ΒΙΟΜΕΤΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ – Τι κρύβουν τα νέα βιομετρικά διαβατήρια
Συγγραφέας: kantonopou στις 30 Νοεμβρίου, 2008
Πόσο καλά προστατευμένα είναι τα προσωπικά μας δεδομένα που φωλιάζουν στο τσιπάκι των νέων διαβατηρίων; Μιλώντας στο «Βήμα» ο ερευνητής Φαν Μπικ , ο οποίος «έσπασε» το σύστημα προστασίας τους, τονίζει ότι χρειάζεται αναβάθμιση των συστημάτων ελέγχου. Παράλληλα, η κοινωνική συγκυρία επιβάλλει την άμεση εφαρμογή αυστηρότερων ελέγχων
Τα νέα «αναβαθμισμένα» βιομετρικά διαβατήρια βρίσκονται προ των πυλών. Σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 2252/2004 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τόσο η χώρα μας όσο και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη καλούνται από τις 28 Ιουνίου του 2009 να εφαρμόσουν την έκδοση των νέων διαβατηρίων, στα οποία θα συμπεριλαμβάνονται τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατόχου.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν βέβαια από μια τέτοια εξέλιξη, η οποία αφορά την προσθήκη νέων ψηφιακών προσωπικών δεδομένων στα επίσημα αυτά έγγραφα, είναι άπειρα. Πέρα από την εξακρίβωση των στοιχείων του κατόχου, τα δακτυλικά αποτυπώματα θα χρησιμοποιούνται και για τον εντοπισμό υπόπτων; Θα φυλάσσονται όλα σε μια συγκεκριμένη τράπεζα δεδομένων, όπου θα πιστοποιείται η ασφάλειά τους; Υπάρχει άραγε η δυνατότητα να «σπάσει» κανείς τις, κατά τις αρχές, «αδιάτρητες» δικλίδες ασφαλείας πλαστογραφώντας τα διαβατήρια και κλέβοντας τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατόχου; Αυτές και άλλες πολλές είναι οι απορίες που γεννιούνται στο μυαλό μας στο άκουσμα της νέας και τεχνολογικά προηγμένης εφαρμογής. Τι από όλα αυτά όμως ισχύει στην πραγματικότητα;
Το πείραμα των «Τimes»
Στις αρχές Αυγούστου η βρετανική εφημερίδα «Τhe Τimes» προκειμένου να εξετάσει τα μέτρα ασφαλείας των νέων διαβατηρίων πραγματοποίησε ένα πρωτότυπο πείραμα: επιστρατεύοντας τον ολλανδό ερευνητή συστημάτων ασφαλείας του Πανεπιστημίου του Αμστερνταμ κ. Γερούν φαν Μπικ κατάφεραν να σπάσουν τους κωδικούς-«φρούριο» και να αλλάξουν βασικά στοιχεία όπως η φωτογραφία του κατόχου. Μάλιστα σε διαβατήριο που ανήκε σε ένα αγοράκι ο ειδικός κατάφερε να αφαιρέσει την ψηφιακή φωτογραφία του και στη θέση της να βάλει εκείνη του Οσάμα μπιν Λάντεν, ενώ σε ένα άλλο που ανήκε σε μια 36χρονη γυναίκα «ανέβασε» το πορτρέτο του Χίμπα Νταργκμέ , ενός παλαιστινίου βομβιστή αυτοκτονίας.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟΥ
Οι πρώτες αναφορές για επίσημα έγγραφα γίνονται στην εβραϊκή Βίβλο και χρονολογούνται την εποχή της Περσικής Αυτοκρατορίας, γύρω στο 450 π.Χ. Τότε πιστεύεται ότι ζητήθηκε από τον Νεεμία, αξιωματούχο του βασιλιά Αρταξέρξη Α Δ , να ταξιδέψει στην Ιουδαία. Ο βασιλιάς έγραψε λοιπόν ένα γράμμα «προς τους κυβερνήτες πέρα από τον ποταμό» εξασφαλίζοντάς του έτσι ασφαλές πέρασμα από τα βασίλεια αυτά.Ως προς την ετυμηγορία της λέξης «passport» υπάρχουν δύο βασικές εκδοχές: η πρώτη υποστηρίζει ότι η λέξη προέρχεται από το «pass» (περνώ) και το «port» (λιμάνι). Η δεύτερη πάλι και πιο επικρατούσα, αναφερόμενη στα έγγραφα που χρησιμοποιούνταν από τους ταξιδιώτες κατά τον Μεσαίωνα, μεταφράζει το δεύτερο μέρος της σύνθετης λέξης ως πύλη από το λατινικό «porte», παραπέμποντας έτσι στην αναγκαιότητα ενός εγγράφου που να πιστοποιεί την ταυτότητα του ταξιδιώτη στα τείχη μιας πόλης για τη δυνατότητα εισόδου του σε αυτήν.Η τελική μορφή της λέξης «διαβατήριο» στα ελληνικά πλάστηκε κατά τον 19ο αιώνα, όταν ο Αδαμάντιος Κοραής και οι Διδάσκαλοι του Γένους κήρυξαν το κίνημα καθαρμού της γλώσσας. Ετσι η ξενόφερτη λέξη «πασαπόρτι» από το passport μετατράπηκε στο σημερινό μας διαβατήριο. Στα παλαιότερα διαβατήρια αναγράφονταν μόνο τα προσωπικά στοιχεία του κατόχου, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα- όταν πλέον η φωτογραφία εντάχθηκε στην καθημερινότηταπροστέθηκε σε αυτά και μια μικρή φωτογραφία.
Στην Ευρώπη η επίσημη διαδικασία της πιστοποίησης των προσωπικών στοιχείων μέσω διαβατηρίων ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του Α Δ Παγκοσμίου Πολέμου για λόγους ασφαλείας προκειμένου να περιορισθούν οι μετακινήσεις των κατασκόπων αλλά και να γίνεται ακόμη πιο ενδελεχής έλεγχος στην ταυτότητα των πολιτών και των ιδιοτήτων τους. Μετά το τέλος του Πολέμου ο διασυνοριακός έλεγχος συνεχίστηκε.
Λίγα χρόνια αργότερα, έπειτα από μια σειρά συνεδριάσεων, η Κοινωνία των Εθνών ανακοίνωσε νέες οδηγίες ως προς τη χρήση και τον έλεγχο των διαβατηρίων.
Αν και οι αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών το 1963 αποπειράθηκαν να θέσουν νέες οδηγίες, κάτι τέτοιο τελικώς δεν ευοδώθηκε.
Τελικώς η προτυποποίηση των διαβατηρίων εφαρμόστηκε το 1980 από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (Ιnternational Civil Αviation Οrganization- ΙCΑΟ).
Τα πρώτα βιομετρικά στοιχεία
Η ανθρωπομετρία δημιουργήθηκε για πρώτη φορά από τον Γάλλο Αλφόνς Μπερτιγιόν το 1882. Ο ίδιος ξεκίνησε την καριέρα του ως απλός αρχειοθέτης της Αστυνομίας του Παρισιού, σύντομα όμως έκρινε ότι το σύστημα ταυτοποίησης των υπόπτων που εφαρμοζόταν ως τότε ήταν ανεπαρκές.
Ετσι αποφάσισε να φτιάξει ένα νέο πιο αξιόπιστο σύστημα αντιστοιχίας το οποίο βασιζόταν στη μέτρηση μερών του σώματος, όπως το μέγεθος της κεφαλής, του μήκους των άκρων και των γενικότερων διαστάσεων του σώματος. Στη συγκεκριμένη μέθοδο γινόταν ακόμη αναφορά στιγμάτων που εντοπίζονταν στο σώμα, όπως ουλές, τατουάζ κτλ., αλλά και συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του φυσικού προσώπου.
Σύντομα μάλιστα η ανθρωπομετρία, γνωστή και ως μπερτιγιονάζ (bertillonage), από το όνομα του επινοητή του, υιοθετήθηκε από τις βρετανικές και τις αμερικανικές αστυνομικές αρχές. Ωστόσο λίγα χρόνια αργότερα το σύστημα κρίθηκε αναξιόπιστο καθώς, πέρα από το γεγονός ότι οι μετρήσεις αλλοιώνονταν με την πάροδο του χρόνου, υπήρχε πιθανότητα διαφοράς ως προς τον τρόπο των μετρήσεων που πραγματοποιούνταν από διαφορετικά άτομα.
Δακτυλικά αποτυπώματα
Αν και τα δακτυλικά αποτυπώματα χρησιμοποιούνταν ήδη από την αρχαιότητα ως δείγμα υπογραφής, όπως μαρτυρούν αγγεία του αρχαίου ελληνικού, κινεζικού, αιγυπτιακού και ρωμαϊκού πολιτισμού, η επίσημη χρήση τους για την πιστοποίηση της ταυτότητας του κατόχου τους από την αστυνομία ξεκίνησε το 1892 από τον Χουάν Βούσετιτς, αξιωματικό της αργεντίνικης αστυνομίας.
Ως τότε είχαν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες οι οποίες υπογράμμιζαν την αξιοπιστία τους ως προσωπικά τεκμήρια καθώς δεν επιδέχονταν αλλοιώσεις. Ετσι για πρώτη φορά ο Βούσετιτς κατάφερε να αποδείξει ότι η Φρανσίσκα Ροχάς, η οποία κατηγορούνταν για φόνο, ήταν πραγματικά ένοχη, όπως προέκυπτε από τα δακτυλικά αποτυπώματα από αίμα που είχε αφήσει στη σκηνή του εγκλήματος.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.