ο ίδιος ο Κύριος στα Ευαγγέλια, ορίζοντάς μας τους κανόνες του βίου, χρησιμοποιεί προς τους μαθητές του τα γνωστά λόγια˙ «κάνετε καλό σε όσους σας μισούν, προσεύχεστε για όσους σας κάνουν κακό και σας καταδιώκουν, για να γίνετε παιδιά του ουράνιου Πατέρα σας˙ γιατί ανατέλλει τον ήλιο σε πονηρούς και αγαθούς και βρέχει για τους δικαίους και τους άδικους».44 Τότε γίνονται, λέει, παιδιά του, όταν αποτυπώσουν την ομοιότητα της πατρικής αγαθότητας με τους λογισμούς τους στη φιλανθρωπία προς τους συνανθρώπους τους.
Γι’ αυτό και μετά το αξίωμα της υιοθεσίας μας επιβουλεύεται και ο διάβολος εντονότερα με ακονισμένο φθονερό μάτι, όταν βλέπει την ομορφιά του νεογέννητου ανθρώπου να σπεύδει στην ουράνια πολιτεία, από την οποία ξέπεσε εκείνος. Ξεσηκώνει εναντίον μας πύρινους τους πειρασμούς, επιδιώκοντας να λαφυραγωγήσει και το δεύτερο στολισμό, όπως την προηγούμενη στολή. Όταν όμως αντιληφθούμε τις προσβολές του πρέπει να λέμε στον εαυτό μας τον αποστολικό λόγο˙ «όσοι βαπτιστήκαμε στ’ όνομα του Χριστού, βαπτιστήκαμε στο θάνατό του».45 Κι αν γίναμε σύμμορφοι του θανάτου του, είναι νεκρή οπωσδήποτε η αμαρτία, αφού τη διαπέρασε η λόγχη του βαπτίσματος, όπως εκείνο τον πόρνο ο ζηλωτής Φινεές.46 Φεύγε λοιπόν από μας, ανονόμαστε. Γιατί θέλεις και νεκρό να ταράζεις αυτόν που είχε συνταχθεί μαζί σου παλαιά, αυτόν που από παλαιά είχε χάσει τις αισθήσεις του για τις ηδονές. Ο νεκρός δεν αγαπά τα σώματα, ο νεκρός δεν γίνεται αιχμάλωτος του πλούτου, ο νεκρός δε συκοφαντεί, ο νεκρός δεν ψεύδεται, δεν αρπάζει όσα δεν του ανήκουν, δε βρίζει όσους συναντά. Ο βίος του ρυθμίστηκε για την άλλη ζωή˙ διδάχτηκε να περιφρονεί τα εγκόσμια, να προσπερνά τα γήινα και να σπεύδει προς τα ουράνια όπως ο Παύλος τονίζει ρητά, ότι «γι’ αυτόν έχει σταυρωθεί ο κόσμος κι αυτός για τον κόσμο».47 Αυτοί είναι πραγματικά οι λόγοι της αναγεννημένης ψυχής, αυτές είναι οι διαβεβαιώσεις του νεοφώτιστου ανθρώπου, που θυμάται την ομολογία του που έκανε προς το Θεό, όταν δεχόταν το μυστήριο, υποσχόμενος ότι θα περιφρονεί κάθε τιμωρία και κάθε ηδονή για χάρη της αγάπης του.
Φτάνουν αυτά που αφιέρωσα στην σημερινή ιερή εορτή, που κάνοντας τον κύκλο του ο χρόνος μας την έφερε με τις τακτές περιόδους. Είναι καλό όμως τώρα ν’ αποθέσω στο φιλάνθρωπο χορηγό της πελώριας αυτής δωρεάς το λόγο μου, αντεισφέροντας γι’ ανταπόδοση τόσο μεγάλων πραγμάτων λίγα λόγια μονάχα. Εσύ είσαι, Κύριε, αληθινά η καθαρή και αιώνια πηγή της αγαθοσύνης, που δίκαια μας αποστράφηκες, αλλά φιλάνθρωπα μας ελέησες˙ μας μίσησες και συμφιλιώθηκες μαζί μας, μας καταράστηκες και μας ευλόγησες, μας εξόρισες από τον παράδεισο και μας ξανακάλεσες πάλι σ’ αυτόν, μας εξέντυσες από τα φύλλα της συκιάς την αταίριατη κάλυψη και μας φόρεσες φόρεμα πολύτιμο˙ άνοιξες το δεσμωτήριο κι άφησες τους καταδικασμένους, μας ράντισες με καθαρό νερό και μας καθάρισες από κάθε ρύπο. Δε θα ντραπεί πια ο Αδάμ στην πρόσκλησή σου,48 ούτε θα κρυφτεί στους θάμνους του παραδείσου από τους ελέγχους της συνείδησής του, ούτε θα γυροφέρνει τον παράδεισο η φλογίνη ρομφαία κάνοντας αδιάβατη την είσοδο σ’ αυτούς που πλησιάζουν, αλλά όλα για χάρη μας, εμάς που είμαστε κληρονόμοι της αμαρτίας, μετατράπηκαν σε χαρά. Έγινε βατός ο παράδεισος και ο ίδιος ο ουρανός για τον άνθρωπο, ενώθηκε συμφιλιώθηκε η εγκόσμια κτίση με την υπερκόσμια κατά της οποίας από παλιά η πρώτη στασίαζε, και οι άνθρωποι ομονοήσαμε με τους αγγέλους, αποδίδοντας με ευλάβεια την ίδια μ’ εκείνους προσκύνηση στο Θείο.
Γι’ αυτά όλα ας ψάλομε στο Θεό τον ύμνο της χαράς, που ένα στόμα κατευθυνόμενο από το Πνεύμα διατύπωσε προφητικά στο παρελθόν˙ «ας νιώσει αγαλλίαση η ψυχή μου για τον Κύριό μου˙ μου φόρεσε φόρεμα σωτηρίας και μου έβαλε χιτώνα ευφροσύνης˙ μου έβαλε στεφάνι όπως σε γαμπρό και στολίδια όπως σε νύφη».49 Και οπωσδήποτε αυτός που στόλισε τη νύφη είναι ο Χριστός, που είναι, ήταν και θα είναι ευλογημένος τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Ησ. 60, 8. Ψαλμ. 41, 3.
- Ησ. 49, 20. Ιω. 7, 37.
- Δευτ. 28, 64 Ιω. 4, 13.
- Ιω. 3, 5 Ησ. 35, 2.
- Ιω. 3, 8. Λουκά 1, 17.
- Εξ. 4, 3˙ 7, 17 Ψαλμ. 1, 3.
- Εξ. 8, 6 Ψαλμ. 28, 3.
- Εξ. 14, 21. Λουκά 19, 18.
- Δ΄ Βασ. 2, 14-15. Ματθ. 9, 9.
- Εξ. 3, 2 Πράξ. 9, 1.
- Δ’. Βασ. 13, 21 Ματθ. 5, 44 -45.
- Ιω. 9, 1-7 Ρωμ. 6, 3.
- Ψαλμ. 103, 24 Αρ. 25, 8 ε.
- Ματθ. 28, 19. Γαλ. 6, 14.
- Γαλ. 4, 22. Γεν. 21, 9 ε. Γεν. 3, 8 – 24.
- Γεν. 24, 15 ε. Ησ. 61, 10.
- Γεσ. 29, 9 ε.
- Ησ. 28, 16
- Δαν. 2, 45.
- Γεν. 30, 37 ε.
- Εξ. 1, 22 ε.
- Α’. Κορ. 10, 1-2
- Εξ. 14, 21 ε.
- Ιησ. Ναυή 3, 1
- Ιησ. Ναυή 4, 3.
- Γ’. Βασ. 18, 22 ε.
- Δ’. Βασ. 5, 1 ε
- Ησ. 1, 16.
- Ψαλμ. 33, 6
- Ιεζ. 36, 25-27
- Ζαχ. 3, 3 ε.
- Ησ. 35, 1-2
- Ψαλμ. 142, 6.
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη, Ελένης Χρήστου.
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Σχέση Μικρού και Μεγάλου Αγιασμού κατά τους Κολλυβάδες και δει κατά τον Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο
Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Θεολογική θεώρηση τῆς ἐννοίας τῶν Χριστουγέννων.
Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Δεκεμβρίου 2014
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Η κατά σάρκα του Χριστού Οικονομία (Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς)
Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Δεκεμβρίου 2014
Σχετικά με τη συγκαταβατική ενσάρκωση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και τα όσα προσφέρθηκαν εξαιτίας της σ’ αυτούς που τον εμπιστεύτηκαν αληθινά και σχετικά με την αιτία που ο Θεός, αν και μπορούσε να ελευθερώσει με ποικίλους άλλους τρόπους το ανθρώπινο γένος από την υποταγή στο διάβολο, προτίμησε να χρησιμοποιήσει αυτή τη συγκαταβατική τακτική.
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης για τη Γέννηση του Ιησού Χριστού.
Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Δεκεμβρίου 2014
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Δεκεμβρίου 2014
…Ἡ ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν Δημιουργό του εἶχε δυσάρεστες συνέπειες στὴ ζωή του. Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἐγκατέλειψε τὸ πλάσμα του. Στὸν κατάλληλο χρόνο στέλνει στὴ γῆ τὸν μονογενῆ του Υἱὸ, γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. «Ὁ Θεὸς ἐπὶ γῆς ὤφθη καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βαρούχ, γ´ 38). Ὁ ἀόρατος γίνεται ὁρατός, ὁ ἀπρόσιτος προσιτός, ὁ Θεὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Μέγα καὶ παράδοξον τὸ μυστήριον. Ἦλθε στὴ γῆ ὄχι ὅπως αὐτὸς μποροῦσε, ἀλλὰ ὅπως ἐμεῖς μπορούσαμε νὰ τὸν δοῦμε καὶ νὰ τὸν καταλάβουμε.
Γι᾿ αὐτὸ ἔγινε ἄνθρωπος μὲ σάρκα γιὰ νὰ ἐπικοινωνήσει καλύτερα μὲ μᾶς. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει χαρακτηριστικὰ : «Πῶς ἔγινε τοῦτο τὸ ἐκπληκτικὸ καὶ ἀξιοθαύμαστο; Ἕνεκα τῆς δικῆς Του ἀγαθότητος καὶ ὅπως ἕνας βασιλέας βγάζει τὴν βασιλικὴ στολὴ καὶ σὰν ἁπλὸς στρατιώτης ρίχνεται στὴ μάχη, γιὰ νὰ μὴ ἀναγνωρισθεῖ ἀπὸ τὸν ἐχθρὸ καὶ ἔτσι πετύχει τὴ νίκη, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς ἦρθε μὲ ἀνθρώπινη μορφή, γιὰ νὰ μὴν ἀναγνωρισθεῖ καὶ ἀποφύγει ὁ ἐχθρός τη σύγκρουση μαζί του, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴ φοβίσει τοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ ἦρθε γιὰ νὰ τοὺς σώσει καὶ λυτρώσει».
Τελικὰ μία εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἐξήγηση τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διατυπώνει πολὺ καθαρὰ αὐτὴ τὴν ἐξήγηση. «Διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην, ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς», «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη». Μαζὶ μὲ τὸν μεγάλο Ἀπόστολο κάθε πιστὸς βλέπει πίσω ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ καὶ κοσμοσωτήριο γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου τὴν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Ἀγάπη ποὺ ἔφθασε μέχρι τὸ Σταυρό.
Περιμένουμε τὴ μεγάλη γιορτὴ τῆς γεννήσεως. Καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀναμένει τὴν ἀνταπόκριση τῆς δικῆς μας ἀγάπης. Μᾶς ἀγάπησε, νὰ τὸν ἀγαπήσουμε καὶ μεῖς. Νὰ τοῦ ἀνοίξουμε τὴν καρδιὰ καὶ τὴ ζωή μας. Νὰ συνδεθοῦμε μαζί του. Εἶναι ἀσφαλῶς ἡ μεγαλύτερη δωρεὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τὰ φετεινὰ Χριστούγεννα ἂς εἶναι ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς γεμάτη ἀπὸ τὴ Χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ…
ΑΡΧΙΜ.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΕΣ ΕΠΟΠΤΑΙ ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ
Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Αυγούστου 2014
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Γιατί νηστεύουμε την Μεγάλη Τεσσαρακοστή (Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου)
Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Ιουλίου 2014
Για πιο λόγο νηστεύουμε τις σαράντα αυτές ημέρες; Την παλαιά εποχή πολλοί πιστοί προσέρχονταν στα μυστήρια χωρίς καμιά προετοιμασία και μάλιστα κατά την εποχή που ο Χριστός τα συνέστησε. Αντιλαμβανόμενοι οι πατέρες την παρακαλούμενη βλάβη από την απροετοίμαστη προσέλευσι, αφού συγκεντρώθηκαν καθιέρωσαν σαράντα ημέρες νηστείας, προσευχών, ακροάσεως του θείου λόγου και συνάξεων, ώστε, αφού καθαρισθούμε όλοι μας με κάθε επιμέλεια και με προσευχές και με ελεημοσύνη και με νηστεία και με ολονύκτιες παρακλήσεις και με δάκρυα μετανοίας και με εξομολόγησι και με όλα τα άλλα, να προσέλθουμε έτσι στην Θεία Κοινωνία με καθαρή κατά το δυνατό συνείδηση.
Και ότι μ αὐτὸ κατώρθωσαν μεγάλα πράγματα, συνηθίζοντας μας με την συγκατάβασι αυτή στην νηστεία, γίνεται φανερό από το εξής: Αν εμείς όλο τον χρόνο επιμείμουμε να φωνάζουμε και να κηρύσσουμε την νηστεία, κανείς δεν προσέχει στα λόγια μας· αν όμως έλθη ο καιρός της νηστείας της Τεσσαρακοστής, τότε, χωρίς κανείς να προτρέπη ούτε και να συμβουλεύη και ο πιο νωθρός αφυπνίζεται και ακολουθεί την προτροπή και την συμβουλή, που επιβάλλει ο καιρός.
Αν λοιπόν σε ρωτήση ο Ιουδαίος και ο ειδολάτρης, για ποιόν λόγο νηστεύεις , μη πης, ότι νηστεύεις για το Πάσχα η για την θυσία του Σταυρού, γιατί θα του δώσης μεγάλη αφορμή για αντεκλίσεις. Γιατί δεν νηστεύουμε για το Πάσχα ούτε για τον Σταυρό, αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα, επειδή πρόκειται να προσέλθουμε στα μυστήρια· γιατί το Πάσχα δεν είναι αιτία νηστείας ούτε πένθους, αλλά υπόθεσης ευφροσύνης και χαράς. Γιατί ο Σταυρός συνέτριψε την αμαρτία, έγινε καθάρσιο της οικουμένης, έγινε αιτία συμφιλιώσεως και εξαλείψεως της πολυχρόνιας έχθρας, άνοιξε τις πύλες του ουρανού, έκανε τους εχθρούς φίλους, επανέφερε στον ουρανό, τοποθέτησε στα δεξιά του θρόνου του Θεού την ανθρώπινη φύσι και μας πρόσφερε αμέτρητα άλλα πνευματικά αγαθά. Δεν πρέπει λοιπόν να πενθούμε ούτε να θλιβώμαστε, αλλά να αγαλλώμαστε και να χαιρώμαστε. Γι αυτό και ο Παύλος λέγει ̇ «Σε μένα ας μη συμβή να καυχηθώ για τίποτε άλλο, παρά μόνο για τον σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Γαλ. 6,14). Και πάλι ̇ «Ο Θεός δείχνει την αγάπη του προς εμάς με το ότι, αν και ήμασταν αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για μας» (Ρωμ. 5,8). Κάτι παρόμιο λέγει και ο Ιωάννης ̇ «Γιατί τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο» (Ιω. 3,16). Πες όμως, πως; Αφού άφησε κατά μέρος όλα τα άλλα, ανέφερε τον σταυρό. Γιατί, αφού είπε, «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο», πρόσθεσε, «ώστε έδωσε τον Μονογενή Υιο του να σταυρωθή, ώστε να μη χαθή ο καθένας που πιστεύη σ αὐτὸν, αλλά να έχη ζωή αιώνια» (Ιω. 3,16). Αν είναι λοιπόν ο Σταυρός αφορμή αγάπης και καύχημα, ας μη λέμε, ότι πενθούμε γι αυτόν. Γιατί δεν πενθούμε για εκείνον – μη γένοιτο – αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα. Γι” αυτό νηστεύουμε.
(Κατά Ιουδαίων, Λόγος Γ , ΕΠΕ 34,176 – 180. PG 48,722)
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Λόγος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας)
Συγγραφέας: kantonopou στις 14 Μαΐου 2014
Η μεγάλη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας δίνει την αφορμή να θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού:
«Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί εστι; Τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, απ’ εμαυτού ου λαλώ, ο δε πατήρ ο εν εμοί μένων αυτός ποιεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί. ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι» (Ιωάν. 14, 10-11).
Μεγάλα και αμέτρητα ήταν τα θαύματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: με ένα μόνο λόγο του ανέστησε την κόρη του Ιαείρου, του αρχισυναγώγου, τον γιο της χήρας της Ναΐν, ακόμα και τον Λάζαρο, ο οποίος ήταν στον τάφο τέσσερεις ολόκληρες ημέρες. Με ένα λόγο του μόνο επιτίμησε τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης Γεννησαρέτ και έγινε απόλυτη γαλήνη. Με πέντε ψωμιά και δύο ψάρια χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, χωρίς γυναίκες και παιδιά, και με τέσσερα ψωμιά τέσσερεις χιλιάδες.
Ας θυμηθούμε πως κάθε μέρα θεράπευε τους ασθενείς, γιατρεύοντας κάθε είδους ασθένεια, έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα από τους δαιμονιζομένους. Πως ξαναέδινε την όραση στους τυφλούς και την ακοή στους κουφούς με ένα μόνο άγγιγμά του. Δεν φτάνουν αυτά;
Όλα αυτά όμως δεν ήταν αρκετά για τους ανθρώπους οι οποίοι τον ζήλευαν, για τους ανθρώπους για τους οποίους ο μέγας προφήτης Ησαΐας είπε:
«Ακοή ακούσετε και ου συνήτε, και βλέποντες βλέψετε και ου μη ίδητε. επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου, και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν, μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι, και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 13, 14-15).
Σε όλα αυτά, τα οποία όμως δεν ήταν αρκετά για τους βαρήκοους ανθρώπους και με τα συσκοτισμένα μάτια, πρόσθεσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το μέγα θαύμα της Μεταμορφώσεώς Του στο όρος Θαβώρ. Σ’ αυτόν, που έλαμψε με ένα εκθαμβωτικό θείο φως, εμφανίστηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας και προσκύνησαν τον δημιουργό του νόμου. Με φόβο και τρόμο έβλεπαν το θαυμαστό αυτό θέαμα οι εκλεκτοί απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Και μετά από τη νεφέλη, που τους σκέπασε, ακούστηκε η φωνή του Θεού:
«Ούτος εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα. αυτού ακούετε» (Ματθ. 17, 5).
Οι άγιοι απόστολοι κήρυξαν σ’ όλο τον κόσμο, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι «αληθώς, του Πατρός το απαύγασμα».
Ο κόσμος ολόκληρος, όταν το άκουσε, θα έπρεπε να γονατίσει μπροστά στον Κύριο Ιησού Χριστό και να προσκυνήσει τον Αληθινό Υιό του Θεού.
Θα έπρεπε η εμφάνιση στο Θαβώρ των δύο πιο μεγάλων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και η προσκύνηση του Κυρίου Ιησού Χριστού κατά την μεταμόρφωσή του, να κλείσει για πάντα τα βδελυρά χείλη των γραμματέων και των φαρισαίων, οι οποίοι μισούσαν τον Κύριο Ιησού και τον θεωρούσαν παραβάτη του νόμου του Μωυσή. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν πιστεύουν οι Εβραίοι ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας.
Όχι μόνο οι Εβραίοι δεν τον πιστεύουν, αλλά και για πολλούς χριστιανούς όλο και περισσότερο θαμπώνει το θείο φως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ακόμα μικρότερο γίνεται το μικρό ποίμνιο του Χριστού για το οποίο το θείο φως του Χριστού λάμπει με την ίδια δύναμη με την οποίαν έλαμψε στους αποστόλους Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη τότε στο όρος Θαβώρ.
Όμως να μην απελπιζόμαστε, επειδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε:
«Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον. ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λκ. 12, 32).
Η απιστία μεταξύ των λαών έλαβε ανησυχητικές διαστάσεις και το φως του Χριστού επισκιάστηκε από το σκοτεινό νέφος της αθεΐας. Σήμερα πιο συχνά από ποτέ ενθυμούμαστε το φοβερό λόγο του Χριστού:
«Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λκ. 18, 8).
Να μην απελπιζόμαστε όμως, επειδή Εκείνος, λέγοντας για τα σημεία της δευτέρας παρουσίας του, είπε:
«Αρχομένων δε τούτων γίνεσθαι ανακύψατε και επάρατε τας κεφάλας υμών, διότι εγγίζει η απολύτρωσις υμών» (Λκ. 21, 28).
Να είναι, λοιπόν, η ζωή σας τέτοια ώστε την φοβερή ημέρα της Κρίσεως να μπορέσουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας και όχι να το σκύψουμε βαθειά απελπισμένοι. Αμήν.
(Αγ. Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, «Λόγοι και ομιλίες», τ. Α΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ. 58)
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΥΠΑΠΑΝΤΗ: ΕΟΡΤΗ ΔΥΝΑΜΕΩΣ ΖΩΗΣ ΑΚΑΤΑΛΥΤΟΥ
Συγγραφέας: kantonopou στις 1 Φεβρουαρίου 2014
Η εορτή της Υπαπαντής δεν είναι γνωστή στους περισσότερους ανθρώπους. Αλλά ακόμη κι όσοι την γνωρίζουν μένουν στην σύνδεση με τον Χριστό ως βρέφος, την εκπλήρωση των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου από τον Κύριο σχετικά με την επίσκεψή Του στο Ναό των Ιεροσολύμων και την συνάντησή Του με τον Συμεών, την προφητεία του γέροντα ιερέα σχετικά με το ότι ο Κύριος θα είναι «σημείον αντιλεγόμενον» και την προετοιμασία της Παναγίας ότι την καρδιά της θα διέλθει ρομφαία (Λουκ. 2, 22-40). Ο Απόστολος Παύλος δίνει μία άλλη διάσταση στην εορτή, πέρα από τα γεγονότα στη συγκεκριμένη τους μορφή. Αναφέρει στην προς Εβραίους επιστολή του την συνάντηση του Θεού με τον άνθρωπο στο πρόσωπο του Χριστού και την ίδια στιγμή το ξεκίνημα μία νέας πορείας για τον άνθρωπο, την θρησκεία, τον κόσμο μέσα από αυτή τη συνάντηση.
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Συγγραφέας: kantonopou στις 31 Ιανουαρίου 2014
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Ποιες είναι οι Δεσποτικές και ποιες οι Θεομητορικές εορτές;
Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Ιανουαρίου 2014
- Η Περιτομή του Ιησού Χριστού
- Τα Θεοφάνεια
- Η Υπαπαντή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
- Η μετά βαΐων και κλάδων υποδοχή του Κυρίου εις Ιεροσόλυμα
- Τα Άγια Πάθη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
- Η Ανάστασις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού
- Η Ανάληψις του Κυρίου
- Η Πεντηκοστή
- Του Αγίου Πνεύματος
- Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος
- Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού
- Η Γέννησις του Σωτήρος Χριστού
Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Οι Θεομητορικές εορτές
Κατά τις εορτές αυτές φέρνομε στο νου μας τη σεπτή μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου και εμπνεόμαστε από το υπέροχο παράδειγμα αρετής εκείνης που την μακαρίζουν όλες οι γενεές και την τιμούν οι άγγελοι και οι Αρχάγγελοι σαν «τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν των Σεραφείμ».
- Ο Ευαγγελισμός (25 Μαρτίου)
- Της Ζωοδόχου Πηγής (Παρασκευή της Διακ/σίμου)
- Η Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου (2 Ιουλίου)
- Η Κοίμησις της Θεοτόκου (15 Αυγούστου)
- Η Κατάθεσις της Τιμίας Ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου (31 Αυγούστου)
- Το Γενέσιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου)
- Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου (28 Οκτωβρίου)
- Τα Εισόδια της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου)
- Η Σύναξις της Υπερ. Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου)
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ (25 Μαρτίου)
«Αρχήν και κεφάλαιον» όλων των εορτών ονομάζει τον Ευαγγελισμό ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Διότι έγινε αρχή όλων των αγαθών και διότι από τον Ευαγγελισμό εξαρτώνται όλες οι δεσποτικές εορτές. Όπως η ρίζα του φυτού είναι η αιτία του κορμού, αλλά και των κλάδων και των λουλουδιών και των καρπών, έτσι και ο Ευαγγελισμός για τις άλλες εορτές. Γιορτάζουμε την Πεντηκοστή, γιατί προεορτάσαμε την Ανάληψι. Γιορτάζομε την Ανάληψι, γιατί πιο μπροστά προεορτάσαμε την Ανάστασι. Και πριν από αυτήν την Σταύρωσι, και πιο πριν τη Βαϊοφόρο. Πιο μπροστά την ανάστασι του Λαζάρου και ακόμη πιο πριν τη Μεταμόρφωσι. Γιορτάζομε τη Μεταμόρφωσι, διότι προεορτάσαμε τα Θεοφάνεια και πιο πριν την Υπαπαντή και τη Γέννησι του Σωτήρος. Γιορτάζομε δε τη Γέννησι, διότι γιορτάζομε πριν απ’ όλα τον Ευαγγελισμό.
α) Είναι δε τόσο σπουδαίος ο Ευαγγελισμός, διότι κατ’ αυτόν συνέβη το κοσμοσωτήριο γεγονός της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά και γιατί έγιναν σπουδαία πράγματα και από ανθρωπίνης πλευράς, από της πλευράς της Θεοτόκου. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός που έγραψε τον Κανόνα των ύμνων της εορτής, κάνει ένα παραλληλισμό μεταξύ της πρωτόπλαστης Εύας και της Θεοτόκου, για να τονίση την ανεκτίμητης αξίας συμβολή της Παναγίας στον Ευαγγελισμό: «Της Εύας νυν δι’ εμού καταργείσθω κατάκριμα, αποδότω δι’ εμού το οφείλημα σήμερον». Η Εύα πλάσθηκε από την πλευρά του Αδάμ. Ο Θεός ύπνωσε τον Αδάμ, του πήρε ανωδύνως μία πλευρά, συμπλήρωσε σάρκα και οστά και έπλασε έναν άλλο τέλειο άνθρωπο, την Εύα. Η Εύα λοιπόν χρωστούσε στον Αδάμ τη σωματική της υπόστασι. Ήλθε τώρα η απόγονος της Εύας Θεοτόκος και πλήρωσε το χρέος αυτό προς τον άνδρα. Πώς; Δανείζοντας τη σάρκα της για να σαρκωθή ο Υιός του Θεού. Όπως τότε από την πλευρά του Αδάμ πλάσθηκε τέλειος άνθρωπος, έτσι τώρα από τη σάρκα της Παρθένου πλάσθηκε εκ Πνεύματος Αγίου τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος Χριστός. Όπως τότε η Εύα δημιουργήθηκε όχι με νόμο φυσικό, αλλά μόνο από την πλευρά του ανδρός, έτσι και τώρα ο Χριστός γεννήθηκε από τη Θεοτόκο, χωρίς τη συνέργεια ανδρός. Όπως τότε ο Αδάμ δάνεισε χωρίς πόνους τη σάρκα του, έτσι και τώρα η Παρθένος χωρίς πόνους γεννάει το Θεάνθρωπο. Σώος έμεινε ο Αδάμ μετά την αφαίρεσι της πλευράς, άφθορη και παρθένος έμεινε και η Θεοτόκος μετά τη Γέννησι του Σωτήρος.
β) «Η εμή προμήτωρ δεξαμένη την γνώμην του όφεως, τρυφής της θείας εξωστράκισται διόπερ καγώ δέδοικα τον ασπασμόν τον ξένον σου, ευλαβουμένη τον όλισθον». Η πρωτόπλαστη Εύα άκουσε το διάβολο που της είπε, ότι παρακούοντας το Θεό θα γίνουν σαν θεοί και τιμωρήθηκε με την απώλεια του Παραδείσου. Έδειξε εμπιστοσύνη στο διάβολο και ανυπακοή στο Θεό. Η Παρθένος όμως διόρθωσε την πτώσι της Εύας. Εκφράζοντας την απορία της προς τον Αρχάγγελο έδειξε, ότι δεν ήταν εύπιστη, αλλά φυλαγόταν από ολισθήματα αμαρτίας. Με τη συγκατάθεσί της δε προς την κλήσι του Θεού («Ιδού η δούλη Κυρίου») έδειξε την υπακοή της στο θείο θέλημα. Η Παρθένος έγινε πνευματική πρόγονος τέκνων υπακοής προς τον Κύριο.
γ) «Της Εύας νυν δι’ εμού καταργείσθω κατάκριμα». Τί αποτέλεσμα είχε η παρακοή της Εύας; Να εξορισθή κι’ αυτή και ο Αδάμ από τον Παράδεισο και να καταδικασθή να γεννάη με λύπες και στεναγμούς. Να όμως που η Παρθένος κατήργησε την καταδίκη της Εύας, της γυναικός… Η εγκυμοσύνη της ήταν χωρίς βάρος και κόπο και ο τοκετός της χωρίς ωδίνες. Η Θεοτόκος άκουσε από τον άγγελο το «Χαίρε» και πραγματικά χάρηκε χαρά ανεκλάλητη, που έγινε σκήνωμα του ίδιου του Θεού, που γέννησε και μεγάλωσε Εκείνον που ήλθε να καταργήση το θάνατο και τη λύπη. Αλλά και τον Παράδεισο άνοιξε η Θεοτόκος για όλους, αφού έφερε στον κόσμο το Σωτήρα των ανθρώπων.
«Εκ γυναικός τα φαύλα» είπε κάποτε ο διάδοχος του θρόνου του Βυζαντίου Θεόφιλος στην Εικασία. Κι’ εκείνη με ετοιμότητα απάντησε: «Και εκ γυναικός τα κρείττονα». Η Θεοτόκος ήταν αυτή η γυναίκα. Αυτή διέλυσε το χρέος της γυναικός προς τον άνδρα, έγινε τέκνον υπακοής προς τον Κύριο, κατήργησε την καταδίκη του ανθρώπου και έφερε στη γη το Σωτήρα. Ας την ευγνωμονούμε ισοβίως γι’ αυτά τα δώρα.
ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ (Παρασκευή της Διακαινησίμου)
Αμέτρητα είναι τα θαύματα της Παναγίας σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλους τους τόπους και ιδιαίτερα στα σεπτά προσκυνήματα, όπου φυλάσσονται οι θαυματουργές εικόνες της η Παναγία της Τήνου, η Μαλεβή, το Άξιον εστί, η Πορταΐτισσα, η Μυρτιδιώτισσα, η Φανερωμένη. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου εβδομάδος γιορτάζομε τα πάμπολλα θαύματα που απεργάστηκε η Θεοτόκος σ’ ένα ιερό προσκύνημα έξω από την Κωνσταντινούπολη, όπου υπάρχει η θαυματουργή πηγή νερού και Ναός της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής όπως ονομάσθηκε. Ο Ναός αυτός οικοδομήθηκε από τους αυτοκράτορες του Βυζαντίου και εγκαινιάσθηκε κάποια Παρασκευή του Πάσχα.
Οι πιστοί δίκαια ονόμασαν την Παναγία Ζωοδόχο Πηγή, αφού αυτή «ζωήν την ενυπόστατον εκύησεν», δηλαδή γέννησε Αυτόν, που είναι «η Οδός και η Αλήθεια και η Ζωή». Γεννώντας το Χριστό η Θεοτόκος έγινε η πύλη, δια μέσου της οποίας εισήλθε στον νεκρό από τα αμαρτήματα κόσμο η αληθινή και ενυπόστατη Ζωή. Εισήλθε Εκείνος που ήλθε στους ανθρώπους «ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν».
Αλλά η Θεοτόκος είναι Ζωοδόχος Πηγή και διότι υπήρξε πηγή αρετής και αιώνιας ζωής, λόγω της στενής επαφής της με το Θεό. «Αύτη εστιν η αιώνιος ζωή ίνα γινώσκωσι σε τον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». Κανείς άλλος δεν υπήρξε τόσο κοντά στο Θεό από την Παναγία. Γι’ αυτό και ήταν ανυπέρβλητη η αρετή της, η αγάπη, η ταπεινοφροσύνη, η υπακοή στο Θεό, η πίστι, η υπομονή της.
Ακόμη η Παρθένος ονομάσθηκε από τη χριστιανική ευσέβεια Ζωοδόχος Πηγή, γιατί είναι για τους πιστούς πηγή ζωής και βοηθείας χάρις στην πανίσχυρη πρεσβεία της προς τον Κύριο. Κανείς πιστός που προσφεύγει στην Παναγία πιστεύοντας, ότι θα μεσολαβήση για να ικανοποιηθούν τα πνευματικά και υλικά του αιτήματα, δεν φεύγει ανικανοποίητος.
Όταν λοιπόν «τα νέφη των λυπηρών» καλύπτουν τη ζωή μας, να μη διστάζωμε να προσφεύγωμε στη Μητέρα μας. Σαν μητέρα είναι έτοιμη να μεσιτεύση στοργικά για μας, αλλά και σαν Ζωοδόχος Πηγή είναι ικανή να δώση λύσι στα προβλήματά μας. Φθάνει κι εμείς ν’ αγωνιζώμαστε να την ευχαριστήσωμε μιμούμενοι το παράδειγμά της. Όπως εκείνη βρήκε την αληθινή Ζωή κοντά στο Θεό, έτσι κι εμείς να μοχθούμε να μένωμε σταθεροί στην οδό της αρετής και κοινωνίας με τον Ζωοδότη Κύριο.
Κατά τη διήγησι της Παλαιάς Διαθήκης όταν ο λαός του Θεού πορευόταν μέσα στην έρημο και διψούσε, ο Θεόπτης Μωυσής χτυπούσε με το ραβδί του την πέτρα κι αυτή ανέβλυζε ζωογόνο νερό. Έτσι και οι χριστιανοί που πορεύονται μέσα στην έρημο του συγχρόνου κόσμου, έχουν την πέτρα-Ζωοδόχο Πηγή να τους φέρνη με την πρεσβεία της τη Θεία Χάρι που σώζει.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΕΣΘΗΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (2 Ιουλίου)
Η τιμία εσθής ή μαφόριον ή πέπλος της Παναγίας είχε μεταφερθή από τους πατρικίους Γάλβιο και Κάνδιδο από τα Ιεροσόλυμα, όπου φυλασσόταν από μία ευλαβή χριστιανή, στην Κωνσταντινούπολι. Εκεί ο βασιλεύς Λέων οικοδόμησε Ναό στις Βλαχέρνες και κατέθεσε εντός του με περισσή ευλάβεια το ιερό κειμήλιο μαζί με την αγία ζώνη της Θεοτόκου, για να προσκυνούνται από τους πιστούς. Το γεγονός αυτό τιμάμαι στις 2 Ιουλίου. Από τότε η αγία εσθής λιτανευόταν κατά τις μεγάλες εορτές και κατά τις εκστρατείες.
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αντίθετα προς τους αιρετικούς (Χιλιαστές, Προτεστάντες), σεβόμαστε και τιμάμε όχι μόνο τους αγίους, αλλά και τα άγια λείψανά τους, τις εικόνες τους και τα αντικείμενα ακόμη που είχαν οι άγιοι όσο ζούσαν στον κόσμο αυτό, όπως την αγία εσθήτα και την αγία ζώνη της Παναγίας. Τα τιμάμε δε και τα προσκυνούμε, διότι «αυτός που αγγίζει λείψανο μάρτυρος γίνεται κοινωνός της θείας Χάριτος που κατοικεί στο σώμα του αγίου» (Μέγας Βασίλειος). Απόδειξι δε ότι τα λείψανα και τα αντικείμενα των αγίων είναι φορείς της θείας Χάριτος, είναι τα θαύματα που έγιναν και γίνονται δια μέσου αυτών. Και νεκρός αναστήθηκε, όταν ακούμπησε το λείψανο του Προφήτου Ελισσαίου (Δ’ Βασιλειών ιγ’ 21). Η σκιά του Αποστόλου Πέτρου και μαντήλια του Αποστόλου Παύλου γίνονταν μέσα θαυματουργικών ιάσεων και εκδιώξεως δαιμονίων (Πράξεων ε’ 15 και ιθ’ 11). Αμέτρητα θαύματα μαρτυρούνται στα ιερά προσκυνήματα της Παναγίας της Τήνου, του Αγίου Σπυρίδωνος, του Αγίου Γερασίμου και των άλλων αγίων της Εκκλησίας μας. Τα πραγματοποιεί η Θεία Χάρις «για να μη τιμώνται μόνο οι ψυχές των δικαίων και αγίων, αλλά να πιστέψωμε ότι υπάρχει και στα σώματά τους δύναμι, και όταν ακόμη είναι νεκρά. Υπάρχει δε αυτή η θεία δύναμι μέσα σ’ αυτά, γιατί κατοίκησαν εκεί επί χρόνια άγιες ψυχές, τις οποίες υπηρέτησαν τα άγια σώματα» (Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων).
«Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν». Ας τιμάμε λοιπόν κι εμείς ορθοδόξως την Παναγία και τους αγίους, προσπαθώντας κυρίως να μιμηθούμε την αξιοθαύμαστη πολιτεία τους.
Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (15 Αυγούστου)
Κατά την Παράδοσι όταν κοιμήθηκε η Θεοτόκος, συγκεντρώθηκαν θαυματουργικά στη Γεθσημανή οι Απόστολοι, που βρίσκονταν σε διάφορα μέρη της οικουμένης μαθητεύοντας «πάντα τα έθνη», και κήδευσαν το σώμα της μητέρας του Κυρίου. Το αειπάρθενο σώμα κηδεύθηκε, ενώ την καθαρή ψυχή της παρέλαβε ο Υιός Της στη Βασιλεία των ουρανών. Την ιερή αυτή σκηνή απεικονίζει και η Ορθόδοξη εικονογραφία, ενώ την εκφράζει και ποιητικά το εξαποστειλάριο της Εορτής: «Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα και Συ, Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα».
Η Παναγία μας δίδαξε με την αγία ζωή της και την αφοσίωσί της στο Χριστό, μας διδάσκει και με την Κοίμησί της. Όπως εκείνη προσευχήθηκε και ζήτησε να κηδευθή το σώμα της Χριστιανοπρεπώς και να πάη η ψυχή της κοντά στον Υιό και Θεό της, έτσι κι εμείς πρέπει να προσευχώμαστε να είναι τα τέλη της ζωής μας «ανώδυνα και ειρηνικά», χωρίς πόνο και θλίψι, αλλά και χωρίς διάστασι από το Θεό και τους αδελφούς μας Χριστιανούς. Ακόμη να είναι τα τέλη της ζωής μας «χριστιανά και ανεπαίσχυντα», να μη μας βρη δηλαδή ο θάνατος στην αμαρτία, αλλά στην αρετή και στη μετάνοια, ώστε να σταθούμε με παρρησία μπροστά στο φοβερό βήμα του Κριτή.
«Απόστολοι εκ περάτων κηδεύσατέ μου το σώμα», ευχήθηκε η Θεοτόκος. Εμείς όμως πέρα από του να ευχώμαστε να έχωμε χριστιανά τέλη, οφείλομε προηγουμένως να «κηδεύσωμε» ένα άλλο σώμα, το «σώμα της αμαρτίας», τον παλαιό άνθρωπο, που δε νεκρώθηκε τελείως κατά το Βάπτισμα, αλλά φωλιάζει μέσα μας. Αυτός ο κακός εαυτός μας με την υπερηφάνεια και τα άλλα πάθη ξεσηκώνεται από το διάβολο, μόλις χαλαρώσομε τον αγώνα τον πνευματικό, και μας ρίχνει στην αμαρτία. Γι’ αυτό είναι ανάγκη να προσευχώμαστε εκτενώς στον Κύριο, ώστε με τις πρεσβείες της Θεοτόκου, των Αποστόλων και όλων των αγίων και με τον προσωπικό μας αγώνα να «κηδευθή» και νεκρωθή ο άνθρωπος της διαφθοράς, που οδηγείται από το διάβολο, και να «μας παραλάβη το πνεύμα» ο Χριστός, εμπνέοντάς μας δηλαδή την «εν Χριστώ» ζωή.
Εάν επιτύχω με την κατά Χριστόν ζωή, τότε ο θάνατος του σώματός μας δεν θα είναι παρά «μετάστασις» από την εν Χριστώ ζωή του παρόντος στην αιώνια ζωή, όπου θριαμβευτικά εισήλθε και η Θεοτόκος με την κοίμησί της.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (31 Αυγούστου)
Κατά την Παράδοσι μια ευσεβής Χριστιανή φύλαγε στα Ιεροσόλυμα σαν πολύτιμα κειμήλια την εσθήτα και τη ζώνη της Παναγίας. Κάποτε ο βασιλεύς Αρκάδιος μετεκόμισε τα κειμήλια στην Κωνσταντινούπολη και τα εναπέθεσε σε μία πολυτελή θήκη, την αγία Σορό. Όταν αργότερα έγινε βασιλεύς ο Λέων, συνέβη να κυριευθή από ακάθαρτο δαιμόνιο η σύζυγός του Ζωή. Έβγαλαν τότε από τη θήκη την αγία ζώνη, η οποία παρά τη μεσολάβησι εκατοντάδων ετών έμενε ανέπαφη σαν νεοϋφασμένη, και διά του Πατριάρχου την ακούμπησαν στην βασίλισσα που θεραπεύθηκε. Μετά με ευχαριστήριους ύμνους στη Θεοτόκο κατέθεσαν και πάλι την αγία ζώνη στη Σορό. Αυτήν την κατάθεσι εορτάζομε στις 31 Αυγούστου.
Ένα ένδυμα έγινε όργανο της θείας Χάριτος. Όχι όμως ένα οποιοδήποτε ένδυμα, αλλά εκείνο που ανήκε στην Παναγία και το φορούσε στο άγιο σώμα της η τιμιωτέρα των Χερουβείμ. Η ζώνη της έγινε όργανο της Χάριτος, επειδή και το σώμα που τη φορούσε υπήρξε δοχείο της θείας χάριτος. Το γεγονός αυτό δείχνει κάτι πολύ σπουδαίο για τη Χριστιανική ζωή. Δείχνει, ότι η αγιότητα δεν είναι κάτι που αφορά μόνο την ψυχή του ανθρώπου αλλά και το σώμα του. Ολόκληρη η ζωή μας, όλη η ψυχοσωματική μας ύπαρξι, πρέπει να είναι αγία, και όχι τμήμα μόνο αυτής της ζωής. Δεν γίνεται π.χ. να είμαστε σεμνοί στην Εκκλησία, ενώ αντίθετα στο δρόμο, ή στη θάλασσα, ή στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους να είμαστε άσεμνοι. Δεν γίνεται να προσεύχεται η ψυχή μας και σε άλλη ώρα να πορνεύη το σώμα. Δεν γίνεται ν’ αγωνιζώμαστε να είναι η ψυχή μας αγνή, ενώ τα μάτια κοιτάνε πονηρά. Αυτός ο διχασμός αποκαλύπτει την υποκρισία μας, και τελικά, ό,τι καλό επιθυμεί η ψυχή το χαλάει η σαρκική και κοσμικόφρων ζωή.
Γι’ αυτό προσπάθειά μας ας είναι, να κάνωμε τις ψυχές αλλά και τα «σώματα ημών θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ». Να κάνωμε τα σώματά μας πραγματικούς ναούς του Αγίου Πνεύματος. Να δοξάζωμε και να υπηρετούμε το Θεό με την ψυχή και με το σώμα, με τα λόγια, με το ντύσιμο, με τον τρόπο βαδίσματος, με το που θα πάμε, τί θα δούμε, τί θ’ ακούσωμε. Έτσι θα μιμηθούμε την Παναγία, που και η ζώνη της ακόμη είχε ιαματική δύναμι, αφού ακουμπούσε στο άγιο σώμα της.
ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (8 Σεπτεμβρίου)
Προορισμός και κύριο μέλημα κάθε Ορθοδόξου Χριστιανού είναι να κατακτήση τη Βασιλεία των ουρανών. είναι να γίνη από τη ζωή αυτή γνήσιος και συνειδητός πολίτης αυτής της Βασιλείας διά μέσου της τηρήσεως των εντολών του Θεού και της Χάριτος των Μυστηρίων. Γι’ αυτό και κατά κανόνα οι μνήμες των αγίων συμπίπτουν με την ημέρα της κοιμήσεώς τους. Επειδή κατά την ημέρα αυτή οι άγιοι εισήλθαν πανηγυρικά και μεγαλόπρεπα στην αιώνια ζωή και Βασιλεία, αφού προηγουμένως αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου για να ζουν σαν μέλη της Βασιλείας. Άλλα και όταν γιορτάζωμε τη γέννησι ενός αγίου -όπως σήμερα τη γέννησι της Θεοτόκου- το κάνομε, διότι αυτός εργάσθηκε και συνετέλεσε στο να έλθη η Βασιλεία του Θεού. Έτσι η γέννησι της Παναγίας «χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη», επειδή από αυτήν βγήκε ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο οποίος «εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον».
Αφού λοιπόν πρέπει στη ζωή μας να έχη πρωταρχική σημασία η Βασιλεία του Θεού, οφείλομε στη γη αυτή να ζούμε όχι για να τρώμε, να πίνωμε και να απολαμβάνωμε τα εφήμερα αγαθά, αλλά για να αγωνιζώμαστε να είμαστε καλοί πολίτες της Βασιλείας του Θεού, καλοί Χριστιανοί. Το λίγο χρόνο της επίγειας ζωής πρέπει να μη τον σπαταλήσωμε με τα γήινα μόνο, αλλά να φροντίσωμε και για τα επουράνια και αιώνια.
Αυτό αποτελεί βίωμα των Ορθοδόξων. Βίωμα που εκφράζεται στον τονισμό της ονομαστικής εορτής του κάθε Χριστιανού. Ο εορτασμός των γενεθλίων είναι ξενόφερτη συνήθεια, που δείχνει κοσμικό φρόνημα, προσκόλλησι και προτίμηση των γήινων από τα επουράνια, γι’ αυτό και δεν συνηθίζεται στην Ορθοδοξία. Εμείς προτιμάμε την ονομαστική εορτή, διότι μας θυμίζει το Βάπτισμα, κατά το οποίο πήραμε επίσημα το όνομά μας. Όταν εορτάζωμε την ονομαστική μας εορτή, εορτάζομε ουσιαστικά την είσοδό μας στην Εκκλησία, τη Βασιλεία του Θεού. Μερικοί μάλιστα Χριστιανοί έχουν την αγία συνήθεια την ημέρα αυτή να εκκλησιάζωνται, να κοινωνούν και να ευφραίνωνται που είναι πολίτες της Βασιλείας του Θεού, της Εκκλησίας.
Το μήνυμα του ερχομού της Βασιλείας του Θεού που εμήνυσε το Γενέθλιο της Θεοτόκου, ας μας παρακινήση σε μεγαλύτερη συνέπεια στις απαιτήσεις αυτής της Βασιλείας.
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (28 Οκτωβρίου)
Ο ορθόδοξος Χριστιανικός λαός μας έχει βαθειά πεποίθησι, ότι η Παναγία είναι «θερμή προστάτις και βοηθός» κάθε πιστού, και «ετοίμη αντίληψις των προστρεχόντων» εις αυτήν. Γι’ αυτό ονομάζει τη Θεοτόκο Γοργοεπήκοο και της έχει αφιερώσει ωραιότατες ικετευτικές Ακολουθίες, όπως το Μεγάλο και το Μικρό Παρακλητικό Κανόνα. Αλλά ο λαός μας πιστεύει, ότι η Παναγία είναι και προστάτις ολοκλήρου του Ελληνικού έθνους και αποδίδει τις νίκες και τη σωτηρία του πολλές φορές στις θαυματουργικές επεμβάσεις της Θεοτόκου. Οι γενναίοι Βυζαντινοί πρόγονοί μας έβλεπαν τη Θεοτόκο να τους οδηγή στα τείχη της Βασιλεύουσας και να τρομάζη τους εχθρούς. Στίφη βαρβάρων Αβάρων αποκρούσθηκαν θαυματουργικά από αμάχους χάρις στην Παναγία, που οι Βυζαντινοί ωνόμασαν «Υπέρμαχο Στρατηγό», και της αφιέρωσαν τον Ακάθιστο Ύμνο. Και σε άλλες περιόδους της Ελληνικής Ιστορίας έγινε αισθητή η προστασία της Παναγίας: Στην Επανάστασι του 21 αλλά και στο δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ότι μια φούχτα πεινασμένοι και με πόδια σαπισμένα από τα κρυοπαγήματα Έλληνες νίκησαν τις στρατιές των Ιταλών το 40 δεν ήταν ένα θαύμα της Παναγίας, που τιμώρησε τους Ιταλούς για τον άνανδρο τορπιλισμό της Έλλης στο λιμάνι της Τήνου; Γι’ αυτό και ο Ελληνικός λαός κάνει κάθε χρόνο γιορτή στις 28 Οκτωβρίου, για να υμνήση τη Θεοτόκο για τη Σκέπη της προς τους Έλληνες.
Η Θεομητορική αυτή εορτή διδάσκει κάτι βασικό για μας. Ότι το μικρό και ολιγάριθμο έθνος μας επιβίωσε μέσα στους αιώνες και κάτω από τρομερές επιβουλές λαών δυνατωτέρων και πολυαριθμοτέρων όχι μόνο χάρις στις αρετές των Ελλήνων, τη φιλοπατρία και τον ηρωισμό. Επιβίωσε κυρίως χάρις στην προστασία του Θεού και την τεράστια προσφορά της Εκκλησίας. Αν η Εκκλησία δεν διατηρούσε και στις πιο σκοτεινές ακόμη περιόδους της Ελληνικής Ιστορίας αναμμένη τη λαμπάδα της πίστεως και ακμαία την εθνική συνείδησι, και αν ο Θεός διά της Θεοτόκου δεν υπεράσπιζε τα ελληνικά όπλα και τους δίκαιους αμυντικούς αγώνες δεν θα υπήρχαμε σαν λαός. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς βρισκόμαστε στα πρόθυρα της ενοποιήσεως με άλλους λαούς της Ευρώπης. Αν θέλωμε να επιβιώσωμε σαν λαός είναι ανάγκη να διατηρήσωμε την εθνική μας ταυτότητα, αλλά και τον σύνδεσμό μας με την ορθόδοξη πίστι και την Εκκλησία. Η Χάρις του Θεού και η ακοίμητη προστασία της Παναγίας μπορούν να μας κάνουν να μεγαλουργήσωμε. Σ’ αυτούς λοιπόν τους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, που όλες οι σκοτεινές δυνάμεις πασχίζουν να μας αποχρωματίσουν σαν Έλληνες και σαν ορθόδοξους, εμείς ας αγωνιστούμε να μη χάσωμε τους πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας. Έτσι η Σκέπη της Παναγίας θα εξακολουθήση να μας προστατεύη από τον εθνικό αφανισμό.
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (21 Νοεμβρίου)
Οι ευσεβείς Ισραηλίτες Ιωακείμ και η σύζυγός του Άννα υπέμεναν καρτερικά για πολλά χρόνια τον «ονειδισμόν της ατεκνίας». Δεν απελπίζονταν όμως και με πόθο ψυχής ζητούσαν από τον Κύριο ένα παιδί, το οποίο, αφού θα ήταν δώρο του Θεού, σαν δώρο θα το αφιέρωναν στον Κύριο. Η κόρη που τους έδωσε ο Θεός, αίροντας θαυματουργικά την στειρότητα της Άννας, ήταν δώρο και στους ευσεβείς γονείς της και προς την ανθρωπότητα όλη: Η Παρθένος Μαρία, η μελλοντική μητέρα του Λόγου του Θεού, που θα σαρκωνόταν. Εκπληρώνοντας το τάμα τους οι γονείς της Παρθένου την αφιέρωσαν στα τρία της χρόνια στο Ναό του Θεού. Οι ιερείς με πομπή εισήγαγαν την Μαρία στα Άγια των Αγίων, όπου έζησε με προσευχή και μελέτη βιώνοντας την παρουσία του Θεού, που την προετοίμαζε για το μεγάλο έργο της. Την είσοδο της Παναγίας στο Ναό γιορτάζομε κατά την εορτή των Εισοδίων.
Ο Ναός του Θεού έγινε για την Παρθένο πηγή ζωής, εμπνεύσεως, πνευματικής καλλιέργειας. Αν εκείνος ο Ναός, που ήταν τύπος και σκιά, έγινε πηγή τέτοιας ωφέλειας, πόσο μεγαλύτερη είναι η ωφέλεια από το Χριστιανικό ναό, την Εκκλησία! Εκεί αναγεννιόμαστε με το Βάπτισμα, εκεί παίρνομε τα θεία χαρίσματα με το Χρίσμα, εκεί κοινωνούμε την ουράνια τροφή της θείας Ευχαριστίας, εκεί καθαριζόμαστε από τους ρύπους της αμαρτίας με την Εξομολόγησι, εκεί διδασκόμαστε το λόγο του Θεού, εκεί κατηχούμεθα, εκεί μελετάμε μαζί με άλλους Χριστιανούς τη Γραφή και προσευχόμαστε από κοινού. Η Εκκλησία είναι το λιμάνι μας, η τροφός μας, το κέντρο της ζωής μας! Η απουσία από αυτήν είναι σταδιακός θάνατος, η τακτική όμως παρουσία είναι ζωή και πηγή κάθε καλού.
Αλλά η Παναγία έγινε η «κλίμαξ δι’ ης κατέβη ο Θεός» γιατί προετοιμάστηκε και εμπνεύσθηκε όχι μόνο από τη φοίτησί της στο Ναό, μα και από τους ευσεβείς γονείς της. Ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν άνθρωποι αρετής. Δεν έλεγαν μόνο, αλλά και έπρατταν το Νόμο του Θεού. Η Παρθένος είχε μπροστά στα μάτια της δυο υποδείγματα αγιότητος. Έτσι δημιουργήθηκαν οι ευνοϊκές προϋποθέσεις για να καρποφορήση η Θεία Χάρις στην πνευματικά εύφορη ψυχή της Θεομήτορος. Ακόμη οι γονείς της Παναγίας ήταν εκείνοι που την οδήγησαν και αφιέρωσαν στο Ναό, γνωρίζοντας καλά ότι την εμπιστεύονται στα χέρια του Θεού, κοντά στον οποίο υπάρχει ασφάλεια και χαρά.
Οι σημερινοί λοιπόν χριστιανοί γονείς που κυριεύονται από αγωνία για τα παιδιά τους, βλέποντας τις επαναστατικές τάσεις της νεολαίας και την απομάκρυνσί της από τα πατροπαράδοτα, ας μιμηθούν τους γονείς της Θεοτόκου. Ας δίνουν στα παιδιά τους όχι μόνο λόγια, αλλά και παράδειγμα ζωής. Ας τα διδάξουν από μικρά το θέλημα του Κυρίου, ας τα μάθουν να προσεύχωνται, να εκκλησιάζωνται, να εξομολογούνται, να πηγαίνουν στο Κατηχητικό. Έτσι μόνο, θα δρέψουν αγαθούς καρπούς στη ζωή των παιδιών τους.
Η Παρθένος με τα Εισόδια και το παράδειγμά της μας λέει: «Άφετε τα παιδία -και τους εαυτούς σας- ελθείν» προς τον Κύριο και την εκκλησία Του. Εκεί υπάρχει ασφάλεια, πνευματική προκοπή και σωτηρία.
Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (26 Δεκεμβρίου)
Στο σοφά καθωρισμένο εορτολόγιο της Εκκλησίας μας παρατηρείται, ότι συχνά μετά από μία Δεσποτική εορτή, αφιερωμένη στο πρόσωπο και το έργο του Σωτήρος Χριστού, ακολουθεί μία Θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στη Μητέρα του Θεανθρώπου. Έτσι μετά τα Πάθη και την Ανάστασι του Χριστού γιορτάζομε τη Ζωοδόχο Πηγή, μετά τη Μεταμόρφωσι έχομε την Κοίμησι της Θεοτόκου και μετά τα Χριστούγεννα τη Σύναξι, δηλαδή την Ευχαριστιακή συγκέντρωσι των πιστών προς τιμήν εκείνης που υπηρέτησε στο μέγα θαύμα της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Η σύνδεσι αυτή Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών εκφράζει το στενό σύνδεσμο, που υπήρχε ανάμεσα στο Χριστό και στη μητέρα Του. Σ’ όλες τις μεγάλες στιγμές της ζωής του Κυρίου παρουσιάζεται στο πλευρό Του σιωπηλή και πιστή η μητέρα Του. Στην υπερφυσική σύλληψι κατά τον Ευαγγελισμό, στη Γέννησι, στην Περιτομή, στο Σταυρό, στην ταφή. Παντού όπου Εκείνος πήγαινε, η Θεοτόκος ακολουθούσε «και συνετήρει πάντα…. συμβάλλουσα εν τη καρδία αυτής». Αλλά και μετά την Ανάστασι και μέχρι την Ανάληψι του Κυρίου στους ουρανούς η Παναγία ήταν μεταξύ εκείνων που είδαν τον Αναστάντα, Του μίλησαν και Τον άκουσαν. Αυτόν τον ισχυρό σύνδεσμο μεταξύ του Κυρίου και της Θεοτόκου φανερώνει και η εικονογραφία της Εκκλησίας μας, η οποία κατά κανόνα σ’ όλες τις εικόνες της Παναγίας την παριστάνει μαζί με τον Υιό της.
Το μήνυμα λοιπόν που μας δίνει η Υπεραγία Θεοτόκος μέσω της εορτής της Συνάξεώς της είναι, ότι σαν ορθόδοξοι Χριστιανοί οφείλομε να έχωμε στενό σύνδεσμο με τον Σωτήρα μας Χριστό. Κανένα και τίποτε να μη βάζωμε πάνω από το Χριστό στη ζωή μας. Αυτός να είναι ο Αρχηγός και Κύριός μας. Αυτόν να ποθούμε να συναντήσωμε κάθε μέρα και ώρα με την προσευχή και τη μελέτη του λόγου Του. Η σφοδρότερη επιθυμία μας να είναι να δεχθούμε μέσα μας το Σώμα και το Αίμα Του με τη Θεία Μετάληψι. Να τρέχωμε συχνά στον πνευματικό ν’ αποθέσωμε το βρώμικο ρούχο της αμαρτίας και να ενδυθούμε το Χριστό με την άφεσι. Το θέλημά Του ν’ αγωνιζώμαστε σε κάθε βήμα να τηρήσωμε. Σ’ όλες τις μεγάλες στιγμές της ζωής μας Αυτός να ποθούμε πρώτα να είναι παρών: Στο Γάμο μας, στη Βάπτισι των παιδιών μας, παντού.
Η Παναγία με το στενό σύνδεσμό της με τον Υιό και Θεό της εξυψώθηκε και αξιώθηκε να γίνη «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα των Σεραφείμ». Επομένως κι εμείς αν πάρωμε σύντροφο και κυβερνήτη του πλοίου της ζωής μας τον Κύριο Ιησού Χριστό, θα πλεύσωμε με ασφάλεια προς το ακύμαντο λιμάνι της αιώνιας ζωής, όπου «οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών».
http://www.impantokratoros.gr
Κατηγορία ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »