kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Λίγα λόγια για τον όρκο

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Ιανουαρίου, 2010

agiagrafi.jpgτου Ιωάννη Δήμου Θεολόγου – Φιλολόγου

Στα   πλαίσια   της   συζήτησης   γύρω  από  τον   όρκο  και  ιδιαίτερα γύρω  από  την  κατάργησή  του, ας παραθέσουμε  λίγα  λόγια,  έστω   και   γνωστά,  αφού  το  θέμα   είναι πολυσυζητημένο.  Η Καινή Διαθήκη στο ζήτημα του όρκου προβαίνει σε αισθητή συμπλήρωση και ολοκλήρωση   της   Παλαιάς   Διαθήκης  ώστε  να συμπεραίνει  κανείς  ότι  η  μεν Παλαιά δεν  απαγορεύει τον όρκο  η δε  Καινή τον  απαγορεύει.

Χαρακτηριστικά   είναι   τα   λόγια  του  Κυρίου,  « Πάλιν ηκούσατε  ότι ερέθη  τοις  αρχαίοις,  ουκ επιορκήσεις, αποδώσεις  δε  τω Κυρίω  τους όρκους   σου.  Εγώ   δε   λέγω  υμίν  μη   ομόσαι  όλως»  (Ματ. ε’, 33-34).  Ο   δε  Ιάκωβος   ο  Αδελφόθεος  αποτρέπει   τους  Χριστιανούς   από  τον   όρκο  λέγοντας,  « Προ πάντων δε, αδελφοί  μου,  μη  ομνύετε  μήτε  τον   ουρανόν   μήτε  την   γην   μήτε  άλλον  τινά  όρκον.  ήτω  δε  υμών το   ναι  ναι,  και  το ου ου,  ίνα μη εις υπόκρισιν   πέσητε » (Ιακ. ε’, 12).  Υπάρχουν όμως στην  Καινή  Διαθήκη και περιπτώσεις ειδικές  όπου ο όρκος   χρησιμοποιήθηκε   όπως π.χ.  έγινε  με  τον   Απόστολο   Παύλο  ο  οποίος    για   την  πνευματική   ωφέλεια   των  πιστών  αναγκάστηκε  να   γράψει,  « Εγώ  δε  μάρτυρα  τον  Θεόν   επικαλούμαι  επί  την  εμήν  ψυχήν,  ότι  φειδόμενος  υμών  ουκέτι  ήλθον  εις  Κόρινθον»    (Β΄ Κορ. 1,23). 

Έχοντας   αυτά   υπ’  όψη   του  ο  κάθε  Χριστιανός  ασφαλώς  ενεργεί  ελεύθερα ,  υπεύθυνα   και  ενσυνείδητα,  όπως  άλλωστε  και  για  κάθε  άλλο  ζήτημα  που  δεν  σχετίζεται  με  τον  όρκο.   Τι  κάνουν  όμως  οι  πιστοί,   όταν  ο  όρκος  είναι υποχρεωτικός;    Μήπως  δεν  πρέπει  να   είναι;   Ας   εξετάσουμε   το   ζήτημα. 

Ασφαλώς   σε   μία   κοινωνία   που    οι   άνθρωποι   είναι   πιστοί,  ηθικοί,  αναγεννημένοι   πνευματικά   και   φιλαλήθεις,   ο   όρκος   δεν   έχει   θέση   ούτε  πρέπει να  επιβάλλεται.  Αλλ’  όμως  όλοι  οι  άνθρωποι  δεν  είναι  όπως  θα έπρεπε  να  είναι  και   έτσι   κατ’  ανάγκη   θεσπίστηκε   ο   όρκος.  Ας   δούμε  λοιπόν   τώρα,  πώς  είναι  δυνατόν  να  σκεφτούν  και  να  ενεργήσουν  οι  άνθρωποι  στην   περίπτωση   που  καταργηθεί  ο  όρκος , και  στην  περίπτωση  που  αυτός  επιβάλλεται.

Όσοι τυχόν  προσέρχονται  στο Δικαστήριο  για  να καταθέσουν    με  κερδοσκοπικούς  σκοπούς, ασυνείδητα  και  χωρίς  να υπολογίζουν το Θεό,  εάν  μεν καταθέσουν  χωρίς  όρκο, η αμαρτία   τους    βαρύνει    και  παραμένει,  γιατί   το   ότι  δεν  παρεμβάλλεται  ο  όρκος  δεν αποτελεί   γι’ αυτούς  απαλλαγή από την ενοχή και ευθύνη της ψεύτικης    καταθέσεώς   τους.  Εάν   όμως   είναι   υποχρεωτικός   ο   όρκος,   ίσως   αυτό  να  τους  συγκρατήσει  κάπως  από  την ηθική τους  εκτροπή.  Αλλά    και   αυτό  αν  δεν συμβεί,  θα  είναι  παράλογο  να θεωρήσουν  αμαρτία  μόνο  τον  όρκο  και  όχι  την  ψεύτικη  κατάθεσή  τους  έστω    και     χωρίς    όρκο.

Όσον   αφορά   εκείνους,   ασφαλώς   τους   περισσότερους,  που  προσέρχονται  στο Δικαστήριο να καταθέσουν με συναίσθηση του τί κάνουν και  με διάθεση να πουν μόνο την αλήθεια, εάν μεν αυτοί καταθέσουν χωρίς όρκο, είναι πιθανό να χαλαρώσουν κάπως την  προσπάθειά τους  στο  να  πουν  την αλήθεια  ενώ, εάν καταθέσουν με όρκο ασφαλώς η προσοχή τους θα είναι πιο έντονη, μήπως ξεφύγουν από  την  αλήθεια  των  όσων  καταθέτουν.

Γι’ αυτούς   ο  όρκος  αποτελεί   μεν ενόχληση συνειδήσεως   αλλά η διάθεσή τους και  η  προσπάθειά  τους  να  μη ξεφύγουν από την αλήθεια τους  ηρεμεί  κάπως   εσωτερικά,  γιατί δεν ορκίζονται   για να παραβούν το  θέλημα  του  Θεού  αλλά  για  να   αποκαλυφθεί  η  αλήθεια  και  το δίκαιο   και,  επειδή   το  επιβάλλει  ο  νόμος. Υπάρχουν  όμως  και  εκείνοι  που  δεν  θέλουν  να ορκισθούν  για    να   εφαρμόσουν   την   εντολή   του  Κυρίου,  « Εγώ   δε  λέγω   υμίν   μη  ομόσαι  όλως » (Ματ. ε’, 34).  Πριν   γίνει  λόγος  γι’ αυτούς, μπορεί  να   ρωτήσει   κάποιος, αν αυτοί   εφαρμόζουν   όλες   τις  εντολές  του  Κυρίου.

Εφαρμόζουν   π. χ. και   τις  ( Ματ. ε’, 22 – 24 – 32 – 39 – 41 – 44 )   ή   λένε    ότι   αυτά   δεν   γίνονται   σήμερα;  Αλλά  ας  μη  απαντήσουμε  στο  ερώτημα  αυτό  για  να  συνεχίσουμε  το  θέμα  μας.Αυτοί,  εάν  μεν καταθέσουν    χωρίς    όρκο,   ασφαλώς   η   κατάθεσή   τους   θα   είναι   προσεκτική  και  αληθινή,  χωρίς  βεβαίως  να αποκλείεται  και  εδώ  ο κίνδυνος  μιας  κάποιας  κρυφής υπεκφυγής  από  την  αλήθεια.  Εάν  όμως   κληθούν να  καταθέσουν υποχρεωτικά  με  όρκο  ή  θα αρνηθούν  αδιαφορώντας    για   τις   συνέπειες   ή   θα  ορκισθούν   με  τη   συνείδηση   ότι   αμαρτάνουν.  Για    τους   ανθρώπους   αυτούς  η  έλλειψη του  υποχρεωτικού    όρκου  αποτελεί   μεγάλη   ανακούφιση.     Όμως    οι   άνθρωποι    αυτής    της    κατηγορίας   δε   σημαίνει    ότι    είναι   τέλειοι    και    άγιοι   και   δεν   είναι  όπως  οι  άλλοι   αμαρτωλοί.  Έχουν   και   αυτοί,  όπως   όλοι,  ανάγκη   από   πνευματική   πρόοδο  και αναγέννηση,  γιατί   απέχουν   πολύ  από   την  επίγνωση  της  αλήθειας.   Αν    δε    νομίζουν    ότι    γνωρίζουν    κάτι    τους    διαψεύδει  ο  Απόστολος  Παύλος  με  τα  λόγια  του, « ει  δε  τις  δοκεί   ειδέναι   τι,  ουδέπω  ουδέν  έγνωκε  καθώς  δει  γνώναι »  (Α’ Κορ. η’, 2 ).

Ένας  άγιος  άνθρωπος  ασφαλώς  δεν   θα   επικαλεσθεί   την  αγιότητά   του  για  να απαλλαγεί   από   τον   όρκο. Ο   Ίδιος   ο Κύριος  στην ερώτηση  που  του έκανε  ο  αρχιερέας ,  «εξορκίζω  σε  κατά  του  Θεού  του ζώντος  ίνα  ημίν  είπης  ει  συ   ει  ο  Χριστός  ο  υιός του  Θεού »  (Ματ. κστ’,  63), απάντησε , « συ είπας.»  το οποίο σημαίνει  ότι  έδωσε την ένορκη  αυτή  διαβεβαίωση  ότι είναι  Αυτός  ο  Χριστός  ο Υιός του Θεού.  Όσο δε για την άποψη ότι   με  τον  υποχρεωτικό    όρκο    αμφισβητείται    η    αξιοπιστία    αυτού    που    καταθέτει    δεν   ευσταθεί,  γιατί   δεν    είναι    δυνατόν    ο   δικαστής  να   χαρακτηρίζει   τον   ένα   μάρτυρα   αξιόπιστο   και   να  μη  του  ζητάει    να    ορκισθεί,    και    τον    άλλον    αναξιόπιστο    και    να   τον  ορκίζει. Τηρουμένων     των    αναλογιών,   τα    ίδια    ισχύουν    κατά    κάποιο   τρόπο    και    για   τις   άλλες   μορφές   του   όρκου,  για   τις  οποίες  ας  αναφέρτουμε   μόνο   τα    εξής:  Αν   ένας   π. χ.  προκειμένου  να  αναλάβει  μία  δημόσια  υπηρεσία   δεν   ορκισθεί,  αφού  την  αναλάβει  χωρίς  όρκο , θα  αισθάνεται  ελεύθερος  να  κάνει  ότι  θέλει,  και  κανείς  δεν  θα  του  πει  ότι  καταπάτησε  τον  όρκο  του.

Αν  όμως  έχει  ορκισθεί,  ο  ίδιος  μεν, ανάλογα  βέβαια  με  τη  συνειδησή  του, θα  υπολογίζει  τον  όρκο  του,  αλλά  και   οι  άλλοι  θα  μπορούν  να  πουν  ‘οτι  καταπάτησε  τον   όρκο  που  έδωσε.  Ύστερα   από   τα   παραπάνω  αναφερθέντα   είναι   αυτονόητο   ότι   προκειμένου    να    αναφέρονται     οι    Χριστιανοί    με   οποιοδήποτε    τρόπο    στο   ζήτημα   του   όρκου   και   να  συζητούν   γι’ αυτόν , πρέπει  να  λαμβάνουν   και   μάλιστα   σοβαρά   υπ’ όψη  τους  τα  λόγια  του  Κυρίου,  « Εγώ  δε λέγω  υμίν  μη  ομόσαι   όλως»  ( Ματ. ε’, 34 ).

Όμως   χρειάζεται  όλως  ιδιαίτερη  προσοχή  στο  “όλως “, γιατί  υπάρχει  ο  κίνδυνος  να  νομίσει  κανείς  ότι  εφαρμόζει  πλήρως  τη  συγκεκριμένη  εντολή  του  Κυρίου  με  το  να  μη  ορκίζεται  μόνο  σε  περιπτώσεις   που   ο   όρκος  είναι   υποχρεωτικός, ενώ   σε  άλλες   περιπτώσεις  που  δεν  είναι  υποχρεωτικός  μπορεί   να  είναι  απρόσεκτος  στα  λόγια  του,  και  να   μη  υπολογίζει  ότι  ” όστις   γαρ  όλον   τον   νόμον   τηρήση,  πταίση   δε  εν  ενί,  γέγονε  πάντων  ένοχος. ” ( Ιακ. β’, 10 ).  Αλλά   ποιος   τολμάει   να   πει   ότι   τηρεί   όλο   το   νόμο   και   δεν  πταίει  ούτε “εν  ενί “;  Άρα  ο καθένας  ” γέγονε  πάντων  ένοχος”.  Έτσι,  αυτό  το  ” όλως ”  οδηγεί   κάθε   πιστό   να    γνωρίσει  ότι  σκοπός  της  συγκεκριμένης  εντολής, όπως  και  κάθε  άλλης,  δεν  είναι  να  την  εφαρμόσει  από  μόνος  του  για  να  σωθεί, αγνοώντας  ή, ακόμη  χειρότερα,  παραβλέποντας  ” το  σωτήριον  του  Θεού.” ( Λοκ. γ’,6 ).

Σκοπός  της  είναι  να  τον   κρατάει   ενωμένο    με   το   Χριστό   ο   Οποίος   είπε,  “χωρίς  εμού  ου  δύνασθε  ποιείν  ουδέν.”  ( Ιω. ιε’, 5 ).Τότε   όμως   θα   του  δίνει  ο  Κύριος  και  σοφία  ” περί  του  πρακτέου ” σε  κάθε   περίπτωση   σχετική   με  τον  όρκο  και  όχι  μόνο, όπως  έδωσε  και  στο  Παύλο. Αλλά  ας  περιορίσουμε  μέχρι  εδώ  τα   ΛΙΓΑ  ΛΟΓΙΑ  ΓΙΑ  ΤΟΝ  ΟΡΚΟ. 

Από:www.sostikalogia.comhttp://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=2656&Itemid=1

Αφήστε μια απάντηση