ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Γ΄ Κλίση ουσιαστικών
1. Να γραφεί η γενική και δοτική ενικού και πληθυντικού αριθμού των ονομάτων:
Ονομαστική
|
Γενική | Δοτική |
1. ὁ ἰχθύς | εν.
πλ. |
|
2. ὁ ἥρως | εν.
πλ. |
|
3. ὁ πέλεκυς | εν.
πλ. |
|
4. ὁ νομεύς | εν.
πλ. |
|
5. ὁ παῖς | εν.
πλ. |
|
6. ὁ ποιμήν | εν.
πλ. |
|
7. ἡ ὕβρις | εν.
πλ. |
|
8. ὁ ῥήτωρ | εν.
πλ. |
|
9. ὁ κρατήρ | εν.
πλ. |
2. Να γραφεί η δοτική, αιτιατική, κλητική ενικού και δοτική πληθυντικού :
ὁ θεράπων | ὁ ἄρχων | ὁ ἀνδριάς | ὁ γίγας | ἡ χάρις | ἡ τυραννίς | |
Δοτ.
Αιτ. Κλητ. |
|
|||||
Δοτ. πληθ. |
3. Να γραφεί η δοτική και κλητική ενικού και η δοτική πληθυντικού:
ὁ λιμήν | ὁ ῥήτωρ | ὁ δαίμων | ὁ ἡγεμών | ὁ Ἀριστογείτων | |
Δοτ.
Κλητ. |
|||||
Δοτ. πλ. |
4. Να γραφεί η γενική, δοτική, κλητική ενικού και η δοτική πληθυντικού:
ὁ πατήρ | ὁ ἀνήρ | ἡ θυγάτηρ | ὁ ἀστήρ | |
Γεν.
Δοτ. Κλητ. |
||||
Δοτ. πλ. |
5. Να γραφεί η γενική και δοτική ενικού και πληθυντικού αριθμού των επιθέτων ή μετοχών (στο ίδιο γένος):
Ονομαστική
|
Γενική | Δοτική |
ταχύ | εν.
πλ. |
|
πλήρης | εν.
πλ. |
|
ὄντων (αρσεν.) | εν.
πλ. |
|
πεμφθείς | εν.
πλ. |
|
πλειόνων (αρσεν.) | εν.
πλ. |
|
νομίζοντας | εν.
πλ. |
6. Να γράψετε τη γενική και δοτική ενικού και τη δοτική πληθυντικού των ονομάτων:
Ονομαστική | Γενική εν. | Δοτική εν. | Δοτική πληθ. |
ὁ γύψ
ὁ τέττιξ
ἡ σάλπιγξ
ἡ πτέρυξ
ὁ βήξ
ὁ θώραξ
ὁ ἱέραξ
ἡ φάραγξ
ἡ διῶρυξ
ἡ φλέψ
ἡ ἐσθής
|
7. Να συμπληρωθούν τα κενά με τον κατάλληλο τύπο των ουσιαστικώντηςπαρένθεσης:
Γεωργὸς καθ’ ἡμέραν ἔξω τοῦ ___________ (ἄστυ) παρὰ τὸν ποταμὸν ἐπορεύετο. Ἐνταῦθα τῷ _____________ (πέλεκυς) ἐξυλεύετο . μετὰ δὲ τὴν ________ (δύσις) τοῦ ἡλίου εἰς τὴν ___________ (πόλις) ἐπὶ τοῦ ἵππου τὰ ξύλα ἔφερεν. Ἐκφεύγει δ’ ὅμως ποτέ ὁ πέλεκυς καὶ εἰς τὸν ποταμὸν πίπτει.
Ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ οὖν τοῦ _______________ (πέλεκυς) ὁ γεωργὸς ὠδύρετο. Ὁ δὲ θεὸς τὴν τῆς ___________ (θλίψις) αἰτίαν μανθάνει καὶ ἀναφέρει δύο ____________ (πέλεκυς), τὸν μὲν δύο πήχεων ἐκ χρυσοῦ, τὸν δ’ ἕτερον τοῦ γεωργοῦ. Οὗτος δ’ ὅμως _________ (φύσις, γεν. εν.) ἦν ἀγαθῆς καὶ λαμβάνει τὸν οἰκεῖον. Ὁ θεὸς ἥδεται (=ευχαριστιέται) ἐπὶ τῇ ____________ (σύνεσις) καὶ ___________ (φρόνησις) τοῦ γεωργοῦ καὶ παρέχει αὐτῷ ἀμφοτέρους (=και τους δύο) τοὺς __________ (πέλεκυς).
Ὁ γεωργὸς τὴν τῶν ____________ (πέλεκυς) ____________ (κτῆσις) λέγει τοῖς γεωργοῖς. Τούτων εἷς ἐξεπίτηδες τὸν __________ (πέλεκυς) ῥίπτει . μετὰ δὲ τὴν __________ (πρᾶξις) ὁμοίως τῷ πρώτῳ ὠδύρετο. Μετὰ δύο ______________ (κατάδυσις, αιτ.) ἐκφέρει ὁμοίως ὁ θεὸς δύο ____________ (πέλεκυς). Ὁ δὲ ξυλοκόπος, ὡς τὸν ἐκ χρυσοῦ ὁρᾷ, “οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ πέλεκυς” λέγει. Ὁ θεὸς δ’ ὅμως ἐπὶ τῇ _________ (ὕβρις) αὐτοῦ ὀργίζεται, τῷ δὲ ξυλοκόπῳ λέγει . “τῶν κακῶν ___________ (πρᾶξις) ἀμοιβή ἐστι καὶ τῶν οἰκείων ἀγαθῶν ἡ ἀπώλεια”.
Ἡ Περσία πληθύει δὲ ποταμῶν καὶ λιμνῶν, ἔνθα οἱ ____________ (ἁλιεύς) ἰχθῦς ἁλιεύουσιν. Οἱ δὲ ____________ (νομεύς) ἀγέλας βοῶν καὶ ἵππων νέμουσι.
Οἱ ____________ (βασιλεύς) τῆς Περσίας μεθ’ ___________ (ἱππεύς, γεν. πλ.) εἰς τὰς σατραπείας ἤλαυνον, οἱ δ’ ___________ (ἱερεύς) τοῦ __________ (ἄστυ) συμπρούπεμπον τοῖς ______________ (βασιλεύς) καὶ βοῦς τοῖς θεοῖς ἔθυον . οἱ δ’ ἐν αὐταῖς κάτοικοι ὑπεδέχοντο τοὺς _____________ (βασιλεύς) καὶ προσεκόμιζον αὐτοῖς δῶρα, βοῦς καὶ ἵππους χρυσοχαλίνους. Καὶ οἱ πτωχοί, δὲ τῶν ὑπηκόων, ____________ (χαλκεύς, ονομ. πλ.), _________ (σκυτεύς, ονομ. πλ.) καὶ βουκόλοι, προσέφερον ὅπλα, τυρὸν καὶ τρωκτά. Ὁ δὲ βασιλεύς, ὅτε εἰς τὴν _________ (πόλις) ἐπανῆγεν, δῶρα ὁμοίως διὰ __________ (πρέσβεις, γεν. πλ.) ἔπεμπε τοῖς σατράπαις καὶ τοῖς σπουδαίοις τῶν κατοίκων.
Γέρων δειλὸς ὁρᾷ καθ’ ὕπνους ὅτι ὁ υἱὸς ὑπὸ __________ (λέων, γεν. εν.) κατησθίετο. Εὐθὺς δ’ ἐκ τοῦ φόβου οἴκημα καλὸν καὶ μετέωρον κατασκευάζει καὶ ἐνταῦθα μετὰ ____________ (θεράπων, γεν. πλ.) τὸν υἱὸν ἐγκλείει. Κοσμεῖ δ’ ἔνδον τὸ οἴκημα _____________ (ἀνδριάς, δοτ. πλ.) καὶ ἄλλῳ κόσμῳ, ἐπὶ δὲ τοῦ τοίχου γράφει πρὸς _________ (τέρψις, αιτ. εν.) τοῦ υἱοῦ __________ (γίγας, αιτ. πλ.), __________ (λέων, αιτ. πλ.) καὶ παντοῖα ζῷα . οὕτω γὰρ οἱ _________ (λέων) καὶ ___________ (ἐλέφας, ονομ. πλ.) ἀκίνδυνοι ἦσαν τῷ υἱῷ.
Ὁ δὲ παῖς πλησιάζει μὲν τοῖς ___________ (λέων) καὶ _____________ (ἐλέφας, δοτ. πλ.), περίλυπος δ’ ἦν, ὅτι κατάκλειστος ἦν. Καὶ δήποτε λέγει τῷ ____________ (ἐλέφας) . ” Ὦ __________ (ἐλέφας), ὡς καλὸς εἶ καὶ καλοὺς ____________ (ὀδούς) ἔχεις”. Ἐφεξῆς δὲ πλησιάζει τῷ ___________ (λέων) καὶ λέγει αὐτῷ. ” Ὦ κακὲ ________ (λέων), δικαίως οἱ θηρευταὶ ___________ (ἱμάς, δοτ. πλ.) δεσμεύουσί σε . τοῖς γὰρ __________ (ὀδούς) δάκνεις καὶ τὰ __________ (θήραμα) φονεύεις. Καὶ ἐγὼ δὲ διὰ σὲ κατάκλειστός εἰμι, ὡς ἐν φρουρᾷ”. Καὶ εὐθὺς ἐπιβάλλει τῷ τοίχῳ τὸν δάκτυλον καὶ ἐκτυφλώνει τὸν _________ (λέων).
Σκόλοψ δ’ ὅμως τῷ δακτύλῳ ἐμπήγνυται καὶ ὄγκωμα καὶ φλεγμονὴν ἐπιφέρει αὐτῷ. Ἐξ αὐτοῦ δ’ ἐπιγίγνεται πυρετὸς τῷ παιδὶ καὶ μετ’ οὐ πολὺ ἀποθνῄσκει. Οὕτω ὁ υἱὸς τοῦ __________ (γέρων) τὸ πεπρωμένον οὐκ ἀποφεύγει.
Σχόλια Αναγνωστών-Επισκεπτών