Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Ιουλίου, 2025

Εἰσαγωγή στήν Ἁγία Γραφή
Στά φετινά Κυριακάτικα κηρύγματα τοῦ Καλοκαιριοῦ θά ἀναλυθοῦν μέ σύντομο τρόπο ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη, οὐσιαστικά θά γίνη μιά μικρή προσέγγιση ἤ μιά μικρή γνωριμία μαζί της, ὥστε νά δοθῆ ἡ δυνατότητα καί νά δημιουργηθῆ ὁ ζῆλος σέ μερικούς νά διαβάσουν ἀκόμη περισσότερο τήν Ἁγία Γραφή.
Στό σημερινό σύντομο κήρυγμα θά γίνη μιά μικρή εἰσαγωγή στήν Ἁγία Γραφή.
Ὅταν ὁμιλοῦμε γιά τήν Ἁγία Γραφή, ἐννοοῦμε τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη. Πρόκειται γιά τήν συμφωνία-διαθήκη πού συνῆψε ὁ Θεός τήν Παλαιά ἐποχή, δηλαδή πρό Χριστοῦ, μέ τόν Ἑβραϊκό λαό, καί τήν συμφωνία-διαθήκη πού συνῆψε ὁ Χριστός μέ τόν νέο λαό, τόν ἐξ Ἑβραίων καί Ἐθνικῶν, τόν λεγόμενο Χριστιανικό λαό.
Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐπικοινωνεῖ ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ χωρίς Σῶμα-Σάρκα, ἀφοῦ ἀκόμη δέν εἶχε ἐνανθρωπήσει, μέ τόν Ἑβραϊκό-Ἰσραηλιτικό λαό, διά τῶν Προφητῶν καί Δικαίων, καί στήν Καινή Διαθήκη ἐπικοινωνεῖ ὁ Σεσαρκωμένος Λόγος μέ τόν νέο λαό Του, διότι ἐν τῷ μεταξύ ἐνηνθρώπησε. Ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, δίδαξε, θαυματούργησε, ἔπαθε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς καί ἔστειλε τό Ἅγιον Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὥστε ἡ Ἐκκλησία πού ὑπῆρχε στήν Παλαιά Διαθήκη νά γίνη Σῶμα Του.
Ὅπως εἶναι φυσικό, ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ἐπανέφερε ὅλους, ὅσοι πιστεύουν σέ Αὐτόν, στόν Θεό, καί τούς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν δουλεία στήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Γιά νά γίνη αὐτό ἔπρεπε νά προετοιμασθῆ ἕνας λαός, ὁ Ἑβραϊκός-Ἰσραηλιτικός λαός καί ἀποδείχθηκε ὅτι προετοιμάσθηκε καλύτερα. Ἔτσι, ὅλη ἡ ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι προετοιμασία τοῦ λαοῦ γιά νά ἐνανθρωπήση ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι βρέθηκε ἡ κατάλληλη γυναίκα ἀπό τήν ὁποία ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, δηλαδή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.
Αὐτό εἶναι σημαντικό καί φαίνεται σέ πολλά χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης, στά ὁποῖα ἀναφέρονται οἱ προφητεῖες τῶν γεγονότων πού θά γίνονταν ἀργότερα καί πῶς ἐκπληρώθηκαν. Κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο ὅλα στήν Παλαιά Διαθήκη ἐλέχθησαν «αἰνιγματικά», καί στήν Καινή Διαθήκη φανερώθηκαν. Ἀκόμη, τό ἔργο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν νά δημιουργήση τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ τό ἔργο τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι νά κάνη τόν ἄνθρωπο ἄγγελο.
Ὁ Θεός ὁμιλοῦσε διά μέσου τῶν αἰώνων σέ ἁγίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέ προφορικό καί γραπτό λόγο. Ὁ γραπτός λόγος ὀνομάστηκε Γραφή καί Γραφές ἀπό τόν Ἴδιο τόν Χριστό: «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς Γραφαῖς;» (Ματθ. κα΄, 42). Ἀλλοῦ ὀνομάστηκαν «Ἱερά γράμματα» (Β΄ Τιμ. δ΄, 15). Στήν Παλαιά Διαθήκη ὀνομάστηκαν «Βίβλοι» (Δανιήλ θ΄, 2), «βιβλία τά ἅγια» (Μακ. ιβ΄, 9), «Ἱερά Βίβλος» (Β΄ Μακ. η΄, 23).
Ὅπως ἀναφέρθηκε, ἡ Ἁγία Γραφή διαιρεῖται σέ δύο μεγάλα μέρη. Τό πρῶτο μέρος λέγεται Παλαιά Διαθήκη καί ἀποτελεῖται ἀπό 49 βιβλία, καί περιγράφουν τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τήν πτώση του, μέχρι τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα τά βιβλία αὐτά ἐγράφησαν πρωτοτύπως στήν ἑβραϊκή γλώσσα καί τόν 3ο αἰώνα π.Χ. μεταφράστηκαν στά ἑλληνικά γιά τήν χρήση τῶν Ἑβραίων ἑλληνιστῶν πού κατοικοῦσαν στήν Ἀλεξάνδρεια.
Τά μεταφρασμένα αὐτά κείμενα στήν ἑλληνική γλώσσα ἔχουν μεγάλη σημασία, γιατί αὐτῶν τῶν κειμένων ἔκαναν χρήση ὁ Χριστός καί οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλά καί αὐτά τά κείμενα χρησιμοποιοῦμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί καί λέγονται κείμενα τῶν ἑβδομήκοντα, πού ἦταν οἱ μεταφραστές. Αὐτά τά κείμενα χρησιμοποιοῦμε στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας ὅσες φορές διαβάζουμε ἀποσπάσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.
Τά 49 αὐτά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού χρησιμοποιοῦμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι διαιροῦνται σέ τρεῖς μεγάλες ἑνότητες.
Πρῶτον, εἶναι τά ἱστορικά βιβλία πού περιγράφουν τήν ἱστορία τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ ἀπό τόν ὁποῖο προῆλθε ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος ἔγινε κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί γι’ αὐτό αὐτή ἡ ἱστορία εἶναι προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ. Τά ἱστορικά βιβλία εἶναι: Ἡ Πεντάτευχος, δηλαδή πέντε βιβλία (Γένεση, Ἔξοδος, Λευιτικό, Ἀριθμοί, Δευτερονόμιο), ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Κριταί, Ρούθ, τέσσερα βιβλία τῶν Βασιλειῶν πού περιγράφουν τήν περίοδο τῶν Βασιλέων, δύο βιβλία Παραλειπομένων, Ἔσδρας, Νεεμίας, Ἐσθήρ, Τωβίτ, Ἰουδήθ, τρία βιβλία τῶν Μακκαβαίων.
Δεύτερον, εἶναι τά Προφητικά βιβλία πού εἶναι βιβλία τῶν Προφητῶν, δηλαδή Ἡσαΐας, Ἱερεμίας, Ἰεζεκιήλ, Δανιήλ, δώδεκα μικροί Προφῆτες, ἤτοι Ὡσηέ, Ἀμώς, Μιχαίας, Ἰωήλ, Ὀβδιοῦ, Ἰωνᾶς, Ναούμ, Ἀββακούμ, Σωφονίας, Ἀγγαῖος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας. Οἱ Προφῆτες ἦταν ἅγιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν στήν Θεοπτία, εἶδαν τόν Ἄσαρκο Λόγο καί μετέφεραν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στόν λαό.
Τρίτον, εἶναι τά ποιητικά-σοφιολογικά βιβλία, καί σέ αὐτά περιλαμβάνονται οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαυΐδ, ὁ Ἰώβ, οἱ Παροιμίες τοῦ Σολομῶντος, ὁ Ἐκκλησιαστής, τό Ἆσμα Ἀσμάτων, ἡ Σοφία Σολομῶντος, ἡ Σοφία Σειράχ.
Αὐτή ἡ διαίρεση τῶν βιβλίων σέ ἱστορικά, προφητικά καί ποιητικά δέν εἶναι ἀπόλυτη, γιατί καί τά ἱστορικά ἔχουν προφητεῖες καί ποίηση, ὅπως αὐτό γίνεται καί μέ τά προφητικά καί ποιητικά, δηλαδή ὅλα τά βιβλία ἔχουν μαζί ἱστορία, προφητεία, ποίηση. Πάντως, αὐτή ἡ συμβατική διαίρεση ἀναφέρεται στήν διαίρεση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀπό ἀπόψεως ἀναβάσεως στόν Θεό, δείχνει μιά πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό.
Τά 27 βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης διαιροῦνται σέ τέσσερες κατηγορίες.
Πρῶτον, εἶναι τά τέσσερα Εὐαγγέλια, τοῦ Ματθαίου, τοῦ Μάρκου, τοῦ Λουκᾶ, τοῦ Ἰωάννου, πού μᾶς παρουσιάζουν μερικά ἀπό ὅσα εἶπε, ἔκανε καί ἔπαθε ὁ Χριστός. Δέν εἶναι πλήρης βιογραφία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά Τόν ὁμολογοῦν ὡς Θεό.
Δεύτερον, εἶναι οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» πού καταγράφουν τήν πρώτη ζωή τῆς Ἐκκλησίας μετά τήν Πεντηκοστή καί τό πῶς ἡ Ἐκκλησία ἐπεκτάθηκε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα ἕως τήν Ρώμη, τήν Πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους.
Τρίτον, εἶναι οἱ Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων (Παύλου, Πέτρου, Ἰωάννου καί τῶν Ἀδελφοθέων Ἰακώβου καί Ἰούδα), στίς πρῶτες Ἐκκλησίες πού ἱδρύθηκαν καί ἤθελαν βοήθεια στά πρῶτα βήματα τῆς ζωῆς τους.
Τέταρτον, εἶναι τό βιβλίο τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τήν ὁποία ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ εἶδε στήν Πάτμο καί δείχνει τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί πέρα ἀπό αὐτήν, τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας στήν οὐράνια Βασιλεία.
Αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένως εἶναι μιά μικρή εἰσαγωγή στά βιβλία τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, αὐτῆς πού ὀνομάζεται Ἁγία Γραφή ἤ Βίβλος, πού θά δοῦμε ἀναλυτικότερα στά φετινά κηρύγματα. Εἶναι ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀρχίζει ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου μέχρι τήν ζωή μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἱερά ἱστορία πρό καί μετά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καί μετά ἀπό αὐτήν.
Θά μᾶς δοθῆ ἡ δυνατότητα στά κηρύγματα αὐτά τοῦ Καλοκαιριοῦ νά ὀσφρανθοῦμε λίγο τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἔκανε τά πάντα γιά μᾶς, ὥστε νά δείξουμε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας σέ Αὐτόν.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
………………………………………………
Ἡ Πεντάτευχος
Τά πρῶτα πέντε βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί γενικά τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὀνομάζονται «Πεντάτευχος» καί ἐννοεῖται «Πεντάτευχος Βίβλος», ἀπό τόν 2ο αἰώνα μ.Χ. ἀπό τούς Ἑλληνες καί Χριστιανούς.
Στήν Ἑβραϊκή περίοδο τά βιβλία αὐτά λέγονται «νόμος Μωϋσέως» ἤ «βιβλίον τοῦ νόμου Μωϋσέως», διότι δόθηκαν ἀπό τόν Θεό στόν Μωϋσῆ, ὥστε μέ αὐτόν τόν νόμο νά καθοδηγῆ τόν λαό Του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός θεωρεῖ ὅτι ὁ συγγραφεύς ἦταν ὁ Μωϋσῆς, γι’ αὐτό σέ συνομιλία πού εἶχε μέ τούς Ἑβραίους τῆς ἐποχῆς του εἶπε: «Εἰ γάρ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἄν ἐμοί· περί γάρ ἐμοῦ ἐκεῖνος ἔγραψεν» (Ἰω. ε΄, 46).
Τά πέντε αὐτά βιβλία εἶναι: Γένεσις, Ἔξοδος, Λευιτικόν, Ἀριθμοί καί Δευτερονόμιον.
Εἰδικότερα τό βιβλίο «Γένεσις» παρουσιάζει τά γεγονότα ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τήν πτώση του, τήν ἔξοδό του ἀπό τόν Παράδεισο μέχρι τήν κατοίκηση τοῦ Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο μέ τούς ἀδελφούς του καί ὅλη τήν παροικία τοῦ πατρός του, τήν τελευτή τοῦ Ἰωσήφ καί τόν ἐνταφιασμό του στήν Αἴγυπτο.
Τό βιβλίο «Ἔξοδος» περιγράφει τά σχετικά μέ τήν προετοιμασία τῶν Ἑβραίων γιά νά ἐξέλθουν ἀπό τήν Αἴγυπτο μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Μωϋσῆ, τά γεγονότα τῆς ἐξόδου, τήν περιπλάνησή τους στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ καί τήν παραλαβή τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν Μωϋσῆ καί τήν ἵδρυση τῆς σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου.
Τό βιβλίο «Λευιτικόν» περιέχει τίς θυσίες, τίς ἑορτές, τά εἴδη τῶν καθαρισμῶν καί γενικά ὅ,τι ἀφορᾶ τούς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι μέλη τῆς φυλῆς τοῦ Λευί, ἀπό τούς ὁποίους ἔλαβε τό ὄνομα. Στό βιβλίο παρουσιάζονται ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τήν καθιέρωση τοῦ ἀρχιερέως Ἀαρών καί τῶν υἱῶν του καί περιέχει ὅλες τίς τελετουργικές διατάξεις πού ἔχουν ἐμπιστευθῆ στούς Λευίτας-Ἱερεῖς.
Τό βιβλίο «Ἀριθμοί» ἔχει αὐτήν τήν ὀνομασία, διότι στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου γίνεται ἀρίθμηση τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά φέρουν ὅπλα, καί τῶν Λευιτῶν μετά τήν νομοθεσία στό Σινᾶ, ἐπίσης γίνεται νέα ἀρίθμηση τοῦ Θεοκρατικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ στρατοῦ. Παρουσιάζεται ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπό τούς πρόποδες τοῦ ὄρους Σινᾶ μέχρι τίς στέππες τῆς Μωάβ, ἀνατολικά τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας. Δηλαδή, περιλαμβάνεται ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ στήν πορεία του πρός τήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας γιά 39 χρόνια.
Τό βιβλίο «Δευτερονόμιον» εἶναι τρόπον τινά ὁ δεύτερος νόμος, δηλαδή ἡ ἀνακεφαλαίωση ὅλων τῶν νομοθετημένων καί πεπραγμένων. Ἰδιαίτερα παρουσιάζει τούς τρεῖς λόγους πού ἀπηύθυνε ὁ Μωϋσῆς στούς Ἑβραίους στίς στέππες τῆς Μωάβ, κατά τό 40ό ἔτος ἀπό τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο, καί εἶναι ὁ ἱστορικός ἐπίλογος τῆς Ἐξόδου καί τῆς περιπλανήσεώς τους στήν ἔρημο καί τόν θάνατο τοῦ Μωϋσῆ. Καταλήγει μέ τήν ὠδή τοῦ Μωϋσέως: «Πρόσεχε οὐρανέ καί λαλήσω».
Γενικά, τό περιεχόμενο τῆς Πεντατεύχου εἶναι ἡ ἱστορία ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πτώση καί ἡ ἔξοδός του ἀπό τόν Παράδεισο, ὁ κατακλυσμός καί ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε, ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού ἐκδηλώνεται μέ τήν φανέρωση τοῦ Κυρίου τῆς Δόξης στούς Πατριάρχες (Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, Ἰακώβ), ἡ ἔξοδος τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἡ παράδοση τοῦ Νόμου στόν Μωϋσῆ, καί ἡ πορεία τους πρός τήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Οὐσιαστικά εἶναι ἡ ἐπίσημη ἀνάδειξη τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ὡς τοῦ περιούσιου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀπό τόν ὁποῖο θά προερχόταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἐξωτερικά φαίνεται ὅτι ἡ Πεντάτευχος εἶναι ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ-Ἑβραϊκοῦ λαοῦ καί εἶναι ἡ ἐθνική τους ἱστορία. Αὐτό εἶναι ἐν μέρει ἀληθές, γιατί στήν πραγματικότητα εἶναι κατ’ ἀρχάς ἡ παγκόσμια ἱστορία καί ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ.
Ὅπως εἴδαμε, τό πρῶτο βιβλίο ἀρχίζει μέ τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί τήν πτώση του. Αὐτό συνίσταται στήν ἀρχή τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Ὅμως, ἀμέσως φαίνεται καί ἡ διαίρεση τῶν φυλῶν καί ἡ ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν ζῶντα Θεό καί τήν λατρεία τῶν εἰδώλων. Συγχρόνως, ἐκδηλώνεται καί ἡ ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού ἀναλαμβάνει τήν προετοιμασία τοῦ λαοῦ γιά τήν ἐνανθρώπησή Του.
Φαίνεται, πάντως, ὅτι καλύτερα ἀπό ὅλες τίς φυλές ἑτοιμάσθηκε ὁ Ἑβραϊκός-Ἰσραηλιτικός λαός, καί αὐτό ὀφείλεται στούς Θεόπτες Πατριάρχες, ἀφοῦ ὁ Ἀβραάμ καί ἔπειτα ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ εἶδαν τόν Κύριο τῆς Δόξης, τόν Ἄσαρκο Λόγο καί ἔφθασαν στήν θεοπτία, διά τῆς θεώσεώς τους. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ ἄλλοι λαοί λάτρευαν τούς ψεύτικους θεούς, τά εἴδωλα, αὐτοί πίστευαν καί λάτρευαν τόν ἀληθινό Θεό.
Αὐτό φάνηκε καί ἀργότερα μέ τήν ἐμφάνιση μεγάλων Προφητῶν, ὅπως τοῦ Μωϋσῆ πού ἔφθασε νά δῆ στό Σινᾶ τόν Κύριο τῆς Δόξης, νά παραμείνη σαράντα ἡμέρες καί νύκτες στό Φῶς, νά λάβη τόν Νόμο, καί ἀργότερα ἐμφανίσθηκαν ἄλλοι μεγάλοι Προφῆτες• νά μνημονεύσουμε τόν Δαυίδ, τόν Ἡσαΐα, τόν Ἠλία καί ἄλλους.
Ὅταν διαβάζη κανείς τήν ἀρχαία ἑλληνική ἱστορία μέ τό Δωδεκάθεο, τόν μυστικισμό, τούς φιλοσόφους, ἀλλά καί τίς ἀνατολικές Θρησκεῖες, καί συγκρίνη αὐτά μέ τήν ἰστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καταλαβαίνει τό πόσο καλά προετοιμάσθηκε ὁ Ἰσραηλιτικός λαός γιά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός μέ τήν διδασκαλία Του καί τό ἔργο Του ἀναφέρεται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, οἱ Ἑβραῖοι τόν ἐσταύρωσαν, ὁπότε αὐτή ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασε στούς ἐξ Ἐθνῶν Χριστιανούς, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ: «Ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τούς καρπούς αὐτῆς» (Ματθ. κα΄, 43). Ἔτσι, τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἐθνικό, ἀλλά σωτήριο καί παγκόσμιο.
Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική ἡ Πεντάτευχος συμπληρώθηκε ἀπό τόν Χριστό ἐπάνω στό Ὄρος τῶν Μακαρισμῶν, ὁ Ἴδιος πέθανε στόν Σταυρό καί ἀναστήθηκε, ἔδωσε νέες λατρευτικές διατάξεις, παρέδωσε νέο ὑπέρτερο Νόμο, ἡ Ἐκκλησία τῶν Θεοπτῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔγινε «Σῶμα Χριστοῦ» καί «κοινωνία θεώσεως», μέσα στήν Ἐκκλησία τελοῦνται νέα Μυστήρια μέ μεγαλύτερη δύναμη, θεσπίσθηκαν νέες λατρευτικές διατάξεις καί ἡ Ἐκκλησία ἀπαρτίζεται ἀπό μέλη διαφόρων φυλῶν καί Ἐθνῶν.
Ἑπομένως, ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ὅπως τήν παρουσιάζουν τά βιβλία τῆς Πεντατεύχου, εἶναι ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἔθεσαν στήν λατρεία νά διαβάζονται διάφορα ἀναγνώσματα ἀπό τήν Πεντάτευχο, ὅπως καί ἀπό ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί τά ἑρμηνεύουν μέσα ἀπό τήν θεολογία πού μᾶς ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός στήν Καινή Διαθήκη.
Ἔτσι, ἐμεῖς ὁ Χριστιανικός λαός, πού ἀποτελεῖται ἀπό ὅλα τά Ἔθνη καί τίς φυλές, εἴμαστε ὁ νέος Ἰσραήλ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί δοξάζουμε τόν Θεό πού μᾶς δημιούργησε, καί μετά τήν πτώση μας μᾶς ἀναδημιούργησε μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
……………………………………………
Τά ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
Στά κηρύγματα τῶν Κυριακῶν τοῦ φετινοῦ Καλοκαιριοῦ ἀναφερόμαστε στά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἤδη κάναμε λόγο γιά τήν «Πεντάτευχο» τοῦ Μωϋσέως καί σήμερα θά μιλήσουμε γιά τά ὑπόλοιπα ἱστορικά βιβλία, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν μιά ἑνότητα μεταξύ τους στήν Παλαιά Διαθήκη. Σέ αὐτήν τήν ἑνότητα συμπεριλαμβάνονται τά βιβλία: Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Κριταί, Ρούθ, Α΄ ἕως Δ΄ Βασιλειῶν, Α΄ καί Β΄ Παραλειπομένων, Α΄ καί Β΄ Ἔσδρας, Νεεμίας, Τωβίτ, Ἰουδήθ, Ἐσθήρ καί Α΄ ἕως Γ΄ Μακκαβαίων.
Στά βιβλία αὐτά περικλείεται μιά μεγάλη χρονική περίοδος, ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μωϋσέως, πού συνέβη τόν 13ο αἰώνα π.Χ., καί ἐπεκτείνεται μέχρι τόν 2ο αἰώνα π.Χ. μέ τήν ἐξέγερση τῶν Μακκαβαίων, δηλαδή ἀναφέρεται σέ 11 αἰῶνες ἱστορίας τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ὅπως ἀντιλαμβάνεται κανείς, δέν μπορεῖ νά γίνη μιά ἀναλυτική ἀναφορά, ἀλλά θά τονισθοῦν μέ συντομία ἐνδιαφέροντα σημεῖα, γιά νά ἔχουμε μιά γενική γνωριμία μέ τά βιβλία αὐτά.
Τό βιβλίο «Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ» περιέχει τήν κατάκτηση μεγάλου μέρους τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, στήν Παλαιστίνη, μετά τήν πορεία τοῦ λαοῦ διά τῆς ἐρήμου, ἀπό τήν Αἴγυπτο, καί τήν διανομή ὅλης τῆς Παλαιστίνης στίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ.
Τό βιβλίο «Κριταί» ἀναφέρεται στήν περίοδο τῶν Κριτῶν, οἱ ὁποῖοι κυριάρχησαν στόν Ἰσραήλ ἀπό τόν θάνατο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ μέχρι τήν ἐγκαθίδρυση τῶν Βασιλέων. Ὁ Θεός ἀποστέλλει κατά καιρούς τούς ἀνθρώπους Του- τούς Κριτές πού ἐπαναφέρουν τούς Ἰσραηλίτες στόν Θεό καί τούς διευθύνουν μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
Τό βιβλίο «Ρούθ» παρουσιάζει τήν πολύ συγκινητική ἱστορία μιᾶς Μωαβίτισσας γυναίκας, πού ὀνομάζεται Ρούθ, ἡ ὁποία ἔμενε στήν Βηθλεέμ καί εἶχε ἀγάπη πρός τήν πεθερά της, ἀκόμη καί μετά τόν θάνατο τοῦ ἀνδρός της. Περιλαμβάνεται σέ αὐτήν τήν ἑνότητα αὐτό τό ἐξαιρετικό βιβλίο, γιατί ἀπό τόν εὐλογημένο γάμο τῆς Ρούθ μέ τόν Βοόζ προῆλθε ὁ Βασιλεύς Δαυΐδ, καί ἀπόγονος αὐτοῦ, κατά ἄνθρωπο, ἦταν ὁ Χριστός.
Τά βιβλία «Α-Δ΄Βασιλειῶν» παρουσιάζουν τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τῶν Βασιλέων. Τελευταῖος Κριτής ἦταν ὁ Σαμουήλ, καί ὅταν ὁ λαός ζήτησε νά ἔχη Βασιλέα, ὕστερα ἀπό προσευχή, ὁ Θεός τοῦ εἶπε νά τούς ἐπιλέξη Βασιλέα. Στήν ἀρχή ἐπελέγη ὁ Σαούλ καί μετά ὁ μέγας Προφητάναξ Δαυΐδ. Ἔτσι, τά βιβλία τῶν Βασιλειῶν περιγράφουν τήν ἱστορία τῶν Βασιλέων Δαυΐδ, Σολομῶντος, Ροβοάμ, τό σχίσμα πού ἔγινε τῶν Βασιλείων τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἰσραήλ μέχρι τήν ἐξαφάνιση τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ μέ τήν αἰχμαλωσία του στούς Ἀσσυρίους καί τήν αἰχμαλωσία τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα ἀπό τούς Βαβυλωνίους.
Τά βιβλία «Α΄ καί Β΄ Παραλειπομένων» εἶναι μιά ἐπιτομή τῆς ἱερῆς ἱστορίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τήν δημιουργία τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας μέχρι τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία. Παρουσιάζονται γενεαλογικοί κατάλογοι ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τόν Δαυΐδ, καθώς ἐπίσης ἱστορικά γεγονότα παράλληλα μέ τά βιβλία τῶν Βασιλειῶν, καταγράφονται γεγονότα ἀπό τό Βασίλειο τοῦ Σολομῶντος καί παρουσιάζεται ἡ ὑπόλοιπη ἱστορία τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα. Αὐτά τά βιβλία δέν εἶναι συνέχεια τῶν βιβλίων τῶν Βασιλειῶν, ἀλλά κινοῦνται παράλληλα μέ αὐτά καί εἶναι αὐτοτελῆ βιβλία.
Τά ἑπόμενα ἱστορικά βιβλία τιτλοφοροῦνται «Α΄ καί Β΄ Ἔσδρας» καί «Νεεμίας» πού ἀναφέρονται στήν ἐπάνοδο τῶν Ἰουδαίων ἀπό τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία, ὅταν ἔζησαν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Περσῶν, τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Ρωμαίων. Στά βιβλία αὐτά παρουσιάζεται ἡ ἀνάδειξη τοῦ ζήλου τοῦ Ζοροβάβελ γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί τήν θρησκευτική ἀνόρθωση καί λατρευτική ἀναδιοργάνωση τῆς Ἰουδαϊκῆς Κοινότητας. Ὁ Ἔσδρας ἦταν Ἱερεύς καί ὁ Νεεμίας ἦταν ἐπιφανής Ἰσραηλίτης πού ἀναδείχθηκε Κυβερνήτης τῶν Ἰουδαίων μετά τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία.
Στήν κατηγορία τῶν ἱστορικῶν βιβλίων ὑπάγονται τά βιβλία μέ τίτλους «Τωβίτ», πού ἀναφέρεται στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ κατά τήν διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας στήν πόλη τῆς Ἀσσυρίας Νινευῆ καί δείχνει πῶς ὁ Θεός προνοεῖ γιά τόν λαό Του καί πῶς ὁ γάμος λαμβάνει τήν εὐλογία Του· ἡ «Ἐσθήρ», ἦταν Ἰουδαία Βασίλισσα, σύζυγος τοῦ Βασιλιᾶ τῆς Περσίας, καί ἡ ὁποία βοήθησε στήν μή ἐξόντωση τῶν Ἰουδαίων πού ζοῦσαν στά Περσικά Βασίλεια· καί ἡ «Ἰουδήθ», ἦταν μιά τολμηρή γυναίκα πού ἔσωσε τούς συμπατριῶτες της ἀπό τούς Ἀσσυρίους.
Ἀκόμη, στά ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης συγκαταλέγονται τά τρία βιβλία τῶν «Μακκαβαίων» καί σέ παράρτημα καί τό τέταρτο βιβλίο, οἱ ὁποῖοι Μακκαβαῖοι ἔδρασαν μετά τήν ἐπάνοδο τῶν Ἰουδαίων στήν Παλαιστίνη ἀπό τήν αἰχμαλωσία τους στούς Βαβυλωνίους.
Οἱ Μακκαβαῖοι ἀνῆκαν σέ μιά ἰουδαϊκή παράταξη κατά τόν 2ο αἰώνα π.Χ. μετά τήν ἐπιστροφή τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν ἐναντίον τῶν Σελευκιδῶν τῆς Συρίας, ἰδίως ἐναντίον τοῦ Ἀντιόχου Δ΄ τοῦ Ἐπιφανοῦς, ἀπό τούς διαδόχους τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Οἱ Μακκαβαῖοι ἀγωνίστηκαν γιά τήν πίστη τῶν Πατέρων τους, γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ Ναοῦ καί τήν καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Ἐγκαινίων.
Σέ ὅλα αὐτά τά βιβλία φαίνεται ὅτι ἡ ἱστορία συμπλέκεται πάντοτε μέ τήν θεολογία, ἀφοῦ ὁ Θεός, μέ τούς ἁγίους Του, διευθύνει τήν ἱστορία. Ὁ Θεός ἐνδιαφέρεται γιά τούς δικούς του ἀνθρώπους, ἀλλά χρειάζεται καί ἡ συνδρομή τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό, ὅταν διαβάζη κανείς αὐτά τά ἱστορικά βιβλία, ἐξάγει πολύτιμα συμπεράσματα γιά τήν ζωή του, διότι τά μηνύματα πού προέρχονται εἶναι διαχρονικά.
Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι ὅτι ὁ Θεός διευθύνει τήν ἱστορία πρός ἕναν σκοπό. Ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό καί ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά διευθύνεται ἀπό Αὐτόν. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπαναστατῆ, τότε ὁ Θεός μέ πολλούς τρόπους τόν ἐπαναφέρει στήν ὀρθή ὁδό. Ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό ἐπιφέρει μεγάλες καταστροφές στούς λαούς καί στούς ἀνθρώπους.
Ἀκόμη, φαίνεται καθαρά ἡ σχέση μεταξύ ἀρχόντων καί ἀρχομένων, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι ἐπιλέγουν ἡγέτες ἀνάλογα μέ τίς ἐπιθυμίες τους, καί στήν συνέχεια αὐτοί οἱ ἄρχοντες βασανίζουν τόν λαό.
Ἔπειτα, σέ ὅλα αὐτά τά βιβλία τονίζεται ἡ μεγάλη ἀξία καί ἡ δύναμη τῆς εὐσέβειας καί τῆς πίστεως στόν Θεό. Ὑπογραμμίζεται ἡ ἀξία τοῦ γάμου καί πῶς πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ζῆ στήν οἰκογένειά του, καί ἐπισημαίνεται ὅτι, ὅταν τηρῆ κανείς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε θά ἔχη προστάτη του τόν Θεό.
Ἐξαίρεται, ἐπί πλέον, ἡ πίστη τῶν Πατέρων μας στόν Θεό, οἱ προγονικές ἀξίες, ἡ ὑπακοή στίς παραδόσεις μας καί τελικά ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Μέ ὅλα αὐτά φαίνεται τό πῶς ὁ Θεός ἐργάσθηκε τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, πῶς μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἀγαποῦσαν τόν Θεό προῆλθε ὁ Χριστός, πῶς προετοιμάσθηκε ὁ λαός μέσα ἀπό διάφορες δοκιμασίες νά ἀναζητᾶ Λυτρωτή, πράγμα πού ἔγινε, γιατί οἱ αἰχμαλωσίες, οἱ διωγμοί, οἱ ἀποστασίες συνετέλεσαν στό νά διατηρῆται ἄσβεστος ὁ πόθος γιά τήν ἀναζήτηση καί τήν εὕρεση τῆς σωτηρίας.
Σήμερα ἑορτάζει ὁ Προφήτης Ἠλίας, ὁ ὁποῖος συγκαταλέγεται στήν κατηγορία τῶν Προφητῶν, τούς ὁποίους θά δοῦμε τήν ἄλλη Κυριακή, καί δείχνει αὐτό τό ἡρωικό πνεῦμα ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῶν πατρικῶν παραδόσεων καί τῆς πίστεως στόν προσωπικό Θεό ἐναντίον τῶν ἀρχόντων πού θέλουν νά ἀλλοιώσουν τήν πίστη τῶν Πατέρων. Οἱ ἀγῶνες τοῦ Προφήτη Ἠλία καί ἡ θεοπτία πού εἶχε ἐπάνω στό ὄρος Χωρήβ, δείχνουν τόν ἀγώνα ὅλων τῶν Δικαίων, ἐν ὀνόματι τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἐναντίον τῆς κάθε ἀποστασίας ἀπό τόν ζῶντα Θεό.
Αὐτά τά διδάγματα εἶναι ἐπίκαιρα καί γιά μᾶς τούς Χριστιανούς, διότι καί ἡ ἐποχή μας διακρίνεται γιά τήν ἀποστασία ἀπό τόν Θεό τῶν Πατέρων ἡμῶν.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
………………………………….
Τά Προφητικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
Μετά τά ἱστορικά βιβλία πού εἴδαμε στά προηγούμενα κηρύγματα εἶναι καί τά προφητικά βιβλία στήν Παλαιά Διαθήκη, τά ὁποῖα ἐγράφησαν ἀπό εὐλογημένους ἀνθρώπους πού ὀνομάστηκαν Προφῆτες. Ἐκτός τῶν Βασιλέων πού διοικοῦσαν πολιτικά τόν Ἰσραηλιτικό λαό καί τούς Ἀρχιερεῖς-Ἱερεῖς πού ἐπιτελοῦσαν τίς θρησκευτικές τελετές, ἦταν καί οἱ Προφῆτες, πού ἐπιτελοῦσαν θαυμαστά ἔργα.
Στήν Ἑβραϊκή γλώσσα Προφῆτες κατά πρῶτον, σημαίνει αὐτούς πού ὁμιλοῦν ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Δεύτερον, χαρακτηρίζει αὐτούς πού ὁμιλοῦσαν μέ ἔμπνευση καί ἐνθουσιασμό γιά τήν ἐπιστροφή στόν Θεό τῶν ἀνθρώπων πού εἶχαν ἀπομακρυνθῆ ἀπό Αὐτόν. Τρίτον, δηλώνει αὐτούς πού βλέπουν τόν Θεό, ἀλλά καί ὅλα τά μέλλοντα τά ὁποῖα ἐπρόκειτο νά συμβοῦν σέ Ἰσραηλίτες καί Ἐθνικούς, κυρίως ἔβλεπαν καί προέλεγαν τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ στόν κατάλληλο καιρό.
Μέ τίς τρεῖς αὐτές ἔννοιες οἱ Προφῆτες ἦταν οἱ «ὁρῶντες», οἱ «βλέποντες» τόν Θεό, εἶχαν ἐπικοινωνία μαζί Του καί προσεύχονταν λέγοντας: «Λάλει, Κύριε, ὅτι ὁ δοῦλος σου ἀκούει». Καί στήν συνέχεια, ὅταν λάμβαναν κάποιον λόγο ἀπό τόν Θεό, ὁμιλοῦσαν στόν λαό μέ τήν φράση: «Τάδε λέγει Κύριος».
Ἔτσι, οἱ Προφῆτες ἐπιτελοῦσαν ἕνα μεγάλο ἔργο, ἤτοι δίδασκαν τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό καί τήν καθαρή λατρεία σέ Αὐτόν, ἤλεγχαν τήν διαφθορά τῶν ἀρχόντων, μιλώντας γιά δικαιοσύνη. Ἔτσι, τό ἔργο τους ἦταν θεολογικό, κοινωνικό καί πολιτικό. Ἀκόμη, ἐπιτελοῦσαν τό ἔργο τους μέ παρρησία, θάρρος, δύναμη, πρός τούς ἄρχοντες, στόν λαό, τούς ἱερεῖς, καί τό ἔκαναν χωρίς δειλία καί κολακεία. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Προφῆτες τελείωσαν τήν ζωή τους μέ μαρτυρικό θάνατο.
Προφῆτες ἦταν ὅλοι οἱ δίκαιοι πού εἶχαν καθαρό νοῦ καί ἔβλεπαν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό διαβάζουμε στόν Ἀδάμ, τόν Νῶε, τόν Ἀβραάμ, τόν Ἰσαάκ, τόν Ἰακώβ, τόν Μωϋσῆ, τόν Σαμουήλ, τόν Δαυΐδ, ὁ ὁποῖος ἦταν συγχρόνως καί Βασιλεύς. Σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἐμφανίζονται οἱ Προφῆτες, ὡς ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι μᾶς ἄφησαν συγγράμματα πού ἐκτείνονται ἀπό τό 800 π.Χ. μέχρι τό 400 π.Χ., γιατί μετά σταμάτησε τό εἶδος τῶν προφητειῶν, καί ὅλοι ἀνέμεναν τήν ἐκπλήρωση τῶν προφητειῶν μέ τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ἀπό τό 400 π.Χ. μέχρι τήν ἐποχή πού ἦλθε ὁ Χριστός ὑπῆρχε ἔλλειψη Προφητῶν, χωρίς νά ἐλλείπη ἡ προφητεία ὡς μελέτη τῶν Προφητῶν καί ὡς πόθος γιά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.
Τά προφητικά βιβλία πού περιλαμβάνονται στήν Παλαιά Διαθήκη ἀναφέρονται στούς τέσσερεις μεγάλους Προφῆτες καί στούς δώδεκα μικρούς Προφῆτες. Λέγονται μεγάλοι καί μικροί, ὄχι ἀπό πλευρᾶς μεγαλύτερης ἤ μικρότερης προφητείας, ἀλλά ἀπό πλευρᾶς ἐκτάσεως τῶν βιβλίων τους. Οἱ τέσσερεις μεγάλοι Προφῆτες, τῶν ὁποίων τά συγγράμματα περιλαμβάνονται στήν Παλαιά Διαθήκη, μέ χρονική σειρά εἶναι ὁ Ἡσαΐας, ὁ Ἱερεμίας, ὁ Ἰεζεκιήλ καί ὁ Δανιήλ. Θά γίνη μιά σύντομη ἀναφορά στό πότε ἔζησαν αὐτοί οἱ μεγάλοι Προφῆτες καί ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῶν προφητικῶν βιβλίων τους.
Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας γεννήθηκε κατά πᾶσαν πιθανότητα τό 765 π.Χ., καταγόταν ἀπό ἀριστοκρατική οἰκογένεια τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα, ἦταν ἔγγαμος καί πατέρας δύο ἀρσενικῶν παιδιῶν. Κλήθηκε στό προφητικό ἔργο μέ θεῖο ὅραμα καί αὐτό ἔγινε ἀπό τόν Θεό γιά νά ἀναγγείλη τήν καταστροφή τῶν δύο Βασιλείων, δηλαδή τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἰσραήλ, λόγῳ τῆς ἀσέβειάς τους.
Οἱ λόγοι του ἦταν ἀποκαλύψεις, ἐλεγεῖες, ἀρές, ἄσματα. Εἶναι ὁ Προφήτης μέ τίς περισσότερες προφητεῖες γιά τόν Χριστό, γι’ αὐτό ὀνομάσθηκε ὡς ὁ μεγαλοφωνότατος τῶν Προφητῶν καί ὡς «πέμπτος εὐαγγελιστής». Τό βιβλίο του διαιρεῖται σέ δύο μέρη, στό πρῶτο μέρος καταγράφεται ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ στίς ἀπειλές καί στό δεύτερο μέρος καταγράφεται ἡ παρηγοριά καί ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας γεννήθηκε κατά πᾶσαν πιθανότητα τό 650 π.Χ. στήν μικρά κώμη τῆς φυλῆς τοῦ Βενιαμίν Ἀναθώθ. Ἀνατράφηκε σέ ἱερατική οἰκογένεια, ὁ πατέρας του ἦταν ἱερεύς καί μελετοῦσε τούς προηγουμένους Προφῆτες, ὅπως τόν Ἡσαΐα καί τόν Ὠσηέ. Σέ ἡλικία περίπου 23-25 ἐτῶν κλήθηκε ἀπό τόν Θεό στό προφητικό ἔργο. Στήν ἀρχή ἀρνήθηκε προβάλλοντας τίς ἀσθενικές του δυνάμεις καί ὕστερα ὑπήκουσε μέ τήν ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ. Ἔδρασε περίπου 40 ἔτη.
Τό βιβλίο του διαιρεῖται σέ τρία μεγάλα τμήματα. Στό πρῶτο τμῆμα ὁμιλεῖ συνεχῶς καί προτρέπει γιά μετάνοια καί ἀπειλεῖ αὐτούς πού δέν θά μετανοήσουν· στό δεύτερο τμῆμα καταγράφονται προφητεῖες κατά τῶν ἐθνικῶν λαῶν· καί στό τρίτο τμῆμα, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας τῶν Ἰουδαίων καί τῆς ἅλωσης καί καταστροφῆς τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τούς Βαβυλωνίους, ἀνεφέρει ἀπειλητικούς λόγους κατά τῶν πολιτικῶν καί θρησκευτικῶν ἀρχηγῶν καί κατά τῶν ψευδοπροφητῶν· ἀναφέρει προφητεῖες γιά τόν Χριστό, τήν ἀποκατάσταση τοῦ Ἰσραήλ, τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς Ἱερουσαλήμ καί γιά τά γεγονότα τῆς ζωῆς του μετά τήν ἅλωση καί τήν ἀπαγωγή του στήν Αἴγυπτο. Ἐπίσης, ὑπάρχει καί τό βιβλίο «Θρῆνοι Ἱερεμίου» καί ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἱερεμίου.
Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ ἀνήκει σέ ἱερατική οἰκογένεια καί ἦταν σύγχρονος τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου. Ἦταν τριάντα ἐτῶν ὅταν ἐκλήθη ἀπό τόν Θεό στό προφητικό ἀξίωμα, τό ὁποῖο ἄσκησε γιά 22 χρόνια μέχρι τό 570 π.Χ περίπου. Ἦταν ἔγγαμος καί ἡ γυναίκα του ἀπέθανε τήν ἡμέρα πού καταλήφθηκε ἡ Ἱερουσαλήμ ἀπό τούς Βαβυλωνίους. Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ πέθανε στήν Βαβυλώνα, κατά τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία, καί σύμφωνα μέ κάποια Ἰουδαϊκή παράδοση ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο ἀπό κάποιον Ἰουδαῖο ἄρχοντα, ἐπειδή ὁ Προφήτης ἦταν προασπιστής τῶν δικαίων τοῦ λαοῦ.
Τό βιβλίο του διακρίνεται σέ τρία τμήματα. Στό πρῶτο τμῆμα καταγράφονται ἀπειλές κατά τῆς Ἰουδαίας καί τῆς Ἱερουσαλήμ· στό δεύτερο τμῆμα καταγράφονται προφητεῖες κατά τῶν γειτονικῶν Ἐθνῶν· καί στό τρίτο τμῆμα καταγράφονται προφητεῖες γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ Ἰσραήλ. Εἶναι καταπληκτικά δύο ὁράματα πού καταγράφονται στό βιβλίο, τό πρῶτο στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου καί τό δεύτερο στό τέλος του.
Ὁ Προφήτης Δανιήλ γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη ἀπό ἐπιφανῆ Ἰουδαϊκή οἰκογένεια στίς ἀρχές τοῦ 7ου αἰῶνος π.Χ. καί ἐνῶ ἦταν νέος ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτος στήν Βαβυλώνα ἐπί ἐποχῆς Ναβουχοδονόσορος τοῦ Β΄, λόγῳ τῶν σωματικῶν καί πνευματικῶν χαρισμάτων του προσλήφθηκε στήν βασιλική αὐλή, μέ τούς τρεῖς παῖδες, καί ἔτυχε μορφώσεως. Ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα ἐξηγήσεως δύο ὀνείρων τοῦ Ναβουχοδονόσορος καί προήχθη σέ ὑψηλό βασιλικό ἀξίωμα, καί δίδαξε τόν Βασιλιά γιά τόν ἕνα καί μοναδικό Θεό. Ἔμεινε στήν ἐξουσία καί ἐπί βασιλείας Δαρείου, ἀλλά λόγῳ ζηλοτυπίας ἐξεδόθη διάταγμα νά ριφθῆ στόν λάκκο τῶν λεόντων, ἀλλά ὁ Θεός τόν ἔσωσε. Κατά τήν διάρκεια τῆς Βαβυλώνειας αἰχμαλωσίας ὁ Προφήτης Δανιήλ ἦταν προστάτης τῶν Ἰουδαίων στήν Βαβυλώνα, ὅπως ἦταν ὁ Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο.
Τό βιβλίο τοῦ Προφήτου Δανιήλ ἔχει ὡς θέμα τήν μοναδικότητα τοῦ Θεοῦ τῶν Ἰσραηλιτῶν καί τήν ἀνωτερότητά του πάνω ἀπό τούς ἄλλους θεούς τῶν εἰδωλολατρῶν, καί διαιρεῖται σέ δύο τμήματα. Τό πρῶτον εἶναι τό ἱστορικό, στό ὁποῖο καταγράφονται μερικά γεγονότα ἀπό τήν ζωή του στήν αὐλή τοῦ Ναβουχοδονόσορος τοῦ Β΄ καί στό δεύτερο τμῆμα τοῦ βιβλίου ἐκτίθενται τέσσερα ὁράματα.
Πέρα ἀπό τούς τέσσερεις αὐτούς μεγάλους Προφῆτες, στήν Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνονται καί τά βιβλία τῶν μικρῶν λεγομένων Προφητῶν, ὄχι ἀπό πλευρᾶς ποιότητας ἤ πληρότητας προφητείας, ἀλλά ἀπό πλευρᾶς ἐκτάσεως τῶν βιβλίων. Ἁπλῶς θά ἀναφερθοῦν τά ὀνόματά τους χωρίς νά γίνη σχολιασμός τῶν βιβλίων. Εἶναι οἱ ἑξῆς: Ὡσηέ, Ἀμώς, Μιχαίας, Ἰωήλ, Ὀβδιοῦ, Ἰωνᾶς, Ναούμ, Ἀββακούμ, Σωφονίας, Ἀγγαῖος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας.
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ Προφῆτες προετοίμαζαν τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καί ὁμιλοῦσαν γι’ αὐτήν, γι’ αὐτό στήν Ἐκκλησία, στά Εὐαγγέλια, στίς ἱερές ἀκολουθίες καί στά τροπάρια ἀναφέρονται πολλές προφητεῖες τους καί γιά μᾶς εἶναι οἱ πρόγονοι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι, ὁ λόγος τους μᾶς ἐνδιαφέρει πολύ.
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός στήν διδασκαλία Του πολλές φορές ἀναφέρεται στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία Του, καί μάλιστα στούς Μακαρισμούς, ὡς τόν τελευταῖο Μακαρισμό εἶπε: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσι καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἔνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γάρ ἐδίωξαν τούς προφήτας τούς πρό ὑμῶν» (Ματθ. ε΄, 11-12). Καί πιό κάτω εἶπε: «Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τόν νόμον ἤ τούς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλά πληρῶσαι» (Ματθ. ε΄, 17). Καί ἀργότερα εἶπε: «Ἀμήν γάρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοί προφῆται καί δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἅ βλέπετε, καί οὐκ εἶδον, καί ἀκοῦσαι ἅ ἀκούετε, καί οὐκ ἤκουσαν» (Ματθ. ιγ΄, 17). Καί οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἐπικαλοῦνται τούς λόγους τῶν Προφητῶν.
Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο τιμοῦμε στήν Ἐκκλησία τίς μνῆμες τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
Γραπτὰ κηρύγματα
Υποβλήθηκε στις 21 Ιουλίου, 2025 στις 12:16 μμ και βρίσκεται κάτω από Χωρίς κατηγορία.
.
Μπορείς να παρακολουθείς τα σχόλια για το άρθρο χρησιμοποιώντας RSS 2.0 τροφοδότης (feed).
Μπορείς να πας στο τέλος και να αφήσεις σχόλιο. Το Pinging προσωρινά δεν επιτρέπεται.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.