kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

Συγγραφέας: kantonopou στις 5 Απριλίου, 2009

0p.jpgΗ ονομασία «Ακάθιστος» του Ύμνου, που όμως αναφέρθηκε παραπάνω ανήκει στο υμνογραφικό είδος που λέγεται κοντάκιο, οφείλεται στο ότι «ορθοστάδην τότε πας ο λαός κατά την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρί εμέλψαν και ότι πάσι τοις άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος ορθοί πάντες ακροώμεθα».

  Αυτά γράφει το Συναξάριο, και εντοπίζει «την νύκτα εκείνην» το καλοκαίρι του 626, όταν ο λαός και κλήρος με τον πατριάρχη Σέργιο περιέφεραν στα τείχη την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και το βράδι, κατά τρόπο θαυμαστό, μια τρομερή τρικυμία καταπόντισε όλα τα καράβια των Αβάρων και Περσών του Χοσρόη που πολιορκούσαν την Κωνσταντινούπολη.

  «Ο γε μεν θεοφιλής της Κωνσταντίνου λαός τη θεομήτορι την χάριν αφοσιούμενος, ολονύκτιον τον ύμνον και ακάθιστον αυτή εμελώδησαν, ως υπέρ αυτών αγρυπνησάση και υπερφυεί διαπραξαμένη το κατά των εχθρών τρόπαιον».

 

Πρέπει να αναφερθή εδώ ότι η Κωνσταντινούπολη γνώρισε και πολλές άλλες δεινές περιστάσεις και πολιορκίες, από τις οποίες λυτρώθηκε, σχεδόν πάντοτε, θαυματουργικά. 

 Οι κυριώτερες από αυτές είναι η πολιορκία από τους Άραβες του Μωαβιά (673), όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος Πωγωνάτος.

  Δεινή περίσταση σημειώθηκε το 715 από τους Άραβες και Βουλγάρους, τρομερή πολιορκία και θαυμαστός καταποντισμός των πλοίων των Αράβων έγινε το 718, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Γ΄.

  Κι αργότερα έχουμε πολιορκίες της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώσους κ.α. αλλά τα γεγονότα αυτά απομακρύνονται από το περιστατικό της ψαλμώδησης του Ακαθίστου Ύμνου.

  Οι δύο πολιορκίες που συγκεντρώνουν όλα τα στοιχεία για την ψαλμώδηση του Ακαθίστου Ύμνου είναι του έτους 626 και του έτους 718.

  Και στις δύο περιπτώσεις ο ύμνος έπρεπε να προϋπήρχε στη λειτουργική πράξη, και να ψάλθηκε τότε «ορθοστάδην», από μέγιστη αφοσίωση προς εγκωμιασμό της Θεοτόκου.

  Και προκρίθηκε αυτός ο ύμνος από κάποιον άλλον ενδεχομένως, επειδή θα ήταν κιόλας καθιερωμένος στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου στη Βλαχέρνα, κι επειδή το περιεχόμενο του, με χαρακτήρα διηγηματικό, δογματικό, και δοξολογικό – εγκωμιαστικό προσφερόταν για τη διάσωση και τη λύτρωση της Πόλης από τη δεινή περίσταση. 

 Σύγχρονο και επίκαιρο για το γεγονός της συγκεκριμένης πολιορκίας, μίας από τις δύο που προαναφέρθησαν, είναι οπωσδήποτε το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια», που αντικατέστησε το καθαυτό προοίμιο του ύμνου, «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει».

 

Με τη χρονολογία συνθέσεως του ύμνου συνδέεται αναπόφευκτα το όνομα του ποιητού του ύμνου, του μελωδού.

  Ο ύμνος φέρεται σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση ανώνυμος, κι ο Συναξαριστής που τον συνδέει με το γεγονός της διάσωσης από την πολιορκία του 626 δεν κάνει λόγο ούτε για το χρόνο της συνθέσεως ούτε για τον ποιητή του. 

 Ήταν φυσικό, η παράδοση σιωπηρά, αλλά και πολλοί μεγάλοι μελετητές να αποδώσουν τον έξοχο αυτό ύμνο στον κατ’ εξοχήν πρίγκηπα των βυζαντινών υμνογράφων, τον Ρωμανό το μελωδό (α΄ μισό ς΄ αι.). 

 Υπάρχει και μια μεταγενέστερη μαρτυρία, του ις΄ αι., ως σημείωση σε κώδικα του ΙΓ΄ αι. (της μονής Βλατάδων 41, φ. 193α) που αναφέρει το όνομα του Ρωμανού ως ποιητού του ύμνου. 

 Υπάρχουν όμως και δύο εξίσου σοβαρές, αλλά σοβαρές ενδείξεις. 

 Η μία είναι ότι στη λατινική μετάφραση του ύμνου, γύρω στα 800, από τον Επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, αναφέρεται το όνομα του Γερμανού Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (715-730 κοιμήθηκε 740) που ήταν σύγχρονος με τα γεγονότα του 718 Incipit Hymnus de Sancta Dei Genetrice Maria, Victoriferus atque Salutatorius, a Sancto Germano Patriarcha Constantinopolitano

 Η άλλη περίπτωση είναι, ότι σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, εικονίζεται κι ένας μοναχός που κρατάει ειλητάριο με γραμμένο το «Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη». 

 Στο κεφάλι του μοναχού υπάρχει η ένδειξη «Ο ΑΓ. ΚΟΣΜΑΣ». 

 Αυτός ο άγιος Κοσμάς δεν είναι άλλος από τον Κοσμά το μελωδό, που κοιμήθηκε το 752/4, κι είναι κι αυτός σύγχρονος με την θαυμαστή λύτρωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία του 718.

 

Η δομή, το ύφος και το περιεχόμενο του Ύμνου είναι μάλλον μεταρωμανικά στοιχεία, όπως κατάδειξε ο καθηγητής Νικόλαος Τωμαδάκης.

  Ο ύμνος αναφέρεται σε όλο το μυστήριο της ενανθρώπησης του Χριστού, στο οποίο είναι βασικός παράγοντας η Θεοτόκος. 

 Έτσι, ο μαριολογικός και ο χριστολογικός χαρακτήρας του είναι φανερός. 

 Εύκολα μπορούμε να πούμε ότι αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων – οι γιορτές χωρίστηκαν στα χρόνια του Ιουστινιανού (527-565) – αλλά εύκολα επίσης μπορούμε να πούμε ότι ο εγκωμιαστικός και δοξολογικός χαρακτήρας του ύμνου είναι πρόσφορος για κάθε περίσταση που η θρησκεύουσα ψυχή θέλει να αναφερθή στο θαύμα της σωτηρίας της.

  Αυτό δείχνει το ότι ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και αργότερα, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών κι έτσι πλησίασε την γιορτή του Ευαγγελισμού.

  Κι ίσως σε αυτή τη μεταφορά μετατέθηκε και το ιστορικό στον Συναξαριστή από το 728, που ο αυτοκράτορας τότε ήταν ο αργότερα εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, στα 626, τα χρόνια του θεοφιλούς βασιλέως Ηρακλείου που πολεμούσε τους Πέρσες να επανακτήσει τον τίμιο Σταυρό.

 

Το περιεχόμενο και η δομή του Ύμνου, σε γενικές γραμμές, είναι το ακόλουθο.  Το προοίμιο, και το Τη υπερμάχω και το Το προσταχθέν, έχουν εφύμνιο το Χαίρε νύμφη ανύμφευτε, που έχουν και όλοι οι περιττοί οίκοι, δηλαδή Α, Γ, Ε, κλπ., ενώ οι άρτιοι οίκοι, δηλαδή Β, Δ, Ζ, κλπ., έχουν εφύμνιο το Αλληλούια.

  Οι περιττοί οίκοι, μετά από τους 5 πρώτους στίχους που περιέχουν την διήγηση, έχουν άλλους 18 στίχους, ανά ζεύγη, που αποτελούν τους Χαιρετισμούς στη Θεοτόκο.

  Τους χαιρετισμούς αυτούς τους απευθύνουν: ο Γαβριήλ (Α, Γ), ο Πρόδρομος ως έμβρυο ακόμα (Ε), οι ποιμένες (Η), οι Μάγοι (Ι), οι πιστοί που ερύσθησαν από τα είδωλα (Λ), οι πιστοί γενικά (Ν, Ο, Ρ, Τ, Φ, Ψ).

  Οι άρτιοι οίκοι αναφέρονται στη Θεοτόκο (Β, Δ, Ζ, Ω) και στο Χριστό (Θ, Κ, Μ, Ξ, Π, Σ, Υ, Χ).  Εορτολογικά τώρα, ο ύμνος έχει σχέση  με τον Ευαγγελισμό (Α, Β, Γ, Δ), με την επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ (Ε), με τις αμφιβολίες του Ιωσήφ (Ζ), με την προσκύνηση των ποιμένων (Η) και τνω Μάγων – Χαλδαίων (Θ, Ι, Κ), με την Υπαπαντή (Μ), και με την φυγή στην Αίγυπτο (Λ), που εδώ απηχείται η παράδοση των απόκρυφων ευαγγελίων. 

 Αυτό είναι το πρώτο του ύμνου, το ιστορικό.

  Το άλλο μισό (Ν-Ω) είναι το θεολογικό – δογματικό, όπου υμνείται η ενανθρώπηση του Κυρίου και η σωτηρία των πιστών.

 

Κατά την Τυπική διάταξη , ο ύμνος ψάλλεται ολόκληρος με όρθρο το Σάββατο του Ακαθίστου, και τμηματικά, ανά 6 οίκοι, με Απόδειπνο, κατά τις πρώτες 4 Παρασκευές των Νηστειών. 

 Πρέπει να διευκρινισθή ότι δεν πρόκειται για ψαλμώδηση αλλά για απαγγελία εκφωνητική από Αρχιερέα ή ιερέα, που στο τέλος του κάθε οίκου οι χοροί των ψαλτών ψάλλουν το εφύμνιο «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε» ή «Αλληλούια».

 

Είναι ενδιαφέρουσα η μαρτυρία του Τυπικού του Αγίου Σάββα που ορίζει «Δει ειδέναι, ότι εις την λαύραν του οσίου Πατρός ημών Σάββα ου παρελάβομεν εις την ημέραν του Ακαθίστου ψάλλειν τους κδ΄ οίκους, αλλά δ΄ τον πρώτον, τον δεύτερον, τον τρίτον και τον ύστερον, (δηλ) Ω πανύμνητε μήτερ, εις  δε την εορτήν του Ευαγγελισμού ψάλλομεν όλους».

  Και συμπληρώνει «ει δε θέλει ο προεστώς γίνεται αγρυπνία και ψάλλονται όλοι»

 Η μαρτυρία αυτή έχει σημασία για τα μουσικολογικά θέματα που αφορούν κυρίως την ερμηνεία της σημειογραφίας του Ακαθίστου Ύμνου. 

 Η πλήρης ψαλμώδηση δηλαδή του πολύ μελισματικού – εκτενούς – ύφους, απαιτεί πολύ χρόνο, και γι’ αυτό ψάλλονταν μόνο κατά επιλογή 4 οίκοι.

  Αυτό το γεγονός μαρτυρεί πως από πολύ νωρίς, ίσως εξ αρχής, τα κοντάκια δεν ψάλλονταν αλλά απαγγέλονταν, παράδοση δηλαδή που ενεργείται και σήμερα.

 

    

[ΓΡ. Θ. ΣΤΑΘΗΣ, Δρ. Θ. – ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΟΣ]  

 Πηγή:http://www.cmkon.org/xairetismoi.htm

Αφήστε μια απάντηση