Η ποίηση: ως ανάγκη παραμυθίας


Ηλίας Κεφάλας

Η ποίηση συνεχίζει να είναι στη χώρα μας και σήμερα μία απόμερη, απόκρυφη και, σχεδόν, αποκλεισμένη πραγματικότητα. Το τελευταίο προσιδιάζει στην κατάσταση της μη εκδηλώσεως ενός αναφανδόν σημαντικού ενδιαφέροντος τού κοινού γι’ αυτήν ή, τουλάχιστον, της εκδηλώσεως ενός συγκροτημένου και, πολλές φορές, μη κοινοποιήσιμου ενδιαφέροντος, παρότι η ιδία κρατάει πάντα ανοικτές τις πόρτες προς κάθε προσερχόμενο.
Η ποίηση συνεχίζει να είναι και σήμερα μια αναγκαιότητα παραμυθίας, ένα παιχνίδι αναγνώσεων, μια συνεχής αναζήτηση τρόπων της γλώσσας και του βλέμματος. Η ποίηση εξακολουθεί να συνδιαλέγεται και να επικοινωνεί με τα δικά της κλειδιά και από τούς δικούς της μονάχα τόπους.
Η ελληνική ποίηση σήμερα εγείρεται ομοθυμαδόν από τρεις και τέσσερις γενιές ταυτόχρονα, λαξεύοντας την ιστορικότητα, την κοινωνικότητα και την ατομικότητα της σύγχρονης ανθρωπολογικής φυσιογνωμίας, φωτίζοντας τα πράγματα του παρόντος με αντίστιξη το εσώτερο τοπίο και αντιστρόφως.
Η ποίηση συνεχίζει να στέκεται και να αντιστέκεται σθεναρά, παρόλο που υπολείπεται της πεζογραφίας σε αναγνωστική προτίμηση και εκδοτική προβολή. Στο στήσιμο και το χτίσιμο της πολλαπλής μορφολογίας της -μια οντοφάνεια της ασύλληπτης φαινομενολογίας- χρησιμοποιεί τα δικά της ακόρεστα υλικά, μετεξελιγμένα και μη, και ποτέ μεταποιημένα. Πορείες και στάσεις, χειρονομίες και σιωπές, αισθηματικές υπογραμμίσεις και αθέατες διακηρύξεις επανέρχονται με όλους τους δυνατούς τρόπους για να καταδείξουν το δέον ή το ήδη της τοποθέτησης του ανθρώπου μέσα στα πράγματα. Με τον τρόπο αυτόν η ποίηση εξακολουθεί να είναι μια δυνατή κραυγή, παρόλο πού δεν ακούγεται και δεν εισακούεται.
Αλλά, μη έχοντας ανάγκη από τα εξωτερικά αυτά αντιστηρίγματα, η ποίηση προχωρά στις μέρες μας, ωθουμένη από το πνεύμα και τη διάθεση μιας βαθιάς και αναστοχαστικής δύναμης. Παράλληλα, ως αιθέριο προϊόν της αδιάπτωτης θλίψης μας, εξέρχεται σημαδεμένη από το πνεύμα και τη συνείδηση μιας απροσδιόριστης έλλειψης. Η ποίηση έρχεται να συμπληρώσει και να προσθέσει αυτό το ανεξιχνίαστο εν τι που μας λείπει. Γι’ αυτό και ψάχνει τρόπους και τόπους να το βρει, τρόπους και τόπους να το πει και να μας το προσδιορίσει.
Οι τόποι θέασής της άλλοτε ευρύνονται και άλλοτε σμικρύνονται. Υπάρχουν δρόμοι που αποκλείονται επιδεικτικά και δρόμοι που ακολουθούνται επαναληπτικά. Η φθορά μέσα στις κοινωνικές ομάδες, η έλξη της μοναχικότητας, η προσήλωση στην ατομικότητα, η δοξαστική μαγεία του έρωτα, το δέος του θανάτου, ο μεταφυσικός φόβος και η λαγνεία της γλωσσοκεντρικής δημιουργίας είναι οι συχνότερες αγκιστρώσεις που επιβάλλουν και την ομόλογη ποιητική θεματογραφία.
Η μορφολογία της δόμησης παραμένει παγιωμένη στη χρήση του ελεύθερου στίχου, χωρίς να λείπουν, ωστόσο, και οι πολλαπλές εξακτινώσεις προς τις παραδοσιακές μορφές της παραδεδεγμένης μετρικής και ειδολογίας ή προς ξενόφερτες αγαπημένες ενσταλάξεις, όπως π.χ. το χάι-κάι.
Η γλώσσα κατασταλάζεται συνεχώς και ολονέν, πλησιάζοντας την ευπρέπεια της καθημερινής ευγένειας και της παραδοσιακής καλαισθησίας. Η ροπή προς τις κλασικές φόρμες γίνεται πλέον αβιάστως φανερή. Η εκφραστική πυκνότητα διαθέτει το βάρος του είναι και του σημαίνειν. Η γνωσιολογία, προαπαιτούμενη και μη, αποβαίνει εφαρμοσμένη δύναμη που επισημαίνει το ιστορικό παρόν και ομολόγως σημασιολογεί. Η αισθηματική καθαρότητα παραμένει το αδιάπτωτο υπόβαθρο του λόγου και η επαναφορά της λυρικής καταφυγής υπακούει σε ένα αίτημα που δεν αποσύρθηκε ποτέ.
Το βλέμμα, βεβαίως, παραμένει εγκλωβισμένο στις εσωτερικές ατραπούς κατά το πλείστον και εκδηλώνεται ως γνώρισμα του σύγχρονου ανθρώπου, συλλήβδην πλέον, και όχι μόνον του καλλιτέχνη. Ο δημιουργός των ημερών μας ή εστιάζει μονίμως μέσα του το βλέμμα ή ανιχνεύει τον εξωτερικό κόσμο κατά μικρές εστιάσεις, για να μεταφέρει στη συνέχεια τις εντυπώσεις μέσα του και να τις επεξεργαστεί εν κρυπτώ.
Η τέχνη της ποίησης απαντά στη χλεύη, την ασυναρτησία και την αταξία του οργανωμένου κόσμου, στην υποκρισία και την έλλειψη κατανόησης των θεσμικών συστημάτων, στην απρονοησία, την αδιακρισία και τη σκληρότητα του κοινωνικού ιστού. Πότε με κοινωνική φωνή η ιδία, πότε με σωματικό ψίθυρο και πότε με επεξεργασμένη σκέψη και νοητική πλησμονή, αντιδρά απέναντι στους σύγχρονους προβληματισμούς για το δέον και την ιδέα του ανθρωπισμού. Με ειρωνεία και αυτο-σαρκασμούς, με αγωνία που δεν απαλείφει τη χάρη και τα εκφραστικά παιχνιδίσματα, επιβαρυμένη πάντα με τη μελαγχολία της τριβής του χρόνου και της διάβρωσης των ιδεολογημάτων, διατυπώνει και προτείνει στάσεις ζωής οι οποίες, και μέσα στην πλήρη κατήφειά τους, παραμένουν ενεργά εποικοδομητικές.
Οι ιδεολογικές και αισθητικές αποτιμήσεις παρελαύνουν παράλληλα με την ποιητική ροή, η οποία ανιχνεύει ακούραστα τις μικρές όψεις της καθημερινότητας και όλες τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της ατομικότητας. Ανάμεσά τους οι αφανείς υπαρκτικές αδυναμίες επιτείνουν την ατελέσφορη δίψα του επι-ζην, που γίνεται η σκοτεινή δίψα της καλλιτεχνικής αναγκαιότητας για έκφραση. Η αναγκαιότητα αυτή, πολλές φορές αυτοφυής και ανεξιχνίαστη, εδράζεται στην ενατένιση και τη σύλληψη της συμπαντικής μας προοπτικής.
Η ελληνική ποίηση δρα σήμερα και, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, μέσα από μια ταυτολογία δημιουργού και δημιουργήματος και, με τη δέσμευση αυτή, ανακαλεί κάθε πιθανή υπαρξιακή αντίστιξη και στήριξη της τέχνης προς τη ζωή. Η ποίηση, τόσο μέσα από τον συγκεκριμένο της λόγο όσο και μέσα από τον καθ’ υπέρβαση αφασικό, εξέρχεται στις μέρες μας σαν μια ακαθόριστη και υπό συνεχή αίρεση σειρά από διάφορες προσδιοριστικότητες επί αναπάντητων ερωτημάτων. Έτσι, μέσα από μια διαρκή υπονόμευση των εννοιολογικών ορίων και μέσα από διάλληλους διακειμενισμούς και λυρικούς συσχετισμούς, επιχειρεί την απόδοση ορισμών. Με τον τρόπο αυτόν απαντά στην αναγκαιότητα καταδείξεως του εαυτού της για το τι εστί η ίδια η ποίηση και, κατ’ επέκταση, το τι εστί η ίδια η ύπαρξη.
Η ποίηση των ημερών μας, τόσο αυτή που εξέρχεται ολοκληρωμένη από τους πρεσβύτερους ποιητές όσο και αυτή που περαιώνεται από τους νεότερους, ακόμα και εν απουσία των ογκολίθων, προβάλλει μιαν αναντίρρητη ποιοτική πειθαρχία και μιαν υψηλή αισθητική εγκυρότητα. Χαμένη μέσα στην αχλή της αυτοαναφορικότητάς της, λαξεύει το σύγχρονο ανθρωπολογικό περιβάλλον με όρους του σήμερα και με αιχμή την πηγαία και απαράβατη δύναμη της έμπνευσης. Ίσως ποτέ δεν είχαμε τόσους -πολλούς μαζί- καλούς ποιητές.

Ηλίας Κεφάλας

*****

Τα στοιχεία του περιοδικού για συνδρομές και πληροφορίες είναι :

ΔΙΑΒΑΖΩ, ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΤΡΙΚΟΥΠΗ 38, ΑΘΗΝΑ 106 80
Τηλ. 210 33 88 008   κα Μάρω Γαλικίδου

Πηγή : www.lexima.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/910

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση