ΑΝΑΙΤΙΟΛΟΓΗΤΗ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Συγγραφέας: kantonopou στις 21 Νοεμβρίου, 2008
Όπως είναι γνωστό, το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων με πρόσφατη Εγκύκλιο (91109/Γ2/10-07-2008), εν μέσω θερινών διακοπών, στις διευθύνσεις Α΄/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης, κάνει γνωστό «ότι για την απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών απαιτείται υπεύθυνη δήλωση του κηδεμόνα του μαθητή αν είναι ανήλικος ή του ιδίου αν είναι ενήλικος, στην οποία θα αναφέρεται η επιθυμία απαλλαγής χωρίς να δηλώνεται ο λόγος της συγκεκριμένης επιλογής».
Σε μεταγενέστερη εγκύκλιο (104071/Γ2/04.08.2008) επισημαίνεται ότι «Η ανωτέρω εγκύκλιος μας εναρμονίζει με τις αποφάσεις του ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ανεξάρτητων αρχών της χώρας μας».
Όπως εύλογα μπορεί κανείς να υποθέσει, παρά τις διαβεβαιώσεις του Υπουργείου ότι το μάθημα παραμένει υποχρεωτικό για τους ορθόδοξους μαθητές και αφορά τους αλλόθρησκους ή ετερόδοξους (Εγκύκλιος Φ12/977/109744/Γ1,26.8.2008), η απόφαση αυτή ενέχει μια δυναμική ώστε το μάθημα των Θρησκευτικών σταδιακά να καταστεί προαιρετικό. Και σε προγενέστερες εποχές κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί από αρμόδιους και μη αμφισβητήσεις για τη θέση του μαθήματος αυτού στη Δημόσια Εκπαίδευση. Ως κοινή βάση των αμφισβητήσεων αυτών προβάλλεται το επιχείρημα ότι η παρεχόμενη θρησκευτική αγωγή παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία της σκέψης του μαθητή, ενώ ορισμένοι άλλοι υποστηρίζουν ότι λόγω του βιωματικού του χαρακτήρα δεν επιδέχεται αξιολόγησης.
Στις μέρες μας το παραπάνω επιχείρημα επιτείνεται λόγω αφενός μεν της πολυπολιτισμικής σύνθεσης της Ελληνικής κοινωνίας, αφετέρου δε της μονόπλευρης προβολής των αντιλήψεων της Ενωμένης Ευρώπης, στις χώρες μέλη της οποίας ωστόσο το μάθημα διδάσκεται με διάφορες μορφές. Εξάλλου η σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης με αριθμ. 1720/2005 θεωρεί απαραίτητη θρησκευτική αγωγή με έμφαση στην τοπική θρησκευτική παράδοση, χωρίς βέβαια να δημιουργούνται προϋποθέσεις μισαλλοδοξίας και φανατισμού.
Όμως, όσοι αμφισβητούν ή και αρνούνται το γνωσιολογικό περιεχόμενο, τον επιστημονικό χαρακτήρα και τη μορφωτική αξία του μαθήματος, βασίζονται σε εσφαλμένη αντίληψη για το χαρακτήρα, τη φύση και το σκοπό της σχολικής θρησκευτικής αγωγής. Έχουν δηλ. την αντίληψη ότι το μάθημα αποβλέπει κατά κύριο λόγο, αν όχι αποκλειστικά, στη διαμόρφωση χριστιανικής συμπεριφοράς και προσωπικής ευσέβειας. Αγνοούν ότι το μάθημα έχει κατά βάση γνωσιολογικό χαρακτήρα και αποβλέπει στην ενημέρωση των μαθητών για το θρησκευτικό φαινόμενο, γενικότερα και ειδικότερα στην κατανόηση της θρησκευτικής διάστασης των επί μέρους θεμάτων της ζωής, καθώς και στο πώς το θρησκευτικό «πιστεύω» επέδρασε και επιδρά στη διαμόρφωση του πολιτισμού. Όπως η διδασκαλία της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και των αρχαίων Ελληνικών κειμένων, που διδάσκονται πολλές ώρες εβδομαδιαίως στα σχολεία, δεν υποχρεώνει το μαθητή να ασπασθεί τις απόψεις που αναπτύσσονται εκεί για τα διάφορα ζητήματα, έτσι και η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, που διδάσκεται μία ή δύο ώρες εβδομαδιαίως, δεν υποχρεώνει το μαθητή να ασπασθεί άκριτα τις θέσεις που διατυπώνονται στο εν λόγω μάθημα.
Σημ. Το Δ.Σ., παράλληλα με το συλλογικό του κείμενο, αποφάσισε να δημοσιοποιήσει στον τύπο και το παρόν κείμενο των δύο συναδέλφων.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.