Το αδιαπέραστο της Μορφής από τον Διονύσιο Σολωμό έως σήμερα

Γιάννης Νικ. Μανιάτης

Καθώς στις μέρες μας όλο και συχνότερα εκδίδονται ποιητικές συλλογές με πεζόμορφα ποιήματα ή με ποιήματα που έχουν σύνθεση στοιχείων, στοχεύοντας στην ανίχνευση νέων μορφών ένταξης του ποιητικού λόγου θα επιχειρήσουμε μια ανάδρομη πορεία για να διαπιστώσουμε εάν αυτές οι απόπειρες είναι πρωτοπόρες ή απλά επαναλήψεις «γνωστών συνταγών».

Ο Γ. Π. Σαββίδης σε άρθρο του το 1960 για το Άξιον Εστί, στην προσπάθειά του να αναδείξει τον Οδυσσέα Ελύτη ως εθνικό ποιητή, επιχείρησε μια συσχέτιση του έργου με συγγενικά έργα της εθνικής ποίησής μας, μεταξύ αυτών και με τους Ελεύθερους Πολιορκημένους, του Σολωμού, αναφέροντας σε κάποιο σημείο :
“Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για μια σύνθεση σε τέτοια κλίμακα είναι, θέλοντας ν’ αγκαλιάσει ένα κόσμο ολόκληρο, να καταλήξει στο χάος – όπως Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, στην απελπισμένη τους αναζήτηση ενός «είδους μιχτού, αλλά νόμιμου» ”   (1)

Φυσικά, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν θα είχε την ίδια άποψη και σήμερα ο Σαββίδης και εάν θα επαναλάμβανε τον χαρακτηρισμό «απελπισμένη αναζήτηση», μετά τη στροφή όλο και περισσοτέρων ποιητών σε μικτά είδη αλλά και σε πεζόμορφα ποιήματα κι όσο για μια πιθανή ερμηνεία αυτής της θέσης του είναι κάτι που θα το εξετάσουμε αργότερα κι αφού  πρώτα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, θέτοντας ένα κοινό πλαίσιο κατανόησης του όρου «μορφή», που παρατηρούνται αντιφατικές ερμηνείες.
Διαβάζουμε στο Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων (2) – που διδάσκεται στα σχολεία και ως εκ τούτου θεωρούμε ότι τυχαίνει ευρύτερης αποδοχής :
“Συνήθως ταυτίζουμε τη μορφή με την εξωτερική όψη ενός καλλιτεχνήματος ∙ στη λογοτεχνία, για παράδειγμα, μορφή μπορούν να θεωρηθούν η γλώσσα και τα κάθε είδους εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας.” (3)

Επειδή όμως, εκτός από την αντιφατικότητα της ερμηνείας, αφού από τη μια αναφέρεται στην εξωτερική όψη κι απ’ την άλλη σε επί μέρους στοιχεία της, κάτι φαίνεται να απουσιάζει, οπότε ας δούμε τι αναφέρει το ίδιο βιβλίο για τον όρο «πεζόμορφο ποίημα» – που όπως όλοι παρατηρούμε εμπεριέχει τον όρο «μορφή» :
“Πολύ σπάνια, όμως, ο νεοτερικός ποιητής ακολουθεί ένα διαφορετικό τρόπο διάταξης του ποιητικού κειμένου. Συγκεκριμένα, δεν το κατανέμει σε «στιχοποιημένες» στροφικές ενότητες αλλά το αναπτύσσει σε συνεχή λόγο, δίνοντάς του εξωτερικά τη μορφή και την εικόνα που έχει ο πεζός λόγος. Αυτά, ακριβώς, τα ποιήματα που η εξωτερική τους τουλάχιστον μορφή θυμίζει και δίνει την εντύπωση πεζού λόγου, τα ονομάζουμε πεζόμορφα ποιήματα.” (4)

Δηλαδή, από τον προηγούμενο ορισμό της «μορφής», ουσιαστικά απουσίαζε η ίδια η «μορφή», όπως καταδεικνύεται από τον ορισμό του πεζόμορφου ποιήματος, στο ίδιο βιβλίο, οπότε θα πρέπει να δεχτούμε ως πληρέστερο τον ορισμό ότι : «Μορφή» είναι η εξωτερική όψη – εικόνα, της (διά-) τάξης του κειμένου και επιμέρους στοιχεία της μορφής είναι η γλώσσα και τα εκφραστικά μέσα. (5)

Με την ευκαιρία θεωρώ χρήσιμο να αφιερώσουμε λίγο από το χρόνο και την προσοχή μας για να κατανοήσουμε τη φράση “ διάταξη (-ς)  του ποιητικού κειμένου”,  που αναφέρθηκε στον ορισμό του πεζόμορφου ποιήματος – και αυτό γιατί η λέξη «διάταξη» μας αποκαλύπτει ότι έργο του ποιητή είναι να αποδίδει με τάξη τον λόγο του στο ποιητικό κείμενο. Αυτό άλλωστε μας υποδεικνύεται και από την ερμηνεία της λέξης «διάταξη» (= τακτοποίηση, διευθέτηση).

Έχοντας, λοιπόν, εντοπίσει έναν κοινό τόπο κατανόησης και ερμηνείας του όρου «μορφή» ας κάνουμε μια αναδρομή στην εξελικτική πορεία της «μορφής», σαν εξωτερική εικόνα, σαν σχήμα, της (διά-) τάξης του ποιητικού κειμένου, από την παραδοσιακή ποίηση του δημοτικού τραγουδιού, έως τις μέρες μας

Παραδοσιακή – δημοτική ποίηση, με κύριο χαρακτηριστικό τους έμμετρους και ισοσύλλαβους στίχους, ομοιοκατάληκτους ή και ανομοιοκατάληκτους, ενίοτε χωρισμένους σε στροφικά μέρη, στροφές.
Έμμετρη Ομοιοκατάληκτη ποίηση, με κύριο χαρακτηριστικό την δόμησή της σε αυστηρώς προκαθορισμένες μορφές (φόρμες) και στροφικά μέρη, με εξειδικευμένους κανόνες ως προς την μετρική των στίχων και την ομοιοκαταληξία, ενώ και σε αυτή την περίπτωση οι στίχοι του ποιήματος είναι ισοσύλλαβοι.
Στην εποχή μας συχνά αναφέρεται ως παραδοσιακή ποίηση – αν και καταχρηστικά αφού παραδοσιακή ποίηση είναι μόνο η δημοτική ποίηση, καθώς ο όρος παράδοση(6)  αναφερόμενος σε είδος τέχνης, ως παραδοσιακή τέχνη, προϋποθέτει κοινούς τόπους αναφοράς, δηλαδή συλλογικά κριτήρια, κανόνες και νοήματα, κάτι που ίσχυε μόνο στην δημοτική ποίηση. (7)
Αν δεχτούμε ότι ο αποτυπωμένος ποιητικός λόγος είναι η απόπειρα σχηματοποίησης μιας πνευματικής κατάστασης, με εργαλείο του ποιητή την γλώσσα, διαπιστώνουμε ότι η ποίηση στις δύο προαναφερόμενες κατηγορίες αποτυπώνει παραλληλόγραμμα σχήματα, με στοιχεία συμμετρίας∙ άρα σύμμετρα και ως προς την ύπαρξη μέτρου στους στίχους (σύμμετρο:από το συν + μέτρο = με μέτρο) αλλά και ως προς την συμμετρία των σχημάτων που απεικονίζονται και ανεξάρτητα από την όποια διαφοροποίηση στην έκτασή τους.

Μέχρι εδώ παρατηρούμε ότι η διαφορά εντοπίζεται κυρίως στη «γραμμική μορφική μονάδα», δηλαδή στον στίχο, ανάλογα με το μέτρο που επιλέγει να χρησιμοποιήσει ο κάθε ποιητής. Οι μετρικές διαφορές, δηλαδή οι διαφορές μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέτρων, σε σχέση με τη μονάδα, τον στίχο, είχαν σαν εξελικτικό αποτέλεσμα την δημιουργία της ποίησης του Ελευθερωμένου στίχου (8) και  εν συνεχεία της ποίησης του Ελεύθερου στίχου, με κοινό χαρακτηριστικό την χρήση ανισοσύλλαβων, μεταξύ τους, στίχων∙ ενώ στο σύνολό της η «μορφή» εξακολούθησε να δομείται, να χωρίζεται σε στροφικά μέρη, σύμφωνα όμως με την κρίση του εκάστοτε δημιουργού, απεξαρτημένη από συγκεκριμένους κανόνες.
Σε αυτές τις δύο «κατηγορίες» – και κυρίως στον Ελεύθερο στίχο, παρατηρούμε το σύνολο της «μορφής», ως σχήμα, να απομακρύνεται από την έως πρότινος συμμετρία, με μικρές ίσως εξαιρέσεις, παρουσιάζοντας ποικίλα σχήματα. (9)

Τέλος, έχουμε τα Πεζόμορφα ποιήματα (poeme en prose, verset), που μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν το εξελικτικό αποτέλεσμα του ελεύθερου στίχου, ως «γραμμική μονάδα» της «μορφής», αλλά και σαν εξέλιξη της «μορφής» στο σύνολό της, εμπεριέχοντας όλες τις προηγούμενες «μορφές» ως προς την «γραμμική μονάδα», τον στίχο.
Και φυσικά τα Μικτά ποιήματα, ως προς την εξωτερική εικόνα τους, συνθέτοντας στοιχεία από τις διάφορες «κατηγορίες» που προαναφέρθηκαν και όπως είναι προφανές επίσης εμπεριέχουν τις προγενέστερες «μορφικές κατηγορίες» – με παράδειγμα μικτού ποιήματος το Άξιον Εστί, του Οδυσσέα Ελύτη, με την αναφορά του οποίου ξεκινήσαμε – και στα μεν Πεζόμορφα ποιήματα έχουμε και πάλι συμμετρικά παραλληλόγραμμα σχήματα ενώ στα Μικτά ποιήματα τα σχήματα ποικίλουν και η συμμετρία εξαρτάται από τα «μορφικά στοιχεία» που χρησιμοποιούνται σε κάθε ποίημα.

Συνοπτικά, η «μορφή», ως σχήμα της εξωτερικής εικόνας, περίγραμμα, στις προηγούμενες κατηγορίες εμφανίζει τα εξής : Στην Παραδοσιακή – δημοτική ποίηση και στην Έμμετρη Ομοιοκατάληκτη, τα σχήματα που αποτυπώνονται είναι ορθογώνια παραλληλόγραμμα – όπως και στα Πεζόμορφα ποιήματα, οπότε έχουμε συμμετρία ως προς τους άξονες (οριζόντιο, κάθετο , διαγώνιους) αλλά και ως προς σημείο (κέντρο). Η απομάκρυνση από την προαναφερόμενη συμμετρία ξεκινά  με τον Ελευθερωμένο στίχο και ολοκληρώνεται με τον Ελεύθερο στίχο, όπου η συμμετρία περιορίζεται μόνο ως προς τον κάθετο άξονα των αποτυπωμένων σχημάτων, με μικρές εξαιρέσεις, ενώ στα Μικτά ποιήματα, σχήματα και συμμετρία ποικίλουν.

Σε αυτό το σημείο, ανοίγοντας μια μικρή παρένθεση, ας αναφέρουμε λίγα λόγια για τη συμμετρία : “Ονομάζουμε συμμετρία την αρμονία που παρατηρείται, είτε ανάμεσα στα μέρη που αποτελούν ένα αντικείμενο, είτε ανάμεσα στα διαφορετικά πράγματα, και πηγάζει από κανονικές αναλογίες. Όταν λέμε αρμονία, εννοούμε τη σωστή κατανομή και κατάταξη και τις κανονικές αναλογίες των αντικειμένων. Στη Φυσική η συμμετρία είναι μία σειρά χωροχρονικών μετασχηματισμών που αφήνουν μια φυσική ποσότητα σταθερή. Σε κοσμολογικό επίπεδο αυτό συνεπάγεται ότι στο πρωταρχικό σύμπαν, που βρισκόταν σε κατάσταση απόλυτης συμμετρίας, κυριαρχούσε μία μόνο επίδραση η Ενιαία Επίδραση και οι υπόλοιπες εμφανίστηκαν με το πέρασμα του χρόνου καθώς το σύμπαν διαστελλόταν.”

Ας επανέλθουμε στο άρθρο του Σαββίδη παραθέτοντας μερικά ακόμα αποσπάσματά του για να κατανοήσουμε το γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο έργο του Σολωμού και όχι κάποιο άλλο :   “Καιρός να κοιτάξουμε Το Άξιον Εστί και να επιχειρήσουμε μια πρώτη περιγραφή του. Ένας τρόπος -από τα γνωστά στο άγνωστο- είναι η συσχέτιση με συγγενικά έργα της ποίησής μας : με τους Ελεύθερους Πολιορκισμένους, […]  Δεν είναι ίσως άστοχο να παρατηρήσω εδώ πως ο συμβολικός αριθμός επτά (που τριαδικά εκφράζεται ως 3+1+3) είναι ένα είδος μόνιμου διαιρέτη στην ποίηση του Ελύτη […]   Το δεύτερο και κεντρικό μέρος του Άξιον Εστί, που αναπτύσσει το παράλληλο θέμα των παθών του Ποιητή και του Ελληνισμού ως την κάθαρσή τους, ακολουθεί την τριαδική διαίρεση του όλου έργου […]    Η τριαδική συμμετρία είναι εξ ίσου έκδηλη στο τρίτο μέρος, όπως φανερή -και από τον ίδιο του τον τίτλο: «Δοξαστικόν» – είναι και η βυζαντινή εκκλησιαστική σφραγίδα”

Βλέπουμε, λοιπόν,  ότι ξεκινά τη “συσχέτιση με συγγενικά έργα” κι ενώ αρχικά χρησιμοποιεί λογοτεχνικούς όρους, στη συνέχεια του κειμένου, εμπλουτίζει τη γλώσσα του με μαθηματικούς όρους και φτάνουμε στην αναφορά του για “τριαδική συμμετρία”. Αυτή η εξέλιξη εκτός του ότι αναδεικνύει τις πολυεπίπεδες γνώσεις του, καθώς αυτές από την λογοτεχνία επεκτείνονται στα μαθηματικά και την γεωμετρία, σιωπηρά μας υποδεικνύει ότι εκτός των άλλων είχε παρατηρήσει πως το Σχεδίασμα Α΄ των Ελεύθερων Πολιορκημένων είναι  μια σύνθεση συμμετρικών «μορφών», άρα Μικτό ποίημα ως προς τη «μορφή», καθώς ξεκινά με Πεζόμορφο ποίημα και συνεχίζει με Έμμετρο Ομοιοκατάληκτο.
Μικτό ως προς τη «μορφή» όπως και το Άξιον Εστί που παρουσίαζε.

Δηλαδή είχε παρατηρήσει την πρωτοπορία του Σολωμού στη «μορφή» του έργου.
Είχε παρατηρήσει πως τη «μορφή» του πεζόμορφου και του μικτού ποιήματος, που χρειάστηκαν αιώνες για να φτάσουμε, ο Σολωμός τις είχε ήδη αποτυπώσει στο έργο του, κάνοντας ένα τεράστιο άλμα μπροστά από την εποχή του – αλλά και από την εποχή μας, με τη φωτισμένη σημείωσή του “είδος μιχτό, αλλά νόμιμο”.

Το γιατί όμως επέλεξε να το υποδείξει σιωπηρά ο Σαββίδης, του οποίου η  προσφορά δεν αμφισβητείται, θα πρέπει να το αναζητήσουμε στο γενικότερο κλίμα της μεταπολεμικής μας κριτικής και φιλολογίας που προσπάθησαν και σε σημαντικό βαθμό το πέτυχαν, να περάσουν στη λήθη τα προγενέστερα ποιητικά έργα, σε μια προσπάθεια επανίδρυσης της ποίησης με τη γενιά του 30, πρακτική που σε σημαντικό βαθμό υπέθαλψε τόσο η γενιά του 30, για ευνόητους λόγους, όσο και τα πολιτικοκοινωνικά δρώμενα του τόπου μας. Για τους ίδιους πιθανώς λόγους και οι συγγραφείς του Λεξικού Λογοτεχνικών Όρων στην ερμηνεία του όρου «πεζόμορφο ποίημα» αναφέρονται στον νεοτερικό ποιητή και σαν παράδειγμα έχουν ποίημα του Σεφέρη, αποσιωπώντας τα πεζόμορφα ποιήματα του Σολωμού και άλλων (πχ του Γιάννη Καμπύση) που προηγήθηκαν κατά πολύ.

Και φυσικά είναι ώρα να μιλήσουμε για ένα ακόμα έργο του Σολωμού, τη Γυναίκα της Ζάκυθος που έως πρότινος χαρακτηριζόταν πεζό, παρά τα κοινά του με το Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων.
Η Γυναίκα της Ζάκυθος παρατηρούμε ότι δομείται πάνω στην επανάληψη ορισμένων λέξεων (και , μήτε), κάτι που συμβαίνει και στο πεζόμορφο πρώτο μέρος του ποιήματος των Ελεύθερων Πολιορκημένων. Εκτός από το κλίμα υποβολής, το υποβλητικό περιβάλλον που δημιουργεί αυτή η σύνταξη, δημιουργεί κι ένα ύφος, κοινό επίσης και στα δύο κείμενα – τα ίδια στοιχεία παρατηρούνται και σε πεζόμορφα μέρη του Άξιον Εστί. (9)   Όμως εκτός από τα κοινά στοιχεία που προαναφέρθηκαν, Η Γυναίκα της Ζάκυθος στο πέμπτο κεφάλαιο, ουσιαστικά εμπεριέχει το πρώτο μέρος από το Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων, δηλαδή σχεδόν όλη την πεζόμορφη εισαγωγή, με μικρές παραλλαγές, έως και το έμμετρο : Το χάραμα επήρα […] κι ως όπου βυθά.
Το γιατί οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι και το Άξιον Εστί είχαν χαρακτηριστεί ποιήματα και πεζό Η Γυναίκα της Ζάκυθος, όταν υπάρχουν τέτοια κοινά στοιχεία, είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί κι ευτυχώς τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια στροφή και χαρακτηρίζεται ποίημα από αρκετούς μελετητές – ή ποιητικό αφήγημα, όπως σημείωσε ο Παναγιώτης Καρματζός. (10)
Εκτός των άλλων, η μελέτη των νεώτερων πεζόμορφων ποιημάτων μας έδειξε ότι δεν είναι η «μορφή» που θέτει τα όρια, ανάμεσα στην ποίηση και στον πεζό λόγο, αλλά στοιχεία όπως ο ρυθμός, η χρήση της γλώσσας και η ποιητική λειτουργία του κειμένου (σαν αναγνωστικό βίωμα).  Στοιχεία που συνηγορούν στο ότι Η Γυναίκα της Ζάκυθος είναι πεζόμορφο ποίημα.

Εάν μάλιστα διαβάσουμε τον Σολωμό μέσα από τις σημειώσεις του, δηλαδή όπως διαβάσαμε και τον Σεφέρη και παρά το γεγονός ότι του δεύτερου δεν ήσαν απλά σημειώσεις, αλλά τόμοι δοκιμίων (11), έχω την αίσθηση ότι το Σολωμικό έργο αναδύεται άρτιο και εξακολουθητικά πρωτοποριακό∙ γι’ αυτό και ο Ελύτης γράφει στο Άξιον Εστί :

Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί,
όπου και να θολώνει ο νους σας,
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό
και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα
θ’ αναπαύσει το πρόσωπο του μαρτυρίου
με το λίγο βάμμα του γλαυκού στα χείλη.

Σημειώσεις :

1)  Άξιον εστί” το ποίημα του Ελύτη!, περ. Ο Ταχυδρόμος (10.12.1960) 14-15
Το πλήρες άρθρο αναδημοσιεύεται στο διαδίκτυο, στη διεύθυνση : http://www.snhell.gr/archive/content.asp?id=3394&author_id=2

2)  Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων – επίσημος φορέας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων,
Συγγραφείς : Ιωάννης Παρίσης και Νικήτας Παρίσης.

3)  βλ. σημ. 2 – σελ. 118

4)  βλ. σημ. 2 – σελ. 144

5)   Κι ευτυχώς δηλαδή γιατί, αντίστοιχα, ένα οικοδόμημα που εξωτερικά χρησιμοποιεί διακοσμητικό τούβλο θα κινδύνευε να χαρακτηριστεί από το υλικό, όπως και κάθε γυναίκα που φοράει γούνα να χαρακτηριστεί από το, ενδυματολογικά, εκφραστικό της μέσον.

6)  Σχετικά με τον όρο παράδοση, με την έννοια των ήδη παραδεδομένων κειμένων, ενδιαφέρουσα είναι η θεώρηση του Θανάση Κωσταβάρα, ο οποίος σε συνέντευξή του αναφέρει σχετικά :
“Κι όταν λέω παράδοση, εννοώ όλο το φάσμα, αρχίζοντας από την προηγούμενη γενιά και φτάνοντας ως τον Όμηρο.”
Η συνέντευξη είναι δημοσιευμένη στο ηλεκτρονικό περιοδικό Λέξημα ( www.lexima.gr ).
Στη διεύθυνση : http://www.lexima.gr/lxm/main.php?s=synenteuxeis&i=18

7)  Για μια ποιητική του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, Γ. Μ. Σηφάκης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

8)  Στην Ελλάδα η χρήση του ελευθερωμένου στίχου (vers libere) παρατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 1890-1920. Ορόσημο μεταξύ ελευθερωμένου και ελεύθερου στίχου αποτέλεσαν ο Καβάφης, ο Παλαμάς, ο Βάρναλης, ο Καρυωτάκης και ο Σικελιανός, η ποίηση των οποίων είναι ο προάγγελος του ελεύθερου στίχου (vers libre) της γενιάς του 30.

9)  Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι προδρομικό ανάλογο κείμενο είναι η Αποκάλυψη του Ιωάννη.

10)  Η Γυναίκα της Ζάκυθος και Η Τρίχα, Παναγιώτης Καρματζός, Εκδ. Εκάτη, 2006

11)  Όσο καλοπροαίρετα και αν προσπαθήσει κάποιος ποιητής να περιγράψει τι είναι Ποίηση – έστω και αποφατικά, δηλαδή περιγράφοντας τι δεν είναι ποίηση, ώστε να υπονοείται τι είναι – αυτό που θα περιγράψει δεν είναι άλλο απ’ ότι ο ίδιος θεωρεί πως είναι ποίηση. Δηλαδή θα περιγράψει την προσωπική του αντίληψη για την ποίηση, με άλλα λόγια, το δικό του ποιητικό έργο.
Αυτός είναι ο λόγος που εδώ και τόσους αιώνες κανένας ορισμός για την Ποίηση δεν κατάφερε να επιβιώσει πέραν της εποχής που διατυπώθηκε.

http://www.lexima.gr/lxm/read-1542.html

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/908

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση