kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Εισαγωγή στην Αγία Γραφή. Η Πεντάτευχος. Τα ιστορικά και Προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης

Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Ιουλίου, 2025

ΑΚΤΙΝΕΣ: Μητροπολίτης Γόρτυνος Ἰερεμίας, Ὀρθόδοξη μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς

Εἰσαγωγή στήν Ἁγία Γραφή

Στά φετινά Κυριακάτικα κηρύγματα τοῦ Καλοκαιριοῦ θά ἀναλυθοῦν μέ σύντομο τρόπο ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη, οὐσιαστικά θά γίνη μιά μικρή προσέγγιση ἤ μιά μικρή γνωριμία μαζί της, ὥστε νά δοθῆ ἡ δυνατότητα καί νά δημιουργηθῆ ὁ ζῆλος σέ μερικούς νά διαβάσουν ἀκόμη πε­ρισ­σότερο τήν Ἁγία Γραφή.

Στό σημερινό σύντομο κήρυγμα θά γίνη μιά μικρή εἰσα­γωγή στήν Ἁγία Γραφή.

Ὅταν ὁμιλοῦμε γιά τήν Ἁγία Γραφή, ἐννοοῦμε τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη. Πρόκειται γιά τήν συμφωνία-διαθήκη πού συνῆψε ὁ Θεός τήν Παλαιά ἐποχή, δηλαδή πρό Χριστοῦ, μέ τόν Ἑβραϊκό λαό, καί τήν συμφωνία-διαθήκη πού συνῆψε ὁ Χριστός μέ τόν νέο λαό, τόν ἐξ Ἑβραίων καί Ἐθνικῶν, τόν λε­γόμενο Χριστιανικό λαό.

Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐπικοινωνεῖ ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ χωρίς Σῶμα-Σάρκα, ἀφοῦ ἀκόμη δέν εἶχε ἐνανθρωπήσει, μέ τόν Ἑβραϊκό-Ἰσραηλιτικό λαό, διά τῶν Προφητῶν καί Δι­καίων, καί στήν Καινή Διαθήκη ἐπικοινωνεῖ ὁ Σεσαρκωμένος Λόγος μέ τόν νέο λαό Του, διότι ἐν τῷ μεταξύ ἐνηνθρώπησε. Ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώ­πινη φύση, δίδαξε, θαυμα­τούρ­γησε, ἔπα­θε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στούς οὐρα­νούς καί ἔστειλε τό Ἅγιον Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντη­κοστῆς, ὥστε ἡ Ἐκκλησία πού ὑπῆρχε στήν Παλαιά Διαθήκη νά γίνη Σῶμα Του.

Ὅπως εἶναι φυσικό, ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ἐπανέφερε ὅλους, ὅσοι πιστεύουν σέ Αὐτόν, στόν Θεό, καί τούς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν δουλεία στήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Γιά νά γίνη αὐτό ἔπρεπε νά προετοιμασθῆ ἕνας λαός, ὁ Ἑβραϊ­κός-Ἰσραηλιτικός λαός καί ἀποδείχθηκε ὅτι προε­τοιμάσθηκε καλύτερα. Ἔτσι, ὅλη ἡ ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Δια­θήκης εἶναι προετοιμασία τοῦ λαοῦ γιά νά ἐνανθρωπήση ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι βρέθηκε ἡ κα­τάλληλη γυναίκα ἀπό τήν ὁποία ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, δηλαδή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.

Αὐτό εἶναι σημαντικό καί φαίνεται σέ πολλά χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης, στά ὁποῖα ἀναφέρονται οἱ προφητεῖες τῶν γεγονότων πού θά γίνονταν ἀργότερα καί πῶς ἐκπληρώθηκαν. Κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο ὅλα στήν Παλαιά Δια­θήκη ἐλέχ­θησαν «αἰνιγματικά», καί στήν Καινή Διαθήκη φανε­ρώθηκαν. Ἀκόμη, τό ἔργο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν νά δη­μιουργήση τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ τό ἔργο τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι νά κάνη τόν ἄνθρωπο ἄγγελο.

Ὁ Θεός ὁμιλοῦσε διά μέσου τῶν αἰώνων σέ ἁγίους ἀν­θρώπους, οἱ ὁποῖοι μετέ­φεραν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέ προφορικό καί γραπτό λόγο. Ὁ γραπτός λόγος ὀνο­μάστηκε Γραφή καί Γραφές ἀπό τόν Ἴδιο τόν Χριστό: «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς Γραφαῖς;» (Ματθ. κα΄, 42). Ἀλλοῦ ὀνομάστηκαν «Ἱερά γράμματα» (Β΄ Τιμ. δ΄, 15). Στήν Παλαιά Διαθήκη ὀνομάστηκαν «Βίβλοι» (Δανιήλ θ΄, 2), «βιβλία τά ἅγια» (Μακ. ιβ΄, 9), «Ἱερά Βίβλος» (Β΄ Μακ. η΄, 23).

Ὅπως ἀναφέρθηκε, ἡ Ἁγία Γραφή διαιρεῖται σέ δύο μεγάλα μέρη. Τό πρῶτο μέρος λέγεται Παλαιά Διαθήκη καί ἀποτελεῖται ἀπό 49 βιβλία, καί περιγράφουν τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τήν πτώση του, μέχρι τήν ἔλευ­ση τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα τά βιβλία αὐτά ἐγράφησαν πρω­το­τύπως στήν ἑβραϊκή γλώσσα καί τόν 3ο αἰώνα π.Χ. μετα­φρά­στηκαν στά ἑλληνικά γιά τήν χρήση τῶν Ἑβραίων ἑλληνιστῶν πού κατοι­κοῦσαν στήν Ἀλεξάνδρεια.

Τά μεταφρασμένα αὐτά κείμενα στήν ἑλληνική γλώσσα ἔχουν μεγάλη σημασία, γιατί αὐτῶν τῶν κειμένων ἔκαναν χρήση ὁ Χριστός καί οἱ Ἀπό­στολοι, ἀλλά καί αὐτά τά κείμενα χρησιμο­ποιοῦμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί καί λέγονται κείμενα τῶν ἑβδο­μήκοντα, πού ἦταν οἱ μεταφραστές. Αὐτά τά κείμενα χρησιμο­ποιοῦμε στήν λατρεία τῆς Ἐκκλη­σίας μας ὅσες φορές δια­βά­ζουμε ἀποσπάσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.

Τά 49 αὐτά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού χρησιμο­ποιοῦμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθό­δοξοι διαιροῦνται σέ τρεῖς μεγάλες ἑνό­τητες.

Πρῶτον, εἶναι τά ἱστορικά βιβλία πού περιγράφουν τήν ἱστορία τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ ἀπό τόν ὁποῖο προῆλθε ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος ἔγινε κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί γι’ αὐτό αὐτή ἡ ἱστορία εἶναι προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ. Τά ἱστορικά βιβλία εἶναι: Ἡ Πεντάτευχος, δηλαδή πέντε βιβλία (Γένεση, Ἔξοδος, Λευιτικό, Ἀριθμοί, Δευτε­ρονόμιο), ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Κριταί, Ρούθ, τέσσερα βιβλία τῶν Βασιλειῶν πού περι­γράφουν τήν πε­ρίοδο τῶν Βασιλέων, δύο βιβλία Παραλειπομένων, Ἔσδρας, Νεεμίας, Ἐσθήρ, Τωβίτ, Ἰουδήθ, τρία βιβλία τῶν Μακκαβαίων.

Δεύτερον, εἶναι τά  Προφητικά βιβλία πού εἶναι βιβλία τῶν Προφητῶν, δηλαδή Ἡσαΐας, Ἱερεμίας, Ἰεζεκιήλ, Δανιήλ, δώδεκα μικροί Προφῆτες, ἤτοι Ὡσηέ, Ἀμώς, Μι­χαίας, Ἰωήλ, Ὀβδιοῦ, Ἰωνᾶς, Ναούμ, Ἀββακούμ, Σωφονίας, Ἀγγαῖος, Ζα­χαρίας, Μα­λαχίας. Οἱ Προφῆτες ἦταν ἅγιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν στήν Θεοπτία, εἶδαν τόν Ἄσαρκο Λόγο καί μετέφεραν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στόν λαό.

Τρίτον, εἶναι τά ποιητικά-σοφιολογικά βιβλία, καί σέ αὐ­τά περιλαμβάνονται οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαυΐδ, ὁ Ἰώβ, οἱ Παροιμίες τοῦ Σολομῶντος, ὁ Ἐκκλησιαστής, τό Ἆσμα Ἀσμάτων, ἡ Σοφία Σολομῶντος, ἡ Σοφία Σειράχ.

Αὐτή ἡ διαίρεση τῶν βιβλίων σέ ἱστορικά, προφητικά καί ποιητικά δέν εἶναι ἀπόλυτη, γιατί καί τά ἱστορικά ἔχουν προφητεῖες καί ποί­η­ση, ὅπως αὐτό γίνεται καί μέ τά προφητικά καί ποιητικά, δηλαδή ὅλα τά βιβλία ἔχουν μαζί ἱστορία, προφητεία, ποίηση. Πάντως, αὐτή ἡ συμβατική διαίρεση ἀναφέρεται στήν διαίρε­ση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀπό ἀπόψεως ἀναβάσεως στόν Θεό, δείχνει μιά πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό.

Τά 27 βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης διαιροῦνται σέ τέσ­σερες κατηγορίες.

Πρῶτον, εἶναι τά τέσσερα Εὐαγγέλια, τοῦ Ματθαίου, τοῦ Μάρκου, τοῦ Λουκᾶ, τοῦ Ἰωάννου, πού μᾶς παρουσιάζουν μερι­κά ἀπό ὅσα εἶπε, ἔκανε καί ἔπαθε ὁ Χριστός. Δέν εἶναι πλήρης βιο­γραφία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά Τόν ὁμολογοῦν ὡς Θεό.

Δεύτερον, εἶναι οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» πού κατα­γράφουν τήν πρώτη ζωή τῆς Ἐκκλησίας μετά τήν Πεντηκοστή καί τό πῶς ἡ Ἐκκλησία ἐπεκτάθηκε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα ἕως τήν Ρώμη, τήν Πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους.

Τρίτον, εἶναι οἱ Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων (Παύλου, Πέ­τρου, Ἰωάννου καί τῶν Ἀδελφοθέων Ἰακώβου καί Ἰούδα), στίς πρῶ­τες Ἐκκλησίες πού ἱδρύθηκαν καί ἤθελαν βοήθεια στά πρῶτα βή­ματα τῆς ζωῆς τους.

Τέταρτον, εἶναι τό βιβλίο τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τήν ὁποία ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ εἶδε στήν Πάτμο καί δείχνει τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί πέρα ἀπό αὐτήν, τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας στήν οὐράνια Βα­σιλεία.

Αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένως εἶναι μιά μικρή εἰσα­γω­γή στά βιβλία τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, αὐτῆς πού ὀνομάζεται Ἁγία Γραφή ἤ Βίβλος, πού θά δοῦμε ἀναλυτικότερα στά φετινά κηρύγματα. Εἶναι ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀρχίζει ἀπό τήν δη­μιουργία τοῦ κόσμου μέχρι τήν ζωή μετά τήν Δευτέρα Παρου­σία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἱερά ἱστορία πρό καί μετά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καί μετά ἀπό αὐτήν.

Θά μᾶς δοθῆ ἡ δυνατότητα στά κηρύγματα αὐτά τοῦ Καλοκαιριοῦ νά ὀσφραν­θοῦμε λίγο τήν ἀγά­­πη τοῦ Θεοῦ πού ἔκανε τά πάντα γιά μᾶς, ὥστε νά δείξουμε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας σέ Αὐτόν.

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

………………………………………………

Ἡ Πεντάτευχος

Τά πρῶτα πέντε βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί γενικά τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὀνομάζονται «Πεντάτευχος» καί ἐννοεῖται «Πεντάτευχος Βίβλος», ἀπό τόν 2ο αἰώνα μ.Χ. ἀπό τούς Ἑλληνες καί Χριστιανούς.

Στήν Ἑβραϊκή περίοδο τά βιβλία αὐτά λέγονται «νόμος Μωϋσέως» ἤ «βιβλίον τοῦ νόμου Μωϋσέως», διότι δόθηκαν ἀπό τόν Θεό στόν Μωϋσῆ, ὥστε μέ αὐτόν τόν νόμο νά καθοδηγῆ τόν λαό Του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός θεωρεῖ ὅτι ὁ συγγραφεύς ἦταν ὁ Μωϋσῆς, γι’ αὐτό σέ συνομιλία πού εἶχε μέ τούς Ἑβραίους τῆς ἐποχῆς του εἶπε: «Εἰ γάρ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἄν ἐμοί· περί γάρ ἐμοῦ ἐκεῖνος ἔγραψεν» (Ἰω. ε΄, 46).

Τά πέντε αὐτά βιβλία εἶναι: Γένεσις, Ἔξοδος, Λευιτικόν, Ἀριθμοί καί Δευτερονόμιον.

Εἰδικότερα τό βιβλίο «Γένεσις» παρουσιάζει τά γεγονότα ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τήν πτώση του, τήν ἔξοδό του ἀπό τόν Παράδεισο μέχρι τήν κατοίκηση τοῦ Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο μέ τούς ἀδελφούς του καί ὅλη τήν παροικία τοῦ πατρός του, τήν τελευτή τοῦ Ἰωσήφ καί τόν ἐνταφιασμό του στήν Αἴγυπτο.

Τό βιβλίο «Ἔξοδος» περιγράφει τά σχετικά μέ τήν προετοιμασία τῶν Ἑβραίων γιά νά ἐξέλθουν ἀπό τήν Αἴγυπτο μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Μωϋσῆ, τά γεγονότα τῆς ἐξόδου, τήν περιπλάνησή τους στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ καί τήν παραλαβή τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν Μωϋσῆ καί τήν ἵδρυση τῆς σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου.

Τό βιβλίο «Λευιτικόν» περιέχει τίς θυσίες, τίς ἑορτές, τά εἴδη τῶν καθαρισμῶν καί γενικά ὅ,τι ἀφορᾶ τούς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι μέλη τῆς φυλῆς τοῦ Λευί, ἀπό τούς ὁποίους ἔλαβε τό ὄνομα. Στό βιβλίο παρουσιάζονται ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τήν καθιέρωση τοῦ ἀρχιερέως Ἀαρών καί τῶν υἱῶν του καί περιέχει ὅλες τίς τελετουργικές διατάξεις πού ἔχουν ἐμπιστευθῆ στούς Λευίτας-Ἱερεῖς.

Τό βιβλίο «Ἀριθμοί» ἔχει αὐτήν τήν ὀνομασία, διότι στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου γίνεται ἀρίθμηση τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά φέρουν ὅπλα, καί τῶν Λευιτῶν μετά τήν νομοθεσία στό Σινᾶ, ἐπίσης γίνεται νέα ἀρίθμηση τοῦ Θεοκρατικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ στρατοῦ. Παρουσιάζεται ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπό τούς πρόποδες τοῦ ὄρους Σινᾶ μέχρι τίς στέππες τῆς Μωάβ, ἀνατολικά τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας. Δηλαδή, περιλαμβάνεται ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ στήν πορεία του πρός τήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας γιά 39 χρόνια.

Τό βιβλίο «Δευτερονόμιον» εἶναι τρόπον τινά ὁ δεύτερος νόμος, δηλαδή ἡ ἀνακεφαλαίωση ὅλων τῶν νομοθετημένων καί πεπραγμένων. Ἰδιαίτερα παρουσιάζει τούς τρεῖς λόγους πού ἀπηύθυνε ὁ Μωϋσῆς στούς Ἑβραίους στίς στέππες τῆς Μωάβ, κατά τό 40ό ἔτος ἀπό τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο, καί εἶναι ὁ ἱστορικός ἐπίλογος τῆς Ἐξόδου καί τῆς περιπλανήσεώς τους στήν ἔρημο καί τόν θάνατο τοῦ Μωϋσῆ. Καταλήγει μέ τήν ὠδή τοῦ Μωϋσέως: «Πρόσεχε οὐρανέ καί λαλήσω».

Γενικά, τό περιεχόμενο τῆς Πεντατεύχου εἶναι ἡ ἱστορία ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πτώση καί ἡ ἔξοδός του ἀπό τόν Παράδεισο, ὁ κατακλυσμός καί ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε, ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού ἐκδηλώνεται μέ τήν φανέρωση τοῦ Κυρίου τῆς Δόξης στούς Πατριάρχες (Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, Ἰακώβ), ἡ ἔξοδος τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἡ παράδοση τοῦ Νόμου στόν Μωϋσῆ, καί ἡ πορεία τους πρός τήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Οὐσιαστικά εἶναι ἡ ἐπίσημη ἀνάδειξη τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ὡς τοῦ περιούσιου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀπό τόν ὁποῖο θά προερχόταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Ἐξωτερικά φαίνεται ὅτι ἡ Πεντάτευχος εἶναι ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ-Ἑβραϊκοῦ λαοῦ καί εἶναι ἡ ἐθνική τους ἱστορία. Αὐτό εἶναι ἐν μέρει ἀληθές, γιατί στήν πραγματικότητα εἶναι κατ’ ἀρχάς ἡ παγκόσμια ἱστορία καί ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ.

Ὅπως εἴδαμε, τό πρῶτο βιβλίο ἀρχίζει μέ τήν δημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί τήν πτώση του. Αὐτό συνίσταται στήν ἀρχή τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Ὅμως, ἀμέσως φαίνεται καί ἡ διαίρεση τῶν φυλῶν καί ἡ ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν ζῶντα Θεό καί τήν λατρεία τῶν εἰδώλων. Συγχρόνως, ἐκδηλώνεται καί ἡ ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού ἀναλαμβάνει τήν προετοιμασία τοῦ λαοῦ γιά τήν ἐνανθρώπησή Του.

Φαίνεται, πάντως, ὅτι καλύτερα ἀπό ὅλες τίς φυλές ἑτοιμάσθηκε ὁ Ἑβραϊκός-Ἰσραηλιτικός λαός, καί αὐτό ὀφείλεται στούς Θεόπτες Πατριάρχες, ἀφοῦ ὁ Ἀβραάμ καί ἔπειτα ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ εἶδαν τόν Κύριο τῆς Δόξης, τόν Ἄσαρκο Λόγο καί ἔφθασαν στήν θεοπτία, διά τῆς θεώσεώς τους. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ ἄλλοι λαοί λάτρευαν τούς ψεύτικους θεούς, τά εἴδωλα, αὐτοί πίστευαν καί λάτρευαν τόν ἀληθινό Θεό.

Αὐτό φάνηκε καί ἀργότερα μέ τήν ἐμφάνιση μεγάλων Προφητῶν, ὅπως τοῦ Μωϋσῆ πού ἔφθασε νά δῆ στό Σινᾶ τόν Κύριο τῆς Δόξης, νά παραμείνη σαράντα ἡμέρες καί νύκτες στό Φῶς, νά λάβη τόν Νόμο, καί ἀργότερα ἐμφανίσθηκαν ἄλλοι μεγάλοι Προφῆτες• νά μνημονεύσουμε τόν Δαυίδ, τόν Ἡσαΐα, τόν Ἠλία καί ἄλλους.

Ὅταν διαβάζη κανείς τήν ἀρχαία ἑλληνική ἱστορία μέ τό Δωδεκάθεο, τόν μυστικισμό, τούς φιλοσόφους, ἀλλά καί τίς ἀνατολικές Θρησκεῖες, καί συγκρίνη αὐτά μέ τήν ἰστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καταλαβαίνει τό πόσο καλά προετοιμάσθηκε ὁ Ἰσραηλιτικός λαός γιά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Χριστός μέ τήν διδασκαλία Του καί τό ἔργο Του ἀναφέρεται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, οἱ Ἑβραῖοι τόν ἐσταύρωσαν, ὁπότε αὐτή ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασε στούς ἐξ Ἐθνῶν Χριστιανούς, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ: «Ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τούς καρπούς αὐτῆς» (Ματθ. κα΄, 43). Ἔτσι, τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἐθνικό, ἀλλά σωτήριο καί παγκόσμιο.

Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική ἡ Πεντάτευχος συμπληρώθηκε ἀπό τόν Χριστό ἐπάνω στό Ὄρος τῶν Μακαρισμῶν, ὁ Ἴδιος πέθανε στόν Σταυρό καί ἀναστήθηκε, ἔδωσε νέες λατρευτικές διατάξεις, παρέδωσε νέο ὑπέρτερο Νόμο, ἡ Ἐκκλησία τῶν Θεοπτῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔγινε «Σῶμα Χριστοῦ» καί «κοινωνία θεώσεως», μέσα στήν Ἐκκλησία τελοῦνται νέα Μυστήρια μέ μεγαλύτερη δύναμη, θεσπίσθηκαν νέες λατρευτικές διατάξεις καί ἡ Ἐκκλησία ἀπαρτίζεται ἀπό μέλη διαφόρων φυλῶν καί Ἐθνῶν.

Ἑπομένως, ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ὅπως τήν παρουσιάζουν τά βιβλία τῆς Πεντατεύχου, εἶναι ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἔθεσαν στήν λατρεία νά διαβάζονται διάφορα ἀναγνώσματα ἀπό τήν Πεντάτευχο, ὅπως καί ἀπό ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί τά ἑρμηνεύουν μέσα ἀπό τήν θεολογία πού μᾶς ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός στήν Καινή Διαθήκη.

Ἔτσι, ἐμεῖς ὁ Χριστιανικός λαός, πού ἀποτελεῖται ἀπό ὅλα τά Ἔθνη καί τίς φυλές, εἴμαστε ὁ νέος Ἰσραήλ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί δοξάζουμε τόν Θεό πού μᾶς δημιούργησε, καί μετά τήν πτώση μας μᾶς ἀναδημιούργησε μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας.

Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

……………………………………………

Τά ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Στά κηρύγματα τῶν Κυριακῶν τοῦ φετινοῦ Καλοκαιριοῦ ἀνα­φερόμαστε στά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἤδη κάναμε λόγο γιά τήν «Πεντάτευχο» τοῦ Μωϋ­σέως καί σήμερα θά μιλήσουμε γιά τά ὑπόλοιπα ἱστορικά βιβλία, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν μιά ἑνότητα μεταξύ τους στήν Παλαιά Διαθήκη. Σέ αὐτήν τήν ἑνότητα συμπεριλαμβάνονται τά βι­βλία: Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Κριταί, Ρούθ, Α΄ ἕως Δ΄ Βασιλειῶν, Α΄ καί Β΄ Παρα­λειπομένων, Α΄ καί Β΄ Ἔσδρας, Νεεμίας, Τωβίτ, Ἰουδήθ, Ἐσθήρ καί Α΄ ἕως Γ΄ Μακκαβαίων.

Στά βιβλία αὐτά περικλείεται μιά μεγάλη χρονική περίοδος, ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μωϋσέως, πού συνέβη τόν 13ο αἰώνα π.Χ., καί ἐπεκτείνεται μέχρι τόν 2ο αἰώνα π.Χ. μέ τήν ἐξέγερση τῶν Μακκαβαίων, δηλαδή ἀναφέρεται σέ 11 αἰῶνες ἱστορίας τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ὅπως ἀντιλαμβάνεται κανείς, δέν μπορεῖ νά γίνη μιά ἀναλυτική ἀναφορά, ἀλλά θά τονισθοῦν μέ συντομία ἐνδιαφέροντα σημεῖα, γιά νά ἔχουμε μιά γενική γνωριμία μέ τά βιβλία αὐτά.

Τό βιβλίο «Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ» περιέχει τήν κατάκτηση μεγάλου μέρους τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, στήν Παλαιστίνη, μετά τήν πορεία τοῦ λαοῦ διά τῆς ἐρήμου, ἀπό τήν Αἴγυπτο, καί τήν διανομή ὅλης τῆς Παλαιστίνης στίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ.

Τό βιβλίο «Κριταί» ἀναφέρεται στήν περίοδο τῶν Κρι­τῶν, οἱ ὁποῖοι κυριάρχησαν στόν Ἰσραήλ ἀπό τόν θάνατο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ μέχρι τήν ἐγκα­θί­δρυση τῶν Βασιλέων. Ὁ Θεός ἀπο­στέλλει κατά καιρούς τούς ἀνθρώπους Του- τούς Κριτές πού ἐπαναφέ­ρουν τούς Ἰσραηλίτες στόν Θεό καί τούς διευθύνουν μέ τίς ἐντο­λές τοῦ Θεοῦ.

Τό βιβλίο «Ρούθ» παρουσιάζει τήν πολύ συγκινητική ἱστο­ρία μιᾶς Μωα­βίτισσας γυναίκας, πού ὀνομάζεται Ρούθ, ἡ ὁποία ἔμενε στήν Βηθλεέμ καί εἶχε ἀγάπη πρός τήν πεθερά της, ἀκόμη καί μετά τόν θάνατο τοῦ ἀνδρός της. Περιλαμ­βάνεται σέ αὐτήν τήν ἑνότητα αὐτό τό ἐξαιρετικό βιβλίο, γιατί ἀπό τόν εὐλογημένο γάμο τῆς Ρούθ μέ τόν Βοόζ προῆλθε ὁ Βα­σιλεύς Δαυΐδ, καί ἀπό­γονος αὐτοῦ, κατά ἄνθρωπο, ἦταν ὁ Χριστός.

Τά βιβλία «Α-Δ΄Βασιλειῶν» παρουσιάζουν τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τῶν Βασιλέων. Τελευταῖος Κριτής ἦταν ὁ Σαμουήλ, καί ὅταν ὁ λαός ζήτησε νά ἔχη Βασιλέα, ὕστερα ἀπό προσευχή, ὁ Θεός τοῦ εἶπε νά τούς ἐπιλέξη Βασιλέα. Στήν ἀρχή ἐπελέγη ὁ Σαούλ καί μετά ὁ μέγας Προφητάναξ Δαυΐδ. Ἔτσι, τά βιβλία τῶν Βασιλειῶν περιγράφουν τήν ἱστορία τῶν Βασιλέων Δαυΐδ, Σολομῶντος, Ροβοάμ, τό σχίσμα πού ἔγινε τῶν Βασιλείων τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἰσραήλ μέχρι τήν ἐξαφάνιση τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ μέ τήν αἰχμαλωσία του στούς Ἀσσυρίους καί τήν αἰχ­μαλωσία τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα ἀπό τούς Βαβυ­­λωνίους.

Τά βιβλία «Α΄ καί Β΄ Παραλειπομένων» εἶναι μιά ἐπι­τομή τῆς ἱερῆς ἱστορίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τήν δη­μιουργία τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας μέχρι τήν Βαβυλώνεια αἰχμα­λωσία. Πα­ρου­σιάζονται γενεαλογικοί κατάλογοι ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τόν Δαυΐδ, καθώς ἐπίσης ἱστορικά γεγονότα παράλληλα μέ τά βιβλία τῶν Βασιλειῶν, καταγράφονται γεγονότα ἀπό τό Βα­σίλειο τοῦ Σολο­μῶντος καί παρουσιάζεται ἡ ὑπόλοιπη ἱστορία τοῦ Βασι­λείου τοῦ Ἰούδα. Αὐτά τά βιβλία δέν εἶναι συνέχεια τῶν βι­βλίων τῶν Βασιλειῶν, ἀλλά κινοῦνται πα­ράλληλα μέ αὐτά καί εἶναι αὐ­τοτελῆ βιβλία.

Τά ἑπόμενα ἱστορικά βιβλία τιτλοφοροῦνται «Α΄ καί Β΄ Ἔσδρας» καί «Νεεμίας» πού ἀναφέρονται στήν ἐπάνοδο τῶν Ἰουδαίων ἀπό τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία, ὅταν ἔζησαν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Περσῶν, τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Ρωμαίων. Στά βι­βλία αὐτά παρουσιάζεται ἡ ἀνάδειξη τοῦ ζήλου τοῦ Ζορο­βά­βελ γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί τήν θρησκευτική ἀνόρθωση καί λατρευτική ἀναδιοργάνωση τῆς Ἰου­δαϊκῆς Κοινότητας. Ὁ Ἔσδρας ἦταν Ἱερεύς καί ὁ Νεεμίας ἦταν ἐπι­φανής Ἰσραηλίτης πού ἀναδείχθηκε Κυβερ­νήτης τῶν Ἰουδαίων μετά τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία.

Στήν κατηγορία τῶν ἱστορικῶν βιβλίων ὑπάγονται τά βι­βλία μέ τίτλους «Τωβίτ», πού ἀναφέρεται στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ κατά τήν διάρκεια τῆς αἰχ­μαλωσίας στήν πόλη τῆς Ἀσ­συρίας Νινευῆ καί δείχνει πῶς ὁ Θεός προνοεῖ γιά τόν λαό Του καί πῶς ὁ γάμος λαμβάνει τήν εὐλογία Του· ἡ «Ἐσθήρ», ἦταν Ἰουδαία Βασίλισσα, σύζυγος τοῦ Βα­σιλιᾶ τῆς Περσίας, καί ἡ ὁποία βοή­θησε στήν μή ἐξόντωση τῶν Ἰουδαίων πού ζοῦσαν στά Περσικά Βασίλεια· καί ἡ «Ἰουδήθ», ἦταν μιά τολμηρή γυναίκα πού ἔσωσε τούς συμπα­τριῶτες της ἀπό τούς Ἀσσυρίους.

Ἀκόμη, στά ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης συγ­κα­ταλέγονται τά τρία βιβλία τῶν «Μακκαβαίων» καί σέ παράρτημα καί τό τέταρτο βιβλίο, οἱ ὁποῖοι Μακκαβαῖοι ἔδρα­σαν μετά τήν ἐπάνοδο τῶν Ἰουδαίων στήν Παλαιστίνη ἀπό τήν αἰχμαλωσία τους στούς Βαβυλωνίους.

Οἱ Μακκαβαῖοι ἀνῆκαν σέ μιά ἰουδαϊκή παράταξη κατά τόν 2ο αἰώνα π.Χ. μετά τήν ἐπιστροφή τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν Βαβυ­λώνεια αἰχμαλωσία, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν ἐναντίον τῶν Σε­λευκιδῶν τῆς Συρίας, ἰδίως ἐναντίον τοῦ Ἀντιόχου Δ΄ τοῦ Ἐπιφανοῦς, ἀπό τούς διαδόχους τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Οἱ Μακκα­βαῖοι ἀγωνί­στηκαν γιά τήν πίστη τῶν Πατέρων τους, γιά τήν ἀποκα­τάσταση τοῦ Ναοῦ καί τήν καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Ἐγκαινίων.

Σέ ὅλα αὐτά τά βιβλία φαίνεται ὅτι ἡ ἱστορία συμπλέκεται πάντοτε μέ τήν θεολογία, ἀφοῦ ὁ Θεός, μέ τούς ἁγίους Του, διευθύνει τήν ἱστορία. Ὁ Θεός ἐνδιαφέρεται γιά τούς δικούς του ἀνθρώπους, ἀλλά χρειά­ζεται καί ἡ συνδρομή τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό, ὅταν δια­βάζη κανείς αὐτά τά ἱστορικά βιβλία, ἐξάγει πο­λύτιμα συμπε­ράσματα γιά τήν ζωή του, διότι τά μηνύματα πού προέρχονται εἶναι διαχρονικά.

Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι ὅτι ὁ Θεός διευθύνει τήν ἱστορία πρός ἕναν σκοπό. Ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό καί ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά διευθύνεται ἀπό Αὐτόν. Ὅταν ὁ ἄνθρω­πος ἐπαναστατῆ, τότε ὁ Θεός μέ πολλούς τρόπους τόν ἐπα­ναφέρει στήν ὀρθή ὁδό. Ἡ ἀπο­στασία ἀπό τόν Θεό ἐπιφέρει μεγάλες κατα­στρο­φές στούς λαούς καί στούς ἀνθρώπους.

Ἀκόμη, φαίνεται καθαρά ἡ σχέση μεταξύ ἀρχόντων καί ἀρχο­μέ­νων, ἀφοῦ οἱ ἄν­θρωποι ἐπιλέγουν ἡγέτες ἀνάλογα μέ τίς ἐπι­θυμίες τους, καί στήν συνέχεια αὐτοί οἱ ἄρχοντες βασα­νί­ζουν τόν λαό.

Ἔπειτα, σέ ὅλα αὐτά τά βιβλία τονίζεται ἡ μεγάλη ἀξία καί ἡ δύναμη τῆς εὐσέβειας καί τῆς πίστεως στόν Θεό. Ὑπο­γραμμί­ζεται ἡ ἀξία τοῦ γάμου καί πῶς πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ζῆ στήν οἰ­κογένειά του, καί ἐπισημαίνεται ὅτι, ὅταν τηρῆ κανείς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε θά ἔχη προστάτη του τόν Θεό.

Ἐξαίρεται, ἐπί πλέον, ἡ πίστη τῶν Πατέρων μας στόν Θεό, οἱ προ­γονικές ἀξίες, ἡ ὑπακοή στίς παραδόσεις μας καί τελικά ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

 Μέ ὅλα αὐτά φαίνεται τό πῶς ὁ Θεός ἐργάσθηκε τήν σωτηρία τῶν ἀν­θρώ­πων, πῶς μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἀγαποῦσαν τόν Θεό προῆλθε ὁ Χριστός, πῶς προετοιμάσθηκε ὁ λαός μέσα ἀπό διάφορες δοκιμασίες νά ἀναζητᾶ Λυτρω­τή, πράγμα πού ἔγινε, γιατί οἱ αἰχμαλωσίες, οἱ διωγ­μοί, οἱ ἀποστασίες συνετέλεσαν στό νά διατηρῆται ἄσβε­στος ὁ πόθος γιά τήν ἀναζήτηση καί τήν εὕρεση τῆς σωτηρίας.

Σήμερα ἑορτάζει ὁ Προφήτης Ἠλίας, ὁ ὁποῖος συγκατα­λέγεται στήν κατη­γορία τῶν Προφητῶν, τούς ὁποίους θά δοῦμε τήν ἄλλη Κυριακή, καί δείχνει αὐτό τό ἡρωικό πνεῦμα ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῶν πατρικῶν παραδόσεων καί τῆς πίστεως στόν προσωπικό Θεό ἐναντίον τῶν ἀρχόντων πού θέλουν νά ἀλλοιώ­σουν τήν πίστη τῶν Πατέρων. Οἱ ἀγῶνες τοῦ Προφήτη Ἠλία καί ἡ θεοπτία πού εἶχε ἐπάνω στό ὄρος Χωρήβ, δείχνουν τόν ἀγώνα ὅλων τῶν Δικαίων, ἐν ὀνόματι τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἐναντίον τῆς κάθε ἀποστασίας ἀπό τόν ζῶντα Θεό.

Αὐτά τά διδάγματα εἶναι ἐπίκαιρα καί γιά μᾶς τούς Χρι­στιανούς, διότι καί ἡ ἐποχή μας διακρίνεται γιά τήν ἀπο­στασία ἀπό τόν Θεό τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

………………………………….

Τά Προφητικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Μετά τά ἱστορικά βιβλία πού εἴδαμε στά προηγούμενα κηρύγματα εἶναι καί τά προφητικά βιβλία στήν Παλαιά Διαθήκη, τά ὁποῖα ἐγράφησαν ἀπό εὐλογημένους ἀνθρώπους πού ὀνο­μά­στηκαν Προφῆτες. Ἐκτός τῶν Βασιλέων πού διοικοῦσαν πολιτικά τόν Ἰσραηλιτικό λαό καί τούς Ἀρχιερεῖς-Ἱερεῖς πού ἐπιτελοῦσαν τίς θρη­σκευτικές τελετές, ἦταν καί οἱ Προφῆτες, πού ἐπιτε­λοῦσαν θαυμαστά ἔργα.

Στήν Ἑβραϊκή γλώσσα Προφῆτες κατά πρῶτον, σημαίνει αὐτούς πού ὁμιλοῦν ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Δεύτερον, χαρακτηρίζει αὐτούς πού ὁμιλοῦσαν μέ ἔμπνευση καί ἐνθουσιασμό γιά τήν ἐπιστροφή στόν Θεό τῶν ἀνθρώπων πού εἶχαν ἀπο­μα­κρυν­θῆ ἀπό Αὐτόν. Τρίτον, δηλώνει αὐτούς πού βλέπουν τόν Θεό, ἀλλά καί ὅλα τά μέλλοντα τά ὁποῖα ἐπρόκειτο νά συμβοῦν σέ Ἰσραηλίτες καί Ἐθνικούς, κυρίως ἔβλεπαν καί προέλεγαν τήν ἔλευση τοῦ Χρι­στοῦ στόν κατάλληλο καιρό.

Μέ τίς τρεῖς αὐτές ἔννοιες οἱ Προφῆτες ἦταν οἱ «ὁρῶντες», οἱ «βλέποντες» τόν Θεό, εἶχαν ἐπικοινωνία μαζί Του καί προσεύ­χονταν λέγοντας: «Λάλει, Κύριε, ὅτι ὁ δοῦλος σου ἀκούει». Καί στήν συνέ­χεια, ὅταν λάμβαναν κάποιον λόγο ἀπό τόν Θεό, ὁμιλοῦσαν στόν λαό μέ τήν φράση: «Τάδε λέγει Κύριος».

Ἔτσι, οἱ Προφῆτες ἐπιτελοῦσαν ἕνα μεγάλο ἔργο, ἤτοι δίδα­σκαν τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό καί τήν καθαρή λατρεία σέ Αὐτόν, ἤλεγχαν τήν διαφθορά τῶν ἀρχόντων, μιλώντας γιά δι­καιοσύνη. Ἔτσι, τό ἔργο τους ἦταν θεολογικό, κοινωνικό καί πο­λιτικό. Ἀκόμη, ἐπιτελοῦσαν τό ἔργο τους μέ παρρησία, θάρρος, δύναμη, πρός τούς ἄρχοντες, στόν λαό, τούς ἱερεῖς, καί τό ἔκαναν χωρίς δειλία καί κολακεία. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Προφῆτες τελείωσαν τήν ζωή τους μέ μαρτυρικό θάνατο.

Προφῆτες ἦταν ὅλοι οἱ δίκαιοι πού εἶχαν καθαρό νοῦ καί ἔβλεπαν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό διαβάζουμε στόν Ἀδάμ, τόν Νῶε, τόν Ἀβραάμ, τόν Ἰσαάκ, τόν Ἰακώβ, τόν Μωϋσῆ, τόν Σαμουήλ, τόν Δαυΐδ, ὁ ὁποῖος ἦταν συγχρόνως καί Βα­σιλεύς. Σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἐμφανίζον­ται οἱ Προ­φῆτες, ὡς ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι μᾶς ἄφη­σαν συγγράμ­ματα πού ἐκτείνονται ἀπό τό 800 π.Χ. μέχρι τό 400 π.Χ., γιατί μετά σταμάτησε τό εἶδος τῶν προφητειῶν, καί ὅλοι ἀνέμεναν τήν ἐκ­πλή­ρωση τῶν προφητειῶν μέ τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ἀπό τό 400 π.Χ. μέχρι τήν ἐποχή πού ἦλθε ὁ Χριστός ὑπῆρχε ἔλλειψη Προφητῶν, χωρίς νά ἐλλείπη ἡ προφητεία ὡς μελέτη τῶν Προφητῶν καί ὡς πόθος γιά τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.

Τά προφητικά βιβλία πού περιλαμβάνονται στήν Παλαιά Διαθήκη ἀνα­φέ­ρονται στούς τέσσερεις μεγάλους Προφῆτες καί στούς δώδεκα μικρούς Προ­φῆτες. Λέγονται μεγάλοι καί μικροί, ὄχι ἀπό πλευρᾶς μεγαλύ­τερης ἤ μικρότερης προ­φητείας, ἀλλά ἀπό πλευρᾶς ἐκτάσεως τῶν βι­βλίων τους. Οἱ τέσσερεις μεγάλοι Προφῆτες, τῶν ὁποίων τά συγ­γράμ­ματα περιλαμβάνονται στήν Παλαιά Διαθήκη, μέ χρονική σειρά εἶναι ὁ Ἡσαΐας, ὁ Ἱερεμίας, ὁ Ἰεζεκιήλ καί ὁ Δανιήλ. Θά γίνη μιά σύντομη ἀναφορά στό πότε ἔζησαν αὐτοί οἱ μεγάλοι Προφῆτες καί ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῶν προφητικῶν βιβλίων τους.

Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας γεννήθηκε κατά πᾶσαν πιθανότητα τό 765 π.Χ., κατα­γόταν ἀπό ἀριστοκρατική οἰκογένεια τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα, ἦταν ἔγγαμος καί πατέρας δύο ἀρσενικῶν παιδιῶν. Κλή­θηκε στό προφητικό ἔργο μέ θεῖο ὅραμα καί αὐτό ἔγινε ἀπό τόν Θεό γιά νά ἀναγγείλη τήν καταστροφή τῶν δύο Βασιλείων, δηλαδή τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἰσραήλ, λόγῳ τῆς ἀσέβειάς τους.

Οἱ λόγοι του ἦταν ἀποκαλύψεις, ἐλεγεῖες, ἀρές, ἄσματα. Εἶναι ὁ Προφήτης μέ τίς περισσότερες προφητεῖες γιά τόν Χριστό, γι’ αὐτό ὀνομάσθηκε ὡς ὁ μεγαλοφωνότατος τῶν Προφητῶν καί ὡς «πέμπτος εὐαγ­γε­λιστής». Τό βιβλίο του διαιρεῖται σέ δύο μέρη, στό πρῶτο μέρος καταγράφεται ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ στίς ἀπειλές καί στό δεύ­τερο μέρος καταγράφεται ἡ παρηγοριά καί ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας γεννήθηκε κατά πᾶσαν πιθανότητα τό 650 π.Χ. στήν μικρά κώμη τῆς φυλῆς τοῦ Βενιαμίν Ἀναθώθ. Ἀνα­τράφηκε σέ ἱερατική οἰκογένεια, ὁ πατέρας του ἦταν ἱερεύς καί μελετοῦσε τούς προηγουμένους Προφῆτες, ὅπως τόν Ἡσαΐα καί τόν Ὠσηέ. Σέ ἡλικία περίπου 23-25 ἐτῶν κλήθηκε ἀπό τόν Θεό στό προφητικό ἔργο. Στήν ἀρχή ἀρνήθηκε προ­βάλλοντας τίς ἀσθε­νικές του δυνάμεις καί ὕστερα ὑπήκουσε μέ τήν ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ. Ἔδρασε περίπου 40 ἔτη.

Τό βιβλίο του διαιρεῖται σέ τρία μεγάλα τμήματα. Στό πρῶτο τμῆμα ὁμιλεῖ συνεχῶς καί προτρέπει γιά μετάνοια καί ἀπειλεῖ αὐτούς πού δέν θά μετανοήσουν· στό δεύτερο τμῆμα καταγρά­φονται προφητεῖες κατά τῶν ἐθνικῶν λαῶν· καί στό τρίτο τμῆμα, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας τῶν Ἰουδαίων καί τῆς ἅλωσης καί κατα­στρο­φῆς τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τούς Βαβυλωνίους, ἀνεφέρει ἀπει­λη­τικούς λόγους κατά τῶν πολιτικῶν καί θρησκευτικῶν ἀρχη­γῶν καί κατά τῶν ψευδοπροφητῶν· ἀνα­φέρει προφητεῖες γιά τόν Χριστό, τήν ἀποκατάσταση τοῦ Ἰσραήλ, τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς Ἱερου­σαλήμ καί γιά τά γεγονότα τῆς ζωῆς του μετά τήν ἅλωση καί τήν ἀπαγωγή του στήν Αἴγυπτο. Ἐπίσης, ὑπάρχει καί τό βιβλίο «Θρῆ­νοι Ἱερε­μίου» καί ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἱερεμίου.

Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ ἀνήκει σέ ἱερατική οἰκογένεια καί ἦταν σύγχρονος τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου. Ἦταν τριάντα ἐτῶν ὅταν ἐκλήθη ἀπό τόν Θεό στό προφητικό ἀξίωμα, τό ὁποῖο ἄσκησε γιά 22 χρόνια μέχρι τό 570 π.Χ περίπου. Ἦταν ἔγγαμος καί ἡ γυναίκα του ἀπέθανε τήν ἡμέρα πού καταλήφθηκε ἡ Ἱερουσαλήμ ἀπό τούς Βαβυλωνίους. Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ πέθανε στήν Βαβυλώνα, κατά τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία, καί σύμφωνα μέ κάποια Ἰου­δαϊκή παράδοση ὑπέστη μαρτυ­ρικό θάνατο ἀπό κάποιον Ἰου­δαῖο ἄρχοντα, ἐπειδή ὁ Προφήτης ἦταν προασπιστής τῶν δικαίων τοῦ λαοῦ.

Τό βιβλίο του διακρίνεται σέ τρία τμή­ματα. Στό πρῶτο τμῆμα καταγράφονται ἀπειλές κατά τῆς Ἰου­δαίας καί τῆς Ἱερουσαλήμ· στό δεύτερο τμῆμα καταγράφονται προφητεῖες κατά τῶν γειτονικῶν Ἐθνῶν· καί στό τρίτο τμῆμα κατα­γράφονται προφητεῖες γιά τήν ἀποκατά­σταση τοῦ Ἰσραήλ. Εἶναι καταπληκτικά δύο ὁράματα πού καταγράφονται στό βιβλίο, τό πρῶτο στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου καί τό δεύτερο στό τέλος του.

Ὁ Προφήτης Δανιήλ γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη ἀπό ἐπι­φανῆ Ἰουδαϊκή οἰκογένεια στίς ἀρχές τοῦ 7ου αἰῶνος π.Χ. καί ἐνῶ ἦταν νέος ὁδηγήθηκε αἰχμά­λωτος στήν Βαβυλώνα ἐπί ἐποχῆς Ναβουχοδονόσορος τοῦ Β΄, λόγῳ τῶν σωματικῶν καί πνευμα­τικῶν χαρι­σμάτων του προσλήφθηκε στήν βασιλική αὐλή, μέ τούς τρεῖς παῖδες, καί ἔτυχε μορφώσεως. Ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα ἐξηγήσεως δύο ὀνείρων τοῦ Ναβουχοδονόσορος καί προήχθη σέ ὑψηλό βασιλικό ἀξίωμα, καί δίδαξε τόν Βασιλιά γιά τόν ἕνα καί μοναδικό Θεό. Ἔμεινε στήν ἐξουσία καί ἐπί βασιλείας Δαρείου, ἀλλά λόγῳ ζηλοτυπίας ἐξεδόθη διάταγμα νά ριφθῆ στόν λάκκο τῶν λεόντων, ἀλλά ὁ Θεός τόν ἔσωσε. Κατά τήν διάρκεια τῆς Βαβυλώνειας αἰχμα­λω­σίας ὁ Προφήτης Δανιήλ ἦταν προ­στάτης τῶν Ἰουδαίων στήν Βαβυλώνα, ὅπως ἦταν ὁ Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο.

Τό βιβλίο τοῦ Προφήτου Δανιήλ ἔχει ὡς θέμα τήν μονα­δι­κότητα τοῦ Θεοῦ τῶν Ἰσραηλιτῶν καί τήν ἀνωτερότητά του πάνω ἀπό τούς ἄλλους θεούς τῶν εἰδωλολατρῶν, καί διαι­ρεῖται σέ δύο τμήματα. Τό πρῶτον εἶναι τό ἱστορικό, στό ὁποῖο καταγράφονται μερικά γεγονότα ἀπό τήν ζωή του στήν αὐλή τοῦ Ναβουχο­δονό­σορος τοῦ Β΄ καί στό δεύτερο τμῆμα τοῦ βιβλίου ἐκτίθενται τέσσερα ὁρά­ματα.

Πέρα ἀπό τούς τέσσερεις αὐτούς μεγάλους Προφῆτες, στήν Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνονται καί τά βιβλία τῶν μι­κρῶν λεγο­μένων Προφητῶν, ὄχι ἀπό πλευρᾶς ποιότητας ἤ πληρότητας προφητείας, ἀλ­λά ἀπό πλευ­ρᾶς ἐκτάσεως τῶν βιβλίων. Ἁπλῶς θά ἀναφερθοῦν τά ὀνόματά τους χωρίς νά γίνη σχολιασμός τῶν βιβλίων. Εἶναι οἱ ἑξῆς:  Ὡσηέ, Ἀμώς, Μιχαίας, Ἰωήλ, Ὀβδιοῦ, Ἰωνᾶς, Ναούμ, Ἀββακούμ, Σωφο­νίας, Ἀγγαῖος, Ζα­χαρίας, Μα­λαχίας.

Τό σημαντικό εἶναι ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ Προφῆτες προε­τοίμαζαν τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καί ὁμιλοῦσαν γι’ αὐτήν, γι’ αὐτό στήν Ἐκ­κλησία, στά Εὐαγγέλια, στίς ἱερές ἀκολουθίες καί στά τροπάρια ἀναφέρονται πολλές προφητεῖες τους καί γιά μᾶς εἶναι οἱ πρό­γονοι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι, ὁ λόγος τους μᾶς ἐνδια­φέρει πολύ.

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός στήν διδασκαλία Του πολλές φορές ἀνα­φέ­ρεται στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία Του, καί μάλιστα στούς Μακαρισμούς, ὡς τόν τελευταῖο Μακαρισμό εἶπε: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσι καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευ­δόμενοι ἔνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γάρ ἐδίωξαν τούς προφήτας τούς πρό ὑμῶν» (Ματθ. ε΄, 11-12). Καί πιό κάτω εἶπε: «Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τόν νόμον ἤ τούς προφήτας· οὐκ ἦλθον κατα­λῦσαι, ἀλλά πληρῶσαι» (Ματθ. ε΄, 17). Καί ἀργότερα εἶπε: «Ἀμήν γάρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοί προφῆται καί δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἅ βλέπετε, καί οὐκ εἶδον, καί ἀκοῦσαι ἅ ἀκούετε, καί οὐκ ἤκου­σαν» (Ματθ. ιγ΄, 17). Καί οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἐπικαλοῦνται τούς λόγους τῶν Προφητῶν.

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο τιμοῦμε στήν Ἐκκλησία τίς μνῆμες τῶν Προ­φητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

Γραπτὰ κηρύγματα

Εἰσαγωγή στήν Ἁγία Γραφή

Ἡ Πεντάτευχος

Τά ἱστορικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Τά Προφητικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Αφήστε μια απάντηση