Αστυπάλαια: Κυκλαδίτισσα στα Δωδεκάνησα

Τα καλοκαίρια της συναρπαστικά, αποκαλυπτική είναι όμως και η επιστροφή στο δυτικότερο νησί των Δωδεκανήσων την άνοιξη. Αγονη γραμμή γόνιμη…

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΑΣΣΑΛΟΥ , ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΛΑΚΙΔΑΣ

 

Ηταν πριν από πέντε χρόνια, όταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά την Αστυπάλαια. Η επιλογή είχε γίνει σχεδόν τυχαία. Κάτι μου έκανε το όνομά της. Αντε, και μια-δυο φωτογραφίες απ’ τη Χώρα – ομολογουμένως, μια από τις ομορφότερες του Αιγαίου· άντε, και μια ανάμνηση του τότε συναδέλφου Δημήτρη, που την είχε επισκεφθεί παλαιότερα και την είχε ήδη ερωτευτεί: απογευματινός καφές κάτω από το Κάστρο, στο ομώνυμο… καφε-μπάρ Κάστρο. Θέα αποκαλυπτική.

Περισσότερες από 15 ή 17 ώρες -δεν θυμάμαι πια- μας πήρε τότε, μέσα Ιουλίου 2004, για να φτάσουμε στο πρώτο νησί των Δωδεκανήσων, αμέσως μετά το τελευταίο των Κυκλάδων, τη γειτόνισσα και ξαδέρφη, αν όχι αδερφή, Αμοργό – ίδια χρώματα, φύση, θάλασσα. Τότε, το καράβι έδενε ακόμα στον Πέρα Γιαλό, το γραφικό επίνειο της Χώρας. Αν και βρισκόμαστε στα Δωδεκάνησα, το τοπίο είναι καθαρά κυκλαδίτικο, με το λευκό να κυριαρχεί, το μπλε να ακολουθεί και το πράσινο -όπου πράσινο σημαίνει βλάστηση- να εμφανίζεται μονάχα στο Λιβάδι, εξ ου και το όνομα, στα 2 χλμ. κατηφόρα από τη Χώρα. Οπου αλλού, μοιάζει να έχει βρεθεί σαν από τύχη: σε μια μικρή μεριά της Χώρας, στο κάμπινγκ που βρίσκεται στο δρόμο προς Μαλτεζάνα, στη Μαλτεζάνα (ή Ανάληψη), το τρίτο μεγαλύτερο χωριό του νησιού, σε κάμποσες παραλίες με τη μορφή αλμυρικιών και τέλος στο φαράγγι του Αη Γιάννη.

Το τελευταίο είναι το καλύτερο ίσως σημείο της Αστυπάλαιας, για το οποίο έμαθα τη δεύτερη φορά που ταξίδεψα έως εκεί, πέρυσι το καλοκαίρι. Αυτήν τη φορά το καράβι έκανε μόνο 10 ώρες, ενώ η άφιξη στο νησί, κατά τις 3 το πρωί(!) στο νέο λιμάνι του Αγίου Ανδρέα, μου/μας επιφύλασσε μια μικρή έκπληξη ή πιο σωστά… μαύρο σκοτάδι. «Ετσι είναι η Αστυπάλαια; Τα σπίτια; Οι άνθρωποι πού είναι;» αναρωτήθηκε έντρομη η Γαλλοϊταλίδα Μάρτα, μόλις κατέβηκε από το πλοίο, για να συμπληρώσει την επομένη αναφορικά με τις προσδοκίες της: «Πού είναι οι χρυσαφένιες αμμουδιές;».

Οχι, η Αστυπάλαια δεν έχει χρυσαφένιες αμμουδιές, όπως στις αφίσες του ΕΟΤ, όμως και εδώ μπορείς «να ζήσεις το μύθο σου» και «να ανακαλύψεις τις αισθήσεις σου», αλλά και να έχεις μια «αληθινή εμπειρία», όπως μας διαβεβαιώνουν και τα τρία τελευταία μότο του Ελληνικού Τουρισμού, πέντε μόλις χρόνια από τη σύσταση του αρμόδιου υπουργείου… Και η Μάρτα δεν άργησε καθόλου να συμφωνήσει. Βρήκε τις οργανωμένες παραλίες που της άρεσαν περισσότερο, το Λιβάδι με τις μπίρες, τις τεκίλες και τα μοχίτο με ολόφρεσκο μυρωδάτο δυόσμο του Θεοφάνη, στο τελευταίο beach bar του κόλπου, και το Στενό, στο άλλο φτερό της πεταλούδας προς Μαλτεζάνα. Και στο τέλος, δεν ήθελε να φύγει.

ΓΙΑΤΙ ΟΜΩΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ;

Γιατί πολύ απλά η Αστυπάλαια ή Αστροπαλιά, όπως τη λένε οι ντόπιοι, μοιάζει με πεταλούδα. Προσέξτε το σχήμα του νησιού στο χάρτη. Δύο τα φτερά της, δηλαδή τα νησιά της, ενώνονται με μια στενή λωρίδα γης (θάλασσα αριστερά και δεξιά, συνήθως φουρτουνιασμένη απ’ τη μια μεριά, ειδικά τον Αύγουστο με τα μελτέμια) στο λεγόμενο -και προαναφερόμενο- Στενό.

Εκεί που σύχναζε η Μάρτα με τις ανέσεις της, την ομπρέλα της, την ξαπλώστρα της και την καντίνα της. Γιατί εμείς, περισσότερο ή λιγότερο εναλλακτικοί, είπαμε να το γυρίσουμε το νησί. Να πάμε στις Πλάκες και στα Μπλε Λιμανάκια (καταπληκτικές παραλίες και οι δύο, τόσο μικρές όμως, ώστε για να βρεις να κάτσεις, πρέπει να πας νωρίς), να φτάσουμε ώς τον Σχινώντα, που είναι η συνέχεια της Μαλτεζάνας ή Ανάληψης (προτιμήστε τα για φαγητό, όχι για μπάνιο) και να συνεχίσουμε ώς το Βαθύ. Εδώ, μετά από πολλά χωμάτινα χιλιόμετρα, φτάσαμε σε μια μεγάλη λιμνοθάλασσα, όπου όσο κι αν ψάξαμε παραλία δεν βρήκαμε. Βρήκαμε όμως τη μία και μοναδική ταβέρνα της περιοχής, όπου γευτήκαμε την τελευταία μερίδα κατσικάκι και πολλά πολλά θαλασσινά. Η παραλία, όπως μάθαμε στη συνέχεια, παρ’ όλα αυτά υπάρχει. Μάλλον δεν ψάξαμε καλά!

Στο άλλο φτερό της πεταλούδας, κολυμπήσαμε και στις τρεις μικρές παραλίες που σχηματίζονται στο Τζανάκι (γυμνιστών, ως επί το πλείστον) αμέσως μετά το κοσμικό Λιβάδι, ενώ συνεχίσαμε προς Καμινάκια, Αγιο Κωνσταντίνο και Βάτσες. Σημαντική επισήμανση στο σημείο αυτό: το ασφαλτοστρωμένο οδικό δίκτυο του νησιού είναι από το Λιβάδι ώς τη Μαλτεζάνα.

Ολοι οι υπόλοιποι δρόμοι είναι χωμάτινοι και ενίοτε όχι πολύ καθαροί από πέτρες, δύσκολοι για τα χαμηλά τουλάχιστον αυτοκίνητα πόλης. Γι’ αυτό και οδηγούμε προσεχτικά. Και μια παρατήρηση! Από πάρα πολλά σημεία του νησιού ξεπροβάλλει ξαφνικά η Χώρα. Κάτι το ιδιαίτερο σχήμα του νησιού, κάτι το γεγονός ότι η Χώρα και δη το Κάστρο είναι χτισμένα πολύ ψηλά, δεν είναι λίγες οι στροφές που θα πάρετε είτε στη μία μεριά του νησιού είτε στην άλλη και ξάφνου θα ξεπεταχτεί ένα σμάρι από κατάλευκα σπίτια, με το μεσαιωνικό Κάστρο να καταλαμβάνει ολόκληρο το πλάτωμα στην κορυφή του λόφου. Εντός των τειχών του, οι εκκλησίες της Παναγίας και του Αγίου Γεωργίου.

Επιστροφή, όμως, στις Βάτσες. Μεγάλη παραλία, με χοντρό βότσαλο, κρύα και βαθιά νερά, όπως και στις περισσότερες παραλίες του νησιού άλλωστε, σε έναν κόλπο που τον αγκαλιάζουν δύο ψηλοί πετρώδεις όγκοι. Μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής, τα κατσίκια. Και εποχικοί, μια καντίνα-ψησταριά, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μετά από πολύωρη ηλιοθεραπεία και κολύμπι.

Μένοντας στο ίδιο «φτερό», αλλά ακολουθώντας από τη Χώρα την κατεύθυνση προς Αη Γιάννη (10 χλμ.), οι εξερευνητές της Αστυπάλαιας κάναμε και ξανακάναμε μια πανέμορφη (χωμάτινη, εννοείται) διαδρομή ώς το μοναστήρι του Αη Γιάννη και το ομώνυμο Κάστρο με το περίφημο φαράγγι. Εδώ αξίζει και η διαδρομή, συνέχεια στα ψηλά με θέα πανοραμική σε ολόκληρο το νησί (φωτογραφικές μηχανές απαραιτήτως ανά χείρας), αλλά και ο ίδιος ο προορισμός· ένας προορισμός που συνεπάγεται πεζοπορία. Μια δραστηριότητα που κάναμε, και όσο και αν δεν το πιστεύαμε μετά το πέρας της πρώτης φοράς (μες στο κατακαλόκαιρο, με σαγιονάρες, όχι καλή ισορροπία στη διάρκεια της μισάωρης κατάβασης, μειωμένη αντοχή κατά τη σαραντάλεπτη ανάβαση -στα 500 μέτρα η υψομετρική διαφορά- εντάξει, μας αποζημίωσε η πολύωρη παραμονή χωρίς άλλο κόσμο στην καλύτερη παραλία του νησιού), την ξανακάναμε. Πότε; Πριν από δύο μόλις εβδομάδες.

ΣΤΗΝ ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ ΤΟ ΧΕΙΜΩΝΑ;

Αν όχι το χειμώνα, την άνοιξη οπωσδήποτε! Αφορμή στάθηκε η μη κερδοσκοπική οργάνωση Διάδραση και το πρόγραμμα που υλοποιεί, με την υποστήριξη της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας Wind, στο πλαίσιο της κοινωνικής ευθύνης της τελευταίας «Αγονη Γραμμή Γόνιμη».

Εχοντας περάσει δύο καλοκαίρια στο νησί, με πολύ κόσμο, τα πάντα ανοιχτά και διασκέδαση -ειδικά τη δεύτερη φορά- μέχρι πρωίας (διότι κάτι που ξεχάσαμε να πούμε μέχρι τώρα είναι ότι η Αστυπάλαια είναι after – και θα εξηγηθούμε στη συνέχεια ως προς αυτό), όπως και να ‘ναι, νιώθεις ένα σφίξιμο στην ιδέα ότι θα την επισκεφθείς εκτός εποχής. Και η φαντασία αρχίζει τότε να καλπάζει και να δημιουργεί ένα τεράστιο γκρίζο σύννεφο για να σκεπάσει το τοπίο.

Η απόλυτη διάψευση. Μόλις το 40θέσιο(!) αεροπλάνο, μετά από μία ώρα χαμηλής πτήσης, πλησίασε τη γνωστή πια πεταλούδα, το λευκό και το μπλε τοποθετήθηκαν στη θέση τους ξανά, ενώ το πράσινο μοιάζει να ενισχύθηκε. Βλέπετε, η τελευταία αυτή επίσκεψη στο νησί έπεσε πάνω στη στιγμή που η άνοιξη παραλαμβάνει τη σκυτάλη από το χειμώνα και το πράσινο, με τη μορφή της χλόης, καλύπτει το σύνολο των μικρών και μεγαλύτερων άγονων όγκων. Οσο για την εικόνα, χωρίς το σκληρό καλοκαιρινό φως του ήλιου και τον ασταμάτητο αέρα των αυγουστιάτικων μελτεμιών, μοιάζει πιο καθαρή. Και χωρίς πολλά αυτοκίνητα και την όποια πολυκοσμία (όχι ότι το καλοκαίρι γίνεται το αδιαχώρητο), αληθινή.

Ξανακάνω τις ίδιες διαδρομές που έκανα και πριν από κάμποσους μήνες μες στη ζέστη και στο λιοπύρι, και νιώθω να τις ευχαριστιέμαι πιο πολύ, για να φτάσω μετά από λίγο στον Πέρα Γιαλό, όπου μείναμε στο φιλόξενο ξενοδοχείο της μόνιμης πια κατοίκου Αστυπάλαιας της Γερμανίδας Μπετίνα.

«Μπετίνα, πώς περνάτε εδώ το χειμώνα;», η εύλογη ερώτηση. «Πάρα πολύ ωραία. Κρατάω το ξενοδοχείο ανοιχτό όλο το χρόνο, έχω τον κήπο μου, τις κότες μου, πηγαίνω για περπάτημα, μαζεύω χόρτα, σαφράν (ναι, στο νησί βγαίνει σαφράν!) ενώ έρχεται και μια φίλη χορεύτρια, παντρεμένη κι αυτή εδώ, και κάνουμε γιόγκα. Το μόνο που μου λείπει είναι οι φίλοι μου από τη Γερμανία. Αλλά και αυτούς νομίζεις ότι με τις δουλειές και το τρέξιμο θα τους έβλεπα πολύ περισσότερο αν μέναμε κοντά;»

Δεν έχει και πολύ άδικο, σκέφτομαι, καθώς ανεβαίνω τις πεζούλες που οδηγούν από τον Πέρα Γιαλό στη Χώρα. Στο μεταξύ, βλέπω εδώ κι εκεί πρόσωπα που αναγνωρίζω, αλλά τα θυμάμαι με κοντομάνικα. Ο κύριος που κρατάει το καφενείο Βουλή κάτω στο λιμάνι, τώρα φοράει πουλόβερ και ο ψιλικατζής παραδίπλα μπουφάν. Φτάνω στη Χώρα. Προσπερνώ τους ανεμόμυλους, σήμα κατατεθέν της Αστυπάλαιας, και περπατάω στην πλατεία. Το παιδάκι της κοπέλας που κρατάει το περίπτερο σαν να μεγάλωσε, ενώ το γωνιακό καφενείο, με τις αναρίθμητες φωτογραφίες βασιλιάδων και πλάι σε αυτές και του Τσε Γκεβάρα, εξακολουθεί να είναι γεμάτο -τέτοια εποχή μονάχα από ντόπιους- και να σερβίρει τσίπουρο με μεζέ και άμα λάχει -όχι και πολύ σπάνια- να ακολουθεί το γλέντι. Μόνο την πάντοτε χαμογελαστή Βιργινία που δούλευε στο σουβλατζίδικο Αίθριο παραδίπλα δεν βλέπω.

«Η Βιργινία είναι εκπαιδευτικός και εργάζεται ως ωρομίσθια στο γυμνάσιο και το λύκειο», σπεύδει να με ενημερώσει ο Τάσος, εκπαιδευτικός και ο ίδιος, φιλόλογος, που τα τελευταία χρόνια έχει επιστρέψει στον γενέθλιο τόπο, γνώρισε και στη συνέχεια αρραβωνιάστηκε την Αννα, νηπιαγωγό από τη Θεσσαλονίκη, και μαζί σκοπεύουν να μείνουν στο νησί μόνιμα. Η Αστυπάλαια έχει περί τους χίλιους και κάτι κατοίκους και ως εκ τούτου ολοήμερο νηπιαγωγείο και δημοτικό, αλλά και γυμνάσιο και λύκειο με όλες τις ειδικότητες. Οι εκπαιδευτικοί, νέοι οι περισσότεροι στην ηλικία, ξεπερνούν τους 30, έχοντας φτιάξει μεταξύ τους μια πολύ δεμένη παρέα.

Ο Δημήτρης από την Εδεσσα, φιλόλογος κι αυτός, έχει αναλάβει να γυμνάζει τους φίλους και συναδέλφους του τα απογεύματα, παραδίδοντας μαθήματα αεροβικής και χορού, ενώ τα βράδια όλο και κάπου συναντιούνται υπό τους ήχους της ροκ στον Νότο ή στο Μελτέμι, για να κατευθυνθούν πιο αργά στο Μύλο, όπου παίζει έντεχνα ελληνικά κι αν είναι Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ, στο Πανόραμα: από mainstream ελληνική και ξένη μουσική, μέχρι κρουστά και χάλκινα από τη Σερβία και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, αλλά και τα προσφιλή σε όλους νησιώτικα. Το καλοκαίρι, βεβαίως, την πρωτοκαθεδρία στη διασκέδαση μέχρι το ξημέρωμα κρατάει το περίφημο μπαρ Αρτεμις, το οποίο ανοίγει πολύ μετά τα μεσάνυχτα.

ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ ΓΟΝΙΜΗ

Σάββατο πρωί και με τους εκπαιδευτικούς βρεθήκαμε στην αίθουσα πολλαπλών εκδηλώσεων του γυμνασίου και του λυκείου για να παρακολουθήσουμε μαζί μαθήματα σύγχρονου χορού, ενώ παραδίπλα οι μαθητές του δημοτικού έκαναν κίνηση με την κ. Σοφία και σε άλλη αίθουσα κατασκεύαζαν κοσμήματα με την κ. Χριστίνα. Το βράδυ στον ίδιο χώρο και φορώντας τα καλά μας πια, ντόπιοι και επισκέπτες, μικροί και μεγάλοι, «πήγαμε θέατρο» απολαμβάνοντας την «Αρκούδα» του Τσέχοφ από τη θεατρική ομάδα Σχεδία.

«Ραντεβού αύριο στο δεύτερο μάθημα σύγχρονου;» με ρωτάει η Ρούλα, δασκάλα στο δημοτικό και Αστυπαλιώτισσα. Δυστυχώς, αύριο φεύγουμε, της απαντώ και σκέφτομαι πόσο λίγο κράτησε αυτή η αποστολή.

«Κρίμα. Καλή αντάμωση.»

«Σίγουρα!»

ΜΕΤΑΒΑΣΗ

Στην Αστυπάλαια μπορείτε να φτάσετε αεροπορικώς με την Οlympic Air. Εκτός σεζόν θα βρείτε σχετικά εύκολα εισιτήρια. Βεβαίως το Πάσχα και τον Αύγουστο είναι πολύ πιθανό να δυσκολευτείτε, δεδομένου ότι τα αεροσκάφη που εξυπηρετούν τον προορισμό είναι μικρά. Εναλλακτικά, θα ταξιδέψετε με πλοίο της Blue Star.

ΠΟΥ ΝΑ ΜΕΙΝΕΤΕ

Τις ημέρες που επισκεφθήκαμε το νησί, ήτοι ένα τυχαίο Σαββατοκύριακο του Μαρτίου, βρήκαμε ανοιχτά
• το φιλόξενο ξενοδοχείο Thalassa της Μπετίνα (T/ 22430-59.840), με το καταπληκτικό παραδοσιακό πρωινό με υλικά παραγωγής της, αλλά και νοστιμιές (βάφλες, κέικ καρότου κ.λπ.) από τον τόπο καταγωγής της,
• και την Ιχθυόεσσα (T/ 22430-61.691, 61.233). Και τα δύο στον Πέρα Γιαλό.
• Επίσης, στη Χώρα μπορείτε να απευθυνθείτε στα πολυτελή Studios Kilindra (T/22430-61.131), καθώς και στο επίσης πολυτελές και περιποιημένο Astypalaia Palace (T/ 22430-61.351, 61.925, www.vergouli.com).

Κατά τ’ άλλα, ανάλογα με τη ζήτηση και τον καιρό, κάποια καταλύματα θα ανοίξουν το Πάσχα, ενώ τα περισσότερα από 1ης Μαΐου. Αν σκέφτεστε να επισκεφθείτε το νησί το καλοκαίρι, μια πολύ καλή ιστοσελίδα -δυστυχώς μόνο στα Αγγλικά- είναι το www.astypalaia.com. Με μια περιήγηση στον εν λόγω διαδικτυακό τόπο θα αποκτήσετε πολύ καλή εικόνα των καταλυμάτων του νησιού, ενώ απ’ τις δικές μας σημειώσεις μπορείτε να ρίξετε μια ματιά στα ακόλουθα:

ΣΤΗ ΧΩΡΑ

Studios Θολάρια
(T/6949-473.946, www.tholaria.gr)
Τρεις κατοικίες και έξι studios πάνω από τη μικρή παραλία του Καπούτσου, με άμεση θέα το ενετικό κάστρο.

Satino Mare
(T/6944-183.398, www.satinomare.gr)
Συγκρότημα από μεζονέτες, χτισμένο αμφιθεατρικά στην άκρη της Χώρας.

ΣΤΟ ΛΙΒΑΔΙ

Mouras Resort και Mouras Studios
(T/ 22430-61.127, 61.427, 6972-453.571)
Συγκρότημα με μεζονέτες το πρώτο και ενοικιαζόμενα δωμάτια πάνω στην παραλία τα δεύτερα. Πλήρως εξοπλισμένα με τη φροντίδα της κ. Μαρίας Μανωλάκη.
Καλντερίμι
(T/22430-61.120, www.kalderimi.gr)
Δύο διώροφες σουίτες και εννιά παραδοσιακές κατοικίες με απεριόριστη θέα.
Φίλντισι
(T/ 22430-62.060, 6978-445.435, 6978-445.434, www.fildisi.net)
Τρεις σουίτες, δύο διαμερίσματα με σπα, τρία λοφτ και δύο απλά δίκλινα δωμάτια πλήρως εξοπλισμένα μέχρι και με γρήγορο ίντερνετ.
Architektoniki
(T/ 22430-59.830, 61.339)
Μια λουξ γειτονιά αποτελούμενη από 9 ανεξάρτητες κατοικίες, χωρητικότητας έως και πέντε ατόμων η κάθε μια.

ΣΤΗ ΜΑΛΤΕΖΑΝΑ

Maltezana Beach Hotel
(T/ 22430-61.558, www.maltezanabeach.gr)
Περιποιημένο ξενοδοχείο 42 δωματίων με ιδιωτική βεράντα ή μπαλκόνι και με θέα τη θάλασσα, τον κήπο ή την πισίνα.

ΣΤΟ ΚΑΜΠΙΝΓΚ

Το κάμπινγκ της Αστυπάλαιας θα μπορούσε να είναι από μόνο του θέμα. Είναι πολύ γνωστό στους κόλπους της εναλλακτικής νεολαίας – από τα τέλη Ιουλίου και τον Αύγουστο καλό είναι να έχετε κάνει κράτηση θέσης, γιατί αλλιώς θα δυσκολευτείτε να βρείτε να στήσετε, ενώ από τα ατού του είναι η φθηνή και εξαιρετική του κουζίνα και… τα πάρτι του. Ενα μείον, ο συνωστισμός του Αυγούστου σε συνδυασμό με τον περιορισμένο σχετικά αριθμό τουαλετών και ντους. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, σε κερδίζει το καλό κλίμα!

ΦΑΓΗΤΟ

• Στην Αστυπάλαια θα απολαύσετε και φρεσκότατο ψάρι και θαλασσινά, και καταπληκτικό ντόπιο κατσικάκι, εξαιρετικά ψητά και μαγειρευτά. Εκτός σεζόν, και δεδομένου ότι οι περισσότεροι Αστυπαλιώτες τρώνε σπίτι τους, θα βρείτε ανοιχτά το παραδοσιακό Μαϊστράλι στον Πέρα Γιαλό και το πιο πειραματικό Μπαρμπαρόσα στη Χώρα,
• ενώ μπορείτε πάντοτε να απολαύσετε γύρο στο Αίθριο και πίτσα στον Αίολο, επίσης στη Χώρα.
• Εδώ, πρόσφατα άνοιξε και το μεζεδοπωλείο Μεταξύ μας.
• Το καλοκαίρι, φυσικά, οι επιλογές πολλαπλασιάζονται.
• Στον Πέρα Γιαλό, σημειώστε επίσης την Ακτή, την Αυστραλία, αλλά και το καφέ σνακ μπαρ Τοξότης για χταποδάκι στα κάρβουνα και ούζο.
• Στο Λιβάδι δοκιμάστε σπιτική κουζίνα στο Γεράνι, πίσω από το οποίο μπορείτε να μείνετε και στα μόλις πενταετίας ενοικιαζόμενα δωμάτια που διατηρεί η οικογένεια (τηλ.: 22430-61.484),
• ενώ σημειώστε επίσης την ταβέρνα Αστρόπελο και το καφέ σνακ μπαρ Allegro.
• Στη δε Μαλτεζάνα απολαύστε το περιβάλλον αλλά και τις μακαρονάδες που σερβίρει το ιταλικό Κόκκινο Πιπέρι,
• πριν συνεχίσετε για την Αλμύρα, τον Αστακό και την Αστυφαγία για νοστιμιές της θάλασσας και όχι μόνο,
• και τέλος τον Σχινόντα, αποκλειστικά για τα καταπληκτικά του κρεατικά.

Πηγή : http://trans.kathimerini.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/2561

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση