Όλη η Ρωσία τον είχε για πατέρα και για προστάτη της, από τ’ αρχοντικά ως την πιο φτωχή ίσμπα. Πολλές φορές οι προσκυνητές φτάνανε τις δυο χιλιάδες σε μια μέρα απ’ όλα τα μέρη της Ρωσίας, και γεμίζανε το δρόμο του Αρζαμάς που πήγαινε στο μοναστήρι. Άλλοι με αμάξια, άλλοι με καζάκες (έλκηθρα), κι’ άλλοι με τα πόδια. Πολλοί περπατούσανε ολόκληρες βδομάδες. Τα χαράγματα χτυπούσανε οι καμπάνες για τον όρθρο, άνοιγε η μεγάλη οξώπορτα, κ’ οι προσκυνητές μπαίνανε μέσα στην αυλή, σαν αληθινή θάλασσα. Ο Άγιος έβγαινε σε λίγο ντυμένος με άσπρο ράσο, και το πρόσωπό του έλαμπε από το φως του ουρανού. Εκείνον τον καιρό σε κάθε μεριά της Ρωσίας έβλεπε κανένας στρατεύματα σε κίνηση, κι’ ο μεγάλος δρόμος βρισκότανε κοντά στο Σάρωφ. Πλήθος στρατιώτες με τους αξιωματικούς τους πηγαίνανε να πάρουνε την ευλογία του Aγίου, για να τους προστατεύη στις εκστρατείες της Τουρκίας, της Πολωνίας και του Ναπολέοντα. Το κήρυγμά του ήτανε πολύ απλό: “Δίνε να φάγη ο πεινασμένος. Δίνε να πιη ο διψασμένος. Να είσαι δίκαιος. Να έχης ειρηνική κι’ αγαθή ψυχή”. Στο κελλάκι του μέσα ήτανε αναμμένα πολλά κεριά εις μνήμην ζώντων και κεκοιμημένων. Το καντηλάκι έφεγγε πάντα ακοίμητο μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Ένα σκαμνί κ’ ένας μικρός πάγκος ήτανε για τους προσκυνητές. Ένα άλλο σκαμνάκι ήτανε το κάθισμά του και το τραπέζι του. Χάμω ήτανε απλωμένο ένα σακκί σε μιαν άκρη, το στρώμα του. Είχε και μια νεκρόκασα στο διάδρομο, που την έσκαψε ο ίδιος σ’ ένα δέντρο, για τον ενταφιασμό του, και κει μέσα κοιμότανε καμμιά φορά. Αγαπούσε υπερβολικά τα παιδάκια, που παίζανε μαζί του, σαν νάτανε κ’ εκείνος μικρό παιδί. Τ’ αγκάλιαζε, τάσφιγγε στο στήθος του λέγοντας συγκινημένος: “Μικροί θησαυροί μου!”. Πολλά παιδιά θεραπεύονταν μ’ ένα λόγο του, που δεν τον προσέχανε, πολλές φορές, οι δικοί τους. Ανάμεσα στο πλήθος, ας πούμε, έβλεπε ένα άρρωστο παιδάκι, που το φέρανε οι γονιοί του, πετσί και κόκκαλο. Η ματιά του Aγίου έπεφτε απάνω του, το έπαιρνε στην αγκαλιά του, το φιλούσε κ’ έλεγε στους γονιούς του: “Η χάρη του Θεού θα το κάνη καλά”, κ’ ύστερα γύριζε προς τους άλλους αρρώστους. Σε λίγο μαθευότανε πως εκείνο το παιδάκι είχε γίνει καλά. Σαν γύρισε ο πάτερ Σεραφείμ στο μοναστήρι, τρέξανε οι καλογρηές από το Ντιβεέβο και τον παρακαλέσανε να τους πάρη κάτω από την καθοδήγησή του. Ο Άγιος ωργάνωσε καλύτερα το μοναστήρι τους, του έδωσε έναν καινούριον κανονισμό, και κυβερνούσε τις μοναχές σύμφωνα με τις διαταγές και τις υποδείξεις που έπαιρνε από την Παναγία. Η εκκλησιά του μοναστηριού ήτανε της Mεταμορφώσεως. Επειδή γύρω στο Ντιβεέβο είχε μεταλλεία που βγάζανε σίδερο, μαζευόντανε εκεί κάθε καρυδιάς καρύδι, μαχαιροβγάλτες, μπεκρήδες και κάθε παραλυσία. Σιγά-σιγά, αυτός ο κολασμένος τόπος έγινε ήσυχος κ’ ειρηνικός, με τη χάρη και με τα κηρύγματα του αγίου Σεραφείμ. “Η Mεταμόρφωσις, έλεγε, μεταμόρφωσε αυτόν τον τόπο”. Η αδελφή του Μιχάλη Μαντούρωφ, Ελένη, είχε γίνει μοναχή. Είχε μαζί της και μια μικρή υπηρέτρια που δεν ήθελε να αποχωρισθή την κυρά της. Μα το κορίτσι αρρώστησε από φθίση. Η Ελένη τόβαλε στο κρεβάτι της και το περιποιότανε νύχτα μέρα. Ωστόσο, δεν έζησε πολύ, κι’ ο θάνατός του πίκρανε πολύ την Ελένη, που ένοιωθε πως θα πέθαινε κι’ αυτή γλήγορα. Η μονάχη επιθυμία της ήτανε να μην πεθάνη πριν από τον πάτερ Σεραφείμ. Ο αδελφός της, που ήτανε διαχειριστής του μοναστηριού, έλειπε από το μοναστήρι, και μάθανε πως ήτανε και κείνος άρρωστος, κ’ η Ελένη έγινε χειρότερα. Είπε στο γέροντα πως ήθελε να πεθάνη, αντί τον αδελφό της. Μα σε λίγο ταράχθηκε και φώναξε: “Πάτερ, φοβούμαι το θάνατο!”. Ο άγιος της είπε: “Τι έχουμε, τέκνον μου, να φοβηθούμε από το θάνατο; Για μας ο θάνατος είναι μια αιώνια χαρά”. Τη ράντισε με αγιασμό και την πήγε ως την πόρτα του κελλιού της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και δεν ξανασηκώθηκε πια. Ο θάνατός της στάθηκε αγιασμένος. Κοινώνησε τα Άχραντα Mυστήρια, αποχαιρέτησε τις αδελφές, ζητώντας τες συγχώρηση, και τις παρακάλεσε να την ντύσουν για την κηδεία της. Πριν να παραδώση το πνεύμα της, είπε πως έβλεπε τον Χριστό μέσα σε πύρινη λάμψη. Οι μοναχές πιάσανε να κλαίνε γύρω στο σκήνωμα, και πήγανε κλαίγοντας κ’ είπανε στο στάρετς πως η Ελένη κοιμήθηκε. Κ’ εκείνος τις είπε: “Ανόητα παιδιά μου, δεν καταλαβαίνετε τίποτα! Λοιπόν δεν είδατε την ψυχή της που πέταξε σαν περιστέρι στους ουρανούς;” Με τον ίδιο εξαίσιο τρόπο κοιμήθηκε κ’ η Μαρία Μιλιούκωφ, μια άγια μοναχή δεκαεννιά χρονών. Ο ίδιος ο Άγιος έσκαψε την κάσα της μέσα σ’ ένα δέντρο δρυ, κι’ έδωσε το σάλι του για να τυλίξουνε το σώμα της. Οι μοναχές ξεμπλέξανε τα ωραία ξανθά μαλλιά της, που τα έκρυβε η Mαρία μέσα στο καλογερικό της σκέπασμα, και στα σταυρωμένα χέρια της ακουμπήσανε τη Σύνοψη του πάτερ Σεραφείμ.
Η Mαρία είχε μια μικρή ανηψιά, που τη δίδασκε η Ελένη Μαντούρωφ για να ακολουθήση τη μοναχική πολιτεία. Ο Άγιος έλεγε: “Είναι ένας ένσαρκος άγγελος. Ωστόσο δεν θα γίνη μοναχή, αλλά θα γίνη σύζυγος του Nικόλα Mοτοβίλωφ”. Όπως κ’ έγινε. Ο Μοτοβίλωφ ήτανε ένα αρχοντόπαιδο. Ο πατέρας του είχε μεγάλα κτήματα. Τον καιρό που ήτανε μικρός, πήγαινε κ’ έπαιζε με τον Άγιο στο κελλί του. Είχε πολύ γερό μυαλό, και συχνά έβαζε σε αμηχανία τους δασκάλους του με τις ερωτήσεις του. Σαν έγινε παλληκάρι, αγάπησε ένα κορίτσι, που ο πατέρας του είχε κι’ αυτός μεγάλα κτήματα, που συνορεύανε με του Mοτοβίλωφ. Αλλά ο Nικόλας έπαθε άξαφνα μια παράλυση, και κόντεψε να πεθάνη από τον καημό του. Μα ο Άγιος τον γιάτρεψε. Του είπε, μάλιστα, πως δεν θα πάρη εκείνη που αγαπούσε, αλλά τη μικρή Ελένη Μιλιούκωφ, που είπαμε, όπως και την πήρε. Από τότε πήγαινε ταχτικά στο μοναστήρι, και μιλούσε με το στάρετς. Έγραψε μάλιστα και μια θαυμαστή συνομιλία που είχε με τον Άγιο, και το χαρτί το βρήκε, ύστερ’ από 70 χρόνια, μετά το θάνατό του, η χήρα του Ελένη, μέσα στην αποθήκη της μονής, και το εμπιστεύθηκε σε ένα γνωστό της συγγραφέα, που δημοσίεψε αυτές τις σημειώσεις στην “Eφημερίδα της Μόσχας”, στα 1903. Αυτή την αποκαλυπτική έκθεση θα τη βάλουμε παρακάτω.
Πηγή: http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=173&author_id=19
Υποβλήθηκε στις 3 Ιανουαρίου, 2009 στις 7:46 μμ και βρίσκεται κάτω από ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ.
.
Μπορείς να παρακολουθείς τα σχόλια για το άρθρο χρησιμοποιώντας RSS 2.0 τροφοδότης (feed).
Μπορείς να πας στο τέλος και να αφήσεις σχόλιο. Το Pinging προσωρινά δεν επιτρέπεται.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.