Σχήματα λόγου (με παραδείγματα από τα Κείμενα Ν.Ε Λογοτεχνίας της Θωρητικής Κατ. Γ’Λυκείου)

Τα σχήματα λόγου είναι ιδιορρυθμίες του λόγου άλλοτε στη συντακτική δομή, άλλοτε στη θέση των λέξεων στη σειρά του λόγου, άλλοτε στο ποσό των λεκτικών στοιχείων με τα οποία εκφράζεται μια έννοια και άλλοτε, τέλος, στη σημασία με την οποία χρησιμοποιείται μια λέξη. Μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά σχήματα λόγου που συναντούμε στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας γ’ Λυκείου (Κατεύθυνσης) είναι:

Υπερβατό: Όταν με την παρεμβολή μιας ή περισσότερων λέξεων ένας όρος της πρότασης απομακρύνεται από άλλον όρο της ίδιας πρότασης, με τον οποίο βρίσκεται σε στενή συντακτική ή λογική σχέση: π.χ.

^νάρκης του άλγους δοκιμές (αντί «δοκιμές νάρκης του άλγους»)

^Τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν ^Αν είν’ δεν ήξερα κοντά…

Πρωθύστερο: όταν αντιστρέφεται η σειρά του λόγου και αναφέρεται πρώτη μια πράξη που χρονικά και λογικά είναι δεύτερη. π.χ.

^Όμως κοντά στην κορασιά που μ’ έσφιξε κι εχάρη (πρώτα χάρηκε και έπειτα τον έσφιξε)

Χιαστό: όταν στη σειρά του λόγου δύο ζεύγη λέξεων εκφέρονται έτσι ώστε τα δύο μέλη του δεύτερου ζευγαριού να έχουν αντίστροφη θέση από τα δύο μέλη του πρώτου (α – β / β – α):

π.χ.

^του δέντρου και του λουλουδιού που ανοίγει και λυγάει (αντί «του δέντρου και του λουλουδιού που λυγάει και ανοίγει)

Παρηχηση ή παρονομασία: όταν παρατίθενται η μια δίπλα στην άλλη λέξεις ομόηχες π.χ.

το οποίον εισεχώρει μορμυρίζον, χορεύον με ατάκτους φλοίσβους και αφρούς, όμοιον με το βρέφος το ψελλίζον… (παρήχηση υγρών συμφώνων λ, ρ)

Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο: όταν στο τέλος επάλληλων προτάσεων ή περιόδων τίθενται λέξεις που έχουν όμοια κατάληξη π.χ.

Φαλλού εκυρτώνοντο οι βράχοι εις προβλήτας και αλλού εκοιλαίνοντο εις σπήλαια

Ασύνδετο: όταν ίδιοι όροι μέσα σε μια πρόταση ή ολόκληρες προτάσεις του ίδιου είδους παρατίθενται χωρίς να συνδέονται με κάποιο σύνδεσμο π.χ.

*Ήτον απόλαυσις, όνειρον, θαύμα.

*Επλύθην, ελούσθην, εκολύμβησα επ’ ολίγα λεπτά της ώρας (τριμερή ασύνδετα σχήματα)

*Λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει

Πολυσύνδετο: όταν αλλεπάλληλες λέξεις ή προτάσεις συνδέονται με συμπλεκτικούς ή διαχωριστικούς συνδέσμους π.χ.

άδραχνεν όλη την ψυχή και να ‘μπει δεν ημπόρει ο ουρανός κι η θάλασσα κι ακρογιαλιά κι η κόρη.

Έλξη: όταν ένας όρος μιας πρότασης «έλκεται» (επηρεάζεται) από όρο άλλης πρότασης, με αποτέλεσμα να αλλάζει το γένος, ο αριθμός ή η πτώση του (αν είναι όνομα) ή η έγκλιση, ο χρόνος, ο αριθμός (αν είναι ρήμα) π.χ.

*γιατί αυτοί (εννοεί τα μάτια) είναι θεοί (έλξη του γένους από το «θεοί»)

Αναδίπλωση ή παλιλλογία: όταν μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται αμέσως δεύτερη φορά, συνήθως μαζί με κάποιον προσδιορισμό της π.χ.

*Ηχός, γλυκύτατος ηχός

Eπαναφορά ή επάνοδος: όταν επαναλαμβάνεται η ίδια λέξη ή φράση στην αρχή επάλληλων προτάσεων κι έτσι δύο ή περισσότερες προτάσεις στη σειρά αρχίζουν με την ίδια λέξη ή φράση π.χ.

*Μα τες πολλές λαβωματιές που μόφαγαν τα στήθια, Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας, Μα την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας.

Eπαναστροφή: όταν ο λόγος συνεχίζεται κατά παράταξη (συνήθως ασύνδετα) με την επανάληψη μια λέξης ή φράσης που προηγείται π.χ.

*Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολύ γλυκάδα

η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα (επαναστροφή και χιαστό)

Eπανάληψη: όταν η ίδια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται αυτούσια ή ελαφρά παραλλαγμένη π.χ.

^Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα *Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως (…) Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως

Περίφραση: όταν μια έννοια εκφράζεται με δύο ή περισσότερες λέξεις π.χ.

*Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού (δηλαδή το φεγγάρι) και τα νερά θολώνουν *Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού (δηλαδή τον ήλιο) μεσουρανίς να λάμπει *Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ‘χω (εννοεί την κορασιά) *απλή θυγάτηρ της Εύας (εννοεί μια απλή γυναίκα)

Υποφορά – ανθυποφορά: όταν υποβάλλεται μια ερώτηση (υποφορά) και ακολουθεί η απάντηση (ανθυποφορά) π.χ.

*_Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει; _Ψηλά την είδαμε πρωί’ της τρέμαν τα λουλούδια

Άρση και θέση: όταν από τη μια λέγεται τι δεν είναι κάτι ή τι δε συμβαίνει και από την άλλη λέγεται τι είναι κάτι ή τι συμβαίνει π.χ.

*Εγώ από κείνη τη στιγμή δεν έχω πλιά το χέρι, π’ αγνάντευεν Αγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι’ χαρά δεν του ‘ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι. *Όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλείνει

Αναφώνηση ή επιφώνηση: όταν στο πλαίσιο μιας περιόδου προστίθενται φράσεις επιφωνηματικές (επικλήσεις, ευχές, κατάρες…), που δεν είναι αναγκαίες για το νόημα, αλλά φανερώνουν τη συναισθηματική κατάσταση του υποκειμένου π.χ.

*Εχάθη, αλιά μου! Αλλ’άκουσα του δάκρυου της ραντίδα…

Μεταφορά: όταν η σημασία μιας λέξης μεταφέρεται από μια έννοια (πράγματος, προσώπου, ιδιότητας), στην οποία έχει αποδοθεί εξαρχής, σε άλλη έννοια, με την οποία έχει κάποια ομοιότητα π.χ.

*Αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν *Βρύση έγινε το μάτι μου.

*Κοίτα με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι

ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή * Τούτη η εποχή / του εμφυλίου σπαραγμού *(…) κοίταζε ακίνητη την κατάγυμνη αυλή *(…) την είδαμε να κάθεται κατατσακισμένη στο κατώφλι. *(…) το κατώφλι με το αφράτο μάρμαρο *το βουβό ποτάμι των προγόνων ^Χάνομαι μέσα στις μεγάλες αρτηριες

*Ήτον πνοή, ίνδαλμα αφάνταστον, όνειρον επιπλέον εις το κύμα

Σχήμα κατ’εξοχήν: όταν μια λέξη (ένα προσηγορικό ουσιαστικό ή επίθετο) που εκφράζει εξαρχής ένα σύνολο ομοειδών όντων, καταλήγει να φανερώνει ένα μόνο από αυτά τα όντα «κατ’εξοχήν», δηλαδή εξαιρετικά π.χ.

*Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει; (Η κόρη έχει ομορφιά στον υπέρτατο βαθμό)

*(…) απ’ την καρδιά της Πόλης (της Κωνσταντινούπολης)

*Και όταν λέγουν περί τινός «τον επήρε το ποτάμι», εννοούν ότι επνίγη εις αυτόν τούτον τον χείμαρρον.

Συνεκδοχή: όταν χρησιμοποιείται στο λόγο α) το ένα αντί για τα πολλά ομοειδή π.χ.

*που αγνάντευεν Αγαρηνό (αντί «Αγαρηνούς») β) το μέρος αντί του όλου ή αντίστροφα, π.χ.

*Βρύση έγινε το μάτι μου (αντί «τα μάτια μου»)

*(…) κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι (αντί «μάτια»)

*Καλή είν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι (αντί «η κρητική γη»)

*(…) όνειρον επιπλέον εις το κύμα (αντί «θάλασσα»)

γ) η ύλη αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο απ’ την ύλη

π.χ.

*Όταν ανάβει το κόκκινο (αντί « το κόκκινο φανάρι»)

δ) το όργανο μιας ενέργειας αντί για το πρόσωπο που χειρίζεται το όργανο αυτό π.χ.

*Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’αναβρύζει (αντί «που το θωρώ εγώ να αναβρύζει),

*Εγώ από κείνη τη στιγμή δεν έχω πλια το χέρι

που αγνάντευεν Αγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι (αντί «δεν είμαι πια ο άνθρωπος που …) ε) το όργανο μιας ενέργειας αντί για μια σχετική ενέργεια που παράγεται από το όργανο αυτό

π.χ.*κι εγύρευε μαχαίρι (αντί «μαχαίρωμα, να σκοτώσει») *Δεν είναι αηδόνι κρητικό … (αντί «κελάηδημα αηδονιού») *Δεν ειν’ φιαμπόλι το γλυκό. (αντί «ήχος φιαμπολιού»)

στ) η λέξη που φανερώνει ένα φαινόμενο που παράγεται καθώς γίνεται μια ενέργεια

αυτή

ζ) η λέξη που φανερώνει ένα εικονιζόμενο πρόσωπο, ενώ πρόκειται για την εικόνα του προσώπου αυτού π.χ.

^Ενώπιον της Μητρός του Σωτήρος (αντί « ενώπιον της εικόνας της Μητρός τους Σωτήρος»)

Μετωνυμία: όταν χρησιμοποιείται α) το όνομα εκείνου που συνέθεσε κάτι αντί για το έργο που συνέθεσε

β) το όνομα εκείνου που εφηύρε κάτι αντί για τη λέξη που φανερώνει την εφεύρεσή του

γ) η λέξη που φανερώνει εκείνο που περιέχει κάτι αντί για το περιεχόμενο

π.χ.

*το Μοναστήρι (αντί «οι μοναχοί») μου έδιδε φασκιές δια τσαρούχια δ) το τοπωνύμιο αντί για το επίθετο που παράγεται απ’ αυτό ε) το αφηρημένο αντί για το αντίστοιχο συγκεκριμένο

Ειρωνεία: όταν μια λέξη ή φράση χρησιμοποιείται με αντίθετη έννοια,γιατί κάποιος θέλει να αστειευθεί η να χλευάσει κάποιον άλλο. π.χ.

*Ποιος ξέρει τι μεγαλεπήβολο σχέδιο συνέλαβε πάλι το πονηρό μυαλό τους. *Το ιδανικό, η τελευταία λέξη του πολιτισμού είναι, λέει, να μη ξέρεις ούτε στη φάτσα το γείτονά σου.

Ευφημισμός: όταν από φόβο, πρόληψη ή δεισιδαιμονία, χρησιμοποιεί κανείς λέξεις ή φράσεις που έχουν καλή σημασία αντί για λέξεις ή φράσεις με αρνητική σημασία π.χ.

^Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι.

Υπερβολή: όταν λέγεται κάτι που υπερβαίνει κατά πολύ το πραγματικό π.χ.

*Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει

Αλληγορία: μεγάλη και τολμηρή μεταφορά *Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ‘χω’ Σε γκρεμό κρέμουμε βαθύ κι αυτό βαστώ μονάχο

Αποσιώπηση: όταν ο ομιλητής ή ο γράφων διακόπτει την ομαλή ροή του λόγου, αποφεύγοντας να πει κάτι για διάφορους λόγους, και στη θέση των φράσεων που παραλείπονται μπαίνουν αποσιωπητικά. π.χ.

Γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι.

Πλεονασμός: όταν ένα νόημα εκφράζεται με περισσότερες λέξεις από όσες χρειάζονται. π.χ.

Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι.

Παρομοίωση: όταν συγκρίνονται δύο πρόσωπα, πράγματα ή αφηρημένες έννοιες, για να φωτιστεί η σημασία του πρώτου συγκρινόμενου μέσω της αντιπαραβολής του με κάτι πιο γνωστό και σαφές

*Ήτον θερμόαιμος και ανήσυχος ως πτηνόν του αιγιαλού *(…) όμοιον (το νερό) με το βρέφος το ψελλίζον *(…) ως ποταμός από μαργαρίτας έρρεε το νερόν *(…) τας λευκάς ως γάλα ωμοπλάτας *(…) πλέουσα, ως πλέει ναυς μαγική *Μόνο γι’αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο ^Ερείπια / Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες *Σαν περιβόλι ευώδησε [ο ήχος] (…)

*Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζει / (…) βρύση έγινε το μάτι μου. *Σαν του Μαϊού τις ευωδιές γιομίζαν τον αέρα

*κι όπως το κούτσουρο που κόβει το νερό, έτσι περιστρέφονται γύρω μου οι διαβάτες *Κάτι σα ζεστό κύμα με σκεπάζει ξαφνικά

Σχήμα συναισθησίας: όταν συμφύρονται δύο διαφορετικές αισθήσεις π.χ.

^δροσάτο φως (αφή, όραση) ^γλυκύτατος ήχος (γεύση, ακοή)

*Σαν του Μαϊού τις ευωδιές γιομίζαν (οι ήχοι) τον αέρα (όσφρηση, ακοή)

Αντίθεση: όταν παρατίθενται δύο έννοιες με διαφορετική σημασία *Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της *(…) την αμαυράν κι όμως χρυσίζουσαν αμυδρώς κόμην της *Κι η θάλασσα που σκίρτησε… ησύχασε …

Οξύμωρο: όταν συνυπάρχουν δύο έννοιες αντιφατικές, που η ύπαρξη της μιας να αποκλείει την άλλη π.χ.

*Όταν το φως λιγοστεύει / τα ξημερώματα (τα ξημερώματα το φως αυξάνει) *Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της (το φως είναι πηγή θερμότητας και δεν μπορεί να είναι δροσερό)

Κλιμάκωση: όταν παρατίθενται έννοιες με αυξανόμενή ένταση π.χ.

*η εικόνα της φωτοχυσίας στον «Κρητικό» γίνεται με ανιούσα κλιμάκωση που εκφράζεται με τη συνδρομή πολυσύνδετου

Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της (…) Εκοίταξε τ’ αστέρια, κι εκείνα αναγαλλιάσαν Και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν (…)Κι ανεί τς αγκάλες μ’έρωτα και με ταπεινοσύνη, (…) Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει.

Προσωποποίηση: όταν αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε ζώα, σε αντικείμενα ή αφηρημένες έννοιες π.χ.

*Ο ουρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος

*Κάθε ομορφιά να στολιστεί [η φύση] και το θυμό ν’αφήσει

*Κι ακούει κι αυτή (η Αυγή) και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια

*Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι

*(.) το οποίον [το νερό] εισεχώρει μορμυρίζον, χορεύον …

*(.) όπου εσχημάτιζε …. αγκαλίτσες το κύμα

*Ονόματα από σβησμένους τάχα λαούς και χώρες δειλιάζουν μέσα στο νου *Τους πληροφορεί το αίμα τους για μένα.

Κύκλος: όταν μια φράση ή και ολόκληρο ποίημα ή αφήγημα αρχίζει και τελειώνει με την ίδια λέξη ή φράση. Στη δεύτερη περίπτωση μιλάμε για κυκλική δομή του αφηγήματος ή του ποιήματος. π.χ.

*      Το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Όνειρο στο κύμα» αρχίζει και τελειώνει με την ίδια φράση ελαφρώς παραλλαγμένη (Ήμην πτωχόν βοσκόπουλο εις τα όρη … Ω! Ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη)

*      Το ποίημα του Παυλόπουλου «Αντικλείδια» αρχίζει και τελειώνει με τον ίδιο στίχο (Η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή. Μα, η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή).

Βιβλιογραφία: Αχιλλ. Α. Τζάρτζανου, Νεοελληνική Σύνταξις (της Κοινής Δημοτικής), τόμος Β., Εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσ, 1989

Πηγή : http://www.filologikofrontistirio.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/3206

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση