Γ. Παυλόπουλος, «Τα Αντικλείδια»
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Γιώργης Παυλόπουλος γεννήθηκε το 1924 στον Πύργο Ηλείας. Σπούδασε Νομικά και ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Ήταν ένας από τους ιδρυτές του «Πυργιώτικου Παρνασσού», ενός συλλόγου που βοήθησε την πολιτιστική παραγωγή κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η γραφή του Παυλόπουλου διακρίνεται για τη φιλοσοφική της διάθεση και τα συμβολιστικά της στοιχεία. Συγχρόνως είναι σαφής στη διατύπωση των νοημάτων, με λιτό ύφος, ώστε να οδηγήσει τον αναγνώστη βήμα βήμα σε κάποιο φιλοσοφικό ή κοινωνικό συμπέρασμα. Από τα ποιήματά του ξεχωρίζουν τα «ποιήματα ποιητικής».
Ανάλυση του ποιήματος
Το ποίημα «Τα Αντικλείδια» αποτελεί μια φιλοσοφική θεώρηση της λειτουργίας της ποίησης. Στον πρώτο στίχο, η λέξη Ποίηση γράφεται με κεφαλαίο το αρχικό της γράμμα, για να υποδηλωθεί η σημασία και η αξία της, ενώ παράλληλα επιχειρείται να δοθεί κι ένας ορισμός της ποίησης. Η παρομοίωσή της με πόρτα συμβολίζει την είσοδο σε κάτι που δεν γνωρίζουμε. Έτσι, δημιουργείται μια μυστηριώδης ατμόσφαιρα. Ο δεύτερος στίχος αρχίζει να προσδιορίζει κάπως το περιεχόμενο της ποίησης, να άρει το μυστήριο και να δημιουργεί μια άγνοια. Η ποίηση δεν απευθύνεται σε όλους. Πολλοί προσπαθούν να την προσεγγίσουν αλλά δεν την καταλαβαίνουν. Αυτοί είναι οι αμύητοι, που δεν έχουν ιδέα από ποίηση. Υπάρχει επίσης μια κατηγορία ανθρώπων που παίρνουν κάποια γεύση από την ποίηση. Οι άνθρωποι αυτοί κατορθώνουν να περάσουν την πόρτα της ποίησης, όμως απογοητεύονται γιατί βρίσκουν κλειστή την έξοδο και δεν μπορούν να βρούν το «κλειδί».
Η προσπάθεια του ανθρώπου να ανοίξει τη πόρτα της ποίησης αποκτά δραματικές διαστάσεις, αφού μπαίνει τόσο εύκολα αλλά δεν μπορεί να βγεί όταν δει σε βάθος, όταν εισχωρήσει στα πιο μεγάλα μυστικά. Καμιά φορά, όπως λέει ο ποιητής, οι άνθρωποι καταστρέφουν και τη ζωή τους ψάχνοντας μάταια να βρούν κάπου το μυστικό, κι όσο περισσότερο το ψάχνουν φτιάχνοντας αντικλείδια, τόσο περισσότερο απομακρύνονται από τη λύση. Αντικλείδια είναι τα ποιήματα που φτιάχνουν όσοι έχουν λίγες ποιητικές γνώσεις. Από τα ημιτελή αυτά ποιήματα επιδιώκεται να γίνει το πέρασμα στο ολοκληρωμένο ποίημα. Φυσικά από την προσπάθεια αυτή δεν εξαιρεί τον εαυτό του. Έτσι, χρησιμοποιεί πρώτο πληθυντικό πρόσωπο («ανοίξουμε») για να δείξει ότι είναι κι ο ίδιος ένας ποιητής που προσπαθεί να ανοίξει την πόρτα της ποίησης.
Το ποίημα τελειώνει με τον ίδιο στίχο που άρχισε, σχηματίζοντας κύκλο ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο.
Ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
1) Τι σημαίνει «Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν τίποτα»; Μπορεί να ισχύει το αντίστροφο; Να βλέπουμε χωρίς να κοιτάζουμε;
Απάντηση: Οι «πολλοί» είναι το μεγάλο πλήθος, οι ανυποψίαστοι άνθρωποι που δεν συγκινούνται με την ποίηση. Ο ποιητής με τη φράση αυτή υποδεικνύει την ποιητική ματιά και παρατηρεί ότι η πνευματική αυτή ματιά λείπει από πολλούς ανθρώπους. Αντιστρόφως, αλλοι διαθέτουν ενόραση και φαντασία για να συλλαμβάνουν τον εσωτερικό κόσμο της ποίησης. Έτσι, μπορεί να ισχύει το αντίστροφο, δηλαδή κάποιοι να βλέπουν χωρίς να κοιτάζουν, αλλά αυτοί είναι λιγότεροι από τους πρώτους.
2) «…μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν…» Τι τους παρακινεί να μπούν; Από τι δηλαδή μαγεύονται; Τι μπορεί να βλέπουν; Εσείς τι βλέπετε;
Απάντηση: Οι άνθρωποι που παρακινούνται να μπουν στην ανοιχτή πόρτα της ποίησης, είναι οι περισσότερο ευαίσθητοι. Παρακινούνται να «μπουν» γιατί διαισθάνονται ότι πίσω από την ανοιχτή πόρτα υπάρχει ένας θαυμάσιος κόσμος, υπάρχει η ομορφιά, η αρμονία και η γνώση. Κάτι ανάλογο βλέπει κι ο αναγνώστης, δηλαδή έναν μαγευτικό κόσμο, που αξίζει όχι μόνο να τον πλησιάσει κανείς αλλά να γίνει και κοινωνός του.
3) Γιατί η πόρτα κλείνει για όσους δεν μπόρεσαν να δουν στο βάθος;
Απάντηση: Η πόρτα κλείνει για όσους δεν μπόρεσαν να δουν στο βάθος. Αυτή η αποστροφή, που μοιάζει και με αντίφαση, ερμηνεύεται κάτω απ’ το πρίσμα ότι όσο περισσότερο εμβαθύνει κανείς στο μυστήριο της ποιητικής δημιουργίας, τόσο ανακαλύπτει την αδυναμία του να το ερμηνεύσει. Αν κάποιος εισχωρήσει στην ανοιχτή πόρτα της ποίησης και «δει», τότε έχει επιτύχει μια ταύτιση με την ποίηση και κατά συνέπεια δύσκολα γυρίζει πίσω. Αντίθετα, αν «δεν δει» τότε επιστρέφει πίσω.
4) Στο γνωστό παραμύθι «Ο Αλή- Μπαμπάς και οι σαράντα κλέφτες» μια λέξη μαγική ανοίγει τη σπηλιά με τους θησαυρούς. Μπορείτε να αναζητήσετε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στο παραμύθι και τον ποιητικό μύθο;
Απάντηση: Αν στο γνωστό παραμύθι μια λέξη μαγική ανοίγει τη σπηλιά με τους θησαυρούς, στο ποίημα αυτό η μαγική λέξη είναι τα αντικλείδια. Κάθε ποίημα είναι ένα αντικλείδι και με αυτό προσπαθούν ο ποιητές να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης. Το έργο αυτό είναι ανέφικτο, αλλά δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση από την καταφυγή στα ποιήματα αυτά, ώστε μακροπρόθεσμα να «ανακαλύψουμε» την ποίηση.
5) Ποιος είναι ο ορισμός των ποιημάτων; Ταυτίζονται τα ποιήματα με την Ποίηση;
Απάντηση: Τα ποιήματα είναι έμμετρος, ρυθμικός, αρμονικός λόγος. Σύμφωνα με το ποίημα του Παυλόπουλου, τα ποιήματα δεν ταυτίζονται με την Ποίηση, γιατί τα ποιήματα είναι απλώς τα «αντικλέιδια», δηλαδή το μέσον με το οποίο φτάνουμε στην Ποίηση. Η ουσία της Ποίησης είναι μυστηριακή, των ποιημάτων όμως όχι. Η ποίηση είναι μια κλειστή πόρτα και τα ποιήματα είναι η απόπειρα να ανοίξουμε αυτή την πόρτα, όταν βρεθούμε μέσα και κλείσει πίσω μας.
6) Γιατί το ποίημα κλείνει όπως άρχισε; Γιατί δεν παραβιάζεται ποτέ η ανοιχτή πόρτα της ποίησης;
Απάντηση: Το σχήμα του κύκλου στο ποίημα (ο πρώτος στίχος είναι ίδιος με τον τελευταίο) αποτελεί μια μορφοποίηση της βασικής ιδέας του ποιήματος ότι η πρόκληση- πρόσκληση της Ποίησης συνεχώς ανανεώνεται. Η πόρτα της Ποίησης είναι ανοιχτή και κλείνει, για να μην ανοίξει ποτέ πια. Δεν παραβιάζεται, είτε γιατί αποτελεί σχήμα οξύμωρο η παραβίαση μιας ανοιχτής πόρτας είτε γιατί όσοι διαβαίνουν το κατώφλι της δεν κατέχουν το μυστικό να την ανοίξουν. Η «κυκλικότητα» του ποιήματος υποδηλώνει, τονίζει και υπογραμμίζει την κυκλικότητα και τη συνέχεια της ποιητικής πρόκλησης και δημιουργίας.









Σχόλια Αναγνωστών-Επισκεπτών