kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

H ΠΕΘ απαντά στον Συνήγορο του Πολίτη

Συγγραφέας: kantonopou στις 19 Δεκεμβρίου, 2008

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
Χαλκοκονδύλη 37. 10432 ΑΘΗΝΑ
Τηλ. 2105224180-FAX. 2105224420
Iστοχώρος: www.petheol.gr

e-mail: panenthe@otenet.gr

& enosis@petheol.gr

Αθήνα 4-12-2008
Αριθμ. πρωτ. 253

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
1. Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος
Ιω. Γενναδίου14, 11521 ΑΘΗΝΑ

2. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευμάτων
Ανδρέα Παπανδρέου 37. 15180 ΜΑΡΟΥΣΙ

Πρός τόν Συνήγορο του Πολίτη
Μέξη Χατζηγιάννη 5
11528 ΑΘΗΝΑ

Ο Συνήγορος του Πολίτου εξέδωσε Δελτίο Τύπου και δημοσίευσε την επιστολή του πρός το Υπουργείο Παιδείας, σχετικώς με το ζήτημα της απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών (17.11.2008).
Το πρόβλημα, το οποίο θέλησε να αντιμετωπίσει ο Συνήγορος ήταν το γεγονός ότι σε κάποια σχολεία οι Διευθυντές τους μπροστά στο πρόβλημα των απαλλαγών των μαθητών γιά λόγους ήσσονος προσπαθείας και ευκολίας (με πρόσχημα τους λόγους συνειδήσεως) έπραξαν το αυτονόητο: διερεύνησαν άν υπάρχουν, πράγματι, λόγοι θρησκευτικής ετερότητος για την αίτηση της απαλλαγής, όπως και η αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων εισηγείτο: «η διοίκηση (ο υπεύθυνος επεξεργασίας διευθυντής του σχολείου) δικαιούται να ελέγχει τη σοβαρότητα των σχετικών δηλώσεων» .Το κείμενο του Συνηγόρου είναι διάτρητο και εντελώς αθεμελίωτο λογικώς.

Επισημαίνουμε κάποιες από τις κραυγαλέες αντιφάσεις του:

1) «Η δυνατότητα απαλλαγής … δεν αναιρεί τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών στο σχολείο ? Δικαίωμα δε απαλλαγής από το μάθημα αυτό ? έχουν ? όλοι οι μαθητές ?»! Πώς είναι δυνατόν να είναι κάτι υποχρεωτικό και συγχρόνως να δίνεται η δυνατότητα απαλλαγής από όλους (κανόνας, όχι εξαίρεση η απαλλαγή), αυτό μόνον ο νούς του συντάκτη μπορεί να μας απαντήσει. Υποχρέωση σημαίνει ότι θέλω δέν θέλω πρέπει να κάνω κάτι. Εάν υπάρχει δυνατότητα απαλλαγής, δεν υπάρχει υποχρέωση, διότι εάν δεν μου αρέσει κάτι τότε απαλλάσσομαι, δεν υποχρεούμαι να το κάνω (να παρακολουθήσω τα μάθημα). Αύτή η αντίφαση πώς δικαιολογείται;

2) «Δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα αυτό δέν έχουν μόνο οι αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι, αλλά όλοι οι μαθητές, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις». Πάλι καλείται ο συντάκτης του κειμένου να απαντήσει σε ένα απλό ερώτημα: «γιατί ένας χριστιανός ορθόδοξος να έχη δικαίωμα απαλλαγής από τα ορθόδοξα («ομολογιακό» κατά την άποψη του συντάκτη) θρησκευτικά;». Πώς ενοχλείται η θρησκευτική του συνείδηση από ένα μάθημα, το οποίο του τον αναπτύσσει και τον καλλιεργεί;

3) Τί σημαίνει «λόγοι συνείδησης», δέν ταυτίζονται με τις θρησκευτικές (η αθεϊστικές – αθρησκευτικές) πεποιθήσεις; Γιατί δέν κατονομάζονται ρητώς ως λόγοι θρησκευτικής συνείδησης; Υπάρχουν και άλλοι λόγοι, μη θρησκευτικοί, που οθούν κάποιον να ζητήσει απαλλαγή από ένα θρησκευτικό μάθημα; Δεν έρχεται αυτό σε αντίθεση με την απόφαση 77Α/2002 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα που σημειώνεται ότι η δήλωση απαλλαγής θα γίνεται «κατ? επίκληση των πεποιθήσεών τους»; (θρησκευτικών και φιλοσοφικών).

4) Ο Συνήγορος κόπτεται για την μη δημοσίευση των θρησκευτικών πεποιθήσεων του αυτό όντος την απαλλαγή ή οι μή εξαιρούμενοι μαθητές δέν «δηλώνουν» μέ την παρακολούθηση την «ομολογιακήν» θρησκευτικήν των θρησκευτική τους πεποίθηση; Ο εκκλησιασμός των μαθητών δέν δηλώνει τό θρήσκευμα; Θά τον καταργήσουμε καί αυτόν; Αλλά καί η αίτηση απαλλαγής δέν δηλώνει αφ’ αυτής τό θρησκευτικό φρόνημα, τό διαφορον της ορθοδόξου πίστεως;

5) Πως ο Συνήγορος, επικαλούμενος την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, χαρακτηρίζει ως αθέμιτη την γνωστοποίηση των θρησκευτικών πεποιθήσεων του ατόμου για την άσκηση δικαιώματός του (απαλλαγή από το μάθημα), ενώ δέν επικρίνει την επίσημη δήλωση του θρησκεύματος που κάνουν οι Έλληνες Μουσουλμάνοι για να τύχουν του ευεργετήματος της εισαγωγής άνευ εξετάσεων στα Α.Ε.Ι.;

Σημειώνουμε και κάποιες γενικωτέρας υφής παρατηρήσεις:

α) Πως θεμελιώνονται νομικώς οι προτάσεις του Συνηγόρου. Οι δύο παραπομπές – υποσημειώσεις που κάνει στην επιστολή του ο Συνήγορος αναφέρονται σε έγγραφα του ίδίου και μία παραπομπή όντως κειμένου σε απόφαση της αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρος. Δέν υπάρχει άλλη νομολογία Ελληνικών δικαστηρίων σχετικά με τα θέματα αυτά; Δέν υπάρχουν σχετικές αποφάσεις ή γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου της επικρατείας; Γιατί δεν αναφέρονται; Συναφής γιατί η θεμελιώδης σύμβαση της Ρώμης (ΕΣΔΑ) παρερμηνεύεται τόσον εμφανώς: πώς από την φράση «συμφώνως πρός της ιδίας αυτήν θρησκευτικής και φιλοσοφικής πεποιθήσεις» οδηγούνται στη διατύπωση «λόγοι συνειδήσεως»; Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των γονέων είναι αυτές που προσβάλλονται (ή δέν προσβάλλονται) από ένα μάθημα θρησκευτικών και όχι γενικώς η συνείδησή τους.

β) Ποιός ερμηνεύει τους νόμους; Ο νομοθέτης – συντάκτης τους, Η διοίκηση πού τους εφαρμόζει, ή μία ανεξάρτητη αρχή; Ο ίδιος ο Υπουργός Παιδείας σε δηλώσεις του στα μέσα ενημερώσεως διευκρίνισε ότι οι νέες εγκύκλιοι αφορούν «το ίδιο σύνολο μαθητών, που κάλυπταν και οι προγενέστερες» δηλ. τους μή ορθοδόξους μαθητές. Αυτό, μάλιστα, το διευκρίνισε και σε γραπτή απάντησή του πρός ερωτόντες βουλευτές στην Βουλή των Ελλήνων.

γ) Ποιός καθορίζει τον χαρακτήρα του μαθήματος; Η Πολιτεία διά των νομοθετικών κειμένων της (τα αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών δημοσιεύονται στο ΦΕΚ και λογίζονται ως νομικά κείμενα) ή κάποιοι νομικοί και αρχές και συχνά άνευ γνώσεως των σχετικών προγραμμάτων και των σχολικών εγχειριδίων;

δ) Το πλέον εξοργιστικό σημείο του κειμένου του Συνηγόρου είναι τα αναγραφόμενα στην ακροτελεύτια παράγραφο «γιά την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων». Οι αλλεπάλληλες, προχειρογραμμένες, σχεδόν αόριστες καί ασαφείς εγκύκλιοι του Υπουργείου Παιδείας έχουν δημιουργήσει μεγάλη αναταραχή σε πλείστα όσα σχολεία.

* Από την μιά πλευρά υπάρχουν μαθητές (ιδίως στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου), οι οποίοι ζητούν απαλλαγή γιά νά γλυτώσουν την εξέταση ενός μαθήματος και από την άλλη τα σχολεία (διευθυντές και σύλλογοι διδασκόντων) προσπαθούν να διαχειρισθούν το πρόβλημα χωρίς σαφείς οδηγίες από τό ΥΠΕΠΘ γιά τήν πιστή εφαρμογή της 3ης εγκυκλίου με τή μετακίνηση μαθητών καί ορθοδόξων από τμήμα σε τμήμα κατά τις ώρες διδασκαλίας των θρησκευτικών.Περιμέναμε από τις «ανεξάρτητες» αρχές σεβασμό στην παράδοση και στις αρχές της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Απέδειξαν ‘ομως τό αντίθετον με τις κατά καιρούς αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις του.Ο υπουργός Παιδείας μέ κατηγορηματικό καί σαφή λόγο απάντησε στόν Συνήγορο του Πολίτη γιά τό θέμα αυτό ως εξής: « θά ήθελα νά σας εκφράσω τή δυσαρέσκειά μου διότι θεωρώ ότι η ανεξάρτητη αρχή της οποίας προΐστασθε, υπερέβη τά όρια της θεσμικής της αρμοδιότητος» (ΑΠ: 450/20-11-08).

Αναμένουμε τώρα νά συντάξει καί νά αποστείλει μιά τέταρτη εγκύκλιο, σαφή καί κατηγορηματική , η οποία δέν θά επιτρέπει ασάφιες καί παρερμηνείες. Η καθ’ υπέρβαση αρμοδιοτήτων της ανεξάρτητης αρχής καί οι παρερμηνείες των εγκυκλίων, περί απαλλαγής μαθητών από τό μάθημα των θρησκευτικών, στήν πράξη, υπαγορεύουν κατ’ ανάγκην του Συνηγόρου του Πολίτη, ότι τό θέμα αυτό απαγορεύεται από τήν ευρωπαϊκή Νομοθεσία, καταγγέλλεται ευθέως από τόν αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο καί κατά τόν πλέον κατηγορηματικό τρόπο: «Ζητούμε από τό Συνήγορο του Πολιτη νά μας αποδείξει αν μιά πρόταση ή μελέτη του θέματος ότι αυτό επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αλήθεια ή ψέματα» δηλώνει σέ δημοσιογράφο ο αρχιεπίσκοπος. Γιά τό ίδιο θέμα στήν ανακοίνωσή της η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος επισημαίνει ότι «δέν υπάρχει απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου μέ ειδική αναφορά στό μάθημα των θρησκευτικών καί η απόφαση πού αναφέρεται από τό Συνήγορο του Πολίτη αφορά σέ τελείως άλλη υπόθεση».Κατά συνέπεια αδυνατούμε νά κατανοήσουμε τήν επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη πρός τόν υπουργό Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευμάτων.

Μέ τιμή

Ο Πρόεδρος

Mάρκος Ορφανός, ομοτ. Καθηγητής

Ο Γεν. Γραμματέας

Ηλίας Μπάκος, Δρ. θεολογίας-Φιλόλογος

Αφήστε μια απάντηση