kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΒΥΖΑΝΤΙΟ'

Το τέλος του μεγάλου αγίου ισαποστόλου Κωνσταντίνου

Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Μαΐου 2012

constantine_conversion_rubens

Η Μεταστροφή του Αγίου Κωνσταντίνου. Πίνακας του Peter Paul Rubens (1577-1640)

21 Μαΐου. Των Αγίων Θεοστέπτων βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης.

ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ

Σωματική αδιαθεσία στην Ελενόπολη και προσευχές για το βάπτισμα.

Πρώτα αισθάνθηκε κάποια σωματική αδιαθεσία που την ακολούθησε ασθένεια. Τότε πήγε στα θερμά λουτρά της πόλεώς του. Από εκεί έφθασε στη Ελενόπολη, πόλη που την ονόμασε έτσι για να τιμήσει το όνομα της μητέρας του. Αφού πέρασε το χρόνο του στο ναό των Μαρτύρων ανέπεμψε ικεσίες και παρακλήσεις στο Θεό.

Επειδή κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος της ζωής του, σκέφθηκε ότι τώρα είναι καιρός καθάρσεως των πλημμελημάτων του παρελθόντος, πιστεύοντας ότι θα καθαριζόταν η ψυχή του από όσες αμαρτίες έκανε ως άνθρωπος με τη δύναμη των μυστικών λόγων και με το λουτρό της σωτηρίας, δηλ. το βάπτισμα.

Μετά από αυτή τη σκέψη γονάτισε στο έδαφος παρακαλώντας τον Θεό. Εξομολογήθηκε μέσα στο ναό και αξιώθηκε σ’ αυτόν τις πρώτες ευχές της χειροθεσίας. Αφού δε πήγε στο προάστειο της Νικομήδειας, κάλεσε τους επισκόπους και τους είπε τα εξής.

Ο Μ. Κωνσταντίνος παρακαλεί τους επισκόπους να τον βαπτίσουν.

«Αυτή ήταν η ώρα που από πολύ καιρό περίμενα και διψούσα και ευχόμουν για να πετύχω την εν Θεώ σωτηρία μου. Είναι καιρός να απολαύσουμε και εμείς τη σφραγίδα, που προκαλεί την αθανασία. Είναι καιρός να λάβω μέρος στο σωτήριο σφράγισμα, δηλ. το βάπτισμα, κάτι το οποίο σκεπτόμουν κάποτε να γίνει στα νερά του Ιορδάνη ποταμού, στον οποίον όπως παραδίδεται βαπτίσθηκε και ο Σωτήρας μας, προτυπώνοντας το μυστηρίο του βαπτίσματος. Ο Θεός όμως που γνωρίζει το συμφέρο μας, μας αξιώνει να γίνει αυτό εδώ.

Ας τελεσθεί λοιπόν αυτό χωρίς αναβολή. Διότι, ακόμη κι αν θέλει ο Κύριος της ζωής και του θανάτου να ζήσουμε και έχει ορίσει να παραμένω μαζί με το λαό του Θεού και να προσεύχομαι εκκλησιαζόμενος με το πλήθος, θα ρυθμίσω τη ζωή μου από τώρα και εις το εξής σύμφωνα με τους θεσμούς που αρμόζουν στο Θεό.

Και αυτός αυτά έλεγε. Οι δε Ιεράρχες τέλεσαν το ιερό μυστήριο σύμφωνα με τους θείους κανόνες και αφού έδωσαν τις κατάλληλες οδηγίες μετέδωσαν σ’ αυτόν τα άχραντα μυστήρια. Με αυτό τον τρόπο πρώτος από όλους τους αυτοκράτορες ο Κωνσταντίνος αναγεννήθηκε με τα μυστήρια του Χριστού. Και αφού αξιώθηκε να πάρει τη θεία σφραγίδα του βαπτίσματος χαιρόταν πνευματικά, ανεκαινιζόταν και γέμιζε με θείο φως, χαιρόταν ψυχικά λόγω της μεγάλης πίστεως και καταπλησσόταν από την παρουσία της θείας δυνάμεως. Όταν δε έγιναν ὀσα έπρεπε, ντύθηκε με λευκά βασιλικά ενδύματα, που έλαμπαν σαν το φως, και κοιμόταν σε άσπρο κρεβάτι, και δεν θέλησε να φορέσει ξανά τη βασιλική πορφύρα.

Πως ανύμνησε τον Θεό αφού βαπτίσθηκε.

Έπειτα, με δυνατή φωνή, ανέπεμψε ευχαριστήρια προσευχή στο Θεό, μετά την οποία πρόσθεσε.

«Τώρα γνωρίζω ότι είμαι πράγματι μακάριος, τώρα γνωρίζω ότι αξιώθηκα της αθανάτου ζωής, τώρα γνωρίζω ότι έγινα μέτοχος του θείου φωτός».

Ονόμαζε δε ταλαίπωρους και άθλιους εκείνους, που στερούνταν αυτών των αγαθών. Όταν δε οι αξιωματικοί και ηγέτες του στρατού μπήκαν στην αίθουσα και έκλαιαν παραπονούμενοι ότι τώρα θα μείνουν έρημοι και εύχονταν να του δοθεί παράταση της ζωής, αποκρίθηκε και τους είπε ότι τώρα αξιώθηκε της αληθινής ζωής και ότι μόνον αυτός γνωρίζει ποια αγαθά έχει απολαύσει. Γι’ αυτό και σπεύδει χωρίς αναβολή στην πορεία προς τον Θεό. Έπειτα έκανε τις αναγκαίες διευθετήσεις στις υποθέσεις. Και τους μεν πολίτες της βασιλίδος πόλεως δηλ. της Κωνσταντινουπόλεως, τίμησε με ετήσια δωρεά, στους υιούς του δε παρέδωσε σαν πατρική του περιουσία τη βασιλεία, και τέλος τα κανόνισε όλα σύμφωνα με την επιθυμία του.

Θάνατος του Κωνσταντίνου το μεσημέρι της εορτής της Πεντηκοστής.

Όλα αυτά έγιναν κατά τη μεγάλη εορτή, τήν πάνσεμνο και σεβάσμια Πεντηκοστή, η οποία τιμάται κατά τις επτά εβδομάδες και μία μέρα ακόμη, κατά την οποίαν οι θείοι λόγοι διδάσκουν ότι συνέβη η ανάληψη του κοινού Σωτήρα στους ουρανούς και η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος στους ανθρώπους. Αφού αξιώθηκε δε σ’ αυτήν την περίοδο ο βασιλιάς των μυστηρίων, την τελευταία όλων αυτών των ημερών, που δεν θα κάνει λάθος αν κάποιος την ονομάσει εορτών εορτή, γύρω στο μεσημέρι, ανέβηκε η ψυχή του προς τον Θεό του, αφού άφησε στους θνητούς, τους συγγενείς του, αυτός δε με το πνευματικό και φιλόθεο μέρος της ψυχής του ενώθηκε με τον Θεό του.

Αυτό ήταν το τέλος της ζωής του Κωνσταντίνου. Αλλά ας παρακολουθήσουμε τη συνέχεια.

Οδυρμοί στρατιωτών και αξιωματικών.

Αμέσως τότε οι δορυφόροι και οι σωματοφύλακες έσχισαν τα ρούχα τους, πέφτοντας στο έδαφος. Κτυπούσαν τα κεφάλια τους και κλαίοντας δυνατά και με δυνατές φωνές ονόμαζαν τον Αυτοκράτορα, τον κύριο και βασιλέα, όχι σαν Αυτοκράτορα αλλά σαν πατέρα, όπως κάνουν τα γνήσια παιδιά. Οι μεν ταξίαρχοι και λοχαγοί έκλαιαν το σωτήρα, το φύλακα, τον ευεργέτη, οι δε υπόλοιποι στρατιωτικοί εξέφραζαν τον πόνο τους με τον αρμόζοντα τρόπο, όπως οι αγέλες επιθυμούσαν τον καλό ποιμένα τους. Ο λαός επίσης γύριζε σ’ όλη την πόλη εκδηλώνοντας με κραυγές και φωνές το εσωτερικό πόνο της ψυχής, άλλοι δε με την κατήφειά τους έμοιαζαν με σαστισμένους. Καθέ ένας θεώρουσε το πένθος σαν δικό του και θρηνούσε γι αυτόν σαν να αφαιρέθηκε από τη ζωή του το κοινό αγαθό όλων.

Μετακομιδή του λειψάνου από τη Νικομήδεια στο παλάτι της Κωνσταντινουπόλεως.

Σηκώσαν οι στρατιωτικοί το λείψανο, το τοποθέτησαν σε χρυσή λάρνακα, που τη σκέπασαν με χρυσή πορφύρα και το μετέφεραν στην πόλη, που είχε το όνομα του βασιλιά. Έπειτα την κατέθεσαν στο κύριο οίκημα των ανακτόρων πάνω σε ψηλό βάθρο. Άναψαν δε φώτα πάνω σε χρυσά σκεύη. Έγινε ένα εξαιρετικό θέαμα σε όσους το παρατηρούσαν, που ποτέ κανείς δεν είδε πάνω στη γη από τη δημιουργία του κόσμου. Το σκήνος του βασιλιά που βρισκόταν στο μεσαίο διαμέρισμα των ανακτόρων πάνω σε ψηλή χρυσή λάρνακα, τιμημένο με τα βασιλικά στολίδια, την πορφύρα και το διάδημα, το φρουρούσαν πολυάριθμοι αξιωματούχοι που ήταν γύρω από αυτό, άγρυπνοι μέρα και νύκτα.

Πως τιμήθηκε μετά θάνατον από κόμητες και άλλους αξιωματούχους, όπως και στη ζωή.

Οι αρχηγοί δε ολόκληρου του στρατεύματος, οι κόμητες και όλη η τάξη των αρχόντων, που ήσαν και προηγουμένως υποχρεωμένοι να προσκυνούν το βασιλέα, χωρίς να μεταβάλουν τίποτε από το συνήθισμένο τρόπο, μπαίνοντας μέσα στήν κανονισμένη ώρα, συνέχιζαν να ασπάζωνται τον βασιλέα που ήταν στη λάρνακα και μετά θάνατον, όπως και στη ζωή, γονυκλινείς. Μετά δε τους πρώτους έκαναν το ίδιο τα μέλη της συγκλήτου και όλοι οι αξιωματούχοι, μετά τους οποίους ακολούθουσαν πλήθη λαού κάθε κατηγορίας μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά για να δουν.

Αύτα συνεχίζονταν πολύ χρόνο, διότι οι στρατιωτικοί αποφάσισαν να μείνει και να φυλάσσεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο το σκήνος, έως ότου έλθουν οι υιοί του και τιμήσουν τον πατέρα τους φροντίζοντας οι ίδιοι για την κηδεία του. Βασίλευε λοιπόν και μετά θάνατο ο μακάριος, μόνος αυτός από όλους τους θνητούς. Γίνονταν δε οι συνηθισμένες πράξεις όπως και όταν ζούσε, διότι σ’ αυτόν μόνον από τους ζωντανούς είχε δωρηθεί αυτό από το Θεό. Επειδή δηλαδή ήταν ο μόνος από τους αυτοκράτορες που τίμησε με κάθε είδος πράξεις τον παμβασιλέα Θεό και τον Χριστόν αυτού, ευλόγως μόνος αυτός έλαβε αυτή την αμοιβή και ο ύψιστος Θεός αξίωσε και το λείψανο του να βασιλεύει επί των ανθρώπων φανερώνοντας με αυτόν τον τρόπο σ’ όσους δεν ήταν σκοτισμένοι στο νου τήν αγέραστη και ατελείωτη βασιλεία της ψυχής.

( Ευσεβίου Καισαρείας, Εις τον βίον Κωνσταντίνου βασιλέως, Λόγος Δ΄).

Μετάφραση: Α. Χ.

http://vatopaidi.wordpress.com/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Sir Steven Runciman, Άγιοι Τόποι. Οι προσκυνητές του Χριστού

Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Απριλίου 2012

Φωτό από εδώ

Α Γ Ι Ο Ι   Τ Ο Π Ο Ι

ΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«ἑστῶτες ἦσαν οἱ πόδες ἡμῶν ἐν ταῖς αὐλαῖς σου, ῾Ιερουσαλήμ.» ΨΑΛΜΟΣ 121, 2

Sir STEVEN RUNCIMAN

Η επιθυμία να γίνει κανείς προσκυνητής είναι βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση. Να σταθούμε εκεί που εκείνοι που σεβόμαστε είχαν σταθεί, να δούμε τα μέρη όπου γεννήθηκαν και μόχθησαν και πέθαναν, μας δίνει ένα αίσθημα μυστικής επαφής μαζί τους και είναι πρακτική έκφραση του σεβασμού μας. Και αν οι μεγάλοι άνθρωποι του κόσμου έχουν τα ιερά τους στα οποία οι θαυμαστές τους έρχονται από μακριά, ακόμα πιο πολύ συρρέουν οι άνθρωποι με προθυμία στους τόπους όπου, όπως πιστεύουν, το θείο έχει αγιάσει τη γη.

Στις αρχαιότερες ημέρες του Χριστιανισμού τα προσκυνήματα ήσαν σπάνια. Οι παλαιότεροι χριστιανοί θεωρούσαν ότι έπρεπε να τονίζουν περισσότερο την θεότητα και την οικουμενικότητα του Χριστού παρά την ανθρώπινη φύση του, και οι ρωμαϊκές αρχές δεν ενθάρρυναν ταξίδια στην Παλαιστίνη. Η ίδια η Ιερουσαλήμ, καταστρεμμένη από τον Τίτο, έμενε ερειπωμένη ώσπου ο Αδριανός την ξανάχτισε ως την ρωμαϊκή πόλη Αιλία. Αλλά οι χριστιανοί δεν λησμόνησαν τη σκηνή του δράματος της ζωής του Χριστού. Ο σεβασμός τους προς τον τόπο του Γολγοθά υπήρξε τέτοιος ώστε ο Αδριανός επίτηδες ίδρυσε εκεί έναν ναό στην Αφροδίτη Καπιτωλίνα. Τον τρίτο αιώνα η σπηλιά της Βηθλεέμ όπου είχε γεννηθεί ο Χριστός ήταν πολύ γνωστή σ’ αυτούς· και οι χριστιανοί ταξίδευαν εκεί και στο Όρος των Ελαιών και στον Κήπο της Γεθσημανή και στον τόπο της Αναλήψεως. Μια επίσκεψη σ’ αυτούς τους ιερούς χώρους προς τον σκοπό της προσευχής και για ν’ αποκτήσουν πνευματική αξία αποτελούσε ήδη ένα μέρος από τις χριστιανικές συνήθειες[i].

Με τον θρίαμβο του σταυρού η συνήθεια απλώθηκε. Ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ήταν ευτυχής να δίνει δύναμη στη θρησκεία που είχε διαλέξει. Η μητέρα του, η αυτοκράτειρα Ελένη, η πιο εξαίρετη και η πιο επιτυχής από τους μεγάλους αρχαιολόγους του κόσμου, ξεκίνησε για την Παλαιστίνη για ν’ ανακαλύψει τον Γολγοθά και να βρει όλα τα λείψανα του αγίου πάθους. Ο αυτοκράτωρ επικύρωσε την ανακάλυψή της κτίζοντας εκεί μια εκκλησία, η οποία παρ’ όλες της τις περιπέτειες παρέμεινε το ανώτατο ιερό της Χριστιανοσύνης, η Εκκλησία του Παναγίου Τάφου[ii].

Αμέσως άρχισε να συρρέει ένα κύμα προσκυνητών στους τόπους των μόχθων της Ελένης. Δεν μπορούμε να πούμε τον αριθμό τους επειδή οι περισσότεροι δεν άφησαν μνημόνιο του ταξιδιού των. Αλλά, ήδη το 333, πριν ακόμα τελειώσουν οι ανασκαφές της, ένας ταξιδιώτης που έγραψε για το ταξίδι του, έκανε όλον το δρόμο από το Bordeaux στην Παλαιστίνη[iii]. Λίγο αργότερα βρίσκομε την περιγραφή ενός γύρου που έγινε από μια ακάματη κυρία γνωστή άλλοτε ως Etheria και άλλοτε ως Αγία Silvia of Aquitaine[iv]. Προς το τέλος του αιώνα, ένας από τους μεγάλους πατέρες της λατινικής Χριστιανοσύνης, ο Άγιος Ιερώνυμος, εγκαταστάθηκε στην Παλαιστίνη και τράβηξε πίσω του τον κύκλο των πλουσίων και κοσμικών γυναικών, που κάθονταν μπροστά στα πόδια του στην Ιταλία. Στο κελί του, στην Βηθλεέμ, δεχόταν μια συνεχή συνοδεία ταξιδιωτών, οι οποίοι έρχονταν να του υποβάλουν τα σέβη τους αφού είχαν ιδεί τους Αγίους Τόπους[v]. Ο Άγιος Αυγουστίνος, ο πιο πνευματικός από τους δυτικούς πατέρες, θεωρούσε τα προσκυνήματα άτοπα και μάλιστα επικίνδυνα και οι Έλληνες πατέρες έτειναν να συμφωνήσουν μαζί του[vi], αλλά ο Άγιος Ιερώνυμος, αν και δεν υποστήριζε ότι η παραμονή στην Ιερουσαλήμ είχε πνευματική αξία, τόνιζε ότι ήταν πράξη πίστεως να προσεύχεται κανείς εκεί που είχαν πατήσει τα πόδια του Χριστού[vii]. Η άποψή του ήταν πιο δημοφιλής από τη γνώμη του Αυγουστίνου. Τα προσκυνήματα πολλαπλασιάστηκαν, ενθαρρυνόμενα από τις αρχές. Στα πρώτα χρόνια του επόμενου αιώνα λένε ότι υπήρχαν ήδη διακόσια μοναστήρια και ξενοδοχεία στην Ιερουσαλήμ ή γύρω απ’ αυτήν, για να δέχονται τους προσκυνητές και σχεδόν όλα κάτω από την αιγίδα του αυτοκράτορα[viii].

Κατά τα μέσα της πέμπτης εκατονταετηρίδας αυτή η αρχική προτίμηση για την Ιερουσαλήμ έφθασε στο ανώτατο σημείο της. Η αυτοκράτειρα Ευδοκία, που γεννήθηκε ως κόρη ενός ειδωλολάτρη φιλοσόφου των Αθηνών, εγκαταστάθηκε εκεί ύστερ’ από μια δυστυχισμένη ζωή που είχε περάσει στην αυλή. Πολλά ευλαβή μέλη της βυζαντινής αριστοκρατίας την ακολούθησαν. Κατά τα διαστήματα, όταν δεν έγραφε ύμνους, υποστήριζε τη νέα μόδα να μαζεύουν άγια λείψανα· η ίδια έβαλε το θεμέλιο της μεγάλης συλλογής στην Κωνσταντινούπολη στέλνοντας εκεί την εικόνα της Παναγίας ζωγραφισμένη από τον Άγιο Λουκά[ix].

Το παράδειγμά της ακολούθησαν προσκυνητές από τη Δύση όπως και από την Κωνσταντινούπολη. Από αμνημονεύτους χρόνους οι υλικές πολυτέλειες της ζωής έρχονταν από την Ανατολή. Τώρα πήγαιναν προς τη Δύση και θρησκευτικές πολυτέλειες. Ο Χριστιανισμός ήταν στην αρχή ανατολική θρησκεία. Οι περισσότεροι από τους πρώτους χριστιανούς αγίους και μάρτυρες ήταν ανατολίτες. Υπήρχε μια επεκτεινόμενη τάση να λατρεύονται οι άγιοι. Αυθεντίες, όπως ο Προυδέντιος και ο Εννόδιος, δίδασκαν ότι στους τάφους των μπορούσε να βρεθεί θεία βοήθεια και ότι τα σώματά τους ήσαν ικανά να κάνουν θαύματα[x]. Άνδρες και γυναίκες ταξίδευαν τώρα μακριά για να δουν ένα λείψανο. Ακόμα πιο πολύ, επιχειρούσαν ν’ αποκτήσουν ένα, να το πάρουν στο σπίτι τους και να το τοποθετήσουν στο τοπικό τους ιερό. Τα σπουδαιότερα λείψανα παρέμειναν στην Ανατολή, του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, ώσπου μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και των αγίων ως επί το πλείστον στις γενέτειρές των. Αλλά δευτερεύοντα λείψανα άρχισαν να εισδύουν στη Δύση, που τα έφερνε κάποιος τυχερός προσκυνητής ή κάποιος επιχειρηματικός έμπορος, ή στέλνονταν ως δώρα σε κάποιον ηγεμόνα. Σε λίγο ακολούθησαν μικρές ποσότητες από σπουδαιότερα λείψανα, κατόπιν σημαντικά λείψανα στο ακέραιο. Όλ’ αυτά συνετέλεσαν για να τραβήξουν την προσοχή της Δύσεως προς την Ανατολή. Οι κάτοικοι της Langres, υπερήφανοι για την κατοχή ενός δαχτύλου του αγίου Μάμαντος, ήθελαν οπωσδήποτε να επισκεφθούν την Καισάρεια της Καππαδοκίας όπου ο Άγιος είχε ζήσει[xi]. Οι καλογριές της Chamalières, με τα κόκαλα της Θέκλας στο παρεκκλήσι τους, έδειχναν προσωπικό ενδιαφέρον για την γενέτειρά της, την Σελεύκεια των Ισαύρων[xii]. Όταν μία κυρία από την Maurienne έφερε από τα ταξίδια της τον αντίχειρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστή, όλοι οι φίλοι της ένοιωσαν την επιθυμία ν’ αναζητήσουν το σώμα του στη Σαμάρεια και την κάρα του στη Δαμασκό[xiii]. Ολόκληρες πρεσβείες στέλνονταν με την ελπίδα να εξασφαλίσουν έναν τέτοιο θησαυρό, ίσως ένα μπουκαλάκι από το Άγιο Αίμα ή ένα κομμάτι από τον ίδιο τον Τίμιο Σταυρό. Εκκλησίες ιδρύθηκαν στη Δύση στο όνομα ανατολιτών αγίων ή του Παναγίου Τάφου. Και πολύ συχνά, ένα ποσοστό από τα έσοδά των έμπαινε κατά μέρος για να σταλεί στους αγίους τόπους από τους οποίους είχαν πάρει τα ονόματά τους.

Αυτή η αμοιβαία σχέση υποβοηθήθηκε από το εμπόριο που εξακολουθούσε να γίνεται γύρω στις ακτές της Μεσογείου. Σιγά-σιγά κι αυτό παρήκμαζε εξ αίτιας της αυξανόμενης φτώχειας της Δύσεως και κατά καιρούς σταματούσε, όπως όταν οι Βάνδαλοι πειρατές κατά τα μέσα του πέμπτου αιώνα είχαν καταστήσει τις θάλασσες ανασφαλείς για άοπλους εμπόρους. Η δυσαρέσκεια και οι αιρέσεις στην Ανατολή πρόσθεσαν και άλλες δυσκολίες. Αλλά υπάρχουν πολλά οδοιπορικά γραμμένα κατά τον έκτο αιώνα από δυτικούς προσκυνητές που είχαν ταξιδέψει στην Ανατολή με ελληνικά ή σύρια εμπορικά πλοία· και οι ίδιοι οι έμποροι μετέφεραν θρησκευτικές ειδήσεις και κουτσομπολιά όπως επιβάτες και εμπορεύματα. Χάρη στους περιηγητές και στους εμπόρους ο ιστορικός Γρηγόριος της Τύρου ήταν καλά πληροφορημένος για τα ζητήματα της Ανατολής. Υπάρχει το κείμενο μιας συνομιλίας μεταξύ του Αγίου Συμεών του Στυλίτη και ενός Σύρου εμπόρου ο οποίος τον είδε απάνω στη στήλη του κοντά στο Χαλέπι, κατά την οποία ο Άγιος Συμεών ζήτησε πληροφορίες για την Αγία Γενεβιέβη των Παρισίων και της έστειλε ένα προσωπικό μήνυμα[xiv]. Παρά τις θρησκευτικές και πολιτικές έριδες των ανωτέρων αρχών, οι σχέσεις μεταξύ των ανατολικών και των δυτικών χριστιανών παρέμεναν πολύ εγκάρδιες και στενές.

Με τις αραβικές κατακτήσεις αυτή η περίοδος τελείωσε. Σύριοι έμποροι δεν έφθαναν πια στις ακτές της Γαλλίας και της Ιταλίας, φέρνοντας τα εμπορεύματά τους και τις ειδήσεις των. Υπήρχαν πάλι πειρατές στη Μεσόγειο. Οι μωαμεθανοί κυβερνήτες της Παλαιστίνης έβλεπαν με υποψία τους χριστιανούς ταξιδιώτες από το εξωτερικό. Το ταξίδι ήταν δαπανηρό και δύσκολο, και πολύ λίγος πλούτος είχε απομείνει στη δυτική Χριστιανοσύνη. Αλλά η επικοινωνία δεν είχε διακοπεί εντελώς. Οι δυτικοί χριστιανοί εξακολουθούσαν να σκέπτονται τους Αγίους Τόπους της Ανατολής με συμπάθεια και με πόθο. Όταν, το 682, ο Πάπας Μαρτίνος Ι κατηγορήθηκε ότι είχε φιλικές σχέσεις με τους μωαμεθανούς, εξήγησε ότι το κίνητρό του ήταν να πάρει άδεια να στείλει ελεημοσύνες στην Ιερουσαλήμ[xv]. Το 670, ο Φράγκος επίσκοπος Arnulf ξεκίνησε για την Ανατολή και κατόρθωσε να κάνει έναν πλήρη γύρο της Αιγύπτου, της Συρίας και της Παλαιστίνης και να επιστρέψει μέσω Κωνσταντινουπόλεως· αλλά το ταξίδι διήρκεσε αρκετά χρόνια κι αυτός ο ίδιος συνάντησε πολλές αντιξοότητες και υπέστη πολλές κακουχίες[xvi]. Ξέρομε τα ονόματα άλλων προσκυνητών της εποχής, όπως του Vulphy από την Rue της Πικαρδίας, ή του Bercaire από το Montier-en-Der της Βουργουνδίας και του φίλου του Waimer[xvii]. Αλλά οι ιστορίες των έδειξαν ότι μόνο σκληροί και επιχειρηματικοί άνθρωποι μπορούσαν να ελπίσουν ότι θα έφθαναν στην Ιερουσαλήμ. Γυναίκες δεν φαίνεται να είχαν διακινδυνεύσει το προσκύνημα.

Κατά την όγδοη εκατονταετηρίδα ο αριθμός των προσκυνητών αυξήθηκε. Έφθασαν μάλιστα και μερικοί από την Αγγλία, από τους οποίους ο πιο διάσημος υπήρξε ο Willibald, που πέθανε το 781 ως επίσκοπος του Eichstadt στη Βαυαρία. Κατά τη νεότητά του είχε πάει στην Παλαιστίνη· έφυγε από τη Ρώμη το 722 και ξαναγύρισε εκεί, ύστερ’ από πολλές δυσάρεστες περιπέτειες, μόνο το 729[xviii]. Προς το τέλος του αιώνα φαίνεται ότι υπήρξε κάποια απόπειρα να οργανωθεί το προσκύνημα, υπό την αιγίδα του Καρόλου του Μεγάλου. Ο Κάρολος είχε αποκαταστήσει την τάξη και κάποια ευημερία στη Δύση και είχε συνάψει καλές σχέσεις με τον χαλίφη Αρούν αλ-Ρασίδ. Τα ξενοδοχεία που είχαν ανεγερθεί με τη βοήθειά του στους Αγίους Τόπους δείχνουν ότι στην εποχή του πρέπει να είχαν φθάσει πολλοί προσκυνητές στην Ιερουσαλήμ και γυναίκες μεταξύ των. Καλογριές από την χριστιανική Ισπανία είχαν σταλεί να υπηρετήσουν στον Πανάγιο Τάφο[xix]. Αλλ’ αυτή η δραστηριότητα δεν διήρκεσε πολύ. Η καρολίνεια αυτοκρατορία έπεσε σε παρακμή. Μωαμεθανοί πειρατές εμφανίσθηκαν πάλι στην ανατολική Μεσόγειο. Από τη Δύση ήρθαν Νορβηγοί πειρατές. Όταν ο Βερνάρδος ο Σοφός από την Βρετανία, επεσκέφθη την Παλαιστίνη το 870, βρήκε τα ιδρύματα του Καρόλου ακόμα σε λειτουργία, αλλά αδειανά και ν’ αρχίζουν να χαλούν. Ο Βερνάρδος είχε κατορθώσει να κάνει το ταξίδι παίρνοντας ένα διαβατήριο από τις μωαμεθανικές αρχές που τότε κυβερνούσαν στο Bari, στη νότια Ιταλία αλλά κι αυτό το διαβατήριο δεν υπήρξε ικανό να του επιτρέψουν ν’ αποβιβασθεί στην Αλεξάνδρεια[xx].

Η μεγάλη εποχή του προσκυνήματος αρχίζει με τον δέκατο αιώνα. Οι Άραβες έχασαν τις τελευταίες πειρατικές φωλιές τους στην Ιταλία και τη νότια Γαλλία κατά την διάρκεια του αιώνα, και η Κρήτη είχε αποσπασθεί από αυτούς το 961. Ήδη εκείνο τον καιρό, το βυζαντινό ναυτικό είχε για ένα διάστημα αρκετά την κυριαρχία στις θάλασσες ώστε να έχει τελείως αναζωογονηθεί το θαλάσσιο εμπόριο στη Μεσόγειο. Ελληνικά και ιταλικά εμπορικά πλοία έπλεαν ελεύθερα μεταξύ των λιμανιών της Ιταλίας και της αυτοκρατορίας και είχαν αρχίσει, με την καλή θέληση των μωαμεθανικών αρχών, ν’ ανοίγουν εμπόριο με την Συρία και την Αίγυπτο. Ήταν εύκολο για έναν προσκυνητή να εξασφαλίσει μια θέση κατ’ ευθείαν από τη Βενετία ή το Bari για την Τρίπολη ή την Αλεξάνδρεια, αν και οι περισσότεροι ταξιδιώτες προτιμούσαν να σταματούν στην Κωνσταντινούπολη για να δουν τη μεγάλη συλλογή της από άγια λείψανα και κατόπιν να συνεχίζουν δια θαλάσσης ή από το δρόμο της ξηράς, τον οποίον οι πρόσφατες βυζαντινές στρατιωτικές επιτυχίες είχαν καταστήσει ασφαλή. Στην ίδια την Παλαιστίνη, οι μωαμεθανικές αρχές, είτε αββασίδικες, φατιμίδικες ή ισχίδικες, σπάνια δημιουργούσαν δυσκολίες, αλλά, μάλλον δέχονταν καλά τους ταξιδιώτες για τον πλούτο που έφερναν στην επαρχία.

Η βελτίωση των συνθηκών του προσκυνήματος είχε την επίδρασή της στην δυτική θρησκευτική σκέψη. Δεν είναι βέβαιο σε ποια εποχή τα προσκυνήματα καθορίστηκαν για πρώτη φορά ως κανονικές ποινές. Τα παλιά μεσαιωνικά poenitentialia συνιστούσαν όλα ένα προσκύνημα, συνήθως όμως χωρίς να δίνουν καθορισμένο τόπο. Μεγάλωνε όμως η πεποίθηση ότι ορισμένοι άγιοι τόποι είχαν ειδική πνευματική αρετή η οποία επιδρούσε σ’ εκείνους που τους επισκέπτονταν και μάλιστα μπορούσαν να δίνουν συγχώρηση από αμαρτίες. Έτσι ο προσκυνητής ήξερε ότι όχι μόνο θα μπορούσε να προσκυνήσει τα γήινα λείψανα και εκείνα που περιέβαλλαν τον Θεό και τους αγίους του και έτσι να έρθει σε μυστική επαφή μ’ αυτούς, αλλ’ επίσης θα μπορούσε να πάρει τη συγχώρηση του Θεού για τις κακές του πράξεις. Από τον δέκατο αιώνα και έπειτα τέσσερα ιερά είχαν τη φήμη πως κατείχαν αυτή τη δύναμη, του Αγίου Ιακώβου στην Κομποστέλλα της Ισπανίας και του Αγίου Μιχαήλ στο Μόντε Γκαργκάνο στην Ιταλία, πολλά ιερά μέρη στη Ρώμη, και, πάνω απ’ όλα, οι Άγιοι Τόποι στην Παλαιστίνη. Τώρα ήταν πια ευκολότερο να πάει κανείς σε όλα αυτά, χάρη στην αποχώρηση ή στην καλή θέληση των μωαμεθανών. Αλλά το ταξίδι δεν έπαυε να είναι αρκετά μακρύ και κουραστικό για να επιδράσει στην λογική και στο θρησκευτικό αίσθημα του μεσαιωνικού ανθρώπου. Ήταν φρόνιμο ν’ απομακρύνεται ένας εγκληματίας για χρονικό διάστημα ενός χρόνου ή και περισσότερο από τη σκηνή του εγκλήματός του. Οι κακουχίες και τα έξοδα του ταξιδιού του θα ήσαν μια τιμωρία γι’ αυτόν, ενώ η εκπλήρωση της αποστολής του και η συναισθηματική ατμόσφαιρα του τόπου του προορισμού του θα του έδιναν ένα αίσθημα πνευματικής καθάρσεως και δυνάμεως. Επέστρεφε καλύτερος άνθρωπος[xxi].

Τυχαίες παραπομπές στους χρονογράφους μας λένε για συχνά προσκυνήματα, αν και τα ονόματα των προσκυνητών που έχομε είναι αναγκαστικά μόνο των μεγαλυτέρων προσωπικοτήτων. Από τους μεγάλους άρχοντες και κυρίως της Δύσεως ήταν η Χίλντα, κόμισσα της Σουηβίας η οποία πέθανε στο ταξίδι της το 969, και η Ιουδίθ, δούκισσα της Βαυαρίας, γυναικαδέλφη του αυτοκράτορα Όθωνος Ι, της οποίας η περιήγηση έγινε το 970. Οι κόμητες της Ardèche, της Βιέννης, του Βερντέν, του Αρσύ, της Ανχάλτης και της Γκορίτζια, όλοι υπήρξαν προσκυνητές. Ανώτεροι κληρικοί ήσαν ακόμα πιο τακτικοί. Ο Άγιος Conrad, επίσκοπος της Constance, έκανε τρία χωριστά ταξίδια στην Ιερουσαλήμ και ο Άγιος Ιωάννης, επίσκοπος της Πάρμας, όχι λιγότερα από έξι. Ο επίσκοπος της Ολιβόλα ήταν εκεί το 920. Μεταξύ των αββάδων προσκυνητών ήσαν ο του Saint-Cylar, του Φλαβινύ, του Ωριγιάκ, του Saint Aubin d’Angers και του Montier-en-Der. Όλοι αυτοί οι εξέχοντες ταξιδιώτες έφερναν μαζί τους ομάδες από ταπεινούς άνδρες και γυναίκες των οποίων τα ονόματα δεν ενδιέφεραν τους συγγραφείς της εποχής[xxii].

Αυτή η δραστηριότητα ήταν κυρίως αποτέλεσμα ιδιωτικής επιχειρήσεως. Αλλά μια νέα δύναμη εμφανιζόταν στην ευρωπαϊκή πολιτική, η οποία ανάμεσα στα αλλά της έργα ανέλαβε και την οργάνωση της κινήσεως των προσκυνητών. Το 910 ο κόμης William I of Aquitaine ίδρυσε το Αββαείο του Cluny. Στο τέλος του αιώνα, το Cluny, που έτυχε να έχει μια σειρά από αξιόλογους αββάδες, ήταν το κέντρο ενός ευρύτατου εκκλησιαστικού δικτύου, καλά διευθυνομένου, με σφιχτή συνοχή και στενά συνδεδεμένο με την παποσύνη. Οι Κλουνιακοί θεωρούσαν τους εαυτούς των ως τους φρουρούς της συνειδήσεως της δυτικής Χριστιανοσύνης. Το δόγμα τους ενέκρινε το προσκύνημα. Ήθελαν να του παρέχουν πρακτική συμπαράσταση. Στις αρχές του επόμενου αιώνα τα προσκυνήματα στα μεγάλα ισπανικά ιερά ήταν σχεδόν ολοκληρωτικά κάτω από τον δικό τους έλεγχο. Σύγχρονα άρχισαν να οργανώνουν και να εκλαϊκεύουν ταξίδια στην Ιερουσαλήμ. Χάρη στη δική τους πειθώ ο αββάς του Stavelot ξεκίνησε για τους Αγίους Τόπους το 990 και ο κόμης του Verden το 997. Η επιρροή τους καταφαίνεται από τη μεγάλη αύξηση κατά τον ενδέκατο αιώνα των προσκυνητών από τη Γαλλία και τη Λωρραίνη, από περιοχές που ήσαν κοντά στο Cluny και στα θυγατρικά του ιδρύματα. Αν και υπήρχαν ακόμα πολλοί Γερμανοί μεταξύ των προσκυνητών του ενδέκατου αιώνα, όπως οι αρχιεπίσκοποι του Trier και του Mainz και ο επίσκοπος της Βαμβέργης, και πολλοί προσκυνητές από την Αγγλία, οι Γάλλοι και οι Λωρραινοί προσκυνητές τους ξεπερνούσαν τώρα κατά πολύ σε αριθμό. Οι δύο μεγάλες δυναστείες της βόρειας Γαλλίας, οι κόμητες του Anjou και οι δούκες της Νορμανδίας, ήσαν και οι δύο, παρά την αμοιβαία αντιζηλία τους, στενοί φίλοι του Cluny και οι δύο υποστήριζαν το ανατολικό προσκύνημα. Ο τρομερός Fulk Nerra του Anjou πήγε στην Ιερουσαλήμ το 1002 και ξαναγύρισε αργότερα εκεί δύο φορές. Ο δούκας Richard III της Νορμανδίας έστειλε εκεί ελεημοσύνες και ο δούκας Robert ήταν επί κεφαλής μιας μεγάλης ομάδος που πήγε εκεί το 1035. Όλα αυτά τα προσκυνήματα έχουν πιστά καταχωρηθεί από τον Κλουνιακό ιστορικό, τον μοναχό Glaber[xxiii].

Οι Νορμανδοί ακολούθησαν το παράδειγμα των δουκών τους. Έτρεφαν ιδιαίτερο σεβασμό προς τον Άγιο Μιχαήλ και πολλοί απ’ αυτούς έκαναν το ταξίδι στο Μόντε Γκαργκάνο. Από εκεί, οι πιο επιχειρηματικοί πήγαιναν στην Παλαιστίνη. Στα μισά του αιώνα αποτελούσαν τόσο μεγάλη και τόσο ένθερμη αναλογία των προσκυνητών της Παλαιστίνης, ώστε η κυβέρνηση της Κωνσταντινουπόλεως, θυμωμένη εναντίον των Νορμανδών για τις επιδρομές τους κατά της βυζαντινής Ιταλίας, άρχισε να δείχνει κάποια κακή θέληση προς την κίνηση των προσκυνητών[xxiv]. Οι εξάδελφοί τους από την Σκανδιναβία έδειχναν σχεδόν παρόμοιο ενθουσιασμό. Οι Σκανδιναβοί συνήθιζαν από πολύ καιρό να επισκέπτονται την Κωνσταντινούπολη· και ο πλούτος και τα θαυμάσιά της τους έκαναν μεγάλη εντύπωση. Μιλούσαν στις βόρειες εστίες τους για την Micklegarth όπως ονόμαζαν τη μεγάλη πόλη, που κατά καιρούς ταύτιζαν με την Asgard, την κατοικία των θεών. Ήδη το 930 υπήρχαν άνθρωποι του βορρά στο στρατό του αυτοκράτορα. Στις αρχές του ενδέκατου αιώνα ήσαν τόσοι πολλοί απ’ αυτούς ώστε είχαν συγκροτηθεί ιδιαίτερα συντάγματα από Νορβηγούς, η περίφημη φρουρά των Βαράγγων. Οι Βαράγγοι απέκτησαν σε λίγο τη συνήθεια να περνούν την άδειά τους σ’ ένα ταξίδι στην Ιερουσαλήμ. Το πρώτο που βρίσκουμε γραμμένο είναι το ταξίδι κάποιου Kolskeggr, που ήταν στην Παλαιστίνη το 992. Ο Χάραλδ Χαρδράδα, ο διασημότερος από τους Βαράγγους, ήταν εκεί το 1034. Κατά τον ενδέκατο αιώνα υπήρχαν πολλοί Νορβηγοί, Ισλανδοί και Δανοί που περνούσαν πέντε ή περισσότερα χρόνια στην αυτοκρατορική υπηρεσία, κατόπιν έκαναν το προσκύνημα πριν γυρίσουν πλούσιοι από τις οικονομίες τους, στα σπίτια τους στο βορρά. Παρακινούμενοι από τις ιστορίες τους οι φίλοι τους κατέβαιναν στο νότο απλώς και μόνο για να κάνουν το προσκύνημα. Ο απόστολος στην Ισλανδία Thorvald Kodransson Vidtförli, βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ γύρω στα 990. Πολλοί Νορβηγοί προσκυνητές ισχυρίζονταν ότι είχαν δει εκεί τον Όλαφ Τρύγκβασαν, πρώτον χριστιανό βασιλέα της Νορβηγίας, μετά την μυστηριώδη εξαφάνισή του το έτος 1000. Ο Όλαφ ο II είχε σκοπό ν’ ακολουθήσει το παράδειγμά του, αλλά το ταξίδι του δεν έγινε ποτέ εκτός μόνο στο θρύλο. Αυτοί οι βόρειοι ηγεμόνες ήσαν βίαιοι άνθρωποι, συχνά ένοχοι φόνων και συχνά βρίσκονταν στην ανάγκη να κάνουν κάποιαπράξη για εξιλέωση. Ο μισό-Δανός Swein Godwinsson ξεκίνησε με ένα σώμα Άγγλων το 1051 για να εξιλεωθεί για έναν φόνο, αλλά πέθανε από το κρύο στα βουνά της Ανατολίας το επόμενο φθινόπωρο. Είχε πάει ξυπόλυτος εξ αιτίας των αμαρτιών του. Ο Lagman Gadrödsson, Νορβηγός βασιλεύς του Μαν, που είχε σκοτώσει τον αδελφό του, ζήτησε παρόμοια συγχώρηση από τον Θεό. Οι περισσότεροι Σκανδιναβοί προσκυνητές προτιμούσαν να κάνουν το γύρο ερχόμενοι από την θάλασσα δια μέσου των στενών του Γιβραλτάρ και επιστρέφοντας δια ξηράς μέσω της Ρωσίας[xxv].

Προσκυνητές του δέκατου αιώνα από τη Δύση ήταν αναγκασμένοι να ταξιδεύουν δια θαλάσσης διασχίζοντας την Μεσόγειο ως την Κωνσταντινούπολη ή τη Συρία. Αλλά τα ναύλα ήσαν ακριβά και δεν εύρισκαν εύκολα θέση στα πλοία. Το 975 οι ηγεμόνες της Ουγγαρίας προσηλυτίσθηκαν στον Χριστιανισμό. Έτσι άνοιξε ένας δρόμος δια ξηράς που ακολουθούσε τον ρου του Δούναβη και έπειτα μέσ’ από τη Βαλκανική στην Κωνσταντινούπολη. Ως το 1019, όταν το Βυζάντιο επέβαλε τελικά πλήρη έλεγχο σ’ ολόκληρη τη Βαλκανική Χερσόνησο, ο δρόμος αυτός ήταν επικίνδυνος· αλλά από τότε και έπειτα, ένας προσκυνητής μπορούσε να ταξιδέψει με πολύ λίγο κίνδυνο μέσ’ από την Ουγγαρία, να περάσει τα βυζαντινά σύνορα στο Βελιγράδι και κατόπιν να προχωρήσει δια μέσου Σόφιας και Αδριανουπόλεως στην πρωτεύουσα. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να πάει στη βυζαντινή Ιταλία και να περάσει το στενό κομμάτι της Αδριατικής από το Bari στο Δυρράχιο και κατόπιν ν’ ακολουθήσει την παλιά Εγνατία οδό δια Θεσσαλονίκης στον Βόσπορο. Υπήρχαν τρεις καλοί κύριοι δρόμοι που θα τον έφερναν δια μέσου της Μικράς Ασίας στην Αντιόχεια. Από εκεί κατέβαινε στην ακτή στην Λαοδίκεια και περνούσε στα φατιμιδικά εδάφη κοντά στην Tortosa. Αυτά ήσαν τα μοναδικά σύνορα που είχε να περάσει από την άφιξή του στο Βελιγράδι ή στο Τέρμολι στην Ιταλία· και μπορούσε να συνεχίσει χωρίς κανένα εμπόδιο ως την Ιερουσαλήμ. Το ταξίδι δια ξηράς, αν και βραδύ, ήταν φθηνότερο και ευκολότερο παρά το ταξίδι δια θαλάσσης, και ταίριαζε πολύ καλύτερα στις μεγάλες ομάδες.

Όσο οι προσκυνητές ήσαν τακτικοί και συμπεριφέρονταν καλά, μπορούσαν να ελπίζουν σε φιλόξενη μεταχείριση εκ μέρους των χωρικών της αυτοκρατορίας και για το αρχικό τμήμα του ταξιδιού των οι Κλουνιακοί έχτιζαν τώρα ξενοδοχεία κατά μήκος του δρόμου. Υπήρχαν πολλά τέτοια ιδρύματα στην Ιταλία, μερικά περιορισμένα για αποκλειστική χρήση των Βορείων. Υπήρχε ένα μεγάλο ξενοδοχείο στο Μελκ της Αυστρίας[xxvi]. Στην Κωνσταντινούπολη το ξενοδοχείο του Σαμψών προοριζόταν για την χρήση των δυτικών προσκυνητών και οι Κλουνιακοί διατηρούσαν ένα ίδρυμα στη Ραιδεστό, στα προάστια[xxvii]. Στην ίδια την Ιερουσαλήμ οι προσκυνητές μπορούσαν να μείνουν στο Νοσοκομείο του Αγίου Ιωάννου, που είχαν ιδρύσει οι έμποροι από το Amalfi[xxviii]. Δεν υπήρχε αντίρρηση οι μεγάλοι άρχοντες της Δύσεως να έχουν μαζί τους ένοπλη συνοδεία, όσο αυτή ήταν κανονικά υπό έλεγχο, και πολλοί προσκυνητές προσπαθούσαν να προσκολληθούν σε μια τέτοια ομάδα. Αλλά δεν ήταν ασυνήθιστο, ούτε ιδιαίτερα επικίνδυνο για πολλούς να ταξιδεύουν μόνοι ή ανά δύο ή τρεις. Μερικές φορές μπορούσαν να παρουσιαστούν δυσκολίες. Κατά την περίοδο των διωγμών του Χακίμ δεν ήταν φρόνιμο να μένει κανείς πολύ καιρό στην Παλαιστίνη, αν και το ρεύμα των προσκυνητών δεν διεκόπη ποτέ εντελώς. Το 1055 εθεωρείτο επικίνδυνο να περάσει κανείς τα σύνορα σε μωαμεθανικό έδαφος. Στον Lietbert, επίσκοπο του Cambrais, δεν δόθηκε θεώρηση εξόδου από τον κυβερνήτη της Λαοδίκειας και αναγκάστηκε να πάει στην Κύπρο[xxix]. Το 1056 οι μωαμεθανοί, ίσως με την συνεργασία του αυτοκράτορα, απαγόρευσαν στους δυτικούς να μπαίνουν στον Πανάγιο Τάφο και έδιωξαν περί τους τριακόσιους απ’ αυτούς από την Ιερουσαλήμ[xxx]. Ο Βασίλειος ο II και η ανιψιά του Θεοδώρα προκάλεσαν δυσαρέσκεια όταν διέταξαν τους τελωνειακούς των υπαλλήλους να εισπράττουν δασμό από τους προσκυνητές και τα άλογά τους. Ο πάπας Βίκτωρ II έγραψε στην αυτοκράτειρα τον Δεκέμβριο του 1056 παρακαλώντας την ν’ ανακαλέσει την διαταγή· από το γράμμα του συνάγεται ότι οι τελωνειακοί της υπάλληλοι υπήρχαν και μέσα στην Ιερουσαλήμ[xxxi].

Αλλ’ αυτές οι δυσκολίες ήσαν σπάνιες. Καθ’ όλον τον ενδέκατο αιώνα ως τις τελευταίες του δύο δεκαετίες, ένα ατέλειωτο ρεύμα προσκυνητών ξεχυνόταν προς ανατολάς, κάποτε ταξιδεύοντας καθ’ ομάδες που έφθαναν τους χίλιους, άνδρες και γυναίκες κάθε τάξεως και ηλικίας, έτοιμοι σ’ αυτή την χαλαρή εποχή να περάσουν έναν ολόκληρο χρόνο ή και περισσότερο ακόμα καιρό στο ταξίδι. Σταματούσαν στην Κωνσταντινούπολη για να θαυμάσουν την τεράστια πόλη, δέκα φορές μεγαλύτερη από κάθε πόλη που είχαν δει στη Δύση, και να προσκυνήσουν τα ιερά λείψανα που στέγαζε. Μπορούσαν να δουν εκεί, τον ακάνθινο στέφανο, τον άρραφο μανδύα και όλα τα μεγάλα λείψανα του Πάθους. Εκεί υπήρχε το ύφασμα από την Έδεσσα όπου ο Χριστός είχε αποτυπώσει τη μορφή του και η εικόνα της Παναγίας ζωγραφισμένη από τον Άγιο Λουκά, τις τρίχες του Ιωάννη του Βαπτιστή και τον μανδύα του Ηλία· τα σώματα αναρίθμητων αγίων, προφητών και μαρτύρων, ένα απέραντο απόθεμα από τα ιερότερα πράγματα της χριστιανοσύνης[xxxii]. Από εκεί θα συνέχιζαν στην Παλαιστίνη, στην Ναζαρέτ και το όρος Θαβώρ, στον Ιορδάνη και στην Βηθλεέμ και σε όλα τα ιερά της Ιερουσαλήμ. Τα παρατηρούσαν όλοι και προσεύχονταν σ’ αυτά όλοι· κατόπιν έκαναν το μακρύ ταξίδι της επιστροφής στα σπίτια τους, γυρίζοντας στηριγμένοι στην πίστη τους και καθαρισμένοι για να χαιρετηθούν από τους συμπατριώτες των ως οι προσκυνητές του Χριστού οι οποίοι έκαναν το πιο αγιασμένο ταξίδι.

Αλλά η πραγματοποίηση του προσκυνήματος εξαρτούσε την επιτυχία του από δύο παράγοντες: ότι η ζωή στην Παλαιστίνη ήταν αρκετά τακτοποιημένη για τον ανυπεράσπιστο ταξιδιώτη να κινείται και να κάνει τα προσκυνήματά του με ασφάλεια· και δεύτερο, ότι ο δρόμος έπρεπε να είναι ανοιχτός και φθηνός. Ο πρώτος παράγων απαιτούσε ειρήνη και καλή διακυβέρνηση στον μωαμεθανικό κόσμο, ο τελευταίος την ευημερία και την καλή διάθεση των Βυζαντινών.


[i] Ιερωνύμου, Epistolae XLVI, 9, M.P.L. τόμ. XXII, στήλ. 489, αναφέρεται σε αρχαία προσκυνήματα στην Παλαιστίνη. Ο πρώτος προσκυνητής που γνωρίζομε το όνομά του ήταν ένας επίσκοπος της Καισαρείας της Μικράς Ασίας στις αρχές του τρίτου αιώνα, ονομαζόμενος Φερμιλιανός (Ιερωνύμου, De viris illustribus, M.P.L. τόμ. XXIII, στήλ. 665-6). Αργότερα, μέσα στον τρίτο αιώνα ξέρομε για έναν Καππαδόκη επίσκοπο Αλέξανδρο, ο οποίος επισκέφθηκε την Παλαιστίνη. (Ευσεβίου Historia Ecclesiastica σελ. 185-6). Ο Ωριγένης (Jn Johannem VI, 29, M.P.G. τόμ. XIV, στήλ. 269) μιλά για την επιθυμία των χριστιανών να βαδίσουν απάνω στα βήματα του Χριστού.

[ii] Ευσεβίου, Vita Constantini, κεφ. XXV-XL, που δίνονται στο Palestine Pilyrinns Society, τόμ. I.

[iii] Το οδοιπορικό του Προσκυνητή του Bordeaux έχει δημοσιευθεί στο P.P.T.S. τόμ. Ι σε μετάφραση του Α. Stewart.

[iv] Το προσκύνημα της Etheria έχει δημοσιευθεί σε αγγλική μετάφραση υπό J. Η. Bernard στη P.P.T.S. τόμ. Ι με τον τίτλο The Pilgrimage of Saint Silvia of Aquitaine, με την οποία ο εκδότης την ταυτίζει, σχεδόν ασφαλώς λανθασμένα.

[v] Η επιστολή της Πάουλας και του Ευστόχιου προς την Μαρκέλλα, που περιγράφει τη ζωή στην Ιερουσαλήμ στον κύκλο του Αγίου Ιερωνύμου, έχει δημοσιευθεί μαζί με τις επιστολές του Αγίου Ιερωνύμου ως αριθ. XLVI (στήλ. 483 και M.P.L. τόμ. XXII). Ο ίδιος ο Ιερώνυμος, σε επιστολή υπ’ αρ. XLVII, 2 (ibid, στήλ. 493) συνιστά μια επίσκεψη στους αγίους τόπους στον φίλο του Ντεζιντέριο, και ο ίδιος εξηγεί ότι η επίσκεψή του στην Παλαιστίνη του επιτρέπει να κατανοεί καλύτερα τις Γραφές (Liber Paralipumenon, πρόλογος, εις M.P.L. τόμ. XXVIII, στήλ. 1325-6). Αλλά στις κακές του στιγμές, όπως στην επιστολή του LVIII, 2 προς τον Παυλίνο της Νόλα (ibid, τόμ. XXII, στήλ. 580) θεωρούσε πως δεν έχανε κανείς τίποτα αν δεν πήγαινε στην Ιερουσαλήμ.

[vi] Άγιος Αυγουστίνος, επιστ. LXXVIII, 3, εις M.P.L. τόμ. XXXIII, στήλ. 268-9, Contra Faustun XX, 21, ibid τόμ. XLII, στήλ. 384-5. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης είναι εναντίον του προσκυνήματος (επιστ. υπ’ αρ. II εις M.P.G, τόμ. XLVI, στήλ. 1009). Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι σχεδόν εξ ίσου αντίθετος (Ad Populum Antiochenum, V, 2 εις M.P.G. τόμ. XLIX, στήλ. 69) αλλά σε άλλο μέρος εύχεται να του επιτρέψουν τα καθήκοντά του να γίνει προσκυνητής (εις Ephesianos VIII, 2, ibid, τόμ. LXII στήλ. 57).

[vii] Δες πρώτη σημείωση παρόντος κεφαλαίου.

[viii] Couret, La Palestine sous les Empereurs grecs, σελ. 212.

[ix] Βλέπε Bury, Later Roman Empire (μ.Χ. 395-565) τόμ. Ι, σελ. 225-31. Βλέπε Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλησιαστική Ιστορία, εις M.P.G. τόμ. CXLVI στήλ. 1061, για την αναζήτηση λειψάνων από την Ευδοκία.

[x] Προυδέντιος, Peristephanon VI, σελ. 132, 135· Εννόδιος, Libellum pro Synodo, σελ. 315. Ο Άγιος Αμβρόσιος πίστευε σταθερά στις αρετές των λειψάνων και ο ίδιος φωτίστηκε για ν’ ανακαλύψει μερικά (επιστολή XXII εις M.P.L. τόμ. XVI, στήλ. 1019). Ο Άγιος Βικτρίτιος στο Liber de Laude Sanctorum, βεβαιώνει ότι τα λείψανα έχουν μια αρετή και μια χάρη (M.P.L. τόμ. XX, στήλ. 453-4). Ο Άγιος Βασίλειος εξ άλλου, ήθελε να είναι απόλυτα βέβαιος για την αυθεντικότητά των. Βλέπε την επιστολή του προς τον Άγιο Αμβρόσιο σχετικά με το σώμα ενός επισκόπου του Μιλάνου. Επιστολή αριθ. CXCVII εις M.P.G, τόμ. XXXII στήλ. 109-13.

[xi] Historia Translationum Ordinis Sancti Mamantis vel Mammetis, in Aeta Sanctorum. 17 Αυγούστου, τόμ. ΙΙΙ, σελ. 441-3.

[xii] Mabillon, Annales Ordinis Sancti. Benedicti, τόμ. Ι, σελ. 481.

[xiii] Γρηγορίου της Tours, De Gloria Martyrorum, εις M.P.L. τόμ. LXXI, στήλ. 719-20. Βλέπε Delohaye, Les Origines du Culte des Martyres, σελ. 99.

[xiv] Vita Genovefae Virginis Parisiensis, σελ. 226.

[xv] Επιστολή του Μαρτίνου Ι προς Θεόδωρον εις M.P.L. τόμ. LXXXVII σελ. 199-200.

[xvi] Η αφήγηση του Αρνούλφου, γραμμένη από τον Ανταμνάν δίνεται στο P.P.T.S. τόμ. III, μετάφραση υπό J. R. Macpherson.

[xvii] De Sancto Wilphlagio εις Aa. Ss. 7 Ιουνίου, Ιούνιος, τόμος II, σελ. 30-1.

[xviii] Willibald Οδοιπορικόν, μετάφρ. υπό Brownlow, δίδεται εις το P.P.T.S. τόμ. III.

[xix] Commemoratorium de Casis Dei vel Monasteriis, εις Tobler και Molinier, Itinera Hierosolymitana, τόμ. Ι, σελ. 303.

[xx] Το οδοιπορικό του Bernard του Σοφού, μετάφραση από τον J. Η. Bernard, δίνεται στο P.P.T.S. τόμ. III.

[xxi] Βλέπε de Rozière, Recueil général des Formules usitées dans l’ Empire des Francs, τόμ. II. σελ. 939-41. Ένας Φράγκος ευγενής, ονομαζόμενος Φρομίνι, ο οποίος μαζί με τους αδελφούς του πήγαινε στην Παλαιστίνη για να εξιλεωθεί από ένα έγκλημα στα μέσα του ένατου αιώνα είναι ο πρώτος τέτοιος προσκυνητής που το όνομά του είναι γνωστό. Η Peregrinatio Fort mundi δίνεται στο Aa Ss. 24 Οκτωβρίου, Οκτ. τόμ. Χ σελ. 847. Βλέπε επίσης van Cauwenbergh, Les Pèlerinages expiatoires et judiciaires, passim, και Villey. La Croisade: Essai sur la Formation d’une Théorie judiciaire, σελ. 141.

[xxii] Βλέπε Bréhier, L’Eglise de l’Orient au Moyen Age, σελ. 32-3· και Ebersolt, Orient et Occident, τόμ. Ι. σελ. 72-3 που δίνει παραπομπές γι’ αυτά τα ταξίδια.

[xxiii] Radulph Glaber στο Bouquet, PHF, τόμ. Χ, σελ. 20, 32, 52, 74, 106, 108. Βλέπε Bréhier, op. cit. σελ. 42-5. Ebersolt, op. cit, σελ. 75-81.

[xxiv] Ο Bréhier, op. cit, σελ. 42 θεωρεί ότι το “σχίσμα” του Μιχαήλ Κηρουλάριου δημιούργησε κακή θέληση μεταξύ των Βυζαντινών και των προσκυνητών. Ο Riant, Expéditions et Pèlerinages des Scandinaves, σελ. 125, προχωρεί ακόμα περισσότερο, ώστε να πει ότι οι βυζαντινές αρχές από πρόθεση έκλεισαν το δρόμο προς την Παλαιστίνη. Αυτό προφανώς βασίζεται στην ερμηνεία που δίνει στην εμπειρία του Lietlert του Cambrais (βλέπε σελ. 49 και σημ. 1) που στην πραγματικότητα εξηγείται από τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε στη Συρία. Αλλά η επιστολή του πάπα Βίκτορος (βλέπε σελ. 49 και σημ. 3) αφήνει να νοηθεί ότι οι αυτοκρατορικοί αξιωματούχοι δεν ήσαν πάντοτε εγκάρδιοι προς τους προσκυνητές. Αλλά η αιτία αυτής της ψυχρότητας ήταν μάλλον η αντιπάθεια προς τους Νορμανδούς παρά το σχίσμα.

[xxv] Ο Riant, op. cit. σελ. 97-129 μας δίνει πλήρη αφήγηση για τους Νορβηγούς προσκυνητές.

[xxvi] Orderic Vitalis, Historie Ecclesiastica, III. 4, τόμ. II. σελ. 64

[xxvii] Βλέπε Riant, op. cit. σελ. 60.

[xxviii] William of Tyre, XVIII, 4-5. Ι, σελ. 822-6, Aimé, Chronicon. σελ 320.

[xxix] “Vita Lietberti”, εις d’Achéry. Spicilegium, τόμ. IX. σελ. 706-12. Το μεγάλο γερμανικό προσκύνημα του 1064-5, κατά το οποίο ταξίδεψαν 7000 προσκυνητές, βρήκαν πολύ δυσάρεστες συνθήκες νοτίως των βυζαντινών συνόρων. Η αφήγηση παρέχεται εις τα Annales Altahenses Majores, σελ. 815. Βλέπε Joranson «The Great German Pilgrimage of 1064-5».

[xxx] «Miracula Saneti Wolframni Senonensis» εις Acta Sanctorum Ordinis Sancli Benedicti, saeculum III, pars Ι, σελ. 381-2. Ο Lietbert συνάντησε προσκυνητές που είχαν εκδιωχθεί από την Παλαιστίνη (Vita Lietberti, loc. cit.).

[xxxi] Επιστολή τουΒίκτορος II εις M.P.L τόμ CXLIX, στήλ. 961-2, κακώς αποδιδομένη στον Βίκτορα III. Riant, Inventaire critique des Lettres historiques des Croisades σελ. 50-3.

[xxxii] Ebersolt, Les Sanctuair de Byzance, σελ. 105 ff.

Από το βιβλίο: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΩΝ – ΤΟΜΟΣ Ι

«Η ΠΡΩΤΗ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ»

Μετάφραση από τα Αγγλικά NIK. Κ. ΠΑΠΑΡΡΟΔΟΣ – ΑΘΗΝΑ 1977

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

18  ΑΠΡΙΛΙΟΥ  2012

http://www.egolpion.com/proskunites_xristou.el.aspx

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ, ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Ιστορία του Αγίου Όρους κατά τη Βυζαντινή περίοδο

Συγγραφέας: kantonopou στις 5 Νοεμβρίου 2011

Η χερσόνησος του Άθω είχε ερημωθεί κατά την ύστερη αρχαιότητα και έμεινε ακατοίκητη όλο τον 7 ο και τον 8 ο αιώνα. Ούτε βοσκοί, φαίνεται, να είχαν εγκατασταθεί σ’ αυτήν, προφανώς λόγω του μεγάλου μήκους και της απόστασης που τη χωρίζει από τις κατοικημένες περιοχές. Πλησιέστερη οχυρωμένη πόλη ήταν η Ιερισσός, που δοκίμαζε κι αυτή δημογραφικά προβλήματα, εφόσον δέχθηκε τον 10 ο αιώνα ξένους εποίκους.

Οι πρώτοι ερημίτες εγκαταστάθηκαν στο Όρος γύρω στο 800. Oι τοπικές παραδόσεις που αναφέρονται σε μοναστήρια τα οποία ιδρύθηκαν σε παλιότερες εποχές (ως και τον 4 ο αιώνα) δεν έχουν ιστορική βάση. Εμφανίζονται κυρίως τον 16 ο αιώνα, και οφείλονται σε μοναχούς, που νόμιζαν πως έτσι δόξαζαν τη μονή μετανοίας τους, σε μια εποχή που η πτώση του μορφωτικού επιπέδου λιγόστευε τις πιθανότητες ελέγχου. Ο αριθμός των ασκητών φαίνεται πως αυξήθηκε αρκετά γρήγορα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Γενέσιο, που έγραφε τον 10 ο αιώνα, μοναχοί από τον Άθω, και από άλλα μεγάλα μοναστικά κέντρα της αυτοκρατορίας, ήλθαν το 843 στην Κωνσταντινούπολη για να εορτάσουν την αποκατάσταση της λατρείας των εικόνων. Άρα υπήρχε ήδη εκεί ένα μοναστικό κέντρο αρκετά σημαντικό και γνωστό ώστε να συμμετέχει με επίσημη αντιπροσωπεία σε σημαντικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Τον 9 ο αιώνα έζησαν και οι αρχαιότεροι αθωνίτες άγιοι που μας είναι γνωστοί, όπως ο αυστηρός ασκητής Πέτρος ο Αθωνίτης και ο άγιος Ευθύμιος ο νέος. Ο τελευταίος προερχόταν από τη μεγάλη μοναστική κοινότητα του Βιθυνικού Ολύμπου. Η μετακίνησή του μαρτυρεί πως ο Άθως είχε ήδη αποκτήσει σημαντική φήμη, ακόμη και στα άλλα μεγάλα και παλαιά μοναστικά κέντρα της αυτοκρατορίας.

Στον Άθω αποσύρονταν κυρίως ερημίτες και ασκητές, που ζούσαν ολομόναχοι ή σε μικρές ομάδες. Προέρχονταν κυρίως από τις γειτονικές περιοχές, από τη Θεσσαλονίκη ως την Καβάλα. Με τη σκληρή άσκηση αντιστέκονταν στους πειρασμούς του σώματος. Εξαντλητική νηστεία, κακουχίες στη ζέστη και στο κρύο, συνεχής προσευχή. Ορισμένοι μοναχοί έβλεπαν και οράματα, ενίοτε προφητικά. Και φυσικά οι Αθωνίτες συγκέντρωσαν τον θαυμασμό όλων των κατοίκων της Χαλκιδικής. Ζούσαν σε απόλυτη ησυχία, κοντά στη φύση με ελάχιστες παρεμβάσεις και ελάχιστες απαιτήσεις.

Αντιστέκονταν επίσης και στην εισαγωγή του οργανωμένου μοναχισμού. Τα πρώτα κοινόβια ιδρύθηκαν, ενίοτε από τέως Αθωνίτες, έξω από το Όρος, στη Χαλκιδική, κοντά σε κατοικημένες περιοχές. Η αντιπάθεια των πρώιμων Αθωνιτών για το κοινοβιακό σύστημα φαίνεται και από το ότι στον βίο του Πέτρου του Αθωνίτη, η προπαγάνδα για τον κοινοβιακό μοναχισμό αποδίδεται στον ίδιο τον διάβολο. Και η απόπειρα εισαγωγής στο Όρος του στουδιτικού κοινοβίου από τον άγιο Βλάσιο τον εξ Αμορίου γύρω στο έτος 900 απέτυχε.

Το πρώτο γνωστό προνόμιο των Αθωνιτών ανάγεται στο έτος 883. Παραχωρήθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ και αποσκοπούσε να προστατεύσει τους Αθωνίτες και το κοινόβιο του Κολοβού στην Ιερισσό από τους κρατικούς υπαλλήλους και από τους χωρικούς συμπεριλαμβανομένων και των βοσκών, στους οποίους απαγορεύτηκε να φέρουν τα ποίμνιά τους στη χερσόνησο. Ο αυτοκράτορας ενδιαφέρθηκε να προστατεύσει την ησυχία των μοναχών, που διατηρούσαν στενές σχέσεις μεταξύ τους και με αυτούς που ζούσαν έξω από το Όρος. Το 908 όμως, οι Αθωνίτες αναγκάσθηκαν να ζητήσουν την προστασία του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ επειδή οι μοναχοί του Κολοβού διεκδικούσαν και τη μοναστική χερσόνησο. Πρώτη φορά γύρω στο 941-942, ο Ρωμανός Α΄ Λακαπηνός παραχώρησε μια ετήσια επιχορήγηση ενός χρυσού νομίσματος για κάθε αθωνίτη μοναχό, όπως αυτό γινόταν και στα άλλα μεγάλα μοναστικά κέντρα της αυτοκρατορίας, στον Όλυμπο της Βιθυνίας, στο όρος του Κυμινά και στο όρος του Λάτρου. Με τον τρόπο αυτό, οι μοναχοί έμπαιναν στην αμειβόμενη υπηρεσία του κράτους και προσεύχονταν και για τον βασιλιά και για τον στρατό, κυρίως εν όψει εκστρατειών.

Στο μεταξύ το Όρος είχε αποκτήσει τους κύριους τοπικούς θεσμούς του και τους εσωτερικούς κανονισμούς λειτουργίας του. Ο Πρώτος, κυβερνήτης και εκπρόσωπος προς τα έξω της μοναστικής πολιτείας, μαρτυρείται ήδη το 908. Διοριζόταν, ως το 1312, από τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Εμφανίζονται και οι άλλοι αξιωματούχοι του Πρωτάτου στις Καρυές, όπως ο οικονόμος, ο εκκλησιάρχης (972) και ο επιτηρητής (1049). Μαρτυρούνται οι τρεις τακτικές συνάξεις (Χριστούγεννα, Πάσχα και Δεκαπενταύγουστο) στις Καρυές, στις οποίες οι εκπρόσωποι όλων των καθιδρυμάτων, μικρών και ακόμη πιο μικρών, συσκέπτονται και αποφασίζουν για τα κοινά. Τότε εμφανίζονται και τα πρώτα κάπως σημαντικότερα μοναστηράκια, όπως η Μονή του Κλήμεντος (που αργότερα θα καταληφθεί από τους Ίβηρες μοναχούς) και η Μονή Ξηροποτάμου.

Λίγο αργότερα πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη αλλαγή με τον Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Τραπεζούντιος, καθηγητής στην Κωνσταντινούπολη, πήγε στο Όρος ως ερημίτης πιθανότατα το 957. Ακολούθησε τον φίλο του Νικηφόρο Φωκά στην εκστρατεία της Κρήτης το 960-961, και όταν κατελήφθη ο Χάνδακας, πήρε μέρος από τα λάφυρα για να ιδρύσει μια καινούργια Λαύρα, δηλαδή ένα μικρό κοινόβιο. Όταν όμως ο Νικηφόρος Φωκάς έγινε αυτοκράτορας, η Λαύρα έγινε βασιλική μονή για 80 περίπου μοναχούς, και προικίσθηκε με πλουσιοπάροχες ετήσιες επιχορηγήσεις σε χρήμα και σε τρόφιμα, και με κτήματα απαλλαγμένα από τη φορολογία. Η Μεγίστη Λαύρα, όπως ονομάσθηκε αμέσως, διέφερε ριζικά από όλα τα μέχρι τότε καθιδρύματα του Όρους και σε μια πρώτη φάση προκάλεσε την αντίδραση των παραδοσιακών ερημιτών. Ένα μεγάλο, πολυάνθρωπο και πλούσιο κοινόβιο, με το μεγάλο του εργοτάξιο, με το ιδιόκτητο πλοίο του, τάρασσε την ησυχία και ήταν απόλυτα αντίθετο προς την ως τότε ζωή και τις συνήθειες των αναχωρητών, επειδή, κατ’ αυτούς, μεταποιούσε το Όρος εις κόσμον . Με τον άγιο Παύλο τον Ξηροποταμινό επικεφαλής τους, διαμαρτυρήθηκαν στον αυτοκράτορα χωρίς αποτέλεσμα. Όταν δολοφονήθηκε ο Φωκάς, πλησίασαν τον διάδοχο και αντίπαλό του Ιωάννη Τσιμισκή, ο οποίος όμως ανέθεσε τη ρύθμιση της διαφοράς σε ένα σεβάσμιο Στουδίτη μοναχό, τον Ευθύμιο, που ήταν κοινοβιάτης. Ο Ευθύμιος συνέταξε και ο αυτοκράτορας υπέγραψε το 972 τον περίφημο Τράγο, το πρώτο Τυπικό του Αγίου Όρους, στο οποίο αναγνωρίζονται οι ειδικές ανάγκες της Λαύρας και νομοθετείται ένα καθεστώς συνύπαρξης του παραδοσιακού αναχωρητικού και του νέου κοινοβιακού συστήματος. Επίσης καθορίζονται οι εξουσίες του Πρώτου, ο οποίος έχει και την επίβλεψη των ποινών που επιβάλλουν οι ηγούμενοι και έχει αποφασιστική γνώμη για την αποδοχή ξένων μοναχών στο Όρος. Καθορίζονται οι εξουσίες των ηγουμένων, που είναι και πνευματικοί πατέρες των μοναχών. Η κατ’ ιδίαν άσκηση επιτρέπεται μόνο σε πεπειραμένους μοναχούς και απαιτείται μια κάποια πειθαρχία κι απ’ αυτούς (π.χ. τους απαγορεύεται να περιπλανώνται). Καθορίζονται και περιορίζονται οι οικονομικές και κοινονικές σχέσεις ερημιτών και μοναχών, μοναχών και κοσμικών. Απαγορεύονται οι αγγαρείες και επιβάλλεται πειθαρχία στις σχέσεις μοναχών: όποιος είναι φίλερις, αποπέμπεται. Περιορίζεται δραστικά η κατοχή βοοειδών από τις Μονές: μόνο η Μεγίστη Λαύρα, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των μοναχών, δικαιούται να έχει ένα ζευγάρι (για το ζύμωμα του Ψωμιού). Καθορίζονται τα καθήκοντα του οικονόμου του Όρους. Όπως βλέπουμε το 972, η Λαύρα ήταν το μόνο μεγάλο κοινόβιο στο Όρος. Τότε θα είχε καμιά ογδονταριά μοναχούς. Αλλά αναπτυσσόταν γρήγορα. Τον 11 ο αιώνα θα φθάσει τους επτακόσιους.

Το δεύτερο σημαντικό κοινόβιο ήταν η Μονή Ιβήρων, που ιδρύθηκε κι αυτή με αυτοκρατορική δωρεά. Αρχικά, μερικοί Ίβηρες (Γεωργιανοί) αριστοκράτες μόνασαν στη Λαύρα του Αθανασίου (περί το 963). Το 978-979, ένας απ’ αυτούς, ο Ιωάννης Τορνίκιος, συμπαραστάθηκε αποφασιστικά και με επιτυχία στον Βασίλειο Β΄ κατά την αντιμετώπιση της επανάστασης του Βάρδα Σκληρού, και επέστρεψε στο Όρος φορτωμένος με λεία πολέμου. Ο ευγνώμων Βασίλειος Β΄ του παραχώρησε επίσης πολλά προνόμια, κτήματα, φοροαπαλαγές, επιχορηγήσεις και του επέτρεψε να ιδρύσει τη Μονή Ιβήρων, μεγάλο κοινόβιο, κι αυτό με δικό του πλοίο. Οι διαμαρτυρίες των παραδοσιακών αγιορειτών έμειναν πάλι χωρίς αποτέλεσμα.

Το τρίτο μεγάλο κοινόβιο, το Βατοπέδι, δημιουργήθηκε χάρη σε εσωτερική εξέλιξη και όχι από αυτοκρατορική δωρεά. Ένα μικρό μοναστηράκι με αυτό το όνομα αναφέρεται για πρώτη φορά το 985. Φαίνεται πως είχε ιδρυθεί πρόσφατα από τον ηγούμενό του Νικόλαο, αριστοκράτη από την Αδριανούπολη. Ένας άλλος Αδριανουπολίτης αριστοκράτης, ο ηγούμενος Αθανάσιος (1020-1048), πέτυχε τη μεγάλη αλλαγή. Στα χρόνια του το Βατοπέδι, με μερικές εκατοντάδες μοναχούς, ανέβηκε στην τρίτη θέση της αθωνικής ιεραρχίας, κι αυτό πριν να προσελκύσει την πρώτη του αυτοκρατορική δωρεά.

Στη συνέχεια, το κοινοβιακό σύστημα εξαπλώθηκε σημαντικά στο Όρος. Πολλά από τα παλιά ερημητήρια, καθώς προσέλκυαν περισσότερους μοναχούς υιοθετούσαν το πρότυπο του οργανωμένου μοναχισμού. Οι ερημίτες και οι αναχωρητές παρέμειναν βέβαια, αλλά η εξουσία τους μειωνόταν. Το νέο καθεστώς επικυρώθηκε το 1045, όταν ο Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος εξέδωσε το δεύτερο Τυπικό της αθωνικής μοναστικής πολιτείας, για την οποία χρησιμοποιεί πια επίσημα το όνομα ΄΄ Άγιον Όρος΄΄, το οποίο χρησιμοποιούνταν ανεπίσημα από το 985 και το οποίο θα επικρατήσει κατά τους επόμενους αιώνες. Η επιρροή και η ακτινοβολία των αγιορειτών σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, βασισμένη και στην αξιόλογη οικονομική ισχύ των μοναστηριών, ήταν τότε τεράστια.

Το Τυπικό του Μονομάχου όμως επιδίωξε να περιορίσει, ή μάλλον να ρυθμίσει τις οικονομικές δραστηριότητες των μοναστηριών: απαγόρευσε στα πλοία να εμπορεύονται στην Κωνσταντινούπολη και τους επέτρεψε μόνο να πωλούν τα αγροτικά περισσεύματα σε μια ακτίνα που δεν ξεπερνά την Θεσσαλονίκη και την Αίνο. Επανέρχεται το θέμα των ζώων που παραμένουν στο Όρος, ιδιαίτερα στη Λαύρα. Της επιτρέπουν όμως να έχει τέσσερα ζευγάρια για το ζύμωμα του ψωμιού των 700 μοναχών, ενώ το Βατοπέδι (που ήταν προφανώς επίσης πολυάριθμο) θα έχει μόνο ένα ζευγάρι. Νέοι κανονισμοί για τη διαχείριση των κτημάτων του Πρωτάτου και για τη συμμετοχή των ηγουμένων και των συνοδών τους στις συνεδριάσεις των Καρυών. Αναγνωρίζεται ως ύψιστη δικαστική αρχή μέσα στο Όρος, οι συνάξεις των Καρυών υπό την προεδρία του Πρώτου.

Η γρήγορη και θεαματική άνοδος του κοινού των αθωνιτών μοναχών, που θα γίνει ακόμη θεαματικότερη κατά τους επόμενους αιώνες, δεν είναι απλό αποτέλεσμα αυτοκρατορικής εύνοιας – τέτοια εύνοια υπήρξε αναμφίβολα και για άλλες μοναστικές κοινότητες – αλλά οφείλεται και σε αντικειμενικούς παράγοντες. Η χερσόνησος του Άθω, συγκρινόμενη προς τα άλλα ΄΄ Άγια Όρη΄΄ της μεταβυζαντινής εποχής, παρουσίαζε το πλεονέκτημα ότι εξασφάλιζε για τους κατοίκους της άμεση πρόσβαση στη θάλασσα και στις επικοινωνίες με τον κόσμο ολόκληρο, με τρόπο όμως που μπορούσε να ελεγχθεί εύκολα και αποτελεσματικά από τις μοναστικές αρχές. Τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, την εποχή ακριβώς που άρχισαν να αναπτύσσονται, μπόρεσαν να επωφεληθούν από τη γενική άνθιση των θαλάσσιων επικοινωνιών, που προαναγγέλλουν την αρχή του τέλους του μεσαίωνα. Αυτό και εξηγεί τις προσπάθειες του αυτοκράτορα να περιορίσει τις εμπορικές δραστηριότητες των μοναστικών πλοίων.

Από αυτή την άποψη ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός πως το Όρος αναπτύχθηκε όταν, με την απώθηση των Αράβων από την Κρήτη και την ανακατάληψή της από τους βυζαντινούς, αποκαταστάθηκε μια σχετική ασφάλεια στις θάλασσες, κι έτσι πολλά μοναστήρια χτίσθηκαν στην παραλία. Η ασφάλεια των θαλασσών θα διαταραχθεί τον 14 ο αιώνα, αλλά για σύντομο χρονικό διάστημα και με μικρές πραγματικές επιπτώσεις.

Επιπλέον το Όρος δεν αντιμετώπισε ουσιαστικά σχεδόν ποτέ απειλή από ξηράς, δεδομένου ότι περιβαλλόταν από ορθόδοξους Χριστιανούς, που έτρεφαν βαθύτατο σεβασμό για τη μοναστική κοινότητα. Αντίθετα, τα άλλα ΄΄ Άγια Όρη΄΄ της Μικράς Ασίας βρέθηκαν εκτεθειμένα, μετά το 1071, στις επιθέσεις των Τούρκων και ερημώθηκαν επανειλημμένα.

Άλλωστε, από τη φύση της, μια μοναστική χερσόνησος μεγάλων διαστάσεων παρουσίαζε σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης. Ήταν φυσιολογικά αποκομμένη από κάθε κατοικημένο χώρο και το άβατον μπορούσε να ελεγχθεί εύκολα. Μόνο ημινομάδες βοσκοί μπορούσαν να παραβιάσουν το άβατον και αυτό συνέβη σπάνια. Στο εσωτερικό της μπορούσαν να αναπτυχθούν πολλά μοναστήρια και αναρίθμητα ερημητήρια χωρίς ποτέ να πλησιάσουν κοσμικούς συνοικισμούς, σαν κι αυτούς που περιέβαλλαν και περιόριζαν άλλες μοναστικές κοινότητες.

Προστατευμένο από ξηράς και ανοικτό προς τη θάλασσα, το Άγιο Όρος γρήγορα κατοικήθηκε από μοναχούς πολλών και διαφόρων εθνοτήτων και προελεύσεων. Τον 10 ο αιώνα αναφέρονται τα μοναστήρια των Ιβήρων, των Αμαλφηνών (από το Amalfi της Ιταλίας), του Χάλδου (από τον Ανατολικό Πόντο), του Παφλαγόνος, του Σικελού. Το 1016 αναφέρεται ένα μοναστηράκι του Ρώσου, το 1033 ένα άλλο του Ζελιάνου, ο ιδρυτής του οποίου ήταν αναμφίβολα Σλάβος. Τα μεγάλα όμως καθιδρύματα, που συγκέντρωναν επίσημα μη βυζαντινούς μοναχούς, θα εμφανισθούν αργότερα. Το ρωσικό μοναστήρι φαίνεται πως δημιουργήθηκε πριν από το 1142. Η Μονή Χελανδαρίου θα παραχωρηθεί στους Σέρβους το 1198 και η Μονή Ζωγράφου στους Βούλγαρους τον 13 ο αιώνα, μετά τη δημιουργία του δεύτερου βουλγαρικού κράτους.

Ενώ οι Μικρασιατικές μοναστικές κοινότητες εξαφανίζονταν η μία μετά την άλλη, το Όρος αποκτούσε όλο και πιο διορθόδοξο χαρακτήρα και απεριόριστο κύρος στη χριστιανική Ανατολή. Τα κοινόβια ανθούσαν, η έγγεια περιουσία τους αυξανόταν συνεχώς και ταυτόχρονα αυξανόταν η επιρροή τους, ενώ η παράδοση των ασκητών ερημιτών εξακολούθησε να παραμένει ολοζώντανη και να προκαλεί τον αμέριστο θαυμασμό όλων των ορθοδόξων.

Με την Τέταρτη Σταυροφορία, το Άγιον Όρος κατελήφθη πρόσκαιρα από τους Λατίνους, οι οποίοι όμως γρήγορα αποχώρησαν, αφήνοντας στους μοναχούς, όπως και σε όλους τους Βυζαντινούς, πικρία και οργή. Οι σχέσεις των Αθωνιτών με την εκκλησία της Ρώμης θα είναι εις το εξής εχθρικές, ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος θα προσπαθήσει, για λόγους εξωτερικής πολιτικής, να επιβάλει στην Ανατολή την Ένωση των Εκκλησιών που υπογράφηκε στη Λυών (1274). Η εικόνα των Λατίνων χειροτέρεψε ακόμη περισσότερο όταν η Καταλανική κομπανία (1307-1309) εγκαταστάθηκε στην Ανατολική Μακεδονία και λεηλάτησε τα μοναστήρια και τις περιουσίες τους. Η κρίση όμως πέρασε και οι μοναστηριακές περιουσίες γνώρισαν στη συνέχεια αξιοσημείωτη αύξηση, χάρη σε δωρεές που η αδύναμη κεντρική διοίκηση και οι ευσεβείς ιδιώτες δεν μπορούσαν να αρνηθούν. Αυτά συμπίπτουν με μια σημαντική δημογραφική και οικονομική άνθιση στη Μακεδονία, που χαρακτηρίζει το πρώτο μισό του 14 ου αιώνα.

Στη συνέχεια τα πράγματα χάλασαν. Πρώτα ήλθαν οι πειρατικές επιδρομές των εμιράτων του Aydin και του Menteshe από τη Δυτική Μικρά Ασία που προκάλεσαν καταστροφές και μια κάποια φυγή προς τα Δυτικά των μοναχών που αναζητούσαν ασφάλεια. Κατόπιν ήλθε ο εμφύλιος πόλεμος των ετών 1341-1347, κατά τη διάρκεια του οποίου η Μακεδονία και η Θράκη ερημώθηκαν σημαντικά από τους Τούρκους, συμμάχους κυρίως του Ιωάννη Κατακουζηνού. Κατόπιν ήλθαν οι Σέρβοι με τον Στέφανο Δουσάν, που κατέλαβε τις Σέρρες το1345 και στέφθηκε αυτοκράτορας. Η κεντρική διοίκηση του Όρους πέρασε στους Σέρβους, που μοίρασαν απλόχερα την έγγεια περιουσία του Πρωτάτου, προκάλεσαν όμως την αντίδραση των Βυζαντινών και ιδιαίτερα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Με μια σύντομη διακοπή, η Σερβοκρατία στο Όρος κράτησε ως το 1371.

Η επάνοδος των Βυζαντινών στην Ανατολική Μακεδονία ήταν βραχυχρόνια, και συνδυάστηκε με μια απόπειρα του κράτους να αποσπάσει μέρος από τα εισοδήματα των μονών για να δημιουργήσει στρατό εναντίον των Τούρκων. Τα μέτρα αυτά δεν σταμάτησαν την ασυγκράτητη εξάπλωση των Οθωμανών, που πήραν τις Σέρρες το 1383 και αμέσως κατόπιν το Άγιον Όρος. Οι Αγιορείτες όμως αντιμετώπισαν την οθωμανική εξάπλωση στην Ευρώπη με προνοητικότητα και σύνεση. Διδαγμένοι από τα παθήματα των μοναστηριών της Μικράς Ασίας, που είχαν ουσιαστικά διαλυθεί τον 14 ο αιώνα, και από όσα οι ίδιοι υπέφεραν από τις ναυτικές επιδρομές των τουρκικών εμιράτων, πλησίασαν τον Οθωμανό σουλτάνο πριν ο ίδιος περάσει στην Ευρώπη, και εξασφάλισαν την προστασία των μονών και των περιουσιών τους. Έτσι δεν βλάφτηκαν κατά την οθωμανική κατάκτηση.

Αντίθετα, κατόρθωσαν να μεγαλώσουν την περιουσία τους. Επειδή ήσαν ιδρύματα εξασφαλισμένα από τους Τούρκους, χρησιμοποιήθηκαν επίσης ως ασφαλή θησαυροφυλάκια από πλουσίους, που εναπέθεταν εκεί τους θησαυρούς τους για φύλαξη. Δέχονταν επίσης πολλές δωρεές. Τέλος, την εποχή αυτή αναπτύχθηκε ο θεσμός των αδελφάτων: το μοναστήρι εισέπραττε από έναν κοσμικό 100 υπέρπυρα νομίσματα ή ένα κτήμα, και σε αντάλλαγμα του εγγυόταν για την υπόλοιπη ζωή του μια ετήσια επιχορήγηση εις είδος (ορισμένες ποσότητες σιταριού, λαδιού, κρασιού, τυριού και οσπρίων, οι οποίες αντιστοιχούσαν στη μερίδα ενός αδελφού της μονής), ακόμη κι αν αυτός παρέμενε κοσμικός και δεν ερχόταν ποτέ στο μοναστήρι. Εκμεταλλευόμενα την αξιοπιστία τους, τα μοναστήρια είχαν ένα επικερδή τρόπο για να διαθέτουν (υπό μορφή μιας ΄΄σύνταξης΄΄ εις είδος) το περίσσευμα της αγροτικής τους παραγωγής.

Το σύστημα των αδελφάτων δείχνει καθαρά πόσο η ιδιορρυθμία είχε κερδίσει έδαφος στο Όρος. Ακόμη και μέσα στα κοινόβια παρουσιάζεται η δυνατότητα για ορισμένους μοναχούς να έχουν περιουσία ή και να διατηρούν την περιουσία τους, καθώς επίσης και να γευματίζουν χωριστά μέσα στο διμέρισμά τους. Αυτά βέβαια βασίζονται στο υπόδειγμα διαβίωσης των ερημιτών που εξαρτιόνταν από τα μεγάλα μοναστήρια και φυσικά έπαιρναν χωριστά τα τρόφιμά τους, και ανάγονται στον προκοινοβιακό μοναχισμό, στην πανάρχαια αυτή παράδοση του Άθω. Τον 14 ο και 15 ο αιώνα όμως, μετά την επικράτηση του κοινοβιακού συστήματος, η ιδιορρυθμία μέσα στα κοινόβια αποτελούσε μεγάλη καινοτομία.

Με τον 14 ο αιώνα, ουσιώδεις αλλαγές πραγματοποιούνται στο Άγιον Όρος. Πρώτα στον διοικητικό τομέα. Το 1312 για πρώτη φορά νομοθετείται πως ο Πρώτος του Όρους θα έπρεπε να πάρει τη ΄΄σφραγίδα΄΄ (δηλαδή την επικύρωση της εκλογής του) από τον Πατριάρχη. Με άλλα λόγια, η πνευματική εξουσία του Πατριάρχη, που και παλιότερα αναζητιόταν από τους Αθωνίτες όταν εμφανίζονταν προβλήματα, επισημοποιήθηκε. Αυτό βέβαια δεν σήμαινε πως τα άλλα προνόμια του Αγίου Όρους, και ιδιαίτερα η εξάρτησή του από τον ίδιο τον αυτοκράτορα καταργήθηκαν. Κάθε άλλο. Απλώς ο Πατριάρχης απέκτησε μια καινούργια εξουσία, που θα του επιτρέψει αργότερα, όταν το Όρος θα βρεθεί υπό μη βυζαντινή κατοχή, και ιδιαίτερα την εποχή της Σερβοκρατίας, να ασκήσει πιέσεις στις αρχές της μοναστικής κοινότητας.

Από την άλλη πλευρά, πολλά νέα μοναστήρια ιδρύθηκαν και η χερσόνησος απέκτησε έντονα διορθόδοξο και κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Οι Μονές Παντοκράτορος, Κασταμονίτου, Γρηγορίου, Σίμωνος Πέτρας, Διονυσίου, Αγίου Παύλου, Κουτλουμουσίου ιδρύθηκαν ή επανιδρύθηκαν στο δεύτερο μισό του 14 ου ή στις αρχές του 15 ου αιώνα, όχι όμως με δωρεές των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, αλλά με δωρεές τοπικών αρχόντων ή ξένων ηγεμόνων. Η θέση του Αγίου Όρους στη διεθνή κοινότητα των ορθοδόξων ήταν αξιοζήλευτη. Ολοκάθαρα υποστηριζόταν πως κάθε ηγεμόνας είχε υποχρέωση να χρηματοδοτήσει μια αγιορείτικη μονή για να εξασφαλίσει ωφελήματα για την ψυχή του αλλά και ένα μοναστήρι ανοιχτό για τους κατοίκους της επικράτειάς του. Το Άγιον Όρος έχει πλέον καθαρά διορθόδοξο χαρακτήρα, που αναγνωρίζεται και στο πολιτικό επίπεδο. Επιπλέον, μερικοί τουλάχιστον από τους νέους αυτούς κατοίκους του Όρους, αντιμετωπίζουν με δυσκολία την παραδοσιακή διαβίωση, και προωθούν την αναθεώρηση των αυστηρών κανόνων του 10 ου και του 11 ου αιώνα. Όπως είναι φυσικό, ο αριθμός των μη ελληνοφώνων μοναχών αυξάνεται θεαματικά, ιδίως μετά την οθωμανική κατάκτηση.

Αυτή επήλθε σε δύο φάσεις. Η πρώτη τουρκοκρατία, που άρχισε το 1383, τελείωσε όταν το 1402 ο σουλτάνος Βαγιαζίτ Α΄ συνετρίβη στην Άγκυρα από τον Ταμερλάνο. Τον επόμενο χρόνο ο γιός και διάδοχός του Σουλεϊμάν υπέγραψε συνθήκες με τους Βυζαντινούς, στους οποίους επέστρεψε την περιοχή της Θεσσαλονίκης μαζί με το Άγιον Όρος. Η αυτοκρατορία προσπάθησε με τη σειρά της να ενισχύσει τα μοναστήρια και, διατηρώντας το οθωμανικό φορολογικό καθεστώς, τους έκανε μερικές νέες αλλά μικρές, πιά, παραχωρήσεις κτημάτων και εισοδημάτων.

Στο μεταξύ όμως είχαν παρουσιασθεί προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ των Αθωνιτών. Τα παλιά τυπικά δεν εφαρόζονταν πια στα πράγματα κι αυτό δημιουργούσε αντιδικίες. Μια απόπειρα συμβιβασμού απέτυχε και έτσι ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος παρενέβη με το χρυσόβουλλο τυπικό που εξέδωσε τον Ιούνιο του 1406, το οποίο βασίζεται στην πρακτική που είχε κατά παράδοση επικρατήσει στη Λαύρα. Ασχολείται κυρίως με την εσωτερική οργάνωση των μοναστηριών, και προσπαθεί να περιορίσει τις υπερβολές στην καταπάτηση των κανόνων του κοινοβίου. Ιδιαίτερα στρέφεται εναντίον της διατήρησης προσωπικής περιουσίας από τους μοναχούς.

Το βυζαντινό καθεστώς δεν επέζησε για πολύ, καθώς η πίεση των Οθωμανών εντεινόταν. Γρήγορα το Όρος απομονώθηκε από τη Θεσσαλονίκη και, τελικά, το 1424, αντιπροσωπεία μοναχών, με τη σύμφωνη γνώμη του δεσπότη Ανδρονίκου Παλαιολόγου προσκύνησε τον σουλτάνο Μουράτ στην Ανδριανούπολη. Έτσι άρχισε η δεύτερη τουρκοκρατία του Όρους. Οι σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη παρέμειναν όμως ζωντανές, όσο αυτή παρέμενε Βυζαντινή. Όταν προετοιμαζόταν η σύνοδος της Φλωρεντίας, ο αυτοκράτορας έστειλε στο Όρος αποστολή για να δανεισθεί βιβλία που δεν βρίσκονταν πια στην Κωνσταντινούπολη και αντιπροσωπεία Αθωνιτών έλαβε τελικά μέρος στη βυζαντινή αποστολή στην Ιταλία.

Τη δύσκολη αυτή εποχή, στον Άθω, κέντρο πανορθόδοξο, δοκιμάζονται οι νέες ιδέες και οι νέες ιδεολογίες. Υπερασπιστές της Ανατολικής παράδοσης, οι Αγιορείτες γνώρισαν πολλά ρεύματα, τελικά όμως υιοθέτησαν τον Ησυχασμό, μια θεωρία που δίχαζε την Βυζαντινή κοινωνία κατά τον 14 ο αιώνα. Η μυστικιστική αυτή πρακτική, που ξαναήλθε στην επιφάνεια χάρη στον μοναχό Γρηγόριο Σιναϊτη, επιζητούσε την άμεση επαφή του πιστού με το θείο δια της προσευχής και ορισμένων ασκήσεων. Η επαφή αυτή διαπιστωνόταν με την εμφάνιση θείου φωτός, παρόμοιου με εκείνο που οι μαθητές είδαν στο Όρος Θαβώρ. Ορισμένοι δέχθηκαν τον Ησυχασμό με φανατισμό, άλλοι αντέδρασαν βίαια, εξαιτίας κυρίως απλοΙκών υπερβολών, στις οποίες προέβαιναν μερικοί ζηλωτές. Ο Ησυχασμός στατολογούσε τους οπαδούς του στη Ανατολή και τους αντιπαρέτασσε σε οτιδήποτε προερχόταν από τη Δύση. Υποστηρίχθηκε κι από τους Βυζαντινούς αριστοκράτες και τελικά επικράτησε σε τρεις συνόδους (1341, 1347, 1351). Ο Γρηγόριος Παλαμάς, παλιός αγιορείτης, αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και υπερασπιστής του Ησυχασμού ανακηρύχθηκε άγιος, όπως και πολλοί άλλοι ηγέτες των ησυχαστών (ο Γερμανός ο Αγιορείτης, ο Σάββας, ο Μακάριος Μακρής). Στη συγκυρία αυτή, το Όρος απόκτησε μαχητικό χαρακτήρα υπέρ της ορθόδοξης πίστης και ταυτόχρονα ανυπολόγιστη ακτινοβολία.

Μολονότι τουρκοκρατούμενο, το Όρος εξακολουθούσε να αποτελεί το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο της ορθοδοξίας, η οποία κι αυτή τουρκοκρατούνταν πιά στο μεγαλύτερο μέρος της.

Νικόλαος Οικονομίδης

Από τον τόμο ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ (Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, 1997)

http://agioritikesmnimes.blogspot.com/2011/10/105.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Προσπάθεια να λειτουργήσει… ως Τέμενος, η Αγία Σοφία Νικαίας

Συγγραφέας: kantonopou στις 5 Νοεμβρίου 2011

Η Αγία Σοφία Νικαίας, ο ιστορικός αυτός Βυζαντινός Ναός, πρόκειται να λειτουργήσει – σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα του Τουρκικού τύπου, ως μουσουλμανικό τέμενος. Το αίτημα  στην Γενική διεύθυνση Βακουφιων, στην οποία ανήκει  ο ναός, υπέβαλλε η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων που εδρεύει στην Άγκυρα. Στην Αγία Σοφία, που έχει μεγάλη σημασία όχι μόναχα για τους Ορθοδόξους αλλά και για το σύνολο της χριστιανοσύνης, συνεκλήθη η Εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος, το 787 μ.Χ., ενώ λειτούργησε ως καθεδρικός ναός της Γεροντικής Μητροπόλεως Νικαίας. Μετά την άλωση της Νικαίας το 1331 από τους Οθωμανούς, επί Ορχάν Γκαζί, μετατράπηκε σε τζαμί. Εδώ και πολλές δεκαετίες λειτουργεί ως μουσείο.

Αξίζει να αναφερθεί ότι το πρόσφατο αίτημα της  Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων έρχεται σε αντίθεση με περυσινή απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού της Τουρκίας, σύμφωνα με την οποία, θα μπορούσε να τελούνται θείες λειτουργίες και στην Αγία Σοφία Νικαίας. Συγκεκριμένα, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Ομοσπονδιακού Προέδρου της Δημοκρατίας της Γερμανίας Christian Wulf είχε ζητηθεί η άδεια να τελεσθεί Λειτουργία στον Ναό του Αγίου Παύλου στην Ταρσό της Νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Το τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού, τότε, είχε παράσχει την σχετική άδεια ενώ παράλληλα ενημέρωνε με επείγουσα επιστολή του, στις 20 Οκτωβρίου 2010, ότι μεταξύ των Εκκλησιών  της Μικράς Ασίας στις οποίες θα δίδεται άδεια τέλεσης Θείων Λειτουργιών περιλαμβάνεται και η Αγία Σοφία της Νικαίας. Στην ίδια επιστολή υπενθυμίζονταν πως με την ευκαιρία των εορτασμών για την συμπλήρωση 2000 ετών από την Γέννηση του Ιησού Χριστού και στο πλαίσιο του Θρησκευτικού τουρισμού, οι χώροι αυτοί χαρακτηρίσθηκαν προσκυνηματικοί με κοινή απόφαση των Υπουργείων Εξωτερικών, Εσωτερικών, Πολιτισμού και Τουρισμού η οποία κοινοποιήθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών στις 7.10.98 (Αριθμ.Πρωτ. 234659) σε όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες. Μάλιστα στο πλαίσιο των εορτασμών των 2000 ετών από την Γέννηση του Χριστού, στις 26 Δεκεμβρίου 2000, στο Ναό της Αγίας Σοφίας Νικαίας, τελέστηκε ιστορική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου με την συμμετοχή Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας Νικαίας, αυτής της ιστορικής εκκλησίας- που λειτουργεί σήμερα ως μουσείο – σε τέμενος, θα αποτελέσει ένα γεγονός για το οποίο δεν θα πρέπει κανείς να υπερηφανεύεται. Η ακατανόητη αυτή απόφαση σε μια εποχή ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη σε θέματα θρησκευτικών ελευθεριών είναι οπωσδήποτε άστοχη.
Έλειψαν οι χώροι για την οικοδόμηση νέου τεμένους;
Διερωτάται κανείς ποιά σκοπιμότητα εξυπηρετεί αυτή η κίνηση οπισθοδρόμησης και αντίφασης προς προηγούμενη σχετική απόφαση.
Η ενέργεια της Τουρκικής Γενικής Διεύθυνσης Βακουφίων προκάλεσε τα σχόλια τούρκων ακαδημαϊκών, τα οποία δημοσιεύθηκαν στον τουρκικό τύπο. Ο καθηγητής Dr. Selçuk  Mülayim, του Πανεπιστημίου Μάρμαρα, επισήμανε: «Ο Ναός της Αγίας Σοφίας Νικαίας, ο οποίος είναι αρχαιότερος της Αγίας Σοφίας της Πόλης, και ο οποίος διαδραμάτισε έναν σημαντικότατο ρόλο στην ιστορία του Χριστιανισμού είναι μουσείο. Εάν συγκρίνω  την Αγία Σοφία της Πόλης, η οποία κάποτε ήταν τζαμί, ούτε καν συζητιέται η επαναμεταροπή της σε τζαμί. Η ίδια κατάσταση ισχύει και γιά το Μουσείο της Αγίας Σοφίας της Νικαίας. Δεν είναι δυνατό να αλλαχθεί το καθεστώς του μουσείου. Η θρησκευτική θέση της Αγίας Σοφίας της Νικαίας είναι πολύ σημαντική και επειδή θα αποτελέσει εστία πολιτικού ενδιαφέροντος θα προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις σε όλο τον κόσμο».
Ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ντοκούζ Εΐλούλ (Εννέα Σεπτεμβρίου) της Σμύρνης και ειδικός ιστορικός τέχνης Dr.Hakkı Önkal τονίζει: «Ενώ οι – για πολλά χρόνια χρησιμοποιούμενοι ως μουσεία, Ναοί του ΄Αχταμαρ(αρμενικός) ή της Μονής Σουμελά, επαναφέρονται στον αρχικό τους σκοπό λειτουργίας, η σχετική απόφαση  μετατροπής σε τζαμί της κλειστής Αγίας Σοφίας με ξάφνιασε πάρα πολύ. Συνεπώς η απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης των Βακουφίων είναι αξιοπρόσεκτη και χωρίς νόημα. Το κτίσμα πρέπει να συνεχίσει τη ύπαρξή του ως μουσείο».

Κωνσταντινούπολη, του Νικολάου Μαγγίνα

http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=7332

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΓΕΝΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Βυζαντινά μολυβδόβουλλα

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Οκτωβρίου 2011

Τα μολυβδόβουλλα, οι μολύβδινες σφραγίδες ή βούλλες, τα οποία μελετά η Σφραγιστική, εξασφάλιζαν το απόρρητο των εγγράφων και πιστοποιούσαν την αυθεντικότητά τους. Οι επιγραφές και οι παραστάσεις των μολυβδόβουλλων συνθέτουν ένα πολύχρωμο σκηνικό και αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τον βίο και τον πολιτισμό των Βυζαντινών.

Μολυβδόβουλλο Μιχαήλ διοικητού (8ος/9ος αι.)

Αντικείμενο μελέτης της Σφραγιστικής είναι οι σφραγίδες και κατά κύριο λόγο τα μολυβδόβουλλα, οι μολύβδινες σφραγίδες. Η Σφραγιστική, συγγενής με την Νομισματική, αποτελεί αυτόνομη επιστήμη, που αναπτύχθηκε από τα τέλη του 19ου αι. Τα μολυβδόβουλλα, οι μολύβδινες σφραγίδες ή βούλλες, που εξασφάλιζαν το απόρρητο και πιστοποιούσαν την αυθεντικότητα της ιδιωτικής αλληλογραφίας, αλλά και των επισήμων εγγράφων, χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα στο Βυζάντιο από όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές τάξεις.

Μολύβδινες βούλλες σφράγιζαν την αλληλογραφία -ιδιωτική και υπηρεσιακή- κάθε είδους κεντρικών ή επαρχιακών, κρατικών και εκκλησιαστικών αξιωματούχων, αλλά και απλών ιδιωτών. Επίσης, τα μολυβδόβουλλα επιβεβαίωναν το γνήσιο της υπογραφής του αποστολέα, καθώς πολλές φορές αυτή καθ’ εαυτή η υπογραφή παραλειπόταν. Τέλος, με μολύβδινες βούλλες σφραγίζονταν δέματα εμπορευμάτων, κατά κύριο λόγο μονοπωλιακών ειδών, που προορίζονταν για εξωτερικό εμπόριο και περνούσαν από τελωνειακό έλεγχο.

Ανοιχτό βιβλίο

Οι βυζαντινές βούλλες ως ψηφίδες συνθέτουν ένα πολύχρωμο σκηνικό και συνιστούν ανοικτό βιβλίο πληροφόρησης για τον βίο και τον πολιτισμό των Βυζαντινών, καθώς το Βυζάντιο αποτελούσε την πεμπτουσία της γραφειοκρατίας, αλλά και της ιδιωτικής επιστολογραφίας, μια και η αλληλογραφία ήταν η κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας. Και βέβαια, οι επιγραφές και οι παραστάσεις των μολυβδοβούλλων αποκαλύπτουν μίαν ακόμη πτυχή της βαθιάς θρησκευτικής πίστης των Βυζαντινών. Οι εικονογραφικές και επιγραφικές επιλογές σε αυτά καθορίζονται από τον τρόπο του σκέπτεσθαι του ίδιου του Βυζαντινού, που διαποτίζεται από θεοκρατικές αντιλήψεις. Όποιος και αν είναι ο κάτοχος της βούλλας, είναι, όπως όλοι οι Βυζαντινοί, μέλος μίας κοινωνίας που διαπνέεται από το ελέω Θεού δόγμα. Με αυτή την αντίληψη διακινεί την αλληλογραφία του και τελικά τον εαυτό του, τους τίτλους, τα αξιώματά του και κάποτε τις φιλοδοξίες και τις επιδιώξεις του.

Τα μολυβδόβουλλα έχουν γίνει αντικείμενο πολυδιάστατης έρευνας. Η συμβολή τους είναι πολύ μεγάλη στην μελέτη: α. της βυζαντινής προσωπογραφίας και γενεαλογίας, β. της δαιδαλώδους διοικητικής διάρθρωσης της αυτοκρατορίας, γ. της εξέλιξης των «θεμάτων» και άλλων μικρότερων διοικητικών επαρχιών, της περιφερειακής, δηλαδή, διοίκησης, δ. της εκκλησιαστικής ιστορίας μίας πόλης ή μίας ευρύτερης γεωγραφικής περιφέρειας, ε. της βυζαντινής εικονογραφίας. Το ισχυρό θρησκευτικό αίσθημα και το βαθύ υπόβαθρο χριστιανικής πίστης της βυζαντινής κοινωνίας βρήκαν στα μολυβδόβουλλα μίαν ακόμη πηγή έκφρασης. Ο Χριστός, η Θεοτόκος, Άγιοι και Αγγελοι, σκηνές και βέβαια επικλήσεις βοήθειας και προστασίας αποτελούν την βασική εικονογραφία και επιγραφική των βυζαντινών σφραγίδων. Ο κάτοχος της βούλλας αυτοαποκαλείται δούλος του Θεού, της Θεοτόκου ή του Αγίου Σταυρού, διατρανώνει την πίστη του και ζητεί προστασία από το Θείο. «Αγία Θεοτόκε, βοήθει, Μήτερ του Κυρίου ημών, βοήθει, Χριστέ σκέπε και σώζε, Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει, Κύριε ο Θεός ημών, βοήθει» είναι μερικές από τις επιγραφές που απαντούν συχνότερα στα βυζαντινά μολυβδόβουλλα.

Μολυβδόβουλλο Θεόδωρου Μονομάχου, μαγίστρου (3ο τέταρτο 11ου αι.)

Οι κατηγορίες των βυζαντινών σφραγίδων

Οι βασικές κατηγορίες στις οποίες μπορεί να επιμερισθεί το υλικό των βυζαντινών σφραγίδων είναι οι παρακάτω:

Α. Οι αυτοκρατορικές βούλλες

Χρυσές βούλλες, το βάρος των οποίων υπολογιζόταν σε σολίδους (χρυσά νομίσματα), επικύρωναν την επίσημη κρατική αλληλογραφία του Βυζαντινού βασιλέως. Ο αυτοκράτωρ σφράγιζε τα ιδιωτικά του έγγραφα και τα επίσημα αντίγραφα των χρυσοβούλλων του με μολύβδινες βούλλες και την αλληλογραφία του με μέλη της οικογένειάς του με κέρινες. Με μολύβδινες σφραγίδες εξασφάλιζαν το απόρρητο της ιδιωτικής τους αλληλογραφίας και οι γυναίκες του Αυτοκρατορικού Οίκου.

Τα αυτοκρατορικά μολυβδόβουλλα έχουν συνήθως εικονογραφία πανομοιότυπη με αυτή των νομισμάτων, αν και δεν λείπουν και οι περιπτώσεις μεγάλης απόκλισης ή και πλήρους διαφοροποίησης του σφραγιστικού από τον νομισματικό τύπο. Αυτό συμβαίνει, διότι οι σφραγίδες αποτελούν περισσότερο ιδιωτικά αντικείμενα, προσωπικής χρήσης και περιορισμένης κυκλοφορίας, και επηρεάζονται από τις τρέχουσες πολιτικές και θρησκευτικές καταστάσεις. Το νόμισμα συνιστά την πεμπτουσία της έκφρασης της πολιτικής και αυτοκρατορικής προπαγάνδας, ενώ η βούλλα αποτελεί καθρέφτη επίκαιρων αντιλήψεων.

Η Αυτοκρατορική Γραμματεία ήταν μία αυστηρά οργανωμένη υπηρεσία του Παλατίου. Τα μέλη της, πρόσωπα της απολύτου εμπιστοσύνης του αυτοκράτορος, είχαν μεταξύ των άλλων αυλικών  αξιωματούχων ιδιαίτερο κύρος, ασκούσαν ξεχωριστή επιρροή εντός του Παλατίου και συχνά ανέπτυσσαν μεγάλες πολιτικές φιλοδοξίες.

Μολυβδόβουλλο Λέοντος Διαβατηνού (1050 – 1060 μ.Χ.)

Β. Τα πατριαρχικά μολυβδόβουλλα

Οι Πατριάρχες του Βυζαντίου είχαν πλούσια αλληλογραφία, τόσο επίσημη και διεθνή, όσο και ιδιωτική. Η Γραμματεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης σφράγιζε με τις βούλλες των ανωτάτων εκκλησιαστικών αρχόντων την ταυτότητα και πιστότητα των εγγράφων τους. Μετά την Αναστήλωση των Εικόνων (843) και το τέλος της Εικονομαχίας, την εμπρόσθια όψη των σφραγίδων αυτών καταλαμβάνει η παράσταση της Θεοτόκου, αρχικά στον τύπο της Οδηγήτριας και αργότερα σε αυτόν της Πλατυτέρας.

Γ. Τα μολυβδόβουλλα με λατινικές ή δίγλωσσες (ελληνικές και λατινικές) επιγραφές και μονογραφήματα

Αυτά αποτελούν μίαν ενδιαφέρουσα κατηγορία σφραγίδων. Χρονολογούνται κατά την γοητευτική περίοδο της μετατροπής της αυτοκρατορίας από ρωμαϊκή σε βυζαντινή, και του σταδιακού εξελληνισμού του πολιτισμού της, δηλαδή μέχρι και τις αρχές του 7ου αι. Τα δίγλωσσα μολυβδόβουλλα καλούνται και δίπτυχα.

Δ. Τα μολυβδόβουλλα με δυο μονογραφήματα (στην εμπρόσθια και στην οπίσθια όψη)

Το ένα μονογράφημα αναλύεται στο όνομα και το δεύτερο στον τίτλο ή το αξίωμα του κατόχου της βούλλας. Στην κατηγορία αυτή απαντούν δυο τύποι. Αυτός με το τετράγωνο μονογράφημα (αναπτύσσεται γύρω από και εντός γράμματος τετραγώνου σχήματος, όπως τα Η, Μ, Ν ή Π) είναι πολύ δημοφιλής τον 5ο αι., αλλά από τον 6ο αι. κερδίζει έδαφος ο τύπος με το σταυροειδές (οι χαρακτήρες αναπτύσσονται στις κεραίες και τα διάχωρα του σταυρού), το οποίο κυριαρχεί πλέον στον 7ο αι. και γενικεύεται κατά την Εικονομαχία. Τα μονογραφήματα με καλλιγραφικά και διακοσμητικά στοιχεία γίνονται πολύ αγαπητά κατά τον 13ο αι. Η ορθή ανάλυση ενός μονογραφήματος είναι μία δύσκολη διαδικασία, που απαιτεί μακρόχρονη εξάσκηση και… φαντασία, καθώς η ποικιλία είναι ανεξάντλητη.

Ε. Τα Μολυβδόβουλλα με ένα μονογράφημα

Είναι μία πρώιμη χρονολογικά (6ος-7ος αι.) κατηγορία σφραγίδων, οι οποίες φέρουν στην μία όψη μονογράφημα, που αναλύεται στο όνομα του κατόχου της βούλλας, και στην άλλη όψη επιγραφή, που είναι είτε επίκληση, είτε το αξίωμα ή ο τίτλος του προσώπου.

ΣΤ. Τα Μολυβδόβουλλα με σταυροειδές μονογράφημα επικλήσεως

Αποτελούν μία από τις πιο πολυπληθείς κατηγορίες σφραγίδων και χρονολογούνται από τον 8ο έως τις αρχές του 11ου αι. Το σταυροειδές μονογράφημα επικλήσεως αναλύεται σε: Κύριε ή Θεοτόκε, βοήθει, και στα διάχωρα του σταυρού αναπτύσσεται η επιγραφή ΤΩ ΣύΩ ΔΟΥ ΛΩ.

Ζ. Τα Μολυβδόβουλλα με παράσταση

Την μία όψη καταλαμβάνει θείο ή άγιο πρόσωπο ή παράσταση, ενώ την άλλη το όνομα και τα υπόλοιπα στοιχεία του κατόχου. Εμφανίζονται από τον 6ο αι. και διατηρούνται ώς το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η. Τα Μολυβδόβουλλα με παραστάσεις αετών

Είναι επίσης σχετικά πρώϊμα και χρονολογούνται  από το β΄ μισό του 6ου αι. μέχρι το β΄ μισό του 8ου αι. Ο αετός αποτελεί σύμβολο κυριαρχίας από τον καιρό του Αλεξάνδρου και μετέπειτα ισχυρό ρωμαϊκό έμβλημα. Φυσικά, όπως όλα τα παγανιστικά σύμβολα, τα οποία στο πνεύμα του συγκρητισμού ενστερνίζεται το Βυζάντιο, παίρνει τώρα διαφορετικό νόημα και συμβολισμό. Ο αετός μετατρέπεται σε σύμβολο αναγεννήσεως ή ακόμη και της μορφής του Χριστού. Το θέμα αρχίζει να εκλείπει μετά την Πενθέκτη Σύνοδο του 692, όταν και ρητώς απαγορεύεται η χρήση κάθε συμβολικής αναπαράστασης του Χριστού. Οριστικά, ωστόσο, εγκαταλείπεται μετά την Εικονομαχία.

Θ. Τα έμμετρα Μολυβδόβουλλα

Απαντούν από τον 10ο αι. και οι επιγραφές σε αυτά γράφονται σε ιαμβικό τρίμετρο ή πεντάμετρο και στον αγαπητό στους Βυζαντινούς πολιτικό στίχο. Αρχικά χρησιμοποιούνταν ο δωδεκασύλλαβος και αργότερα ο δεκαπεντασύλλαβος στίχος. Ο πατέρας Vitalien Laurent,, κορυφαίος βυζαντινολόγος και σφραγιδολόγος και ο βασικότερος μελετητής των έμμετρων μολυβδοβούλλων, υποστηρίζει ότι αποτελούν ελληνική επίδραση και τα συνδέει με την εποχή του Φωτίου και του Λέοντος ΣΤ΄, δηλαδή με την Μακεδονική λεγόμενη Αναγέννηση.

Ι. Τα ανώνυμα μολυβδόβουλλα

Αποτελούν μία κατηγορία σφραγίδων με ξεχωριστό ενδιαφέρον. Οι βούλλες αυτές φέρουν μόνον παραστάσεις ή επιγραφές επίκλησης, χωρίς καμία αναφορά στα στοιχεία (όνομα, επώνυμο, τίτλος, αξίωμα) του κατόχου τους. Στην ιδιωτική αλληλογραφία σκοπίμως κάποιες φορές παραλείπονταν τα στοιχεία του αποστολέα, ως προσπάθεια απόκρυψης της ταυτότητάς του. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ανώνυμες σφραγίδες, οι οποίες παρακινούν τον αποδέκτη να ανακαλύψει την ταυτότητα του αποστολέα, αφού διαβάσει το έγγραφο. Μερικές χαρακτηριστικές επιγραφές αυτής της ομάδας είναι: «Τίνος σφραγίζω τάς γραφάς και τάς κρίσεις αύτη προδήλως η γραφή προδεικνύει», «Εκ της γραφής γνώριζε τον γεγραφότα» ή «Ού σφραγίς ειμι την γραφήν γνώσει βλέπων». Ανώνυμες σφραγίδες χρησιμοποιούσαν για την αλληλογραφία τους και οι μή εγγράμματοι Βυζαντινοί, οι οποίοι απευθύνονταν για την σύνταξη των επιστολών τους σε επαγγελματίες γραφείς.

ΙΑ. Τα Μολυβδόβουλλα των κομμερκίων και των κομμερκιαρίων

Χρονολογούνται από το β΄ μισό του 6ου αι. έως τα μέσα του 9ου αι. Το κομμέρκιον ήταν κατά την πρώτη και μέση βυζαντινή περίοδο τόσον ο τελωνειακός σταθμός μίας πόλεως ή μίας εκτεταμένης περιοχής της μεθορίου, όσον και αυτός καθ’ αυτός ο «υπέρ πρασίμων φορτίων παρεχόμενος κανών», ο κύριος δηλαδή φόρος, ο οποίος άλλοτε αντιστοιχούσε προς τον τελωνειακό δασμό και άλλοτε αντιπροσώπευε τον επιβαλλόμενο φόρο επιτηδεύματος. Τα κομμέρκια, με αρμοδιότητες εισπράξεως φόρων, ελέγχου του εμπορίου, οργάνωσης εμπορίας ανδραπόδων και παραγωγής μονοπωλιακών ειδών, στελεχώνονταν από κρατικούς αξιωματούχους. Οι κομμερκιάριοι ήταν οι επικεφαλής των υπηρεσιών των κομμερκίων. Το δικαίωμα απεικόνισης της μορφής του αυτοκράτορος στις μολύβδινες βούλλες τους αποδεικνύει την υψηλή τους θέση στην ιεραρχία της βυζαντινής διοίκησης και το κύρος τους, δεδομένου ότι τα κομμέρκια ήταν η βασική πηγή αντλήσεως εσόδων για την Αυτοκρατορία.

Παρ. Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος Νο 20 του περιοδικού «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ» (Απρίλιος – Ιούλιος 2006)

http://www.pemptousia.com/2011/10/16331/

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Σταυροὶ εμφανίζονται μέσα στην Αγιὰ Σοφιὰ

Συγγραφέας: kantonopou στις 30 Σεπτεμβρίου 2011

Παράδοξο καὶ ἀνεξήγητο γεγονὸς ποὺ ἔρχεται μετὰ τὴν περυσινὴ ἐμφάνιση τῶν ἑξαπτέρυγων ἀγγέλων. Τὸ παράδοξο γιὰ ὅλους ἐμᾶς ποὺ δὲν κατέχουμε τὴν τέχνη τῆς Ἁγιογραφικῆς εἶναι ὅτι τὰ ψηφιδωτὰ καλύφθηκαν ἀπὸ παχὺ στρῶμα ἀσβέστη (περίπου δύο δάχτυλα), ὅπως φαίνεται καὶ σὲ συγκεκριμένη φωτογραφία, γιὰ νὰ καλύψουν τὰ χριστιανικὰ σύμβολα καὶ ἐπάνω στὸν ἀσβέστη ἐμφανίστηκαν αὐτοὶ οἱ σταυροί.

Καὶ δίκαια ἀναρωτιέται ὁ ἐπισκέπτης, ἀφοῦ δὲν τοὺς ἔβαψε μετέπειτα κάποιος, εἶναι δυνατὸν νὰ “πότισαν” ἀπὸ τὸν τοῖχο μέχρι τὴν ἐξωτερικὴ στρώση τοῦ σοβά;

Καὶ γιατί νὰ ἐμφανιστοῦν μόνο οἱ σταυροὶ καὶ νὰ μὴν ἐμφανιστοῦν καὶ οἱ ὑπόλοιπες τοιχογραφίες-ἁγιογραφίες, οἱ ὁποῖες εἶναι καὶ σὲ ψηφιδωτὴ μορφὴ (δηλαδὴ ἀποκλείεται ὁ “τυχαῖος” ἐμποτισμός, ἀφοῦ τὸ ἐπιστρωθὲν ὑλικὸ εἶναι ψηφίδα); Ἀκόμη ὅμως καὶ ἐὰν ἐπρόκειτο γιὰ καλυμμένες μὲ σοβὰ ἁγιογραφίες, ἀποτελεῖ πολὺ παράδοξο γεγονὸς νὰ μὴν φαίνονται μὲ γυμνὸ μάτι, ἀλλὰ νὰ ἀποτυπώνονται στὸν φωτογραφικὸ φακό!!! Τότε ἔχουμε μία παραδοξότητα, ποὺ ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἐλεγχθεῖ…

Ἁγιογράφος, ποὺ ἔχει ἐργαστεῖ καὶ σὲ ψηφιδωτὲς εἰκόνες, λέει χαρακτηριστικά:

“Γιὰ νὰ καταλάβετε μιλᾶμε γιὰ ἕνα ἀδρανὲς ὑλικὸ π.χ. πέτρα (ὅπως τὰ ψηφιδωτὰ) εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀποδώσει χρῶμα ὡς χημικὴ ἀντίδραση στὸν νωπὸ σοβὰ (ὄχι καὶ μόνο ἐπεριέχει ἀσβέστη) ὥστε νὰ ἀπεικονίσει τὸ…

σχῆμα Σταυροῦ”…

Οἱ σταυροὶ ὅπως ὅλοι παρατηροῦμε εἶναι ὀρθόδοξοι (ἰσοσκελεῖς) βυζαντινοὶ καὶ ἀποτελοῦν σύγχρονο φαινόμενο (τῶν τελευταίων μηνῶν…). Γιὰ τὴν περίπτωση ποὺ πρόκειται γιὰ μεταλλικοὺς σταυροὺς ποὺ ὀξειδώθηκαν, ἁγιογράφος εἶπε: “Καὶ ὅπως καὶ ἐσεῖς θὰ γνωρίζετε τὸ σίδερο μὲ συνδιασμὸ μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου καὶ τὶς ἀτελείωτες καιρικὲς συνθῆκες προκαλεῖ ὀξείδωση καὶ τὸ κόκκινο χρῶμα (σκουριὰ) ἁπλώνεται σὰν καρκίνωμα. Ὅποτε σὲ ἕνα ἀριστούργημα σὲ ὅλους τους τομεῖς σὲ καμία περίπτωση δὲν θὰ βάλανε ὑλικὸ ἀπὸ σίδερο… Ἐπίσης, ἂν μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε, ὅλος ὁ Ναὸς καὶ τὰ ἄλλα ἀρχιτεκτονικὰ κτίσματα σὲ ὅλης της Βυζαντινῆς Περιόδου ἀποτελεῖται ἀπὸ κομμάτια κεραμικῶν, ἀσβέστη, ποταμίσια ἄμμος,χαλίκι καὶ ἀτελείωτα αὐγά!!!!.

Τὸ φρέσκο (τεχνικὴ τῶν Βυζαντινῶν γιὰ τὶς τοιχογραφίες), ἀποτελεῖται ἀπὸ πάστα ἀσβέστη ποὺ εἶναι ἀπὸ πέτρα, ἄμμο ποταμοῦ, καὶ μαρμαρόσκονη, σὲ τρεῖς στρώσεις (μαῦρο φρέσκο, κίτρινο φρέσκο καὶ ἄσπρο φρέσκο) καὶ πάνω ἐκεῖ γίνονται οἱ Ἁγιογραφίες. Οἱ σκόνες χρωμάτων ἀνακατεύονται μόνο μὲ νερὸ καὶ τίποτα ἄλλο γιατί τὸ ὑλικὸ ποὺ τὰ κολλάει πάνω στὸν τοῖχο εἶναι ὁ ἀσβέστης. Ὁ ἀσβέστης βγαίνει μὲ τὸ νερὸ ἀπὸ τὸν σοβὰ πρὸς τὴν ἐπιφάνεια (μὲ τὸν καιρὸ) καὶ συναντώντας τὸ διοξείδιο τοῦ ἄνθρακα ἀπὸ τὸν ἀέρα γίνεται πάλι ἀσβεστόλιθος. Δηλαδὴ ἐνῶ στεγνώνει ὁ τοῖχος βγαίνει ἀπὸ τὸ σοβὰ καὶ μαρμαρώνεται πάνω στὰ χρώματα, τὰ ὁποῖα θὰ παραμείνουν πιασμένα στὴ μέση του ἀσβεστόλιθου γιὰ πάντα. Αὐτὰ τὰ ἔμαθα (τὴν τεχνικὴ) ἀπὸ τὸν βοηθὸ καθηγητὴ στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Βουκουρεστίου Ρουμανίας Mihai Coman.”…

Ἀξίζει ὅμως νὰ σταθοῦμε καὶ στὴν περίπτωσή της μὴ συμμετρίας τῶν σταυρῶν μὲ τὰ ὑπόλοιπα (μεταγενέστερα προφανῶς) ἰσλαμικὰ σχήματα. Καὶ αὐτὴ ἡ μὴ συμμετρία προδίδει πὼς καμία σχέση δὲν ἔχουν οἱ σταυροὶ μὲ τὴν μετέπειτα διακόσμηση τοῦ ναοῦ. Κανεὶς ἁγιογράφος δὲν θὰ καλλιτεχνοῦσε παραβιάζοντας τὴν λογική της καλαισθησίας, πόσο δὲ μᾶλλον στὴν περίπτωση τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας ποὺ ἀποτελοῦσε (καὶ συνεχίζει νὰ ἀποτελεῖ) πραγματικὸ κόσμημα στὸν χῶρο τῆς τέχνης καὶ τῆς ἀρχιτεκτονικῆς.

Πῶς ἐξηγεῖται ὅμως πὼς οἱ σταυροὶ βρίσκονται παντοῦ μέσα στὴν Ἁγία Σοφία καὶ συγκεκριμένα στὰ τέσσερα θολωτὰ σημεῖα; Κάποιοι μιλοῦν γιὰ θαῦμα… (στὴν φωτογραφία δεξιὰ βλέπετε τὸ ἀρκετὰ μεγάλο πάχος τοῦ σοβά, ποὺ φρόντισαν νὰ βάλουν οἱ Τοῦρκοι γιὰ σειρὰ ἐκατονταετιῶν, προκειμένου νὰ ἀποκρύψουν μὲ ἀπόλυτη βεβαιότητα τὶς ἁγιογραφίες καὶ τὰ ψηφιδωτά του Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας).

Ἐμφάνιση ἀγγέλων κάτω ἀπὸ τὸν σοβὰ

Δὲν εἶναι ὅμως μόνο αὐτὴ ἡ περίπτωση, ἀφοῦ στὸ τέλος τοῦ Ἰουλίου τοῦ 2009, στὸ φῶς ἦρθε ἡ παράσταση ἑνὸς ἀγγέλου, ἡ ὁποία ἦταν καλυμμένη ἐδῶ καὶ ἔξι αἰῶνες ἀπὸ συντηρητὲς στὴν Ἁγία Σοφία. Ὁ Τοῦρκος Ἀχμὲτ Ἒμρ Μπιλτιλί, ἕνας ἐκ τῶν συντηρητῶν, δήλωσε ὅτι ἔχουν ὡς στόχο τώρα νὰ φέρουν στὴν ἐπιφάνεια καὶ δεύτερο ἄγγελο, ποὺ χρονολογεῖται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας.

Τὰ μωσαϊκὰ εἶχαν καλυφθεῖ λίγο μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης, τὸ 1453, καὶ τὴ μετατροπὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ τζαμί. Οἱ Τοῦρκοι, ἀντὶ νὰ μετακινήσουν τὰ μοναδικῆς ὀμορφιᾶς μωσαϊκά της Ἁγίας Σοφίας, τὰ κάλυψαν μὲ μέταλλο καὶ γύψο (προσφιλὴς τακτική του πολιτισμοῦ τῆς Τουρκίας).

Καὶ ἡ συνέχεια τῆς πρώτης ἀνακάλυψης, ἔφερε μία μεγάλη ἱστορικὴ ἀποκάλυψη ἔρχεται στὸ φῶς ὕστερα ἀπὸ αἰῶνες «σκότους». Αὐτὴ τὴ φορὰ τέσσερις ἄγγελοι ζωγραφισμένοι πάνω σὲ μωσαϊκὸ ἦταν γιὰ χρόνια κρυμμένοι, ἐν γνώσει τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν, κάτω ἀπὸ πολλὰ στρώματα ἀσβέστη καὶ τέσσερις τεράστιες ἀσπίδες, στὶς τέσσερις κολῶνες ποὺ στηρίζουν τὸν τροῦλο τῆς Ἁγιᾶς Σοφιᾶς.

Οἱ τέσσερις ἄγγελοι, ποὺ ὁ καθένας τοὺς ἔχει ἔξι φτερά, δημιουργήθηκαν μεταξὺ 900 – 1300 π.Χ. Μάλιστα, στὰ μέσα τοῦ 1800, ὁ Ἰταλὸς ἀρχιτέκτονας Fossati, τοὺς εἶδε κάνοντας ἐπισκευὲς στὸ ναό. Τὴ διαταγὴ νὰ καλυφθοῦν μὲ ἀσβέστη ἔδωσε ὁ σουλτάνος Abdulmecit. Στὴ συνέχεια τοποθετήθηκαν πάνω τους ἀσπίδες, ποὺ ἀναγράφουν ἀραβικὲς προσευχές.

Ὡστόσο, τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ἦρθε καὶ οἱ τέσσερις μοναδικὲς τοιχογραφίες θὰ βγοῦν ξανὰ στὸ φῶς, δίνοντάς μας μία γεύση ἀπὸ τὴν ἀξεπέραστη τέχνη τῶν προγόνων μας.

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2011/09/blog-post_7915.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ορθοδοξία: Η ελπίδα των λαών της Ευρώπης

Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Σεπτεμβρίου 2011

Ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη τοῦ 21ου αἰῶνος ἀναζητεῖ τὴν ταυτότητά της. Ἡ «εὐρωπαϊκὴ ταυτότης» δὲν ἀποτελοῦσε ἀντικείμενο σοβαροῦ προβληματισμοῦ, ἐφ᾿ ὅσον τὴν διεμόρφωναν μόνον οἰκονομικοὶ καὶ πολιτικοὶ παράγοντες. Ἀφ᾿ ὅτου ὅμως πολιτισμικοὶ καὶ ἰδίως θρησκευτικοὶ παράγοντες ἔπρεπε νὰ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψιν κατὰ τὴν ἀναζήτησί της, ἀναπτύχθηκαν σοβαρὲς συζητήσεις, ἔντονες διαφωνίες καὶ ὀξεῖες διαμάχες γύρω ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ ἢ μὴ τοῦ «Εὐρωπαϊκοῦ Συντάγματος» στὴν χριστιανικὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης.

Τί σημαίνει ὅμως «χριστιανικὴ ταυτότης τῆς Εὐρώπης» γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους λαούς μας; Πόσο χριστιανικὴ εἶναι ἡ «χριστιανικὴ ταυτότης τῆς Εὐρώπης»;

Ὅσοι καλοπροαίρετα ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐνίσχυσι τῆς χριστιανικῆς ταυτότητος τῆς Εὐρώπης ὁμιλοῦν συνήθως γι᾿ αὐτὴν ὡσὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἕνα ἱστορικὸ δεδομένο ἢ ἕναν κώδικα χριστιανικῶν ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν, στὶς ὁποῖες ἠμποροῦν νὰ συγκλίνουν οἱ χριστιανικοὶ λαοὶ μὲ τὴν βοήθεια τῶν οἰκουμενικῶν ἐπαφῶν καὶ διαχριστιανικῶν διαλόγων. Οἱ Χριστιανοὶ τῆς Εὐρώπης ἐπιδιώκουν νὰ τὴν ἐξασφαλίσουν θεσμικά, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸ ἐνδεχόμενο τοῦ θρησκευτικοῦ ἀποχρωματισμοῦ τῆς ἠπείρου των, τὴν ἀλλοίωσι τῆς χριστιανικῆς της ἰδιοπροσωπίας λόγω τῶν πληθυσμιακῶν μεταβολῶν (μετανάστευσις κ.λπ.) ἢ τὸν ἀποκλεισμὸ τῶν χριστιανικῶν «διεκκλησιαστικῶν» ὀργανισμῶν ἀπὸ τὰ κέντρα λήψεως ἀποφάσεων στὴν Εὐρώπη. Ἀκολουθώντας τὴν ἴδια λογική, καὶ οἱ προτάσεις ἐπισήμων Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων ἐπικεντρώνονται στὴν ἐνίσχυσι μιᾶς θεσμικῆς χριστιανικῆς παρουσίας στὴν Εὐρώπη.

Στὸ κείμενο αὐτὸ ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος αὐτοσυνειδησία δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ παρακάμπτωμε τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἠμπορεῖ νὰ συναποτελῇ μαζὶ μὲ τὸν Δυτικὸ Χριστιανισμὸ μία ἑνιαία «χριστιανικὴ ταυτότητα», ἀλλὰ ἀντιθέτως μας ὑποχρεώνει νὰ τονίσωμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ λησμονημένη ἀπὸ τὴν Εὐρώπη πρωτογενής της Πίστις, ἡ ὁποία πρέπει κάποτε νὰ ἀποτελέση ἐκ νέου τὴν χριστιανική της ταυτότητα.

** *

Ζῶντες στὸ περιβάλλον τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ στὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ αὐτὸ δημιουργεῖ, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος κληρονομιά μας δὲν πρέπει νὰ μετρῆται μὲ τὰ μέτρα τοῦ κόσμου τούτου. Τὰ τελευταῖα χρόνια γινόμεθα μάρτυρες τῆς εὐλαβείας καὶ τῆς βαθειᾶς πίστεως τῶν προσκυνητῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πολλοὶ ἐκ τῶν ὁποίων ἔρχονται μὲ πολὺ κόπο καὶ μὲ μεγάλα ἔξοδα ἀπὸ τὶς ὁμόδοξες χῶρες τῆς Βαλκανικῆς καὶ ἀπὸ τὴν Ρωσσία.

Στὴν συνείδησι ὅλων αὐτῶν τῶν εὐσεβῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ἀλλὰ καὶ ὅσων ἐκπροσωποῦν στὴν χώρα τους, ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἔχει συνήθως τὴν ἔννοια, ποὺ τῆς ἀποδίδουν ὅσοι τὴν βλέπουν ἢ τὴν ἀντιμετωπίζουν μὲ ἰδεολογικὰ ἢ κοινωνιολογικὰ κριτήρια, ὅσοι δηλαδὴ συνηθίζουν νὰ βλέπουν στὴν καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολὴ ἀντιδυτικὰ «Ὀρθόδοξα» τόξα παράλληλα πρὸς τὰ μουσουλμανικά, ἢ θεωροῦν τὴν Ὀρθοδοξία ὡς ἐθνικιστικὴ δύναμι τῶν λαῶν ποὺ τὴν ἀσπάζονται. Ὅσο καὶ ἂν οἱ Ὀρθόδοξοι δημιουργοῦμε τέτοιες ἐντυπώσεις, λόγω τῶν προσωπικῶν μας ἀτελειῶν ἢ τῶν συλλογικῶν μας ἀστοχιῶν, ἔχουμε βαθειὰ ριζωμένη στὴν συνείδησί μας τὴν πεποίθησι ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι κάτι πολὺ πιὸ οὐσιαστικό, οὐράνιο, ἀκατάλυτο: εἶναι τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ἡ «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστις» (Ἰούδ. 3), τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας διασῴζει ἀκέραια, χωρὶς αἱρετικὲς παραχαράξεις, καὶ τὴν ὁποία μὲ πολλὲς θυσίες διαφυλάξαμε σὲ δύσκολους καιρούς, προκειμένου νὰ μὴ χάσουμε τὴν ἐλπίδα τῆς αἰωνίου ζωῆς.

Οἱ Ὀρθόδοξοι λαοὶ εἴμαστε ἠλεημένοι ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ φέρωμε τὴν σφραγῖδα τοῦ Ὀρθοδόξου ἁγίου Βαπτίσματος, νὰ κοινωνοῦμε τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Εὐχαριστίας, νὰ ἀκολουθοῦμε μὲ ταπείνωσι τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων ὡς μοναδικὴ ὁδὸ σωτηρίας, καὶ νὰ τηροῦμε «τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (Ἐφ. δ´ 3). Φέρομε ὁμολογουμένως τὴν παρακαταθήκη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Β´ Κορ. δ´ 7), ἐν τούτοις ὅμως αὐτὴ συνιστᾷ Χάριτι Θεοῦ τὸν λόγο «τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α´ Πέτρ. γ´ 15).

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δὲν εἶναι ἁπλῶς κιβωτὸς τῆς ἐθνικῆς ἱστορικῆς μας κληρονομιᾶς. Πρωτίστως καὶ κυρίως εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.

Γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν ἐλπίδα τῆς ἐν Χριστῷ αἰωνίου σωτηρίας, σὲ ἐποχὲς δύσκολες οἱ Ὀρθόδοξοι λαοὶ τῶν Βαλκανίων διετήρησαν τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι τους μὲ τὴν θυσία χιλιάδων νεομαρτύρων, ἀντιστεκόμενοι τόσο στὸν ἐξισλαμισμὸ ὅσο καὶ στὸν ἐξουνιτισμό(1). Γι᾿ αὐτὸ ἡ πρόσφατος, μετὰ τὴν κατάρρευσι τῶν ἀθεϊστικῶν καθεστώτων, ἀναζωπύρωσις τῆς Οὐνίας καὶ ἡ δραστηριότης τῶν νέο-προτεσταντικῶν Ὁμολογιῶν μεταξὺ Ὀρθοδόξων πληθυσμῶν ἀποτελοῦν σοβαρότατες προκλήσεις γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους. Καὶ ὡς τέτοιες πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται, ἐπειδὴ γιὰ μία ἀκόμη φορᾷ θέτουν ὑπὸ διακινδύνευσι τὴν σωτηρία ἁπλοϊκῶν ψυχῶν, «ὑπὲρ ὢν Χριστὸς ἀπέθανε» (πρβλ. Ρωμ. ιδ´ 15).

Στὶς δυτικὲς κοινωνίες ἐξάλλου, τὶς ἐκ παραδόσεως ρωμαιοκαθολικὲς καὶ προτεσταντικές, ὅπου ὑπάρχουν καὶ δραστηριοποιοῦνται Ὀρθόδοξες ἐνορίες, ἡ Ὀρθόδοξος παρουσία πρέπει νὰ εἶναι σεμνὴ μαρτυρία περὶ τοῦ αὐθεντικοῦ Χριστιανισμοῦ, τὸν ὁποῖον στερήθηκαν ἐπὶ αἰῶνες οἱ κοινωνίες αὐτές, λόγω τῶν παπικῶν καὶ προτεσταντικῶν παρεκκλίσεων ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ Πίστι. Κάθε φορὰ ποὺ ἡ νοσταλγικὴ ἀναζήτησις τῆς ἀνόθευτου χριστιανικῆς Πίστεως κορυφώνεται στὴν ἐπιστροφὴ ἑτεροδόξων Χριστιανῶν στὴν ἀγκάλη τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδόξου, ἐκφράζεται ἡ ἱεραποστολικὴ φύσις τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπιστρέφοντες οἱ ἑτερόδοξοι στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, δὲν ἐγκαταλείπουν μία ἐκκλησία γιὰ νὰ ἀσπασθοῦν μία ἄλλη, ὅπως λανθασμένα θεωρεῖται. Στὴν πραγματικότητα ἀφήνουν ἕνα ἀνθρωποκεντρικὸ ἐκκλησιαστικὸ σχῆμα καὶ ἐπανευρίσκουν τὴν μία καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, γίνονται μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπαναπροσανατολίζονται στὴν πορεία τῆς θεώσεως.

Δυστυχῶς, ἀντίθετη κατεύθυνσι ἀκολουθεῖ ὁ συγκρητιστικὸς Οἰκουμενισμός, τὸν ὁποῖον ἐκφράζουν θεσμικὰ ὄργανα τῆς Οἰκουμενικῆς λεγομένης Κινήσεως καὶ φορεῖς τοῦ παποκεντρικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐπειδὴ παραθεωροῦν τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιολογία καὶ ἀκολουθοῦν τὴν προτεσταντικὴ «θεωρία τῶν κλάδων» ἢ τὴν νεωτέρα ρωμαιοκεντρικὴ θεωρία τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», θεωροῦν ὅτι ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἀποστολικῆς Πίστεως, ἢ μέρος αὐτῆς, διασῴζεται σὲ ὅλες τὶς Χριστιανικὲς ἐκκλησίες καὶ ὁμολογίες. Γι᾿ αὐτὸ κατευθύνουν τὶς προσπάθειές τους στὴν πραγματοποίησι μιᾶς ὁρατῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, ἀνεξαρτήτως βαθυτέρας ἑνότητος στὴν Πίστι.

Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτὴ ἡ οἰκουμενιστικὴ «θεολογία» ἐξισώνει τὸ Ὀρθόδοξο Βάπτισμα (τριπλῆ κατάδυσι) μὲ τὸ ρωμαιοκαθολικὸ ράντισμα, θεωρεῖ τὴν αἵρεσι τοῦ Filioque δογματικὰ ἰσοδύναμη μὲ τὴν Ὀρθόδοξο διδασκαλία περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκ μόνον τοῦ Πατρός, μεθερμηνεύει τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης ὡς πρωτεῖο διακονίας, ὀνομάζει θεολογούμενον τὴν Ὀρθόδοξο διδασκαλία περὶ διακρίσεως οὐσίας καὶ ἐνεργείας στὸν Θεὸ καὶ περὶ ἀκτίστου θείας Χάριτος, κ.ἄ.

Πρόκειται γιὰ ἕναν ἐπιπόλαιο οἰκουμενισμό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραφε εὔστοχα ὁ ἀείμνηστος π. Δημήτριος Στανιλοάε: «Δημιουργεῖται κάθε τόσο, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἐπιθυμία γιὰ ἕνωση, ἕνας εὔκολος ἐνθουσιασμός, ποὺ πιστεύει πῶς μπορεῖ μὲ τὴν συναισθηματική του θερμότητα νὰ ρευστοποίηση τὴν πραγματικότητα καὶ νὰ τὴν ξαναπλάση χωρὶς δυσκολία. Δημιουργεῖται ἀκόμα καὶ μία διπλωματικὴ συμβιβαστικὴ νοοτροπία, ποὺ νομίζει πῶς μπορεῖ νὰ συμφιλίωση μὲ ἀμοιβαῖες ὑποχωρήσεις δογματικὲς θέσεις ἢ γενικώτερες καταστάσεις, ποὺ κρατοῦν τὶς ἐκκλησίες χωρισμένες. Οἱ δυὸ αὐτοὶ τρόποι, μὲ τοὺς ὁποίους ἀντιμετωπίζεται -ἢ παραθεωρεῖται- ἡ πραγματικότητα, φανερώνουν μία κάποια ἐλαστικότητα ἢ κάποια σχετικοποίηση τῆς ἀξίας ποὺ ἀποδίδεται σ᾿ ὡρισμένα ἄρθρα πίστεως τῶν ἐκκλησιῶν. Ἡ σχετικοποίηση αὐτὴ ἀντικαθρεφτίζει ἴσως τὴν πολὺ χαμηλὴ σημασία, ποὺ ὡρισμένες χριστιανικὲς ὁμάδες -στὸ σύνολό τους ἢ σ᾿ ὡρισμένους ἀπὸ τοὺς κύκλους τους- δίνουν σ᾿ αὐτὰ τὰ ἄρθρα τῆς πίστεως. Προτείνουν πάνω σ᾿ αὐτά, ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ ἢ διπλωματικὴ νοοτροπία, συναλλαγὲς καὶ συμβιβασμούς, ἀκριβῶς γιατί δὲν ἔχουν τίποτα νὰ χάσουν μὲ αὐτὰ ποὺ προτείνουν. Οἱ συμβιβασμοὶ ὅμως αὐτοὶ παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο γιὰ Ἐκκλησίες, ὅπου τὰ ἀντίστοιχα ἄρθρα ἔχουν σπουδαιότητα πρώτης γραμμῆς. Γιὰ τὶς Ἐκκλησίες αὐτὲς παρόμοιες προτάσεις συναλλαγῆς καὶ συμβιβασμοῦ ἰσοδυναμοῦν μὲ ἀπροκάλυπτες ἐπιθέσεις»(2).

Παραλλήλως οἱ προτεσταντικὲς Ὁμολογίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν φθάσει μέχρις ἀρνήσεως θεμελιωδῶν δογμάτων Πίστεως (τῆς ἱστορικότητος τῆς Ἀναστάσεως, τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου κ.ἄ.) καὶ ἀποδοχῆς ἀντιευαγγελικῶν ἠθῶν (γάμος ὁμοφυλοφίλων κ.λπ.), ἐξισώνονται στὰ πάνελ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν μὲ τὶς ἁγιώτατες Τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἡ θεωρία τῆς «ἀπομυθεύσεως», ἡ «θεολογία» τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ», ἡ χειροτονία γυναικῶν σὲ ἱερατικοὺς βαθμούς, ἡ ἱερολογία γάμου ὁμοφυλοφίλων, ἀναμφίβολα δὲν ἀποτελοῦν στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς μας ταυτότητος.

Ὁ προτεσταντισμὸς περιῆλθε σὲ βαθύτατη κρίσι πίστεως. Ὁ Frank Schaeffer, ὁ ἐπώνυμος ἀμερικανὸς προτεστάντης ποὺ μετὰ ἀπὸ πολυετῆ καὶ σκληρὴ προσωπικὴ ἀναζήτησι ἔγινε Ὀρθόδοξος, στὸ βιβλίο τοῦ Dancing Alone, The Quest for Orthodox Faith in the Age of False Religion, Regina Orthodox Press, Salisburg, USA (σὲ ἑλληνικὴ μετάφρασι μὲ τίτλο: Ἀναζητώντας τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη στὸν αἰῶνα τῶν ψεύτικων θρησκειῶν (2), ἔκδ. Μακρυγιάννη, Κοζάνη 2004), δίνει πολλὰ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα, ποὺ ἀποκαλύπτουν τὴν ἔκπτωσι τοῦ προτεσταντισμοῦ ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.

Προέκτασι καὶ ἀναπόφευκτη συνέπεια τοῦ διαχριστιανικοῦ συγκρητισμοῦ ἀποτελεῖ ὁ διαθρησκειακὸς συγκρητισμός, ὁ ὁποῖος ἀναγνωρίζει δυνατότητα σωτηρίας σὲ ὅσους ἀνήκουν σὲ μία ἀπὸ τὶς μονοθεϊστικὲς θρησκεῖες. Ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος ἔγραψε ὅτι «κατὰ βάθος, μία ἐκκλησία καὶ ἕνα τέμενος [τζαμί]… ἀποβλέπουν στὴν ἴδια πνευματικὴ καταξίωση τοῦ ἄνθρωπου»(3). Ὁ διαθρησκειακὸς συγκρητισμὸς δὲν διστάζει ἀκόμη νὰ ἀναγνωρίση σωτηριώδεις ὁδοὺς σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου(4). Πρὸ ὀλίγων ἐτῶν καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἔγραψε ὅτι ἠμπορεῖ νὰ ἀνάψη κερὶ μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὅπως καὶ μπροστὰ στὸ ἄγαλμα μιᾶς ἀπὸ τὶς θεὲς τοῦ Ἰνδουισμοῦ.

Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι, κληρικοὶ καὶ θεολόγοι ἔχουν δυστυχῶς ἐπηρεασθῆ ἀπὸ τὴν συγκρητιστικὴ αὐτὴ νοοτροπία. Μὲ τὶς θεολογικές τους ἀπόψεις, τὶς ὁποῖες οἱ ἐκκοσμικευμένοι ἄρχοντες καὶ διανοούμενοι συνήθως ἀκούουν καὶ ἀναγνωρίζουν ὡς Ὀρθόδοξες, συντελοῦν ὥστε ἡ νοοτροπία αὐτὴ νὰ ὑπερβῇ τὰ στενὰ ὅρια τῶν προσωπικῶν τοὺς ἀντιλήψεων καὶ νὰ ἀποτελέση «γραμμή» μὲ στόχους καὶ ἐπιδιώξεις. Σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ἡ ἀγάπη, χωρὶς ἀναφορὰ στὴν δογματικὴ ἀλήθεια, καθιερώνεται κριτήριο ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, ἐνῷ ἡ ἐμμονὴ στὶς παραδοσιακὲς Ὀρθόδοξες θεολογικὲς θέσεις ἀποδοκιμάζεται ὡς μισαλλοδοξία καὶ φονταμενταλισμός.

Ὅσον ἀφορᾷ τὸ πῶς ἡ οἰκουμενιστικὴ νοοτροπία οἰκοδομεῖ τὸν τύπο μιᾶς κατ᾿ ἐπίφασιν χριστιανικῆς ταυτότητος τῆς Εὐρώπης, εἶναι χαρακτηριστικὲς οἱ «δεσμεύσεις» τῶν ἐκπροσώπων τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν ποὺ ὑπέγραψαν τὴν Οἰκουμενικὴ Χάρτα στὶς 22 Ἀπριλίου 2001(5).

Ὅμως ἡ «χριστιανική» αὐτὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ χριστιανικὴ ταυτότητα τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν. Πρέπει νὰ τονισθῇ μὲ κάθε ἔμφασι ὅτι ἀδικεῖται ἡ Εὐρώπη, ὅταν τῆς προσάπτωμε μία ταυτότητα ποὺ δὲν εἶναι ἀληθινὰ χριστιανικὴ ἀλλὰ μόνο κατ᾿ ἐπίφασι. Ἕνας νοσηρός, ἕνας νοθευμένος, Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι ὁ Χριστιανισμὸς τῶν κατακομβῶν τῆς Ρώμης, τοῦ ἁγίου Εἰρηναίου Λουγδούνου, τῶν Ὀρθοδόξων μοναχῶν τῆς Σκωτίας καὶ τῆς Ἰρλανδίας, γενικῶς ὁ Χριστιανισμὸς τῆς πρώτης χιλιετίας. Ἕνας νοθευμένος Χριστιανισμὸς δὲν ἠμπορεῖ νὰ προστατεύση τὴν Εὐρώπη ἀπὸ τὴν εἰσβολὴ μὴ χριστιανικῶν ἀντιλήψεων καὶ ἠθῶν στὶς κοινωνίες της.

Εἶναι ἤδη γνωστὸ ὅτι οἱ πολλοὶ Εὐρωπαῖοι κουράσθηκαν ἀπὸ τὸν ξηρὸ ὀρθολογισμό, νοσταλγοῦν τὸν χαμένο μυστικισμό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀσπάζονται τὸν μουσουλμανισμό, τὸν βουδισμὸ ἢ τὸν ἰνδουισμό, παραδίδονται στὸν ἐσωτερισμὸ ἢ ἐπιδιώκουν μεταφυσικὲς ἐμπειρίες σὲ νεοεποχιτικὰ κινήματα. Ἀναφέρεται ὅτι μόνο στὴν Ἰταλία λειτουργοῦν περὶ τὰ 500 μουσουλμανικὰ τεμένη, ἐνῷ στὴν Γαλλία τὸ 5% τοῦ πληθυσμοῦ εἶναι μουσουλμάνοι.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία κατέχει τὴν Ἀλήθεια. Στὸ κέντρο τῆς ἔχει τὸν Χριστό. Σὲ αὐτὴν ὅλα εἶναι θεανθρώπινα, γιατί ὅλα προσφερόμενα στὸν Θεάνθρωπο Κύριο χαριτώνονται ἀπὸ τὴν ἄκτιστο Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτὸ ἠμπορεῖ νὰ ἀναπαύση τὶς ψυχὲς ποὺ ἀναζητοῦν καλοπροαίρετα τὴν ἐλευθερία τους ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τοῦ ἐπιστημονισμοῦ, τοῦ ὑλισμοῦ, τοῦ ἰδεαλισμοῦ, τῆς τεχνοκρατίας. Γι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ συρθῇ ἡ Ὀρθοδοξία μέσα στὴν συγκρητιστικὴ χοάνη, δὲν πρέπει νὰ χαθῇ ἡ ἐλπὶς τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Ὡς Ὀρθόδοξοι ποιμένες καὶ ὡς Ὀρθόδοξοι πιστοὶ ἔχουμε χρέος νὰ διαφυλάξωμε τὴν ἱερὰ παρακαταθήκη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας. Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν παραγγέλλει στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου καὶ στοὺς ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας μέχρι σήμερα: «Προσέχετε οὖν ἐαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. κ´ 28). Καὶ ὁ ἴδιος στὸν πιστὸ λαὸ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ὅλης της Ἐκκλησίας: «ἀδελφοί, στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις, ἂς ἐδιδάχθητε» (Β´ Θεσ. β´ 15).

Ἡ Γηραιὰ Ἤπειρος στὸν τομέα τῆς Πίστεως ἔχει ἀστοχήσει. Ἡ Νέα Ἐποχὴ ἀπειλεῖ ἀνοικτὰ πλέον τὶς εὐρωπαϊκὲς κοινωνίες μὲ ἀποχριστιανισμό. Δὲν εἶναι παράδοξο. Ἡ Εὐρώπη ἔστρεψε τὰ νῶτα στὸν Χριστό, κάποτε τὸν ἔδιωξε, ὅπως εὔστοχα παρατηροῦν ὁ Ντοστογιέφσκυ στὸν Μέγα Ἱεροεξεταστῆ(6) καὶ ὁ ἅγιος Νικόλαος ἐπίσκοπος Ζίτσης(7).

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ἐκδηλώση τὸ χάρισμα καὶ τὴν ἀποστολή της, νὰ διακηρύξη στοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης ὅτι, ἐὰν ὑπάρχη κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ σώσῃ τὴν Εὐρώπη σὲ αὐτὴ τὴν κρίσιμη φάσι τῆς ἱστορίας της, εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ἂς μὴ στερήσουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας τὴν δυνατότητα νὰ δώση αὐτὸ τὸ σωτήριο μήνυμα στοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης, ἐξισώνοντας τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι μὲ τὴν αἵρεσι στὴν συγκεχυμένη προοπτικὴ καὶ τὸ ἀσαφὲς ὅραμα τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μποροῦμε νὰ συντελέσουμε σὲ ἕναν ὑγιῆ, ἀπολύτως Ὀρθόδοξο, Οἰκουμενισμό, ἀποκαλύπτοντας στοὺς ἑτεροδόξους Χριστιανοὺς τὸ Μυστήριο τοῦ Θεανθρώπου καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, καὶ διακηρύσσοντας μαζὶ μὲ τὸν μακαριστὸ καὶ ὁμολογητὴ Γέροντα Ἰουστίνο Πόποβιτς: «Ἡ ἔξοδος ἀπὸ ὅλα τὰ ἀδιέξοδα, ἀνθρωπιστικά, οἰκουμενιστικά, παπιστικά, εἶναι ὁ ἱστορικὸς Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ἱστορικὸν θεανθρώπινον οἰκοδόμημά Του, ἡ Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας Αὐτὸς εἶναι ἡ αἰωνία Κεφαλὴ καὶ ἡ ὁποία εἶναι τὸ αἰώνιον Αὐτοῦ Σῶμα. Ἡ Ἀποστολική, Ἁγιοπατερική, Ἁγιοπαραδοσιακή, Ἁγιοσυνοδική, Καθολικὴ Ὀρθόδοξος Πίστις εἶναι τὸ φάρμακον τῆς ἀναστάσεως ἀπὸ ὅλας τὰς αἱρέσεις, ὅπως καὶ ἂν αὖται ὀνομάζωνται. Εἰς τελευταίαν ἀνάλυσιν, κάθε αἵρεσις εἶναι ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον καὶ «κατ᾿ ἄνθρωπον»· κάθε μία ἀπὸ αὐτὰς τοποθετεῖ τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν θέσιν τοῦ Θεανθρώπου, ἀντικαθιστᾷ τὸν Θεάνθρωπον διὰ τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ τοῦτο ἀρνεῖται καὶ ἀπορρίπτει τὴν Ἐκκλησίαν… Ἡ μόνη σωτηρία ἀπὸ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀποστολικὴ θεανθρωπίνη πίστις, δηλαδὴ ὁλικὴ ἐπιστροφὴ εἰς τὴν θεανθρωπίνην ὁδὸν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων. Τοῦτο δὲ σημαίνει ἐπιστροφὴν εἰς τὴν ἄμωμον ὀρθόδοξον πίστιν των καὶ εἰς τὸν Θεάνθρωπον Χριστόν, εἰς τὴν κεχαριτωμένην θεανθρωπίνην ζωὴν των ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἰς τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερίαν των… Ἄλλως, χωρὶς τὴν ἀποστολικὴν καὶ ἁγιοπατερικὴν ὁδόν, χωρὶς τὴν ἀποστολικὴν καὶ ἁγιοπατερικὴν ἀκολούθησιν ὄπισθεν τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ εἰς ὅλους τοὺς κόσμους, καὶ τὴν λατρείαν τοῦ μόνου ἀληθινοῦ καὶ Ἀειζώου Θεοῦ, τοῦ Θεανθρώπου καὶ Σωτῆρος Χριστοῦ, εἶναι βέβαιον ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ καταποντισθῆ εἰς τὴν νεκρὰν θάλασσαν τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτισμένης εἰδωλολατρίας καὶ ἀντὶ τοῦ Ζῶντος καὶ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, θὰ λατρεύση τὰ ψευδοείδωλα τοῦ αἰῶνος τούτου, εἰς τὰ ὁποῖα δὲν ὑπάρχει σωτηρία, οὔτε ἀνάστασις, οὔτε θέωσις διὰ τὸ θλιμμένον ὄν, τὸ ὀνομαζόμενον ἄνθρωπος(8).

ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ

(1) Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, «Ἡ Ἐκκλησιολογικὴ Αὐτοσυνειδησία τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος», στὸν συλλογικὸ τόμο «ΕΙΚΟΣΙΠΕΝΤΑΕΤΗΡΙΚΟΝ» (ἀφιέρωμα στὸν Μητροπολίτη Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999, σ. 124. Βλ. ἐπίσης Ἀθανασίου Γιέφτιτς, ἐπισκόπου Βανάτου (νῦν πρώην Ζαχουμίου καὶ Ἐρζεγοβίνης), «Ἡ Οὐνία ἐναντίον τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδοξίας», στὸν συλλογικὸ τόμο «Η ΟΥΝΙΑ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ», ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήναι 1992. Περὶ τῆς δραστηριότητος τῆς Οὐνίας στὴν Τρανσυλβανία, βλ. «30 Βίοι Ρουμάνων Ἁγίων», ἔκδ. Ὀρθοδόξου Κυψέλης, Θεσ/νίκη 1992, σ. 123.

(2) Dimitru Staniloae, «Γιὰ ἕνα Ὀρθόδοξο Οἰκουμενισμό», ἔκδ. Ἄθως, Πειραιεὺς 1976, σ. 19-20.

(3) «Ὀρθοδοξία καὶ Ἰσλάμ», ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου 1997, σ. 16.

(4) Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σ. 9-11.

(5) Βλ. Περιοδ. «Ἀπόστολος Βαρνάβας», Λευκωσία Κύπρου, τ.10/2001, σ. 411-423.

(6) Φ. Ντοστογιέβσκη, «Ἀδελφοὶ Καραμάζωφ», ἔκδ. Γκοβόστη, Ἀθήναι, σ. 99-121.

(7) Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός», ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 238 καὶ 251-252.

(8) Ἔνθ᾿ ἀνωτ. σ. 256-257.

Γεώργιος Καψάνης (Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους)

πηγή: Αγία Ζώνη

Κατηγορία ΑΞΙΕΣ ΖΩΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Παιδιατρική στο Βυζάντιο

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Αυγούστου 2011

Ε. Πουλάκου-Ρεμπελάκου

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Από όλες τις ειδικότητες, η Παιδιατρική είναι εκείνη που συμβαδίζει απόλυτα με το πολιτιστικό επίπεδο μιας χώρας και αποτελεί δείκτη πολλών κοινωνικών παραμέτρων, όπως του τρόπου ανατροφής των παιδιών, της μέριμνας για τη βιολογική τους ανάπτυξη, της προστασίας της σωματικής τους ακεραιότητας και της ψυχικής τους ισορροπίας. Η διερεύνηση της φροντίδας της υγείας του ανήλικου πληθυσμού στη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας περιλαμβάνει την ανασκόπηση της Ιατρικής Γραμματείας, τη μελέτη των αγιολογικών και άλλων λογοτεχνικών κειμένων και την εξέταση της σχετικής Νομοθεσίας και του έργου των ιστορικών και των χρονογράφων.

Η Παιδιατρική δεν υφίστατο ως αυτοτελής κλάδος πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα και επομένως, σε μια μεσαιωνική κοινωνία, η περίθαλψη των παιδιών δεν διέφερε από εκείνη των ενηλίκων. Η έλλειψή της καθίσταται εμφανέστερη από την ύπαρξη άλλων ειδικοτήτων και των αντίστοιχων τμημάτων στα γνωστά νοσηλευτικά ιδρύματα, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, ενώ δεν εντοπίζεται μαρτυρία για τη λειτουργία παιδιατρικών τμημάτων. Στα συγγράμματα των Βυζαντινών ιατρών που διασώζουν την ιατρική γνώση της αρχαιότητας λίγα κεφάλαια είναι αφιερωμένα σε παιδιατρικά θέματα, εκτός από όσα αναφέρονται στην περιγεννητική φροντίδα του νεογνού, το μητρικό θηλασμό, την υγιεινοδιαιτητική αγωγή βρεφών-νηπίων και την ψυχοδιανοητική εξέλιξη μέχρι την εφηβεία. Το τμήμα που αναφέρεται σε νοσήματα με ιδιαίτερη επίπτωση σε παιδιά δεν αποτελεί αυτόνομη ενότητα, αλλά ανιχνεύεται διασκορπισμένο στο σύνολο κάθε έργου.

2. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΟΣΜΟ

Οι συνθήκες της εποχής είχαν διαμορφώσει αντιλήψεις για το ρόλο του παιδιού στην οικογένεια, που οπωσδήποτε δεν ήταν πρωταγωνιστικός. Η υψηλή περιγεννητική και βρεφική θνησιμότητα και τα απειλητικά για την επιβίωση λοιμώδη νοσήματα ερμηνεύουν την επισφαλή του θέση στον οικογενειακό περίγυρο. Η εμπειρία του θανάτου ενός ή περισσοτέρων παιδιών ήταν κοινή σε όλους σχεδόν τους γονείς, ακόμη και στους πλέον επιφανείς, όπως μαρτυρεί πλήθος επιτύμβιων επιγραμμάτων, επιτάφιων λόγων και παραμυθητικών επιστολών.1

Οι πολιτικές και πολεμικές περιπέτειες της Αυτοκρατορίας επιδαψιλευουν δεινά, όπως λιμούς, πολιορκίες και αιχμαλωσίες, σε όλους τους υπηκόους, ενώ, ομοίως, οι μάστιγες των επιδημιών δεν κάνουν διάκριση ηλικιών.

Οι πολυάριθμοι κίνδυνοι καθιστούν αμφίβολη την πιθανότητα ενηλικίωσης2 και συμμαχούν με τις δεισιδαιμονίες και την αγυρτεία, στερώντας από την παιδική ηλικία την κατάλληλη ιατρική φροντίδα.

3. ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ

Τα αμιγώς ιατρικά κείμενα της Βυζαντινής εποχής διακρίνονται σε 3 κατηγορίες: α. Εγχειρίδια για πρακτική χρήση β. Μονογραφίες

γ. Ιατρικές εγκυκλοπαίδειες, όπου εντοπίζονται τα περισσότερα παιδιατρικά θέματα.

Κάθε Βυζαντινός αιώνας έχει να επιδείξει τους κορυφαίους ιατρούς του, αλλά και ευρυμαθείς λογους με ιατρικές σπουδές και συγγραφικό έργο ποικίλο. Στην Πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος-7ος αιώνας) διέπρεψαν οι Ορειβάσιος, Νεμέσιος, Αέτιος Αμιδηνός, Αλέξανδρος Τραλλιανός, Θεόφιλος Πρωτοσπαθάριος, Παύλος Αιγινήτης. Στη Μεσοβυζαντινή εποχή (8ος-12ος αιώνας), οι Μελέτιος Ιατροσοφιστής, Πατριάρχης Φώτιος, Θεοφάνης Νόννος, Μιχαήλ Ψελλός, Συμεών Σηθ. Στην Υστεροβυζαντινή εποχή (13ος-15ος αιώνας), οι Νικόλαος Μυρεψός, Νικηφόρος Βλεμμίδης, Ιωάννης Ακτουάριος. Τα περισσότερα από τα διάσημα αυτά ονόματα έχουν ασχοληθεί με την υγεία των παιδιών.

4. ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΝΕΟΓΝΟΥ

Ξεκινάει με την αποκοπή του ομφάλιου λώρου, τη διαπίστωση της αρτιμέλειας και του «σωστού» κλάματος («κλαυθμηρίσαι μετά τόνου του προσήκοντος»). Συνεχίζεται με τον έλεγχο πιθανής ατρησίας ωτικών και ρινικών πόρων, φάρυγγα, ουρήθρας και δακτυλίου και την εξέταση των αρθρώσεων. Ακολουθεί λουτρό με χλιαρό νερό και αρωματικά βότανα και το νεογνό τυλίγεται στα σπάργανα, όπου παραμένει μέχρι την 7η ημέρα με τις ευλογίες επιστήμης και Εκκλησίας. Σήμερα, η σπαργάνωση θεωρείται ανθυγιεινή και εντυπωσιάζει μια παρατήρηση -10 αιώνες πριν- του Μιχαήλ Ψελλού,3 που αναφέρεται σε μωρό φιλικής του οικογένειας «Όταν επρόκειτο να το σπαργανώσουν και ακινητοποιούνταν τα χέρια και αναπαυόταν το κεφάλι, εγώ ο ίδιος ταραζόμουν σαν να έδεναν εμένα και σχεδόν συνέπασχα μαζί με το βρέφος». Μια άλλη παρατήρηση του Αλεξάνδρου Αφροδισιέως4 αποκαλύπτει ότι ήταν γνωστές οι τραυμα¬τικές εμπειρίες του τοκετού για το νεογέννητο «Γιατί τα βρέφη κλαίνε αμέσως μόλις γεννηθούν; Διότι ξαφνιάζονται οι αισθήσεις και ο οργανισμός τους από τη ζέστη και την απαλότητα της μήτρας να βγαίνουν στο ψυχρό περιβάλλον, ίσως δε να τα ενοχλεί το ξαφνικό φως».

Οι δίδυμες και οι τρίδυμες κυήσεις είναι ασυνήθιστες, αλλά πραγματικά σπάνιες είναι οι τετράδυμες και οι πεντάδυμες, τόσο ώστε να αναφέρονται ως αξιομνημόνευτα γεγονότα από τους χρονογράφους. Η γέννηση σιαμαίων αποτελεί μοναδικό γεγονός στο Βυζάντιο, πολύ δε περισσότερο για την απόπειρα χειρουργικού αποχωρισμού τους. Το πλήθος των αναφορών σε ιστορικά κείμενα είναι ενδεικτικό της σημασίας τους και του ενδιαφέροντος που προκάλεσε.5,6 Συνέβη γύρω στα 944-948, στη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογέννητου. Ήταν αγόρια ενωμένα κατά τα κοιλιακά τοιχώματα και προέρχονταν από την Αρμενία. Την πρώτη φορά που επισκέφθηκαν την Κωνσταντινούπολη αποτέλεσαν θέαμα προς επίδειξη και αναγκάστηκαν να φύγουν, διότι θεωρήθηκαν «πονηρός οιωνός» για την πόλη. Επανήλθαν όταν πέθανε ο ένας αδελφός και επιχειρήθηκε από τους διασημότερους επιστήμονες να αφαιρεθεί το νεκρό τμήμα. Η πρωτοφανής στα ιατρικά χρονικά επέμβαση φαίνεται ότι είχε σχετική επιτυχία, εφόσον ο δεύτερος σιαμαίος επέζησε για διάστημα τριών ημερών. Η εγχείρηση διαχωρισμού σιαμαίων αντικατοπτρίζει ένα υψηλό επίπεδο χειρουργικής, αφού ακόμα και σήμερα παραμένει επέμβαση υψηλού κινδύνου.

Αναφέρονται περιπτώσεις γέννησης τεράτων τύπου mostrum, που έχει μορφή ανθρώπου αναμεμιγμένη με χαρακτηριστικά ζώου -ουρά, κέρατα, λέπια- ή prodi-gium, χωρίς ανθρώπινα στοιχεία. Παιδί με ουρά ψαριού, έλλειψη οφθαλμών και άνω άκρων περιγράφεται από χρονογράφο και ένα άλλο περιστατικό συγγενούς ανοφθαλμίας αναφέρεται σε αγιολογικό κείμενο. Οι περιπτώσεις αυτές έχουν πρόβλημα κοινωνικής και νομικής αποδοχής και η αδυναμία επιβίωσης αποδίδεται στην πρόνοια της φύσης.

5. ΔΙΑΤΡΟΦΗ – ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ

Αρκετές σελίδες του Αέτιου7 και του Ορειβάσιου8 αφιερώνονται στην πρώτη τροφή του νεογνού, που συμφωνούν να είναι το μέλι. Το πρώτο γάλα, το πύαρ, θεωρείται ακατάλληλο και ο ιδανικός χρόνος έναρξης θηλασμού τοποθετείται μεταξύ 3ης και 5ης ημέρας.

Στον κόσμο του Βυζαντίου, ο μητρικός θηλασμός συνδέεται με το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο της οικογένειας και δεν υπαγορεύεται απαραιτήτως από αμιγώς ιατρικούς λόγους. Άγραφος νόμος επέβαλε στις γυναίκες της αριστοκρατίας την πρόσληψη τροφού («τίτθης»), μίας ή περισσοτέρων. Η τακτική αυτή βρίσκει αντίθετη την Εκκλησία, εκτός αν υπαγορεύεται από λόγους υγείας. Οι γιατροί δεν απορρίπτουν το θεσμό της τίτθης, αλλά καθορίζουν σχολαστικά τους κανόνες θηλασμού και αυστηρά τα κριτήρια επιλογής τροφού, σε έκταση αρκετών σελίδων, ανάλογη της σοβαρότητας με την οποία αντιμετωπίζεται.

Απαιτείται άμεμπτη υγεία, διότι οποιοδήποτε νόσημα θα μεταδοθεί αμέσως στο βρέφος, είτε μέσω του γάλακτος, είτε λόγω του συγχρωτισμού. Η ηλικία της τίτθης θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 20 και 40 ετών ή, ακόμη καλύτερα, μεταξύ 25-35. Θεωρείται ότι το γάλα των μεγαλυτέρων γυναικών υστερεί και σε ποιότητα και σε ποσότητα, των νεοτέρων δεν είναι αρκετά εύπεπτο, ενώ ιδανική ηλικία κρίνεται εκείνη που πλησιάζει την αντίστοιχη της μητέρας. Όσο για την καταγωγή, μεταφέρεται μια παραδοσιακή προτίμηση για τις τροφούς που προέρχονταν από τη Θράκη ή την Αίγυπτο. Καθορίζονται επιπλέον και άλλα προσόντα που σχετίζονται με το χαρακτήρα και τη διαγωγή της τίτθης: καθαριότητα στην ενδυμασία, ηρεμία, χαρούμενη διάθεση, σύνεση, αυστηρότητα σε θέματα συναναστροφής ανδρών. Κρίνεται απαραίτητη η προϋπηρεσία και η προηγούμενη εμπειρία στην ανατροφή παιδιών. Μεγάλη σημασία αποδίδεται επίσης στη διατροφή της τίτθης και διακρίνονται οι τροφές σε συνιστώμενες, απαγορευμένες και προς αποφυγή.

Δεν παραλείπουν οι γιατροί να περιγράψουν την τεχνική του θηλασμού και να τονίσουν ότι ευνοεί τα νεογνά μικρού σωματικού βάρους κατά τη γέννηση («ισχνά τικτόμενα»). Ωστόσο, δεν ενθαρρύνουν την πρόωρη εισαγωγή άλλων τροφών στο βρεφικό διαιτολόγιο. Η διάρκεια του θηλασμού πρέπει να κυμαίνεται από 20-24 μήνες και ο απογαλακτισμός να είναι βαθμιαίος. Εάν όμως το βρέφος αρρωστήσει σύντομα μετά τον απογαλακτισμό, επιδιώκεται η επάνοδος στο θηλασμό μέχρι την πλήρη ανάρρωση, επειδή φαίνεται ότι ήταν γνωστή η συμβολή του στην ενίσχυση της βρεφικής ανοσίας κατά των λοιμώξεων.

Στο αγιολογικό κείμενο «Βίος και ανατροφή του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος» περιγράφεται η επιτυχημένη προσπάθεια τεχνητής σίτισης. Χάνοντας ο πατέρας του παιδιού τη σύζυγό του στη διάρκεια της λοχείας και μη βρίσκοντας τροφό, επινόησε ένα «αγγείον υελούν έχον εκτύπωμα τιτθίου» και κατασκεύασε ένα μίγμα υδρόμελου και αλεσμένων δημητριακών, με το οποίο εξέθρεψε το γιο του μέχρι την ηλικία που του επέτρεψε να ακολουθήσει το διαιτολόγιο των ενηλίκων.9

6. ΥΓΙΕΙΝΟΔΙΑΙΤΗΤΙΚΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ-

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΨΥΧΟΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ

Η καθαριότητα στα ρούχα και τα κλινοσκεπάσματα εξασφαλίζει ηρεμία και αδιατάρακτο ύπνο στα βρέφη. Αντίθετα, η έλλειψή της τους δημιουργεί κλάμα και ανησυχία. Ο ύπνος δεν πρέπει να επιδιώκεται με τη βοήθεια βοτάνων τη χρήση τους καταδικάζουν και η επιστήμη και η Εκκλησία. Ο Ορειβάσιος τονίζει επίσης τα πλεονεκτήματα της διαβίωσης στην εξοχή «πάντα κάνει τα παιδία ευθαλέστερα και εύσαρκα και το χρώμα ευανθέστερα».

Αρκετά θέματα παιδικής ψυχολογίας απασχολούν τους ιατρούς. Συνιστούν το νανούρισμα, αλλά περιορίζουν τις συνεχείς αγκαλιές. Επισημαίνεται το φαινόμενο να τρομάζουν οι τροφοί τα παιδιά με ομοιώματα μυθικών τεράτων (γοργόνια) και με θορύβους («πάσι γαρ κίνδυνος, το παιδίον καλούμενον ήκειν νόσημα»). Στα ιατρικά συγγράμματα εκφράζονται επίσης και παιδα¬γωγικές απόψεις, όπως η κατάλληλη ηλικία έναρξης του σχολείου, η εκλογή του δασκάλου. Έτσι, οι δάσκαλοι θα πρέπει να είναι πράοι και φιλάνθρωποι και να διδάσκουν χρησιμοποιώντας τον έπαινο σε άνετη και χαρούμενη ατμόσφαιρα «η δε άνεσις και χαρά της ψυχής εις ευτροφίαν σώματος μεyάλa συμβάλλεται». Επιπλέον, καταδικάζονται οι δάσκαλοι που επιπλήττουν τους μαθητές ή χρησιμοποιούν βία, γιατί δημιουργούν χαρακτήρες που απεχθάνονται τη μάθηση. Προτείνεται να έχουν οι μαθητές περισσότερο ελεύθερο χρόνο «ουκ αναγκαίον δε ουδέ διά όλης της ημέρας θλίβειν τους αρτιμαθείς». Οι έφηβοι, από τα 14 μέχρι τα 21 χρόνια τους, να παρακολουθούν φιλοσοφικά μαθήματα και μαθήματα Ιατρικής, ανάλογα των συγχρόνων σεμιναρίων πρώτων βοηθειών.

7. ΛΟΙΜΩΔΗ ΝΟΣΗΜΑΤΑ

Από τα εκκλησιαστικά κείμενα διαφαίνεται η τάση των μητέρων να καταφεύγουν σε μάγους και αγύρτες σε κάθε αρρώστια των παιδιών τους. Ενδεικτικά αναφέρει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος10 «Εάν ο γιατρός μάς επισκεφθεί και αφήσει τα επιστημονικά φάρμακα και αρχίσει τις επωδές, θα τον θεωρήσουμε γιατρό;» και ο Μέγας Βασίλειος «Νοσεί το παιδίον; Και συ τον επαοιδόν περισκοπείς;» ψέγοντας με τον τρόπο τους μια ευρύτατα διαδεδομένη συνήθεια.11

Τα λοιμώδη νοσήματα δεν είναι όλα γνωστά και πολλά έχουν δυσδιάκριτα όρια μεταξύ τους. Αναφέρονται η μηνιγγίτιδα, η παρωτίτιδα, ο τέτανος, η λύσσα, η χολέρα, η πολιομυελίτιδα. Περιγράφεται από το Μιχαήλ Ψελλό12 η θανατηφόρος ευλογιά που έπληξε το μοναδικό του παιδί, την 8χρονη Στυλιανή. Παρουσίασε υψηλό πυρετό και πυκνό φλυκταινώδες εξάνθημα, που κάλυψε όλο το σώμα και ιδιαιτέρως το πρόσωπο. Οι φλύκταινες ήταν πλήρεις «ιχώρων», που αποξηράνθηκαν και απολεπίστηκαν 20 ημέρες αργότερα αφήνοντας βαθιές ουλές («καθ’όλης της σώματος επιφανείας βοτρηδόν διαχυθείσα και εις πομφόλυyaς εξογκωθείσa και τας αρμονίας του παντός διαλύσασα σώματος άμορφον μεν και ειδεχθές το πριν αποδείκνυσι κάλλος της σαρκός»). Το παιδί βρισκόταν στο στάδιο της ανάρρωσης, όταν επανεμφανίστηκε πυρετός, οφειλόμενος πιθανότατα σε επιλοίμωξη («πυρετός γαρ λάβρος τα των σαρκών υπολειπόμενα κατεβόσκετο»), με μειωμένες τις αμυντικές δυνάμεις του οργανισμού («ουδέ αντέχειν ηδύνατο προς την εκ του πυρετού φλόγα μάλιστα προδαπανηθείσα και προαναλωθείσα τοις τραύμασιν»). Κατέληξε μετά από λγα 24ωρα, ενώ η περιγραφή της πορείας της νόσου από τον ίδιο τον πατέρα της στον επικήδειο λόγο του συνδυάζει την επιστημονική ακρίβεια και το λυρισμό της συναισθηματικής του εμπλοκής.13

8. ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Περιγράφονται λαρυγγίτιδα και φαρυγγίτιδα, αμυγδαλίτιδα και ωτίτιδα και το παιδικό βρογχικό άσθμα, που χαρακτηρίζεται από «ορθόπνοια».

9. ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΠΕΠΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Περιγράφονται η ατρησία του ορθού, η ομφαλοκήλη, οι κωλικοί πρώτου τριμήνου και δίνονται διαιτητικές οδηγίες για διάρροιες και δυσκοιλιότητες. Διαδεδομένες είναι και οι παρασιτώσεις, διακρίνονται δε και 3 είδη ελμίνθων. Ένα διάσημο κείμενο της Βυζαντινής Ιατρικής Γραμματείας με παιδιατρικό θέμα αποτελεί η «Επιστολή περί ελμίνθων» του Αλεξάνδρου Τραλλιανού, αφιερωμένη στο μικρό γιο του φίλου του Θεόδωρου, στον οποίο απευθύνεται η επιστολή. Επειδή ο συγγραφέας αγνοούσε τα ακριβή συμπτώματα του παιδιού, παρέθεσε τα πάντα όσα εγνώριζε σχετικά με το θέμα των εντερικών παρασίτων, δημιουργώντας μια επιστημονική πραγματεία για τη μορφολογία και τα είδη, τη συμπτωματολογία και τα θεραπευτικά μέσα.14

10. ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΟΥΡΟΠΟΙΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Αναφέρεται η λιθίαση, που στα παιδιά εντοπίζεται στην ουροδόχο κύστη, καθώς και ορχίτιδα, κήλες, ερμαφροδιτισμός, φίμωση, υποσπαδίας. Ο Παύλος Αιγινήτης15 περιγράφει τις χειρουργικές τεχνικές και τη συντηρητική αντιμετώπιση όλων αυτών των νοσημάτων. Ο ευνουχισμός δεν είναι ασυνήθιστος, είτε για θεραπευτικούς είτε για λόγους σταδιοδρομίας. Στα καθήκοντα των μαιών περιλαμβάνεται και η διαπίστωση της ακεραιότητας του παρθενικού υμένα των κοριτσιών («εκμάρτυρον υπεδείχθη γυναικών το άθικτον της κόρης τη ψηλαφήσει βεβαιουσών»).

11. ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Η υδροκεφαλία αντιμετωπίζεται χειρουργικώς, ενώ ως «σπασμοί» χαρακτηρίζεται πλήθος νοσημάτων, όπως επιληψία, χορεία, εκφυλιστικά νοσήματα. Στην επιληψία διακρίνεται η γενικευμένη και η εστιακή μορφή.

12. Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ

Η πνευματική διάσταση της Βυζαντινής Ιατρικής συνδέεται με τη Χριστιανική θρησκεία. Αφομοιώνεται η Ιπποκρατική διδασκαλία και διαμορφώνεται η θεωρία της νόσου ως διαταραχής της ψυχοσωματικής ενότητας. Οι ιατροί-κληρικοί συνέχιζαν το έργο των αναργύρων μαρτύρων Κοσμά και Δαμιανού και δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας σπούδασαν Ιατρική.

Η ανάλυση των αγιολογικών κειμένων, όπως οι Βίοι των Αγίων,16 αποκαλύπτει θαυματουργική δράση σε δύσκολα ή σπάνια παιδιατρικά προβλήματα: υψηλή περιγεννητική και βρεφική θνησιμότητα (ο Όσιος Στυλιανός ο Παφλα-γών, που χαρίζει βρέφη σε όσες μητέρες χάσουν τα δικά τους), συγγενείς διαμαρτίες κατά τη γέννηση (ο Όσιος Παυσίκακος, που θεραπεύει όσα παιδιά γεννιούνται «κολοβά και παράσημα»), έλλειψη μητρικού γάλακτος (η Αγία Ωραιοζήλη και η Αγα Τρύφαινα χορηγούν γάλα στις λεχωίδες).17

Από την καταγραφή των θαυμάτων, ένας μεγάλος αριθμός αναφέρεται στην οντότητα «δαιμονισμένο» και «πεθαμένο» παιδί. Το πρώτο περιλαμβάνει όλες τις μορφές ψυχικών νοσημάτων και την επιληψία και το δεύτερο επιδέχεται διαφορετικές επιστημονικές ερμηνείες, όπως το κώμα ποικίλης αιτιολογίας και οι εγκεφαλίτιδες.

Ενδεικτικά αναφέρεται μια θαυματουργική ίαση λαρυγγίτιδας ή διφθερίτιδας, όπου ο ιαματικός Όσιος Θεοδόσιος ο Νέος18 ακολουθεί επιστημονική μεθοδολογία. «Το παιδίον Ανδρόνικος ησθένησε βαρέως από πάθος του λαιμού, επρήσθη ο λάρυγγας και εμπόδιζε την αναπνοή». Η μητέρα τοποθετεί την εικόνα του Αγίου στο προσκέφαλο του μικρού ασθενούς και λίγο αργότερα εκείνο τη φωνάζει και διηγείται ότι ένας καλόγερος, που το επισκέφθηκε, χτύπησε με το ραβδί του και έσχισε το πάθος στο λαιμό και το γέμισε έμπυα. Διαπιστώνουν ότι το πάθος ήταν σχισμένο σαν από ξυράφι, τα ενδύματα γεμάτα έμπυα και αίμα και το προηγουμένως άφωνο παιδί «ελάλει ανεμποδίστως και υγιώς».

Πολλά από τα ευαγή ιδρύματα προορίζονται για παιδιά και συχνά η Πολιτεία μιμείται το έργο της Εκκλησίας, εφόσον ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας πρέπει οπωσδήποτε να κοσμείται από τις αρετές της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης και να τις εκδηλώνει εμπράκτως.19

13. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η διάκριση των ηλικιών, σύμφωνα με τη Βυζαντινή Νομοθεσία, είναι η εξής: Ίμφαντες ή νήπιοι, 0-7 ετών, άνηβοι, 7-12 ετών για τα κορίτσια, 7-14 ετών για τα αγόρια, και αφήλικες, μέχρι 25 ετών. Η νομική προστασία έχει αφετηρία την εμβρυϊκή ηλικία (απαγόρευση των αμβλώσεων από Πολιτεία και Εκ-κλησία), επεκτείνεται στον τοκετό (ευθύνες στη μητέρα αν το νεογνό χάσει τη ζωή του από αμέλεια) και επιχειρεί να περιορίσει το φαινόμενο της έκθεσης βρεφών. Ο Ιουστινιανός κατάργησε το δικαίωμα του pater familias να απορρίπτει τα παιδιά του στους δημόσιους κοπρώνες ή να τα εκθέτει.20

Πολιτεία και Εκκλησία από κοινού προσπαθούν να αναχαιτίσουν τη συνήθεια των Βυζαντινών να παντρεύουν τα παιδιά τους σε πολύ μικρή ηλικία, την οποία ακολουθούν όλες οι κοινωνικές τάξεις, ακόμη και η αυτοκρατορική οικογένεια, παραβιάζοντας τα νόμιμα όρια.21,22 Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Σιμωνίδας, μοναχοκόρης του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου, που δόθηκε σε ηλικία 5 ετών ως σύζυγος στον Κράλη της Σερβίας, μεγαλύτερο σε ηλικία από τον πατέρα της και αρκετά άνω των 40 ετών. Το αποτέλεσμα της κακοποίησης που υπέστη ήταν «βλαβήναι την ταύτης μήτραν, ως μηδέ γονής εξ εκείνης έτι δύνασθαι γίγνεσθαι».23

Στα έγγραφα του Πατριαρχείου ανιχνεύονται ακυρώσεις τέτοιων γάμων,24 όπου οι γονείς είτε δήλωσαν ψεύτικη ηλικία των κοριτσιών ή εξαγόρασαν τον ιερέα. Αυστηροί νόμοι θεσπίστηκαν και για τους παιδεραστές αγοριών, τιμωρώντας με θανατική ποινή τους δράστες. Οι ιστορικοί αναφέρουν κατά τον 6ο αιώνα περίπτωση κοπής των γεννητικών οργάνων και διαπόμπευσης δύο επισκόπων-αρσενοκοιτών.25 Σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων πορνών, η παιδική ζωή της αυτοκράτειρας Θεοδώρας είναι ενδεικτική των περιπετειών της. Δεν λείπουν και οι κακοποιήσεις στις αιχμαλωσίες αμάχων, όπως παραστατικά περιγράφουν οι ιστορικοί κατά την άλωση της Θεσσαλονίκης («και ην ιδείν ξένον τέρας…συν νέοις και παρθένοις αφήλιξι και βρεφυλλίοις, ορμαθούς ο καθείς των ιππέων έχων εν χερσί έλκοντας») ή της Κωνσταντινούπολης («παρθένους ας ουχ εώρα ήλιος, παρθένους ας ο yεννήσaς μόλις έβλεπεν, ελκόμεναι, ει δε και βία αντωθούντο και ραβδιζόμεναι»). Όμως, έστω και αν είναι μοναδικό, δύο ιστορικοί26,27 αναφέρουν ένα επεισόδιο που συνέβη το 717 στην πολιορκία της Περγάμου από τους Άραβες. Οι κάτοικοι, κατευθυνόμενοι από «δαιμονική αντίληψη», έβρασαν ένα νεογνό, για να παρασκευάσουν το μαγικό ποτό που θα τους επέτρεπε να αποκρούσουν την επίθεση.

14. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

– Ύπαρξη Παιδιατρικής ειδικότητας δεν διαπιστώνεται από καμία ιατρική, νομική, εκκλησιαστική ή φιλολογική πηγή, ενώ, αντίθετα, τεκμηριώνεται η άσκηση άλλων ειδικοτήτων. Στα επιστημονικά συγγράμματα, η προέλευση των παιδιατρικών κεφαλαίων είναι διττή, από τη Μαιευτική και τη Γενική Παθολογία, και η κατανομή αυτή επιβεβαιώνεται κατά τη δημιουργία της επίσημης Παιδιατρικής.

– Εμφανής είναι η διάσταση της Κοινωνικής Παιδιατρικής στο μεσαιωνικό, αλλά οπωσδήποτε προηγμένο βυζαντινό κόσμο. Η Εκκλησία αγωνίζεται να καθορίσει νέα ήθη, ενώ οι αντικειμενικές συνθήκες παραμένουν αμετάβλητες (βρεφική θνησιμότητα, αυξημένη νοσηρότητα, ανεπιθύμητες γεννήσεις) και να υλοποιήσει το ενδιαφέρον της με ευαγή ιδρύματα. Παράλληλα, δραστηριοποιεί ιαματικούς αγίους για την προστασία της υγείας και τη θεραπεία των ανηλίκων.

– Η πλημμελής ενασχόληση της ιατρικής επιστήμης με το παιδί είναι ενδεικτική των αντιλήψεων της εποχής, αλλά και των συνθηκών που τις διαμόρφωσαν. Η Νομοθεσία της Πολιτείας και το Εκκλησιαστικό Δίκαιο αγωνίζονται για την παιδική ηλικία, με κυρίαρχο σκοπό την επιβίωση.

Βιβλιογραφία

1. ΦΩΤΙΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ. «Ταρασίω πατρικίω αδελφώ επί θυγατρί τεθνηκυία». Στο: Τωμαδάκη ΝΒ (Συντ.) Βυζαντινή Επιστολογραφία. Γ’ έκδοση, Αθήναι, 1969-70, Γ:225-231

2. ΜΑΤΣΑΝΙΩΤΗΣ Ν. Η Παιδιατρική στα χρόνια του Βυζαντίου (Ομιλία της 6.11.1986 στα πλαίσια του 4ου Συνεδρίου Ιστορίας της Ιατρικής). Δελτ Κ Παιδιατρ Κλιν Πανεπιστ Αθ

1987, 34:7-16

3. ΨΕΛΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ. Επιστολή 157 «Τω επί των κρίσεων». Στο: Σάθα ΚΝ (Συντ.) Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη. Παρίσι 1876 (φωτοανατ. Γρηγοριάδης ΒΝ), Αθήνα, 1972, Ε’:409-412

4. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΦΡΟΔΙΣΙΕΥΣ. Ιατρικών απορημάτων και φυσικών προβλημάτων. Στο: Ideler JL (ed) Physici et Medici Graeci Minores. Berolini, 1841, 1, κεφ. 63

5. PENTOGALOS GE, LASCARATOS JG. A surgical operation on Siamese twins during the tenth century in Byzantium. Bull History Med

1984, 58:99-102

6. ΜΑΤΣΑΓΓΑΣ ΑΚ, ΜΑΡΚΕΤΟΣ ΣΓ. Χειρουργική επέμβαση επί συμφυών παίδων στο Βυζάντιο κατά το 10ο αιώνα. Mat Med Gr 1985, 13:415-422

7. OLIVIERI A. Aetii Amideni Libri Medicinales I-IV Lipsiae et Beroli¬ni, Teubner 1935, 1 Λόγος Δ’ κεφ. γ’, δ’, ε’, στ, κη’

8. BUSSEMAKER-DAREMBERG. Oeuvres d’ Oribase Paris 1851-1862. Εκ βιβλίων αδήλων Ανέκδοτον κεφ. ιγ’, ιδ’, ιε’, ιστ’, κ’

9. ΣΙΓΑΛΑΣ Α. Βίος και ανατροφή του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 1925,

2:220- 226

10. MIGNE JP. Patrologia Graeca cursus completes. Parisiis 1857¬1906, Ιωάννης Χρυσόστομος 62, 358

11. MIGNE JP. οπ σημ 10, Μέγας Βασίλειος 29, 417

12. ΨΕΛΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ. Εις θυγατέρα Στυλιανήν προ ώρας γάμου τελευτήσασαν. οπ σημ. 3 Ε’:62-87

13. LEROY-MOLINGEN. Α Styliane Byzantion, 1969, 39:155-163

14. ΜΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΡΑΛΛΙΑΝΟΣ. «Επιστολή περί ελμίνθων». Στο: Idel-er JL οπ σημ 4 Ι, κεφ. 24

15. ΒRIAU R. Chirurgie de Paul d’Egine. Librairie Victor Masson, Paris, 1855, ΝΔ’, ΝΕ’, ΞΘ’

16. MAGOULIAS HJ. The Lives of Saints as Sources for the History of Byzantine Medicine in the Sixth and Seventh Centuries, BZ 1964, 57:127-150

17. Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτου υπό Νικοδήμου Αγιορείτου τρίτον επεξεργασθείς εκδίδοται υπό Θ. Νικολαϊδου Φιλαδελφέως, Αθήνησι, 1868

18. Νέον Εκλόγιον περιέχον βίους αξιολόγους διαφόρων αγίων και άλλα τινά ψυχωφελή διηγήματα εκλεχθέν υπό του εν αγίοις πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου. Εκδόσεις Αστήρ, Αθήναι, 1974:171-172

19. CONSTANTELOS DJ. Byzantine Philanthropy and Social Welfare, New Brunnswick, New Jersey 1968 ελληνική μετάφραση Βυζαντινή Φιλανθρωπία και Κοινωνική Πρόνοια). Εκδόσεις

Φως, Αθήνα, 1983:81-99

20. CONGOURDEAU M-H. Regards sur l’ enfant nouveau-ne a Byzance REB 1993, 51:161-176

21. LAIOU A. The role of women in Byzantine Society. JOB 1981, 31:233-250

22. PATLAGEAN E. L’ enfant et son avenir dans la famille byzantine Annales de demographie historique 1973:85-93 (Structure sociale, famille, cretiente a Byzance IVe-XIe siecle, Variorum Reprints, London, 1985, αρ. Χ)

23. SCHOPEN L. Nicephori Gregorae Historiae Byzantinae. vol 2, Bonn, Weber 1830, I:203-204

24. Les Regestes des Actes du Patriarcat de Constantinople (Con-stantinopoli) Socii Assumptionistae Chalcedonenses 1932-1977) vol I-II Grummel V, vol III-IV Laurent V, vol V-VI Darrouzes J)

25. DINDORF L. 1831 Ioannes Malalas chronographia Bonn I Weber

p. 436

26. BOOR DE C. Theophanis chronographia Leipzig 1883 (ανατ. Hilde-scheim), New York, 1980:390-391

27. BEKKER I. 1837 Sancti Nicephori Patriarchae Constantinopolitani breviarium rerum post Mauricium gestarum Bonn I Weber p.

Corresponding author:

E. Poulakou-Rebelakou, 51 Themidos street, GR-151 24 Athens, Greece, E-mail: arempel@hol.gr

http://www.pemptousia.com/2011/08/%CE%B7-/

Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Μήπως σας θυμίζει τίποτα;

Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Ιουνίου 2011

Το α­κό­λου­θο α­πό­σπα­σμα, που περιγράφει την πνευ­μα­τι­κή και η­θι­κή παρακμή των κα­τοί­κων της Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, έχει γραφτεί από τον λόγιο μο­να­χό Ιω­σήφ Βρυ­έν­νιο (1350-1431), μερικά χρόνια πρίν την Άλωση. Μήπως σας θυμίζει τίποτα; (Τα σχόλια σε παρένθεση είναι δικά μας).

“Αν η ει­κό­να των τι­μω­ρι­ών, που μας ε­πι­βάλ­λει ο Θε­ός, προ­κα­λεί α­μη­χα­νί­α και σύγ­χυ­ση, ας α­να­λο­γι­σθού­με τους πα­ρα­λο­γι­σμούς μας και τό­τε θα εκ­πλα­γού­με για­τί α­κό­μη δε μας κτύ­πη­σε κε­ραυ­νός. Δεν υ­πάρ­χει κα­μιά μορ­φή δι­α­στρο­φής που να μην έ­χου­με δι­α­πρά­ξει σ΄ό­λη μας τη ζω­ή. Αυ­τές δε εί­ναι οι α­πο­δεί­ξεις:

Βα­πτι­στή­κα­με άλ­λοι δι’ α­πλής και άλ­λοι δια τρι­πλής κα­τά­δυ­σης, και έ­γι­νε ε­πί­κλη­ση του ο­νό­μα­τος της Α­γί­ας Τριά­δας, σε άλ­λους μί­α και σε άλ­λους τρεις φο­ρές. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι α­πό μας ό­χι α­πλώς α­γνο­ού­με τι ση­μαί­νει να εί­σαι Χρι­στια­νός, αλ­λά και πως α­κό­μη να κά­νου­με το σταυ­ρό μας ή, κι αν α­κό­μη το γνω­ρί­ζου­με, ντρε­πό­μα­στε να τον κά­νου­με. ( Άραγε σήμερα, ποιός είναι ο αριθμός των νεοελλήνων που βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση;)

…Εί­μα­στε α­νί­κα­νοι να υ­πε­ρα­σπι­στού­με το ό­νο­μα του Θε­ού ό­ταν αυ­τό βλα­σφη­μεί­ται, ό­ταν θα έ­πρε­πε να πε­θά­νο­με γι’ Αυ­τόν. Α­πο­δί­δου­με το κοι­νό ό­νο­μα τον έ­χθρων του σταυ­ρού (διαβόλου) ο έ­νας στον άλ­λο, και το έ­χου­με συ­νέ­χεια στα χεί­λη μας. Κα­θη­με­ρι­νά α­να­θε­μα­τί­ζου­με και κα­τα­ρι­ό­μα­στε τους ε­αυ­τούς μας και τους άλ­λους . (Να που διατηρούμε και σε κάτι την… παράδοση !)

Πα­ρα­πο­νι­ό­μα­στε στο Θε­ό εί­τε βρέ­χει εί­τε δε βρέ­χει, εί­τε κά­νει κρύ­ο εί­τε κά­νει ζέ­στη, πως δί­νει πλού­το στον έ­να και α­φή­νει τον άλ­λο φτω­χό, πως πνέ­ει νο­τιάς ή έρ­χε­ται κα­ται­γί­δα α­πό το βο­ριά και εν­τε­λώς α­πλά με­τα­μορ­φω­νό­μα­στε σε α­δι­άλ­λα­κτους δι­κα­στές του Θε­ού. (Που να’ βλεπες σήμερα μακαριστέ Ιωσήφ, πως οι νεοέλληνες το έχουμε κάνει αυτό εθνικό σπόρ!)

Πολ­λοί α­πό μας α­δι­άν­τρο­πα βλα­σφη­μούν την Ορ­θό­δο­ξη πί­στη, το Σταυ­ρό, το Νό­μο, τους α­γί­ους, τον ί­διο το Θε­ό, ό­ταν α­κό­μη κι έ­νας ά­πι­στος δε θα το έ­κα­νε τό­σο πο­λύ. Οι πε­ρισ­σό­τε­ρες α­πό τις α­μαρ­τί­ες μας εί­ναι α­νε­ξο­μο­λό­γη­τες, κι έ­τσι εί­ναι και α­συγ­χώ­ρη­τες. (Μα και πολλές εξομολογημένες μπορεί να’ναι ασυγχώρητες, αφού πολλοί από μας τα λέμε τυπικά, χωρίς συναίσθηση, λες και δίνουμε συνέντευξη, μιά – δυό φορές τον χρόνο!)

…Αυ­τα­πα­τό­μα­στε ό­ταν πι­στεύ­ου­με στους α­στρο­λό­γους, πως η ύ­παρ­ξή μας δη­λα­δή κα­τευ­θύ­νε­ται α­πό τις Ώ­ρες, την Τύ­χη, τις Μοί­ρες , την Ει­μαρ­μέ­νη τα ση­μά­δια του Ζω­δια­κού κύ­κλου και των πλα­νη­τών… Με­ρι­κοί α­πό μας λα­τρεύ­ουν και χαι­ρε­τί­ζουν τη νέ­α σε­λή­νη… Προ­σέ­χου­με τα ό­νει­ρα και πι­στεύ­ου­με πως μας λέ­νε το μέλ­λον. Κρε­μά­με φυ­λα­χτά στο λαι­μό μας ε­ξα­σκού­με τη μαν­τεί­α. Κα­τα­φεύ­γου­με κα­θη­με­ρι­νά σε μά­γους, μάν­τεις, γύ­φτους, ε­ξορ­κι­στές α­να­ζη­τού­με στη μα­γεί­α τη θε­ρα­πεί­α κά­θε α­σθέ­νειας και δι­α­βά­ζου­με μα­γι­κά σε αν­θρώ­πους και ζώ­α. … (Τουλάχιστον τότε η επιστήμη ήταν σε νηπιακή μορφή. Τώρα παρά την (παρα)μόρφωσή μας, δεν υπάρχει κανάλι ή έντυπο που να μην κυριαρχεί η αστρολογία).

Α­πο­μα­κρυ­νό­μα­στε α­κό­μη πιο πο­λύ α­πό την α­ρε­τή ψά­χνον­τας συ­νε­χώς το κα­κό. Η φι­λί­α α­πω­θή­θη­κε και η κα­κεν­τρέ­χεια πή­ρε τη θέ­ση της. Ο α­δελ­φός ε­κμε­ταλ­λεύ­ε­ται τον α­δελ­φό, ο κά­θε φί­λος α­κο­λου­θεί το δρό­μο τής προ­δο­σί­ας… Δεν υ­πάρ­χει έ­λε­ος, ού­τε συμ­πά­θεια μό­νο μί­σος και α­ναί­δεια. (Νομίζουμε οι κακόμοιροι ότι αυτά λύνονται με την πολιτική και δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι η πεπτωκυία μας φύση που τά προκαλεί).

Οι κύ­ριοί μας εί­ναι ά­δι­κοι, αυ­τοί που μάς κυ­βερ­νούν, αρ­πα­κτι­κοί, οι δι­κα­στές μας δι­ε­φθαρ­μέ­νοι, οι δι­αι­τη­τές μας ψεύ­τες, οι πο­λί­τες α­πα­τε­ώ­νες, οι ε­παρ­χι­ώ­τες χω­ρίς κρί­ση και οι πάν­τες εν γέ­νει ευ­τε­λείς. (Αυτό είναι σα να γράφτηκε… σήμερα!).

Οι παρ­θέ­νες μας εί­ναι πιο προ­κλη­τι­κές και α­πό τις πόρ­νες, οι χή­ρες εί­ναι πε­ρί­ερ­γες χω­ρίς λό­γο, οι παν­τρε­μέ­νες κο­ρο­ϊ­δεύ­ουν μια πί­στη που οι ί­δι­ες δε φυ­λάσ­σουν, οι νέ­οι εί­ναι χα­μέ­νοι στην α­κο­λα­σί­α, οι γέ­ροι πα­ρα­δο­μέ­νοι στο πι­ο­τό, οι ι­ε­ρείς έ­χουν ξε­χά­σει το Θε­ό, οι μο­να­χοί ξέ­φυ­γαν τε­λεί­ως α­πό το σω­στό δρό­μο, οι άν­θρω­ποι στον κό­σμο εί­ναι τό­σο χα­μέ­νοι ώ­στε με τα λό­για μεν να δί­νουν την ε­ξω­τε­ρι­κή εμ­φά­νι­ση της ευ­σέ­βειας, ε­νώ μέ­σα τους να αρ­νούν­ται κά­θε α­ρε­τή. Έ­χου­με πρό­σω­πο πόρ­νης και α­μαρ­τω­λού.

Εί­ναι τέ­τοι­α η σκλη­ρό­τη­τα της καρ­διάς μας, η λη­σμο­νιά μας, η τύ­φλα μας, ώ­στε να μην πι­στεύ­ου­με πλέ­ον πως δι­α­πράτ­του­με πρά­ξεις κα­κί­ας ό­τι υ­πο­φέ­ρου­με α­π’ αυ­τές, ό­ταν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εί­μα­στε οι ε­κτε­λε­στές τους και τα θύ­μα­τα τους… Αυ­τές και άλ­λες εί­ναι οι α­μαρ­τί­ες που μας κα­θι­στούν ά­ξιους των τι­μω­ρι­ών, με τις ο­ποί­ες o ο Θε­ός μας ε­πι­σκέ­πτε­ται ως πλη­ρω­μή γι΄αυ­τά τα λά­θη και άλ­λες ί­σης βα­ρύ­τη­τας κα­κο­ή­θει­ες”.

(Σ. Σ.) 700 χρόνια αργότερα όλα μοιάζουν θλιβερά ίδια. Ο Θεός της Αγάπης κανέναν δεν τιμωρεί, μα εμείς εξακολουθούμε να προτιμοῦμε το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, κι η αμαρτία μας (όπως και τότε), έχει ως συνέπεια την αυτοτιμωρία… Κι εμείς που υποτίθεται πως είμαστε… θρησκευτικοί, ας θυμόμαστε ότι ο Κύριος είπε “πολλοί είναι οι κλητοί, ολίγοι δε οι εκλεκτοί”.

http://wwwtaxiarhes.blogspot.com
http://vatopaidi.wordpress.com/2011/06/27/%CE%BC%CE%AE%CF%80%CF%89%CF%82-/

Κατηγορία ΑΞΙΕΣ ΖΩΗΣ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Το αιώνιο πένθος του Ελληνισμού

Συγγραφέας: kantonopou στις 30 Μαΐου 2011

Πανοραμική τοιχογραφία της τελευταίας ήμέρας της πολιορκίας της Πόλης μπροστα από τη Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ο μωάμεθ ο Β’ Ο ”Πορθητής” παρακολουθεί τη διεξαγωγή της μάχης ενώ τα βάρβαρα στίφη του ταπεινώνουν τον Χριστιανισμό… Οι δύο πύργοι πού προστατεύουν τη Πύλη του Αγίου Ρωμανού με το ”Περιτείχιον”, έχουν καταληφθεί από τους Γενίτσαρους πού έχουν ήδη μπήξει επάνω τις εχθρικές σημαίες (φλάμπουρα). Μιά σκισμένη ελληνική σημαία με το δικέφαλο αετό κρέμεται ακόμα από το δεξιό πύργο (βαμμένη κίτρινη και όχι κόκκινη όπως ήσαν οι κρατικές βυζαντινές σημαίες με το δικέφαλο, αλλά σκόπιμα κίτρινη από το τούρκο τοιχογράφο ώστε να θιγεί η Ορθοδοξία)…Εν μέσω αυτού του δράματος κεντρικός πρωταγωνιστής η παραδομένη στις φλόγες πύλη του Ρωμανού. Πολεμικό Μουσείο Κωνσταντινουπόλεως, Δώμα με τρισδιάστατη παράσταση της ”Πολιορκίας της Πόλης”. Ιστορικά ο Μεχμέτ (Μωάμεθ ο Β’) δεν εισήλθε από τη πύλη του Ρωμανού στην αλωμένη Πόλη, αλλά από τη Πύλη του Χαρίσιου μερικά μέτρα πιό πάνω, γιατί αυτή ήταν ελεύθερη από πτώματα και γκρεμισμένα κτίσματα. Μπήκε στη Πόλη (με μεγάλο φόβο και δέος, μην πιστεύοντας ακόμα ότι πράγματι την είχε αλώσει!). Ήταν επτά το πρωΐ της 29ης Μαΐου 1453…

Είναι βράδι της 28ης Μαΐου 1453. Μόλις έχει τελειώσει η δοξολογία μπροστά από την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας φτιαγμένης από τον Απόστολο Λουκά, αφού όλοι έψαλλαν – ωΐμέ! – για τελευταία φορά τον Ακάθιστο Ύμνο, αναχωρούν για τις επάλξεις αυτοί πού θα υπερασπίζονταν τα Θεοφύλακτα Τείχη πού προστάτεψαν για 1000 χρόνια τη Πόλη των Κωνσταντίνων. Όλοι έλαβαν τη Θεία Ευχαριστία, κοινώνησαν μέσα στην Πορφυρογέννητο Ιουστινιανή της του Θεού Σοφίας την μεγάλη Εκκλησιά τη καρδιά του παγκόσμιου Χριστιανισμού! Το σύμβολο του μεσαιωνικού ελληνισμού! Ζήτησαν συγχώρεση ο ένας από τον άλλον χιλιάδες κόσμος όσο ορθόδοξοι και καθολικοί ιερείς τελούσαν τη Θεία Λειτουργία μέσα στο Ναό.

Ο αυτοκράτορας έγινε αντιληπτός μόλις για λίγα λεπτά από το θεοσεβούμενο πλήθος. Το βάρος της ευθύνης του να σώσει ένα έθνος, μιά τιμή, μιά χιλιόχρονη ιστορία, τη μνήμη των Κωνσταντίνων, τον ελληνικό πολιτισμό, όλα αυτά μαζί με το γρίφο της υπεράσπισης της πόλης και την επίλυση του σχεδίου άμυνας φορτώνουν τον έσχατο αυτοκράτορα με ”Ακάνθινο Στέφανο” όμοιον με εκείνον του Χριστού…

Πανοραμική τοιχογραφία της τελευταίας ήμέρας της πολιορκίας της Πόλης μπροστα από τη Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ο μωάμεθ ο Β’ Ο ”Πορθητής” παρακολουθεί τη διεξαγωγή της μάχης ενώ τα βάρβαρα στίφη του ταπεινώνουν τον Χριστιανισμό… Οι δύο πύργοι πού προστατεύουν τη Πύλη του Αγίου Ρωμανού με το ”Περιτείχιον”, έχουν καταληφθεί από τους Γενίτσαρους πού έχουν ήδη μπήξει επάνω τις εχθρικές σημαίες (φλάμπουρα). Μιά σκισμένη ελληνική σημαία με το δικέφαλο αετό κρέμεται ακόμα από το δεξιό πύργο (βαμμένη κίτρινη και όχι κόκκινη όπως ήσαν οι κρατικές βυζαντινές σημαίες με το δικέφαλο, αλλά σκόπιμα κίτρινη από το τούρκο τοιχογράφο ώστε να θιγεί η Ορθοδοξία)…Εν μέσω αυτού του δράματος κεντρικός πρωταγωνιστής η παραδομένη στις φλόγες πύλη του Ρωμανού. Πολεμικό Μουσείο Κωνσταντινουπόλεως, Δώμα με τρισδιάστατη παράσταση της ”Πολιορκίας της Πόλης”. Ιστορικά ο Μεχμέτ (Μωάμεθ ο Β’) δεν εισήλθε από τη πύλη του Ρωμανού στην αλωμένη Πόλη, αλλά από τη Πύλη του Χαρίσιου μερικά μέτρα πιό πάνω, γιατί αυτή ήταν ελεύθερη από πτώματα και γκρεμισμένα κτίσματα. Μπήκε στη Πόλη (με μεγάλο φόβο και δέος, μην πιστεύοντας ακόμα ότι πράγματι την είχε αλώσει!). Ήταν επτά το πρωΐ της 29ης Μαΐου 1453…

Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν τη συναισθηματική φόρτιση αυτού του υπερήφανου λαού πού η ελπίδα του προς το Θεό του αποτρέπει φρικαλέες σκέψεις του τι πρόκειται να επακολουθήσει! Στη Πόλη βασιλεύει σιγή.. Μιά νεκρική σιγή πού παγώνει το αίμα όλων αυτών πού μέσα τους αρχίζει μιά αγωνία πού θα μετατραπεί σε επιθανάτιο ρόγχο…

Ο Αυτοκράτορας αφού έφυγε από την Αγία Σοφία κατευθύνεται στο ανάκτορο των Βλαχερνών πάνω στο άλογό του. Δεν υπάρχει χρόνος γιά χάσιμο. Το κεφάλι του πάει να σπάσει από τη τρομερή σκέψη. ”Είναι θέλημα θεού η Πόλη να τουρκέψει;”…Αφού φτάνει στο ανάκτορο, εκεί συγκεντρώνει την οικογένειά του και όλους όσους υπηρέτησαν πιστά το σπίτι του. Με πατρική στοργή τους αγκαλιάζει έναν έναν και τους ζητά να τον συγχωρέσουν. Αφού βαθειά συγκινημένοι τον χαιρετούν όλοι για τελευταία φορά ο ίδιος φεύγει με το άλογό του και ευσπευσμένα πάει στις επάλξεις για τη τελευταία επιθεώρηση των αμυντικών θέσεων. Είναι αργά τη νύχτα. Τα άγρυπνα μάτια των σκοπών χαμογελούν πού τον βλέπουν. Υπάρχει ακόμα ελπίδα πιστεύουν. Ο Θεός, ο Αυτοκράτορας, ο λαός, το Δίκαιο είναι μαζί τους!

Μεσάνυχτα, φρενετικά κτυπούν οι καμπάνες των εκκλησιών της Βασιλεύουσας, της Αγίας Σοφίας, των Αγίων Αποστόλων, ακούγονται όλες από τις εκκλησιές κατά μήκος του δρόμου του Επτάσκαλου. Ποιός άραγε μιά τέτοια στιγμή θα είχε ύπνο όταν πυκνά σύννεφα μαύρα έχουν κάνει τη νύχτα, τη τελευταία, σκοτάδι κόλασης με απαίσια όρνια να πλανώνται πάνω από την υπερήφανη Πόλη;

Η ΜΑΧΗ ΣΤΥ ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ -7- YΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Η Οθωμανική επίθεση ξεκινάει μετά τα μεσάνυχτα. Είναι πιά η 29η Μαΐου 1453. Κύματα γενίτσαρων πού το ένα ακολουθεί το άλλο επιτίθονται με πολεμικές κραυγές, ήχους ταμπούρλων, σαλπίγγων, πίπιζων, πού γεμίζουν με το θόρυβό τους τον αέρα τού πέπλου της σκοτεινής νύχτας. Ο στρατός του Μεχμέτη (όπως ήθελε να τον αποκαλούν οι έλληνες) είναι πάνω κάτω 250 χιλιάδες διοικούμενος από τον Ζαγανός Πασά. Άντρας με πείρα στα πολεμικά και βαθύς γνώστης των βυζαντινών όπλων, συγγενής, γυναικάδελφος του Μεχμέτη. Στον στρατό αυτό βρίσκονται αποβράσματα μισθοφόρων χριστιανών ευρωπαίων, γενουατών, 25 χιλιάδων ελλήνων της Θράκης πού ο Μεχμέτης τους έταξε αξιώματα και μάλαμα και κάθε λογής λιμάρικη ψυχή, για φαΐ, για πιοτό, για βιασμό και φόνο…Προσελκύονταν από τη μεγάλη λεία πού ήταν η μεγάλη πρωτεύουσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, καθόλοκληρίαν ΕΛΛΗΝΙΚΟ! Όλοι αυτοί μαζί με τους ατάκτους δολοφόνους τυχοδιώκτες επιτέθηκαν στη οχυρωματική γραμμή των σιδηρόφρακτων σκληρών επαγγελματιών πού ήσαν υπό τας διαταγάς του Ιωάννη Ιουστινιάνη (γενοβέζου ευγενούς από τη Χίο, πιστού συμμάχου του αυτοκράτορα και φιλέλληνος) όλοι κι όλοι καμμιά εκατοστή, όχι παραπάνω. Όλοι οι αμυνόμενοι της Πόλης πού μπορούσαν να κρατήσουν όπλο ήσαν 5 χιλιάδες ψυχές άντε με τους βοηθητικούς 7 χιλιάδες. Όλοι μεγάλοι στην ηλικία ενώ οι εχθροί όλοι νέοι λίγο πάραπάνω από τα είκοσι. Η μάχη κράτησε δύο ώρες έως τις τρείς τη νύχτα…Το σώμα των ατάκτων υποχώρησε σε πλήρη διάλυση πατώντας ο ένας τον άλλον ”τούρλου μπούγδου”, αφήνοντας μεγάλο αριθμό νεκρών και τραυματιών.

Δίχως παύση έρχεται η σειρά να επιτεθεί η στρατιά της Ανατολίας (Αναντολού Ασκερί) υπό τον Ισχάκ Πασά. Αυτοί προσπαθούν να γκρεμίσουν τους πασσαλοφράκτες. Πολεμούν με λύσσα αποφασισμένοι να σπάσουν την γραμμή των αμυνομένων. Η αποδυνάμωση των επιτιθέμενων βοήθησε τους αμυνόμενους. Με τις σπάθες τους και τους κεφαλοθραύστες τους κομματιάζουν εύκολα τον εχθρό και εκτοξεύουν βλήμματα στη πολυάριθμη μάζα χωρίς καν να σκοπεύσουν. Μιά ομάδα πολεμιστών του Ισχάκ Πασά ρίπτεται σε ένα ρήγμα των τειχών και προς στιγμήν φαίνεται να εισβάλλουν στη Πόλη. Αλλά ο αυτοκράτορας και οι άντρες του τους ορμούν και τους σφάζουν γρήγορα. Η δεύτερη τουρκική επίθεση επίσης απέτυχε.

Κατόπιν έρχονται οι γενίτσαροι. Είναι ειρωνικό ότι γεννήθηκαν έλληνες ορθόδοξοι. Ήσαν πειθαρχημένοι, επαγγελματίες, άγριοι πολεμιστές, τέλεια εκπαιδευμένοι και έτοιμοι να πεθάνουν για το Σουλτάνο τους. Πρίν την έναρξη των εχθροπραξιών, της τελευταίας ημέρας για τη Πόλη, ο Μεχμέτης ζήτησε από το στρατό του, ”Σήμερα δεν θέλω να πολεμήσετε για μένα. Θέλω να ΠΕΘΑΝΕΤΕ γιά μένα”!!! Οι γενίτσαροι όρμηξαν με μένος ανοίγοντας δρόμο από τα στιβαγμένα νεκρά κορμιά χριστιανών και μουσουλμάνων επιτίθοντας στους εξαντλημένους υπερασπιστές της Πόλης. Με τεράστια προσπάθεια οι έλληνες, οι ενετοί, οι γενουάτες και άλλοι ιταλοί σύμμαχοι απέκρουσαν στέλνοντας πίσω τον εχθρό.

Τότε μιά ομάδα εχθρών απροσδόκητα μπήκε στη Πόλη από μιά αφύλακτη μικρή πύλη εξόδου (είχε ανοιχθεί το προηγούμενο βράδι από προδότες πού είχε διαφθείρει ο Μεχμέτης). Η πύλη αυτή γνωστή ως ”Κερκόπορτα” βρισκόταν στα τείχη των Βλαχερνών. Μάχη ξέσπασε σώμα με σώμα στη μικρή αυτή πύλη.

Ο Καρατζά Πασάς και οι ευρωπαίοι μισθοφόροι του περιβάλλουν το εξωτερικό τείχος της Πόλης στο Χρυσό Κέρας (Κεράτιο Κόλπο) στο χείλος του νερού. Περισσότεροι γενίτσαροι προσεγγίζουν τα τείχη των Βλαχερνών. Τα υπολείμματα των ενετών περικυκλώνονται από τους στρατιώτες της Ανατολίας πού επιτίθονται από το εξωτερικό τείχος και από αυτούς πού βρίσκονται ήδη στο ”Παρατείχιον”. Ένας θανατηφόρος οθωμανικός μύδρος από κανόνι με ακρίβεια κτυπά τους βυζαντινούς και οι έλληνες κόβονται στα δύο ενώ οι Χιώτες-Ρόδιοι και τα απομεινάρια των ενετών έχουν αμφότεροι διαλυθεί. Το βυζαντινό πύρ αυτή τη στιγμή διαλύει δύο αύτανδρες οθωμανικές μονάδες γενιτσάρων στα τείχη των Βλαχερνών, αποτρέποντας τους να μπούν στη Πόλη. Οι έλληνες υπό τη διοίκηση του ενετού Φιλίππο Κονταρίνι, η Παπική μονάδα του Καρδιναλίου Ισιδώρου και οι γενοβέζοι του Ιωάννη Ιουστινιάνη, όλοι μαζί επιτίθονται και διαλύουν τους γενιτσάρους στο Νέο Αυτοκρατορικό Ανάκτορο χωρίς όμως να μπορέσουν να τους απωθήσουν έξω. Οι Γενίτσαροι του τείχους των Βλαχερνών απωθούνται από τους εναπομείναντες Χιώτες-Ροδίους, όμως οι έλληνες σπρώχνονται προς τα πίσω και μιά μονάδα γενιτσάρων εισβάλλει στη Πόλη. Πολυάριθμα στίφη της Ανατολίας πιέζουν τους ενετούς να βγούν έξω από το ”Παρατείχιον” και να εγκλωβιστούν σε έναν από τους πύργους της Πόλης. Ο Θεόφιλος Παλαιολόγος σκοτώνεται, αφήνοντας τον Τρεβιζάνο μόνο του επικεφαλής των Ενετών…

Λίγο προτού χαράξει η μέρα, ένα βέλος τρυπάει τον σιδερένιο θώρακα του Ιουστινιάνη και τον πληγώνει στο στήθος. Κλονισμένος από το τραύμα του και φυσικά εξαντλημένος η μαχητική του διάθεση κατέρρευσε…Παρόλες τις παρακλήσεις του αυτοκράτορα να μην εγκαταλείψει τη θέση του, ο Ιουστινιάνης έδωσε διαταγή στους στρατιώτες του να τον πάρουν έξω από το πεδίο μάχης. Οι άλλοι στρατιώτες του πού πολεμούσαν στη περιοχή βλέποντας το στρατηγό τους να μεταφέρεται λαβωμένος, υποπτεύτηκαν ότι είχε σπάσει η γραμμή άμυνας και σπεύδουν και αυτοί στη πύλη για να φύγουν μαζί του. Ο αυτοκράτορας και οι έλληνες μένουν μόνοι τους. Τότε οι οθωμανοί διοικητές βλέποντας αυτό διατάσσουν χιλιάδες γενίτσαρους να επιτεθούν στην αποδυναμωμένη αυτή πλέον άμυνα. Οι γενίτσαροι ορμούν και σπάνε το πασσαλοφράκτη στριμώχνωντας τους έλληνες στο τείχος.

Στο μεταξύ εισβάλλουν περισσότεροι στη Κερκόπορτα, όπου οι αμυνόμενοι δεν μπόρεσαν να εξουδετερώσουν τους πρώτους εισβολείς. Σύντομα οι πρώτες εχθρικές σημαίες κυματίζουν στα τείχη. Ο αυτοκράτορας και οι διοικητές του προσπαθούν απεγνωσμένα να συναθροίσουν τους στρατιώτες τους και να ωθήσουν πίσω τον εχθρό. Μάταια όμως, ήταν πιά πολύ αργά. Κύματα γενιτσάρων, ακολουθούμενοι από άλλες τακτικές μονάδες του Οθωμανικού στρατού ρίπτονται στις ανοιχτές πύλες της Πόλης γεμάτες από τρομοκρατημένους υπερασπιστές πού τρέχουν αλαφιασμένοι για να σωθούν και από σωρούς πτωμάτων σφαγμένων χριστιανών στρατιωτών.

Τότε ο αυτοκράτορας αντιλαμβανόμενος ότι τα πάντα έχουν χαθεί γυμνώνεται από τα αυτοκρατορικά του διακριτικά και σαν απλός στρατιώτης με το αίμα και τον ιδρώτα να ρέει ποτάμι από το μέτωπο και το σώμα του ακολουθούμενος από τον εξάδελφό του Θεόφιλο Παλαιολόγο, τον άρχοντα Βρανά, τον Καστιλιανό (ισπανό) Δον Φρανσίσκο Ντε Τολέδο, τον Κατακουζηνό, τον Ματθαίο Σγουρομάλη και τον Ιωάννη Δαλματό – και οι επτά τους κρατώντας τα ξίφη τους – επιτίθονται στα μιλιούνια των εχθρών, χτυπώντας ζερβά δεξά σε μιά ύστατη πράξη ηρωϊκου θάρρους. Κανείς δεν τους ξαναείδε πιά….

Πάνε από τότε 558 χρόνια… Η ροή ενός έθνους είναι αναλώσιμη, η γλώσσα και η Ιστορία του ποτέ! Εμείς και ελληνικά μιλάμε και η Αγιά Σοφιά υπάρχει!

Ραφαήλ Διαμαντής

http://www.hellasontheweb.org/
http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/30/%CF%84%CE%BF-/#more-70775

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ένας Μάρτυρας της Αλώσεως

Συγγραφέας: kantonopou στις 29 Μαΐου 2011

Κάθε πού ζύγωνε 29 Μαΐου ό Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της “Αλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί – σπυρί και το ‘βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν’ ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θα ‘φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου…», μονολογούσε καί τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
Μετά τη λειτουργία γίνηκε το τρισάγιο για τους κεκοιμημέμηνους».Κι άμα ο γέρο-Τρύφωνας πήρε να λέει το ”αιωνία η μνήμη” ό Γερο-Ζαχαρίας σήμανε μονοκάμπανο λυπητερό όπως αρμόζει. Μετά πήρε το δίσκο κι άρχισε να μοιράζει το στάρι. Πρώτα στους πατέρες, έπειτα στους λαϊκούς. Άμάθητοι οι ξένοι από τέτοια έθιμα τον ρώτησαν για όλα τούτα τα παράδοξα. Ό Γερο-Ζαχαρίας τους πήρε παράμερα στο μεγάλο χαγιάτι κι άρχισε να τους μιλάει για τη Μεγάλη Τρίτη του 1453, για το κούρσεμα της Πόλης καί τη θυσία του τελυταίου αυτοκράτορα. Ένιωθε χρέος ό σεβαστός Γέροντας να τους μνημονεύει όλους μέσα στη Θ. λειτουργία καί να μιλά γι’ αυτούς σ’ όσους ρωτούσαν να μάθουν.
Κάθε τόσο ό παππούς έκοβε τη διήγηση στη μέση καθώς ή φωνή τσάκιζε από το κλάμα. Μα εκεί πού βαλάντωνε ό γέροντας ήταν όταν μιλούσε για την ιστορία του άρχοντα Λουκά του Νοταρά πού κρύφθηκε ή θυσία του γιατί τη σκέπασε εκείνη του Παλαιολόγου.
– Το λοιπόν… είπε ό Γερο-Ζαχαρίας. Μετά το τριήμερο κούρσεμα της Πόλης καί τη μοιρασιά των λαφύρων, ό σουλτάνος έκανε συμπόσιο για τη νίκη. Κάποιος τότε μπιστικός του για να φανεί καλός, τον συμβούλεψε να ζητήσει από το Νοταρά να του στείλει πεσκέσι το δεκατετράχρονο γιο του
στο παλάτι. Κι αν τον έδινε με τη θέληση του, θα ‘δινε όΣουλτάνος στο Νοταρά θέση ζηλευτή. Αλλιώς θα παίρνε σ’όλους το κεφάλι.


Ποιος ήταν ό Λουκάς ό Νοταράς; Ήταν ό πρώτος Βυζαντινός άρχοντας, από τίς πιο μεγάλες μορφές στα τελευταία ελεύθερα χρόνια της Βασιλεύουσας.
Με ψυχή παιδιού, μα φρόνημα λιονταρίσιο. Ό Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος κρίνοντας άξια, τον έκαμε Πρωθυπουργό, Ύπατο του Κράτους, λειτουργό καί Μέγα Δούκα. Νους λαμπερός ό Νοταράς είχε δει νωρίς τη λατινική απειλή καί αντιστάθηκε σθεναρά.
Τώρα ό γίγαντας αυτός ήταν φυλακισμένος.
Ό Νοταράς στην “Αλωση φρουρούσε τον Κεράτιο από το Πετρίο μέχρι την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας με 100 Ιππείς καί 500 σφενδονήτες καί τοξότες. Οί Τούρκοι είχαν μπει στην Πόλη, μα εκείνος αγωνιζόταν ακόμη. Καί σαν τον κύκλωσαν ήρθε ή αιχμαλωσία. Οί δυο γιοι του είχαν πέσει στα τείχη υπερασπίζοντας τον τόπο κι εκείνος πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με την Κυρά του, την κόρη, τον γαμπρό του κι ελπίδα στερνή το δεκατετράχρονο βλαστάρι του.
Καί τώρα τούτο το αγγελούδι του το ζητούσε ό σουλτάνος.- Δεν είναι συνήθεια σε μας, απάντησε ό Βυζαντινός άρχοντας, να δίνουμε με τα χέρια μας τα παιδιά μας στίς ακολασίες σας. Θα ήταν καλύτερα ό ηγεμόνας να μας πάρει το κεφάλι.Ό Νοταράς έστρεψε στοργικά το βλέμμα του στο παιδί του πού στεκόταν ήρεμο, γεμάτο εμπιστοσύνη καί σεβασμό προς τον πατέρα του. Ή σκέψη του άρχοντα έτρεξε μακριά. Καμάρωσε το γιο του μικρό καί τον φανταζότανε μεγάλο. Μα δεν γινόταν αλλιώς, Για να ‘ναι σίγουρος πώς το παιδί του θα φύγει άκηλίδωτο ζήτησε το πρώτο αίμα να είναι του γιου του.
Ό πέλεκυς έπεσε. Ό Νοταράς στάθηκε μάρτυρας στο θάνατο του γιου του! Ακολούθησε ο γαμπρός του. Κι υστέρα εκείνος. Έλυσε την ασημένια πόρπη της χλαμύδας καί πρότεινε περήφανα τον τράχηλο πού στιγμή δεν είχε σκύψει στη ζωή του!
Ή φύτρα των Νοταράδων πέρασε στον Παράδεισο.Οί προσκυνητές στο άκουσμα της ιστορίας σταυροκοπήθηκαν. Ταπεινά φίλησαν το σεβάσμιο χέρι του Γέροντα κι έφυγαν.
Κι ό παππούλης πήρε δύο σπυριά για να συχωρέσει. Ό Θεός να σας αναπαύσει, αδέλφια μου, είπε.

Πειραική Εκκλησία

http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2011/05/blog-post_29.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα “Θεοφύλακτα” τείχη της Κωνσταντινούπολης και η Άλωση της 29ης Μαΐου 1453

Συγγραφέας: kantonopou στις 29 Μαΐου 2011

Ένα από τα ισχυρότερα αμυντικά πλεονεκτήματα που είχε η Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για πάνω από 1000 χρόνια ήταν τα απόρθητα τείχη της. Τα τείχη της Κωνσταντινούπολης δεν περιορίζονταν σε ένα ψηλό πέτρινο τείχισμα με πολεμίστρες, αλλά αντιθέτως ήταν ένα σύνολο οχυρωματικών έργων που είχαν γίνει από διάφορους αυτοκράτορες με πολλές τροποποιήσεις, επιδιορθώσεις και συμπληρώσεις. Το βασικό τείχος δημιουργήθηκε από τον Θεοδόσιο τον μικρό (408-450. μ.Χ) και περιέκλειε μια περιοχή της πρωτεύουσας ίση με 14 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Οι εργασίες τότε είχαν γίνει με την συνδρομή όλων των κατοίκων της πόλης και το αποτέλεσμα των προσπαθειών τους έμεινε απόρθητο για 10 αιώνες.

Τα “Θεοφύλακτα” τείχη της Κωνσταντινούπολης ήταν ένα σύνθετο οχυρωματικό έργο με δύο κλιμακούμενους βασικούς δακτυλίους, το “μικρό τείχος” και το “μέγα τείχος” τους οποίους συμπλήρωναν τάφροι και συμπληρωματικά εμπόδια. Το μεγάλο τείχος είχε πάχος 5 μέτρα και ύψος 12 μέτρα ενώ κάθε 60 μέτρα υπήρχαν τετράγωνοι η οκτάγωνοι πύργοι. Συνολικά οι πύργοι που υπήρχαν στο “μέγα τείχος” ήταν 96, ενίσχυαν την άμυνα του τείχους, ενώ επέτρεπαν την πλαγιοκόπηση των επιτιθέμενων. Επίσης στους πύργους αυτούς υπήρχαν πλατφόρμες από όπου οι αμυνόμενοι εκτόξευαν πέτρες αλλά και το περίφημο “υγρό πυρ”.

Το “μικρό τείχος” λειτουργούσε ως προτείχισμα, ένα πρώτο σημαντικό εμπόδιο για τον επιτιθέμενο, είχε ύψος μόλις τέσσερα μέτρα ενώ και οι πύργοι του ήταν σημαντικά μικρότεροι από αυτούς του κυρίου τείχους. Την βασική οχύρωση συμπλήρωνε μια τάφρος πλάτους 18 και βάθους 8 μέτρων. Η τάφρος αυτή κατασκευάστηκε το 1000 μ. Χ. ήταν χωρισμένη σε τμήματα ώστε αυτά να πλημμυρίζουν με νερό και αυτόνομα. Τα τοιχώματα της τάφρου ήταν χτισμένα, ενώ στο εσωτερικό χείλος της είχε ένα ακόμη μικρό τείχισμα στο ύψος ενός άνδρα. Το τείχισμα αυτό είχε κατασκευαστεί το 1341 μ.Χ. από μεγάλο Δούκα Απόκαυκο. Σε ένα σημείο του δακτύλιου το τείχος ήταν μονό, ψηλότερο (πάνω από και είχε χτιστεί από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο για να περιλάβει την περιοχή των Βλαχερνών.

Το υλικό των τειχών ήταν πέντε λωρίδες από κεραμικές πλίνθους, γεγονός που σφράγιζε το οχυρό με την επιρροή της Ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. Ουσιαστικά τα “θεοφύλακτα” τείχη της Κωνσταντινούπολης αποτελούσαν ένα επιβλητικό θέαμα και στην εποχή τους προκαλούσαν δέος σε οποιοδήποτε επιτιθέμενο. Έμειναν απόρθητα για πάνω από 1000 χρόνια αφού άντεξαν επιθέσεις από πολλούς επίδοξους κατακτητές (Άβαρους, Ρώσους κτλ) έχοντας πολύ μικρή φρουρά, καθιστούσαν την Κωνσταντινούπολη την ασφαλέστερη πόλη στην Ανατολή και ουσιαστικά στερέωναν το κύρος και την πολιτική εξουσία του εκάστοτε Βυζαντινού Αυτοκράτορα. Για τα τείχη αυτά ένας Γερμανός μηχανικός που συμμετείχε σε εργασίες αναστήλωσης τους είχε πει ότι αποτελούν “στρατιωτικό δόγμα αποτυπωμένο στην πέτρα….”.

Τα τείχη της Κωνσταντινούπολης τις ιστορικές εκείνες μέρες του Απριλίου του 1453, έστεκαν ακόμη αγέρωχα και επιβλητικά, αν και είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές από την επίθεση των Φράγκων σταυροφόρων το 1204 μ. Χ. Ο τελευταίος ηρωικός αυτοκράτορας Κωνστναντίνος Παλαιολόγος είχε καταβάλλει δραματικές προσπάθειες με τα ισχνά οικονομικά του να τα επισκευάσει όσο καλύτερα μπορούσε. Έτσι λοιπόν τα “Θεοφύλακτα” τείχη και οι 8.000 Έλληνες μαχητές τους αποτελούσαν το βασικό εμπόδιο που όφειλε να ξεπεράσει ο Μωάμεθ για να πετύχει τον σκοπό του, καθώς αυτά έδιναν στους υπερασπιστές ένα σοβαρό αμυντικό πλεονέκτημα που υπερνικούσε την συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Οθωμανών (οι Τούρκοι είχαν παρατάξει πάνω από 250.000 άνδρες). Έτσι ο Μωάμεθ στράφηκε στην εντατική χρησιμοποιήση του πυροβολικού που την εποχή εκείνη είχε ξεκινήσει να αναπτύσσεται στην Δύση. Κατασκεύασε μια σειρά από πρωτόγονα πυροβόλα (μπομπάρδες) τα οποία όμως δεν είχαν σπουδαίες δυνατότητες. Χαρακτηριστική εξέλιξη ήταν η κατασκευή από τον χριστιανό Ούγγρο οπλοποιό Ουρβανό ενός γιγαντιαίου πυροβόλου που μπορούσε να εκτοξεύσει βλήματα διαμέτρου ενός μέτρου και βάρους τετρακοσίων κιλών. Η τεράστια μπομπάρδα του Ουρβανού πυρακτώθηκε και καταστράφηκε την δεύτερη μέρα της πολιορκίας σκοτώνοντας και τον ίδιο τον Ουρβανό.

Κατά την πολιορκία της Πόλης ο Μωάμεθ συνεχώς βομβάρδιζε με όσα πυροβόλα διέθετε στην περίφημη πύλη του Αγίου Ρωμανού, στο μέσον περίπου του χερσαίου τείχους. Ο συνεχής βομβαρδισμός του τείχους του δημιούργησε σοβαρές ζημιές τις οποίες οι αμυνόμενοι βοηθούμενοι από τους κατοίκους επισκεύαζαν όπως – όπως σωριάζοντας βαρέλια και λίθους, αλλά η κατάσταση φαινόταν τραγική. Στην πύλη του Αγίου Ρωμανού έμελλε να γίνει η τελική επίθεση και εκεί θα πέθαινε ο τελευταίος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Σύμφωνα με τον περίφημο Βυζαντινολόγο Στήβεν Ράνσιμαν, τον Απόστολο Βακαλόπουλο αλλά και άλλους Δυτικούς Ιστορικούς, η πτώση της Πόλης θα ήταν αδύνατη αν οι πολιορκητές δεν χρησιμοποιούσαν το πρώιμο πυροβολικό της εποχής.

http://www.istorikathemata.com/2011/05/29-1453.html
http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/29/%CF%84%CE%B1-/#more-70725

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Τραγική Άλωση, 29-30-31 Μαίου 1453

Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Μαΐου 2011

Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Έργο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου.

Ο Σουλτάνος για να εξάψει και φανατίσει το φρόνημα του στρατού είχε υποσχεθεί τριήμερη διαρπαγή της πόλεως κι’ ιδιοποίηση όλων των κινητών πραγμάτων, εφόσον η Κωνσταντινούπολη θα περιερχόταν στους Τούρκους ύστερα από αγώνα. Ο Μωάμεθ είχε πει την προηγούμενη μέρα στους στρατιώτες: «Ήθελα μόνον να θυμίσω σε σας τις έκτακτες αμοιβές, που θα τύχετε, έκτος από την τιμή και τη δόξα, κατόπιν από τη νικηφόρα έφοδο. Και πρώτα μέσα στην Πόλη υπάρχει πλούτος πολύς και παντοδαπός, ο μεν στα βασίλεια, ο δε στους οίκους, ο δε καλλίτερος και περισσότερος στα ιερά, βρισκόμενος από αναθήματα από χρυσό κι’ άργυρο κατασκευασμένα κι’ από λίθους πολύτιμους. Αυτά όλα σεις θα τα πάρετε. Έπειτα θα βρείτε ευγενείς και επίσημους άντρες, που οι περισσότεροι θα γίνουν δούλοι σας, οι άλλοι θα πουληθούν από σας και γυναίκες πλείστες κι’ ωραιότατες, νέες ευπρόσωπες και παρθένες στην ώρα γάμου, ευγενείς από ευγενείς. Από αυτές μερικές θα γίνουν γυναίκες σας και τις άλλες θα πουλήσετε· θα κερδίσετε πολλά σε απόλαυση και σε πλούτο, θα είναι δε στη διάθεσή σας τα παιδιά και πλείστοι και ωραιότατοι των καθώς πρέπει.

Προσφέρω σε σας τώρα τη διαρπαγή πόλεως μεγάλης και πολυάνθρωπης, βασίλισσας των πάλαι Ρωμαίων και σε ύψος ευδαιμονίας και τύχης υπάρξασα, κεφαλήν συμπάσης της οικουμένης, θα έχετε ως λεία πλούτον άπειρον, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, πάντα τον άλλον αυτής κόσμον και την καταστασιν» (Κριτόβαυλος σελ. 89-90, Δούκας, σελ. 288).

Το τουρκικό έθνος, λέει ο Μόρτμαν, είναι φιλοχρήματο και φιλάργυρο και η φυσική αυτή ιδιότητα ενήργησε πολύ ισχυρότερα παρά κάθε διαταγή του Σουλτάνου. Τα ίδια αναφέρει κι’ ο Δούκας: «Φιλοχρήματον γαρ το γένος τούτο, ει και φονεύς πατρικός εμπέσει εν ταις χερσίν αυτών, διά χρυσού απολύουσι». Τίποτε άλλο δεν σκέπτονταν οι στρατιώτες του Μωάμεθ παρά με τι τρόπο ν’ αρπάξουν αιχμαλώτους και λάφυρα. Εκείνοι που μπήκαν πρώτοι από την Ξυλόκερνη πύλη και κατόπιν οι άλλοι, αφού ο Κωνσταντίνος έπεσε, ρίχτηκαν ακάθεκτοι και φωνάζοντας. Στιγμές απογνώσεως και φρίκης για τους κατοίκους. Και στην αρχή σκότωναν, όσους εύρισκαν στους δρόμους αδιάκριτα γυναίκες, γέροντες, παιδιά. Κατόπιν επιδόθηκαν στη λεηλασία τα πληρώματα του στόλου. Μόλις είδαν τις τούρκικες σημαίες στα τείχη, άφηναν τα πλοία, έριχναν τα όπλα και έβγαιναν στη ξηρά, για να κουρσέψουν. Αυτοί που έβοσκαν τα ζώα τα άφηναν για να τρέξουν για κούρσος. Άλλοι έμπαιναν κι’ άλλοι έβγαιναν. Οι τελευταίοι ήσαν Έλληνες, που έτρεχαν προς το Γαλατά για να σωθούν. Όσοι πολεμούσαν ακόμη στους πύργους υποχρεώθηκαν να βγουν και να καταφύγουν στα πλοία τους, όπως οι Κρητικοί, που πολεμούσαν στον πύργο Βασιλείου και Κωνσταντίνου, κατά ανώτερη διαταγή του Σουλτάνου. Άλλοι έσπευδαν στις πλούσιες μονές της Χώρας και του Αγίου Ιωάννου στις Βλαχέρνες. Οι αδελφοί Μποκιάρδοι, κλεισμένοι σ’ ένα πύργο, τους απώθησαν προς στιγμή, μα κατόπιν αναγκάστηκαν να καταπαύσουν τον αγώνα και παραδόθηκαν. Ύστερα προχώρησαν στα ενδότερα. Η πόλη πλέον τους άνηκε. Στις 8 το πρωί ξεχύθηκαν σε όλες τις συνοικίες, αρπάζοντας, σκοτώνοντας, αιχμαλωτίζοντας. Ιδίως επέμειναν στις εκκλησίες, όπου είχαν καταφύγει οι περισσότεροι, νομίζοντας πως θα τις σεβαστούν, ως άσυλα. Αλλά είχαν διαψευσθεί. Οι Τούρκοι συστηματικά λήστευαν τα πάντα κι’ αιχμαλώτιζαν τους κατοίκους μη λογαριάζοντας, αν ήσαν εκκλησιές ή κοινά σπίτια. Η αιχμαλωσία γενικώς ήταν ο κανόνας. Στο ναό της Αγίας Θεοδοσίας, η οποία γιόρταζε εκείνη την ήμερα κι’ οπού είχαν προσέλθει πολλοί και μάλιστα πολλές, αιχμαλωτίστηκαν όλοι.

Στους ναούς, ιδίως σ’ εκείνον της Αγίας Σοφίας, είχαν καταφύγει οι περισσότεροι κάτοικοι. Παράδοση παλαιά υπήρχε πως η Πόλη θα κυριευθεί, αλλά μόλις οι εχθροί θα έφθαναν στον κίονα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, κάποιος Άγγελος θα κατέβαινε από τα ουράνια και θάδινε στον πρώτο τυχόντα μια ρομφαία και θάλεγε : «Λάβε την ρομφαία ταύτη και εκδικήσου τον λαόν του Κυρίου». Τότε οι Τούρκοι θα έφευγαν μέχρι των ορίων της Περσίας και η Πόλη θα σωζόταν. Τέτοιες ελπίδες τρέφοντας οι κάτοικοι κατέφυγαν στην Αγία Σοφία πολλές χιλιάδες. Σε μια στιγμή ο ναός γέμισε από πιστούς. Οι Τούρκοι αφού πλησίασαν στην Αγία Σοφία κι’ ακούγοντας πως μέσα εκεί δεν είχαν μόνο καταφύγει πολλές χιλιάδες χριστιανών, αλλ’ είχαν κρυφτεί από χρόνια οι θησαυροί της πόλεως, όρμησαν και με τα τσεκούρια έριξαν κάτω τις πόρτες. Μπήκαν μέσα κι’ επιδόθηκαν στη λεηλασία και προ πάντων στην αιχμαλωσία. Οι θρήνοι και κοπετοί, οι παρακλήσεις και ικεσίες δεν έφθαναν για να μετριάσουν τη λύσσα και τη μανία των Τούρκων στρατιωτών. Νήπια, παιδιά μικρά και μεγάλα δεν γλύτωσαν από τη σφαγή, οι δε παρθένες, οι γυναίκες κι’ οι άντρες όλοι έγιναν έρμαια της θηριωδίας ή της αιχμαλωσίας των Τούρκων.

Κι’ οι θηριωδίες αυτές κι’ οι αιχμαλωτισμοί μέσα στην Αγία Σοφία βάσταξαν ως το μεσημέρι και πλέον. Εικόνες, ιερά σκεύη, αφιερώματα, δισκοπότηρα, όλα, όλα αρπάχτηκαν. Ο πορθητής, αφού πείστηκε πως η Κωνσταντινούπολη είχε οριστικά πια πέσει στα χέρια των Τούρκων, μπήκε μέσα στην Πόλη, ακολουθούμενος από πασάδες, μπέηδες, δερβίσηδες κι’ άλλους και περικυκλωμένος από σημαίες κι’ άλλα σήματα των Τούρκων, επί τέλους έφθασε θριαμβευτής στην εκκλησιά γύρω στις 12. Αφού ξεπέζεψε, μπήκε στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε. Μετέβαλε δε το ναό σε τζαμί. Αυτός ήταν ο θρίαμβος του Μωάμεθ. Η ψυχή του είχε μαλαχτεί κάπως και φέρθηκε μ’ επιείκεια. Στην είσοδο του ναού είδε κάποιο μουσουλμάνο να σπάει ένα μάρμαρο. Ο πορθητής τον πλησίασε και τον επίπληξε, τείνοντας το χέρι στο σπαθί του. «Μας αρκεί ο θησαυρός και η αιχμαλωσία· αι δε οικοδομαί της πόλεως εμοί τυγχάνουσι». Οι ακόλουθοί του τον έπιασαν και τον έριξαν έξω. Κατόπιν ο Σουλτάνος ανέβηκε στην Αγία Τράπεζα κι’ έκανε την προσευχή του. Αλλ’ αν ο Μωάμεθ είχε δειχθεί επιεικής, οι Τούρκοι συνέχισαν την αρπαγή και την αιχμαλωσία. Ο Σουλτάνος δεν μπορούσε να κάνει τίποτε. Είχε υποσχεθεί την τριήμερη λεηλασία , το περίφημο «κούρσος».

Οι Τούρκοι συστηματοποίησαν την αρπαγή και την αιχμαλωσία απ’ αυτή την ημέρα της αλώσεως : έμπαιναν σε ένα σπίτι και σήκωναν αμέσως σημαία, δείγμα του πως το σπίτι εκείνο είχε κουρσευτεί και καταληφθεί, και δεν επιτρεπόταν να εισέλθουν άλλοι. Εκεί συγκέντρωναν τα κούρσα και συγχρόνως οργίαζαν μέχρις ότου περάσει το τριήμερο. Συνήθως καταλάμβαναν και το σπίτι κι’ έμεναν διαρκώς εκεί, αν και τα σπίτια χωρίς εξαίρεση, άνηκαν στο Σουλτάνο. Πολλές φορές, επειδή δεν είχαν προφθάσει να το  καταλάβουν έρχονταν στα χέρια με τους κατέχοντες και πολλοί φόνοι σημειώθηκαν από την αφορμή αυτή. Η αιχμαλωσία ήταν καθολική και κανείς δεν τη διέφυγε είτε επίσημος είτε ανεπίσημος. Είχε οργανωθεί κι’ ο στρατός αποτελούσε συμμορία, που λήστευε τα πάντα και αιχμαλώτιζε. Δεν διέκρινε κανείς τάξη. Ο Καρδινάλιος Ισίδωρος πιάστηκε αιχμάλωτος, πουλήθηκε και κατόρθωσε να φύγει. Ο ιστοριογράφος Φραντζής αιχμαλωτίσθηκε με όλη του την οικογένεια, αλλ’ αγοράστηκε από τον αρχιιπποκόμο του Σουλτάνου. Τα παιδιά του παρέμειναν στο γυναικωνίτη του Μωάμεθ. Ήσαν νέα κι’ ωραία. Ο Λιμενάρχης Α. Διέγος κατέφυγε στο Γαλατά, καθώς κι’ ο Βάρβαρος, ο συγγραφέας ενδιαφέροντος ημερολογίου για την άλωση. Ο Ιερώνυμος Μινώτος κι’ ο Πέτρος Γουλιανός, ο ένας πρέσβης της Ισπανίας, ο άλλος  δε πρόξενος της Βενετίας αιχμαλωτίστηκαν. Ο Οχράν ο ξάδελφος του Μωάμεθ σκοτώθηκε. Άλλοι έφυγαν με πλοία από το Γαλατά, γιατί οι Τούρκοι ναύτες είχαν επιδοθεί στη λεηλασία και αιχμαλωσία και τους άφησαν κι’ αναχώρησαν. Επίσης ο Νοτα­ράς που ευχόταν την είσοδο των Τούρκων στην Κωνσταντινούπολη, συνελήφθηκε αιχμάλωτος, αλλ’ αφέθηκε ελεύθερος κατά προσταγή του Σουλτάνου.

Kων/νος Παλαιολόγος. Έργο Φ. Κόντογλου

Ο Σουλτάνος, αφού προσκύνησε στην Αγιά Σοφιά, βγήκε από την πόλη και γύρισε στη σκηνή του. Αλλά την άλλη μέρα, στις 30 Μαΐου, ίππευσε κι’ ήρθε να επισκεφθεί και πάλι την  Κωνσταντινούπολη. Ήθελε να τη δει λεπτομερέστερα: «Ο δε Σουλτάνος εισελθών εις την πόλη, έβλεπε το πλήθος των απολυμένων και την ερήμωση των οικιών και την παντελή φθορά αυτής και τον όλεθρο. Και οίκτος κατέλαβε αυτόν ευθύς και …δάκρυο αφήκε των οφθαλμών και, εκβαλών μέγα και περιπαθή στεναγμόν, είπε : «Οποίαν πόλιν παρεδώκαμεν εις διαρπαγήν και ερήμωσιν !» (Κριτοβούλου σελ. 98). Τότε ζήτησε πληροφορίες για τους άρχοντες της πόλεως και τότε είπε να ελευθερωθεί και παρουσιασθεί μπροστά του ο Νοταράς. Αφού τον ήλεγξε, γιατί κράτησε τόσα χρήματα και πολύτιμα αντικείμενα, ζήτησε πληροφορίες για τον Κωνσταντίνο και που βρισκόταν τώρα. Ερευνούσε από το πρωί. Όταν εμφανίστηκε η κεφαλή του κομμένη, τον ρώτησε αν είναι αυτή του Βασιλέως και στην καταφατική του απάντηση, έσκυψε και τη φίλησε. Κατόπιν πρόσταξε οι χριστιανοί να τον κηδέψουν με βασιλικές τιμές. Και πραγματικά οι χριστιανοί πήραν το ακέφαλο πτώμα και το έθαψαν, όπως άλλοτε τους Αυτοκράτορες τιμητικά, αφού έτσι είχε προστάξει ο Σουλτάνος. Τον έθαψαν κατ’ αρχάς στο Ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου ήταν η βασιλική εκκλησία, με τους τάφους των Αποστόλων και άλλων Αυτοκρατόρων. Όταν όμως κατόπιν ο ναός γκρεμίστηκε, το 1456  μ. Χ. και χτίστηκε το περίφημο τέμενος του Σουλτάνου Φετιχέ Τζαμί, τότε ο αρχιτέκτονας Χριστοδούλου, που ήταν χριστιανός, μετακόμισε και τα οστά του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στην εκκλησιά της Αγίας Θεοδοσίας και τ’ απόθεσε στην κρύπτη κάτω από τον δεξιό πενσό. Αυτή είναι η μόνη, πιθανώς η μόνη, αλήθεια για τον τάφο του τελευταίου Κωνσταντίνου, για τον οποίο γράφτηκαν πάρα πολλά. Ο Σουλτάνος εξέθεσε κατόπιν το κεφάλι του αυτοκράτορα κάτω από τη στήλη του Αυγουσταίου, για να το δουν οι χριστιανοί και να πεισθούν πως αυτός είναι πλέον ο διάδοχος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Είχε στιγμές επιείκειας, γενναιοδωρίας και μεγαλείου και αφού απόλυσε τον Νοταρά, που τον επισκέφθηκε  στο σπίτι του, ύστερα, έφθασε στα Ανάκτορα των Βλαχερνών, τα οποία ήσαν κενά.

Την τρίτη μέρα πάλι περιηγήθηκε το Γαλατά, όπου έδωσε τα γνωστά προνόμια στην Πόλη, γιατί οι Γενουάτες τον είχαν βοηθήσει κατά την πολιορκία. Το έγγραφο των προνομίων δόθηκε την 31 Μαΐου. Τους υποχρέωνε όμως να γκρεμίσουν τα τείχη κι’ εκείνοι που αναχώρησαν να γυρίσουν πίσω, αλλιώς θα έχαναν τις περιουσίες τους. Το βράδυ κάλεσε σε μεγάλο γεύμα όλους τους αξιωματούχους κι’ όσους είχαν διαπρέψει κατά την άλωση. Κατά το γεύμα μέθυσε και λέγεται πως ζήτησε το γιο του Νοταρά, αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνεται. Ο Σουλτάνος, θανατώνοντας τον Νο­ταρά και τους γιους του εφάρμοζε την νέα πολιτική του, που ήταν η πολιτική της δημιουργίας νέας τάξεως διά της εξοντώσεως όλων των παλαιών αρχόντων. Το τριήμερο κούρσος είχε τελειώσει πια και το τρομερό κι’ αιματόβρεκτο δράμα της αλώσεως, ένα από τα δραματικότερα που γνώρισε ο κόσμος, είχε πάρει τέλος.

Ο Σουλτάνος την άλλη  μέρα απέλυσε το στρατό, ο οποίος είχε καταντήσει ορδή μέσα στην Κωνσταντινούπολη παρά στρατός πειθαρχημένος κι’ ακούγοντας τον αρχηγό  του.   Ο  στρατιωτικός  όχλος είχε καταντήσει ανυπόφορος και  ο Σουλτάνος πολλές φορές εξοργίστηκε για τα όργια, τα οποία έκανε. Λύσσαξε κυριολεκτικώς, βλέποντας τα τόσα έκτροπα, τις τόσες ακολασίες, τους τόσους αιχμαλωτισμούς. Αλλ’ ήρθε ο καιρός της αναχωρήσεως. Έβλεπες τότε τους στρατιώτες ντυμένους περίεργα, με   ιερατικά   ενδύματα  και πετραχήλια, άλλους με πολυτελή γυναικεία φορέματα, άλλους φορώντας χρυσά κι’ ασημένια κοσμήματα, άλλους μεταφέροντας πολύτιμα αντικείμενα   των   εκκλησιών,   μέσα στα πλοία, με άπειρες γυναίκες και παιδιά, που οδηγούσαν στην αιχμαλωσία και την ατίμωση. Δεν έμεινε σχεδόν τίποτε στην Κωνσταντινούπολη, και καθένας μπορούσε να πάρει οτιδήποτε. Ο στόλος μετέφερε στα λιμάνια  της  Ανατολής,   όλο  εκείνο το φορτίο, πραγμάτων και προσώπων για να πουληθεί ή κρατηθεί από τους κατόχους. Πόσοι ήσαν οι αιχμάλωτοι δεν είναι δυνατό να καθαρισθεί ακριβώς.

Ο Βάρβαρος, σημειώνει στο Ημερολόγιο του πως οι αιχμάλωτοι, επίσημοι κι’ ανεπίσημοι ανέβηκαν συνολικά σε 60.000 ίσοι σχεδόν ήσαν οι κάτοικοι της πόλεως, έξω από κείνους που σκοτώθηκαν ή δραπέτευσαν. Τα δε λάφυρα ανήλθαν σε 300.000 δουκάτα, εξόν από κείνα που χάθηκαν ή κρύφτηκαν στη γη ώστε, αν πιστέψουμε στο Βάρβαρο, όλοι οι κάτοικοι σχεδόν αιχμαλωτίστηκαν και πουλήθηκαν στις αγορές των δούλων της Ανατολής. Η ιδέα αυτή φαίνεται πως είναι αληθινή. Είναι γνωστό πως μετά την άλωση, η Κωνσταντινούπολη έμεινε για καιρό έρημη. Εξαιρούμε εκείνους που αγοράστηκαν από το Σουλτάνο, οι οποίοι σχετικά ήσαν λίγοι. Ο αστικός και εργατικός πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως σχεδόν εξαφανίστηκε, όσος ήταν αδύνατο να εξαγορασθεί. Από τους άλλους τα μεν κορίτσια και τα παιδιά πουλήθηκαν στην Ανατολή και γέμισαν τα χαρέμια των Τούρκων, οι δε άνδρες εξοντώθηκαν από τις κακουχίες ή πέθαναν στα χωράφια των Τούρκων, ως δουλοπάροικοι. Αυτός υπήρξε ο απολογισμός της αλώσεως από απόψεως αιχμαλωτισμού.

Η Κωνσταντινούπολη ήταν πια τουρκική. Η αρχαία λαμπρή πρωτεύουσα του Μεγάλου Κωνσταντίνου άνηκε στο Μωάμεθ το Β’, το μεγαλοφυή και δαιμόνιο, αλλά βάρβαρο κατακτητή, που κατόρθωσε να πάρει την πρωτεύουσα και να κλείσει ιστορικό βίο ένδεκα αιώνων. Το Οθωμανικό κράτος με την άλωση, εδραιώθηκε πια οριστικά στην Ευρώπη και μέχρι σήμερα κατέχει τα εδάφη της άλλοτε Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αν έχασε την Αίγυπτο, τα Νησιά, και τη Βαλκανική, όμως παραμένει στην Μικρά Ασία και σε άλλα μέρη. Η δε πολιτική, την οποία εφάρμοσε ο Μωάμεθ ο Β’ στους λαούς που κατέκτησε, η κάπως ανεξίθρησκη κι’ ανεκτική από άποψη συμφέροντος, επέτρεψε σε αυτούς την μελλοντική αναγέννηση. Με τα προνόμια, που χορήγησε σε αυτούς κι’ ιδίως στον Πατριάρχη των Ελλήνων, είχε ενεργήσει σχεδόν σαν φιλέλληνας, χωρίς να το εννοήσει. Κράτος θρησκευτικό, το Οθωμανικό, που μέσα στη Θρησκεία ενυπάρχει κι’ η πολιτική, είχε δώσει στους Έλληνες μαζί με την εκκλησιαστική ανεξαρτησία και τη δύναμη της πολιτικής αναγεννήσεως, να δημιουργήσουν και πάλι νέο ιστορικό βίο. Ο Πατριάρχης έγινε, καθ’ όλη την Τουρκοκρατία, ο εθνάρχης του ελληνικού Γένους. Το Βυζαντινό κράτος συντρίβεται. Ο λαός μένει όρθιος διά της εκκλησίας.

(Φάνης Μιχαλόπουλος. «Κιβωτός», Τα ιστορικά της Αλώσεως )

http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/28/%CE%B7-%CF%84%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AE-/#more-70524

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | 1 σχόλιο »

Ι.Μ Θεσσαλονίκης: Αρχιερατικό μνημόσυνο εις μνήμη του τελευταίου Αυτοκράτορος του Βυζαντίου

Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Μαΐου 2011

Τὴν Κυριακὴν 29ην Μαΐου 2011, καὶ ὥραν 10.30 π.μ. ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Θεσσσαλονίκης, συνεχίζουσα τὴν παράδοσιν, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀρχιερατικὴν Θείαν Λειτουργίαν, τελεῖ εἰς τὸν ἱερὸν Μητροπολιτικὸν Ναὸν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιερατικὸν Μνημόσυνον, προεξάρχοντος τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ἀνθίμου, πρὸς τιμὴν καὶ μνήμην τοῦ τελευταίου αὐτοκράτορος τοῦ Βυζαντίου, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ, ὁ ὁποῖος τὴν 29ην Μαϊου 1453 ἐφονεύθη μαχόμενος καὶ ἀνθιστάμενος ἡρωϊκῶς εἰς τοὺς ἐπιδρομεῖς καὶ ἐπιδόξους κατακτητὰς τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Μετὰ τοῦ ἡρωϊκοῦ καὶ μάρτυρος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ ἔπεσαν ὑπερασπιζόμενοι τὴν ἔνδοξον Πρωτεύουσαν ἀξιωματοῦχοι καὶ ἄνδρες, ἱερὸς κλῆρος  καὶ λαὸς πολύς.

Τὸ μνημόσυνον τελεῖται ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἡρωϊκοῦ χριστιανοῦ αὐτοκράτορος καὶ ὑπὲρ τῶν ψυχῶν πάντων τῶν μετ’ αὐτοῦ πεσόντων.

Ἡ εἰρηνικὴ καὶ ὀφειλετικὴ αὐτὴ ἐκδήλωσις τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ποὺ ὑπῆρξε συμπρωτεύουσα τῆς ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ὑπαγορεύεται ἀπὸ τὸ ἱστορικὸν χρέος πρὸς τοὺς προγόνους μας καὶ ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα ἐξ αἰτίας τῶν καιρῶν νὰ προβάλλωνται τὰ μεγάλα παραδείγματα τῆς φιλοπατρίας καὶ τῆς αὐτοθυσίας αὐτῶν πρὸς μίμησιν ὑπὸ πάντων.

Εἰς τὸ ἱερὸν Μνημόσυνον προσκαλοῦνται νὰ συμμετάσχουν πάν-τες ὅσοι ἐπιθυμοῦν ἐκ τῶν Ἀρχῶν, ὁ ἱερὸς Κλῆρος καὶ ὁ εὐσεβὴς Λαός.

Εὐχέτης Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ + Ο ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τα αίτια της πτώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, κατά τον Ιωσήφ τον Βρυέννιον

Συγγραφέας: kantonopou στις 26 Μαΐου 2011

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως την 29η Μαΐου του 1453 ήταν το αποκορύφωμα της φθίνουσας δόξας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, του λεγομένου Βυζαντίου. Γύρω από τα αίτια της πτώσης αυτής εγράφησαν πολλά, τα οποία παρουσιάζουν την κατάσταση στην οποία βρισκόταν τότε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία-Βυζάντιο, αφού είχε χαθή όλη η Μικρά Ασία, η Ανατολική Θράκη και είχε μείνει μόνον η Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της. Οι κατά καιρούς εχθροί είχαν προξενήσει μεγάλη ζημία, με αποκορύφωμα και τελειωτικό κτύπημα την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους, κατά την Δ Σταυροφορία την 13η Απριλίου του έτους 1204. Η μετά από λίγα χρόνια (1261) ανακατάληψή της και ελευθέρωσή της δεν προσέφερε ουσιαστικά πράγματα, διότι ήδη η Πόλη είχε καταστραφή και λεηλατηθή ολοσχερώς.
Πέρα από τα πολιτικά και κοινωνικά αίτια που συνετέλεσαν στην πτώση της Κωνσταντινουπόλεως πρέπει να σημειωθούν ιδιαιτέρως τα πνευματικά αίτια στα οποία συνήθως δεν δίνουμε μεγάλη σημασία.
Άλλωστε κατά την ορθόδοξη θεολογία ο Θεός διευθύνει τον κόσμο με τις άκτιστες ενεργειές Του, και η προσωπική Του επέμβαση εκδηλώνεται με την ευδοκία Του, την μακροθυμία Του, την παραχώρηση των ποικίλων πειρασμών κλπ. Σε αυτά τα πνευματικά αίτια αναφέρεται ο μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος, διδάσκαλος του γένους και ομολογητής της πίστεως, που έζησε στις τελευταίες στιγμές της ζωής της Βασιλεύουσας και άκουγε τον ρόγχο του θανάτου της.
Ο Ιωσήφ Βρυέννιος, διδάσκαλος του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, σύμφωνα με μελέτη του αειμνήστου Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικολάου Τωμαδάκη, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 1350 μ.Χ., εκάρη μοναχός στην Μονή Στουδίου, υπήρξε ασκητής με πατερικό φρόνημα, ανεδείχθηκε μεγάλος λόγιος και διδάσκαλος του γένους, τον οποίον συμβουλεύονταν οι Αυτοκράτορες και οι Πατριάρχες, και αποστελλόταν από τον Αυτοκράτορα σε διάφορες κρίσιμες αποστολές, όπως την Κύπρο και την Κρήτη, ομιλούσε κατά τις επίσημες ημέρες στο Παλάτι, συμμετείχε στις προετοιμασίες για την συζήτηση των Ορθοδόξων με τους Λατίνους, για την «ένωση των Εκκλησιών» και κοιμήθηκε περί το 1431, περίπου είκοσι δύο (22) χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Όπως γράφει ο Αρχιμ. Ειρηναίος Δεληδήμος, στην εισαγωγή των έργων του που εξεδόθησαν από τον εκδοτικό οίκο Βασιλείου Ρηγόπουλου, «ο Ιωσήφ Βρυέννιος κατά τα έτη 1401-1431 ανεγνωρίζετο ως ο κορυφαίος λόγιος εν Κωνσταντινουπόλει».
Ο Ιωσήφ Βρυέννιος την Μ. Παρασκευή (14 Απριλίου) του έτους 1419, τριανταπέντε περίπου χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, εξεφώνησε ένα λόγο στο Παλάτι «επί παρουσία βασιλέων, και των εν τέλει, και συνελεύσει των εξαιρέτων του γένους ημών, και της βασιλίδος ταύτης των πόλεων», όπως χαρακτηριστικά γράφεται στην επικεφαλίδα.
Όπως λέγει σε άλλα κείμενά του, στην Κωνσταντινούπολη την εποχή εκείνη ζούσαν περίπου 70.000 κάτοικοι και μάλιστα ο ίδιος έκανε έκκληση στους Κωνσταντινουπολίτας, χωρίς να υπάρχη ανταπόκριση, να συντελέσουν στην ανοικοδόμηση των τειχών της, εν όψει του μεγάλου κινδύνου. Όμως οι κάτοικοι, ιδιαιτέρως οι πλούσιοι, ασχολούμενοι με την αύξηση των ατομικών τους εσόδων, αδιαφορούσαν, με αποτέλεσμα η πόλη να ομοιάζη, όπως λέγει, με «σεσαθρωμένον» πλοίον που ήταν έτοιμο να βυθισθή.
Στον λόγο του αυτόν που αναφερόμαστε, ο διακεκριμένος αυτός λόγιος μοναχός, ομιλώντας μπροστά στους επισήμους άρχοντες της Κωνσταντινουπόλεως, εξέθεσε ανάγλυφα και παραστατικά τα πνευματικά αίτια της επερχομένης πτώσεως της Βασιλευούσης. Και είναι σημαντική αυτή η μαρτυρία γιατί προέρχεται από έναν λόγιο μοναχό και ασκητή, με ήθος, παιδεία και πατερικό φρόνημα, τον οποίον σέβονταν οι πάντες την εποχή εκείνη και ο οποίος έζησε στα χρόνια εκείνα που οι κάτοικοι έβλεπαν τον επερχόμενο όλεθρο.
Το περιεχόμενο του λόγου αυτού αναλύεται στην επικεφαλίδα: «δια το πωλείσθαι καθ’ εκάστην το του Χριστού σώμα και αίμα παρά των ούτω λεγομένων πνευματικών, και αγοράζεσθαι παρ’ ημών, οίμοι! το ημέτερον γένος αφανισμώ παραδίδοται και Ισμαηλίταις περιπίπτει». Δηλαδή, το γένος αφανίζεται και πέφτει στους Ισμαηλίτες – Μωαμεθανούς, διότι πωλείται το σώμα και το αίμα του Χριστού από τους λεγομένους πνευματικούς και αγοράζεται από τους Χριστιανούς.
Στην αρχή του λόγου του ο Ιωσήφ Βρυέννιος εκφράζει την οδύνη του, αφού το γένος περιστοιχίζεται από δεινά, τα οποία, όπως λέγει, «δάκνει μου την καρδίαν, συγχεί τον νουν και οδυνά την ψυχήν». Κάνει λόγο για την «ολόσωμον πληγήν» και την «νόσον καθολικήν». Το γένος έχει περιπέσει σε ποικίλα πάθη και αμαρτίες. Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν «υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι». Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι γηράσαντες μεθυσμένοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι, «και οι πάντες αχρείοι». Συγχρόνως με την γενική κατάπτωση των ανθρώπων χάθηκε «ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία.
Στην συνέχεια αναφέρεται στο μεγαλύτερο αμάρτημα που έγινε στην ιστορία, δηλαδή την προδοσία του Ιούδα, η οποία συνίσταται στο «πωληθήναι τιμής και αγορασθήναι τον Κύριον», δηλαδή ο Ιούδας επώλησε τον Κύριο, τον Οποίον αγόρασαν οι Εβραίοι. Αυτό το ανοσιούργημα, όπως λέγει, γίνεται στις ημέρες μας, αφού οι πολλοί από τους λεγομένους πνευματικούς πωλούν τον Κύριο και «αγοράζει δε πας ο έχων αργύριον και βουλόμενος». Προφανώς πρόκειται για το ότι οι λεγόμενοι πνευματικοί χορηγούσαν άφεση αμαρτιών με την λήψη χρημάτων. Αλλά και πολλοί από τους ιερείς ασελγούν εν επιγνώσει, αφού και αυτοί διακατέχονται από αυτά τα πάθη και προσέρχονται να λειτουργούν στην σεβασμία Τράπεζα αναιδώς. Αναφέρεται διεξοδικώς στην κατάπτωση της Εκκλησίας, αφού οι ποιμένες έχουν απομακρυνθή από την διδασκαλία και τα όρια που είχαν θέσει οι Πατέρες. Αλλά και οι μοναχοί έχουν χάσει τον προορισμό τους και ασχολούνται με άλλα ζητήματα, αφού υπάρχουν μοναχοί «και τρία και πέντε, και επτά έχοντες αδελφάτα εκ διαφόρων αυτοίς αφεθέντα προσώπων».
Ο όρος «αδελφάτο» σημαίνει «επιτροπεία διευθύνουσα αγαθοεργόν κατάστημα» (Δημητράκου) που ανήκει στους Δήμους. Με γενική έννοια αδελφάτο είναι «σύλλογος, σωματείο με ιδιαίτερα στενούς δεσμούς μεταξύ των μελών του» η ακόμη «επιτροπή με διαχειριστικά καθήκοντα σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, ναούς, νοσοκομεία» (Μπαμπινιώτης). Στην περίπτωση αυτή με τον όρο αδελφάτα μάλλον εννοούνται μερίδια της Μονής που παραλαμβάνουν και κατέχουν και οι εκτός της Μονής ζώντες μοναχοί που τα εκμεταλλεύονται, οπότε ένας τέτοιος μοναχός μάλλον πρέπει να καλήται «ληστής» και η ενέργεια αυτή «τόκος εστι, και τόκου χείρον, ιεροκαπηλία λεγόμενον», διότι κρατεί τα αδελφάτα των πτωχευόντων μοναστηρίων ενέχυρα για τόκο. Πρόκειται για αλλοίωση του μοναχισμού, ο οποίος έχασε την ησυχαστική παράδοση και μεταβλήθηκε σε υλική εκμετάλλευση των μοναστηριών.
Και αφού κάνει μεγάλη ανάλυση αυτής της καταστάσεως που παρατηρείται στους άρχοντες και τον λαό, τους Κληρικούς και τους μοναχούς, τους αστούς και τους χωρικούς, καταλήγει στον υπέροχο αυτόν και σημαντικό του λόγο σε μια ανακεφαλαίωση, στην οποία δίνει τις κατάλληλες συμβουλές για να αποφύγουν το κακό, το οποίο βλέπει καθαρά να έρχεται.
Λέγει ότι βλέποντας πριν σαράντα χρόνια να ερημώνωνται οι πόλεις, να αφανίζωνται οι χώρες, να καίγωνται οι Εκκλησίες, να βεβηλώνωνται τα άγια και να δίδωνται τα ιερά σκεύη στα σκυλιά και «παν το ημέτερον γένος, δουλεία παραδιδόμενον και μαχαίρα», προσευχόταν στον Θεό να του αποκαλύψη για το που οφείλεται αυτή η εγκατάλειψη του λαού και «η τοσαύτη του Θεού αγανάκτησις καθ ?μ?ν». Και μετά από πολλές προσευχές βρήκε ποιό είναι το αίτιο και θέλει να το αποκαλύψη, την ημέρα αυτή, ενώπιον των Βασιλέων και των αρχόντων και όλου του λαού, γιατί φοβάται, μήπως τιμωρηθή αν σιωπήση. Και η αιτία της οργής του Θεού και της δικαίας Του αγανακτήσεως κατά των Ρωμαίων είναι «το πωλείσθαι καθ’ εκάστην το του Χριστού σώμα και αίμα, παρά των λεγομένων πνευματικών και αγοράζεσθαι προς υμών των χριστιανών».
Διαμαρτύρεται για το γεγονός αυτό και επικαλείται ως μάρτυρες τον χορό των αγίων και των αγγέλων. Ζητά από τους άρχοντες τον Κλήρο και τον λαό να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στον Θεό για να γίνη «η του γένους ανάκλησις» και να είναι μαζί τους ο Θεός, γιατί διαφορετικά θα πάθουν χειρότερα από εκείνα που έπαθεν η παλαιά Ιερουσαλήμ, που κυριεύθηκε από τους εχθρούς. Σαφώς εδώ αναφέρεται στην πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, της νέας Ιερουσαλήμ. Ζητά από τους κατοίκους να μετανοήσουν, γιατί αν δεν γίνη αυτό, η καταστροφή θα είναι τόσο μεγάλη που όλα τα έθνη και οι μέλλουσες γενεές θα λένε σε παρόμοιες περιπτώσεις: «μη πάθοιμεν α οι Ρωμαίοι πεπόνθασιν». Εδώ πρέπει να παρατηρηθή ότι παραμονές της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως και της Αυτοκρατορίας οι κάτοικοί της δεν λέγονταν Βυζαντινοί –που ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τους Φράγκους– αλλά Ρωμαίοι.
Δεν αρκείται, όμως, ο Ιωσήφ Βρυέννιος σε γενικές προτροπές για μετάνοια, αλλά την συγκεκριμενοποιεί και με αυτόν τον τρόπο αναλύει στην πραγματικότητα τι θα πη να πωλούν το σώμα και το αίμα του Χριστού, δηλαδή αναφέρεται στην ανάξια μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού, την τέλεση διαφόρων αμαρτιών από Κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς, τις οποίες δεν εξομολογούνται και την προδοσία της πίστεως. Με αυτούς τους τρόπους γίνεται ασέβεια στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Δίνει τέσσερεις συμβουλές και κατευθύνσεις μετανοίας.
Η πρώτη είναι οι πνευματικοί να μη λαμβάνουν χρήματα από τους εξομολογουμένους. Η δεύτερη συμβουλή είναι να μη κρατούν οι Ιερείς ενέχυρα για τόκους, να μη λαμβάνη κάποιος μοναχός η μονάστρια τόκους, ούτε οι εκτός της Μονής να κρατούν αδελφάτα πάνω από δύο ο καθένας και μετά παρέλευση δέκα χρόνων, και να μη κοινωνή κανείς των αχράντων μυστηρίων από εκείνους που είναι τελώνες και άδικοι, αν δεν αποκαταστήση και επιστρέψη το αδίκημα. Η τρίτη συμβουλή είναι να μη κοινωνή κανείς από του σώματος και του αίματος του Χριστού, «της αμαρτίας έτι ενεργουμένης» –αν δεν έχη μετανοήσει και δεν ελευθερώθηκε από την αμαρτία– εκτός και εάν μετά την εξομολόγηση είναι βαριά ασθενής προς θάνατον. Και η τέταρτη συμβουλή είναι «μηδείς ιερέων τοις δυσσεβούσιν ιερεύσι συλλειτουργή (εννοεί τους λατίνους και λατινόφρονας) μηδέ τις των κοσμικών αυτούς εκδική».
Και επειδή μερικοί ισχυρίζονταν ότι πριν αποθάνη κανείς θα έπρεπε να κοινωνήση χωρίς τις αναγκαίες προϋποθέσεις, ο Ιωσήφ Βρυέννιος λέγει ότι κανένας δεν πήγε στην Κόλαση, επειδή δεν πρόλαβε να κοινωνήση των Αχράντων Μυστηρίων, την τελευταία στιγμή –εννοείται αφού ζούσε σε μετάνοια μέσα στην Εκκλησία– αλλά μύριοι κολάσθηκαν «δια το αναξίως μεταλαβείν». Γι’ αυτό συνιστά στους Χριστιανούς να εξομολογούνται και να τηρούν τον χρόνο αποχής από την θεία Κοινωνία που θα επιβληθή από τον πνευματικό για την θεραπεία κάθε αμαρτήματος. Επίσης, μετά βεβαιότητος λέγει: «κρείσσων γαρ η αποχή τούτου μετ’ ευλαβείας και φόβου, ήπερ η μετάληψις μετά τόλμης και αναξιότητος, πίστευσον».
Είναι σημαντικός αυτός ο λόγος του μεγάλου διδασκάλου του γένους μας πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως που δείχνει ποιά είναι τα πνευματικά αίτια της πτώσεως της Βασιλευούσης των πόλεων και ποιά πρέπει να είναι η αληθινή ζωή των Κληρικών και Χριστιανών που θέλουν να είναι και να λέγωνται ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Τα διάφορα δεινά έχουν κυρίως και προ παντός πνευματικά αίτια, έστω κι αν δεν θέλουμε να τα εντοπίζουμε. Δεν πρέπει να παραμένουμε μόνον σε πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες, αλλά θα πρέπη να βλέπουμε και την πνευματική διάσταση του θέματος, αφού ο Θεός διευθύνει την ιστορία. Άλλωστε η χιλιόχρονη Ρωμαϊκή – Βυζαντινή Αυτοκρατορία διατηρήθηκε τόσα χρόνια, γιατί βίωνε την ορθόδοξη πίστη, αφού το πρότυπό της, κατά βάση, ήταν ο αγιασμός και η συμμετοχή στην δόξα του Θεού.
Επίσης, από τον προφητικό και πατερικό αυτόν λόγο του Ιωσήφ Βρυεννίου φαίνεται ότι πρέπει να μάθουμε «πως δει εν οίκω Θεού αναστρέφεσθαι ήτις εστιν εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και έδραιωμα της αληθείας» (Α’ Τιμ. γ , 15). Αυτό αναφέρεται στον κατάλληλο τρόπο προσελεύσεως στα άγια Μυστήρια, στην προσπάθεια να τηρούμε τις εντολές του Χριστού στην καθημερινή μας ζωή, και στον αγώνα να διατηρούμε ανόθευτη την ορθόδοξη πίστη.
Αυτοί οι λόγοι του Ιωσήφ Βρυεννίου αναφέρονται και σε μας, αφού τόσο στην εθνική, όσο και στην οικογενειακή και προσωπική μας ζωή, πρέπει να στηριζόμαστε σε πνευματικά θεμέλια. Τα χωρία «μακάριος ο λαός ου εστι βοηθός Κύριος ο Θεός αυτού» και «μακάριοι πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον» έχουν πνευματική εφαρμογή και συνιστούν τον λεγόμενο πνευματικό νόμο. Εάν ζούμε απρεπώς, τότε ο Θεός προς παιδαγωγία και από αγάπη επιτρέπει διάφορα δεινά για να μετανοήσουμε.
Ο προφητικός λόγος του διδασκάλου του γένους μας Ιωσήφ Βρυεννίου είναι επίκαιρος.

http://www.parembasis.gr/2006/06_05_01.htm

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως 425 μ.Χ. Το πρώτο πανεπιστήμιο της Ευρώπης (μέρος 3ο)

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Μαΐου 2011

eikonomaxoi5

Βυζαντινοί Εικονομάχοι καλύπτουν την εικόνα του Χριστού με ασβέστη. Ψαλτήρι Χλουντόφ (περί το 830). Μόσχα, Ιστορικό Μουσείο.

Η Προτεσταντική Εικονοκλαστία

Πολυάριθμοι θρησκευτικοί ηγέτες διαμαρτυρόμενοι (προτεστάντες), μεταξύ των οποίων ο Ιωάννης Καλβίνος, ενθάρρυναν τη καταστροφή των θρησκευτικών απεικονίσεων των οποίων η λατρεία θεωρείτο ωσάν παγανιστική αίρεση. Αντικείμενο αυτής της ενέργειας υπήρξαν οι αγιογραφίες και τα αγάλματα αγίων αλλά και τα λείψανα τους.

Οι πρώτες εικονοκλαστικές καταστροφές εμφανίστηκαν στη δυτική Ευρώπη σε γερμανόφωνη χώρα στην Ελβετία, στη Ζυρίχη (1523), Κοπεγχάγη (1530), Γενεύη (1535) και Αυγούστα (1537). Η Γαλλία δεν υπέστη εικονοκλαστία πέραν κάποιων μεμονωμένων περιπτώσεων στο δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνα. Η μεγάλη γαλλική εικονοκλαστική κρίση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια των πρώτων θρησκευτικών πολέμων το 1562. Οι πόλεις πού καταλαμβάνονταν από τους προτεστάντες, καταληστεύονταν συστηματικά τα θρηκσευτικά τους κτίρια. Η βία ήταν τέτοια πού ολόκληρες εκκλησίες κατεστράφησαν. Γοητευτικά μνημεία όπως η Βασιλική του Αγίου Μαρτίνου στη Tours ή ο Καθεδρικός ναός του Αγίου Σταυρού στην Ορλεάνη κατεστράφησαν ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Το Αββαείο της Jumièges, ο Καθεδρικός ναός του Αγίου Πέτρου της Angoulême, η Βασιλική της Αγίας Μαγδαληνής στο Vézelay καταληστεύτηκαν. Το 1566 ήλθε η σειρά της Φλαμανδίας και των Κάτω Χωρών να υποστούν μιά βαρειά εικονοκλαστική κρίση.

Με τον όρο Εικονομαχία εννοείται μεγάλη μεταρρυθμιστική κίνηση που ξέσπασε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία τον 8ο και 9ο αιώνα πού από θρησκευτική εξελίχθηκε σε πολιτική διαμάχη για τη λατρεία των εικόνων. Η Εικονομαχία τελικά δίχασε τους Βυζαντινούς σε «Εικονομάχους» (ή «Εικονοκλάστες») και «Εικονολάτρες» (ή «Εικονόφιλους» και «Εικονόδουλους»).

Η εικονομαχία άρχισε περί το 726  και τελείωσε το 843, με αποκατάσταση των εικόνων και περίλαμπρες τελετές. Οι εικονομάχοι βασίστηκαν στη φράση της Παλαιάς Διαθήκης, «ο ποιήσεις σεαυτ εδωλον, οδ παντός μοίωμα, σα ν τ οραν νω κα σα ν τ γ κάτω κα σα ν τος δασιν ποκάτω τς γς. Ο προσκυνήσεις ατος, οδέ μ λατρεύσς ατος».

mixahl pselos

Ο Μιχαήλ Ψελλός ο Νεώτερος (1018-1078), ο Ύπατος των Φιλοσόφων, (δηλαδή πρύτανης του Πανδιδακτηρίου ή πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως, σε μινιατούρα ενώ συνομιλεί με το μαθητή του αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Ζ’ τον Δούκα.

panepisthmio gallia

ouroskopiki eksetasi8

Βυζαντινός ιατρός και ασθενής – Ουροσκοπική εξέταση σε κύλικα

monastiko tagma

Καθηγητής μοναστικού τάγματος παραδίδει μάθημα σε ενδιαφερόμενους φοιτητές σε Δυτικοευρωπαϊκό (γαλλικό) πανεπιστήμιο του πρώϊμου 13ου αιώνα. Η βαρειά χειμερινή αμφίεση υποδηλώνει το βαρύ βροχερό και κρύο κλίμα πού χαρακτήριζε ανέκαθεν την Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστική η πειθαρχημένη προσήλωση στο ανάγνωσμα του καθηγητού (ακριβώς όπως σήμερα!). Καμμία σχέση με τον βυζαντινό ήλιο και την έμφυτη ευγλωττία των ελλήνων της τότε εποχής πού ήσαν γεννημένοι ρήτορες!

bolognia10

Πανεπιστημιακή αίθουσα στη Bologna του 1472, μάθημα Ιατρικής. Επανάληψη ανάγνωσης μαθήματος Ιατρικής (Repetitio) από έμπειρο φοιτητή ή νεαρό καθηγητή σε αίθουσα του πανεπιστημίου της Bologna (1472)

Η εισαγωγή των ελληνικών συγγραμμάτων ιατρικής, γραμματολογίας, νομικών, φυσικών επιστημών, μαθηματικών, αστρονομίας, φαρμακευτικής και βοτανολογίας, στη Δυτική Ευρώπη (κυρίως στην Ιταλία), αποτέλεσε το μεγάλο βήμα για τον ερχομό της Αναγέννησης (της μεγάλης μεταρρύθμισης πού έβγαλε την Ευρώπη από το τέλμα του μεσαίωνα, με την εισαγωγή των αρχαίων ελληνικών κειμένων φιλοσοφίας και ιατρικής) ενώ η Ελλάδα ψυχορραγούσε υπόδουλη κάτω από τους τούρκους)…

Στις παραπάνω μπολωνιέζικες απεικονίσεις τα βιβλία είναι τυπογραφημένα καθώς είχε επινοηθεί η τυπογραφική πρέσσα από τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο στη Γερμανία το 1454. Τα χειρόγραφα πλέον, πολύ ακριβά, ετίθοντο σε αρχεία και βιβλιοθήκες (πού μιά εκ των ονομαστότερων του κόσμου υπήρξε αυτή της Μπολώνια στη κεντρική-βόρειο Ιταλία). Το βιβλίο έτσι έγινε εύωνο στο κόστος του και προσιτό στην απόκτησή του απ’όλους τους τότε φοιτητές χωρίς πλέον το οικονομικό δράμα του 13ου και 14ου αιώνα πού μόνον οι πλούσιοι μπορούσαν να αγοράσουν ενώ οι περισσότεροι (φτωχοί φοιτητές) έπρεπε να διαβάζουν όλοι από το ίδιο βιβλίο με «βάρδιες» ώστε να πάρουν σημειώσεις για να αντιμετωπίσουν τις εξετάσεις. Η γλώσσα των κειμένων ήταν η λατινική με πολλούς ελληνικούς νεολογισμούς πού παρεμβάλονταν στην αυθεντική ελληνική γλώσσα. Η επανάσταση της τυπογραφίας του Γουτεμβέργιου, ισοδυναμεί με τη παρούσα επανάσταση του ηλεκτρονικού διαδικτύου (ίντερνετ), πού άνοιξε ένα τεράστιο χώρο επικοινωνίας και πληροφόρησης. Εάν ο Γουτεμβέργιος είχε επινοήσει τη τυπογραφία ένα χρόνο νωρίτερα ίσως η Πόλη να μην είχε πέσει στους οθωμανούς τούρκους.

Laurentius_De_Voltolina11

Μάθημα σε γαλλικό πανεπιστήμιο του 14ου αιώνα του Laurentius De Voltolina

nikitas_xwniatis12

Ο Νικήτας Χωνιάτης (1155-1216) από μεσαιωνικό χειρόγραφο. Θεωρείται ο σημαντικότερος ιστορικός του 12ου αιώνα, όντας αυτόπτης μάρτυρας της κατάληψης της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φραγκοενετούς λήσταρχους Σταυροφόρους του Ερρίκου Δάνδολου στις 13 Απριλίου του 1204.

Ο Ιωάννης Ξιφιλίνος, υπήρξε επιτομιστής του Δίωνα Κασσίου. Η επιτομή του αποτελεί βασική πηγή της χαμένης ιστορίας του Δίωνα Κασσίου. Ήταν απόφοιτος της Μαγναύρας.

Λίγα γνωρίζουμε για τον Αλέξιο Μακρεμβολίτη. Ότι γνωρίζουμε προέρχεται από από τα γραπτά του. Ανήκε στη πολιτική αριστοκρατία της Κωνσταντινούπολης προερχόμενος από οικογένεια πολύ μορφωμένη. Πιθανολογείται ότο ο Αλέξιος σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης και υπήρξε συγγραφέας, φιλόσοφος και βυζαντινός πολιτικός πού έζησε τον 14ο αιώνα στη Κωνσταντινούπολη και απεβίωσε μεταξύ του 1449 και του 1353.

Ο Βάρδας (816-866), αντιβασιλέας της βυζαντινής αυτοκρατορίας από το 856 έως το 866,, οργάνωσε τη σχολή της Μαγναύρας, η οποία αποτέλεσε σταθμό για τη βυζαντινή εκπαίδευση.

Ο Γέωργιος Γεμιστός ή Πλήθων (Κωνσταντινούπολις 1355 – Μυστράς 1452) υπήρξε νεωπλατωνικός βυζαντινός φιλόσοφος πού επηρέασε την ουμανιστική κουλτούρα της πρώϊμης ιταλικής Αναγέννησης.

panepistimio_kwnstantinoupolis14

Στη σημερινή Κωνσταντινούπολη, η είσοδος του Πανεπιστημίου της Ισταμπούλ πού ίδρυσε ο Μωάμεθ ο Β’ και ο πύργος του Βαγιαζήτ. (Από παλαιά Κάρτ-Ποστάλ) «1 ΤΙΜΑ ἰατρὸν πρὸς τὰς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος· 2 παρὰ γὰρ Ὑψίστου ἐστὶν ἴασις, καὶ παρὰ βασιλέως λήψεται δόμα. 3 ἐπιστήμη

Ραφαήλ Διαμαντής
Ιατρός, ειδικός παθολόγος

HellasOnTheWeb.Org

http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/23/%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CF%8C-/#more-70152

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως 425 μ.Χ. Το πρώτο πανεπιστήμιο της Ευρώπης (μέρος 2ο)

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Μαΐου 2011

syskepsi2

Σημαντικοί καθηγητές του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλως

Λέων ο μαθηματικός από τη Θεσσαλία (790 – 869) διδάσκαλος της φιλοσοφίας.

Φώτιος ο Α’ της Κωνσταντινουπόλεως, διδάσκαλος της ελληνικής φιλοσοφίας.

Άγιος Κωνσταντίνος Κύριλλος

Θεόδωρος διδάσκαλος της γεωμετρίας.

Θεοδόγιος διδάσκαλος της αστρονομίας.

Κομήτης διδάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας…

Ιωάννης Ξιφιλίνος διδάσκαλος των νόμων. Νομοφύλαξ του κράτους.

Σημαντικοί σπουδαστές του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως

Μιχαήλ Ψελλός ο μετέπειτα «Ύπατος των Φιλοσόφων» (Πρύτανις)

Νικήτας Χωνιάτης μέγας ιστορικός του 12ου αιώνα

Συμεών ο Α’

Πέτρος ο Απονενσιανός ο ενετός νεοαριστοτελικός ιατροφιλόσοφος

Μάρκο Πόλο ο εξερευνητής και διπλωμάτης πρέσβης του Δογικού κράτους της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Ενετίας στη Κίνα, Ταταριστάν, Μοσκοβία και Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε οικονομικά, εμπορευματολογία, ρητορική της διπλωματίας σύμφωνα με τα αριστοτελικά πρότυπα. Ήταν δεινός γνώστης της ελληνικής γλώσσας, φίλος και ενθαρρυντής του συμπατριώτη του Πέτρου του Απονενσιανού. (και πράκτορας της Ενετίας εν γνώσει της βυζαντινής αντικατασκοπείας!)

Το Πανεπιστήμιο – Πανδιδακτήριο της Κωνσταντινουπόλεως υπέστη τη λαίλαπα της περιόδου τηςεικονομαχίας το 730. Τότε θανατώθηκαν εικονολάτρες καθηγητές, το πανεπιστήμιο περιήλθε σε χάος και πυρπολήθηκε. Οι εικονολάτρες καθηγητές σπίλωσαν τη μνήμη του Λέοντος Γ’ του Ισαύρου (717-741) τον οποίο θεώρησαν υπεύθυνο για «την έλλειψη εκπαίδευσης στην αυτοκρατορία». Ο Λέων ο Ίσαυρος όμως ήταν σοφός αυτοκράτορας και προέβη στην εικονοκλαστία (δηλαδή το σπάσιμο των εικόνων των εικονολατρών, μιά εντελώς παγανιστική συμπεριφορά της αμμόρφωτης μάζας των χριστιανών, οι οποίοι με τις προκαταλήψεις τους έξυναν τις εικόνες των αγίων και προσλάμβαναν σαν θαυματουργό φάρμακο τη κονιορτοποιημένη βαφή με αποτέλεσμα να πεθαίνουν από Σατουρνισμό – μολυβδίαση – καθώς η βαφή περιείχε μόλυβδο πού από τότε ήταν σημαντικό συστατικό της βαφής των αγιογράφων, αλλά και ισχυρό δηλητήριο για όποιον κατάπινε τη βαφή), τόσο για λόγους προάσπισης της υγείας αλλά και για το φαινόμενο της μαζικής αποχής των νέων από το στρατό με το πρόσχημα των σπουδών! (Οι γενόμενοι ιερομοναχοί απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική θητεία. Στη Δύση, μόνον οι ιερομοναχοί μπορούσαν να σπουδάσουν, και το έκαναν για να αποφύγουν το στρατό, με τη διαφορά ότι στο Βυζάντιο οι σπουδές ήσαν δωρεάν χρηματοδοτούμενες από τους φόρους).

Έτσι η αυτοκρατορία επί Λέοντος Ισαύρου βρέθηκε με περισσότερους μοναχούς παρά στρατιώτες! Το κράτος αντιλήφθηκε τι συνέβαινε και έδρασε κεραυνοβόλα, διώκωντας τους «ιερομοναχούς» και τραβώντας τους έξω από τα μοναστήρια κατατάσσοντάς τους στο στρατό δια της βίας! Επί Ισαύρων το Πανεπιστήμιο μεταρρυθμίστηκε και μετονομάστηκε σε «Οικουμενικόν Διδασκαλείον». Στο Πανεπιστήμιο δεν διδασκόταν η θεολογία, αλλά στην Πατριαρχική Σχολή. Ποτέ οι Ίσαυροι δεν έκλεισαν το πανεπιστήμιο και αντιθέτως έδωσαν μεγάλη σημασία στη μόρφωση και την προώθησαν με τις μεταρρυθμίσεις τους. Όσοι επικαλούνται το αντίθετο ψεύδονται αισχίστως! Το Πανδιδακτήριο αναγνώριζε διατριβές φοιτητών πού υποβάλονταν από τους ιδίους με νομοθετικό ή ρητορικό περιεχόμενο πού ονομάζονταν «δρακτά ή δράγματα» και που ενέκρινε καθηγητής της σχολής. Το σύστημα αυτό το μιμήθηκαν στη συνέχεια (13ο αιώνα) τα δυτικοευρωπαϊκά πανεπιστήμια επεκτείνοντας τη διατριβή σε όλες τις σχολές και το εξακολουθούν μέχρι σήμερα.

Εικόνα αριστερά: Σύσκεψη ιατρών σε γαλλικό πανεπιστήμιο του 14ου αιώνα. Εξετάζονται διατριβές, ενώ περιφέρεται ο «οβολοσυλλέκτης διδάκτρων» για την είσπραξη της συμμετοχής των παρισταμένων απ’όπου θα βγεί ο μισθός του καθηγητού (στο βάθος καθήμενος στη έδρα) καθώς και η συντήρηση της αίθουσας. Ο οβολοσυλλέκτης ήταν ο οικονομικός διαχειριστής και λογιστής των εσόδων-εξόδων των δυτικοευρωπαϊκών Πανεπιστημίων (Ιταλίας, Γαλλίας). Μάλιστα έφερε και ειδική στολή (όπως και σήμερα!). Το μάθημα-μελέτη κρατούσε πολλές ώρες και γινόταν διάλειμμα μόνον για το συσσύτιο πού παρείχετο από το πανεπιστήμιο (μόνον στους εγγεγραμμένους σ’αυτό, φοιτητές ή καθηγητές) και περιλαμβανόταν στην τιμή της «οβολοείσπραξης». Το μενού ήταν όπως και των μοναστηρίων (συνήθως ο μάγειρας ήταν φραγκισκανός ή δομινικανός μοναχός με υπηρέτες κατάδικους πρόσφατης αποφυλάκισης από τα κάτεργα) και συνίστατο από ψωμί, πυτιούχο τυρί και prebogion ένα είδος χορταρικού με το οποίο σιτίζονταν οι νορμανδοί (ιδιαίτερα οι ιππότες του 12ου αιώνα) πού κατέκτησαν όλη την Ευρώπη. Το κρέας σπάνιζε στους ακαδημαϊκούς κύκλους της εποχής. Εισήχθη στο μενού αργότερα (15ος αιώνας).

eikonoklasia3

Ένα όψιμο παράδειγμα εικονοκλαστίας στη δυτική Ευρώπη του 1566 στον καθεδρικό ναό του Αγίου Μαρτίνου της Ουτρέχτης. Τα πρόσωπα των αγίων έχουν καταστραφεί με σφυριά.

protestantiki_eikonoklasia4

Παράδειγμα προτεσταντικής εικονοκλαστίας στην Εκκλησία του Αγίου Στεφάνου στη Νιμέγη.

Συνεχίζεται…

http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/21/%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CF%8C-/#more-70149

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως 425 μ.Χ. Το πρώτο πανεπιστήμιο της Ευρώπης (μέρος 1ο)

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | 1 σχόλιο »

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως 425 μ.Χ. Το πρώτο πανεπιστήμιο της Ευρώπης (μέρος 1ο)

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Μαΐου 2011

Ο Κολοσσός της Barletta (στη Νότιο Ιταλία), το κολοσσιαίο άγαλμα του Θεοδοσίου του Β’, του ιδρυτού του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως (γνωστού ως Πανδιδακτηρίου της Μαγναύρας).

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως πού λεγόταν επίσης πανεπιστήμιο σπουδών της αίθουσας του ανακτόρου της Μαγναύρας, κατά τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας αναγνωρίστηκε ως πανεπιστήμιο το 848, έστω και εάν τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη δεν το αναγνώρισαν ποτέ ως πανεπιστήμιο!

Όπως τα περισσότερα μεσαιωνικά πανεπιστήμια, υπήρξε ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα για πολλά χρόνια, προτού ακόμα αναγνωριστεί σαν πανεπιστήμιο, η γέννηση της Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως έλαβε χώρα επί βασιλείας Θεοδοσίου του Β’ (408 – 450), στις 27 Φεβρουαρίου του έτους 425. Το πανεπιστήμιο αυτό περιλάμβανε τις σχολές της ιατρικής, της φιλοσοφίας , των νομικών και της δασοκομίας. Οι σχολές της οικονομίας πού ήσαν ποικίλες εκείνη την εποχή, τα πανεπιστήμια, τα πολυτεχνεία, οι βιβλιοθήκες και οι ακαδημίες καλών τεχνών ήσαν ανοιχτές στη Πόλη, καταστώντας τη Κωνσταντινούπολη κέντρο της διανόησης του μεσαιωνικού κόσμου.

Το πανεπιστήμιο θα κλείσει στις 29 Μαΐου 1453, από τον Μεχμέτ τον Καταστροφέα (ή «Μωάμεθ τον Πορθητή»), στη θέση του οποίου ανέγειρε ένα δικό του πανεπιστήμιο πού αρχικά λειτούργησε ως ισλαμική ιερατική σχολή (Μεντρεσές), αλλά κατόπιν με τη προσέλευση ξένων (δυτικών καθηγητών) πού κάλεσε ο Μεχμέτ δημιουργήθηκαν και άλλες σχολές όπως η ιατρική αλλά πλήρως «απαγκιστρωμένες» από το ελληνικό πρωτότυπο και φυσικά δεν χάρηκε ποτέ την αίγλη του ελληνικού Πανδιδακτηρίου.

Η βυζαντινή κοινωνία σε αντίθεση των δυτικοευρωπαϊκών του ανωτέρου μεσαίωνα, ήταν υψηλά μορφωμένη και πράγματι η βυζαντινή αυτοκρατορία κατείχε ένα υψηλό επίπεδο αλφαβητισμού σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο. Το γεγονός ότι η βυζαντινή κοινωνία ήταν καλλιεργημένη οφειλόταν στο προαιώνιο εκπαιδευτικό σύστημα πού υπήρχε στην Ελλάδα. Όντως η Κωνσταντινουπολίτικη Σχολή αποτελούσε μιά συνέχεια των ακαδημιών της αρχαίας Ελλάδας. Η στοιχειώδης εκπαίδευση ήταν ευρέως διαδεδομένη και διαθέσιμη ακόμα και σε κάθε χωριό και στις τοπικές κοινωνίες για αμφότερα τα φύλα. (Οι βυζαντινοί δεν έκλειναν στο σπίτι τις γυναίκες τους, να παχαίνουν και να είναι αποκλεισμένες από τον έξω κόσμο όπως έκαναν αργότερα οι οθωμανοί). Έτσι εξηγείται και γίνεται εύληπτη η διαιώνιση του πανεπιστημίου σπουδών της Κωνσταντινουπόλεως. Η Σχολή της Πόλης δεν υπήρξε η μοναδική της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πρίν την μουσουλμανική κατάκτηση της Βορείου Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής, υπήρξαν σχολές επίσης στις μεγάλες επαρχιακές πόλεις της αυτοκρατορίας όπως της Αλεξάνδρειας της Αυγύπτου και της Αντιοχείας της Συρίας.

Το ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Πόλης ιδρύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 425 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β’, πού του έδωσε το όνομα Πανδιδακτήριον, η σχολή εγκαινιάσθηκε κοντά στην Αγορά των βοοειδών (Forum Boarium). Η πρώτη σχολή της Κωνσταντινουπόλεως περιλάμβανε 31 έδρες για τις σχολές των νομικών, φιλοσοφίας, ιατρικής, αριθμητικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ρητορικής (μάθημα πού δεν διδάσκεται σήμερα γι αυτό οι σημερινοί έλληνες δεν ξέρουν να μιλήσουν ιδιαίτερα στα τηλεοπτικά κανάλια και «γαυγίζουν» όλοι καλύπτοντας ο ένας τη φωνή του άλλου!) και άλλες διδασκαλίες, 15 έδρες για τη σχολή των λατινικών και 16 για τη σχολή των ελληνικών.

Το έτος 849 η σχολή αναδιοργανώθηκε από τον μελλοντικό αντιβασιλέα του θρόνου Μιχαήλ τον Γ’ τον λεγόμενο Βάρδα (856-866), πού αναγνώρισε επισήμως τη σχολή με το τίτλο του πανεπιστημίου.

Τα κυριώτερα μαθήματα του πανεπιστημίου καθώς και τα πιό δημοφιλή πού επέλεγαν οι φοιτητές ήσαν, η ρητορική, η φιλοσοφία και το δίκαιο. Σκοπός του πανεπιστημίου ήταν να μορφώσει άτομα ικανά, πού θα μπορούσαν να αναλάβουν γραφειοκρατικές θέσεις, ή να γίνουν άνθρωποι του κράτους ή της εκκλησίας. Υπ’αυτή την έννοια το πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε το αντίστοιχο λαϊκό της θεολογικής σχολής. Το πανεπιστήμιο διατήρησε έναν ενεργό ρόλο στη φιλοσοφική παράδοση του πλατωνισμού και του αριστοτελισμού, ο πρώτος των οποίων αντιπροσωπεύει το μακροβιότερο παράδειγμα αδιάκοπης συνέχισης της πλατωνικής σχολής πού παρέμεινε ενεργός για σχεδόν δύο χιλιετίες, έως τον 15ο αιώνα. Το Πανεπιστήμιο εξαφανίστηκε την ημέρα της Άλωσης της Πόλης στις 29 Μαΐου 1453.

Συνεχίζεται…

http://vatopaidi.wordpress.com/2011/05/20/%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CF%8C-/#more-70021

Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως 425 μ.Χ. Το πρώτο πανεπιστήμιο της Ευρώπης (μέρος 2ο)

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | 1 σχόλιο »

Ο κόσμος της Ορθοδοξίας – Επίκαιρες επισημάνσεις

Συγγραφέας: kantonopou στις 16 Μαρτίου 2011

Αθανασίου Αν. Αγγελοπούλου

ομοτ. Καθηγητή Α.Π.Θ.

Υπό το φως των σημερινών εξελίξεων και δεδομένων, την Χερσόνησο του Αίμου -ή άλλως πως την Νοτιανατολική Ευρώπη- κατοικούν Λαοί-έθνη σε πλειοψηφίες ή μειοψηφίες, πού ανήκουν σε τρεις κυρίως θρησκευτικές κοινότητες.

ΟιΛαοί αυτοί είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Χριστιανοί Ρωμαιοκαθολικοί Μουσουλμάνοι τριών κλάδων: Σουνίτες, Σιΐτες και Μπεκτασήδες.

Επί συνόλου σήμερα 85 περίπου εκατ. κατοίκων –σε μια δεκαπενταετία θα είναι 100 περίπου εκατ. –σ’ όλη την Χερσόνησο του Αίμου τα 73 περίπου εκατ. ανήκουν στο παραδοσιακό περιβάλλον της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι Ορθόδοξοι Λαοί της Χερσονήσου του Αίμου εκφράζονται ως προς την θρησκευτική τους ταυτότητα μέσα από τις κατά τόπους Επίσημες Εκκλησίες ή πατριαρχική τιμή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Άλλα 6 περίπου εκατ. είναι Χριστιανοί Ρωμαιοκαθολικοί και άλλα τόσα Μουσουλμάνοι, κυρίως Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία. Στην Ελλάδα έχουμε κατοίκους 11 εκατ. περίπου.

Απ’ αυτά 96-97% ανήκουν στο περιβάλλον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, 1% είναι Μουσουλμάνοι, 1% Εβραίοι, Αρμένιοι, Ρωμαιοκαθολικοί, Προτεστάντες, και 1% αδιάφοροι.

Από τα ανωτέρω στατιστικά του σημερινού θρησκευτικού χάρτη της Χερσονήσου μας εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η Χερσόνησος του Αίμου, το τ. Ανατολικό Ιλλυρικό της ελληνοβυζαντινής περιόδου με διοικητικό, πολιτιστικό και εκκλησιαστικό τότε κέντρο την Θεσσαλονίκη και με τελική αναφορά στην Κωνσταντινούπολη ή τα Βαλκάνια της οθωμανικής περιόδου, είναι παραδοσιακός χώρος της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, της ορθοδόξου κληρονομιάς από το 395 μ.Χ. και κυρίως από το 732 μ.Χ. Στην Πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, την Κωνσταντίνου Πόλη, άνευ διακοπής, ασχέτως των κοσμικών εξωτερικών διεθνών αλλαγών, εδρεύει επί 1500 σχεδόν χρόνια το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Μητέρα Μεγάλη Εκκλησία όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, επομένως και της Χερσονήσου του Αίμου. Γιατί όλες οι Εκκλησίες της Χερσονήσου του Αίμου (Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Αλβανίας, Ελλάδος) αλλά και όλες της άλλης Ευρώπης (Ρωσίας, Ουκρανίας, Μολδαβίας, Λευκορωσίας, Πολωνίας, Τσεχίας, Σλοβακίας, Ουγγαρίας, Φινλανδίας και Εσθονίας) προέκυψαν κανονικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, πού και γι’ αυτό το λόγο και λειτουργεί ως το κέντρο της Ορθοδοξίας, της Ορθοδόξου κατ’ Ανατολάς Εκκλησίας. Εάν, λοιπόν, υπάρχει κάτι ευρωπαϊκό από άποψη πολιτισμού στην σημερινή Τουρκία, αυτό είναι ο θεσμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πού κείται στην ευρωπαϊκή επικράτεια του 1%. Και αυτό δίδει στην Τουρκία ένα κάποιο εισιτήριο για τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, προς τον οποίο πρέπει να είμαστε θετικοί.

Εν τούτοις, η Τουρκία σήμερα αρνείται πεισμόνως τον Οικουμενικό χαρακτήρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το μεγάλο ιστορικό του παρελθόν· πιεστικά στο εσωτερικό, ανεπιτυχώς βέβαια στο εξωτερικό έναντι της πολιτισμένης Διεθνούς Κοινότητας. Γιατί το μεν κέντρο της Ορθοδοξίας είναι ταυτόσημο με τον όρο και τη σημασία του όρου Κωνσταντινούπολη, ενώ η σημερινή Τουρκική Δημοκρατία με τον όρο Ισταμπούλ. Τα ονόματα πάντοτε εκφράζουν τα πράγματα.

Αυτός είναι σήμερα ο θρησκευτικός χάρτης της Χερσονήσου του Αίμου, της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Επισημαίνουμε ότι αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο Βαλκάνια για το γεωγραφικό αυτό διαμέρισμα. Γιατί δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή πραγματικότητα. Ο όρος Βαλκάνια ανατρέχει στην οθωμανική πραγματικότητα, στην οθωμανική περίοδο διοικήσεως του γεωγραφικού διαμερίσματος της Χερσονήσου του Αίμου, της Νοτιοανατολικής, δηλαδή, Ευρώπης. Έχει οθωμανική προέλευση. Οι όροι «Χερσόνησος του Αίμου ή Νοτιοανατολική Ευρώπη» ελληνιστί, «Southeastern Europe» αγγλιστί «Poluostrvo Jugoistocne Evrope» σλαβιστί, αυτοί και μόνοι πρέπει να αποδίδουν σήμερα το γεωγραφικό μας διαμέρισμα.

Επαναλαμβάνουμε, λοιπόν, ότι η Χερσόνησος του Αίμου, ή Νοτιανατολική Ευρώπη, είναι παραδοσιακός χώρος Χριστιανικής Ορθοδόξου κληρονομιάς και παρουσίας. Πώς όμως συντελέσθηκε η πραγματικότητα αυτή: Ποιες οι ρίζες της;

Αυτές βρίσκονται στην Χριστιανική Μακεδονία. Στην Μακεδονία του Αποστόλου Παύλου, στην Μακεδονία του Αγίου Δημητρίου, στην Μακεδονία του Κυρίλλου και Μεθοδίου, στην Μακεδονία της μοναχικής πολιτείας του Αγίου Όρους, στην Μακεδονία με την ιστορική και παντοτινή πρωτεύουσα της, την Θεσσαλονίκη, στην Βόρειο Ελλάδα.

Πρέπει εδώ να κάνουμε την ιστορική και σημερινή αντιδιαστολή ότι τα Σκόπια, πού από την περίοδο του μαρξιστικού Τιτοϊκού καθεστώτος στη Γιουγκοσλαβία διεκδίκησαν να είναι η πρωτεύουσα της Μακεδονίας, μέσα από τον όρο «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», στα κρατικά πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας, ουδέποτε υπήρξαν, κατά την ιστορική γεωγραφία και μέχρι τον β’ παγκόσμιο πόλεμο, πρωτεύουσα, ούτε καν μέρος, της Μακεδονίας. Στην αρχαιότητα ήταν πρωτεύουσα της Δαρδανίας, επαρχίας προς Βορράν της Αρχαίας Μακεδονίας, στην δε προπολεμική Γιουγκοσλαβία πρωτεύουσα της Γενικής Διοικήσεως Βαρδαρίου (=Vardaska Banovina). Ενώ η Θεσσαλονίκη λειτουργεί πάντοτε ως πρωτεύουσα της ιστορικής και της διαδόχου αυτής σημερινής Μακεδονίας.

Σ’ αυτή την Μακεδονία, πού σήμερα ταυτίζεται με την Μακεδονία της Βορείου Ελλάδος, εκήρυξε για πρώτη φορά τον χριστιανισμό ο Απόστολος Παύλος. Εδώ έγιναν οι πρώτες επί ευρωπαϊκού εδάφους χριστιανικές κοινότητες Φιλίππων στην Καβάλα, Θεσσαλονίκης και Βερροίας. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε η πρώτη μεγάλη επί ευρωπαϊκού εδάφους χριστιανική κοινότητα πόλη. Από εδώ ο χριστιανισμός διαδόθηκε σ’ όλην την Νοτιανατολική Ευρώπη.

Ειδικότερα, ο Σερβικός, ο Βουλγαρικός, ο Ρωσικός, ο Ρουμανικός λαός σχετίζεται με την αγιορείτικη παράδοση. Γιατί διαπρεπείς Σλάβοι και μη ηγεμόνες σχεδίασαν και οργάνωσαν εδώ τον ευρωπαϊκό ορθόδοξο προσανατολισμό των, την διάδοση του χριστιανικού πολιτισμού στους λαούς των. Από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έλαβαν οι λαοί αυτοί το αυτοκέφαλο ή πατριαρχικό καθεστώς. Ζωντανός κρίκος πνευματικής αναφοράς αλλά και πνευματικής συνεργασίας μεταξύ Ελλήνων και Σέρβων, μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, μεταξύ Ελλήνων και Ρουμάνων, μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων κ.τ.λ., είναι το Άγιον Όρος, το οποίον είναι μαζί με την Θεσσαλονίκη το πιο ζωντανό τμήμα της Χριστιανικής Ορθοδόξου Μακεδονίας.

Από όσα συνοπτικά σας ανέφερα βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα των άρρηκτων πνευματικών δεσμών ημών του ελληνορθόδοξου Κόσμου με τον άλλο Κόσμο της Ορθοδοξίας στη Χερσόνησο του Αίμου και ευρύτερα της Χριστιανικής Μακεδονίας, ως γεωγραφικού διαμερίσματος της Βορείου Ελλάδος. Ο 21ος αι. προσφυώς και διορατικώς λέγεται ότι θα είναι ο αιώνας της Ορθοδοξίας. Επομένως, ανάλογη θα είναι η πρόκληση και των Ορθοδόξων Λαών. Μέσα από την ιδεολογική και πολιτισμική ταυτότητα και συγγένεια η πρόοδος σ’ όλους τους τομείς του βίου παντός είναι δεδομένη και εμφανής. Αξίζει να επικεντρώσω το λόγο καταληκτικά σε μια ομάδα των εμπόρων ανθρώπων πού αθόρυβα ανακαλύπτουν την νέα πραγματικότητα. Οι έμποροί μας στις σημερινές συναλλαγές και επικοινωνίες τους με τους συναδέλφους τους της Χερσονήσου του Αίμου προσεγγίζουν στην απτή πραγματικότητα το κοινό πολιτιστικό υπόβαθρο των λαών της περιοχής μας. Ανακαλύπτουν την πνευματική κληρονομιά της Ορθοδοξίας, την οποία ευκαίρως ακαίρως χρησιμοποιούν ως τρόπο και μέτρο προσεγγίσεως και επικοινωνίας.

Και δικαιούται αυτού του είδους την προσέγγιση κατ’ εξοχήν η φιλοπρόοδος αυτή τάξη των εμπόρων. Γιατί στον εκπολιτισμό και εξευρωπαϊσμό διά του εκχριστιανισμού των Λαών αυτών από τον 6ο μ.Χ. αι. και εξής οι έμποροί και πάλιν ήσαν εκείνοι μεμονωμένα και ιδιωτικά πού μετέφεραν πρώτοι αυτοί τον ανώτερο χριστιανικό τρόπο σκέψεως και ζωής και δημιουργίας και προόδου στους προγόνους των σημερινών ομόδοξων με εμάς Λαών της ευρύτερης περιοχής μας.

Το να προάγουμε μέσα από όλες τις δραστηριότητες της ζωής μας την ομόδοξη αυτογνωσία μας και ουδέποτε την μισαλλοδοξία, την αλήθεια και ουδέποτε το ψεύδος, την έντιμη φιλία και συναλλαγή και ουδέποτε την ρατσιστική διάκριση σε εθνικό, θρησκευτικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, αυτό είναι καθήκον όλων των δυνάμεων της ομόδοξης πατρίδας και γειτονιάς μας.

Σήμερα υφίστανται πολλές αναταραχές και ανάλογος προβληματισμός. Σιγά σιγά όλα αυτά θα καταλαγιάσουν. Στην επόμενη γενιά η κατάσταση θα είναι πολύ καλύτερη. Η ανάδειξη και ανάπτυξη, μεταξύ άλλων και της πολιτισμικής και δημιουργικής ορθόδοξης κληρονομιάς μας, για την οποία πρέπει να αισθανόμαστε ευτυχείς ριζωμένοι σ’ αυτήν, θα φέρει τους λαούς μας, είτε σε πλειοψηφίες είτε σε μειοψηφίες πιο κοντά. Ο συμπλησιασμός αυτός θα είναι προς όφελος των ιδίων αλλά και της ευρύτερης ευρωπαϊκής κοινωνίας μας.

Θεσσαλονίκη, Πάσχα 2010

Αθ. Α. Αγ.

Σημείωση:

* Εισήγηση στην Πανηγυρική Συνεδρία του Διαβαλκανικού Επιστημονικού Συμποσίου, με θέμα: «Ή Όρθόδοξη Κληρονομιά στο παρελθόν, παρόν και μέλλον στην Νοτιοανατολική Ευρώπη», στη Νιγρίτα Σερρών, 25-27 Σεπτ. 1998. Περιελήφθη και στο «Εΐκοσιπενταετηρικόν Αφιέρωμα στον μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Διονύσιο, Νεάπολη Θεσσαλονίκη, σσ. 243-250.

– Ό κ. Αγγελόπουλος ιδρυτικός και Α’ Πρόεδρος του Ι.Ε.-Θ.Π.-ΚΑΡΙΠΕΙΟ, είναι και τώρα Πρόεδρος αυτών.

πηγή: Ζήσης Αν. Μπέλος, Δυτικομακεδονικόν Ημερολόγιον, (Γέννηση από το «Ημερολόγιον Κοζάνης») Άμβωνας Πνευματικής – Εθνικής Προσφοράς, Έτος Στ’ – Τόμος 6ος, 2011 Κοζάνη

http://vatopaidi.wordpress.com/2011/03/16/%CE%BF-%CE%BA%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-/#more-65137

Κατηγορία ΒΑΛΚΑΝΙΑ, ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς και οι επιπτώσεις της (29 Μαρτίου 1430)

Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Σεπτεμβρίου 2010

Η Θεσσαλονίκη στον Βυζαντινό μεσαίωνα υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αυτοκρατορίας και ένα σπουδαίο πολιτιστικό, θρησκευτικό και εμπορικό κέντρο. Στα χρόνια της παρακμής της αυτοκρατορίας η Θεσσαλονίκη εκτέθηκε στις επιδρομές Σλαβικών φύλων και πειρατών, ενώ τελικά κατακτήθηκε από τους Φράγκους Σταυροφόρους μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Η κατοχή αυτή υπήρξε προσωρινή, η πόλη ανακτήθηκε από τον δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Κομνηνό το 1224 μ. Χ. αργότερα πέρασε στην κατοχή του Ιωάννη Βατάτζη Αυτοκράτορα της Νίκαιας και τελικώς το 1261 προσαρτήθηκε στο νέο βυζαντινό κράτος που αναδύθηκε από τις στάχτες του. Η τύχη της Θεσσαλονίκης στα επόμενα χρόνια γνώριζε συνεχείς εναλλαγές και μεταπτώσεις καθώς στην κατοχή της εναλλάσσονταν Βυζαντινοί, Οθωμανοί και Βενετοί.
Τον Μάρτιο του 1430 ο Μουράτ ο Β΄ αποφάσισε να καταλάβει την πόλη που βρισκόταν υπό την κατοχή των Βενετών και να την προσαρτήσει στις περιοχές που ήλεγχε. Έτσι εμφανίστηκε μπροστά στα τείχη της πόλης με όλο του τον στρατό και ξεκίνησε πυρετωδώς τις προετοιμασίες για την τελική επίθεση τρομοκρατώντας τους κατοίκους. Αρχικώς έκανε μια σειρά από ελκυστικές προτάσεις για παράδοση, υποσχόμενος να σεβαστεί τους κατοίκους και τις περιουσίες τους, αλλά ο Βενετός διοικητής Παύλος Contarini τις απέρριψε όλες, δίνοντας διαταγή να οργανωθεί η άμυνα της πόλης. Για αρκετές μέρες μεταφέρονταν πολιορκητικές μηχανές και πολεμικό υλικό, ενώ λαγουμιτζήδες υπονόμευαν τα τείχη. Η αγωνία των χριστιανών κατοίκων εντεινόταν από διάφορες φήμες που ακούγονταν, αλλά και από την τακτική του Βενετού διοικητή να μην ενημερώνει για τις προθέσεις του τους κατοίκους. Ανάμεσα στους χριστιανούς πολλοί ήθελαν να παραδοθούν για να γλυτώσουν τις σφαγές και την λεηλασία, καθώς ήταν έθιμο πόλη που παραδινόταν να μην λεηλατείται από τους κατακτητές της.
Η τοποθέτηση Βενετών στρατιωτών και στα παραθαλάσσια τείχη, μετά από την είδηση πως οι Οθωμανοί ετοίμαζαν ταυτόχρονη επίθεση από την θάλασσα με πειρατικά πλοία, εκλήφθηκε από τους κατοίκους ως τάση των Βενετών να εγκαταλείψουν την πόλη. Η επίθεση των οθωμανικών στιφών ξεκίνησε τα ξημερώματα της 29ης Μαρτίου με πολεμικές ιαχές και αλαλαγμούς. Ο Μουράτ είχε φανατίσει τους πολεμιστές τους τάζοντας πλήρη ελευθερία λεηλασίας αν η πόλη καταλαμβανόταν. Οι υπερασπιστές των τειχών ήταν λίγοι, άσχημα εξοπλισμένοι και με χαμηλό ηθικό. Οι Οθωμανοί επιτίθονταν κατά κύματα πλησιάζοντας από το Ανατολικό τείχος της πόλης (σημερινό Επταπύργιο) το οποίο ήταν το παλαιότερο και στην χειρότερη κατάσταση. Σύντομα επιτεύχθηκε εκεί το πρώτο ρήγμα με τους Οθωμανούς να στήνουν σκάλες και να ανεβαίνουν στα τείχη.
Το άγγελμα της πτώσης του ανατολικού τείχους, οδήγησε τους Βενετούς σε γρήγορη φυγή προς τα πλοία τους. Οι απώλειες τους ήταν βαρύτατες (270 άνδρες), ενώ ανάμεσα στους σημαντικούς άρχοντες που χάθηκαν ήταν και ο γιος του Contarini Λεονάρδος Γραδενίγο. η απώλεια της Θεσσαλονίκης κόστισε οικονομικά και πολιτικά στην Βενετία και την οδήγησε σε παρατεταμένη παρακμή. Οι Οθωμανοί ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης λεηλατώντας και ρημάζοντας τις περιουσίες των Χριστιανών. Πολλοί Χριστιανοί αιχμαλωτίσθηκαν και εξανδραποδίσθηκαν. Η λεηλασία της πόλης διήρκεσε για τρία μερόνυχτα και προκάλεσε σημαντικές καταστροφές στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, ακόμη και στο νεκροταφείο της πόλης, όπου οι Οθωμανοί ανέσκαπταν τους τάφους ψάχνοντας για κρυμμένους θυσαυρούς.
Στην τέταρτη μέρα σταμάτησε ο χαλασμός, με τον ίδιο τον Μουράτ να μπαίνει στην πόλη και να προσκυνάει στην εκκλησία της Αχειροποίητου, την οποία μετέτρεψε σε τζαμί για να συμβολίζει την νίκη του (μια μικρή επιγραφή από τότε σώζεται μέχρι και σήμερα στον τοίχο της εκκλησίας). Ο Μουράτ γρήγορα κατάλαβε την στρατηγική σημασία της πόλης και αποφάσισε να την εξισλαμίσει εποικίζοντας την με χιλιάδες μουσουλμάνους για να καλύψουν τα πληθυσμιακά κενά που είχαν δημιουργηθεί. Χιλιάδες χριστιανοί εξισλαμίστηκαν βίαια, ενώ πολλοί άλλοι (αγόρια, κορίτσια, ακόμη και παντρεμένες γυναίκες) σύρθηκαν σκλάβοι στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Μέσα σε λίγα χρόνια όλες οι εκκλησίες της Θεσσαλονίκης μετατράπησαν σε τζαμιά και ανάμεσα τους οι  φημισμένες εκκλησίες Ροτόντα, Αγία Σοφία, Άγιος Δημήτριος. Η ερημιά των χριστιανών στην Θεσσαλονίκη ήταν τόση, ώστε να μην διαθέτουν ούτε έναν ιερέα να λειτουργήσει και τους ύμνους να τους ψέλνουν οι λαϊκοί. Στα πρώτα χρόνια μετά την κατάκτηση πολλοί χριστιανοί χωρικοί στην Θεσσαλονίκη γνώριζαν πολύ λίγα για την θρησκεία τους, ενώ κάποιοι δεν γνώριζαν ούτε το σημείο του σταυρού.
Οι φορολογικές ατέλειες και η ανώτερη κοινωνική θέση οδηγούσαν πολλούς χριστιανούς να ασπάζονται το Ισλάμ, μειώνοντας περαιτέρω τον χριστιανικό πληθυσμό. Ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν εξισλαμίστηκε όλος ο πληθυσμός της πόλης ήταν καθαρά φορολογικός, καθώς οι χριστιανοί πλήρωναν βαρύτατους φόρους (χαράτσι κτλ). Οι καμπάνες, οι χριστιανικές λιτανείες και ο εορτασμός της Ανάστασης με βεγγαλικά απαγορεύτηκε αυστηρά ενώ η πόλη γέμισε με φωταγωγημένους μιναρέδες και μουεζίνηδες που καλούσαν τακτικά μέσα στην ημέρα τους μουσουλμάνους για προσευχή.
Τέλος, ο θρύλος ότι η πτώση της πόλης προήλθε από την προδοσία των μοναχών της μονής Βλατάδων (που απ΄ ότι είδα είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος και στο διαδίκτυο) δεν επιβεβαιώνεται από κανένα χρονικογράφο. Το μοναδικό ουσιαστικό στοιχείο που σώζεται είναι ότι η μονή Βλατάδων μετά την άλωση της πόλης, κατέβαλλε μικρούς φόρους για την περιουσία της στους Οθωμανούς. Κανένα άλλο στοιχείο δεν υπάρχει.

Ι. Β. Δ.

Πηγές

Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας 1354 – 1833, εκδόσεις Βάνιας

Mark Mazower, Θεσσαλονίκη πόλη των φαντασμάτων, εκδόσεις Αλεξάνδρεια

http://www.istorikathemata.com/2010/09/29-1430.html

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Βυζαντινές «διεθνείς» λέξεις

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Σεπτεμβρίου 2010

Ως γνωστόν, η πλουσιότατη ελληνική μας γλώσσα χρησίμευσε και χρησιμεύει ακόμη ως αστείρευτο θησαυροφυλάκιο λέξεων για όλες τις δυτικές – και όχι μόνο- γλώσσες. Μεγάλος αριθμός επιστημονικών, φιλολογικών, τεχνολογικών και πολιτειακών όρων ….αποδίδεται σε πολλές γλώσσες με ελληνικές λέξεις. Ακόμη και λέξεις χρησιμοποιούμενες συχνά στην καθομιλουμένη των Δυτικών μας φίλων απηχούν την ελληνόγλωσση καταγωγή (καταστροφή – catastrophe,τηλέφωνο – telephone) ή ακόμη και ονόματα ζώων (ελέφαντας – elephant).
Κατά το Μεσαίωνα υπήρχαν πολλές πολιτιστικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ Βυζαντίου και Δύσης. Ιδιαίτερα κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα (μέχρι και τον 12ο αιώνα) η πολιτιστική ακτινοβολία του βυζαντινού ελληνισμού στη Δυτική Ευρώπη ήταν ισχυρότατη. Μέσα στα πλαίσια αυτής της επιρροής, οι χριστιανικοί λαοί της Δύσης (αλλά και οι Σλάβοι) δανείστηκαν αυτούσιες ελληνικές λέξεις ή μετέφρασαν απ’ τα ελληνικά στα λατινικά άλλες λέξεις για να δηλώσουν ότι και οι Βυζαντινοί. Παρακάτω θ’ αναφερθούν λίγα μόνο παραδείγματα τέτοιων δανείων.

Τα πρώτα έχουν σχέση με πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς ευρέως διαδεδομένους και απόλυτα αναγκαίους τόσο τότε όσο και στη σύγχρονη εποχή.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε οικουμενική πολιτική ιδεολογία. Ως συνέχεια του ρωμαϊκού imperium – που στα πλαίσια του χριστιανισμού μεταμορφώθηκε σε imperium christianum – είχε αξιώσεις για παγκόσμια πολιτική και πολιτιστική κυριαρχία. Ο βυζαντινός αυτοκράτωρ παρουσιαζόταν ως ο ανώτερος ηγεμόνας όλων των κοσμικών βασιλέων, χριστιανών και μη, και ως ο προστάτης όλης της χριστιανοσύνης. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι την ευημερία του κράτους εποφθαλμιούσαν πολλοί εχθροί, έκαναν επιτακτική την ανάγκη δημιουργίας μιας διεθνούς έννομης τάξης κατευθυνόμενης φυσικά από την ηγεσία του Βυζαντίου. Έτσι, από πολύ νωρίς, αναπτύχθηκε η περίφημη και πολύπλοκη βυζαντινή διπλωματία. Η λέξη «
διπλωματία» ως τεχνικός όρος έχει βυζαντινή προέλευση, το ίδιο και οι λέξεις «δίπλωμα, διπλωμάτης». «Διπλώματα» ονόμαζαν οι Βυζαντινοί τα ειδικά διαπιστευτήρια έγγραφα των διπλωματικών αντιπροσώπων. Ο όρος «διπλωμάτης» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά με τη σημερινή έννοια από τις βορειοϊταλικές πόλεις κατά την Αναγέννηση, οπότε έχουμε και τις πρώτες μόνιμες σε ξένες χώρες διπλωματικές αποστολές. Ο πρώτος μόνιμος πρέσβης ήταν από τη Βενετία και ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στην Κωνσταντινούπολη. Μάλιστα, οι αρχαιότερες μέχρι σήμερα γνωστές διμερείς διεθνείς συνθήκες εμπορικού – οικονομικού περιεχομένου υπογράφτηκαν ήδη από τον 10ο αιώνα μεταξύ Βυζαντίου και Βενετίας.
Εξάλλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία διακρινόταν – και διακρίνεται – για την φιλανθρωπική της δράση. Με χορηγίες επισκόπων, αυτοκρατόρων και διαφόρων πιστών ιδιωτών, ιδρύονταν και λειτουργούσαν ήδη από τον 4ο αιώνα διάφορα ευαγή ιδρύματα. Κατά τη χιλιόχρονη πορεία του Βυζαντίου και υπό τη συνεχή μέριμνα της Εκκλησίας, αναπτύχθηκε ο θεσμός του νοσοκομείου, όπως τον ξέρουμε σήμερα. Τα οργανωμένα νοσοκομειακά ιδρύματα ονομάζονταν «
ξενώνες» ή «ξενοδοχεία» γιατί ξεκίνησαν ως χώροι υποδοχής ταλαιπωρημένων προσκυνητών. Η λατινική λέξη για το φιλόξενος είναι «hospitalis». Από αυτήν και κατ’ επιρροήν της βυζαντινής ονομασίας των νοσοκομείων, προήλθε η λέξη «hospital» (ospedale στα μοντέρνα ιταλικά).

Παραμένοντας στο χώρο της εκκλησιαστικής ορολογίας, οι Βυζαντινοί για τον χώρο ταφής των νεκρών χρησιμοποιούσαν ανέκαθεν τον όρο «κοιμητήριον», επειδή σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία οι αποβιώσαντες χριστιανοί αδελφοί, είναι προσωρινά μόνο νεκροί, γιατί θα αναστηθούν κατά την ημέρα της Κρίσεως, ήτοι τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Από τον όρο αυτό προήλθε και ο ευρέως διαδεδομένος σήμερα όρος σε όλες τις δυτικές χώρες «cemetery» δηλωτικός των νεκροταφείων. Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ στην σύγχρονη Ελλάδα, ο όρος «νεκροταφείο» είναι πολύ πιο διαδεδομένος στην καθομιλουμένη από τον όρο «κοιμητήριο», στις αγγλόφωνες χώρες έχει κυριαρχήσει ο όρος «cemetery», που εκτόπισε σχεδόν τελείως τη λέξη «graveyard»!
Άλλωστε, το Βυζάντιο, άξιος συνεχιστής του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού φημιζόταν για την μεγάλη πνευματική παράδοση και την οργανωμένη, δημόσια ή ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση. Το ήδη από τον 5ο αιώνα ιδρυμένο «
Πανδιδακτήριον», αναδιοργανώθηκε τον 8ο αιώνα από τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ Ίσαυρο (717-741 μ.Χ.) και ονομάστηκε «οικουμενικόν διδασκαλείον». Στα λατινικά ο όρος οικουμενικός αποδίδεται ως «universalis». Όταν ιδρύθηκαν τα πρώτα πανεπιστήμια στην Ιταλία (τέλη 11ου – αρχές 12ου αι.) ονομάστηκαν και αυτά οικουμενικά με την έννοια ότι προσέφεραν παντοειδείς επιστημονικές, φιλοσοφικές και θεολογικές γνώσεις. Έτσι, δημιουργήθηκε ο όρος «university».

Οι υπόλοιπες λέξεις – δάνεια έχουν σχέση με τον υλικό πολιτισμό και ειδικότερα τη γαστριμαργία. Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Ά (527-565 μ.Χ.) με τους πολέμους του εναντίον των γερμανικών βασιλείων της Δύσης, ανέκτησε πολλά εδάφη της παλαιάς ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στην Ιταλία ειδικά, ιδρύθηκε το Εξαρχάτο της Ραβέννας. Στην τελευταία, εγκαταστάθηκε σημαντικός αριθμός Ελλήνων από τις ανατολικές επαρχίες, έμποροι, καλλιτέχνες, ψηφοθέτες, γλύπτες κ.λ.π. Η ελληνική παρουσία τόνωσε την πολιτιστική και καλλιτεχνική παραγωγή και ύψωσε, ως ένα βαθμό το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της πρώιμης μεσαιωνικής Ιταλίας. Αν και το Εξαρχάτο διαλύθηκε από τους Λομβαρδούς στα μέσα του 8ου αι., η βυζαντινή πολιτισμική επιρροή ήταν εμφανής μέχρι και το τέλος του Μεσαίωνα. Σημαντικές, άλλωστε, εκτάσεις στη Ν. Ιταλία και η Σικελία παρέμειναν στη βυζαντινή κυριαρχία μέχρι το τέλος του 11ου αιώνα.
Η βυζαντινή πολιτισμική επιρροή εκδηλώθηκε σε διάφορους τομείς, έτσι ήταν αισθητή και στην καθημερινή ζωή και κουζίνα των μεσαιωνικών Ιταλών. Έτσι, οι Βυζαντινοί παρασκεύαζαν ένα γλυκό από σιρόπι μελιού που το έλεγαν «
κηρόμελον». Οι Ιταλοί το ονόμαζαν «caramella». Είναι ο πρόδρομος της σημερινής καραμέλας (caramel στα αγγλικά). Επίσης, ήδη από την αρχαιότητα, οι Έλληνες παρασκεύαζαν ένα είδος μακρόστενων ζυμαρικών που έτρωγαν στα νεκρικά δείπνα, τα λεγόμενα «νεκρόδειπνα» προς τιμήν του νεκρού συγγενή τους. Οι Βυζαντινοί – που συνέχισαν αυτήν την παράδοση – ονόμαζαν αυτό το φαγητό «μακαρώνια» (μακάριος + αιώνια) και τρώγοντας έλεγαν αιώνια μακάριος ο. τάδε. Έτσι, δημιουργήθηκε η λέξη και το αντίστοιχο ζυμαρικό «μακαρόνια» (macaroni)! Βέβαια οι Ιταλοι κατόπιν δημιούργησαν πολλά και διαφορετικά είδη spaghetti. Τέλος, οι Βυζαντινοί ονόμαζαν τις διάφορες πίτες «πλακούντες» – όπως οι αρχαίοι ή και «πίττες», εξ’ ου και η λέξη «pie». Ακόμη στην βυζαντινή Καλαβρία, Έλληνες και Ιταλοί παρασκεύαζαν μία πίτα αλμυρή και «ανοικτή». Βασικά υλικά ήταν το τυρί, το κρεμμύδι, οι ελιές και πιο σπάνια διάφορα αλλαντικά. Το φαγητό αυτό ήταν ο πρόδρομος της δημοφιλέστατης σημερινής πίτσας (!) (pizza, κατά παραφθορά της λέξεως πίττα)

Δημήτριος Ντούρτας, δικηγόρος

http://vatopaidi.wordpress.com/2010/09/22/52753

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ελληνοαμερικανικές “αλχημείες” με φόντο την Αγία Σοφία

Συγγραφέας: kantonopou στις 4 Σεπτεμβρίου 2010

hagia-sophia-110389-lw

Ποιος Ορθόδοξος δεν θα ήθελε να λειτουργηθεί στο Ναό της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη; Ποιος Έλληνας δεν θα ήθελε να διαβεί και πάλι τις γιγαντιαίες ξύλινες πόρτες του Ιουστινιανού και να εισέλθει στη Μεγάλη Εκκλησιά του Γένους και της Ορθοδοξίας, στο σύμβολο της εξελληνισμένης Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας; Σίγουρα όλοι. Είναι ο μύχιος πόθος μας, η κρυφή μας ελπίδα, η σιωπηλή μας προσευχή.Και αυτή την ελπίδα θέλει να την κάνει πραγματικότητα ένας ελληνοαμερικανός πολιτικός. “Κρατώντας” σφιχτά στα χέρια του το αμερικανικό διαβατήριο του, περιφέρεται ανά την Ελλάδα και διακηρύσσει την πρόθεσή του να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για να τελέσει την πρώτη θεία λειτουργία από το 1453.

Αγνοώντας επιδεικτικά τις κρατικές Αρχές της γειτονικής χώρας που –είτε μας αρέσει είτε όχι – έχουν την ευθύνη προστασίας του Ναού που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο, αδιαφορώντας προκλητικά για την Κανονική εκκλησιαστική Αρχή που είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο – γιατί όπως ισχυρίζεται ο Πατριάρχης είναι «όμηρος» (sic!)- αλλά και την δισχιλιετή παράδοση και τους Ιερούς Κανόνες της Ορθοδοξίας – η “Παγκόσμια Ενορία” που δημιούργησε δεν υπάγεται σε εκκλησιαστική Αρχή- ετοιμάζει τις βαλίτσες του, μαζί με άλλους 250 περισσότερο «πατριώτες και Ορθοδόξους» από όλους εμάς για να μεταβούν στην Πόλη, ώστε στις 17 Σεπτεμβρίου, ανήμερα της εορτής της Αγίας Σοφίας, να τελέσει τη λειτουργία, με παπά αγνώστου ταυτότητας και προελεύσεως, στον περίλαμπρο Ναό.

Καταρχήν ας τον ενημερώσει κάποιος ότι ο Ναός της Αγίας Σοφίας δεν είναι αφιερωμένος στην Αγία Σοφία που εορτάζει στις 17 Σεπτεμβρίου αλλά στην του Θεού Σοφία. Μάλιστα κατά τα βυζαντινά χρόνια ο Ναός πανηγύριζε την ημέρα των εγκαινίων του, δηλαδή στις 23 Δεκεμβρίου και την Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής.

Δεύτερον ας μας εξηγήσει γιατί ενώ δηλώνει ότι προτίθεται να ξεκινήσει μια δικαστική διαδικασία υπέρ της επαναλειτουργίας της Αγίας Σοφίας ως χριστιανικού Ναού και της αποδόσεως της λατρευτικής χρήσης του στους Ορθοδόξους Χριστιανούς, την ίδια ώρα σπεύδει για την τέλεση – αν γίνει – θείας λειτουργίας στο Ναό δημιουργώντας ενδεχομένως τις προϋποθέσεις όξυνσης του κλίματος στις σχέσεις μεταξύ των δύο λαών, πέραν των όποιων επιπτώσεων σε πολιτικό επίπεδο.

Καλό θα ήταν ο ομογενής αδελφός να ενημερωθεί ότι στην Ελλάδα, την Τουρκία – και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής- θρησκευτικά μνημεία υπάγονται στην ευθύνη προστασίας και συντήρησης των αρμοδίων υπηρεσιών των υπουργείων Πολιτισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ναός των Αγίων Αποστόλων στην Αρχαία Αγορά υπάγεται στην ευθύνη του υπουργείου Πολιτισμού, οι υπηρεσίες του οποίου εκδίδουν ειδική άδεια ώστε ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος, ανήμερα της εορτής, να τελεί την πανηγυρική θεία λειτουργία. Όμως έτσι όπως θέτει το ζήτημα τότε αύριο θα πρέπει να αποδοθεί η λατρευτική χρήση του Παρθενώνα στους Έλληνες Αρχαιόθρησκους, για να μην αναφέρουμε άλλες περιπτώσεις με επικίνδυνες προεκτάσεις για τα εθνικά μας θέματα.

Αυτά όμως ο Ελληνικής καταγωγής αμερικανός υπήκοος, δεν φαίνεται να τα λαμβάνει υπόψη του. Αυτό φάνηκε και από την απάντηση που έδωσε στο ερώτημα εάν θα υποστήριζε μια ενδεχόμενη πρωτοβουλία ενός τουρκικής καταγωγής αμερικανού πολιτευτή ή απλού πολίτη να δημιουργήσει μια κίνηση με σκοπό την τέλεση ιεροπραξίας στο Τζαμί του Μοναστηρακίου στην Αθήνα που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο.

«Θα είμαι μαζί του» είπε αφοπλιστικά ο ελληνοαμερικανός για να προσθέσει: «Εάν ένας μουσουλμάνος πιστός ασχέτου εθνικής ταυτότητας διεκδικούσε έναν θρησκευτικό του χώρο εγώ θα ήμουν μαζί του γιατί η δική μου θρησκεία μου επιτρέπει να συμπροσευχηθώ μαζί του και θα ήμουν εκεί».

Πρώτη φορά ακούω ότι η Ορθόδοξη θεολογία επιτρέπει την συμπροσευχή με τους μουσουλμάνους. Ίσως από τότε που σταμάτησα το Κατηχητικό – στο οποίο πήγα μέχρι που τελείωσα το Λύκειο – να έγινε η ένωση της Ορθοδοξίας με το Ισλάμ και να μην το πήρα είδηση.

Ωστόσο όμως η άποψη του είναι σίγουρα βούτυρο στο ψωμί των γειτόνων και κάθε μουσουλμάνου. Γιατί τώρα ένας τουρκο-αμερικανός μπορεί να ξεκινήσει και εκείνος μια εκστρατεία για την επαναλειτουργία του Τζαμιού του Διδυμοτείχου – του πρώτου τεμένους που κτίστηκε επί Ευρωπαϊκού εδάφους και σήμερα είναι κλειστό, του Τζαμιού του Μοναστηρακίου και όποιου άλλου παλαιού μουσουλμανικού λατρευτικού χώρου υπάρχει στην Ελλάδα και δεν λειτουργεί, έχοντας στο πλευρό του τον ελληνο-αμερικανό πολιτικό.

Άραγε αντιλαμβάνεται τις λεπτές εθνικές και θρησκευτικές ισορροπίες της υπόθεσης;

Γιατί είναι διαφορετικό να διεκδικήσει κάτι με την προσφυγή του στη Δικαιοσύνη, είτε της Τουρκίας είτε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και άλλο να προσπαθεί ετσιθελικά, με «παλικαρισμούς» και την ασφάλεια της αμερικανικής υπηκοότητας, να δημιουργήσει de facto καταστάσεις και τετελεσμένα.

Δηλαδή έτσι όπως θέτει το θέμα, γιατί όχι, αύριο μια ομάδα γυναικών, που ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, να μην πάνε και να παραβιάσουν το άβατο του Αγίου Όρους υποστηρίζοντας ότι το μοναστικό καθεστώς «καταπατά» τις θρησκευτικές ελευθερίες τους.

Άραγε αυτός ο κύριος θα τολμούσε να διανοηθεί να αγνοήσει τον τοπικό Κυβερνήτη ή το Σερίφη της Πολιτείας στην οποία ζει στις ΗΠΑ; Και αν το έκανε ποια θα ήταν η τύχη του;

Τι είδους συμπεριφορά τσαμπουκά είναι αυτή; Τι θα συμβεί εάν 200 φανατικοί Τούρκοι τους επιτεθούν όταν θα πάνε να κάνουν την λειτουργία, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τις Αρχές, χωρίς να έχουν άδεια; Τι θα συμβεί αν σκοτωθεί ένας άνθρωπος; Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στις σχέσεις των δύο χωρών; Ποιος θα έχει προκαλέσει την κρίση;

Έχει λάβει κανείς υπόψη του τις πιθανές παρενέργειες μιας τέτοιας μονομερούς πρωτοβουλίας στη ζωή της ομογένειας της Πόλης; Στους ανθρώπους εκείνους που ήταν μόνοι στα Σεπτεμβριανά του ’55; Στις απελάσεις του ’64 – όταν μαζί με χιλιάδες ακόμα εκδιώχθηκε και η θεία μου, σε μια νύχτα, κρατώντας δυο μωρά και μια βαλίτσα στα χεριά; Στους ανθρώπους εκείνους που βίωσαν τις επιπτώσεις του Κυπριακού, που είδαν συγγενείς και φίλους να εγκαταλείπουν την Πόλη μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, που κάθε φορά πρώτοι εισπράττουν οποιαδήποτε αναταραχή στις σχέσεις των δύο χωρών, Ελλάδος και Τουρκίας;

Τα έλαβε λοιπόν όλα αυτά υπόψη του ο μαχητικός ελληνοαμερικανός;

Μάλλον όχι. Γιατί; Δεν γνωρίζω. Ίσως αναζητά έναν ρόλο, μια θέση στο κάδρο της δημοσιότητας, μετά την «αποστρατεία» του από την τοπική πολιτική της περιφέρειας όπου ζει στις ΗΠΑ. Και φαίνεται να βρήκε πρόσφορο έδαφος στην ευαισθησία και τον συναισθηματισμό, την ελπίδα και το όνειρο των Ελλαδιτών. Και την πρωτοβουλία του υποστηρίζουν και κάποιοι που αναζητούν εναγωνίως να εντοπίσουν τον «μαρμαρωμένο» βασιλιά. Κάποιοι που μέχρι σήμερα δεν πάτησαν το πόδι τους στην Πόλη, που υπονόμευσαν και υπονομεύουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που δεν βρήκαν λίγο χρόνο να επισκεφθούν τα ιδρύματα, τα σχολεία, τα νοσοκομεία και τα γηροκομεία της Ομογένειας. Που δεν βρήκαν λίγο χρόνο να μάθουν πως ζουν οι αδελφοί μας εκεί, ποιες οι ανάγκες τους, οι ανησυχίες τους, τα προβλήματά τους. Και βρήκαν τώρα την ευκαιρία να κρυφτούν πίσω από την πρωτοβουλία του διακεκριμένου ελληνοαμερικανού για να ικανοποιήσουν τις εθνικιστικές τους αναζητήσεις.

Περιμένουμε λοιπόν να δούμε τι θα γίνει στις 17 Σεπτεμβρίου.

Και ευχόμαστε να μην ανοίξει ο ασκός του Αιόλου.

http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=3267

Κατηγορία ΒΥΖΑΝΤΙΟ | Δε βρέθηκαν σχόλια »