kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΒΥΖΑΝΤΙΟ'

Η ιστορία της Μονής της Παναγίας Σουμελά από το Βυζάντιο μέχρι σήμερα

Συγγραφέας: kantonopou στις 14 Αυγούστου 2010

Τη Λειτουργία του Δεκαπενταύγουστου στην ιστορική Μονή της Παναγίας Σουμελά θα τελέσει ύστερα από 88 χρόνια ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος. Το μοναστήρι – κτισμένο σε μια απόκρημνη πλαγιά του όρους Μελά- συνδέθηκε με τις πιο ένδοξες στιγμές του Βυζαντίου, με την εικόνα που ο θρύλος αποδίδει την ιστόρησή της στον ευαγγελιστή Λουκά. Ηταν και παραμένει σύμβολο λατρείας του ποντιακού Ελληνισμού. «ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν την ιστορία της ιστορικής Μονής.

Η ΠΡΩΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟ 1922

Η ανακοίνωση έγινε πριν από λίγες εβδομάδες, τον περασμένο Ιούνιο. Ο τούρκος υπουργός Πολιτισμού Ερτουγρούλ Γκιουνάι χορήγησε στο Φανάρι άδεια να μπορεί κάθε χρόνο να τελεί την ορθόδοξη θρησκευτική τελετή του Δεκαπενταύγουστου στη Μονή της Παναγίας Σουμελά, στην Τραπεζούντα.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος ήδη έχει εγκαινιάσει την επαναλειτουργία χριστιανικών εκκλησιών στην Καππαδοκία, διεκδικούσε πολύ καιρό τη δυνατότητα να τελεστεί λειτουργία στο ιστορικό μοναστήρι, το οποίο, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, αν και έπαψε να είναι κύτταρο της λατρευτικής ζωής της ορθοδοξίας στην περιοχή, συνέχισε να συμβολίζει τις παραδόσεις των Ποντίων Ελλήνων που αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς. Θα είναι η πρώτη φορά που ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα προεξάρχει θρησκευτικής τελετής στη Σουμελά.

Η προοπτική να επαναλειτουργήσει η Παναγία Σουμελά έπειτα από 88 χρόνια έχει γεμίσει ενθουσιασμό το Πατριαρχείο, έστω κι αν η απόφαση οφείλεται σε σκοπιμότητες του τουρκικού κράτους (το γεγονός αφενός θα άρει τις όποιες αντιρρήσεις έχει ο δυτικός κόσμος για το αν η Τουρκία ευνοεί τις θρησκευτικές ελευθερίες, αφετέρου θα ενισχύσει το ρεύμα του θρησκευτικού τουρισμού στην ενδοχώρα, όπου υπάρχουν πολλά προσκυνήματα της Ορθόδοξίας).

Εξίσου ενθουσιώδεις είναι και οι Πόντιοι, που έχουν στενές σχέσεις με τις πατρογονικές εστίες, οι οποίοι ήδη έχουν αρχίσει να μεταβαίνουν στην περιοχή για να μετάσχουν στην τελετή που θεωρούν ιστορική. Εκτιμήσεις φέρουν τους επισκέπτες να ξεπερνούν τους 20.000. Ηδη η κίνηση στην Τραπεζούντα, την πιο κοντινή πόλη στη Μονή της Παναγίας Σουμελά, αλλά και στις γειτονικές Σαμψούντα και Ορντού, είναι αυξημένη. Π άντως, το Φανάρι κρατά χαμηλούς τόνους και συστήνει ηρεμία και σεβασμό στους κανόνες της φιλοξενίας. Σε παρόμοιες τελετές υπάρχει πάντοτε ο φόβος ακραίες πολιτικές δυνάμεις να προσπαθήσουν να προσεταιρισθούν ίδια οφέλη στο όνομα εθνικιστικών παθών με κίνδυνο να αμαυρωθεί η ατμόσφαιρα κατάνυξης που προϋποθέτουν οι θρησκευτικές γιορτές.

Ο νομάρχης της Τραπεζούντας, Ρετζέπ Κιχζιλτζίκ, από την πλευρά του, τόνισε ότι οι αρχές θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την ασφαλή παραμονή των ορθόδοξων προσκυνητών στην Τουρκία. Μάλιστα, παρά τη νομοθεσία που απαγορεύει την εκτός ναών κυκλοφορία ιερέων όλων των θρησκειών με ιερατική στολή (εκτός των αρχηγών τους), οι ορθόδοξοι ιερείς που θα φτάσουν στην Τραπεζούντα για τη Θεία Λειτουργία θα μπορέσουν να μείνουν με τις στολές τους καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Καθώς το προσκύνημα συμπίπτει φέτος με το Ραμαζάνι, οι τουρκικές αρχές εξέφρασαν την ελπίδα ότι θα επιδειχθεί κατανόηση από την πλευρά των ορθόδοξων προσκυνητών και ζήτησαν να αποφύγουν τη λήψη τροφής ενώπιον κοινού, αλλά και τη χρήση εθνικιστικών συνθημάτων.

Αν και το Φανάρι κρατά χαμηλούς τόνους, η παρουσία του στην Παναγία Σουμελά είναι μεγίστης σημασίας για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Ορθοδοξία και τον Ποντιακό Ελληνισμό

ΠΗΓΕΣ

Πληροφορίες αντλήθηκαν από πολλές πηγές. Οι σημαντικότερες: Μαριάννας Κορομηλά (κείμενα), Λίζας Εβερτ, Ντόρας Μηναΐδη, Μαρίας Φακίδη, «Πόντος- Ανατολία, φωτογραφικό οδοιπορικό», Εκδ. Λούση Μπρατσιώτη, Αθήνα 1989 Στέφανος Π. Τανιμανίδης, «Σουμελά. Η πρόσφυξ Ποντία Παναγιά»,2 τόμοι, Εκδ. Μαλλιάρης- Παιδεία, Θεσσαλονίκη 2009. «ΤΑ ΝΕΑ» ευχαριστούν την Πανελλήνια Ενωση Ποντιακών Σωματείων για τη βοήθειά της καθώς και τον καθηγητή Γιώργο Κατσάγγελο για την παραχώρηση των φωτογραφιών

Τα μυστικά του Πόντου

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η συγγραφέας Μαριάννα Κορομηλά ταξίδεψε στον Πόντο και στην Ανατολία καταγράφοντας την ταξιδιωτική εμπειρία της από τόπους συνυφασμένους με την πορεία του Ελληνισμού. Η καταγραφή της τεκμηριώθηκε φωτογραφικά από τρεις φωτογράφους, τη Λίζα Εβερτ, την Ντόρα Μηναΐδη και τη Μαρία Φακίδη, που επί πολλά χρόνια ταύτισαν τη δουλειά τους με την καταγραφή τόπων, στους οποίους έχει αφήσει έντονα τα ίχνη της η παρουσία ελληνικών πληθυσμών. Κείμενο και φωτογραφίες τυπώθηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο «Πόντος- Ανατολία», που κυκλοφόρησε το 1989 από τις Εκδόσεις Λούσης Μπρατζιώτη. Από εκείνη την καταγραφή φιλοξενούμε εκτεταμένα αποσπάσματα.

Aκολουθώντας τον κεντρικό δρόμο μέσα από το φαράγγι του ποταμού Πυξίτη, αφήσαμε 31 χιλιόμετρα πίσω μας την παραθαλάσσια Τραπεζούντα, περάσαμε από το βυζαντινό κεφαλοχώρι Δικαίσιμο κι ακολουθούμε τώρα τον ανατολικό παράδρομο που οδηγεί στη Μονή Σουμελά.

Τέσσερις ώρες χρειάζονταν οι προσκυνητές τα παλιά χρόνια για να καλύψουν τα 17 χιλιόμετρα από το Δικαίσιμο ώς τα πόδια του μοναστηριακού λόφου. Τέσσερις ώρες μέσα στα καταπληκτικά δάση που κρύβουν τον ουρανό και κρατούν το πούσι χαμηλά, ανάμεσα στη βρεγμένη γη, τις φτέρες και τα πυκνόφυλλα κλαδιά τους. Ακούς τα τρεχούμενα νερά γύρω, μα δεν τα βλέπεις. Περνάς τα φαράγγια που συγκλίνουν πάνω από το κεφάλι σου, μέσα στην αραιή ομίχλη.

Ανηφορίζουμε διασχίζοντας τις εκτάσεις που ανήκαν στο μοναστικό κράτος της Σουμελά, το «αυτοδέσποτον και αυτεξούσιον» καθώς το χαρακτηρίζουν οι Μεγαλοκομνηνοί στα πέντε χρυσόβουλλα που εξέδωσαν υπέρ της Μονής και το επιβεβαιώνουν τα σιγίλλια, με τα οποία ανανέωναν οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως τα προνόμιά της σε όλη τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας. Τα πέντε-έξι υποστατικά, που βρίσκονται πάνω στο δρόμο, ήταν όλα εξαρτήματά της. Αποθήκες, μετόχια, εργαστήρια, υδρόμυλοι. Το «χωρίον» Δουβερά, το Κουσπίδιον, ο Άγιος Ιωάννης, όλα ανήκαν στο πελώριο κτήμα. Στα τέλη ακόμα του περασμένου αιώνα, η Μονή έλεγχε 15 οικισμούς στην περιοχή και όλα τα χωριά της Σάντας με τους 7.000 κατοίκους τους. (…)

Είναι σωστό να χρονολογήσουμε την ίδρυση της πολιτείας των ασκητών γύρω στο 1000, όταν πια και οι τελευταίοι Αραβες είχαν εγκαταλείψει το αρμενικό και το μικρασιατικό οροπέδιο κι ο ορεινός Πόντος δεν κινδύνευε από ληστρικές επιδρομές. Οι πόλεμοι είχαν σταματήσει και ο τόπος ηρέμησε για λίγο. (…)

Ενα χρυσόβουλλο έγγραφο που εξέδωσε ο Ιωάννης Β΄ (1280-1297) είναι η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για τη Μονή. Εκεί περιγράφονται, με κάθε λεπτομέρεια, τα κτήματα και τα χωριά που της παραχωρεί κι αναφέρονται ονομαστικά οι σαράντα αρχηγοί των οικογενειών που θα δουλεύουν ως πάροικοι στα κτήματά της και θα φρουρούν τα περάσματα. (…) Το προνομιακό καθεστώς, τη μεγάλη περιουσία, την απαλλαγή από τους φόρους και την υπαγωγή της Μονής στη «βασιλική αυθεντία» διατήρησαν με σεβασμό και οι οθωμανοί κατακτητές μετά το 1461. Πέρα από τα πολιτικά κίνητρα αυτής της έγνοιας που είχε αποκτήσει, η Παναγία η Σουμελιώτισσα άγγιζε κάθε θεοφοβούμενο. (…)

Γύρω από τον τραπεζόσχημο λόφο

Το συγκρότημα των Ποντικών Αλπεων (Κara Deniz Daglari) καταλαμβάνει ολόκληρο τον Ανατολικό Πόντο, αναπτύσσεται παράλληλα στη θάλασσα και εκτείνεται σε μήκος 550 χιλιομέτρων. Αυτές οι δασοσκεπείς πλαγιές ανεβαίνουν απότομα ώς τις ψηλότερες βορινές κορυφές που φτάνουν στα 2.510, τα 3.063, τα 3.937 μέτρα. Εδώ σταματούνε και τα σύννεφα που έρχονται από τη θάλασσα. Οι νότιες πλαγιές των Αλπεων, αυτές που αντικρύζουν το αρμενικό οροπέδιο, είναι γυμνές.

Ο ποταμός Πυξίτης (Ρiskala Dere), ένας από τους δεκάδες ποταμούς που μαζεύουν τα νερά της βροχής, τα λειωμένα χιόνια και τους πάγους, κατεβαίνει προς τη θάλασσα χαρακώνοντας κάθετα το εντυπωσιακότατο βουνό, το οποίο οι αρχαίοι ονόμαζαν Παρυάδρη. Πάνω από τα 2.000 μέτρα ο χειμώνας διαρκεί οκτώ- εννιά μήνες.

Το καλοκαίρι όμως το φρεσκότατο παχύ χορτάρι καταυγάζει δροσιά. Λαμποκοπά το ζωηρό πράσινο χρώμα του και αντανακλά τη διαύγεια του καθάριου πρωινού ουρανού. Η καταιγίδα φτάνει αργά, λίγο μετά το μεσημέρι.

Η βλάστηση

Κάτω από τα θερινά βοσκοτόπια, από τα 2.000 ώς τα 1.200 μέτρα, τα πυκνά ελατοδάση και η μαύρη πεύκη κρύβουν τον ουρανό κι εμποδίζουν το φως να φτάσει μέχρι τις φτέρες που σκεπάζουν την υγρή γη. (…) Κάτω από τα 1.200 μέτρα, τα κωνοφόρα παραχωρούν τη θέση τους στα πλατύφυλλα και στα οπωροφόρα.

Κρανιές, βαλανιδιές και δρυοδάση, καρπίνοι, κλήθρες, πλατάνια και άγριες βερικοκιές, φτελιές, σφεντάμια, κερασιές και καστανιές, καρυδιές και φουντουκιές φτάνουν ώς το κύμα.

Εδώ, δυτικά των εκβολών του Πυξίτη, ένας επιμήκης λόφος ξεχωρίζει από τα γύρω πρόβουνα και κατεβαίνει ώς τη θάλασσα σχηματίζοντας τρεις τραπεζοειδείς ταράτσες. Δύο χείμαρροι, που έρχονται από το βουνό, ακολουθούν τις μακριές πλευρές του λόφου και χύνονται στη θάλασσα. Ετσι δημιουργούνται δύο βαθιές χαράδρες που αποτελούν τη φυσική οχύρωση του στενόμακρου υψώματος. Πίσω, το βουνό είναι απροσπέλαστο. Μπροστά, ανοίγεται η σκοτεινή θάλασσα.

Αυτόν τον γερά οχυρωμένο τραπεζόσχημο λόφο διάλεξαν οι Σινωπείς για να χτίσουν τη νέα τους αποικία στον Ανατολικό Πόντο, τον 7ο π.Χ. αιώνα.

Στ΄ ανατολικά, ένας πολύ χαμηλότερος λόφος προβάλλει στη θάλασσα και προστατεύει από τους δυτικούς ανέμους τον όρμο του Δαφνούντα.

Εδώ συγκέντρωναν κι από δω φόρτωναν οι Σινωπείς τις πρώτες ύλες που έστελναν στο Αιγαίο. Μεταλλεύματα και ξυλεία. (…)

Η απομόνωση

Aν ο κάθε τόπος κρύβει ένα μυστικό για την κατανόηση της σημασίας του μέσα στο χρόνο, τότε η γεωπολιτική απομόνωση του Πόντου, σε συνδυασμό με τη στρατηγική του θέση, είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για τη γνωριμία του χώρου και της ιστορίας του.

Οι δυσμενείς όμως γεωφυσικές συνθήκες, που αποκόβουν αυτό το κομμάτι της βορινής Μικράς Ασίας από την άμεση και την ευρύτερη περιφέρειά του, καταργούν την ύψιστη στρατηγική του σημασία και αναιρούν το παραπάνω αξίωμα. (…)

Το κλειδί για την αποκάλυψη του μυστικού που βαστά αυτός ο χώρος είναι η δυναμική παρέμβαση των Ελλήνων στη γεωγραφική πραγματικότητα, ο διαρκής αγώνας για την τιθάσευση των στοιχείων της φύσης, ο ανεξάντλητος πλούτος της ψυχής τους που αντιτάχθηκε στο μοιραίο και ανέτρεψε τα αναπόφευκτα ιστορικά δεδομένα κυριαρχώντας, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά, στην ιστορία ενός τόπου που βρίσκεται πέρα από τα φυσικά όρια της ελληνικής ακτίνας επιρροής. (…)

Ανατολικός Πόντος ονομάζεται η ορεινότατη περιοχή ανατολικά της αρχαίας Αμισού (Samsun) και της πεδιάδας που σχηματίζουν οι ποταμοί Αλυς (Κizil Ιrmak) και Ιρις (Υesil Ιrmak) ώς τα σύνορα της Τουρκίας με τη Γεωργία.

Τα κειμήλια και οι αρχαιοκάπηλοι

Βρισκόμαστε στον προστατευμένο εθνικό δρυμό Μaryemana, που φυλάσσεται από τη δασική υπηρεσία της Τουρκίας. Ο πρώτος φύλακας αρχαιοτήτων τοποθετήθηκε εδώ το 1972, όταν η καταστροφή είχε πια ολοκληρωθεί.

Ανηφορίζουμε τώρα τον σκληρό δρόμο της εθνικής αυτογνωσίας. Είναι νωρίς το πρωί μιας καλοκαιρινής μέρας. Στάζουν δροσιά τα δέντρα, γλιστρούν τα φύλλα στο δασικό μονοπάτι, η βοή του ποταμού Παναγία που τρέχει στο βάθος του φαραγγιού κι αντιλαλεί, όσο ανεβαίνεις, είναι ο μοναδικός ήχος που σε συνδέει με το παρελθόν… Φεβρουάριος του 1923. Οι τελευταίοι μοναχοί εγκαταλείπουν μέσα στη νύχτα το μοναστήρι και φεύγουν για να σωθούν στην Τραπεζούντα. Ο ιερός χώρος έγινε το κρησφύγετο των λαθρεμπόρων. Η πυρκαγιά του 1930 αποτελείωσε το ιερόσυλο έργο των αρχαιοκαπήλων και των τυμβωρύχων.

Ψιλοβρέχει. Πάνω από το κεφάλι μας κρέμεται ο τετραώροφος ξενώνας της Μονής… «Θλίψις γαρ έχει με, σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ πού προσφύγω ο άθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος». Εξήντα τέσσερα σκαλιά στον γκρεμό οδηγούν στην είσοδο. Από δω φαίνεται ολόκληρος ο εσωτερικός χώρος. Αυτό το ξεπατωμένο ερείπιο υπήρξε το θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο όλων των ορθοδόξων της Μαύρης Θάλασσας, ελληνοφώνων και μη. Από δω έφευγαν οι ιεραπόστολοι για τον Καύκασο και τη Ρωσία κι εδώ κατέφθαναν τα πλούσια δοσίματα των ηγεμόνων της Ουγγροβλαχίας. Εδώ αναβίωσε η βυζαντινή λαμπρότητα, όταν επαναλειτούργησαν τα μεταλλεία της Αργυρουπόλεως, κι εδώ δούλευαν οι πόντιοι αγιογράφοι του 18ου αιώνα. Ο Σάββας από την Οινόη, ο ιεροδιάκονος Ιερόθεος. Από δω έφυγαν οι 67 χειρόγραφοι κώδικες και τα 150 βιβλία που βρίσκονται στο Μουσείο της Αγκυρας. Κι εδώ ξαναγύρισε το 1930 ο καλόγερος Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης για να ανοίξει την κρύπτη στο μετόχι της Αγίας Βαρβάρας και να πάρει, με την άδεια του πρωθυπουργού Ισμέτ Ινονού, τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον Σταυρό με το Τίμιο Ξύλο να τα πάει πίσω στους πρόσφυγες στη Μακεδονία. Γιατί… «παραμυθίαν ουκ έχω πλην σου, Δέσποινα του κόσμου» και η ξενιτιά είναι καημός πολύ μεγάλος.

Τον καιρό των Βυζαντινών

Η μεταφορά της ρωμαϊκής πρωτεύουσας, από τις όχθες του Τίβερη στην έξοδο της Μαύρης Θάλασσας, άλλαξε την πορεία της ιστορίας ολόκληρης της Αυτοκρατορίας, έδωσε νέα ώθηση στον Ελληνισμό της Ανατολής και ευνόησε ιδιαίτερα τις παλαιές ελληνικές αποικίες στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας. (…)

Με την ίδρυση της Επισκοπής Τραπεζούντος τον 5ο αιώνα, την ανέγερση εκκλησιών, την ανοικοδόμηση των τειχών και τα απαραίτητα έργα υποδομής που έγιναν για τον στρατωνισμό της 1ης Ποντικής Λεγεώνος, η πρωτοχριστιανική Τραπεζούντα αναδιοργανώθηκε και το λιμάνι του Δαφνούντα ξαναζωντάνεψε. (…) Σ΄ αυτόν τον νευραλγικό δρόμο κατέληγε ο μεγάλος δρόμος της Ανατολής κι από δω έφευγαν τα καράβια για την Κωνσταντινούπολη. (…)

Πλούτος, ζωηρή κίνηση και αύξηση του πληθυσμού είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την Τραπεζούντα στις αρχές του 6ου αιώνα, όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός χρηματοδότησε την κατασκευή του μεγάλου υδραγωγείου του Αγίου Ευγενίου. Η επιδείνωση όμως των τεταμένων σχέσεων με το Σασσανιδικό Βασίλειο των Περσών, οι συνεχείς παραβιάσεις της ειρήνης, τα μεθοριακά επεισόδια, οι λεηλασίες και το συχνό κλείσιμο των συνόρων είχαν δημιουργήσει τεράστια προβλήματα.

Το εκτεταμένο αρμενικό οροπέδιο είχε μετατραπεί σε θέατρο μόνιμου πολέμου. Οι Πέρσες βέβαια ποτέ δεν τόλμησαν να μπούνε στα βουνά για να φτάσουν στην Τραπεζούντα. Αλλά ο δρόμος που έφερνε το μετάξι από την Ανατολή έπαψε να λειτουργεί. (…) Η Τραπεζούντα έχασε την εμπορική σημασία της. Διατήρησε όμως τον έλεγχο του ορεινού δρόμου που οδηγούσε στα περσοκρατούμενα εδάφη.

Η καλλίστη των πόλεων

Τραπεζούς η πόλις, εν τη εώα πασών αρίστη, που σημαίνει η καλύτερη της Ανατολής. Αυτός είναι ο χαρακτηρισμός της Τραπεζούντας (τουρκικά, Τrapzon) τα χρόνια της μεγάλης εμπορικής και οικονομικής της ακμής στη βυζαντινή εποχή. Σήμερα, η πόλη, που βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα της Τουρκίας και ακόμα θεωρείται σημαντικό λιμάνι στη Μαύρη Θάλασσα, αριθμεί περί τους 250.000 κατοίκους. Η ιστορική Μονή της Παναγίας Σουμελά βρίσκεται σε απόσταση 36 χιλιομέτρων.

Αποικία της Σινώπης από τον 7ο αι. π.Χ., σταυροδρόμι εμπορικών δρόμων διά ξηράς και θαλάσσης, πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας της Νικαίας μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Σταυροφόρους, ορμητήριο των στρατευμάτων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κέντρο διοικητικής περιφέρειας, μεγάλο αστικό και πολιτιστικό κέντρο του Ελληνισμού του Πόντου ώς τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησε, η Τραπεζούντα με τη διαχρονική ακμή της γέννησε πολλούς θρύλους με πρωταγωνιστές ένδοξους αυτοκράτορες, λόγιους και σοφούς, ήρωες που πολέμησαν σαν λιοντάρια, αγίους και μάρτυρες.

Η Τραπεζούντα αναδείχθηκε σε σημαντικό οικονομικό και εμπορικό κέντρο λόγω κυρίως της γεωγραφικής της θέσης, με σημαντική αρχιτεκτονική και λαμπρό πολιτισμό. Η έρευνα μαρτυρά μια πόλη περιτειχισμένη και ισχυρή, έτοιμη να απαντήσει σε κάθε είδους εξωτερική απειλή, ο πολεοδομικός ιστός την εσωτερική οργάνωση της κοινωνίας, ενώ τα μνημεία της, έργα υψηλής αισθητικής και προϊόντα γόνιμης συνομιλίας διαφορετικών καλλιτεχνικών παραδόσεων, δικαιολογούν τον τίτλο «η καλλίστη των πόλεων» που της δόθηκε ήδη τον 11ο αιώνα από τον Πατριάρχη Ιωάννη Η΄ Ξιφιλίνο.

Αποικία της Σινώπης από τον 7ο αι. π.Χ., σταυροδρόμι εμπορικών δρόμων, πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, μεγάλο αστικό και πολιτιστικό κέντρο του Ελληνισμού

Δεκαέξι αιώνες στην «αγκαλιά» του όρους Μελά

Της Φωτεινής Στεφανοπούλου Φωτογραφίες Γιώργος Κατσάγγελος, καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ

Η θαυμαστή ιστορία της Μονής της Παναγίας Σουμελά, στην περιοχή της Τραπεζούντας, στον Πόντο, είναι θεμελιωμένη σε ακατάλυτους θρύλους και σε βαθιά πίστη. Η Μονή έζησε αιώνες δόξας αλλά από το 1922, απαγορευόταν να γίνουν θρησκευτικές τελετές. Η συνθήκη αυτή αλλάζει 88 χρόνια μετά. Δεκαέξι αιώνες το πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, κοντά στην Τραπεζούντα, είναι το σύμβολο του Ποντιακού Ελληνισμού. Αλλά πώς δημιουργήθηκε ο θρύλος της Σουμελά.

Πώς ιδρύθηκε, πώς αναπτύχθηκε και πώς έφτασε να αποτελεί σύμβολο των ορθοδόξων χριστιανών που κατάγονται ή ζουν στον Πόντο; Οι απαντήσεις, στις γραμμές που ακολουθούν.

H δημιουργία του ναού της Παναγίας της Σουμελά χάνεται στα βάθη του χρόνουκαι του μύθου. Σύμφωνα με μια διαδεδομένη παράδοση, το 386, οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος, που κατάγονταν από την Αθήνα, έψαχναν τόπο για να ιδρύσουν τη μοναχική τους σκήτη. Ξεκίνησαν από την Αθήνα, πέρασαν από τα Μετέωρα, έφτασαν στη Χαλκιδική και, από τη Χερσόνησο του Αθω, ένας άγνωστος τούς πήρε με το καράβι του ώς τη Μαρώνεια. Εφτασαν πεζοπορώντας στην Κωνσταντινούπολη και, στη συνέχεια, ύστερα από περιπετειώδη, πολυήμερη πεζοπορία, έφτασαν στην Τραπεζούντα.

Εκεί είδαν σε όραμα την Παναγία, που τους είπε ότι προπορεύεται «στο όρος Μελά» και τους ζήτησε να την ακολουθήσουν. Πιστοί, συνέχισαν την πεζοπορία.

Ένα δειλινό, οι δύο πεζοπόροι έφτασαν στο χωριό Κουσπιδή, όπου τους φιλοξένησε στο σπίτι του κάποιος χωρικός. Η οικοδέσποινα τους σερβίρισε δείπνο με ψάρια και ψωμί. Οταν οι μοναχοί άκουσαν ότι τα ψάρια ήταν από τον ποταμό Πυξίτη που κατεβαίνει από το όρος Μελά, δεν έκρυψαν τη χαρά τους. Το όρος Μελά ήταν ο προορισμός που τους είχε φανερωθεί στο όραμα. Τώρα πια είχαν βάσιμες ελπίδες ότι πλησίαζε το τέλος της διαδρομής, που επανασχεδιάστηκε με… πυξίδα τον Πυξίτη ποταμό.

Υψόμετρο 1.063

Ο πόθος να φτάσουν ως την κορυφή εξουδετέρωνε την κοπιαστική πορεία. Την επόμενη μέρα, οι κατάκοποι μοναχοί ξύπνησαν σε υψόμετρο 1.063 από το κελάηδημα των πουλιών και έκθαμβοι αντίκρυσαν μια ψηλή κορυφή και γύρω της να πετούν χελιδόνια, που φώλιαζαν στο χείλος μιας σπηλιάς. Σε εκείνη τη σπηλιά, ο Βαρνάβας και ο Σωφρόνιος βρήκαν την εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας που εθεωρείτο ότι την είχε φιλοτεχνήσει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Σύμφωνα πάντα με την ίδια παράδοση, η εικόνα είχε μεταφερθεί από αγγέλους.

Οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής Μονής Βαζελώνα κελί και στη συνέχεια σκαλιστή μέσα στο βουνό την εκκλησία της Παναγίας Σουμελά (Εις του Μελά- στου ΜελάΣουμελά). Το σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο. Και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές μπορούν να δουν το νερό να αναβλύζει από έναν γρανιτένιο βράχο.

Το νερό αυτό θεωρείται αγιασμένο, πιστεύεται ότι έχει θεραπευτικές ιδιότητες κι η δοξασία αυτή είναι διαδεδομένη όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους, που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται παρακαλώντας για το θαύμα της Παναγίας.

Η εικόνα διασώθηκε μέσα σε μια κρύπτη

H Μικρασιατική Καταστροφή και η ήττα, ο διωγμός και η προσφυγιά ήταν η μοίρα και της Μονής της Παναγίας Σουμελά, το 1922. Οι Τούρκοι με συστηματική έφοδο κατέστρεψαν, τότε, ολοσχερώς το μοναστήρι. Αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα της μονής, στη συνέχεια πυρπόλησαν τις εγκαταστάσεις της. Οι μοναχοί αναγκάστηκαν να φύγουν. Το μόνο που πρόλαβαν ήταν να φτιάξουν κρυψώνα μέσα στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας για να τοποθετήσουν, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ασφάλεια, την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Μανουήλ Κομνηνού- τα μεγαλύτερα σύμβολα εκ των κειμηλίων της μονής.

Χρειάστηκε να περάσουν μερικά χρόνια και, κυρίως, υπό τις ηγεσίες Ελευθερίου Βενιζέλου και Ισμέτ Ινονού, να επιχειρηθεί η ελληνοτουρκική προσέγγιση του 1930. Ο τούρκος πρωθυπουργός, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Αθήνα προκειμένου να επιβεβαιωθεί η αλλαγή στις σχέσεις των δύο χωρών, δέχθηκε να μεταβεί στον Πόντο ελληνική αντιπροσωπεία προκειμένου να παραλάβει τα κρυμμένα σύμβολα της μονής. Αποφασίστηκε επικεφαλής της αποστολής να τεθεί ο Αμβρόσιος Σουμελιώτης, προϊστάμενος στην εκκλησία του Αγίου Θεράποντα της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος είχε πληροφορηθεί από μοναχό που είχε καταφύγει στη Θεσσαλονίκη πώς θα προσπελάσει την κρύπτη με τα πολύτιμα κειμήλια. Ο Αμβρόσιος πήγε στον Πόντο, ξέθαψε τα τρία κειμήλια, τα έφερε στην Αθήνα τα παρέδωσε στον Χρύσανθο Φιλιππίδη, τελευταίο Μητροπολίτη Τραπεζούντας και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών.

Η ιστορία και οι συμβολισμοί της εικόνας θεωρήθηκε ότι δεν είναι σωστό να γίνει μουσειακό αντικείμενο. Δέκα χρόνια θαμμένη και είκοσι χρόνια φυλακισμένη. Ετσι από το 1952 αρχίζει για το ποντιακό στοιχείο μία νέα περίοδος. Η ελλαδική ιστορία της Παναγίας Σουμελά.

Το 1951-1952 ύστερα από πρόταση του τότε προέδρου του σωματείου «Παναγία Σουμελά» Θεσσαλονίκης Φίλωνα Κτενίδη και το ενδιαφέρον μερικών προσωπικοτήτων ευλαβών χριστιανών, η εικόνα παραχωρήθηκε στο σωματείο το οποίο και άρχισε την ανιστόρηση της μονής σε ένα επίπεδο του Βερμίου πάνω από το χωριό Καστανιά. Η κοινότητα Καστανιάς είχε παραχωρήσει δωρεάν 500 στρέμματα για την ανέγερση του προσκυνήματος. Η «Αθηνιώτισσα» και η «Σουμελιώτισσα» γίνεται προσφυγομάνα και «Βερμιώτισσα».

Πλούτος και πνευματική λάμψη

Οι ιδρυτές του μοναστηριού διεύρυναν τον ζωτικό χώρο του πολύ σύντομα. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν κατ΄ αρχάς τον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης. Και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας (όπου το 1922, στη διάρκεια του διωγμού, οι μοναχοί είχαν κρύψει την εικόνα της Παναγίας, καθώς και ορισμένα πολύτιμα κειμήλια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας).

Η φήμη και ο πλούτος που σώρευσε η Μονή της Παναγίας Σουμελά την έκαναν πολύ σύντομα στόχο κλεφτών. Σε κάποια από αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για να ανασυσταθεί από τον τραπεζούντιο Οσιο Χριστόφορο το 644.

Παρ΄ όλα αυτά, η μονή συνέχιζε να διευρύνει την επιρροή της και τη λάμψη της. Και στην πορεία του χρόνου, την προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας Ιωάννης Β΄ Κομνηνός (1285-1293), Αλέξιος Β΄ Κομνηνός (1293-1330), Βασίλειος Α΄ Κομνηνός (1332-1340).

Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Κομνηνοί στη Μονή της Παναγίας Σουμελά επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν και την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με σουλτανικά φιρμάνια. Οι σουλτάνοι Βαγιαζήτ Β΄, Σελήμ Α΄, Μουράτ Γ΄, Σελήμ Β΄, Ιμπραήμ Α΄, Μωάμεθ Δ΄, Σουλεϊμάν Β΄, Μουσταφά Β΄, Αχμέτ Γ΄ αναφέρονται στους κώδικες της μονής ως ευεργέτες. Και οι σουλτάνοι είχαν πιστέψει στα θαύματα της Παναγίας. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του Σελήμ Α΄ που θεωρείται ότι θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής.

Ολα αυτά τα χρόνια, εκτός από την εμβέλεια της μονής αυξανόταν και το κοινό που την επισκεπτόταν για προσκύνημα. Μέρος του κοινού αυτού, μετά το 1860, φιλοξενούνταν στον πανοραμικό τετραώροφο ξενώνα 72 δωματίων, που ανεγέρθηκε. Δημιουργήθηκαν επίσης και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη, με πολλά πολύτιμα έγγραφα και πολλά σημαντικά χειρόγραφα. Εκεί, το 1868, ο ερευνητής Σάββας Ιωαννίδης βρήκε το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο της παραλογής του Διγενή Ακρίτα. Στα τέλη του 19ου αιώνα, γύρω από τη μονή οικοδομήθηκαν κι άλλοι μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.

Οι θρύλοι

Οι ληστές και τα Καμένα

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ συχνά αντιμετώπιζε επιδρομές από αλλόπιστους ληστές. Σε μία τέτοια επιδρομή έπαθε μεγάλη ζημιά. Οι ληστές σκότωσαν μοναχούς, λεηλάτησαν τα αφιερώματα και άρπαξαν την Εικόνα για να μοιραστούν τα βαρύτιμα πετράδια και τον πλούτο των αφιερωμάτων. Επειδή δεν συμφωνούσαν στη μοιρασιά, αποφάσισαν να τη χωρίσουν σε τρία κομμάτια.

«Εμένα να μη με λογαριάστε» είπε ένας από τους τρεις και αποτραβήχτηκε. Οταν ένας από τους δύο σήκωσε το τσεκούρι για να μοιράσει την Εικόνα στα δύο μια βροντή ακούστηκε και μια αστραπή- κεραυνός άναψε το δάσος. Οι δύο ληστές εγκατέλειψαν την Εικόνα και έφυγαν τρομαγμένοι αλλά δεν πρόλαβαν να σωθούν. Κάηκαν ζωντανοί. Ο τρίτος, μετανιωμένος, έπεσε στα γόνατα και προσκύνησε την Εικόνα που βρέθηκε σε κοίλωμα βράχου κοντά στο αγίασμα. Το μέρος εκείνο που πήρε φωτιά ονομάστηκε «Καμένα» και ο ληστής που μετάνιωσε έγινε μοναχός και βοήθησε μαζί με άλλους καλογήρους να ξαναχτιστεί το μοναστήρι.

Ο σουλτάνος και ο ηγούμενος

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, ο Σουλτάνος Σελίμ Α΄ (1467-1520) περνούσε από την Τραπεζούντα με προορισμό τη Βαγδάτη, επικεφαλής μεγάλης στρατιάς, με στόχο μια γενικευμένη πολεμική σύρραξη με την Περσία. Σταμάτησε στη Μονή για να ξεκουραστεί και, για ένα βράδυ, δέχθηκε τις φιλόφρονες περιποιήσεις των μοναχών. Ο Σελήμ εντυπωσιάστηκε από την τάξη που επικρατούσε στη Μονή και ρώτησε τον ηγούμενο πώς καταφέρνουν και τα προλαβαίνουν όλα, ώστε τα πάντα να είναι στην εντέλεια. «Διότι δεν αναβάλλομε για το πρωί της αύριον την εργασίαν της εσπέρας της σήμερον», του απάντησε εκείνος.

Την επόμενη ημέρα, ο Σουλτάνος διέταξε να χαράξουν αυτό το απόφθεγμα, που τόσο τον εντυπωσίασε, στο αργυρένιο «ιμπρίκι» του νιπτήρα του, για να το χρησιμοποιεί ως οδηγό στην καθημερινότητά του. Οταν αργότερα έφτασε με τον στρατό του στα περίχωρα της Βαγδάτης, μπροστά στο ισχυρό φρούριο που έπρεπε να καταλάβει, τον επισκέφθηκε πρεσβεία των πολιορκουμένων. Οι Πέρσες του είπαν ότι η πόλη αποφάσισε να παραδοθεί την επαύριο και τον παρακάλεσαν να ανακόψει την πορεία του εκείνη τη μέρα.

«Αύριο», του είπαν, «θα μπορείς να μπεις νικητής, αφού η πόλη θα σου παραδοθεί, και να απολαύσεις τον θρίαμβό σου». Ομως ο Σελήμ οδηγούνταν πια από το ρητό του γέροντα της Μονής της Παναγίας Σουμελά.

Και δεν ανέκοψε την πορεία του. Η πόλη κατελήφθη την ίδια εκείνη μέρα. Για να πληροφορηθεί ότι, αν περίμενε όπως του ζήτησε η πρεσβεία των πολιορκουμένων, θα έφταναν σημαντικές δυνάμεις που αναμένονταν με αποτέλεσμα η κατάληψη της Βαγδάτης να γίνει αμφίβολη και, πάντως, σίγουρα πολύνεκρη.

Ενα προσκύνημα το 1911

Ο Σταύρος Κανονίδης, κάτοικος της ευρύτερης περιοχής της Τραπεζούντας, περιγράφει την επίσκεψή του στην Παναγία Σουμελά το 1911 με τα πόδια, όταν ήταν ακόμα παιδί, χωρίς την έγκριση των γονιών του. Το κείμενό του είναι από τις πλουσιότερες σωζόμενες περιγραφές του οδοιπορικού στη Μονή εκείνη την εποχή, όταν οι προσκυνητές έφταναν πεζοί.

«Ετούτα εδώ που θα ιστορήσω είναι μια υπόθεσις παρακοής. Και κάθε παρακοή έχει μαζί της, μέσα της, το σπέρμα της τιμωρίας. Το ότι εδώ η τιμωρία ήταν απαλή, το εξηγεί η ουσία της παρακοής που ήταν ευλαβής.

Για να πω την αλήθεια, μόνος μου εγώ δε θα το είχα επιχειρήσει αυτό που έγινε. Ούτε και θα μου περνούσε από το νου. Η σύλληψις ήταν του Γερίκα του Παπαναστάση και η δική μου αμαρτία το ότι δεν είχα τη δύναμη να αντισταθώ στον πειρασμό, που ήταν όμως μεγάλος. Αγκαλά, αν είχα με το πρώτο αρνηθεί, ούτε κι εκείνος θ΄ αποκοτούσε μοναχός του.

Ήταν παραμονές του ενηάμερου της Παναγίας. Οι μητέρες μας του Γερίκα και η δική μου και κόσμος πολύς από τη γειτονιά μας, που δεν είχαν πάγει στη μνήμη της Δεκαπενταύγουστο, συμφωνήσανε να πάνε τώρα στα ενηάμερα. Κι επήγαν όχι την προπαραμονή, αλλά τέσσερις μέρες πριν, όπως συνηθίζετο. Θα είχαν όλο τον καιρό να νηστέψουν, να εξομολογηθούνε, να μεταλάβουν. Τέλος θέρου ήταν κι αραίωναν κάπως οι σκληρές δουλειές του καλοκαιριού. Έτσι μπορούσε μια νοικοκυρά να ξεφύγει από τις καθημερινές λάτρες. Ξεκούραση ψυχής μαζί και σάρκας. Σοφό και το ότι είπαν να μη σύρουν κουτσούβελα και αμαρτίες από κοντά. Η μάνα μου μας τα εξήγησε όλα καλά πριν φύγει. Με είχε κιόλας πάει, τη χρόνια που πέρασε, μαζί της στο μοναστήρι, που με είχε ταμένον, από βαριά αρρώστια που είχα περάσει. Με χαρτζηλίκωσε με πενήντα παράδες, ένα καινούριο κέρμα των δέκα καπικίων, πράγμα σπουδαίο. Δεν μου συγχωρούνταν, λοιπόν, αυτό που έγινε. Έλα όμως που δεν ήταν το ίδιο και για τον Γερίκα, που τον έγελασαν, έλεγε, και ούτε το ήξερα πως θα πήγαιναν οι δικοί του. Και το έμαθε αφού έφυγαν.

Μίαν ολάκερη μέρα με κατηχούσε, για να μου πάρει το ναι. Δεν θα ήταν αλήθεια αν έλεγα πως δεν το ήθελα. Όποιος κάμει τρεις φορές το προσκύνημα στη Σουμελά, είναι σαν να πήγε μια φορά στον Αγιο Τάφο, έλεγαν οι γέροι. Κι εγώ το είχα κάμει μια φορά μονάχα. Με τρόμαζε όμως το τόλμημα. Και οι κίνδυνοι. Μοναχοί μας, χωρίς συντροφιά ηλικιωμένων ανθρώπων, είχα το φόβο πως δεν θα τα βγάζαμε πέρα με το καλό. Μια φορά τον περάσαμε τον δρόμο. Και ξέραμε πως εκεί, προς τα Καμένα, το μονοπάτι εδιχάλωνε σε ένα σημείο κι όλοι λέγανε πως ήταν εύκολο να μπερδευτεί κανείς εκεί και να χαθεί αν δεν είχε καλωσύνη. Και ο καλός καιρός στα μέρη εκείνα ήταν λαχείο. (…)

Δεν ξεκινήσαμε “σύννυχτα”, γιατί τον αγαπούσαμε κ΄ οι δύο μας τον αυγινό ύπνο. Δε βγήκε όμως ο ήλιος, όταν αφού σκαρφαλώσαμε “κοφτά” “ας τα Πλακία” αφήσαμε πίσω μας τα “Κώμια”, του “Κολέα” και ζυγώναμε στον “Καταρράκτη”. (…)

-Κρατείς λεπτά μαζί σου; Ρώτησε ο Γέρικας. Του είπα για τις πενήντα παράδες. Είχε κι εκείνος άλλες τριάντα. Μας φτάνανε. Το πολύ που θα μας χρειαζόντανε ήταν να πληρώσουμε κάναν Τούρκο τσομπάνη, αν χρειασθεί, να μας δείξει το μονοπάτι. (…)

Οι καλύβες του Μετζητιού ήσαν αδειανές. Της Αησιωτήρας, στις 6 Αυγούστου, τελειώνει ο θέρος στα τσαΐρια και τότες κατεβαίνουν από τα ψηλά οι ρωμάνες, κι οι βουκόλοι και τα γελάδια στα χαμηλά. Έτρεξα όμως να δω την καλύβα του παππού, το Χατζηφωτέικο, και σμίξαμε πάλι στη βρύση για να ξεδιψάσουμε, γιατί πολύ δρόμο από δω και πέρα δεν θα βρίσκαμε νερό. Τώρα το δρομάκι άνοιγε στο φρύδι του διάσελου μονότονο, ατελείωτο. Αφήκαμε δεξιά το Μυλοκοπείον, το νταμάρι όπου έκαβαν τις μυλόπετρες. Προσπεράσαμε τον Αηστοφόρο, λαραχανίτικο στανοτόπι.

Ενα κοπάδι, θα ήταν καμιά διακοσαριά πρόβατα, ερχόταν προς το μέρος μας. (…) Ηταν οι πρώτες ζωντανές ψυχές από τον Αεν-Ζαχαρέαν κι εδώθε που ανταμώναμε. Θα ήταν οι τελευταίες. Τούτη η σκέψη μας έκανε να πάρουμε γρήγορα γρήγορα την απόφαση να ρωτήσουμε για το δρόμο. Ο Γερίκας προχώρησε κι έπιασε κουβέντα. Κουβέντα είναι ένας λόγος. Το τι θα ρωτούσαμε το είχαμε μιλήσει όχι μια φορά στο δρόμο. Εξεσκονίσαμε τις λιγοστές απαραίτητες λέξεις που ξέραμε. Και δοκιμάσαμε να τις βάλουμε στην αράδα. Ετσι όπως τα μωρά.

– Μαριάμ ανά, γιολού.

Θα ρωτούσαμε το δρόμο της Παναγίας, κι αυτός θα καταλάβαινε. Κι αλήθεια, δε δυσκολεύτηκε να μπει στο νόημα αμέσως. Είδα ν΄ ανοίγει μεγάλα τα μάτια του. Ηταν απορία στο βλέμμα του και θαυμασμός, αλλά ήταν και φιλία. Πρόσχαρη παιδική ανταπόκριση.

Για το Μοναστήρι; Δεν έχουμε να περπατήσουμε πολύ ακόμα, ως εκεί που χωρίζει το μονοπάτι. (…)

Ανεβήκαμε τη μεγάλη πέτρινη σκάλα, με τα εξήντα στενά σκαλοπάτια της και φτάσαμε στην πύλη. Στη Σουμελά αν δεν δρασκελίσεις αυτή την πόρτα, ούτε βλέπεις, ούτε μαντεύεις τίποτα. Κι αφού μπεις θα κατέβεις άλλα εκατό παραπάνω από διπλάσια, ξύλινα ετούτα. Μόνο τότε θα αρχίσει να σου αποκαλύπτεται η πελώρια σπηλιά, όπου η ευλάβεια των γενεών δουλεύοντας με υπομονή και με αγάπη, πολλούς αιώνες, την έκανε ασκητήριο ψυχών και προσκύνημα λαών. Την γέμισε εκκλησίες και παρεκκλήσια και μελετητήρια και σκήτες. Την ζωγράφισε και την ωράισε και τα έβαλε όλα στην υπηρεσία της πνευματικότερης ανθρώπινης ανάγκης, της λατρείας του Θεού. Η Σουμελά είναι ένας πελώριος οικισμός, όπου τ΄ αχνάρια όλων των εποχών, από τότε που πρωτοστήθηκε, τα ξεχωρίζεις στην αδιάλειπτή τους συνέχεια. Θεμελιωμένος πάνω σε γκρεμό που κατηφορίζει δασωμένος προς την κοιλάδα που την μαντεύεις, δεν την βλέπεις… έχεις την εντύπωση πως μετεωρίζεσαι πάνω από κόσμο αλλοτινό. Τετραώροφο είναι τούτο το κτίσμα του κεντρικού ξενώνα.

Άλλο τόσο, όσο του ξενώνα το ύψος, πιάνει η πέτρινη θεμελίωση με τις αποθήκες του Μοναστηριού και δεν κατορθώνει όλο τούτο το ανθρώπινο κτίσμα να φτάσει στα μισά του ύψους της θεόρατης πύλης, που τελειώνει σε ένα ημιθόλιο, σαν τα γνώριμα του Αγίου Βήματος των Βυζαντινών μας εκκλησιών. Κάτω από αυτό το ημιθόλιο, σε μια αρμονική αταξία συνωθούνται κελιά, ξενώνες, καμπαναριά, εκκλησίες, προαύλια παλιά και νεότερα, όπου τις ημέρες του Δεκαπενταύγουστου βούιζαν σαν μελίσσια χιλιάδες ανθρώπων. »Στο κέντρο του ημιθόλιου, λίγο ψηλότερα από το επίπεδο του τελευταίου ορόφου των ξενώνων, ένα άλλο βαθύτερο άνοιγμα στην κοιλιά του βράχου σχηματίζει το καθολικό της Κοιμήσεως, που μονάχα η πρόσοψις και η γωνία του μεσημβρινού του κλήτους αντιπροσωπεύει ανθρώπινο κτίσμα. Όλη η ορoφή της δεύτερης τούτης σπηλιάς είναι ιστορημένη από τη μια άκρη ως την άλλη. Ιστορημένοι και οι κτιστοί τοίχοι μέσα κι όξω, όπως και όλη η εξωτερική επιφάνεια του κουβουκλίου του Αγίου Βήματος, που ξεβαίνει λίγο πλάγια, προς τα αριστερά της πρόσοψης, μικρό σαν κομψοτέχνημα, με τον μικρό του τρούλο και με την λεπτότητα των γραμμών και τη χάρη της Γοργοεπήκοης της Αθήνας.

Ο χρόνος, οι ομίχλες και οι καπνοί έχουν αδικήσει την πλούσια εικονογράφηση. Μικρός όσες φορές πήγαινα, με στεναχωρούσε πολύ η αδυναμία μου να τους εξηγώ τούτους τους σκοτεινούς τετράγωνους πίνακες στους τοίχους, ένοιωθα την ίδια αδυναμία και την ίδια περιέργεια που νοιώθει κανείς μπροστά σε βιβλίο, όπου τα γράμματα του είναι γνωστά, άγνωστες όμως οι λέξεις. Μεγάλος όμως δεν είχα την τύχη να τις ξαναδώ…».

Το κείμενο του Σταύρου Κανονίδη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία», τχ. 484-488, 1951

Πηγή: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artid=4589074

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΤΟΚΟΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ιερά Μονή Στουδίου(ή των «ακοιμήτων μοναχών)

Συγγραφέας: kantonopou στις 20 Ιουλίου 2010

 stouditis.jpg

Η Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννη του Στουδίου, γνωστή απλά ως Μονή Στουδίου (ή των «ακοιμήτων μοναχών), ήταν σπουδαίο μοναστήρι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη Βαπτιστή, χτισμένο στον Ξηρόλοφο, τον έβδομο λόφο της Κωνσταντινούπολης, έχοντας σημαντική συμβολή στη θρησκευτική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της Πόλης. Μετατράπηκε σε οθωμανικό τέμενος, γνωστό σήμερα ως Ιμραχόρ Τζαμί.

        Ιδρύθηκε μάλλον πριν το 454 από κάποιον Συγκλητικό ονόματι Στούδιο, ο οποίος είχε αναδειχθεί ύπατος της Κωνσταντινούπολης από το 457 και από τον οποίο πήρε και το όνομά της. Αυτός θαύμαζε το μοναχικό βίο και μέσα σε μια μεγάλη έκταση που κατείχε, έκτισε μια τρίκλιτη βασιλική, η οποία ήταν αφιερωμένη στον Ιωάννη τον Πρόδρομο, τον πρώτο ασκητή. Εκεί εγκαταστάθηκε αδελφότητα μοναχών, που ονομάστηκαν ακοίμητοι, καθώς προσεύχονταν αδιάλειπτα νυχθημερόν. Ο Θεοφάνης Ομολογητής τοποθετεί την ίδρυσή της περί το 463, επί αυτοκράτορα Λέοντα Α΄ και Πατριάρχου Γενναδίου Α΄.

      Η Μονή Στουδίου είχε δικό της Τυπικό («υποτύπωσιν») και πλούτισε την εκκλησιαστική υμνολογία με νέους ύμνους και κανόνες, οι οποίοι υιοθετήθηκαν αμέσως από την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, αντικαθιστώντας την παλιά υμνογραφία. Το Τυπικό της Μονής αποτέλεσε πρότυπο για πολλές άλλες, τόσο στην επικράτεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όσο και στη Ρωσία, μετά τον 11ο αιώνα. Στα χρόνια του Ιωάννου Τσιμισκή, ο Ευθύμιος Στουδίτης συνέταξε το πρώτο Τυπικό του Αγίου Όρους.

       Μεγάλη ακμή γνώρισε επί των ημερών του Θεοδώρου Στουδίτη (9ος αιώνας) και ύστερα, οπότε με την εγκατάσταση της αδελφότητας των Σακκουδιτών η μοναχική αδερφότητα έφτασε να αριθμεί πάνω από 700 μοναχούς. Στους αιώνες που λειτούργησε απέκτησε μεγάλη φήμη, αναδείχθηκε στην πολυπληθέστερη Μονή της Πόλης και αποτέλεσε πνευματικό κέντρο της Αυτοκρατορίας.Οι μοναχοί της ονομάζονταν Στουδίτες και η οργάνωση του βίου τους αποτέλεσε πρότυπο για ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο. Τρεις Αυτοκράτορες αποσύρθηκαν εκεί και έγιναν Στουδίτες, ενώ τρεις Στουδίτες έγιναν Πατριάρχες. Έπαιξε σπουδαίο ρόλο κατά την Εικονομαχία, κατά τη διάρκεια της οποίας υπέφερε πολλά, καθώς οι μοναχοί της αναδείχτηκαν αγωνιστές της Ορθοδοξίας και υπερασπιστές της τιμής των εικόνων. Κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας έκλεισε, καθώς της επιβλήθηκαν όροι που οι μοναχοί αρνήθηκαν να δεχθούν. Ανασυστήθηκε το 1294 με τις γενναιόδωρες χορηγίες του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αδερφού του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’, και λειτούργησε μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453. Τον 14ο αιώνα κατείχε την κορυφαία θέση μεταξύ των μονών της Κωνσταντινούπολης και ο εκάστοτε ηγούμενός της συμμετείχε στις εργασίες της Πατριαρχικής Συνόδου.

      Στη σπουδαία βιβλιοθήκη της Μονής θησαυρίζονταν έγγραφα, επιστολές και υλικό που αφορούσε στα περιουσιακά στοιχεία και τα προνόμιά της. Επιπλέον, η Μονή περιλάμβανε σχολή αντιγραφέων, τα χειρόγραφα της οποίας ήταν περιζήτητα σε ολόκληρο το Χριστιανικό κόσμο και πολλά από αυτά σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες της Δυτικής Ευρώπης και της Ανατολής. Στη Μονή φυλάσσονταν επίσης πολλά ιερά λείψανα, μεταξύ των οποίων η κάρα του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, του πατέρα του Ζαχαρία, και του Αγίου Θεοδώρου, αλλά τα περισσότερα χάθηκαν στην περίοδο της Φραγκοκρατίας.

        Η εκκλησία της Μονής, που βρίσκεται στο κέντρο του μοναστικού συγκροτήματος, ανήκει στον παλαιό τύπο της βασιλικής, όμοια με τις εκκλησίες που ανήγειρε ο Μέγας Κωνσταντίνος. Αποτελείται από τρία κλίτη, μια μεγάλη πολυγωνική κόγχη του ιερού, ένα μεγάλο ορθογώνιο αίθριο δυτικά και γυναικωνίτη που περιβάλλει τον κυρίως ναό. Η διακόσμηση του ναού ήταν εκπληκτική, όπως αναφέρουν πολλοί περιηγητές. Πολλοί ιστορικοί, χρονικογράφοι και περιηγητές έχουν καταγράψει γεγονότα που σχετίζονται με τη Μονή Στουδίου. Μεταξύ αυτών οι: Θεοφάνης, Λέων Γραμματικός, Μιχαήλ Ατταλειάτης, Γεώργιος Ακροπολίτης, Γεώργιος Κεδρηνός, Μιχαήλ Γλυκάς, Νικήτας Χωνιάτης, Νικηφόρος Γρηγοράς και Συμεών ο Μεταφραστής.

      Περί το 1481, η βασιλική μετετράπη σε τέμενος από τον ιπποκόμο του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄, Αλβανό Ελιά Μπέη και πήρε το όνομα Μιραχόρ ή Ιμραχόρ τζαμί ή «Τζαμί του ιπποτρόφου». Το 1782 κάηκε, το 1894 επλήγη από σεισμό, ενώ το 1920 κάηκε ξανά. Σήμερα υπάρχουν τα ερείπιά της. Το εξαιρετικό ψηφιδωτό δάπεδο του 13ου αιώνα με τα γεωμετρικά σχέδια και τις μινιατούρες ζώων και πουλιών είναι σήμερα εκτεθειμένο στον ήλιο και τη βροχή και σιγά σιγά καταστρέφεται. Τα υπολείμματα του τεράστιου μοναστικού συγκροτήματος που ήταν διασκορπισμένα γύρω από το ναό, όπως περιγράφονταν από διάφορους περιηγητές, δεν υπάρχουν πλέον, καθώς χρησιμοποιήθηκαν από τους κατοίκους της περιοχής για να επανοικοδομήσουν τα σπίτια τους μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1920.

Απόhttp://el.wikipedia.org/wiki/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

29 Μαΐου 1453. Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης

Συγγραφέας: kantonopou στις 29 Μαΐου 2010

iu81.jpg

Ήταν ημέρα Τρίτη όταν η “Βασιλεύουσα” έπεσε στα χέρια των Αγαρηνών.

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης απετέλεσε την συγκλονιστικότερη είδηση που γνώρισε ποτέ ο άνθρωπος σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης. «Η πόλις εάλω!!!» 

Οι ιστορικοί συμφωνούν ότι η λεηλασία της πόλεως κράτησε, όπως είχε υποσχεθεί ο Μωάμεθ στους στρατιώτες του, τρεις ημέρες και τρεις νύχτες. Ο λαός σφάχτηκε ανελέητα.   Οι εκκλησίες με πρώτη την Αγία Σοφία λεηλατήθηκαν και μολύνθηκαν. Ένας ολόκληρος πολιτισμός χάθηκε, χιλιάδες βιβλία και εικόνες κάηκαν, κομματιάστηκαν ή πουλήθηκαν στα παζάρια.!!

Ο τελευταίος Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος όμως δεν πέθανε. Κανένας δεν τον αναγνώρισε νεκρό. Κανένας δεν ξέρει που είναι ο τάφος του. Ζει στα όνειρα του Έθνους. Η λειτουργία δεν τελείωσε. Η εκκλησία δεν τον ανακήρυξε Άγιο. Το Έθνος δεν τον τίμησε, όπως θα τον τιμούσε αν είχε πεθάνει.

«Άγγελοι τον παρέλαβαν, τον έλουσαν και τις πληγές του έπλυναν με μόσχο και με μύρο του έστρωσαν να κοιμηθεί σε κλίνη από βύσο κι’ Αρχάγγελοι με πύρινες ρομφαίες τον φυλάνε μέχρι νάρθει η ώρα του για να τόνε ξυπνήσουν.»

Η πόλη της Κωνσταντινούπολης χτίστηκε σε μία χερσόνησο χονδρικώς τριγωνική σε σχήμα. Τα τείχη της εκτεινόμενα από τη συνοικία των Βλαχερνών (στον Κεράτιο κόλπο), ως τη συνοικία του Στουδίου (στην Προποντίδα), είχαν μήκος περίπου τέσσερα μίλια.

Μελαγχολικά στέκονται σήμερα τα μοναδικά, όπως και η Βασιλεύουσα, αυτοκρατορικά τείχη της Κωνσταντινουπόλεως. Χτίστηκαν από το Μεγάλο Κωνσταντίνο και αντικαταστάθηκαν αργότερα από το περίφημο, με δύο έως τρεις σειρές τείχος, του Μεγάλου Θεοδοσίου. Ίσως περιμένουν το Μαρμαρωμένο Βασιλιά με το Δικέφαλο Αετό.

Γεγονότα – Χρονολογίες.

6 Απριλίου.  Οι Τούρκοι άρχισαν τον αγώνα με ισχυρό βομβαρδισμό των τειχών. Όταν όμως έπεσε η νύχτα, οι αμυνόμενοι κατόρθωσαν να κάνουν τις επιβαλλόμενες επισκευές.

11 Απριλίου.  Ο Σουλτάνος έξω από τη σκηνή του δίνει οδηγίες ώστε να τοποθετηθούν τα μεγάλα πυροβόλα απέναντι από τα τείχη και από την επόμενη ημέρα άρχισε ο βομβαρδισμός για να διαρκέσει επί έξη εβδομάδες.

18 Απριλίου.  Δύο ώρες μετά τη δύση του ήλιου, ο Μωάμεθ που είχε περισσότερες ελπίδες στην ξηρά, διέταξε έφοδο κατά του Μεσοτειχίου με ακοντιστές, τοξότες και άνδρες της φρουράς των γενιτσάρων χωρίς όμως επιτυχία, παρά τον τετράωρο αγώνα.21 Απριλίου. Ο σουλτάνος με το επινοητικό του μυαλό, αποφάσισε να μεταφέρει πλοία από το Βόσπορο στον Κεράτιο Κόλπο, περνώντας τα από την ξηρά πάνω σε τροχοφόρα έλκηθρα, τα οποία θα ρυμουλκούσαν ομοζυγίες βοδιών και ομάδες ανθρώπων.

Οι σημαίες των πλοίων ανέμιζαν, οι σάλπιγκες ηχούσαν, ενώ το ένα πλοίο μετά το άλλο μεταφερόταν από το Βόσπορο στον Κεράτιο Κόλπο.

Γύρω στα εβδομήντα Τουρκικά πλοία μεταφέρθηκαν, τα οποία έβλεπαν οι Χριστιανοί φρουροί από τα τείχη.

13 Μαΐου.  Ολοκληρώθηκε η μετακίνηση των πλοίων, παρά τις αντιρρήσεις ορισμένων πληρωμάτων και η κύρια αποστολή των ναυτών ήταν να φροντίσουν για την επισκευή των τειχών.

23 Μαΐου.  Οι Τούρκοι προσπάθησαν να υπονομεύσουν και πάλι το τείχος των Βλαχερνών. Οι Χριστιανοί υπερασπιστές των τειχών περικύκλωσαν και συνέλαβαν μερικούς υπονομευτές, οι οποίοι αναγκάστηκαν να αποκαλύψουν όλες τις θέσεις των Τουρκικών υπονόμων, οι οποίες καταστράφηκαν κι’ έτσι οι Τούρκοι πλέον εγκατέλειψαν τις υπονομευτικές τους δραστηριότητες.

25 Μαΐου (Παρασκευή).  Ο Μωάμεθ προτείνει στον Αυτοκράτορα να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη με το Στρατό και τους αυλικούς του με αντάλλαγμα την ηγεμονία της Πελοποννήσου. Η απάντηση του Αυτοκράτορα ήταν ένα νέο «Μόλων Λαβε».

27 Μαΐου (Κυριακή).  Οι βομβαρδισμοί με τα τουρκικά πυροβόλα συγκεντρώνονται εναντίον του φράγματος στο εσωτερικό του Μεσοτειχίου. Ο Σουλτάνος περιέτρεξε καβάλα στο άλογο όλο το στράτευμα για να αναγγείλει ότι σύντομα θα γίνει η μεγάλη έφοδος.

28 Μαΐου (Δευτέρα).  Ολοκληρώνονται οι προπαρασκευές των Τούρκων για την τελική εξόρμηση.

 Ο ιστορικός Κριτόβουλος αναφέρει ότι ο Σουλτάνος κάλεσε το απόγευμα στη σκηνή του τους υπουργούς και στρατηγούς του και υπενθύμισε τα πλούτη που περιείχε η Πόλη και τα λάφυρα που σε λίγο θα ήταν δικά τους. Τόνισε ότι επί αιώνες είχαν ιερό πόθο να κυριέψουν την Πόλη, ότι οι Χριστιανοί ήταν λίγοι και εξαντλημένοι χωρίς εξωτερική βοήθεια.

 Μεγάλη λειτουργία τη νύχτα στην Αγία Σοφία. Οι υπερασπιστές της Πόλης και ο Αυτοκράτορας μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστήριων.

Έπειτα ο Παλαιολόγος καβάλα στην αραβική φοράδα του γύρισε στο παλάτι στις Βλαχέρνες, ζήτησε συγχώρεση από τους ανθρώπους του και συνοδευόμενος από τον πιστό του Φραντζή περιήλθε τα χερσαία τείχη και διαπίστωσε ότι οι πύλες του εσωτερικού τείχους ήταν κλειστές. Κατόπιν ο Αυτοκράτορας είπε στον Φραντζή να φύγει και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. Η μάχη άρχισε.

29 Μαίου (Τρίτη).  Κατά τη μια και μισή το πρωί ο Σουλτάνος έκρινε ότι όλα ήταν έτοιμα και έδωσε τη διαταγή της εφόδου. Ο ξαφνικός θόρυβος ήταν τρομακτικός. Σε όλη τη γραμμή των τειχών οι Τούρκοι όρμησαν με κραυγές, τύμπανα και σάλπιγγες.

Οι Χριστιανοί υπερασπιστές της Βασιλεύουσας περίμεναν στις θέσεις τους και όταν δόθηκε το σύνθημα του συναγερμού, άρχισαν να κτυπούν οι καμπάνες των εκκλησιών, ενώ έσπευδαν γυναίκες μεταξύ αυτών και καλόγριες στα τείχη να βοηθήσουν στη μεταφορά υλικών για την ενίσχυση των οχυρωμάτων.

Οι γέροντες και τα παιδιά συνέρεαν στις εκκλησίες, πιστεύοντας στην προστασία των Αγίων και αγγέλων. Πλήθη πιστών, παραμερίζοντας την πίκρα από την ασέβεια στο ναό των Λατίνων και των εζωμοτών, εισήρχοντο στην Αγία Σοφία. Ιερείς που θεωρούσαν την ένωση με τη Ρώμη ως θανάσιμο αμάρτημα, προσήλθαν στο ιερό για να λειτουργήσουν μαζί με τους Ενετούς. Ο καρδινάλιος ήταν εκεί και πλάι του επίσκοποι που δεν είχαν αναγνωρίσει ποτέ την εξουσία του.

Όλες τις σκοτεινές ώρες πριν από την αυγή τα εκκλησιάσματα περίμεναν και προσεύχονταν στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Παναγία.

Η επίθεση των Βαζιβουζούκων εκδηλώθηκε σε όλο το μέτωπο με ισχυρότερη πίεση στην κοιλάδα του Λύκου, ύστερο από δίωρο όμως αγώνα ο σουλτάνος διέταξε να αποσυρθούν αφού κούρασαν τους Χριστιανούς υπερασπιστές των τειχών.Μόλις πρόλαβαν να ανασυγκροτήσουν οι Χριστιανοί τις γραμμές τους δέχονται επίθεση από συντάγματα Τούρκων της Μικράς Ασίας, καλά οπλισμένους και πειθαρχημένους που ρίχτηκαν με ορμή πάνω στο φράχτη, ανεβαίνοντας ο ένας πάνω στους ώμους του άλλου για να στηρίξουν τις σκάλες και να ανοίξουν το δρόμο για την κατάληψη της Πόλης.

Μια ώρα περίπου πριν την αυγή, ένα βλήμα από το πυροβόλο του Ουρβανού γκρέμισε μέρος του φράχτη και μια ομάδα από τριακόσιους Ανατολίτες ρίχτηκε μέσα από το ρήγμα, φωνάζοντας ότι η Πόλη ήταν δική τους. Οι Χριστιανοί, με επικεφαλής τον Αυτοκράτορα τους περικύκλωσαν, σκότωσαν αρκετούς και τους υπόλοιπους τους απώθησαν προς την τάφρο.

Η επίθεση ανακόπηκε και τα στρατεύματα γύρισαν πίσω αποθαρρύνοντας τον Ισάκ πασά.

Ο Σουλτάνος, ανήσυχος μήπως διαψευσθούν οι ελπίδες τους, έδωσε διαταγή να επιτεθούν γρήγορα τα στρατεύματα των γενιτσάρων, πριν προλάβουν οι Χριστιανοί να πάρουν αναπνοή και κάνουν πρόχειρες επισκευές στο φράχτη,

Ο αγώνας στο φράχτη ήταν τώρα σώμα προς σώμα. Εττί μια ώρα οι σκληροί γενίτσαροι προσπαθούσαν να ανοίξουν δρόμο απέναντι στους ολιγάριθμους εξασθενισμένους Χριστιανούς.

Στη γωνία του τείχους των Βλαχερνών, ακριβώς πριν ενωθεί με το διπλό Θεοδοσιακό τείχος, υπήρχε μια μικρή πύλη εξόδου, γνωστή με το όνομα Κερκόπορτα. Κατά τον αγώνα οι Μποκκιάρντι και οι άνδρες τους τη χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά εναντίον των ανδρών του Καρατζά πασά. Τώρα όμως, κάποιος, επιστρέφοντας από μία έξοδο, ξέχασε να την αμπαρώσει και μέσα στη σύγχυση μερικοί Τούρκοι πέρασαν μέσα από αυτή στην αυλή που ήταν πίσω της και άρχισαν να ανεβαίνουν μια σκάλα που οδηγούσε στην κορυφή των τειχών. 

Ο Σουλτάνος αντιλήφθηκε τον πανικό και φωνάζοντας «η Πόλη είναι δική μας» διέταξε τους γενίτσαρους να επιτεθούν. Σε λίγο πολλοί γενίτσαροι έφθασαν στο εσωτερικό τείχος και πάνω από την Κερκόπορτα κυμάτιζαν Τούρκικες σημαίες. Τότε ακούστηκε η κραυγή «Η Πόλη εάλω!».

Ήταν λίγο πριν από την ανατολή του ηλίου όταν ένας πυροβολισμός βρήκε στο στήθος του Τζιουστινιάνι ο οποίος παρακάλεσε να το μεταφέρουν μέσα στην Πόλη και από εκεί σε ένα Γενουατικό πλοίο. Μαζί του υποχώρησαν και οι στρατιώτες του και ο Αυτοκράτορας απέμεινε με λίγους Έλληνες στο πεδίο της μάχης μόνος και αβοήθητος.

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κάλπασε προς τα ρήγματα του φράχτη με το δον Φραντζίσκο ντε Τολέντο, το Θεόφιλο Παλαιολόγο και τον Ιωάννη Δαλμέση, πέταξε τα Αυτοκρατορικά εμβλήματα και δεν το ξανάδε κανείς.

Η τελευταία μικρή εστία αντίστασης ήταν οι Κρήτες ναύτες στους τρεις πύργους στην είσοδο του Κερατίου, οι οποίοι νωρίς το απόγευμα παραδόθηκαν με δυσφορία υπό τον όρο να μη θανατωθούν.

Οι σφαγές, οι λεηλασίες και οι καταστροφές στην Πόλη κράτησαν, σύμφωνα με την υπόσχεση του σουλτάνου, τρεις μέρες και τρεις νύχτες.

Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα.

α.  Στις 29 Μαΐου 1453 ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα.

β.  Για έντεκα αιώνες η Κωνσταντινούπολη απετέλεσε το κέντρο ενός κόσμου φωτός. Έγινε όμως έδρα θηριωδίας, αμάθειας και μεγαλόπρεπης ακαλαισθησίας.

γ.  Η Βασιλεύουσα έπεσε στα χέρα των Αγαρηνών, αλλά έπεσε σαν θρυλική ηρωίδα πολεμώντας ηρωικά ως το τέλος τους απίστους, εγκαταλειμμένη από τους Δυτικούς συμμάχους της.

δ.  Οι πραγματικοί Έλληνες θεωρούν τη μαύρη Τρίτη «αποφράδα» και αισθάνονται ρίγη εθνικής μνήμης όταν μιλούν για τον τελευταίο Αυτοκράτορα που αβοήθητος πάλεψε με τις ορδές των βαρβάρων.

ε.  Η ήττα αυτή της Κωνσταντινούπολης, τόσον αθλία όσο και αξιοθρήνητη, υπήρξε μία μεγάλη νίκη των Τούρκων, μια τρομερή καταστροφή των Ελλήνων, ένα αίσχος των Λατίνων.

στ.  Η Κερκόπορτα, ένας κόκκος άμμου, έκρινε την ιστορία του κόσμου.

Επίλογος.

 Όσοι επιθυμούν να γνωρίσουν με λεπτομέρεια τα της αλώσεως της “Βασιλίδος των Πόλεων” που ονομάσθηκε από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο «το Χάρμα και η Ελπίς του Γένους», δεν έχουν παρά να μελετήσουν το βιβλίο του ΓΕΣ/ΔΕΚ 1983 με τίτλο «Η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως» του πλέον έγκυρου και υπεύθυνου μελετητή του Βυζαντίου, του Βρετανού ιστορικού Στήβεν Ράνσιμαν, ο οποίος είπε ..” Τα κτήνη είναι του Θεού.  Οι κτηνωδίες είναι των βαρβάρων Aνθρώπων”!!

Εφημερίδα της Ξάνθης “Ακρίτας”

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ελληνοτουρκική κόντρα για το Βυζάντιο

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Φεβρουαρίου 2010

agiosdimitrios1.jpgΤο κληρονομικό δικαίωμα στον βυζαντινό πολιτισμό ετέθη στα εγκαίνια της έκθεσης με 600 έργα τέχνης και αντικείμενα στη Βόννη

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

ΒΟΝΝΗ Φαίνεται ότι ορισμένοι βυζαντινισμοί είναι αναπόφευκτοι ακόμη και στις αρχές του 21ου αιώνα… Προχθές το βράδυ το φουαγέ του Ομοσπονδιακού Μουσείου Τέχνης στη Βόννη ήταν κατάμεστο για τα εγκαίνια μιας από καιρό αναμενόμενης μεγάλης έκθεσης με τίτλο: «Βυζάντιο. Λάμψη και καθημερινή ζωή». Ο διευθυντής του Μουσείου Ρόμπερτ Φλεκ ξεκίνησε το λογύδριό του λέγοντας ότι η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα των προέδρων της Γερμανίας και της Τουρκίας Κέλερ και Γκιουλ αντίστοιχα. Για να προσθέσει στη συνέχεια χωρίς σχολιασμό ότι η ανάληψη της αιγίδας προτάθηκε και στην Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, αλλά οι δικές της «διπλωματικές συνήθειες» δεν επιτρέπουν την ανάληψη τέτοιων πνευματικών ευθυνών στο εξωτερικό. Ετσι οι συνήθειες, ακόμη και χωρίς να το θέλουν, απέτρεψαν τον κίνδυνο να θεωρηθούν συμβολικά Ελληνες και Τούρκοι εξίσου κληρονόμοι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Και τι θα γινόταν τώρα που τα πράγματα απέβησαν χειρότερα και οι Τούρκοι εμφανίζονταν ως μοναδικοί κληρονόμοι; Αυτή την αδόκητη αλλά και αφόρητη παρεξήγηση ανέλαβε να ξεκαθαρίσει ο υπουργός Πολιτισμού κ. Παύλος Γερουλάνος μιλώντας στους παριστάμενους. Μίλησε με πειθώ και πάθος για τη σημασία του Βυζαντίου και την πολυεθνική κοινωνία του, την οποία παρέβαλε με τη σημερινή ΕΕ. Και προκάλεσε πολλά χαμόγελα, καθόλου κακεντρεχή αλλά συγκαταβατικά, όταν επέμεινε ότι οι κοι νές παραδόσεις και οι κοινοί στόχοι μιας τέτοιας ένωσης επιβάλλουν και την αμοιβαία βοήθεια. Ολοι ήξεραν ότι ζητούμενο ήταν, έστω και στιγμιαία, η δημοσιονομική αρωγή των ευρωπαίων εταίρων σήμερα. Παρά την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των ημερών, η ιδιότυπη λατρεία των Γερμανών για το ελληνικό παρελθόν παραμένει αναλλοίωτη.

 Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.

Ενας γάτος που τον έλεγαν Αλοϊς

Η έκθεση της Βόννης δεν είναι μόνο ένας φόρος τιμής στην καθ΄ ημάς Ανατολή. Η βυζαντινή παράδοση της Ευρώπης ανακαλύπτεται ξανά, σε μια εποχή που αναζητεί κοινά σημεία μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αυτόν τον παιδευτικό ρόλο έχει αναλάβει ο μυστικός πρωταγωνιστής της έκθεσης στα μάτια των παιδιών, ο γάτος Αλοϊς. Είναι ο ήρωας ενός παραμυθιού που διαβάζεται στους μικρούς επισκέπτες σε ένα παρκάκι στημένο μέσα στην έκθεση. Ο τίτλος του είναι «Η Μπέρτα στο Βυζάντιο» και το ιστορικό του υπόβαθρο ο πραγματικός γάμος της βαυαρής πριγκίπισσας Μπέρτα του Ζούλτσμπαχ με τον Μανουήλ Ι Δ Κομνηνό. Στο παραμύθι η Μπέρτα παίρνει τον γάτο της στην Κωνσταντινούπολη, αλλά αυτός νιώθει μόνος και θέλει να γυρίσει στην πατρίδα του. Ο Αλοϊς θα λυτρωθεί από τη νοσταλγία μόνο όταν ερωτευθεί μια ανατολίτισσα ψιψίνα η οποία θα του μάθει όλη την Πόλη. Μια εισαγωγή για τα γερμανάκια στην πολυπολιτισμική βυζαντινή κοινωνία.

Τα εκθέματα του γερμανικού Μουσείου

Εξακόσια εκλεκτά εκθέματα από δεκάδες μουσεία παρουσιάζονται στη Βόννη, κατανεμημένα όχι χρονολογικά αλλά γεωγραφικά. Εικονογραφούν με τον τρόπο τους- ανασταίνουν κυριολεκτικά- δέκα βυζαντινά κέντρα, από την Κωνσταντινούπολη ως την Εφεσο και από τη Ραβέννα ως τη Μονεμβασιά. Εικόνες και κοσμήματα, μωσαϊκά και μεταξωτά υφάσματα, χειρόγραφα και αντικείμενα από ελεφαντόδοντο.

Περιδιαβάζοντας τα δέκα αυτά κέντρα μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την εξέλιξη της βυζαντινής τέχνης, από την εξωστρεφή Οσία Πελαγία με τα αμυγδαλωτά μάτια σε εικόνα του 7ου αιώνα από τη Μονή του Σινά ως τις εξαιρετικές εικόνες του 15ου αιώνα που έστειλε στην έκθεση το Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, με τους εσωστρεφείς αγίους, με τα λεπτά και ωχρά χαρακτηριστικά. «Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία», μας είπε η καλλιτεχνική επιμελήτρια της έκθεσης Καταρίνα Κρούμπαζικ, «δεν εξέλιπε με την άλωση της Πόλης.Οι παραδόσεις της επιβιώνουν και στη σημερινή Ευρώπημέσωόχι μόνο των ορθόδοξων εκκλησιών,αλλά και του νομικού συστήματος που στηρίχθηκε στο βυζαντινό».

Πηγή:http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=317334&dt=27/02/2010

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πανοραμική περιήγηση στην Αγία Σοφία

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Δεκεμβρίου 2009

iu81.jpg ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΕΡΙΗΓΗΘΕΙΤΕ  ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Βρέθηκε μολυβδόβουλο Βυζαντινού αυτοκράτορα στη Γερμανία

Συγγραφέας: kantonopou στις 14 Οκτωβρίου 2009

moly.jpgΤο μολυβδόβουλο βρέθηκε στα ερείπια πύργου κοντά στην Καρλσρούη.

Ένα μολυβδόβουλο, δηλαδή μια σφραγίδα του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ του Α’ του Κομνηνού (1143 – 1180), βρέθηκε στα ερείπια του πύργου Λίντελμπρουν, που βρίσκονται κοντά στην Καρλσρούη. Μάλιστα, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της ιστοσελίδας της Deutsche Welle (”DW”), το πολύτιμο αυτό εύρημα βρέθηκε σε βάθος μόλις 20 μέτρων κάτω από το αποκαλούμενο «παλάτιον» του πύργου, σ’ ένα βραχώδες ύψωμα 437 μέτρων.

Ήδη, οι ειδικοί της αρμόδιας για τη μεσαιωνική αρχαιολογία εφορίας της περιοχής – που είναι και η επιβλέπουσα των ανασκαφών – αλλά και ο αρχαιολόγος Σβεν Γκίτερμαν, από το Ινστιτούτο Αρχαιολογικών Επιστημών στο Φράιμπουργκ (προϊστορική, πρωτοϊστορική και μεσαιωνική αρχαιολογία), έκαναν τις πρώτες τους εκτιμήσεις σε ό,τι αφορά το βυζαντινό μολυβδόβουλο.

Μιλώντας στην «DW», ο Σβεν Γκίτερμαν εξήγησε ποια είναι τα χαρακτηριστικά που οδηγούν στο ασφαλές – κατά την άποψη του – συμπέρασμα ότι πρόκειται για μολυβδόβουλο του γνωστού και ως «αυτοκράτορα – ιππότη», δηλαδή του Μανουήλ Α’ του Κομνηνού, ο οποίος αποκαλούνταν από τους συγχρόνους του ως Μανουήλ Δεσπότης, ο πορφυρογέννητος.

Απεικονίζεται κι ο Μανουήλ Κομνηνός

Όπως ανέφερε, «υφίστανται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία μας οδήγησαν στο συμπέρασμα αυτό. Κυρίως, όμως, η κάθετη επιγραφή ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, στην εμπρόσθια όψη της σφραγίδας με το νεαρό, αγένειο πρόσωπο του Ιησού, γνωστό ως «τύπος Εμμανουήλ». Αυτό σημαίνει αναμφίβολα πως πρόκειται για μολυβδόβουλο του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού».

Μάλιστα, στην οπίσθια όψη της σφραγίδας απεικονίζεται ο ίδιος ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Ο αποκαλούμενος και πορφυρογέννητος φέρει στέμμα, από το οποίο κρέμονται μακριά «περπενδούλια» (δηλαδή, χρυσοί έλικες διακοσμημένοι με πολύτιμους λίθους, που κρέμονται από το στέμμα), ενώ φορά «διβητήσιον» (είναι μακρύ ένδυμα, που έφθανε μέχρι τον αστράγαλο) και λώρο (πρόκειται για μακριά μεταξωτή ταινία), με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, η οποία διπλώνεται χιαστί.

Στο δεξί του χέρι ο αυτοκράτορας κρατά «λάβαρον», σύμβολο της στρατιωτικής του εξουσίας και στο αριστερό φέρει την «ανεξικακία» (κυλινδρικό πουγκί από κόκκινο μετάξι με χώμα, σύμβολο του εφήμερου της ανθρώπινης ζωής). Από την επιγραφή του μολυβδόβουλου διακρίνονται καθαρά μόνον δύο γράμματα.

Με τη βοήθεια συγκριτικών μελετών, όμως, οι Γερμανοί αρχαιολόγοι κατόρθωσαν να αναπαραστήσουν την επιγραφή στο μολυβδόβουλο, η οποία είναι: «Μανουήλ Δεσπότης – ο πορφυρογέννητος». Η συγκεκριμένη περιγραφή της σφραγίδας περιλαμβάνεται και σε άρθρο του αρχαιολόγου Γκίτερμαν, που δημοσιεύτηκε στο ειδικό περιοδικό «Archaeologie in Deutschland» (Αρχαιολογία στη Γερμανία).

Πως βρέθηκε εκεί η σφραγίδα;

Βέβαια, για τους ειδικούς μελετητές της μεσαιωνικής, γερμανικής αρχαιολογίας ένα βυζαντινό μολυβδόβουλο του 12ου αιώνα δεν είναι ασυνήθιστο εύρημα. Εν προκειμένω, όμως, το θέμα είναι πως βρέθηκε στον πύργο Λίντελμπρουν. Ο αρχαιολόγος Γκίτερμαν ανέλαβε να αναπτύξει τον προβληματισμό, που προκάλεσε στους ειδικούς η εύρεση της συγκεκριμένης σφραγίδας.

«Ο πύργος Λίντελμπρουν – είπε χαρακτηριστικά – αναφέρεται πρώτη φορά στις πηγές τον 13ο αιώνα.Η σφραγίδα του αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού είναι, όμως, από τον 12ο αιώνα. Επομένως, τίθεται το ερώτημα: υπήρχε ο πύργος πριν από τα μέσα του 13ου αιώνα; Εάν ναι, πώς έφθασε η σφραγίδα εκεί;».

Ο Γερμανός αρχαιολόγος πρόσθεσε πως ερμηνείες υπάρχουν πολλές και διαφορετικές, αλλά η πιθανότερη είναι «ότι η σφραγίδα κοσμούσε κάποιο βυζαντινό έγγραφο, το οποίο κατέληξε στον πύργο Λίντελμπρουν. Ενδέχεται, μάλιστα, να έμενε στον πύργο κάποια σημαντική προσωπικότητα, στην οποία απευθυνόταν το έγγραφο. Αυτή τη στιγμή, όμως, δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο».

Βέβαια, το εύρημα από μόνο του δεν αποσαφηνίζει εάν υπήρχε αλληλογραφία του Βυζαντινού αυτοκράτορα με τους Γερμανούς ηγεμόνες της περιοχής, όπου βρέθηκε. Δηλαδή, του Νότιου Παλατινάτου. Επιβεβαιώνει, όμως, τους στενούς δεσμούς του πορφυρογέννητου, αλλά και του Βυζαντίου, με το γερμανικό χώρο.

Πηγή:http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_13/10/2009_302036

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο υψηλός πολιτισμός του “Βυζαντίου” διέσωσε και συνέχισε την πρόοδο

Συγγραφέας: kantonopou στις 12 Οκτωβρίου 2009

z.png  Γ. Τ.

Λένε ορισμένοι το “ποίημα” που τους έμαθαν οι δυτικόπληκτοι δάσκαλοι και αφέντες τους: “Στο Βυζάντιο αντί για επιστήμες, έγραφαν μόνο Συναξάρια!” Παπαγαλίζουν ιστορικά ψεύδη, πλασμένα για συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες, που στοχεύουν να εκμηδενίσουν τα δικαιώματα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στον πολιτισμένο κόσμο. Κι αυτοί, ως σύγχρονοι Εφιάλτες, στρέφονται με συκοφαντικό μένος εναντίον της ένδοξης ιστορίας του έθνους τους, κρατώντας σαν τα σκυλιά μόνο ένα μικρό ξεροκόμματο, αυτό που τους προόρισαν οι αφέντες τους: την Κλασσική Αθήνα. Όλα τα άλλα γι’ αυτούς είναι σκοτεινά. Και χάνουν για το ξεροκόμματο όλη την πολιτισμική πανδαισία που απολαμβάνει κάθε ελεύθερος από τις Δυτικές σκοπιμότητες Ρωμιός.

Λένε ότι η στρουθοκάμηλος για να νιώσει “ασφάλεια”, όταν αισθάνεται ότι απειλείται, χώνει το κεφάλι σε μία τρύπα στο χώμα, ώστε να μη βλέπει τον κίνδυνο, και να διαφυλάξει έτσι τη διανοητική της ηρεμία, με το σκεπτικό ότι “μόνο αυτό που θέλω να βλέπω υπάρχει”.

Δεν γνωρίζω κατά πόσον είναι αλήθεια αυτό που λέγεται για τη στρουθοκάμηλο, όμως ο “στρουθοκαμηλισμός” αυτός είναι μία πραγματικότητα για πολλούς συνανθρώπους μας, (ιδίως για τους νεοπαγανιστές και τους ιδεολογικούς γονείς τους, τους “διαφωτιστές”). Κλείνουν τα μάτια στην αλήθεια, για να μη νιώσουν να γκρεμίζεται το παραμύθι που τους έμαθαν οι δάσκαλοί τους, για να μη συνειδητοποιήσουν ότι όλη τους η ζωή και οι επιλογές τους περιστρέφονται γύρω από μερικά ιστορικά ψεύδη, που όμως τους θρέφουν τον εγωισμό και τους κάνουν να νιώθουν “σπουδαίοι” για τις επιλογές τους.

Νιώθουν σπουδαίοι, (όχι λόγω δικής τους αξίας, αλλά) επειδή δήθεν είναι απόγονοι σπουδαίων προγόνων αλλά όχι όποιων κι όποιων προγόνων! ΜΟΝΟ αυτών που έζησαν στην Αθήνα του λεγόμενου “χρυσού αιώνα του Περικλέους“! Όλες οι άλλες εποχές και περιοχές είναι σαν να μην υπήρξαν.

Ζουν μια ζωή δοσμένη στις ηδονές, και δεν θέλουν να σκέπτονται ότι μια μέρα θα δώσουν λόγο σε έναν Θεό. Κρύβουν το κεφάλι στην άμμο, λες και αυτό θα εμποδίσει την κρίση τους! Λες και η εθελοτύφλωση θα δικαιώσει τις αθεϊστικές ή ειδωλολατρικές επιλογές τους! Γιατί αν τολμήσουν να δουν κατάματα την αλήθεια, θα νιώσουν όχι μόνο τη μηδαμινότητά τους, αλλά και το πόσο μάταιη είναι η ζωή τους.

Γι’ αυτό θέλουν να νιώθουν “διαφωτιστές” ενός σκοταδιστικού θρησκευτικο-παρμένου κόσμου. Ενός κόσμου που όμως υπάρχει ΜΟΝΟ στη φαντασία τους! Θέλουν να νιώθουν “άξιοι απόγονοι του Περικλέους”, λες και από τον Περικλή ως την εποχή μας δεν μεσολάβησαν άλλοι πρόγονοι. Αλλά αυτούς τους θέλουν “σκοταδιστές”, για να εξυψώνουν αυτό που τους είπαν οι Δυτικοί αφέντες τους να εξυψώνουν. Μόνο την ειδωλολατρική Ελλάδα, ώστε να μη φανεί η αυθαιρεσία των ισχυρισμών τους, όταν λένε ότι δήθεν “στο Βυζάντιο έγραφαν μόνο Συναξάρια”

Επειδή όμως η αλήθεια δεν εξαρτάται από αυτούς που κρύβουν το κεφάλι στην άμμο και στο σκοτάδι, (τους αληθινά σκοταδιστές), η ιστοσελίδα μας εξακολουθεί μέρα με την ημέρα να φέρνει στο φως όλα όσα οι Αρχαιολάγνοι της χώρας μας θέλουν να ξεχνούν και να συκοφαντούν. Και στο παρόν άρθρο θα δώσουμε ένα ακόμα μικρό δείγμα του μεγαλείου που οι Δυτικόδουλοι συμπατριώτες μας δεν θέλουν να τους χαλάει τη διανοητική ηρεμία, δεν θέλουν να τους φανερώνει πόσο ανόητα έχουν καταπιεί κάθε Διαφωτιστική ανοησία της Δύσης. Ακολουθούν μικρά, σύντομα, ενδεικτικά αποσπάσματα ενός μόνο συγγράμματος που ασχολείται με το θέμα μας:

«Όχι μόνο ο νεοπλατωνισμός, αλλά και ο γνωστικισμός και οι διάφορες δυϊστικές χριστιανικές αιρέσεις αντιμετώπισαν την ύλη με περιφρόνηση και εχθρότητα, πράγμα που δε θα μπορούσε βέβαια παρά να έχει και συνέπειες στη θέση των θετικών επιστημών. (…) Αν λάβουμε τώρα υπόψη μας πόσο ελάχιστα ευνοϊκό ήταν ένα τέτοιο υπόβαθρο, είναι πράγματι εκπληκτικό που οι Βυζαντινοί κατάφεραν στα περισσότερα από χίλια χρόνια ιστορίας τους να διαφυλάξουν και να παραδώσουν τα κύρια μαθηματικά και αστρονομικά έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 18).

«Για να αποτιμήσουμε τη σπουδαιότητα που είχε η εκδοτική και υπομνηματιστική δραστηριότητα των Βυζαντινών για τη διατήρηση των αρχαίων φυσικομαθηματικών συγγραμμάτων, αρκεί να αναλογιστούμε ότι τα χαμένα έργα των Κωνικών τομών του Απολλωνίου είναι ακριβώς εκείνα που δεν είχαν περιληφθεί από τον Ευτόκιο στο υπόμνημά του» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 19).

«Συνεχίζοντας εδώ τον Αρχιμήδη και τον Απολλώνιο, αλλά υπερβαίνοντάς τους, ο Ανθέμιος κατασκεύασε το ελλειψοειδές με βάση τις εφαπτόμενες και όρισε το παραβολοειδές με βάση την κύρια εστία και τον κύριο άξονα» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 26).

«Ο Λέων, για να παραστήσει γενικές αριθμητικές σχέσεις, χρησιμοποιούσε γράμματα του αλφαβήτου με αξία γενικών αριθμών. Η δημιουργία ενός αλγεβρικού συμβολισμού, όπου οι αριθμοί γενικά παριστάνονται με γράμματα του αλφαβήτου, όπως α, β, χ, ψ κ.ο.κ., υπήρξε η προϋπόθεση για τη δημιουργία των νεότερων μαθηματικών στη μορφή που τους έδωσαν ο Φερμά (Fermat) και ο Καρτέσιος τον 17ο αιώνα, στηριζόμενοι στη μέθοδο του Φρ. Βιέτ (F. Viete, 16ος αιώνας)» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 36).

«Με την εξέταση των χειρογράφων γίνεται ολοένα και σαφέστερο ότι ούτε στους μεσοβυζαντινούς αιώνες δεν διακόπηκε ποτέ η ενασχόληση με την αστρονομία» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 36). «Το 1143 ο Μιχαήλ Ιταλικός σε ένα ενθρονιστήριο λόγο συνέκρινε τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ με τον ήλιο που, όπως λέει, είναι το κέντρο των πλανητών» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 42).

«Η χειρουργική πρακτική έφτασε επανειλημμένα σε μεγάλο βαθμό αυτοτέλειας (…) Για το αξιοθαύμαστο επίπεδο των νοσοκομείων στο Βυζάντιο είναι όλοι οι γνώστες του θέματος σύμφωνοι. Τέλος, πρέπει ακόμη να αναφερθεί ότι υπήρχε συστηματική φροντίδα για την εκπαίδευση των γιατρών στα νοσοκομεία» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Γ’, σ. 146).

Οι Βυζαντινοί, που έγραφαν όλο… συναξάρια:

«Δεν υπάρχει ούτε ένας Βυζαντινός που να ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και να μη δοκιμάστηκε και στην τέχνη του επιγράμματος. Το να συνθέσει ένα δυο δωδεκασύλλαβους για μια δεδομένη περίσταση ήταν για έναν καλλιεργημένο Βυζαντινό υπόθεση ρουτίνας: έτσι εξηγούνται οι διόλου σπάνιες έμμετρες επιγραφές στα ιδιωτικά μολυβδόβουλα» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Β’, 598).

«Η αυτοκρατορική εποχή περιορίστηκε στη σύνθεση δραμάτων προς ανάγνωση και στη διαρκή επανάληψη των ελλήνων κλασικών» (Hunger H., Βυζαντινή λογοτεχνία, τ. Β’, σ. 555).

Πηγή:http://www.oodegr.com/neopaganismos/romi/ypsilos_politismos1.htm

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Κωνσταντίνος Χολέβας, Η Δύση ανακαλύπτει το βυζάντιο, εμείς το συκοφαντούμε

Συγγραφέας: kantonopou στις 3 Οκτωβρίου 2009

byz.jpg

Όταν ο Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης έγραφε για τον «ένδοξο βυζαντινισμό μας», προφανώς μιλούσε επαινετικά για την ιστορία και την προσφορά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της Ρωμανίας. Αντιθέτως στην εποχή μας έχει καθιερωθεί μία αρνητική χρήση του όρου «βυζαντινισμός» και ορισμένοι Νεοέλληνες στρέφονται κατ’ ευθείαν στον παππού μας – την Αρχαιότητα – αδιαφορώντας για τον πατέρα μας, το Ελληνορθόδοξο Βυζάντιο.

Η διαφορά είναι ότι ο μεν Καβάφης γνώριζε ιστορία, ενώ οι χλευάζοντες το Βυζάντιο ή δεν γνωρίζουν ή την μελετούν με παραμορφωτικούς φακούς. Ακόμη και η προσπάθεια του σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά να δείξει άνευ τεκμηριώσεως ότι δήθεν Χριστιανοί κατέστρεφαν τις μετόπες του Παρθενώνος, εντάσσεται στην ίδια φιλοσοφία. Ο σκοπός είναι να δοθεί το μήνυμα ότι όλα αυτά έγιναν με την καθοδήγηση της επίσημης Εκκλησίας, η οποία δημιούργησε το σκοταδιστικό, όπως το βλέπουν, Βυζάντιο.

Περί του Παρθενώνος απήντησαν και θα απαντήσουν οι αρχαιολόγοι και οι ειδικοί της εποχής. Προσωπικά θα ήθελα μόνο μία επισήμανση να κάνω: Αν οι Χριστιανοί της Βυζαντινής εποχής είχαν τόσο μεγάλο μένος με κάθε τι αρχαίο, τότε θα άλλαζαν το όνομα των Αθηνών και δεν θα άφηναν ένα όνομα που αναφέρεται στην Αθηνά.

Όχι μόνο σεβάσθηκαν το όνομα, αλλά επιπλέον τον Παρθενώνα τον ονόμασαν «Παναγία η Αθηνιώτισσα» και τον αφιέρωσαν στην Θεοτόκο. Γενικότερα, όμως, περί της πολιτιστικής προσφοράς της Βυζαντινής μας Ρωμηοσύνης, έρχονται να δώσουν τη μαρτυρία τους πολλοί ξένοι συγγραφείς, από τους οποίους σήμερα θα παρουσιάσω δύο. Επιλέγω το βιβλίο του Αμερικανού Κόλιν Ουέλλς «Σαλπάροντας απ’ το Βυζάντιο – Πως μία χαμένη αυτοκρατορία διαμόρφωσε τον κόσμο»

(1). Και το έργο του Γάλλου καθηγητού Συλβαίν Γκουγκενέμ με τίτλο «Ο Αριστοτέλης στο Μον Σαιν-Μισέλ» και με υπότιτλο: «Οι Ελληνικές ρίζες της Χριστιανικής Ευρώπης».

(2) Ευτυχώς και τα δύο βιβλία έχουν μεταφρασθεί στα ελληνικά και μπορούν να βοηθήσουν κάθε συμπατριώτη μας, ο οποίος καλοπροαίρετα ενδιαφέρεται να μάθει ποιά και πόσο σημαντική ήταν η προσφορά των Βυζαντινών προγόνων μας στον παγκόσμιο πολιτισμό.

Ο νέος σε ηλικία Κόλιν Ουέλλς σπούδασε αρχαία ιστορία και φιλολογία στις ΗΠΑ και έμαθε το Βυζάντιο από έναν εξαίρετο δάσκαλο. Τον διαπρεπή Έλληνα βυζαντινολόγο Σπύρο Βρυώνη. Στον πρόλογό του ο συγγραφεύς σημειώνει: «Η διάρθρωση του βιβλίου απορρέει από δύο ιδέες, που και οι δύο μαζί προσφέρουν έναν εύκολο τρόπο για να κατανοήσουμε την πολιτιστική κληρονομιά του Βυζαντίου.

Η πρώτη είναι η δυαδική φύση της παράδοσής του, η οποία αντικατοπτρίζεται στον ενστερνισμό τόσο της χριστιανικής πίστης, όσο και του ελληνικού πνεύματος. Η δεύτερη διαρθρωτική ιδέα του βιβλίου συνίσταται ότι οι κληρονόμοι αυτής της δυαδικής παράδοσης ήταν οι τρεις νεότεροι πολιτισμοί που αναδύθηκαν αρχικά σε περιοχές οι οποίες είχαν αποσπασθεί από το Βυζάντιο: ο δυτικός, ο ισλαμικός και ο σλαβικός κόσμος.

Ο καθένας από αυτούς τους τρεις παγκόσμιους πολιτισμούς διαμορφώθηκε ριζικά από το Βυζάντιο, αλλά ο καθένας ήταν ιδιαίτερα επιλεκτικός όσον αφορά την πλευρά του Βυζαντίου που επέλεξε να ενστερνιστεί.  Αυτό το βιβλίο τιμά τη ενεργητικότητα και τον δυναμισμό εκείνων των νεαρών πολιτισμών, όπως επίσης και τον εκπληκτικό πλούτο του βυζαντινού πολιτισμού».

Στην πρώτη ενότητα ο Ουέλλς εξηγεί πως το Βυζάντιο μετέφερε στη Δυτική Ευρώπη την αρχαιοελληνική γραμματεία και σοφία. Στη δεύτερη μιλά για τις βυζαντινές επιδράσεις στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Στην τρίτη ενότητα περιγράφει την διάδοση της Ορθοδοξίας και του Ελληνορθοδόξου πολιτισμού στον σλαβικό κόσμο και κυρίως στη Ρωσία.

Ο επίλογος αφιερώνεται στον «τελευταίο βυζαντινό», τον μοναχό Μιχαήλ Τριβώλη από την Άρτα, ο οποίος δίδαξε πολλά στους Ρώσους τον 16ο αιώνα και έμεινε γνωστός ως «Μάξιμος ο Γραικός». Δεν μπορεί, λοιπόν, να ήταν σκοταδιστικό το Βυζάντιο, όπως το παρουσιάζουν οι φανατικοί αντιεκκλησιαστικοί νεοέλληνες διανοητές, όταν τροφοδότησε πνευματικά τόσους πολλούς λαούς και πολιτισμούς!

Το βιβλίο του Γάλλου Συλβαίν Γκουγκενέμ, καθηγητού Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Λυών, έχει ως στόχο να καταρρίψει την άποψη που διδάσκουν πολλοί δυτικοί ιστορικοί, ότι δήθεν η Δύση έμαθε τον Αριστοτέλη και τους άλλους αρχαίους συγγραφείς μέσω των Αράβων μουσουλμάνων.

Ο συγγραφεύς αποδεικνύει ότι ο μεγαλύτερος δάσκαλος της Δυτικής Ευρώπης στην αρχαία παιδεία ήταν το Βυζάντιο, το οποίο σεβάσθηκε και καλλιέργησε την αρχαία ελληνική γραμματεία και με τους κληρικούς του και με τους μοναχούς και με τους λαϊκούς λογίους του. Γνωρίζουμε φυσικά ότι η προσέγγιση των Χριστιανών ήταν επιλεκτική προς τα αρχαία κείμενα, όπως διδάσκει και ο Μέγας Βασίλειος στο έργο του «Προς τους νέους όπως αν εξ Ελληνικών ωφελοίντο λόγων».

Ο Γκουγκενέμ μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι το Ορθόδοξο Βυζάντιο ουδέποτε εδίωξε την κλασσική παιδεία, αλλά αντιθέτως την προώθησε και την διέδωσε σε άλλους λαούς. Αναφέρεται επίσης και στον ρόλο πολλών αραβοφώνων Χριστιανών – κυρίως μονοφυσιτών – στη μετάφραση ελληνικών κειμένων στα αραβικά και μας αποκαλύπτει την ύπαρξη ολοκλήρων εργαστηρίων αντιγραφής και μεταφράσεως ελληνικών κειμένων στο γαλλικό μοναστήρι του Μον Σαιν-Μισέλ περί το έτος 1120. Ο μεταφραστής ήταν ένας κληρικός με το όνομα «Ιάκωβος της Βενετίας ο Έλληνας».

Ίσως να μη συμφωνούμε με όλα τα σημεία του βιβλίου, όμως είναι αξιοπρόσεκτα τα κυριότερα συμπεράσματα του συγγραφέως. Ότι δηλαδή «η πολιτισμική ελίτ του Βυζαντίου ήταν Χριστιανική και ταυτόχρονα ελληνική» (σελ. 86). Και ότι «οι πολιτισμικές ρίζες της Ευρώπης απλώνονταν στον ελληνικό πολιτισμό, το ρωμαϊκό δίκαιο και τη Βίβλο» (σελ. 216).

Ο Γκουγκενέμ αντιτίθεται σαφώς προς την ισοπεδωτική παγκοσμιοποίηση και μας θυμίζει τα λόγια του μεγάλου Γάλλου ιστορικού Φερνάν Μπρωντέλ, που επέμενε ότι: «Μόνο οι ουτοπιστές ονειρεύονται τη συγχώνευση των θρησκειών. Οι θρησκείες, ό,τι ακριβώς πιο προσωπικό υπάρχει, πιο ανθεκτικό μέσα σ’ αυτό το σύμπλεγμα αγαθών, δυνάμεων, που είναι κάθε πολιτισμός» (σελ. 201). Και ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω.

1) Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, Αθήνα 2008

2)Εκδόσεις ΟΛΚΟΣ, Αθήνα 2009

Κωνσταντίνος Χολέβας Πολιτικός επιστήμων

Πηγή:http://aktines.blogspot.com/2009/10/blog-post_779.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Μάχη για την Αγια-Σοφιά

Συγγραφέας: kantonopou στις 19 Σεπτεμβρίου 2009

iu81.jpgΜε επιστολή προς τον Ερντογάν ζητείται η επαναλειτουργία της ως ναού με τέλεση Θείας Λειτουργίας εντός του 2010 στο πλαίσιο των πολιτιστικών εκδηλώσεων της Πόλης

Με επιστολή προς τον Τούρκο πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν κορυφώνονται οι ενέργειες του «Παγκοσμίου Κινήματος για την αποκατάσταση της Αγια-Σοφιάς».

Επιδίωξη του Κινήματος, πρόεδρος του οποίου είναι ο κ. Κρις Σπύρου, πρώην γερουσιαστής και πρόεδρος της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης, είναι η επαναλειτουργία της Αγια-Σοφιάς ως ναού, με την τέλεση της πρώτης Θείας Λειτουργίας εντός του 2010.

Βασικός στόχος και αίτημα του Κινήματος είναι να ενταχθούν η πρώτη Θεία Λειτουργία και το προσκύνημα στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Κωνσταντινούπολη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2010».

Η πρωτοβουλία ξεκίνησε από Ελληνες ομογενείς στις ΗΠΑ με στόχο να ξαναγίνει η Αγια-Σοφιά χώρος λατρείας και κέντρο της Ορθοδοξίας.«Οπως είναι η Μέκκα, όπου κάθε χρόνο πηγαίνουν για προσκύνημα πέντε εκατομμύρια μουσουλμάνοι, όπως είναι το Τείχος των Δακρύων για τους Εβραίους και ο Αγιος Πέτρος για τους καθολικούς, έτσι πρέπει να αποκατασταθεί και η Αγια-Σοφιά για τους ορθόδοξους χριστιανούς», είναι η βασική τοποθέτηση του κ. Σπύρου, ο οποίος έχει κάνει και σχετική αναφορά στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Αμερικανικού Κογκρέσου.

Το όλο εγχείρημα έχει περισσότερο χαρακτήρα κινήσεων προς την κατεύθυνση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δευτερευόντως θρησκευτική χροιά, σύμφωνα με τους πρωτεργάτες του. Μάλιστα υπάρχουν δύο Συμβούλια, ένα στην Αμερική και ένα στην Ευρώπη, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να απευθύνονται σε αυτό που βρίσκεται στη χώρα τους.

Συνέντευξη

Τις εξελίξεις σχετικά με τις πρωτοβουλίες του Κινήματος θα παρουσιάσει σήμερα σε συνέντευξη Τύπου ο κ. Σπύρου. Η μέρα είναι συμβολική, καθώς σήμερα η Ορθοδοξία τιμά τη μνήμη της μάρτυρος Σοφίας και των θυγατέρων της, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.Αξίζει να σημειωθεί ότι στη συνέντευξη έχει κληθεί και ο νομικός κ. Αχιλλέας Δημητριάδης, ο οποίος χειρίστηκε τη υπόθεση της Τιτίνας Λοϊζίδου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο κάλεσε το τουρκικό κράτος να αποζημιώσει την ενάγουσα για απαλλοτρίωση της περιουσίας της στην κατεχόμενη Κυρήνεια.

Μάλιστα, ο κ. Σπύρου σήμερα για σημειολογικούς λόγους σκοπεύει να παραστεί στο χωριό Φρατζή Φθιώτιδος, όπου στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας θα τελεσθεί πανηγυρική Θεία Λειτουργία.

Στοιχεία για την ιστορία της Αγια-Σοφιάς μπορεί να βρει κανείς στις ιστοσελίδες του Κινήματος http://www.freeagiasophia.org και http://www.freeagiasophia.eu

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΒΟΝΑΤΣΟΥ

vonatsou@pegasus.gr

Πηγή:http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&pubid=6142913

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Βουτιά στην ιστορία της Αγιάς Σοφιάς

Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Αυγούστου 2009

iu81.jpgΤούρκοι δύτες και σπηλαιολόγοι μπήκαν στα έγκατα της Αγίας Σοφίας, κινηματογραφώντας μυστικά αιώνων.

Εντυπωσιακές σκηνές με δύτες και σπηλαιολόγους να βρίσκονται στο εσωτερικό της Αγίας Σοφίας και να εισέρχονται στα έγκατά της, μπορεί κανείς να αντικρύσει σε τουρκικό ντοκιμαντέρ του οποίου τα γυρίσματα μόλις ολοκληρώθηκαν.

«Τα υπόγεια μέρη της Αγίας Σοφίας είναι ακόμη πιο συναρπαστικά από το επίγειο κομμάτι της», είπε εντυπωσιασμένος στην εφημερίδα «Χουριέτ» ο Τούρκος σκηνοθέτης Γκιοκσέλ Γκιουένσεϊ που πραγματοποίησε ένα ταξίδι διαφορετικό από τα άλλα. Ένα ταξίδι στις υπόγειες στοές και στέρνες της Αγίας Σοφίας που είναι δαιδαλώδεις και ανεξερεύνητες.

Κρύβουν ακόμη μεγάλες εκπλήξεις, όπως έδειξε η τυχαία ανεύρεση, κατά τη διάρκεια του εγχειρήματος, θαλάμου με δύο τάφους μεγάλης σημασίας για τους ορθόδοξους χριστιανούς: ο ένας εικάζεται ότι είναι του 15ου αιώνα και ανήκει στον Πατριάρχη Αθανάσιο, ο άλλος είναι ακόμη παλιότερος, κατά δύο αιώνες, και θεωρείται ότι ανήκει στον αγιοποιηθέντα παίδα Αντινέγενο.

«Ξέραμε ότι υπήρχαν και τους ψάχναμε, αλλά δεν τους βρίσκαμε», είπε ο Γκιουένσεϊ.Βραβευμένος ήδη το 1992 για το ντοκιμαντέρ του με τίτλο «Αγία Σοφία»- είχε προβληθεί στα φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν, του Τάμπερε της Φινλανδίας και της Άγκυρας- ο Τούρκος σκηνοθέτης αποφάσισε να μη σταματήσει εκεί: «Ήθελα να αποκαλύψω τις στοές και τις στέρνες.Αργότερα, σε τρίτο ντοκιμαντέρ, θα επιχειρήσω να ερευνήσω τους θαλάμους κάτω από την αψίδα. Λένε ότι ο ένας συνδέεται με το ανάκτορο του Τοπ Καπί με στοά. Αλλά αυτό δεν έχει ερευνηθεί ακόμα».

Είναι η πρώτη φορά που κατεβαίνει άνθρωπος στις συγκεκριμένες στοές. Την κάθοδο επιχείρησαν, μέσα από στόμιο μικρής διαμέτρου, ένας κάμεραμαν και ένας δύτης-φωτογράφος.Το άνοιγμα ήταν τόσο στενό που δεν μπορούσε να περάσει ο σωλήνας του δύτη και χρειάστηκε αργότερα να του παρέχουν οξυγόνο από μεγάλη απόσταση.

«Είναι σαν να βυθίζεσαι στην Ιστορία», είπε συγκινημένος ο δύτης Οζάν Τσοκντεγιέρ, που διήνυσε 283 μέτρα μέσα σε στοές.Όταν κατέβηκε σε βάθος 12 μέτρων, αντίκρυσε δύο μεγάλα ρόπαλα σε πολύ καλή κατάσταση, αλλά μόλις τα άγγιξε έγιναν σκόνη.Το ίδιο συνέβη με ένα δοχείο. Γι΄ αυτό και προτίμησε, όταν επεσήμανε και έναν σκελετό ζώου, να μην τον πειράξει για να μην του κάνει ζημιά. «Σε ένα σημείο βρήκαμε και μία αλυσίδα την οποία ακολουθήσαμε και οδηγούσε σε έναν τοίχο με δύο κρίκους.

Εκεί πρέπει να φυλάκιζαν τους ανεπιθύμητους», είπε.Την παρακινδυνευμένη κάθοδο επέτρεψε- αλλά μόνο για οκτώ ώρες- και επέβλεψε προσωπικά ο αρχαιολόγος Χαλούκ Τουρσούν, πρόεδρος του Ιδρύματος Μουσείου Αγίας Σοφίας.

Στο παρελθόν έχουν γίνει σκέψεις εξερεύνησης των υπόγειων στοών ακόμη και από ξένους αρχαιολόγους, κανείς όμως δεν παίρνει αυτό το ρίσκο λόγω της πιθανότητας υπόσκαψης των θεμελίων της Αγίας Σοφίας.Το 50λεπτο ντοκιμαντέρ του Γκιοκσέλ Γκιουένσεϊ θα συμμετάσχει το φθινόπωρο σε διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ.

Νερό που δεν στερεύει ποτέ

Κάτω από την Αγία Σοφία υπάρχουν δύο στοές με νερό που οπωσδήποτε συνδέονται με το Βυζαντινό Υδραγωγείο, το οποίο βρίσκεται κοντά στον ναό. Το 1945 είχε γίνει μια προσπάθεια να αντληθεί το νερό, αλλά αυτό δεν στέρευε ποτέ, γεγονός που υποχρέωσε τη διακοπή των εργασιών.Οι δύτες πιστεύουν, από αυτά που αντίκρυσαν, ότι επαλήθευσαν κάποιες εικασίες: ότι η Αγία Σοφία συνδεόταν υπόγεια με το παλάτι του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου και βέβαια με το Βυζαντινό Υδραγωγείο.

Θρύλοι αναφέρουν ότι οι Οθωμανοί επεξέτειναν τις στοές ώστε να μπορούν μέσω αυτών να πηγαίνουν οι Σουλτάνοι στην Αγία Σοφία, που είχαν μετατρέψει σε τζαμί, για να προσευχηθούν.Κάποιοι ακόμη πιο ευφάνταστοι πιστεύουν ότι οι στοές μπορεί να οδηγούν ακόμη και στα Πριγκιπόνησα, κάτι που θα σήμαινε ότι περνούν κάτω από τη Θάλασσα του Μαρμαρά!

Στον χρόνο

360: Εγκαίνια της Μεγάλης Εκκλησίας επί βασιλείας του Κωνσταντίου Β΄

404: Ο ναός καταστρέφεται από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια της Στάσης που ακολούθησε την καθαίρεση του πατριάρχη Ιωάννου Χρυσοστόμου

415: Εγκαίνια της Αγίας Σοφίας από τον Θεοδόσιο Β΄

532: Ο ναός καίγεται κατά τη διάρκεια της Στάσης του Νίκα

537: Εγκαίνια της καινούργιας τρουλαίας βασιλικής του Ιουστινιανού Α΄

1204: Ο μητροπολιτικός ναός λεηλατείται από τους σταυροφόρους.

1453: Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς.Η Αγία Σοφία μετατρέπεται σε τζαμί από τον σουλτάνο Μωάμεθ Β΄

1717: Το μεγαλύτερο μέρος των σωζόμενων ψηφιδωτών στο εσωτερικό της Αγίας Σοφίας καλύπτεται.

1931: ο Αμερικανικό Βυζαντινό Ινστιτούτο αρχίζει συστηματικές εργασίες αποκάλυψης και αποκατάστασης των ψηφιδωτών

1934-1935: Το Αγία Σοφία τζαμί μετατρέπεται σε μουσείο.

πηγή: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&artid=4530077&ct=

Δείτε βίντεο με τις υπόγειες στοές κάτω από την Αγιά Σοφιά εδώ

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Αποκάλυψη Εξαπτέρυγου Αγγέλου στην Αγία Σοφία

Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Ιουλίου 2009

Ανακαλύφθηκε μωσαϊκό του 14ου αιώνα, που παρέμενε καλυμμένο για 160 χρόνια

 Ένα από τα έξι μωσαϊκά αγγέλων που βρίσκονται στο μουσείο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη ανακαλύφθηκε από ειδικούς, σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα της τουρκικής εφημερίδας «Ηurriyet».

 Πρόκειται για κρυμμένο και καλυμμένο από γύψο και μέταλλο, εδώ και 160 χρόνια, μωσαϊκό. Το μωσαϊκό, με διαστάσεις 1,5 μ. μήκος και 1 μ. πλάτος, είχε δει για τελευταία φορά ο ελβετός αρχιτέκτονας Γκασπάρ Φοσάτι, που είχε αναλάβει την ανακαίνιση του μουσείου, κατά το διάστημα μεταξύ 1847 και 1849, καθώς και ο τότε τούρκος σουλτάνος Αμπντούλμεσιντ. Οι ειδικοί εξεπλάγησαν με την πρόσφατα αποκάλυψη, καθώς το μωσαϊκό, που χρονολογείται από τον 14ο αιώνα, έχει διατηρηθεί σε άριστη κατάσταση.

Μετά την άλωση της Πόλης το 1453, οι Τούρκοι, αντί να μετακινήσουν τα μωσαϊκά της Αγίας Σοφίας, τα κάλυψαν με μέταλλο και γύψο. Η θέση του άρτι αποκαλυφθέντος μωσαϊκού βρίσκεται στην τριγωνική αψίδα που στηρίζει τον θεόρατο θόλο του ναού. Υστερα από τουλάχιστον δέκα ημέρες διαρκούς εργασίας, οι ειδικοί αφαίρεσαν πολλές στρώσεις από πλαστικό και μέταλλο και κατόρθωσαν να ξεσκεπάσουν τον άγγελο. Η πραγματική ηλικία του μωσαϊκού θα προκύψει έπειτα από ειδικές αναλύσεις στις οποίες θα προβεί η Επιστημονική Επιτροπή της Αγίας Σοφίας και αφού συγκρίνει τα αποτελέσματα με άλλα, παρόμοια μωσαϊκά. Εξι άγγελοι αποτελούν το σύνολο και ένας εξ αυτών περιγράφεται στη Βίβλο ως ο Ησαΐας.

Όταν ο γύψος που κάλυπτε το μωσαϊκό άρχισε να ξεφτίζει, ο Σουλτάνος ζήτησε από τον ιταλό αρχιτέκτονα να το αφαιρέσει και στη συνέχεια να το καλύψει εκ νέου με καινούργιο. Ωστόσο ο Φοσάτι κρατούσε σημειώσεις από τις εργασίες και τις περιέλαβε σε ένα σχετικό βιβλίο, βασική πηγή για μωσαϊκά της εποχής, το οποίο όμως, δυστυχώς, δεν κατάφερε να επιβιώσει ως τις ημέρες μας.

ΤΟ ΒΗΜΑ – 25/07/2009

 ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΤΗΝ  ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ  HURRIEThttp://www.hurriyet.com.tr/gundem/12137021.asp?gid=229    

Πηγή:http://aktines.blogspot.com/2009/07/blog-post_25.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η φιλοθεΐα και φιλανθρωπία στο Βυζάντιο

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Ιουλίου 2009

0123.jpgΕίναι σημαντικό να πούμε ότι στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όλοι θεολογούσαν, από τον ελάχιστο μοναχό μέχρι τον Αυτοκράτορα. Τα «Εωθινά», που είναι τα δοξαστικά των Κυριακών και αναφέρονται στα Εωθινά Ευαγγέλια, είναι έργο του Λέοντος του Σοφού, και τα «εξαποστειλάρια» της ακολουθίας του όρθρου των Κυριακών είναι του υιού του, Κωνσταντίνου Βασιλέως. Επίσης ο περίφημος ύμνος «Ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού…», που ψάλλουμε κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, είναι ποίημα του Αυτοκράτορος Ιουστινιανού. Ακόμη η Μεγάλη Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο είναι ποίημα του Βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως.

Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε και το ότι οι Αυτοκράτορες στις Οικουμενικές Συνόδους θεολογούσαν και υπερασπίζονταν το ορθόδοξο δόγμα. Αυτό γινόταν γιατί είχαν θέσει ως κέντρο της Αυτοκρατορίας την ορθόδοξη θεολογία και λατρεία. Επίσης οι Αυτοκράτορες αλλά και όλος ο λαός είχαν σαν πρότυπο ζωής τους μοναχούς και σαν πρότυπο διοργανώσεως της κοινωνίας τα Μοναστήρια.

 Επισκέπτονταν τα Μοναστήρια και γενικά τους χώρους της ασκήσεως και λάμβαναν καθοδήγηση για την ζωή τους και την διακυβέρνηση του Κράτους. Το Παλάτι σε πολλές περιπτώσεις αποδεικνυόταν ένα Μοναστήρι, αφού οι Αυτοκράτορες και αυλικοί συναγωνίζονταν τους μοναχούς στην άθληση, την άσκηση, την νηστεία και την προσευχή.

 Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, βρισκόμενος κατά την νεανική του ηλικία στα ανάκτορα, έκανε τέτοια άσκηση και προσευχή ώστε όλοι τον θεωρούσαν υπεράνθρωπο. Πολλοί Αυτοκράτορες, όταν έφυγαν κατά ποικίλους τρόπους από την εξουσία, ενεδύονταν στο ράσο και απέθνησκαν ως μοναχοί, όπως ο Ιωάννης Καντακουζηνός, που έγινε μοναχός (στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου) και ονομάστηκε Ιωάσαφ.

 Έτσι ολόκληρη η Αυτοκρατορία ήταν ένα Μοναστήρι, μία Εκκλησία. Άλλωστε είναι γνωστό ότι όλη η λατρευτική παράδοση, ακόμη και η θεία Λειτουργία επηρεάσθηκαν από την λατρεία στο Παλάτι και από την συμμετοχή του Αυτοκράτορος.Μαζί με την φιλοθεΐα ασκούσαν έντονα και την φιλανθρωπία.

 Και αυτό είναι φυσικό. Γιατί, όταν ο άνθρωπος αγαπά πραγματικά τον Θεό, τότε δεν μπορεί να μην αγαπά και ό,τι αγαπά ο Θεός. Ολόκληρη η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν Αυτοκρατορία φιλανθρωπίας. Διασώζονται πληροφορίες που την χαρακτηρίζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο.Ένας πρεσβευτής, που πήγε να συζητήση με τους Αβάρους, μεταξύ των άλλων τους είπε και τα εξής: «Οι Βυζαντινοί (Ρωμαίοι) εν ονόματι της ειρήνης ρίχνουν στην λήθη τις προηγούμενες συμφορές και έχουν ήδη ξεχάσει τις αδικίες που τους κάνατε. Και επειδή αυτοί είναι ανώτεροι στην φιλανθρωπία απ’ όλα τα άλλα κράτη, δεν είναι πρόθυμοι να καταφεύγουν στα όπλα». Ο αυτοκράτορας Τιβέριος ο Β΄ (578-582) συμβούλευσε τον γαμπρό του αυτοκράτορα Μαυρίκιο: «ας προηγείται η φιλανθρωπία απ’ την οργή».

Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν δοξασμένο Κράτος λόγω της φιλανθρωπίας του. Πρώτη φορά ο κόσμος έβλεπε γηροκομεία, ορφανοτροφεία, νοσοκομεία κλπ. τα οποία ήταν άριστα διοργανωμένα. Και τα περισσότερα κτίζονταν γύρω από τα Μοναστήρια.

Ο Μ. Φώτιος, γράφοντας στον Αυτοκράτορα Βασίλειο τον Α’, του λέγει ότι πρέπει να φερθή όπως αρμόζει στον αρχηγό «του πιο φιλανθρωπικού κράτους των Ρωμαίων».

 Ο Νικόλαος ο Μυστικός τον δέκατο αιώνα, γράφοντας στον αρχηγό των Αράβων, που ετοίμαζε επίθεση εναντίον της Κωνσταντινουπόλεως, γιατί είχε διαδοθή ότι καταστράφηκε το τζαμί τους στην Κωνσταντινούπολη, του έγραφε ότι δεν πρέπει να πιστεύη σε τέτοιες αβάσιμες πληροφορίες. Μεταξύ των άλλων έγραφε:

 «Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία το κράτος των Ρωμαίων διακρίνεται. Ωστόσο αυτό που τους ξεχωρίζει πάνω απ’ όλα είναι η φιλανθρωπία και η επιείκειά τους. Δεν είναι γνώμη δική μου αυτή, αλλά παντού οι άνθρωποι και ολόκληρη η ιστορία επιβεβαιώνουν αυτήν την μαρτυρία.» Ο Ιωάννης ο Καντακουζηνός περιγράφει την Αυτοκρατορία ολόκληρη σαν έν κράτος αφοσιωμένο στην φιλανθρωπία (βλ. Δημητρίου Κωνσταντέλλου, Βυζαντινή φιλανθρωπία, σελ. 9-10).

Αλλά τόσο η φιλοθεΐα όσο και η φιλανθρωπία ήταν συνάρτηση της μεταμορφώσεως της αγάπης από ιδιοτελή σε ανιδιοτελή αγάπη. Οι Ρωμαίοι δεν διακρίνονταν τόσο για την φιλαυτία τους, γι’ αυτό και είχαν φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Σ’ αυτό συνέτεινε η ορθόδοξη θεραπευτική αγωγή, που είναι η καρδιά της παραδόσεώς μας.

 Άλλωστε, το ότι οι μοναχοί και οι άγιοι ήταν τα πρότυπα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής είναι απόδειξη ότι η άσκηση, η στέρηση, η εγκράτεια, γενικά ο ασκητικός τρόπος ζωής είναι εκείνος που κυριαρχούσε και φυσικά αυτή η μέθοδος θεράπευε τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και οι Ρωμαίοι επεδίωκαν την επικράτηση της Ορθοδόξου πίστεως. Άλλωστε, η Ορθοδοξία δεν είναι μια ιδεολογία, αλλά ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής.

Από το βιβλίο του σεβ. μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου, “Γέννημα και Θρέμμα Ρωμηοί”.

 Πηγή: ΟΟΔΕ- :vatopaidi.wordpress.com/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η προσφορά του “Βυζαντίου” στην Ευρώπη

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Ιουλίου 2009

z.pngΔεν είναι δύσκολο τώρα να δείξουμε με λίγες σκέψεις ότι όπως ο Χριστιανισμός διέσωσε το ελληνικό πνεύμα και την Ευρώπη από την βαρβαρότητα, το ίδιο έκανε και το ελληνικό Βυζάντιο, η Ορθόδοξη Εκκλησία· έσωσε τον γνήσιο Χριστιανισμό και το γνήσιο ελληνικό πνεύμα από την νόθευση και παλιμβαρβάρωση που συνέβη στη Δύση, μετά την επικράτηση εκεί των Φράγκων του Μ. Καρόλου, την υποδούλωση της Εκκλησίας της Ρώμης, την επικράτηση της Σχολαστικής Θεολογίας, το σχίσμα των εκκλησιών, το πρωτείο του πάπα, τις σταυροφορίες, την Ουνία, την προτεσταντική Μεταρρύθμιση, την Ιερά Εξέταση, την φεουδαρχία, που οδήγησαν αναπότρεπτα στον άθεο Διαφωτισμό και στον υλισμό των δύο τελευταίων αιώνων, στην θεοποίηση της υλικής ευημερίας, της κατανάλωσης, της τεχνολογίας, στον απανθρωπισμό του ανθρώπου.

Όπως ελέχθη προσφυώς, ο Νίτσε και η Δύση που τον εβλάστησε προσπάθησαν να δημιουργήσουν τον υπεράνθρωπο και έφτιαξαν τον φτηνάνθρωπο. Ή όπως λέγει ο μεγάλος σέρβος θεολόγος του αιώνος μας, όσιος Γέροντας Ιουστίνος Πόποβιτς, στένεψαν τον Θεάνθρωπο και τον σμίκρυναν στον αλάθητο άνθρωπο της Ρώμης, τον πάπα, και στον αλάθητο άνθρωπο του Βερολίνου, τον Χίτλερ1.

Στην εξέλιξη αυτή και αλλοίωση του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού στη Δύση η Ορθόδοξη Ανατολή έμεινε αμέτοχη κατά θεία ρύθμιση μέσα στις δύσκολες ιστορικές συγκυρίες των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας.

Ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός της Δύσεως προς τον οποίο μας στρέφουν από τη μία πλευρά οι διαφωτιστές της πολιτικής και της διανόησης και από την άλλη πλευρά οι οικουμενιστές θεολόγοι και κληρικοί δεν είναι ο υγιής ελληνοχριστιανικός πολιτισμός της αδιαίρετης εκκλησίας που τον συνέχισε η Ορθόδοξη Ανατολή στα πρόσωπα των Αγίων Πατέρων, του Μεγάλου Φωτίου, του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, του Αγίου Μάρκου Ευγενικού, του Αγίου Νι­κοδήμου Αγιορείτου, του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, του Ντοστογιέφσκι και του Παπαδιαμάντη.

Είναι ο αρρωστημένος και παλιμβαρβαρωμένος πολιτισμός, του πάπα, του Βολταίρου, του Νίτσε.Η μεγάλη προσφορά του Βυζαντίου προς την Ευρώπη και τον πολιτισμό γενικώτερα είναι ότι διέσωσε με πιστότητα και γνησιότητα τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό της αδιαίρετης Εκκλησίας της πρώτης χιλιετίας, χωρίς να τον νοθεύσει και να τον αλλοιώσει, συγχρόνως δε προφύλαξε επί αιώνες την Ευρώπη από τις επιθέσεις λαών της Ανατολής, Περσών, Αράβων, Τούρκων και επλήρωσε αυτό, βαρύ το τίμημα της φυλάξεως των ανατολικών συνόρων, προδομένο και εγκαταλελειμμένο από τους δυτικούς.

Δεν θα επικαλεσθούμε εδώ όσα λέγει ο αείμνηστος μεγάλος ιστορικός του Βυζαντίου Στήβεν Ranciman και άλλοι γνωστοί Βυζαντινολόγοι, περί του ότι το Βυζάντιο για ένδεκα αιώνες ήταν το κέντρο ενός κόσμου φωτός και ότι έβγαλε ολόκληρους λαούς από τη βαρβαρότητα. Θα παραθέσουμε τη γνώμη ενός νεώτερου Άγγλου ιστορικού, του John Nor­wich, ο οποίος στο προσφάτως μεταφρασθέν και στα ελληνικά έργο του «Σύντομη ιστορία του Βυζαντίου» γράφει τα εξής. «Ο πολιτισμός μας δεν αναγνώρισε ποτέ επαρκώς, το χρέος του προς την Ανατολική Αυτοκρατορία. Αν δεν υπήρχε αυτό το μεγάλο ανατολικό οχυρό της Χριστιανοσύνης, ποια τύχη θα είχε η Ευρώπη ενάντια στις στρατιές του βασιλιά της Περσίας τον 7ο αιώνα ή ενάντια σε αυτές του χαλίφη της Βαγδάτης τον 8ο αιώνα; Ποια γλώσσα θα μιλούσαμε σήμερα και ποιο θεό θα λατρεύαμε;»2.

Η Βυζαντινολογική επιστήμη των καιρών μας στο σύνολό της, με διεθνή συνέδρια και πλήθος μελετών, έχει αποκαταστήσει το παρεξηγημένο και συκοφαντημένο Βυζάντιο και έχει στοιχειοθετήσει την πολύτιμη προσφορά του στον πολιτισμό της ανθρωπότητος. Η παρεξήγηση και η κατασυκοφάντηση, όπως οι ίδιοι οι δυτικοί ομολογούν, οφείλεται στις ομολογιακές προκαταλήψεις των χρονογράφων και ιστορικών του Μεσαίωνος και κατόπιν στις αθεϊστικές τάσεις του Διαφωτισμού, ο οποίος μαζί με τον δυτικό μεσαίωνα απέρριψε και το Βυζάντιο3.

Είναι γι’ αυτό να λυπάται και να στεναχωριέται κανείς, όταν ακούει ή διαβάζει και στις ημέρες μας μεγαλόσχημους καθηγητές και δημοσιογράφους να υιοθετούν τον ξεπερασμένο πλέον στην έρευνα αντιβυζαντινισμό. Και το μόνο που θα είχε να τους συστήσει είναι να εκσυγχρο­νισθούν και να παρακολουθήσουν την σύγχρονη έρευνα, να παύσουν να διαβάζουν την ιστορία με τα γιαλιά της ξεπερασμένης μαρξιστικής ανάλυσης, να μην αναμασούν όσα έγραψαν ο Γ. Κορδάτος και ο Γιάννης Σκαρίμπας. 
(Αποσπασμα)
  

  1. Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος. Μελετήματα ορθοδόξου Θεολογίας, έκδ. Αστήρ. Αθήναι 1993, σελ. 126.

  

  1. Βλ. βιβλιοπαρουσίαση στην εφημ. «Το Βήμα», 10 Μαρτίου 2000, σελ. 19, ένθετο «Βιβλιοθήκη».

  

  1. Σχετικώς βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Επόμενοι τοις θείοις πατράσι, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 98 ε.

   ΠΗΓΗ:   ”Από τη Νίκαια της Βιθυνίας στη Νίκαια της Γαλλίας”Σειρά “Καιρός”Θέματα Εκκλ. Επικαιρότητος Εκδόσεις “Βρυέννιος”Πηγή:http://egolpio.wordpress.com/2009/07/07/byzantio_eyroph/#more-2510

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Φιλάνθρωπη νομοθεσία στο «Βυζάντιο»Οι «δυνατοί» και οι «πένητες»(Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου)

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Ιουνίου 2009

yfb-v.jpgΚαταναλωτική κοινωνία και καπιταλισμός συνδέονται με την προσπάθεια συσσώρευσης πλούτου και υλικών αγαθών, αλλά και ατομικής ευημερίας. Όταν, όμως, μερικοί επιτυγχάνουν να συγκεντρώσουν πολλά υλικά αγαθά, αυτό σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι τα στερούναι. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται η κοινωνική αδικία, οι άνθρωποι χωρίζονται σε πλούσιους και πτωχούς. Βέβαια, το «πνεύμα του καταναλωτισμού», ως επιθυμία, επίδειξη και απόλαυση, συνδέεται με όλες τις κοινωνικές τάξεις των ανθρώπων. Θα δούμε στην συνέχεια πως η Ρωμαϊκή Χριστιανική Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) αντιμετώπιζε τα προβλήματα που ανέκυπταν από την κοινωνική αδικία.

Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με έδρα την Κωνσταντινούπολη, το λεγόμενο Βυζάντιο, διακρινόταν για την φιλανθρωπία της, γι’ αυτό άντεξε χίλια χρόνια και πολλοί μελετητές σπουδάζουν την ζωή και τον πολιτισμό, αλλά και την όλη εσωτερική και εξωτερική πολιτική την οποία εξασκούσαν οι Αυτοκράτορες. Όλα τα κοινωνικά θέματα και γενικότερα η πολιτική της είχαν εμποτισθή από την Χριστιανική διδασκαλία. Βέβαια, και εκεί γίνονταν διάφορα λάθη, αφού η αμαρτία δεν απουσιάζει από τους ανθρώπους και τις κοινωνίες, αλλά είχαν έναν ορθό προσανατολισμό. Αυτό φαίνεται και από το πως προσπαθούσαν οι Ρωμαίοι-Βυζαντινοί να επιλύσουν διάφορα κοινωνικά προβλήματα.Ο Στήβεν Ράνσιμαν στο βιβλίο του «Βυζαντινός πολιτισμός» αναφέρει πολλές πληροφορίες για την ζωή των κατοίκων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς. Ως προς τον τρόπο της δοίκησης γράφει ότι «τα ιδεώδη της βυζαντινής διοίκησης θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε σοσιαλιστικά. Όλοι έπρεπε να είναι καλοί πολίτες του κράτους». Όμως, η τάξη της αριστοκρατίας των μεγάλων γαιοκτημόνων δεν μπορούσε να προσαρμοσθή με τον τρόπο αυτόν της διοίκησης. Κυρίως από τον 9ο αιώνα παρατηρήθηκε μεγάλη αναστάτωση από διαφόρους λόγους, ώστε μεγάλωσε η τάση των αριστοκρατών να αυξήσουν την ιδιοκτησία τους και οι μικροί ελεύθεροι αγρότες εξαγοράζονταν και γίνονταν δουλαπάροικοι.

Στην βυζαντινή κοινωνία διακρίνονταν δύο τάξεις, οι «δυνατοί» και οι «πένητες». Γράφει ο Ράνσιμαν: «Η διοίκηση έκανε σαφή διάκριση ανάμεσα στους πλουσίους –τους δυνατούς- και τους φτωχούς -τους πένητες- και γενικά προσπαθούσε να περιορίσει τους αριστοκράτες σε καθήκοντα μόνο στρατιωτικά, διατηρώντας τις πολιτικές υπηρεσίες δημοκρατικές και ελεύθερες. Όλο τον 10ο αιώνα η κυριότερη ασχολία των αυτοκρατόρων ήταν να θεσπίζουν νόμους προσπαθώντας να περιορίσουν τη δυνατότητα των αρχόντων να αγοράζουν γη των φτωχών».Πρόκειται για την ίδια νοοτροπία που παρατηρούμε σήμερα, που ανοίγει η ψαλίδα μεταξύ των πλουσίων και των μεσαίων η μεταξύ των μικρομεσαίων και των πτωχών. Στην εποχή μας παρατηρείται το φαινόμενο ότι όλο και περισσότερο διευκολύνονται οι πλούσιοι παρά ενισχύονται οι πτωχοί. Ο τρόπος, όμως, με τον οποίο ενεργούσαν οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες και στον τομέα αυτόν είναι πολύ χαρακτηριστικός και αξιοπρόσεκτος.

Μια καλή ανάλυση αυτής της προσπάθειας των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, παρουσιάζεται ανάγλυφα από τον Ζέραρ Βάλτερ στο βιβλίο του «Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο, στον αιώνα των Κομνηνών» (1081-1180). Γράφοντας για τις προνομιούχες τάξεις, στις οποίες συγκαταλέγονταν οι ευγενείς, γράφει ότι στο Βυζάντιο οι ευγενείς ονομάζονταν Δυνατοί, οι οποίοι διακρίνονταν στους στρατιωτικούς και τους διοικητικούς υπαλλήλους. Οι διοικητικοί υπάλληλοι ήταν και γαιοκτήμονες που ασκούσαν διοίκηση στην Αυτοκρατορία και είχαν την τάση να αγοράζουν στις επαρχίες τους κομμάτια γης. Επίσης, οι πλούσιοι γαιοκτήμονες επιδίωκαν να αποκτήσουν μια διοικητική θέση ώστε να έχουν αυτόν τον τιμητικό τίτλο. Έτσι, οι διοικητικοί υπάλληλοι ήταν συγχρόνως και γαιοκτήμονες, ασκούσαν, δηλαδή, διοίκηση και ήταν κάτοχοι εκτάσεων γης. Στις αρχές του 10ου αιώνος η περιουσία των Δυνατών είχε φθάσει στο απόγειό της και οι Αυτοκράτορες προσπαθούσαν να θέσουν φραγμούς στην επέκτασή τους.

Ο Ρωμανός Α o Λεκαπηνός με Νεαρά (Νόμο) που εξέδωσε τον Απρίλιο του έτους 922 έβαλε στόχο να περιορίση την ιδιοποίηση της περιουσίας των πτωχών από τους Δυνατούς. Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν, όποιος πτωχός ήθελε να πουλήση την περιουσία του, λόγω διαφόρων αναγκών που είχε, ώφειλε να προτείνη να την αγοράσουν πρώτα τα μέλη της οικογενείας του και έπειτα οι γείτονές του. Αν αυτοί δεν ήθελαν να αγοράσουν αυτήν την περιουσία τότε μπορούσαν να την πουλήσουν στους Δυνατούς. Αλλά δημιουργήθηκαν μεγάλες δυσκολίες στην εφαρμογή του νόμου και απεδείχθησαν οι αδυναμίες του, γιατί συγχρόνως επικρατούσε η μακροχρόνια μίσθωση, βάσει της οποίας ο Δυνατός εμίσθωνε το χωράφι του πτωχού και έπειτα παρεβίαζε τους όρους, οπότε τα δικαστήρια, στα οποία κατέφευγε ο εκμισθωτής υποστήριζαν τους Δυνατούς. Δηλαδή, εδώ παρατηρείται διαπλοκή μεταξύ πλουσίων και δικαστών. Εξ άλλου την περίοδο μεταξύ του 927-928 η αγροτική παραγωγή έπαθε μεγάλη ζημιά με αποτέλεσμα να μη μπορούν οι συγγενείς και οι γείτονες του πεινασμένου πωλητού να εκμεταλλευθούν τα πλεονεκτήματα του νόμου και έτσι οι Δυνατοί αγόρασαν την γη των πτωχών ανθρώπων σε μικρή τιμή, δίδοντάς τους τρόφιμα ως προκαταβολή.

Λίγα χρόνια μετά, το 934, ο ίδιος ο Αυτοκράτορας, επειδή απέτυχε το προηγούμενο μέτρο, εξέδωσε άλλη Νεαρά με την οποία διέταζε τους Δυνατούς να επιστρέψουν, με ορισμένους όρους, τα κτήματα στους ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι είχαν υποχρεωθή να τα πωλήσουν κάτω από την πίεση της ανάγκης. Η εισαγωγή της Νεαράς αυτής είναι συγκινητική:«Οι άνθρωποι πρέπει να καλλιεργούν την ψυχή τους, για να μοιάσουν με τον Δημιουργό. Όσοι παραγνωρίζουν αυτό το καθήκον, είναι μοιραίο να γίνουν σκλάβοι των παθών τους. Απ’ αυτό ξεπηδούν οι απειράριθμες αδικίες, απ’ αυτό η μεγάλη και αιώνια μιζέρια των φτωχών, οι ατελείωτοι βόγγοι τους, που η ηχώ τους αφυπνίζει τον Κύριο. Αν ο Θεός ξεσηκώνεται για να εκδικηθεί τους πόνους τους, πως εμείς μπορούμε να παραγνωρίζουμε τα παράπονά τους;

Όταν ενεργούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν οδηγούμαστε από το μίσος η τον φθόνο εναντίον των Δυνατών, αλλά από την αγάπη μας για τους φτωχούς, από την πρόθεσή μας να τους προστατεύσουμε και από την επιθυμία μας να σώσουμε την αυτοκρατορία, γιατί αυτοί στους οποίους η Θεία Πρόνοια έδωσε δύναμη και πλούτο δεν φροντίζουν για τους φτωχούς, αλλά αντίθετα τους βλέπουν σαν λεία και δύσκολα συγκατατίθενται να μη τους αρπάξουν αμέσως τα κτήματά τους».Παρατηρώντας αυτήν την εισαγωγή στον νόμο για την βελτίωση της κοινωνικής αδικίας βλέπουμε την θεολογική υποδομή του. Αναφέρεται στα πάθη που επικρατούν στους ανθρώπους, όταν απομακρύνονται από τον Θεό, και τα οποία πάθη τους παρακινούν στην αύξηση της περιουσίας τους και την αδικία των πτωχών, αλλά και στο ότι η θέσπιση νόμων για την επικράτηση της κοινωνικής αδικίας γίνεται από αγάπη και κατά την Πρόνοια του Θεού και ακόμη για την σωτηρία της Αυτοκρατορίας. Έτσι, οι Αυτοκράτορες δεν κινούνταν από κάποιο ιδεολογικοκοινωνικό μοντέλο, αλλά από την θεολογία της Εκκλησίας. Αλλά και αυτός ο νόμος δε είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Στην συνέχεια, ο Κωνσταντίνος Ζ ο Πορφυρογέννητος «εξέδωσε έναν νόμο που πρόβλεπε την άμεση και χωρίς αποζημίωση επιστροφή όλων των κτημάτων, που είχαν αγοράσει οι Δυνατοί από τους μικροϊδιοκτήτες από την έναρξη της βασιλείας του». Όμως, είκοσι χρόνια μετά ο Αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς εξέδωσε νόμο, ο οποίος επέτρεπε στους Δυνατούς να αγοράζουν κτήματα όχι από τους πτωχούς, αλλά από τους ιδιοκτήτες της δικής τους κοινωνικής τάξεως. Με αυτόν τον τρόπο προστάτευαν τους πτωχούς από την πίεση των Δυνατών.

Ο Βασίλειος ο Β ακολούθησε την ίδια τακτική. «Κατάργησε την παραγραφή των σαράντα ετών, που ίσχυε για τις αιτήσεις επιστροφής των απαλλοτριωμένων γαιών, ύστερα από την πείνα του 927. Διέταξε, επίσης, την επιστροφή στους δυστυχισμένους πωλητές η στους απογόνους τους, όλων αυτών των κτημάτων, χωρίς οι Δυνατοί να μπορούν να χρησιμοποιήσουν ένδικα μέσα για την επιστροφή των χρημάτων που πήραν η για την είσπραξη αποζημιώσεως, αναφορικά με τις βελτιώσεις, που είχαν γίνει απ’ αυτούς. Και πρόσθετε: “Δεν δικαιούνται να πάρουν τίποτε πίσω. Θάπρεπε μάλλον να τιμωρηθούν”».

Αυτά έκαναν τότε οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες για να περιορίσουν την απληστία των δυνατών-πλουσίων γαιοκτημόνων και να προστατεύσουν τους πτωχούς. Μακάρι αυτό να τεθή ως πρότυπο στους σύγχρονους ηγέτες των Κρατών, και κυρίως των λεγομένων Χριστιανικών Κρατών, ώστε να αντιμετωπίζουν τις κρίσιμες καταστάσεις που παρατηρούνται στην κοινωνία μας. Σήμερα, οι Δυνατοί είναι «οι έχοντες και κατέχοντες», όσοι διαθέτουν μεγάλη περιουσία και συνεχώς την αυξάνουν σε βάρος των αδυνάτων ανθρώπων. Γι’ αυτό και οι σύγχρονοι υπεύθυνοι για την οικονομία μας δεν πρέπει απλώς να εφαρμόζουν οικονομικά συστήματα που ισχύουν σήμερα, αλλά να παραδειγματίζονται και από τους φιλάνθρωπους τρόπους με τους οποίους αντιμετώπιζαν οι πρόγονοί μας τα θέματα αυτά. Όπως είδαμε οι Νεαρές των Αυτοκρατόρων δεν ήταν προϊόντα κάποιου κοινωνικού συστήματος και κοινωνικής ιδεολογίας, π.χ. φιλελεύθερης η σοσιαλιστικής, αλλά καρποί και έκφραση της θεολογίας. Όταν κανείς επιλύη τα κοινωνικά ζητήματα μέσα από το πρίσμα της θεολογίας, τότε η αντιμετώπιση των πραγμάτων είναι φιλάνθρωπη, αφού διατηρείται και η αγάπη και η ελευθερία.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΜΑΪΟΣ 2009

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο ναός της του Θεού Σοφίας (Ιστορικό – Κτίσιμο και περιγραφή)

Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Μαΐου 2009

iu81.jpg

Ιστορικό της Αγια – Σοφιάς:Ο Μέγας Κωνσταντίνος αρχικά, στην τοποθεσία αυτή, έχτισε έναν σχετικά μικρό ναό. Αργότερα αυτόν τον ναό, τον μεγάλωσε ο γιος του Κώνστας (εγκαινιάστηκε το 360 μ.Χ.). Ύστερα όμως από αρκετά  χρόνια, ο λαό εξοργισμένος για την εξορία του Αγίου Ιεράρχου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, έκαψε το ναό (404 μ.Χ.). Τον ξανάκτισε (413/415 μ.Χ.) ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’, αλλά πάλι κάηκε, αυτή την φορά από τους στασιαστές, κατά τη «Στάση του Νίκα» (532 μ.Χ.).Μόλις αποκαταστάθηκε η τάξης, αμέσως ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) αποφάσισε να χτίσει νέο, αλλά ασύγκριτα πιο ευρύχωρο και μεγαλοπρεπέστερο ναό. Γι’ αυτό τον λόγο ανέθεσε στον μαθηματικό Ανθέμιο τον Τραλλιανό, και τον αρχιτέκτονα Ισίδωρο το Μιλίσιο, τα σχέδια του ναού αφιερωμένο στην «Του Θεού Σοφία». Ακόμα, αναγκάστηκε ν’ απαλλοτριώσει και ν’ αποζημιώσει όλα τα γύρω οικοδομήματα.Συγκέντρωσε ότι πιο πολύτιμα και σπάνια υλικά βρήκε, απ’ όλη την -τότε γνωστή ως- οικουμένη:  Πράσινα μάρμαρα από την Κάρυστο, ροδόχροα με λευκές φλέβες από τη Φρυγία, ανοιχτόμαυρα με γαλάζιες φλέβες από το Βόσπορο, κόκκινα με λευκά στίγματα από τη Θήβα της Αιγύπτου, και μάρμαρα με διάφορους άλλους χρωματισμούς από διάφορες περιοχές.Αλλά και το διακοσμητικό υλικό ήταν πρώτης τάξης: οι πολύτιμες πέτρες, το χρυσάφι, και το ασήμι κρατούσαν την πρώτη θέση.Κτίσιμο και περιγραφή του ναού: Οι εργασίες του ναού, ξεκίνησαν στις 23 Φεβρουαρίου 532 και τελείωσαν στις 27 Δεκεμβρίου 537 (δηλαδή, 5 χρόνια, 10 μήνες και 4 ημέρες , οπότε και έγιναν τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας. Για το χτίσιμο εργάστηκαν 10.000 εργάτες και τεχνίτες, ενώ ο ίδιος ο Ιουστινιανός επέβλεπε την πορεία των εργασιών και το συνολικά κόστος για το χτίσιμο, έφτασε τα 360 εκατομμύρια χρυσές δραχμές. «Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντι με τοιούτον έργο επιτελέσας. Νεκίκηκά σε, Σολομών!» αναφώνησε –κατά την παράδοση– με ασυγκράτητο ενθουσιασμό ο Ιουστινιανός όταν πρωτοαντίκρυσε το επιβλητικό εσωτερικό με το άπλετο φωτισμό. Από τα 100 παράθυρα και τα 1.000 καντήλια το φως ν’ αντανακλά στους 107 κίονες από λευκά και πολύχρωμα μάρμαρα με εξαιρετικά κιόκρανα και μαζί με τον πλούσιο διάκοσμο, φαντασθείτε, τι θαυμαστή! τι εκπληκτική! τι απερίγραπτη! υπερκόσμια ατμόσφαιρα παρουσίαζε! Προσθέστε τώρα και 525 κληρικούς που ορίστηκαν να υπηρετούν την «Μεγάλη Εκκλησιά» και ψάξτε να βρείτε κοσμητικά επίθετα για να  περιγράψουν αυτό το «θαύμα»!!! Οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν το ναό επίγειο ουρανό ή δεύτερο στερέωμα «αγγέλων την των χειρών του Θεού ποίησιν». Ο Ιουστινιανός, για να γιορτάσει όλος ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης τα εγκαίνια του ναού της Αγίας Σοφίας, διέταξε και σφάξανε χίλια βοοειδή, δέκα χιλιάδες αρνιά, εξακόσιες αίγες, χίλια χοιρίδια και είκοσι χιλιάδες όρνιθες και όλα αυτά, παρασκευάστηκαν και μοιράστηκαν στον κόσμο που πανηγύριζε. Σχετικά με την εξυπηρέτηση των ναών αναφέρεται ότι μόνο η Αγία Σοφία, επί Ιουστινιανού, είχε χίλιους κληρικούς. Τον έβδομο αιώνα είχαν περιοριστεί σε εξακόσιους και η Νεαρά τουΗρακλείου αναφέρει: Πρεσβυτέρους 80, Διακόνους150, Διακόνισσες40, Υποδιακόνου70, Αναγνώστες 160, Ψάλτες25, Θυρωρούς75. Μπορεί λοιπόν να σχηματίσει κανείς μια ιδέα του πλήθους που εξυπηρετούσε τις εκκλησίες, αν αναλογισθεί ότι τον ενδέκατο αιώνα μόνο στην Αντιόχεια υπήρχαν 1.200 εκκλησίες και 360 μοναστήρια. (Πάνου Ζαμβακέλλη: Εισαγωγή στη Βυζαντινή ζωγραφική).Η Αγία Σοφία είναι ορθογώνιο οικοδόμημα 78,16 μέτρων μήκους και 71,82 πλάτους. Ο τρούλος, σε ύψος 54 μέτρων, γεννά το αίσθημα ότι αιωρείται. Στηρίζεται πάνω σε τέσσερις πεσσούς που σχηματίζουν τετράγωνο και συνδέονται μεταξύ τους με τόξα. Η διάμετρός του είναι 31 μέτρα και έχει στη βάση του 40 παράθυρα. Οι πεσσοί κρύβονται πίσω από δύο κιονοστοιχίες που χωρίζουν το ναό σε τρία κλίτη, με αποτέλεσμα να φαίνονται μόνο τα γιγάντια τόξα.Ο γυναικωνίτης βρίσκετε στον δεύτερο όροφο του ναού. Ο εσωνάρθηκας με το κύριο μέρος του ναού επικοινωνεί με 9 πύλες, απ’ αυτές οι τρεις μεσαίες ονομάζονται βασιλικές, ενώ η μεσαία είναι πιο πλατειά και πιο ψηλή.Μπροστά στον εξωνάρθηκα υπήρχε μία μεγάλη αυλή, εκεί βρισκόταν η φιάλη του εξαγνισμού μια καρκινική (= φράση που διαβάζεται και αντίστροφα) επιγραφή που έγραφε: «ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ». Δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα.Ο τρούλος της Αγίας Σοφίας κατέρρευσε το Μάη του 558, και ξανακτίσθηκε από τον Ισίδωρο, συνώνυμο ανιψιό, του αρχιτέκτονα της. Αργότερα πάλι, το 867 συγκεκριμένα, ράγισε ο τρούλος μετά από σεισμούς, και τον επισκεύασε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’. Όμως την  μεγαλύτεροι συμφορά συνολικά που βρήκε την Αγία Σοφία, ήταν το 1204 όταν οι Φράγκοι κυρίεψαν και λεηλάτησαν την Πόλη.Σήμερα η Αγία Σοφία έχει συληθεί και ως ένα βαθμό παραμορφωθεί. Εξωτερικά έχουν προστεθεί τέσσερις μιναρέδες και εσωτερικά έχουν καλυφθεί τα μωσαϊκά με σοβά. Το 1935 μετατράπηκε σε μουσείο.

Πηγή:http://www.panellines.gr/ecclesia/agia_sofia.htm

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η έκθεση «Ο Αθως και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία – Θησαυροί του Αγίου Ορους» και τα εγκαίνια στο μουσείο Petit Palais στο Παρίσι ως διεθνές πολιτιστικό γεγονός με τη σημασία του…

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Απριλίου 2009

Στα εγκαίνια της έκθεσης στο Petit Palais παρέστησαν ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής με τη σύζυγό του Νατάσα, η υπ. Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, που είχε την πρωτοβουλία της εκθέσεως, ο υφ. Εξωτερικών Θ. Κασσίμης και μοναχοί από το Άγιον Όρος.H Ελλάδα έχει να παρουσιάσει στο διεθνές κοινό το ιδιαίτερα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός, την έκθεση «Αθως και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία – Θησαυροί του Αγίου Ορους» στις αίθουσες του Petit Palais, του γνωστού ατμοσφαιρικού μουσείου στο Παρίσι. «Ενα πολιτιστικό γεγονός που φιλοδοξεί να προβάλει την παράδοση της Αθωνικής Πολιτείας στη Γαλλία και σε ολόκληρη την Ευρώπη», όπως τόνισε στην ομιλία της, στη συνέντευξη Τύπου για την έκθεση, η υπουργός Εξωτερικών κ. Ντόρα Μπακογιάννη. Η οποία ως ΥΠΕΞ είχε την πρωτοβουλία, από το 2006, να οργανωθεί έκθεση των αγιορείτικων κειμηλίων στο Παρίσι. Σε συνεργασία με την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Ορους αποφασίστηκε η συνδιοργάνωση της έκθεσης, η οποία γίνεται με τη συνεργασία του υπουργείου Πολιτισμού. …Ιδιαίτερες οι υπουργικές ευχαριστίες στην Ιερά Κοινότητα του Αγίου Ορους και την Ιεροκοινοτική Επιτροπή που εργάστηκε για την πραγματοποίησή της. Ειδικά, οι Μονές Βατοπεδίου, Ιβήρων, Διονυσίου, Παντοκράτορος, Καρακάλλου, Σίμωνος Πέτρας, Αγίου Παύλου, Ξενοφώντος και Γρηγορίου αξίζουν ευχαριστιών επειδή προσέφεραν ιστορικά τους κειμήλια στην έκθεση. 180 αυθεντικά έργα ανεκτίμητης αξίας άφησαν τις ιστορικές μονές του Αγίου Ορους και ταξίδευσαν στο Παρίσι για να εκτεθούν στις αίθουσες του Petit Palais, ώστε οι Γάλλοι και οι Γαλλίδες και οι πολλοί ξένοι επισκέπτες της Πόλης του Φωτός να μπορούν να δουν τα ιερά κειμήλια, εξήντα από τα οποία για πρώτη φορά βγαίνουν από το Αγιο Ορος, άδυτον πάντα για τις γυναίκες, ως γνωστόν.Σημαντική παράμετρος σπουδαιότητος το ότι «η έκθεση αυτή αντανακλά την ευρύτατη συνεργασία της Ελλάδος με τη Γαλλία.

Πηγή:http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_3_12/04/2009_310962

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΔΕΝ ΕΦΘΑΣΕ ΤΟ ΤΕΛΟΣ…του Φαναρίου και της ομογένειας.

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Απριλίου 2009

Από την αποφράδα ημέρα της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως (1453) και μέχρι σήμερα πολλές υπήρξαν οι Κασσάνδρες, οι οποίες με τα απύλωτα στόματά τους «προφήτευσαν» ότι έφθασε το τέλος του μαρτυρικού και εσταυρωμένου Οικουμενικού μας Πατριαρχείου και της ομογένειάς μας.

Το θλιβερό του όλου πράγματος είναι ότι οι Κασσάνδρες αυτές με τα ποικίλα προσωπεία, αλλά και πολλές εξ’ αυτών τελείως απροκάλυπτα προέρχονται διαχρονικά και από το «ημέτερον γένος».

Εξάλλου, πάντοτε είχαμε «εφιάλτες».

 

Ως δίστομος μάχαιρα και πύρινος ρομφαία που διαπερνά την καρδία μας ακούγεται πολλάκις από τα στόματα πολιτικών, εκκλησιαστικών ανδρών, ανθρώπων που ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά, ότι: «έφθασε το τέλος…». Ενδόμυχα τι λένε;

 Να φύγουν ή να περιμένουμε να πεθάνουν και οι λιγοστοί Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως, των Πριγκηποννήσων, της Ίμβρου και της Τενέδου, και τότε ας θάψουμε και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

 Όλοι αυτοί οι υπερφίαλοι εκπρόσωποι του «επαρχιωτικού ελλαδισμού» που εγκλωβίζουν το ρωμαίϊκο γένος μας και τον οικουμενικό Ελληνισμό εντός του κρατιδίου που λέγεται Ελλάς και από Οικουμενικό Ελληνισμό τον καταντούν και τον βαπτίζουν «Ελλαδισμό», όλοι αυτοί ως χαιρέκακοι και πικρόχολοι νεκροθάπτες κρίνουν τα δεδομένα της ιστορίας, τον ίδιο τον υπεραιωνόβιο θεσμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τα ανθρώπινα κοντόφθαλμα και στενόμυαλα ορθολογιστικά κριτήρια της πεπερασμένης ανθρώπινης λογικής.

Σε όλους αυτούς τους «μετά Χριστόν ψευδοπροφήτες» ένα και μόνον είναι το μήνυμα που εκπέμπεται από το μαρτυρικό και σταυραναστάσιμο Φανάριο, όπως εύστοχα και αλάθητα το διετύπωσε σε ομιλία του, κατά το έτος 1972, ο αοίδιμος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων (1913-1989), ο οποίος έγραφε:

 «Διότι εδώ ουδέποτε επιστεύσαμεν εις την ισχύν του θανάτου, αλλά πάντοτε εις την αλήθειαν της Αναστάσεως».

 

Δεν έφθασε το τέλος της Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.

 Η Μεγάλη Μητέρα Εκκλησία «εν ασθενεία τελειούται».

Στην περίπτωση της Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ευρίσκει την πλήρη και απόλυτη εφαρμογή το του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου:

«Πόσοι επολέμησαν την Εκκλησίαν και οι πολεμήσαντες απώλοντο.

 Αυτή δεν υπέρ τον ουρανόν αναβέβηκε… πολεμουμένη νικά, επιβουλευομένη περιγίγνεται, υβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται.

Δέχεται τραύματα και ου καταπίπτει υπό των ελκών.

 Κλυδωνίζεται, αλλ’ ου καταπονίζεται. Χειμάζεται αλλά ναυάγιον ουχ υπομένει. Παλαίει αλλ’ ουχ ηττάται. Πυκτεύει αλλ’ ου νικάται». (Ιω. Χρυσοστόμου, PG 52. 397-398).

Οι μακρόθεν ιστάμενοι ως Γραμματείας και Φαρισαίοι, όπως εκείνοι ίσταντο ενώπιον του Εσταυρωμένου, ασκούν την αθυρόστομη κριτική τους και είτε προτείνουν ως δειλοί και άβουλα μοιραίοι να φύγει το Πατριαρχείο από την ιερά καθέδρα του, από το μαρτυρικό και ένδοξο Φανάριο, είτε ως νεκροθάπτες ασεβείς προεξοφλούν το τέλος της Μητέρας τους Μεγάλης Εκκλησίας και αρχίζουν να θάβουν το πάντιμο, αγιασμένο και μαρτυρικό σώμα αυτής… Όλοι αυτοί οι μητροκτόνοι του σύγχρονου αμοραλισμού οραματίζονται, είτε να δουν το τέλος της Μητρός Μεγάλης Εκκλησίας, είτε ένα πατριαρχείο της Ελλάδος (άπαγε της βλασφημίας…).

Η αδέκαστη και αντικειμενική κρίση της ιστορίας μας διδάσκει ότι όσοι ετόλμησαν να σηκώσουν μιαρά, ανίερα και ασεβή χέρια ενάντια στο καθαγιασμένο και μαρτυρικό σώμα της Μητέρας τους Μεγάλης Εκκλησίας, έλαχον τον κλήρο της άτιμης λήθης και ενώπιον Θεού και ενώπιον ανθρώπων…

 

Πάντα ταύτα η φιλεύσπλαχνη και φιλόστοργη Μητέρα Μεγάλη Εκκλησία τα παραβλέπει και διά της μαρτυρικής και θεοπνεύστου φωνής του αοιδίμου Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος δίδει λόγο μαρτυρίας «τοις ολιγοψύχοις και ολιγοπίστοις» με τον λόγο του «Σταυρού»:

 «…Γνώριμοι είναι εις αυτήν την εσταυρωμένην Εκκλησίαν οι εμπτυσμοί, οι κολαφισμοί, αι μάστιγες, τα ραπίσματα και ο ακάνθινος στέφανος και η χολή μετά όξους και η λόγχη, τα οποθενδήποτε.

 Γνώριμός της και η πολυτέλεια του οίκτου.

Είναι οικείαι της αι φωναί «σταύρωσον»,… και εις ωρισμένας στιγμάς η φωνή της συνοδεύει την φωνήν του Κυρίου της, «ίνα τι με εγκατέλιπες;». Και ο Σταυρός;

Ο Σταυρός είναι δικός της. Της Μεγάλης Εκκλησίας.

Το πρώτον και το ύστατον, το μέγιστον προνόμιόν της. Θεού δύναμις και Θεού σοφία.

 Εις την όλην αυτήν συμφωνίαν της Σταυρώσεως και συσταυρώσεως, μία μόνον παραφωνία υψούται από της εσταυρωμένης Εκκλησίας:

 «Ου τετέλεσται»… προσκυνούμεν σου τα πάθη, Μητέρα Εκκλησία, κήρυξον ημίν και την Ανάστασιν


Αυτό το μήνυμα της αξιοπρεπούς αντιστάσεως εκπέμπει ο μαρτυρικός Οικουμενικός μας Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, όταν αγέρωχα και με πίστη κηρύττει: «… ότι δεν απεκόψαμεν, ότι δεν εκάμφθημεν, ότι δεν απηλπίσθημεν, ότι δεν εσκέφθημεν ουδέ πόρρωθεν να εγκαταλείψωμεν τας θερμοπύλας μας.

 Δεν προτιθέμεθα να αφήσωμεν ουδ’ κατ’ ελάχιστον τας ιδιοτροπίας της ιστορίας να μας αφανίσουν εις το τέλος…

Αυτή είναι η επίγειος πατρίς μας, εδώ έχομεν τας ρίζας μας, εδώ είναι η ιστορία μας, εδώ είναι οι τάφοι και τα ιερά οστά των πατέρων μας, εδώ είναι η καρδία μας και εδώ θα μείνωμεν…

Είμεθα αδύναμοι, αλλά ταυτοχρόνως και ισχυροί εν τω δικαίω μας και εν τη ισχύι την οποίαν μας δαψιλεύει εξ ουρανού ο Θεός της δικαιοσύνης.

Είμεθα πτωχοί αλλά και πλούσιοι εις αξιοπρέπειαν, εις πίστιν, εις ευσέβειαν, εις ελπίδα, εις αγάπην, εις υπομονήν, εις εγκαρτέρησιν και θείαν συναντίληψιν.

 Είμεθα πλήρως παραδεδομένοι εις την αγάπην και την πρόνοιαν του Θεού, ταις πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων των αγίων». Ανάστα ο Θεός και κρίνον…

 Πηγή:http://www.xronos.gr/church/detail.php?ID=45073

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

H IΣΤΟΡΙΑ ΤHΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝHΣ ΣΙΝΑ

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Απριλίου 2009

 666666y.png

Η θέση της Ιεράς Μονής Σινά, παραδοσιακά συνδέεται με τη βιβλική γη της Μαδιάμ του Νοτίου Σινά, στους πρόποδες του Θεοβαδίστου όρους Σινά (σήμερα Gebel Musa, δηλαδή Όρος του Μωυσέως), όπου ο Μωυσής βοσκούσε τα πρόβατα του πεθερού του Ιοθώρ, ιερέα του Υψίστου Θεού (Ελιόν) και είδε το όραμα της Αγίας Βάτου. Εκεί δε αργότερα οδήγησε το Λαό του Ισραήλ, για να παραλάβει τέλος στην Αγία Κορυφή του ίδιου όρους από τον Θεό το Νόμο των Δέκα Εντολών.

 Κατά τους ελληνορωμαϊκούς χρόνους, η ευρύτερη περιοχή του Νοτίου Σινά διοικητικά συνδέεται με το χώρο της Πετραίας Αραβίας.

 

Ασχέτως εάν η στρατηγική θέση της χερσονήσου οδηγούσε τους μεγάλους λαούς της ιστορίας να διέρχονται το Βόρειο τμήμα της, το Νότιο τμήμα ήδη από τους χρόνους των διωγμών του 3ου αιώνα άρχισε σταδιακά να συγκεντρώνει αναχωρητές στο χώρο της Αγίας Βάτου στους πρόποδες του όρους της Νομοδοσίας, μακριά από τη ματαιότητα, τα αδιέξοδα, την υποκρισία και τη σύγχυση των κοσμοπολιτικών χρόνων της ύστερης αρχαιότητας και την αποτρόπαιη σκληρότητα και ισοπεδωτική για τον απλό άνθρωπο κυριαρχία της Ρωμαϊκής εξουσίας.

 

Η Βιβλική Νομοδοσία, η Ελληνορωμαϊκή παράδοση και η συνεχής επί δεκαεπτά αιώνες Ασκητική διαβίωση Σιναϊτών αναχωρητών στο χώρο του Νοτίου Σινά και κυρίως περί την Αγία Βάτο, (χώρο όπου φυλάσσονται επίσης τα λείψανα της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Αικατερίνης και μοναδικά εκκλησιαστικά κειμήλια και χειρόγραφα αφιερώματα απλών ανθρώπων ή μεγάλων θρησκευτικών και πολιτικών ηγετών-προσκυνητών), αποτελούν τον άξονα της Ιστορίας της Ιεράς Μονής Σινά.

 Η παράδοση δε αυτή αριθμεί δεκατέσσερις αιώνες ειρηνικής συμβίωσης με τους Βεδουίνους της περιοχής, γενόμενη σεβαστή εκτός από το Χριστιανικό Κόσμο, τον Ιουδαϊκό και τον Μουσουλμανικό προστατεύεται δε και από την UNESCO.

 Στην ενότητα των Σιναϊτικών Κειμένων και Καταλόγων περιέχεται κατάλογος των Ονομάτων όλων των Ηγουμένων και Αρχιεπισκόπων του Σινά, όπως επίσης και κατάλογος με όλες τις σημαντικές Σιναϊτικές χρονολογίες.

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ : Το Βυζάντιο ζει ακόμη στη σύγχρονη Ελλάδα

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Φεβρουαρίου 2009

? Το Βυζάντιο και η Ορθοδοξία συνδέονται στενά. Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του βυζαντινού πολιτισμού είναι οπωσδήποτε η ορθόδοξη πνευματικότητα. Το Βυζάντιο αποτελεί επίσης ένα αναγκαίο συστατικό της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας. Στην Ελλάδα που πάντοτε είχε μια προβληματική σχέση με το παρελθόν της, ακούγονται σήμερα απόψεις, που έχουν εντυπωσιακή αποδοχή, και που προβάλλουν το Βυζάντιο ως δύναμη καταστολής που κατέστρεψε τη θρησκεία και τον πολιτισμό της ελληνικής αρχαιότητας. Πώς βλέπετε εσείς τη βυζαντινή περίοδο;

  

Στις 21 Ιουλίου 1425 ο αυτοκράτωρ Μανουήλ Β? Παλαιολόγος πέθανε ως μοναχός Ματθαίος. Στη φωτ. ο αυτοκράτωρ Μανουήλ Β?, η αυτοκράτειρα Ελένη και οι τρεις από τους έξι γιούς τους. Μικρογραφία χειρογράφου του 15ου αι. Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου.

 

? Τα τελευταία πενήντα χρόνια έχουμε δει στον Δυτικό Κόσμο μιαν αξιοσημείωτη ανάπτυξη των βυζαντινών σπουδών και αυτό ασφαλώς με χαροποιεί. Για εμένα το Βυζάντιο εκπροσωπεί μια συνέχεια όλων των καλύτερων στοιχείων της κλασικής παράδοσης, άρα σκέπτομαι περισσότερο με όρους συνέχειας παρά αντίθεσης.

Υπάρχουν βεβαίως και προβληματικά στοιχεία στο Βυζάντιο, αρνητικές πτυχές. Υπάρχουν όμως και θετικές πλευρές, και κυρίως η προσπάθεια να εκφρασθεί το χριστιανικό μήνυμα σε διανοητικό επίπεδο, αξιοποιώντας ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει η ελληνική φιλοσοφία, και η απόπειρα να μετουσιωθεί η κοινωνία.

 Τώρα, ο βαθμός επιτυχίας του εγχειρήματος αυτού ήταν περιορισμένος. Το Βυζάντιο παραμένει όμως μια άκρως σημαντική περίοδος της ιστορίας του χριστιανισμού και της ανθρωπότητας. Παρά τις όποιες αποτυχίες του, υπάρχουν πολλά που μπορούν να μας εμπνεύσουν, ακόμη και σήμερα: οπωσδήποτε στην τέχνη, στην αρχιτεκτονική, αλλά και στη θεολογία και όλες τις πτυχές της ανθρώπινης σκέψης.

Είναι, όμως, αναγκαίο να υπογραμμίσουμε ότι δεν πρέπει ποτέ να συγχέουμε μιαν επίγεια αυτοκρατορία με τη βασιλεία του Θεού. Ας μην ξεχνάμε την εσχατολογική διάσταση της χριστιανικής πίστης. Δεν πρέπει λοιπόν να εξιδανικεύουμε το Βυζάντιο. Μπορούμε, όμως, να μάθουμε από αυτό.

Στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, από τα τέλη του δεκάτου ογδόου αιώνα και εξής, βλέπω μιαν ενδιαφέρουσα αλληλεπίδραση ανάμεσα στον Ελληνισμό και το Βυζάντιο, ανάμεσα στον «Έλληνα» και τον «Ρωμιό». Και δεν θεωρώ ότι αυτά τα δύο είναι αλληλοαποκλειόμενα ή ότι βρίσκονται σε αντίθεση. Χωρίς αμφιβολία, όμως, υπήρξαν στο παρελθόν πολλές εντάσεις. Αλλά αυτό είναι που κάνει την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδος τόσο συναρπαστική.

Ως κάποιος που αγαπάει την Ελλάδα χωρίς να είμαι Έλληνας στην εθνικότητα, θα έλεγα ότι, για να κατανοήσουμε τη σύγχρονη Ελλάδα, χρειαζόμαστε τόσο τον Νικόδημο τον Αγιορείτη και τους Κολλυβάδες, όσο και τον Κοραή. Και χρειαζόμαστε τόσο τον Καποδίστρια όσο και τον Μακρυγιάννη. Συνεπώς αυτό που βρίσκω συναρπαστικό είναι η πολυπλοκότητα του νεοελληνικού πολιτισμού, και αυτή είναι που μπορεί να τον κάνει δημιουργικό.

Πιστεύω επίσης ότι το Βυζάντιο μπορεί να συνεχίσει να ζει στην σύγχρονη Ελλάδα, όπως ακριβώς εξακολουθεί να ζει και η παράδοση του Ελληνισμού. Θα πρέπει όμως να μάθουμε, ως ορθόδοξοι, να εκφράζουμε αυτά τα πράγματα σε μια κοινωνία που, ακόμη και στην Ελλάδα, γίνεται όλο και περισσότερο μη θρησκευτική. Αλλά πιστεύω ακόμη ότι όλες αυτές οι ιδέες δεν έχουν χάσει την αξία τους.

 Πηγή: Εφημερίδα “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” (20 Ιανουαρίου 2008)

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ

Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Φεβρουαρίου 2009

Μέχρι τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας βλέπαμε τον δικέφαλο αετό, έμβλημα της βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των Παλαιολόγων, κυρίως στους ναούς της Eλλάδος και τής Kύπρου, καθώς και στα εμβλήματα ορισμένων αθλητικών συλλόγων. Kαι τώρα άμα κοιτάξουμε στον ευρύτερο χώρο της γεωγραφικής γειτονιάς μας, παρατηρούμε μία έξαρση βυζαντινοπρέπειας. Δικέφαλος αετός είναι το νέο εθνόσημο της νέας Pωσίας με τον Άγιο Γεώργιο να φονεύει τον δράκοντα. Δικέφαλος είναι και το νέο έμβλημα της Oμοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας (Σερβία-Mαυροβούνιο). Tον βυζαντινό δικέφαλο χρησιμοποιούν και οι Σερβοβόσνιοι στην ημιαυτόνομη κρατική τους οντότητα και τον συνδέουν με τον σταυρό και τα τέσσερα Κυριλλικά (βυζαντινά) ε που συμβολίζουν την φράση: Άγιε Σάββα σώζε τους Σέρβους», όπως ακριβώς τα 4 B (δύο δεξιόστροφα και δύο αριστερόστροφα απεικόνιζαν επάνω στο οικόσημο των Παλαιολόγων την φράση: «Bασιλεύ Bασιλέων Bασιλεί βοήθει», δηλαδή Xριστέ βοήθα τον Aυτοκράτορα. Eξ άλλου τον δικέφαλο αετό χρησιμοποιούν στη σημαία τους και οι Aλβανοί από την ίδρυση του συγχρόνου κράτους τους, θυμίζοντάς μας ότι και οι Oρθόδοξοι Aλβανοί του Nότου ονομάζονται Tόσκηδες εκ του «αετόσκηδες», δηλαδή παιδιά του δικέφαλου αετού, κληρονόμοι του Bυζαντίου.

Aυτήν την κληρονομιά τον πολιτισμό και την δόξα της Eλληνορθόδοξης Aυτοκρατορίας των Mέσων Xρόνων, πολλοί λαοί την θεωρούν τιμή τους και τμήμα της πνευματικής τους ταυτότητος. Δυστυχώς στη χώρα μας περάσαμε από διάφορες περιόδους αμφισβητήσεων και παρεξηγήσεων εις βάρος της Bυζαντινής μας κληρονομιάς και μόλις στις τελευταίες δεκαετίες αρχίζουμε να τοποθετούμε τα πράγματα στην σωστή τους θέση. Tο Bυζάντιο «σημείο αντιλεγόμενο» κατά τον Φ. Kόντογλου, ενοχλεί τους οπαδούς της άκρατης αρχαιολατρείας και τού παγανισμού, διότι μάς θυμίζει την σύνδεση ορθοδοξίας και Eλληνισμού. Eνοχλεί ακόμη και ορισμένους κύκλους διανοουμένων στην Δύση, οι οποίοι μένουν κολλημένοι στο πνεύμα των Σταυροφοριών και θεωρούν κάθε τι το Oρθόδοξο ως αντιστρατευόμενο τη επέκταση του Δυτικού πολιτισμού. Όμως και στη Δύση υπάρχουν φωτεινά παραδείγματα σεβασμού πρός τις βυζαντινές σπουδές. Xαρακτηριστικές περιπτώσεις ο κορυφαίος Άγγλος Bυζαντινολόγος Σερ Στήβεν Pάνσιμαν, ο οποίος προέβλεψε ότι «ο 21ος αιών θα είναι ο αιών της Oρθοδοξίας» και η Eλληνίδα Eλένη Γλύκατζη-Aρβελέρ, καθηγήτρια της Bυζαντινής Iστορίας στην Σορβόννη, η οποία ετιμήθη με το αξίωμα της Προέδρου όλων των Πανεπιστημίων των Παρισίων.


Mέσα στις πολλές παρεξηγήσεις και παρερμηνείες, τις οποίες δημιούργησαν κακοπροαίρετοι ή ανιστόρητοι ερευνητές γύρω από την σημαντική αυτή περίοδο τού Oρθοδόξου κόσμου, η σημαντικότερη αφορά στο όνομα της Aυτοκρατορίας. Oυδέποτε υπήρξε κράτος ονομαζόμενο Bυζαντινό. Bυζάντιο ήταν το αρχαίο όνομα της αποικίας των Mεγαρέων, η οποία μετονομάσθηκε σε Kωνσταντινούπολη, Nέα Pώμη. Πρώτα καθιερώθηκαν όνομα Nέα Pώμη, διότι θεωρήθηκε όχι απλώς ότι μετεφέρθη, αλλά ότι κατηργήθη η παλαιά. Aργότερα επεκράτησε ο όρος Kωνσταντινούπολις προς τιμήν του ιδρυτού Aγίου και Mεγάλου Kωσταντίου.

 Oι κάτοικοι του κράτους ονομάζονταν Pωμαίοι και το ίδιο το επίσημο όνομα της Aυτοκρατορίας ήταν Pωμανία. Όπως επισημαίνουν έγκυροι μελετητές (πατήρ Iωάννης Pωμανίδης) το όνομα «Bυζαντινή Aυτοκρατορία» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1562 από τον Γερμανό ιστορικό Iερώνυμο Bόλφ με στόχο να σμικρύνει τα εδαφικά και πνευματικά όρια της Pωμανίας και να τα περιορίσει στο όρια της πρωτεύουσάς της. Eν πάση περιπτώσει ο όρος καθιερώθηκε. Kαλό είναι, όμως, να χρησιμοποιούμε και την ορθή ονομασία «Pωμανία», η οποία διασώζεται από τους Ποντίους κυρίως μέσω των θρήνων και των τραγουδιών τους. Pωμανία θα ονομασθεί και η νέα πόλη, η οποία δημιουργείται μεταξύ Ξάνθης και Kομοτηνής για τούς Eλληνοποντίους εκ Pωσίας. Aπό την Nέα Pώμη και την Pωμανία προέρχεται και ο όρος Pούμ Oρτοντόξ, που συμβολίζει τους Oρθοδόξους της M. Aνατολής.
Kαι χρειάζεται να γνωρίζουμε όλο και περισσότερα για τη Pωμανία, Bυζάντιο, διότι στην εποχή της η πολιτιστική κληρονομιά της αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επανέρχεται στην επικαιρότητα. H Oρθοδοξία και η βυζαντινή κληρονομιά αποτελούν τους συνδετικούς μας δεσμούς με πολλούς λαούς της Bαλκανικής και τής Pωσικής ενδοχώρας. Oλόκληρη η ζωή των λαών αυτών έχει καταλυτικά επηρεασθεί από το πνεύμα της Bυζαντινής Pωμανίας, δηλαδή από τον συνδυασμό Eλληνικού πολιτισμού, ρωμαϊκού δικαίου και πολιτικού οργανισμού και κυρίως Oρθόδοξης Xριστιανικής Eκκλησίας και παραδόσεως.H Eλληνογενής Κυριλλική γραφή των Σέρβων, Bουλγάρων, Pώσων και Σκοπιανών προέρχεται από τους μαθητές των Aγίων Kυρίλλου και Mεθοδίου. H τέχνη, το δίκαιο, η πολιτική οργάνωση στα πρώτα χρόνια της διαμορφώσεως της εθνικής τους ταυτότητος, δηλαδή τα περισσότερα στοιχεία κοινωνικού και πολιτιστικού βίου των λαών αυτών οφείλονται στο Bυζάντιο. Eπισκεπτόμενος το 1991 την Aθήνα ο Πατριάρχης πασών των Pωσιών Aλέξιος, παρεδέχθη ότι «… Aπό τότε που η Pωσία εδέχθη το Bάπτισμα, η Eκκλησία μας και η θεολογική μας σκέψις δια μέσου των Aγίων Πατέρων και των Bυζαντινών ανεγράφησαν και ηνδρώθησαν με το πνεύμα του χριστιανικού Eλληνισμού.Tο Eλληνοχριστιανικό πνεύμα είναι τώρα η κοινή μας κληρονομιά, είναι μία διαθήκη δι’ ημάς». Kαι ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Iω. Kαραγιαννόπουλος παρατηρεί: «Σ’ όλους αυτούς τους λαούς το Bυζάντιο παρουσίασε τον εαυτό του σαν λαμπερό παράδειγμα. Kαι έτσι εξεπλήρωσε μια μεγάλη αποστολή στη γενική ιστορία του πολιτισμού… Aυτή την θρησκευτική πολιτιστική μύηση των διαφόρων λαών επετέλεσε το Bυζάντιο με την παροχή σ’ αυτούς των μέσων, της δυνατότητος και τής ελευθερίας να εξελίξουν και να προωθήσουν τα δικά τους γλωσσικά εκφραστικά μέσα».


Eίναι δε εξόχως επίκαιρο, σήμερα που οι διατάξεις της Συμφωνίας Σέγκεν μάς απομακρύνουν ψυχικά από τους Oρθοδόξους λαούς της Aνατολικής Eυρώπης, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το βιβλίο «Bυζαντινή Kοινοπολιτεία» του Aγγλο-ρώσου συγγραφέα Nτιμίτρι Oμπολένσκι: «H κληρονομιά του Bυζαντίου δεν έχει σβήσει απ’ την πολιτιστική ζωή της Nοτιοανατολικής Eυρώπης. Στα πιο απομακρυσμένα μοναστήρια και στις μικρές κοινότητες της ηπειρωτικής χώρας και στα νησιά, στην προσωπική πίστη και στη συλλογική λατρεία των χωρικών και των ανθρώπων της πόλης, που έχουν παραμείνει πιστοί στην θρησκεία των προγόνων τους, πάνω απ’ όλα ίσως στην τέλεση της Θείας Eυχαριστίας, εκείνου του συμβολικού δράματος της ανθρώπινης σωτηρίας, που επαναδιαδραματίζεται χωρίς ουσιαστική αλλαγή απ’ τις πρώτες μέρες της Xριστιανικής Aυτοκρατορίας ο Oρθόδοξος λαός της Aνατολικής Eυρώπης διατηρεί ως σήμερα μια ζωντανή επαφή με το Bυζαντινό παρελθόν του».


Oι πολέμιοι του Bυζαντίου / Pωμανίας προσπαθούν να μάς πείσουν ότι επρόκειτο περί μιας σκοταδιστικής περιόδου, κατά την οποία υπήρξε οπισθοδρόμηση των διαφόρων πτυχών του πολιτισμού. Kι αν μεν αναφερόμαστε στην Θεολογία, τα γράμματα και τις τέχνες, η Bυζαντινή Kοινοπολιτεία ζει και σήμερα στην Oρθόδοξη Aνατολική Eυρώπη και τούς αποστομώνει. Aλλά και για τις τεχνικές και τις πρακτικές πτυχές του πολιτισμού αν μιλήσουμε, οι μαρτυρίες είναι πολλές και διαψεύδουν τους επικριτές. Aς αναλογισθούμε πόσο μεγάλη επιστημονική πρόοδος υπήρξε η ανακάλυψη του «υγρού πυρός» από τον Kαλλίνικο, έναν Έλληνα της Συρίας, του οποίου η χημική σύνθεση παραμένει και σήμερα εν μέρει ανεξιχνίαστη. Ποιός μπορεί άλλωστε να μην εντυπωσιασθεί απ’ όσα γράφει ο Zεράρ Παστέρ, στο βιβλίο του «H καθημερινή ζωή στο Bυζάντιο», σχετικά με το Bυζαντινό Θέατρο, ότι δηλαδή είχαν επιτύχει με τεχνολογία προηγμένη ακόμη και την εξαφάνιση ηθοποιού επί σκηνής! Kαι φυσικά είναι πολύ τιμητικό να διαβάζουμε σε μελέτες Aμερικανών και Eλλήνων επιστημόνων ότι πολλά από τα σύγχρονα ιατρικά εργαλεία, τα είχαν ανακαλύψει και τα χρησιμοποιούσαν οι Pωμαίοι / Pωμηοί του Bυζαντίου.

Eίναι επίκαιρο και σήμερα το Bυζάντιο, διότι ζει καθημερινά στο Άγιο Όρος. Eίναι επίκαιρο και ορθώς το υπενθυμίζει και ο Mακαριώτατος Aρχιεπίσκοπος Aθηνών και πάσης Eλλάδος κ. Xριστόδουλος, διότι με τον δικέφαλο αετό που κυματίζει στους Nαούς μας θυμόμαστε ότι ο Eλληνισμός δεν κοιτάζει μόνον προς την Δύση, αλλά και πρός την Aνατολή. Eίναι επίκαιρο διότι μάς φέρνει πιο κοντά στην «καθ’ ημάς Aνατολή», όπως ονόμασε το 1940 ο τότε Aρχιεπίσκοπος Aθηνών και πάσης Eλλάδος Xρύσανθος (ο από Tραπεζούντος) τον κόσμο των Bαλκανίων, της Mικρασίας και τής Mέσης Aνατολής, εκεί όπου η ακτινοβολία του Eλληνισμού διατηρεί και σήμερα ιδιαίτερη λάμψη. Eίναι επίκαιρη η Pωμανία, διότι μάς διδάσκει ότι η Oρθόδοξη Πίστη και ο ελληνικός πολιτισμός ένωσαν λαούς ξεπερνώντας την διαφορετική φυλετική καταγωγή. Kι όπως λεει ο ποντιακός θρήνος της Aλώσεως:«H Pωμανία κι αν πέρασε, ανθεί και φέρει κι άλλο».

 

Κωνσταντίνος Χολέβας

Πολιτικός Επιστήμων

Πηγή :http://www.megarevma.net/kholevas1.htm 

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Μουσείο της Άλωσης της Πόλης…

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Φεβρουαρίου 2009

Θεαματικές σκηνές εκτυλίσσονται στο τουρκικό μουσείο.

 

Το Μουσείο Εικονικής Αναπαράστασης της Άλωσης της Πόλης το 1453 “άνοιξε τις πύλες” του στην Κωνσταντινούπολη, δημιουργώντας κλίμα ευφορίας στους Τούρκους που θέλουν να τονώσουν το εθνικό τους φρόνημα στη δύσκολη χρονική περίοδο που διανύουμε.

“Αναπαρίσταται λεπτομερώς η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης που σφράγισε το τέλος του Μεσαίωνα”(!) αναγράφει χαρακτηριστικά τουρκική εφημερίδα.

Σύμφωνα με τους δημιουργούς του, “το Μουσείο προσφέρει στους επισκέπτες του μια λεπτομερή αναπαράσταση της Κωνσταντινούπολης όπως ήταν την 29η Μαΐου 1453 σε πανοραμική ψηφιακή μορφή”.

Επίσης, στο Μουσείο απεικονίζονται σχεδόν 10.000 Βυζαντινοί και Οθωμανοί στρατιώτες της περιόδου του 15ου αιώνα.

Πρόκειται για ένα νέο “είδος θεματικών” Μουσείων που κάνουν την εμφάνιση τους σε ολόκληρο τον κόσμο όπως το Μουσείο του Ναπολέοντα στο Βατερλό και το Μουσείο Ναπολεόντειων πόλεμων στη Μόσχα.

 

Πηγή:http://www.skai.gr/master_story.php?id=111154

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ:Η Βυζαντινή Φιλοσοφία στην σύγχρονη έρευνα

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Φεβρουαρίου 2009

Η ομιλία αυτή προγραμματίσθηκε να είναι η πρώτη ως γενικότερη και εισαγωγική στην σπουδαία θεματική του Συμποσίου «Η Βυζαντινή Φιλοσοφία και οι αρχαίες πηγές της», που κλείνει την Σειρά των Φιλοσοφικών Συνεδρίων των οργανωμένων στην Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 1997. Στο Πρόγραμμα του Συνεδρίου υπογραμμίζεται σωστά, ότι «το Συνέδριο φιλοδοξεί να προβάλει τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στο ευρύτερο κοινό … την Βυζαντινή Φιλοσοφία ως ένα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και σημαντικό τομέα για την κατανόηση του βυζαντινού πολιτισμού…». Για την επιλογή αυτή αισθάνομαι ευτυχής, επειδή ελπίζω ότι θα μπορέσω να δώσω μία ζωντανή εικόνα του σημαντικού έργου, που συντελείται στις τελευταίες δεκαετίες, με εντυπωσιακούς ρυθμούς και πλούσιους καρπούς, στην περιοχή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας.

Με την θέση αυτή δεν θέλω να αμφισβητήσω όσα προγραμματικά για το Συμπόσιο λέγονται στο τρίπτυχο του Προγράμματος, ότι δηλαδή «η Βυζαντινή Φιλοσοφία παραμένει σήμερα terra incognita». Είναι και δική μου πεποίθηση, ότι δεν έχουμε ακόμα διερευνήσει σε ικανοποιητικό βαθμό και με τρόπο που να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για μια έγκυρη συνολική θεώρηση την επίδοση των Βυζαντινών στην Φιλοσοφία και τις επιστήμες. Γι? αυτό και έχω ως σήμερα αρνηθεί δύο τουλάχιστον σοβαρές προτάσεις για την συγγραφή μιας νέας ολοκληρωμένης «Ιστορίας της Βυζαντινής Φιλοσοφίας» (τον όλο και πιο αναγκαίο πλέον “νέο Τατάκη”), ενώ στην πρόσκληση του μεγάλου Βρετανικού εκδοτικού οίκου Routledge, να γράψω το λήμμα “Βυζαντινή Φιλοσοφία” για τη νέα δεκάτομη “Φιλοσοφική Εγκυκλοπαίδεια”, εκάλυψα το άρθρο με δύο βασικές ενότητες, που έχουν τους τίτλους “Τα γενικά χαρακτηριστικά της Βυζαντινής Φιλοσοφίας” και “Οι βασικές θέσεις της φιλοσοφικής σκέψης στο Βυζάντιο”, ενώ προτάσσεται ένα πολύ “Σύντομο Ιστορικό Διάγραμμα” και παρατίθεται στο τέλος επιλογή βιβλιογραφίας, κατάλληλη για το πιο ειδικά ενδιαφερόμενο κοινό.* Δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι για μια συνθετική “Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας”, παρά την μεγάλη πρόοδο, ερευνητική και εκδοτική (εννοώ τις εκδόσεις κειμένων), από την εποχή του κλασικού πια Τατάκη (Παρίσι 1949) ή της ελληνικής έκδοσής του (Αθήνα 1977). Γι’ αυτό και το Συμπόσιο έχει μεγάλη σημασία, προκειμένου να κινηθούμε προς τον στόχο μας, που είναι η καλή γνώση των πηγών και η σωστή κατανόηση του πλούσιου, όπως αποδεικνύεται, και αξιόλογου υλικού της περιόδου που μελετούμε.

Πρόθεσή μου λοιπόν είναι να καταγράψω μεθοδικά την σημερινή πραγματικότητα και να δώσω την δυνατότητα για μια νέα εκτίμηση του επιπέδου της σπουδής, γνώσης και κατανόησης του συνολικού χώρου της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Χρειάζεται όμως ένα ακόμη σχόλιο στο κείμενο του Προγράμματος του Συμποσίου, στο σημείο ακριβώς που αφορά την θεματική του. «Η διερεύνηση των επιδράσεων, που άσκησε η αρχαία φιλοσοφία στη βυζαντινή διανόηση, βρίσκεται σε σύγκριση με άλλους τομείς της Βυζαντινολογίας στα πρώτα της στάδια», διαβάζουμε στο τρίπτυχο. Έτσι είναι πραγματικά, γιατί ως προς τις πηγές των φιλολογικών και ιστορικών κειμένων του Βυζαντίου έχει συντελεσθεί πολύ πιο ολοκληρωμένη έρευνα -και κυρίως κριτικές εκδόσεις κειμένων-, ενώ για τα φιλοσοφικά και γενικότερα για τα κείμενα των “επιστημών” της εποχής (αστρονομία, μαθηματικά, αρμονική, δηλαδή μουσική θεωρία, ιατρική κλπ.) μένει πολλή δουλειά να γίνει ακόμη.

Την πλευρά αυτή του ερευνητικού μας χώρου την θεώρησα από την αρχή της αφιέρωσής μου στην σπουδή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας -των εκπροσώπων της και των κειμένων τους- βασικό πόλο γνώσης και κατανόησής της και την έχω καλύψει από την εποχή της διδακτορικής διατριβής μου (για τα ανέκδοτα εκτενή Σχόλια του Μιχαήλ Ψελλού στα «Φυσικά» του Αριστοτέλους) ως σήμερα με 25 περίπου δημοσιεύματα, μεταξύ των οποίων αρκετές κριτικές και σχολιασμένες εκδόσεις κειμένων, που καλύπτουν πολλές πτυχές της σχέσης Αρχαίας Ελληνικής και Μεσαιωνικής Ελληνικής (Βυζαντινής) Φιλοσοφίας.

Η θεματική του Συμποσίου αποτελεί τον ένα πόλο της ιστορικής πορείας της Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλοσοφίας (εννοώ του ελληνόφωνου ανατολικού πολιτιστικού χώρου, σε διάκριση προς τον λατινικό δυτικό Μεσαίωνα). Ο άλλος σημαντικός πόλος είναι η ελληνική Πατερική παράδοση. Σχετικά παραπέμπω απλώς στην Ανακοίνωση μου: «L’heritage patristique et la philosophic Byzantine» στο 9ο Διεθνές Συνέδριο Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας, στην Οττάβα του Καναδά το 1992. Και βέβαια δεν εξαντλούμε έτσι τις πτυχές της προσέγγισής μας στην Βυζαντινή Φιλοσοφία- υπάρχουν και άλλες λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές παράμετροι, που την διαμόρφωσαν: ο χαρακτήρας της ανώτερης παιδείας στο Βυζάντιο και το “καθεστώς” (status) των διδασκάλων της Φιλοσοφίας, ο ρόλος της πολιτικής και εκκλησιαστικής εξουσίας, η γλώσσα της φιλοσοφικής παιδείας και των φιλοσοφικών κειμένων -τόσο συγγενής με την φιλοσοφική γλώσσα του ύστερου Ελληνισμού-, οι σχέσεις με την Δύση και η -υποτιμημένη ως σήμερα- λατινομάθεια των Βυζαντινών, η σχέση με τις θρησκείες, ιδεολογίες και τους πολιτισμούς της Ανατολής κλπ.

Επανέρχομαι όμως στην ειδική θεματική του Συμποσίου, τις αρχαιοελληνικές φιλοσοφικές πηγές της σκέψης των Βυζαντινών (ή «τις επιδράσεις που άσκησε η αρχαία φιλοσοφία στην Βυζαντινή διανόηση», κατά το Πρόγραμμα), για να παρατηρήσω ότι αυτήν την πλευρά της προσέγγισης της Βυζαντινής Φιλοσοφίας φαίνεται να επέλεξε πρόσφατα ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Νιάρχος, δίνοντας στο σχετικό πανεπιστημιακό του σύγγραμμα τον τίτλο: «Η Ελληνική Φιλοσοφία κατά την Βυζαντινή της περίοδο». Ο τίτλος όμως αυτός δεν δικαιώνεται από το περιεχόμενο του βιβλίου? τείνω μάλιστα να πιστέψω ότι αποτελεί ανεπιτυχή διέξοδο στον προβληματισμό για το περιεχόμενο του όρου “Βυζαντινή Φιλοσοφία”. Ο τίτλος που χρησιμοποιείται πάσχει όμως και καθ’ εαυτόν, γιατί θεωρεί την φιλοσοφική δραστηριότητα στο Βυζάντιο συλλήβδην συνέχεια των άλλων περιόδων της Ελληνικής Φιλοσοφίας χωρίς υποδήλωση του ιδιαίτερου -του χριστιανικού- χαρακτήρα της. Το στοιχείο της ελληνικής συνέχειας είναι βέβαια σημαντικό και πρέπει να τονίζεται, αλλά δεν είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό μιας περιόδου με εντελώς διαφορετικά ηθικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά -γενικώς πνευματικά- δεδομένα.

Για τον προβληματισμό σχετικά με τον όρο “Βυζαντινή Φιλοσοφία” θυμίζω τις αντιδράσεις που προκάλεσε στην δεκαετία του 1950 η κυκλοφορία του έργου «La philosophie Byzantine» («η πρώτη και μόνη ως τώρα συνθετική ιστορική παρουσίαση της Βυζαντινής Φιλοσοφίας», λέγει για το έργο του ο ίδιος ο Τατάκης το 1963 ακόμη) στις τάξεις των θεολόγων κυρίως του ακαδημαϊκού χώρου. Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση που διατύπωσε ο Δ. Μπαλάνος κατά την παρουσίαση του βιβλίου στην Ακαδημία Αθηνών το 1950: «Αλλ’ άραγε υπάρχει εις το Βυζάντιον φιλοσοφία εν κυριολεξία, εφ’ όσον εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων η Φιλοσοφία χαρακτηρίζεται ως “θεραπαινίς της θεολογίας”;»? Έχω δείξει σε ένα συστηματικό μελέτημά μου ότι (αντίθετα προς την Δύση -“ancilla theologiae” η Φιλοσοφία- και παρά την Πατερική παράδοση: υπ’ όψη και το στοιχείο αυτό) στο Βυζάντιο δεν κυριαρχεί η αντίληψη της Φιλοσοφίας ως “θεραπαινίδας της θεολογίας”. Το πρόβλημα της θεωρητικής και πρακτικής αυτονομίας της Φιλοσοφίας στον Μεσαίωνα ήταν το κεντρικό θέμα του 8ου Διεθνούς Συνεδρίου Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας (Ελσίνκι 1987) και η Ανακοίνωσή μου σε αυτό δημοσιεύθηκε στον πρώτο τόμο των «Πρακτικών».

Πρέπει όμως να σχολιάσω επιλεκτικά ορισμένες ακόμη περιπτώσεις διδακτικών, κυρίως, εγχειριδίων. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Πολίτης δίνει σε σχετικό βιβλίο του (1992) τον τίτλο «Η Φιλοσοφία εις το Βυζάντιο. Α ‘ τόμ.: Α ‘-ΣΤ’ αιώνες», ενώ βέβαια θα έπρεπε να είναι: “Η Ελληνική Φιλοσοφία στους πρώτους έξι χριστιανικούς αιώνες”, γιατί δεν μπορούμε να μιλούμε για Βυζαντινή Φιλοσοφία πριν από τον 9ο τουλάχιστον αιώνα. Προηγουμένως έχουμε την Φιλοσοφία του Ύστερου Ελληνισμού και την γνώση και χρήση της εθνικής Φιλοσοφίας από τους Έλληνες Πατέρες και θεολόγους (ως τον Ιωάννη Δαμασκηνό) στις ανατολικές ρωμαϊκές επικράτειες και στο πρώιμο Βυζάντιο.

Ο καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκος Ματσούκας κυκλοφόρησε το 1994 μία δική του «Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας», που καλύπτει κι αυτή και τους «Πρώτους πέντε αιώνες» καθώς και την περίοδο «Από τον 6ο ως τον 9ο αιώνα», ενώ τα επόμενα κεφάλαια τα τιτλοφορεί πιο προσεκτικά («Σταθμοί της βυζαντινής διανόησης»? βλ. και το Β’ κεφάλαιο του έργου του ιδίου «Ιστορία της Φιλοσοφίας».

Ως προς την όποια κάλυψη και της Πατερικής περιόδου από μια “Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας”, κατά το παράδειγμα Τατάκη προφανώς, πρέπει να εξηγηθεί αυτό που είχε δηλώσει ο ίδιος (Συνέντευξη στην Ε.Ρ.Τ., περιοδικό «Ευθύνη», τεύχος 76, Απρίλιος 1978), ότι δηλαδή τούτο (η κάλυψη, συνοπτική πάντως, της Πατερικής περιόδου από τον 6ο αιώνα) στο βιβλίο του έγινε, επειδή του το ζήτησε ο επιμελητής της Σειράς Emile Brehier, καθώς αποτελούσε τόμο μιας Γενικής Ιστορίας της Φιλοσοφίας από την Αρχαιότητα ως τους Νεότερους Χρόνους. Και πάντως τότε τον Τατάκη δεν τον απασχόλησε το θέμα της αρχής της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Άλλο ζήτημα είναι βέβαια η πραγμάτευση της εξάρτησης των Βυζαντινών από την Πατερική θεολογία, πράγμα που είναι προφανώς αναγκαίο. Και σ? αυτό ρίχνει το βάρος ο ίδιος ο Τατάκης στο νεότερο, γαλλικό κι αυτό, έργο του, το εκτενές κεφάλαιο «Βυζαντινή Φιλοσοφία» στην Ιστορία της Φιλοσοφίας της «Encyclop?die de la Pleiade», 1969 (ελληνική μετάφραση από τον Κλείτο Ιωαννίδη στο περιοδικό «Δευκαλίων» 14/1975).

Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο ξεκαθαρισμένα. Ο όρος “Βυζαντινή Φιλοσοφία” είναι απόλυτα νόμιμος για ό,τι καλύπτει την φιλοσοφική δραστηριότητα των Βυζαντινών: διδασκαλία, σχολιασμός των κλασικών κειμένων Λογικής και Φυσικής κυρίως, συγγραφές για τα μεγάλα θέματα της φύσης και του ανθρώπου, πολύ συχνά με αφετηρία την διδασκαλία των σημαντικότερων φιλοσόφων της Ελληνικής Αρχαιότητας, είτε για ερμηνεία και σχολιασμό είτε για αντίκρουση και προώθηση των νέων θέσεων στο πλαίσιο της νέας κοσμοθεωρίας και πολλά άλλα, από τον 9ο αιώνα ως το τέλος του Βυζαντίου, στα μέσα του 15ου αιώνα (από τον Φώτιο δηλαδή και τον Αρέθα ως τον Πλήθωνα και τους άλλους σοφούς των Παλαιολόγειων χρόνων).

Είναι αυτονόητο, ότι είναι πολύ χρήσιμη μία εισαγωγική αναφορά, όπου θα επιχειρείται ένας ιστορικός συσχετισμός με τα πνευματικά, θεολογικά, φιλοσοφικά, επιστημονικά “φαινόμενα” των προηγούμενων αιώνων, ιδιαίτερα των πρώτων χριστιανικών αιώνων και της πολιτικής ιστορίας του Βυζαντίου (από τον 4ο αιώνα). Και με βάση, μεταξύ άλλων, την τοποθέτηση αυτή έχουν ασφαλώς τη θέση τους στο Συμπόσιο οι πρώτες Ανακοινώσεις του Προγράμματος, που αφορούν θέματα της Πατερικής περιόδου και του Ύστερου Ελληνισμού. Είμαι βέβαιος ότι θα προκύψουν χρήσιμα στοιχεία για την κατανόηση και της κυρίως Βυζαντινής περιόδου.
Η “Βυζαντινή Φιλοσοφία” έχει λοιπόν πλέον και ως τίτλος καθιερωθεί στην διεθνή έρευνα και σπουδή? στην σχετική Commission της Soci?t? Internationale pour l’Etude de la Philosophie M?di?vale, ήδη από το 1975 (υπό την προεδρία μου), στο Corpus “Βυζαντινοί Φιλόσοφοι – Philosophi Byzantini” της Ακαδημίας Αθηνών στο πλαίσιο του “Corpus Philosophorum Medii Aevi” της Διεθνούς Ακαδημαϊκής Ενώσεως, και σε πολλά -γερμανικά κυρίως και αυστριακά- δημοσιεύματα (βλ. τις Βιβλιογραφίες μου των περιόδων 1949-1976 και 1977-1990), από τα οποία αναφέρω τα σημαντικότερα: Herbert Hunger, κεφάλαιο «Φιλοσοφία» στην «Hochsprachliche profane Literatur der Byzantiner» (1978)? του ίδιου, το πολύ καλά ενημερωμένο -και σε μεγάλη έκταση βασισμένο στις νέες κριτικές εκδόσεις της Σειράς της Ακαδημίας Αθηνών- λήμμα «Byzantinische Philosophie» στο «Lexikon des Mittelalters», VI (1993)? Klaus Oehler, «Antike Philosophie und byzantinisches Mittelalter», και του ιδίου το νεότερο Forschungsbericht «Byzantinische Philosophie» (1990)? G?nter Weiss (1986), Jan Beckmann (1990), Theodor Nikolaou (1977) Από τα πρόσφατα δημοσιεύματα επιλέγω τα εξής: Dominic O’Meara, λήμμα “Philosophy” στον 3ο τόμο (1991) της Εγκυκλοπαίδειας της Οξφόρδης «Byzantium»- Alain de Libera, κεφάλαιο 45 σελίδων με τίτλο: «La philosophie ? Byzance» για πρώτη φορά στη δεύτερη έκδοση (Δεκέμβριος 1995) του έργου του: «La philosophie m?di?vale»(P.U.F., “Collection Premier Cycle”)? «Philosophie grecque», υπό την διεύθυνση της Monique Canto-Sperber (Paris, P.U.F., 1997, πανεπιστημιακό εγχειρίδιο κι αυτό της Σειράς “Collection Premier Cycle”, με συμβολή του Luc Brisson για τα κεφάλαια «Les traditions platoniciennes et aristot?liciennes», όπου δύο παράγραφοι με τίτλο: «L’aristot?lisme dans le monde byzantin»: 689-695, και: «Le monde byzantin et la philosophie grecque»: 745-779)? την ογκώδη «Histoire de la philosophie ancienne et m?di?vale. Figures illustres», Paris (Le Coll?ge de Philosophie) Bernard Grasset, 1998 (1332 σελ.) του Lambros Couloubaritsis, όπου ο πολύ καλά ενημερωμένος στην πλουσιότατη βιβλιογραφία για είκοσι αιώνων φιλοσοφική παραγωγή συγγραφέας επιχειρεί για πρώτη φορά και με επιτυχία μία παράλληλη για κάθε επιμέρους επίπεδο επισκόπηση και αξιολόγηση των επιδόσεων του ελληνικού Βυζαντίου και της λατινικής Δύσης. Αλλά στο θέμα θα αναφερθώ και στα επόμενα, σχολιάζοντας ορισμένα από τα παραπάνω έργα και κάνοντας λόγο για την συμβολή τους στην σύγχρονη σπουδή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας.

Σύμφωνα με τον τίτλο του παρόντος κειμένου κύριος στόχος μου πρέπει να είναι μία συστηματική ενημέρωση για την σύγχρονη έρευνα στην περιοχή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, όσο αυτό μπορεί να γίνει στο πλαίσιο μιας ανοικτής ομιλίας. Το θέμα προσιδιάζει ασφαλώς πολύ περισσότερο σε ακαδημαϊκό πρόγραμμα διαρκείας, σε ένα, ας πούμε, Μεταπτυχιακό Σεμινάριο με το άφθονο διαθέσιμο υλικό στα χέρια των ενδιαφερομένων.

Έχω επιδοθεί, όπως είναι σε πολλούς γνωστό, στο είδος αυτό της προσέγγισης της περιόδου, που ερευνώ, στην καταγραφή δηλαδή και στην κριτική αποτίμηση, αλλά και στη συζήτηση γενικότερης σημασίας θεμάτων και στην διατύπωση προτάσεων για επιθυμητούς ερευνητικούς στόχους της επιστημονικής εργασίας συγκεκριμένων περιόδων των νεότερων χρόνων, σ? αυτό που διεθνώς ονομάζουμε Forschungsbericht / Tour d’horizon, στην περιοχή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Το νεότερο και πληρέστερο σχετικά για τα ως το 1993 δεδομένα είναι αυτό που παρουσίασα γερμανικά («Griechische Philosophie im Mittelalter. Stand der Forschung») στο Ελληνο-Δανικό Συμπόσιο των Αθηνών τον Νοέμβριο του 1993. Είχε οργανωθεί με πρωτοβουλία του νεοσύστατου Ινστιτούτου Κλασικών Σπουδών και Αρχαιολογίας της Δανίας στην Αθήνα με οργανωτική ευθύνη του καθηγητού Sten Ebbesen (ένα άλλο τμήμα του Συμποσίου ήταν αφιερωμένο στη Βυζαντινή Μουσική, στην σπουδή της οποίας η Κοπεγχάγη έχει μεγάλη παράδοση). Τα περισσότερα κείμενα του Συμποσίου εκείνου δημοσιεύθηκαν το 1996 στο τεύχος 66 των «Cahiers», που εκδίδονται από το “Ινστιτούτο Μεσαιωνικών Ελληνικών και Λατινικών Σπουδών” του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.

Ανάλογες κριτικές επισκοπήσεις τα τελευταία 20 χρόνια -μετά την πρώτη εκτενή δική μου του 1971-, προερχόμενες μάλιστα από επιστήμονες του εξωτερικού, είναι οι εξής. Η νεώτερη όλων (1990) είναι του Klaus Oehler, του γνωστού (ομότιμου σήμερα) καθηγητού του Αμβούργου, συγγραφέα πολλών σημαντικών έργων, για τον Αριστοτέλη κυρίως (η έγκυρη σχολιασμένη γερμανική μετάφραση των «Κατηγοριών» είναι ίσως η μεγαλύτερη προσφορά του), ειδικού και στην περιοχή της σύγχρονης Σημειωτικής (μνημονεύω το μελέτημά του «Αριστοτέλης και Σημειωτική»), αντεπιστέλλοντος μέλους και της Ακαδημίας Αθηνών. Η συμβολή του στον χώρο μας (κριτική επισκόπηση για την Βυζαντινή Φιλοσοφία) περιλαμβάνεται στο πολύτομο έργο -πού εκδόθηκε με πρωτοβουλία του Διεθνούς Ινστιτούτου Φιλοσοφίας και της FISP ?«Contemporary Philosophy: A New Survey», του οποίου ο 6ος τόμος είναι αφιερωμένος στην Μεσαιωνική Φιλοσοφία. Θεωρώ χρήσιμο να μεταφέρω εδώ την πρώτη παράγραφο, που εκφράζει χαρακτηριστικά το σύγχρονο ενδιαφέρον για την Βυζαντινή Φιλοσοφία και την αναγνώριση της σημασίας της. Μεταφράζω:
Η σημερινή θέση της έρευνας της Βυζαντινής Φιλοσοφίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αγαθές επιδράσεις του βιβλίου του Β.Ν. Τατάκη, που κυκλοφόρησε γαλλικά λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή η πρώτη και μοναδική ως σήμερα προσπάθεια να δοθεί μια διεξοδική συνολική παρουσίαση της Βυζαντινής Φιλοσοφίας υπήρξε ένα πρωτοποριακό επίτευγμα, που θα κρατήσει την επιστημονική του αξία ακόμα κι αν νέα ερευνητικά δεδομένα μας οδηγήσουν σε επαναπροσδιορισμό και συμπλήρωση πολλών θεμάτων.
Έχω και εγώ γράψει, ότι εκείνο που πρέπει να εκτιμηθεί περισσότερο, μερικές δεκαετίες μάλιστα μετά την συγγραφή του έργου του Τατάκη, είναι «η ορθή βασικά σύλληψη του γενικού χαρακτήρα της Βυζαντινής Φιλοσοφίας και η σωστή κατά κανόνα αξιολόγηση των εκπροσώπων της». Και ο Oehler συνεχίζει:

Η νεοελληνική μετάφραση της πρώτης γαλλικής έκδοσης, οφειλόμενη στην φροντίδα του Λ.Γ. Μπενάκη, περιλαμβάνει και μία βιβλιογραφία 30 σελίδων για την περίοδο 1949-1976, που συνέταξε μεθοδικά ο ίδιος. Σε σύγκριση με άλλους στόχους των μεσαιωνικών σπουδών η έρευνα της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, παρά την πρόοδο των τελευταίων 30 χρόνων, βρίσκεται ακόμη στις αρχές … Το 1971 ο Λ.Γ. Μ. μας έδωσε μία υποδειγματική επισκόπηση της σύγχρονης γραμματείας για την ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Στην δική μου επισκόπηση θα προσπαθήσω, παρακολουθώντας την επισκόπηση εκείνη, να παρουσιάσω τη θεματική και τα ενδιαφέροντα της σχετικής έρευνας από την δική μου σκοπιά.
Θέματα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πέρα από τον ορίζοντα της “Ιστορίας” του Τατάκη, είναι για τον Oehler τα εξής: η εξάρτηση της Βυζαντινής Φιλοσοφίας από αρχαίες και πατερικές πηγές και η πρωτοτυπία της, τα προβλήματα των χρονικών ορίων και των περιόδων της, της συντήρησης και παράδοσης έτοιμων ή επεξεργασμένων ιδεών και λύσεων, της επιβίωσής τους και επιρροής στους επόμενους αιώνες κ.ά. Ο Oehler τονίζει πολύ σωστά ότι η συνειδητοποίηση αυτών των θεμάτων και η εντατικοποίηση της ενασχόλησης με αυτά και άλλα έγινε δυνατή χάρη στις νέες εκδόσεις βυζαντινών φιλοσοφικών κειμένων και σε μονογραφίες με συγκεκριμένες θεματικές τομές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα την πολυπλοκότητα του αντικειμένου της έρευνάς μας, από την σκοπιά κυρίως ότι η θεωρητική φιλοσοφική παραγωγή στο Βυζάντιο αποτελεί ιστορικά την μεσαιωνική φάση της Ελληνικής Φιλοσοφίας, που σφραγίζεται έντονα αφ’ ενός από την τελευταία φάση της Αρχαίας Φιλοσοφίας και αφ’ ετέρου από την Πατερική θεολογία.

Οι προσωπικές ερευνητικές και κριτικές συμβολές του ίδιου του Oehler, συγκεντρωμένες από το 1969 στον τόμο: «Antike Philosophie und Byzantinisches Mittelalter», τον οδήγησαν στην εξής βασική πεποίθηση: ότι η Ελληνική Φιλοσοφία συνεχίζεται και πέρα από αυτό που ονομάζουμε “τέλος του αρχαίου κόσμου”. Η έκθεση αυτής της πραγματικότητας παίρνει στο άρθρο του Oehler (1990) σημαντική έκταση, συνοδευόμενη μάλιστα από επίκληση και ορισμένων ελάχιστα γνωστών θέσεων του μεγάλου Hegel, και καλύπτει βέβαια και το σκέλος της οφειλής των Βυζαντινών στην Πατερική παράδοση. Για την παρουσία της αρχαίας σκέψης στο Βυζάντιο ο Oehler επικαλείται την εξαντλητική παράγραφο «Πλάτων και Αριστοτέλης στο Βυζάντιο» στο σύγγραμμα του Herbert Hunger (1978? δική μου ελληνική μετάφραση του κεφαλαίου «Φιλοσοφία» με συμπληρώσεις 1987), καθώς και περισσότερες από δέκα εργασίες μου, μεταξύ των οποίων τις κριτικές και σχολιασμένες εκδόσεις φιλοσοφικών κειμένων του Ψελλού, του Χούμνου, του Πλήθωνος και άλλων, όπως και τις εργασίες των P. Joannou, Ε. Stephanou, J. Verpeaux, I. ?ev?enko και άλλων, για να επανέλθει στην καίρια θέση του, ότι -σε αντίθεση με παλαιότερες αντιλήψεις- η σύγχρονη έρευνα δεν αφήνει καμιά αμφιβολία, ότι για τους φιλοσόφους του Βυζαντίου είναι δεδομένη η γνώση των κειμένων της αρχαίας Φιλοσοφίας, και ότι πρέπει να εκτιμηθεί πλέον πολύ πιο σωστά και η αποφασιστική για την κατανόησή τους μεγάλη εσωτερική οικείωση με την φιλοσοφική γλώσσα των αρχαιοελληνικών πηγών, ιδίως του Νεοπλατωνισμού, που είναι η χρονικά πλησιέστερη στους Βυζαντινούς φάση της ελληνικής Φιλοσοφίας (βλ. την σχετική θέση μου στο μελέτημα του 1971).

Μετά από μία σχετικά σύντομη επισκόπηση της έρευνας για «αιτήματα καταστατικής σημασίας», όπως τα χαρακτηρίζει ο Oehler (η προσωπική ύπαρξη του Θεού, ο Θεός ως αρχή της ουσίας και της ύπαρξης, η δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, το χρονικά πεπερασμένο του κόσμου, η ύπαρξη σκοπιμότητας στον κόσμο, ο αισθητός χαρακτήρας του υλικού κόσμου ως έγχρονη έκφραση της νοητής παρουσίας του αιώνιου θείου Νου, η προσωπική θεία δύναμη και πρόνοια, η κατάφαση του αυτεξουσίου του ανθρώπου, η προσωπική ύπαρξη της ψυχής ως πνευματικής ουσίας, η αγάπη ως το καθοριστικό στοιχείο της σχέσης Θεού-ανθρώπου, η κεντρική θέση του ανθρώπου στην κτίση, η λειτουργία των συμβόλων και των εικόνων σε σχέση με τον Λόγο κ.ά.), ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι η φιλοσοφική σκέψη στο Βυζάντιο, παρά το ότι κινείται σε ένα χώρο στενά συνδεδεμένο με την Θεολογία, φθάνει σε πρωτότυπες λύσεις καθαρά φιλοσοφικών προβλημάτων. Και το σημαντικό είναι ότι στους Βυζαντινούς εμφανίζεται για πρώτη φορά, σε σχέση με άλλους πολιτισμούς, μια κριτική αυτοσυνειδησία απέναντι στην παράδοση της ισχυρής κλασικής φιλοσοφικής σκέψης.

Στις τελευταίες τρεις πυκνές σελίδες της επισκόπησής του ο Oehler προσδιορίζει τα καίρια σημεία των γνώσεων και εκτιμήσεων, που έχουν επιτευχθεί σε συγκεκριμένες θεματικές περιοχές (π.χ. για τον λεγόμενο “Πλατωνισμό”, “Αριστοτελισμό”, “Νεοπλατωνισμό” των Βυζαντινών σε αντίθεση με την υπαρκτή γνώση του ιστορικού Πλάτωνος, του ιστορικού Αριστοτέλους κλπ. στο Βυζάντιο), καθώς και τους στόχους που πρέπει να έχει η σύγχρονη έρευνα. Βασική είναι κι εδώ η θέση του για την συνέχεια της Ελληνικής Φιλοσοφίας. Μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η κατακλείδα του. Μεταφράζω:

Σήμερα γνωρίζουμε, ότι μόνο με την ακριβή ανάλυση της εξέλιξης της σκέψης στην διαδρομή της από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και τον Μέσο και Νέο Πλατωνισμό και αργότερα την Βυζαντινή Φιλοσοφία θα διαμορφώσουμε μια συνολική εικόνα για την πορεία της Ελληνικής Φιλοσοφίας στην Αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα. Από τον στόχο αυτό απέχουμε ακόμα πολύ, αν και τώρα βλέπουμε πολύ πιο καθαρά τη συνέχεια αυτή, απ’ όσο παλαιότερα, και σε πολλές περιπτώσεις έχουμε νέες πηγές κατανόησης και ερμηνείας των παλαιότερων φιλοσοφημάτων μέσα από τα νεότερα. Αλλά το ερώτημα φαίνεται πως παραμένει: σε ποια έκταση μπορούμε να δούμε την Αρχαία και την Μεσαιωνική Ελληνική Φιλοσοφία ως μία ενότητα; Στην απάντηση αυτού του ιστορικοφιλοσοφικού προβλήματος θα πλησιάσουμε με τη βοήθεια των σύγχρονων ιστορικοφιλοσοφικών μεθόδων και της καλής γνώσης και κατανόησης των φιλοσοφικών και θεολογικών συστημάτων και των δύο αυτών εποχών.

Την ίδια χρονιά της δημοσίευσης του άρθρου του Oehler (1990) κυκλοφόρησε σε νέα συμπληρωμένη έκδοση η γνωστή “Ιστορία της Φιλοσοφίας” του Karl Vorl?nder. Για τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση ριζικά ανανεωμένος είναι ο 2ος τόμος. Ο επιμελητής του Jan Beckmann προσέθεσε ένα πολύ σύντομο κεφάλαιο για την Βυζαντινή Φιλοσοφία, που κλείνει με τα εξής χαρακτηριστικά (σελ. 73):

Αναμφίβολα, οι γνώσεις μας για την Βυζαντινή Φιλοσοφία είναι ακόμη περιορισμένες, κυρίως λόγω της ελλιπούς παράδοσης των κειμένων και της απουσίας πολλών κριτικών εκδόσεων. Ωστόσο η νεότερη έρευνα έδειξε, ότι η σημασία της Φιλοσοφίας στο Βυζάντιο δεν περιορίζεται στο επίπεδο της διάσωσης και της παράδοσης ελληνικών φιλοσοφημάτων και στην καλλιέργεια και ανάδειξη της Μυστικής Θεολογίας. Εξίσου σημαντικά είναι τα επιτεύγματα της βυζαντινής σκέψης στο πεδίο της λογικής και της μεταφυσικής θεώρησης των φιλοσοφικών προβλημάτων.

Λίγο παλαιότερη (1986) είναι η συμβολή του G?nter Weiss με το «Kritischer Forschungs- und Literaturbericht 1968-1985» του ειδικού τεύχους 14 της «Historische Zeitschrift» του Μονάχου, αφιερωμένου στο Βυζάντιο (κεφάλαιο 12.5: «Φιλοσοφία»). Δεν είναι εδώ ο χώρος για να παρουσιάσω αναλυτικά τις κριτικές θέσεις του έμπειρου από εκδοτικές (μικρά κείμενα του Ψελλού) και συνθετικές εργασίες (Αναστάσιος Α’, Ιωάννης Καντακουζηνός κ.ά.) Γερμανού βυζαντινολόγου? ορισμένες θέσεις του όμως έχουν ιδιαίτερη αξία. Το βιβλίο του Τατάκη (Παρίσι 1949, Αθήνα 1977) ο Weiss το θεωρεί «allzu wenig problematisierend» («πολύ περιορισμένου προβληματισμού»), ενώ για τον Oehler παρατηρεί ότι «βλέπει με κάποια υπερβολή την Βυζαντινή Φιλοσοφία ως άμεση, ζωντανή συνέχεια της Αρχαίας Φιλοσοφίας». Ταυτόχρονα ο Weiss υποδεικνύει ορθά ότι «ο ελληνικός Μεσαίωνας δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μονομερώς υπό το πρίσμα του λατινικού». Τις δικές μου εκτιμήσεις -καθώς και του Θ. Νικολάου (θα αναφερθώ παρακάτω σ’ εκείνον)- τις βλέπει να συμφωνούν στην βασική κατεύθυνσή τους με τις απόψεις του Oehler, κυρίως σε ό,τι αφορούν τον «εξισορροπητικό χαρακτήρα της Βυζαντινής Φιλοσοφίας μεταξύ Αρχαιότητας και Χριστιανισμού» («ein ausgleichender Charakter der byzantinischen Philosophic zwischen Antike und Christentum»), για να δεχθεί και ο ίδιος ότι:

«αυτόν τον χαρακτήρα, στον οποίο πρέπει να προστεθεί ένας universalismus, όπου εδράζεται η φιλοσοφία αυτής της περιόδου, φαίνεται να τον επιβεβαιώνουν με έμφαση χαρακτηριστικά κείμενα του Ψελλού και του Χούμνου».

Για το θέμα της παρουσίας μιας «γνήσιας προαγωγής της Φιλοσοφίας» στο Βυζάντιο ο Weiss δίνει μεγάλη βαρύτητα στις θέσεις της εκτεταμένης έρευνας του Gerhard Podskalsky (4 εργασίες από το 1974 ως το 1977) με ολοκληρωμένο καρπό το πυκνό βιβλίο του «Theologie und Philosophie in Byzanz» (Μόναχο 1977), που θέμα του έχει την «διαμάχη για την θεολογική μέθοδο (Methodik) στην πνευματική ιστορία του ύστερου Βυζαντίου (14ος-15ος αιώνας)», δηλαδή στα πλαίσια της ησυχαστικής έριδας και της απόπειρας μεταφοράς της δυτικής Σχολαστικής στο Βυζάντιο. Σε αντίθεση με την υποτίμηση της σημασίας αυτής της αντιπαράθεσης για τον γενικότερο χαρακτηρισμό της ιστορίας της βυζαντινής σκέψης από παλαιότερους ερευνητές (π.χ. τον Etienne Stephanou), η εντυπωσιακή σε γνώση των πηγών έρευνα του Podskalsky επιβεβαιώνει τη σημαντική θέση, ότι ακριβώς επειδή στο Βυζάντιο η Θεολογία ουδέποτε αποτέλεσε επιστήμη με δική της (γνωσιοθεωρητική, λογική) μέθοδο, τα όρια Θεολογίας – Φιλοσοφίας παρέμειναν σαφή, με τη δεύτερη να διατηρεί πάντα την αυτονομία της τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο (διδασκαλία, συγγραφικό ερμηνευτικό έργο, θέση των διδασκάλων της στο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα κλπ.).

Δύο ακόμα παρατηρήσεις με αφορμή τις κριτικές θέσεις του G?nter Weiss. Στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο (Βιέννη 1981) ιδιαίτερη εντύπωση προξένησε η Ανακοίνωση του Ρώσσου βυζαντινολόγου της Πετρούπολης Igor Medvedev: «Neue philosophische Ansatze im spaten Byzanz», η βασική θέση του οποίου είναι ότι στο Βυζάντιο του 14ου-15ου αιώνα έχουμε σε μικρογραφία ολόκληρη την μεταγενέστερη πνευματική ιστορία της Δύσης. Πώς; Με τον “ανθρωπισμό” του Μετοχίτη, την “αντιμεταρρύθμιση” του Παλαμά, τον “διαφωτισμό του Πλήθωνος”, για να μείνουμε στα σημαντικότερα πνευματικά φαινόμενα. Την θέση αυτή ο Weiss τη θεωρεί «περισσότερο πρόκληση για συζήτηση και ασφαλώς υπερβολική», ενώ αντιπαραθέτει “γεγονότα”, όπως την δίκη και την (ανακληθείσα, έστω) καταδίκη του Ιωάννου Ιταλού, για να προβάλει τις ανασταλτικές δυνάμεις, που έδρασαν με επιτυχία στο Βυζάντιο για την παρεμπόδιση της προαγωγής της (εθνικής) Φιλοσοφίας. Ο Weiss όμως εδώ θα έπρεπε να έχει προσέξει την σημαντική Διατριβή του (πρόωρα χαμένου) Lowel Clucas «The Trial of John Italos and the Crisis of Intellectual Values in Byzantium in the Eleventh Century» (Μόναχο 1981), από την έρευνα του οποίου προκύπτει μια διαφορετική εικόνα για τον χαρακτήρα και την σημασία του επεισοδίου αυτού, όπως και άλλων αναλόγων: στις περιπτώσεις που σημειώθηκε επέμβαση της κρατικής (αυτοκρατορικής) εξουσίας ή των εκκλησιαστικών αρχών στο εκπαιδευτικό έργο διδασκάλων της Φιλοσοφίας (για “απόκλιση από την Ορθοδοξία”), ξέρουμε καλά τώρα ότι τα ελατήρια ήταν κυρίως πολιτικά και προσωπικά. Οπωσδήποτε όμως σε μονιμότερη βάση τα φαινόμενα αυτά συνδέονται και με την αδύνατη θέση (σε σύγκριση με τους διάφορους κρατικούς αξιωματούχους) των διανοουμένων και των διδασκάλων, που κινούνταν και εργάζονταν πάντοτε ως ιδιώτες και όχι στα πλαίσια ενός εκπαιδευτικού συστήματος καλά οργανωμένου από την πολιτεία ή την εκκλησία. Γενικά δεν υπήρξε ποτέ στο Βυζάντιο κάποια “συντεχνιακή” αυτονομία των καθηγητών της Φιλοσοφίας απέναντι στην κρατική ή εκκλησιαστική εξουσία, όπως στον δυτικό Μεσαίωνα, όπου η εξέλιξη ήταν πολύ διαφορετική, εκτός των άλλων και γιατί εκεί υπήρξε ένας ανταγωνισμός μεταξύ πολιτειακών και εκκλησιαστικών κέντρων εξουσίας, καθώς και μια συνεχής δημιουργία περισσότερων αστικών κέντρων (ανεξάρτητων και ημιανεξάρτητων πόλεων) και μία συνακόλουθη πολιτική και κοινωνική αποκέντρωση.

Υπάρχουν και άλλες νεότερες εργασίες, τις οποίες είναι κρίμα που δεν μπορούσε να γνωρίζει ο Weiss? για παράδειγμα, το εκτενές μελέτημα του Αυστριακού Hans-Veit Beyer: «Zum Begriff des Humanismus und zur Frage nach dessen Anwendbarkeit auf Byzanz und andere vergleichbare Kulturen» («Βυζαντινά» 15/1989), που αποτελεί συγχρόνως έναν ισχυρό αντίλογο στα όσα υποστήριξε το 1987 η Eva de Vries van der Velden στο βιβλίο της «Theodore Metochite. Une r??valuation» (Amsterdam). Επίσης συνιστώ θερμά την μελέτη του Spyros Vryonis: «Introductory Remarks on Byzantine Intellectuals and Humanism» (Σκέψις/Scepsis 2/1991).

Ο Έλληνας καθηγητής στο Ινστιτούτο Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου Θεόδωρος Νικολάου δημοσίευσε το 1977 στα «Βυζαντινά» της Θεσσαλονίκης το μελέτημα: «Grundlegende Gedanken ?ber die byzantinische Philosophie». To παρουσιάζω κι αυτό στο Forschungsbericht του 1993 (σελ. 62-63), γιατί συνοψίζει σωστά τους κύριους σταθμούς στην νεότερη περίοδο της σπουδής της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, όπως λέγει ο ίδιος: Τατάκης 1949, Oehler 1969, Μπενάκης 1971. Σε κρίσιμα ωστόσο θέματα, όπως ο ορισμός και το περιεχόμενο της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, ο Νικολάου αποφεύγει να διατυπώσει προσωπική θέση και αρκείται στην έκθεση των κυρίαρχων απόψεων.

Νεότερο είναι το δημοσίευμα του Νίκου Ματσούκα στην «Επιστημονική Επετηρίδα της Θεολογικής Σχολής» του ΑΠΘ (1992: 391-405) με τίτλο: «Το περιεχόμενο της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Κρίσεις και απόψεις πάνω στο έργο του Β.Ν. Τατάκη «Η Βυζαντινή Φιλοσοφία». Εδώ έχουμε σαφή άποψη για το περιεχόμενο και τα κύρια χαρακτηριστικά της Φιλοσοφίας στο Βυζάντιο, με έμφαση στην διάκρισή της από την Θεολογία. Σωστή είναι και η επισήμανση ότι η Φιλοσοφία καλύπτει και τις επιστήμες της εποχής, και μαζί Φιλοσοφία και επιστήμες στο Βυζάντιο «προτείνουν με κριτικό τρόπο αρχές και αντιλήψεις για τον κόσμο, τον άνθρωπο, την κοινωνία και την συνολική πραγματικότητα». Το δημοσίευμα του Ματσούκα συνοψίζει σε «πέντε κύριες αρχές της Βυζαντινής Φιλοσοφίας» τις βασικές αντιλήψεις της περιρρέουσας ατμόσφαιρας του βυζαντινού πολιτισμού, που εκφράζουν το «κοσμοείδωλο, την εικόνα του ανθρώπου, την πορεία και τον προορισμό της ζωής σε όλες τις μορφές της». Χρήσιμες είναι, τέλος, ορισμένες παρατηρήσεις θεολογικού χαρακτήρα για το βιβλίο του Τατάκη, κυρίως στην ελληνική μετάφραση του 1977, σχετικά με την (λιγότερο δόκιμη ίσως) απόδοση συγκεκριμένων όρων, κυρίως δογματικών.

Περνώντας τώρα στα στοιχεία, που συνθέτουν την σημερινή πραγματικότητα στον επιστημονικό χώρο πού μας ενδιαφέρει, θα αναφερθώ (α) στις εκδόσεις βυζαντινών φιλοσοφικών κειμένων, (β) στα ειδικά βιβλιογραφικά βοηθήματα, (γ) στις γενικές προσεγγίσεις της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, (δ) στα άρθρα και λήμματα σε Λεξικά και Εγκυκλοπαίδειες) και (ε) σε ορισμένα συναφή θέματα. Φυσικά θα περιοριστώ στα πολύ νεότερα δεδομένα, πιστεύοντας ότι πολλά άλλα σημαντικά είναι γνωστά από άλλες ευκαιρίες.

(α) Εκδόσεις κειμένων. Θα αναφερθώ κατά πρώτο λόγο στο Corpus των Βυζαντινών Φιλοσόφων, που εγκαινιάσθηκε στην Αθήνα το 1984 στο πλαίσιο του “Corpus Philosophorum Medii Aevi” (CPhMA), υπό την αιγίδα δηλαδή της “Διεθνούς Ακαδημαϊκής Ενώσεως”, με επιστημονική ευθύνη και χρηματοδότηση της Ακαδημίας Αθηνών. Έχουμε χρέος να αποδώσουμε κι εδώ φόρο τιμής στο ενδιαφέρον και την αποφασιστική υποστήριξη των αείμνηστων Ακαδημαϊκών Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλου, Κ. Τρυπάνη, Δ. Ζακυθηνού και R. Browning. Κύρια φροντίδα μας ήταν και είναι η υψηλή ποιότητα των κριτικών εκδόσεων κατά τις προδιαγραφές της σύγχρονης φιλολογικής και ιστορικοφιλοσοφικής επιστήμης. Η διαφορά μας, και υπεροχή μας, απέναντι στις κλασικές εκδόσεις, π.χ. της «Teubneriana», είναι ότι οι εκδόσεις της Ακαδημίας περιλαμβάνουν και εκτενείς φιλολογικές και φιλοσοφικές εισαγωγές, μετάφραση των εκδιδόμενων κειμένων (οι περισσότερες) και ερμηνευτικά σχόλια, καθώς και εκτενείς πίνακες ονομάτων, λέξεων κλπ. Πιστεύω ότι οι δέκα ως σήμερα τόμοι ικανοποιούν γενικά αυτή την απαίτηση, όπως φαίνεται και από τις πολλές ευνοϊκές βιβλιοκρισίες (όσο κι αν για κάποιους τόμους γνωρίζουμε ορισμένες αδυναμίες). Πολύ ενθαρρυντικά είναι και τα στοιχεία της διάθεσης των τόμων, στο εξωτερικό κυρίως, από την οποία η Σειρά έχει καταστεί σχεδόν αυτοχρηματοδοτούμενη (παρά το γεγονός ότι η οικονομική κάλυψη των εκδόσεων έχει εξασφαλισθεί από ισχυρό κληροδότημα της Ακαδημίας Αθηνών).

Δεν θα αναφερθώ αναλυτικά στους επιμέρους τόμους- ο προτελευταίος, ο 8ος, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί πρόκειται για την πρώτη κριτική και πλούσια σχολιασμένη (μαζί με γερμανική μετάφραση) έκδοση του μαθηματικού έργου του Βαρλαάμ του Καλαβρού ?Λογιστική? από τον Παντελή Καρέλο (Βερολίνο). Ο Βαρλαάμ έδρασε στην Θεσσαλονίκη και τον γνωρίζουμε σχεδόν αποκλειστικά από την ενεργό ανάμιξή του στην ησυχαστική έριδα. Ιδού τώρα που αποδεικνύεται και καλός μαθηματικός (και αστρονόμος) με καλή φιλοσοφική υποδομή. Ο 9ος τόμος περιλαμβάνει κριτική έκδοση της λαμπρής βυζαντινής μετάφρασης του πεζού και ποιητικού έργου του Βοηθίου «De consolatione philosophiae» από τον Μάξιμο Πλανούδη. Την έκδοση την οφείλουμε στον καθηγητή Μανώλη Παπαθωμόπουλο. Πρόκειται για την πληρέστερη σε φιλολογική βάση και ποικίλο σχολιασμό έκδοση, με πλούσια ευρετήρια -όπως άλλωστε όλες οι εκδόσεις της Σειράς- και με παράλληλη παράθεση του καλύτερου ως σήμερα λατινικού κειμένου του Βοηθίου, ελεγμένου σε ορισμένα σημεία από την παλαιότερη χειρόγραφη παράδοση της βυζαντινής μετάφρασης.

Οι επόμενοι τόμοι βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο ετοιμασίας. Ο τόμος 10 με το εντελώς ανέκδοτο έργο του Θεοφάνους Νικαίας (+ περ. 1380) «Απόδειξις ότι εδύνατο εξ αϊδίου γεγενήσθαι τα όντα και ανατροπή ταύτης» από τον Ιωάννη Δ. Πολέμη (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), ο τόμος 11 με το επίσης ανέκδοτο έργο του Θεοδώρου Σμυρναίου «Επιτομή των όσα περί φύσεως και των φυσικών αρχών τοις παλαιοίς διείληπται», μια παλιά δική μου οφειλή. Και ακολουθούν τόμοι με τους ανέκδοτους λόγους του Θεοδώρου Β’ Δούκα Λάσκαρι «Περί αρετής και Περί σοφίας» από την Πολυτίμη-Μαρία Παλαιολόγου (Παρίσι-Αθήνα), καθώς και την πρώτη κριτική έκδοση των «Νόμων» του Πλήθωνος από την εκδότη Πληθωνικών κειμένων της Σειρας (τόμοι 3 και 7) Brigitte Tambrun-Krasker (Παρίσι) και τα ανέκδοτα σχόλια του Μιχαήλ Ψελλού από τον γράφοντα.

Το 1994 εγκαινιάσθηκε η παράλληλη Σειρά των “Βυζαντινών Σχολίων στον Αριστοτέλη” με το αρχαιότερο σχετικό έργο, τα σχόλια του Αρέθα Καισαρείας (9ος/10ος αιώνας) στην «Εισαγωγήν» του Πορφυρίου και σε ένα μεγάλο μέρος των «Κατηγοριών» του Αριστοτέλους. Εκδότης ο Αμερικανο-αυστραλός Michael Share, μαθητής του αείμνηστου L.G. Westerink, που είχε βοηθήσει πολύ στην έναρξη της Σειράς και εξέδωσε μαζί με μαθητές του στο Πανεπιστήμιο του Buffalo της Νέας Υόρκης τα Σχόλια του Γεωργίου Παχυμέρη στον ?Παρμενίδη? του Πλάτωνος, από το σημείο, στο οποίο διακόπτονται τα αντίστοιχα Σχόλια του Πρόκλου. Μνημονεύοντας τον τόμο αυτόν (τον 4ο της Σειράς) με τα βυζαντινά Σχόλια στον Πλάτωνα -και πρέπει να τονίσω ότι στον Dieter Harlfinger οφείλεται και αυτή η επιτυχία, δηλαδή η αναγνώριση του ανωνύμου χειρογράφου της Laurentiana με τα Σχόλια στον ?Παρμενίδη? ως αυτογράφου του Παχυμέρη- πρέπει να υπογραμμίσω την σημασία των νέων εκδόσεων για το ζήτημα της παρουσίας του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη στο Βυζάντιο, αφού αλλάζει πια η εικόνα της “παντελούς απουσίας” Βυζαντινών Σχολίων στον Πλάτωνα. Όπως ελπίζουμε, άλλωστε, ένας από τους επόμενους τόμους της Σειράς θα περιέχει ένα πολύ σημαντικό ανέκδοτο έργο του μεγάλου Βησσαρίωνος, την μακροχρόνια ενασχόλησή του με τους «Νόμους» του Πλάτωνος. Πρόκειται για μια έγκυρη μακροχρόνια κριτική εκδοτική εργασία του Βίκτωρος Tiftixoglu (Μόναχο) με βάση τρεις διαφορετικές χειρόγραφες φάσεις της εργασίας του Βησσαρίωνος, που ήταν καρπός της επιθυμίας του να “διορθώσει” την λατινική μετάφραση των «Νόμων» από τον Γεώργιο Τραπεζούντιο. Ο Βησσαρίων προτάσσει μία ευρεία περίληψη του περιεχομένου και των 13 βιβλίων των «Νόμων» και προσθέτει χρήσιμα ερμηνευτικά σχόλια.

Τέλος, ο 2ος τόμος των “Βυζαντινών Σχολίων στον Αριστοτέλη” αποτελεί την πρώτη κριτική έκδοση των Σχολίων του Γεωργίου Παχυμέρη (1242-1310) στα «Μετά τα φυσικά» του Αριστοτέλους από την Ελένη Παππά, που αποτέλεσαν το θέμα της διδακτορικής της διατριβής στο Αμβούργο. Εδώ θα σημειώσω με μεγάλη ικανοποίηση την συμφωνία με τους συναδέλφους του Βερολίνου και του Αμβούργου (οι οποίοι έχουν πίσω τους μεγάλη παράδοση και πείρα) να μας προωθούν τις έτοιμες εργασίες που καταρτίζονται στα Πανεπιστήμια τους, για να εκδοθούν στο πλαίσιο της νέας Σειράς των Αθηνών. Περισσότερα για την συνεργασία αυτή και το ιστορικό της νέας Σειράς μας εκθέτω στον αγγλικό Πρόλογο του 1ου τόμου των “Βυζαντινών Σχολίων στον Αριστοτέλη”.

Ολοκληρώνοντας την παράγραφο “Νέες εκδόσεις βυζαντινών φιλοσοφικών κειμένων” δεν πρέπει να αγνοήσω τις άλλες οργανωμένες ή μεμονωμένες προσπάθειες, που κατέβαλαν παλαιότερα (στη δεκαετία του 1970, δυστυχώς χωρίς συνέχεια) οι βυζαντινολόγοι της Νεάπολης με την πρωτοβουλία του Antonio Garzya και την προσφορά κυρίως του Ugo Criscuolo (τρία τομίδια με κείμενα του Μιχαήλ Ψελλού, ο ανώνυμος «Τιμαρίων» και ένας τόμος με τον «Φλωρέντιον ή περί σοφίας» του Νικηφόρου Γρηγορά), και τέσσερις τόμους της ελληνικής μετάφρασης της «Summa theologiae» του Θωμά Ακυινάτη από τον Δημήτριο Κυδώνη στην Σειρά “Corpus Philosophorum Graecorum Recentiorum” (1976-1982, υπεύθυνος της Σειράς ο ακαδημαϊκός Ευάγγελος Μουτσόπουλος και εκδότες της μετάφρασης οι Γ. Λεοντσίνης, Α. Γλυκοφρύδου, Φ.Α. Δημητρακόπουλος, Μ. Μπρεντάνου, Σ. Σιδέρη, Π. Φωτοπούλου), οι οποίοι καλύπτουν μέρος από το σύνολο της μετάφρασης. Σημαντική, επίσης, είναι και εδώ η φημισμένη Bibliotheca Teubneriana με Φώτιο, Μιχαήλ Ψελλό (δύο τόμοι με πολλά μικρά φιλοσοφικά κείμενα από τους καθηγητές John Duffy και Dominic O’Meara -παραπέμπω στην εκτενή βιβλιοκρισία, που δημοσίευσα στα ?Ελληνικά? του 1995, για την εξαίρετη εργασία τους-, δύο ακόμη τόμοι με θεολογικά και άλλοι με μικρά ρητορικά, ποιητικά και άλλα κείμενα του μεγάλου σοφού και επιστήμονα) και Πλήθωνα («Προς τας Σχολαρίου υπέρ Αριστοτέλους αντιλήψεις», έκδ. E.V. Maltese, κ.ά.).

Για τα δημοσιευμένα σε Επετηρίδες και βυζαντινολογικά περιοδικά μικρότερα κείμενα (του πρόωρα χαμένου Paul Gautier στην «Revue des Etudes Byzantines», τα δικά μου στην «Φιλοσοφία» της Ακαδημίας Αθηνών και άλλων αλλού) έχω να παρατηρήσω ότι η διασπορά τους σε όχι πάντα προσιτές εκδόσεις συνιστά πραγματικό πρόβλημα. Ιδού όμως η λύση: χάρη στην σύγχρονη τεχνολογία σε ένα-δύο χρόνια θα είναι έτοιμος ένας “οπτικός δίσκος” (CD) του Ελληνικού “θησαυρού της Ελληνικής Γλώσσας”, που ιδρύθηκε πριν από τρία περίπου χρόνια για να συνεχίσει τον “Ibycus” (το μεγάλο επίτευγμα του «Thesaurus Linguae Graecae» των Η.Π.Α.) από τον 7ο αιώνα μ.Χ. ως και τον 20ό αιώνα για όλη την ελληνική γραμματεία. Στον δίσκο θα συμπεριλαμβάνονται τα κείμενα των Βυζαντινών φιλοσόφων, που έχουν ήδη συγκεντρωθεί με σχετική πληρότητα και μπορούν μάλιστα να αποτελέσουν ένα “πιλοτικό δείγμα” της όλης εργασίας.

β) Βιβλιογραφίες. Όπως έχω δηλώσει, οι συστηματικές βιβλιογραφικές εργασίες, ιδιαίτερα όταν καλύπτουν περιοχές έρευνας που βρίσκονται σε ανάπτυξη, δεν αποτελούν μόνο “τεχνική” απασχόληση, αλλά προσφέρουν μια μεθοδική κάλυψη όλου του υλικού της σχετικής περιοχής, από την οποία μπορούν να προκύψουν αξιολογήσεις, να εντοπιστούν κενά και desiderata, να γίνουν συσχετισμοί, να τεθούν προτεραιότητες κ.ά. Μετά την πρώτη, πιο σύνθετη τότε, εργασία μου -μεταξύ βιβλιογραφίας και Forschungsbericht-του 1971, συνέθεσα την πρώτη εκτενή, συστηματική και χρονολογική, Βιβλιογραφία της περιόδου 1949-1976 για χάρη της ελληνικής μετάφρασης της «Philosophic Byzantine» του Τατάκη. Σε 30 σελίδες καταγράφονται περισσότεροι από 500 τίτλοι, μερικοί από τους οποίους αφορούν και τη φιλοσοφία της Πατερικής περιόδου, επειδή, όπως εξήγησα, το βιβλίο του Τατάκη καλύπτει και την περίοδο αυτή από τον 6ο αιώνα. Το 1991 για το 18ο Διεθνές Συνέδριο Βυζαντινών Σπουδών της Μόσχας η Ελληνική Επιτροπή Βυζαντινών Σπουδών παρουσίασε τον τόμο «Bibliographic Byzantine» (Αθήνα 1991, εκτός εμπορίου), που καλύπτει τις περιοχές της Ιστορίας, της Τέχνης και Αρχαιολογίας, του Δικαίου (σε αυτές όμως τα δημοσιεύματα μόνον Ελλήνων επιστημόνων) καθώς και της Βυζαντινής Φιλοσοφίας (με διεθνή κάλυψη) για την περίοδο 1977-1990 με την μέθοδο και διάταξη της προηγούμενης Βιβλιογραφίας, η οποία μάλιστα αναδημοσιεύθηκε μαζί, προκειμένου να έχουμε μία Βιβλιογραφία της περιόδου 1949-1990. Στην δεύτερη Βιβλιογραφία συγκεντρώθηκαν σε 27 σελίδες 420 νέοι τίτλοι, με αποτέλεσμα να έχουμε συνολικά 920 τίτλους, από τους οποίους 430 αφορούν κατεξοχήν φιλοσοφικά θέματα ή είναι εκδόσεις και μονογραφίες για Βυζαντινούς φιλοσόφους από τον Φώτιο ως το τέλος της αυτοκρατορίας.

Πολύ σύντομα θα δημοσιευθεί (και μάλιστα και σε ηλεκτρονική μορφή) από τις εκδόσεις “Παρουσία” η νεότερη Βιβλιογραφία, στην οποία ενσωματώνονται οι προηγούμενες (περίοδος 1949-1976 και 1977-1990) σε ενιαία μορφή, πάντοτε συστηματικά και χρονολογικά, όχι αλφαβητικά.

Επίσης, πολύτιμη βοήθεια στους ερευνητές προσφέρουν τώρα η νέα μορφή της Βιβλιογραφίας της «Byzantinische Zeitschrift» (“Bibliographische Notizen und Mitteilungen”, με ειδική παράγραφο “Φιλοσοφία”), οι Βιβλιογραφίες του Dumbarton Oaks, αλλά και οι νεότατες ηλεκτρονικές μέθοδοι αναζήτησης (και απόκτησης με διακρατική διαδικασία δανεισμού ή φωτοαντιγραφής) νεότερων και παλαιότερων δημοσιευμάτων.

(γ) Γενικές επισκοπήσεις της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Μετά την ελληνική έκδοση της Βυζαντινής Φιλοσοφίας του Β.Ν. Τατάκη (Αθήνα 1977, με επανειλημμένες ανατυπώσεις), έχουμε από το 1978 το δίτομο βασικό πλέον σύγγραμμα του ιδρυτή της σχολής της Βιέννης Herbert Hunger: «Die hochsprachliche profane Lileratur der Byzantiner» (M?nchen, Beck, στο πλαίσιο του “Handbuch der Altertumswissenschaft”). To πρώτο κεφάλαιο του Α’ τόμου είναι αφιερωμένο στη Φιλοσοφία. Σε 60 σελίδες ο συγγραφέας καλύπτει τα εξής κύρια θέματα, κατά τους τίτλους των παραγράφων: «Φιλοσοφία – φιλόσοφος – φιλοσοφείν», «Πλατωνισμός και Αριστοτελισμός στο Βυζάντιο», «Φιλοσοφία και Θεολογία», «Ο χριστιανικός ανθρωπισμός». Προστίθεται επιλεκτική αλλά πολύ πλούσια βιβλιογραφία σε 8 πυκνοτυπωμένες σελίδες και διαρθρωμένη κατά κατηγορίες, ενώ πλούσια δευτερεύουσα βιβλιογραφία περιέχουν οι πολλές υποσελίδιες σημειώσεις.

Κατά τη διάρκεια του 16ου Συνεδρίου Βυζαντινών Σπουδών στη Βιέννη (1981) επήρα την πρωτοβουλία να συζητήσω τις δυνατότητες και τους όρους μιας ελληνικής μετάφρασης του μεγάλου έργου, πράγμα που έγινε δυνατόν χάρη στην αποδοχή της πρότασης από το “Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος”, με την γενναία οικονομική και τεχνικά ανυπέρβλητη υποστήριξη της τρίτομης πια έκδοσης (σύνολο σελίδων 1565). Η επιτυχία του έργου οφείλεται όμως κυρίως στην συστράτευση των πλέον ειδικών για κάθε θεματική ενότητα μεταφραστών από τον κύκλο των Ελλήνων βυζαντινολόγων καθώς και στο προσωπικό ενδιαφέρον του καθηγητού Hunger, που επέλυσε πολλά προβλήματά μας και ενεθάρρυνε συμπληρώσεις, βελτιώσεις και κυρίως την βιβλιογραφική ενημέρωση κάθε κεφαλαίου. Ο τόμος Α’ κυκλοφόρησε το 1987, ο Γ’ το 1994, με πολλές ανατυπώσεις έκτοτε, του Α’ μάλιστα μία δεύτερη βελτιωμένη και συμπληρωμένη έκδοση το 1991. Το κεφάλαιο «Φιλοσοφία», σε μετάφρασή μου, αποτέλεσε το διδακτικό βοήθημα των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπου δίδαξα Βυζαντινή Φιλοσοφία το 1987/88.

(δ) Άρθρα σε Λεξικά και Εγκυκλοπαίδειες. Δύο σημαντικά Λεξικά, αφιερωμένα στον Μεσαίωνα, ολοκληρώθηκαν τα τελευταία χρόνια. Στο γερμανικό «Lexikon des Mittelalters» το λήμμα “Ή Φιλοσοφία στο Βυζάντιο” το υπογράφει ο Herbert Hunger (τόμος VI, 1993, στήλες 2092-2100). Πρόκειται για ένα πυκνό σε στοιχεία, στο πνεύμα της Βυζαντινής Λογοτεχνίας του, κείμενο, στο οποίο έχω την ιδιαίτερη ικανοποίηση να επισημάνω την αξιοποίηση και ρητή μνεία των έξι έως τότε κριτικών εκδόσεων της Σειράς “Βυζαντινοί Φιλόσοφοι”. Στο «Oxford Dictionary of Byzantium» (γενικός επιμελητής ο αείμνηστος Alexander Kazhdan) το με θετικό πνεύμα και καλογραμμένο λήμμα “Φιλοσοφία” το έγραψε ο D.J. O’Meara (που είχε ήδη δημοσιεύσει το 1989 στην «Freiburger Zeitschrift f?r Philosophic und Theologie» μία αναλυτική και πολύ ενισχυτική για το έργο μας βιβλιοπαρουσίαση των πρώτων τριών τόμων της Σειράς “Βυζαντινοί Φιλόσοφοι”). Με τους υπεύθυνους της νέας έκδοσης του «Historisches W?rterbuch der Philosophic» (Basel/Berlin) δημιουργήσαμε πολύ αργά επαφή και έτσι μόνο στον τόμο 7/1989 (P-Q) δημοσιεύονται δύο λήμματα σχετικά με τη Βυζαντινή Φιλοσοφία: το λήμμα “Βυζαντινή Φιλοσοφία” του G. Podskalsky και το λήμμα “Φαντασία (στους Βυζαντινούς συγγραφείς)” από εμέ. Τέλος τώρα έχουμε την νέα μεγάλη «Routledge Encyclopedia of Philosophy» (σε 10 τόμους και σε CD), στην οποία δημοσιεύεται το λήμμα μου “Βυζαντινή Φιλοσοφία”, στον χαρακτήρα και την μορφή του οποίου αναφέρθηκα παραπάνω.

(ε) Άλλα χαρακτηριστικά γεγονότα. Χαρακτηριστικό για το διεθνές ενδιαφέρον, που προκαλεί σήμερα η μελέτη της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, θεωρώ το γεγονός ότι δύο νέα περιοδικά στον χώρο της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας περιέλαβαν στις προγραμματικές ανακοινώσεις τους τη δημοσίευση άρθρων και για την ελληνική φιλοσοφική παράδοση στους Μέσους Χρόνους (Βυζάντιο). Πρόκειται για το «Medieval Philosophy and Theology», που από τον τόμο 5/1996 επανεκδίδεται δύο φορές τον χρόνο από το Cambridge University Press (με την διεύθυνση των Norman Kretzmann (+) και Scott McDonald) και το «Bochumer Philosophisches Jahrbuch f?r Antike mid Mittelalter» (τόμ. 1/1996, με την διεύθυνση των καθηγητών Β. Mojsisch, Ο. Pluta και R. Rehn του Πανεπιστημίου του Bochum). Η θέση μου μεταξύ των Editorial Advisors και στα δύο περιοδικά δείχνει προφανώς το διεθνές ενδιαφέρον και για την Βυζαντινή Φιλοσοφία.

Τέλος, πρόσφατα κυκλοφόρησε ο τόμος: «N?oplatonisme et Philosophie M?di?vale» της Soci?t? Internationale pour l’Etude de la Philosophie M?di?vale (S.I.E.P.M.), στην Σειρά “Rencontres de Philosophie M?di?vale” (Brepols, Βέλγιο, τόμ. 6, 1997- αναλυτική παρουσίαση: Π.-Μ. Παλαιολόγου, «Φιλοσοφία» 29/1999: 235-238), που περιέχει τα Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου της S.I.E.P.M., που οργάνωσε στην Κέρκυρα τον Οκτώβριο του 1995 με την πρωτοβουλία και την οργανωτική μου ευθύνη η νεοσύστατη τότε “Ομάδα εργασίας για την σπουδή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας στην Ελλάδα”. Το σημαντικό εδώ είναι ότι μία από τις συνεδρίες, με πέντε Ανακοινώσεις (μεταξύ αυτών και Ελληνοαμερικανών συναδέλφων, μελών της “International Society for Neoplatonic Studies”, πρώτη έδρα Norfolk, Virginia, U.S.A.), ήταν αφιερωμένη στο Βυζάντιο και στην σχέση Βυζαντινών φιλοσόφων με εκπροσώπους του Νεοπλατωνισμού.

Θα κλείσω την παρούσα επισκόπηση της σύγχρονης σπουδής της Βυζαντινής Φιλοσοφίας με ένα αισιόδοξο μήνυμα για το μέλλον των σπουδών της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας εν γένει. Μια τέτοια αισιοδοξία ενισχύεται από το γεγονός της αξιοσημείωτης (αριθμητικά και ποιοτικά) παρουσίας νέων μελετητών και ερευνητών. Και εδώ αξίζει να υπογραμμισθεί η αξία και προσφορά των λεγόμενων “μικρών Συμποσίων” για την προαγωγή της επιστημονικής έρευνας, όχι μόνο με την παρουσίαση ανακοινώσεων ποιότητας αλλά και με τις συζητήσεις, εντός και εκτός των συνεδριάσεων, την ανταλλαγή επιστημονικών “ειδήσεων” και την ενίσχυση των προσωπικών σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των ομοτέχνων σε διεθνές επίπεδο.


* «Routledge Encyclopedia of Philosophy», London, 1998, τόμ. 2 : 160-165. Μία ελληνική επεξεργασία του κειμένου αυτού δημοσιεύεται στον τόμο «Φιλοσοφία και Κοινωνικές Επιστήμες» της “Εκπαιδευτικής Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας” της Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. 22, Αθήνα, 1997: 62-66.

Επιλογή εργογραφίας Λίνου Γ. Μπενάκη,
σχετική με την θεματική “Ή Βυζαντινή Φιλοσοφία και οι αρχαίες πηγές της”.

«Η Σύνοψις εις την Αριστοτέλους Λογικήν και ο Μιχαήλ Ψελλός», ?Ελληνικά? 16, (1958) 222-226.

«Studien zu den Aristoteles-Kommentaren des Michael Psellos. I. Εin unedierter Kommentar zur «Physik» des Aristoteles», ?Archiv f?r Geschichte der Philosophic? 43 (1961) 215-238.

«Sludien zu den Aristoteles-Kommentaren des Michael Psellos. II. Die aristotelische Begriffe Physis, Materie, Form nach Michael Psellos», ?Archiv f?r Geschichte der Philosophic? 44 (1962) 33-61.

«Michael Psellos’ Kritik an Aristoteles und seine eigene Lehre zur Physis- und Materie-Form-Problematik», «Byzantinische Zeitschrit» 53 (1963) 213-227.

“Doxographische Angaben ?ber die Vorsokratiker im unedierten Kommentar zur «Physik» des Aristoteles von Michael Psellos”, στο: «Χάρις Κ. Βουρβέρη», Αθήναι, 1964, 345-354.

«Η σπουδή της Βυζαντινής Φιλοσοφίας. Κριτική επισκόπηση 1949-1971», ?Φιλοσοφία? 1 (1971)390-433.

«Η γένεση της λογικής ψυχής στον Αριστοτέλη και στη χριστιανική σκέψη. Με αφορμή ένα νέο κείμενο του Αρέθα», ?Φιλοσοφία? 2 (1972) 327-336.

«Νικηφόρου Χούμνου, «Περί της ύλης και των ιδεών». Εισαγωγή, κριτική έκδοση και νεοελληνική μετάφραση», ?Φιλοσοφία?3 (1973) 339-381.

«Πλήθωνος, «Προς ήρωτημένα άττα άπόκρισις» (Για το αριστοτελικό αξίωμα της αντιφάσεως και για τη σύνθετη φύση του ανθρώπου). Πρώτη έκδοση με Εισαγωγή και νεοελληνική μετάφραση», ?Φιλοσοφία? 4 (1974) 330-376.

«Μιχαήλ Ψελλού, «Περί των ιδεών, ας ο Πλάτων λέγει», ?Φιλοσοφία? 5-6 (1975-76) 393-423.

«Aus der Geschichte des christlichen Gottesbegriffes. Die Problematik bei Photios, dem Begr?nder des ersten byzantinischen Humanismus», στο: D. Papenfuss (έκδ.), «Tranzendenz und lmmanenz. Philosophie und Theologie in der ver?nderten Welt (Symposium der Alex, von Humboldt-Stiftung 1976), Stuttgart, 1977, 159-168.

«To πρόβλημα των γενικών εννοιών και ο εννοιολογικός ρεαλισμός των Βυζαντινών», ?Φιλοσοφία? 8-9(1978-79)311-340.

«Χρόνος και αιών. Αντιπαράθεση ελληνικής και χριστιανικής διδασκαλίας στο ανέκδοτο έργο του Μιχαήλ Ψελλοϋ», ?Φιλοσοφία? 10-11 (1980-81) 398-421.

«Αγνοήθηκε στο Βυζάντιο η πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλους;», στο: «Φιλοσοφία και Πολιτική. Πρακτικά Α ‘ Πανελληνίου Συνεδρίου Φιλοσοφίας (Αθήνα 22-24.5.1981)», Αθήνα, Ελληνική Φιλοσοφική Εταιρεία, 1982, 230-236.

«David der Armenier in den Werken der byzantinischen Kommentatoren des Aristoteles», στο: ?David the Invincible, the Great Philosopher of Ancient Armenia. Scientific Conference dedicated to the 1500th Anniversary of David?, Yerevan, 1983: 558-570 (= «Δαβίδ o Αρμένιος και η παρουσία του στα έργα των Βυζαντινών Σχολιαστών του Αριστοτέλους», στο: «Αρετής μνήμη. Αφιέρωμα “εις μνήμην” Κωνστ. Ι. Βουρβέρη, Αθήνα, Ελληνική Ανθρωπιστική Εταιρεία, 1983, 279-290.

«Ο Δημόκριτος και οι Βυζαντινοί φιλόσοφοι», ?Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου για τον Δημόκριτο? (Ξάνθη 6-9 ‘Οκτωβρίου 1983), Ξάνθη, 1984, τόμ. 2, 267-276.

«Βυζαντινή φιλοσοφία: Κατάφαση της ελευθερίας του ανθρώπου (αυτεξούσιον) και αναγωγή της αναγκαιότητας στην βούληση και δύναμη του Θεού (Θεία Πρόνοια)», ?Πρακτικά Ε’ Διεθνούς ανθρωπιστικού Συμποσίου? (1981), Αθήνα, 1985: 163-177 ( = «Ελευθερία και αναγκαιότητα στην Βυζαντινή Φιλοσοφία», ?Δωδώνη? 25/1996, 203-220).

«Die Stellung des Menschen im Kosmos in der byzantinischen Philosophie (1. Besonderheit und kosmische Verbundenheit des Menschen. 2. Wille und Notwendigkeit)», στο: «L’homme et son univers au Moyen Age. Actes du VIΙe Congr?s International de philosophie m?di?vale» (30.8.-4.9.1982), έκδ. Christian Wenin, Louvain-La-Neuve, Editions de l’Institut Sup?rieur de Philosophie, 1986, τόμ. 1 («Philosophies Medievaux», τόμ. XXVII) 56-75.

«Neues zur Proklos-Tradition in Byzanz», στο: Proclus et son influence. Actes du Collogue Intern, organis? a I’occasion du 1500 anniversaire de la mort de Proclus (Neuch?tel 20-23.6.1985), Neuch?tel, 1987, 241-253.

«Grundbibliographie zum Aristoteles-Studium in Byzanz», στο: «Aristoteles. Werk und Wirkung, Paul Moraux gewidmet», τόμ. 2 («Kommentierung, ?berlieferung, Nachleben»), Berlin/ New York, 1987, 352-379.

«Commentaries and Commentators on the Logical Works of Aristotle in Byzantium», στο:«Gedankenschrift f?r Klaus Oehler», T?bingen, Stauffenburg, 1988, 3-12.

«Commentaries and Commentators on the Works of Aristotle (except the Logical Ones)», στο: «Historia Philosophiae Medii Aevi. Festschrift f?r Kurt Flasch», Amsterdam/Philadelphia, B.R. Gr?ner, 1991, 45-54.

«Der heutige Stand der Studien im Bereich der mittelalterlichen griechischen (byzantinischen) Philosophie» (Europa Forum. Philosophie: Europa und die griechische Philosophie. Regionalkongress in Delphi, 31.3.-2.4.1994), στο: «Association Internationale des Professeurs de Philosophie, Documentation», Novembre 1996, 33-42.

«Nikephoros Choumnos ?ber die Seele gegen Plotin», στο: ?Actes du Collogue International? “Neoplatonisme et Philosophie M?di?vale” (Corfou 1995), ό.π., 319-326.

«Η Αριστοτελική Ηθική στο Βυζάντιο», στο: «Η Αριστοτελική Ηθική και οί επιδράσεις της. Α ‘ Διεθνές Συνέδριο Αριστοτελικής Φιλοσοφίας» (Αθήναι 24-26Μαΐου 1995), Αθήνα, Εταιρεία Αριστοτελικών Μελετών “Το Λύκειον”, 1996, 252-259.

   Από το βιβλίο «Μεσαιωνική Φιλοσοφία. Σύγχρονη Έρευνα και Προβληματισμοί», Εκδ. ΠΑΡΟΥΣΙΑ, Αθήναι, 2000

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »