kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΒΥΖΑΝΤΙΟ'

Η ελληνική παιδεία και ο πολιτισμός στο Βυζάντιο

Συγγραφέας: kantonopou στις 10 Ιουνίου 2018

ἀρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου

Στὴ βυζαντινὴ παιδεία ἡ Ἐκκλησία κατεῖχε σημαντικὸ ρόλο. Τὰ πρῶτα γράμματα τὰ μικρὰ παιδιὰ τὰ μάθαιναν σὲ σχολεῖα ποὺ διατηροῦσε ἡ Ἐκκλησία (ἀνάγνωση, γραφή, γραμματική, ψαλμούς, μουσική, ἱερὰ ἱστορία). Μετὰ τὴ βασικὴ αὐτὴ ἐκπαίδευση ἀκολουθοῦσε ἡ γενικὴ ἐγκύκλιος παιδεία, ὅπου τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ διδάσκονταν γραμματική, ρητορική, ποιητική, ἱστορία, φιλοσοφία καὶ μαθηματικά. Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς διδάσκονταν Ὅμηρο, Ἡσίοδο, Πίνδαρο, κείμενα τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Λυσίου, βασικὲς φιλοσοφικὲς ἀρχὲς τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, παράλληλα μὲ κείμενα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ (Ψαλτήριο, Παροιμίαι Σολομῶντος κ.ἄ.) καὶ τοὺς Πατέρες. Ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν ἀνώτερες σπουδὲς μποροῦσαν νὰ φοιτήσουν σὲ πανεπιστημιακὰ ἱδρύματα ποὺ διατηροῦσαν τὸ κράτος καὶ ἡ Ἐκκλησία. Οἱ αὐτοκράτορες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὶς ἀνώτερες σπουδές. Ἤδη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο εἶχε ἱδρυθεῖ καὶ λειτουργοῦσε στὴν Κων/πολη ἀνώτερο ἐκπαιδευτήριο, τὸ ὁποῖο ἐπὶ Θεοδοσίου Β’ (425) ἀναδιοργανώθηκε καὶ ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει κορυφαῖο ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου, γνωστὸ ὡς Πανδιδακτήριον, μὲ συνεχῆ λειτουργία ὣς τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ Πανδιδακτηρίου ὑπῆρχαν σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Αὐτοκρατορίας ἀνώτερες σχολὲς φημισμένες, ὅπως οἱ σχολὲς Φιλοσοφίας καὶ Ρητορικῆς στὴν Ἀθῆνα, τὸ «Μουσεῖον» τῆς Ἀλεξάνδρειας, ἡ Νομικὴ Σχολὴ τῆς Βηρυττοῦ, ἡ Ἀντιόχεια, ὅπου δίδασκε ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς Λιβάνιος.

Διδασκόταν στὸ Πανδιδακτήριον ἑλληνικὴ καὶ λατινικὴ ρητορική, γραμματικὴ καὶ φιλολογία, ἡ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία (στὰ πλαίσια τῆς ὁποίας ἐντασσόταν καὶ ἡ ἰατρική, οἱ ἰατροφιλόσοφοι). Ἡ νομοθεσία προέβλεπε κτηριακὴ ὑποδομή, κρατικὴ μισθοδοσία τῶν καθηγητῶν, τίτλους καὶ προνόμια κοινωνικά. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν καθηγητῶν γινόταν μὲ αὐστηρὰ κριτήρια ἐπιστημονικῆς γνώσης καὶ ἤθους. Μεγάλες μορφὲς σπούδασαν καὶ ἐδίδαξαν ὡς καθηγητὲς τοῦ Πανδιδακτηρίου, ὅπως ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Λέων ὁ Φιλόσοφος καὶ Μαθηματικὸς (9ος αἰ), ὁ Μιχαὴλ Ψελλός, ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἰω. Ξιφιλίνος (11ος αἰ), ὁ Εὐστάθιος, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (12ος αἰ), οἱ Γεώργιος ὁ Ἀκροπολίτης καὶ Θεόδωρος Μετοχίτης, ἀμφότεροι Μεγάγοι Λογοθέτες τοῦ κράτους, ὁ Γεώργιος Σχολάριος, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ ὀνόματα.

Ἡ μέριμνα τῶν αὐτοκρατόρων γιὰ τὴ διαρκῆ ἀναβάθμιση τοῦ Πανδιδακτηρίου, ποὺ μὲ τὴν ἀδιάκοπη λειτουργία του ἀπὸ τὸν 4ο ὣς τὸν 15ο αἰ. ἐλάμπρυνε τὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ Βυζαντίου, ὑπῆρξε συνεχής. Προστίθενται καὶ νέες ἕδρες. Τὸν 9ο αἰ. τὸ Πανδιδακτήριο μεταφέρεται στὸ ἀνάκτορο τῆς Μαγναύρας καὶ ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τοῦ Λέοντος τοῦ Μαθηματικοῦ δίδεται νέα ὤθηση στὴ διδασκαλία τῶν μαθηματικῶν, τῆς γεωμετρίας, τῆς ἀστρονομίας. Τὸν 11ο αἰ. ἱδρύεται ἰδιαίτερη Νομικὴ Σχολὴ στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας. Παράλληλα, μὲ τὴν παρότρυνση καὶ τὴν ἐνίσχυση τῶν αὐτοκρατόρων ἱδρύονται δημόσιες βιβλιοθῆκες στὶς μεγάλες πόλεις τῆς αὐτοκρατορίας. Τὸ ἐπίπεδο τῆς μόρφωσης στὸ Βυζάντιο παρέμεινε πάντοτε ὑψηλό. Ἡ φήμη τοῦ Πανδιδακτηρίου ὡς ἀνωτέρου μορφωτικοῦ ἱδρύματος ξεπερνοῦσε τὰ ὅρια τῆς αὐτοκρατορίας. Στὴν ὕστερη περίοδο τοῦ Βυζαντίου πολλοὶ Δυτικοευρωπαίοι, κυρίως Ἰταλοί, ἔρχονται στὴν Κων/πολη γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὶς σπουδές τους, ἐνῷ πολλοὶ λόγιοι τοῦ Βυζαντίου, καθηγητὲς καὶ δάσκαλοι πανεπιστημιακοί, καταφεύγουν στὴν Δύση καὶ διδάσκουν στὶς ἀκαδημῖες τῆς Ρώμης, τῆς Φλωρεντίας, τῆς Πάδοβας, τοῦ Παρισίου. Ἔτσι, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, τὸ Πανδιδακτήριο καθίσταται γέφυρα γνώσεως καὶ ἀνθρωπιστικῆς παιδείας μεταξὺ Δύσεως καὶ Ἀνατολῆς.

Αὐτὴ ἡ γόνιμη σύζευξη ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ ὑπῆρξε μία εὐτυχὴς συνάντηση γιὰ τὸν πολιτισμὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ διαμόρφωση μίας νέας ἑλληνικότητας τῶν Μέσων Χρόνων. Οἱ Μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες τοῦ 4ου αἰ. εἶχαν φοιτήσει στὶς περίφημες ἐθνικὲς σχολὲς τῶν Ἀθηνῶν καὶ τὰ ἔργα τους εἶναι γεμάτα ἀπὸ παραπομπὲς σὲ κλασσικοὺς συγγραφεῖς. Μάλιστα, ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε εἰδικὴ πραγματεία γιὰ τὴν ὠφέλεια τὴν προερχόμενη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ γραμματεία («Πρὸς τοὺς νέους, ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο γραμμάτων», P.G. 31, 564-589).

Ἡ ἐκτίμηση τῆς παιδείας καὶ ἡ ἐνασχόληση μὲ αὐτὴν ἦταν φυσικὸ νὰ ὁδηγήσει σὲ μία τεράστια παραγωγὴ ἔργων θεολογικῶν, φιλοσοφικῶν, λογοτεχνικῶν, μὲ πηγὴ ἐμπνεύσεως τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ πρότυπο φιλολογικὸ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ γραμματεία. Μπροστὰ στὴν ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη ἀπὸ τὶς αἱρετικὲς κακοδοξίες καὶ τὶς κατηγορίες τῶν ἐθνικῶν, ἀναπτύχθηκε μία ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία ποὺ κάλυπτε πολλοὺς τομεῖς: ἀπολογητική, ἀντιρρητική, ἀντιαιρετική, δογματική, ἑρμηνευτικὴ τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ὁμιλητική, κηρυγματική, ρητορική, ὑμνολογία, ποιητική, ἁγιολογική, συναξαριακή, λόγοι ἐπίσημοι, ἐγκωμιαστικοί, πανηγυρικοί, ποιμαντικὲς ἐπιστολὲς κ.ἄ.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶχαν εὐρεῖα μόρφωση, θεολογικὴ καὶ φιλοσοφική, εὐρύτερα ἀνθρωπιστική, καὶ αὐτὸ φαίνεται τόσο ἀπὸ τὶς σπουδές τους ὅσο καὶ ἀπὸ τὰ γραφόμενά τους. Εἶναι γνωστὸν π.χ. ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος εἶχαν φοιτήσει στὴν Ἀθῆνα, καὶ εἶχαν διδάσκαλο τὸν φημισμένο ρήτορα καὶ φιλόσοφο Λιβάνιο, καὶ παράλληλα εἶχαν γνώσεις ἰατρικῆς, ἀστρονομίας, γεωμετρίας. Στὰ κείμενά τους ὑπάρχει πλῆθος παραπομπῶν σὲ ἀρχαίους συγγραφεῖς, ἡ δομή τους θυμίζει ρητορικὰ σχήματα τῶν ρητόρων τῆς ἀρχαιότητας (ὄχι τυχαίως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπεκλήθη ὡς «ὁ χριστιανὸς Δημοσθένης»). Ὁ Μέγας Βασίλειος «Εἰς τὴν Ἑξαήμερον» περιέχει πολλὰ στοιχεῖα ποὺ φανερώνουν βαθειὰ ἐπιστημονικὴ γνώση τῆς κοσμολογίας καὶ τῆς ἀστρονομίας. Ὁ Συνέσιος, ἐπίσκοπος Πτολεμαΐδος τῆς Κυρήνης, βαθὺς γνώστης τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας, τῆς ἀριθμητικῆς καὶ τῆς γεωμετρίας, διατηροῦσε ἐπαφὴ καὶ ἀντήλλασσε ἀπόψεις μὲ τὴν ἐθνικὴ Ὑπατία, τὴ μεγάλη μαθηματικὸ τῆς Ἀλεξάνδρειας.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς ἔγραψε χιλιάδες στίχους σὲ ἄπταιστη ὁμηρικὴ γλῶσσα καὶ σὲ ὁμηρικὸ δακτυλικὸ ἑξάμετρο, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης στὰ ἔργα του φανερώνεται βαθὺς γνώστης τῆς φιλοσοφικῆς καὶ ἀνθρωπολογικῆς ὑποστάσεως τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας στὰ δογματικὰ καὶ ἑρμηνευτικά του ὑπομνήματα χρησιμοποιεῖ πλῆθος παραπομπῶν σὲ Ἕλληνες συγγραφεῖς. Μορφωμένοι καὶ λόγιοι ἱεράρχες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὴ διάσωση καὶ τὴ διάδοση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε τὸν πατριάρχη Μέγα Φώτιο, τὸν πανεπιστήμονα αὐτόν, τὸν βυζαντινὸν Ἀριστοτέλη, ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ ὁ Krumbacher, ὁ ὀποῖος μὲ τὴ «Μυριόβιβλό» του διασώζει ἀποσπάσματα ἀπωλεσθέντων ἔργων κλασσικῶν συγγραφέων, ποὺ τὰ παρουσιάζει καὶ τὰ ἀξιολογεῖ φιλολογικά, καὶ μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὸν κάθε συγγραφέα.

Τὸ ἔργο τοῦ Φωτίου συνέχισε ὁ μαθητής του Ἀρέθας, ἐπίσκοπος Καισαρείας (9ος αἰ), ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε εἰδικὸ ἐπιτελεῖο καὶ μὲ συνεργάτες του ἐπιδόθηκε στὴ συλλογὴ ἑλληνικῶν χειρογράφων, τὴν ἀντιγραφή τους καὶ παράλληλα τὸν ὑπομνηματισμὸ καὶ τὴν φιλολογικὴ κριτικὴ τῶν κειμένων. Κώδικες μὲ σχόλια τοῦ Ἀρέθα ἀναφερόμενα στὸ σύνολο σχεδὸν τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας καὶ οἱ σημειώσεις του στὰ χειρόγραφα ἀποδεικνύουν τὴν εὐρεῖα κλασσικὴ παιδεία καὶ τὸ γνήσιο φιλολογικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς. Τὴν ἴδια ἐποχὴ (9ος αἰ) στὴν Μονὴ Στουδίου ὁ Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ὀργανώνει εἰδικὸ ἐργαστήριο περισυλλογῆς καὶ ἀντιγραφῆς ἀρχαίων χειρογράφων (βιβλιοθήκη, scriptorium) καὶ τὸ ἴδιο συμβαίνει σὲ πολλὲς μονὲς (Πάτμου, Ἁγίου Ὄρους, Μετεώρων, Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ, μονὲς ποὺ σήμερα κατέχουν τὶς μεγαλύτερες διασωθεῖσες συλλογὲς ἑλληνικῶν χειρογράφων).

Τὸν 12ο αἰ. δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Κάτοχος σὲ βάθος τῆς κλασσικῆς παιδείας, συνεχίζει τὴ φιλολογικὴ παράδοση τῶν προκατόχων του λογίων ἱεραρχῶν. Τὰ σχόλιά του, τὰ προλεγόμενα καὶ οἱ παρεκβολές του στὰ ὁμηρικὰ ἔπη διατηροῦν τὴν ἐπιστημονική τους ἀξία ὣς τὶς μέρες μας καὶ μελετῶνται ἀπὸ τοὺς σύγχρονους φιλολόγους, ἐνῷ σημαντικὸ γιὰ φιλολογικὴ ἐπιστήμη εἶναι τὸ λεξικογραφικὸ ἔργο τοῦ Σουΐδα (10ος αἰ). Ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλες πόλεις διαθέτουν δημόσιες βιβλιοθῆκες.

Γεώργιος Παχυμέρης, λόγιος κληρικός, θεολόγος, φιλόσοφος, ἱστορικός καὶ μαθηματικός. 1242-131

Ἡ μεγαλύτερη καὶ πλουσιότερη ἦταν αὐτὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀξιόλογες ἀτομικὲς συλλογὲς χειρογράφων διέθεταν καὶ οἱ λόγιοι τῆς ἐποχῆς. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πολλὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα καταστράφηκαν μὲ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους (1204). Ἀλλὰ καὶ ἡ πλειοψηφία τῶν αὐτοκρατόρων τοῦ Βυζαντίου εἶχαν ἀξιόλογη παιδεία καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν συνέγραψαν δικά τους ἔργα. Ὁ Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις, αὐτοκράτωρ τῆς Νικαίας (1254-1258), συνέγραψε θεολογικὲς καὶ φιλοσοφικὲς μελέτες, ἐνῷ τὸ ἀριστούργημά του εἶναι ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὁ Ἰωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνὸς (1341-1355) συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὴν ἡσυχαστικὴ ἔριδα τῆς ἐποχῆς, στὶς θεολογικὲς συζητήσεις ποὺ ἐγίνοντο, ἐνῷ συνέγραψε πραγματεία ὑπὲρ τῶν ἡσυχαστικῶν ἀπόψεων καὶ κατὰ τῆς κακοδοξίας τοῦ Βαρλαάμ, λόγους ἀντιρρητικοὺς κατὰ Ἰουδαίων καὶ Μωαμεθανῶν, Βυζαντινὴ Ἱστορία σὲ 4 βιβλία. Ἐγκατέλειψε τὸν αὐτοκρατορικὸ μανδύα γιὰ νὰ ἐνδυθεῖ τὸ μοναχικὸ ράσο. Θεωρεῖται ὁ θεολογικότερος τῶν αὐτοκρατόρων.

Ὁ Μανουὴλ Β’ Παλαιολόγος (1391-1425) συνέγραψε καὶ αὐτὸς θεολογικὲς πραγματεῖες (Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος) καὶ ἀντιρρητικοὺς κατὰ τοῦ μωαμεθανισμοῦ, καθὼς καὶ ὕμνους, τροπάρια, προσευχές. Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι στὸ Βυζάντιο ἐπικρατεῖ τὸ πρότυπο τοῦ πεπαιδευμένου βασιλέως, τοῦ αὐτοκράτορος φιλοσόφου, τοῦ ἡγεμόνος ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ διοικητικά του καθήκοντα ἔχει καὶ ἄλλα ἐνδιαφέροντα κοινωνικὰ καὶ ἀνθρωπιστικά. Δίπλα στοὺς αὐτοκράτορες στέκονται ἰσότιμα στὸ πλευρό τους ἀξιόλογες αὐτοκράτειρες μὲ ἀνάλογα πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα. Ἀκόμη καὶ λίγα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὑπάρχουν αὐτοκράτορες Παλαιολόγοι μὲ ἀνθρωπιστικὰ ἐνδιαφέροντα καὶ θεολογικὲς προσεγγίσεις διαλεγόμενοι μὲ τὴ δυτικὴ σκέψη καὶ τὸ Ἰσλάμ. Τὸ πρότυπο τοῦ ἡγεμόνος ἀνθρωπιστῆ, προστάτη τῶν τεχνῶν καὶ τῶν γραμμάτων, ποὺ θὰ ἐπικρατήσει στὴν Ἰταλικὴ Ἀναγέννηση μὲ τοὺς Μεδίκους, Σφόρτσα κ.ἄ., ἔχει προηγηθεῖ ἱστορικὰ κατὰ πολλοὺς αἰῶνες ἐνσαρκούμενο στοὺς βυζαντινοὺς Ρωμαίους αὐτοκράτορες καὶ μάλιστα σὲ δύσκολες ἱστορικὰ περιόδους.

Νικήτας Χωνιάτης ἤ Ἀκομινᾶτος (περ.1155-1216), ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους ἱστορικοὺς, ὄντας αὐτόπτης μάρτυρας τῆς κατάληψης τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους στὶς 13 Ἀπριλίου 1204.

Νὰ ὑπενθυμίζουμε ἁπλῶς συγκριτικὰ ὅτι στὴ Δύση ἡγεμόνες καὶ βασιλεῖς μεγάλων κρατῶν μετὰ δυσκολίας ἤξεραν πολλὲς φορὲς γραφὴ καὶ ἀνάγνωση. Ὅταν στὴν Ἀνατολὴ ὑπῆρχαν πεπαιδευμένοι λόγιοι αὐτοκράτορες, στὴ Δύση ἐπικρατοῦσε τὸ πυκνὸ σκοτάδι, κοινωνικὸ καὶ πνευματικό, τῶν μαύρων χρόνων τοῦ Μεσαίωνα. Στὴν ἕως τώρα παρουσίαση διαφόρων τομέων τῆς βυζαντινῆς κοινωνίας, διαπιστώσαμε ὅτι αὐτὴ διακρινόταν ἀπὸ ἀξιοζήλευτικη πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ζωτικότητα καὶ δημιουργικότητα σὲ ὁλόκληρο τὸ φάσμα της. Ἀκόμη καὶ στὴν ὕστερη φάση τῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἐδαφικά, οἰκονομικὰ καὶ στρατιωτικὰ ἦταν ἐξασθενημένη, ἐμφάνιζε ἀξιόλογη πνευματικὴ ἰκμάδα, μία τελευταία Παλαιολόγεια ἀναγέννηση. Μὲ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως (1453), ποὺ σηματοδότησε τὸν θάνατο τῆς Αὐτοκρατορίας, δὲν σήμανε ταυτόχρονα καὶ τὸ τέλος τοῦ πολιτισμοῦ της. Τὸ Πατριαρχεῖο Κων/πόλεως καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπετέλεσαν τὸ συνεκτικὸ σημεῖο ἀναφορᾶς τῶν ὑπόδουλων , ποὺ μὲ τὸ θρησκευτικό τους κῦρος καὶ τὴν πνευματική τους ἀκτινοβολία ἐξακολουθοῦν νὰ ἐπηρεάζουν τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Τὸ Βυζάντιο ἐξακολούθησε νὰ ὑπάρχει καὶ μετὰ τὴν Ἅλωση ὡς πολιτισμός, ὡς πίστη, ὡς τρόπος ζωῆς, ὥστε δικαίως ὁ Ρουμάνος ἱστορικὸς N. Iorga νὰ μιλάει γιὰ «τὸ Βυζάντιο μετὰ τὸ Βυζάντιο» ( Byzance apres Byzance).

Ἀλλὰ καὶ στὴ Δύση τὸ ὕστερο Βυζάντιο μετέδωσε τὴν τελευταία του πνευματικὴ ἀναλαμπή. Λόγιοι λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση κατέφυγαν φυγάδες στὴ Δύση μεταφέροντας μαζί τους χειρόγραφα μὲ ἀρχαιοελληνικὰ κείμενα, ἀναζωπυρώνοντας τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Δυτικῶν γιὰ τὴν μελέτη τῶν κλασσικῶν συγγραφέων τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας στὴν σκέψη τοῦ Πλάτωνος καὶ τὴν ἐκμάθηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Λόγιοι ὅπως οἱ Μανουὴλ Χρυσολωρᾶς, Πλήθων Γεμιστός, Βησσαρίων, Δήμ. Χαλκοκονδύλης, Ἰω. Ἀργυροπουλος, Ἰανὸς Λάσκαρις, δίδαξαν σὲ Πανεπιστήμια τῆς Ρώμης, τῆς Πάδοβας, τῆς Φλωρεντίας, τοῦ Παρισίου, τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ φιλοσοφία, συνέβαλαν στὴν ἵδρυση τῆς Πλατωνικῆς Ἀκαδημίας τῆς Φλωρεντίας, συμμετεῖχαν στὴ συγκέντρωση χειρογράφων, τὴν ἀντιγραφή τους καὶ τὴν μετάφραση σὲ ἄλλες γλῶσσες.

Ἔτσι λοιπὸν οἱ λόγιοι αὐτοὶ «φυγάδες», καθὼς σκορπίσθηκαν στὶς χῶρες τῆς Δύσεως, ἔγιναν οἱ φορεῖς τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ οἱ πρόδρομοι τοῦ κοσμοπολίτικου ἰδεώδους. «Στὴν εὐρωπαϊκὴ σύνθεση τὸ Βυζάντιο, πραγματικὴ «Πρωτο Εὐρώπη», προσέφερε στὴ Δύση μὲ τὸν θάνατό του τὰ ἀνθρωπιστικὰ ἐκεῖνα στοιχεῖα ποὺ διαμόρφωσαν τὰ κύρια χαρακτηριστικὰ τοῦ νεότερου κόσμου (Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, τομ. Ι΄, σελ. 357), βοηθῶντας τὴ Δύση νὰ ἀνακαλύψει ξανὰ τὴν πολιτιστική της ταυτότητα στὴν κληρονομιὰ τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ ἀνθρωπισμοῦ καὶ νὰ προχωρήσει στὴν Ἀναγέννηση τῶν Γραμμάτων καὶ τῶν Τεχνῶν ἀφήνοντας πίσω της τὸν σκοτεινὸ Μεσαίωνα.

Ἀναδημοσίευση ἀπό 11-4-2017  Από enromiosini.gr

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΣΤΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Μαΐου 2018

agia eleni

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Είναι γνωστό πως λίγα πρόσωπα στη μακραίωνη πορεία της ανθρωπότητας τιμήθηκαν από την Ιστορία με τον τίτλο του Μεγάλου. Εξέχουσα ανάμεσά τους μορφή αποτελεί αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος. Κι αναδείχτηκε πραγματικά Μεγάλος, όχι μόνο σε έργα πολιτικής σύνεσης, οικονομικής διαχείρισης, διοικητικής μεταρρύθμισης, στρατιωτικής δεξιοτεχνίας, φρόνησης και ανδρείας, αλλά, με άριστο συνδυασμό, Μεγάλος και σε έργα μεγάλα, στερέωσης του μέχρι τότε χειμαζομένου Χριστιανισμού, ενίσχυσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποκατάστασης της εσωτερικής της ενότητας, τιμής των αγίων Μαρτύρων, ανέγερσης ναών, σύγκλησης Συνόδων…

Και μαζί του ασφαλώς μεγαλύνεται η Αγία μητέρα του Ελένη, παιδαγωγός, και συμβοηθός, και συντελεστής στα θεία έργα, στη φιλανθρωπία, στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού και ανάδειξη των Αγίων Τόπων, στη στήριξη των πιστών, στον εκχριστιανισμό των απίστων…

Πόσα άραγε δεν οφείλει σήμερα ο χριστιανικός κόσμος στη βασιλική τούτη δυάδα, την οποία, δίκαια και θεόπνευστα, η Εκκλησία μας κατέταξε στον χορό των Αγίων, απονέμοντάς τους επάξια και τον τίτλο των ισαποστόλων;

Αλλά και σύμφωνα με παλαιά βυζαντινή παράδοση, για την οποία θα μιλήσουμε στη συνέχεια, η ιστορική πορεία της μεγαλονήσου μας Κύπρου σηματοδοτήθηκε ανεξίτηλα από την εδώ παρουσία της βασιλομήτορος Ελένης, κατά την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους, όπου, ως γνωστό, είχε σταλεί απ’ τον Μεγάλο βλαστό της κατά θεία υπόδειξη. Η ίδια παράδοση αποδίδει στην Αγία Ελένη, και άρα έμμεσα και στον υιό της, την ίδρυση της καθ’ ημάς Μονής του Τιμίου Σταυρού, την οποία τότε προικοδότησε με τα άγια Σύμβολα του Δεσποτικού Πάθους (τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου, ένα από τους αγίους Ήλους και τον Σταυρό του Καλού Ληστού).

Είναι για τους λόγους αυτούς, που η Μονή μας, αποτίουσα χρέος υιικό και φιλάγιο στους Αγίους της Κτήτορες, οδηγήθηκε στην απόφαση να εκδώσει τον παρόντα Βίο τους. Ένα Βίο σε συνοπτική βεβαίως μορφή, για την ωφέλεια των εν Κυρίω αδελφών μας. Μα κι ένας λόγος παραπάνω: Η από καιρού επιχειρουμένη συστηματική αλλοίωση και παραποίηση του προσώπου και του έργου του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τόσο από ορθολογιστές ιστορικούς, όσο και από αιρετικές ομάδες, αλλά και από έργα φθηνής φιλολογικής παραγωγής, με οπωσδήποτε υστερόβουλες αντιχριστιανικές ή και αντορθόδοξες διαθέσεις.

Στον Βίο αυτό επισυνάπτεται η παλαιότερη έκδοσή μας, «Το Σημείο του Σταυρού», του ιερού Σημείου, που στάθηκε η έμπνευση, ενίσχυση και παρηγορία των Αγίων τούτων, που τόσο άμεσα συνδέθηκε μαζί τους και στήριξε την άνωθεν δεδομένη σ’ αυτούς βασιλική εξουσία, το Σημείο, που αποτελεί το καύχημα και τη δόξα όλων των απ’ αιώνος πιστών.

Γέννηση και καταγωγή των Αγίων

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο ενδοξότατος πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, ο ιδρυτής της βασιλεύουσας Κωνσταντινούπολης, γεννήθηκε στην πόλη Ναϊσσό, τη σημερινή Νίσσα της κεντρικής Σερβίας, γύρω στο έτος 275.

Πατέρας του ήταν ο ελληνοϊλλυρικής καταγωγής Κωνστάντιος ο Χλωρός, αξιωματούχος τότε του ρωμαϊκού κράτους, ο οποίος κατόπιν, όπως θα δούμε, ανακηρύχθηκε Καίσαρας και Αύγουστος των δυτικών επαρχιών.

Μητέρα του υπήρξε η πολύ ευσεβής και ενάρετη Ελένη, που γεννήθηκε στην πόλη Δρέπανο της Βιθυνίας (Μικράς Ασίας) περί το έτος 247, από πατέρα ξενοδόχο. Την πόλη αυτή ο Μ. Κωνσταντίνος μετονόμασε αργότερα Ελενόπολη, προς τιμή της μητέρας του.

Ο Κωνστάντιος νυμφεύθηκε την Ελένη γύρω στο 273. Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε ο πρωτότοκος από τα παιδιά που απέκτησαν.

Η τότε κατάσταση του κράτους

Την εποχή εκείνη της γέννησης του Κωνσταντίνου η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε περιέλθει σε χαώδη κατάσταση. Οι βασιλείς, ο ένας μετά τον άλλο, φονεύονταν, και ανερχόταν ο εκάστοτε επικρατέστερος στον θρόνο. Το 284, μετά τη δολοφονία του Νουμεριανού, ανακηρύχθηκε στη Χαλκηδόνα ως νέος αυτοκράτορας ο Διοκλητιανός, που καταγόταν από τη Δαλματία, και έγινε αργότερα μεγάλος διώκτης των χριστιανών. Βασίλευσε για 21 έτη (μέχρι το 305), δύο όμως έτη μετά (286) διαίρεσε το Ρωμαϊκό κράτος σε δύο τμήματα, το Ανατολικό ή Ιλλυρικό και το Δυτικό τμήμα. Το Ανατολικό τμήμα περιλάμβανε την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο, και είχε πρωτεύουσα τη Νικομήδεια, όπου εγκαταστάθηκε ο ίδιος και απ’ όπου διεύθυνε την όλη αυτοκρατορία. Στο Δυτικό τμήμα, που περιλάμβανε την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία, τη Βρεταννία και τη Βόρεια Αφρική, με έδρα τα Μεδιόλανα (Μιλάνο της Ιταλίας) εγκατέστησε αυτοκράτορα τον έμπιστο φίλο του Μαξιμιανό τον Ερκούλιο (Ηρακλή).

Προχωρώντας στη διοικητική μεταρρύθμισή του ο Διοκλητιανός, το 293 διόρισε άλλους δύο βοηθούς στην ενάσκηση της εξουσίας, τους οποίους ονόμασε Καίσαρες, ενώ ο ίδιος και ο Μαξιμιανός διατήρησαν τον τίτλο του Αυγούστου (Σεβαστού). Οι Καίσαρες θα ήσαν συμβασιλείς, βοηθοί και διάδοχοι των Αυγούστων. Στην Ανατολή ο Διοκλητιανός προσέλαβε ως Καίσαρα τον γαμβρό του Γαλέριο, ενώ στη Δύση όρισε τον Κωνστάντιο Α’ τον Χλωρό, υπό την εξουσία του Μαξιμιανού.

Ο Κωνστάντιος με την ανακήρυξή του σε Καίσαρα (το 293) αναγκάσθη­κε να διαζευχθεί την Ελένη, λόγω της ταπεινής καταγωγής της, την οποία η ρωμαϊκή νομοθεσία θεωρούσε ασυμβίβαστη για την άνοδο σε υψηλά αξιώματα του κράτους. Η Ελένη έδειξε απόλυτη κατανόηση στο δίλημμα του Κωνσταντίου, ο οποίος υποχρεώθηκε να νυμφευθεί τη θετή θυγατέρα του Αυγούστου της Δύσης Μαξιμιανού Θεοδώρα. Αποσύρθηκε τότε η Ελένη από τον δημόσιο βίο και επιδόθηκε σε ποικίλα έργα φιλανθρωπίας, είχε δε τη συμπαράσταση του υιού της Κωνσταντίνου σε όλους τους σταθμούς της εξέλιξής του (Καίσαρ, Αύγουστος, Αυτοκράτορας). Αλλά στο έργο της Ελένης θα επανέλθουμε αργότερα.

Ο Κωνσταντίνος όμηρος στους Διοκλητιανό και Γαλέριο. Ο Θεός τον διασώζει
Τότε (293) ο Διοκλητιανός, για περισσότερη ακόμη ασφάλειά του, κράτησε όμηρο κοντά του τον Κωνσταντίνο, ως εγγυητή της πιστότητας του πατέρα του. Στην αυτοκρατορική αυλή της Ανατολής παρέμεινε ο Κωνσταντίνος μέχρι και που βασίλευσε ο Γαλέριος (έτος 305), συναναστρεφόμενος με ασεβείς και τυράννους. Δεν εξομοιώθηκε όμως στα ήθη και τις πράξεις με αυτούς, γιατί η αγία του μητέρα Ελένη φρόντισε να του δώσει ορθή ανατροφή. Κατ’ αυτό το διάστημα είχε την ευχέρεια να μαθητεύσει σε πολύ αξιόλογους διδασκάλους. Παράλληλα εντάχθηκε στις τάξεις του ρωμαϊκού στρατού και έλαβε μέρος σε εκστρατείες με το υψηλό αξίωμα του τριβούνου.

Ο νεαρός Κωνσταντίνος διακρινόταν για την ωραιότητα του σώματος, το εντυπωσιακό παράστημα, τη μεγάλη του δύναμη και τις φυσικές δεξιότητες, αλλά και τα έξοχα πνευματικά του χαρίσματα, τη σωφροσύνη, τη φρόνηση, τη σοφία και ευγένεια των τρόπων, που καθιστούσαν παντού αισθητή την παρουσία του.

Οι ειδωλολάτρες τύραννοι τον ζήλευαν τρομερά για τα ποικίλα του χαρίσματα, και σχεδίαζαν να τον θανατώσουν με τρόπο πονηρό και μυστικό. Ο Πανάγαθος όμως Θεός, που γνωρίζει τα μέλλοντα να συμβούν, διαφύλαξε αβλαβή τον Κωνσταντίνο από τις δολοπλοκίες και πανουργίες τους και, τελικά, εξολόθρευσε τους φθονερούς εχθρούς του.

Το έτος 305, κατόπιν συμφωνίας, οι δύο Αύγουστοι Διοκλητιανός και Μαξιμιανός παραιτήθηκαν από κοινού και αποσύρθηκαν από την εξουσία. Τότε στη θέση τους ανακηρύχθηκαν Αύγουστοι, στη Δύση μεν ο πατέρας του Κωνσταντίνου Κωνστάντιος και στην Ανατολή ο γαμβρός του Διοκλητιανού Γαλέριος. Ο Κωνσταντίνος όμως κρατήθηκε στην αυλή του Γαλερίου, που φθονούσε τα εξαίρετα προτερήματά του, και προσπάθησε κι αυτός με δολιότητα να τον εξοντώσει. Με τη βοήθεια όμως του Κυρίου διέμεινε και πάλιν αβλαβής και, με έγκριση τελικά του Γαλερίου, αφού ο ίδιος ο Κωνστάντιος το είχε ζητήσει, έσπευσε στα Τρέβηρα της Γαλατίας το ίδιο έτος (305) να συναντήσει τον ασθενή πατέρα του, που είχε αναλάβει εκστρατεία για τη Μεγάλη Βρεταννία.

Ο Κωνσταντίνος ανακηρύσσεται βασιλέας

Μόλις ο Κωνστάντιος είδε τον υιό του, χάρηκε υπερβολικά, γιατί τον δέχθηκε στην πιο κατάλληλη στιγμή, αφού επιθυμούσε να τον αφήσει διάδοχο του θρόνου του. Και είχε μεν ο Κωνστάντιος άλλους τρεις υιούς από τη σύζυγό του Θεοδώρα, αλλ’ ο Κωνσταντίνος κέρδισε αμέσως την πλήρη εμπιστοσύνη του πατέρα του, καθώς και τον θαυμασμό του στρατού, για τα έξοχα διοικητικά και στρατηγικά του προσόντα. Για τούτο και πριν αποθάνει, διόρισε τον Κωνσταντίνο βασιλέα. Έτσι ο θάνατος του Κωνστάντιου στις 7 Ιουλίου του 306 στην πόλη Εβόρακο (Υόρκη) της Βρεταννίας δεν δημιούργησε προβλήματα διαδοχής, γιατί ο στρατός με ενθουσιώδεις εκδηλώσεις ανακήρυξε ως διάδοχό του τον Κωνσταντίνο, ο οποίος νυμφεύθηκε τη Μινερβίνα, απ’ την οποία απέκτησε υιό τον Κρίσπο. Ο Κωνσταντίνος λοιπόν στέφθηκε Καίσαρας στις 24 Ιουλίου του 306.

Εδώ πρέπει να τονίσουμε και τις αρετές του Κωνσταντίου. Αυτός, αν και δεν ήταν χριστιανός, αγαπούσε όμως και τιμούσε πολύ τους χριστιανούς. Και ήταν ο μόνος ηγεμόνας, που δεν άσκησε διωγμούς στις επαρχίες που εξουσίαζε, όταν οι άλλοι τρεις (Διοκλητιανός, Γαλέριος και Μαξιμιανός) είχαν κινήσει τους γνωστούς μεγάλους διωγμούς, κατά τους οποίους αναδείχτηκαν πλήθη Μαρτύρων. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τίμησε τους πιστούς χριστιανούς της αυλής του με υψηλά αξιώματα. Ήταν ακόμη πολύ ελεήμονας και φιλάνθρωπος, γιατί ποτέ δεν θησαύρισε χρυσάφι ή ασήμι πέρα από τις ανάγκες που είχε, και βοηθούσε πάντοτε τους πτωχούς. Και ο σεπτός υιός του κληρονόμησε τις πατρικές αυτές αρετές, επαυξάνοντάς τες.

Στο διάστημα αυτό ο Διοκλητιανός είχε ορίσει Καίσαρα της Ανατολής τον Μαξιμίνο Δαΐα, ενώ στη Δύση τον στρατηγό Σεβήρο, που έστειλε στη Ρώμη. Αυτός, με τον θάνατο του Κωνσταντίου του Χλωρού, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στη Δύση. Τότε όμως ο υιός του παραιτηθέντος αυτοκράτορος Μαξιμιανού, ο Μαξέντιος, που ήταν και γαμβρός του Γαλερίου, ανάγκασε τον πατέρα του να επανέλθει στον θρόνο, και οι δύο κατανίκησαν στη συνέχεια τον Σεβήρο, τον φόνευσαν και ανακηρύχθηκαν αυτοί αυτοκράτορες στη Ρώμη (28.10.306). Κατόπιν συνήψαν συμμαχία με τον Κωνσταντίνο, ο οποίος και διαζεύχθηκε την πρώτη σύζυγό του Μινερβίνα, νυμφεύθηκε δε με την κόρη του Μαξιμιανού και αδελφή του Μαξεντίου Φαύστα (31 Μαρτίου 307), νέα περίφημη για την ομορφιά της, αλλά πονηρή και κακότροπη, όμοια στον χαρακτήρα με τον πατέρα της.

Θάνατος των Μαξιμιανού και Γαλερίου

Αποκαταστάθηκε τότε προσωρινά η ειρήνη στα πολιτικά πράγματα της αυτοκρατορίας, κι ο Κωνσταντίνος εγκατέστησε την έδρα του στην πόλη Αρελάτη της νότιας Γαλλίας, απ’ όπου διακυβερνούσε το βασίλειό του με κάθε δικαιοσύνη, γι’ αυτό και αγαπήθηκε πολύ απ’ τον λαό.

Ενωρίς ο Μαξιμιανός ήλθε σε ρήξη προς τον υιό του Μαξέντιο, και επιχείρησε να του αφαιρέσει τον θρόνο. Νικήθηκε όμως απ’ αυτόν, και κατέφυγε στον γαμβρό του Κωνσταντίνο, που τον δέχθηκε με πραγματική καλωσύνη. Επειδή όμως κι εκεί επιδόθηκε σε μηχανορραφίες και συνωμοσία εναντίον του Κωνσταντίνου, αυτός διέταξε τη φυλάκισή του. Τελικά, απελπισμένος, ο Μαξιμιανός αυτοκτόνησε (Ιούλιος του 310), κι αυτοτιμωρήθηκε έτσι για όσα κακά είχε διαπράξει.

Ο Γαλέριος, σκοπεύοντας να κυριαρχήσει και στη Δύση, συγκέντρωσε πολυάριθμο στρατό και εκστράτευσε εναντίον των Μαξεντίου και Κωνσταντίνου. Καθ’ οδόν προς τη Ρώμη έπεσε σε παγίδα του Μαξεντίου και έπαθε μεγάλη καταστροφή. Φοβήθηκε λοιπόν, υποχώρησε, και στράφηκε κατά του Κωνσταντίνου. Αλλά και στη μάχη μ’ αυτόν έπαθε τέτοια πανωλεθρία, ώστε σε λίγο διάστημα το στράτευμά του αφανίστηκε τελειωτικά. Τότε αφαίρεσε τη βασιλική στολή και φόρεσε πτωχική, για να μην αναγνωρίζεται και, μαζί με λίγους έμπιστους στρατιώτες του, διέφυγε και κρυβόταν από χώρα σε χώρα. Ο Κωνσταντίνος έστειλε παντού ανθρώπους να τον βρουν και να τον θανατώσουν, αλλ’ η θεία Δίκη πρόλαβε και τον βρήκε πιο πριν, γιατί περιέπεσε σε φοβερή ασθένεια και απέθανε (Μάιος 311).

Η εμφάνιση του Τιμίου Σταύρου στον ουρανό
και του Χριστού στον ύπνο του Κωνσταντίνου

Μετά τον θάνατο του Γαλερίου οι αυτοκράτορες της Ανατολής Αύγουστος Λικίνιος και Καίσαρας Μαξιμίνος ήλθαν σε ρήξη. Τότε ο Μαξιμίνος συνήψε συμμαχία με τον Μαξέντιο, ο δε Λικίνιος με τον Κωνσταντίνο, και, ως εχέγγυο, νυμφεύθηκε την Κωνσταντία, θετή αδελφή του Κωνσταντίνου.

Ο Μαξέντιος τότε άρχισε να συγκεντρώνει πολυάριθμο στρατό από την Ιταλία και Αφρική, με σαφή προοπτική την εξουδετέρωση της απειλής του Κωνσταντίνου στη Δύση, και σκόπευε να κάμει αιφνιδιαστική εισβολή στη Γαλατία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν είχε άλλη επιλογή, ακούοντας μάλιστα τις αισχρουργίες και την τυραννία του Μαξεντίου στους Ρωμαίους, γι’ αυτό και ανέλαβε με αποφασιστικότητα την πρώτη κίνηση, αν και διέθετε πολύ μικρότερες δυνάμεις. Αφού διαπέρασε με τον στρατό του τις Άλπεις, κατέλαβε με αστραπιαία προέλαση, τη μια μετά την άλλη, τις πόλεις της βόρειας Ιταλίας μέχρι τον Ηριδανό (Πάδο) ποταμό (Σεπτέμβριος 312). Η θριαμβευτική είσοδός του στα Μεδιόλανα άνοιξε τον δρόμο προς τη Ρώμη, την οποία ο Μαξέντιος επέλεξε ως τόπο της αναμέτρησής του. Έτσι λοιπόν ο Κωνσταντίνος, προελαύνοντας αήττητος, έφθασε στα πρόθυρα της Ρώμης, όπου τον περίμενε ο Μαξέντιος με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις. Τα δύο στρατεύματα αντιπαρατάχθηκαν τότε, έτοιμα για την τελική μάχη. Ενώ λοιπόν ο Κωνσταντίνος παρατηρούσε περίλυπος τα εχθρικά στρατεύματα και συλλογιζόταν πώς θα μπορούσε να επιτύχει τη νίκη, κατά τις πρώτες απογευματινές ώρες της ημέρας εκείνης είδε στον ουρανό φωτεινό το σημείο του Τιμίου Σταύρου και γύρω του την επιγραφή, «Εν τούτω νίκα». Μάρτυρας της θαυμαστής αυτής θεοσημίας υπήρξε όλο το στράτευμα του Κωνσταντίνου! Απορούσε δε ο ευσεβής βασιλέας για το νόημα του οράματος.

Γι’ αυτό τη νύχτα φάνηκε στον ύπνο του και ο ίδιος ο Χριστός με το σημείο του Σταυρού, ερμηνεύοντάς το σ’ αυτόν και τον προέτρεψε να κατασκευάσει ένα σταυρικό λάβαρο, σαν εκείνο που είδε, να το φέρει με πίστη ως φυλακτήριο στους πολέμους, και θα νικούσε με τη δύναμή Του πάντοτε τους εχθρούς του.

Πράγματι την επομένη το πρωί κάλεσε τεχνίτες και διέταξε και κατασκεύασαν το λάβαρο του Σταυρού, το οποίο επιχρυσώθηκε και στολίσθηκε στο άνω μέρος με στεφάνι από πολύτιμους λίθους, που έφερε στο μέσο το χριστόγραμμα. Από το εγκάρσιο κέρας κρεμόταν ύφασμα, επίσης στολισμένο με πολύτιμους λίθους. Τούτο το θείο λάβαρο πρόσταξε πενήντα εκλεκτούς στρατιώτες να το μεταφέρουν εναλλάξ μπροστά απ’ όλο το στράτευμα.

Το ιερό λάβαρο θριαμβεύει

Ο Μαξέντιος, έχοντας βεβαιότητα ότι θα νικήσει τον Κωνσταντίνο, κατασκεύασε κάτω από την παλαιά γέφυρα του Τίβερη ποταμού Μουλβία άλλη, χαμηλότερη και εύθραυστη. Με την πανουργία του αυτή έλπιζε πως ο Κωνσταντίνος, σαν θα νικόταν και θα προσπαθούσε να διαφύγει, θα περνούσε απ’ αυτή τη δόλια γέφυρα με το στράτευμά του. Αλλ’ ο Θεός οικονόμησε πολύ διαφορετικά τα πράγματα!

Πραγματικά, όταν συγκροτήθηκε η τελική μάχη στους Κόκκινους Βράχους (28 Οκτωβρίου 312), νίκησε ο Σταυρός, το ανίκητο σύμβολο, που προπορευόταν του στρατεύματος του Κωνσταντίνου! Τόσος φόβος κατέλαβε τότε τον Μαξέντιο, που τα έχασε, και δεν έβλεπε προς τα πού πήγαινε! Καταδιωγμένος, όρμησε απερίσκεπτα να περάσει από τη δόλια εκείνη γέφυρα. όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και ανώτεροι αξιωματικοί και αρκετοί στρατιώτες του. Αμέσως όμως αποκόπηκε η γέφυρα και, αφού πέσανε όλοι μέσα στον Τίβερη ποταμό, πνίγηκαν! Ο Κωνσταντίνος τότε δόξασε τον Θεό, και θαύμασε τη δύναμη του Σταυρού, βλέποντας τέτοιο θαύμα. Σε λίγο ο υπόλοιπος στρατός του Μαξεντίου αποδεκατίσθηκε και διαλύθηκε.

Τον θρίαμβο του Κωνσταντίνου γιόρτασαν με μεγάλη χαρά όλοι οι πολίτες της Ρώμης. Στόλισαν μεγαλόπρεπα την πόλη και υποδέχτηκαν συγκινημένοι τον μεγάλο νικητή με κραυγές ευφημικές. Αλλ’ ο Κωνσταντίνος απέδωσε μεγαλόφωνα τη νίκη στον Θεό, και πρόσταξε να στήσουν αναμνηστικές στήλες με τον Τίμιο Σταυρό στα κυριώτερα μέρη της πόλης. Ακόμη να ερευνήσουν προσεκτικά για την ανεύρεση των ιερών λειψάνων των αγίων Μαρτύρων, που είχανε χύσει το αίμα τους για την αγάπη του Χριστού, και να τα ενταφιάσουν με την πρέπουσα τιμή και ευλάβεια. Αλλά συνεχίστηκαν οι ευεργεσίες του θεοπρόβλητου βασιλέα: Ανακάλεσε από την εξορία τους εξορίστους, απελευθέρωσε τους κρατουμένους από τις φυλακές, απέδωσε τιμές στον κλήρο, ανήγειρε ναούς του αληθινού Θεού, σκόρπισε πλουσιοπάροχη ελεημοσύνη προς τους ενδεείς και πένητες!

Αλλά και μετά το διπλό πιο πάνω όραμα (του Σταυρού και του Χριστού) και τη θαυμαστή νίκη με τη βοήθειά Τους, ο Κωνσταντίνος, που ήταν ήδη ευνοϊκά προδιατεθειμένος προς τον Χριστιανισμό, ζήτησε ιερωμένους ευλαβείς, οι, οποίοι τον κατήχησαν και τον δίδαξαν ποιος ήταν ακριβώς ο Θεός, που του εμφανίσθηκε και το βαθύτερο νόημα του οράματός του, καθώς και τα κύρια δόγματα της χριστιανικής πίστης. Κι αυτός μαθήτευσε ταπεινά κοντά τους. Έκτοτε επιδόθηκε σε ιερά αναγνώσματα και κατέστησε εναρέ­τους ιερείς ως συμβούλους του.

Το Διάταγμα των Μεδιολάνων

Λίγους μήνες μετά τη μεγάλη αυτή νίκη (στις αρχές Φεβρουαρίου του 313) οι δύο νικητές και σύμμαχοι αυτοκράτορες, ο Αύγουστος της Δύσης Κωνσταντίνος και ο Αύγουστος της Ανατολής Λικίνιος, συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα (σημερινό Μιλάνο) της Ιταλίας, όπου εξέδωσαν και υπέγραψαν μαζί τις περίφημες Αποφάσεις των Μεδιολάνων, ευρύτερα γνωστές ως Διάταγμα των Μεδιολάνων. Με αυτές καθιερώθηκε η γενική αρχή της ανεξιθρησκίας, με κύριο στόχο την κατοχύρωση και αναγνώριση της θρησκευτικής ελευθερίας για τον Χριστιανισμό. Με τις πρόνοιες του Διατάγματος αυτού έμμεσα κατηργείτο η εθνική λατρεία (ειδωλολατρία). Οι Αποφάσεις αυτές δημοσιεύτηκαν και στην Ανατολή, με σχετικό διάταγμα του Λικινίου.

Ο Κωνσταντίνος γίνεται μονοκράτορας

Ενόσω ζούσε στην Ανατολή ο Καίσαρας Μαξιμίνος Δαΐας, πολλοί Χριστιανοί βρήκαν επώδυνο θάνατο απ’ αυτόν στον διωγμό, που κήρυξε εναντίον τους. Ο Μαξιμίνος, έχοντας επιθυμία να κυριαρχήσει σ’ όλη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μάζεψε στρατό και κίνησε πόλεμο κατά του Λικινίου. Αφού λοιπόν πέρασε τον Βόσπορο και συγκρότησε μάχη με τον Λικίνιο στην Πέρινθο (313), έπαθε πανωλεθρία. Κατέφυγε ύστερα στην Ταρσό, όπου απέθανε από θεήλατη φοβερή ασθένεια.

Αμέσως μετά τον θάνατο του Μαξιμίνου τελέστηκε ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για να επισφραγιστεί η συμμαχία των δύο αυτοκρατόρων. Αλλ’ η συμμαχία αυτή δεν διάρ­κεσε για πολύ.

Ήδη από το 314 αρχίζουν οι συγκρούσεις των δύο μοναρχών στο Ιλλυρικό, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου κατέκτησε ο Μέγας Κωνσταντίνος, και την 1η Μαρτίου 317 εισήλθε θριαμβευτικά στη Σαρδική (Σόφια). Από τότε άρχισε προοδευτικά η στροφή των χριστιανών της Ανατολής προς τον Μέγα Κωνσταντίνο, που έγινε ιδιαίτερα αισθητή το 322, όταν αυτός νίκησε τους Σαρμάτες και κατέβηκε ανεμπόδιστος μέχρι τη Μακεδονία. Ο ενθουσιασμός των πιστών προκάλεσε τον φθόνο του Λικινίου, τόσο, που λησμονώντας τους όρκους που έδωσε, άρχισε να κακοποιεί τους πιστούς στις ανατολικές επαρχίες. Αρχικά έλαβε μέτρα κατά των επισκόπων, και απαγόρευσε τη συνάθροισή τους σε συνόδους, καθώς και τον εκκλησιασμό των γυναικών (322), και, τέλος, κίνησε φανερό διωγμό κατά των πιστών, αναδεικνύοντας πλήθη Μαρτύρων.

Το 323 ο Κωνσταντίνος, οπλισμένος με νηστεία, αγνότητα και προσευχή, εισέβαλε στη Θράκη, με την πρόφαση της εξουδετέρωσης των Γότθων. Ύστερα προχώρησε στην τελική αναμέτρηση με τον Λικίνιο. Η πρώτη μάχη έγινε κοντά στην Αδριανούπολη (Ιούλιος 324). Τα στρατεύματα του Κωνσταντίνου προέλαυναν, έχοντας πάντοτε μπροστά το ιερό λάβαρο του Σταυρού, που έτρεπε τους αντιπάλους σε άτακτη φυγή. Νικημένος ο Λικίνιος, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει και οχυρώθηκε στο Βυζάντιο. Αλλά κι εκεί νικήθηκε από τον στρατό του Κωνσταντίνου και τον στόλο του, που είχε ως αρχηγό τον υιό του Κρίσπο. Γι’ αυτό και διαπεραιώθηκε στη Μικρά Ασία, στη Χρυσόπολη (το σημ. Σκουτάρι). Στην εκεί μεγάλη τελική μάχη νικήθηκε και πάλιν ο Λικίνιος, και, φεύγοντας, συνελήφθη στη Νικομήδεια. Ο Κωνσταντίνος, με τις παρακλήσεις της αδελφής του, του χάρισε τη ζωή και τον περιόρισε μόνο στη Θεσσαλονίκη, παραχωρώντας του εκεί πλούσια εισοδήματα, για να συντηρείται. Αλλ’ όταν και πάλιν ο Λικίνιος αθέτησε τις υποσχέσεις του, και άρχισε να οργανώνει συνωμοσίες εναντίον του ευεργέτη του Κωνσταντίνου, τότε αυτός διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Εκριζώθηκε έτσι και το τελευταίο ζιζάνιο της ειδωλολατρίας και αναταραχής, και ο Μεγάλος νικητής Κωνσταντίνος παρέμεινε πλέον μονοκράτορας σ’ όλο το Ρωμαϊκό κράτος, εξασφαλίζοντας στην αυτοκρατορία του την πολυπόθητη ομόνοια και ειρήνη.

Τα Θεάρεστα έργα του μονοκράτορα Κωνσταντίνου

Ο ένδοξος νικητής Κωνσταντίνος δεν κενοδόξησε για τα πολεμικά και άλλα κατορθώματά του! Αντίθετα, απέστειλε σ’ όλες τις επαρχίες του κράτους του επιστολές, στα ελληνικά και λατινικά, άλλες προς τις κατά τόπους Εκκλησίες, κι άλλες προς τους εκτός Εκκλησίας εθνικούς κατά πόλη, όπου, μεταξύ άλλων, διακήρυττε τον Θεό ως αίτιο της νίκης του, αλλά και όλων των αγαθών γενικά.

Απαλλαγμένος πια απ’ τους πολέμους, ο ευσεβής βασιλέας επιδόθηκε σε έργα Θεάρεστα. Καταρχήν θέσπισε ευεργετικές νομοθεσίες για ανάκληση των εξορίστων και απελευθέρωση των καταδικασμένων για την πίστη τους στους προηγουμένους διωγμούς, καθώς και για την τιμή των Αγίων Μαρτύρων και την απόδοση των κατασχεθέντων εκκλησιαστικών κτημάτων στους νομίμους κατόχους τους (τις τοπικές Εκκλησίες). Ακόμη, με σχετικούς νόμους προήγαγε τους Χριστιανούς στα ποικίλα αξιώματα, έπαυσε τις ειδωλικές θυσίες και επιχορήγησε την ανοικοδόμηση νέων ναών, καθώς και τη διεύρυνση και συντήρηση παλαιοτέρων. Περαιτέρω, με σχετικό του διάταγμα, όπου αναφέρεται εκτενώς στους παρελθόντες διωγμούς και το φοβερό τέλος όλων των διωκτών, προτρέπει, αλλά δεν εξαναγκάζει, τους παραμένοντες στην απιστία να γίνουν Χριστιανοί, και τέλος προστάζει να μην ενοχλεί πλέον κανείς κανένα για την πίστη του. Οι ελεημοσύνες και ευεργεσίες του Κωνσταντίνου έρρεαν ως ακένωτος κρουνός προς τους πάντες, προκαλώντας τον σεβασμό και την άμετρη εκτίμηση στο πρόσωπό του.

Πέραν απ’ αυτά, θα αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα και με συντομία και στα εξής σπουδαιότατα έργα του, που απαθανάτισαν στους αιώνες τη μνήμη του. Αυτά ήσαν: (α) Η σύγκληση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, (β) η αποστολή της μητέρας του, της Αγίας Ελένης, στα Ιεροσόλυμα για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, (γ) η ανοικοδόμηση της Κωνσταντινούπολης, και (δ) η ολοκλήρωσή του στην Χριστιανική Πίστη με τη βάπτισή του.

Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος

Την ειρήνη της Εκκλησίας, που πέτυχε με τόσους αγώνες ο Μ. Κωνσταντίνος, καταπαύοντας τους διωγμούς των χριστιανών, ήλθε να διασαλεύσει ο αιρετικός Άρειος, πρωτοπρεσβύτερος και δάσκαλος σχολής στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Αυτός άρχισε να κηρύττει βλάσφημα πως ο Υιός του Θεού δεν είναι Ομοούσιος (της ίδιας ουσίας) με τον Πατέρα Του, αλλά δημιούργημα του Θεού, άρα όχι αληθινός Θεός. Πατριάρχης τότε στην Αλεξάνδρεια ήταν ο αγιώτατος Πέτρος, που, μετά από θεϊκή οπτασία, στην οποία ο Χριστός του αποκάλυψε το βέβηλο της διδασκαλίας του Αρείου, καθαίρεσε της ιερωσύνης τον Άρειο.

Μετά τον θάνατο του Πέτρου ο νέος πατριάρχης Αχιλλάς κατόρθωσε με τις συμβουλές του να επαναφέρει τον Άρειο στην ευσέβεια. Και όσο καιρό ζούσε ο Αχιλλάς, ο Άρειος σιωπούσε και δεν κήρυττε τις αιρετικές του δοξασίες. Αφού όμως έγινε πατριάρχης ο Άγιος Αλέξανδρος, άρχισε και πάλιν ο Άρειος να διδάσκει τα αιρετικά φρονήματά του, και παρέσυρε μάλιστα μαζί του πολλούς λαϊκούς και κληρικούς, όπως τους επισκόπους Ευσέβιο της Νικομηδείας, Παυλίνο της Τύρου, Θεωνά και Σεκούνδο κ.ά. Τότε ο πατριάρχης Αλέξανδρος συγκάλεσε τοπική Σύνοδο, η οποία καθαίρεσε και πάλιν τον Άρειο και τους οπαδούς του.

Ο ευσεβής αυτοκράτορας Κωνσταντίνος παρακολουθούσε με μεγάλη του λύπη τα έκτροπα του Αρείου και των οπαδών του, καθώς και τη μεγάλη σύγχυση, που προκαλούσαν σ’ όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Επιθυμώντας λοιπόν να επαναφέρει την ομόνοια και ειρήνη στην Εκκλησία του Χριστού, προσέταξε να συγκεντρωθούν στη μεγαλούπολη Νίκαια της Βιθυνίας επίσκοποι από όλες τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, για να μελετήσουν το όλο ζήτημα. Πράγματι τον Μάιο του έτους 325 συναθροίστηκαν εκεί 318 θεοφόροι Πατέρες και συγκρότησαν Σύνοδο, η οποία αναγνωρίσθηκε στη συνέχεια ως η Πρώτη Οικουμενική, στην οποία παρακάθισε προσωπικά και ο ίδιος ο φιλόχριστος βασιλέας.

Αφού λοιπόν ο Κωνσταντίνος προέτρεψε τους Επισκόπους να μελετήσουν το θεολογικό ζήτημα, κάλεσε τον Άρειο να παρουσιασθεί με τους ακολούθους του, για να εκθέσει τις απόψεις του και ν’ ακούσει για το θέμα αυτό τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου. Παρουσιάσθηκε πράγματι ο Άρειος, ακολουθούμενος από πολλούς φιλοσόφους και ρήτορες, που οι Άγιοι Πατέρες νίκησαν κατά τη γενόμενη συζήτηση καθ’ ολοκληρία, αφού εξήγησαν σ’ αυτούς τις αλήθειες της αγίας Πίστεώς μας με ταπεινό πνεύμα. Κατόρθωσαν έτσι να επαναφέρουν πολλούς στον ορθό δρόμο με τα θεόπνευστα λόγια τους και τα θαύματα, που επετέλεσαν. Τέτοια θαύματα γίνανε μπροστά στην αγία Σύνοδο απ’ τον Άγιο Σπυρίδωνα (θαύμα του κεραμιδιού) κι απ’ τον Άγιο Αχίλλειο (θαύμα πέτρας, που με την προσευχή του ανάβλυσε λάδι). Άλλοι ακόμη Πατέρες συντάραξαν τους φιλοσόφους, και επανέφεραν πολλούς απ’ αυτούς στην αλήθεια, με την απλότητα της συμπεριφοράς τους και τη θεοπνευστία των επιχειρημάτων τους. Ο Άρειος όμως και πάλιν δεν θέλησε να παραδεχθεί το λάθος του. Τότε η αγία Σύνοδος καθαίρεσε και αναθεμάτισε αυτόν και τη διδασκαλία του και όσους μείνανε προσκολλημένοι στην πλάνη του.

Η αγία αυτή Σύνοδος συνέταξε και τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεώς μας (δηλαδή του «Πιστεύω»), και εξέδωσε επίσης ορισμένους Κανόνες για την καλύτερη λειτουργία και διακυβέρνηση των Εκκλησιών. Μεταξύ άλλων ρύθμισε και το πότε πρέπει να γιορτάζεται το άγιο Πάσχα σ’ όλο τον κόσμο. Όρισε δηλαδή να τελείται το Πάσχα την πρώτη Κυριακή, ύστερα απ’ την πρώτη πανσέληνο της εαρινής (ανοιξιάτικης) ισημερίας, και οπωσδήποτε μετά από το Πάσχα των Εβραίων. Τον Τόμο των Πρακτικών της Συνόδου με τις σχετικές αποφάσεις υπέγραψαν όλοι οι Αρχιερείς και τελευταίος απ’ όλους υπέγραψε ο φιλόχριστος βασιλέας με ερυθρά γράμματα, επισημοποιώντας έτσι τις αποφάσεις της Συνόδου.

Ύστερα απ’ όλα αυτά ο Μ. Κωνσταντίνος ευχαρίστησε πάλιν τον Θεό, διότι τον καταξίωσε να καταπολεμήσει και να εξαλείψει, παλαιότερα μεν την ειδωλολατρία, τώρα δε και τις αιρέσεις.

Μετά το πέρας της Συνόδου, άρχισαν στις 25 Ιουλίου του 325 οι εορτασμοί για τα εικοσάχρονα της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου, στους οποίους, μεταξύ άλλων, ο αυτοκράτορας κάλεσε και όλους τους Πατέρες της Συνόδου, και απένειμε σ’ αυτούς πλούσια δώρα. Καταφιλούσε τότε τα βγαλμένα μάτια του Αγίου Παφνουτίου και των λοιπών Αγίων Ομολογητών, καθώς και τα παραμορφωμένα και πληγωμένα μέλη τους, στα οποία τα σημάδια των πληγών παρέμειναν ανεξίτηλα απ’ την εποχή των διωγμών. Αυτά όλα τα έκαμνε με μεγάλη ταπείνωση, ζητώντας απ’ αυτούς συγχώρεση των αμαρτιών του!

Συμβούλευσε τέλος όλους τους επισκόπους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη κι ομόνοια στην Πίστη, να δείχνουν αγάπη στους πάσχοντες και να μην υβρίζουν ή να προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των αδελφών τους. Όταν μερικοί του ανέφεραν κατηγορίες για κάποιους επισκόπους, αυτές τις αναφορές δεν δέχτηκε να τις εξετάσει, ούτε τις υποθέσεις των κατηγορουμένων επισκόπων διερεύνησε, αλλά μπροστά σε όλους έσχισε όλες τις κατηγορίες, λέγοντας τα ακόλουθα βαρυσήμαντα λόγια: «Αν εγώ ο ίδιος προσωπικά τύγχαινε να έβλεπα αρχιερέα να παρανομεί, εξάπαντος θα τον σκέπαζα με την βασιλική πορφύρα μου»!

Αφού λοιπόν οι Άγιοι Πατέρες αποχαιρέτισαν τον βασιλέα και τον πατριάρχη Αλέξανδρο, τον οποίο αυτοί είχαν χειροτονήσει ως διάδοχο του Αγίου Μητροφάνη, που εκοιμήθη κατά τη διάρκεια της Συνόδου (4.6.325), επέστρεψαν στις επαρχίες τους, όπου κήρυτταν τα δόγματα της αγίας Συνόδου.

Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης

Το άλλο πρωταρχικής σημασίας έργο του Κωνσταντίνου υπήρξε η ίδρυση μιας νέας πρωτεύουσας του κράτους στις ευρωπαϊκές ακτές του Βοσπόρου και στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου, αποικίας των Μεγαρέων του 7ου αι. π.Χ.

Όταν ο Κωνσταντίνος πήρε τη σχετική απόφαση, δεν επέλεξε αμέσως το Βυζάντιο, αλλά σκέφθηκε αρχικά τη γενέτειρά του Ναϊσσό, τη Σαρδική (Σόφια) και τη Θεσσαλονίκη στη συνέχεια. Απ’ τα εμπόδια όμως που προέκυψαν, εννόησε ότι δεν ήταν θέλημα Θεού να προχωρήσει εκεί και μετέβη στο αρχαίο Ίλιο, όπου λέγεται πως είχαν στρατοπεδεύσει οι Αχαιοί στον πόλεμο κατά της Τροίας. Εκεί σχεδίασε την πόλη όσο μεγάλη έπρεπε να γίνει και κατασκεύασε ακόμη και τις πύλες της. Αλλά κάποιο βράδυ παρου­σιάσθηκε ο Κύριος στον ευσεβή βασιλέα, προτρέποντάς τον να επιλέξει άλλη τοποθεσία για πρωτεύουσά του. Υπακούοντας στο θείο κέλευσμα, ο Κωνσταντίνος κατέληξε τελικά στο Βυζάντιο, του οποίου τη θέση θεώρησε ως την πλέον κατάλληλη για τον σκοπό του και αρεστή στον Θεό.

Κατά τη χάραξη των ορίων της νέας πόλης από τον Κωνσταντίνο, Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε σ’ αυτόν μόνο και τον καθοδηγούσε, προπορευόμενός του, μέχρι που σημείωσαν όλο τον χώρο, μέσα στον οποίο ήταν θέλημα Θεού να κτισθεί η πρωτεύουσα.

Η τελετή για τη θεμελίωση της πόλης έγινε στις 8 Νοεμβρίου του 324, και για τα έργα ανοικοδόμησης, που άρχισαν στη συνέχεια, μαζεύτηκαν εργάτες και υλικά από παντού, ενώ πολλά αρχαία προχριστιανικά μνημεία της Ρώμης, της Αθήνας, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, της Εφέσου κ.ά. πόλεων χρησιμοποιήθηκαν κατάλληλα για τη διακόσμηση της βασιλεύουσας. Αλλά και λείψανα Αγίων και Μαρτύρων μετέφερε ο Κωνσταντίνος, για τον εξαγιασμό της. Και δεν κόσμησε την πόλη ο ευσεβής βασιλέας μόνο με ιππόδρομο, κρήνες, στοές και άλλα λαμπρά οικοδομήματα, αλλά και με περικαλλείς ναούς, όπως αυτούς των Αγίων Αποστόλων, της Αγίας Ειρήνης, του Αγίου Μωκίου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Τίμησε ακόμη την πόλη με Σύγκλητο, αφού κάλεσε από τη Ρώμη και αλλού ευγενείς και λογίους άρχοντες, για τη διαμονή των οποίων έκτισε κατάλληλες οικοδομές, και συνέστησε ιεραρχία βασιλικών αξιωματούχων, κατά την τάξη, που επικρατούσε και στη Ρώμη.

Μετονόμασε λοιπόν τη νέα πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, την οποία αφιέρωσε στην Υπεραγία Θεοτόκο (26 Νοεμβρίου του 328) και της οποίας τα εγκαίνια τελέστηκαν πανηγυρικά στις 11 Μαΐου του 330. Βεβαίως τα οικοδομικά έργα συνεχίστηκαν και αργότερα. Η Κωνσταντινούπολη κατέστη σύντομα το πολιτικό, εκκλησιαστικό, οικονομικό και πνευματικό κέντρο της μεγάλης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού

Μέσα στα μεγαλόπνοα σχέδια του Μ. Κωνσταντίνου για την εδραίωση του Χριστιανισμού εντάσσεται και η απόφασή του να αποστείλει τη μητέρα του Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για την αναζήτηση και εύρεση του Τιμίου Ξύλου του Σταυρού, και, ευρύτερα, για την ανάδειξη των Αγίων Τόπων, όπου έζησε, μαρτύρησε, σταυρώθηκε, τάφηκε και αναστήθηκε ο Χριστός, και τους οποίους οι καταστροφές από τον χρόνο, τους πολέμους, αλλά και η ζηλοφθονία των Εβραίων, είχαν σκεπάσει και αποκρύψει ολότελα.

Η ιεραποδημία αυτή της Αγίας Ελένης έλαβε χώρα μετά την ανάδειξή της από τον υιό της σε Αυγούστα (περί τον Οκτώβριο του 324), γύρω στα έτη 325/326. Παράλληλα προς τη σχετική επιθυμία του Κωνσταντίνου, και η ίδια η Αγία Ελένη είχε δει οπτασία, που την παρακινούσε προς την ιερή της αυτή αποστολή. Εφοδιασμένη λοιπόν με βασιλικά γράμματα προς τον τότε αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων Άγιο Μακάριο, με αφθονία χρημάτων, καθώς και με την αρμόζουσα συνοδία στρατού και επισήμων αρχόντων, φθάνει «με σπουδή και νεανική δύναμη η ηλικιωμένη (ήταν τότε περίπου 78 ετών) και γεμάτη φρόνηση (Ελένη), να επισκεφθεί την αξιοσέβαστη γη και συγχρόνως να δει τις επαρχίες, τους δήμους, και τους λαούς της Ανατολής με βασιλική αξιοπρέπεια». Ο πατέρας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Ευσέβιος μας φανερώνει στο χωρίο του αυτό και τον ευρύτερο ιεραποστολικό και φιλανθρωπικό χαρακτήρα της ιεραποδημίας της Αγίας.

Στην αναζήτηση του Τιμίου Σταυρού η τιμία βασίλισσα συναντά αρκετές δυσχέρειες. Σύμφωνα με αρχαιότατη παράδοση, η εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία είναι συνυφασμένη με το πρόσωπο του Αγίου Ιερομάρτυρος Κυριακού, επισκόπου στα Ιεροσόλυμα. Ο Άγιος Κυριακός, Εβραίος στην καταγωγή, με το αρχικό όνομα Ιούδας, ήταν ο άνθρωπος που γνώριζε από τους προγόνους του το μέρος, όπου ήταν κρυμμένος ο Σταυρός του Κυρίου, αλλά δεν ήθελε να το αποκαλύψει στην Αγία Ελένη. Αυτή τότε πρόσταξε να τον βάλουν σε ξεροπήγαδο για μια εβδομάδα, οπότε αναγκάστηκε από την πείνα και δίψα να υποδείξει τον χώρο του Γολγοθά και του Μνήματος του Χριστού. Ο τόπος είχε καταχωσθεί από τους Εβραίους, ένεκα φθόνου, οι δε ειδωλολάτρες, βλέποντας να προσκυνείται από τους Χριστιανούς με ευλάβεια για τα εκεί τελούμενα θαύματα, είχαν ανεγείρει στον χώρο αυτό τέμενος της θεάς Αφροδίτης. Με προσταγή της Αγίας το τέμενος κρημνίζεται και ανασκάπτεται ο χώρος, οπότε ανευρέθηκαν ο Γολγοθάς, το Πανάγιο Μνήμα, οι τρεις Σταυροί, του Χριστού και των δύο ληστών και οι άγιοι Ήλοι (καρφιά) της Σταύρωσης.

Η αναγνώριση του Τιμίου Σταυρού έγινε με το εξής θαύμα: Μία νεκρή γυναίκα οδηγείτο προς ενταφιασμό. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος είπε να σταματήσει η νεκρική πομπή. Μετά από θερμή προσευχή και τοποθετώντας διαδοχικά και χωριστά τους τρεις Σταυρούς πάνω στη νεκρή, ω του θαύματος! Αυτή αναστήθηκε, όταν την άγγιξε ο τρίτος Σταυρός, ο Σταυρός του Κυρίου! Τότε η Αγία διέταξε και διαιρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός. Και το μεν ένα τμήμα τοποθέτησε σε αργυρή πολύτιμη θήκη και το άφησε στα Ιεροσόλυμα, το δε άλλο μετέφερε σε ταξίδι της από τα Ιεροσόλυμα στην Κωνσταντινούπολη. Είναι απ’ αυτό το δεύτερο τμήμα, που άφησε κατά τόπους τεμάχια, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, για την οποία θα μιλήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο. Την εύρεση του Τιμίου Ξύλου και των αγίων Ήλων τιμά η Εκκλησία μας στις 6 Μαρτίου.

Με το θαύμα της αναστάσεως της νεκρής γυναίκας από τον Σταυρό πιστεύει ο πιο πάνω Εβραίος Ιούδας, βαπτίζεται και μετονομάζεται Κυριακός, χειροτονείται αργότερα επίσκοπος (μάλλον χωρεπίσκοπος) στα Ιεροσόλυμα, και μαρτυρεί επί Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363). Η Εκκλησία μας τελεί τη μνήμη του στις 28 Οκτωβρίου.

Αναφορικά με τους δύο άλλους Σταυρούς των ληστών, επειδή η Αγία αδυνατούσε να διακρίνει ποιος ανήκε στον «εκ δεξιών» Καλό Ληστή και ποιος στον «εξ αριστερών» και επειδή από την άλλη σκέφθηκε πως τόσα χρόνια θαμμένοι με τον Σταυρό του Χριστού είχαν πάρει κι αυτοί ευλογία, και δεν έπρεπε να παραμεληθούν, πρόσταξε να αποσυναρμολογηθούν, και με την εναλλαγή των οριζοντίων ξύλων τους να σχηματισθούν δύο νέοι Σταυροί. Έτσι ο καθένας τους περιείχε τεμάχιο του Σταύρου του Καλού Ληστή.

Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός ο Μ. Κωνσταντίνος, χάρηκε ιδιαίτερα και με επιστολή του προς τον Άγιο Μακάριο όρισε να ανεγερθεί στον χώρο του Παναγίου Τάφου ναός λαμπρός και περικαλλής, παρέχοντας ο ίδιος ο αυτοκράτορας τα μέσα προς τούτο. Η Αγία Ελένη, εκτός από την επίβλεψη στην ανέγερση του ναού τούτου, ανήγειρε θαυμάσιο ναό στη Βηθλεέμ (στο άγιο Σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου) και άλλον εφάμιλλο της Αναλήψεως στο όρος των Ελαιών.

Στη συνέχεια η ευσεβής βασίλισσα περιήλθε όλες τις χώρες της Ανατολικής αυτοκρατορίας, στολίζοντας τους ναούς του Θεού με λαμπρά κειμήλια και κάνοντας ποικίλα έργα φιλανθρωπίας: Ελεούσε αφθονοπάροχα κατοίκους πόλεων συλλογικά, αλλά κι όσους την πλησίαζαν ατομικά, στρατιώτες, πένητες, γυμνούς και απροστάτευτους, παρέχοντας όλα τα αναγκαία του σώματος. Αλλά και από τα δεσμά, την καταπίεση και την εξορία απάλλαξε πολλούς καταδίκους, από μεγάλη φιλανθρωπία κινούμενη.

Το θαυμαστό έργο της Αγίας Ελένης στα Ιεροσόλυμα και την Παλαιστίνη και η ιεραποστολική και πλούσια φιλανθρωπική της περιοδεία στις πέριξ επαρχίες της Ανατολής διήρκεσε γύρω στα δύο με τρία χρόνια (325/326-328/329).

Η έλευση της Αγίας Ελένης στην Κύπρο

Στα πλαίσια της ως άνω μακρόχρονης αγαθοεργούς δράσης της Αγίας βασίλισσας εντάσσεται βεβαίως και η διέλευσή της από την Κύπρο. Συγκεκριμένες αναφορές των παλαιών ιστορικών για το γεγονός τούτο δεν υπάρχουν, όπως ασφαλώς δεν υπάρχουν και για άλλα πολλά σημαντικά έργα της Αγίας. Οι σωζόμενες σήμερα γραπτές πηγές, από τον 12ο αιώνα κ.ε. (πρώτη γνωστή αναφορά αυτή του Ηγουμένου Δανιήλ το 1106) καταγράφουν την παράδοση, που από στόμα σε στόμα και από γενεά σε γενεά διασώθηκε μέχρι τότε. Ακριβώς και σ’ αυτή την περίπτωση λειτούργησε ο παράγοντας της παράδοσης, για να διασώσει ό,τι δεν ήταν δυνατό να περισωθεί με άλλο τρόπο, και μάλιστα εξαιτίας των πολλών περιπετειών και συμφορών της Κύπρου, που τη στέρησαν από σπουδαίους θησαυρούς, μνημεία των παλαιών εκείνων γεγονότων.

Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση αυτή, πολύ ισχυρή μέχρι και σήμερα, η ευλογημένη βασίλισσα σε ταξίδι με πλοία από την Παλαιστίνη προς την Κωνσταντινούπολη, όπου μετέφερε τα άγια Σύμβολα του Πάθους του Κυρίου και τους Σταυρούς των ληστών, αναγκάστηκε από θαλασσοταραχή να προσορμισθεί στα νότια παράλια της Κύπρου, στις εκβολές του αρχαίου χειμάρρου Τετίου, που από τότε μετονομάστηκε προς τιμήν της Βασιλοπόταμος. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση η Κύπρος μαστιζόταν τότε από φοβερή ανομβρία (δεν είχε βρέξει για πολλά συνεχή έτη), που προκάλεσε λοιμικές ασθένειες, το δε νησί είχε γεμίσει από θανατηφόρα φίδια. Η θεομηνία αυτή οδήγησε πολλούς κατοίκους να μεταναστεύσουν σε άλλα μέρη, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.

Η ίδρυση της Μονής του Τιμίου Σταύρου (Σταυροβουνίου) στην Κύπρο

Εκεί λοιπόν στην περιοχή του Βασιλικού, όπου προσάραξε η βασίλισσα Ελένη, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον ύπνο της και της είπε ότι ήταν θέλημα Θεού να ανεγείρει ναούς και στην Κύπρο, όπως και στην Αγία Γη, στους οποίους να αφιερώσει τεμάχια του Τιμίου Ξύλου, για να τιμάται και εδώ ο Σταυρός του Κυρίου. Άλλο θαύμα τότε ακολούθησε, γιατί ο Τίμιος Σταυρός μεταφέρθηκε από θεία δύναμη στην κορυφή του όρους Ολύμπου, του σημερινού Σταυροβουνίου, υποδεικνύοντας στην Αγία τη θέση, όπου έπρεπε να ανεγείρει ναό προς τιμή Του.

Η ταπεινή αυτοκράτειρα ήλθε πράγματι προσωπικά στη βουνοκορφή του Ολύμπου και με τη βοήθεια κάποιων κατοίκων των γύρω περιοχών, καθώς και των ανθρώπων της, καταργεί τον προϋπάρχοντα εδώ ειδωλολατρικό ναό (που ήταν αφιερωμένος στον Ολύμπιο Δία) και ανεγείρει ναό προς δόξαν του αληθινού Θεού. Στον αρχικό τούτο ναό αφιέρωσε τον ένα από τους δύο Σταυρούς των ληστών, όπως και πιο πάνω αναφέραμε, τοποθετώντας στο κέντρο του τεμάχιο από το Τίμιο Ξύλο, καθώς επίσης και ένα αγιασμένο Ήλο (καρφί). Με το τέλος του έργου της ανέπεμψε δοξολογία και ευχαριστία στον Κύριο.

Κατά την ίδια παράδοση η Αγία Ελένη ανεγείρει και στην Τόχνη ναό, προικίζοντάς τον κι εκείνο με τεμάχια των αγιασμένων Συμβόλων του Πάθους του Κυρίου. Μεταφέρει επίσης με ενέργειές της ένα πλοίο γεμάτο γάτες από τη Μικρά Ασία (ο όρμος, που προσορμίστηκε το πλοίο ονομάστηκε έκτοτε Ακρωτήριο των Γάτων ή Κάβο Γάτα), που αφέθηκαν στην ξηραμμένη γη, για να εξαλείψουν τα πολλά φίδια. Και αργότερα, από την Κωνσταντινούπολη, μερίμνησε και πέτυχε την επιστροφή των Κυπρίων στο νησί τους, που είχαν ξενιτευθεί ένεκα της ανομβρίας.

Η παλαιά αυτή παράδοση είχε ήδη κωδικοποιηθεί στην Κύπρο κατά τους βυζαντινούς χρόνους (12ο-13ο αι.) και διασώθηκε από τους μεσαιωνικούς τοπικούς χρονογράφους (με αρχαιότερο τον Λεόντιο Μαχαιρά [15ος αι.]), οι οποίοι και την περιέλαβαν στα σχετικά ιστορικά τους έργα.

Η Κύπρος έτσι αναγεννάται αισθητά και πνευματικά. Αισθητά, γιατί με τη Χάρη του Τιμίου Σταυρού ξανάρχισαν οι βροχές, και ήλθε πάλιν η ευλογία του Θεού στον τόπο. Και πνευματικά, γιατί ο ταλαιπωρημένος Κυπριακός λαός στερεώθηκε με τη Χάρη του εσταυρωμένου στον δρόμο της πίστης Του.

Έτσι λοιπόν διαθρυλούνται τα γεγονότα σχετικά με τη διέλευση της Αγίας Ελένης στη συνείδηση του λαού της Κύπρου, στη ζωντανή του παράδοση! Και η μνήμη των Αγίων Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, κτητόρων του ιερού ναού του Σταυροβουνίου, τιμάται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σ’ όλο το νησί. Τα δε ονόματά τους κοσμούν πλήθος των κατοίκων του. Είκοσι τουλάχιστο ναοί, παλαιοί και νεώτεροι, είναι αφιερωμένοι στην Κύπρο στους Αγίους αυτούς, καθώς και πολλά τοπωνύμια, όπου προφανώς βρίσκονταν παλαιότερα ναοί τους.

Η ανάμνηση της διέλευσης της Βασιλομήτορος Αγίας Ελένης από την Κύπρο και της ίδρυσης απ’ αυτήν της Μονής του Τιμίου Σταυρού στο Σταυροβούνι διαιωνίζεται και με την επιγραφή πάνω σε πέτρινη πλάκα, που σήμερα βρίσκεται εντοιχισμένη στον διάδρομο στα βόρεια του Καθολικού (κεντρικού ναού) της Μονής. Η πλάκα αυτή ανακαλύφθηκε κατά την διάρκεια των εργασιών για επισκευή του Καθολικού, μετά την πυρκαγιά κατά τον Ιούλιο του 1888, και χρονολογείται από ειδικούς στους μεσαιωνικούς χρόνους, είναι δε πιθανό να αποτελεί αντίγραφο πρωτοτύπου της βυζαντινής εποχής.

Η κοίμηση της Αγίας Ελένης

Ο Μ. Κωνσταντίνος υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, που μετέφερε με μεγάλη ευλάβεια η μητέρα του στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά και τους αγίους Ήλους ο ευσεβής αυτοκράτορας αναφέρεται πως τοποθέτησε στην περικεφαλαία και τα χαλινάρια του αλόγου του, για προστασία και ευλογία στους πολέμους.

Αφού λοιπόν διήλθε η μακαρία Ελένη τη ζωή της με προσευχή, ταπείνωση και τόσα θαυμαστά έργα και αγαθοεργίες, ανεπαύθη εν Κυρίω πιθανώτατα στην Κωνσταντινούπολη περί τα έτη 328/329, σε ηλικία ογδόντα περίπου ετών. Το άγιο σκήνος της μεταφέρθηκε στη Ρώμη από τον υιό της και κατατέθηκε στο μαυσωλείο (ροτόντα) γνωστό με το όνομα Tor Pignattara, μέσα σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη λίθο. Η σαρκοφάγος αυτή φυλάσσεται σήμερα στο Βατικανό Μουσείο.

Θανάτωση του Κρίσπου και της Φαύστας

Ο Κρίσπος ήταν υιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου από την πρώτη του γυναίκα, τη Μινερβίνα. Με τη δεύτερή του γυναίκα, τη Φαύστα, ο Μ. Κωνσταντίνος απόκτησε άλλους τρεις υιούς, τον Κωνσταντίνο, τον Κωνστάντιο και τον Κώνσταντα.

Η εκτίμηση του Μ. Κωνσταντίνου προς τον υιό του Κρίσπο ήταν πολύ μεγάλη, ιδίως μετά τη συμβολή του Κρίσπου στο να κατατροπωθεί ο Λικί­νιος, όπως πιο πάνω ήδη αναφέραμε. Τούτο όμως στάθηκε αιτία να φθονήσει θανάσιμα τον Κρίσπο η Φαύστα, γιατί φοβόταν πως η δόξα του Κρίσπου θα επεσκίαζε τα δικά της παιδιά. Συνέλαβε λοιπόν η πανούργα το εξής δαιμονικό σχέδιο: Κατηγόρησε έντεχνα τον Κρίσπο στον πατέρα του με ψεύτικες και ασύστολες κατηγορίες. Ότι δηλαδή επεχείρησε δήθεν ο Κρίσπος να την ατιμάσει, και στη συνέχεια να φονεύσει τον πατέρα του, για ν’ αρπάξει, και τον θρόνο, και τη γυναίκα του! Δυστυχώς ο Κωνσταντίνος έπεσε στην παγίδα. Παρασύρθηκε και πίστεψε τη συκοφαντία, ώστε διάταξε τη θανάτωση του Κρίσπου (326).

Η Αγία Ελένη λυπήθηκε βαθύτατα για το θλιβερό αυτό γεγονός. Έλεγξε δριμύτατα τον αυτοκράτορα υιό της για το θανάσιμο σφάλμα του. Εκείνος, μετανοιωμένος και συντετριμμένος, διέταξε ξανά νέες ανακρίσεις. Αποδείχθηκε η φοβερή πλεκτάνη και η Φαύστα τιμωρήθηκε με θάνατο (326).

Τα συγκλονιστικά αυτά γεγονότα της προσωπικής ζωής του Μ. Κωνσταντίνου τον λυπούν βαθύτατα. Τον κάνουν να θρηνεί σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του και να ζητεί συγχώρηση από τον Θεό. Προς τιμή του αδικοσκοτωμένου υιού του Κρίσπου ο Μ. Κωνσταντίνος έστησε αργυρό ανδριάντα, με την επιγραφή· «Τω ηδικημένω υιώ μου».

Πολλοί είναι οι επικριτές του Αγίου για τα δυσάρεστα αυτά γεγονότα. Πρέπει όμως να γνωρίζουν ότι:

(1) Όταν συνέβησαν τα θλιβερά αυτά γεγονότα, ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν ήταν ακόμη Χριστιανός. Πώς μπορούμε να απαιτούμε χριστιανική συνέπεια από κάποιον, που δεν ήταν βαπτισμένος χριστιανός;

(2) Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος δεν ενέργησε με κακία και με εμπάθεια, αλλά έπεσε θύμα καλά στημένης ραδιουργίας και συκοφαντίας.

(3) Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν ακόμη δικαστήρια για την απονομή δικαιοσύνης. Η δικαστική εξουσία ήταν στα χέρια των αυτοκρατόρων, που δίκαζαν σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων. Αυτή τη διαδικασία πρόβλεπε ο νόμος της εποχής εκείνης, και έτσι εύκολα γίνονταν και λάθη.

(4) Άγιος δεν είναι μόνον ο αναμάρτητος. Αλλά Άγιος είναι εκείνος που επιδεικνύει πραγματική μετάνοια για τις αμαρτίες που έπραξε, αλλάζει ζωή, και αγωνίζεται έπειτα να συμμορφώνεται προς το θέλημα του Θεού.

Ας μη μας διαφεύγει πως πολλοί Άγιοι ήσαν προηγουμένως μεγάλοι αμαρτωλοί, οι οποίοι όμως αργότερα μετανόησαν, άλλαξαν ζωή, ευαρέστησαν τον Θεό, και ο Θεός όχι μόνο τους συγχώρησε, αλλά και τους δόξασε, αναδεικνύοντάς τους Αγίους θαυματουργούς. Ο προφήτης και βασιλέας Δαβίδ έπεσε π.χ. στο αμάρτημα του φόνου και της μοιχείας. Ο βασιλέας και ισαπόστολος Κωνσταντίνος έπεσε και αυτός στο αμάρτημα του φόνου. Αλλά και οι δύο μετανόησαν πικρά. Έπραξαν έργα γνήσιας μετάνοιας, συγχωρέθηκαν, ευαρέστησαν τον Θεό, και τελικά αναδείχθηκαν και οι δύο μεγάλοι Άγιοι!

Τα τελευταία έργα του Μ. Κωνσταντίνου

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ιστορικές μαρτυρίες, και μάλιστα του συγχρόνου του Μ. Κωνσταντίνου ιστορικού Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας, εκτός των καλών έργων, που αναφέραμε ήδη πιο πάνω, ο ευσεβής αυτοκράτορας επιδόθηκε σε πλείστα άλλα αξιομνημόνευτα θεάρεστα έργα κατά το υπόλοιπο της ζωής του.

Μεταξύ άλλων, προνοώντας για τους Χριστιανούς στην Περσία, έγραψε επιστολή προς τον βασιλέα των Περσών Σαβώρ Β’ (310-381), όπου με λόγους κατάλληλους τον παρακινεί να φροντίζει, ώστε οι εκεί πιστοί να διάγουν ειρηνικά, και όπου ομολογεί ξεκάθαρα την πίστη του στον Χριστό. Δυστυχώς ο Σαβώρ δεν τήρησε τις υποσχέσεις του, και γι’ αυτό ο Κωνσταντίνος, όπως θα δούμε, ανέλαβε εκστρατεία εναντίον του.

Ο Μ. Κωνσταντίνος αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη της αγίας Γραφής, αλλά και την προσευχή, προσευχόμενος στον αληθινό Θεό κατά μόνας, καθώς και με όλα τα μέλη του βασιλικού οίκου στα ανάκτορα. Γι’ αυτό και σε ορισμένα από τα χρυσά νομίσματα που έκοψε αποτυπώνεται, έχοντας το βλέμμα στραμμένο προς τα άνω, σε σχήμα προσευχομένου. Θεσμοθέτησε μάλιστα πρώτος αυτός την Κυριακή, ως την κατεξοχήν ημέρα προσευχής, και την καθιέρωσε με νόμο ως ημέρα αργίας. Επιπρόσθετα δίδασκε τους στρατιώτες του να τιμούν την Κυριακή και να προσεύχονται κατ’ αυτήν, όχι μόνο οι πιστοί Χριστιανοί, αλλά και οι εθνικοί, και έγραψε για όλους τους στρατιωτικούς (στα λατινικά) την εξής προσευχή:

«Σε μόνον γνωρίζουμε Θεόν, εσέ αναγνωρίζουμε βασιλέα, σε επικαλούμαστε βοηθό, από ‘σένα τις νίκες κατορθώσαμε, με τη βοήθειά σου γίναμε ανώτεροι των εχθρών, σε ευχαριστούμε για τα αγαθά, τα οποία ήδη μας χορήγησες, από σένα ελπίζουμε (να λάβουμε) τα μέλλοντα (αγαθά), σου γινόμαστε όλοι ικέτες, παρακαλώντας να διαφυλάσσεται για χάρη μας σώος και νικητής ο βασιλέας μας Κωνσταντίνος και οι θεοφιλείς υιοί του.»

Περαιτέρω πρόσταξε και χαράχτηκε ο Σταυρός στα όπλα των στρατιωτών του.

Πόσο λοιπόν τιμούσε την προσευχή ο Άγιος! Ιδιαίτερα, μετείχε με λαμπρότητα στην εορτή και αγρυπνία του Πάσχα, παρέχοντας τότε και πλούσια ελεημοσύνη. Με εντολή του ακόμη τιμώνταν χαρμόσυνα οι ημέρες του μαρτυρίου των Αγίων Μαρτύρων, καθώς και οι λοιπές εορτές της Εκκλησίας μας. Αντίθετα, θέσπισε νόμους εναντίον των θυσιών και των ειδωλικών τελετών.

Καθώς ήταν και καλά καταρτισμένος ο Άγιος, έγινε άριστος λογογράφος για τα θεία σε ομιλίες, που έγραφε ο ίδιος και απεύθυνε προς τα πλήθη, μιλώντας εναντίον των παθών και της απληστίας και ελέγχοντας τους ανόμους! Ο ίδιος δε, τιμώντας τον Θεό, ακροαζόταν πάντοτε όρθιος τα θεία λόγια. Μάλιστα πρόσταξε τον πιο πάνω επίσκοπο Ευσέβιο να φροντίσει για την καλλιγράφηση 50 τόμων της αγίας Γραφής για τις ανάγκες του διδακτικού έργου της Εκκλησίας, παρέχοντας όλα τα αναγκαία σχετικά έξοδα, τους οποίους τόμους πράγματι απέστειλε ο Ευσέβιος στην Κωνσταντινούπολη.

Μέχρι τέλους φιλοσοφούσε άριστα ο καλός Κωνσταντίνος, και μάλιστα περί θανάτου, όπως αποδεικνύει επικήδειος λόγος, που εκφώνησε ο ίδιος. Είδαμε δε ότι στην Κωνσταντινούπολη ανήγειρε μεταξύ άλλων και τον ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου διέταξε και κατασκευάστηκαν δώδεκα λάρνακες (θήκες) προς τιμή των Αποστόλων, σκοπεύοντας να μεταφέρει εκεί τα τίμια λείψανά τους. Στο μέσο τους λοιπόν κατασκεύασε και τη δική του λάρνακα, τόσο για μνήμη θανάτου, όσο και ωφέλεια της ψυχής του, αφού η επιθυμία του ήταν να ταφεί εκεί.

Ακόμη, στις 13 Σεπτεμβρίου του 335, σύμφωνα με εντολή του, τελέστηκαν με λαμπρότητα τα εγκαίνια του πανιέρου ναού της Αναστάσεως, που είχε ανεγερθεί, όπως είπαμε, με δική του επιχορήγηση και τις οδηγίες του στον χώρο του Τάφου του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα.

Πρέπει επίσης να μνημονεύσουμε εδώ και τον εκχριστιανισμό διαφόρων εθνών κατά την εποχή εκείνη, όπως των Ινδών, όταν τους κήρυξαν το Ευαγγέλιο ο φιλόσοφος Μερόπιος από την Τύρο με τους μαθητές του Αιδέσιο και Φρουμέντιο. Ο τελευταίος μάλιστα χειροτονήθηκε επίσκοπος Ινδίας από τον Άγιο Αθανάσιο τον Μεγάλο, αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας. Πίστευσαν ακόμη στον Χριστό και οι Ίβηρες (Γεωργιανοί), που διδάχθηκαν την Πίστη από μία αιχμάλωτη χριστιανή, την Αγία Νίνα, που τέλεσε μεγάλα θαύματα με τη δύναμη του Χριστού. Η Αγία Νίνα θεράπευσε μάλιστα, τόσο την βασίλισσα Νάνα από ανίατη ασθένεια, όσο και τον βασιλέα Μιριάν (265-342), όταν αυτός επέστρεψε τυφλός από το κυνήγι. Τότε ο Μιριάν έστειλε πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη προς τον Μ. Κωνσταντίνο, ζητώντας τη βοήθειά του για τον εκχριστιανισμό της Γεωργίας. Ανταποκρινόμενος ο φιλόθεος Κωνσταντίνος, του έστειλε ιερείς μαζί με εικόνες, άγια λείψανα και τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού. Σε λίγο διάστημα, όχι μόνο οι βασιλείς, αλλά και πλήθη λαού βαπτίστηκαν Χριστιανοί.

Την ίδια εποχή πίστεψαν στον Χριστό και οι Αρμένιοι, και πάλιν με τις ενέργειες του Μ. Κωνσταντίνου και την αποστολική δράση του Αγίου Γρηγορίου, επισκόπου και φωτιστού της Μεγάλης Αρμενίας.

Εκστρατεία κατά των Περσών και ασθένεια του Μ. Κωνσταντίνου

Στα τέλη της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου παρατηρήθηκαν εχθρικές προετοιμασίες των Περσών κατά των Ρωμαίων. Ο Κωνσταντίνος ανησύχησε, όχι μόνο για τον πόλεμο, αλλά και την τύχη των χριστιανών στην Περσία, για τους οποίους, όπως είδαμε, επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον (οι ανησυχίες του δικαιώθηκαν, καθώς από το 343 περίπου ο Σαβώρ εξαπέλυσε εκτεταμένους διωγμούς σ’ όλη την Περσία, αναδεικνύοντας πλήθη Μαρτύρων). Ετοιμάστηκε λοιπόν για εκστρατεία εναντίον των Περσών, επικαλούμενος τον Θεό και παραλαμβάνοντας ως συνοδούς και μερικούς επισκόπους, για να τον ενισχύουν με τις ευχές τους. Ακόμη και η σκηνή του σ’ αυτή την εκστρατεία είχε σχήμα σταυροειδές. Περνώντας όμως από τη Νίκαια ασθένησε και κατέφυγε στην Ελενόπολη για θεραπεία, καθώς εκεί υπήρχαν θερμά ιαματικά λουτρά. Επειδή όμως η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε, μεταφέρθηκε στη Νικομήδεια κι απ’ εκεί σε προάστιό της, καλούμενο «Αχυρών», που ήταν τόπος κατάλληλος για ανάπαυση και ανακούφιση.

Η βάπτιση και η κοίμηση του Αγίου Κωνσταντίνου

Ο μέχρι τότε κατηχούμενος στη Χριστιανική Πίστη βασιλέας, αφού διέμεινε εκεί για λίγο διάστημα και είδε πως η κατάστασή του δεν βελτιωνόταν, κάλεσε κοντά του τους Ορθοδόξους επισκόπους, που τον συνόδευαν, και εξέφρασε σ’ αυτούς την επιθυμία του να λάβει επιτέλους το άγιο Βάπτισμα, λέγοντας τα ακόλουθα αξιομνημόνευτα λόγια: «Αυτός είναι ο καιρός, που περίμενα από χρόνια με πόθο και προσευχή, ελπίζοντας να αξιωθώ της σωτηρίας από τον Θεό. Είναι πια καιρός να απολαύσω κι εγώ την αθανατοποιό σφραγίδα (έτσι ονόμασε το Βάπτισμα και το Χρίσμα)… κάτι το οποίο σκεπτόμουν να λάβω στα ρείθρα του Ιορδάνη ποταμού, στον οποίο, όπως αναφέρεται (στην Αγία Γραφή), μετέσχε του λουτρού του Βαπτίσματος και ο Χριστός, ως πρότυπο (παράδειγμα) για μας. Αλλ’ ο Θεός, που γνωρίζει το συμφέρον μας, με αξιώνει να το λάβω εδώ. Ας τελεσθεί λοιπόν τούτο χωρίς αναβολή…».

Τότε οι αρχιερείς βάπτισαν τον μακάριο Κωνσταντίνο και τον μετέλαβαν τα άχραντα Μυστήρια. Κι αυτός, σαν βγήκε από την αγία κολυμβήθρα, φόρεσε τα λευκά ενδύματα του Βαπτίσματος, τα οποία και δεν απέβαλε μέχρι την κοίμησή του! Δεν θέλησε πια να περιβληθεί τη βασιλική πορφύρα! Ανέπεμψε δε αμέσως μετά τη βάπτισή του ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό, επιλέγοντας τα εξής: «Τώρα γνωρίζω ότι είμαι πράγματι μακάριος. Τώρα γνωρίζω ότι δείχθηκα άξιος της αθάνατης ζωής. Τώρα γνωρίζω ότι έγινα μέτοχος του θείου φωτός»!

Έτσι λοιπόν, ευτυχής και ευχόμενος, αφού τακτοποίησε τα της διαδοχής και διαθήκης του, κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 22 Μαΐου του 337, ημέρα της Πεντηκοστής, κατά τις μεσημβρινές ώρες, αφού διετέλεσε τεσσαρακοστός τέταρτος αυτοκράτορας μετά τον Καίσαρα Οκταβιανό Αύγουστο (27 π.Χ. -14 μ.Χ.). Έζησε δε γύρω στα εξήντα τρία χρόνια, αφού βασίλευσε για περίπου τριάντα ένα χρόνια.

Στη διαθήκη του ο Κωνσταντίνος άφησε ως διαδόχους του τους τρεις υιούς του, παραχωρώντας στον Κωνστάντιο όλη την Ανατολή και την Κωνσταντινούπολη, στον Κώνσταντα τη Ρώμη και όλη την Ιταλία και στον Κωνσταντίνο τη Γαλλία και τις Βρεταννικές νήσους.

Το λείψανο του Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε σε χρυσή λάρνακα και μεταφέρθηκε στα ανάκτορα στην Κωνσταντινούπολη, μέχρις ότου αφίχθηκε ο υιός του Κωνστάντιος, οπότε τελέστηκε μεγαλοπρεπής η κηδεία του και κατετέθη η σορός του στη λάρνακα, που είχε ο ίδιος προετοιμάσει, όπως είδαμε, στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Και εκεί ευρισκόμενο το τίμιο λείψανό του, επετέλεσε πολλά θαύματα!

Αντί Επιλόγου

Αυτά ήταν, αγαπητέ αναγνώστη, σε γενικές γραμμές τα σπουδαιότερα γεγονότα και θαυμαστά έργα των αοιδίμων Μεγάλων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπως τα παρουσιάσαμε στο συνοπτικό αυτό και λιτό Συναξάριο.

Ειδικώτερα για το πρόσωπο του Μ. Κωνσταντίνου, που για ορισμένους είναι δυστυχώς «σημείο αντιλεγόμενο», πρέπει να πούμε πως ο κάθε καλοπροαίρετος αναγνώστης και μελετητής του βίου του δεν μπορεί, παρά να δοξάσει τον θεό, που τον ανέδειξε αυτοκράτορα σε μια εποχή κρίσεως θεσμών και αξιών, και μάλιστα μετά από τρεις αιώνες σκληρών διωγμών και φρικτών θανατώσεων εκατομμυρίων αθώων ανθρώπων, μόνο και μόνο για την πίστη και αγάπη τους στον Χριστό! Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε σήμερα αυτή τη μεγίστη του προσφορά στη Χριστιανική οικουμένη; Και να ήταν μόνη αυτή; Αναφέρθηκαν ήδη πιο πάνω οι πολυάριθμες θεάρεστες νομοθεσίες και ενέργειες του φιλοθέου αυτοκράτορα, με τις οποίες, οδηγούμενος από τον Θεό, εξάπλωσε και στερέωσε τη μέχρι τότε διωκόμενη χριστιανική πίστη σε πλείστα μέρη της οικουμένης.

Αντίθετα, οι γνωστές πράξεις βίας απέρρεαν από την ευθύνη της εξουσίας του αυτοκράτορα, και όχι από προσωπική του ευθύνη. Ας μη ξεχνούμε ακόμη ότι ο Κωνσταντίνος ήταν τότε και αβάπτιστος! Και η θεμελιώδης διδασκαλία της Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία ο βαπτιζόμενος καθαρίζεται, τόσο από το προπατορικό αμάρτημα, όσο και από κάθε άλλο προσωπικό αμάρτημα (σε περίπτωση που είναι μεγάλης ηλικίας), ίσχυσε αναμφίβολα και στην περίπτωση του Μ. Κωνσταντίνου.

Ο Μ. Κωνσταντίνος βρέθηκε λοιπόν με την Πρόνοια του Θεού πνευματικά έτοιμος και πολιτικά ώριμος στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, για να πραγματοποιήσει το μεγάλο όραμα ενός βαθύτερου μετασχηματισμού των δομών της καταρρέουσας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και ασπάσθηκε τον χριστιανισμό, όχι μόνο ως ένας απλός πολίτης της, αλλ’ ως ο αυτοκράτορας και μονοκράτοράς της! Αυτό μάλιστα, το ότι βαπτίσθηκε στο τέλος της ζωής του για τους λόγους, που προεκθέσαμε, αποδεικνύει περίτρανα πως δεν υπήρχε οποιαδήποτε σκοπιμότητα στην επιλογή του αυτή, αλλά προερχόταν ξεκάθαρα από τη γνήσια εσωτερική παρόρμησή του. Μπορούμε άραγε να αντιληφθούμε αληθινά τί σήμαινε ένας Ρωμαίος μονοκράτορας, μετά από τόσες νίκες και δόξα, και ο οποίος δεν ήταν μόνο ο ύψιστος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της εποχής, αλλά και ο pontifex maximus (ο μέγιστος δηλαδή αρχιερέας της ειδωλολατρικής θρησκείας, που στη Ρώμη του αποδίδονταν τιμές λατρείας, αν και ο ίδιος κατήργησε με νόμους τη λατρεία αυτή στο πρόσωπό του), να βαπτισθεί Χριστιανός; Πράγματι η εξέχουσα θέση του Μ. Κωνσταντίνου στη συνείδηση της Εκκλησίας δεν είναι άσχετη προς το βάπτισμά του κατά το τέλος της ζωής του.

Και, τέλος, πρέπει να διευκρινιστεί πως η αναγνώριση της αγιότητας ενός κεκοιμημένου ορθοδόξου χριστιανού δεν είναι προϊόν ανθρώπινης αυθαιρεσίας ή καρπός οποιασδήποτε ανθρωπαρέσκειας! «Τους δοξάζοντάς με, δοξάσω», λέγει ο ίδιος ο Θεός. Μόνο ο Θεός στην πραγματικότητα ανακηρύσσει και δοξάζει τους Αγίους Του! Και πράγματι! Δεν είδαμε πόσης Θείας Χάρης αξιώθηκε ο Κωνσταντίνος, ενόσω ακόμη ζούσε; Την άμεση με οράματα θεϊκή καθοδήγηση, που είχε καθόλες τις μεγάλες στιγμές της ζωής του; Πως στάθηκε μοναδικό όργανο στα χέρια της θείας Προνοίας για τη στερέωση και επικράτηση της λατρείας του μόνου Αληθινού Θεού στον κόσμο; Αλλά και μετά θάνατο τον δόξασε ο Κύριος! Καθότι δεν πρέπει να παραβλέπεται το ότι και μετά την κοίμησή του οι προσευχές και μεσιτείες του προς τον Θεό θαυματουργούν, όπως εξάλλου αναφέρουν και αρχαία τροπάρια προς τιμή του: «..Ορθοδόξων βασιλέων πατήρ, ου και η λάρναξ ιάσεις βρύει…»(= εσύ που είσαι πατέρας, απαρχή των ορθοδόξων βασιλέων, του οποίου και η λάρνακα [ο τάφος] πηγάζει θεραπείες) (Δοξαστικό αποστίχων Εσπερινού). και αλλού: «Ο τάφος ένθα κείται το ιερόν, Κωνσταντίνε, και τίμιον σώμα σου, μαρμαρυγάς θείας και ακτίνας φωτολαμπείς, τοις προσιούσι πάντοτε βλύζει ιαμάτων παντοδαπών…» (= Ο τάφος, όπου βρίσκεται το ιερό και τίμιο σώμα σου, ω Κωνσταντίνε, πάντοτε αναβλύζει σ’ αυτούς που προσέρχονται [σ’ αυτό, για να το προσκυνήσουν] θείες ελλάμψεις και φωτοειδείς ακτίνες κάθε είδους θεραπείας) (τροπάριο θ’ ωδής Κανόνος του Όρθρου). Και έμπρακτη έκφραση της εξέχουσας θέσης του στη συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτελούν οι πολυάριθμοι ναοί και οι εικόνες, που έγιναν από τη βυζαντινή εποχή και γίνονται μέχρι σήμερα προς τιμή του ιδίου και της Αγίας μητέρας του Ελένης!

Των Μεγάλων τούτων Θεοστέπτων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης ας επικαλούμαστε κι εμείς οι χριστιανοί των εσχάτων αυτών χρόνων τις πρεσβείες και ικεσίες προς τον μεγαλοδύναμο Θεό, να ειρηνεύσει τον κόσμο, να εξαλείψει τα σκάνδαλα και τις αιρέσεις, να φέρει την ομόνοια και αγάπη, να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και να μας αξιώσει μαζί τους της αιωνίου βασιλείας των ουρανών με τη Χάρη του Τριαδικού Θεού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν!

* Πηγές για τον παρόντα Βίο είχαμε τα σχετικά κλασσικά έργα του πατέρα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας, και μάλιστα το, «Εις τον Βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως», καθώς και άλλων μεταγενεστέρων Ιστορικών (όπως των Σωκράτους Κωνσταντινουπόλεως και Σαλαμινίου Σωζομενού), που βασικά ακολουθούν τον Ευσέβιο, σε συνδυασμό με νεώτερη υπεύθυνη βιβλιογραφία.

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων και των Σέρβων

Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Μαρτίου 2016

Bronze Statue of Saint Cyril and Methodius on Radhost, Czech Republic

To έτος 863, οι Θεσσαλονικείς αδελφοί Μεθόδιος και Κύριλλος, γιοι του δρουγγάριου Λέοντος, στάλθηκαν αρχικά στη Μεγάλη Μοραβία, μετά από πρόσκληση του Μοραβού ηγεμόνα Ροστισλάβου ή Ρόστισλαβ (Rostislav, 846-869), και στη συνέχεια σε άλλες σλαβικές χώρες για να διαδώσουν τον Χριστιανισμό.

O Βόρης Α΄, το 864 καταπατώντας την τριακονταετή ειρήνη του Ομουρτάγκ με το Βυζάντιο, που εν τω μεταξύ είχε παραταθεί σιωπηρά, επιτέθηκε κατά των βυζαντινών κτήσεων της Μακεδονίας και της Άνω Αλβανίας, ενώ κατέλαβε και την οχυρή πόλη Λυχνίτιδα, την κατοπινή Αχρίδα ή Οχρίδα. Εντούτοις, επειδή φοβόταν την οργή των Βυζαντινών, που έκαναν επίδειξη ισχύος κατά μήκος της βυζαντινοβουλγαρικής μεθορίου, έστειλε πρεσβεία στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867), τον γιο του Θεόφιλου και της Θεοδώρας, από τον οποίο ζήτησε να γίνει ανάδοχός του και να τον βαπτίσει χριστιανό.

Η συμβολή του Μεθόδιου και του Κύριλλου ήταν κεφαλαιώδους σημασίας. Αρχικά δημιούργησαν το λεγόμενο κυριλλικό αλφάβητο[1] και την κυριλλική γραφή, και στη συνέχεια μετέφρασαν στη σλαβονική γλώσσα την Αγία Γραφή και άλλα λειτουργικά βιβλία. Το έργο τους είχε τεράστια επίδραση στον πολιτισμό των Σλάβων. Η ενέργεια αυτή του Ροστισλάβου και η συμμαχία του με τους Βυζαντινούς είχε ως άμεσο στόχο την αντίστοιχη φραγκοβουλγαρική συμμαχία μεταξύ του Βόρη Α΄ και του ηγεμόνα των Ανατολικών Φράγκων Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού (Lugwig der Deutsche, 804-876), που στρεφόταν εναντίον των Μοραβών.

Μετά από τις ενέργειες αυτές των Μοραβών και των Βυζαντινών, ο Βόρης Α΄ θορυβήθηκε, φοβήθηκε πολύ για τον θρόνο του και γι’ αυτό τον λόγο έσπευσε να υποβάλλει το αίτημα για τη βάπτισή του στον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Ο Μιχαήλ Γ΄ το δέχτηκε και –ως ανάδοχός του– τού έδωσε και το όνομά του (864). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο πρώτος εκχριστιανισθείς ηγεμόνας των Βουλγάρων, ήταν ο Βόρης Α΄, που έλαβε το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ. Τη βάπτιση του Βόρη/Μιχαήλ ακολούθησε η «υποχρεωτική» βάπτιση όλης της βουλγαρικής αριστοκρατίας, αφού 52 ισχυροί βογιάροι που αντέδρασαν αποκεφαλίστηκαν… Δηλαδή, το παράδειγμα του βασιλιά τους ακολούθησαν οι Βούλγαροι, άλλοι με τη θέλησή τους και άλλοι με εξαναγκασμό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκε ο Χριστιανισμός ως επίσημη θρησκεία στη Βουλγαρία. Η Βουλγαρική Εκκλησία είχε την αμέριστη συμπαράσταση του Οικουμενικού πατριάρχη Φωτίου, ο οποίος έβλεπε, σε όλες αυτές τις ενέργειες, επέκταση της επιρροής του Βυζαντίου στις σλαβικές χώρες. Πράγματι, το 865, με πρώτο Αρχιεπίσκοπο τον Ιωσήφ, ιδρύθηκε η χριστιανική Εκκλησία της Βουλγαρίας, που τέθηκε υπό την άμεση εποπτεία και επιρροή του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.

Έως την αρχή της δυναστείας των Μακεδόνων, που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ Γ΄ (867), από τον Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα (867-886), το Βυζάντιο βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση, καθώς είχε να αντιμετωπίσει πολλούς εξωτερικούς εχθρούς. Αρχικά τους Πέρσες και ύστερα τους Άραβες, τους Βούλγαρους, τους Ρως και τους Σαρακηνούς πειρατές. Παρ’ όλα αυτά η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν πολύ δυνατή και μπορούσε να τους αντιμετωπίσει όλους… Στη Δύση ο πάπας συμμάχησε με τους Φράγκους, ενώ στο εσωτερικό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, είχε ξεσπάσει η Εικονομαχία, αυτή η έντονη θρησκευτική διαμάχη που δίχασε το Βυζάντιο.

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήλπιζε ότι με τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων και στη συνέχεια των άλλων Σλάβων, και ιδιαιτέρως των Σέρβων, θα είχε στα βόρεια σύνορά της χριστιανούς ηγεμόνες, οι οποίοι θα βρίσκονταν είτε υπό την εξουσία της είτε υπό την άμεση επιρροή της ως υποτελείς της. Γι’ αυτό τον λόγο την ίδια περίοδο, δηλαδή κατά τον ένατο αιώνα, έγινε μια προσπάθεια από το Βυζάντιο για τον εκχριστιανισμό των Σέρβων. Η προσπάθεια αυτή ολοκληρώθηκε κατά την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορος Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867-886), του ιδρυτή της Μακεδονικής δυναστείας. Οι ενέργειες αυτές βοήθησαν τους Σέρβους να αναπτύξουν καλύτερες σχέσεις με το Βυζάντιο, να οργανώνονται σιγά σιγά –σύμφωνα με τα πρότυπα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας– και να επιζητούν την εθνική και κρατική τους οντότητα, την οποία τελικά θα επιτύχουν, όπως θα δούμε στη συνέχεια, κατά τον 11ο και 12ο αιώνα.

Ο εκχριστιανισμός των Σέρβων

Κατά την περίοδο των εικονομαχικών ερίδων που κατατάραξαν τη χριστιανική ηρεμία στο Βυζάντιο (727-843) πολλοί εικονόφιλοι μοναχοί είχαν καταφύγει στις περιοχές των Σέρβων. Εκεί λειτούργησαν ως κήρυκες του Ευαγγελίου τόσο με τη λιτή και ασκητική τους ζωή όσο και με το ένθερμο κήρυγμά τους.

Μετά την ιεραποστολή των Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία (862-863) και τη μεγάλη ιεραποστολή στη Βουλγαρία (864), με εμπνευστή τον πατριάρχη Φώτιο, οργανώθηκε και η ιεραποστολή στους Σέρβους, όταν βασίλευε στη Ράσκα ο Μούτιμιρ (850-891). Η ιεραποστολή αυτή ολοκληρώθηκε, σε ευρεία κλίμακα, κατά την περίοδο του Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867-886), όπως μαρτυρείται από τον εγγονό του, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο (P.G. 109, 226 κ. εξ., 113, 252 κ.εξ.). Πραγματικά, στο Περί Θεμάτων (De Administrando Imperio) βιβλίο του, αναφέρει για τους Σέρβους τα εξής:

Σέρβλοι δε τη των Ρωμαίων διαλέκτω δούλοι προσαγορεύονται όθεν και σέρβουλα η κοινή συνήθεια τα δουλικώς φησίν υποδήματα και τζερβουλιακούς τους τα ευτελή και πενιχρά υποδήματα φορούντας. Ταυτήν δε την επωνυμίαν έσχον οι Σέρβλοι δια το δούλοι γένεσθαι του βασιλέως των Ρωμαίων (3.14, 32-153)[2].

Ο Ν. Μοσχόπουλος στο σχετικό λήμμα στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος (1957), όσον αφορά τα σχόλια του Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογέννητου, γράφει κατά λέξη τα εξής:

Βλέπουμε ότι ο Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Πορφυρογέννητος δίδει μίαν ετυμολογίαν του εθνικού ονόματος «Σέρβος», την οποίαν αν δεν δεχθώμεν απολύτως δεν δυνάμεθα να μη προσεγγίσωμεν προς την λατινικήν λέξιν servus (δούλος) και προς την γαλλική serf, ήτοι δουλοπάροικος, και να μη αναφέρωμεν ότι και οι Τούρκοι ιστορικοί αρχικώς Σιρφ ωνόμασαν τους Σέρβους, κατόπιν δε Σιρπ. Επίσης δεν δυνάμεθα να μην παρατηρήσωμεν ότι και το εθνικόν «Σλαύος» (και κατά τους Βυζαντινούς «Σκλαβηνός»), έχει πολύ μεγάλην ομοιότητα προς το «σκλάβος», esclave γαλλιστί, ιταλιστί schiavo και αγγλιστί slave, τα οποία όλα σημαίνουν δούλος (τόμος 14ος, σελ. 573).

Τελικά, οι Σέρβοι, μετά από αλλεπάλληλες ιεραποστολές, πάντα υπό την αιγίδα του Βυζαντινού αυτοκράτορα και του πατριάρχη, εκχριστιανίστηκαν και εντάχτηκαν στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως.

Μετά τον εκχριστιανισμό τους, ο εκκλησιαστικός βίος των Σέρβων οργανώθηκε με άξονα τις περιοχές της Ράσκας και της Ζέτας, που διατήρησαν τους δεσμούς τους με το Βυζάντιο προκειμένου να εξουδετερώσουν την επεκτατική πολιτική του βουλγαρικού κράτους κατά τον 10ο αιώνα. Για διάφορους λόγους όμως καθυστέρησε για αρκετό καιρό η ανάπτυξη κέντρων πολιτισμού στους Σέρβους. Αυτό ίσως να οφειλόταν στη δομή των κοινωνιών τους, ή πιθανότατα στην τότε ένδεια του λαού, που ενδιαφερόταν να επιζήσει και δεν είχε ούτε τα μέσα ούτε τις δυνατότητες να αναπτύξει πολιτισμό και τέχνες τη συγκεκριμένη περίοδο.

[1] Ουσιαστικά, προσάρμοσαν το ελληνικό κεφαλαιογράμματο αλφάβητο στις φωνητικές απαιτήσεις της σλαβικής γλώσσας. Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη τους στις 11 Μαΐου: Κυρίλλου και Μεθοδίου Ισαποστόλων.
[2] Αυτό ήταν λογικό: Ο Κωνσταντίνος ήταν αυτοκράτορας, πορφυρογέννητος, μορφωμένος και εκλεπτυσμένος, ηγέτης της ισχυρότερης αυτοκρατορίας της εποχής του. Πώς αλλιώς θα έβλεπε τις νομαδικές φυλές, άξεστων και αμόρφωτων γεωργοκτηνοτρόφων, που είχαν εγκατασταθεί στα βόρεια σύνορα της αυτοκρατορίας του;


Παρατήρηση: Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το νεοεκδοθέν βιβλίο του Αν. Καθηγητή του Παν/μίου Αθηνών, Στράτου Θεοδοσίου, «ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΣΛΑΒΟΙ – H ιστορική πορεία των βαλκανικών κρατών από την κάθοδο των σερβικών φύλων στα Βαλκάνια έως την άλωση της Κωνσταντινούπολης»

Στράτος Θεοδοσίου, Καθηγητής Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Αστρονομίας Πανεπιστημίου Αθηνών

http://www.pemptousia.gr

 

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Καππαδοκία: Η μεγαλύτερη υπόγεια πόλη στον κόσμο

Συγγραφέας: kantonopou στις 18 Ιουλίου 2015

Την Τρίτη, 23 Ιουνίου, εκπρόσωπος της UNESCO Ashish Kothari, πραγματοποίησε επίσκεψη προκειμένου να επιθεωρήσει  τη μεγαλύτερη υπόγεια πόλη του κόσμου που ανακαλύφθηκε στην Κεντρική Ανατολία, στην  Καππαδοκία, γύρω από το φρούριο Νεβσεχίρ.

Ο εκπρόσωπος της UNESCO συζήτησε για τις συνεχιζόμενες εργασίες καθαρισμού του χώρου με αξιωματούχους του Δήμου Νεβσεχίρ και λάμβανε ταυτόχρονα πολλές φωτογραφίες των ιστορικών θησαυρών, καθώς περιόδευε στην υπόγεια πόλη.

Η Καππαδοκία είναι μια ιστορική περιοχή και δημοφιλής τουριστικός προορισμός στην Τουρκία, δεχόμενη περίπου 3 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως.

Η περιοχή είναι γνωστή για τους φυσικούς και βραχώδεις σχηματισμούς της, έχει ευρύχωρα σπήλαια, αρχαίες εκκλησίες λαξευμένες στους βράχους και υπόγειες πόλεις.

Η περιήγηση του Ashish Kothari κράτησε περίπου μία ώρα,  και κατά τη διάρκειά της, πληροφορήθηκε από τους εκπροσώπους του δήμου για τα μελλοντικά σχέδια στην περιοχή που βαθμολογείται ως 3η προστατευόμενη αρχαιολογική ζώνη.

Η αρχαία υπόγεια πόλη

Οι επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι η νέα υπόγεια πόλη στην Καππαδοκία, που ανακαλύφθηκε πρόσφατα, αποτελείται από ένα δίκτυο από σήραγγες που εκτείνονται σε μια απόσταση 7 χιλιομέτρων και εκεί δημιουργήθηκαν σπίτια, εκκλησίες και μυστικοί τάφοι.

Η υπόγεια πόλη δημιουργήθηκε πριν από 5.000 χρόνια και ανακαλύφθηκε όταν οικοδόμοι της περιοχής  με εκσκαφές έπεσαν, τυχαία,  επάνω σε ένα δίκτυο από στοές.

Ο υπόγειος οικισμός είναι χτισμένος σε διάφορα επίπεδα και περιλαμβάνει υπόγειους κατοικημένους χώρους, κουζίνες, κελάρια κρασιού, παρεκκλήσια και κλίμακες που οδηγούν στην επιφάνεια της γης.

Η υπόγεια αυτή πόλη μοιάζει με άλλη υπόγεια πόλη στο Ντερίνκουγιου, που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση που ανακαλύφθηκε το 1963.

Στο Ντερίνκουγιου ζούσαν μέχρι 20 χιλιάδες κάτοικοι στην υπόγεια πόλη που έχει 11 επίπεδα.

Στο Ντερίνκουγιου και στο Νεβσεχίρ οι υπόγειες πόλεις χτίστηκαν από τους κατοίκους τους για να προστατευθούν από τους εισβολείς.

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα των επιστημόνων έδειξαν ότι οι υπόγειοι διάδρομοι  στο Νεβσεχίρ φθάνουν σε βάθος 113 μέτρων.

Εκατομμύρια χρόνια πριν,  η ηφαιστειακή δραστηριότητα στην περιοχή της Καππαδοκίας, κάλυψε τα εδάφη με διάφορα στρώματα ηφαιστειακής τέφρας. Η διάβρωση δημιούργησε ένα ασυνήθιστο τοπίο που αποτελείται  από πετρώματα και θεαματικές κορυφές που ονομάζονται «καμινάδες της νεράϊδας».

Οι βράχοι που δημιουργήθηκαν από ‘ηφαιστειακή τέφρα’, είναι πολύ μαλακοί και εύπλαστοι και είναι ένα ιδανικό οικοδομικό υλικό.

Η ιδέα της οικοδόμησης των υπόγειων οικισμών προέρχεται από την προ-βυζαντινή εποχή καθώς οι  ειρηνικοί κάτοικοι προσπάθησαν να βρουν τρόπους  να προστατευθούν από τις επιδρομές των Περσών, των Αράβων και των Σελτζούκων Τούρκων.

 © mikres-ekdoseis- Γιῶργος  Ἐχέδωρος
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση μόνον με αναφορά  της ενεργής ηλεκτρονικής διεύθυνσης  του ιστολογίουπαραγωγής- http://www. mikres-ekdoseis.gr

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Μια αυτοκράτειρα, οι σχέσεις κράτους εκκλησίας και η ζωή μας

Συγγραφέας: kantonopou στις 14 Φεβρουαρίου 2015

Η γιορτή της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης, το σκήνωμα της οποίας φυλάσσεται στον Μητροπολιτικό Ναό  της Κέρκυρας, μάς δίδει την ευκαιρία να εντρυφήσουμε σε μία φράση την οποία καταθέτει ένα από τα στιχηρά του Εσπερινού της εορτής για το πρόσωπό της. Ο ιερός υμνογράφος την χαρακτηρίζει ως «το  στήριγμα της Ορθοδοξίας», για το λόγο ότι τίμησε τις εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων, όντας η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, ο εκφραστής της πολιτικής εξουσίας, η σεμνή Βασίλισσα η οποία έκανε πράξη την συναλληλία Κράτους και Εκκλησίας σε μία εποχή όπου το κοινωνικό σώμα ήταν βαθιά τραυματισμένο από την μία σύγκρουση κατά βάθος πολιτική, αλλά επιφανειακά θρησκευτική:  αυτή της εικονομαχίας. 

         Και αναδείχθηκε στήριγμα της Ορθοδοξίας η Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα διότι φρόντισε να ακολουθήσει την παράδοση της Παφλαγονίας, από όπου καταγόταν. Η Παφλαγονία είναι η περιοχή πριν τον Πόντο, ξεκινά από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας και έρχεται σε συνέχεια   της ασιατικής πλευράς της Κωνσταντινούπολης. Οι κάτοικοί της ακολουθούσαν την παράδοση της τιμής της εικόνος η οποία έβαινε στο πρωτότυπο και δεν είχαν επηρεαστεί από τις απόψεις των μονοφυσιτών της Συρίας, που είχαν ως εκφραστές τους τους αυτοκράτορεςς Ισαύρους, ούτε τους εικονομάχους αυτοκράτορες της δυναστείας του Αμορίου, οι οποίοι είχαν επηρεαστεί έντονα από την αν-εικονική τέχνη των Αράβων. Και οι δύο δυναστείες  αρνούνταν το δικαίωμα των χριστιανών να έχουν και να τιμούν τις ιερές εικόνες. Η Θεοδώρα ακολούθησε τη δική της οικογενειακή παράδοση και ως αυτοκράτειρα, παρότι στην πράξη είχε έρθει σε ρήξη με το σύζυγό της Θεόφιλο. Η Ορθοδοξία δεν στηρίζεται αν δεν ακολουθείται η αυθεντική παράδοση της πίστης.

                Αναδείχτηκε στήριγμα της Ορθοδοξίας η αγία Θεοδώρα διότι αξιοποίησε την εξουσία της για να επιλύσει ειρηνικά το διχασμό που υπήρχε μεταξύ του λαού. Οι ιστορικοί σημειώνουν το πόσο γρήγορα λύθηκε ένα ζήτημα το οποίο ταλάνισε επί 130 και πλέον έτη την βυζαντινή κοινωνία χάρις στην αποφασιστικότητα της Θεοδώρας. Και συμφιλιώθηκαν τα πρόσωπα και ο λαός αποδέχτηκε τις αποφάσεις οι οποίες στηρίζονταν στην αυθνετική επιχειρηματολογία της Εκκλησίας. Η Θεοδώρα δεν ακολούθησε την λογική των μακρόχρονων συζητήσεων, ούτε μιας διπλωματικής προσέγγισης στο θέμα, αλλά αυτό που πίστευε ως αληθινό το εφάρμοσε.  Διχάζει ή συντηρεί τον διχασμό ό,τι δεν στηρίζεται στην αλήθεια. Ό,τι είναι αληθινό σύντομα ενώνει.

                Αναδείχτηκε στήριγμα της Ορθοδοξίας η αγία Θεοδώρα διότι στη ζωή της υπήρξε υπόδειγμα συνέπειας λόγων και έργων. Και αυτή η συνέπεια δεν είχε να κάνει μόνο με την πνευματική της ζωή και πορεία, αλλά είχε να κάνει και με τον τρόπο που άσκησε την διοίκηση ως αυτοκράτειρα. Όπως αναφέρουν και πάλι οι ιστορικοί όταν παραιτήθηκε από την θέση της αυτοκράτειρας υπέρ του υιού της άφησε ένα τεράστιο οικονομικό πλεόνασμα στα ταμεία της αυτοκρατορίας. Υπήρξε άριστη διαχειρίστρια των πολιτικών, θρησκευτικών και οικονομικών υποθέσεων του κράτους, δείχνοντας ότι ο άνθρωπος του Θεού δεν είναι μόνο ικανός στα πνευματικά, αλλά ανταποκρίνεται με γνώμονα τις αρχές και τις αρετές της πίστης σε όποια διακονία  κι αν έχει κληθεί  να προσφέρει. Γιατί δυσφημείται η Ορθοδοξία όταν ταγοί που έχουν κληθεί να διακονήσουν τους ανθρώπους και ισχυρίζονται ότι πιστεύουν δεν φέρονται σύμφωνα με τις αρχές της πίστης.

                Τήρηση της πνευματικής παράδοσης την οποία κληρονόμησε, αποφάσεις με γνώμονα την αλήθεια και με σκοπό την ενότητα και όχι μία υποκριτική διπλωματία, η οποία δεν οδηγεί πουθενά, αλλά διαιωνίζει τα προβλήματα, και εφαρμογή των αρχών της πίστης, με γνώμονα το συμφέρον των πολλών, σε κάθε έργο αποτέλεσαν τα χαρακτηριστικά εκείνα της Αυγούστας και Οσίας. Και είναι ένα μήνυμα σε όλους εμάς η παρουσία του ιερού σκηνώματος και η τιμή στο πρόσωπό της από την Εκκλησία ότι δεν έχουμε κληθεί να ζούμε μία στείρα πνευματικότητα, μακριά από την ιστορική πορεία του κόσμου, αλλά έχουμε κληθεί να ζούμε την χριστιανική πίστη εντός του κόσμου με αρχές και αξίες. Ότι κρινόμαστε οι χριστιανοί από τις επιλογές και τον τρόπο ζωής μας, όπου κι αν διακονούμε, είτε στην εργασία, είτε στην οικογένειά μας, είτε στον τρόπο που διαχειριζόμαστε τον εαυτό μας, πόσο μάλλον οι ταγοί της Εκκλησίας και της κοινωνίας, ιδίως εμείς οι κληρικοί. Ότι ο καθένας από εμάς αφήνει με τα έργα του να μπει το φως του, για να δοξάζεται ο Θεός.

                Ζούμε σε μία πραγματικότητα στην οποία τα προσωπεία έχουν πέσει. Η μεγάλη κρίση έχει αναδείξει ξεκάθαρα  νέες και την ίδια στιγμή παλαιές προκλήσεις στο προσκήνιο για εμάς τους χριστιανούς. Ποια γνώση της παράδοσής μας έχουμε;  Παράδοση δεν είναι μόνο ό,τι παραλάβαμε ως έθιμο. Παράδοση είναι και ό,τι είναι δεμένο με την θεολογία της Εκκλησίας μας. Ό,τι ξεκαθαρίζει το ορθόδοξο ήθος από τις νοθεύσεις και τις παραχαράξεις. Και αυτές είναι κυρίως δύο.  

Ένας σύγχρονος μονοφυσιτισμός, που ζητά από την Εκκλησία να πιστεύει σε έναν Θεό πνευματικό, ο Οποίος κινείται στη λογική της αιωνιότητας και της μεταθανάτιας ζωής και όχι σε έναν Θεό που έχει προσλάβει σάρκα και οστά και γίνεται ο Άρτος της Ζωής που μεταμορφώνει κάθε πτυχή της πραγματικότητάς μας. Ζητά από την Εκκλησία να πιστεύει σε έναν Θεό φάντασμα της αιωνιότητας και όχι έναν Θεό που γεμίζει με όρεξη  για ζωή και δημιουργία την καθημερινότητά μας. Έναν Θεό που θα Τον συναντήσουμε όταν φύγουμε από αυτόν τον κόσμο και όχι έναν Θεό που είναι πανταχού παρών και μας θέλει υπεύθυνους για τον κόσμο, όχι μόνο για να προσφέρουμε την υλική τροφή στον κόσμο, αλλά για να του δείχνουμε πώς η ζωή του μπορεί να έχει νόημα και ελπίδα, πώς μπορεί να αγαπά και να μεταμορφώνει σώμα και ψυχή σε γνήσια κοινωνία με τον ουρανό και τη γη στο πρόσωπο του πλησίον.

Και ένας  πολιτισμός αν-  εικονικός ως προς την πίστη, αλλά γεμάτος εικόνες ως προς την βιοτή. Μόνο που σ’ αυτές δεν περιλαμβάνεται η εικόνα του Θεού που αγαπά, αλλά η φαντασίωση ενός Θεού που θέλει με το ζόρι τους πάντες να Τον ακολουθούν, θέλει την Εκκλησία να γίνεται δεκανίκι του κράτους, ακόμη κι αν το κράτος δεν τη θέλει, για να διασώσει δήθεν η Εκκλησία προνόμια, έχοντας γίνει «άλας άναλον».  

                Η κρίση σήμερα έχει δείξει ότι δεν έχει νόημα μία στείρα και φοβική διπλωματία, που δεν θα λύνει προβλήματα, αλλά θα κρύβει την αλήθεια. Θέλει τόλμη και γενναιότητα υπερβάσεων και την ίδια στιγμή διάθεση για ενότητα και όχι διχασμούς. Και ο διχασμός επέρχεται όταν απουσιάζει η αλήθεια από την σκέψη και τη δράση και τη ζωή μας. Όταν κρυβόμαστε πίσω από τα προβλήματα και ο λόγος μας δεν είναι ρομφαία δίστομος. Όταν δεν γνωρίζουμε τι θέλουμε ούτε από το Θεό ούτε από τους ανθρώπους. Όταν δεν έχουμε εμπιστοσύνη στις δωρεές του Θεού, στη χάρη του Πνεύματος, στα χαρίσματα που μας δόθηκαν, στην ακρίβεια της πίστης μας και φοβόμαστε μήπως χάσουμε την βόλεψή μας. 

Καιρός για αλήθειες από την μεριά της Εκκλησίας. Τόσο για τον τρόπο της ζωής της κοινωνίας μας, που δεν μπορεί να ζει χωρίς γνήσια και ολοκληρωμένη παιδεία, χωρίς αρετή, χωρίς ήθος συλλογικό, δεν μπορεί να ζει παραδομένη σε συμφεροντολογία και κολακείες. Όσο και για την παρουσία της Εκκλησίας σε αυτήν την κοινωνία. Η Εκκλησία άλλαξε τον κόσμο γιατί επέμεινε στην ταυτότητά της. Και η Εκκλησία εκκοσμικεύθηκε όταν άλλαξε την ταυτότητά της για να ευχαριστήσει τους πολλούς.

                Η κρίση σήμερα έχει γεννήσει την ανάγκη για αυθεντικούς ηγέτες. Για επισκόπους, για ιερείς, για λαϊκούς που γνωρίζουν ότι κρίνονται από την κοινωνία για τα έργα και τη ζωή τους, για το αν αυτά που διδάσκουν τα εφαρμόζουν. Για το αν είναι κοντά στον πλησίον, όχι μόνο για τα υλικά, αλλά πρωτίστως για τα πνευματικά.  Για το αν γίνονται φως, για το αν δίνουν φως στους άλλους. Με την προσευχή, αλλά και τη γνώση. Με το λόγο αλλά και τη σιωπή. Με την εργατικότητα αλλά και την ταπείνωση. Με τα λίγα αλλά και με τα πολλά. Γίνονται τα χαρίσματά μας αρετές που διακονούν τον πλησίον; Αισθανόμαστε την ευθύνη όχι μόνο της σωτηρίας των ψυχών των ανθρώπων αλλά και της αφύπνισής τους για να εργαστούν για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο, που δεν μπορεί να μείνει μόνο στο χρήμα;  Γιατί αν η Εκκλησία αφυπνιστεί και αφυπνίσει, τότε ο πήχυς θα μπει ψηλότερα για όλους. Για πιστούς και άθεους.

                Η αγία Θεοδώρα η Αυγούστα μας καλεί σε εγρήγορση, σε νήψη. Ατενίζοντάς την, ας ξαναδούμε τι θέλει η Ορθοδοξία από τον καθέναν μας, όχι για να στηριχτεί, διότι έχει το Θεό και τους αγίους της για κάτι τέτοιο, αλλά για να μας βοηθήσει να στηριχτούμε. Να προσλάβουμε τα παραδείγματα των μεγάλων μορφών της και να ξαναβρούμε την αληθινή μας θέση σε μία κοινωνία που περιθωριοποιεί όχι μόνο την σωτηρία, αλλά τελικά και την ίδια την αξία μιας ζωής που θα έχει αληθινή χαρά, καθώς βαδίζει στις συντεταγμένες ενός άθεου και την ίδια στιγμή προσανατολισμένου στις ματαιότητες  πολιτισμού, στον οποίο όμως κληθήκαμε και καλούμαστε να δώσουμε την μαρτυρία μας. Καιρός του λαλείν.

Κέρκυρα, 11 Φεβρουαρίου 2015   

π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Σπαράγματα αληθείας από τις επιστολές του Ιουλιανού.

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου 2015

Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης, αν και καταφέρθηκε εναντίον της Εκκλησίας και της Χριστιανικής πίστεως, μιλώντας μάλιστα πολύ υποτιμητικά για αυτήν χαρακτηρίζοντάς την «αθεΐα», «ασέβεια», και τους Χριστιανούς «Γαλιλαίους», εντούτοις έγραψε και πράγματα που μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως απολογητικά στοιχεία υπέρ της. Τέτοια σπαράγματα αληθείας παρουσιάζονται παρακάτω, από τις επιστολές του. Έχουν αξία διότι προέρχονται από έναν αρνητή της πίστεως. Τα στοιχεία ελήφθησαν από τον τρίτο τόμο των «Απάντων του Ιουλιανού», από τις εκδόσεις Ζήτρος.

Η κλασσική αρχαία γραμματεία διδάσκονταν στην εποχή του Χριστιανικού Βυζαντινού Κράτους, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζονται ψευδώς οι σημερινοί αρχαιολάτρες. Μάλιστα, ο Ιουλιανός θεωρούσε ότι δεν ήταν σωστό να διδάσκεται από χριστιανούς καθηγητές. Αυτό που ενδιαφέρει στο προκειμένω, είναι ότι έχουμε την σαφέστατη αναφορά από τον Ιουλιανό.
Στην επιστολή 61 [ep. 42] γράφει: «Κατά τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τον Δημοσθένη, τον Ηρόδοτο, τον Θουκιδίδη, τον Ισοκράτη και τον Λυσία οι θεοί είναι προστάτες κάθε μορφωτικής προσπάθειας. Δεν πίστευαν τον εαυτό τους αφιερωμένο άλλοι στον Ερμή και άλλοι στις Μούσες; Νομίζω ότι είναι άτοπο όσοι εξηγούν τα έργα τους να περιφρονούν τους θεούς που εκείνοι τιμούσαν. Ωστόσο, αν και θεωρώ ότι αυτό είναι άτοπο, δεν υποστηρίζω ότι πρέπει αυτοί να αλλάξουν γνώμη και να διδάσκουν τους νέους· τους αφήνω στην δυνατότητα επιλογής να μην διδάσκουν όσα θεωρούν ότι δεν είναι σημαντικά, αλλ’ αν θέλουν να διδάξουν, να διδάσκουν πρώτα και να προσπαθούν να πείσουν τους μαθητές τους ότι ούτε ο Όμηρος ούτε ο Ησίοδος ούτε κανείς απ’ όσους ερμηνεύουν, αφού τους κατηγόρησαν για ασέβεια, για αστοχασιά και για πλάνη στη γνώμη τους για τους θεούς» (σελ. 411).
Κατά την περιοδεία του στην Μ. Ασία επισκέφτηκε την Τροία, και ο Επίσκοπος Πήγασος (ο οποίος ήταν αρειανόφρονας) του έδειχνε τους αρχαιολογικούς χώρους, ο Ιουλιανός παρατήρησε ότι δεν έκανε το σημείο του σταυρού. Από τα λόγια του φαίνεται καθαρά ότι τόσο το σημείο του σταυρού όσο και η χρήση του ως συμβόλου ήταν κοινός τόπος μεταξύ των Χριστιανών.
Στην επιστολή 79 [ep. 78] γράφει: «Εκείνος με μεγάλη προθυμία με οδήγησε εκεί, μου άνοιξε τον ναό και, σαν να με χρησιμοποιούσε ως μάρτυρά, μου έδειξε με ακρίβεια όλα τα αγάλματα που ήταν σώα· και δεν έκανε τίποτε απ’ όσα συνηθίζουν να κάνουν εκείνοι οι ασεβείς, δηλαδή να σχεδιάζουν πάνω στο μέτωπό τους το σημείο της ασέβειας και δεν σφύριζε, όπως εκείνοι, σιγά- σιγά· διότι το πιο σημαντικό της θεολογίας τους είναι αυτά τα δύο, το σφύριγμα για τους δαίμονες και το να σχεδιάζουν στο μέτωπό τους τον σταυρό» (σελ. 455).
Πολύ σημαντική είναι η επιστολή του Ιουλιανού προς τον εθνικό αρχιερέα Αρσάκιο, όπου αναγνωρίζει τηνφιλανθρωπική δράση των Χριστιανών και την πτωτική πορεία της εθνικής θρησκείας. Μάλιστα, η πίστη είχε εισχωρήσει ακόμα και σε  οικογένειες εθνικών ιερέων.
«Νομίζουμε ότι αυτά αρκούν και δε βλέπουμε ότι εκείνα που αύξησαν προπαντών την αθεΐα είναι η φιλανθρωπία που δείχνουν προς τους ξένους, η μέριμνά τους για την ταφή των νεκρών και η προσωπική σοβαρότητα της ζωής τους;» (σελ. 497).
«Αυτούς ή φιλοτίμησέ τους ή πείσε τους να σοβαρευτούν ή καθαίρεσέ τους από το ιερατικό αξίωμά τους, αν δεν πηγαίνουν να προσεύχονται στους θεούς με τις γυναίκες, με τα παιδιά και με τους δούλους τους, αλλά ανέχονται να δείχνουν ασέβεια προς τους θεούς οι δούλοι τους ή οι γιοί τους ή οι Γαλιλαίες γυναίκες τους και να προτιμούν την αθεΐα από τη θεοσέβεια» (σελ. 497).
«Διότι είναι ντροπή, ενώ από τους Ιουδαίους  δεν επαιτεί κανείς και ενώ οι ασεβείς Γαλιλαίοι εκτός από τους δικούς τους τρέφουν και τους δικούς μας, οι δικοί μας φτωχοί να μην έχουν τη δική μας βοήθεια .[..] Λοιπόν ας μην αφήνουμε σε άλλους να κάνουν σαν ζηλωτές τα καλά μας έργα κι ας μην τα ντροπιάζουμε οι ίδιοι με τη ραθυμία μας, ή καλύτερα, ας μην εγκαταλείπουμε την ευλάβειά μας προς τους θεούς» (σελ. 499).
Σε άλλη επιστολή του (89b), αναφέρει: «Επειδή, κατά την γνώμη μου, έτυχε να παραβλέπονται και να παραμελούνται από τους ιερείς οι θεόφτωχοι, το παρατήρησαν οι ασεβείς Γαλιλαίοι και ανέλαβαν αυτή τη φιλανθρωπία και δυνάμωσαν τη χειρότερη επιχείρηση με την εντύπωση των σωστών ενεργειών τους [..] με τον ίδιο τρόπο άρχισαν και αυτοί με τη λεγόμενη από αυτούς αγάπη, φιλοξενία και διακονία της κοινής τράπεζας (όπως η πράξη, έτσι και η λέξη διακονία έχει διαφορετική σημασία) παρέσυραν πάρα πολλούς στην αθεΐα» (σελ. 557).
Η αδιαφορία των ανθρώπων για την εθνική θρησκεία (όσων δεν είχαν γίνει ακόμα χριστιανοί), εκφράζεται από τον Ιουλιανό και σε άλλη μια επιστολή του, προς τον εθνικό αρχιερέα Θεόδωρο: «[..] ενώ εμείς είμαστε τόσο αδιάφοροι απέναντι στους θεούς, ώστε έχουμε λησμονήσει τα πατροπαράδοτα [..]». (σελ. 519).
Όχι μόνο οι Χριστιανοί δεν κατέστρεψαν κλασσικά έργα τέχνης, αλλά τα διέσωσαν στα μοναστήρια. Σε αντίθεση με τον Ιουλιανό που σε επιστολή του προς τον έπαρχο της Αιγύπτου Εκδίκιο, εκφράζει την επιθυμία του να καταστρέψει την χριστιανική γραμματεία της εποχής του από την βιβλιοθήκη του αρειανόφρονα Γεωργίου του Καππαδόκη, μετά την δολοφονία του. «Εγώ από μικρό παιδί είχα σφοδρό πόθο να αποκτήσω βιβλία. Λοιπόν θα είναι άτοπο να βλέπω με αδιαφορία να τα σφετερίζονται άνθρωποι που δεν τους αρκεί το χρυσάφι, για να κορέσουν τη μεγάλη επιθυμία τους να πλουτίσουν, αλλ’ επιπλέον σκέφτονται να υπεξαιρέσουν εύκολα και αυτά. Κάνε μου λοιπόν μια προσωπική χάρη να βρεθούν όλα τα βιβλία του Γεωργίου. Πολλά από τα βιβλία του ήταν φιλοσοφικά, πολλά ρητορικά, πολλά ήταν  και της διδασκαλίας των ασεβών Γαλιλαίων· αυτά τα τελευταία θα ήθελα να τα εξαφανίσω εντελώς, αλλά για να μην  εξαφανισθούν μαζί τους τα πιο χρήσιμα, ας αναζητηθούν και αυτά με προσοχή» (σελ. 581).
Ο Ιουλιανός ομολογεί τους διωγμούς κατά των Χριστιανών που διέπραξε ο αρειανόφρονας Κωνστάντιος (ξάδελφος του Ιουλιανού): «Φανταζόμουν ότι οι αρχηγοί των Γαλιλαίων θα χρωστούσαν μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη σ’ εμένα παρά σ’ εκείνον που πήρε την εξουσία πριν από εμένα· διότι κατά την διάρκεια της βασιλείας εκείνου πολλοί από αυτούς εξορίστηκαν, καταδιώχτηκαν και φυλακίστηκαν [..]» (σελ. 599).
Επίσης, στην ίδια επιστολή, παραινεί τους εναπομείναντες οπαδούς της εθνικής θρησκείας να μην επιτίθενται κατά των Χριστιανών. «Και πάλι και πολλές φορές συμβουλεύω όσους είναι προσανατολισμένοι στην πραγματική θεοσέβεια να μη ζημιώνουν τα πλήθη των Γαλιλαίων, να μην κάνουν επιθέσεις εναντίον τους και να μην τους βρίζουν».

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Tα όργανα της βυζαντινής κοσμικής μουσικής

Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Δεκεμβρίου 2014

  

  
Η βυζαντινή περίοδος που σηματοδοτείται από την απουσία της πόλης κράτους οδήγησε την μουσική δραστηριότητα να αναπτυχθεί στα περιβάλλοντα της συγκεντρωτικής εξουσίας.[1] Το κράτος ασκούσε απόλυτο υλικό και πνευματικό έλεγχο σε όλες τις εκδηλώσεις της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής.[2]
             Η μουσική δημιουργία της εποχής εκφράστηκε  μέσα από το δίπολο που ήθελε την λαϊκή μουσική να ακολουθεί ανεξάρτητη πορεία και την λόγια να ακολουθεί την θρησκευτική λατρεία.[3] Η εκκλησία έθεσε την μουσική στην υπηρεσία των αναγκών της, καλύπτοντας το μωσαϊκό πολλών λαών με κοινή ενιαία λειτουργική μουσική, [4]υιοθετώντας το a capella άσμα, το οποίο ήταν είδος ανυποληψίας στην κλασική περίοδο. [5]
           Με τον όρο βυζαντινή μουσική εννοούμε την επίσημη έκφραση της Αυτοκρατορίας με έδρα την Κωνσταντινούπολη που δημιουργήθηκε για λειτουργικούς-δογματικούς λόγους και στηρίχθηκε στην ψαλτική τέχνη και υμνογραφία.  Χαρακτηριστικά της εκτός τη μονοφωνική εκτέλεση, είναι  η πλούσια εκφραστικότητα, το άριστο δέσιμο με τον λόγο, την χειρονομία και κυρίως ο αποκλεισμός των οργάνων. [6] Συχνά συγχέεται με την μουσική δραστηριότητα της βυζαντινής περιόδου γνωστή ως μουσική του Βυζαντίου που καλύπτει όλα τα είδη μουσικών που εμφανίστηκαν στα όρια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.[7] Στο πέρασμα των χρόνων η σύγχυση και ταύτιση αυτή είχε ως θετική επίπτωση την διάσωση της λόγιας εκκλησιαστικής μουσικής αλλά την ταυτόχρονη διατήρησή της στα αυστηρά πλαίσια της Εκκλησίας.[8]
            Αναντίρρητα, η έρευνα για την κοσμική λαϊκή μουσική που μεταδίδονταν με την παράδοση δυσκολεύεται από την θρησκευτική φύση του βυζαντινού πολιτισμού.[9] Από τις λιγοστές πηγές αντιλαμβανόμαστε ότι πολλά από τα όργανα της αρχαίας εποχής πέρασαν στην βυζαντινή έως και την σύγχρονη εποχή αρκετά παραλλαγμένα.[10] Έχουμε λοιπόν :
Α) Τα τοξωτά έγχορδα στα οποία ανήκουν
1. η αχλαδόσχημη λύρα με δοξάρι,
2. τα όργανα της οικογένειας της άρπας και του ψαλτηρίου( σαντούρι, κανονάκι, άρπα) και
3. της οικογένειας του λαούτου (πανδούρα, θαμπούρα, ταμπούριν).
Β) Τα Αερόφωνα στα οποία περιλαμβάνονται οι αυλοί (σουραύλια πλαγίαυλοι), εκκλησιαστικό όργανο, τούμπα, σάλπιγγα, βούκινο, σύριγγα Πανός και
Γ) Τα κρουστά ή μεμβρανόφωνα.
          Τα όργανα στο Βυζάντιο ήταν κυρίως φορητά. Θα τα παραθέσουμε ανάλογα με την χρήση τους που ήταν η λαϊκή διασκέδαση, ο ιδιωτικός βίος (γάμοι, ονομαστικές εορτές και πανηγύρεις) το στράτευμα και οι τελετές του Παλατιού.
          Ειδικότερα, τα όργανα λαϊκών διασκεδάσεων τα συναντούμε μέσα από τα άσεμνα θυμελικά παίγνια, διασκεδάσεις με αφορμή γιορτές πανηγύρεις με σκοπό τον χορό, τραγούδι και το θέαμα στα οποία κατέφευγαν κυρίως οι λαϊκές μάζες του Βυζαντίου που ζούσαν στην φτώχεια.[11] Σε αυτές λάμβαναν μέρος ακροβάτες, χορευτές, ηθοποιοί και ο λαός και διαδραματίζονταν από το παλάτι έως και τις γειτονιές των φτωχικών συνοικιών, με την συνοδεία αυλού και κιθάρας.[12]  Με τον όρο κιθάρα προσδιορίζεται μια πλειάδα οργάνων που παραπέμπουν στην αρχαία κιθάρα, την πανδούρα, η οποία  μοιάζει με το σημερινό μπουζούκι και τα συναντάμε με ονομασίες όπως λαβούτον, πανδούριν, θαμπούριν, ταμπούριν κ.ά.
           Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα χορδόφωνα με δοξάρι -επίδραση των Αράβων- τα οποία ονομάζονται λύρα – σαν την Κρητική αχλαδόσχημη- αλλά ουσιαστικά πρόκειται για τελείως διαφορετικό όργανο από το αρχαίο. Στα πολύχορδα περιλαμβάνονται όργανα διαφόρων σχημάτων και λειτουργιών με αντιπροσωπευτικά τις άρπες και δύο είδη ψαλτηρίων : το κρουστό σαντούρι και το κανονάκι. Στα αερόφωνα πρωταγωνιστεί ο αυλός με ονόματα όπως δόναξ και κάλαμος και στα υστεροβυζαντινά χρόνια ως σουραύλια και πλαγίαυλοι ή και δίαυλοι. Φυσικά συνεχίζουν να είναι όργανα επιλογής των ποιμένων, κυρίως δε η σύριγγα του Πανός. Επίσης χρησιμοποιούνταν στις διασκεδάσεις και τους χορούς και ο μουσικός που τους έπαιζε ονομάζονταν σουρουλιστής ή χοραύλης.[13] Τέλος στα κρουστά ανήκουν τύμπανα, κρόταλα, κύμβαλα, σείστρα, πληθία και οι ανακαράδες.
            Στην στρατιωτικοποιημένη αυτοκρατορία του Βυζαντίου ήταν επιβεβλημένη η χρήση οργάνων αν και συχνά συγχέεται με τη ρωμαϊκή περίοδο. Κυριαρχούν το βούκινο ή βουκάνη που κατασκευάζονταν από κέρατο ζώου και αργότερα από μέταλλο.[14] Χρησιμοποιούνταν ως σύνθημα επίθεσης στο πεδίο μάχης, πορείες ασκήσεις,[15]ή σε συνθήματα έναρξης εργασιών μέσα στο στρατόπεδο.[16]Ακολουθεί η σάλπιγγα ή με την παλιά ονομασία tubaμ σωλήνας που παρήγαγε οξύ ήχο. Σήμαινε την λήξη ή οπισθοχώρηση αλλά χρησιμοποιήθηκε και στις αυλικές ανάγκες για επευφημίες ώσπου έγινε απαραίτητη στις επίσημες τελετές.[17]
         Υπάρχει μια σύγχυση για το αν η λέξη όργανον που απαντάται συχνά  αναφέρεται στο αρμόνιο ή χαρακτηρίζει γενικά τα μουσικά όργανα.[18] Μάλλον αναφέρεται στο βυζαντινό πολύαυλον, εξέλιξη της αρχαίας υδραύλεως που ο παλιός του μηχανισμός αντικαταστάθηκε με σύστημα φυσερών. Το όργανο συνδέθηκε με το τυπικό των τελετών στο Παλάτι και διατηρούσε σημασία αυτοκρατορικού συμβόλου.[19]Το χρησιμοποιούσε η Αυλή για να δείξει την ισχύ της κατά την υποδοχή πρεσβειών.[20]
          Δεν πρέπει να παραλείψουμε τις καμπάνες και τα σήμαντρα  που χρησιμοποιούνταν στις εκκλησίες και στις Μονές. Εισάγονται στην λατρεία τον 7ο αιώνα αρχικά με  υλικό κατασκευής το ξύλο και αργότερα το μέταλλο. Συνδεδεμένες με το τυπικό της Εκκλησίας σηματοδοτούν τον εσπερινό, τις λιτανείες, τις γιορτές, τον θάνατο, την χαρά ακόμα και τον κίνδυνο.[21]
Πηγή    << Πεμτουσία>>
[1] Λέκκας Δ., 2003, τόμος Β, σ.178.
[2] Πλωρίτης Μ., 1999, σ.30.
[3] Λέκκας Δ., 2003, τόμος Α, σ.313-314
[4] Νef K., 1960, σ.60.
[5] Άσμα χωρίς συνοδεία οργάνου Reinach T., 1999, σ.151.
[6] Κινήσεις του κορυφαίου με το χέρι Πλακογιαννάκης Ε.Κ.,2006, σ.211-213.
[7] Λέκκας Δ., 2003, τόμος Β, σ.178-179.
[8] Λέκκας Δ., 2003, τόμος Α, σ.226-227.
[9] Μαλιάρας Ν., 2003, τόμος Β, σ. 275-276.
[10] Καρακάσης Στ., 1970, σ.23.
[11] Καθημερινή 1998, Μαλιάρας Ν., σ.8.
[12] Μαλιάρας Ν., 2003, τόμος Β, σ. 276.
 [13] Πλακογιαννάκης Κ.Ε., 2006, σ.269.
[14] Καθημερινή, 1998, Μαλιάρας Ν., σ.9.
[15] Πλακογιαννάκης Κ.Ε., 2006, σ.290.
[16] Μαλιάρας Ν., 2003, τόμος Β, σ. 279.
[17] Πλακογιαννάκης Κ.Ε., 2006, σ.291.
[18] Wellesz E, 2010, σ.719.
[19] Πολλές φορές ήταν φτιαγμένο από χρυσό.
[20] Μαλιάρας Ν., 2003, τόμος Β, σ.279-280.
[21] Πλακογιαννάκης Κ.Ε., 2006, σ.298-302.   Βιβλιογραφία.
●Νef  Κ, Ιστορία της Μουσικής, μεταφρ Φ.Ανωγειανάκης, εκδ Απόλλων, Αθήνα 1960.
●Μιχαηλίδης Σ., Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής, εκδ.Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα, 1982.
●Λέκκας Δ, Παπαοικονόμου- Κηπουργού ., κ.ά., Τέχνες ΙΙ: Επισκόπηση Ελληνικής Μουσικής και Χορού, τ. Α΄, τ. Β΄ , ΕΑΠ, Πάτρα 2003.
●West.M.L., Αρχαία Ελληνική Μουσική, μεταφρ Στ Κομνηνός, εκδ.Παπαδήμα Αθήνα 1999.
●Βυλερμόζ Ε, Ιστορία της μουσικής, μεταφρ. Λεωτσάκος Γ, εκδ Υποδομή, Αθήνα 1980
●Εφημερίδα Καθημερινή, ένθετο 7 ημέρες, 18-1-1998. Τα μουσικά όργανα των Αρχαίων Ελλήνων, επιμ. Αφιερώματος Σέλλα Όλγα.
●Νeubecker A.J., Η μουσική στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1986.
 ●Wellesz E., Η βυζαντινή μουσική και λειτουργία στο Η Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (β΄)Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, μτφ Ντουντού Σαούλ εκδ Μέλισσα , σ.718-722. στο Παράλληλα Κείμενα για την Θεματική Ενότητα ΕΛΠ 40, Πάτρα 2010.
●Τυροβολά Β., Τα μουσικά όργανα του Βυζαντινού χορού και η στάση των εκκλησιαστικών ανδρών απέναντί τους, Συνοδευτικά Κείμενα για την ΕΛΠ40, Πάτρα 2010.
●Καρακάσης Στ, Ελληνικά Μουσικά όργανα, εκδ Δίρφος, Αθήνα 1970.
●Reinach Theodore, Η Ελληνική Μουσική, μεταφρ Καραστάθη Αναστασία – Μαρία, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1999.
● Πλακογιαννάκης Κίμωνος  Εμμανουήλ, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος και πολιτισμός των Βυζαντινών, Θεσσαλονίκη 2006.
●Ηλιάδης Κ., Μελετήματα Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής, τόμος α, Αθήνα 2002.

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ἡ περί καρδίας ἀντίληψη στήν Βυζαντινή πνευματικότητα

Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Δεκεμβρίου 2014

τοῦ Ἀντωνίου-Αἰμιλίου Ταχιάου, Ὁμ. καθηγητοῦ Α.Π.Θ. – ἀντεπιστέλλοντος μέλους Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν

Ὅταν ὁ ἀξιότιμος κύριος Πρόεδρος της Kαρδιολογικῆς Ἑταιρείας Βορείου Ἑλλάδος μοῦ ἔκανε τήν τιμή νά μοῦ ζητήση νά μιλήσω ἐνώπιον τοῦ ἐκλεκτοῦ αὐτοῦ ἀκροατηρίου, προβληματίσθηκα πολύ γιά τό τί θά μποροῦσα ἐγώ, ἕνας ἱστορικός, νά πῶ σέ καρδιολόγους. Tότε θυμήθηκα τί ἀκριβῶς μέ συνδέει μέ τούς καρδιολόγους καί τήν καρδιολογία: ἡ περίπτωσή μου τοῦ βαρέως καρδιοπαθοῦς, τοῦ τακτικοῦ θαμώνα τοῦ ἰατρείου καρδιολόγων, καρδιολογικῶν διαγνωστικῶν κέντρων καί χειρουργείων. Σκέφθηκα, λοιπόν, ὅτι σ’ αὐτούς ὅλους τούς ἀνθρώπους πρέπει νά ἀνταποδώσω κάτι, σάν προσωπική ὀφειλή. Mέχρι τώρα τούς ἀκούω ἐγώ νά μοῦ μιλοῦν γιά τήν καρδιά, σήμερα εἶναι ἡ σειρά μου νά τούς μιλήσω γιά τό ὄργανο αὐτό τῆς ζωῆς μας, ἀλλά ἀπό ἕνα ἄλλο πρίσμα, μία ἄλλη ὀπτική γωνία, αὐτή πού βρίσκεται πέρα ἀπό τήν ἰατρική, ἀλλά στήν διάσταση πού ἐκτείνεται στόν χῶρο τοῦ ὑπερφυσικοῦ, διότι ὑπάρχει καί μιά τέτοια ὄψη τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ ὀργάνου, ἡ ὁποία εἶναι πολύ λίγο γνωστή.
Φαίνεται ὅτι πολύ νωρίς ὁ πρωτόγονος homo erectus συνειδητοποίησε μέσα του τήν λειτουργία τῆς καρδιᾶς καί τήν ταύτισε μέ τήν ἴδια τήν παρουσία τοῦ φαινομένου τῆς ζωῆς, ἐκτιμώντας ἔτσι στή σωστή της διάσταση τήν ὑπαρξιακή ἀξία της. Ἐπειδή ὅμως στούς πρωτογόνους τοῦ Mεξικοῦ ὁ ἥλιος θεωρεῖτο ἡ πηγή τῆς ζωῆς, προσφέρονταν σ’ αὐτόν ὡς θυσία, ὄχι θρησκευτικῆς ἀλλά μαγικῆς σκοπιμότητας, αἱμάσσουσες καρδιές ἀνθρώπων καί ζώων. M’ αὐτόν τόν τρόπο ἤθελαν νά προκαλέσουν τή συνέχεια τῆς παρεχόμενης ἀπό τόν ἥλιο ζωῆς. Ἐπειδή ἡ καρδιά θεωρεῖτο ἡ ἕδρα τῆς ζωῆς, τῶν συναισθημάτων καί τῆς σκέψης ἀκόμη, κάποιοι πρωτόγονοι τῆς Δυτικῆς Ἀφρικῆς, ὡς τίς ἀρχές τοῦ αἰώνα μας ἀκόμη, ὅταν πέθαινε ὁ βασιλιάς τους, συνήθιζαν νά προσφέρουν τήν καρδιά του ὡς βρώση στόν διάδοχό του, ὥστε μέ τόν τρόπο αὐτόν νά περάση σ’ αὐτόν ἡ βασιλική ἐξουσία, καί νά κατασταθῆ γνήσιος συνεχιστής τῆς βασιλείας.
Ἐπίσης σέ ἄλλους πρωτογόνους ἐπικρατοῦσε ἡ ἀντίληψη ὅτι ἔπρεπε νά ἀποφεύγουν νά δίνουν στά παιδιά τους νά τρῶνε τήν καρδιά τοῦ τσακαλιοῦ γιά νά μή γίνουν δειλά σάν κι αὐτό, ἐνῶ ἀντίθετα τούς ἔδιναν τήν καρδιά τῆς λεοπάρδαλης γιά νά γίνουν γενναῖα ὅπως αὐτή. Στούς Ἀζντέκους τοῦ Mεξικοῦ συναντοῦμε τήν θυσία ἀνθρώπου, τοῦ ὁποίου ξεριζώνεται ἡ καρδιά καί προσφέρεται στή θεότητα. Ἡ σημασία τῆς καρδιᾶς, σάν ὄργανο μεταβίβασης δύναμης καί ἐξουσίας ἐπιβίωσε καί στίς πιό προηγμένες θρησκεῖες, ὅπως αὐτή τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Ἀλλά ὅσο περισσότερο ἐξελιγμένη ἐμφανίζεται ἡ θρησκεία, τόσο περισσότερο ἡ καρδιά ἀποκτᾶ μέσα σ’ αὐτήν ἕνα ἄλλο νόημα καί συνδέεται κυρίως μέ τά συναισθήματα καί τίς διαθέσεις τοῦ ἀνθρώπου· Στήν καρδιά ὁ ἄνθρωπος βιώνει τή χαρά καί τή θλίψη, ἐδῶ εἶναι ἡ ἕδρα καί τό ὄργανο ἔκφρασης τῶν εὐαισθησιῶν του, τελικά ἐδῶ ἐντοπίζεται τό σημεῖο συνάντησής του μέ τόν Θεό.
Ἀρχικά θά βρῆ ἐδῶ σκότος παχύ, ἄν ὅμως ἐπειμείνη, θά νιώση χαρά ἀνείπωτη. Ὁταν ὁ νοῦς βρῆ τόν τόπο τῆς καρδιᾶς, βλέπει ἀμέσως πράγματα πού δέν γνώριζε.
Mιά τέτοια θεώρηση τῆς καρδιᾶς εἶναι διάχυτη τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Kαινή Διαθήκη. Ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ φαίνεται καί ἀπό τήν ἱκανότητά του νά διεισδύη στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί νά τήν ἐρευνᾶ («ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς»), ἀφοῦ αὐτή θεωρεῖται τό φυλακτήριο τῶν ἀπορρήτων τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι καλός ἤ κακός ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του, γι’ αὐτό καί ὁ ψαλμωδός ζητάει στήν προσευχή του: «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός». Σήμερα ἀκόμη λέμε «ἄνθρωπος μέ καλή καρδιά», «καλόκαρδος» ἤ «κακόκαρδος». Ἐδῶ, βεβαίως, λησμονιέται ἐντελῶς ἡ φυσιολογική λειτουργία καί ὁ ρόλος τῆς καρδιᾶς ὡς τό βασικότερο ὄργανο τοῦ ἀνθρώπινου ὀργανισμοῦ, καί ἐξαίρεται μόνο τό συναισθηματικό καί ἠθικό στοιχεῖο πού αὐτή συμβολίζει καί ἀντιπροσωπεύει μέσα στήν ψυχική ἰδιοσυστασία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Xριστός ἔχει πῆ ὅτι εἶναι μακάριοι αὐτοί πού ἔχουν καθαρή καρδιά, γιατί αὐτοί θά δοῦν τόν Θεό. Αὐτή ἡ ρήση τοῦ Ἰησοῦ θά ἀποκτήση στή συνέχεια ἕνα ἰδιαίτερο νόημα μέσα στόν ὀρθόδοξο μυστικισμό.
Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη ἀντίληψη γιά τήν ἀνθρώπινη ὀντότητα, ἡ καρδιά ἀποκτᾶ ἰδιαίτερη σημασία ἀπό τή στιγμή πού τό νοητικόν, ὁ λόγος, δέν ἀποτελεῖ τό θεμελιῶδες κεφάλαιο στίς βαθύτερες καί ὑπαρξιακές ἐμπειρίες τῆς ζωῆς. Ἡ ἴδια ἡ πίστη, ὡς ἀποδοχή πραγμάτων μή βλεπομένων καί ἐλεγχόμενων μέ τόν λόγο καί τή νόηση, ἐκφεύγει ἀπό τόν χῶρο αὐτῶν τῶν λειτουργιῶν, καί συνδέεται περισσότερο μέ τή βιωματική λειτουργία τοῦ συναισθήματος, δηλαδή τῆς ψυχικῆς εὐαισθησίας καί δεκτικότητας. Οἱ αἰσθήσεις καί τό νοητικόν καθοδηγοῦν καί ἐλέγχουν τή γνώση, ἐνῶ τό συναίσθημα εἶναι αὐτό πού ἀγγίζει ἄμεσα τήν ψυχή, δηλαδή τή συγκίνηση, καί συνδέεται μ’ αὐτό πού ἁπλοϊκότερα ὀνομάζουμε «καρδιά». Αὐτή ἡ «καρδιά» ὑπαγορεύει καί τήν ἀγάπη, πού εἶναι ἡ βασικότερη χριστιανική ἀρετή. Ἔτσι δημιουργοῦνται δύο διαφορετικοί κόσμοι, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά ἔχουν διαύλους ἐπικοινωνίας μεταξύ τους, ἀλλά ποτέ δέν ταυτίζονται.
Tό μέσο μέ τό ὁποῖο ὁ ὀρθόδοξος μυστικισμός ἐπιδιώκει τόν τελικό του σκοπό, δηλαδή τήν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, εἶναι ἡ προσευχή. Ἡ προσευχή ὑπάρχει βέβαια στήν κοινή λατρεία τῶν πιστῶν μέσα στήν Ἐκκλησία, ὑπάρχει ὅμως καί ἡ προσωπική προσευχή, καί ἐδῶ ἔχουμε ἐπίσης στάδια ἐξέλιξής της μέσα στούς αἰῶνες, ὅπως συνέβη καί μέ τή συλλογική προσευχή. Αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἰδιωτική προσευχή εἶναι ἐκείνη πού ὁδηγεῖ σέ μυστικιστικές ἐμπειρίες, καί αὐτή ἔχει ἀπασχολήσει τούς μυστικούς διδασκάλους καί συγγραφεῖς τοῦ Βυζαντίου. Tό πρῶτο πού πρέπει νά σημειώσουμε εἶναι ἡ διαμόρφωση τοῦ τύπου αὐτῆς τῆς προσευχῆς, καί τό δεύτερο, πῶς αὐτή συνδέεται μέ τό ἀνθρώπινο ὄργανο τῆς καρδιᾶς. Οἱ μεγάλοι ἀσκητές Πατέρες τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων ἔκριναν ὅτι ἡ ἰδιωτική προσευχή δέν θά πρέπει νά ἐπεκτείνεται σέ μία προσωπική φλυαρία, ἀλλά νά εἶναι σύντομη καί οὐσιώδης. Γι’ αὐτό, λοιπόν, τήν περιόρισαν ὅσο τό δυνατόν περισσότερο, διατηρώντας μέσα σ’ αὐτήν δύο βασικά πράγματα. Tό πρῶτο εἶναι ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ. Tό ὄνομα αὐτό περικλείει μέσα του μία τεράστια δύναμη, γιατί εἶναι τό ὄνομα τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ. Ἀντίθετα μέ τούς Ἑβραίους, πού μέχρι σήμερα ἀκόμη δέν προφέρουν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τό ὑποκαθιστοῦν μέ κάποιο ἄλλο κλητικό, οἱ Χριστιανοί ἐξονομάζουν εὐθέως τό θεῖο ὄνομα, ἐπικαλούμενοι τή βοήθειά του. Tό δεύτερο στοιχεῖο τῆς προσευχῆς εἶναι ὅτι αὐτή εἶναι «μονολόγιστος», δηλαδή σύντομη καί περιεκτική, πού συνοψίζεται στό: «Kύριε Ἰησοῦ Xριστέ, Yἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν». Ὁ ἡσυχαστής μοναχός, καί κάθε ἕνας πού ἀκολουθεῖ τήν πνευματικότητά του, ἐπαναλαμβάνει ἀδιακόπως αὐτή τήν εὐχή, προσπαθώντας νά βιώση ὅσο τό δυνατόν πληρέστερα καί βαθύτερα τό νόημά της.
Tά ἄδυτα τῆς καρδιᾶς δέν ἀποκαλύπτονται εὔκολα, καί πολύ περισσότερο δέν μποροῦν νά περιγραφοῦν καί νά γίνουν κατανοητά ἀπό ἐκεῖνον πού εἶναι ἀμέτοχος παρόμοιων ἐμπειριῶν.
Ἡ προσευχή αὐτή καλλιεργήθηκε κατεξοχήν ἀνάμεσα στούς μοναχούς τῆς Mονῆς τοῦ Σινᾶ. Στά μέσα τοῦ 5ου αἰώνα, ὁ Διάδοχος, ἐπίσκοπος Φωτικῆς τῆς Ἠπείρου, στόν «Ἀσκητικό του Λόγο» λέει ὅτι αὐτός πού θέλει νά καθαρίση τήν καρδιά του πρέπει παντοτινά νά τήν πυρώνη μέ τή μνήμη τοῦ Kυρίου Ἰησοῦ, ἔχοντας αὐτό καί μόνο γιά μελέτη καί ἔργο. Kαί ἕνας ἄλλος σημαντικός πνευματικός συγγραφέας τοῦ ἴδιου αἰώνα, ὁ Ἡσύχιος, ὁ ὁποῖος ἐκπροσωπεῖ τή σιναϊτική παράδοση, διδάσκει ἀνάλογα πράγματα. Αὐτός λέει ὅτι ἡ συνεχής νήψη, δηλαδή ἡ πνευματική ἐνάργεια καί ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, ἀποδιώχνουν ἀπό τήν καρδιά τή λήθη, δηλαδή τή φυγή ἀπό τήν αἴσθηση τῆς ὕπαρξης. Ἡ μνήμη δέ τοῦ Ἰησοῦ πρέπει νά γίνη τόσο συχνή, ὥστε νά κολληθῆ στήν ἀναπνοή. Ἐδῶ πιά βλέπουμε τή σύνδεση τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ μέ μιά ὀργανική λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀναπνοή. Ὅσο συχνά ἀναπνέει ὁ ἄνθρωπος, τόσο συχνά πρέπει νά μνημονεύη τόν Ἰησοῦ· καί βέβαια ἐδῶ δέν πρόκειται γιά μεταφορική ἔννοια, ἀλλά γιά κυριολεξία. Οἱ ὁδηγίες καί ὑποδείξεις γιά τήν προσευχή αὐτή παρέμεναν περιστατικές καί διάσπαρτες ὡς τή στιγμή πού ἐμφανίστηκε ἕνα συστηματικότερο ἐγχειρίδιο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὁ συγγραφέας τοῦ ὁποίου παραμένει ἄγνωστος, ἀλλά εἶναι βέβαιο ὅτι ἐκπροσωπεῖ τή σιναϊτική παράδοση καί ἐκφράζει ἀπόλυτα τίς ἀρχές τοῦ βυζαντινοῦ μυστικισμοῦ.
Tό ἐγχειρίδιο αὐτό ἔχει τόν τίτλο «Mέθοδος τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καί προσοχῆς». Ὁ συγγραφέας του διακρίνει τρεῖς τρόπους προσευχῆς. Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι, ὁ προσευχόμενος νά ὑψώνη τά χέρια, τά μάτια καί τόν νοῦ του πρός τόν οὐρανό, καί νά γεμίζη ἡ φαντασία του μέ εἰκόνες ἱερές, καί ἡ ψυχή του ἀπό ἕναν θεῖο πόθο, καί σιγά σιγά μέσα στήν καρδιά του νά ἐκστασιάζεται καί νά ἐπαίρεται. Ὁ τρόπος αὐτός ὁδηγεῖ στήν πλάνη καί στήν τρέλα, διότι δημιουργεῖ αὐτό πού σήμερα θά λέγαμε παραισθήσεις καί παρανοϊκά σύνδρομα. Ἐδῶ ἐντοπίζεται ἕνα σημεῖο σαφοῦς διαφορᾶς ἀνάμεσα στίς ὀρθόδοξες καί τίς δυτικές μυστικές ἐμπειρίες, γιατί οἱ δεύτερες ἀποδέχονται τά ὁράματα ἀγγέλων καί τοῦ ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ, ἐνῶ ἀπό τούς βυζαντινούς ἡσυχαστές αὐτά θεωροῦνται δαιμονικές πλάνες καί ἀπορρίπτονται. Στόν δεύτερο τρόπο προσευχῆς, ὁ προσευχόμενος φυλάγει τόν νοῦ του ἀπό τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις, καί συνάγει τούς λογισμούς του, καί ἐνῶ μέ τό στόμα λέει τήν προσευχή του, συγχρόνως ὅμως ἐκτρέπεται στήν ἐσωτερική βία, τήν ὁποία ἀσκεῖ προκειμένου νά συμμαζέψη τούς λογισμούς, κλυδωνίζεται ἀνάμεσα στήν προσήλωση στήν προσευχή καί στήν συναγωγή τῶν λογισμῶν του, οἱ ὁποῖοι τελικά τοῦ στεροῦν τήν ἐσωτερική ἡσυχία.
Ὁ τρίτος τρόπος τῆς προσευχῆς, μᾶς λέει ὁ συγγραφέας τοῦ ἐγχειριδίου, εἶναι πράγμα παράξενο καί δυσερμήνευτο, καί γι’ αὐτούς πού τό ἀγνοοῦν ὄχι μόνο δυσδιάγνωστο, ἀλλά καί ἀπίστευτο. Ἡ οὐσία τῆς προσευχῆς αὐτῆς ἔγκειται στό νά κρατᾶ ὁ νοῦς τήν καρδιά, στό νά προσεύχεται καί νά περιστρέφεται διαρκῶς μέσα σ’ αὐτήν, καί ἀπό τό βάθος αὐτῆς νά ἀναπέμπη τίς προσευχές στόν Θεό. Αὐτό ἐπιτυγχάνεται ὡς ἑξῆς: κάθεται ὁ μοναχός στό κελλί του καί σηκώνει τόν νοῦν του ἀπό κάθετι τό πρόσκαιρο. Στή συνέχεια ἀκουμπώντας τό σαγόνι του στό στῆθος, φέρνει τά μάτια του πρός τό μέσο τῆς κοιλιᾶς, στόν ὀμφαλό, καί προσπαθεῖ νά ἐλέχγη καί τήν ἀναπνοή τῆς μύτης, ὥστε νά μήν εἶναι ἄτακτη. Tώρα πρέπει νά ἐρευνήση μέ τόν νοῦ στά ἔγκατά του, ὥστε νά ἐντοπίση τόν τόπο τῆς καρδιᾶς, ὅπου ἐμφιλοχωροῦν ὅλες οἱ ψυχικές δυνάμεις. Ἀρχικά θά βρῆ ἐδῶ σκότος παχύ, ἄν ὅμως ἐπιμείνη, θά νιώση χαρά ἀνείπωτη. Ὁταν ὁ νοῦς βρῆ τόν τόπο τῆς καρδιᾶς, βλέπει ἀμέσως πράγματα πού δέν γνώριζε. Tότε βλεπει τόν ἀέρα πού παρεμβάλλεται μεταξύ καρδιᾶς καί τοῦ ἑαυτοῦ του ὅλον φωτεινό, καί ἐάν τότε ἀνακύψη κάποιος λογισμός στόν νοῦ, προτοῦ αὐτός ἀποκτήση στή φαντασία εἴδωλο καί μορφή, ἀποδιώχνεται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ.
Mέ τή ρύθμιση τῆς ἀναπνοῆς καί τήν διαρκῆ ἐπανάληψη τῆς νοερᾶς προσευχῆς τελικά ὁ προσευχόμενος κατορθώνει νά ἐπαναλαμβάνη νοερῶς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ στό ρυθμό τῶν κτύπων τῆς καρδιᾶς, ἄσχετα ἄν ἐργάζεται, κάθεται ἤ κοιμᾶται.
Εἶναι φανερό ὅτι μέ τή μέθοδο αὐτή εἰσάγεται μία ψυχοφυσιολογική διαδικασία προσευχῆς, ἡ ὁποία ἔχει πολλές ἐξωτερικές ὁμοιότητες μέ ἐκείνη τῆς ἰνδουϊστικῆς γιόγκα, διαφέρει ὅμως ἀπό αὐτήν ἀπόλυτα στήν οὐσία, γιατί ἐνῶ ἡ γιόγκα ἀποσκοπεῖ μέσῳ τῆς ἀπάθειας στήν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό σύμπαν ἤ τήν τελείωση γιά τίς μελλοντικές μετενσαρκώσεις του, στόν βυζαντινό μυστικισμό ὁ τελικός σκοπός τῆς νοερᾶς ἤ καρδιακῆς προσευχῆς εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν προσωπικό Θεό, τόν Ἰησοῦ Xριστό. Ἐπίσης ἡ ὀμφαλοσκοπία στούς Βυζαντινούς ἡσυχαστές δέν εἶναι αὐτοσκοπός, ὅπως ἔχει νομισθῆ, ἀλλ’ ἐνδεικτική κίνηση τῶν ὀφθαλμῶν γιά τόν ἐντοπισμό τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό κεντρικό θέμα. Mέ τή ρύθμιση τῆς ἀναπνοῆς καί τήν διαρκῆ ἐπανάληψη τῆς νοερᾶς προσευχῆς τελικά ὁ προσευχόμενος κατορθώνει νά ἐπαναλαμβάνη νοερῶς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ στό ρυθμό τῶν κτύπων τῆς καρδιᾶς, ἄσχετα ἄν ἐργάζεται, κάθεται ἤ κοιμᾶται.
Ἡ ψυχοφυσιολογική μέθοδος τῆς νοερᾶς προσευχῆς συστηματοποιήθηκε περισσότερο στή διάρκεια τοῦ 14ου αἰώνα στό Ἅγιον Ὄρος, ὅταν ἦρθε ἐδῶ ὁ μεγάλος ἡσυχαστής διδάσκαλος, Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης. Πιθανότατα τότε εἰσήχθη καί ἡ χρήση τοῦ κομποσκοινιοῦ, τό ὁποῖο βοηθᾶ τούς ἀρχαρίους κυρίως στό νά ἐξασκοῦνται χωρίς περισπασμούς σ’ αὐτήν τήν προσευχή. Οἱ ἡσυχαστές κωδικοποίησαν κατά κάποιον τρόπο τή σχετική μέ τή θέα τοῦ θείου φωτός διδασκαλία τῶν παλαιοτέρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Δοθέντος ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀθέατος, ἡ μόνη δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνη μέτοχος τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, καί αὐτό τό κατορθώνει μέ τή νοερά προσευχή καί τήν ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στήν καρδιά. Ἔτσι ἡ θεολογία γίνεται ὄχι νοητική, ἀλλά ἐμπειρική ἐπιστήμη, καί ἡ ἐμπειρική γνώση τῶν θείων ἀληθειῶν πού ἀποκαλύπτονται, ὅπως εἶναι π. χ. τό δόγμα τῆς Ἁγίας Tριάδος, πηγάζει ἀπό τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Στή διάρκεια τοῦ 18ου αἰώνα πραγματοποιήθηκε μία ἔκδοση πού ἔδωσε μεγάλη ὤθηση στήν ἡσυχαστική πνευματικότητα καί τήν προσευχή τῆς καρδιᾶς. Στά 1782 ἐκδόθηκε στή Βενετία ἕνα ὀγκωδέστατο Ἑλληνικό βιβλίο πού ὀνομαζόταν Φιλοκαλία, καί περιεῖχε τά συγγράμματα τῶν νηπτικῶν καί μυστικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Tό ἴδιο βιβλίο ἕνδεκα χρόνια ἀργότερα ἐκδόθηκε σέ σλαβονική μετάφραση στή Mόσχα. Mέ τίς ἐκδόσεις αὐτές ἐγκαινιάστηκε ἡ λεγόμενη Φιλοκαλική Ἐποχή, πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἀναζωογόνηση τοῦ βυζαντινοῦ μυστικισμοῦ ὄχι μόνο μεταξύ τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά καί τῶν Σλάβων καί τῶν Pουμάνων. Tό 1801, καί πάλι στή Βενετία, ἐκδόθηκε ἀπό τόν μεγάλο θρησκευτικό συγγραφέα, τόν Ἅγιο Nικόδημο τόν Ἁγιορείτη, ἕνα πνευματικό ἐγχειρίδιο, τό ὁποῖο ἔφερε τόν τίτλο «Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων τῆς τε φαντασίας, τοῦ νοός καί τῆς καρδίας», τό ὁποῖο μάλιστα μεταφράστηκε ἀμέσως καί στά ρουμανικά. Tό ἀξιοσημείωτο στό βιβλίο αὐτό δέν εἶναι μόνο τό ἐκτενές κεφάλαιο, στό ὁποῖο γίνεται λόγος γιά τήν καρδιά, ὡς κέντρο φυσικό, παραφυσικό καί ὑπερφυσικό, ἀλλά γιά νά γίνουν ὅλα αὐτά πιό κατανοητά, ὑπάρχει στό τέλος τοῦ βιβλίου κεφάλαιο μέ τίτλο: «Ποῖον σχῆμα ἔχει ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου κατά τούς ἀνατόμους τῶν νεωτέρων». Tό κεφάλαιο αὐτό εἶχε γραφῆ εἰδικῶς γιά τό βιβλίο τοῦ Nικοδήμου ἀπό τόν περίφημο λόγιο Ἄνθιμο Γαζῆ, ὁ ὁποῖος καί μετέφερε ἐδῶ τίς ἀνατομικές γνώσεις γιά τήν καρδιά πού καθιέρωσε τό 1628 ὁ Ἄγγλος γιατρός William Harvey μέ τό βιβλίο του Exercitatio anatomica de motu cordis et sanguinis circulatione. Tό κεφάλαιο αὐτό τοῦ Γαζῆ περιλαμβάνει μάλιστα καί σχήματα μέ τίς κοιλίες τῆς καρδιᾶς καί τίς ἀρτηρίες. Ἀνατομία τῆς καρδιᾶς, λοιπόν, σέ ἕνα βιβλίο βυζαντινοῦ μυστικισμοῦ!
 
Ὁ 19ος αἰώνας ὑπῆρξε ἐποχή ἀναβίωσης τοῦ βυζαντινοῦ μυστικισμοῦ ὄχι μόνο στόν Ἑλληνικό, ἀλλά καί στόν σλαβικό καί ρουμανικό κόσμο. Ἡ νοερά ἤ καρδιακή προσευχή ἀπέκτησε νέους ὀπαδούς ἀνάμεσα σέ μοναχούς καί κοσμικούς, καί γνώρισε μεγάλη διάδοση, ἰδιαίτερα μάλιστα στήν ἀχανῆ Pωσία. Στά μέσα αὐτοῦ τοῦ αἰώνα ἔκανε στή Pωσία τήν ἐμφάνισή του ἕνα βιβλίο ἀνώνυμου συγγραφέα, πού εἶχε τόν τίτλο «Εἰλικρινεῖς διηγήσεις προσκυνητῆ πρός τόν πνευματικό του πατέρα», καί γνώρισε πολλές ἐκδόσεις. Στό βιβλίο αὐτό ἐξιστορεῖται πῶς ἕνας «ἄστεγος προσκυνητής» ἱερῶν τόπων διηγεῖται τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο διδάχθηκε τήν προσευχή τῆς καρδιᾶς καί τίς μυστικές ἐμπειρίες πού εἶχε μέσα ἀπό αὐτήν. Ἔτσι ἡ προσευχή αὐτή ἐκλαϊκεύθηκε, μέ ὅλες τίς συνέπειες πού μπορεῖ νά ἔχη μιά τέτοια ἐκδοχή, ἀφοῦ οἱ Βυζαντινοί Πατέρες μιλοῦν γιά σαφεῖς πνευματικούς, ψυχικούς καί σωματικούς κινδύνους στήν χωρίς ὑπεύθυνο πνευματικό ὁδηγό ἄσκηση αὐτῆς τῆς προσευχῆς. Γιατί αὐτή ἡ κατάβαση τοῦ νοῦ στήν καρδιά, ὅπως λένε, καί ἡ ἕνωσή του μέ αὐτήν, εἶναι τό τέλος μιᾶς μακρᾶς διαδικασίας ἀσκητικῆς ζωῆς, ἡ ὁποία ἀρχίζει μέ τήν ἄσκηση στήν ὑπακοή καί προϋποθέτει ἀπαραιτήτως τήν χειραγώγηση ἀπό πολύ ἔμπειρο καί ὅσιο πνευματικό ὁδηγό.
Οἱ μυστικές ἐμπειρίες πού δοκιμάζει ὁ ἐργάτης τῆς νοερᾶς αὐτῆς προσευχῆς δέν μποροῦν νά περιγραφοῦν, ἀκόμη καί ἀπό τούς ἴδιους τούς μύστες αὐτῆς τῆς πρακτικῆς. Tά ἄδυτα τῆς καρδιᾶς δέν ἀποκαλύπτονται εὔκολα, καί πολύ περισσότερο δέν μποροῦν νά περιγραφοῦν καί νά γίνουν κατανοητά ἀπό ἐκεῖνον πού εἶναι ἀμέτοχος παρόμοιων ἐμπειριῶν. Ὅ, τι λέμε ἐμεῖς εἶναι ἁπλῶς ἐξωτερική καί ἐπιφανειακή περιγραφή, τό πραγματικό βάθος τῆς μεταφυσικῆς καρδιᾶς παραμένει κλειστό στούς ἀμύητους.–

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Παρανοήσεις Ιουλιανού για την πτώση.

Συγγραφέας: kantonopou στις 5 Δεκεμβρίου 2014

Πρόσφατα, διάβασα κάποια πράγματα για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό που έμεινε στην ιστορία ως «Αποστάτης» και «Παραβάτης». Προσωπικά, θα συμφωνούσα με τον πρώτο χαρακτηρισμό, και θα διαφωνούσα με τον δεύτερο. Θεωρώ, ότι καλώς χαρακτηρίστηκε ως «Αποστάτης», μιας και υπήρξε ένα μικρό διάστημα της ταραγμένης ζωής του, Χριστιανός, αλλά κακώς χαρακτηρίστηκε ως «Παραβάτης», μιας και ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ζωή του να διαλέγει τι θέλει να είναι, και να προσπαθεί να βάζει σε εφαρμογή την ιδεολογία του, έστω και αν αυτή είναι η επαναφορά της αρχαίας εθνικής θρησκείας, δεδομένου ότι ο Ιουλιανός δεν κυνήγησε άμεσα τον Χριστιανισμό, όπως οι πρότεροι μη Χριστιανοί αυτοκράτορες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε, μιας και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού είτε είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό, είτε έδειχνε αδιαφορία ως προς τα θρησκευτικά πράγματα. Αυτά, θα τα δούμε από τα ίδια τα γραπτά του Ιουλιανού, σε επόμενα άρθρα. 

Προσωπικότητα ταραγμένη (και σε αυτό έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης και το συγγενικό του περιβάλλον), αλλά συνάμα ανήσυχη και φιλομαθής. Την μητρική φροντίδα δεν την γνώρισε ποτέ, μιας και η μητέρα του πέθανε λίγο καιρό μετά την γέννησή του. Ο πατέρας του δολοφονήθηκε όταν ο Ιουλιανός ήταν επτά χρονών. Εικάζεται, όπως αναφέρει ο σχολιαστής της μετάφρασης των Απάντων του Ιουλιανού του οποίου διάβασα το βιβλίο, ότι η δολοφονία έγινε με την ενθάρρυνση του εξαδέλφου του, του αυτοκράτορα Κωνστάντιου, για πολιτικούς λόγους. Λίγο αργότερα, την μόρφωση του Ιουλιανού αναλαμβάνει ο θείος του και επίσκοπος, ο Ευσέβιος Νικομηδείας, που ήταν θερμός οπαδός του Άρειου. Κατά την είσοδό του στην εφηβεία, ο Ιουλιανός βαπτίζεται Χριστιανός, και χειροτονείται «αναγνώστης», με την αρμοδιότητα να διαβάζει εντός του ναού διάφορες περικοπές της Αγίας Γραφής. Παρά ταύτα, ο Ιουλιανός δεν γνωρίζει καλά την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη ούτε την βιώνει (κάτι το οποίο φαίνεται και από την ρηχότητα των επιχειρημάτων του κατ’ αυτής), αρχίζει να κρατά απόσταση, ενώ παράλληλα ελκύεται από την διδασκαλία του Λιβάνιου, και εν συνεχεία γίνεται Νεοπλατωνικός. Πνεύμα φιλομαθείας αλλά ταυτόχρονα και δεισιδαίμων (κάτι το οποίο προκύπτει αβίαστα από σημεία των επιστολών του), άνθρωπος που θέλει να παρουσιάζεται ως ανεξίθρησκος αλλά ταυτόχρονα με μίσος κατά της Χριστιανικής διδασκαλίας, αντιφατικός μέσα στον λαβύρινθο της ψυχής του, αφήνει το στίγμα του μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Σε αυτήν την σειρά αναρτήσεων «Ιουλιανός ο Αποστάτης», θα απαντήσουμε στις ενστάσεις που προβάλει ο Ιουλιανός, οι οποίες παράλληλα είναι ενστάσεις που επαναλαμβάνουν και σήμερα ορισμένοι. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο Ιουλιανός δεν πρωτοτυπεί στα επιχειρήματά του, αλλά επαναλαμβάνει τον Πορφύριο του 3ου αιώνα και τον Κέλσο του 2ου. Στο σημερινό, θα δούμε το αν ο Θεός απαγόρευσε την γνώση στον στον άνθρωπο.
Γράφει ο Ιουλιανός στο έργο του «Κατά Γαλιλαίων Λόγος Α’»:
«Το σπουδαιότερο είναι ότι ο θεός απαγόρευσε στον άνθρωπο να γευτεί τη φρόνηση, από την οποία πιο πολύτιμο δε θα μπορούσε να υπάρχει για τον άνθρωπο. Διότι είναι βέβαια φανερό ακόμη και στους ανόητους ότι η διάκριση του καλού από το χειρότερο είναι έργο της φρόνησης· επομένως το φίδι είναι περισσότερο ευεργέτης και όχι καταστροφέας του ανθρωπίνου γένους. Για τους  λόγους αυτούς ο θεός πρέπει να χαρακτηρίζεται φθονερός. Διότι, όταν είδε ότι ο άνθρωπος μετέχει στην φρόνηση, για να μην απολαύσει, λέει, το ξύλο της ζωής, τον έδιωξε από τον παράδεισο λέγοντάς του κατηγορηματικά· ‘’Ιδού, Αδάμ γέγονεν ως εις εξ ημών του γινώσκειν καλόν και πονηρόν. Και νυν μήποτε εκτείνη την χείρα και λάβη από του ξύλου της ζωής και φάγη και ζήσεται εις τον αιώνα’’» [1]
Ας δούμε πρώτα το επίμαχο απόσπασμα: «Και εφύτευσε Κύριος ο Θεός παράδεισον εν τη Εδέμ κατά ανατολάς και έθεσεν εκεί τον άνθρωπον, τον οποίον έπλασε. Και Κύριος ο Θεός έκαμε να βλαστήση εκ της γης παν δένδρον ώραίον εις την όρασιν και καλόν εις την γεύσιν· και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου και το ξύλον της γνώσεως του καλού και του κακού [..] Προσέταξε δε Κύριος ο Θεός εις τον Αδάμ λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση, 2:8-9. 16-17).
Όπως παρατηρούμε από την αφήγηση του Μωυσή, τόσο το «δέντρο» της ζωής, όσο και το «δέντρο» της γνώσης του κακού και του καλού, ο Θεός έκανε ώστε να βλαστήσει. Αυτό σημαίνει, ότι το «δέντρο της γνώσης» είναι δημιούργημα του Θεού, συνεπώς δεν είναι κακό η γνώση, διότι ο Θεός δεν δημιουργεί κανένα κακό. Όμως, λέει στον Αδάμ να μην φάει από αυτό το «δέντρο». Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας, αυτή η εντολή είχε προσωρινό χαρακτήρα. Δεν ήταν ακόμη ώριμος πνευματικά ο Αδάμ για να γευθεί τον καρπό του. Όταν θα ωρίμαζε, τότε ο Θεός θα έδινε σε αυτόν και την Εύα.
Ο άνθρωπος πλάστηκε δεκτικός (βάση της προαιρέσεώς του) και με την προοπτική να γίνει τέλειος (τελειοποιημένος πνευματικά), αφού ομοιώνονταν κατά χάρη με τον Θεό, δια των ακτίστων ενεργειών του Θεού και δια της υπακοής. Ο Θεόφιλος Αντιοχείας, στο δεύτερο βιβλίο «Προς Αυτόλυκον», αναφέρει:
«Θεις δε ο θεός τον άνθρωπον, καθώς προειρήκαμεν, εν τω παραδείσω εις το εργάζεσθαι και φυλάσσειν αυτόν, ενετείλατο αυτώ από πάντων των καρπών εσθίειν, δηλονότι και από του της ζωής, μόνου δε εκ του ξύλου του της γνώσεως ενετείλατο αυτώ μη γεύσασθαι.Μετέθηκεν δε αυτόν ο θεός εκ της γης, εξ ης εγεγόνει, εις τον παράδεισον,διδούς αυτώ αφορμήν προκοπής, όπως αυξάνων και τέλειος γενόμενος, έτι δε και θεός αναδειχθείς, ούτως και εις ουρανόν αναβή [..]» [2].
Η είσοδος του Αδάμ στον επίγειο παράδεισο της Εδέμ, είχε σκοπό παιδαγωγικό, και «αφορμή προκοπής», ώστε να αυξηθεί και να γίνει τέλειος.
Συνεπώς, το κακό δεν βρίσκονταν στο «δέντρο» αυτό, αλλά στην ανυπακοή. Σχολιάζει πάλι ο Θεόφιλος Αντιοχείας·
«Το μεν ξύλον το της γνώσεως αυτό μεν καλόν και ο καρπός αυτού καλός. Ου γαρ, ως οίονται τινές, θάνατον είχεν το ξύλον, αλλ’ η παρακοή. Ου γαρ τι έτερον ην εν τω καρπώ η μόνον γνώσις. Η δε γνώσις καλή, επάν αυτή οικείως τις χρήσηται. Τη δε ούση ηλικία όδε Αδάμ έτη νήπιος ην· διό ούπω ηδύνατο την γνώσιν κατ’ αξίαν χωρείν. Και γαρ νυν, επάν γενηθή παιδίον, ουκ ήδη δύναται άρτον εσθίειν, αλλά πρώτον γάλακτι ανατρέφεται, έπειτα κατά πρόσβασιν της ηλικίας και επί την στερεάν τροφήν έρχεται. Ούτως αν γεγόνει και τω Αδάμ. Διό ουχ ως φθονών αυτώ ο θεός, ως οίονται τινές, εκέλευσεν μη εσθίειν από της γνώσεως. Έτι μην και εβούλετο δοκιμάσαι αυτόν, ει υπήκοος γίνεται τη εντολή αυτού [..] Ούτως και τω πρωτοπλάστω η παρακοή περιεποιήσατο εκβληθήναι αυτόν εκ του παραδείσου· ου μέντοι γε ως κακού τι έχοντος του ξύλου της γνώσεως, δια δε της παρακοής ο άνθρωπος εξήντλησεν πόνον, οδύνην, λύπην, και το τέλος υπό θάνατον έπεσεν. Και τούτο δε ο θεός μεγάλην ευεργεσίαν παρέσχεν τω ανθρώπω, το μη διαμείναι αυτόν εις τον αιώνα εν τη αμαρτία όντα» [3].
Ο διάβολος δια του όφεως, όχι μόνο δεν ήταν ευεργέτης του ανθρώπου, αλλά αντιθέτως, στάθηκε αφορμή της πτώσης του, εφόσον ο Αδάμ και η Εύα (με την θέλησή τους σαφώς), δέχτηκαν την εισήγηση του εχθρού, ότι δήθεν θα έφταναν στην κατά χάρη θέωση όχι μένοντας και υπακούοντας σε αυτό που τους είπε ο Δημιουργός, αλλά ακούγοντας αυτόν που τους σύστησε την αυτό- θέωση.
Γράφει σχετικά ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος: «Ο όφις έβαλε πονηρό λογισμό στην Εύα, ότι μπορούσε να φθάσει στο ‘’καθ’ ομοίωση’’ και στην ‘’γνώση’’, όχι ακολουθώντας το δρόμο του Θεού, αλλά απορρίπτοντας το Θείο θέλημα και υψώνοντας το προσωπικό θέλημα πάνω από την βούληση του Θεού [..] ήταν πράξη εγωιστική, τροφή που η βρώση της ήταν καταδικασμένη να είναι κοινωνία μόνο με τον εαυτό του ανθρώπου, όχι με τον Θεό» [4].
Και για να μην μείνει το κακό αθάνατο, για αυτό ο Θεός επιτρέπει τον θάνατο «προς καιρόν». Επιτρέπει και παραχωρεί προς ευεργεσία. Δεν τον έφτιαξε ο θεός τον θάνατο. Είναι σαφές αυτό στην Αγία Γραφή: «ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας ιδιότητος εποίησεν αυτόν· φθόνω δε διαβόλου θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον» (Σοφία Σολομώντος 2: 23-24). «Ότι ο Θεός θάνατον ουκ εποίησεν, ουδέ τέρπεται επ’ απωλεία ζώντων. Έκτισε γαρ εις το είναι τα πάντα, και σωτήριοι αι γενέσεις του κόσμου» (Σοφία Σολομώντος 1:13-14).
Ομοίως και το κακό, το οποίο δεν έχει ουσία και υπόσταση, αλλά βρίσκεται στην προαίρεση και είναι έλλειψη.
Ενδιαφέροντα είναι τα σχόλια και του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου·
«Εις αυτά ανήκε το δέντρο της γνώσεως, το οποίο ούτε φυτεύτηκε από την αρχή με κακό σκοπό, ούτε απαγορεύτηκε από φθόνο –ας μη φθάσουν μέχρι εκεί οι γλώσσες των εχθρών του Θεού, και ας μην μιμηθούν τον όφιν. Αλλά ήταν μεν καλό εάν το δοκίμαζε κανείς στον κατάλληλο καιρό, διότι το δέντρο, κατά την άποψή μου, ήταν η θέα του Θεού, την οποία μπορούσαν να πλησιάσουν χωρίς να κινδυνεύουν μόνο εκείνοι οι οποίοι είχαν τελειοποιηθεί με την άσκηση, αλλά δεν ήταν καλό για τους αδοκίμαστους ακόμη και τους πιο λαίμαργους ως προς την επιθυμία, όπως η σκληρή τροφή δεν είναι ωφέλιμη για εκείνους οι οποίοι είναι ακόμα αδύνατοι και έχουν ανάγκη από γάλα» [5].
«Μας παραδόθηκε ο παράδεισος για να τρυφήσουμε. Λάβαμε την εντολή, για να δοξασθούμε αφού την φυλάξουμε, όχι επειδή αγνοούσε ο Θεός εκείνο το οποίο θα γίνονταν, αλλά επειδή ήθελε να μας παραχωρήσει το αυτεξούσιο. Έχουμε εξαπατηθεί, επειδή μας φθόνησαν. Έχουμε πέσει, επειδή έχουμε παραβεί την εντολή, έχουμε αναγκασθεί σε νηστεία επειδή δεν νηστεύσαμε και μας κατανίκησε η επιθυμία της γεύσεως του καρπού του δέντρου της γνώσεως. Διότι η εντολή ήταν παλαιά και σύγχρονος με μας, ένα μέσο διαπαιδαγωγήσεως της ψυχής και σωφρονισμού από τις απολαύσεις.Την λάβαμε εύλογα για να την απολαύσουμε, αφού την τηρήσουμε [..]» [6].
Ο Θεός διόρθωσε το λάθος του ανθρώπου και ξανά έδωσε στον άνθρωπο την δυνατότητα να φτάσει στην κατά χάρη ομοίωση, γινόμενος άνθρωπος (θεάνθρωπος) το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Θεός Λόγος. Για αυτό, η σωτηρία δεν έχει νομικό χαρακτήρα (όπως και η πτώση που δεν έχει νομικό χαρακτήρα), αλλά καθαρά οντολογικό. Σώζεται ο άνθρωπος από την φθορά και τον θάνατο. Η σωτηρία έγινε, εφόσον η ανθρώπινη φύση στο πρόσωπο του θεανθρώπου Χριστού, νίκησε τον διάβολο και την αιχμαλωσία της πτώσεως. Ένα μόνο μένει, που εναπόκειται στον άνθρωπο· η θεραπεία της θελήσεώς του. 
Πηγές
[1] Άπαντα Ιουλιανού, εκδόσεις Ζήτρος, τόμος 3, μετάφραση Θ. Μαυρόπουλου, σελ. 173
[2] ΒΕΠΕΣ 5, σελ. 38
[3] ΒΕΠΕΣ 5, σελ. 38-39
[4] Η Ορθοδοξία μας, σελ. 113
[5] ΕΠΕ 5, σελ. 55
[6] ΕΠΕ 5, σελ. 231

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Διάσπαρτα βυζαντινά σπαράγματα

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Οκτωβρίου 2014

Η περιπλάνηση στους μαχαλάδες και τα σοκάκια της Πόλης είναι το πρωταρχικό και απαραίτητο συστατικό για να την γνωρίσει κανείς. Ευτυχώς το αντιλήφθηκα από την πρώτη στιγμή και από τότε βάλθηκα να ανακαλύπτω μέσω του ποδαρόδρομου τόσο τα όρια των δικών μου αντοχών, όσο και αυτά των σολών των παπουτσιών μου.
Η Πόλη εκτίμησε τους κόπους μου και στα χρόνια αυτά φρόντισε να μου δείξει τα όσα ανεπανάλυπτα κρατά στην επιφάνειά της αλλά και κάτω από αυτήν. Εικόνες ιδιαίτερες με ιστορικούς θυσαυρούς, κρυμμένα μυστικά, επαφή με θρύλους και όλες τις αποχρώσεις από τις επιρροές των πολιτισμών που μαγεύτηκαν από αυτήν.
Και παρότι η Πόλη μεταβάλεται διαρκώς, πιστή στον διαχρονικό της ρόλο ως παγκόσμια μητρόπολη, λαμβάνοντας τα χαρακτηριστικά που επιτάσσει η εποχή μας, υπάρχουν ακόμη διάσπαρτα παντού τα στοιχεία που της προσέδωσαν τον χαρακτηρισμό “Πόλη των Πόλεων”. Σε τούτη την ανάρτηση θέλησα να ασχοληθώ με τα περισσότερο αθέατα απομεινάρια της, τα διάσπαρτα βυζαντινά σπαράγματα, τα οποία βρίσκονται διάσκορπισμένα παντού και συχνά απαιτούν οξυδερκείς ματιές για να γίνουν αντιληπτά.

Το Μίλιον, το σημείο που ξεκινούσαν όλες οι χιλιομετρικές μετρήσεις της Αυτοκρατορίας
 Αρχίζοντας από το Μίλιον, το σημείο που ξεκινούσαν όλες οι χιλιομετρικές αποστάσεις της Αυτοκρατορίας, το οποίο στις μέρες μας έχει απομείνει ως μία μισογκρεμισμένη κολόνα. Κάποτε εδώ έστεκε μια χρυσή στήλη ενώ στην συνέχεια την συνόδευσε ένα μεγαλοπρεπές κτίσμα. Διαχρονικό σημείο αναφοράς της πρωτεύουσας αφού συνέδεε την Μέση Οδό με την πλατεία του Αυγουσταίου και πιθανόν να αποτελούσε και σημείο εισόδου προς αυτήν.
Χιλιάδες περαστικοί και τουρίστες προσπερνούν καθημερινά το Μίλιον, αγνοώντας το, όπως άλλωστε και την παρουσία του Αυγουσταίου και της Οδού που υπάρχουν ακόμα, έστω και με διαφορετική μορφή.
Το τοίχωμα στο άνω μέρος της φωτογραφίας αποτελεί μέρος της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων

Λίγες δεκάδες μέτρα μακρύτερα από το Μίλιον βρίσκονταν ο περίφημος ναός της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων (διάβασε και εδώ). Στην επιφάνεια της γης δεν έχει απομείνει σχεδόν τίποτα, εκτός από μερικά τοιχώματα του ναού που διάσπαρτα βρίσκονται εδώ και εκεί.

Μέρος της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων συναντά το Acem Ağa Mescidi. Αμφότερα έχουν ισοπεδωθεί
Στο προάστιο των Βλαχερνών βρίσκονται εγκατεσπαρμένα δεκάδες κομμάτια από το μεγαλοπρεπές κτιριακό συγκρότημα, στο οποίο οι αυτοκράτορες είχαν επιλέξει να διατηρήσουν την κατοικία τους για σχεδόν 4 αιώνες.
Αντικρίζοντας τέτοιες εικόνες, είναι σαν να χτυπά μέσα μου κόκκινος συναγερμός για ενδελεχή παρατήρηση…
…και δεν διαρκεί πάρα πολύ πριν παρουσιαστούν μπροστά μου μέρη των αυτοκρατορικών ανακτόρων…
…με μερικά σημεία τους σε υπόγεια κατάσταση, όπως η υπόγεια θολωτή διάβαση της φωτογραφίας, σημείο επικοινωνίας του παλατιού με μέρη του Τείχους. Στο άνω μέρος διακρίνεται ο τεκές Emil Buhari, ο οποίος κατασκευάστηκε πάνω από κεντρικό κομμάτι του παλατιού και περιέχει βυζαντινά μέλη στην δόμησή του

Τέτοιου είδους θολωτά περάσματα συναντά κανείς σε πάρα πολλά σημεία και εντυπωσιάζουν οι εικόνες αφού απρόσμενα τα βυζαντινά κτίσματα αναφύονται από την γή ακόμα και σε αυλόγυρους τζαμιών.

Συνέχεια στο δίκτυο στοών, που φυτρώνουν ακόμα και σε χώρους τζαμιών…
…και περιέχουν μικρά περασμάτα. Ίσως μερικά οδηγούν στο πουθενά και άλλα σε υπόγεια μέρη των ανακτόρων
Η ιστορική χερσόνησος είναι ακόμη γεμάτη από κτίρια “βυζαντινής καταγωγής”, τα οποία στέκουν δυσδιάκριτα για αιώνες. Τα περισσότερα από αυτά συνήθως εξωτερικά επιχριόμενα με νέα υλικά, κυρίως για λόγους συντήρησης.
Κτίρια που άλλοτε χρησιμοποιούνταν ως στρατώνες ή φυλακές συνήθως στις μέρες μας χρησιμεύουν ως αποθηκευτικοί χώροι
Ανακαινισμένη είσοδος κτιρίου που όμως μαρτυρά την καταγωγή της
Πίσω από τον σοβά κρύβεται μια άλλη ιστορία
Η κατηγορία με τα περισσότερα αρχιτεκτονικά θραύσματα είναι αυτή των κιονοκράνων και έχω επιλέξει να τα καταγράφω πάντα, τόσο στον φωτογραφικό μου φακό όσο και στην μνήμη μου. Κάτι σαν απογραφή με μόνο τίμημα τα περίεργα βλέμματα ανυποψίαστων και παρακαθημένων.
Εγώ περιεργάζομαι το θεοδοσιανό κιονόκρανο, αυτός περιεργάζεται εμένα, ο φωτογραφικός μου φακός περιεργάζεται τα πάντα
Διάσπαρτα βυζαντινά σπαράγματα
Οι κινήσεις μου ίσως εκτός από τα βλέμματα κινούν και υπόνοιες. Ο κύριος της φωτογραφίας, πιάνει το πιγούνι του και οι υποψίες πιθανόν αρχίζουν να γίνονται σκέψεις
Βάση κίονα γύρω από ένα şadırvan, συχνό φαινόμενο οι κίονες σε αυλόγυρους τζαμιών
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα κομμάτια μοιάζουν να είναι φυτρωμένα στο έδαφος…
…ενώ άλλοτε συμμετέχουν σε φιλοζωικές κινήσεις

Η εμπειρία, η όξυνση και ο τρόπος της παρατηρητικότητάς μου επιτρέπουν πλέον να αντικρίζω κάθαρα όλα αυτά που η Πόλη ποτέ δεν έκρυψε!

Βάση κίονα μέσα στον δρόμο. Η Πόλη δεν κρύβει τίποτα σε όποιον θέλει να δεί
Με έμπειρη και προσεκτική ματιά οι ιδιαιτερότητες είναι ευδιάκριτες….και πλησιάζοντας στην σιδερένια πόρτα….
…ένας βυζαντινός κόσμος αποκαλύπτεται….νοερό ταξίδι στον χρόνο με κτίσματα που έχουν να διηγηθούν πολλά
Κουίζ: Σε ποιό μέρος της φωτογραφίας είναι ορατό το βυζαντινό παρελθόν;
Αρκεί ακόμα και μία μικρή τρύπα μερικών εκατοστών…
…για να αρχίσει να ξετυλίγεται μπροστά μου η πραγματική Πόλη. Η υπόγεια Βασιλεύουσα είναι ακόμα εδώ!
Το Ιερόν Παλάτιον υπήρξε ένα από τα εντυπωσιακότερα οικοδομικά έργα της Κωνσταντινούπολης. Χτισμένο αμφιθεατρικά και σε αρκετά επίπεδα, συναρπάζει όποιον θελήσει να το συλλάβει στην σκέψη του. Ορισμένα σημεία του προσφέρονται ακόμα προς παρατήρηση και ενθουσιασμένος παρατηρώ τμήματά του, άλλοτε στην επιφάνεια της γής, άλλοτε κάτω από αυτήν και άλλοτε ημιβυθισμένα σε σπίτια και πίσω αυλές. Δείγμα του αμφιθεατρικού και πολυεπίπεδου τρόπου κατασκευής του.
Τα μέρη από το Ιερόν Παλάτιον εντυπωσιάζουν γιατί, εκτός των άλλων, άλλοτε δείχνουν φανερά τον όγκο τους…
…και άλλοτε ξεφυτρώνουν μέσα από αυλές, σαν αρτηρίες που μεταφέρουν τον γενετικό οικοδομικό κώδικα της Πόλης

Δεν είναι μόνο τα μικρά απομεινάρια που συναρπάζουν αλλά και εκείνα που κάποτε εντυπωσίαζαν με τον όγκο τους. Τα ερείπια του ναού που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Πολύευκτο δείχνουν τον όγκο του μεγαλοπρεπούς οικοδομήματος. Κατασκευασμένος από την αριστοκράτισσα Ιουλία Ανικία, ως πράξη με σαφή πολιτική βαρύτητα αλλά και ως σύμβολο πλούτου και αξίας αφού ξεπερνούσε σε όγκο τον ναό του Σολομώντα. Το έργο αυτό καθώς και η πολιτική αντιζηλία με τον Ιουστινιανό, έδωσαν μεγαλύτερη ώθηση στον Αυτοκράτορα για περαιτέρω μεγαλοπρέπεια και όγκο στην Αγία Σοφία. Ίσως μετά την ολοκλήρωση της Αγίας Σοφίας ο Αυτοκράτορας, εκτός του γνωστού αναφωνητού, να σιγοψιθύρισε και: “Νενίκηκά σε Ανικία“.

Τα ερείπια του Αγίου Πολυεύκτου…
…όπου τα ογκώδη θεμέλια και η έκτασή τους μαρτυρούν τον όγκο του ναού
Οι κίονες του Αγίου Πολυεύκτου ήταν πρωτοποριακοί και αποτέλεσαν σημείο καμπής στην κατοπινή γλυπτική και αρχιτεκτονική έκφραση

Παρατηρώντας παντού τα βυζαντινά θραύσματα στα μήκη και τα πλάτη της Πόλης, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως δεν πρόκειται για απολοιφάδια μιας περασμένης εποχής. Είναι το βασικό συστατικό που κάνει τούτο το μέρος τόσο ιδιαίτερο, το γενετικό υλικό της Πόλης που διάσπαρτο παντού…παρατηρεί…δρά…αντιδρά και καθορίζει.
Σε εμάς απομένει απλά να το αντιληφθούμε…

Η ζωή στην Πόλη κυλά και τα βυζαντινά σπαράγματα συνάμα αιώνιοι παρατηρητές και συνοδοιπόροι

tixamperiaapothnpolh2

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα ζώδια στη βυζαντινή κοσμοαντίληψη

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Οκτωβρίου 2014

Τα ζώδια στη βυζαντινή κοσμοαντίληψη δηλώνουν συγκεκριμένους αστερισμούς του Σύμπαντος, παραπέμπουν στο Θεό-Δημιουργό και ουδόλως έχουν σχέση με τα λεγόμενα ζώδια της σημερινής Αστρολογίας. 
Διακηρύσσουν από κοινού μετά των αγγέλων την αϊδιότητα του Λόγου και συγχρόνως δοξολογούν ακαταπαύστως τον Δημιουργό, κατά τον ψαλμωδό (αινείτε αυτόν πάντα τα άστρα και το φως). Είναι, επίσης, σε όλους γνωστό, ότι ο κύκλος των ζωδίων ιστορείται σε πλήθος ναών  και φορητών έργων, ήδη στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια. 

Στη μονή Lesnovo (1346/7) έχουν φιλοτεχνηθεί οι Αίνοι με τα σύμβολα του ζωδιακού κύκλου γύρω από τη μορφή του Παντοκράτορος. 
Το θέμα κοσμεί επίσης το παρεκκλήσιο της Κουκουζέλισσας στη Μ. Λαύρα (1715). 

Ο ζωδιακός κύκλος περιβάλλει την Παναγία σε μεγάλο αριθμό εικόνων κρητικής τέχνης με θέμα το «Επί σοι χαίρει» Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ζώδια καθώς και προσωποποιήσεις Μηνών και Εποχών απαντούν και σε λειτουργικά βιβλία της βυζαντινής περιόδου, όπως στο Τυπικό της μονής Βατοπαιδίου του έτους 1346 (κωδ. 1199)

 Ο Φ. Κόντογλου υποδεικνύει ακόμη και την ιεραρχική τάξη με την οποία τα ζώδια πρέπει να εικονίζονται!
“Σπάνια απεικόνιση αποτελεί η αγιογράφηση του ζωδιακού κύκλου γύρω από τον Ήλιο και τη Σελήνη, συμβολίζοντας εμφανώς, την Υπεραγία Θεοτόκο ως υπερλάμπουσαν κάθε αστερισμού ή πλανήτη, μέσα από την οποίαν πέρασε ο Χριστός, ο νοητός Ήλιος για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Γίνεται αναφορά ακόμα στο Θεοτοκάριον που έγραψε ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης ο Νάξιος:… χαίρε κύκλε λαμπρότατε, δώδεκα ζωδίων, δι ου μέσου ώδευσεν Χριστός ο ήλιος. Και οικονομίας ενσάρκου, υπέρ σωτηρίας ανθρώπων, πάσαν την περίοδον επλήρωσεν.

 

Λεπτομέρεια από το βημόθυρο  του Αγίου Γεωργίου της Άρπερας στην Τερσεφάνου
Τα κεφαλαία γράμματα ανά δύο μέσα σε κύκλο Κ.Κ – Α.Ξ – Τ.Θ – Ε.Λ. που τοποθετεί ο αγιογράφος Θεοφάνης ερμηνεύονται με τη φράση: ΚΥΡΙΕ ΚΥΡΙΕ [Κ.Κ] ΑΝΟΙΞΟΝ [Α.Ξ] ΤΗΝ ΘΥΡΑ [Τ.Θ] του ΕΛΕΟΥΣ [Ε.Λ.].
Πηγή: Βασίλης Βασιλείου, Ο ιστορικός ναός του Αγίου Γεωργίου της Άρπερας στην Τερσεφάνου, σσ.54 – 55, 2011. Οι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο.

 
Μια σπάνια εξαιρετική παράσταση – τοιχογραφία, ανώνυμου αγιογράφου, από τον νάρθηκα του Ι. Ν. των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στις Μηλιές του Πηλίου, ο οποίος φέρει την επιγραφή «Ο μάταιος βίος του πλάνου κόσμου». Ένας τροχός συμβολίζει το έτος που κυλάει. Μια περιστροφή του τροχού αντιστοιχεί στο πέρασμα ενός ημερολογιακού έτους. Στην περιφέρεια του τροχού είναι ζωγραφισμένος ο ζωδιακός κύκλος. Κάθε ζώδιο συμβολίζει κι ένα μήνα του έτους. Στο εσωτερικό του τροχού οι εποχές. Για την άνοιξη ένας νέος παίζει λύρα, το καλοκαίρι θερίζει ενώ το χειμώνα, γέροντας, ζεσταίνεται στη φωτιά. Στο κέντρο του κύκλου ηλικιωμένος βασιλιάς «ο Μάταιος Κόσμος».

 
”Ο ζωδιακός κύκλος”Ι.Ναός Αγίου Νικολάου Τσαριτσάνης
 
”Ο ζωδιακός κύκλος”Ι.Ν.Αγίου Ιωάννου Πλάτσα Μάνης
 
Padova-Baptistery-The Creation of the World
”Ο ζωδιακός κύκλος”.Λεπτομέρεια από τοιχογραφία με θέμα την δημιουργία του κόσμου από το Βαπτιστήριο του Καθεδρικού Ναού της Πάδοβα(1378)
 Greece-Mani-Dekoulou Monastery-zodiac
”Ο ζωδιακός κύκλος”Ιερά Μονή Δεκούλου στο Οίτυλο της Μάνης.
 
”Ο ζωδιακός κύκλος”σε ναό της Γεωργίας(17ος αιώνας)
 
Επιμέλεια – proskynitis.blogspot

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ποιο παράδοξο έργο αρχαίου Έλληνα διέσωσε ο Πατριάρχης Φώτιος;

Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Οκτωβρίου 2014

Ποιο παράδοξο έργο αρχαίου Έλληνα διέσωσε ο Πατριάρχης Φώτιος;

Ένα ακόμη δείγμα της αγάπης και του σεβασμού που έτρεφαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας απέναντι στα αρχαία ελληνικά κείμενα είναι και η διάσωση ενός έργου του Αντωνίου Διογένους, που έγραψε μια συλλογή φανταστικών θαυμαστών ιστοριών οι οποίες έλαβαν χώρα σε ένα περιπετειώδες ταξίδι προς τη Θούλη!.. Διαβάστε το κείμενο!..

Η αρχαία Θούλη.

Ο Αντώνιος Διογένης, ήταν ένας μυθιστοριογράφος του Ιου ή του 2ου αι. μ.Χ. Έγραψε μια συλλογή φανταστικών θαυμαστών ιστοριών που έλαβαν χώρα σε ένα περιπετειώδες ταξίδι προς τη Θούλη (Τά υπέρ θούλην άπιστα, 24 βιβλία).

Το έργο μας σώθηκε με τη μορφή επιτομής στην Βιβλιοθήκη του Φωτίου και με τη μορφή απανθισμάτων στον Βίον Πυθαγόρου του Πορφύριου.

Θα πρέπει εδώ να πούμε ότι το βιβλίο αποτελεί μια περίεργη ανάμειξη ταξιδιωτικής έκθεσης, ερωτικής ιστορίας και περιπετειώδους μυθιστορίας.Η αφηγηματική όμως παρουσίαση του έρωτα, της απόδρασης, του ταξιδιού ως το φεγγάρι, του θανάτου και της καθόδου στον Άδη, της ανάστασης και της τελικής σωτηρίας δεν υπηρετεί απλώς ψυχαγωγικούς σκοπούς, αλλά συμβολίζει τις πεπρωμένες τύχες και τη σωτηρία της ψυχής με το νόημα της πυθαγορικής διδασκαλίας, που στον Ιο αι. μ.Χ. γνώρισε μια έντονη αναβίωση.

Οι λογής-λογής εμπειρίες του ήρωα δίνονταν με μια ραφιναρισμένη αφηγηματική τεχνική – όσο, βέβαια, μας επιτρέπουν να το αναγνωρίσουμε τα κομμάτια που έχουμε από το έργο.

Ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα παρώδησε το μυθιστόρημα στις Αληθινές του ιστορίες. Το μυθιστόρημα ωστόσο εξακολούθησε να είναι πολύ δημοφιλές ως τον 4ο και τον 5ο αιώνα!..

Ποιος ήταν ο Φώτιος

Ο Φώτιος Α΄ ήταν Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης (820 -891 μΧ) κατά τα έτη 858 – 867 μ.Χ. και 877 – 886 μ.Χ. Ήταν συγγραφέας και μία από τις μεγαλύτερες μορφές των γραμμάτων και της εκκλησίας κατά τη βυζαντινή περίοδο. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια κι έκανε πολυετείς συστηματικές σπουδές. Το 858 μ.Χ., όταν καθαιρέθηκε ο πατριάρχης Ιγνάτιος, ο Φώτιος χειροτονήθηκε πατριάρχης μέσα σε πέντε μέρες, αφού διέτρεξε όλα τα στάδια της ιεροσύνης μέσα στο διάστημα αυτό. Η δράση του, κατά την περίοδο που ήταν πατριάρχης, συνδέεται με το Σχίσμα των Εκκλησιών. 
Υπήρξε συγχρόνως θεολόγος, ιστορικός, νομικός, φιλόλογος, μουσικός, ποιητής, αρχαιολόγος, μαθηματικός, γιατρός, πολιτικός και ρήτορας και αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις του στη διδασκαλία των μαθητών. Έγραψε πολλά και σπουδαία συγγράμματα, όπως είναι η “Μυριόβιβλος”, τα “Αμφιλόχια”, που αναφέρονται κυρίως στην ερμηνεία των Αγίων Γραφών, ο “Νομοκανών”, που είναι συλλογή των αποστολικών και συνοδικών κανόνων κ.ά. 
Η διπλή πατριαρχεία του Φώτιου, έγινε το κέντρο της πνευματικής και φιλολογικής κίνησης κατά το δεύτερο ήμισυ του 9ου αιώνα στο Βυζάντιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

Φώτιος, χφ 166.
Κ. Burger, Studien zur Gesch. d. gr. Romans II, Progr. Blankenburg 1903.

sakketosaggelos.gr/Article/1211/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο ρόλος της θρησκείας στην εξωτερική πολιτική του Βυζαντίου

Συγγραφέας: kantonopou στις 30 Ιουλίου 2014

Αναδημοσίευση από το περιοδικό «ΙΣΤΟΡΙΑ»
της Μαρίνας Μαραγκού
Η χρονολογία της ίδρυσης της Κωνσταντινούπολης, της Νέας Ρώμης, από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο σηματοδοτεί την αρχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ένα νέο αμάλγαμα προκύπτει, με  ελληνική αυτοσυνείδηση στην παιδεία και στον πολιτισμό, συμβιβασμένο με τη διείσδυση του ρωμαϊκού στοιχείου.1
 Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τον 4ο αιώνα έχει αρχίσει να γηράσκει και στην προσπάθεια  ανόρθωσης και αποκατάστασης της ενότητάς της  υποχρεώνεται να αναθεωρήσει τους πολιτικούς της προσανατολισμούς και «κάνει τη θρησκεία υπόθεση του κράτους».2 Ο Χριστιανισμός θριαμβεύει σε μια εποχή απογοητεύσεων και το μήνυμά του έχει μια απήχηση πιο πλατιά σε σχέση με τις άλλες θρησκείες.
Ο Καισαρείας Ευσέβιος στον «Πανηγυρικό του Κωνσταντίνου», δοξολογώντας τη νέα θρησκεία, γράφει: «Ένας Θεός κηρύχθηκε σε όλη την Ανθρωπότητα, ενώ συγχρόνως αναπτύχθηκε μια παγκόσμια δύναμη: η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Με πίστη στον ίδιο Θεό, σαν δύο πηγές ευλογίας, παρουσιάστηκαν για το καλό των ανθρώπων η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και η χριστιανική ευσέβεια… Δύο παντοδύναμες δυνάμεις, ξεκινώντας από το ίδιο σημείο, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο Χριστιανισμός, δάμασαν και συμβίβασαν όλα αυτά τα αντίθετα στοιχεία».3
Στη διάρκεια των αιώνων που μεσουράνησε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η θρησκεία είναι ο βασικός παράγοντας που διαμορφώνει τον χαρακτήρα της σε 
σχέση με τους άλλους λαούς. Ο οικουμενικός χαρακτήρας της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας  σταθεροποιείται από την οικουμενική χριστιανική ιδέα.4
Στη συνέχεια θα αναφερθούμε διεξοδικά στον ρόλο που έπαιξε η θρησκεία στις σχέσεις του Βυζαντίου με τον περιβάλλοντα κόσμο του, παραθέτοντας ξεχωριστά τον κάθε λαό και τη σχέση του Βυζαντίου με αυτόν σε ό,τι αφορά τη θρησκεία.
 
Βυζάντιο και Άραβες
Ο Μωάμεθ (570-632) ενώνει του Άραβες Βεδουίνους ιδρύοντας  μια αυστηρά  μονοθεϊστική θρησκεία και οι διάδοχοί του, βάσει οργανωμένου κατακτητικού σχεδίου, διοχετεύουν την ενεργητικότητά τους στη διά της βίας εξάπλωση της νέας θρησκείας σύμφωνα με το θέλημα του προφήτη τους.
Το βυζαντινό  κράτος, εξαντλημένο από τους Περσικούς πολέμους, δοκιμάζεται από τις θρησκευτικές  αντιπαραθέσεις που ταράσσουν τους πληθυσμούς των  ανατολικών και νότιων επαρχιών του, των οποίων η πλειονότητα ήταν Μονοφυσίτες. Στα δογματικά αυτά  μίση, εμπνεόμενα και από τη βαριά φορολογία που εφαρμόζει, το Βυζάντιο δείχνει το απάνθρωπο πρόσωπό του εξαπολύοντας απηνείς διωγμούς και υποδαυλίζοντας έτσι το θρησκευτικό μίσος, παρά τις προσπάθειες του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641) για θεολογική συμφιλίωση.5
 Οι  θρησκευτικές αυτές έριδες είχαν στην πραγματικότητα εθνικιστικό περιεχόμενο. Η  γρήγορη και θριαμβευτική επιτυχία των Αράβων επί των βυζαντινών κτήσεων, μετά την αποφασιστική ήττα στον ποταμό Ιερομίακα (636), σε Συρία, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, οφείλεται στο ότι κατέκτησαν ανθρώπους της φυλής τους που μιλούσαν την ίδια γλώσσα, είχαν τις  ίδιες εθνικές παραδόσεις και  θρησκευτικές τάσεις .6
Στην αρχή το Ισλάμ αντιμετωπίστηκε από την Αυτοκρατορία  ως  μια χριστιανική αίρεση. Αργότερα όμως, κατά τη διάρκεια του 10ου αιώνα, όταν η Μεσόγειος έχει γίνει μια «μουσουλμανική λίμνη», θεωρώντας ότι θίγεται η αξιοπρέπεια και το γόητρό του, το Βυζάντιο προελαύνει και ανακαταλαμβάνει πολλά από τα χαμένα εδάφη του. Μπροστά στον κίνδυνο που απειλεί τη θρησκεία και για
τη σωτηρία της πατρίδας, απαντώντας στον «ιερό πόλεμο» των απίστων, θα γεννηθεί ο βυζαντινός εθνικισμός, και ο «περιούσιος λαός» θα γίνει ο υπερασπιστής της Χριστιανοσύνης και της χριστιανικής ιδέας.  
Ο επίλογος των αλλεπάλληλων βυζαντινοαραβικών συγκρούσεων γράφεται με την ανακατάληψη της Έδεσσας το 1032 επί αυτοκρατορίας του Ιωάννη Τζιμισκή και την οριστική ήττα του χαλιφάτου.
Οι συγκρούσεις μεταξύ των Βυζαντινών και των Μωαμεθανών έχουν αξιοσημείωτες προεκτάσεις διότι υπήρξαν σημαντικές  αλληλεπιδράσεις προς όφελος περισσότερο των Αράβων. Οι Άραβες επηρεάσθηκαν από τον πλούτο του ελληνικού πνεύματος: αφού  μετέφρασαν και μελέτησαν με πάθος τούς αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, φιλοσόφους, ιατρούς, αναδείχθηκαν στις θετικές επιστήμες, ενώ άντλησαν πολλά στοιχεία από τη βυζαντινή  διοίκηση και τεχνολογία.
 Οι Βυζαντινοί από την άλλη πλευρά, δέχονται σημαντική επίδραση όσον αφορά τις αντιλήψεις τους περί του Θεού, που είχε ως συνέπεια να προκληθεί στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας θρησκευτική θύελλα, διάρκειας πάνω από εκατό χρόνων.  
Σύμφωνα με το Κοράνι  «οι εικόνες είναι μια σατανική βδελυγμία» (V.92).8Οι εικονομάχοι αυτοκράτορες της δυναστείας των Ισαύρων, καταγόμενοι από την Ανατολή, γίνονται σκληροί υπέρμαχοι της Εικονομαχίας, αποσκοπώντας σε μια στενότερη επαφή των Χριστιανών με τους Μωαμεθανούς ώστε να διευκολυνθεί η υποδούλωση των τελευταίων  στην αυτοκρατορία.9 Το 843, με την «αποκατάσταση της Ορθοδοξίας», αναδεικνύεται νικητής το θεολογικό δόγμα των Εικονολατρών  και  διαμορφώνεται ο ελληνοχριστιανικός χαρακτήρας του Βυζαντίου.
Βυζάντιο και Σλάβοι
            Η εγκατάσταση των σλαβικών φύλων αρχίζει τον 6ο αιώνα στη Χερσόνησο του Αίμου. Το Βυζάντιο στρέφει σοβαρά την προσοχή του προς τους Σλάβους κατά τον 9ο αιώνα επιδιώκοντας την αύξηση της επιρροής του  ανάμεσα στους βαρβάρους. Εφαρμόζει μέτρα για την αποδυνάμωση του σλαβικού στοιχείου με τη διασπορά σλαβικού πληθυσμού σε περιοχές όπου δεν υπήρχαν ομοεθνείς τους στη Μικρά Ασία
ή και αντιστρόφως, με τη μεταφορά ελληνικού πληθυσμού στις σκλαβηνίες για την ενίσχυση του ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου. Με την πρόθυμη υποστήριξη της Εκκλησίας στην πολιτική τού κράτους αναλαμβάνει την ομαλή συσσωμάτωση των λαών αυτών στην περιφέρειά του εκχριστιανίζοντάς τους.

 
Μικρογραφία του συμποσίου που παρέθεσε ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός προς τιμή του Βούλγαρου ηγεμόνα Συμεών, με την παρουσία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ’ και της αυτοκράτειρας Ζωής

Οι Μοραβοί. 
Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων ξεκινά όταν ο Μοραβός ηγεμόνας Ραστισλάβος (862), για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης συμμαχίας των Φράγκων και των Βουλγάρων, ζητεί από το Βυζάντιο ιεραποστολή για τη διδασκαλία του Χριστιανισμού στη γλώσσα του.

Η αποστολή των δύο επιφανών Θεσσαλονικέων ιεραποστόλων, Κωνσταντίνου-Κυρίλλου και Μεθόδιου στη Μοραβία – η μέγιστη αυτή προσφορά του Βυζαντίου – επιτελεί κορυφαίο θρησκευτικό έργο και με την επινόηση του σλαβικού αλφαβήτου από τον Κωνσταντίνο εδραιώνεται ο Χριστιανισμός. Το έργο αυτό, παρότι η Μοραβία περνάει στη σφαίρα επιρροής της Ρώμης, δεν χάνεται και διαδίδεται χάρη στη Βουλγαρία και τους Νότιους Σλάβους10.  
Οι Σέρβοι εκχριστιανίζονται κατά το 867-874 και αφομοιώνονται σταδιακά από το ελληνικό στοιχείο. Δέχονται τους πνευματικούς θησαυρούς του ελληνικού πολιτισμού που επηρεάζει την εξέλιξή τους. Η επίδραση   που ασκήθηκε στη  Σερβία, είναι και  άμεση, απευθείας από το  Βυζάντιο, από το ανθρώπινο δυναμικό και τους φορείς της εξουσίας, αλλά και έμμεση, από τη Βουλγαρία11. Είναι έκδηλη στο νομοθετικό, διοικητικό και εθιμοτυπικό τομέα.
Βυζάντιο και Βούλγαροι
Οι Βούλγαροι είναι μια τουρκική φυλή, η οποία αφού διαβαίνει τον Δούναβη ιδρύει ένα ισχυρό βασίλειο κατά το δεύτερο ήμισυ του 7ου αιώνα, που αποτελεί έκτοτε μόνιμη πηγή προβλημάτων για το Βυζάντιο και οι συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ των χαρακτηρίζονται από σφοδρότητα. Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α΄ (802-811) μεταφέρει πολλούς αποίκους, από άλλα μέρη της αυτοκρατορίας, φοβούμενος πιθανή συμμαχία του ικανού Βούλγαρου  Κρούμου με τους Σλάβους της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας12.
Οι Βούλγαροι διαβλέπουν ότι για να  εδραιώσουν την πολιτική και πολιτιστική τους οντότητα έχουν συμφέρον να αποδεχθούν τον Χριστιανισμό. Ο Βόγορις, στο πλαίσιο αυτό, ενώ έχει απευθυνθεί και στην αδιάλλακτη Παπική Εκκλησία, βαπτίζεται Χριστιανός (865) και χρησιμοποιεί τους ιεραποστόλους τού Μεθοδίου για να εκσλαβίσει την Εκκλησία του και να τελείται η εκκλησιαστική λειτουργία στη σλαβική γλώσσα.13 

 
Ο Βούλγαρος ηγεμών Βόγορις βαπτίζεται και παίρνει το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ,
 το όνομα δηλαδή του αναδόχου του βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’
Το Βυζάντιο αποκτάει έτσι τη δυνατότητα επιρροής στον επικίνδυνο αυτόν γείτονα. Το 1014 ο Βασίλειος ο Β’ κατατροπώνει τους Βούλγαρους στη μάχη του Κλειδίου. Δεν θα διστάσει να τυφλώσει 15.000 αιχμαλώτους – μολονότι ομόθρησκοί του – εφαρμόζοντας τη βυζαντινή ποινή για εγκλήματα εσχάτης προδοσίας. Το βουλγαρικό βασίλειο μεταβάλλεται σε επαρχία του Βυζαντίου.
            Η Βουλγαρία λειτούργησε ως μεσάζων που παρέλαβε, επεξεργάστηκε και μετέδωσε τα υψηλά βυζαντινά πρότυπα και έτσι το Βυζάντιο συνέβαλε στην πνευματική ωρίμανση των λαών της Χερσονήσου του Αίμου και της Ρωσίας. Ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων το 864 έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη συνένωσή τους με τους Σλάβους και η χριστιανική θρησκεία και η εκκλησιαστική οργάνωση υπήρξαν βασικοί συντελεστές της πολιτικής συγκρότησης και πνευματικής ανάπτυξης των Βουλγάρων.
Βυζάντιο και Ρώσοι
Στα μέσα του 10ου αιώνα το Βυζάντιο διαισθάνεται την απειλή που αντιπροσώπευε ο νέος λαός των Ρως καθώς και τα πολιτικά και πνευματικά οφέλη που θα είχε ο προσηλυτισμός του και στέλνει με τη συνδρομή της Εκκλησίας ιεραποστόλους για τη διάδοση του Χριστιανισμού14.
 Η βάπτιση της δούκισσας Έλγας (957) υπήρξε καθοριστική για τον προσηλυτισμό των Ρώσων.  Το 989 ο Χριστιανισμός γίνεται επίσημα θρησκεία του κράτους με την ομαδική βάπτιση του ρωσικού λαού στα ποτάμια από τους κληρικούς. Το έναυσμα δίνεται με τη  βάπτιση  του Βλαδίμηρου Ρως μετά τον γάμο του με την Άννα, αδελφή του Βασιλείου Β’, στο πλαίσιο των διακρατικών γαμικών συναλλαγίων  που εφάρμοζε το Βυζάντιο. 

 
Ρως βαπτίζονται χριστιανοί στον ποταμό Δνείπερο.
Η ορθόδοξη πίστη υπήρξε το σύμβολο της ενότητας του ρωσικού λαού και
στην πνευματική του ανάπτυξη και στην καλλιτεχνική του έκφραση ασκήθηκε βαθιά επίδραση από το Βυζάντιο.
Βυζάντιο και Δύση
Οι διαφορές και οι αντιπαλότητες του Βυζαντίου, μιας συμπαγούς οντότητας που υποστηρίζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία του, και της «Δύσης», μιας πανσπερμίας διαρκώς μεταβαλλόμενων κρατικών μορφωμάτων που τα ενώνει η δύναμη της Παπικής Εκκλησίας, εντοπίζονται στον χώρο της θρησκείας.
            Η χριστιανική Δύση, έχοντας απομονωθεί και αναπτύξει τις δικές της θεοκρατικές ιδέες15, επιθυμεί να διατηρήσει τον τίτλο της ως βασική κληρονόμος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας της Δύσης και του μοναδικού υπερασπιστή της χριστιανικής θρησκείας, ενώ οι Βυζαντινοί βλέπουν, στην καλύτερη περίπτωση, τον σφετερισμό του τίτλου τους ως υπερασπιστές της Χριστιανοσύνης και, στη χειρότερη, ένα πρόσχημα για να καλυφθούν ανομολόγητα επεκτατικά σχέδια16.
Από τον 9ο αιώνα έχει ξεκινήσει μια περίοδος αμοιβαίας καχυποψίας εξαιτίας  των εκκλησιαστικών προβλημάτων – κατά τη διάρκεια του φωτίειου σχίσματος – σε σχέση με επίμαχα δογματικά ζητήματα. Μερικές δεκαετίες αργότερα, η αδιαλλαξία των εκκλησιαστικών ηγετών – πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου και πάπα Λέοντα Θ’ – θα οδηγήσει στην πλήρη διάσταση και στο οριστικό σχίσμα μεταξύ  των δύο Εκκλησιών το 1054.
Κατά τον 11ο αιώνα, ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός, υπό την πίεση των Τούρκων, των Νορμανδών και των Πετσενέγων, αναζητεί συμμάχους στη Δύση και εντάσσει την ελπίδα για την ένωση των Εκκλησιών στο διπλωματικό παιχνίδι. Στρέφεται προς τον Πάπα, τον πνευματικό ηγέτη της Δύσης (1091), ο οποίος από την πλευρά του προσβλέπει στην αύξηση της επιρροής του και στην επαναφορά του «σχισματικού» Βυζαντίου στους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.17
Η Δυτική Ευρώπη ανταποκρίνεται και  υποκινεί έναν «ιερό πόλεμο» για τους Χριστιανούς αδελφούς και την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων κηρύσσοντας την Α’ Σταυροφορία (1096). Οι σταυροφορίες βαθαίνουν το χάσμα και με τη Δ’ Σταυροφορία, η οποία παρεκκλίνει από τον αρχικό της στόχο, καταστρέφεται και η 
τελευταία πιθανότητα για την ένωση των δύο ομόδοξων κόσμων. Το 1204 καταλύεται προσωρινά η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Λατίνους και το θρησκευτικό μένος εκδηλώνεται εναργέστατα με λεηλασίες και σφαγές στην Κωνσταντινούπολη.
 Μετά την παλινόρθωση του Βυζαντίου (1261) και μπροστά στον ολοένα αναπτυσσόμενο κίνδυνο των Οθωμανών Τούρκων, στην Ανατολή και στη Δύση θα κυριαρχήσει πιεστικά η ιδέα της ένωσης των δύο Εκκλησιών.
Κατά το δεύτερο τέταρτο του 14ου αιώνα το κίνημα των Ησυχαστών – που είναι  συνήγοροι των ελληνικών εθνικών ιδεών,  με κύριο εκπρόσωπο τον Γρηγόριο Παλαμά, σε αντίθεση με τον Βαρλαάμ, που κάνει προσηλυτισμό υπέρ των Λατίνων – θα ψυχράνει τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης.18
Η δυναστεία των Παλαιολόγων, προσβλέποντας σε μια ουτοπική επεκτατική πολιτική, στρέφεται πάλι στην Αγία Έδρα για την ένωση των Εκκλησιών, φθάνοντας στο έσχατο σημείο ταπείνωσης ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ ν’ ασπασθεί  τον Καθολικισμό (1369). Οι ύστατες κινήσεις δεν καρποφορούν: το Βυζάντιο προτιμά να εκβαρβαριστεί παρά να εκλατινιστεί19.
Σε όλη την ιστορία της Αυτοκρατορίας ασκήθηκε κατά διαστήματα επίδραση στη Δύση από διάφορους δρόμους. Διαδόθηκαν οι βυζαντινές ιδέες, η βυζαντινή τέχνη, το δίκαιο, η διοίκηση και προωθήθηκε η μελέτη των ελληνικών γραμμάτων. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 προκάλεσε το μεγαλύτερο πλήγμα στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Κατά τον 15ο αιώνα όμως οι Λατίνοι θα αναγνωρίσουν τα δώρα του πολιτισμού των Βυζαντινών. Η Αναγέννηση είναι χρεώστης του Βυζαντίου.20
Βυζάντιο και Τούρκοι
Το τέλος
Η ήττα στο Ματζικέρτ (1071)  ανοίγει τις πύλες για μόνιμη εγκατάσταση των  Σελτζούκων και την οριστική παγίωση της τουρκικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία. Οι Σελτζούκοι δέχονται μικρές επιδράσεις από το Βυζάντιο στον ελάσσονα πολιτισμό τους. Οι Βυζαντινοί τον 13ο αιώνα αναλαμβάνουν επιχειρήσεις προσηλυτισμού και
αν δεν έρχονταν οι Οθωμανοί να τους ξαναδώσουν ζωή μπορεί οι Σελτζούκοι να είχαν γίνει Χριστιανοί υπήκοοι.21
Στη διάρκεια του 14ου αιώνα, επί δυναστείας των Παλαιολόγων, μπροστά στην  εφιαλτική απειλή των Οθωμανών Τούρκων, ξεκινούν διαπραγματεύσεις  με τη Δύση για την ένωση των δύο Εκκλησιών με σκοπό τον  κοινό αγώνα για τη σωτηρία της Χριστιανοσύνης. Οι Ενωτικοί και οι Ανθενωτικοί προκαλούν αναστατώσεις στην Κωνσταντινούπολη και ο ελληνισμός με την καθοδήγηση της Εκκλησίας θα προσπαθήσει να σώσει τις ορθόδοξες παραδόσεις του.
Οι Βυζαντινοί, βυθισμένοι στην εσχατολογική προσδοκία και τυφλωμένοι από το αντιλατινικό μίσος, δεν είναι διατεθειμένοι να εξαγοράσουν την ελευθερία τους με αντίτιμο την Ορθόδοξη πίστη τους.22
Στις 29 Μαΐου 1453 ο πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα και η Κωνσταντινούπολη,  το κέντρο ενός κόσμου φωτός, γίνεται  έδρα της θηριωδίας και της αμάθειας.23 Από το Βυζάντιο οι Οθωμανοί πολύ λίγα πράγματα πήραν εκτός από την πρωτεύουσα.24
Επίλογος
Συνάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι η θρησκεία  για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στην υπερχιλιετή ιστορία της λειτούργησε ως συνεκτικός κρίκος στην υπεράσπιση των συμφερόντων του κράτους απέναντι στους εχθρούς του αλλά και ως αποτελεσματικό όργανο πολιτισμικής αφομοίωσης των γειτονικών λαών. Ο Χριστιανισμός, στην ορθόδοξη εκδοχή του, καθόρισε τις εξωτερικές σχέσεις του Βυζαντίου.
Κύριο μέλημα της Αυτοκρατορίας είναι  η ενοποίηση του πληθυσμού της μέσω της χριστιανικής πίστης, βασικό στοιχείο συνοχής της για να αντιμετωπίσει τον μόνιμο κίνδυνο από  την εθνική  ανομοιογένεια.
Οι Βυζαντινοί, αντλώντας δυνάμεις από την ορθή πίστη τους, θα χαρακτηρίσουν «ευγενείς» τους πολέμους που διεξάγουν για τη διάδοση ή την επικράτηση της θρησκείας τους. Θα υπερασπισθούν με πάθος την ορθοδοξία 
απέναντι σε κάθε εξωτερικό εχθρό και συν τω χρόνω η νέα βυζαντινή ιδεολογία  που διαμορφώνεται θα διεξάγει πολέμους όχι μόνο εναντίον των απίστων αλλά και εναντίον άλλων Χριστιανών, γιατί απλά αυτοί οι Χριστιανοί αμφισβητούν την πίστη που αντιπροσωπεύει το Βυζάντιο.25
Θεωρείται επιβεβλημένο να τονισθεί ιδιαίτερα η τεράστια προσφορά του Βυζαντίου στον παγκόσμιο πολιτισμό με τη μετάγγιση πνεύματος και θεσμών. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία συντήρησε μια βαθιά αίσθηση «αποστολής» ότι έπρεπε να περιφρουρήσει μια μεγάλη κληρονομιά και να μεταλαμπαδεύσει την παιδεία του και το χριστιανικό ιδεώδες στον κόσμο των εθνών και των βαρβάρων.26
Παραπομπές
1Hans-Georg Beck Η βυζαντινή χιλιετία σελ. 39, Έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης
2. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 121, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
3. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 93, Εκδόσεις Πάπυρος
4Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σελ. 16, Εκδόσεις Ψυχογιός
5. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμ. Ζ’ σελ. 247.
6.Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 267, Εκδόσεις Πάπυρος
7Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σελ. 41, Εκδόσεις Ψυχογιός
8. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 325, Εκδόσεις Πάπυρος
9. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 320, Εκδόσεις Πάπυρος
10. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμ. Η΄ σελ. 92
11. Ελλάς, Η Ιστορία και ο πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους από τις απαρχές του μέχρι σήμερα, τόμ. Α΄, Βυζάντιο, σελ. 512, Εκδόσεις Πάπυρος
12. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 356, Εκδόσεις Πάπυρος
13. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 316, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
14. Ελλάς, Η Ιστορία και ο πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους από τις απαρχές του μέχρι σήμερα, τόμ. Α΄, Βυζάντιο, σελ. 518, Εκδόσεις Πάπυρος
15. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 122, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
16. Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  σελ. 92, Εκδόσεις Ψυχογιός
17. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Β’ σελ. 36, Εκδόσεις Πάπυρος
18. Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  τόμ. Α’ σελ. 387, Εκδόσεις Πάπυρος
19. Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  σελ. 146, Εκδόσεις Ψυχογιός
20. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 330-331, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
21. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 330, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
22. Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας  σελ. 144, Εκδόσεις Ψυχογιός
23. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 337, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
24. Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός σελ. 331, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας
25. Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σελ. 42-43, Εκδόσεις Ψυχογιός
26. Ελλάς, Η Ιστορία και ο πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους από τις απαρχές του μέχρι σήμερα, τόμ. Α΄, Βυζάντιο, σελ. 510, Εκδόσεις Πάπυρος
Βιβλιογραφία
  • Hans-Georg Beck Η βυζαντινή χιλιετία, Έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2005, Μτφρ.: Δημοσθένης Κούρτοβικ.
  • Στήβεν Ράνσιμαν Βυζαντινός πολιτισμός, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας, Αθήνα 1969, Μτφρ.: Δέσποινα Δετζώρτζη.
  • Α.Α. Βασίλιεφ Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (324-1453) τόμ. Α’ & Β’, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 1995. Μτφρ.: Δημοσθένη Σαβράμη
  • Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 1997, Μτφρ.: Τούλα Δρακοπούλου.
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1978
  • Ελλάς, Η Ιστορία και ο πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους από τις απαρχές του μέχρι σήμερα, τόμ. Α’ & Β’, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 1997
  • Τέχνες – Γράμματα – Πολιτισμός

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ. ΤΑ ΘΕΛΟΥΜΕ Ή ΔΕΝ ΤΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ; (ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ)

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Ιουλίου 2014

Θἄθελα νὰ ρωτήσω: Τὸ θέλουμε ἢ δὲν τὸ θέλουμε τὸ Βυζάντιο; Τὸ ἀγαποῦμε, τὸ θαυμάζουμε, ἢ τὸ περιφρονοῦμε; Ἂν δὲν τὸ θέλουμε, γιατὶ κάνουμε γι᾿ αὐτὸ συνέδρια καὶ ἐκθέσεις, καὶ γιορτὲς γιὰ τὰ χίλια χρόνια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ εἶναι ἡ κιβωτὸς τῆς βυζαντινῆς παράδοσης; Κι ἂν πάλι τὸ θέλουμε σὰν δικό μας, καὶ καυχιόμαστε γι᾿ αὐτό, γιατὶ τότε παρουσιάζουνε αὐτὸ τὸ ἀπερίγραπτο χάλι οἱ ἐκκλησιές μας, ποὺ ὄχι μοναχὰ δὲν ἔχουνε τίποτα βυζαντινό, ἀλλὰ ἡ ἐλεεινὴ ἐμφάνισή τους κάνει νὰ ἀγανακτήσει κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔχει λίγη καλαισθησία; Ὅλα ἐκεῖ μέσα μυρίζουνε ἀρχοντοχωριατιά, χοντροκοπιά, βιτρίνα, προχειρολογία, μοδιστράδικο. Ἂν βγάλει κανένας στὴ μπάντα λίγες ἐκκλησιὲς τῆς Ἀθήνας, ποὺ ἔχουνε ζωγραφισθεῖ σὲ βυζαντινὸ ὕφος, καὶ κάποιες ἄλλες ποὺ ἡ ψαλμῳδία εἶναι βυζαντινή, δηλαδὴ ἑλληνική, οἱ ἄλλες εἶναι ὅπως εἶπα παραπάνω, δηλαδὴ μαρτυροῦν ἕναν λαὸ χωρὶς θρησκευτικὴ ἱστορία καὶ χωρὶς καμμιὰ πνευματικὴ καλλιέργεια, μαρτυρᾶνε μία φυλὴ ξεπεσμένη, δίχως χαρακτῆρα, ξεπλυμένη ἀπὸ κάθετι δικό της, καὶ πασαλειμμένη μὲ λογιῶν-λογιῶν πασαλείμματα, ποὺ μ᾿ αὐτὰ νομίζει πὼς ξεφορτώθηκε ἀπὸ τὰ παλαιά, ἀπὸ τὰ βλάχικα, καὶ πὼς ἔγινε συγχρονισμένη, μοντέρνα, εὐρωπαϊκή.
Τὸ κακὸ ἔχει τὴ ρίζα του στὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, δὲν δίνει καμμιὰ σημασία στὸ πὼς πρέπει νὰ ψέλνουνε στοὺς ναούς μας, στὸ πῶς πρέπει νὰ χτίζουνται καὶ νὰ ζωγραφίζουνται οἱ οἶκοι τοῦ θεοῦ. Ἀφήνω τὸ πῶς πρέπει νὰ γίνουνται τὰ ἄμφια καὶ τὰ σκεύη τῆς ἐκκλησιᾶς. Καμμιὰ φροντίδα! «Οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδη». Δὲν πᾶνε νὰ γίνουνται ὅπως θέλει ὁ καθένας. Τὴν πρωτοβουλία τὴν ἔχει ἀφήσει στοὺς κληρικούς, ποὺ εἶναι προϊστάμενοι στοὺς ναούς, καθὼς καὶ στοὺς ἐπιτρόπους. Αὐτοὶ ἀποφασἰζουνε ποιὸν ψάλτη θὰ πάρουνε, ποιὸν ἁγιογράφο θὰ προτιμήσει τὸ γοῦστο τους, ποιὸς ἀρχιτέκτονας θὰ χτίσει τὴν ἐκκλησιά, ποιὸς μαρμαρᾶς ἢ ξυλογλύτης θὰ κάνει τὸ τέμπλο, τὰ παγκάρια, τὰ προσκυνητάρια, τὸ δεσποτικό, τὸν ἐπιτάφιο. Κι ἂν βγάλεις πάλι κατὰ μέρος λιγοστοὺς ἀπ᾿ αὐτούς, πού, δόξα νἄχει ὁ Κύριος, ὑπάρχουνε κι αὐτοὶ στὸν τόπο μας, οἱ ἄλλοι ἔχουνε συχνὰ τέτοιον ἐγωισμό, ποὺ τὰ ξέρουνε ὅλα: μουσική, ζωγραφική, γλυπτική, καὶ μ᾿ αὐτὰ τὰ ἐφόδια καταφέρνουνε νὰ κάνουνε τέτοια βαναυσουργήματα, ποὺ νὰ πιάνει ἀπελπισία τὸν ἄνθρωπο, καὶ βαθειὰ μελαγχολία γιὰ τὴ φυλή μας, βάζοντας μὲ τὸν νοῦ του σὲ τί ξεπεσμὸ βρίσκεται. Ἔχω ἀκούσει τέτοιες παραδοξολογίες γιὰ τὰ ζητήματα τῆς τέχνης ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ κρίνουν κι ἀποφασίζουν πὼς θὰ ζωγραφισθεῖ ἡ ἐκκλησία ποὺ τοὺς ἔχει παραδοθεῖ, ἡ ποιὸν ψάλτη θὰ διορίσουνε, ποὺ θ᾿ ἀπορήσετε ἂν ἔγραφα κάποιες ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς ἀνεύθυνες «γνῶμες», καὶ θὰ μὲ λέγατε μεγαλομάρτυρα, ποὺ ἀληθινὰ μαρτύρησα γιὰ τὸ ἔρμο αὐτὸ Βυζάντιο. Ἡ δραστηριότητά τους βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμα, κάθε χρόνο, πρὸ πάντων τοῦτες τὶς μέρες, ἀπὸ τοὺς Χαιρετισμοὺς ὡς τὸ Πάσχα. Ἐκεῖνοι οἱ Χαιρετισμοὶ ἔχουνε γίνει βαρκαρόλες καὶ τραβιάτες, γιατὶ καιροφυλαχτοῦνε κάποιοι λιμοκοντόροι κανταδόροι γιὰ νὰ ἐπιδείξουνε τὶς ἀγριοφωνάρες τους, καὶ βγάζουνε κάτι τέτοιες στριξιὲς καὶ μουγκρίσματα, ποὺ κι ἡ Παναγία τρομάζει ἀπὸ τὴ «σεμνὴ καὶ ἑλληνοπρεπῆ» ἐκείνη μουσική. Τώρα, τί σχέση ἔχει αὐτὴ ἡ μουσικὴ μὲ τὰ ἀρχαία ἑλληνικὰ λόγια τῶν ὕμνων, ὅπως εἶναι π.χ. τὸ «Νηδύϊ τὸν Λόγον ὑπεδέξω» κλπ., τοῦτο εἶναι πρᾶγμα ποὺ γι᾿ αὐτὸ δὲν σκοτίζεται κανένας. Ἢ ἐκεῖνο τὸ «Τῇ ὑπερμάχῳ», ποὺ θαρρεῖς πὼς τὸ λένε Ναπολιτᾶνοι, ποὺ τραγουδᾶνε μέσα σὲ καμμιὰ ἀνεμότρατα!
Τί ἔμορφη Ἑλλάδα! Τί βυζαντινὴ Ἑλλάδα ποὺ κάναμε, νὰ μὴν ἀβασκαθοῦμε! Αὐτὰ κι ἀλλὰ δεινά, μαζὶ μὲ τὴ φρικτὴ ἀκαλαισθησία ποὺ ἔχουνε οἱ εἰκόνες (οἱ περισσότερες φράγκικες Γενοβέφες τῆς πεντάρας), τὰ προσκυνητάρια, τὰ τέμπλα, ὅλα μαζὶ σὰν νὰ λένε πὼς οἱ ἐκκλησιὲς εἶναι ἕνα ἄφραγο ἀμπέλι γιὰ τὸ κέφι τοῦ κάθε ἐπίτροπου ἢ ἱερωμένου.
Φταίει ὅμως κατὰ πρῶτο ἡ Ἐκκλησία. Γιατί τ᾿ ἀφήνει ὅλα στὴ διάθεσή τους; Τί ξέρουνε αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τέχνη; Καλοὶ καὶ χρήσιμοι εἶναι στὸ νὰ συνάζουν χρήματα καὶ νὰ περιφρουροῦν τὰ συμφέροντα τοῦ ναοῦ τους. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα εἶναι δουλειὰ ἀλλουνῶν, ποὺ ἔχουνε τὴ γνώση, τὴν πεῖρα καὶ τὴ διάθεση γιὰ νὰ ὑπηρετήσουνε ἀληθινὰ καὶ σωστὰ τὴν ἐκκλησία, ὥστε τὰ χρήματα νὰ μὴν ξοδεύουνται γιὰ νὰ τὴν ἀσχημίσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ χρησιμεύουνε γιὰ τὴν πραγματικὴ εὐπρέπειά της. Ἀνατριχιάζει κανένας βλέποντας νὰ πληρώνουνται κάποιοι κακοτέχνες, ζωγράφοι καὶ ψαλτάδες, γιὰ νὰ παραμορφώσουνε τὴν ὄψη καὶ τὴ λατρεία στὶς ἐκκλησιές μας, ἐνῷ παραγκωνίζονται κάποιοι ἄλλοι ἄξιοι καὶ σπουδαῖοι, ποὺ θὰ τὶς ὀμόρφαιναν, μόνο καὶ μόνο, γιατὶ ἔτσι τὸ θέλουνε οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Μητροπόλεως ἢ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς.
Εἶναι νὰ τραβᾶς τὰ μαλλιά σου μπροστὰ σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση καὶ νὰ μὴν μπορεῖς νὰ συνεννοηθεῖς μ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, σὰν νὰ βρίσκεσαι ἀνάμεσα σὲ Κάφρους, κι ὄχι σὲ Ἕλληνες. Ἕνας ἐπίτροπος, ποὺ ἤτανε ἔμπορος ἑτοίμων ἐνδυμάτων στὴν ὁδὸν Ἀθηνᾶς, κι ἤτανε ντερβέναγας στὴν ἐνορία του, μοῦ ἔκανε θεωρία περὶ ἐξελίξεως καὶ περὶ «ὡραίας τέχνης», ποὺ φαίνεται πὼς τὴν εἶχε σπουδάσει στὸ Κογκό, ἐκεῖ ποὺ εἶχε κάνει περιουσία. Θεέ μου, τί ἔχω τραβήξει! Τοῦ λιναριοῦ τὰ πάθη.
Ἀλλά, τί θέλετε νὰ κάνουνε οἱ ἀμόρφωτοι, ἀφοῦ οἱ μορφωμένοι κι οἱ «διανοούμενοι» βρίσκουνται στὴν ἴδια κατάσταση, ἤ, ἂν νογᾶνε καὶ λίγο, ἄλλα λένε κι ἄλλα κάνουνε, γιατὶ δὲν πιστεύουνε σὲ τίποτα, μήτε στὸν Θεό, μήτε στὴν Ὀρθοδοξία, μήτε στὸ Βυζάντιο; Μήπως ἀπὸ τοὺς δεσποτάδες δὲν ὑπάρχουνε κάποιοι ποὺ δὲν χωνεύουνε τὰ βυζαντινά, καὶ εἴτε εἶναι ἀδιάφοροι, ἡ ἢ προτίμηση τοὺς εἶναι στὸν «γλυκὺν» Ἰησοῦ μὲ τὰ γλαρωμένα μάτια τοῦ τύπου Κάρλο Ντόλτσι (ντόλτσε στὰ ἰταλικὰ θὰ πεῖ «γλυκός»), καὶ στοὺς καλοθρεμμένους… ἀσκητές; Ἐγὼ κι οἱ ἄλλοι ἀναγνωρισμένοι ἁγιογράφοι μας εἴμαστε γι᾿ αὐτοὺς ἄτεχνοι τερατογράφοι, ἀμαθεῖς φανατικοί, κι ἔξορκιζουνε τοὺς χριστιανοὺς νὰ μὴν μᾶς παραγγέλνουνε μήτε μία εἰκόνα. Ὅ,τι καλὸ ἔγινε στὴν ἁγιογραφία, καὶ στὴν ψαλτική, ἔγινε, τὸ περισσότερο, ἀπὸ τὴν πίστη κι ἀπὸ τὴν ἐπιμονὴ ποὺ δείξανε κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ ἀγνοηθήκανε κι ἀγνοοῦνται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας.
Ὅσο γιὰ τοὺς «διανοουμένους» καὶ τοὺς ἐπίσημούς της Πολιτείας, κάνουνε τὸν ἐνθουσιασμένο «διὰ τὴν ἔνδοξον κληρονομίαν τοῦ Βυζαντίου», καὶ βγάζουνε λόγους, ὀργανώνουνε γιορτὲς καὶ φέστες, καὶ γίνουνται «βυζαντινοὶ» ὅσο βαστᾶνε αὐτὲς οἱ θεατρινίστικες ἐπιδείξεις κάποιοι ἄνθρωποι, ποὺ ἔχουνε σχέση μὲ τὸ Βυζάντιο ὅση σχέση ἔχει ἡ Πολικὴ Ἄρκτος μὲ τὴν ἀρκούδα, ποὺ τὴ χορεύει ὁ γύφτος. Οἱ περισσότεροι δὲν πιστεύουνε σὲ ὅσα λένε, καὶ μάλιστα συνεργοῦνε δσὸ μποροῦνε γιὰ νὰ σβήσει μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ μας τὸ μυστικὸ καντηλάκι τῆς παράδοσης.
Τελευταῖα ὅλον τὸν ἐπίσημο κόσμο ἔπιασε οἶστρος γιὰ τὸ Βυζάντιο. Μὰ γιὰ ποιὸ Βυζάντιο μιλοῦνε καὶ σεληνιάζουνται; Μήπως ὑπάρχει κανένα ἄλλο Βυζάντιο, παρεκτὸς ἀπὸ κεῖνο ποὺ ἀγαποῦνε κάποιοι ἀπὸ μᾶς, καὶ ποὺ γι᾿ αὐτὸ κακοπαθοῦνε καὶ κάνουνε θυσίες καὶ γίνουνται κακοί, ὑπερασπίζοντας τὸ μὲ πάθος καταπάνω στοὺς ἐχθρούς του, καὶ ποὺ γι᾿ αὐτὸ ἀκοῦνε νὰ τοὺς λένε παλιοημερολογίτες, ἀναχρονιστὲς καὶ καθυστερημένους; Ρωτῶ, γιατὶ ἀπορῶ πῶς ἀνακατωθήκανε ἕνα σωρὸ ἄνθρωποι στοὺς ἑορτασμοὺς καὶ στὶς «ἐκδηλώσεις», καὶ γιατὶ κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ ἔχουνε ἀκουστὰ αὐτὸ τὸ ἔρμο τὸ Βυζάντιο, πρωτοστατοῦν σ᾿ αὐτὲς τὶς ἐκδηλώσεις, Ἐνῶ κάποιοι ἄλλοι, ποὺ ὄχι μοναχὰ τὸ ἀγαποῦνε, ἀλλὰ ἀναπνέουν τὴν ἁγιασμένη εὐωδία του καὶ ζοῦνε βουτηγμένοι καθημερινὰ μέσα στὸ μυστήριό του, ἀπομείνανε στὴ μπάντα ξεχασμένοι, ὅπως εἶναι π.χ. ὁ Σῖμος ὁ Καράς, ποὺ μιλᾷ καὶ στὸν ὕπνο του γι᾿ αὐτὸ καὶ γιὰ τὴν παράδοση, ὁ Καράς, αὐτὸ τὸ ὁλοκαύτωμα, ποὺ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση κι ὁ φλογερὸς ζῆλος του γι᾿ αὐτὴ ἔχει συγκινήσει ὅλον τὸν κόσμο, μοναχὰ οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πολιτείας δὲν τὸν θυμηθήκανε ποτέ. Αὐτὴ εἶναι ἡ μοῖρα τῶν ἰδεολόγων στὸν τόπο μας: «Ἄς τον αὐτὸν νὰ κουρεύεται, εἶναι ἰδεολόγος», λένε ὅσοι ἔχουνε γιὰ χαζοὺς τοὺς τέτοιους ἀνθρώπους.
Πῶς νὰ δεῖ πνευματικὴ προκοπὴ τούτη ἡ φυλή; Μὲ τὰ μεγαλόστομα θούρια καὶ μὲ τὶς ἀνόητες προγονικὲς καυχησιές; Ὁ ραδιοφωνικὸς σταθμὸς τῶν ἐνόπλων δυνάμεων μεταδίδει τὴν πρωϊνὴ προσευχή, τὸ «Πάτερ ἡμῶν», δηλ. ἕνα κείμενο σὲ ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα, ναί, τὸ μεταδίδει μὲ φράγκικο ἁρμόνιο, καὶ τὴ λειτουργία ἀπὸ μία ἐκκλησιά, ποὺ ψέλνουνε μὲ φράγκικο ὑφὸς καὶ μὲ κανταδόρικους αὐτοσχεδιασμούς. Τὸ «Τῇ ὑπερμάχῳ», αὐτὸς ὁ βυζαντινὸς ἐθνικὸς ὕμνος μας, τραγουδιέται μὲ ἰταλιάνικη μουσική, τὸ τροπάρι τῆς Κασσιανῆς, γραμμένο σὲ θαυμάσια ἑλληνικὴ γλῶσσα, («ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας…»), ἀκούσθηκε φέτος ἀπὸ τὸ ραδιόφωνο μασκαρεμένο, σὲ μελοδραματικὸν καρνάβαλο, ποὺ νὰ τραβᾶ κανεὶς τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς του, γιὰ τὶς γιορτὲς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ κήρυξε στὸν Ἄρειο Πάγο, ἔκανε κάποιος Ἕλληνας μουσικὸς ἕ «ρέκβιεμ», ποὺ ἂν ἤτανε στὴ γῆ ὁ ὑμνούμενος, θὰ βούλωνε τ᾿ αὐτιά του μὲ μπαμπάκι γιὰ νὰ μὴ τ᾿ ἀκούσει, στὴν ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ γίνεται στὸ Πανεπιστήμιο, στὸ ἀνώτατο αὐτὸ πνευματικὸ ἵδρυμα, πρὶν ἀπὸ τὴν ὁμιλία, ψέλνεται,ἢ καλύτερα, τραγουδιέται μὲ ἰταλιάνικη μουσική, νερόβραστη κι ἀνάλατη, σὰν νὰ βρίσκεται κανένας σὲ ἐξετάσεις παρθεναγωγείου, τὸ τροπάρι «Τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου θεότητος».
Ἄπο τὰ λίγα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, ὁ καθένας μπορεῖ νὰ καταλάβῃ πόσο ἀγαποῦμε τὸ Βυζάντιο καὶ τὴν παράδοσή μας. Ναί. Μοναχά, ποὺ ἀντὶ γιὰ τὸ Βυζάντιο, παίρνουμε τὴν Ἰταλία, κι ἀντὶ γιὰ τὴν Ἁγιὰ Σοφιά, παίρνουμε τὴ Σκάλα τοῦ Μιλάνου.
Κι ὕστερα ἀπ᾿ αὐτά, θέλουμε δὰ νὰ κάνουμε καὶ γιορτὲς καὶ πανηγύρια γιὰ τὰ χίλια χρόνια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ γιὰ τὸ δοξασμένο Βυζάντιο, «τοῦ ὁποίου ἡ ἄσβεστος φλὸξ ἀείποτε καίει ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φωτίζουσα τὴν φυλὴν εἰς τὸν δρόμον τῶν θυσιῶν καὶ θριάμβων», ὅπως λένε οἱ κουρντισμένοι ρήτορες.
Ἀλλοίμονο! Ἀντὶ γιορτὲς καὶ πανηγύρεις γιὰ τὸ Βυζάντιο. δὲ θἄτανε πιὸ σωστὸ νὰ κάνουμε τὴν κηδεία του;
ΠΗΓΗ : ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ, ΗΓΟΥΝ : ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΘΑΝΑΤΕΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΖΩΗΣ, εκδ. «ΑΣΤΗΡ», ΑΘΗΝΑΙ 1992 , σσ. 126 κ.ε.

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Byzantium 1200 ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΕΡΟΝ ΠΑΛΑΤΙΟΝ…

Συγγραφέας: kantonopou στις 4 Ιουνίου 2014

Σύνδεσμος ενσωματωμένης εικόνας
Byzantium 1200
ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΕΡΟΝ ΠΑΛΑΤΙΟΝ…
Mία από τις νέες καταπληκτικές εικόνες- αναπαραστάσεις της Βασιλεύουσας από την καταπληκτική σελίδα ΒYZANTIUM 12OO.
 Είμαι πολύ χαρούμενος για το εξαιρετικό αυτό υλικό το οποίο θα χρησιμοποιηθεί στις επόμενες ταινίες με τα κοσμικά και εκκλησιαστικά μνημεία της Πόλης. 
Όλες οι εικόνες και τα βίντεο μπορείτε να τα δείτε στη σελίδα

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

H πόλη φάντασμα στα βάθυ της Τουρκίας με τις χίλιες και μία εκκλησίες

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Μαΐου 2014

Οι εγκαταλελειμένοι μεσαιωνικοί ναοί της αρχαίας Ανί στα βάθη της Τουρκίας

Η άλλοτε ένδοξη μητρόπολη Aνί, γνωστή ως “η πόλη των χιλίων και μία εκκλησιών,” βρίσκεται στα ανατολικά σύνορα της Τουρκίας με την Αρμενία, στην επαρχία του Καρς και κατά μήκος του ποταμού Akhurian.

Η Ανί Ιδρύθηκε πριν από περίπου 1.600 χρόνια. Υπήρξε σταυροδρόμι εμπορικών οδών και αναπτύχθηκε οχυρωματικά για να φτάσει τον 11ο αιώνα να έχει πάνω από 100,000 κατοίκους. Τα θρησκευτικά μνημεία, τα παλάτια και οι οχυρώσεις της, θεωρούνται από τις αρτιότερες τεχνικά και αισθητικά κατασκευές στον κόσμο. Στην ακμή της η πόλη έφτασε να έχει πληθυσμό 200,000 και ανταγωνιζόταν την Κωνσταντινούπολη, την Βαγδάτη και το Κάιρο.

Στους αιώνες που ακολούθησαν, η Άνι και οι γύρω περιοχές κατακτήθηκαν πολλές φορές. Βυζαντινοί αυτοκράτορες, Οθωμανοί Τούρκοι, Αρμένιοι, Κούρδοι, Γεωργιανοί και Ρώσοι κατακτητές τη λεηλάτησαν και οι κάτοικοι της έγιναν πρόσφυγες πολλές φορές. Το 1300 άρχισε η παρακμή της και έως το 1700 η Ανί είχε μετατραπεί σε πόλη φάντασμα.

Υπήρξε μια μικρή, στιγμιαία επαναφορά της δόξας της η οποία όμως δεν κράτησε πολύ και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την γενοκτονία των Αρμενίων, η εγκατάλειψη ήρθε οριστικά. Η πόλη έγινε μια ουδέτερη στρατιωτική ζώνη χωρίς καμία ζωή και τα χρόνια που περνούσαν άρχισαν να την καταπίνουν.

Τα ερείπια της έγιναν βορά αρχαιοκάπηλων, αδέξιων ερευνητών, βάνδαλων, και Τούρκων που ήθελαν να αφανίσουν το Αρμένικο πολιτιστικό της στοιχείο. Η ίδια η φύση έδειξε στην πόλη το σκληρό της πρόσωπο, τσακίζοντας σχεδόν κάθε απομεινάρι μεγαλείου.   Περίπου δέκα χρόνια πριν η περιοχή άρχισε να γίνεται πιο δημοφιλής όταν και οι περιορισμοί για τις επισκέψεις έγιναν λιγότερο αυστηροί.

Το Μοναστήρι των Χριψιμιάνων Παρθένων. Πιστεύεται ότι χτίστηκε ανάμεσα στο 1000 και το 1200μ.Χ. και βρίσκεται ακριβώς επάνω στην όχθη του ποταμού Akhurian που αποτελεί φυσικό σύνορο Τουρκίας και Αρμενίας

Μέχρι το 2004 υπήρχαν περιορισμοί στους επισκέπτες που ήθελαν να επισκεφτούν την Ανί γιατί η περιοχή ήταν κάτω από στρατιωτικό έλεγχο και χρειαζόταν ειδική άδεια. Σήμερα, παρόλο που η περιοχή εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από στρατιωτικό έλεγχο, δεν υπάρχουν περιορισμοί στην επίσκεψη και ο οδηγός Lonely Planet την προτείνει ανάμεσα στα 18 ομορφότερα μέρη της Τουρκίας. Οι Τουρκικές αρχές έχουν δηλώσει ότι καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να διατηρηθεί και να αναπτυχθεί ο χώρος. Τον Οκτώβριο 2010 μια έκθεση της “Global Heritage Fund” συμπεριέλαβε την Ανί στην λίστα με τα μνημεία από όλο τον κόσμο όπου κινδυνεύουν από ανεπανόρθωτη απώλεια και καταστροφή επικαλούμενη ως αίτια την ανεπαρκή διαχείριση και λεηλασία.

Η Ανί ακόμη και τώρα παραμένει ένας από τους πιο γοητευτικούς προορισμούς. Μια αγέρωχη πόλη που εξακολουθεί να σαγηνεύει τον επισκέπτη που θα βρεθεί να περιπλανιέται ανάμεσα σε όσες από τις “χίλιες και μία εκκλησίες” της έχουν απομείνει.

Τα ερείπια του Μαυσωλείου Child Princes στην Ακρόπολη της Aνί , χτισμένο το 1050μ.Χ.<br /><br /><br /><br /><br /><br />

Τα ερείπια του Μαυσωλείου Child Princes στην Ακρόπολη της Aνί , χτισμένο το 1050μ.Χ.

H εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου Τigran Honnents στο άκρο των συνόρων με την Αρμενία

H εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου Τigran Honnents στο άκρο των συνόρων με την Αρμενία

Το εσωτερικό του Καθεδρικού της Ανί. Ο ναός ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 989μ.Χ. και όταν ολοκληρώθηκε περίπου το 1010 είχε το σχήμα σταυρού. Το 1319 ο τρούλος και μεγάλο μέρος της δομής κατέρρευσαν από μεγάλο σεισμό

Το εσωτερικό του Καθεδρικού της Ανί. Ο ναός ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 989μ.Χ. και όταν ολοκληρώθηκε περίπου το 1010 είχε το σχήμα σταυρού. Το 1319 ο τρούλος και μεγάλο μέρος της δομής κατέρρευσαν από μεγάλο σεισμό

Ο καθεδρικός ναός της Ani

Ο καθεδρικός ναός της Ani

Επιγραφές στο εξωτερικό του Καθεδρικού

Επιγραφές στο εξωτερικό του Καθεδρικού

Το Κάστρο της Παναγίας, στην κορυφή των λόφων κατά μήκος του ποταμού Akhurian

Το Κάστρο της Παναγίας, στην κορυφή των λόφων κατά μήκος του ποταμού Akhurian

Η θέα προς την Ανί από την άλλη πλευρά των συνόρων στην Αρμενία

Η θέα προς την Ανί από την άλλη πλευρά των συνόρων στην Αρμενία

Τα μεσαιωνικά τείχη της Ani

Τα μεσαιωνικά τείχη της Ani   Κατεστραμμένες τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Κατεστραμμένες τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Η εκκλησία του Σωτήρος, ανάμεσα στα ερείπια της ιστορικής πόλης της Ani

Η εκκλησία του Σωτήρος, ανάμεσα στα ερείπια της ιστορικής πόλης της Ani

Τα ερείπια της αρχαίας γέφυρας κάτω από Ani. Δεξιά στη φωτογραφία διακρίνεται η Αρμενία και αριστερά η Τουρκία

Τα ερείπια της αρχαίας γέφυρας κάτω από Ani.

Δεξιά στη φωτογραφία διακρίνεται η Αρμενία και αριστερά η Τουρκία

Τα σύνορα της Τουρκίας με την Αρμενία

Τα σύνορα της Τουρκίας με την Αρμενία

Ο Καθεδρικός της Αρμενίας με φόντο το μικρό Αραράτ της Αρμενίας

Ο Καθεδρικός της Αρμενίας με φόντο το μικρό Αραράτ της Αρμενίας

Προειδοποιητική πινακίδα του στρατού μπροστά από τον Καθεδρικό

Προειδοποιητική πινακίδα του στρατού μπροστά από τον Καθεδρικό

Η ερειπωμένη εκκλησία του Σωτήρος

Η ερειπωμένη εκκλησία του Σωτήρος

Η ακρόπολη στα αριστερά και το τζαμί του Minuchihir στα δεξιά. Το τζαμί φέρει το όνομά του ιδρυτή του εμίρη Minuchihr ο οποίος κυβέρνησε την Ani το 1072μ.Χ.

Η ακρόπολη στα αριστερά και το τζαμί του Minuchihir στα δεξιά. Το τζαμί φέρει το όνομά του ιδρυτή του εμίρη Minuchihr ο οποίος κυβέρνησε την Ani το 1072μ.Χ.

Ο καθεδρικός ναός της Ani. Η Τουρκία θεμελίωσε ένα πρόγραμμα συντήρησης του αρχαίου καθεδρικού ναού ως μια χειρονομία συμφιλίωσης προς την γειτονική Αρμενία.

Ο καθεδρικός ναός της Ani. Η Τουρκία θεμελίωσε ένα πρόγραμμα συντήρησης του αρχαίου καθεδρικού ναού ως μια χειρονομία συμφιλίωσης προς την γειτονική Αρμενία.

Τοιχογραφίες στο εσωτερικό της Εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Τοιχογραφίες στο εσωτερικό της Εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Το εσωτερικό του Καθεδρικού σε μια φωτογραφία που δίνει εικόνα του μεγέθους των ερειπίων

Το εσωτερικό του Καθεδρικού σε μια φωτογραφία που δίνει εικόνα του μεγέθους των ερειπίων

Κατεστραμμένες και βανδαλισμένες τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Κατεστραμμένες και βανδαλισμένες τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Η εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Η εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου Tigran Honents

Τα εναπομείναντα ερείπια της εκκλησίας του βασιλιά Gagik του Αγίου Γρηγορίου, μία δομή που<br /><br /><br /><br /><br /><br />
κατασκευάστηκε μεταξύ 1001μ.Χ. και 1005μ.Χ.

Τα εναπομείναντα ερείπια της εκκλησίας του βασιλιά Gagik του Αγίου Γρηγορίου, μία δομή που κατασκευάστηκε μεταξύ 1001μ.Χ. και 1005μ.Χ.

Το γεμάτο σπηλιές και οχυρώσεις φαράγγι κάτω από την Ani

Το γεμάτο σπηλιές και οχυρώσεις φαράγγι κάτω από την Ani

Επιπόλαιη, πρόχειρη και κακή αποκατάσταση με σύγχρονα δομικά υλικά που μπλέκονται με τα αρχαία ερείπια του Merchant's Palace

Επιπόλαιη, πρόχειρη και κακή αποκατάσταση με σύγχρονα δομικά υλικά που μπλέκονται με τα αρχαία ερείπια του Merchant’s Palace

Άποψη της Ανί από τους λόφους

Άποψη της Ανί από τους λόφους   Το Κάστρο της Παναγίας στους λόφους πάνω από τον ποταμό Akhurian

Το Κάστρο της Παναγίας στους λόφους πάνω από τον ποταμό Akhurian

Το Μοναστήρι των Χριψιμιάνων Παρθένων. Πιστεύεται ότι χτίστηκε ανάμεσα στο 1000 και το 1200μ.Χ. και βρίσκεται ακριβώς επάνω στην όχθη του ποταμού Akhurian που αποτελεί φυσικό σύνορο Τουρκίας και Αρμενίας

lifo.gr

constantinoupoli.com

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Γραφιστική αναπαράσταση της Αυτοκρατορικής Κωνσταντινούπολης όπως δεν την έχετε ξαναδεί

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Μαΐου 2014

Πλήρη γραφιστική αναπαράσταση της Αυτοκρατορικής Κωνσταντινούπολης αλλά και ιστορικών μορφών παρουσιάζει στην συλλογή του ένας Γάλλος, ο Antoine Helbert.

Αποδεικνύοντας στην πράξη, ότι το μεγαλείο ενός πολιτισμού γίνεται ακόμα μεγαλύτερο μέσα από τα μάτια των ξένων, καταδεικνύει ένα λαμπρό παρελθόν το οποίο δημιουργεί θλίψη για τη σημερινή κατάπτωση.

Ο Γάλλος καλλιτέχνης από το Στρασβούργο, είναι ζωγράφος, γλύπτης, γραφίστας, αλλά και ειδικεύεται στην ψηφιακή φωτογραφία καθώς και στην σκηνογραφία όπερας.

Το ενδιαφέρον του για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το χρωστάει στην μητέρα του η οποία του δώρισε ένα βιβλίο για το χιλιόχρονο Βυζάντιο.

Είναι προφανές ότι η εκπληκτική πολιτιστική αλλά και πολιτική πορεία της Αυτοκρατορίας έδωσε στον καλλιτέχνη ένα νέο πεδίο έμπνευσης το οποίο προσπάθησε να εξερευνήσει μέσω της δουλειάς του η οποία, επικεντρώνεται στη δημιουργία ψηφιακών πινάκων, εμπνευσμένων από δραματικές ιστορικές σκηνές, μορφές αυτοκρατόρων και βασιλισσών, αλλά και μεγαλοπρεπών κτισμάτων με κορυφαίο όλων την δημιουργία της Βασιλίδας των Πόλεων, της Κωνσταντινούπολης.

 

 

 

 

 

http://constantinoupoli.com

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η προσφορά του Αγίου Όρους

Συγγραφέας: kantonopou στις 5 Νοεμβρίου 2013

Η προσφορά του Αγίου Όρους

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης

  Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Η προσφορά του Αγίου Όρους είναι γνωστή, πλούσια, διάφορη και μεγάλη. Εμείς εδώ ταπεινά και απλά θα θίξουμε μερικές μόνο πτυχές της.

Κατά την τουρκοκρατία το Άγιον Όρος αποτέλεσε κέντρο ενισχύσεως των καταδυναστευομένων. Η ίδρυση της Αθωνιάδος Ακαδημίας, στα μέσα του 18ου αιώνος, μ’ επιφανείς διδασκάλους όπως τονΕυγένιο Βούλγαρη, Αθανάσιο Πάριο, Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη και λοιπούς, και μαθητές όπως τον ιερομάρτυρα κι εθναπόστολο Κοσμά τον Αιτωλό, που ίδρυσε πολλά σχολεία κι εμψύχωσε τους Χριστιανούς στην πατρώα πίστη τους, Ρήγα Φεραίο τον εθνομάρτυρα και άλλους. Κατά την περίοδο αυτή ορισμένοι που αλλαξοπίστησαν πήγαιναν σ’ έμπειρους πνευματικούς στο Άγιον Όρος και κατόπινεξομολογήσεως, κατηχήσεως και μετανοίας μετέβαιναν και μαρτυρούσαν «για του Χριστού την πίστη την αγία». Οι άθλοι των ηρωικών Νεομαρτύρων, κατά τους ιστορικούς, αποτέλεσαν την καλύτερη διδασκαλία και σωφρονισμό, για όσους δείλιαζαν στις απειλές των Οθωμανών κι απαρνούνταν την ορθόδοξη πίστη. Περίπου πενήντα Νεομάρτυρες γαλουχήθηκαν πνευματικά στο Άγιον Όρος.

Η γλώσσα και η θρησκεία αναμφισβήτητα αποτελούν τα πόδια ενός έθνους. Το Άγιον Όρος σε όλη του την ιστορία αγωνίστηκε με πολλούς τρόπους για να μη κουτσουρευτούν. Ο απανταχού Ελληνισμός διατηρώντας ακμαία και ζωντανή τη γλώσσα και τη θρησκεία του θα διατηρηθεί ακμαίος και ζωντανός. Ο μεγάλος βυζαντινολόγος κι ένθερμος φιλοαθωνίτης Στήβεν Ράνσιμαν γράφει: «Οι Έλληνες έχουν μια κληρονομιά για την οποία μπορούν να αισθάνονται υπερήφανοι. μια κληρονομιά που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στις εναλλασσόμενες υλικές καταστάσεις. Στους σκοτεινότερους αιώνες της Ελληνικής Ιστορίας η Εκκλησία ήταν εκείνη η οποία, παρόλες τις πολλές δυσκολίες, τις πολλές απογοητεύσεις και αυτές ακόμη τις ταπεινώσεις, μπόρεσε όχι μόνο να προσφέρει πνευματική ανακούφιση, αλλά και να συντηρήσει και διατηρήσει τις παραδόσεις του Ελληνισμού. Οι μοντερνιστές έχουν συχνά υποτιμήσει τον ρόλο της…».

Τον 18ο αιώνα παρατηρείται στο Άγιον Όρος μια σημαντική αναγέννηση με την παρουσία αρκετών αγίων και φωτεινών μορφών, οι οποίοι με δυνατό οπλισμό την αρετή και τη σοφία, όπως του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ, όπου αυτός και οι πολλοί μαθητές του μεταφράζουν στα ρουμανικά και ρωσικά έργα των Ελλήνων Πατέρων, Νικοδήμου του Αγιορείτου, του πολυγραφώτατου συγγραφέα, ερμηνευτή και μεταφραστή, Μακαρίου του Νοταρά, του δραστήριου εκδότη και ταλαντούχου ιεράρχη, Αθανασίου του Παρίου, του περίφημου διδασκάλου και αντιαιρετι­κού ιεροκήρυκος. όλοι εργάζονται συστηματικά για την έκδοση ψυχωφελών βιβλίων προς ενίσχυση του λαού. Έτσι δημιουργούν ένα υγιή και πραγματικό διαφωτισμό στα λαϊκά στρώματα, που διψούσαν για τέτοια πνευματική τροφή, αντίθετα με τον διαφωτισμό του Κοραή, που είχε περισσότερο ευρωπαϊκά πρότυπα και όχι την ελληνορθόδοξη παράδοση. Οι κοροϊδευτικά ονομαζόμενοι Κολλυβάδες δεν έμεναν σε μια στείρα ωραιολογία και παρελθοντολογία αλλά αντλώντας διδάγματα, από τη ζωηφόρο παράδοση, μιλούσαν για το παρόν και το μέλλον ενός λαού με ιερές ρίζες.

Στην υπερχιλιόχρονη ιστορία του Αγίου Όρους αναδείχθηκαν περισσότεροι από 300 επώνυμοι άγιοι, για τους οποίους από ετών ετοιμάζουμε τόμο, οι οποίοι απλά δεν εργάσθηκαν για την ατομική τους σωτηρία και την εξασφάλιση της βασιλείας των ουρανών, αλλά έγραψαν, δίδαξαν, βοήθησαν αναγκεμένους, ίδρυσαν μονές, έκτισαν εκκλησίες και σχολεία, έγιναν μητροπολίτες και πατριάρχες κι επηρέασαν πολλούς στο αγαθό, δίκαιο και τίμιο.

Ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης ακολούθησε με τις προσευχές του τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά στις νικηφόρες μάχες του στην Κρήτη κι εργάσθηκε ιεραποστολικά στην Κύπρο. Ο όσιος Ευθύμιος βοήθησε πνευματικά την πατρίδα του Ιβηρία, τη σημερινή Γεωργία, με σπουδαία μεταφραστικά έργα. Ο άγιος Σάββας ο Νεμάνια επέστρεψε στην πατρίδα του τη Σερβία από τη μονή Χιλανδαρίου κι έγινε πρώτος αρχιεπίσκοπος των Σέρβων με λαμπρό έργο. Οι Σέρβοι τη μονή Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους θεωρούν κοιτίδα του πολιτισμού τους. Το σημαντικό έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά αποτέλεσε σταθμό στην ορθόδοξη θεολογία. Υπήρξε σπουδαίος συγγραφέας και δραστήριος, ικανός και πολύτιμος μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος από ηγούμενος της Μεγίστης Λαύρας έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης και ανέπτυξε πλούσια ιεραποστολή και ποιμαντική δράση. Ο άγιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης από αγιορείτης ασκητής έγινε ο κτίτορας της πρώτης μεγάλης μονής στα Μετέωρα και ιδρυτής της δεύτερης μετά το Άγιον Όρος μοναχοπολιτείας της Ελλάδος, η οποία προσέφερε πολλά στη Θεσσαλία. Ο άγιος Νήφων από τη μονή Διονυσίου έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης και κατόπιν φωτιστής της Ρουμανίας κατά την εκεί παραμονή του και δράση του. Ο άγιος Μάξιμος ο Γραικός, με τη μεγάλη μόρφωση που είχε, από τη μονή Βατοπεδίου εστάλη στη Ρωσία για τη συστηματική μεταφραστική εργασία εκκλησιαστικών βιβλίων και την αναμόρφωση του εκκλησιαστικού βίου. Δυστυχώς το τέλος του ήλθε στη φυλακή από δεινούς συκοφάντες του, που ενοχλούνταν από την πνευματική εργασία του. Ο άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω από τις μονές Καρακάλλου και Φιλοθέου, όπου έζησε ασκητικά, μετέβη κηρύττοντας στη Μακεδονία και Θεσσαλία και ίδρυσε μονές, που κατά την τουρκοκρατία ήταν καταφύγιο των καταδυναστευομένων. Ο άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία από τις σκήτες της Καψάλας και της Αγίας Άννας μετέβη στα Ιεροσόλυμα και τα νησιά και κατέληξε στην Κεφαλλονιά, όπου ίδρυσε μονή και ως θαυματουργός άγιος είναι προστάτης του νησιού. Τελευταίος της μεγάλης σειράς των εξελθόντων του Αγίου Όρους προς βοήθεια του λαού είναι ο άγιος Σάββας της Καλύμνου, που εκοιμήθη το 1948 και είναι και αυτός προστάτης και φύλακας του ωραίου αυτού νησιού των Δωδεκανήσων.

Οι Άγιοι τα χαρίσματα δεν τα φύλαξαν υπερήφανα για τον εαυτό τους, αλλά τα πρόσφεραν απλόχερα σε όσους ζητούσαν και είχαν ανάγκη. Όπως μερικοί χαίρονται μόνο όταν παίρνουν, εκείνοι χαίρονταν να δίνουν. Όμως για να δώσουν και να βοηθήσουν επιτυχώς τους άλλους, είχαν βοηθήσει καλά πρώτα τον εαυτό τους, στην αγιορείτικη σχολή της ησυχίας επί πολλά έτη, κι έτσι είχαν φθά­σει σε μέτρα αυτογνωσίας, αδελφογνωσίας και θεογνωσίας. Ένας δάσκαλος, αν δεν έχει διδαχθεί σωστά και καλά δεν μπορεί να διδάξει αποδοτικά κι αν το κάνει θ’ αποτύχει. Ο σύγχρονος άνθρωπος συχνά γνωρίζει πολλά και μερικές φορές αγνοεί τον εαυτό του, έτσι ταλαιπωρείται έχοντας απαιτήσεις.

Το έργο των μοναχών που έμειναν μόνιμα στο Άγιον Όρος, και μερικοί δεν εξήλθαν ποτέ από αυτό, δεν σημαίνει ότι ήταν αφιλάνθρωπο κι ενδιαφέρονταν εγωιστικά μόνο για τη σωτηρία του εαυτού τους, δίχως καμιά προσφορά στον κόσμο. Μοναχός σημαίνει μόνος, αλλά όχι απομονωμένος και μισάνθρωπος. Είναι μόνος και σιωπηλός, γιατί ζητά την κοινωνία και την κουβέντα με τον Θεό. Το κύριο έργο των μοναχών και η μεγαλύτερη προσφορά στην Εκκλησία και στον κόσμο είναι δια της προσευχής. Ένα έργο που δεν φαίνεται, δεν φαντάζει και δεν διαφημίζεται, αλλά που δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει και δεν έχει αποτελέσματα. Αν πιστεύουμε στον Χριστό και στους λόγους Του στο Ευαγγέλιο, η καλύτερη επικοινωνία μαζί Του είναι δια της προσευχής. Αυτή η προσευχή των ταπεινών μοναχών βοηθά τον κόσμο κι επιμηκύνει το έλεος του Παναγάθου Θεού επ’ αυτού. Οι μοναχοί, όπως είπαν, κατά κάποιον τρόπο, είναι οι επαγγελματίες προσευχόμενοι. Προσεύχονται και για εκείνους που δεν προσεύχονται ή δεν μπορούν ή δεν θέλουν. Στις καθημερινές θείες Λειτουργίες στο Άγιον Όρος μνημονεύονται χιλιάδες ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Όπως είπε ένας άγιος, ο κόσμος θα εκλείψει όταν σταματήσει η προσευχή στον κόσμο. Θεωρείται από μερικούς η προσευχή κάτι το δύσκολο και πολύ βαρύ κι όμως είναι κάτι το πολύ ωραίο, εύκολο κι ευχάριστο, όταν γίνεται με αγάπη κι ανοιχτή καρδιά κι όχι συνηθισμένος τύπος κι υποχρεωτικό καθήκον, όπως μιλά το παιδάκι στη μητέρα του.

Υπάρχει όμως και το ορατό έργο της προσφοράς του Αγίου Όρους. Στον ανατολικό ορθόδοξο Μοναχισμό γεννήθηκαν και ανα­πτύχθηκαν οι λεγόμενες ιερές τέχνες. βυζαντινή αγιογραφία, ψηφιδογραφία, μουσική, υμνογραφία, ξυλογλυπτική, κεντητική, αργυροχρυσοχοΐα και λοιπές. Στο Άγιον Όρος διατηρήθηκαν με ζήλο κι αυξήθηκαν με προσοχή οι τέχνες αυτές. Σήμερα έχουμε 20.000 περίπου βυζαντινές εικόνες, καμωμένες περίτεχνα με τα μυστικά της θεσπέσιας βυζαντινής τεχνοτροπίας, αλλά και με προσευχή, νηστεία και κατάνυξη. Μεταξύ αυτών έχουμε και θαυματουργικές εικόνες, που μοναχοί και λαϊκοί προσκυνητές τις τιμούν ιδιαίτερα, κυρίως της Θεοτόκου, όπως του Άξιον Εστί του ναού του Πρωτάτου, ενώπιον της οποίας τον 10ο αιώνα πρωτοψάλθηκε ο γνωστός θεομητορικός ύμνος από τον αρχάγγελο Γαβριήλ. Επίσης της Οικονόμισσας στη Μεγίστη Λαύρα, της Βηματάρισσας στη Βατοπεδίου, της Πορταΐτισσας στην Ιβήρων, της Τριχερούσας στη Χιλανδαρίου, του Ακαθίστου στη Διονυσίου, της Γοργοϋπηκόου στη Δοχειαρίου και άλλες. Στο Άγιον Όρος έχουμε 120 τετραγωνικά χιλιόμετρα τοιχογραφίες από τους καλύτερους εκπροσώπους των βυζαντινών τεχνοτροπιών, όπως του Πανσελήνου στο Πρωτάτο, της Μακεδονικής Σχολής, τον 13ο αιώνα, του Θεοφάνη στις μονές Μεγίστης Λαύρας και Σταυρονικήτα, τον 16ο αιώνα, και του Τζώρτζη στη Διονυσίου. Η βυζαντινή τέχνη των ιερών εικόνων συνεχίζεται και σήμερα και πολλοί πιστοί θεωρούν ευλογία για το σπίτι τους μια τέτοια εικόνα. Οι βυζαντινές εικόνες έχουν μια εξαίσια πνευματικότητα και χάρη και εικονίζουν όχι ρεαλιστικά, όπως η δυτική αναγεννησιακή τέχνη, τη θεωμένη φύση του ανθρώπου. Γράφει ο φιλοαγιορείτης αγιογράφος και συγγραφέας μακαριστός από ετών Φώτης Κόντογλου: «Τί μυστήριο και κατάνυξη έχουν οι εικόνες που έκαναν μερικοί αγράμματοι και απλοί βυζαντινοί αγιογράφοι, αλλά και όλα τα έργα που είναι καμωμένα κατά τη βυζαντινή παράδοση: εκκλησίες, μοναστήρια, κελλιά, ύμνοι, ψαλμωδίες, λόγοι, ευλογίες, χαιρετισμοί, χειρόγραφα, άμφια, κεντήματα, σκαλιστά ξύλα, μανουάλια. Όλα εκφράζουν, με διάφορα μέσα, μία και την ίδια εσωτερική ουσία. Απ’ όλα ευωδιάζει, σαν σμύρνα και σαν αλόη η ελληνορθόδοξη πνευματικότητα»

Στο Άγιον Όρος φυλάγονται στα σκευοφυλάκια περισσότερα από 20.000 πολύτιμα καλλιγραφημένα χειρόγραφα από τον 5ο μέχρι τον 20ο αιώνα. Από αυτά 2200 είναι με καταπληκτικές έγχρωμες μικρογραφίες (μινιατούρες). Δείγματα υψηλής τέχνης αργυροχρυσοχοΐας είναι δισκοπότηρα, εξαπτέρυγα και σταυροί, με αφιερωματικές επιγραφές βυζαντινών αυτοκρατόρων, κανδήλια, κηροπήγια και λειψανοθήκες. Τα τίμια λείψανα μαζί με τις εικόνες αποτελούν τον πολυτιμότερο θησαυρό του Αγίου Όρους. Μεταξύ αυτών διακρίνονται περίτεχνοι σταυροί, που περιέχουν τίμιο ξύλο, το μεγαλύτερο τεμάχιο σώζεται στη μονή Ξηροποτάμου, όπου υπάρχει και η τρύπα από τα καρφιά της σταυρώσεως του Κυρίου. Τα τίμια δώρα, που προσέφεραν οι τρεις μάγοι στον νεογέννητο Χριστό, χρυσός, λίβανος και σμύρνα, στη μονή του Αγίου Παύλου. Η ζώνη της Θεοτόκου στη μονή Βατοπεδίου. Το δεξί χέρι του Τιμίου Προδρόμου στη μονή Διονυσίου. Το χέρι της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής της Μυροφόρου στη μονή της Σίμωνος Πέτρας και πολλά άλλα, που αποτελούν τη μεγαλύτερη συλλογή τιμίων λειψάνων στον κόσμο. Αρκετά από αυτά έχουν ιδιαίτερη ευωδία και χάρη και θαυματουργούν στους με θερμή πίστη προσκυνούντας αυτά. Δείγματα λεπτής ξυλογλυπτικής τέχνης είναι σταυροί μικρών διαστάσεων με πολυπρόσωπες παραστάσεις από το Δωδεκάορτο των δεσποτικών εορτών, που κατασκευάζονται ακόμη και σήμερα από υπομονετικούς ασκητές, τέμπλα επίσης με πολλές παραστάσεις, όπως της μονής Κουτλουμουσίου, το οποίο κατασκεύασαν δύο μοναχοί εργαζόμενοι επί πολλά χρόνια, αναλόγια, στασίδια, εικονοστάσια, δεσποτικοί θρόνοι και λοιπά.

Επίσης ιδιαίτερα αξιόλογα είναι κεντημένα άμφια, με παραστάσεις και μορφές αγίων, και καλύμματα για τις λατρευτικές ανάγκες, που φυλάγονται με προσοχή και ευλάβεια, όπως αρχιτεκτονήματα που προκαλούν την έκπληξη, γλυπτά που προκαλούν τον θαυμασμό και κατασκευές από μπρούντζο και σίδερο, που εντυπωσιάζουν για την έμπνευση των υπομονετικών κατασκευαστών τους.

Η βυζαντινή μουσική αναπτύ­χθηκε ιδιαίτερα στο Άγιον Όρος και διατηρήθηκε πιστά για την απαράμιλλη πνευματικότητά της και την ανύψωση της λατρείας. Στις πλούσιες αγιορειτικές βιβλιοθήκες σώζονται πολλά μουσικά χειρόγραφα. Η πλουσιώτερη συλλογή μουσικών χειρογράφων βρίσκεται στη μονή Ιβήρων. Οι συλλογές αυτές αποτελούνται από συνθέσεις και γραφές καλλιγράφων Αγιορειτών επωνύμων και ανωνύμων και είναι μεγάλης αξίας. Στην ησυχία του Αγίου Όρους αναπτύχθηκε και η υμνογραφία. Από τους τελευταίους γνωστούς υμνογράφους ήταν ο Γέρων Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο οποίος σύνθεσε περίπου 2.500 ακολουθίες.

Όλα αυτά είναι μία αρκετά πολύτιμη παραγωγή και πλούσια προσφορά στον πολιτισμό. Το Ά­γιον Όρος δεν είναι ασφαλώς ένα απολιθωμένο μουσείο του παρελθόντος του «ένδοξου βυζαντινισμού», που λέγει ο ποιητής. Είναι ένα ζωντανό μνημείο του υπερχιλιόχρονου βυζαντινού πολιτισμού. Τ’ αντικείμενα αυτά, τα ιερά κειμήλια, δεν είναι απλώς εκθέματα στις προσθήκες των μοναστηριακών σκευοφυλακίων, αλλά χρησιμοποιούμενα στις λειτουργικές ανάγκες κατά τις εορτές και πανηγύρεις, φυλάγονται ασφαλώς καταγεγραμμένα και συντηρούμενα. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε τους σοφούς λόγους του πατρός Γεωργίου Φλωρόφσκυ: «Δεν αξίζει και αρκεί να κρατήσωμεν την βυζαντινήν λειτουργίαν, να αναστηλώσωμεν την βυζαντινήν εικονογραφίαν και την βυζαντινήν μουσικήν ή να εφαρμόσωμεν τους βυζαντινούς τύπους της προσευχής και ησυχίας. Πρέπει να αναδράμωμεν εις αυτάς ταύτας τας ρίζας της πα­τροπαραδότου ημών ευσεβείας και να επαναφέρωμεν το πατερικόν φρόνημα. Άλλως κινδυνεύομεν να πάθωμεν εσωτερικήν διάσπασιν μεταξύ των πατροπαραδότων τύπων της ευσεβείας και των ξένων προς την παράδοσιν τρόπων της σκέψεως».

Το Άγιον Όρος διατηρεί προσεκτικά την παράδοσή του, αλλά δεν μένει βαυκαλιζόμενο στις δάφνες του παρελθόντος. Παράδοση είναι ότι το ζωντανό μεταφέρεται από γενεά σε γενεά. Η παράδοση αυτή διατηρήθηκε γιατί είναι ζωντανή, φυλάχθηκε με θυσίες και περιέχει βαθύ νόημα. Η γνώση των διδαγμάτων της παραδόσεως μας βοηθά στην αντιμετώπιση του παρόντος και του μέλλοντος. Μια στείρα και φανατική παραδοσιοπληξία δεν έχει νόημα και αξία. Τότε κανείς μένει στο γράμμα του νόμου και αφήνει την καθαρή ουσία.

Το Άγιον Όρος συνεχίζει και σήμερα τη φιλόθεη, φιλάγια και φιλάνθρωπη πορεία του. Διατηρεί ακμαίο το ασκητικό και ησυχαστικό πνεύμα, με τη ζωή της λατρείας και της προσευχής. Οι μοναχοί καθημερινά βρίσκονται «όρ­θρου βαθέος» στο ναό, για το μεσονυκτικό, τον Όρθρο, τις Ώρες, την Παράκληση και τη Θ. Λειτουργία, που τελείται καθημερινά σε όλες τις μονές. Το απόγευμα γίνεται ο Εσπερινός και λίγο πριν τη δύση το Απόδειπνο και οι Χαιρετισμοί της Παναγίας. Στο κελλί του και στο διακόνημά του συνεχίζει σιωπηλά ο μοναχός τη ζωή της προσευχής.

Η φιλοξενία παρέχεται δωρεάν, και οι προσκυνητές δεν έχουν τη δυνατότητα απλώς της συμμετοχής τους στις κατανυκτικές ακολουθίες και του θαυμασμού των αρχιτεκτονημάτων και κειμηλίων, αλλά και της συζητήσεως και λύσεως αποριών προς ψυχική ωφέλεια από γνώστες Γέροντες, της εξομολογήσεως από έμπειρο πνευματικό και της λήψεως αποφάσεων. Νέοι ομολογούν ότι ένα προσκύνημά τους στο Άγιον Όρος αποτελεί σταθμό της ζωής τους ή η συνάντηση μ’ ένα φωτισμένο Γέροντα τους έκανε ν’ αλλάξει σημαντικά η ζωή τους, λησμονώντας τα ναρκωτικά και μισώντας την αμαρτία.

Ορισμένοι των μοναχών, οι έχοντες τη δυνατότητα και την ευλογία, γιατί ο μοναχός δεν κάνει από μόνος του κάτι, αν δεν συμβουλευτεί και υπακούσει κάπου, εξέρχονται, κατόπιν προσκλήσεως μητροπόλεως, πανεπιστημίων και συλλόγων, από το Άγιον Όρος προς εξομολόγηση πιστών, κηρύγματα και ομιλίες. Άλλοι συγγράφουν βιβλία, κυρίως πνευματικού περιεχομένου, και τα τελευταία έτη έχουν εκδοθεί αρκετά καλά έργα, επιστολογραφούν, τυπώνουν κασέτες με ψαλμωδίες και ομιλίες.

Όπως η Εκκλησία έτσι και το Άγιον Όρος αυτή την προσφορά του δεν θέλει εύκολα να τη διατυμπανίζει και δημοσιεύει, προσδοκώντας τον έπαινο, για ό,τι καλό, από τον Θεό και όχι από τους ανθρώπους. Όμως αυτή η μυστική προσφορά συνεχίζεται και υπάρχει. Όταν ένας μοναχός ακούει πως ένας νέος μετά την επίσκεψή του στο Άγιον Όρος βρίσκει νόημα και σκοπό στη ζωή του κι ενώ σκεφτόταν την αυτοκτονία, όπως ήταν απελπισμένος από τα προβλήματα, εργάζεται και προοδεύει και ευτυχεί, κι ενώ σκεφτόταν το διαζύγιο, επανασυνδέεται και είναι χαρούμενος, κι ενώ η ασθένεια τον έχει καταβάλει, υπομένει κι εμπιστεύεται τον Θεό, τότε ο μοναχός αληθινά χαίρεται κι εγκάρδια ευχαριστεί τον Θεό, που ο ταπεινός μόχθος των λόγων και της προσευχής του δεν πήγε χαμένος.

Το Άγιον Όρος θεωρείται και είναι ένας μοναδικός τόπος που μυστικά συνεχίζει να προσφέρει στους διψασμένους αναζητητές την αλήθεια. Ικανοποιεί απαιτητικά πνεύματα κι έτσι εξηγείται η σημερινή άνθισή του. Οι 1800 μοναχοί του προέρχονται απ’ όλο τον κόσμο και είναι οι μισοί ηλικίας 20-40 ετών και με καλή πανεπιστημιακή μόρφωση, όχι μόνο των θεωρητικών επιστημών αλλά και των θετικών.

Ταπεινά νομίζουμε πως με τη βοήθεια του Θεού και της Θεοτόκου το Άγιον Όρος, προστατευόμενο από όλους μας, έχει μέλλον και το μέλλον θα το χρειασθεί περισσότερο, όσο ο άνθρωπος θα γίνεται πιο ανήσυχος, ανειρήνευτος, αγχώδης και κουρασμένος, θ’ αναζητά αυτές τις ορθόδοξες εστίες προς αναψυχή και παρηγορία.

Ειπώθηκε πως το Άγιον Όρος κυρίως είναι αυτό που δεν φαίνεται. Έτσι θεωρώ πως αυτό το αθέατο όρος είναι δύσκολο πολύ να μεταφερθεί, και να φανερωθεί η αξία του και η προσφορά του.

 ΠΗΓΗ: “ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ”

ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ
ΤΕΥΧΟΣ 8 . ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2000

http://www.impantokratoros.gr/5AEBF06B.el.aspx

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δαμασκός – Λατάκεια – Κοιλάδα Χριστιανών – Χαλέπι

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Οκτωβρίου 2013

Αποσπάσματα ημερολογίου γιά τους Ρωμηούς της Συρίας

Δαμασκός – Λατάκεια – Κοιλάδα Χριστιανών – Χαλέπι

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

* * *

Όπως σημειώθηκε στό άρθρο τής πρώτης σελίδος θά δημοσιεύσω ελάχιστα αποσπάσματα από τό ημερολόγιο τό οποίο κρατούσα κατά τίς μετακινήσεις μου στήν Συρία καί πού αναφέρονται στήν πρωτεύουσα τής Συρίας, Δαμασκό, στό μεγαλύτερο λιμάνι τής Συρίας, τήν Λατάκεια, στήν Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου στήν κοιλάδα τών Χριστιανών καί στήν δεύτερη μεγαλύτερη πόλη τής Συρίας, τό Χαλέπι. Δίνεται μιά εικόνα από τήν επικοινωνία μου μέ τούς Ρωμηούς τής Συρίας, πού τώρα βρίσκονται σέ πόλεμο καί διωγμό. Ολόκληρο τό βιβλίο θά δημοσιευθή αργότερα καί έχει ενδιαφέρουσες πληροφορίες γιά τήν περιοχή.

Δαμασκός.

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 1988

Μέ τό αεροπλάνο τής Ολυμπιακής Αεροπορίας αναχωρήσαμε από τήν Αθήνα 12:35 τό μεσημέρι καί φθάσαμε στήν Δαμασκό στίς 3:00 μ.μ. Η μετάβασή μου στόν Λίβανο θά γίνη διά τής Δαμασκού, πρωτεύουσας τής Συρίας, διότι τό αεροδρόμιο τής Βηρυττού δέν λειτουργεί, είναι κλεισμένο λόγω τού πολέμου.

Η Συρία είναι ένα κομβικό σημείο μεταξύ τής Ασίας, τής Αφρικής καί τής Ευρώπης, από όπου πέρασαν διάφοροι λαοί καί πολιτισμοί. Στόν χώρο αυτό παρατηρούνται συγκρούσεις, αλληλεπιδράσεις καί συγχωνεύσεις πολιτισμών.

Από τήν Συρία πέρασαν Αιγύπτιοι, Χετταίοι, Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι, Πέρσες, Έλληνες, Ρωμαίοι, Άραβες, Τούρκοι, Σελτζούκοι, Οθωμανοί, Μαμελούκοι καί Γάλλοι καί άφησαν τά πολιτιστικά τους αποτυπώματα.

Από τό αεροπλάνο, όταν πετούσαμε πάνω από τήν Κύπρο, τήν είδα όπως φαίνεται στόν χάρτη. Πλησιάζοντας πρός τήν Δαμασκό έβλεπα ένα σεληνιακό τοπίο. Η Δαμασκός μέ τά 3 εκατομμ. κατοίκους είναι μιά μεγάλη όαση καί γύρω από αυτήν έρημος. Επί δέκα λεπτά τής ώρας δέν φαινόταν ούτε ένα δένδρο. Παρατηρούσα από τό αεροπλάνο μικρά σπιτάκια μέσα στήν έρημο.

Στό αεροδρόμιο μέ περίμενε ο υπάλληλος τής Ελληνικής Πρεσβείας. Τό αεροδρόμιο τής Δαμασκού ήταν κτισμένο μέ ευρωπαϊκές προδιαγραφές καί ήταν κατά πολύ ανώτερο από τό αεροδρόμιο τού Ελληνικού. Τό σχέδιό του είχε καί πολλά στοιχεία ανατολίτικα.

Η ημέρα τής Παρασκευής είναι αργία γιά τούς Μουσουλμάνους καί στό αεροδρόμιο υπήρχε λίγος κόσμος. Όταν περάσαμε από τήν πύλη γιά έλεγχο, υπήρχαν τρείς πού ήλεγχαν, ο ένας ήταν αστυνομικός καί οι άλλοι δύο εκπρόσωποι δύο διαφορετικών οργανώσεων. Καί οι τρείς ήλεγξαν τό διαβατήριο. Έμαθα ότι η μία οργάνωση παρακολουθεί τήν άλλη.

Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τής Συρίας καί τού Λιβάνου πού ανήκουν στό Πατριαρχείο Αντιοχείας χαρακτηρίζουν τόν εαυτό τους Ρούμ Ορθοδόξ, δηλαδή Ρωμηοί Ορθόδοξοι, αισθάνονται ότι είναι γηγενείς κάτοικοι τής περιοχής καί οι Άραβες είναι εκείνοι πού κατέλαβαν πρίν αιώνες αυτήν τήν περιοχή, …. Είναι αραβόφωνοι Ρωμηοί καί αγαπούν τούς Γιουνάν, Ορθοδόξους Χριστιανούς τής Ελλάδος, ως καταγόμενοι καί οι δύο από τήν Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Μέ τό αυτοκίνητο τής Ελληνικής Πρεσβείας πήγαμε στό Πατριαρχείο Αντιοχείας. Περάσαμε από τήν πύλη απ’ όπου οι πρώτοι Χριστιανοί κατέβασαν τόν Απόστολο Παύλο διά σαργάνης καί τόν φυγάδευσαν γιά νά μήν τόν φονεύσουν οι Ιουδαίοι. Τό Πατριαρχείο βρίσκεται στήν λεγομένη από τίς Πράξεις τών Αποστόλων «ευθεία οδό» (Πραξ. θ’, 11). Εκεί πλησίον είναι καί τό σπίτι τού Ανανίου, στόν οποίο έστειλε ο Θεός τόν Απόστολο Παύλο καί τόν βάπτισε. Τώρα είναι εκκλησάκι καί είναι στήν κυριαρχία τών Λατίνων.

Η Δαμασκός είναι πρωτεύουσα τής Συρίας. Είναι η παλαιότερη κατοικημένη πόλη διεθνώς, από τό 5.000 π.Χ. Τό 1.000 π.Χ. ήταν πρωτεύουσα τού αραμαϊκού Κράτους. Μάλιστα μέχρι σήμερα βορείως τής Δαμασκού υπάρχει τό χωριό Μααλούλα πού οι κάτοικοί του ομιλούν τήν αραμαϊκή γλώσσα, πού ομιλούσε καί ο Χριστός. Βρήκα κάποιον πού καταγόταν από εκεί καί τόν παρεκάλεσα νά μού πή μερικούς λόγους τού Χριστού, όπως «εγώ ειμί τό Φώς τού κόσμου», γιά νά ακούσω πώς μιλούσε ο Χριστός.

Όλοι οι λαοί πού πέρασαν από τήν Συρία πέρασαν καί από τήν Δαμασκό, η οποία κυριεύθηκε από τόν Μ. Αλέξανδρο τό 334 π.Χ. καί οι Έλληνες έδωσαν άνθηση στό εμπόριο τής περιοχής. Μέσα από τήν αραμαϊκή Δαμασκό αναδύθηκε μία ελληνική Δαμασκός πού φαίνεται ευδιάκριτα μέχρι σήμερα. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η Δαμασκός καί η ευρύτερη περιοχή τής Συρίας είναι μιά «μεγάλη Ελλάδα» πού είναι άγνωστη σέ πολλούς από μάς. Άλλωστε, η Αντιόχεια τής Συρίας παλαιά ονομαζόταν «Συριάδες Αθήναι». Οι κάτοικοί της μιλούσαν τήν ελληνική γλώσσα, ήξεραν τήν ελληνική φιλοσοφία καί τήν ορθόδοξη θεολογία. Άς θυμηθούμε τά έργα τού αγίου Ιωάννου τού Δαμασκηνού, τού μεγάλου Πατρός καί δογματολόγου τής Εκκλησίας.

Η Δαμασκός ήταν τό πιό «σημαντικό προωθημένο φυλάκιο τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».

Μετά τούς Ρωμαίους – Βυζαντινούς η Δαμασκός καταλήφθηκε από τούς Άραβες (635 μ.Χ.), τούς Σελτζούκους Τούρκους, τούς Αιγυπτίους, τούς Μαμελούκους, τούς Μογγόλους κλπ. πρόσφατα δέ από τούς Γάλλους. Η γαλλική παρουσία κράτησε από τό 1920 μέχρι τό 1945, καί έγιναν πολλά αιματηρά επεισόδια. Τό 1946 απεχώρησαν τά γαλλοβρετανικά στρατεύματα καί η Συρία έγινε ανεξάρτητο Κράτος μέ πρωτεύουσα τήν Δαμασκό.

Η Δαμασκός παίζει σημαντικό ρόλο στό εμπόριο μεταξύ Βηρυττού, Αμμάν, Βαγδάτης καί Κουβέϊτ.

Οι Μουσουλμάνοι είναι κυρίως Σουνίτες. Υπάρχουν καί Σιΐτες, στών οποίων τήν αίρεση ανήκουν καί οι Αλεβίτες.

Η Δαμασκός είναι η έδρα τού Πατριαρχείου Αντιοχείας, πού είναι τρίτο στήν σειρά τών Πρεσβυγενών Πατριαρχείων μετά τό Οικουμενικό Πατριαρχείο καί τό Πατριαρχείο Αλεξανδρείας καί ποιμαίνει περίπου ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες (1.200.000) Χριστιανούς, από τόν Λίβανο μέχρι τό Ιράκ. …

Μού κάνουν εντύπωση τά πάντα. Η Δαμασκός χωρίζεται σέ δύο τμήματα, τό νέο πού έχει σύγχρονα κτίρια, καί τό παλαιό πού έχει πεπαλαιωμένα κτίρια, στενά δρομάκια κλπ. Οι περισσότερες γυναίκες κυκλοφορούν φορώντας μαύρα υφάσματα σάν νά είναι μοναχές καί έχοντας καλυμμένο τό πρόσωπο μέ φερετζέ (μπούργκα). Αυτοί είναι οι πιό συντηρητικοί. Στήν αρχή νόμιζα ότι είναι ορθόδοξες μοναχές, έπειτα έμαθα ότι είναι συντηρητικές Μουσουλμάνες.

Στό Πατριαρχείο μέ δέχθηκε ο Πατριαρχικός Επίτροπος Επίσκοπος Σεϊδνάγια Ηλίας, ο οποίος ομιλεί τήν ελληνική γλώσσα. Μού προσέφεραν καί γεύθηκα τόν αραβικό καφέ. Πικρότατος, χωρίς ζάχαρη, καί μαύρος. Αισθάνθηκα δυσκολία νά πιώ έναν τέτοιο καφέ, καί εκείνοι μού είπαν ότι αισθάνονται τό ίδιο όταν πίνουν ελληνικό καφέ μέ πολλή ζάχαρη. Είπαν: «Ο δικός σας καφές δέν είναι καφές, αλλά ένα γλυκό κατασκεύασμα. Ο δικός μας είναι καφές».

Επειδή η Παρασκευή είναι αργία γιά τούς Μουσουλμάνους, γι’ αυτό καί οι Χριστιανοί τελούν καί αυτήν τήν ημέρα τήν θεία Λειτουργία, στήν οποία εκκλησιάζεται πολύς κόσμος. Πήγαμε στήν θεία Λειτουργία πού γινόταν 6-7 τό απόγευμα. Λειτούργησε ο Θεοφιλέστατος Σεϊδνάγια καί έψαλαν γυναίκες μέ καταπληκτικές φωνές. Ο δεξιός χορός έψαλε ελληνικά καί ο αριστερός αραβικά. Αυτό γίνεται σέ όλους τούς ιερούς Ναούς, αλλά σέ μερικούς από αυτούς ψάλλουν αντιστρόφως, στόν δεξιό χορό αραβικά καί στόν αριστερό ελληνικά.

Τό βράδυ μάς προσέφεραν φαγητό σέ πολυτελέστατο ξενοδοχείο τής πόλης. Στήν συζήτηση έμαθα ότι η Συρία έχει σοσιαλιστικό σύστημα. Κυβερνούν τήν χώρα οι Αλεβίδες, τό κόμμα τών Αλαουϊτών. Στά νοσοκομεία από τίς χίλιες (1.000) θέσεις εργαζομένων – ιατρών οι οκτακόσιες (800) καταλαμβάνονται από μέλη τού κόμματος καί οι άλλες διακόσιες (200) δίνονται σέ αριστούχους τής ιατρικής.

Τό βράδυ διέμεινα στά κτίρια τού Πατριαρχείου. Επρόκειτο γιά πολύ παλιά κτίρια, τά δωμάτια καί ο εξοπλισμός τους έδειχναν τήν παλαιότητα καί τήν φτώχεια. Στό Πατριαρχείο διαμένουν όλοι οι άγαμοι Κληρικοί τής Δαμασκού. Έχουν κοινή τράπεζα καί κοινό ταμείο.

Τό πρωΐ από τίς 4:30 μέ ξύπνησε ο Χότζας, πού καλούσε τούς Μουσουλμάνους σέ προσευχή. Γιά μισή ώρα, μέχρι τίς 5:00, ακούγονταν από πολλούς μιναρέδες διάφοροι χοτζάδες νά καλούν τούς Μουσουλμάνους σέ προσευχή. Ήταν κάτι τό πρωτόγνωρο γιά μένα. Μού φανέρωνε ότι βρισκόμουν στήν Ανατολή.

Τό πρωΐ έμαθα τήν ιστορία γιά κάποιον Παντελή Κουτσοδόντη. Όλα τά χρήματα πού συγκέντρωνε από τήν εργασία του τά χρησιμοποιούσε γιά κτίσιμο Ιερών Ναών. Μέχρι τότε είχε κτίσει έξι (6) Ιερούς Ναούς. Ο ίδιος ζή ασκητική ζωή. Τρώει ένα γιαούρτι τό μεσημέρι καί πίνει ένα τσάι τό βράδυ, καί τά χρήματα πού συγκεντρώνει τά δίνει γιά τήν ανοικοδόμηση Ιερών Ναών. Ήθελαν νά τόν βραβεύσουν καί δέν πήγε νά πάρη τό μετάλλιο. Εκείνη τήν περίοδο έγιναν τά εγκαίνια τού έκτου Ναού πού κατασκεύασε. Στά εγκαίνια έκαναν μεγάλη γιορτή καί παρέθεσαν τράπεζα, αλλά ο κ. Παντελής έφαγε τό γιαούρτι πού είχε φέρει μαζί του!

Κάθε Παρασκευή ο Πρόεδρος τής Συρίας προσέρχεται στό τζαμί γιά προσευχή. Η Παρασκευή είναι αργία γιά τούς Μουσουλμάνους, τό Σάββατο γιά τούς Εβραίους καί η Κυριακή γιά τούς Χριστιανούς. Όταν αυτό τό τριήμερο επισκέπτεται κανείς τήν πόλη καί βλέπη κλειστά μαγαζιά, καταλαβαίνει άν οι ιδιοκτήτες είναι Μουσουλμάνοι, Εβραίοι ή Χριστιανοί.

Τό βράδυ πηγαίνοντας από τό εστιατόριο στό Πατριαρχείο είδα μικρά παιδιά σέ ποδήλατο νά πουλάνε χαρτοπετσέτες καί χαρτί υγείας. Μού είπαν ότι τά φέ¬ρουν κρυφά από τόν Λίβανο, καθώς επίσης καί φάρμακα. Θυμήθηκα τήν μαύρη αγορά καί τούς πλανόδιους κατά τήν Κατοχή στήν πατρίδα μας, σύμφωνα μέ τίς διηγήσεις τού πατέρα μου. Στήν Δαμασκό δέν υπάρχουν πολλά φάρμακα καί κάνουν εισαγωγές κρυφά από τόν Λίβανο. Στό Νοσοκομείο υπήρξε περίπτωση πού δέν έγινε προγραμματισμένη χειρουργική επέμβαση, διότι δέν είχαν αναισθησιογόνο!».

Παρασκευή 22 Απριλίου 1988

Τήν Παρασκευή στίς 4:30 έφθασα στό αεροδρόμιο τής Δαμασκού μέ τήν Ολυμπιακή Αεροπορία.

Αισθάνθηκα βαθύτατη έκπληξη, επειδή στό αεροδρόμιο δέν υπήρχε πολύς κόσμος, καί υπήρχαν μερικοί πού κοιμόνταν στίς γωνίες τού πολυτελέστατου αεροδρομίου. Ο υπάλληλος τής Πρεσβείας μού εξήγησε ότι ήταν καί η αργία τής Παρασκευής, αλλά καί η περίοδος τού Ραμαζανιού.

Τόν Απρίλιο μήνα οι Μουσουλμάνοι εορτάζουν τό Ραμαζάνι. Όλη τήν ημέρα νηστεύουν, ούτε πίνουν ούτε καπνίζουν, αλλά τρώνε τό βράδυ μετά τίς 8:00 η ώρα καί όλη τήν νύκτα, από τίς 12:00 μέχρι τίς 4-5 τό πρωΐ ξαγρυπνούν περιφερόμενοι από σπίτι σέ σπίτι, κάνουν επισκέψεις καί τρώνε. Κοιμούνται μετά τίς 4, μέχρι τίς 9-10 τό πρωΐ. Τό πρωΐ είναι διαλυμένοι καί οι πτωχότεροι κοιμούνται όπου βρούν. Τά μαγαζιά καί οι δημόσιες υπηρεσίες ανοίγουν στίς 10 η ώρα τό πρωΐ. Τό Ραμαζάνι κρατά 28 ημέρες. Στίς έξι τελευταίες ημέρες έχουν τό μπαϊράμι πού έχουν μεγάλο φαγοπότι. Τό Κοράνιο είναι νόμος τού Κράτους, γι’ αυτό απαγορεύεται κατά τήν διάρκεια τού Ραμαζανιού νά τρώνε τήν ημέρα στά εστιατόρια. Άν τό παραβούν, φυλακίζονται. Οι άρρωστοι προκειμένου νά φάνε, παίρνουν χαρτί από τόν γιατρό, καί οι ξένοι επιδεικνύουν τήν ταυτότητά τους.

Πήγα στό Πατριαρχείο καί συνάντησα τόν Πατριάρχη Ιγνάτιο. Στόν Πατριαρχικό Ναό πού βρίσκεται δίπλα από τό Πατριαρχείο είχαν μεγάλο πανηγύρι. Ρώτησα καί μού είπαν ότι θά γινόταν γάμος στόν οποίο θά παρευρίσκοντο οκτώ Μητροπολίτες καί πάνω από δέκα Ιερείς. Στήν είσοδο τού Ναού είχαν στήσει αψίδα γιά νά περάσουν οι νεόνυμφοι. Τήν νύμφη τήν έφεραν μέ παραδοσιακά όργανα πού κτυπούσαν όλο τό απόγευμα. Πρίν έλθουν οι νεόνυμφοι στήν Εκκλησία, οι χορωδίες έψαλαν γιά πολλή ώρα τόν αναστάσιμο Κανόνα γιά νά «διασκεδάσουν» τόν κόσμο, όπως μού είπαν. …

Στό τέλος ακούσθηκε ένα φοβερό τσίριγμα κατσαριστό απ’ όλο τό εκκλησίασμα, στό οποίο συμπεριλαμβάνονταν καί πολλοί επίσημοι. Αυτό τό τσίριγμα γινόταν απ’ όλους, επισήμους καί ανεπισήμους. Είναι μιά λαϊκή εκδήλωση πού είναι επιδοκιμασία χαράς γιά τόν γάμο.

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 1988

Πετούσαμε μέ τήν Ολυμπιακή Αεροπορία πρός τήν Δαμασκό, όπου έφθασα τίς απογευματινές ώρες. Μέ περίμενε ο υπάλληλος τής Πρεσβείας, έγιναν οι ίδιες διαδικασίες πού περιέγραψα σέ άλλη ενότητα καί μέ τό αυτοκίνητο τής Πρεσβείας πήγαμε κατευθείαν στό Πατριαρχείο.

Στόν Πατριαρχικό Ναό πού είναι δίπλα από τό Πατριαρχείο γινόταν χριστιανικός γάμος, επειδή η Παρασκευή είναι αργία γιά τούς Μουσουλμάνους καί τό Κράτος. Είδα παράξενα πράγματα. Είχε έλθει ο γαμπρός μέ τήν νύμφη, τούς περικύκλωσε όλος ο λαός, χόρευαν γύρω από τούς μελλονύμφους ο ένας δίπλα στόν άλλο μέ απλές κινήσεις καί μέ κραυγές.

Συνάντησα τόν Πατριάρχη Αντιοχείας Ιγνάτιο. Τού μετέφερα τόν ασπασμό καί τούς χαιρετισμούς τού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ καί εκείνος απάντησε: «Ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ είναι προσωπικός μου φίλος. Έχει ωραία φωνή». …

Τό διήμερο εκείνο είχαν συνέδριο νεολαίας (Ορθοδόξων) στήν Δαμασκό καί κάνουν απολογισμό τού προηγούμενου έτους καί προγραμματισμό γιά τήν νέα χρονιά. Στό Συνέδριο συμμετέχουν 150 φοιτητές καί επιστήμονες. Συχνά κάνουν διάφορες εκδηλώσεις καί πολλές αγρυπνίες. Ο π. Δαμασκηνός μού είπε ότι τήν χρονιά αυτή είχαν διοργανώσει 25 αγρυπνίες.

 

Όταν συναντάς δυτικούς καί ανατολικούς ανθρώπους καί τούς βλέπης στό πρόσωπο, διαπιστώνεις ότι τά μάτια τών δυτικών είναι εντελώς επίπεδα, ενώ τών ανατολικών έχουν ένα βάθος, αναζητούν κάτι άλλο, τό υπαρξιακό. Οπότε αυτό δείχνει τήν δυνατότητα πού έχει η Ορθοδοξία στήν περιοχή εκείνη νά απαντήση στά υπαρξιακά ερωτήματα πού στήν χώρα μας θεωρούνται περιττά ή καί ανόητα.

Πήγα στήν συνάντηση καί μίλησα μέ τά παιδιά, από τά οποία τά περισσότερα είχα γνωρίσει στήν Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου καί μέ είχαν προσκαλέσει, όταν έλθω ξανά στήν Δαμασκό, νά πραγματοποιήσω μιά ομιλία καί νά γίνη σχετική συζήτηση.

Ο Πατριάρχης έδωσε εντολή νά μού κάνουν τραπέζι σέ ένα από τά καλύτερα εστιατόρια τής πόλεως. Μού έκανε εντύπωση η πολυτέλεια τού εστιατορίου. Δέν φαινόταν γιά εστιατόριο. Κατ’ αρχάς μάς οδήγησαν σέ ένα πολυτελέστατο σαλόνι μέ κοσμημένες πολυθρόνες καί τραπεζάκια, ανατολίτικες κουρτίνες καί γενικά ένα βαρύ ανατολίτικο διάκοσμο, καί μάς έφεραν ένα ποτό. Περιμέναμε σέ αυτόν τόν χώρο, έως ότου ετοιμάσουν τό τραπέζι πού θά γινόταν σέ άλλον χώρο. Τό σαλόνι αυτό ήταν απλώς ένας προθάλαμος τής τραπεζαρίας.

Όταν ήταν έτοιμοι μάς ειδοποίησαν νά καθίσουμε στό τραπέζι. Μάς έφεραν περίπου δέκα είδη σαλατικών καί λαδερών φαγητών… Καθ’ όλη τήν διάρκεια πού τρώγαμε στέκονταν δίπλα μας τρείς σερβιτόροι όρθιοι, αποκλειστικά γιά μάς, γιά νά ικανοποιούν κάθε επιθυμία μας. Μού είπαν ότι αυτό είναι τό ανατολίτικο έθιμο. Πρέπει οπωσδήποτε κάποιος νά είναι όρθιος καθ’ όλη τήν διάρκεια τού φαγητού γιά νά ικανοποιή τίς επιθυμίες τών συνδαιτημόνων.

Οι Μουσουλμάνοι τήν ημέρα εκείνη εόρταζαν τήν γέννηση τού Μωάμεθ. Απαγορευόταν τήν ημέρα εκείνη νά δώσουν κρασί στό τραπέζι. Εμάς όμως μάς έδωσαν, διότι ήμασταν ξένοι.

Κατά τήν διάρκεια τού φαγητού μού ανέφεραν τίς συνθήκες πού επικρατούσαν στήν Δαμασκό. Είπαν ότι όποιος νοικιάζει τό σπίτι του, στήν ουσία τό χάνει, γιατί ο ενοικιαστής ποτέ δέν πληρώνει τό ενοίκιό του καί μετά είναι δύσκολο νά τόν βγάλης. Επίσης, στήν Δαμασκό υπάρχει έλλειψη φαρμάκων. Ο π. Δαμασκηνός είπε ότι γιά τόν λόγο αυτό δυό φορές έβγαλαν τόν πατέρα του από τό χειρουργείο, όπου είχε εισαχθή γιά εγχείριση. Τήν πρώτη φορά γιατί τήν τελευταία στιγμή διαπίστωσαν ότι δέν υπήρχαν γάντια νά φορέση ο χειρουργός καί τήν δεύτερη φορά διότι δέν υπήρχε αναισθησιογόνο γιά νά κάνουν τήν αναισθησία!

Τό βράδυ κοιμήθηκα στά παμπάλαια δωμάτια τού Πατριαρχείου, σέ κρεββάτι τού δεκάτου ενάτου αιώνος. …

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 1988

… Όταν φθάσαμε στήν Δαμασκό μού έκανε καί πάλι μεγάλη εντύπωση η ενδυμασία τών παιδιών τού Σχολείου. Η μαθητική ενδυμασία ήταν στρατιωτικές στολές. Ακόμη καί οι μαθήτριες φορούσαν στρατιωτικό παντελόνι, μπουφάν καί ζώνη. Τό ίδιο έβλεπε κανείς καί στά μικρά παιδιά τού Δημοτικού Σχολείου. Είναι φοβερό νά βλέπη κανείς μικρά παιδιά στρατιώτες. Ήταν πράγματι άγριο θέαμα.

Οι δρόμοι ήταν ακάθαρτοι.

Τό απόγευμα πήγα στόν Ιερό Ναό πού συγκεντρώνονται οι φοιτητές καί επιστήμονες, οι οποίοι μέ είχαν παρακαλέσει νά τούς επισκεφθώ καί είχαμε γιά 4,5 ώρες ενδιαφέρουσα συζήτηση. Μού έθεσαν πολλές ερωτήσεις, όπως: «Τί είναι τά δάκρυα καί ποιά η ωφέλειά τους; Πώς καταλαβαίνω άν πρέπη νά γίνω μοναχός; Πώς θά καθαρισθώ από τά πάθη μου; Γιατί δέν έχω αδιάλειπτη προσευχή;». Καί πολλές άλλες ερωτήσεις.

Πέρασαν τόσες ώρες καί δέν ήθελαν νά φύγουν. Μιά επιστήμονας μού είπε: «Μάς ανοίξατε καινούριο δρόμο. Ο Θεός σάς έστειλε. Είδαμε μιά νέα ζωή. Σάς ευγνωμονούμε. Νά σάς πάρη ο Θεός κοντά Του». Ένας άλλος επιστήμονας είπε, μεταφέροντας έναν λόγο τού π. Παϊσίου: «Μάς δώσατε μιά καραμέλα γιά νά ψάξουμε νά βρούμε ζαχαροπλαστείο». Καί κάποιος άλλος είπε: «Στό πρόσωπό σας είδα τόν Θεό». Στό τέλος μού έκαναν καί μιά έκπληξη. Μού έδωσαν ένα σκίτσο τού προσώπου μου, τό οποίο τό έκανε κάποιος από τούς παρισταμένους τήν ώρα πού μιλούσα. …

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 1989

… Ο δρόμος πρός τήν Δαμασκό, μεταξύ τού 70 έως 50 χιλ. ήταν κυριολεκτικά παγωμένος, όπως τόν είχαμε αφήσει πρίν μιά εβδομάδα. Τά αυτοκίνητα εκινούντο πάνω στόν πάγο. Σέ κάθε χιλιόμετρο βρίσκαμε αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα.

Στόν δρόμο αυτό είδα περίεργες σκηνές. Από ένα αυτοκίνητο τής γραμμής πήδηξαν τρία άτομα, ενώ τό αυτοκίνητο ήταν εν κινήσει. Επίσης, είδα έναν εισπράκτορα πού ενώ τό αυτοκίνητο εκινείτο, αυτός ανέβηκε μέ μιά σκάλα στήν οροφή τού αυτοκινήτου καί τακτοποιούσε τίς βαλίτσες. Ύστερα σιγά-σιγά, ενώ τό αυτοκίνητο έτρεχε, κατέβηκε από τήν σκάλα καί μέ έναν σάλτο μπήκε στό εσωτερικό τού αυτοκινήτου από τήν πόρτα.

Τό βράδυ είχα συνάντηση μέ τούς γνωστούς φοιτητές επιστήμονας τής Δαμασκού στό Πνευματικό Κέντρο τής Ενορίας τού Τιμίου Σταυρού. Ήταν περίπου 70 άτομα. Τούς ανέπτυξα τό θέμα τί είναι η Χάρη τού Θεού καί πώς ενεργεί στόν άνθρωπο. Έδειχναν νά είναι πολύ ευχαριστημένοι καί έκαναν πολλές ερωτήσεις.

Τό βράδυ επέστρεψα στό Πατριαρχείο στίς 10 η ώρα κρυωμένος. Στήν Δαμασκό χιόνιζε όλη τήν ημέρα καί μέχρι αυτήν τήν ώρα.

Κυριακή, 22 Ιανουαρίου 1989

Τό πρωΐ εκκλησιάστηκα στόν Πατριαρχικό Ιερό Ναό. Ο Πατριάρχης Ιγνάτιος χοροστατούσε. Δέν ανέβηκε στόν θρόνο, αλλά στεκόταν μπροστά στόν θρόνο, είχε ένα μικρό αναλόγιο καί έψαλε.

Στόν Πατριαρχικό Ναό ο πρωτοψάλτης κατάγεται από τήν Ελλάδα, νομίζω από τήν Χίο, πού λέγεται Καπλάνης, καί ψάλλει συνήθως στά ελληνικά, αλλά μερικές φορές καί στά αραβικά. Ο δεξιός χορός ψάλλει στά ελληνικά καί ο αριστερός στά αραβικά. Εκείνη τήν ημέρα τόν δεξιό ψάλτη έκανε ο Πατριάρχης.

Λατάκεια.

Τρίτη 29 Μαρτίου 1988

Άρχισα τήν επιστροφή μου στήν Ελλάδα διά τής Λατάκειας Συρίας καί τής Δαμασκού, προκειμένου νά κάνω Πάσχα στήν Ελλάδα καί νά επιστρέψω μετά γιά νά συνεχίσω τήν διδασκαλία στήν Θεολογική Σχολή. Κατά τίς εορτές τής Μεγάλης Εβδομάδος καί τού Πάσχα κλείνει η Σχολή καί όλοι οι φοιτητές επιστρέφουν στά σπίτια τους.

Φύγαμε μέ τόν π. Ιωάννη Γιαζεζί καί τόν Διάκονο Σάββα στίς 10:30 από τήν Θεολογική Σχολή γιά τήν Λατάκεια-Λαοδίκεια τής Συρίας…

Οι Ρωμηοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί τής περιοχής υποφέρουν ιδιαίτερα αυτήν τήν εποχή πολύ, εξαναγκάζονται νά μετακινούνται πρός τόν Λίβανο καί άλλες χώρες, οπότε γίνεται μιά «κάθαρση» τής περιοχής γιά λόγους πού θά φανούν στό μέλλον.

Ο δρόμος από Τρίπολη πρός Λατάκεια ήταν μαγευτικός. Αριστερά η Μεσόγειος Θάλασσα καί δεξιά τά καταπράσινα βουνά. Μόλις μπήκαμε στήν Συρία αμέσως κατάλαβα τήν διαφορά μέ τόν Λίβανο. Στόν Λίβανο παρά τό ότι είναι εμπόλεμη περιοχή, εν τούτοις οι άνθρωποι ζούν κατά κάποιον τρόπο αξιοπρεπώς, έχουν χρήματα καί κινούνται μέ πολύ καλά ιδιωτικά αυτοκίνητα. Στήν Συρία γίνεται εντελώς τό αντίθετο. Οι άνθρωποι κινούνται μέ ποδήλατα, μηχανάκια καί όσοι διαθέτουν ιδιωτικά αυτοκίνητα είναι μικρά καί φτηνά. Οι Σύροι ζούν περισσότερο πτωχικά από τούς Λιβανέζους.

Μεταξύ Τριπόλεως καί Ταρτούς συναντήσαμε ένα χωριό πού λέγεται Χαμιντίε, στό οποίο κατοικούν Κρήτες, πού ομιλούν ελληνικά, έχουν ελληνικές παραδόσεις, αλλά είναι Μουσουλμάνοι. Κατά τήν διάρκεια τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τόν 19ο αιώνα εξισλαμίσθηκαν καί εξαναγκάστηκαν νά φύγουν από τήν Κρήτη καί κατέφυγαν στό μέρος αυτό. Άλλοι ισχυρίζονται ότι πολεμούσαν εναντίον τών Τούρκων καί εκτοπίσθηκαν στήν Συρία, όπου εξισλαμίσθηκαν. Κράτησαν όμως τόν ελληνισμό καί στά σπίτια τους ομιλούν ελληνικά. Τά παιδιά μαθαίνουν τήν συριακή γλώσσα, όταν πηγαίνουν στό Σχολείο. Αναζήτησα νά βρώ τό καφενείο τού χωριού. Μέσα σέ αυτό συνάντησα πολλούς Έλληνες Κρητικούς καί μιλήσαμε γιά τήν Ελλάδα. Είδα πινακίδες στά μαγαζιά γραμμένες στήν ελληνική γλώσσα. Μού είπαν ότι κρατούν τίς ελληνικές παραδόσεις, αλλά ως Μουσουλμάνοι προσεύχονται στά τζαμιά.

Ταξιδεύσαμε πρός τήν πόλη Ταρτούς. Καθ’ οδόν πολλά πράγματα μού δημιουργούσαν έκπληξη. Όλα τά μαγαζιά ήταν χωρίς βιτρίνες, αλλά απλώς τό βράδυ κατέβαζαν ένα σκέπασμα ή ένα ρολό, περίπου όπως στίς παράγκες τών πανηγύρεων στίς επαρχιακές πόλεις, μέ τίς πρόχειρες κατασκευές τους. Ολόκληρη η μπροστινή πλευρά ήταν ανοικτή. Τά πράγματα ήταν περίπου δυό-τρία μέτρα έξω από τό «κατάστημα». Τά κρέατα στά κρεοπωλεία ήταν όλα κρεμασμένα. Οι άνθρωποι φτωχικά ντυμένοι.

Η Ταρτούς ήταν η Ευβοϊκή αποικία Αντάραδος, μιά ελληνική πόλη, εξ ού καί Ταρτούς. Οι ανασκαφές πού έγιναν έφεραν στό φώς πολλά κεραμεικά από τήν Ερέτρια καί τήν Χαλκίδα. Στήν Αντάραδο (Ταρτούς) εντυπωσιάζει τό ψηφιδωτό τής νύμφης Αρέθουσας. Από τήν Ταρτούς προέρχεται η εικόνα τής Παναγίας, πού αποδίδεται στόν Ευαγγελιστή Λουκά, η οποία σήμερα βρίσκεται στήν Ιερά Μονή Σεϊδνάγια. Είναι τό δεύτερο λιμάνι τής Συρίας, μετά τήν Λατάκεια-Λαοδίκεια. …

Τετάρτη, 30 Μαρτίου

… Από τήν Ταρτούς πήγαμε στήν Λατάκεια. Η Λατάκεια είναι η παλαιά Λαοδίκεια. Απέκτησε μεγάλη αίγλη ως επίνειο τής Αντιόχειας. Σήμερα είναι τό πρώτο λιμάνι τής Συρίας. Η Λαοδίκεια έλαβε τό όνομά της από τήν Λαοδίκη τήν μητέρα τού Σελεύκου. Ακόμη καί σήμερα βλέπει κανείς τήν ελληνική επίδραση στά διάφορα μνημεία της καί τούς αρχαιοελληνικούς κίονες.

Μόλις φθάσαμε στήν Λατάκεια πήγαμε στόν Ιερό Ναό όπου ετελείτο η θεία Λειτουργία τών Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων. Ήταν παρών καί ο Μητροπολίτης Λαοδικείας Ιωάννης. Είναι πολύ καλός, αγαπά τόν μοναχισμό καί τήν Ελλάδα. Ο π. Παΐσιος, τόν οποίο είχε επισκεφθή στό Άγιον Όρος, είχε καλή πληροφορία γι’ αυτόν.

Στό τέλος τής θείας Λειτουργίας ο Μητροπολίτης μού είπε νά κηρύξω. Μετέφραζε στά αραβικά ο π. Ιωάννης Γιαζεζί. Τό θέμα μου ήταν: «Οι άγιοι Πατέρες, φορείς τής Ορθοδόξου Παραδόσεως». Αφού ανέπτυξα τά σχετικά μέ τούς Πατέρας, στήν συνέχεια ανέφερα τό τί λέγει περί πίστεως ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος καί εξέφρασα τήν χαρά μου, διότι βρίσκομαι στά μέρη αυτά πού δραστηριοποιήθηκε αυτή η μεγάλη προσωπικότητα τής Εκκλησίας μας καί φέρει τό επώνυμο Σύρος.

Στό τέλος τού κηρύγματος μέ πλησίασαν πολλοί γιά νά μέ ευχαριστήσουν μέ έκδηλο ενθουσιασμό καί μού είπαν ότι πρώτη φορά άκουγαν γιά τόν άγιο Ισαάκ τόν Σύρο καί χάρηκαν πολύ.

Μετά τήν θεία Λειτουργία επισκεφθήκαμε τό Μητροπολιτικό οίκημα καί είχαμε μιά μικρή συζήτηση μέ τόν Μητροπολίτη. Αμέσως μετά σέ αίθουσα τής Μητροπόλεως έγινε η προγραμματισμένη συνάντηση μέ 80 νέους ανθρώπους καί όλοι ήταν επιστήμονες. Ανέπτυξα τό θέμα: «Η θεία Χάρη καί οι ενέργειές της». Κυρίως παρουσίασα τρείς πλευρές, πρώτον τί είναι η θεία Χάρη, δεύτερον πώς ενεργεί η θεία Χάρη στόν άνθρωπο καί τρίτον ποιό είναι τό παιχνίδι τής θείας Χάριτος, δηλαδή οι ελεύσεις καί οι αποκρύψεις της.

Μού έκαναν πολλές ερωτήσεις. Κυρίως επικεντρώθηκαν στό σημείο γιά τό εάν είναι δυνατόν νά ζήση κανείς ασκητική ζωή μέσα στόν κόσμο. Επίσης μέ ρώτησαν πώς μπορεί κανείς νά ξεχωρίση άν μιά εμπειρία προέρχεται από τόν Θεό ή από τόν διάβολο.

 

Οι ανατολικοί έχουν νά παλέψουν μέ πολλά προβλήματα, νά αντιμετωπίσουν ποικίλα ιδεολογικά, θεολογικά καί υπαρξιακά ρεύματα. Καί αυτό τούς κάνει πιό ώριμους, αλλά καί σταθερούς στόν πολιτισμικό τρόπο ζωής τους. Στά σπίτια τους έχουν εμφανή δείγματα τής θρησκευτικότητας, εικόνες καί καντήλια, τά παιδιά τους μεγαλώνουν μέ χριστιανικές παραδόσεις, άν καί τό Κράτος επισήμως δέν έχη θεσπίσει στά σχολεία μάθημα θρησκευτικών.

Ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, γιατί είδα τήν δίψα τών ανθρώπων. Εκείνο πού μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση πού δέν τό συναντά κανείς στήν Ελλάδα είναι ότι οι 70 από τούς 80 ανθρώπους είχαν τετράδια καί κρατούσαν σημειώσεις. Ήταν μιά πρωτόγνωρη γιά μένα εικόνα.

Τό βράδυ ο Μητροπολίτης παρέθεσε δείπνο στήν Μητρόπολη. Είναι ταπεινός άνθρωπος καί πολύ ευπροσήγορος. Μού είπε ότι όλη η Μητρόπολη έχει περίπου 60.000 Ορθοδόξους Χριστιανούς, στήν δέ Λατάκεια ζούν περίπου 30.000 Ορθόδοξοι. Λειτουργούν κάθε Κυριακή, αλλά η Λειτουργία πού συγκεντρώνει πιό πολύ κόσμο είναι αυτή πού γίνεται τήν Παρασκευή. Αυτό γίνεται γιατί η Παρασκευή είναι ημέρα ιερή γιά τούς Μουσουλμάνους καί γιά όλους τούς κατοίκους τής Συρίας, γιά τά Σχολεία καί τίς δημόσιες Υπηρεσίες, ενώ η Κυριακή είναι εργάσιμη καί πολλοί Χριστιανοί δημόσιοι υπάλληλοι βρίσκονται στίς δουλειές τους.

Μετά τό φαγητό επισκεφθήκαμε τό σπίτι τής Βικτώριας μέ τήν οποία είχα συζήτηση στήν Θεολογική Σχολή. Είναι μία γυναίκα μέσης ηλικίας μέ πολύ ήρεμο πρόσωπο καί ήταν η βασική κατηχήτρια όλης τής περιοχής. Αυτή μετέδωσε στά παιδιά εκκλησιαστικό φρόνημα καί αγάπη γιά τούς αγίους. Έχει τόν σεβασμό όλων. Κάναμε συζήτηση γιά τήν διαφορά μεταξύ γιόγκα καί προσευχής καί μέ ρώτησε γιά τήν εκκλησιαστική κρίση πού είχε ξεσπάσει τήν Ελλάδα, σχετικά μέ τήν εκκλησιαστική περιουσία.

Από εκεί επισκέφθηκα τό πατρικό σπίτι τού π. Ιωάννου Γιαζεζί καί γνώρισα τήν ευλαβέστατη μητέρα του πού είναι χήρα καί ζή μέ προσευχή καί αγάπη γιά τόν Χριστό…

Φυσικά, τό καθεστώς είναι στρατιωτικό καί κυβερνούν οι Αλαουΐτες, κάτι ανάλογο μέ τούς Αλεβίτες τής Τουρκίας.

Τό βράδυ μού έκαναν μιά νυκτερινή ξενάγηση στό αθλητικό κέντρο τής πόλεως, τό οποίο είχαν κτίσει γιά τούς Μεσογειακούς Αγώνες πού είχαν γίνει καί είναι τό καύχημά τους.

Διανυκτερεύσαμε στό σπίτι τού π. Ιωάννου».

Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κοιλάδα των Χριστιανών

Τετάρτη, Απόδοση τής εορτής τού Πάσχα, 18 Μαΐου 1988

… Στίς 4 η ώρα φύγαμε γιά τά σύνορα Λιβάνου Συρίας. Εκεί μέ περίμενε ο π. Μωϋσής από τήν Ιερά Μονή τού Αγίου Γεωργίου.

Μετά τίς τυπικές διαδικασίες φθάσαμε στό Μοναστήρι στίς 5:30 μμ., στήν Ιερά Μονή τού Αγίου Γεωργίου στήν κοιλάδα τών Χριστιανών. Η Μονή τού Αγίου Γεωργίου είναι ένα βυζαντινό κόσμημα τής Συρίας, μεγαλόπρεπο, στήν λεγομένη κοιλάδα τών Χριστιανών, όπου βρίσκονται πολλά χωριά μέ ορθόδοξο πληθυσμό. Η Ιερά Μονή ανάγεται στούς χρόνους τού Ιουστινιανού. Είναι μεγάλο εκκλησιαστικό κέντρο τής περιοχής καί όλης τής Συρίας.

Μόλις έφθασα έμαθα ότι υπήρχε μιά ομάδα φοιτητών καί αποφοίτων Γυμνασίου-Λυκείου από τήν Δαμασκό πού ήλθαν στό Μοναστήρι γιά νά περάσουν τρείς ημέρες μέ προσευχή και πνευματική καθοδήγηση.

Τό βράδυ μετά τόν εσπερινό τής Αναλήψεως μέ πλησίασε ένας φοιτητής. Είχε ακούσει ότι στήν Θεολογική Σχολή τής Μπελεμέντ υπήρχε ένας Έλληνας Κληρικός από τήν Ελλάδα πού δίδασκε τήν Ελληνική γλώσσα καί αυτός είχε γράψει τό βιβλίο «Μιά βραδυά στήν έρημο τού Αγίου Όρους». Μέ ρώτησε άν ήμουν εγώ ο συγγραφεύς του. Στήν καταφατική απάντησή μου εξεπλάγη καί εξέφρασε τήν επιθυμία νά συζητήση μαζί μου γιά θέματα πνευματικής ζωής. Τό διέδωσε σέ όλη τήν ομάδα τών νέων πού βρίσκονταν εκεί.

Μετά τόν εσπερινό μέ ξενάγησαν σέ όλη τήν περιοχή πού λέγεται Κοιλάδα τών Χριστιανών. Πρόκειται γιά μιά μεγάλη κοιλάδα, στήν οποία υπάρχουν 53-56 χωριά πολύ κοντά μεταξύ τους καί όλα είναι χριστιανικά. Χάρηκα πολύ.

Πέμπτη, 19 Μαΐου 1988

Σήμερα είναι εορτή τής Αναλήψεως καί τελέσθηκε θεία Λειτουργία.

Μετά τήν θεία Λειτουργία οι φοιτητές καί επιστήμονες από τήν Δαμασκό είχαν προγραμματίσει νά διαβάσουν τό βιβλίο μου «Μιά βραδυά στήν έρημο τού Αγίου Όρους». Αυτός ήταν ο σκοπός τους γιά τόν οποίον είχαν έλθει στό Μοναστήρι. Μόλις πληροφορήθηκαν ότι εκεί είναι ο συγγραφεύς του, προτίμησαν νά συζητήσουν μαζί μου.

Γιά τέσσερεις ώρες από τίς 10 μέχρι τίς 2 τό μεσημέρι συζητούσαμε μέ τούς 40 αυτούς επιστήμονες. Οι περισσότεροι ήταν επιστήμονες ή φοιτητές τού Πολυτεχνείου καί τής Ιατρικής Σχολής. Μού έθεσαν πολλά ερωτήματα, όπως: «Τί είναι η θεία Χάρη; Τί είναι ο έρωτας πρός τόν Θεό; Πώς συνδυάζεται ο φόβος μέ τήν αγάπη; Τί είναι η εσωτερική λειτουργία; Τί είναι η νοερά προσευχή; Τί είναι η ορθόδοξη ψυχοθεραπεία; Πώς λειτουργούσε ο γάμος πρό τής πτώσεως; Τί θά κάνη ο Θεός μέ αυτούς πού βρίσκονται έξω από τήν Εκκλησία;».

Τούς μίλησα μέ πολύ παλμό, μέ θεολογικό λόγο καί καρδιακή αίσθηση, χρησιμοποιώντας διάφορα παραδείγματα από τό Άγιον Όρος. Ευχαριστήθηκαν πολύ καί στό τέλος χειροκρότησαν. Μετά έκανα μιά δημόσια εξομολόγηση. Είπα: «Έφυγα από τήν Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή μέ στενοχώρια καί μέ απόφαση νά μήν ξαναέλθω στήν Μέση Ανατολή, αλλά εσείς μού αλλάξατε τά σχέδια». Εξέφρασαν τήν ικανοποίησή τους μέ παρατεταμένα χειροκροτήματα.

Ήθελαν καί άλλα νά ρωτήσουν, είχαν ξεχάσει τήν ώρα τού φαγητού, αλλά τούς ζήτησα νά σταματήσουμε καί νά συνεχίσουμε τό απόγευμα.

Στό τέλος μιά φοιτήτρια σηκώθηκε καί είπε: «Σάς ευχαριστούμε γιατί μάς μεθύσατε μέ τό ευλογημένο κρασί τού Αγίου Όρους». Ο π. Ιωάννης Γιαζεζί πού μετέφραζε μού είπε: «Σάς έστειλε εδώ τό Άγιον Πνεύμα».

Στήν Μέση Ανατολή οι κοινωνίες είναι θεοκεντρικές. Βέβαια, δέν ζούν όλοι σύμφωνα μέ τόν νόμο τού Θεού τους, αλλά είναι φυσικό ότι η θρησκεία επηρεάζει εμμέσως ή αμέσως τήν ζωή τους. Στήν αραβική γλώσσα υπάρχουν πολλές καθημερινές εκφράσεις πού περιέχουν τό όνομα τού Θεού.

Κατάλαβα ότι οι πνευματικές ερωτήσεις πού μού υπέβαλαν προέρχονταν από τό βιβλίο μου «Μιά βραδυά στήν Έρημο τού Αγίου Όρους» πού είχαν διαβάσει. Φαίνεται ότι τό βιβλίο αυτό δημιούργησε μιά άλλη στροφή στά εκκλησιαστικά πράγματα τής περιοχής. Τό χαρακτήριζαν βαθύ βιβλίο. Έπειτα κατάλαβα ότι αυτά τά νηπτικά θέματα μέ τά οποία ασχολούμαι είναι από τά πιό σύγχρονα θέματα πού ζητάει ο κόσμος…

Τό απόγευμα συνεχίσαμε γιά δυό ώρες τήν συζήτηση. Ετέθησαν πολλά θέματα. Καί τό κυριότερο ήταν τό μυστήριο τής παιδείας τού Θεού, γιά τήν έλευση καί τήν άρση τής θείας Χάριτος. Χάρηκαν πολύ. Ήδη είχε αρχίσει νά σκοτεινιάζη καί ήμασταν μέσα στό σκοτάδι. Όταν είπα νά διακόψουμε, κάποιος μού είπε ότι είχε όρεξη νά μείνη μέχρι τήν άλλη ημέρα τό πρωΐ. Ένας μού είπε ότι όταν διάβασε τό βιβλίο «Μιά βραδυά στήν έρημο τού Αγίου Όρους» τού άναψε ο πόθος γιά τήν προσευχή. Άλλος είπε: «Όσοι έχουν τό Άγιον Πνεύμα γράφουν σάν τόν δικό σου τρόπο». Ο π. Ιωάννης Γιαζεζί τούς είπε ότι τό βιβλίο αυτό είναι η καλύτερη παρουσίαση τού Αγίου Όρους. Κυκλοφορούν καί άλλα βιβλία γιά τό Άγιον Όρος, αλλά αυτό είναι τό καλύτερο, γιατί παρουσιάζει τήν ζωή τού Αγίου Όρους. Πρώτη φορά πράγματι συνειδητοποίησα αυτό πού είπε ο π. Ιωάννης.

Στήν συζήτηση τούς ζήτησα συγγνώμη γιά τό ότι δέν μιλώ αραβικά, επειδή έχει άλλη σημασία νά μιλά κανείς στήν γλώσσα τού άλλου. Επίσης τούς είπα: «Εμείς οι ανατολίτες μιλάμε φωνακτά καί μέ χειρονομίες, γιατί καταλαβαίνουμε ότι τό μυαλό είναι ανεπαρκές γιά νά αποδώση πλήρως αυτό πού θέλουμε νά διατυπώσουμε καί γι’ αυτό χρησιμοποιούμε καί τά χέρια ως συμπλήρωση τής ομιλίας». Τούς άρεσε πολύ αυτό πού είπα «εμείς οι ανατολίτες», τό ότι έβαλα τόν εαυτό μου μαζί μέ τούς ανατολίτες καί χειροκρότησαν μέ παλμό καί γιά πολλή ώρα.

Μετά τήν συζήτηση καί πρίν τό φαγητό είχε έλθει στήν Ιερά Μονή τού Αγίου Γεωργίου ο Πρέσβυς τής Ελλάδος στήν Συρία. Είχα μιά ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί του. Είναι καλός άνθρωπος καί έχει ιδιαίτερες πνευματικές ανησυχίες. Μάλιστα τό βράδυ οι επιστήμονες καί φοιτητές είχαν μιά νυκτερινή ακολουθία καί θεία Λειτουργία από τίς 10 έως τίς 1 τά μεσάνυκτα. Έμεινε καί ο Πρέσβυς στήν Ιερά Ακολουθία. Επειδή τήν άλλη ημέρα θά ταξίδευα γιά τήν Δαμασκό γιά νά αναχωρήσω γιά τήν Ελλάδα, μέ προσκάλεσε τήν άλλη ημέρα νά τόν επισκεφθώ στήν Πρεσβεία.

Τά παιδιά επέμεναν νά αλλάξω τό εισιτήριο καί νά παραμείνω μαζί τους καί τήν επόμενη ημέρα, αλλά αυτό δέν μπορούσε νά γίνη. Αποκτήσαμε μιά κοινωνία μεταξύ μας, μέ αγάπησαν πολύ καί εγώ τό ίδιο. Μού έδωσαν τά ονόματά τους γιά νά τά μνημονεύω στήν προσκομιδή καί μού υποσχέθηκαν ότι θά μού γράψουν γράμμα.

Τό πρωΐ ξύπνησα πολύ νωρίς καί ταξίδευσα γιά τήν Δαμασκό. Τό ταξίδι διαρκεί περίπου δυόμιση ώρες.

Επισκέφθηκα τόν Πρέσβυ τής Ελλάδος στήν Δαμασκό. Ζήτησε νά μάθη γιά τό πώς πέρασα αυτό τό διάστημα από τόν Φεβρουάριο μέχρι τόν Μάϊο. Τού είπα γιά τήν διδασκαλία στήν Θεολογική Σχολή καί τίς περιοδείες πού έκανα στά χωριά τής Κούρας, στήν Βηρυττό, τήν Τρίπολη, τήν Ταρτούς, τήν Λατάκεια καί τήν Ιερά Μονή τού Αγίου Γεωργίου. Τά άκουσε μέ πολλή προσοχή καί είπε: «Εγώ είμαι Πρέσβυς τής Ελλάδος στήν Συρία, αλλά εσύ έκανες τό έργο τού Πρεσβευτού, διότι εισήλθες μέσα στήν ζωή τών ανθρώπων καί τούς βοήθησες νά αντιμετωπίσουν τά προβλήματά τους μέσα από τήν Ρωμαίϊκη παράδοσή μας».

Βγήκαμε στήν αγορά γιά ψώνια. Τά καταστήματα τών Μουσουλμάνων ήταν κλειστά λόγω τής Παρασκευής. Μού έκαναν εντύπωση τά παραδοσιακά αντικείμενα πού κατασκευάζουν, έπιπλα καί διάφορα άλλα είδη μέ φίλντισι, καθώς επίσης καί τά κεντημένα τραπεζομάντηλα. Οι καταστηματάρχες είναι ευγενικοί καί πρόθυμοι. Απαγορεύεται, μέ αυστηρό νόμο καί αυστηρές ποινές, νά πωλούν λαμβάνοντας δολλάρια. …

Στήν συνέχεια πήγαμε στό Πατριαρχείο. Όλοι οι άγαμοι Κληρικοί (Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι, Μοναχοί) καί λαϊκοί πού εργάζονται στό Πατριαρχείο μένουν μέσα στό Πατριαρχείο καί έχουν κοινή τράπεζα. Επίσης, όσοι Μητροπολίτες καί Κληρικοί διέρχονται από τήν Δαμασκό περνούν από τό Πατριαρχείο καί συμμετέχουν στήν κοινή τράπεζα. Στό Πατριαρχείο Αντιοχείας δέν επιτρέπεται οι άγαμοι Κληρικοί νά μένουν έξω από τό Πατριαρχείο ή τήν Ιερά Μητρόπολη. Έχουν κοινή ζωή καί κοινή τράπεζα στό Πατριαρχείο ή τήν Μητρόπολη. Λαμβάνουν χαμηλό μισθό. Γι’ αυτό είναι δύσκολο νά φεύγουν έξω από τήν Συρία. Προκειμένου νά φύγη κανείς έξω από τήν Χώρα, οι αρχές ζητούν νά έχουν τουλάχιστον 500 δολλάρια μαζί τους. Όμως, δέν δίνουν συνάλλαγμα τόσων δολλαρίων, καί έτσι είναι δύσκολο νά ταξιδεύσουν εκτός τής Χώρας.

Συναντήθηκα μέ τόν Πατριάρχη Αντιοχείας Ιγνάτιο. Τού είπα ότι χάρηκα πού έμεινα στήν Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή, γιατί οι φοιτητές έχουν ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα. Μού είπε: «Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί η θεολογία δέν είναι ακαδημαϊκή επιστήμη, αλλά εκκλησιαστική εμπειρία. Τού χρόνου θά κάνουμε επιλογές σέ αυτούς πού θά πάρουμε γιά νά σπουδάσουν στήν Θεολογική Σχολή. Θά κάνουμε αυστηρό πρόγραμμα καί όποιος δέν θέλει νά τό εφαρμόση θά φεύγη από τήν Σχολή. Όταν ήμουν, ως Επίσκοπος, ηγούμενος στήν Μπελεμέντ, υπήρχε μόνο τό Μοναστήρι, δέν υπήρχε ούτε νερό ούτε ρεύμα ούτε κτίρια. Όμως τώρα οι συνθήκες είναι πολύ καλύτερες». Καί στήν συνέχεια μού είπε: «Τού χρόνου πού θά έλθης θά είναι ακόμη καλύτερα». Τού απάντησα: «Δέν θά έλθω τού χρόνου». Μέ ρώτησε: «Γιατί;». Αυτό τό είπε μέ πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Δέν τού έδωσα πολλές εξηγήσεις, αλλά απλώς τού είπα ότι είναι θέμα υγείας, δέν μέ σηκώνει τό κλίμα τού Λιβάνου. Συνέχισε: «Πρέπει νά έλθης, γιατί θά έχη καλύτερη οργάνωση η Σχολή…».

Συζήτησα μαζί του περίπου μισή ώρα καί κατάλαβα ότι είναι πολύ έξυπνος άνθρωπος.

Ο Πατριαρχικός Επίτροπος Επίσκοπος Σεϊδνάγια Ηλίας επέμενε νά έλθω καί τού χρόνου καί άν δέν θέλω νά πάω στήν Σχολή νά μένω μονίμως στήν Δαμασκό. Επιφυλάχθηκα νά απαντήσω.

Μετά τό φαγητό αποσύρθηκα σέ ένα δωμάτιο τού Πατριαρχείου, γεμάτος από αναμνήσεις, ποικίλα βιώματα καί εμπειρίες. Κυρίως ήμουν αιχμαλωτισμένος από τούς επιστήμονες καί τούς φοιτητές πού συνάντησα στήν Μονή τού Αγίου Γεωργίου. Τούς αγάπησα πολύ γιά τό ενδιαφέρον πού είχαν καί τήν δίψα γιά τήν ορθόδοξη πνευματική ζωή… Σκέφθηκα ότι θά ήταν καλό νά έμενα ένα διάστημα στήν Δαμασκό, εργαζόμενος μέ τούς φοιτητάς καί τούς επιστήμονας πού είχαν τόση μεγάλη δίψα γιά τήν πνευματική ζωή.

Τό απόγευμα ο υπάλληλος τής Πρεσβείας μέ τό υπηρεσιακό αυτοκίνητο μέ πήγε στό αεροδρόμιο γιά νά αναχωρήσω γιά τήν Αθήνα. …

Χαλέπι

Μάϊος 2001

Μιά πρόσκληση από τόν Κοσμήτορα τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου τού Λιβάνου –πού ανήκει στό Πατριαρχείο Αντιοχείας– Μητροπολίτη Χαλεπίου κ. Παύλο, νά διδάξω στήν Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή τό μάθημα τής Βιοηθικής γιά τούς τριτοετείς φοιτητές καί νά επισκεφθώ τήν έδρα τής Μητροπόλεώς του, τήν πόλη τού Χαλεπίου (ALEPPO -αρχαία Βέρροια) τής Συρίας, μέ έκαναν νά βρεθώ γιά μιά ακόμη φορά στήν Μέση Ανατολή. Ήδη είχα επισκεφθή τήν διετία 1988-1990 κατά διαστήματα τήν Θεολογική Σχολή τού Λιβάνου, κατά τήν διάρκεια τού εμφυλίου πολέμου στήν περιοχή, καί τήν Συρία (Δαμασκό, Λατάκεια, Κοιλάδα τών Χριστιανών κλπ.)….

Θά εκθέσω μερικές εντυπώσεις μου από τήν περιοδεία μου αυτήν στήν Συρία καί τόν Λίβανο.

Μέ πρόσκληση τού Μητροπολίτου Παύλου πήγα στό Χαλέπι τής Συρίας.

Η πόλη τού Χαλεπίου είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στήν Συρία μετά τήν Δαμασκό καί αριθμεί περίπου τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους. Είναι μιά αρχαία πόλη μέ παραδοσιακό χρώμα καί βέβαια εκείνο πού κάνει εντύπωση είναι ότι κάτω από τήν επιφάνεια τής γής υπάρχει καί μιά άλλη πόλη τών σπηλαίων, τά οποία σπήλαια τόν παλαιότερο καιρό ήταν απαραίτητα γιά τήν επικοινωνία τών κατοίκων τής πόλεως. Τώρα μερικά από αυτά ανακαινίζονται καί γίνονται ωραιότατα εστιατόρια ή καφετέριες μέ ανατολίτικο χρώμα.

Ο Ορθόδοξος Μητροπολίτης τού Χαλεπίου κ. Παύλος, γνωστός μου από τότε πού σπούδαζε στήν Θεσσαλονίκη, όπου έλαβε καί τό διδακτορικό του δίπλωμα, είναι γνώστης τών θεμάτων τής περιοχής καί επειδή είναι νέος καί στήν ηλικία καί στήν θέση αυτήν ως Μητροπολίτης, αγωνίζεται γιά τήν ανασυγκρότηση τής Ιεράς Μητροπόλεώς του μέ ζήλο, ζωντάνια καί γνώση τών πραγμάτων.

Σίγουρα δέν είναι γεγονότα πού μπορεί κανείς νά τά ερμηνεύση μέ βάση τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις, αλλά ερμηνεύονται μόνον μέ γεωπολιτικά καί οικονομικά κριτήρια. Τό σημαντικό είναι ότι καί, βεβαίως, γίνεται καί μιά πολιτιστική καταστροφή, αφού καταστρέφονται, βομβαρδίζονται καί πυρπολούνται ναοί καί μοναστήρια μέ μεγάλη παράδοση.

Είναι γνωστόν ότι όλες οι πόλεις τής Συρίας καί τού Λιβάνου είναι πολυπολιτισμικές κοινωνίες…. Οι Μουσουλμάνοι αποτελούν τήν συντριπτική πλειοψηφία τής περιοχής, ενώ ο Χριστιανικός πληθυσμός ανέρχεται στίς εκατό περίπου χιλιάδες (100.000), από τούς οποίους οι είκοσι χιλιάδες (20.000) είναι Ορθόδοξοι.

Τό Χαλέπι θεωρείται ως τό Βατικανό τής Ανατολής, γιατί ο Παπισμός ασκεί επιρροή στά πράγματα τής περιοχής καί έχει μεγάλη δράση, όπως σχολεία καί άλλα ιδρύματα. Γενικά στό Χαλέπι υπάρχουν πολλοί Επίσκοποι διαφόρων θρησκευτικών Χριστιανικών ομάδων. Οι ανήκοντες στό Πατριαρχείο Αντιοχείας ονομάζονται Greek Orthodox, οι μονοφυσίτες ονομάζονται Syrian Orthodox καί οι Ουνίτες έχουν τήν ονομασία Rum katholik. Οι τελευταίοι ανήκουν στό Βατικανό μαζί μέ τούς Μαρωνίτες καί τούς άλλους «καθολικούς». Επίσης πρέπει νά σημειωθή ότι οι Αρμένιοι, πού είναι μονοφυσίτες, έχουν ισχυρή επίδραση στήν περιοχή εκείνη.

Μού δόθηκε η ευκαιρία νά έχω τρείς συναντήσεις μέ τούς Ορθοδόξους Χριστιανούς τής περιοχής. Μία κατά τήν διάρκεια τής Κυριακάτικης πρωϊνής θείας Λειτουργίας (29 Απριλίου), όπου λειτούργησα καί ομίλησα στόν Ιερό Ναό τού Προφήτου Ηλιού, έναν ωραιότατο καί μεγαλοπρεπή Ναό, ο οποίος τελευταία έχει αποπερατωθή, μέ τέμπλο ξύλινο κατασκευασμένο στήν Ελλάδα. Έπειτα παρευρέθηκα στήν απογευματινή θεία Λειτουργία, όπου συγκεντρώθηκε πολύς κόσμος, επειδή τό πρωϊνό τής Κυριακής θεωρείται εργάσιμο, καί λειτούργησε ο Μητροπολίτης Χαλεπίου Παύλος, όπου καί κήρυξα τόν θείο λόγο. Στήν συνέχεια ομίλησα καί συζήτησα μέ ιατρούς, φαρμακοποιούς καί άλλους επιστήμονες, εβδομήντα (70) τόν αριθμό, γύρω από τήν αντιμετώπιση τής σύγχρονης γενετικής καί γενικά τής επιστήμης.

Στήν πρωϊνή θεία Λειτουργία έψαλε στά αραβικά καί στά ελληνικά ο Καθηγητής κ. Bruno Muzzer, ο οποίος τελείωσε τίς θεολογικές του σπουδές στήν Ελλάδα καί κατέχει άριστα τήν ελληνική γλώσσα. Καί τό απόγευμα σέ έναν κατάμεστο, κυρίως από φοιτητές, Ιερό Ναό, έψαλε θαυμάσια ένας παιδικός χορός, αποτελούμενος από πενήντα (50) περίπου μικρά παιδιά, στά αραβικά καί στά ελληνικά. Φυσικά δέν τό έκαναν αυτό, επειδή παρευρισκόταν Έλληνας Ιεράρχης στήν θεία Λειτουργία, αλλά συνηθίζεται αυτό, γιατί έτσι συνδέονται μέ τό δικό τους παρελθόν.

Η επικοινωνία πού είχα μέ νέους καί οικογενειάρχες, μέ ζηλωτές Χριστιανούς, καθώς επίσης καί η επίσκεψή μου στό μέρος εκείνο πού ασκήθηκε ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης, καί τό οποίο αποτελεί μεγάλο θρησκευτικό μνημείο τής περιοχής, δείχνει τήν ελληνική καί χριστιανική Ορθόδοξη Παράδοση πού κυριαρχεί εκεί. Όμως η Ορθόδοξη Εκκλησία χρειάζεται ισχυρό στήριγμα, γιατί έχει νά αντιμετωπίση ποικίλους κινδύνους. Χάρηκα ιδιαιτέρως τούς Ορθόδοξους Χριστιανούς, οι οποίοι κρατούν τήν πίστη τους μέσα σέ τέτοια δύσκολα περιβάλλοντα. …

Από τό Χαλέπι επισκεφθήκαμε τήν Ιερά Μονή τού Αγίου Συμεών τού Στυλίτου. Σήμερα η Μονή είναι ερειπωμένη, αλλά καί από αυτά βλέπει κανείς τήν μεγαλοπρέπειά της.

Η πελώρια Βασιλική τής Μονής κτίσθηκε από τόν αυτοκράτορα Ζήνωνα πρός τιμή τού αγίου Συμεών τού Στυλίτου. Πρόκειται γιά τόν μεγαλύτερο Ναό τού Χριστιανισμού πρίν κτισθή ο Ναός τής Αγίας Σοφίας. Οι κολώνες καί οι τοίχοι είναι κτισμένοι από μεγάλους ογκόλιθους.

Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης ασκήτευσε παραμένοντας σέ μιά κολόνα ύψους 12 μέτρων, τής οποίας σήμερα σώζεται η βάση. Χιλιάδες άνθρωποι έρχονταν γιά νά ακούσουν τίς διδαχές του, καθώς επίσης εγκαταβίωναν εκεί πολλοί μοναχοί καί μετά τήν κοίμησή του.

Από τούς υπάρχοντας χώρους μπορεί κανείς νά καταλάβη ότι η Ιερά Μονή ήταν ένα μεγάλο μοναστικό κέντρο. Ο άγιος Συμεών κοιμήθηκε τό 459 σέ ηλικία 70 ετών.

Σήμερα ο χώρος αυτός συγκεντρώνει πολλούς επισκέπτες καί μάλιστα στά ερείπια τής Μονής πηγαίνουν πολλοί καί προσεύχονται.

Μερικές διαπιστώσεις, τού έτους 2001

Ο χώρος εδώ δέν είναι κατάλληλος γιά νά εκτεθούν όλες οι διαπιστώσεις μου από τήν περιοδεία στήν Συρία καί τόν Λίβανο. Ωστόσο θά περιορισθώ στήν επισήμανση μερικών από αυτές.

1. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τής Συρίας καί τού Λιβάνου πού ανήκουν στό Παριαρχείο Αντιοχείας χαρακτηρίζουν τόν εαυτό τους Ρούμ Ορθοδόξ, δηλαδή Ρωμηοί Ορθόδοξοι, αισθάνονται ότι είναι γηγενείς κάτοικοι τής περιοχής καί οι Άραβες είναι εκείνοι πού κατέλαβαν πρίν αιώνες αυτήν τήν περιοχή, καθώς επίσης αισθάνονται ότι είναι απόγονοι τών Χριστιανών τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτό πού ονομάζουμε Βυζάντιο. Αυτός είναι ο λόγος γιά τόν οποίον στίς ακολουθίες τών Ιερών Ναών καί στήν θεία Λειτουργία ο ένας χορός τών ψαλτών ψάλλει τά τροπάρια στήν ελληνική γλώσσα, έστω καί άν δέν τά καταλαβαίνη, καί ο άλλος χορός στήν αραβική γλώσσα. Τό κάνουν αυτό γιατί εκφράζουν τήν ταυτότητά τους. Είναι αραβόφωνοι Ρωμηοί καί αγαπούν τούς Γιουνάν, Ορθοδόξους Χριστιανούς τής Ελλάδος, ως καταγόμενοι καί οι δύο από τήν Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

2. Υπάρχει μία διαφορά μεταξύ τής Δύσεως καί τής Ανατολής. Στήν Δύση οι κοινωνίες επηρεασμένες από τήν σχολαστική θεολογία καί τήν μεταφυσική, δημιούργησαν ατομοκρατικές κοινότητες, αφού εκεί κυριαρχεί ο άνθρωπος, πολλές φορές χωρίς Θεό. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δυτικοί Χριστιανοί από αντίδραση στήν απολυταρχία τού Πάπα έφθασαν στήν μεταρρύθμιση καί μέ τό σύνθημα τών ηγεμόνων cujus regio, eius religio επιβλήθηκε σέ κάθε περιοχή μιά ομολογία καί αργότερα βέβαια κατέληξαν στήν αθεΐα καί τόν αγνωστικισμό. Καί έτσι επικράτησε τό ανθρώπινο στοιχείο. Αντίθετα στήν Μέση Ανατολή οι κοινωνίες είναι θεοκεντρικές. Βέβαια, δέν ζούν όλοι σύμφωνα μέ τόν νόμο τού Θεού τους, αλλά είναι φυσικό ότι η θρησκεία επηρεάζει εμμέσως ή αμέσως τήν ζωή τους. Στήν αραβική γλώσσα υπάρχουν πολλές καθημερινές εκφράσεις πού περιέχουν τό όνομα τού Θεού.

3. Οι δυτικοί καί ανατολικοί διαφέρουν καί στόν τρόπο σκέψεως καί ζωής. Όταν συναντάς δυτικούς καί ανατολικούς ανθρώπους καί τούς βλέπης στό πρόσωπο, διαπιστώνεις ότι τά μάτια τών δυτικών είναι εντελώς επίπεδα, ενώ τών ανατολικών έχουν ένα βάθος, αναζητούν κάτι άλλο, τό υπαρξιακό. Οπότε αυτό δείχνει τήν δυνατότητα πού έχει η Ορθοδοξία στήν περιοχή εκείνη νά απαντήση στά υπαρξιακά ερωτήματα πού στήν χώρα μας θεωρούνται περιττά ή καί ανόητα.

4. Οι ανατολικοί λαοί έχουν νά παλέψουν μέ πολλά προβλήματα, νά αντιμετωπίσουν ποικίλα ιδεολογικά, θεολογικά καί υπαρξιακά ρεύματα. Καί αυτό τούς κάνει πιό ώριμους, αλλά καί σταθερούς στόν πολιτισμικό τρόπο ζωής τους. Στά σπίτια τους έχουν εμφανή δείγματα τής θρησκευτικότητας, εικόνες καί καντήλια, τά παιδιά τους μεγαλώνουν μέ χριστιανικές παραδόσεις, άν καί τό Κράτος επισήμως δέν έχη θεσπίσει στά σχολεία μάθημα θρησκευτικών. Σημαντικό ρόλο παίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μέ τίς Ενορίες, αλλά καί τά Μοναστήρια. Στήν περιοχή εκείνη υπάρχουν μερικά καλά οργανωμένα Μοναστήρια, πού ακολουθούν τό αγιορείτικο τυπικό καί επηρεάζουν σημαντικά τήν περιοχή. Κτίσθηκε τώρα τελευταία ένα ωραιότατο μοναστήρι πρός τιμήν τής Παναγίας, πού ακολουθεί τό αγιορείτικο τυπικό.

5. Η Μπελεμέντειος Θεολογική Σχολή παίζει έναν σπουδαίο ρόλο στήν ανάπτυξη τής Ορθοδόξου χριστιανικής ζωής, διότι από αυτήν εξέρχονται θεολόγοι, Ιερείς καί Επίσκοποι τής Εκκλησίας. Ήδη μέχρι τώρα οι περισσότεροι Μητροπολίτες καί Επίσκοποι είναι απόφοιτοι αυτής τής Σχολής. Τό ότι μαθαίνουν τήν ελληνική γλώσσα είναι πολύ σημαντικό. Δέν τό βλέπουμε αυτό από εθνικιστικής, αλλά από εκκλησιαστικής πλευράς. Τούς δίνεται η δυνατότητα νά διαβάζουν κείμενα γραμμένα στήν ελληνική γλώσσα τά οποία δέν έχουν μεταφρασθή στήν αραβική καί σέ άλλες γλώσσες, καθώς επίσης τούς δίνεται η δυνατότητα νά επισκέπτωνται τήν Ελλάδα καί ιδίως τό Άγιον Όρος, καί νά συναντώνται μέ τήν Ορθόδοξη ελληνική ζωή. Ήδη οι σπουδαστές πού διδάσκονται τήν ελληνική γλώσσα, τό καλοκαίρι έρχονται στήν Ελλάδα καί μένοντας στήν Ιερά Μονή Πεντέλης παρακολουθούν εντατικά μαθήματα τής ελληνικής γλώσσας καί κυρίως έρχονται σέ επαφή μέ τήν όλη ελληνική παράδοσή μας».

* * *

Τά ελάχιστα αυτά αποσπάσματα τά οποία παρατέθησαν από τό προσωπικό μου ημερολόγιο, δείχνουν τήν κατάσταση πού επικρατεί σήμερα στήν Συρία, όπως τήν συνάντησα τά έτη 1988-1990 καί τό 2001, πού δέν διαφέρει από τήν κατάσταση πού επικρατούσε πρίν τήν έναρξη τού πολέμου.

Όμως τά όσα συμβαίνουν στήν Συρία είναι πολύ περίεργα.

Τό καθεστώς είναι στρατιωτικό, επιβλήθηκε πρίν από σαράντα χρόνια από τούς Αλεβίτες τής Συρίας, πού είναι μιά Σιϊτική αίρεση τού Μωαμεθανισμού, επομένως υπάρχει δικτατορία, καί επίσης η πολυχρόνια εξουσία ασφαλώς δημιούργησε καταστάσεις διαφθοράς. Όμως ως Αλεβίτες επιτρέπουν στούς Χριστιανούς νά τελούν τά τής λατρείας τους μέ ελευθερία. Τό καθεστώς αυτό υποστηρίζεται μεταξύ τών άλλων από τήν Ρωσία.

Όσοι αντιδρούν στό καθεστώς αυτό καί κάνουν επανάσταση ανήκουν σέ διάφορες αντιμαχόμενες μεταξύ τους ομάδες, τρομοκρατικές καί μή, πού αποτελούνται από φανατικούς μουσουλμάνους καί οι οποίοι προβαίνουν σέ σφαγές Χριστιανών. Καί αυτές οι ομάδες υποστηρίζονται από τούς Χριστιανούς τής Δύσης.

Σίγουρα δέν είναι γεγονότα πού μπορεί κανείς νά τά ερμηνεύση μέ βάση τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις, αλλά ερμηνεύονται μόνον μέ γεωπολιτικά καί οικονομικά κριτήρια. Τό σημαντικό είναι ότι οι Ρωμηοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί τής περιοχής υποφέρουν ιδιαίτερα αυτήν τήν εποχή πολύ, εξαναγκάζονται νά μετακινούνται πρός τόν Λίβανο καί άλλες χώρες, οπότε γίνεται μιά «κάθαρση» τής περιοχής γιά λόγους πού θά φανούν στό μέλλον καί, βεβαίως, γίνεται καί μιά πολιτιστική καταστροφή, αφού καταστρέφονται, βομβαρδίζονται καί πυρπολούνται ναοί καί μοναστήρια μέ μεγάλη παράδοση.

Πρέπει νά προσευχόμαστε στόν Θεό γιά όλη αυτήν τήν περιοχή νά σταματήση ο πόλεμος καί ιδιαίτερα νά προσευχόμαστε γιά τούς Χριστιανούς τής περιοχής αυτής πού δέχονται τίς συνέπειες τού καταστροφικού αυτού πολέμου.–

Εκκλησιαστική Παρέμβαση – Σεπτέμβριος 2013

http://www.parembasis.gr/2013/13_09_08.htm

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Λιτανικός σταυρός βυζαντινών στρατευμάτων

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Σεπτεμβρίου 2013

Οι βυζαντινοί λιτανικοί σταυροί δεν χρησιμοποιούνταν μόνο στις λιτανείες των μεγάλων εορτών της Ορθοδοξίας, αλλά συνόδευαν επίσης αυτοκράτορες ή στρατηγούς στις εκστρατείες τους, σύμφωνα με τις πηγές.
Ο παρακάτω λιτανικός σταυρός, που σήμερα αποθησαυρίζεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους, είναι του 9ου-10ου αιώνα και σύμφωνα με τις επιγραφές που φέρει εντάσσεται στην κατηγορία των “στρατηγικών” λιτανικών σταυρών.
λιτανικός σταυρός βυζαντινά στρατεύματα Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους
Η μία όψη του λιτανικού σταυρού βυζαντινών στρατευμάτων.
Αποθησαυρίζεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους
Ο λιτανικός σταυρός της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου είναι  από χυτό ορείχαλκο με εγχαράξεις. Το ύψος του είναι 95 εκ., με πλάτος κεραιών 60 εκ. και πάχος 0,8 εκ.
λιτανικός σταυρός βυζαντινά στρατεύματα Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους
Η άλλη όψη του λιτανικού σταυρού βυζαντινών στρατευμάτων.
Αποθησαυρίζεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους.
Ο Σταυρός που διατηρεί εξαιρετικά ωραία πράσινη πατίνα, έχει τραπεζιόσχημες κεραίες, στα άκρα των οποίων υπάρχουν ζεύγη μεταλλίων, τα “επίμηλα”. Η λαβή διαμορφώνεται στο άκρο της κάτω κεραίας, ως επέκτασή της, και είναι σήμερα πακτωμένη πάνω σε μαρμάρινο βυζαντινό κιονόκρανο ανεστραμμένο. Η μόνη του διακόσμηση είναι εγχάρακτες επιγραφές και στις δύο όψεις, που σήμερα διακόπτονται στο σημείο συνενώσεως των κεραιών από στερεωτική προσθήκη καρφωμένου ελάσματος, με αποτέλεσμα να καλυφθούν τμήματα των επιγραφών.
Οι επιγραφές έχουν ως εξής:
+ ΓΝΩΤΕ ΕΘΝΗ ΚΑ[Ι] ΗΤΤΑΣΘΕ ΟΤΙ ΜΕΘ ΗΜΩΝ Ο Θ[ΕΟ]Σ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓ[ΙΑ Θ]ΕΟΤΟΚΟΣ.
+ Χ(ΡΙΣΤ)Ε Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΜΗΤΡΙΚΗ[Ν Τ]ΑΥΤΗΝ ΦΥΛΑΞΟΝ ΠΟΛΙΝ, ΔΙΑ ΠΑΝΤΟ[Σ Ε]Ν ΕΙΡΗΝΗ.
Ο χαρακτηρισμός της πόλης ως “μητρικής” του Χριστού, δηλαδή πόλης που ανήκει στην Παναγία, οδηγεί τη σκέψη μας στην Κωνσταντινούπολη, η οποία σύμφωνα με το γνωστό αυτόμελο κοντάκιο της ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου, “αυτοπροσδιορίζεται” ως πόλη της Παναγίας: “Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια, (…) αναγράφω σοι η Πόλις σουΘεοτόκε (…)”.
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Ιωακείμ Αθ. Παπαγγέλου, ο σταυρός αυτός θα άρμοζε να βρίσκεται επί των επάλξεων, σε μία χαρακτηριστική θέση των τειχών της προστατευομένης πόλης, πχ πάνω από μία πύλη. Από τις πηγές γνωρίζουμε ότι αυτό δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο. Αναφέρεται ρητά ότι πάνω από τις πύλες των τειχών της Εφέσου υπήρχαν “εμπηγμένοι σταυροί”. Αντίστοιχη θέση είχε το γνωστόν “εικόνιον” του Ικονίου και η χαλκή εικόνα του Χριστού στο Μέγα Παλάτιον της Κωνσταντινούπολης.

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΠΩΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΦΕΣΗ

Συγγραφέας: kantonopou στις 31 Αυγούστου 2013

BYZANTIO

Μια άκρως ενδιαφέρουσα σύγκριση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αποπειράται ο καθηγητής Ιστορίας και διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών της Οξφόρδης Πίτερ Φράνκοπαν.

Σε άρθρο του στην εφημερίδα Guardian ο Βρετανός πανεπιστημιακός υποστηρίζει ότι η ΕΕ θα μπορούσε να πάρει σημαντικά μαθήματα από μία από τις ελάχιστες πολυεθνικές κρατικές δομές που άντεξαν περισσότερο από μία χιλιετία (από το 330 έως το 1453μ.Χ.).

«Η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν μια πολύγλωσση, πολυεθνική κοινοπολιτεία που εκτεινόταν σε διαφορετικά κλίματα και ποικίλες τοπικές οικονομίες. Και όχι μόνο αυτό, αλλά διέθετε και κοινό νόμισμα, η αξία του οποίου δεν κυμαινόταν ανά τους αιώνες. Σε αντίθεση με την ΕΕ, το Βυζάντιο δεν κατατρυχόταν από ανεπάρκεια και ανακολουθία σε ό,τι αφορά τη συλλογή φόρων και δεν υπήρχε πιο ελκυστική περιοχή για να τοποθετήσει κανείς τα κέρδη του υπονομεύοντας έτσι τη δομή της αυτοκρατορίας. Η βυζαντινή διακυβέρνηση ήταν λιτή, απλή και αποτελεσματική», γράφει ο Βρετανός ιστορικός.

«Δεν αμφισβητείτο το γεγονός ότι διαφορετικά τμήματα της αυτοκρατορίας μπορούσαν να έχουν διαφορετικούς κανονισμούς ή φορολογικά συστήματα. Για να λειτουργήσει το κράτος με κοινό νόμισμα έπρεπε να υπάρχει δημοσιονομική, οικονομική και πολιτική ένωση, οι φόροι έπρεπε να καταβάλλονται από την περιφέρεια προς το κέντρο και ήταν απολύτως κατανοητό ότι τα έσοδα έπρεπε να εκτρέπονται από τις πλούσιες περιοχές σε εκείνες που είχαν λιγότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές, ακόμη κι αν αυτό δεν χαροποιούσε τους πάντες» προσθέτει ο ιστορικός.

Μάλιστα σπεύδει να συμβουλέψει τους επικεφαλής των ευρωπαϊκών οργάνων να διδαχθούν από τη βυζαντινή εμπειρία και την μεγάλη ύφεση που αντιμετώπισε και  «η οποία επήλθε από τον ίδιο θανατηφόρο συνδυασμό που γονάτισε τις σημερινές δυτικές οικονομίες. Τη δεκαετία του 1070 μ.Χ., τα κυβερνητικά έσοδα κατέρρευσαν, ενώ τα έξοδα συνέχιζαν να αυξάνονται για υπηρεσίες κρίσιμης σημασίας όπως ο στρατός. Όλα αυτά επιδεινώθηκαν από μια χρόνια κρίση ρευστότητας. Κανένα έλεος δεν επιφυλάχθηκε για τους υπαίτιους της κρίσης.

Ο Χέρμαν Βαν Ρομπάι της εποχής, ένας ευνούχος ονόματι Νικηφορίδης λιντσαρίστηκε από πολίτες εξαγριωμένους με την αύξηση των τιμών και την πτώση της ποιότητας ζωής. Άλλοι απομακρύνθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες από τα πόστα τους».

Τι έκαναν όμως οι Βυζαντινοί; Υποβάθμισαν το νόμισμά τους κόβοντας νομίσματα και μείωσαν το ποσοστό πολύτιμου μετάλλου. Το νόμισμα βγήκε από την κυκλοφορία και αντικαταστάθηκε από νέες υποδιαιρέσεις που αποτελούσαν δίκαιη αντανάκλαση της πραγματικής αξίας. Το φορολογικό σύστημα μεταρρυθμίστηκε, με την αρχή του ποιος είχε τι στην κατοχή να αποτελεί ως κριτήριο για αύξηση των κρατικών εσόδων.

Τέλος, ήρθησαν οι εμπορικοί φραγμοί για να ενθαρρυνθούν όσοι διέθεταν ξένο κεφάλαιο να επενδύσουν φθηνότερα και ευκολότερα από ό,τι στο παρελθόν – όχι αποκτώντας ακίνητα, αλλά ειδικά για το εμπόριο. Μάλιστα προκειμένου να ενισχύσει τη ρευστότητα οι εμπορικοί δασμοί έφτασαν σε τέτοιο επίπεδο που οι ξένοι επενδυτές μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερο κέρδος από τους ντόπιους βραχυπρόθεσμα.

Το σχέδιο όμως πέτυχε. «Και μάλιστα δεν ήταν τόσο επώδυνο όσο πολλοί φοβούνταν και ανένηψε έναν ασθενή που υπέφερε από οικονομική ανακοπή. Ο ηγέτης που ανοικοδόμησε εξαρχής το Βυζάντιο ήταν ο Αλέξιος Κομνηνός (στο θρόνο από το 1081 έως το 1118 μ.Χ.), όμως πλήρωσε το τίμημα για τις μεταρρυθμίσεις του. Μισητός όσος ζούσε για τις σκληρές αποφάσεις που πήρε, οι ιστορικοί τον αγνοούσαν επί αιώνες. Σήμερα πρέπει να ψάξουμε για κάποιον που να μπορεί να σηκώσει ένα αντίστοιχο βαρύ φορτίο», καταλήγει ο Φράνκοπαν.

http://www.koolnews.gr/business/pos-to-vizantio-mporei-na-vgalei-tin-europi-apo-tin-yfesi/

enromiosini.gr

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Ορθόδοξη παρουσία στη Μεγάλη Ελλάδα (μακαριστού μοναχού Κοσμά Αγιορείτη †12/12/2010)

Συγγραφέας: kantonopou στις 20 Αυγούστου 2013

Όλοι λίγο-πολύ ακούσαμε για τις αποικίες των αρχαίων Ελλήνων στη νότιο Ιταλία και τη Σικελία. Πόλεις όπως η Ελέα, ο Τάρας, η Σύβαρις, ο Κρότων, οι Επιζεφύριοι Λοκροί, το Ρήγιον, η Μεσσήνη, η Κατάνη και κυρίως οι Συρακούσες είναι πολύ γνωστές σε αυτούς που μελετούν την αρχαία ιστορία. Πνευματικά αναστήματα του ύψους ενός Αισχύλου, ενός Ηροδότου κι ενός Πυθαγόρα άφησαν την τελευταία τους πνοή εδώ. Φιλόσοφοι νόες, όπως αυτοί του Εμπεδοκλή από τον Ακράγαντα και του Παρμενίδη από την Ελέα προκαλούν και σήμερα το δέος. Ένας μεγάλος ποιητής, ο Πίνδαρος, γνώρισε καλά την προστασία του τυράννου των Συρακουσών “εν πολυμάλω Σικελία”, όπως γράφει στον Πυθιόνικο. Ο Πλάτων, αργότερα, ταξίδεψε τρεις φορές στην ίδια πόλη για να πραγματώσει τα πολιτικά του δράματα. Εκεί ο λιτοδίαιτος Αθηναίος ξαφνιάστηκε από τον σικελικό πλούτο· “Ελθόντα δε με ο ταύτη λεγόμενος αυ βίος ευδαίμων, Ιταλιωτών τε και Συρακουσίων τραπεζών πλήρης, ουδαμή ουδαμώς ήρεσεν”. (Επιστολή Ζ’).
Οι Ρωμαίοι με την κατάκτηση και τη λεηλασία των Συρακουσών στα 212 π.Χ. εδραίωσαν την κατοχή της Μ. Ελλάδος. Φρόντισαν όμως να σκοτώσουν τον Αρχιμήδη. Ήταν η μοναδική προσφορά τους στον τομέα της επιστήμης… Σίγουρα η περιοχή ήταν ο τόπος, όπου οι Ρωμαίοι ήρθαν σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό και δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τη γνωστή φράση του Οράτιου τη σχετική με τον εξελληνισμό της Ρώμης. Οφείλουμε όμως να τονίσουμε ότι ο Ελληνισμός μετέφερε και το Χριστιανισμό στη Δύση. Η επιστολή του αποστόλου Παύλου προς Ρωμαίους γράφτηκε στα Ελληνικά, η αρχική εκκλησιαστική γλώσσα της Ρώμης ήταν η ελληνική, όπως μαρτυρούν και οι κατακόμβες της. Κι εδώ η Μεγάλη Ελλάδα στάθηκε πολύτιμος αγωγός και πέρασμα γιά τον εκπολιτισμό της Εσπερίας. Ο άγιος Μαρκιανός π.χ. στάλθηκε από την Ελληνική Αντιόχεια, από τον απόστολο Πέτρο, ως επίσκοπος στις Συρακούσες.
Οι Άγιοι Ηλίας ο Σικελιώτης και Φιλάρετος ο κηπουρός.
Σύντομα αρχίζει η κατασκευή μικρού ναού
προς τιμήν τους στη Σεμινάρα,
στην τοποθεσία ακριβώς που υπήρξε παλαιά
το περίφημο μοναστήρι του Αγίου Φιλαρέτου.
Ο Ελληνισμός, χριστιανικός πια, άντεξε και μετά τις γοτθικές επιδρομές του 5ου αι. μ.Χ. Όταν τον επόμενο αιώνα ο Ιουστινιανός έστειλε το στρατηγό Βελισσάριο να ανακτήσει την περιοχή από τους βαρβάρους “αυτώ (Βελισσαρίω) προσεχώρουν οσημέραι οι ταύτη άνθρωποι”, γιατί ανήκαν στο ίδιο Γένος και γι’ αυτό οι Ρωμηοί φυσιολογικά επιβλήθηκαν επί αιώνες. Οι Φράγκοι ιστορικοί μιλούν για “εκβυζανπσμό” της περιοχής, αφού προηγουμένως φρόντισαν να υψώσουν αδιαπέραστα τείχη μεταξύ των διαφόρων ιστορικών περιόδων. Δεν έχουμε, εξ άλλου, καμία μάχη των “Βυζαντινών” εναντίον των Καλαβρών, γιατί απλούστατα δεν μπορούσαν να πολεμήσουν εναντίον του λαού τους!
Γύρω στο 580, όμως οι Λογγοβάρδοι, ένα γερμανικό φύλο, έφθασαν μέχρι τον Τάραντα. Έτσι οι Ρωμηοί έδωσαν τ’ όνομα της αρχαίας Καλαβρίας (Απουληίας) στη σημερινή ομώνυμη περιοχή για λόγους κύρους, επειδή έχασαν εκεί πολλά μέρη από τους εισβολείς.
Η εξάπλωση του Μονοφυσιτισμού στη Μέση Ανατολή ανάγκασε πολλούς ορθοδόξους μοναχούς να καταφύγουν στη Μ. Ελλάδα. Η φυγή συνεχίσθηκε κι όταν οι Άραβες τον 7ο αι. κατέκτησαν την Παλαιστίνη και τη Συρία. Όμως το πιο μεγάλο πλήθος των μοναχών έφθασε εδώ με την Εικονομαχία. Ολόκληρες μοναστικές αδελφότητες ήρθαν σ’ αυτές τις εικονόφιλες περιοχές, φέρνοντας μαζί τους βαθειά εκκλησιαστική και θύραθεν παιδεία, κτιτορικά και μοναστικά τυπικά, πολύτιμα χειρόγραφα, εικόνες και άγια λείψανα. Στα 732/33 ο αυτοκράτωρ Λέων Γ’ ο Ίσαυρος, αντιδρώντας στην εικονόφιλη στάση του Πάπα Ρώμης, υπήγαγε τη Μ. Ελλάδα εκκλησιαστικά στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός το οποίο έμελλε να έχει βαρύνουσες επιπτώσεις στον εκκλησιαστικό και τον εν γένει πολιτισμό της περιοχής. Ολόκληρος ο βίος διαποτίζεται από την ανατολική πνευματικότητα, τα μοναστήρια ανέρχονται σ’ εκατοντάδες κι αναδεικνύονται μεγάλες οσιακές μορφές· ο όσιος Ηλίας ο Σικελιώτης, ο όσιος Ηλίας ο Σπηλαιώτης, ο όσιος Φιλάρετος, ο όσιος Νείλος, ο όσιος Ιωάννης ο Θεριστής και ο όσιος Νικόδημος είναι μερικοί απ’ αυτούς. Στην Καλαβρία κατέφυγαν τον 9ο και 10ο αι. μοναχοί από τη Σικελία, όταν οι Άραβες της Αφρικής πέρασαν στα 827 μ.Χ. στο νησί κι άρχισαν να το κατακτούν.
Οι Άγιοι Νικόλαος, Αμβρόσιος και Ιωάννης Θεριστής.
Τα ιερά λείψανά τους βρίσκονται στην
γειτονική κωμόπολη του Στύλου.
(Διά χειρός Ν. Χούτου).
Εκείνο, όμως, που αλλάζει οριστικά την κατάσταση είναι η Σύνοδος του Μέλφι (1059). Κατ’ αυτή οι τυχοδιώκτες Νορμανδοί έδωσαν όρκο πίστεως στον Πάπα και υποσχέθηκαν να υποτάξουν τη Μεγάλη Ελλάδα. Με την κατάληψη του Παλέρμο (Πανόρμου) και του Μπάρι (Βάρεως) στα 1071 οι κατακτητές προχώρησαν στην επί βάσεων εκκλησιαστική αναδιοργάνωση των κτήσεών τους. Στη Σικελία εύκολα τοποθέτησαν Φράγκους επισκόπους, αλλά στην Καλαβρία δυσκολεύτηκαν πολύ. Εδώ ο εκλατινισμός, πολλές φορές βίαιος, διήρκεσε επί πολύ, γιατί η αντίσταση των Ορθοδόξων ήταν σθεναρή. Στο Ρήγιο αντικατέστησαν τον αρχιεπίσκοπο Βασίλειο μ’ έναν νεαρό στα 1089. Σώζεται η επιστολή του αρχιεπισκόπου, όπου διαφαίνεται καθαρά η βία των κατακτητών και της Ρώμης. Μνημονεύουμε απλώς εδώ την περίπτωση δύο μεγάλων ομολογητών, μετά το Σχίσμα του 1054, του οσίου Λουκά (†1114) και του οσίου Βαρθολομαίου (†1131) που διασώθηκαν θαυματουργικά από τις φλόγες που άναψαν οι Φραγκολατίνοι. Η βαθμιαία απομάκρυνση από την ορθόδοξη Ανατολή, ο επιτεινόμενος έλεγχος στον ορθόδοξο μοναχισμό και οι διαρκείς κατακτήσεις από διάφορα έθνη οδήγησαν στην παρακμή του χριστιανικού Ελληνισμού. Στον Ιέρακα (Gerace) αντικατέστησε το ορθόδοξο τυπικό με το λατινικό ο πρώην αγιορείτης Αθανάσιος Χαλκεόπουλος, στα 1480, ως λατίνος επίσκοπος της πόλης, ενώ στη Βούα (Bova) το άλλαξε ο αρμενοκύπριος Ιούλιος Σταυριανός στα 1572.
Ο Όσιος Ηλίας ο Σπηλαιώτης.
(Διά χειρός Κ. Κωνσταντάτου).
Εκοιμήθη στις 11 Σεπτεμβρίου του 960 μ.Χ.
Στο σπήλαιό του, όπου αναβλύζει
μέχρι σήμερα θαυματουργό Αγίασμα,
τελείται αγρυπνία κάθε χρόνο στη μνήμη του
Η παρακμή των ελληνορρύθμων πια μοναστηριών ήταν εμφανής. Στα 1579 ο Πάπας για να επιτύχει τον απόλυτο εκλατινισμό οργάνωσε όλους τους Έλληνες μοναχούς της Μ. Ελλάδας σε τάγμα, κατά τα δυτικά πρότυπα, στο γνωστό τάγμα των Βασιλειανών. Στις αρχές του 19ου αι. από τα ελάχιστα ελληνόρρυθμα που είχαν απομείνει, ο Πάπας κατήργησε 13 στην Καλαβρία. Όσον αφορά την περιουσία, αυτή καταπατήθηκε με διάφορους τρόπους, όπως με την commenda, δηλαδή δια της παραδόσεως αυτών σε διάφορα λαϊκά πρόσωπα – ευγενείς που “έπαιρναν” τα εισοδήματα. Εξ άλλου, αρχής γενομένης από τους Νορμανδούς, οι διάφοροι κατακτητές δώριζαν μοναστήρια ολόκληρα στα φραγκολατινικά που ίδρυσαν οι ίδιοι.
Μέσα στον γενικό εκλατινισμό διασώθηκαν δύο γλωσσικές νησίδες, τα γνωστά ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας και τα εννέα της Απουλίας. Οι κάτοικοι τους μέχρι σήμερα μιλούν μια διάλεκτο από αρχαία, μεσαιωνικά και νεότερα γλωσσικά στοιχεία, τεκμήριο εναργές της αδιάσπαστης ελληνικής παρουσίας.
Φάνηκε για λίγο ότι θα μπορούσαν ν’ ανασχέσουν αυτήν την παρακμή οι πολυάριθμοι Έλληνες και αλβανόφωνοι που κατέφθασαν από τον Μοριά και την Ήπειρο μετά την τουρκική πρόελαση κατά τον 15ο αι. Τελικά η παπική εκκλησία αναγκάσθηκε στα 1919 να ιδρύσει την Ουνίτικη επισκοπή του Λούγκρο για τους αλβανόφωνους της Καλαβρίας. Για τους αλβανόφωνους της Σικελίας ιδρύθηκε άλλη όμοια επισκοπή στην Piana dei Greci, έξω από το Παλέρμο.
Ν.Α. άποψη του καθολικού της μονής.
Διακρίνεται η “πύλη”, μεταγενέστερη προσθήκη
των Νορμανδών.
Κι ενώ όλα έδειχναν ότι η Μεγάλη Ελλάδα αποτελούσε μόνο υπόθεση της Αρχαιολογίας μια και όλη η περιοχή είναι κατάσπαρτη από ερείπια ναών, μοναστηριών, σπηλαίων και ορθοδόξων τοπωνυμιών, αγιορείτες μοναχοί εγκατεστάθηκαν στο ερειπωμένο μοναστήρι του οσίου Ιωάννη του Θεριστή το φθινόπωρο του 1994. Έκτοτε νεοχειροτονηθέντες αυτόχθονες ιερείς τελούν ιερές Ακολουθίες στις πόλεις Λέτσε της Απουλίας, Ρήγιο και Καταντσάρο της Καλαβρίας καθώς και στη Μεσσήνη, Κατάνη της ανατολικής Σικελίας όπου διαμένουν πολλοί φοιτητές μας, μόνιμα εγκατεστημένοι Έλληνες και άλλοι ομόδοξοι αλλοεθνείς.
Πρόσφατα τελείωσε και η ανέργεση μικρού ναΐσκου στο ελληνόφωνο χωριό του Γαλλιτσιανού για τις ανάγκες των “γκρεκάνων” Ορθόδοξων. Τον Αύγουστο του 2000 η κοινότητα του Μαντανίτσι μας παρεχώρησε τη Μονή του Ευαγγελισμού (Αν. Σικελία). Αξιοσημείωτη και συγκινητική είναι η προσέλευση των εξ Ελλάδος προσκυνητών, οι οπoίoι συμπαρίστανται ηθικά και υλικά στη διακονία αυτή. Η όλη προσπάθεια τελεί υπό την ευλογία του οικείου Μητροπολίτου Ιταλίας κ. Γενναδίου. Έτσι το όντως “Τείχος του Αίσχους” που χώριζε τις δύο ακτές του Ιονίου κατέρρευσε στο τέλος της ληγούσης χιλιετίας, αφού είχε ορθωθεί αδιαπέραστο στις αρχές της. Αυτός ο τόπος χάρισε στη Δύση δύο οικουμενικής σημασίας πολιτισμούς ΜΟΝΟΝ όταν είχε επαφές με την Ανατολή. Δίκαια αποκλήθηκε η Καλαβρία χώρα της Δύσης στραμμένη προς την Ανατολή “terra d’ occidente volta verso l’ oriente”. Τα καράβια των αρχαίων αποίκων, οι μοναχοί και οι άγιες εικόνες που κατέπλεαν θαυματουργικά στις ακτές της έσμιγαν ειρηνικά τις δύο ακτές. Οι σημερινοί προσκυνητές φέρνουν εικόνες, κεριά, λιβάνι, λείψανα, βιβλία των “σχισματικών” Ελλήνων, το δίλεπτο της χήρας και τα δάκρυα. Οι ιεροί τόποι άρχισαν, τολμούμε να πούμε προς δόξαν Θεού, να αναδίδουν ουράνιες ευωδιές…
Ο Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής
επ’ ονόματι του οποίου τιμάται
το ομώνυμο μοναστήρι
στις 24 Φεβρουαρίου.
(διά χειρός Ν. Κωνσταντάτου)
Τρεις είναι οι παράγοντες που επέτρεψαν και προκάλεσαν την επιστροφή της Ορθοδοξίας στη Μ. Ελλάδα. Ο πρώτος ήταν η έντονη επιθυμία μερικών πεφωτισμένων Καλαβρών, οι οποίοι ανέπτυξαν σχέσεις με την Ελλάδα και ιδιαίτερα με το Άγιον Όρος. Ο δεύτερος είναι η Ενωμένη Ευρώπη, η οποία επιτρέπει άνετη και απρόσκοπτη κίνηση μεταξύ των πολιτών των κρατών – μελών της. Είτε το θέλουμε είτε όχι, καλούμαστε να ζήσουμε στην εποχή μας, όπου γίνεται πολύς λόγος για παγκοσμιοποίηση, διασπορά, μειονότητες, ανθρώπινα δικαιώματα και πολυπολιτισμικότητα. Ο τρίτος παράγοντας είναι η αποϊεροποίηση του Δυτικού κόσμου, ο οποίος εναγωνίως αναζητά το ιερό ακόμη και στις επικίνδυνες σέκτες και τις αποκρυφιστικές θρησκείες. Η παρουσία μας σ’ έναν τόπο που είχε τραφεί με φιλοκαλικά κείμενα κατά το παρελθόν είναι ευπρόσδεκτη και προκαλεί ποικίλες συζητήσεις, καλές περιέργειες και ενδιαφέρουσες αναζητήσεις.
Κοντά σ’ όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε ότι ο περιφρονημένος ιταλικός Νότος αρχίζει να κατανοεί ότι με τον Ελληνισμό γίνεται σεβαστός. Σε μια εποχή που η φιλοκαλία και άλλα ασκητικά ορθόδοξα κείμενα γνωρίζουν απανωτές εκδόσεις, κυρίως στον Βορρά (!), η ορθόδοξη παρουσία σ’ έναν τόπο που κάποτε “παρήγαγε” τέτοιου είδους πνευματικότητα έχει βαρύνουσα σημασία. Την ιστορία πρέπει να τη μελετούμε. Λαοί χωρίς μνήμη είναι καταδικασμένοι να εξαφανισθούν μέσα στη σύγχρονη τηλεοπτική και καταναλωτική ισοπέδωση. Για να εξηγήσουμε το παρόν, πρέπει να σπουδάζουμε το παρελθόν. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε όμηροί του. Αν δεν επικοινωνήσουμε με την εποχή μας, η παρουσία μας εδώ είναι μια τουριστική περιπλάνηση. Για μας ο τόπος δεν είναι μόνο ανάμνηση, δεν είναι μουσείο, γιατί μουσείο είναι η ληξιαρχική πράξη ταφής ενός πολιτισμού. Παραφράζοντας τον ψαλμικό στίχο μπορούμε να πούμε ότι “η Ιστορία μου ενώπιόν μου εστί διαπαντός”. Το παρελθόν είναι μια διαρκώς κινούμενη πραγματικότητα, ρευστή, ακαθόριστη και απρόβλεπτη. Ο τόπος εμπνέει για νέες δημιουργίες. Τα παλιά είναι καινούργια κι επίκαιρα, αφού τα διαπερνάει το πνεύμα της Εκκλησίας.
Στην μακραίωνη πνευματική του διαδρομή ο Ελληνισμός μεγαλούργησε, όταν ανοίχθηκε, όταν συναντήθηκε με άλλους πολιτισμούς. Πρέπει πάντοτε να έχουμε υπ’ όψιν το σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι αποικίες, κατά την αρχαιότητα, όπως επίσης και την οικουμενικότητα της ορθοδόξου αυτοκρατορίας.
Η Μεγάλη Ελλάδα με το πλούσιο παρελθόν της, με μια σύγχρονη και ορθόδοξη παρουσία, με τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες που παρέχει η Pax Europea μπορεί να αποτελέσει ένα ανοιχτό βήμα απ’ όπου μπορούμε να μιλούμε και να συζητούμε συνεχώς. Το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον των Ιταλών για την ορθόδοξη πνευματικότητα και την εικόνα είναι ενδεικτικό του ότι ο Χριστιανικός Ελληνισμός είναι επίκαιρος.
Άραγε εμείς οι Ελλαδικοί θα συλλάβουμε τα μηνύματα των καιρών;
http://fdathanasiou.wordpress.com
 

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »