kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αρχεία για 'ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ'

Αναλυτικό Υπόμνημα της ΠΕΘ για τα «προβλήματα του αναθεωρημένου Προγράμματος Σπουδών 2014», που εστάλη στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016

Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2016

Αριθμ. Πρωτ.:   27

Προς

Τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμον, Πρόεδρον και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ  ΤΟΥ  ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟΥ 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ  ΣΠΟΥΔΩΝ  2014

Μακαριώτατε,

Άγιοι Αρχιερείς,

Το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών[1] ΠΣ του 2014, όπως και το ΠΣ του 2011[2] αφορά, ως γνωστόν, σε μαθητές από την Γ΄ Δημοτικού έως την Γ΄ Γυμνασίου. Συνεξετάζει, ταυτόχρονα και με αυθαίρετο συνδυασμό στοιχείων, τον Χριστιανισμό, τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ, τον Ινδουισμό, το Βουδισμό, τον Ταοϊσμό – στη δε Α΄ Γυμνασίου προστίθεται και ο Κομφουκιανισμός[3] – ως ένα σύνολο που του αποδίδονται διάφορα ονόματα: «θρησκεία»[4], «ο κόσμος της θρησκείας[5], «θρησκευτικές παραδόσεις[6], «θρησκευτικό φαινόμενο στην πολυμορφία του»[7], «οι θρησκείες του κόσμου»[8].

Η τεχνητή-επιφανειακή σύγκλιση του Χριστιανισμού με τις θρησκείες, με βάση τα τυπικά, ετερόκλητα χαρακτηριστικά τους -αφού πρόκειται για εντελώς διαφορετικά θεολογικά πεδία και διαφορετικά πρότυπα- οδηγούν αφενός σε εσφαλμένα επιστημονικά συμπεράσματα και, αφετέρου, στον συγκρητισμό και, φυσικά, όλο αυτό το συνονθύλευμα είναι ασύμβατο με τον Χριστιανισμό. Πρόκειται για ένα πολυθρησκειακό συγκρητιστικό μόρφωμα, το οποίο συγγράφηκε για να στηρίξει τα σχέδια ανάμειξης των πολιτισμών, των λαών και των θρησκειών που εφαρμόζονται με την εκμετάλλευση του φαινομένου της πολυπολιτισμικότητας και του πλουραλισμού, μολονότι η διδασκαλία του ΜτΘ, με βάση τις αρχές της Ορθόδοξης Εκκλησίας, «δεν συνιστά παραβίαση των αρχών του πλουραλισμού και της αντικειμενικότητας, ούτε οδηγεί σε κατήχηση»[9].

Είναι ευνόητο ότι η διδασκαλία της πολυθρησκείας σημαίνει, ουσιαστικά, απαξίωση και κατάργηση του ορθοδόξου μαθήματος των Θρησκευτικών, του οποίου η διδασκαλία είναι υποχρεωτική για την Πολιτεία, όπως υποχρεωτική είναι και η κατάρτιση των Προγραμμάτων διδασκαλίας του μαθήματος με ύλη σύμφωνη με το δόγμα της χριστιανικής πίστης[10]. Την ισχύουσα έως σήμερα διδασκαλία του ορθοδόξου μαθήματος, θεωρούν οι συντάκτες του ΠΣ ως μονοφωνία[11]και ως «ιδεολογικό εγκιβωτισμό σε απολυτοποιημένες ερμηνείες και στάσεις ζωής»[12], και επιδιώκουν τη μετατροπή του, με το επιχείρημα ότι «…ένα ΜτΘ το οποίο περιορίζει τη γνώση των μαθητών αποκλειστικά και μόνο στη δική τους θρησκευτική παράδοση έχει πλέον φτάσει στα όριά του»[13].

Έτσι, αποφασίζουν την αντικατάσταση του ΜτΘ με ένα πολτό που περιέχει τον Χριστιανισμό στις (3) εκδοχές του και (6) Θρησκείες. Το νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα αναφέρει σχετικά ότι «η θρησκευτική μάθηση (ΘΜ), που παράγεται στο πλαίσιο του ΜτΘ, επιχειρεί τηνυπέρβαση της θρησκευτικής απολυτότητας (συμμόρφωση με χριστιανικές αξίες)»[14]. Το ΜτΘ παύει να είναι χριστοκεντρικό και εστιάζει πλέον τη διδασκαλία του «στην ιστορική, κοινωνική  και ανθρώπινη διάσταση των θρησκειών», γίνεται δηλαδή «ανθρωποκεντρικό»[15] – πολυθρησκευτικό- συγκρητιστικό.

Η αλλαγή αυτή, όπως ισχυρίζονται οι συντάκτες, θεμελιώνεται στις διεθνείς εξελίξεις[16] που βίωσε η ανθρωπότητα στις αρχές του 21ουαιώνα, εννοώντας το τρομοκρατικό χτύπημα στους «δίδυμους πύργους», την 11η Σεπτεμβρίου του 2001»[17].

Έτσι, όμως, το ΜτΘ χάνει τον δικό του θεολογικό λόγο ύπαρξης και υποτάσσεται στις εκάστοτε επικρατούσες ιδεολογίες, συνθήκες και εξελίξεις. Αντί να βασίζεται και να ελκύει στην εν Χριστώ αλήθεια τους μαθητές, με πραγματικό σεβασμό προς στην ετερότητα, σχεδιάζεται για να υπηρετεί τους σκοπούς των εκάστοτε πολιτικών και ιδεολογικών εξελίξεων, κάτω από τον μανδύα του σεβασμού της ετερότητας και της αντιμετώπισης των συγκρούσεων. Αυτά όλα, φυσικά, ούτε νομική ισχύ έχουν, ούτε σχετίζονται με τον σεβασμό της ετερότητας, την οποία η Ορθόδοξη παράδοση αποδέχεται και διδάσκει, «λόγω και έργω»  απόλυτα και συνειδητά.

Συμβαίνει δε και το εξής προβληματικό: Η μεν διδασκαλία του εν λόγω ΠΣ να προκαλεί συνειδησιακές συγκρούσεις και μεταβολές στους Ορθόδοξους μαθητές και καθηγητές, επειδή στην προσανατολισμένη στη χριστιανική πίστη συνείδηση τοποθετούνται, παραπλανητικά, με ισόκυρη ισχύ, διάφορες θρησκειακές ετεροδιδασκαλίες· τα δε προβλήματα των συγκρούσεων, της βίας, του ρατσισμού, των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού, τα οποία το ΠΣ, δήθεν ενδιαφέρεται να επιλύσει, δεν μπορούν να επιλυθούν μέσα από την υποτίμηση και περιθωριοποίηση των οικείων χριστιανικών προτύπων των μαθητών. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην Ορθοδοξία ούτε η λύση του βρίσκεται στον επιχειρούμενο συμφυρμό ξενόφερτων θρησκευτικών «αξιών και προτύπων», καθόσον η αληθινή αιτία αυτών των όντως απαράδεκτων προς τον «διαφορετικό» συμπεριφορών εστιάζεται στο πάθος τους εγωκεντρισμό, τον οποίο θεραπεύει μόνον η ορθόδοξη πρόταση της εν Χριστώ πίστεως και ζωής· τη μοναδικότητα όμως αυτής της ζωής, που είναι ανάγκη να γνωρίσουν οι μαθητές, ως Χριστιανοί, απορρίπτει το νέο ΠΣ ως μονοθρησκευτική[18] και ως ιδεολογικό εγκιβωτισμό.

Υποστηρίζουν ότι συνέταξαν ένα νέο ΠΣ για το ΜτΘ, για να στηρίξουν «το δικαίωμα όλων των παιδιών για θρησκευτική εκπαίδευση», και να επιτύχουν δύο στόχους: α) «να συμμετέχουν όλα τα παιδιά χωρίς καμία διάκριση και ανεξάρτητα από τη θρησκευτική ή μη δέσμευσή τους» και β) «να αναδειχθούν οι θρησκευτικές αξίες σε πεδία διαλόγου, συνάντησης και ειρηνικής συνύπαρξης των ανθρώπων, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις ή και τις διαφορές τους», διότι, όπως λένε, «οι θρησκείες συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων και στη συνοχή της σύγχρονης πολυπολιτισμικής κοινωνίας»[19].

Στο σημείο αυτό, και προπαντός άλλου, αξίζει να επισημανθεί, πως οι συντάκτες του ΠΣ, ως Ορθόδοξοι Θεολόγοι, και μάλιστα με μεταπτυχιακές σπουδές, γνωρίζουν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία αγαπά και σέβεται τον άνθρωπο χωρίς διακρίσεις φύλου, χρώματος, εθνικότητας, θρησκευτικών πεποιθήσεων, με βάση τον λόγο του Ευαγγελίου[20]. Αλλά και ως Έλληνες, γνωρίζουν ότι ο λόγος του Χριστού μπόλιασε την ελληνική ψυχή, ώστε να προσφέρεται, ακόμα και να θυσιάζεται[21] για τον συνάνθρωπο.[22] Με βάση λοιπόν το νομικό πλαίσιο, αλλά και ως συνειδητοί Έλληνες, ορθόδοξοι διδάσκαλοι, έχουν ηθική υποχρέωση, να γνωρίσουν στους μικρούς μαθητές την ορθόδοξη πολιτισμική μας κληρονομιά[23] και, μέσα απ’ αυτήν, να τους εμπνεύσουν τον σεβασμό προς την ετερότητα.

Επιπλέον, δε, το επιχείρημα ότι με το νέο ΠΣ στηρίζουν «το δικαίωμα όλων των παιδιών για θρησκευτική εκπαίδευση»[24]είναι καταφανώς παραπλανητικό. Διότι η ανεξιθρησκία, η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως, καθώς και τα δικαιώματα της θρησκευτικής ετερότητας είναι ήδη αναγνωρισμένα από το Σύνταγμα και τους νόμους της ελληνικής Πολιτείας, από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις[25] – τις οποίες σέβεται και εφαρμόζει η ελληνική Πολιτεία – ακόμη, δε, είναι κατοχυρωμένα με τις αποφάσεις ΣτΕ 3356/1995, ΣτΕ Ολ. 2281/2001, ΣτΕ 582/2011 και την 115/2012 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων.

Αντίστοιχα, όμως, είναι κατοχυρωμένο, το δικαίωμα των Ορθόδοξων μαθητών να διδάσκονται το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με τα δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.  Με το ζήτημα αυτό εκτενώς ασχολείται[26] η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων 115/2012, που ορίζει ότι  η Ορθόδοξη διδασκαλία του ΜτΘ δεν αντιτίθεται στις απαιτήσεις του πλουραλισμού, της πολυφωνίας και της πολυπολιτισμικότητας[27]. Στο σημείο αυτό καταρρίπτεται ο βασικός περί του αντιθέτου ισχυρισμός των συντακτών του ΠΣ.

Χρειάζεται να λάβει κανείς υπόψη ότι οι (15) συντάκτες των ΠΣ (του 2011) (αναθεωρημένο το 2014) και του Λυκείου (2015)  μαζί με τον συντονιστή τους, συνέταξαν τα απαράδεκτα αυτά Προγράμματα  εν κρυπτώ, χωρίς να ζητηθεί η συμμετοχή και η συνεργασία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ούτε των τεσσάρων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ούτε η συμμετοχή των ειδικών Παιδαγωγών των Θεολογικών Σχολών, ούτε της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ). Σημειωτέον ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, με βάση τον Καταστατικό της χάρτη, ως βασικό Νόμο λειτουργίας της[28], έχει λόγο να ελέγχει το περιεχόμενο της διδασκαλίας του ΜτΘ, που αφορά στους ορθόδοξους μαθητές, αν δηλαδή αυτό συμφωνεί με τις αλήθειες της Ορθοδοξίας και, γενικά, να μεριμνά για τη χριστιανική αγωγή της νεότητας (Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, άρθρ. 2 και 9).

Το νέο ΠΣ, δομημένο με δεξιοτεχνία για να παραπλανήσει όσους δεν το έχουν μελετήσει επισταμένως στις λεπτομέρειές του, αναφέρει πως το μεγαλύτερο μέρος των προσφερόμενων σε αυτό πληροφοριών, αφορά στον Χριστιανισμό. Tο πρόβλημα του ΠΣ, όμως, δεν είναι ποσοτικό αλλά ποιοτικό.  Με την επίδειξη της ποσότητας, επιτυγχάνει να εντυπωσιάσει και να καθησυχάσει τους μεγάλους, αλλά, με την ισχυρή δράση του πνευματικού δηλητηρίου και της σύγχυσης, που προξενεί η αναμεμειγμένη πολυθρησκειακή διδασκαλία, αλλάζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ορθόδοξης πίστεως των μαθητών.

Αυτή η αντιχριστιανική και αντιπαιδαγωγική δράση της πολτοποίησης του Χριστιανισμού με τις θρησκείες στη διδασκαλία των θρησκευτικών είναι μία επίθεση στην ορθόδοξη παράδοση, όχι απευθείας, αλλά διά της πλαγίας οδού, για να μπορεί να παραπλανεί επιτηδείως, έτσι, μικρούς και μεγάλους. Επιδίωξη του νέου ΠΣ είναι να δείχνει, μέσω της κατάλληλης και με τους κατάλληλους υποστηρικτές διαφήμισης, με την οποία προβάλλεται, ότι είναι αθώο πρόβατο, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένας επικίνδυνος λύκος.

Ισχυρίζονται, για παράδειγμα, πως υπάρχουν «τρεις κύκλοι» στο ΠΣ, που ο ένας αναφέρεται στην παράδοση της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας, ο δεύτερος στη γνωριμία με τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις και τέλος, ο τρίτος στα μεγάλα θρησκεύματα[29]. Στην ουσία, όμως, δεν υπάρχουν τρία χωριστά σύνολα γνώσεων και πληροφοριών, τρεις δηλαδή ξεχωριστοί κύκλοι, αλλά τρεις τεμνόμενοι κύκλοι όπου περιπλέκονται όλες μαζί οι θρησκευτικές παραδόσεις: Η Ορθοδοξία, οι χριστιανικές ομολογίες και οι θρησκείες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να καταργούνται οι διακριτές ταυτότητες και διαφορές.

Αυτή η αλήθεια για το ΠΣ, που δεξιοτεχνικά αποκρύπτεται, αποκαλύπτεται στον Οδηγό Εκπαιδευτικού (ΟΕ), όπου δεσπόζει ο εξής τίτλος κεφαλαίου: «Η διδασκαλία των θρησκειών του κόσμου στους τρεις κύκλους: Η διδασκαλία των θρησκειών του κόσμου ως σύγχρονη ανάγκη και απαίτηση από το ΜτΘ[30].

Στις οδηγίες προς τους Θεολόγους καθηγητές γράφει για το ΠΣ: «Η αποστολή του έχει καταρχήν παιδαγωγικό χαρακτήρα, σύμφωνα με τους γενικούς σκοπούς της εκπαίδευσης και του ΜτΘ. Βασικός σκοπός του ΜτΘ είναι ο θρησκευτικός γραμματισμός των μαθητών.Δεν μιλούμε για την εξασφάλιση «αντικειμενικής» ενημέρωσης των μαθητών για το θρησκευτικό φαινόμενο ή μονομερούς πληροφόρησης για τη θρησκεία που τους ενδιαφέρει. Πρόκειται για μια αναπτυξιακή μαθησιακή διαδικασία που συνθέτει α) πληροφορίες, γνώσεις, κατανοήσεις, εφαρμογές, αξιολογήσεις, β) στάσεις, συμπεριφορές, πεποιθήσεις, αξίες, ιδέες, συναισθήματα, βιωματικές προσεγγίσεις και γ) νοητικές, συνεργατικές, συμμετοχικές, επικοινωνιακές και εκφραστικές δεξιότητες και ικανότητες. Ο καμβάς αυτού του πλαισίου θρησκευτικής μάθησης δίνει έμφαση σε τέσσερις πόλους ενδιαφερόντων: α) Τις ιδιαίτερες ανάγκες, προσδοκίες και ανησυχίες των εφήβων μαθητών, β) την τοπική θρησκευτική και πολιτιστική παράδοση, γ) το οικουμενικό θρησκευτικό φαινόμενο και δ) τις πανανθρώπινες και καθολικά αποδεκτές παιδαγωγικές και πολιτιστικές αξίες. Επομένως, άλλο πράγμα είναι η «ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης» ως παιδαγωγικός σκοπός της Εκπαίδευσης και άλλο με βάση θρησκευτικά ή εκκλησιαστικά κριτήρια»[31].

Ποια ορθόδοξη παράδοση, επομένως, διδάσκεται και πώς είναι διατεταγμένοι αυτοί οι  κύκλοι, όταν ομολογείται από τους ίδιους ότι στις περισσότερες διδακτικές ΘΕ συνυπάρχουν από κοινού οι θρησκείες με ετερόκλητες και άσχετες μεταξύ τους, ως προς το θεολογικό περιεχόμενο και συμβολισμό τους, πνευματικού και υπαρξιακού περιεχομένου διδασκαλίες;  Έτσι, για παράδειγμα, αναφέρεται ότι «ο θρησκευτικός γραμματισμός στοχεύει στην κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών με τις γνώσεις, τις αξίες και τις στάσεις ζωής που παρέχει για τις θρησκείες και από τις θρησκείες»[32]. Σημειώνεται ακόμη ότι «το Πρόγραμμα Σπουδών επιτρέπει στο Μάθημα των Θρησκευτικών να υπηρετήσει τη μετάβαση του μαθητή …από το γράμμα στο πνεύμα της θρησκείας, δηλαδή στο υπαρξιακό, λατρευτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό αξιακό της αντίκρισμα»[33].

Ενώ διαβεβαιώνει το ΠΣ ότι δεν επιδιώκεται η «τυπική θρησκειολογική ενημέρωση», ούτε ο «σχετικισμός ή ακόμη χειρότερα ο συγκρητισμός» [34], στην πράξη, όχι μόνον δεν θωρακίζονται οι μαθητές από τη σύγχυση και τον συγκρητισμό, αλλά, καθώς φαίνεται, επιδιώκεται  αυτή η θρησκευτική σύγχυση και ο συγκρητισμός, εξαιτίας της πολυθρησκειακής δομής με την οποία σχεδιάζονται οι διδακτικές ενότητες. Σε ηλικία, που τα παιδιά δεν έχουν ακόμη αναπτύξει την κριτική τους σκέψη και τις απαιτούμενες πνευματικές ικανότητες για να επεξεργαστούν τα σχετικά ζητήματα, οπότε αναγκαστικά μένουν σε μια επιφανειακή αντίληψη, διδάσκονται στοιχεία από (3) εκδοχές του Χριστιανισμού και (6) θρησκειακές πηγές, σε «πρώτο πλάνο», και μάλιστα,  χωρίς διάκριση της αλήθειας· η Αποκάλυψη του Θεού παρουσιάζεται στο ΠΣ ως ισότιμη και ισόκυρη με τις περί θεού ανθρώπινες επινοήσεις και δοξασίες, ως «ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών»[35]. Για παράδειγμα αναφέρεται ότι οι μαθησιακοί στόχοι και οι προσδοκώμενες επάρκειες των μαθητών της  Δ΄ Τάξης του Δημοτικού είναι με τις γνώσεις που παίρνουν:

·                     «Γνωρίζουν και αξιολογούν τη δράση διάφορων βιβλικών προσώπων, χριστιανών Αγίων καθώς και ιερών και σημαντικών προσώπων από άλλες θρησκευτικές παραδόσεις.

·                     Αναγνωρίζουν γιορτές, σύμβολα, λατρευτικές και ιερές πράξεις του Χριστιανισμού και άλλων θρησκειών και συνειδητοποιούν τη σημασία τους για τη ζωή των ανθρώπων.

·                     Αντιλαμβάνονται την κεντρική θέση της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών κειμένων στη ζωή των πιστών και στη συγκρότηση των θρησκευτικών κοινοτήτων.

·                     Προσεγγίζουν την έννοια και τη σημασία του ιερού για τους ανθρώπους

·                     Περιγράφουν ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των θρησκειών

·                     Διατυπώνουν απορίες και ερωτήματα γύρω από το θρησκευτικό φαινόμενο»[36].

Είναι γεγονός και ομολογείται εντός των Προγραμμάτων, ότι το νέο μάθημα «προτείνει ένα πολυθρησκειακό μοντέλο Θρησκευτικής Εκπαίδευσης». Μάλιστα, στα πλαίσια της κριτικής και αναθεωρητικής θέασης και αντιμετώπισης της ορθόδοξης παραδόσεως, υιοθετείται μια μορφή θρησκευτικής Εκπαίδευσης, η οποία, όπως αναφέρεται, «εξαιτίας της μεγέθυνσης του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα των σημερινών κοινωνιών έχει μετασχηματιστεί σε μία διαδικασία πολυθρησκευτικής μάθησης. Η ένσταση σε αυτόν τον μετασχηματισμό της ΘΕ βρίσκεται στο γεγονός ότι “τα πιστεύω”, που βρίσκονται στον πυρήνα των θρησκευτικών πεποιθήσεων αγνοούνται, καθώς η όλη εστίαση της θρησκευτικής εκπαίδευσης αναφέρεται στο πώς θα καλλιεργηθούν οι αξίες της ελευθερίας και της ανεκτικότητας»[37]. Στην κατεύθυνση αυτή μεθοδεύεται εντός του σχολείου να υπάρξει ένα ΜτΘ με τέτοιους αποδομητικούς στόχους και την κατάλληλη κριτική και ανασχηματίζουσα παιδαγωγική μεθοδολογία, που θα «αφυπνίσει την αντίληψη του μαθητή, ώστε:

α) Να συνειδητοποιήσει τις θρησκευτικές προκατανοήσεις του, δηλαδή τη λανθάνουσα ή μερικώς αρθρωμένη θρησκευτική του παράδοση ή κοσμοθεωρία.

β) Nα τον βοηθήσει να μετακινηθεί από τις προκατανοήσεις του και να διαλεχθεί με τις αφηγήσεις και τον λόγο βασικών θρησκευτικών αλλά και κοσμικών παραδόσεων που αρνούνται τη θρησκευτική αλήθεια.

γ) Να ενθαρρύνει τους μαθητές να συνειδητοποιήσουν την ένταση, η οποία αναπτύσσεται μεταξύ της προσωπικής τους άποψης και των προκλήσεων που αυτή δέχεται, εκθέτοντάς τους απευθείας στη θρησκευτική αμφισημία»[38].

Με βάση το ισχύον Διαθεματικό Αναλυτικό Πρόγραμμα[39] που ολοκληρώθηκε με την έκδοση και εγχειριδίων (2003-2006) και όλα τα παλαιότερα Αναλυτικά Προγράμματα, οι θρησκείες διδάσκονται στη Β΄ Λυκείου, κάθε μία ξεχωριστά και σε χωριστές από τις άλλες θρησκείες και τον Χριστιανισμό διδακτικές ενότητες. Είναι βέβαιο ότι αυτό καθορίστηκε τότε, επειδή το πρόβλημα του συμφυρμού των θρησκευτικών πίστεων ήταν και είναι ορατό και γι’ αυτό οι συντάκτες των ΑΠΣ επιδίωξαν, προληπτικά, να θωρακίσουν τους μαθητές έναντι του συγκρητισμού. Κατά τον ίδιο τρόπο, επίσης, σε ξεχωριστές ενότητες, διδάσκονται και στο Πανεπιστήμιο τα ξένα θρησκεύματα. Επομένως, με βάση ποια επιστημονικά, παιδαγωγικά και διδακτικά δεδομένα, μεθοδεύτηκε και σχεδιάστηκε αυτή η πολτοποίηση των θρησκειών και η προσφορά τους στην ελληνική παιδεία, εν γνώσει των υπευθύνων ότι έτσι προκαλείται τεράστια θρησκευτική ζημιά στους μαθητές;

Προκειμένου να καθιερωθεί η εφαρμογή του νέου ΠΣ, χρησιμοποιούνται δύο όπλα, α) η παραπλάνηση και β) οι σύγχρονες μορφές διδασκαλίας.

Αναφορικά με την παραπλάνηση, οι συντάκτες, ενώ διαβεβαιώνουν τη «θεμελίωση της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας στη σχολική εκπαίδευση σε ένα υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο»[40], περίτεχνα την αλλοιώνουν, δηλαδή, ουσιαστικά, την καταργούν και εμφανίζουν, τελικά, «τη διδασκαλία των θρησκειών του κόσμου, ως σύγχρονη ανάγκη και απαίτηση από το ΜτΘ». Όπως, μάλιστα, εξηγούν, «με το νέο ΠΣ επιχειρείται για πρώτη φορά η μεθοδικότερη διδασκαλία των θρησκειών στην υποχρεωτική εκπαίδευση[41].

Αναφορικά με το δεύτερο όπλο, οι σύγχρονες παιδαγωγικές και διδακτικές μέθοδοι διδασκαλίας είναι δυνατόν να εφαρμοστούν και στο ισχύον ΜτΘ, χωρίς αυτό να απολέσει την ορθόδοξη ταυτότητά του. Αξίζει μάλιστα να επισημανθεί, ότι, αν πράγματι, ο σκοπός του νέου ΠΣ ήταν η αναβάθμιση του ΜτΘ, προκειμένου να διδάσκεται με σύγχρονο τρόπο, δεν θα υπήρχε αλλοίωση του ορθόδοξου περιεχομένου του.

Λαμβάνοντας δε υπ’ όψη τις τόσες αλλοιώσεις των βασικών θεμάτων του Χριστιανισμού από το ΠΣ, οι σύγχρονες μέθοδοι, μολονότι σ’ ένα βαθμό είναι χρήσιμες, είναι προφανές ότι προβάλλονται για τη συγκάλυψη αυτών των αλλοιώσεων, ώστε το ΠΣ να αποσπάσει την ευλογία της Εκκλησίας, χωρίς να γίνουν αισθητές οι πρωτοφανείς συγκρητιστικές και πολυθρησκειακές αλχημείες που περιέχει, και, φυσικά, για να αποσοβηθεί η αναμενόμενη αντίδραση εκ μέρους των Επισκόπων, των θεολόγων και των ορθόδοξων γονέων.

Είναι προφανές, ότι υπάρχει πλήρης επίγνωση πως η κατάργηση του Ορθόδοξου ΜτΘ και η αντικατάστασή του από την πολυθρησκεία δεν θα μπορούσε να καθιερωθεί, παρά μόνο μέσα από ένα έντεχνο παιδαγωγικό «προσωπείο» που φέρει το νέο ΠΣ. Με αυτήν τη συγκάλυψη των πραγματικών θέσεων και στόχων, διακηρύσσεται πως τάχα το νέο ΠΣ «έχει επίκεντρο την παράδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας»[42] και τάχα επιδιώκει την παιδαγωγική και διδακτική αναβάθμιση του ΜτΘ. Και σ’ αυτό το σημείο εντοπίζεται η εξαπάτηση εκ μέρους των συντακτών του ΠΣ, όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια.

Οι εν λόγω συντάκτες δικαιολογούν και στηρίζουν την ύπαρξη του Αναθεωρημένου ΠΣ (2014) στη άσκηση «του δικαιώματος όλων των παιδιών για θρησκευτική εκπαίδευση»[43]. Και εδώ, όμως, είναι εμφανής η πλάνη:

α) Δεν αναφέρεται στο νέο ΠΣ ότι το δικαίωμα των παιδιών για θρησκευτική εκπαίδευση συνδέεται άμεσα με το αναφαίρετο και απαραβίαστο δικαίωμα των γονέων να τους δώσουν εκείνοι την επιθυμητή θρησκευτική κατεύθυνση που θέλουν και όχι κάποιοι άλλοι που ακυρώνουν αυθαίρετα αυτό το δικαίωμα. Τη θρησκευτική συνείδηση, όμως, που δίνουν οι γονείς στα παιδιά τους δεν μπορεί κανένα Υπουργείο και κανέναν σχολείο και κανένα Πρόγραμμα να καταργεί ή να αλλοιώνει  κατά το δοκούν. Οι νόμοι ισχύουν στη χώρα αυτή όσο και αν ορισμένοι το αγνοούν.

β) Δεν ανέμενε η πολιτεία το Πρόγραμμα του ΕΣΠΑ για τα θρησκευτικά για να κατοχυρώσει ή να εφαρμόσει τη δυνατότητα και το δικαίωμα σε όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά του σχολείου να μορφώνονται και να παρακολουθούν όλα τα μαθήματα που προβλέπονται στις βαθμίδες της εκπαίδευσης, μεταξύ αυτών και τα Θρησκευτικά. Αυτό ήδη παρέχεται στους μαθητές του ελληνικού σχολείου και σε κανένα παιδί δεν αίρεται αυτό το δικαίωμα.

γ) Δίπλα σε αυτό το δικαίωμα, όμως, υπάρχει και το δικαίωμα της ανεξιθρησκίας και της θρησκευτικής ελευθερίας, που δίνει το δικαίωμα σε όσους μαθητές να δηλώνουν νόμιμα, μέσω των κηδεμόνων τους, ότι δεν είναι ορθόδοξοι αλλά άθεοι, αλλόθρησκοι ή αλλόδοξοι, να μην πιέζονται να παρακολουθούν το μάθημα, αλλά αν το επιθυμούν να απαλλάσσονται και να παρακολουθούν σ αυτήν την ώρα κάποιο άλλο.

δ) Η επιτυχής έως σήμερα ανοικτή διδασκαλία του ΜτΘ, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι τα αλλόθρησκα ή αλλόδοξα ή αυτά που δηλώνουν άθεα παιδιά, ενώ δικαιούνται να απαλλαγούν από τα θρησκευτικά, αυτά μένουν εκουσίως σε ποσοστό συντριπτικό 99% και παρακολουθούν, εξετάζονται και βαθμολογούνται στο μάθημα και, ποτέ δεν υπήρξαν ούτε διαμαρτυρίες ούτε αιτήματα ούτε ενστάσεις αυτών των ίδιων ή των γονέων τους.

Η διάθεση αυτή των μαθητών που εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία και τα ποσοστά των μη-απαλλαγών είναι ήδη εδώ και χρόνια και κάθε χρόνο γνωστή στο Υπουργείο Παιδείας και στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής και φυσικά στους συντάκτες του Προγράμματος. Αυτοί που αποφάσισαν να συντάξουν ένα τέτοιο τερατώδες σε ποιότητα πολυθρησκειακό Πρόγραμμα, και που αναστάτωσαν και δίχασαν τον θεολογικό κόσμο –και όχι μόνον- με μη ορθόδοξες και μη ορθές από πλευράς παιδαγωγικής δεοντολογίας θέσεις οφείλουν να απαντήσουν και να πουν με επιχειρήματα:

α) Σε ποιες επίσημες έρευνες ή  παιδαγωγικές θεωρίες βασίζεται η μείξη των θρησκειών και των θρησκευτικών εννοιών και σε ποια ευρωπαϊκή χώρα υιοθετήθηκε και εφαρμόστηκε ένα τέτοιο ακατάλληλο πρόγραμμα;

β) Γιατί ίσχυσε μόνον στα θρησκευτικά και δεν χρησιμοποιήθηκε και σε ένα άλλο μάθημα του Νέου Σχολείου, η νέα αυτή μορφή δόμησης των περιεχομένων, που δεν λαμβάνει υπόψη το πνευματικό επίπεδο των παιδιών και αναμειγνύει, μάλλον σκόπιμα, σχεδόν σε κάθε διδακτική ενότητα,  γνώσεις και πληροφορίες που αφορούν στο περιεχόμενο ενός σχολικού μαθήματος;

γ) Έχουν υπόψη τους οι συντάκτες του νέου ΠΣ κάποια αιτήματα μαθητών ή των κηδεμόνων τους, που είναι είτε ορθόδοξοι είτε άθεοι, αλλόθρησκοι ή αλλόδοξοι, που ζητούν, αντί του ορθοδόξου μαθήματος, να διδάσκονται ένα πολυθρησκειακό μάθημα;

δ) Ποια συγκεκριμένα και επιστημονικά αιτήματα ή ανάγκες εξυπηρετεί η σύνταξη ενός τέτοιου πολυθρησκειακού Προγράμματος Θρησκευτικών, που με τη μορφή αυτή απευθύνεται υποχρεωτικά σε όλους τους μαθητές;

ε) Μήπως έχουν στα χέρια τους κάποια εμπειρική έρευνα που απευθύνθηκε στους μάχιμους Θεολόγους και δικαιώνει την επιλογή της πολυθρησκειακής δομής της διδασκαλίας από το Δημοτικό έως το Λύκειο;

ζ) Έχουν υπόψη τους ότι στην περίπτωση που θα εφαρμοζόταν το Πρόγραμμά τους, πολλές χιλιάδες ορθοδόξων μαθητών θα ζητούσαν απαλλαγή από αυτό; Ή πιστεύουν ότι η ορθόδοξη συνείδηση έπαυσε να αποτελεί χαρακτηριστικό των εκατομμυρίων Ελλήνων πιστών Χριστιανών;

η)  Ερεύνησαν, εάν το εγχείρημά τους συμφωνεί με το νομικό καθεστώς της Ελλάδος;

θ) Εάν δεν υπάρχουν στοιχεία που να στοιχειοθετούν θεολογικά, παιδαγωγικά, νομικά και κοινωνικά την αλλαγή του ισχύοντος Αναλυτικού Προγράμματος και των βιβλίων του 2003-2006, τότε αυτή η αλλαγή είναι απόλυτα παράνομη, ύποπτη και φυσικά, επιλήψιμη, όπως, επίσης, επιλήψιμη είναι και η πιλοτική εφαρμογή και διδασκαλία του  σε μαθητές και η πείσμονη προσπάθεια όλων εκείνων που προσπαθούν να παραπλανήσουν και να το επιβάλουν στην κατά τη συντριπτική της πλειονοψηφία ελληνική νεολαία.

Οι ίδιοι πάντως οι συντάκτες των νέων Προγραμμάτων του Δημοτικού – Γυμνασίου του (2011) – (αναθεωρημένο το 2014) και του Λυκείου (2015) δέχονται πως στα διδακτικά βιβλία, που  διδάσκονται έως σήμερα με το ισχύον ΑΠΣ[44], «η θρησκευτική ύλη προσεγγίζεται με πνεύμα διαλόγου, ελευθερίας και καταλλαγής, χωρίς ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμό, φανατισμό ή μισαλλοδοξία», πώς «η προσπάθεια του 2003 αναδεικνύει ένα ΜτΘ, που βοηθά στην κατανόηση της Παράδοσης και εκφράζει τον θρησκευτικό πολιτισμό μας και τον διάλογο με τον θρησκευτικά «άλλον» και «διαφορετικό». Πώς, λοιπόν, από τη μια εξυμνούν το ισχύον ΑΠΣ του 2003, το οποίο, μάλιστα, οι ίδιοι συνέταξαν και αναγνωρίζουν την πλήρη λειτουργικότητά του[45] και από την άλλη επιτίθενται με μανία εναντίον του επιδιώκοντας την κατάργησή του;

Πώς είναι δυνατόν να καταργούν το δικό τους δημιούργημα, προκειμένου να στηρίξουν το δικαίωμα στην ετερότητα[46], ενώ οι ίδιοι ομολογούν ότι το ισχύον ΑΠΣ σέβεται την ετερότητα, δηλ. τις πεποιθήσεις και το πρόσωπο κάθε μαθητή. Είναι βέβαιο ότι πρόκειται όχι για απλή αντίφαση, αλλά για παραλογισμό, διότι, αφενός ισχυρίζονται ότι επιδιώκουν, με το νέο ΠΣ, να λύσουν ένα ήδη λυμένο πρόβλημα με το ισχύον Πρόγραμμα και, αφετέρου, προφασίζονται ότι αυτό που κάνουν το κάνουν, διότι σέβονται την ετερότητα και το δικαίωμα των αλλόθρησκων μαθητών, τη στιγμή που αυτό που τους προσφέρουν ως διδασκαλία δεν είναι η θρησκεία τους, αλλά ένα μείγμα (9) διαφορετικών θρησκευτικών εκδοχών!! Σέβεσαι κάποιον, όταν σέβεσαι το πιστεύω του, όχι ένα μείγμα διαφορετικών θρησκειών που θέλεις να του επιβάλεις.

Γνωρίζουν και πώς οι συντάκτες τι θέλουν οι αλλόθρησκοι μαθητές; Έλαβαν υπόψη ότι ελεύθερα και αβίαστα ζητούν και συμμετέχουν, εδώ και χρόνια,  σχεδόν όλοι οι εν λόγω μαθητές, στη διδασκαλία του ισχύοντος ορθοδόξου Προγράμματος; Εξέτασαν, αν το πολυθρησκειακό ΠΣ, που αυτοί μεθοδευμένα συνέταξαν, το θέλουν και θα το παρακολουθήσουν οι εν λόγω μαθητές;  Διότι, όπως φαίνεται, το ενδιαφέρον τους γι’ αυτούς του  μαθητές δεν είναι ειλικρινές.

Ισχυρίζονται ότι στόχος τους είναι να προσφέρουν στους διαφορετικούς μαθητές το θρησκευτικό τους δικαίωμα, στην πραγματικότητα, όμως, τους προσφέρουν ένα δικαίωμα, όπως το αντιλαμβάνονται και το εννοούν οι συντάκτες, δηλαδή, όχι τη διδασκαλία της θρησκείας εκάστου μαθητή –αφού ομιλούν για σεβασμό των θρησκευτικών δικαιωμάτων του διαφορετικού- αλλά μια πολυθρησκειακή θρησκεία και μάλιστα υποχρεωτικά.

Η αλήθεια είναι ότι οι «διαφορετικοί μαθητές» είναι απλώς μία μεθοδευμένη πρόφαση. Ο στόχος του νέου ΠΣ είναι η κατάργηση της ορθόδοξης συνείδησης και ταυτότητας των ορθοδόξων μαθητών  μέσω της κατάργησης της ορθόδοξης διδασκαλίας τους στο σχολείο και η επιβολή της πολυθρησκείας που θα προετοιμάσει την πανθρησκεία για όλους τους μαθητές ορθοδόξους και μη. Και αυτό, διότι, τελικά, προκειμένου να επιτύχουν την επιθυμητή  κατ’ αυτούς σύγκλιση, από την μια πλευρά αλλοιώνουν το περιεχόμενο του ισχύοντος ΜτΘ για τους Ορθόδοξους μαθητές, ενέργεια απαράδεκτη, μη θεολογική, παράνομη και αντισυνταγματική και, αφετέρου, διαστρέφουν τη θρησκευτική συνείδηση και των μεν και των δε μέσω της πολυθρησκείας που επιβάλλουν για όλους.

Για ποιο Θεό κάνει λόγο το ΠΣ;

 

Οι συντάκτες του ΠΣ συνεξετάζουν τον Χριστιανισμό και έξι θρησκείες ως «ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών»[47], ως «θρησκευτικό φαινόμενο στην ποικιλομορφία του»[48]. Δεν τους απασχολεί όμως καθόλου το θέμα της σύγχυσης και  της δεκτικότητας των μαθητών και γι’ αυτό δεν ενδιαφέρονται για το ερώτημα, ποιος, τελικά, είναι ο αληθινός Θεός, μέσα σε αυτό το ανάμεικτο πάνθεον, που θέλουν να διδάσκεται στο σχολείο.

Θα έπρεπα να λάβουν υπόψη, όμως, ότι μια τέτοια νεφελώδης διδασκαλία υπηρετεί τη σκόπιμη εκκοσμικευμένη αντίληψη της Νέας Εποχής, η οποία το «πνεύμα διαλόγου, ελευθερίας και καταλλαγής» και το ενδιαφέρον για τον διαφορετικό, το χρησιμοποιεί για να μην υπάρχει ξεκάθαρη αντίληψη για τον Θεό! Το ΠΣ συσκοτίζει περίτεχνα την αντίληψη των μικρών μαθητών για το ποιος είναι ο δικός τους Θεός και Λυτρωτής, που σώζει τον άνθρωπο, καθώς και ποια είναι η αληθινή κοινωνία μαζί Του. Η ξεκάθαρη ορθόδοξη απάντηση, η απάντηση και η αλήθεια της δικής τους πίστεως σ’ αυτό το ερώτημα χαρακτηρίζεται «ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία»[49] και, φυσικά, αποκλείεται ή δίδεται υποχρεωτικά, κουτσουρεμένη, αλλοιωμένη και προπαντός αναμεμειγμένη και σχετικοποιημένη μαζί με το τι πιστεύουν όλες οι γνωστές θρησκείες! Αυτή η ποικιλία όχι απλώς δεν προσφέρει τίποτα στα παιδιά αλλά επιπλέον τους καταστρέφει με την προκαλούμενη σύγχυση και αυτό που πιστεύουν.

Σ’ αυτή τη λογική κινούνται όλες οι Θ.Ε.:

Για παράδειγμα, στη Γ΄ Δημοτικού, στη Θ.Ε. «Η χαρά της γιορτής»[50], μεταξύ των βασικών θεμάτων, οι μαθητές διδάσκονται ν’ αναγνωρίζουν «σύμβολα και ονόματα του Θεού» από τον Χριστιανισμό, τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ και τον Ταοϊσμό, ως να πρόκειται γιατο ίδιο πρόσωπο. Ακολουθούν συγκρητιστικές ασκήσεις με ζωγραφιές, κατασκευές κουτιών, πόστερ, όπου τοποθετείται παράλληλα ή στον ίδιο χώρο, συνολικά το θρησκειακό υλικό από τον Χριστιανισμό και τις θρησκείες[51]. Η συνολική και χωρίς διάκριση των διαφορών ενασχόληση και επεξεργασία με αυτήν την θρησκειακή ποικιλία οδηγεί τα μικρά παιδιά στο ψευδές συμπέρασμα, ότι ο Χριστιανισμός και οι θρησκείες είναι όμοιες και ότι ο Θεός γενικά και αόριστα είναι συστατικό στοιχείο και της πίστεώς τους και των θρησκειών, αφού κάθε θρησκεία έχει κι έναν τουλάχιστον Θεό.

Αυτή η εντύπωση εμπεδώνεται και σε άλλες Θ.Ε., όπως για παράδειγμα:

Στη Θ.Ε. της Δ΄ Τάξης Δημοτικού:  «Όταν οι άνθρωποι προσεύχονται»[52], όπου οι μαθητές καλούνται να ερευνήσουν «τους τρόπους προσευχής των μονοθεϊστικών θρησκειών στους τόπους λατρείας του θεού». «Να παρουσιάσουν στην τάξη χώρους προσευχής (τζαμιά, ναούς, βωμούς, παγόδες κ.α.) και εικόνες ανθρώπων που προσεύχονται από όλο τον κόσμο. Τις εντάσσουν σε ένα κολλάζ με αντίστοιχες φωτογραφίες και σύμβολα», αναζητώντας τον Θεό!.

Στη Θ.Ε. της Α΄ Γυμνασίου: «Μονοθεϊστικές θρησκείες Ιουδαϊσμός και Ισλάμ»[53] οι μαθητές διδάσκονται πως η Σαρία είναι «Νόμος του Θεού στην ανθρωπότητα».

Στη Θ.Ε. της Β΄ Γυμνασίου: «Μπορούν οι άνθρωποι να εικονίζουν τον Θεό;»[54], εξετάζεται η απεικόνιση του Θεού στο Χριστιανισμό, στον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ και τις Ανατολικές θρησκείες. Όλα μαζί τα ονομάζει «θρησκευτικές παραδόσεις».

Εκ των ανωτέρω είναι ευκρινές, ότι το ΠΣ θεωρεί ως ένα και τον ίδιο Θεό, αφενός τον Θεό των Χριστιανών και αφετέρου τους Θεούς όλων των θρησκειών και αυτό  τελικά αντιλαμβάνονται και προσλαμβάνουν τα μικρά παιδιά.

Ποιος είναι ο Χριστός για το ΠΣ;

 

Το ΠΣ, δέσμιο της πολυθρησκειακής του ιδεολογίας, «θολώνει τα νερά» – αποκρύπτει, σκόπιμα, τη θεμελιώδη αλήθεια της χριστιανικής πίστης, πως ο Χριστός είναι ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας του κόσμου. Κατά περίπτωση, είτε την αποσιωπά[55], είτε αναφέρεται μεν στη θεϊκή του φύση, χωρίς να κάνει όμως λόγο στη μοναδικότητά της, είτε αντί της θεϊκής τονίζει την ανθρώπινη φύση του[56], είτε μειώνει την εικόνα που αποκομίζουν οι μαθητές για τη Θεότητά του, εμφανίζοντάς Τον ως δάσκαλο μεταξύ των φιλοσόφων – δασκάλων των θρησκειών[57], είτε τονίζει δευτερεύουσες έννοιες του θέματος, για να αποσιωπήσει εκείνες που παραπέμπουν στην μοναδικότητα της εν Χριστώ σωτηρίας[58], είτε αφήνει να εννοηθεί το ενδεχόμενο, να ανέδειξαν τον Χριστό οι μεσσιανικές προσδοκίες[59], κάτω από τις συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες.

Συγκεκριμένα, στη  Θ.Ε. της Γ΄ Δημοτικού: «Κυριακή – Μια σημαντική ημέρα της εβδομάδας[60], ενώ το θέμα προσφέρεται, ως ευκαιρία, για να γνωρίσουν τα μικρά παιδιά την ημέρα που είναι αφιερωμένη στον Αναστάντα εκ νεκρών Κύριο, καθώς και τη Θεία Λειτουργία στον Ναό, ως χώρο συνάντησης μαζί Του και με τους συνανθρώπους τους κ.ά., αντ’ αυτών, το ΠΣ αποσπά την προσοχή των μαθητών στις ημέρες αργίας, στους «χώρους, τις λατρευτικές τελετές και τα αντικείμενα λατρείας των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών», ζητώντας από τα παιδιά να εκφράσουν «διαθέσεις γνωριμίας και σεβασμού προς άλλες θρησκευτικές πρακτικές». Τα μένει στα παιδιά; Ότι η Κυριακή, τελικά, είναι, κατά το ΠΣ, μία «αργία για όλους τους μαθητές» [61].

Έτσι, αντιστοιχεί τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και τα τελούμενα στον Ναό, με τις τελετουργίες του Σαββάτου των Εβραίων και της Παρασκευής των Μουσουλμάνων, και αναφέρεται σ’ αυτές λεπτομερώς. Στον Οδηγό Εκπαιδευτικού, επίσης, η Θεία Ευχαριστία ονομάζεται «θρησκευτική τελετουργία»[62] το δε κέντρο βάρους μετακινείται από το πρόσωπο του Κυρίου σε εξωτερικά και πρακτικά θέματα. Με τη λογική αυτή, στο ΠΣ προτείνεται να κληθούν τα μικρά παιδιά, μέσω των διερευνητικών δραστηριοτήτων τους, να ερευνήσουν το θέμα: «ο ρόλος των κληρικών, των ιμάμηδων, των ραβίνων και των πιστών στη διάρκεια της προσευχής στους τόπους λατρείας», ως να έχει την ίδια σημασία και ερμηνεία.

Το ίδιο συμβαίνει στη Θ.Ε. της ΣΤ΄ Τάξης Δημοτικού: «Η Θεία Ευχαριστία: Πηγή και κορύφωση της ζωής της Εκκλησίας»[63]. Ενώ τα «Βασικά θέματα» της διδακτικής ενότητας αφορούν στη Θεία Λειτουργία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εξετάζονται λατρευτικές πράξεις στη ζωή άλλων θρησκειών, ως αντίστοιχες, ενώ στις ομαδικές διερευνητικές δραστηριότητες βλασφημείται η Θεία Κοινωνία, διότι αντιμετωπίζεται ως ψωμί και κρασί που χρησιμοποιείται, επίσης, σε άλλα δόγματα και θρησκείες. Το ΠΣ αποφεύγει συστηματικά να εξηγήσει ότι ο Χριστός με τη συμμετοχή στη Θ. Ευχαριστία, σώζει, ολοκληρώνει και αγιάζει τον άνθρωπο ή ότι του χαρίζει την αιώνια ζωή. Αντ’ αυτών το ΠΣ στις ομαδικές διερευνητικές δραστηριότητες αναφέρει ως επενέργειες της Θ. Ευχαριστίας ό,τι ισχύει και για τις θρησκευτικές τελετές των θρησκειών, παρά το γεγονός ότι αυτές έχουν διαφορετικό  σκοπό και περιεχόμενο, κάνει δηλαδή στο ΠΣ λόγο για τη συμπάθεια, την αγάπη, το έλεος, τη συμβουλή, την παρηγοριά, την εμπιστοσύνη κ.ά. που, γενικά, υπάρχουν και στις θρησκείες.

Στη Θ.Ε. της Γ΄ Τάξης Δημοτικού: «Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός» [64], αναγνωρίζεται μεν ο Χριστός, ως Θεάνθρωπος για τους Χριστιανούς, αλλά δεν υπάρχει ενδεικτική αναφορά στα θαύματα και κυρίως στην Ανάσταση, ώστε να στηριχτεί στη συνείδηση των παιδιών η μοναδικότητα της θεϊκής του φύσης. Απλώς τη θίγει τόσο ελάχιστα και ανάβαθα, που χάνεται μέσα το πλήθος των άλλων πληροφοριών. Αντιθέτως, γίνεται διπλή αναφορά στη συμπεριφορά εκείνων που τον εχθρεύονταν.

Στην Θ.Ε. της Ε΄ Τάξης Δημοτικού: «Μαθητές και δάσκαλοι»[65], το ΠΣ προσπερνά τη μοναδικότητα του «Θεανθρώπου» και αποπροσανατολίζει τους μαθητές, εξετάζοντας τον Ιησού Χριστό ως δάσκαλο, παράλληλα με τον Βούδα, τον Λάο Τσε και τον Μωάμεθ, ενώ αντίστοιχα παραθέτει, δίπλα στην «επί του Όρους Ομιλία», τις παραβολές και τις νουθεσίες προς τους μαθητές του Χριστού, κάποια  αποφθέγματα των θρησκευτικών αρχηγών.  Αν λάβουμε δε υπ’ όψιν μας πως ο Βούδας και ο Λάο Τσε θεοποιήθηκαν, μήπως η εν λόγω παράλληλη παρουσίαση αφήνει την υποψία πως κι ο Χριστός θεοποιήθηκε[66], εφόσον, μάλιστα, κατά το ΠΣ, ήρθε ως εκπλήρωση των ανθρώπινων προσδοκιών;

Στην Θ.Ε. της Γ΄ Τάξης: «Γιορτάζοντας το Πάσχα»[67], το ΠΣ «αναγνωρίζει την αγάπη ως βασική ιδέα των αφηγήσεων του Πάθους, το δε «Πάσχα», ως «τη γιορτή της Αγάπης του Χριστού». Η αγάπη παρουσιάζεται ως σημείο αναφοράς σχεδόν όλων των θρησκειών, αλλά η ουσιώδης διαφορά είναι ότι, σύμφωνα με το λόγο του Χριστού, η αγάπη αφενός είναι προσωπικό στοιχείο αφετέρου είναι το ίδιο το θεϊκό πρόσωπο και δεν είναι μία ιδέα, όπως συμβαίνει στις θρησκείες και τις κοσμοθεωρίες. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τονίζει ότι το κύριο μήνυμα της Σταυρικής Θυσίας και της Ανάστασης του Χριστού είναι η συγχώρεση του ανθρώπου και η νίκη του θανάτου, γεγονότα μοναδικά που συνδέονται με το πρόσωπο και το έργο του Κυρίου, τα οποία, επίσης, παραλείπονται από το ΠΣ.

Στη Θ.Ε. της Ε΄ Δημοτικού: Αποστολές για την «καλή είδηση»[68], ο τίτλος αμβλύνει στη συνείδηση των μαθητών τη σημασία της Ανάστασης, που έχει ως επίκεντρο το πρόσωπο του Χριστού και σκοπό την αιώνια ζωή ολόκληρου του κόσμου. Το «Χριστός Ανέστη» αντιμετωπίζεται απλά ως «καλή είδηση για όλο τον κόσμο». Επιπλέον, πέρα από οποιαδήποτε φαντασία, το ΠΣ γελοιοποιεί και βλασφημεί την Ανάσταση του Χριστού, διότι, μεταξύ των «Ομαδοσυνεργατικών Δραστηριοτήτων», προτείνονται οι ασκήσεις: «Αν έφτιαχνα ένα δελτίο με καλές ειδήσεις σήμερα. (Στόχος: η αξιολόγηση των ειδήσεων που παρουσιάζονται στα δελτία, όπου π.χ. το 80% αφορούν βία και lifestyle)», «TPS: Πότε κάποιος αναλαμβάνει μια αποστολή;», «Σύγχρονες αποστολές με σκοπό τη σωτηρία του κόσμου[69].

Στη Θ.Ε. της Β΄ Γυμνασίου: Ποιος είναι ο Θεός των Χριστιανών; «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;» [70] δίνεται βαρύτητα στις «προσδοκίες» του Ισραήλ και όχι στις «προφητείες» των Προφητών, οι οποίοι μίλησαν θεόπνευστα, με τη σφραγίδα του Αγίου  Πνεύματος για το σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. Δεν ανέδειξαν ωστόσο τον Χριστό ως Θεάνθρωπο και Σωτήρα του κόσμου οι ανθρώπινες «προσδοκίες», αλλά αυτό ήταν το προαιώνιο θέλημα του Θεού. Η σωτηρία είναι έργο της αγάπης του Θεού και όχι έργο της ανθρώπινης προσδοκίας. Είναι Σωτήρας, ανεξαρτήτως των «προσδοκιών».

Αυτήν την αλήθεια αποκάλυψαν λεπτομερώς και με απόλυτη ακρίβεια οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη, γι’ αυτήν έδωσε μαρτυρία ο Θεός Πατέρας στη ζωή του Χριστού, αυτήν φανερώνει και βεβαιώνει το Πανάγιο Πνεύμα στη ζωή της Εκκλησίας. Την ίδια αλήθεια επιβεβαίωσε ο Χριστός με τη διδασκαλία και τα θαύματά του. Κορυφαίο όλων η Ανάσταση του Λαζάρου, που δείχνει και θυμίζει στους ανθρώπους την αλήθεια της «κοινής Ανάστασης». Ταυτοχρόνως, το γεγονός αυτό αποτελεί  αδιάψευστη ιστορική μαρτυρία, πως ο Θεάνθρωπος Χριστός είναι ο Κύριος της ζωής, ο Σωτήρας του κόσμου. Αυτά τα λίγα, αλλά σημαντικά, παραλείπονται.

Έτσι, η μοναδικότητα του Χριστού απουσιάζει, ως κύριο και βασικό θέμα, από το ΠΣ, ενώ αφήνεται να εννοηθεί το ενδεχόμενο να ανέδειξαν ή να θεοποίησαν τον Χριστό οι μεσσιανικές προσδοκίες, σύμφωνα με γνωστή θεωρία. Μια τέτοια περίπτωση, ταυτίζεται με την άρνηση της Θεότητας του  Χριστού, αφού ο Χριστός δεν γεννιέται πραγματικά με την Θεία ενσάρκωση αλλά είναι δημιούργημα της προσμονής κάποιων ανθρώπων. Στο ΠΣ έχει χαθεί ο προσανατολισμός, οπότε βασιλεύει η απόλυτη σύγχυση.

Στη Θ.Ε. της Γ’  Γυμνασίου: «Πού είναι ο Θεός;» Η οδύνη του σύγχρονου κόσμου και το αίτημα της σωτηρίας από το κακό[71], το ΠΣ ψάχνει ακόμη πού είναι ο Θεός, χωρίς καν να έχει διακρίνει, ποιος είναι Εκείνος τον οποίο αναζητά. Γι’ αυτό και δεν πρόκειται να τον βρει, όσο κι αν ψάξει. Διότι δεν είναι δυνατό να  συνδυάζονται και να συνδέονται τα ανόμοια, δηλαδή η πρόσκληση του Χριστού για τη σωτηρία των ανθρώπων, το κισμέτ του Ισλάμ, η γιόγκα του Ινδουισμού και η νιρβάνα του Βουδισμού, σε μια μεθόδευση το ΠΣ να μετατρέψει τον Χριστιανισμό σε θρησκεία και να τον αναμείξει με τις θρησκείες, θεωρώντας τον ως μία από αυτές.

Το ΠΣ έχει αναγάγει σε μείζον θέμα τη διδασκαλία των θρησκειών σε βάρος της σωτήριας αλήθειας που αποκάλυψε ο Χριστός. Σε παιδιά της Ε’ Τάξης Δημοτικού ο ΟΕ, αναφερόμενος στο θέμα της σωτηρίας από το κακό γράφει: Οι μαθητές Καθώς συνειδητοποιούν ότι “κανείς δεν πέφτει μόνος του”, καλούνται να αναμετρηθούν με το πρόβλημα του κακού – αλλά και το αίτημα της σωτηρίας στις πανανθρώπινες και συμπαντικές του διαστάσεις. Σε αυτή την κρίσιμη και επίπονη διαδρομή συνδράμουν καθοδηγητικά και ερμηνεύονται κριτικά κείμενα από τη Βιβλική-Χριστιανική γραμματεία αλλά και τα μεγάλα θρησκευτικά συστήματα του Ισλάμ, του Ινδουισμού και του Βουδισμού. Μέσα από τη μελέτη ιδρυτικών κειμένων της αλλά και άλλων θρησκειών, ακόμη μέσα από την αντιπαραβολή τους με διατυπώσεις από τον χώρο της τέχνης και τα κοινωνικά αιτήματα, καλούνται οι μαθητές να συνταχθούν στον αγώνα, ώστε να κρατηθεί ζωντανή η ελπίδα για τη σωτηρία και την ακεραιότητας της ύπαρξης»[72].

Άλλα προβλήματα του νέου ΠΣ:

Στον ΠΣ εντοπίζονται προβλήματα σχεδόν σε κάθε Θεματική Ενότητα. Υπάρχουν  λίγες ΘΕ, που δεν συμφύρονται τα ετερόκλητα χαρακτηριστικά των θρησκειών. Το ανερμήνευτο είναι πως το θέμα που αναφέρεται σε κάποιες μη πολτοποιημένες ενότητες, λίγες σελίδες παρακάτω, παρουσιάζεται ως συνονθύλευμα θρησκειακών ιδεών, οπότε το όποιο όφελος θα μπορούσαν ν’ αποκομίσουν οι μαθητές χάνεται μέσα στην προκαλούμενη σύγχυση. Ενδεικτικά, στην Θ.Ε. της Γ΄ Γυμνασίου: Ελπίδα και αγώνας για τη μεταμόρφωση της ζωής και του κόσμου[73] το ΠΣ προσπαθεί να δώσει την ορθόδοξη άποψη, ενώ στην επόμενη Θ.Ε. της ίδιας Τάξης: Από την αρχή μέχρι το τέλος του κόσμου[74] επαναφέρει την κοινή παρουσίαση στοιχείων από τις θρησκείες και τον Χριστιανισμό σε μεγάλο αριθμό θεμάτων, πράγμα που επιτείνει την υπάρχουσα σύγχυση.

Λόγω της συνεξέτασης του Χριστιανισμού με τις θρησκείες, στρεβλώνονται θέματα, προκειμένου να παρουσιαστούν συνδυαστικά: Π.χ. το ορθόδοξο βάπτισμα, ως αντίστοιχο των τελετών ενηλικίωσης των εβραίων και των μουσουλμάνων[75]. Οι χριστιανοί άγιοι με τα ιερά πρόσωπα θρησκειών[76], ως να μην είναι η αγιότητα καρπός του Αγίου Πνεύματος, αλλά ανθρώπινη κατάκτηση. Να σημειωθεί, πως όσον αφορά τις θρησκείες, τα ιερά πρόσωπα εμπλέκονται, επίσης, σε μαγικές τέχνες και λατρείες.

Στο ΠΣ συνεξετάζονται, επίσης, η Αγία Γραφή μαζί με τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δηλ. η αλήθεια του Θεού μαζί με τις μαγείες[77], τους μύθους και τις δεισιδαιμονίες γεγονός που, επίσης, αποτελεί βλασφημία. Οι άγιοι αναφέρονται στην ίδια κατηγορία με τους ασκούμενους στη γιόγκα και το διαλογισμό, ενώ η μετάνοια, η νηστεία, η άσκηση της Σαρακοστής θεωρούνται κοινοί τόποι με τη νηστεία, το διαλογισμό και τη γιόγκα του Ινδουισμού και του Βουδισμού[78].

Στη Θ.Ε., της ΣΤ΄ Δημοτικού: Από τους Χριστιανούς της χώρας μας στους Χριστιανούς του κόσμου[79], οι Ορθόδοξοι αντιμετωπίζονται το ίδιο με τους Ετερόδοξους, που αριθμούν σαφώς λιγότερα μέλη, προετοιμάζονται δηλαδή οι μικροί μαθητές να αποδεχτούν το νέο καθεστώς. Οι οικουμενιστικές ιδέες είναι διάσπαρτες, η δε Ορθοδοξία και οι αιρετικές ομάδες ονομάζονται «χριστιανικές παραδόσεις». Δεν διακρίνονται δηλαδή οι αιρέσεις από τον ορθόδοξο Χριστιανισμό.

Στη Θ.Ε. της Α΄ Γυμνασίου: «Πώς παίρνονται οι αποφάσεις»[80], το ΠΣ αναφέρεται στους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι, όμως, αντιμετώπισαν τα προβλήματα των αιρέσεων και, ως γνωστόν, καταδίκασαν τις ειδωλολατρικές αντιλήψεις και λατρείες, καθώς και τις αιρέσεις, ενώ το ΠΣ τις συνδυάζει. Το ΠΣ εξουσιοδοτεί τον εαυτό του να χειρίζεται τις αλήθειες της ορθόδοξης πίστης και των θρησκειών κόβοντας, ράβοντας, συνταιριάζοντας, χρησιμοποιώντας άφθονα γραφικά χωρία, παράλληλα με χωρία βιβλίων θρησκειών, αποσιωπώντας ή μειώνοντας τη σημασία ενός γεγονότος, θεολογώντας, ταυτίζοντας – ισοπεδώνοντας, προβάλλοντας… και όλα αυτά αυθαίρετα, χωρίς τον απαιτούμενο σεβασμό ούτε στην εν Χριστώ Αποκάλυψη, ούτε στην τοπική θεολογική Παράδοση ούτε στην επιστημονική αλήθεια που αφορά στην εξέταση των θρησκειών.

Το ΠΣ οδηγεί στο συγκρητισμό:

Στο νέο ΠΣ γίνεται μια προσπάθεια να ερμηνευτεί η θρησκεία με ένα ανθρωποκεντρικό περιεχόμενο. Σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Προγράμματος, ο άνθρωπος ανέκαθεν αναζητά να αναφέρεται και να λατρεύει εκείνο που θεωρεί ως ιερό. Η πίστη του αυτή αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και δημιουργίας πολιτισμού. Γι’ αυτό το νέο Πρόγραμμα σημειώνει ότι «μια σύγχρονη θεώρηση του ΜτΘ καλείται, εκτός των άλλων, να εστιάσει στην ιστορική, κοινωνική και ανθρώπινη διάσταση των θρησκειών και της θρησκευτικής πίστης, αναδεικνύοντας,  σχολιάζοντας και προσεγγίζοντας τη θρησκεία ως διαχρονική πηγή έμπνευσης για τον πολιτισμό όσο και άντλησης προσωπικού αλλά και συλλογικού υπαρξιακού νοήματος, που συνιστά συνεκτικό ιστό κοινωνικών συσσωματώσεων αλλά και αφορμή κοινωνικών εντάσεων. Μ’ ένα λόγο, καλείται να προσεγγίσει, να παρουσιάσει και να αναδείξει τη θρησκεία ως κινητήρια δύναμη της πορείας, της εξέλιξης, των τροπών αλλά και των ανατροπών της ανθρώπινης ιστορίας, όπως και της συγκρότησης, της ανάπτυξης, της αυτοσυνειδησίας και της αυτοπραγμάτωσης κάθε ανθρώπου χωριστά».[81] Στον ΟΔ.ΕΚΠ., επίσης, διευκρινίζεται πως «στη θρησκευτική αναζήτηση και εμπειρία επιβεβαιώνεται η ανάγκη του ανθρώπου να υπερβεί τον εαυτό του και να αναφερθεί σε κάτι έξω από αυτόν»[82].

Αυτή η θεώρηση είναι λανθασμένη, διότι στηρίζεται στην άποψη πως ο άνθρωπος είναι ο δημιουργός των θρησκειών και των όποιων θρησκειακών αντιλήψεων, προκειμένου να ικανοποιήσει το φόβο του και να νιώσει ασφάλεια και παρηγοριά στις αντιξοότητες του βίου. Αυτή η άποψη θεωρεί τον άνθρωπο δημιουργό του εκάστοτε Θεού και όχι τον Θεό δημιουργό του ανθρώπου και του κόσμου, αποκλείοντας έτσι το γεγονός πως υπάρχει προαιωνίως ο Θεός και Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου και του ανθρώπου, ο Οποίος θέτει αυτήν την αναζήτηση στις ψυχές όλων ως παιδιών του, ως σφραγίδα ανεξίτηλη της συγγένειας με Αυτόν και ως προϋπόθεση της εν ελευθερία κοινωνίας μαζί Του εκ μέρους του ανθρώπου.

Έτσι, το ΠΣ δεν διακρίνει τον αληθινό Θεό από τον θεό που επινοείται και, αντίστοιχα, δεν διακρίνει την πίστη στον αποκαλυφθέντα Χριστό από τον χώρο των θρησκειών, των δοξασιών και των κοσμοθεωρήσεων, αφού είναι, σύμφωνα με τις αντιλήψεις που προωθεί, ισότιμες και ισόκυρες με τον Χριστιανισμό.

 Με βάση την ανωτέρω τακτική, οι μαθητές διδάσκονται πως, γενικά, όλες οι θρησκείες αναφέρονται σε θεό ή θεούς, οικοδομούν ναούς, αναπέμπουν προσευχές, αναφέρονται σε ιερείς, σέβονται βιβλία, αντικείμενα, τόπους, οριοθετούν τη ζωή τους με βάση τον θεϊκό νόμο, εορτάζουν θρησκευτικές γιορτές, χρησιμοποιούν το φως, το νερό, τα λουλούδια, προσφέρουν τους καρπούς της γης, έχουν αντιλήψεις για τις αξίες της ζωής και τη μετά το θάνατο κατάσταση, λαχταρούν τη σωτηρία. Με άλλα λόγια, το νέο Πρόγραμμα δίνει την εντύπωση ότι όλες οι θρησκείες – φυσικά και ο Χριστιανισμός που είναι μία από αυτές- λειτουργούν αδιάκριτα με την ίδια λογική και την ίδια στοχοθεσία. Στο πλαίσιο αυτό, «κάθε θρησκεία λειτουργεί για τα μέλη της ως πηγή ελπίδας για τη σωτηρία, αιτία προσωπικής δέσμευσης και συλλογικής πορείας…»[83],ενώ «ο θεραπευτικός και συμφιλιωτικός ρόλος των θρησκειών θεωρείται δεδομένος»[84].

Αυτές οι θέσεις, πρακτικά, σημαίνουν, πως το ΠΣ δέχεται και διδάσκει στους μαθητές ότι ο Χριστιανισμός είναι ισάξιος με κάθε θρησκεία. Επομένως, οπουδήποτε και αν ανήκει κάποιος και  οτιδήποτε κι αν πιστεύει, ελπίζει, θεραπεύεται και σώζεται.

Είναι προφανές πως οι ανωτέρω απόψεις του ΠΣ έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη θεμελιώδη αυτοαποκάλυψη και διδασκαλία του Χριστού, πως είναι ο Υιός του Θεού[85], ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας[86], η οδός και η αλήθεια και η ζωή[87], η ανάσταση[88], και το φως του κόσμου[89].

Αντίθετα με την πίστη του Χριστιανισμού, επίσης, το ΠΣ, στο «Πλαίσιο Βασικών Αρχών» του, αν και απευθύνεται σε ορθόδοξους μαθητές, θεωρεί προκλητικά πως «το ΜτΘ… χρειάζεται να προσανατολίσει το ενδιαφέρον των μαθητών στην ποικιλία των θρησκευτικών δυνατοτήτων και ηθικών αντιλήψεων που ανιχνεύονται στις θρησκευτικές εμπειρίες και να ενθαρρύνει τους μαθητές, ώστε να ευαισθητοποιηθούν προς τη θρησκεία[90] …», ν’ ανακαλύψουν το χώρο της θρησκείας[91].

Οι θρησκείες δεν αντιμετωπίζονται ως κλειστά συστήματα ομολογιών, πεποιθήσεων και τελετουργικών τυπικών, αλλά ως ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών[92]. Αυτό διαπιστώνεται τόσο από τη συνεξέταση των ετερόκλητων χαρακτηριστικών, όσο και από τις πρακτικές ασκήσεις. Για παράδειγμα, οι μαθητές «βρίσκουν από το διαδίκτυο και παρουσιάζουν στην τάξη χώρους προσευχής (τζαμιά, ναούς, βωμούς, παγόδες κ.ά.) και εικόνες ανθρώπων που προσεύχονται από όλο τον κόσμο. Τις εντάσσουν σε ένα κολλάζ με αντίστοιχες φωτογραφίες και σύμβολα[93]  ή «φτιάχνουν ένα κολλάζ-ψηφιδωτό, χρησιμοποιώντας υλικό από όσο περισσότερα πράγματα μάθαμε τη φετινή χρονιά/– εκτός από τον Χριστιανισμό – και για τις άλλες ομολογίες /θρησκείες (φωτογραφίες ναών, ονόματα κοινοτήτων, σύμβολα και χρώματα θρησκειών, αγάλματα, εικόνες κ.ά.)· στο κέντρο γράφουν ένα σύνθημα/τίτλο ενότητας που θα συναποφασίσουν»[94].

Ωστόσο, αυτά τα χαρακτηριστικά[95], ενώ φαίνονται τυπικά κοινά μεταξύ των θρησκειακών χώρων, έχουν εντελώς διαφορετικό ή αντίθετο νόημα, περιεχόμενο και σκοπό. Γι’ αυτό είναι σωστό να γνωρίζονται κατά τη λειτουργία τους εντός του οικείου πνευματικού, πολιτισμικού και ιστορικού γίγνεσθαι. Η συνεξέταση τυπικά όμοιων, αλλά ουσιαστικά διαφορετικών θρησκειακών δεδομένων, δεν είναι επιστημονικά δόκιμη, ενώ οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα και στο συγκρητισμό.

Ειδικότερα, η διαφορά Χριστιανισμού και θρησκευμάτων ως προς την αρχή προέλευσης και την εμπειρία του Θεού είναι προφανής. Γι’ αυτό, σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, η προαναφερθείσα σύγκλιση στο ΠΣ είναι συγκρητιστική, παντελώς απαράδεκτη – όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

 

Η πηγή

της Πίστης

       προσδιορίζει – εμπνέει

 τις αξίες και τις συμπεριφορές

Χριστιανισμός Ο Τριαδικός

Θεός

Αποκαλύπτεται

στον άνθρωπο,

σώζει εν  Χριστώ.

Χριστοκεντρική

η κοινωνία – πίστη

«εν τη Εκκλησία».

=> σταθερές αρχές

συμπεριφορές:

πνευματικός αγώνας

με πρότυπο τον Χριστό

Θρησκεύματα: Ο άνθρωπος επινοεί μυθικά

τον θεό – θεούς.

 

θρησκεία: μύθοι, δαίμονες,

μαγικο-θρησκευτικές

θεωρήσεις και πρακτικές,

παραδόσεις, συγκρητισμός.

Û Αξίες, συμπεριφορές

ανάλογες με τις εκάστοτε

επινοήσεις και αντίστροφα.

 

Η κοινωνία με τον αληθινό Θεό είναι το ουσιαστικό ζητούμενο και κριτήριο αξιολόγησης αξιών και συμπεριφορών.

 

Η ευθύνη των συντακτών του ΠΣ είναι τεράστια. Διότι με τις συγκρητιστικές ιδέες του ΠΣ οδηγούνται οι μαθητές στο να χάσουν τη σαφή διάκριση ανάμεσα στο Χριστιανισμό και τις ειδωλολατρικές επινοήσεις, και να τις βλέπουν πλέον «ανοικτά» και σχετικιστικά. Από εκεί και πέρα τα πράγματα είναι εύκολα για τη μύηση στην πολυθρησκεία.

Άλλωστε οι πλείστοι στόχοι των προσδοκώμενων επαρκειών του νέου ΠΣ για τις επιμέρους τάξεις ενέχουν αυτήν τη προοπτική:

Για την  Ε’ Δημοτικού:

 Οι μαθητές μαθαίνουν «να επισημάνουν ανθρωπιστικές και ηθικές αξίες στις διδασκαλίες άλλων θρησκειών»[96].

Για την ΣΤ’ Δημοτικού:

·                     Γνωρίζουν και αξιολογούν τη ζωή και το έργο ιερών και σημαντικών προσώπων άλλων θρησκειών.

·                     Ανακαλύπτουν το περιεχόμενο και το νόημα των γιορτών στον Χριστιανισμό και στις άλλες θρησκείες, καθώς και τη σημασία τους για τη ζωή των ανθρώπων.

·                     Κατανοούν τον ιστορικό και συμβολικό χαρακτήρα της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών κειμένων, ανακαλύπτουν τα ιστορικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα της σύνταξής τους, καθώς και την πολλαπλή λειτουργικότητά τους (επικοινωνία, αφήγηση και μνήμη, διαμόρφωση συλλογικής ταυτότητας).

·                      Διαπιστώνουν τη σημασία και την ανάγκη του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου»[97].

Την ίδια πολυθρησκειακή κατεύθυνση έχουν και οι γενικοί στόχοι της Α’ Γυμνασίου, όπου οι μαθητές ενθαρρύνονται και καθοδηγούνται:

·                     Να γνωρίσουν και να αξιολογήσουν τη ζωή και τη δράση σημαντικών προσώπων του Χριστιανισμού καθώς και άλλων θρησκειών.

·                     Να γνωρίσουν βασικές πτυχές του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού (θρησκευτικά γεγονότα, γιορτές, λατρεία, τρόπος ζωής, αξίες και στάσεις ζωής) και να συνειδητοποιήσουν τις σχέσεις των δύο θρησκειών με τον Χριστιανισμό.

·                     Να προσεγγίσουν διδασκαλίες, αναζητήσεις και εμπειρίες από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου και να αναγνωρίσουν αξίες και σύστοιχες στάσεις ζωής.

·                     Να αναπτύξουν ενδιαφέρον για τη μελέτη τόσο της θρησκευτικής τους ιδιοπροσωπίας όσο και άλλων θρησκειών.

·                     Να καλλιεργήσουν στάσεις αποδοχής και σεβασμού προς τη θρησκευτική και πολιτισμική ετερότητα»[98].

     Το ΠΣ προσηλυτίζει στην πολυθρησκεία:

 Από τη μελέτη του ΠΣ, καθώς και του «Οδηγού Εκπαιδευτικού» αποδεικνύεται ότι το ΠΣ ασκεί προσηλυτισμό στα μικρά παιδιά. Αποδομεί από τις ψυχές τους την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τα μυεί σ’ όλη την προαναφερθείσα συγκεχυμένη γνώση, τις πολυθρησκευτικές αντιλήψεις και αξίες, που «όλως τυχαία» συμπίπτουν με τις αντιλήψεις – επιδιώξεις της Νέας Εποχής για τον 21ο αιώνα.

Στο ΠΣ, επίσης, χρησιμοποιείται μεθοδευμένα το ψευδές πρόσχημα ότι «ένα ΜτΘ, το οποίο περιορίζει τη γνώση των μαθητών αποκλειστικά και μόνο στη δική τους θρησκευτική παράδοση έχει πλέον φτάσει στα όριά του»[99], θεωρώντας έτσι την ορθόδοξη πίστη μονοθρησκευτική και ξεπερασμένη, σύμφωνα με τις θέσεις της Νέας Εποχής και άλλων διαθρησκειακών και πανθρησκειακών θεωριών. Στη θέση της προτείνει «καταρχάς, διευρυμένη γνώση “γύρω από τις θρησκείες” αλλά και τις θρησκευτικές και μη θρησκευτικές κοσμοθεωρήσεις που νοηματοδοτούν τον ανθρώπινο βίο» [100].

Στο Οδηγό Εκπαιδευτικού γράφει, πως «το ΜτΘ βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πρόκληση:… «Να υπερβεί τη μονοφωνία και την όποια ομολογιακή φυσιογνωμία του, συμπεριλαμβάνοντας όλους τους μαθητές του ελληνικού σχολείου, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική ή μη δέσμευσή τους» [101]. Γι’ αυτό, στο ΠΣ «η θρησκευτική μάθηση που παράγεται, στο πλαίσιο του ΜτΘ, επιχειρεί την υπέρβαση της θρησκευτικής απολυτότητας (συμμόρφωση με χριστιανικές αξίες)»… και κινείται σε μια κατεύθυνση συνονθυλεύματος, «βοηθώντας» τους μαθητές «να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τη λειτουργία και τις επιδράσεις της θρησκείας στη ζωή τους – προσωπική και κοινωνική»[102].

Τα ανωτέρω αποσπάσματα αποτελούν προφανή προσηλυτιστική ενέργεια για τους μαθητές, οι οποίοι βρίσκονται σε απόλυτη ηλικιακή αδυναμία να κρίνουν και να αξιολογήσουν τις τυχόν χριστιανικές αρχές που έχουν πάρει από την οικογένεια με τις νέες πολυθρησκειακές αξίες που τους προσφέρει το νέο ΠΣ. Όπως περιγράφουν τα κείμενα, στόχος του ΠΣ είναι να πάψουν οι ορθόδοξοι μαθητές να προσανατολίζονται στην ορθόδοξη πίστη, να υπερβούν τη θρησκευτική τους δέσμευση, να  μην συμμορφώνονται στις χριστιανικές αξίες, να αμφισβητούν και να απεμπολούν τις οικογενειακές αρχές τους, να εμπιστευθούν και να προσλάβουν τις πολυθρησκειακές αξίες του ΠΣ. Ο Οδηγός Εκπαιδευτικού περιγράφει σε αρκετά σημεία πώς γίνεται αυτή η πρόσληψη του νέου πολυθρησκευτικού ΜτΘ.

Είναι εντυπωσιακό ότι το ΠΣ από τα πρώτα μαθήματα στην Γ΄ δημοτικού περνάει το μήνυμα της ευνοϊκής διάθεσης και του σεβασμού όχι προς τον ετερόθρησκο, αλλά προς τις «θρησκευτικές πρακτικές»,[103] χωρίς τα μικρά παιδιά να τις γνωρίζουν καν ή να έχουν τα απαραίτητα κριτήρια, προκειμένου να τις αξιολογήσουν να τις υιοθετήσουν ή να τις απορρίψουν. Το ΠΣ ξεπερνά τα όρια της καλώς εννοούμενης γνωριμίας και σεβασμού προς τον ετερόθρησκο και προχωρεί βήμα – βήμα στη μύηση των χριστιανών μαθητών στην πολυθρησκεία.

Ο στόχος της πρόσληψης είναι η μύηση σε άλλες θρησκευτικές αντιλήψεις και μεθοδεύεται μέσα στη σχολική ζωή από την πρώτη επαφή του μαθητή με το ΠΣ. Στον Οδηγό Εκπαιδευτικού περιέχονται οδηγίες προς τους εκπαιδευτικούς πως θα την επιτύχουν. Καταρχήν, ο δάσκαλος «χρειάζεται να διαμορφώσει «όρους «ανοίγματος» των μαθητών στον κόσμο της θρησκείας από τον οποίο προέρχονται. Συνακόλουθα ο δάσκαλος δεν χρειάζεται να βιαστεί να αναδείξει τις ομοιότητες, αλλά να ενθαρρύνει τους μαθητές να αφήσουν για λίγο τον δικό τους κόσμο, προκειμένου να πλησιάσουν τον καινούργιο και -ίσως- παράξενο, να ενισχύσει τη διαισθητική τους προσέγγιση στα πράγματα, έτσι ώστε να θελήσουν οι ίδιοι να κάνουν ένα άλμα για να καλύψουν την ιστορική και πολιτιστική απόσταση, που υπάρχει ανάμεσα στους ίδιους και στη νέα γνώση»[104]. Εδώ είναι καταλυτική η λειτουργία των «κατάλληλων» διδακτικών πρακτικών και δραστηριοτήτων για να παραπλανηθούν τα μικρά παιδιά.

Σε αυτή την κατεύθυνση, «το νέο ΠΣ προτείνει διδακτικές προσεγγίσεις που δεν αρκούνται στο να κεντρίσουν το ενδιαφέρον ή να περιοριστούν σε θεωρητικές κατανοήσεις, αλλά συνιστούν δραστηριότητες, οι οποίες δημιουργούν για τους μαθητές εμπειρίες που αφυπνίζουν τον νου, την καρδιά και την ψυχή τους· δηλαδή, εμπειρίες με νόημα, καθώς πρόκειται για δραστηριότητες που εμπλέκονται με ζητήματα ταυτότητας, προσωπικών σχέσεων, κρίσεων, και σημασιών και αναδεικνύουν ερωτήματα εξαιρετικά προσωπικά» [105].

Στην κατεύθυνση αυτή, όπως ρητά αναφέρουν οι οδηγίες, «ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να σχεδιάσει και να οργανώσει δημιουργικές δ ρ α σ τ η ρ ι ό τ η τε ς και σ τ ρ α τ η γ ι κ έ ς δ ι α λ ό γ ο υ , που δίνουν την ευκαιρία στους μαθητές να εκφραστούν προσωπικά, να τολμήσουν να κινηθούν προς τον άλλον χωρίς προκαταλήψεις και να εξετάσουν διαφορετικές ιδέες και εκδοχές για την αλήθεια» [106].Οι γνώσεις συνδέονται με τα ενδιαφέροντά και τις ανάγκες των μαθητών αλλά και «με τον εσώτερο εαυτό τους, τις αντιλήψεις τους για τη ζωή, τη σχέση τους με τους άλλους και τον εαυτό τους, τους φόβους, τις επιφυλάξεις, τις ανασφάλειες και τις προσδοκίες. Τα περιεχόμενα, δηλαδή, τίθενται με τρόπο που απαιτεί την ολιστική εμπλοκή του εαυτού του μαθητή στη μαθησιακή διεργασία. Οι μαθητές, εξάλλου, έχουν ευκαιρίες για προσωπική διερεύνηση και νοηματοδότηση όσων μαθαίνουν»[107].

Ακόμη αναφέρεται ότι «οι μαθητές παροτρύνονται να γνωρίσουν τη γλώσσα και την εμπειρία των πιστών, καθώς και τον τρόπο ζωής τους, να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουν τον τρόπο ζωής του «άλλου», να μελετήσουν ζητήματα και ερωτήματα που πηγάζουν από αυτόν τον τρόπο. Όλα αυτά όμως οι μαθητές δεν τα κάνουν  «“από έξω”, ως ουδέτεροι παρατηρητές ή έχοντας παραμερίσει τις δικές τους προϋποθέσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση, ούτε πραγματική ενσυναίσθηση ούτε προσωπικά επεξεργασμένη μάθηση είναι δυνατόν να υπάρξει. Αυτό μπορεί να συμβεί, μόνον αν οι προσωπικές ιδέες, σκέψεις, πεποιθήσεις και εμπειρίες τους προσκληθούν να συμμετάσχουν σε ένα ειλικρινή διάλογο και σε αλληλεπίδραση με τις ιδέες, τις σκέψεις, τις πεποιθήσεις και τις εμπειρίες που έχουν οι πιστοί της θρησκείας, την οποία μελετούμε. Στη διάρκεια αυτής της διεργασίας, αναπόφευκτα θα γίνουν συγκρίσεις και θα αναδειχθούν αντιθέσεις και διαφορές μεταξύ του τρόπου ζωής του μαθητή και του τρόπου ζωής που μελετά. Ωστόσο, σε ένα περιβάλλον διαλόγου και ευαίσθητων διδακτικών προσεγγίσεων, όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν ως ευκαιρίες για ξεκαθάρισμα “συγκρουσιακών” θρησκευτικών ζητημάτων, ανακάλυψη κοινών αναγκών, υπέρβαση στερεότυπων και σεβασμός της διαφορετικότητας. Ό, τι δηλαδή με μια πρώτη ματιά φαίνεται απόλυτα διαφορετικό και ξένο μπορεί τελικά να οδηγεί τους μαθητές σε διευρυμένες κατανοήσεις της θρησκείας, σε αποδοχή του “άλλου” και επαφή μαζί του» [108].

Στο ΠΣ διευκρινίζεται πως οι μαθητές και οι μαθήτριες χρειάζονται μάθηση “μέσα από τη θρησκεία”, η οποία θα τους επιτρέψει να συνομιλήσουν με τη ζωντανή πραγματικότητα που αυτή αντιπροσωπεύει σήμερα…»[109]. Γι’ αυτόπροσκαλούνται «σε μια υπαρξιακή συνομιλία με το περιεχόμενο όλων των Βασικών θεμάτων της Θ.Ε.»προκειμένου να βρουν «προσωπικό νόημα» σ’ αυτά[110]. Σε άλλο σημείο τονίζεται ότι όλα όσα μαθαίνουν: «αναφέρονται σε όλες τις πλευρές της προσωπικότητας, επιχειρώντας να συμπεριλάβει όχι μόνον τις ορατές και ρητές αλλαγές που βιώνουν οι μαθητές αλλά και τις αθέατες και υπόρρητες»[111] .

Το ΠΣ χειραγωγεί τις συνειδήσεις των μικρών παιδιών:

 Όλα τα ανωτέρω, στην πράξη, σημαίνουν πως το ΠΣ χειραγωγεί την πνευματικότητα των μαθητών και κάνει κατήχηση και μύηση. Καλεί τα παιδιά να γνωρίσουν σε βάθος το συγκρητιστικό του μόρφωμα και να αποχτήσουν προσωπικό σύνδεσμο. Ταυτοχρόνως, το ΠΣ διεισδύει ανεπαίσθητα στον ψυχικό και πνευματικό τους κόσμο. Ξεθωριάζει έτσι η πίστη των ορθόδοξων μαθητών και, σταδιακά, γίνεται η μύηση στις διδασκαλίες των θρησκειών[112].  Το ΠΣ ελέγχει, μ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμη και τις λεπτές κινήσεις στα μύχια της ψυχής τους.

Αυτήν τη μεθόδευση ο Οδηγός Εκπαιδευτικού προσπαθεί να την παρουσιάσει ως ανταπόκριση «στο φυσικό ενδιαφέρον των μαθητών για μια γνώση που φέρνει κοντά τους το άγνωστο, το μακρινό, το διαφορετικό άλλων λαών» [113], χωρίς να αποδεικνύει πώς είναι δυνατόν, παιδιά οκτώ ετών να έχουν ενδιαφέρον να διδαχτούν γνώσεις, αλλοιωμένες και αυθαίρετα συνδυασμένες, από έξι θρησκειακούς χώρους. Το ΠΣ θεωρεί πως έτσι, δικαιολογεί τη διδασκαλία της πολυθρησκείας. Βέβαια, έμμεσα παραδέχεται ότι όλο αυτό το ομογενοποιημένο συνονθύλευμα  θα δυσκολεύσει τους μαθητές, αλλά θεωρεί πως «χρειάζεται οι μαθητές να ασκούνται στην αντιφατικότητα και στην πολυσημία των θρησκευτικών ζητημάτων» [114].

Κατά τα άλλα, το ΠΣ προσδοκά οι μαθητές να δομήσουν «οι ίδιοι τη μάθησή τους»[115], όχι να δεχθούν ή να υιοθετήσουν αξίες και πρότυπα αλλά να διαμορφώσουν αξίες και στάσεις ζωής επιλέγοντας αυτοί οι ίδιοι, με τη βοήθεια του διδάσκοντα, τι θα πάρουν και τι θα αφήσουν από τις θρησκείες ως ατομικές πλέον αξίες[116].  Μεταξύ των γενικών σκοπών και προσανατολισμών του ΜτΘ στο νέο ΠΣ είναι «να συνεισφέρει δημιουργικά στον ελεύθερο και υπεύθυνο αυτοπροσδιορισμό της προσωπικής ταυτότητας των μαθητών» [117]. «Ο θρησκευτικός γραμματισμός στοχεύει στην κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών με τις γνώσεις, τις αξίες και τις στάσεις ζωής που παρέχει για τις θρησκείες και από τις θρησκείες, εφαρμόζοντας μια διερευνητική, ερμηνευτική και διαλογική μαθησιακή προσέγγιση» [118].

Πρόκειται για συνεχείς αναλήθειες. Δεν γίνεται προσπάθεια να διατηρήσουν οι μαθητές την προσωπική τους συνείδηση και ταυτότητα, διότι αυτή καταλύεται μέσα στο ομογενοποιημένο συγκρητιστικό, πολυθρησκειακό μάθημα, αποδεικνύοντας πως ένα ΜτΘ, που δε σέβεται την ετερότητα του Τριαδικού Θεού, δεν σέβεται επίσης την ετερότητα του ανθρώπου. Στρεβλώνει την αλήθεια χάριν των επιδιώξεών του. Οι μαθητές, επίσης, δε δομούν τη μάθησή τους, ούτε διαμορφώνουν αξίες και στάσεις ζωής, διότι το ΠΣ τους αφαιρεί κάθε αληθινό κριτήριο, οι δε προσφερόμενες γνώσεις είναι σκόπιμα κομμένες και ραμμένες στα μέτρα και στους στόχους του. Το νέο ΠΣ όπως αναφέρεται, «προτείνει διδακτικές προσεγγίσεις που δεν αρκούνται στο να κεντρίσουν το ενδιαφέρον ή να περιοριστούν σε θεωρητικές  κατανοήσεις, αλλά συνιστούν δραστηριότητες, οι οποίες δημιουργούν για τους μαθητές εμπειρίες που αφυπνίζουν τον νου, την καρδιά και την ψυχή τους· δηλαδή, εμπειρίες με νόημα, καθώς πρόκειται για δραστηριότητες που εμπλέκονται με ζητήματα ταυτότητας, προσωπικών σχέσεων, κρίσεων και σημασιών και αναδεικνύουν ερωτήματα εξαιρετικά προσωπικά»[119].

Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα, είναι εκείνο που ομολόγησε ένας από τους συντάκτες του ΠΣ σε εκπαιδευτική ημερίδα Θεολόγων καθηγητών, με θέμα «Διάλογος για το Μάθημα των Θρησκευτικών: Το παράδειγμα του Νέου Προγράμματος Σπουδών»[120]. Είπε μεταξύ άλλων: «Πρέπει να μάθεις σ’ αυτά τα παιδιά ότι ο σεβασμός είναι το μάθημα της συνύπαρξης. Πρέπει να μάθεις σ’ αυτά τα παιδιά ότι να έχεις τη δική σου ταυτότητα, την πολλαπλή δική σου ταυτότητα, που θα αλλάξει σε πολλά της στοιχεία στη διάρκεια της ζωής σου, δεν θα πρέπει να την φρενάρει κάθε φορά και να τη σοκάρει το ότι περνάει από τη μια στην άλλη, στην τρίτη κατάσταση ηλικίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, έγγαμου ή όχι βίου, φιλοσοφικών επιλογών, επαγγελματικών δυνατοτήτων. Αυτή είναι η καρδιά του μαθήματος των Θρησκευτικών, η υπόθεση εργασίας στις θρησκείες και τις φιλοσοφικές επιλογές».

Εξ όλων όσων αναφέρθησαν συνάγεται αβίαστα, ότι το νέο ΠΣ επιλέχθηκε να παίξει από την πλευρά του ένα επικουρικό ρόλο στο σκηνικό της Νέας Εποχής. Με το προσχηματικό ενδιαφέρον που επιδεικνύεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την εξάλειψη της βίας, την ειρηνική συνύπαρξη των λαών, το σεβασμό στο διαφορετικό, επιδιώκεται  να διαβρωθούν οι συνειδήσεις των μικρών μαθητών, η πατροπαράδοτη πίστη τους, οι αρχές και οι αρετές που  εμπνέει και ο πολιτισμός που δημιουργεί. Να καλλιεργηθούν έτσι ώστε να μεταβάλουν εύκολα τον ορθόδοξο προσανατολισμό τους και να αμβλύνουν τις αντιστάσεις τους, όπως υπονοείται στο νέο ΠΣ: «Να μη σοκάρονται να περνάνε από τη μια στην άλλη κατάσταση». Να διευκολύνονται, ακόμη κι αν πρόκειται για τη σεξουαλική τους αποχαύνωση και τη διάλυση της οικογένειας ή την αλλαγή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, υπακούοντας στα εκάστοτε προστάγματα της Νέας Εποχής  (New Age).

Είναι γνωστό πως οι στόχοι της Νέας Εποχής διευκολύνονται τα μέγιστα, όταν ο άνθρωπος χάσει τον προσανατολισμό και το σκοπό της ζωής του. Η δε επικράτηση ενός πανθρησκειακού μορφώματος – με τη σύγχυση που δημιουργεί – διευκολύνει τα μέγιστα, την επικράτηση της Νέας Τάξης Πραγμάτων για τον 21ο αιώνα· διότι ο άνθρωπος, χάνοντας σταδιακά τη διάκριση της αλήθειας για το Θεό, χάνει, επίσης, τις απορρέουσες απ’ Αυτόν αρχές και αντιστάσεις έναντι του κακού, καθώς και την πολιτιστική του ιδιοπροσωπία. Το  έργο αυτό σχεδιάζεται να υπηρετήσει πλέον στο χώρο του ελληνικού σχολείου το νέο ΠΣ για τα Θρησκευτικά .

Στοιχεία προσηλυτισμού στο ΠΣ

Είναι πασιφανές πως το ΠΣ δεν είναι μόνο, συνολικά αντιφατικό και παιδαγωγικά ακατάλληλο, αλλά είναι, επίσης, και επικίνδυνο· διότι διακριτικά διεισδύει και ελέγχει τις πνευματικές και ψυχικές λειτουργίες των μικρών μαθητών, ποδηγετώντας τους να αφομοιώσουν, χωρίς επίγνωση, τις μπερδεμένες πολυθρησκειακές ιδέες από τις οποίες εμφορείται· αυτές στη συνέχεια μπορούν να γίνουν ο τρόπος σκέψης και ζωής, η νέα ηθική και θρησκευτική τους συνείδηση. Πρόκειται για το αδίκημα του προσηλυτισμού σε άλλη πίστη και αυτό αφορά σε ανήλικους μαθητές, οι οποίοι δεν διαθέτουν τις γνώσεις και την κρίση να προστατευθούν, και, φυσικά, δεν υποψιάζονται το αδίκημα σε βάρος τους.

Αυτό το αδίκημα συντελείται παραπλανητικά και παντοιοτρόπως: μέσα από τα «Βασικά θέματα», τις βιωματικές, τις ομαδοσυνεργατικές / διερευνητικές  δραστηριότητες, καθώς και εκείνες της δημιουργικής έκφρασης, ιδιαιτέρως δε μέσα από το παιχνίδι, τη μουσική την εικόνα. Γενικά αυτό υλοποιείται με κάθε προσφερόμενο μέσο στο σχολείο, θεσμό που εμπιστεύονται οι μαθητές και, μάλιστα, από εκείνους, οι οποίοι θα έπρεπε να διδάσκουν την αληθινή και όχι την αλλοιωμένη γνώση και να προστατεύουν τους μαθητές τους από τη σύγχυση κι όχι να τη δημιουργούν οι ίδιοι.

Οι συντάκτες του ΠΣ δεν έχουν, καθώς φαίνεται, συνειδητοποιήσει ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί μαθητές ανήκουν στους γονείς τους, οι οποίοι οδήγησαν τα βήματά τους στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Δηλαδή, εν Αγίω Πνεύματι, ανήκουν στον Ιησού Χριστό, ο οποίος με το πανάγιο Αίμα Του ζει και αγιάζει την Εκκλησία. Οι μαθητές σαφώς δεν είναι στη δικαιοδοσία των συντακτών του ΠΣ, για να έχουν δικαίωμα να τους οδηγήσουν στην πανθρησκεία.

Ο Χριστός δεν συσχετίζεται με τους φιλοσόφους-δασκάλους των θρησκειών. Το πρόσωπό του είναι μοναδικής σημασίας για τη σωτηρία του κόσμου, επειδή Εκείνος είναι ο μοναδικός Θεάνθρωπος και Σωτήρας. Η αντίληψη να θεωρείται αυτή η μοναδική σχέση ως έκφραση μονοφωνίας, είναι αντιχριστιανική.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ:

Το ΠΣ είναι δομημένο με πολυθρησκειακή δομή. Πρέπει να συνταχθεί εξ αρχής νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, το οποίο να διδάσκει χωριστά το Χριστιανισμό, με βάση την οντολογία και κοσμοθεωρία του και αντίστοιχα τις θρησκείες με τις δικές τους θέσεις. Ειδικότερα, στο Λύκειο οι μαθητές μπορούν να επεξεργαστούν, με κριτική σκέψη, τις προσφερόμενες γνώσεις. Για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο μπορεί να υπάρξει απλή πληροφόρηση για το θρησκευτικό φαινόμενο και τις θρησκείες, σε ολιγάριθμες ξεχωριστές θεματικές ενότητες στο τέλος του βιβλίου. Η σύνταξη του νέου ΑΠΣ πρέπει να γίνει, έχοντας ως βάση το ΑΠΣ του 2003 και τα βιβλία του 2003-2006, με τις απαιτούμενες διορθώσεις, βελτιώσεις και τον εμπλουτισμό τους με παιδαγωγική και διδακτική μεθοδολογία. Αυτή η εξ΄ αρχής σύνταξη νέου ΠΣ θα είναι μία  ενωτική προσπάθεια, που θα πραγματοποιηθεί, αφού συσταθεί μεικτή θεολογική Επιτροπή Παιδείας, χωρίς αποκλεισμούς, με την παρουσία σε αυτήν του Υπουργείου Παιδείας, της Εκκλησίας, των Θεολογικών Σχολών, της ΠΕΘ, και οπωσδήποτε θεολόγων εμπειρογνωμόνων εξειδικευμένων στην Παιδαγωγική και διδακτική του ΜτΘ.

Με τον δέοντα σεβασμόν

Ασπαζόμεθα την δεξιάν Σας

Για το ΔΣ της ΠΕΘ

        Ο Πρόεδρος                                                 Ο Γενικός Γραμματέας

Κωνσταντίνος Σπαλιώρας                                  Παναγιώτης Τσαγκάρης

Δρ Θεολογίας                                                    Mr Θεολογίας


[1] Συντμήσεις: ΠΣ= Πρόγραμμα Σπουδών 2014  ΟΔ.ΕΚΠ.= Οδηγός Εκπαιδευτικού 2014 ΜτΘ = Μάθημα των Θρησκευτικών Θ.Ε. =  Θεματική Ενότητα

[2] Υπουργική Απόφαση 113714/Γ2 3-10-2011, ΦΕΚ β 2335/2011.

[3] ΠΣ, σ. 113.

[4] ΠΣ, σ. 19, 25.

[5] ΠΣ, σ. 23.

[6] ΠΣ, σ. 23.

[7] ΠΣ, σ. 25.

[8] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 97-99.

[9] Απόφαση 115/2012, σ. 24.- Σταθμό στην ιστορία του μαθήματος των Θρησκευτικών αποτελεί η ομόφωνη απόφαση 115/2012, σ. 24, του Διοικητικού Εφετείου Χανίων. Η απόφαση θεμελιώνεται στις επιταγές του Συντάγματος, των νόμων της Ελληνικής Πολιτείας, των Διεθνών Συμβάσεων, των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ως και του Συμβουλίου της Επικρατείας της χώρας μας. Η απόφαση, με πληρότητα αιτιολογιών και σαφήνεια και με ευκρισία, αντιμετώπισε, ως κεντρικό, το καίριο για την Παιδεία ζήτημα της απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών, δεχθείσα ότι δικαίωμα απαλλαγής έχουν αποκλειστικά και μόνον όσοι μαθητές δεν είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Η απόφαση ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι η ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών θα είναι σύμφωνη με τις αρχές το Ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος. Η απόφαση, ως Ακυρωτική, έχει ισχύ για όλη την Ελληνική Επικράτεια, δεν εφεσιβάλλεται, η δε εφαρμογή της είναι υποχρεωτική για το Υπουργείο Παιδείας.

[10] Απόφαση 115/2012, σ. 16.

[11] ΠΣ, σ. 13, ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 36.

[12] ΠΣ, σ. 16.

[13] ΠΣ, σ. 12. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συντάκτες του νέου ΠΣ αναφέρονται με αυτές τις εκφράσεις για την ορθόδοξη διδασκαλία στους μαθητές, θεωρώντας την ως «ιδεολογικό εγκιβωτισμό σε απολυτοποιημένες ερμηνείες και στάσεις ζωής»

[14] ΟΔ. ΕΚΠ., σ. 59. Το ερώτημα είναι πώς και γιατί οι συγκεκριμένοι ορθόδοξοι θεολόγοι, οι οποίοι λόγω ειδικών συγκυριών τοποθετήθηκαν υπεύθυνοι για να καταρτίσουν ένα νέο ΠΣ στο μάθημα των θρησκευτικών, θεωρούν την ορθόδοξη παράδοση και διδασκαλία και κυρίως τη συμμόρφωση των μαθητών στις χριστιανικές αρχές και στα χριστιανικά πρότυπα ωςθρησκευτική απολυτότητα που πρέπει μέσω του ίδιου του μαθήματος να ξεπεραστεί, δηλαδή να απορριφθεί.

[15] ΠΣ, σ. 19.

[16] ΠΣ, σ. 11, ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 36.

[17] Τη διευκρίνιση αυτή έδωσαν οι εμπειρογνώμονες του τομέα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη,  η κ. ClaudiaLenz και ο κ. Peter Schreiner, ως βασικοί ομιλητές, στην ημερίδα που διοργάνωσε η Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης, σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης, το The European Wergeland Centre και τον Παγκρήτιο Σύνδεσμο Θεολόγων στις 15 Μαΐου 2015, με θέμα: «Οι θρησκευτικές και μη θρησκευτικές πεποιθήσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση», στο Κολυμπάρι Χανίων. Η εισήγησή τους είχε θέμα: «Εισαγωγή στην προβληματική της Ημερίδας ως προς την εφαρμογή των Οδηγιών (Recommendation) του Συμβουλίου της Ευρώπης  και του “Signposts”. Έγινε προσπάθεια να παρουσιαστεί η Οδηγία (Recommendation CM/Rec(2008)12) ως υποχρεωτική, ενώ σύμφωνα με το Καταστατικό του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι «Συστάσεις» του δεν είναι σε καμία περίπτωση υποχρεωτικές διά κανένα κράτος και ούτε μπορεί να γίνουν, διότι το κάθε κράτος μέλος έχει διαφορετικό καθεστώς-σχέση για τα θρησκευτικά θέματα. Όσον αφορά δε το «Signposts», πρόκειται για προσωπική άποψη μιας μικρής ομάδας, η δε άποψη αυτή δεν έχει υιοθετηθεί από κανένα έγκυρο όργανο, διεθνές ή ευρωπαϊκό. Αυτό που ισχύει στη Νορβηγία είναι η απόφαση Folgero, την οποία επικαλείται η απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων.

Είναι φανερό ότι οι λόγοι αλλαγής του προσανατολισμού του ΜτΘ σχετίζονται με «οδηγίες πλεύσης» από εκπροσώπους κέντρων εκτός Ελλάδος, τα οποία εδώ και δεκαετίες υπηρετούν αυτές τις ιδέες και επιδιώκουν να γίνουν ο νέος προσανατολισμός του ΜτΘ και μέσω αυτού, αυτός ο προσανατολισμός να περάσει στους πολίτες του 21ου αιώνα (Βλ. ΟΔ. ΕΚΠ. σ.10-24,  42-47 κ.α.).

Από την ιδεολογία των χώρων προέλευσης των επιστημόνων γίνονται αντιληπτές χαρακτηριστικές γραμμές των θεωριών τους, καθώς και των Προγραμμάτων που διοργανώνουν. Για παράδειγμα, το κέντρο ”The European Wergeland Centre” το οποίο χρηματοδοτεί σειρά προγραμμάτων με θέμα τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, το ολοκαύτωμα, το ρατσισμό, την ομοφοβία, τις θρησκευτικές διακρίσεις κ.α. χρωστά το όνομά του στον Νορβηγό ποιητή Henrik Wergeland, ο οποίος πάλεψε για θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης, για να επιτραπεί η είσοδος των Εβραίων στην χώρα του και για τη θρησκευτική ανοχή, ενώ είχε κάνει μία μίξη όλων των θρησκειών: Βουδισμού, Ινδουισμού, Χριστιανισμού, Στωικών φιλοσόφων κ.α. όπως φαίνεται από τα γράμματα και από τα ποιήματά του, κυρίως, από το ποίημά του Creation, Man and theMessiah. Στο ποίημα αυτό ο Χριστός δεν ταυτίζεται με τον Μεσσία… Απλώς έφερε το μήνυμα της αγάπης. Το κέντρο χρηματοδοτείται από πλούσιους πολίτες, προφανώς ανθρώπων που συμμερίζονται τις ιδέες και τους σκοπούς του, καθώς και από το Συμβούλιο της Ευρώπης, για την προώθηση των προγραμμάτων του.

Υπάρχουν και άλλα παρόμοια κέντρα, όπως η  Ευρωπαϊκή Ένωση για τις Θρησκείες του Κόσμου στην Εκπαίδευση (EAWRE). Είναι μια ανεξάρτητη ένωση μελετητών και εκπαιδευτικών, η οποία προάγει θέματα που σχετίζονται με τις θρησκείες παγκοσμίως και ενισχύει τον πολυθρησκειακό προσανατολισμό της εκπαίδευσης. Άλλοι φορείς είναι: Το Ευρωπαϊκό Φόρουμ για τη Θρησκευτική Εκπαίδευση στα σχολεία (EUFRES), η Διεθνής Ένωση για το μάθημα των Θρησκευτικών που προωθεί τις προτεσταντικές αντιλήψεις) για το ΜτΘ (IV), η Arigatou International κ.ά.

Λογικό είναι οι επιστήμονες που συνεργάζονται με τα κέντρα αυτά – εκ των οποίων οι περισσότεροι έχουν σπουδάσει προτεσταντική θεολογία, αλλά και οποιαδήποτε άλλη επιστήμη – να εργάζονται σε Προγράμματα για τη διάδοση των ανωτέρω ιδεών στην Ευρώπη και στον κόσμο. Ένα τέτοιο Πρόγραμμα είναι και το ΠΣ του 2011 που αναθεωρήθηκε το 2014. Το καίριο ζήτημα είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί, χωρίς ίχνος ορθόδοξων βιωμάτων, χωρίς γνώση της ορθόδοξης Θεολογίας, οργανώνουν Προγράμματα με Έλληνες, που είναι θεολόγοι ή έχουν σπουδάσει άλλες ειδικότητες, και επιδιώκουν να ρυθμίζουν τον προσανατολισμό και την εξέλιξη του ορθόδοξου ΜτΘ. Τις ιδέες και τα αποτελέσματα των προσπαθειών αυτών των Οργανισμών διαπιστώνονται στο υπό εξέταση ΠΣ 2014.

Εκ των ανωτέρω είναι προφανές, αλλά και ερμηνεύεται, γιατί ενώ υπήρχε το ΑΠΣ του 2003, το οποίο ήταν λειτουργικό και αποδεκτό από όλους, προχώρησαν στο εν λόγω πολυθρησκειακό μόρφωμα, προκειμένου να υλοποιήσουν τους στόχους της Νέας Εποχής.

http://www.amen.gr/article/ekpaideftikoseminariotousymvoulioutisevropisgiatomathimatonthriskeftikon

https://ethicseducationforchildren.org/en/news/latestnews/289-thelearningtolivetogethermanualisintroducedtoformaleducationteachersinathens

 

[18] ΠΣ, σ. 12.

[19] ΠΣ, σ. 11.

[20] Γαλ. 3, 28: «οκ νι ᾿Ιουδαος οδ Ελλην, οκ νι δολος οδ λεθερος, οκ νι ρσεν κα θλυ· πντες γρ μες ες στε ν Χριστ ᾿Ιησο».

[21] Ακόμη και σε εμπόλεμη περίοδο, παρά την απόλυτη πτωχεία τους, οι Έλληνες, με βάση την Ορθόδοξη συνείδησή τους,  μοιράστηκαν το ελάχιστο φαγητό με κάθε κατατρεγμένο και έσωσαν τη ζωή αλλοεθνών, διακινδυνεύοντας τη δική τους.

[22] Ματθ. 5, 43-45: «᾿Ηκοσατε τι ρρθη, γαπσεις τν πλησον σου κα μισσεις τν χθρν σου. ᾿Εγ δ λγω μν, γαπτε τος χθρος μν, ελογετε τος καταρωμνους μς, καλς ποιετε τος μισοσιν μς κα προσεχεσθε πρ τν πηρεαζντων μς κα διωκντων μς, πως γνησθε υο το πατρς μν το ν ορανος, τι τν λιον ατο νατλλει π πονηρος κα γαθος κα βρχει π δικαους κα δκους».

[23] Σύμφωνα με το άρθρου 1 του ισχύοντος Νόμου 1566/1985, άρθρ. 1, παρ. α,  σκοπός της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είναι εκτός των άλλων να «υποβοηθάει τους μαθητές να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης» και με το άρθρο 6 παρ. β  «να συνειδητοποιούν την βαθύτερη σημασία του ορθοδόξου χριστιανικού ήθους …. ». Βλ. και Απόφαση Διοικητικού Εφετείου 115/2012, σ. 15-16.

[24] ΠΣ, σ. 11.

[25] Διάταξη του άρθρου 13 του Συντάγματος: “1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται.”.

Διάταξη του άρθρου 16 [παρ. 2] του Συντάγματος: “Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες”.

Διεθνής Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950: “Περί προασπίσεως των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών”, που κυρώθηκε το πρώτον με τον νόμο 2329/1953 [φ. 68, Α] και εκ νέου με το Ν.Δ. 53/1974 [φ. 256, Α] και έχει, ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ, με το μεν άρθρο 9 κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, με το άρθρο δε 2 του Α΄ προσθέτου πρωτοκόλλου, ορίζει ειδικότερα τα εξής: “Ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή. Παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ’ αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων, όπως εξασφαλίζωσιν της μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην, συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις”.

Άρθρο 9 της ΕΣΔΑ: «1. Παν πρόσωπον δικαιούται  εις την ελευθερίαν σκέψεως, συνειδήσεως και  θρησκείας,  το δικαίωμα τούτο  επάγεται  την ελευθερίαν αλλαγής θρησκείας ή πεποιθήσεων, ως και την ελευθερίαν εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων μεμονωμένως, ή συλλογικώς δημοσία ή κατ’ ιδίαν, δια της λατρείας, της παιδείας, και της ασκήσεως των θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών. 2. Η ελευθερία εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων δεν επιτρέπεται να αποτελέση αντικείμενον ετέρων περιορισμών πέραν των προβλεπομένων υπό του νόμου και αποτελούντων αναγκαία μέτρα, εν δημοκρατική κοινωνία δια την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της δημοσίας τάξεως, υγείας και ηθικής, ή την προάσπισιν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων».

Άρθρο 2 του 1ου Πρόσθετου Πρωτόκολλου ΕΣΔΑ: «Ουδείς δύναται να στερηθή του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή. Παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ’ αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζωσι την μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις.

Άρθρο 18 §4 ΔΣΑΠΔ 4. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη στο παρόν Σύμφωνο αναλαμβάνουν την υποχρέωση να σέβονται την ελευθερία των γονέων ή των νόμιμων κηδεμόνων, να φροντίζουν για τη θρησκευτική και ηθική αγωγή των παιδιών τους σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους.

[26] Βλ. συνημμένο, Σημεία της Απόφασης 115/2012 που αναφέρονται στο Ορθόδοξο μάθημα, τα βιβλία και τις ώρες διδασκαλίας.

[27] Απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων 115/2012, σ. 24.

[28] Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, Νόμος 590/77 άρθρο 2, άρθρο 9. Βλ. Γεωργίου Η. Κρίππα, Το ατομικόν δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας της Εκκλησίας να καθορίζει η ιδία την ύλην του ΜτΘ, Ορθόδοξος Τύπος, 20 και 27/12/2013 http://aktines.blogspot.gr/2013/12/blogpost_6068.html         http://aktines.blogspot.gr/2013/12/blogpost_27.html.

[29] ΠΣ, σ. 17.

[30] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 86-87.

[31] ΟΕ, σ. 256. Είναι σαφές ότι οι συντάκτες επιδιώκουν την αλλαγή της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών έτσι ώστε αυτή να μην σχετίζεται με την εκκλησία και να μην είναι ορθόδοξη εκκλησιαστική. Για αυτό με εύσχημο τρόπο αναφέρεται ότι στο σχολείο, με το νέο τους ΠΣ και το νέο παιδαγωγικό σκοπό, στα θρησκευτικά θα καλλιεργείται μια άλλη θρησκευτική συνείδηση διαφορετική από την  εκκλησιαστική.

[32] ΠΣ, σ. 13.

[33] ΠΣ, σ. 23.

[34] ΠΣ, σ. 13.

[35] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 86.

[36] ΠΣ, σ. 63.

[37] Oδ. Εκπ., σ. 18 και 19.

[38] Ό. Π.

[39] ΦΕΚ 303/13-03-2003, τ. Β’ και ΦΕΚ 406/5-5-1998 (Υπουργική απόφαση Γ2/2289/26-3-1998).

[40] ΠΣ, σ. 17., όπου αποδεικνύεται ότι οι συντάκτες του ΠΣ δέχονται, πόσο σημαντικό θέμα είναι η οικεία θρησκευτική παράδοση για την καλλιέργεια της ταυτότητας και της ιδιοπροσωπίας του ελληνορθόδοξου Χριστιανού: «Η θρησκεία είναι βασική διοικούσα του πολιτισμού ενός λαού, περιλαμβάνει και νοηματοδοτεί ουσιώδη πολιτιστικά γεγονότα της ζωής του, συγκροτεί και χαρακτηρίζει την πολιτισμική ταυτότητά του» (ΠΣ σ.13). Αν οι εν λόγω συντάκτες, όμως, πίστευαν αληθινά αυτά που οι ίδιοι γράφουν, θα έπρεπε να σεβαστούν την ορθόδοξη πίστη και να μην τη συμφύρουν με θρησκευτικά πρότυπα και χαρακτηριστικά ξένα προς τον τοπικό πολιτισμό, αλλά να βρουν τον τρόπο, όπως τον είχαν βρει και στο ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών να παραθέτουν σε ξεχωριστές διδακτικές ΘΕ κάποια στοιχεία και για τις άλλες θρησκείες. Η μείξη και ο ακταρμάς των θρησκειών που κάνουν αποτελεί άλλο ένα σημείο στο οποίο εντοπίζεται η πρόθεση εξαπάτησης εκ μέρους των συντακτών του ΠΣ. Πολύ δε περισσότερο προξενεί εντύπωση η αδιαλλαξία, το πείσμα και η εμμονή που επιδεικνύουν ως απάντηση σε όσες κριτικές ασκούνται για το θέμα του συνονθυλεύματος!

[41] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 86-87.

[42] ΠΣ, σ. 17.

[43] ΠΣ, σ. 11.

[44] ΦΕΚ τ.Β΄αρ.303/13-03-03.

[45] ΠΣ, σ. 10-11.

[46] ΠΣ, σ. 11-12.

[47] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 86.

[48] ΠΣ, σ. 25.

[49] ΠΣ, σ. 11, 13.

[50] ΠΣ, σ. 38.

[51] επίσης ΠΣ, σ. 51.

[52] ΠΣ, σ. 51.

[53] ΠΣ, σ. 111-112.

[54] ΠΣ, σ. 120-121.

[55] ΠΣ, σ. 40.

[56] ΠΣ, σ. 45.

[57] ΠΣ, σ. 68-69.

[58] ΠΣ, σ. 46-47, 78-79.

[59] ΠΣ, σ. 123-124.

[60] ΠΣ, σ. 40.

[61] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 64.

[62] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 52.

[63] ΠΣ, σ. 88-90.

[64] ΠΣ, σ. 45.

[65] ΠΣ, σ. 68-69.

[66] ΠΣ, σ. 35, 74.

[67] ΠΣ, σ. 46-47.

[68] ΠΣ, σ. 78-79.

[69] ΠΣ, σ. 78.

[70] ΠΣ, σ. 123-124.

[71] ΠΣ, σ. 143-144.

[72] ΟΕ, σ. 80.

[73] ΠΣ, σ. 145-146.

[74] ΠΣ, σ. 147-148.

[75] ΠΣ, σ. 57.

[76] ΠΣ, σ. 61.

[77] ΠΣ, σ. 62, 70-71.

[78] ΠΣ, σ. 72-73.

[79] ΠΣ, σ. 91.

[80] ΠΣ, σ. 109-110.

[81] ΠΣ, σ. 19.

[82] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 87.

[83] ΠΣ, σ. 13.

[84] ΠΣ, σ. 11.

[85] Μτ. 3, 17 Μκ. 1, 1 Ιω. 11, 27 κ.α.

[86] Λκ. 2, 11 Ιω. 4, 42 Πρ. 5, 31 Φιλ. 3, 20 κ.α.

[87] Ιω. 14, 6.

[88] Ιω. 11, 26.

[89] Ιω. 8, 12.

[90] ΠΣ, σ. 12.

[91] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 64.

[92] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 86, 97.

[93] ΠΣ, σ. 51.

[94] ΠΣ, σ. 93-94.

[95] ΠΣ, σ. 23, όπου «προσεγγίζεται η θρησκεία αυτή καθεαυτή· δηλαδή, πρόκειται για μια σταδιακή χαρτογράφηση και αναγνώριση των βασικών εξωτερικών χαρακτηριστικών της. Στη βαθμίδα αυτή παρέχονται αφηγηματικά στοιχεία γύρω από τα πρόσωπα, τα έθιμα, τα σύμβολα, τις παραδόσεις, την ιστορία, τα μνημεία, την κοινωνική και πολιτιστική ζωή των θρησκευτικών παραδόσεων».

[96] ΠΣ, σ. 67.

[97] ΠΣ, σ. 97.

[98] ΠΣ, σ. 102.

[99] ΠΣ, σ. 12.

[100] ΠΣ, σ. 12.

[101] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 36.

[102] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 58.

[103] ΠΣ, σ. 40.

[104] ΠΣ, σ. 65.

[105] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 54-55.

[106] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 98.

[107] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 45-46.

[108] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 98.

[109] ΠΣ, σ. 12.

[110] ΠΣ, σ. 29.

[111] ΠΣ, σ. 31, ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 45-46.

[112] ΠΣ, σ. 12, 13, 16, 17.

[113] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 87.

[114] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 59.

[115] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 53.

[116] ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 44.

[117] ΠΣ, σ. 20.

[118] ΠΣ, σ. 13.

[119] ΟΕ. σ. 54.

[120] Την ημερίδα διοργάνωσε το Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης, στις 12/03/2014  http://www.youtube.com/watch?v=bl9PdauGog#t=194.

http://www.petheol.gr/nea/analytikoypomnematespethgiataproblematatouanatheoremenouprogrammatosspoudon2014pouestalestenierasynodotesierarchiastesekklesiastesellados

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Πρόταση της ΠΕΘ προς την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016

Αθήνα, 8 Μαρτίου 2016

Αριθμ. Πρωτ.:   37

Προς

Τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμον, Πρόεδρον και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΕΝΩΣΕΩΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ

ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Μακαριώτατε,

Άγιοι Αρχιερείς,

Με μεγάλη χαρά και ικανοποίηση δεχθήκαμε και δεχόμαστε το ενδιαφέρον της Εκκλησίας μας για το μάθημα των Θρησκευτικών, που εκδηλώνεται έμπρακτα με τη συζήτηση των θεμάτων, που άπτονται του χριστιανικού χαρακτήρα και του περιεχομένου του μαθήματος και ο οποίος διεξάγεται στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο πλαίσιο του ισχύοντος Καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας, του Συντάγματος, των νόμων και της νομολογίας.

Γνωρίζετε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το μάθημα των Θρησκευτικών από «έσωθεν» και «έξωθεν» προερχόμενους σχεδιασμούς, που επιχειρούν την απομάκρυνσή του από τον Χριστοκεντρικό του στόχο.

Θα σας παρακαλούσαμε, στο πλαίσιο της θεάρεστης προσπάθειάς σας να συμβάλλετε Συνοδικά στην επίλυση των προβλημάτων αυτών, να αποδεχθείτε τη συνεισφορά μας σε αυτόν τον διάλογο, εάν και όπου αυτή κριθεί αναγκαία.

Μέλη της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, (Πανεπιστημιακοί και μάχιμοι εκπαιδευτικοί)  έχουν πολυετή εμπειρία και ειδικές γνώσεις και σπουδές στα αντικείμενα της Παιδαγωγικής και της Διδακτικής του μαθήματος των Θρησκευτικών και μπορούν να συνεισφέρουν στην απαιτούμενη Θεολογική – Παιδαγωγική και Διδακτική γνωσιοθεωρία για μια πραγματική ορθόδοξη χριστιανική αναβάθμιση του μαθήματός μας.

Με τον δέοντα σεβασμόν

Ασπαζόμεθα την δεξιάν Σας

Για το ΔΣ της ΠΕΘ

        Ο Πρόεδρος                                                 Ο Γενικός Γραμματέας

Κωνσταντίνος Σπαλιώρας                               Παναγιώτης Τσαγκάρης

Δρ Θεολογίας                                                    Mr Θεολογίας

http://www.petheol.gr/nea/protasetespethprostenierasynodotesierarchiastesekklesiastesellados

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου ενώπιον της Ιεραρχίας για το μάθημα των Θρησκευτικών(9/3/2016)

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016

Εσήγηση

νώπιον τς ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ τς κκλησίας τς λλάδος

τήν 9ην Μαρτίου 2016, μέ θέμα:

Τό μάθημα τν Θρησκευτικν στήν κπαίδευση

Μ α κ α ρ ι ώ τ α τ ε   Π ρ ό ε δ ρ ε,

Σ ε β α σ μ ι ώ τ α τ ο ι   Ἱ ε ρ ά ρ χ α ι,

Εὐχαριστῶ τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί τά Μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου πού μοῦ ἀνέθεσαν νά ἀσχοληθῶ μέ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση καί στήν συνέχεια νά εἰσηγηθῶ τό θέμα στήν παροῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος μοῦ ἀνέθεσε νά εἰσηγηθῶ τό θέμα σέ κοινή Συνεδρίαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέ τούς Κοσμήτορας καί τούς Προέδρους τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, καί μέ τούς δύο Προέδρους τῶν Συλλόγων τῶν Θεολόγων, ἤτοι τήν Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων (ΠΕΘ) καί τόν Πανελλήνιο Θεολογικό Σύνδεσμο «Καιρός», παρόντος καί τοῦ Νομικοῦ Συμβούλου τῆςἹερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κ. Θεοδώρου Παπαγεωργίου. Ἡ εἰσήγηση αὐτή υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο καί ὡς πρός τό περιεχόμενο καί ὡς πρός τήν πρόταση.

1. Ἡ κοινή Συνεδρίαση μεταξύ τῆς Δ.Ι.Σ. καί θεολόγων καθηγητῶν

Στήν εἰσήγησή μου πού πραγματοποιήθηκε στήν κοινή Συνεδρίαση μεταξύ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν προαναφερθέντων καθηγητῶν-θεολόγων ἀναλύθηκε, ὅσον τό δυνατόν πληρέστερα στό πλαίσιο μιᾶς εἰσήγησης, τό θέμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τόσο τοῦ ἰσχύοντος Προγράμματος ὅσο καί τοῦ νέου προτεινομένου Προγράμματος Σπουδῶν.

Ἡ εἰσήγηση συμπεριελάμβανε τέσσερεις ἑνότητες.

Στήν πρώτη ἑνότητα ἔγινε ἀνάλυση γιά τήν κατά καιρούς συζήτηση τοῦ θέματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἱερά Σύνοδο. Πράγματι, πάντοτε, ἀλλά ἰδιαιτέρως τά τελευταῖα χρόνια τό θέμα συνεζητεῖτο στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ἀναγνώσθηκαν ἐμπεριστατωμένες εἰσηγήσεις Ἱεραρχῶν, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος διοργάνωνε ἐπανειλημμένες συσκέψεις μεταξύ τῶν μελῶν της καί τῶν καθηγητῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τῶν Θεολογικῶν Συλλόγων, διοργάνωσε δέ καί Ἡμερίδα ὅπου μελετήθηκε τό θέμα. Ὅμως ἐνῶ συζητοῦσε τό θέμα τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἐν τούτοις δέν εἶχε λάβει κάποια συγκεκριμένη ἀπόφαση.

Στήν δεύτερη ἑνότητα ἔγινε ἀνάλυση τοῦ θέματος τοῦ περιεχομένου τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν.

Κατ’ ἀρχάς ἀναλύθηκαν οἱ ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (3356/1995 καί 2176/1998) καί τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων (115/2012), μέ τίς ὁποῖες ἑρμηνεύθηκε τό Σύνταγμα πού ἀναφέρεται «στήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης», ὅπως γράφεται στό 16 ἄρθρο του καί τό σημαντικό εἶναι ὅτι ἑρμηνεύθηκε τό ἄρθρο αὐτό τοῦ Συντάγματος σέ σχέση μέ τό 13ο ἄρθρο γιά τόν σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τό ἄρθρο 3 πού χαρακτηρίζει τό ὀρθόδοξο δόγμα ὡς «ἐπικρατοῦσα Θρησκεία», πού σημαίνει ὅτι «ἡ συντριπτική πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ πρεσβεύει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία».

Εἰδικότερα ἡ Ἀπόφαση τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων ἀποφάνθηκε ὅτι τό Μάθημα Θρησκευτικῶν ὅπως διδάσκεται μέ τά ἰσχύοντα βιβλία κινεῖται μέσα στήν πλαίσια τοῦ πλουραλισμοῦ, τῆς πολυφωνίας καί τῆς πολυπολιτισμικότητας καί ὅτι οἱ ὀρθόδοξοι μαθητές δέν μποροῦν νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὅσους λόγους καί ἄν ἐπικαλεσθοῦν, ἀλλά ἐπιτρέπεται νά ἀπαλλαχθοῦν μόνον, ὅπως ἀποφάνθηκε καί τό Σ.τ.Ε., οἱ ἄθρησκοι, οἱ ἀλλόθρησκοι ἤ ἑτερόδοξοι μαθητές μέ αὐστηρῶς προδιαγραφόμενες προϋποθέσεις.

Ἔπειτα, ἀναλύθηκε ὅτι δέν ἰσχύουν οἱ χαρακτηρισμοί πού ἔχουν δοθῆ ὅτι τό ἰσχύον μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι κατηχητικό-ὁμολογιακό καί ὅτι τό νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα εἶναι θρησκειολογικό ἤ ὑπερβαίνει τόσο τόν κατηχητικό ὅσο καί τόν θρησκειολογικό χαρακτήρα. Στήν πραγματικότητα τό μάθημα, πού διδάσκεται στούς μαθητές εἶναι γνωσιολογικό, πολιτισμικό, μέ θρησκειολογική ἀναφορά, ἐνῶ τό προτεινόμενο Πρόγραμμα εἶναι περισσότερο διαθρησκειακό καί μερικοί τό χαρακτηρίζουν καί συγκρητιστικό, πράγμα τό ὁποῖο ὅσοι τό ἐκπόνησαν τό ἀρνοῦνται.

Στήν συνέχεια ἔγινε ἀνάλυση τόσο τῶν βιβλίων τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα στά Σχολεῖα τῆς Μέσης Ἐκπαίδευσης ὅσο καί τοῦΠρογράμματος Σπουδῶν στήν Στοιχειώδη καί Μέση Ἐκπαίδευση. Ἐπίσης, παρουσιάσθηκαν τά πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα καί τῶν δύο αὐτῶν Προγραμμάτων.

Ὕστερα ἀπό ὅλα αὐτά κατέληξα στήν ἑξῆς συνθετική πρόταση, πού τελικά ἔγινε ἀποδεκτή:

«Ἡ πρότασή μου, λοιπόν, εἶναι νά ἐπικεντρωθῆ τό ἐνδιαφέρον στό τρέχον Πρόγραμμα μέ τήν δική του θεματική μεθοδολογία, στόὁποῖο ὅμως νά γίνουν μερικές βελτιώσεις, ἐντάσσοντάς το στά σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, ὁπότε νά εἰσαχθοῦν σέ κάθε βιβλίο –ὄχι σέ κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ἀνάλογα μέ τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὅμως δοθῆ προτεραιότητα στήν ὀρθόδοξη παράδοση, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλά καί νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἐφαρμογές καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν.

Αὐτή ἡ πρόταση εἶναι σύμφωνη μέ τό Σύνταγμα, τίς ἀποφάσεις τῶν Ἀνωτάτων Διοικητικῶν Δικαστηρίων τῆς Χώρας μας καί τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς. Ὡστόσο, μόνον οἱ ἑτερόδοξοι, ἑτερόθρησκοι καί οἱ ἄθρησκοι ἔχουν τό συνταγματικό δικαίωμα νά ζητήσουνἀπαλλαγή ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, γιά λόγους θρησκευτικῆς συνειδήσεως, μέ τήν ὑποχρέωση ὅμως νά διδαχθοῦν ἄλλο μάθημα».

Νομίζω ὅτι ἔχετε ὅλοι λάβει γνώση αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως, διότι ἔχει δημοσιευθῆ εὐρύτατα καί ἔγινε σχετική συζήτηση. Ἁπλῶς νάἀναφέρω ὅτι τόσο ἡ εἰσήγηση ὅσο καί ἡ πρόταση ἔγινε ὁμοφώνως ἀποδεκτή ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο. Συγχρόνως ἐπαινέθηκε ἀπ’ὅλους τούς παρευρισκομένους Κοσμήτορες καί Προέδρους τῶν Τμημάτων τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, ὅπως καί τοῦ Προέδρου τῆς Πανελλήνιας Ἕνωσης Θεολόγων μέ τίς σχετικές παρατηρήσεις, τίς ὁποῖες ἔκανε ὁ καθένας. Πάντως, οἱ ἀνωτέρω προφορικῶς καί μέ γραπτά κείμενα τά ὁποῖα κατέθεσαν στήν Ἱερά Σύνοδο τόνισαν ὅτι κινοῦνται στήν ἴδια προοπτική. Ὁ Πρόεδρος τοῦ Πανελλήνιου Θεολογικοῦ Συνδέσμου Καιρός διατύπωσε τίς ἀπόψεις του καί ὑποστήριξε τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, τό ὁποῖο, ὅπως εἶπε, δέν εἶναι μέν τέλειο, ἀλλά πολύ καλό καί ὁ καθηγητής πού θά τό διδάξη, θά τό βελτιώση. Σημαντική παρέμβαση ἔκανε καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Καισαριανῆς, Πρόεδρος τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί Ἐπιμορφώσεως τοῦ ἘφημεριακοῦΚλήρου, ὁ ὁποῖος τόνισε ὅτι ἡ πρόταση αὐτή εἶναι ἀποδεκτή ἀπ’ ὅλους.

2. Τό «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» καί τό «Πρόγραμμα Σπουδῶν»

Κατά καιρούς διάβαζα τά ὅσα γράφονταν γύρω ἀπό τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, μάλιστα ὅταν ἤμουν Συνοδικός Ἀρχιερεύς, τήν περίοδο 2009-2010, ἔγινε καί σχετική συζήτηση στήν Ἱερά Σύνοδο. Τελευταῖα, ὅμως, ἡ συζήτηση αὐτή ἔλαβε διαστάσεις, διατυπώθηκαν δύο συγκεκριμένες προτάσεις καί διοργανώθηκαν διάφορα Συνέδρια, ὑποστηρίζοντας τίς ἀπόψεις τῶν διοργανωτῶν τους.

Πρόσφατα, ὅταν ἔγινε μιά σχετική συζήτηση τόν Δεκέμβριο τοῦ 2015 στήν Ἱερά Σύνοδο, τῆς ὁποίας ἔχω τήν τιμή νά εἶμαι μέλος, καί διέβλεψα τήν ἀνησυχία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου καί τῶν Μελῶν τῆς Συνόδου γιά τόν παρατεινόμενο θόρυβο γύρω ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διετύπωσα μερικές ἀπόψεις ἀπό τίς πρῶτες ἐντυπώσεις μου πούἀπεκόμισα ἀπό τήν μελέτη τῶν βοηθημάτων τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση. Τά ἴδια, βεβαίως, ἰσχύουν καί γιά τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν στήν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση. Ἔτσι, ἡ Ἱερά Σύνοδος μοῦ ἀνέθεσε νά εἰσηγηθῶ τό θέμα σέ κοινή Συνεδρίαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέ τούς Θεολόγους Καθηγητές, ὅπως προαναφέρθηκε.

Στό σημεῖο αὐτό, κρίνω σκόπιμο νά κάνω τήν διάκριση μεταξύ τοῦ «Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος» καί τοῦ «Προγράμματος Σπουδῶν». Σέ κείμενο τοῦ Ἰωάννου Φύκαρη, καθηγητοῦ τῆς Διδακτικῆς Μεθοδολογίας τοῦ Παιδαγωγικοῦ Τμήματος Δημοτικῆς Ἐκπαίδευσης τοῦΠανεπιστημίου Ἰωαννίνων, μέ θέμα «Δομική προσέγγιση τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στόἑλληνικό Σχολεῖο: Κοινωνικο-διδακτικοί προσδιορισμοί καί ἐρωτήματα», ἀνευρίσκει κανείς σημαντικές παρατηρήσεις γιά τό θέμα αὐτό.

Στήν ἀρχή τοῦ ἐπιστημονικοῦ αὐτοῦ κειμένου τίθεται τό ἐρώτημα: «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» ἤ «Πρόγραμμα Σπουδῶν»; Καίἀναλύεται διεξοδικά ἡ διαφορά μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο τύπων διδασκαλίας.

Μέ τόν ὅρο «Ἀναλυτικά Προγράμματα» πού ἰσχύουν μέχρι τώρα καί βάσει αὐτῶν ἐγράφησαν τά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται καί σήμερα οἱ μαθητές, «νοεῖται ὁ λεπτομερής σχεδιασμός συγκεκριμένης διδασκαλίας, ἡ ὁποία βασίζεται σέ τεκμηριωμένους καί σαφῶς διατυπωμένους στόχους μάθησης, πού βρίσκονται σέ πλήρη συνάρτηση μεταξύ τους καί ἡ πραγμάτωσή τους μπορεῖ νά ἐλεγχθεῖ».Ἀντίθετα, τό Πρόγραμμα Σπουδῶν σχετίζεται μέ τό «Πρόγραμμα Διαδικασίας», τό ὁποῖο «παύει νά εἶναι ἀναλυτικό ἀλλά γενικευτικοῦχαρακτήρα, μέ γενικές προσεγγίσεις καί πολυεπίπεδες ἐπιλογές, πού ὑπερβαίνει τήν τυποποίηση καί καθίσταται περισσότερο Πρόγραμμα μάθησης ἤ ὅπως ὁρίζεται στήν παιδαγωγική ἐπιστήμη “Πρόγραμμα Σπουδῶν”». Αὐτό σημαίνει ὅτι τό Πρόγραμμα Σπουδῶν διαφοροποιεῖται ἀπό τά ἕως τώρα ὑπάρχοντα «Ἀναλυτικά Προγράμματα».

Γενικά, τό «Πρόγραμμα Σπουδῶν» στηρίζεται στήν θεωρία τῆς «κοινωνικῆς ἀναδόμησης». Ἔτσι, «ἡ κυρία στόχευση τῆς θεωρητικῆς αὐτῆς τεκμηρίωσης εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τῶν “ἀνεπιθύμητων” πτυχῶν τῆς κουλτούρας μιᾶς κοινωνίας καί τῆς ἀντικατάστασής τους μέἄλλες, περισσότερο κατά τήν περίπτωση “ἐπιθυμητές”. Ἐπιχειρεῖται οὐσιαστικά ἡ ἀναδόμηση τῆς κουλτούρας, ἔτσι ὥστε οἱ μαθητές νάἐπιτύχουν τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν πού προκαλοῦνται, προωθοῦνται ἤ ἀναδεικνύονται στήν ἑκάστοτε κοινωνία ἀναφορᾶς».

Ὁ καθηγητής Φύκαρης ἐπισημαίνει ὅτι «ἄλλο εἶναι ἡ πολυπολιτισμική ἀποδοχή καί ἄλλο εἶναι ἡ ἀναδόμηση τοῦ πολιτισμικοῦ προφίλ μιᾶς κοινωνίας ἤ ἑνός ἔθνους». Ἄλλο εἶναι «ἡ ἀποδοχή τῆς “διαφορετικότητας”, ὡς σύνολο ἰδιαίτερων χαρακτηριστικῶν, πού πρέπει νά λαμβάνονται ὑπόψη ἀπό τό ἐκπαιδευτικό σύστημα καί τόν ἐκπαιδευτικό, καί ἄλλο ἡ ὁλική ἀνατροπή τῶν δομικῶν χαρακτηριστικῶν τῆς κοινωνίας, στήν ὁποία ἐπιθυμεῖ νά ἐνταχθεῖ τό ἄτομο, τό ὁποῖο φέρει ἰδιαίτερα κοινωνικά ἤ πολιτισμικά χαρακτηριστικά».

Στό κείμενο αὐτό γίνεται μιά εὐρύτερη ἀναφορά στό γιατί γίνεται αὐτή ἡ ἀλλαγή, καί γιατί τό Ἵδρυμα Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς τοῦὙπουργείου Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων πέρασε ἀπό τό «Ἀναλυτικό Πρόγραμμα» πού ἴσχυε μέχρι τώρα στό «Πρόγραμμα Σπουδῶν», συγχρόνως δίνει σημαντικά παραδείγματα ἀπό τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, πού δείχνει αὐτήν τήν ἀλλαγή. Ἐπισημαίνει δέ ὅτι: «Ἐξ ἀφορμῆς ὅλων αὐτῶν τῶν ἐξελίξεων ἐπισημάνθηκε καί ἐπισημαίνεται ἐντός τοῦ νέου ΠΣ τοῦ ΜτΘ ὅτι ἡ θρησκεία ἀποτελεῖμιά προσωπική ἐμπειρία καί, ὡς ἐκ τούτου, προτείνεται ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος νά μήν δομεῖται στή βάση τῆς “ἀντικειμενικῆς” τῆς Βίβλου καί τῶν Δογμάτων, ἀλλά πάνω στίς “ὑποκειμενικές” ἐμπειρίες ζωῆς τῶν μαθητῶν».

Μελέτησα καί τά δύο αὐτά Προγράμματα καί κατέληξα σέ μερικές παρατηρήσεις.

Τά ἰσχύοντα βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν γιά τά Δημοτικά καί τά Γυμνάσια συγγράφηκαν μέ τό Ἀναλυτικό Πρόγραμμα πού εἶχεἐκπονηθεῖ τό 2003 καί εἰσήχθησαν στά σχολεῖα τά ἔτη 2005-2007, δηλαδή σχετικά πρόσφατα. Ἀλλά τό ἔτος 2010-2011 οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας προχώρησαν στήν ἐκπόνηση νέων Προγραμμάτων, πού δέν εἶναι ἀναλυτικά, ἀλλά θεματικά καίἐφαρμόσθηκαν πιλοτικά σέ 68 Γυμνάσια στήν Ἐπικράτεια, τό ἔτος 2011-2014. Αὐτό σημαίνει ὅτι τώρα διδάσκεται σέ ὅλα τά Γυμνάσια τό ἰσχύον Πρόγραμμα καί ἐπίκειται αὐτό πού ἐφαρμόσθηκε πιλοτικά νά ἐπεκταθῆ σέ ὅλα τά Γυμνάσια τῆς Χώρας. Τό ἴδιο συμβαίνει γιά τό Πρόγραμμα στά Δημοτικά Σχολεῖα.

Τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν πού ἰσχύουν σήμερα γιά τά Λύκεια συγγράφηκαν τό ἔτος 1999 ἀπό ἱκανούς καί γνωστούς θεολόγους,ὅπως οἱ:  Γκότσης, Μεταλληνός, Φίλιας, Μόσχος, Δρίτσας, Παπαλεξανδρόπουλος, Μπέγζος, Παπαθανασίου.

Ὅμως, τό ἔτος 2015 ἐκπονήθηκε τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τά Λύκεια, τό ὁποῖο δέν ἔχει ἀκόμη ἐφαρμοσθῆ πιλοτικά σέ κάποιονἀριθμό Λυκείων καί δέν γνωρίζω ποιά εἶναι ἡ πρόθεση καί ὁ σκοπός τῶν ὑπευθύνων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας γιά τά περαιτέρω, δηλαδή ἄν θά ἐφαρμοσθῆ πιλοτικά σέ μερικά Λύκεια καί στήν συνέχεια νά γενικευθῆ ἡ ἐφαρμογή του σέ ὅλα τά Λύκεια.

Θά πρέπει, ἐπίσης, νά σημειωθῆ ὅτι ἐνῶ τό ἰσχύον Πρόγραμμα, χωρίς νά ἀξιολογηθῆ ἀρκούντως ἀπό μαθητές, θεολόγους Καθηγητές, Σχολικούς Συμβούλους, γιά νά ἀπορριφθῆ ὡς ἀκατάλληλο –ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων ΠεριφερείαςἨπείρου Τριαντάφυλλος Σιούλης, διδάκτωρ Φιλολογίας-θεολόγος– ἐν τούτοις ἐκπονήθηκαν νέα Προγράμματα Σπουδῶν, καί γιά ὅλα τά μαθήματα, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, καί ἐντάχθηκαν στό ΕΣΠΑ τό 2010, καί σύμφωνα μέ τήν δημοσίευση «δράσεις γιά τό “νέο Σχολεῖο” (Σχολεῖο 21ου αἰῶνος): Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν Πιλοτική-Ἐφαρμογή-Γενίκευσηἐφαρμογῆς», ἔχει προϋπολογισμό 113.919.001, 06 Εὐρώ».

Διαβάζοντας, λοιπόν, καί τά δύο Προγράμματα (τό ἰσχύον καί τό νέο) αἰσθάνθηκα μερικές ἐκπλήξεις.

Ἡ πρώτη ἔκπληξη ἦταν ὅτι τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα δέν εἶναι ὁμολογιακό-κατηχητικό, ὅπως διατείνονται μερικοί, ἀλλά εἶναι γνωσιολογικό, πολιτισμικό μέ θρησκειολογική προοπτική. Συγκεκριμένα, ἡ θεματολογία τῶν βιβλίων τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἡ ἑξῆς: Α΄ Γυμνασίου «Παλαιά Διαθήκη, προϊστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ»∙ Β΄ Γυμνασίου: «Καινή Διαθήκη, ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί τό ἔργο του»∙ Γ΄Γυμνασίου: «Θέματα ἀπό τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας»∙ Α΄ Γενικοῦ Λυκείου: «Ὀρθόδοξη πίστη καί λατρεία»∙ Β΄  ΓενικοῦΛυκείου: «Χριστιανισμός καί Θρησκεύματα»∙ Γ΄Γενικοῦ Λυκείου: «Θέματα Χριστιανικῆς ἠθικῆς».

Διαβάζοντας κανείς τά περιεχόμενα τῶν βιβλίων αὐτῶν παρατηρεῖ ὅτι ὑπάρχει μιά ἱστορική διάρθρωση τῆς ὕλης, μιά μεθοδολογία πού ἀναπτύσσεται στήν ἱστορική ἐξέλιξή της, καθώς ἐπίσης ἀναπτύσσονται τά θέματα μέ ρεαλισμό, πλουραλισμό καί μέ ἄνοιγμα σέἄλλες ἀπόψεις. Πλήρη ἀνάλυση τῶν περιεχομένων ἔκανα στήν προηγούμενη εἰσήγησή μου στήν κοινή Συνεδρίαση Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί Καθηγητῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί Θεολογικῶν Συλλόγων.

Τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καί Θρησκευμάτων στήν συνοπτική ἱστορική ἀναδρομή τῆς πορείας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, γράφει γιά τά ἰσχύοντα ἀναλυτικά Προγράμματα, τά ὁποῖο γράφηκαν μέ βάση τίς ἀρχές τῆςἐκπαιδευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 2003.

«Ἡ σκοποθεσία τῶν νέων ΑΠ παρουσιάζεται  ἀρκετά ἐκσυγχρονισμένη, ἀφοῦ ἀναδεικνύει τή συμβολή τοῦ Χριστιανισμοῦ στή συνοχή τοῦ σύγχρονου κόσμου καί στήν ποιότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς∙ ἐπιδιώκει τήν εὐαισθητοποίηση καί ἔμπρακτη δέσμευση τῶν μαθητῶν ἀπέναντι στούς σύγχρονους κοινωνικούς προβληματισμούς∙ ὑπογραμμίζει τόν ὑπερφυλετικό, ὑπερεθνικό καί οἰκουμενικό χαρακτήρα τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, τίς διαπιστώσεις γύρω ἀπό τήν πολυπολιτισμική, πολυφυλετική καί πολυθρησκευτική δομή τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν καί, τέλος, καταλήγει στή συνειδητοποίηση τῆς ἀνάγκης γιά διαχριστιανική καί διαθρησκειακήἐπικοινωνία. Τό ΜτΘ ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κατηχητικό χαρακτήρα του καί μετατρέπεται σέ ἕνα μάθημα ἐγκεντρισμένο μέν στήνὈρθόδοξη παράδοση ἀλλά μέ σαφῆ γνωσιακό, μορφωτικό καί παιδαγωγικό χαρακτήρα.  … Στά διδακτικά αὐτά βιβλία (Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου πού γράφτηκαν ἀπό τό 2003 ἕως τό 2006) ἡ θρησκευτική ὕλη προσεγγίζεται μέ πνεῦμα διαλόγου, ἐλευθερίας καί καταλλαγῆς, χωρίς ὁμολογιακή ἐμμονή, κατηχητισμό, φανατισμό ἤ μισαλλοδοξία».

Ἑπομένως, κακῶς καί παραπλανητικῶς ἰσχυρίζονται μερικοί ὑπέρμαχοι τῆς ἀλλαγῆς στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὅτι τό ἰσχύον Πρόγραμμα προσδιορίζεται ἀπό τό κατηχητικό καί ὁμολογιακό περιεχόμενο.

Ἡ δεύτερη ἔκπληξη ἦταν ὅτι τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν δέν εἶναι θρησκειολογικό, ὅπως ὑποστηρίζουν ἄλλοι, ἀλλά διαθρησκειακό,ἐμπνεόμενο ἀπό τήν συγκριτική θρησκειολογία, ἐνῶ ἄλλοι τό χαρακτηρίζουν συγκρητιστικό καί ἀπό τούς δημιουργούς του θεωρεῖται κατ’ ἐξοχήν βιωματικό. Κατά τήν γνώμη μου, αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ βιωματική ἐμπέδωση, προσεγγίζει σέ πολύ μεγάλο βαθμό μεθοδολογικά αὐτό πού γίνεται στήν κατήχηση, δηλαδή τήν ἐφαρμογή θρησκευτικῶν πρακτικῶν.

Εἶναι ἐκφραστικό ἕνα παράδειγμα: Στήν Α΄Λυκείου, ὅπου γίνεται λόγος γιά προσευχή, καί ἐπιλέγεται ἡ βιωματική μέθοδος, γράφεται: «Μέ ἀφορμή ἕνα κομποσχοίνι καί μία ἱστορία ἀπό τό γεροντικ΄ό, ἀκολουθεῖ “κατευθυνόμενος διάλογος” γιά τήν προσευχή ὡςἐπικοινωνία καί γιά τήν ἀδιάλειπτο προσευχή. Τίθεται ἡ ἐρώτηση ἄν κάτι ἀνάλογο ὑπάρχει καί σέ ἄλλες θρησκεῖες καί ἄν ἡ προσευχή εἶναι συστατικό γνώρισμα τῆς θρησκείας (ἰδίως τῶν μυστικῶν ἐκδοχῶν της)».

Διαβάζοντας κανείς τά Προγράμματα τοῦ νέου Σχολείου, πού προβάλλεται ὡς Σχολεῖο τοῦ 21ου αἰώνα, βλέπει μερικά θετικά στοιχεῖα, δηλαδή παρουσιάζονται μερικές ἐσωτερικές πλευρές τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Γιά παράδειγμα∙ γιά τήν διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου εἰκόνας ὡς ἐνδεικτικές δραστηριότητες προτείνονται ἡ προβολή ἐπιλεγμένων σκηνῶν ἀπό τίς ταινίες τοῦ Ἀντρέϊ Ταρκόφσκι, «Ἀντρέϊ Ρουμπλιώφ», τοῦ Γιάννη Σμαραγδῆ «El Greco», τῆς Μαρίας Χατζημιχάλη-Παπαλιοῦ «Ἐγώ, ὁ Πανσέληνος, ἕνας φανταστικός βίος». Ἐπίσης, προτείνεται τό «Βαλιτσάκι τοῦ Βυζαντινοῦ ζωγράφου.Ἀνακαλύπτοντας τά ὑλικά του», «Ἡ προετοιμασία τοῦ ἁγιογράφου, σύμφωνα μέ τίς προτροπές τοῦ Φώτη Κόντογλου», «Ἡπαρουσίαση τῶν εἰκονογραφικῶν κύκλων ἀπό τό εἰκονικό Μουσεῖο τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στήν Ὁρμύλια Χαλκιδικῆς», κ.ἄ. (Β΄  Γυμνασίου). Αὐτά εἶναι θετικά, ἀλλά τό πρόβλημα ὅμως εἶναι ὅτι ἀναμειγνύονται ταυτόχρονα στό ἴδιο μάθημαἀπόψεις ὅλων τῶν Θρησκειῶν καί αὐτό προκαλεῖ σύγχυση.

Ἐπίσης, πρέπει νά ἐπισημανθῆ ὅτι τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, ὅπως ἔχει ὑποστηριχθῆ, δέν προβλέπεται νά ἔχη βιβλία, ἀλλά προτείνεται ἕνα εὐρύ φάσμα ὑλικοῦ, ἀπό τό ὁποῖο θά ἀντλήση ὁ καθηγητής θεολόγος καί θά τό προσαρμόση στήν κάθε τάξη. Ἔτσι,ἀφήνεται ὁ καθηγητής ἐλεύθερος στό νά προσαρμόζη τό θέμα ἀνάλογα μέ τούς μαθητές. Ἔχω ὅμως τήν πληροφορία ὅτι ὑπάρχει σκέψη νά γραφοῦν βιβλία.

Πρός ἐπιβεβαίωση τῶν ἀνωτέρω θέλω νά σημειώσω ὅτι τόν τελευταῖο καιρό διάβασα μιά σημαντική διατριβή τῆς Ἰωάννας Κομνηνοῦ,ἡ ὁποία κατά τόν καθηγητή Κωνσταντῖνο Δεληκωσταντῆ «εἶναι πιστοποιημένη ἐκπαιδεύτρια ἐνηλίκων, ἔχει πολυετῆ ἐμπλοκή στήνἐπιμόρφωση ἐκπαιδευτικῶν καί εἶναι μέλος ἐπιτροπῶν ἀξιολόγησης ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου σέ ἐθνικό καί εὐρωπαϊκό ἐπίπεδο». Ἡδιατριβή αὐτή ἔχει τόν τίτλο «Ἡ εὐρωπαϊκή διάσταση τῆς σχολικῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» καί ἀναφέρεται στήν θρησκευτική ἀγωγή καί τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ὅπως διδάσκεται σέ δεκαέξι Εὐρωπαϊκές χῶρες καί στήν Ἑλλάδα.

Στό πρῶτο μέρος τῆς διατριβῆς γίνεται ἀναφορά στήν θρησκευτική ἀγωγή πού ἐπικρατεῖ στήν Εὐρώπη καί γίνεται μιά ἐπισκόπηση «τῆς παρουσίας τῆς θρησκείας στήν Εὐρώπη καί τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖον ἡ θρησκεία συνδέεται μέ τήν ἐξέλιξη τοῦ Εὐρωπαϊκοῦπολιτισμοῦ». Στό δεύτερο μέρος ἀναφέρεται διεξοδικά στήν «εὐρωπαϊκή διάσταση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν» καί ἀναλύει «ὅτι οἱ διδακτικές προσεγγίσεις εἶναι τόσες, ὅσες καί οἱ χῶρες πού ἀναφέρονται». Φαίνεται ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Εὐρώπη ἔχει ἕνα διαπολιτιστικό περιεχόμενο καί τά ἐκπαιδευτικά συστήματα ἀνταποκρίνονται «στίς ἀνάγκες τοῦ πληθυσμοῦ πού δένἦταν πιά οὔτε πολιτιστικά οὔτε θρησκευτικά ὁμοιογενής». Καί στό τρίτο μέρος τῆς διατριβῆς γίνεται ἀνάλυση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα, ἰδιαίτερα γίνεται ἔρευνα στά σχολικά ἐγχειρίδια «τῆς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης πού γράφτηκαν μέ βάση τίς ἀρχές τῆς ἐκπαιδευτικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 2003», δηλαδή ἀναφέρεται στά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα μέ τόἰσχύον πρόγραμμα οἱ μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ καί τοῦ Γυμνασίου.

Τό σημαντικό εἶναι ὅτι στήν διατριβή αὐτή ἀποδεικνύεται μέ σημαντικά στοιχεῖα ὅτι τά βιβλία τά ὁποῖα διδάσκονται σήμερα στήνὑποχρεωτική ἐκπαίδευση στήν Ἑλλάδα ἀνταποκρίνονται πλήρως στήν εὐρωπαϊκή προοπτική. Αὐτό σημαίνει ὅτι στά σχολικά αὐτάἐγχειρίδια προωθεῖται «ἡ πολλαπλή ταυτότητα, ἐθνική, εὐρωπαϊκή, παγκόσμια, πολιτιστική, θρησκευτική» καί μάλιστα «σέ μιά δυναμική ἀλληλεπίδραση μεταξύ τους». Ἐπίσης, μέ τά βιβλία αὐτά προάγεται «ἡ κοινωνική συνοχή μέσα ἀπό τόν διάλογο μέ τήν διαφορετικότητα», «ἐνισχύεται ἡ κοινωνική κατανόηση», «στιγματίζεται ἡ κοινωνική ἀδικία, ἡ βία, ὁ ρατσισμός καί ὁ θρησκευτικός φανατισμός», ἀλλά καί «ἐνισχύονται ἡ ἀδελφοσύνη καί ἡ ἀλληλεγγύη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους».

Τό συμπέρασμα τῆς διατριβῆς εἶναι: «Ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα, σύμφωνα μέ τίς ἀλλαγές πούἔγιναν κατά τήν ἐκπαιδευτική μεταρρύθμιση τοῦ 2003, ἔχει ἀναδείξει σέ σημαντικό βαθμό τήν εὐρωπαϊκή διάσταση τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος, γιατί θεωροῦμε ὅτι συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν δημιουργία ἐνεργῶν καί ὑπευθύνων πολιτῶν, πού θά σκέφτονται καί θά ἐνεργοῦν μέ βάση κοινά ἀποδεκτές ἀνθρωπιστικές ἀξίες, τόν σεβασμό τῶν δημοκρατικῶν διαδικασιῶν καί τήν περιφρούρηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων».

Ἀπό τήν ἔρευνα αὐτή διαπιστώνεται ὅτι τά ἐγχειρίδια τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦνται σήμερα γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα ἀνταποκρίνονται πλήρως στίς σύγχρονες ἀπαιτήσεις τῶν εὐρωπαϊκῶν προγραμμάτων καί ἑπομένως κακῶς ὑποστηρίζεται ἀπό μερικούς ὅτι πρέπει νά ἀντικατασταθοῦν γιατί δῆθεν εἶναι ὁμολογιακά καί κατηχητικά βιβλία. Ἡ ἄποψη αὐτή εἶναι ἀντιεπιστημονική καί ἐνδεχομένως παραπλανητική.

Τό ἐνδιαφέρον τῆς ὅλης διατριβῆς εἶναι ὅτι παρουσιάζονται τά τρία μοντέλα διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα πού κυριαρχοῦν στήν Εὐρώπη.

Τό πρῶτο μοντέλο εἶναι τό ὁμολογιακό, τό ὁποῖο χαρακτηρίζεται ὡς «διδασκαλία τῆςθρησκείας» πού συνδέει τήν διδασκαλία μέ τήν πίστη μιᾶς ἤ πολλῶν θρησκειῶν. Εἶναι ἕνα μοντέλο τό ὁποῖο διαμορφώνει τήν προσωπική ταυτότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά δέν διακρίνει τήν διαφορά μεταξύ τοῦ σχολικοῦ μαθήματος καί τῆς κατήχησης, ὅπως γίνεται σέ μιά πολυπολιτισμική κοινωνία.

Τό δεύτερο μοντέλο διδασκαλίας εἶναι τό θρησκειολογικό, πού χαρακτηρίζεται ὡς «μαθαίνοντας γιά τήν θρησκεία». Πρόκειται γιά περισσότερο ἀνθρωπιστικό καί θρησκειολογικό μάθημα, παρά ὁμολογιακό. Τά παιδιά βοηθοῦνται στό «νά κατανοήσουν τή σύγχρονη πλουραλιστική, διαπολιτισμική καί πολυθρησκευτική κοινωνία».

Τό τρίτο μοντέλο διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι περισσότερο τόπολυπολιτισμικό-ἠθικό πού χαρακτηρίζεται ὡς «μαθαίνοντας ἀπό τήν θρησκεία», ὅταν οἱ μαθητές «δέν μαθαίνουν μιά θρησκεία (ὁμολογιακό μοντέλο) ἤ πολλές θρησκεῖες (θρησκειολογικό μοντέλο), ἀλλά μέσα ἀπό τίς δικές τους ἐμπειρίες καί ἀναζητήσεις ἀντιμετωπίζουν κριτικά τό θρησκευτικό φαινόμενο καί διαμορφ΄ώνουν τήν προσωπική τους ἄποψη καί κατανόηση τοῦ κόσμου.

Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν ὅλα αὐτά, φαίνεται ὅτι τά βιβλία τά ὁποῖα εἶναι ἀκόμη σέ χρήση στήν Ἑλλάδα –στήν Στοιχειώδη καί τήν ΜέσηἘκπαίδευση– προσδιορίζονται κυρίως ἀπό τόν δημιουργικό συνδυασμό τοῦ πρώτου καί τοῦ δευτέρου μοντέλου καί ἀνταποκρίνονται στίς σύγχρονες ἐκπαιδευτικές ἀνάγκες στήν Ἑλλάδα, ὅπως προσδιορίζονται ἀπό τήν εὐρωπαϊκή προοπτική. Ἀντίθετα, τό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν στό Δημοτικό-Γυμνάσιο καί τό Λύκειο ἀναφέρεται στό τρίτο μοντέλο, «μαθαίνοντας ἀπό τήν θρησκεία».

Σέ ἄλλο κείμενό της ἡ ἴδια ἐρευνήτρια, ἔχοντας ἐπιστημονική ἐπάρκεια στό ἀντικείμενο αὐτό, ἀναλύει διεξοδικά τό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν στήν Μέση Ἐκπαίδευση καί σημειώνει ὅτι ἐφαρμόζει τό τρίτο μοντέλο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἐνῶἐν τῷ μεταξύ στήν Εὐρώπη καί ἰδιαίτερα στό Ἡνωμένο Βασίλειο ἔχουν ἐντοπισθῆ τά μειονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ συστήματος καί ἔχει γίνει κριτική ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονες. Ἑπομένως, στήν σύνταξη τῶν νέων Προγραμμάτων Σπουδῶν γιά τά Θρησκετικά στήν Ἑλλάδα στά πλαίσια τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν, διαπιστώνονται διάφορα προβλήματα.

Μεταξύ αὐτῶν τῶν προβλημάτων εἶναι «ἡ θολή ἐννοιολόγηση τῆς θρησκείας», ἀλλά καί «ὁ τρόπος ἀνάπτυξης τῶν χρησιμοποιημένωνἐννοιῶν», καί ὅπως παρατηρεῖται «ἡ ἐπιφανειακή καί πρόχειρη διασύνδεση τῶν ἐννοιῶν στίς διάφορες θρησκεῖες ἀναδεικνύει ἕναἐπιπρόσθετο πρόβλημα, αὐτό τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ». Ἑπομένως, τό τρίτο αὐτό μοντέλο θρησκευτικοῦ μαθήματος, ὅπωςἔχει παρατηρηθῆ, δημιουργεῖ «σύγχυση στόν μαθητή», καί ἕνα «θολό τοπίο» καί ταυτόχρονα δημιουργεῖ μιά «ἀτομική θρησκεία», «ὅπου ὁ καθένας ἐπιλέγει ἀπό κάθε θρησκεία ὅ,τι θέλει καί δημιουργεῖ τή δική του θρησκεία».

Ἡ ἴδια, μάλιστα, ἦταν ἀξιολογήτρια γιά τά ἀναλυτικά Προγράμματα τοῦ Λυκείου πού ἐκπονήθηκαν τό 2015, στήν πενταμελῆἘπιτροπή, καί δέν ἐνέκρινε τά Προγράμματα αὐτά, καταγράφοντας τίς ἐπιστημονικές της ἀπόψεις σέ σχετικό ἄρθρο.

Ὁ καθηγητής Κωνσταντῖνος Δεληκωνσταντῆς στό βιβλίο του μέ τίτλο «Ἡ σχολική θρησκευτική ἀγωγή» καί ὑπότιτλο «Μεταξύ παιδαγωγικῆς καί θεολογίας» ἀναφέρει τόν Hans Küng πού κάνει λόγο γιά «μετασχηματισμό τῆς θρησκείας», γιά «ἐξατομίκευση» καί «πλουραλιστικοποίηση» τῆς θρησκευτικότητας, πού «προχωρεῖ μέ ὅλο καί πιό γρήγορους ρυθμούς». Αὐτό δίνει στόν ἄνθρωπο τήν δυνατότητα «νά ξεφεύγει ἀπό τή θεσμοποιημένη καί τυποποιημένη θρησκεία, νά βρίσκει τόν δικό του δρόμο καί τίς δικές τουἀπαντήσεις». Μέ αὐτή τήν νοοτροπία οἱ ἄνθρωποι κατασκευάζουν μιά «ἰδιωτική θρησκεία» «ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τους, μέ πολλά γνήσια θρησκευτικά ἀλλά καί παραθρησκευτικά ἤ ψευδοθρησκευτικά στοιχεῖα».

Ὁ Hans Küng παρατηρεῖ: «Ἡ θρησκεία “χρησιμοποιεῖται” σύμφωνα μέ τό νόμο τῆς ἀγορᾶς, ἤ μᾶλλον σύμφωνα μέ τό νόμο τοῦσουπερμάρκετ. Οἱ ἄνθρωποι ἐπιλέγουν, αὐτοεξυπηρετοῦνται ἀνάλογα μέ τίς προκαθορισμένες πνευματικές τους ἀνάγκες. Φτιάχνει ὁκαθένας τό δικό του πρότυπο, κατά τό δοκοῦν. Ἐπιλέγει καί ἀπορρίπτει. Καί ἀφοῦ ἔχει ἀπορρίψει κάτι, συνεχίζει νά ἀναζητᾶ νέες προσφορές. Καί οἱ προσφορές εἶναι ὄντως πολυάριθμες».

Ἕνας γνωστός μου καθηγητής τῶν Θρησκευτικῶν στό Γυμνάσιο, ὁ ὁποῖος ἐκπαιδεύτηκε στό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν καί τό ἐφήρμοσε στήν πράξη, ἔχει ἐπισημάνει τά μειονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ συστήματος γράφοντας:

«Τά μειονεκτήματα τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν εἶναι: α) Ἡ ἐννοιολογική σύγχυση πού θά προκύψη στά παιδιά ἀπό τήν σύγκριση ταυτοχρόνως πολλαπλῶν ἰδεολογιῶν, θρησκειῶν, φιλοσοφικῶν ρευμάτων∙ β) ὁ διδακτικός αὐτοσχεδιασμός σέ πλαίσιοἡμιμάθειας ἀπό τήν στιγμή πού δέν ὑπάρχουν ἱκανές πηγές νά βοηθοῦν τούς διδάσκοντες∙ γ) ἡ ἀντικατάσταση ἐπιστημονικῶνἀπόψεων γιά τά θρησκευτικά φαινόμενα ἀπό τά ὑποκειμενικά βιώματα πού προκύπτουν σέ κάθε παιδί γιά τά θρησκευτικά θέματα στό πλαίσιο τοῦ γνωσιολογικοῦ σχετικισμοῦ καί τῆς ἀπροϋπόθετης βιωματικῆς πρόσληψης κάθε πληροφορίας∙ δ) ἡ κατάργηση κάθεἱστορικῆς λογικῆς στό πλαίσιο μιᾶς ἑλκυστικῆς παρουσίασης τῆς θρησκείας, ἡ ὁποία μεταπηδᾶ ἀπό τό ἕνα θέμα στό ἄλλο, ἀπό τόν ἕνα αἰῶνα στόν ἄλλο μέ περισσή εὐκολία, καταργώντας τά ἱστορικοφιλολογικά δεδομένα, πού θά δημιουργήση μιά ἰδιότυπη σύγχυση».

Ὅταν διαβάση κανείς τά Προγράμματα Σπουδῶν πού προτείνονται γιά τά Θρησκευτικά τοῦ Δημοτικοῦ-Γυμνασίου καί τοῦ Λυκείου, τότε μπορεῖ νά σταχυολογήση πολλά παραδείγματα πού ἐπιβεβαιώνουν τό διαθρησκειακό καί συγκρητιστικό περιεχόμενό τους.

Ἤδη ἀπό τήν Γ΄Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου παρατηρεῖται αὐτή ἡ προοπτική. Ἐνῶ θά περίμενε κανείς οἱ μαθητές τῆς Γ΄Τάξης τοῦΔημοτικοῦ Σχολείου, ἡλικίας 9-10 ἐτῶν, νά μάθουν τήν παράδοση τῆς χώρας τους καί νά τήν ἑρμηνεύουν, εἶναι ὑποχρεωμένοι νά μαθαίνουν ταυτοχρόνως καί ἄλλες παραδόσεις. Καί ἐνῶ θά περίμενε κανείς ἀκόμη καί οἱ μετανάστες σέ αὐτήν τήν μικρή ἡλικία, οἱὁποῖοι θέλουν νά γνωρίσουν τήν παράδοση τῆς χώρας πού τούς φιλοξενεῖ καί πολλοί ἀπό αὐτούς νά ἐνσωματωθοῦν σέ αὐτήν τήν παράδοση, ἐν τούτοις δέχονται ἄλλες πολυπολιτισμικές πληροφορίες καί ἀποπροσανατολίζονται.

Γιά παράδειγμα, στήν Γ΄Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου τά πρῶτα τρία δίωρα ἀφιερώνονται στήν ἑνότητα «ζοῦμε μαζί», ὅπου γίνεται λόγος γιά τό θέμα «οἱ ἄλλοι καί ἐγώ», χρησιμοποιοῦνται διηγήσεις ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως γιά τόν Ἠσαῦ-Ἰακώβ, τόν Ἰωσήφ καί τά ἀδέλφια του, τόν Δαβίδ καί τόν Σαούλ, τόν Δαβίδ καί τόν Ἰωνάθαν καί ἀπό τήν Καινή Διαθήκη γιά τήν παραβολή τοῦ καλοῦΠοιμένα καί τοῦ σπλαχνικοῦ Πατέρα. Ὅμως στά ἀμέσως ἑπόμενα τρία δίωρα μέ τίτλο «ἡ χαρά τῆς γιορτῆς» γίνεται λόγος γιά τίς γιορτές τῶν Χριστιανῶν, τίς γιορτές τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου, ὅπως τῶν Ἑβραίων καί τῶν Μουσουλμάνων, ἀναγνωρίζονται τά σύμβολα καί τά ὀνόματα τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν Χριστιανισμό, τόν Ἰουδαϊσμό, τόν Μουσουλμανισμό, τόν Ἰνδουϊσμό, τόν Ταοϊσμό καί τόν Βουδισμό, καί τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ τῶν Μουσουλμάνων καί τῶν Ἑβραίων.

Ἑπομένως, ἤδη ἀπό τήν Γ΄ Τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου γίνεται λόγος γιά ἕξι Θρησκεῖες καί ἄν προσθέσουμε καί τίς Ὁμολογίες,ἀνέρχονται σέ ἐννέα Θρησκεῖες καί Ὁμολογίες. Μάλιστα, προτείνεται στίς ἐνδεικτικές δραστηριότητες νά βρίσκουν τά παιδιά τούς πολιούχους ἁγίους τῶν ἑλληνικῶν πόλεων, τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τά σύμβολα τῶν ἄλλων θρησκειῶν καί κάθε μαθητής πρέπει νά ἐπιλέγη ἕνα ἀπό αὐτά, νά τά χρωματίζη ὅπως θέλει, στό βάθος νά ἀκούγεται ἡ ἀνάλογη μουσική καί στήν συνέχεια νάἐκφράζουν γύρω ἀπό τά χρώματα πού διάλεξαν τά συναισθήματα καί τίς σκέψεις τους κ.π.ἄ. Καί αὐτά θά γίνονται στήν ἡλικία τῶν 9-10 ἐτῶν.

Τό ἴδιο συνεχίζεται καί στήν Α’ Γυμνασίου. Στίς πρῶτες ἑνότητες γίνεται ἀναφορά στήν ἐμφάνιση καί ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας, τήν συνάντηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέ τόν Χριστιανισμό, τήν πρόταση τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας μπροστά στά ἐρωτήματα γιά τήν ζωή.Ἀμέσως μετά ἀκολουθοῦν πέντε δίωρα γιά τίς μονοθεϊστικές θρησκεῖες Ἰουδαϊσμό καί Ἰσλάμ, ὅπου γίνεται λόγος γιά τίς γιορτές, γιά τά πρόσωπα, γιά τούς ἀρχηγούς τους, γιά τό ὅτι ὁ Ἀλλάχ εἶναι «ἐλεήμων καί φιλεύσπλαχνος, ὁ κύριος τοῦ κόσμου», γιά τόν Τζελαλαντίν Ρουμί, πού εἶναι ὁ ὑμνητής τοῦ «ἠγαπημένου». Στήν συνέχεια γίνεται λόγος γιά τίς θρησκευτικές ἀναζητήσεις τῆς μακρινῆς Ἀνατολῆς, καί οἱ μαθητές μαθαίνουν γιά τόν Ἰνδουϊσμό, γιά τόν Βουδισμό, γιά τόν Ταοϊσμό, γιά τόν Κομφουκιανισμό, καί γιά πρόσωπα, κείμενα καί ἀξίες τῶν Θρησκειῶν αὐτῶν.

Ἡ ἴδια τακτική ἐφαρμόζεται καί στό Λύκειο, ἀλλά μέ τήν διερευνητική καί κυρίως τήν «βιωματική» μέθοδο. Γιά παράδειγμα: Στήν Α΄ Λυκείου καί στήν ἑνότητα «ἐπικοινωνία» (3ο δίωρο), ἀκούγεται ἕνα τραγούδι ἤ παραμύθι ἤ λογοτεχνικό ἀφήγημα μέ θέμα τήνἐπικοινωνία, παίζεται ἕνα θεατρικό παιχνίδι καί ἀναλύοντας τό θέμα χρησιμοποιεῖται «ἡ προσευχή, ἡ λατρεία, ἡ θεογνωσία καί ἡθεολογία ὡς ἐπικοινωνία στόν Χριστιανισμό καί σέ ἄλλες θρησκευτικές παραδόσεις», «οἱ μαθητές κυκλικά μελετοῦν διάφορες ὄψειςἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό καί συμπληρώνουν ἐρωτήσεις σέ φύλλο ἐργασίας: μυστικιστικά ρεύματα (θεῖος ἔρωτας κλπ.), Ἆσμα Ἀσμάτων, προσευχή, πίνακας ζωγραφικῆς, τραγούδι, ἀσκητισμός (σέ διάφορες θρησκεῖες)». Ἔτσι, τό ἐκπαιδευτικό ὑλικό πού προτείνεται νά συλλεγῆ ἀπό ἱστοσελίδες εἶναι βουδιστές μοναχοί, ἰνδουϊσμός-μοναχισμός, κινέζοι μοναχοί, ὀρθόδοξοι ἀσκητές, Σούφι-Δερβίσηδες.

Ὁ καθηγητής Ἰωάννης Φύκαρης κάνει μιά σημαντική παρατήρηση, ὅτι ὁ μαθητής χαρακτηρίζεται μέ τήν λέξη αὐτή –μαθητής– «διότι τώρα μαθαίνει συστηματοποιώντας καί κατ’ ἐπέκταση κατανοώντας τήν ἐπίσημα θεσμοθετημένη γνώση». Συγχρόνως ὅμως ὁ κάθε μαθητής «βρίσκεται σέ ἕνα ἀναπτυξιακό ἐπίπεδο διαμόρφωσης δεδομένων, θέσεων καί ἀπόψεων». Ἑπομένως, «δέν ἔχει ἀκόμη διαμορφώσει πλήρη συνείδηση τῶν δεδομένων τόσο τῆς ἀτομικότητάς του, ὅσο καί τοῦ περιβάλλοντός του, ἀλλά καί τοῦ κόσμου γενικότερα». Ἀλλά καί ὅσες ἀπόψεις ἔχει σχηματοποιήσει ἔχουν «τό στοιχεῖο τοῦ εὐμετάβλητου καί γιά τόν λόγο αὐτό τό Σχολεῖοὀφείλει ἐξελικτικά νά συμβάλει στήν ἀποσαφήνιση τῶν διαστρεβλωμένων ἤ συγκεχυμένων ἀπόψεων πού ἔχει στήν σκέψη του ὁ κάθε μαθητής». Αὐτό δείχνει τήν ὑπευθυνότητα μέ τήν ὁποία πρέπει νά διακρίνεται ὁ καθηγητής καί βεβαίως τήν παρουσίασηἐπιστημονικοῦ ἐκπαιδευτικοῦ προγράμματος στούς μαθητές.

3. Ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός»

Τό Πρόγραμμα Σπουδῶν σχεδιάσθηκε καί στηρίχθηκε πάνω στήν βασική ἀρχή τοῦ λεγομένου «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ».

Ὁ ὅρος γραμματισμός εἶναι μεταφορά τοῦ ἀγγλικοῦ ὅρου literacy, ὁ ὁποῖος σημαίνει «ἱκανότητα ἀνάγνωσης καί γραφῆς, στοιχειώδης παιδεία, μόρφωση, παιδεία». Στήν οὐσία ξεκινᾶ ἀπό τήν μεθοδολογία τῆς γλώσσας καί δηλώνει τό πῶς τά γράμματα μιᾶς γλώσσαςἑνώνονται καί ἀποτελοῦν τίς λέξεις καί τίς προτάσεις καί πῶς μαθαίνει κανείς τήν γλώσσα. Εἶναι γνωστόν ὅτι πρῶτα διδασκόμαστε τήν γλώσσα τῆς οἰκογένειας στήν ὁποία γεννηθήκαμε, τήν λεγομένη μητρική γλώσσα, καί ἔπειτα μαθαίνουμε καί ἄλλες γλῶσσες πού συναντᾶμε στό περιβάλλον μας. Καί γνωρίζουμε ὅτι κάθε γλώσσα ἔχει τά δικά της γράμματα καί δέν μπορεῖ κανείς νά λάβη γράμματαἀπό διάφορες γλῶσσες καί νά καταρτίση μιά ἄλλη τρίτη γλώσσα.

Στό θέμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Θρησκευτικοῦ Μαθήματος στήν λέξη γραμματισμός προστίθεται καί ἡ λέξη θρησκευτικός, ὁπότε γίνεται λόγος γιά «θρησκευτικό γραμματισμό».

Ὁ ἐπίκουρος καθηγητής Σχολικῆς Παιδαγωγικῆς καί Διδακτικῆς Μεθοδολογίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης Ἀθανάσιος Στογιαννίδης σέ κείμενό του μέ τίτλο «Ὁ Θρησκευτικός Γραμματισμός στό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στό Ἑλληνικό Λύκειο. Μιά κριτική προσέγγιση στό ἔργο τοῦ Andrew Wright» δίνει σημαντικές πληροφορίες γιά τό θέμα τοῦ θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ.

Ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός» εἶναι μιά θεωρία πού ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright καί  ἀναφέρεται στό πολυθρησκευτικό μοντέλο πούἀναπτύχθηκε στήν Μεγάλη Βρετανία στήν δεκαετία τοῦ ’90 «στόν ἀντίποδα τῆς φιλελεύθερης θεώρησης τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» τοῦ Robert Jackson. Ἔτσι, ὑπάρχουν δύο θεωρίες γύρω ἀπό τήν θρησκευτική ἀγωγή τῶν μαθητῶν, ἡ μία εἶναι ἡ «φιλελεύθερη θρησκευτική ἀγωγή» καί ἡ ἄλλη εἶναι ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός».

Κατά τήν «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς», τήν ὁποία ἀνέπτυξε ὁ Robert Jackson, ἡ ὕψιστη φιλελεύθερη ἐκδοχή τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς εἶναι «ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου καί ἡ ἀνοχή ἀπέναντι στό διαφορετικό, ἐνῶ οἱ ἐπιμέρους πεποιθήσεις πού καλλιεργοῦν οἱ θρησκευτικές παραδόσεις εἶναι δευτερεύουσας σημασίας». Σύμφωνα μέ αὐτήν τήν θεώρηση ὅλες οἱ θρησκευτικές παραδόσεις ἔχουν κοινά καί ὅμοια χαρακτηριστικά, πού ἐκφράζουν αὐτήν τήν κοινή ἐμπειρία.

Ὁ Andrew Wright ὅμως ἀντιτάχθηκε σέ αὐτήν τήν «φιλελεύθερη θρησκευτική ἀγωγή», διότι αὐτό τό μοντέλο «ὁδηγεῖ στόν συγκρητισμό καί τελικά στήν ἀδυναμία ἑνός οὐσιαστικοῦ διαπολιτισμικοῦ διαλόγου», διότι τόσο ἡ ἐλευθερία ὅσο καί ἡ ἀνοχή στόνἄλλον «εἶναι ἀξίες, οἱ ὁποῖες ἀλλιῶς ἑρμηνεύονται στόν Χριστιανισμό, διαφορετικά στό Ἰσλάμ καί μέ ἄλλο τρόπο στόν Βουδισμό».

Ἔτσι, ὁ Andrew Wright ἀνέπτυξε τό μοντέλο τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», τό ὁποῖο ἔχει τρεῖς βασικούς στόχους. Ὁ πρῶτος, νάἀναπτύξη τήν δεξιότητα, ὥστε «οἱ μαθητές νά συνειδητοποιοῦν καί νά διατυπώνουν τά βασικά στοιχεῖα τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων πού ἀποδέχονται». Ὁ δεύτερος στόχος εἶναι «οἱ μαθητές νά παρουσιάζουν τεκμηριωμένα τούς λόγους, γιά τούς ὁποίουςἔχουν ἐπιλέξει συνειδητά νά ἀσπάζονται τήν χ ἤ ψ θρησκευτική πεποίθηση». Καί ὁ τρίτος στόχος εἶναι ἡ ἀνάπτυξη στήν δεξιότητας,ὥστε οἱ μαθητές «νά διαλέγονται ἐπιχειρηματολογώντας μέ διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις». Ἄν ὁ ὅρος «γραμματισμός» μεταφρασθῆ μέ τήν λέξη «ἀλφαβητάρι», τότε ὁ ὅρος «θρησκευτικός γραμματισμός» τοῦ Wright «ἐπιδιώκει νά ὁδηγήσει στό νά οἰκειωθοῦν οἱ μαθητές, πρῶτον, τό ἀλφαβητάρι τῆς πίστης τους, δεύτερον, τό ἀλφαβητάρι γιά τήν σημασία πού ἔχει ἡ πίστη στήν ζωή του, τρίτον, τό ἀλφαβητάρι τοῦ διαλόγου μέ τήν πίστη τοῦ ἄλλου».

Αὐτό σημαίνει ὅτι σύμφωνα μέ τήν θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» ὁ μαθητής μαθαίνει «τό ἀλφάβητο» τῆς δικῆς του πίστης, διακρίνει τήν ὀρθόδοξη πίστη ἀπό τήν πίστη ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, ἔστω καί ἄν ἔχουν τίς ἴδιες βασικές ἀρχές, δηλαδή πιστεύουν στόν Χριστό, καθώς ἐπίσης μαθαίνει τό «ἀλφάβητο» τῶν ἄλλων Θρησκειῶν, διακρίνει καί τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων πού ἀνήκουν σέ ἄλλες Θρησκεῖες. Μέ ἄλλα λόγια ὁ μαθητής πού δέχεται μιά θρησκευτική ἀγωγή σύμφωνα μέ τόν «θρησκευτικό γραμματισμό» δέν ἀναμειγνύει «τά ἀλφάβητα» ὅλων τῶν Θρησκειῶν γιά νά δημιουργήση μιά «κοινή γλώσσα», ἐφόσον δέν νοεῖταιἕνας κοινός θρησκευτικός γραμματισμός γιά ὅλες τίς Θρησκεῖες.

Ἕνας ἄνθρωπος πού θεωρεῖται θρησκευτικά «ἐγγράμματος» σημαίνει: Πρῶτον, ἔχει κατανοήσει, στά βασικά τους στοιχεῖα, τήνἱστορία, τά κεντρικά-ἱερά κείμενα, τήν πίστη, τίς πρακτικές τῶν θρησκειῶν, ὅπως αὐτά ἀναδεικνύονται καί ἐξελίσσονται μέσα σέ συγκεκριμένα κοινωνικά, ἱστορικά καί πολιτιστικά περιβάλλοντα. Δεύτερον, ἔχει ἀναπτύξει τήν ἱκανότητα νά διακρίνη τίς θρησκευτικές προεκτάσεις σέ πολιτικές, κοινωνικές καί πολιτισμικές ἐκφράσεις, ὅπως ἐκφράζονται σέ χρόνο καί χῶρο. Συνεπῶς, ὄχι μόνο κάθε θρησκεία ἔχει τή δική της «ἀνάγνωση», ἀλλά αὐτή κατανοεῖται μέσα σέ συγκεκριμένο πολιτικό, κοινωνικό καί πολιτισμικό συγκείμενο, μέ χρονικές καί χωρικές συνιστῶσες.

Ἑπομένως, ἄλλο εἶναι ἡ «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς», ὅπως τήν παρουσίασε ὁ Robert Jackson, καί ἄλλο εἶναι ἡθεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright.

Διαβάζοντας τά εἰσαγωγικά γιά τό Πρόγραμμα Σπουδῶν στά θρησκευτικά τοῦ Λυκείου στό θέμα τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» φαίνεται ὅτι δέν ἀκολουθεῖται ἡ μέθοδος τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright, ἀλλά γίνεται μιά «ἰδιότυπη μείξη δύο ἀφετηριακά ἀντίθετων θεωρήσεων» καί κατά τήν ἄποψή μου, πού μπορεῖ νά εἶναι ὑπερβολική, περισσότερο φαίνεται ὅτι ἀκολουθῆται ἡ «φιλελεύθερη ἐκδοχή τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» καί ὄχι ὁ «θρησκευτικός γραμματισμός». Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα, πού μέ ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα αὐτό, ἀλλά λόγῳ ἐλλείψεως χώρου δέν τά ἀναφέρω.

Ἁπλῶς νά σημειώσω ὅτι στήν φιλοσοφία τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν γράφεται: «Ὁ θρησκευτικός γραμματισμός ἀποτελεῖ μέρος τῶν “πολυγραμματισμῶν” μέ τήν ἔννοια πού ἀποδίδεται σήμερα στόν ἐπιστημονικό γραμματισμό. Ὁ ἐπιστημονικός γραμματισμόςἀπαρτίζεται ἀπό τά κοινά στοιχεῖα τῶν διαφόρων γραμματισμῶν τῶν ἐπιμέρους ἐπιστημονικῶν κλάδων, ὅπως ἡ Ἱστορία (History literacy), τά μαθηματικά (Mathematics literacy), ἡ Γεωγραφία (Geography literacy), ἡ τεχνολογία (Technology literacy), οἱἠλεκτρονικοί ὑπολογιστές (Computer literacy) κ.ἄ.».

Σέ ἄλλο σημεῖο γράφεται: «Ὁ Stephen Prothero, στό βιβλίο του μέ τίτλο “Religious Literacy”, χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο κατ’ ἀναλογία τοῦπολιτιστικοῦ γραμματισμοῦ τοῦ Hirsch καί ἀναφέρει ὅτι στόχος του “εἶναι νά βοηθήσει τούς πολίτες νά συμμετέχουν πλήρως στήν κοινωνική, πολιτική καί οἰκονομική ζωή τοῦ ἔθνους καί σέ ἕνα κόσμο στόν ὁποῖο ἡ θρησκεία μετράει”. Συνεπῶς, ὁ θρησκευτικός γραμματισμός εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό τό νά γνωρίζει κάποιος γιά τή θρησκεία τοῦ ἄλλου, ἂν καί αὐτό θεωρεῖται σημαντικό βῆμα. Τό σπουδαῖο εἶναι νά μάθει νά σέβεται τή θρησκεία τῶν ἄλλων καί νά ἀντιλαμβάνεται τή συνεισφορά τους στήν κοινωνική ζωή. Μάλιστα, ὑποστηρίζεται ἡ ἄποψη ὅτι ἕνας τύπος θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ πού θά ἀποφεύγει τά λάθη τῆς ὁμολογιακῆς καί τῆς μήὁμολογιακῆς προσέγγισης, μπορεῖ καί πρέπει νά προωθηθεῖ σέ κοινά σχολεῖα, ὄχι μόνο γιά νά ὑπάρχει ἕνας συμβιβασμός, ἀλλά γιατί εἶναι ἀπαραίτητος σέ μιά φιλελεύθερη ἐκπαίδευση».

Διαβάζοντας αὐτό τό ἀπόσπασμα καί προσέχοντας τίς φράσεις «νά γνωρίζη κάποιος γιά τήν θρησκεία τοῦ ἄλλου», καί «νάἀντιλαμβάνεται τήν συνεισφορά τους στήν κοινωνική ζωή» καί ἀκόμη ὅτι «ὁ θρησκευτικός γραμματισμός» «εἶναι ἀπαραίτητος σέ μιά φιλελεύθερη ἐκπαίδευση» καί ὅτι ὁ μαθητής πρέπει νά «ἀποφεύγει τά λάθη τῆς ὁμολογιακῆς καί τῆς μή ὁμολογιακῆς προσέγγισης»,ἀντιλαμβάνεται ὅτι πρόκειται γιά μιά μείξη μεταξύ τῶν δύο θεωρήσεων τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς πού ἀναφέρθηκαν προηγουμένως καί ἴσως προσεγγίζει τήν «φιλελεύθερη θεώρηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς» πού βρίσκεται στόν ἀντίποδα τοῦ «θρησκευτικοῦγραμματισμοῦ».

Αὐτό φαίνεται καί ἀπό μιά ἑπόμενη ἑνότητα, στήν ὁποία γράφεται:

«Ἡ θρησκευτική ἐκπαίδευση στό σχολεῖο χρειάζεται, διότι προσφέρει τή “θρησκευτική” γλώσσα καί τή γραμματική της πού εἶναι πολύτιμα ἐφόδια αὐτο-γνωσίας, αὐτο-προσδιορισμοῦ, αὐτο-βελτίωσης καί αὐθυπέρβασης, σέ σχέση μέ τούς ἄλλους. Συγχρόνως, προσφέρει τίς ἱκανότητες καί δεξιότητες γνωριμίας, ἐπικοινωνίας καί ἀλληλοκατανόησης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί ἀνάλυσης καί ἑρμηνείας τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ. Δέν ἀποτελεῖ μία ἱστορική, ἁπλῶς, ἀναφορά στήν παρουσία τῆς θρησκείας στή ζωή καί στόν κόσμο, ἀλλά μία ἐπικοινωνιακή καί βιωματική ἐμπειρία γιά μιά ζωή».

Κατά τόν καθηγητή Ἀθανάσιο Στογιαννίδη, στόν «θρησκευτικό γραμματισμό», ὅπως παρατηρεῖται στό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στό Λύκειο στήν Ἑλλάδα, «αὐτό πού ἐξετάζεται δέν εἶναι οἱ θρησκεῖες, ἀλλά τό θρησκευτικό φαινόμενο», «δέν εἶναι ἡ πολυπλοκότητα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, ἀλλά ἡ κοινότητα τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας». Καί ὁκαθηγητής παρατηρεῖ: «Εἶναι, πραγματικά ἄξιο ἀπορίας, πῶς εἶναι δυνατόν, οἱ συντάκτες τοῦ ἐν λόγῳ προγράμματος νά ἐπικαλοῦνταιὡς θεωρητικά τους θεμέλια τήν φαινομενολογική-διερμηνευτική καί φιλελεύθερη προοπτική πού ὑποστηρίζει ὁ Robert Jackson, καί ταυτόχρονα τό μοντέλο τοῦ Θρησκευτικοῦ Γραμματισμοῦ, τό ὁποῖο ἀνέπτυξε ὁ Wright, καί τό ὁποῖο εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετο μέ τό μοντέλο τῆς φαινομενολογικῆς θεώρησης».

Ἔχοντας ὑπ’ ὄψη ὅλα αὐτά ἀντιλαμβάνομαι ὅτι ἡ θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», ὅπως τήν ἀνέπτυξε ὁ Andrew Wright, περισσότερο πλησιάζει στά ἰσχύοντα βιβλία πού γράφηκαν βάσει τῶν Ἀναλυτικῶν Προγραμμάτων, ἐνῶ ἡ θεωρία τοῦ«φιλελευθερισμοῦ στήν θρησκευτική ἀγωγή» ἐπηρεάζει ἐν πολλοῖς τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, μέ τό ὁποῖο γίνεται προσπάθεια νά βρεθοῦν τά κοινά σημεῖα ὅλων τῶν θρησκειῶν καί νά δημιουργηθῆ μιά «ἰδιωτική θρησκευτική πίστη», δηλαδή εἶναι περισσότερο «διαθρησκειακός γραμματισμός». Ἄλλωστε, αὐτό δείχνει ἡ φράση ὅτι ὁ μαθητής πρέπει νά ἀποκτήση πολύτιμα ἐφόδια «αὐτογνωσίας», «αὐτοπροσδιορισμοῦ», «αὐτοβελτίωσης», καί «αὐθυπέρβασης» «σέ σχέση μέ τούς ἄλλους».

4. Ἡ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου

Μελετώντας, λοιπόν, τά Προγράμματα (τό ἰσχύον καί τό προτεινόμενο) τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἐκπαίδευση καί διαβάζοντας χιλιάδες σελίδες, στίς ὁποῖες καταγράφονται διάφορες ἀπόψεις, κατέληξα στήν πρόταση νά λάβη συγκεκριμένη θέση ἡΔιαρκής Ἱερά Σύνοδος, ἤτοι νά παραμείνη ὡς βάση ὑπόθεσης ἐργασίας τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα, μέ τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν πού ὑπάρχουν σήμερα.

Βέβαια, γνωρίζω ὅτι ὑπάρχει μιά ἄποψη, πού λέγεται καλοπροαίρετα, ὅτι θά πρέπει νά ζητήσουμε ἀπό τήν Πολιτεία τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν νά ἀποκτήση τόν ὁμολογιακό-κατηχητικό χαρακτήρα. Ὅμως αὐτό δέν εἶναι εὔκολο νά πραγματοποιηθῆ, ἀφοῦ ποτέ στήν Ἑλλάδα τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν δέν ἦταν ὁμολογιακό-κατηχητικό. Καί τότε πού τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πλησίαζε περισσότερο στό λεγόμενο ὁμολογιακό, στήν πραγματικότητα εἶχε στοιχεῖα ἀπό τήν σχολαστική θεολογία (Ἄνσελμος Καντερβουρίας – Θωμᾶς Ἀκινάτης) καί τήν προτεσταντική θεολογία. Ἔπειτα, ἡ Ἐκκλησία τήν κατήχησή της δέν μπορεῖ νά τήν ἐμπιστευθῆ νά τήν διδάσκουν ἄνθρωποι πού δέν τούς γνωρίζει καί δέν τούς ἐμπιστεύεται. Τό ὁμολογιακό-κατηχητικό μάθημα ὅπου ὑπάρχει στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν καί δέν ἔχει σχέση μέ τήν Ὀρθόδοξη θεολογία.

Ἡ Ἐκκλησία μέ τά Κατηχητικά της μπορεῖ νά βοηθήση καί νά προσφέρη στά παιδιά πού ζοῦν μέσα στόν χῶρο της ὀρθόδοξη -ἐκκλησιαστική παιδεία καί νά τά μορφώση κατά Χριστόν μέσα στά πλαίσια τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως.

Πάντως, ἡ πρόταση πού κατέθεσα καί ἔγινε ἀποδεκτή στό σύνολό της ἀπό τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ὡς κατάλληλη γιά τήν περίοδο αὐτή, σχολιάσθηκε ἀρνητικῶς ἀπό μερικούς συντηρητικούς κύκλους. Ὅμως, αὐτοί ἀγνοοῦν ἤ παραθεωροῦν ὅτι τό ἰσχύον Ἀναλυτικό Πρόγραμμα ἔχει σέ μεγάλο ποσοστό θρησκειολογικά στοιχεῖα, ἔχει πολλές φιλελεύθερες ἀπόψεις σέ ἐκκλησιαστικά θέματα καί ὅτι δέν μπορεῖ νά εἰσαχθῆ στά Σχολεῖα κατηχητικό καί ὁμολογιακό μάθημα, γιατί αὐτό θά ἔχη καί ἄλλες συνέπειες, ἤτοι θά ζητήσουν καί ὅσοιἀνήκουν σέ ἄλλες θρησκεῖες ἤ ὁμολογίες νά εἰσαχθοῦν ὁμολογιακά βιβλία ἤ θά αὐξηθοῦν οἱ αἰτήσεις ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.

Στό Δελτίο Τύπου τῆς 13ης Ἰανουαρίου ἐ.ἔ. δημοσιεύθηκε ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Μέ βάση αὐτήν τήν ἀπόφαση συνετάγηἔγγραφο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πρός τόν Ὑπουργό Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων. Ἐπειδή τό Δελτίον Τύπου εἶναι γνωστό, θά δημοσιοποιήσω τό ἔγγραφο πρός τόν Ὑπουργό Παιδείας πού ἔχει ὡς ἑξῆς:

«Κύριε Ὑπουργέ,

Μέ Συνοδική Ἀπόφαση ἡ ὁποία ἐλήφθη στή Συνεδρία τῆς 13ης μηνός Ἰανουαρίου τ.ἔ., σᾶς γνωρίζουμε ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆςἘκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατόπιν ἐνδελεχοῦς μελέτης τῶν ζητημάτων πού τέθηκαν τόν τελευταῖο καιρό γύρω ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἀποφάσισε νά σᾶς γνωστοποιήσει σχετικές της ἐνέργειες καί τίς ἀντίστοιχες θέσεις.

Κατόπιν τῶν πρόσφατων δηλώσεών σας γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἀλλά καί τήν ἔναρξη τοῦ Ἐθνικοῦ Διαλόγου γιά τήν Παιδεία, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συνῆλθε σέ ἀπογευματινή Συνεδρίαση τήν 12.1.2016 ἀπό κοινοῦ μέ τούς Κοσμήτορες καί Προέδρους τῶν Τμημάτων τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης, καθώς καί ἐκπροσώπους τῶνἐπιστημονικῶν Ἑνώσεων τῶν Θεολόγων, γιά νά συζητήσουν τό θέμα τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στή ΜέσηἘκπαίδευση. Στή Συνεδρίαση εἰσηγήθηκε τό θέμα ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος, ὁὁποῖος ἐπικέντρωσε τήν εἰσήγησή του στό χαρακτήρα καί τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, παρουσίασε τά δύο Προγράμματα Σπουδῶν ἐπί τῶν ὁποίων γίνεται συζήτηση (τό ἰσχύον καί τό πιλοτικό Ἀναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδῶν), καί κατέληξε σέ συνθετική πρόταση, κατά τήν ὁποία πρέπει νά ἐπικεντρωθεῖ ἡ προσπάθεια στή βελτίωση τοῦ ἰσχύοντος Προγράμματος Σπουδῶν μέ προσθῆκες σέ ἐπιστημονική βάση ἀπό τά καλά στοιχεῖα τοῦ πιλοτικοῦ Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος Σπουδῶν. Οἱ παριστάμενοιἐκπρόσωποι τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἑνώσεων τῶν Θεολόγων ἐπαίνεσαν τήν εἰσήγηση ὡς συγκροτημένη καί κατάλληλη γιά τήν περίσταση.

Στήν Συνεδρίαση τῆς Διαρκοῦς Συνόδου τῆς 13.1.2016 κατόπιν ἐκτενοῦς συζήτησης μεταξύ τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων ἐπί τῆς πρότασης τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, καθώς καί τῶν ὅσων ἀκούσθηκαν ὡςἀπόψεις τῶν φορέων πού παρευρέθησαν στήν ἀπογευματινή Συνεδρία τῆς 12.1.2016, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεδέχθη τήν ἀνωτέρω εἰσήγηση καί κατέληξε στά ἑξῆς:

1. Ἡ διαδιδόμενη ἄποψη ὅτι τά βιβλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι κατηχητικά καί ὁμολογιακά εἶναι ἐσφαλμένη ἕως καί παραπλανητική. Ὁ χαρακτήρας τῶν σύγχρονων βιβλίων στή χώρα μας εἶναι γνωσιολογικός καί πολιτιστικός  μέ θρησκειολογική κατεύθυνση. Ἤδη ἡ διδακτική ὕλη γιά τούς νέους τῆς μετεφηβικῆς ἡλικίας εἶναι σημαντικά ἐμπλουτισμένη στίς τάξεις τοῦ Λυκείου μέ γνωστικό ὑλικό γιά ἄλλα θρησκεύματα καί δόγματα καί μέ εὐκαιρίες προβληματισμοῦ γιά τίς θρησκευτικές καί ἠθικές διαστάσεις σύγχρονων προβλημάτων (π.χ. σχέσεις δύο φύλων, οἰκογένεια, βιοϊατρική, ἀλλοτρίωση, ὑποτίμηση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ναρκωτικά, κοινωνία τῆς πληροφορίας, οἰκολογικό πρόβλημα).

2. Τό γεγονός ὅτι στό σημερινό μάθημα προηγεῖται ἡ παροχή γνώσεων γύρω ἀπό τήν ὀρθόδοξη θρησκευτική παράδοση τοῦ τόπου δέν σημασιοδοτεῖ διαδικασία κατηχήσεως τῶν ὀρθοδόξων μαθητῶν ἤ προσηλυτισμοῦ τῶν μή ὀρθοδόξων μαθητῶν, καθώς τό μάθημα δένἀπευθύνεται μόνο σέ ὀρθόδοξους μαθητές. Ἰσχυρισμοί περί δῆθεν ὁμολογιακοῦ χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος ἐκκινοῦν ἀπό ἀρνητική προϊδέαση γιά τό ἴδιο τό μάθημα καί τό ρόλο τῶν ἐκπαιδευτικῶν, ἐπιστημόνων θεολόγων, ὡς φορέων θρησκευτικοῦ μισσιοναρισμοῦμέσα στό ἑλληνικό σχολεῖο. Ἐξάλλου, ὁ ἀντικειμενικός χαρακτήρας τοῦ μαθήματος δέν θίγεται ἀπό τήν κατά προτεραιότητα παράθεση τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς παράδοσης, ἀφοῦ κατ’ ἀνάγκην τό μάθημα πρέπει νά λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τά τοπικά, ἱστορικά, θρησκευτικά καί πληθυσμιακά συμφραζόμενα τῆς ἑλληνικῆς σχολικῆς τάξης, ἀλλά καί τόν στόχο τῆς ὁμαλῆς ἔνταξης τοῦ μαθητῆ,ἀσχέτως θρησκεύματος, στήν ἑλληνική κοινωνία, ἡ ὁποία κατά πλειοψηφία ἀσπάζεται τό Ὀρθόδοξο Χριστιανικό δόγμα.

3. Παλαιές καί πρόσφατες ἀποφάσεις διοικητικῶν δικαστηρίων, πού ἑρμηνεύουν τά σχετικά ἄρθρα τοῦ Συντάγματος, ἀποφαίνονταιὁμόφωνα ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν μέ κύρια βάση τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παράδοση καί μέ δικαίωμα ἀπαλλαγῆς γιά ὅσους δέν εἶναι ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Παράλληλα, ὅπως ἔχει ἐξηγήσει τό Εὐρωπαϊκό ΔικαστήριοἈνθρωπίνων Δικαιωμάτων, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὅπως καί ὅλα τά σχολικά μαθήματα, πρέπει νά διέπεται ἀπό τίς ἀρχές τῆςἀντικειμενικότητας καί τοῦ πλουραλισμοῦ, ἀλλά οἱ ἀρχές αὐτές δέν παραβιάζονται μόνο καί μόνο ἐπειδή τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀναφέρεται κατά κύριο λόγο στήν κυρίαρχη θρησκευτική παράδοση τοῦ οἰκείου κράτους, ἱκανοποιώντας καί τήνἐπιθυμία τῶν γονέων τῶν μαθητῶν.

4. Ἡ παρέλευση μερικῶν ἐτῶν ἀπό τότε πού ἐγράφησαν τά βιβλία πού διδάσκονται στήν Μέση Ἐκπαίδευση δικαιολογεῖ τήνἐπικαιροποίησή τους. Παραμένοντας στήν ἴδια μεθοδολογία τοῦ ἰσχύοντος Προγράμματος Σπουδῶν, ὅσον ἀφορᾶ στήν ἱστορικήὀργάνωση τῆς ὕλης, εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξουν προσθῆκες, οἱ ὁποῖες διευρύνουν τό θρησκειολογικό, ἰδεολογικό καί πολιτιστικό πεδίο τῆς  ὕλης μέ σκοπό τήν ἐπαύξηση τῆς μορφωτικῆς ἀξίας καί συμβολῆς του στήν ἐκπαίδευση τῶν νέων. Προτείνεται αὐτές οἱ προσθῆκες νά γίνουν στό τέλος κάθε βιβλίου, ὥστε οἱ μαθητές, τῶν ὁποίων ἡ πλειοψηφία ἀνήκει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλά καί ὅσοι μήὀρθόδοξοι μαθητές ἐπιθυμοῦν νά ἀποκτήσουν γνώσεις γιά τήν θρησκευτική καί πολιτιστική παράδοση τοῦ τόπου μας, νά ἀποκτήσουν συγκροτημένη εἰκόνα.

5. Στήν ἐποχή μας, κατά τήν ὁποία ἰσχυροποιοῦνται φονταμενταλιστικές ἀπόψεις ἄλλων θρησκειῶν καί ἀντικοινωνικές τάσεις διαφόρων παραθρησκευτικῶν φαινομένων καί ἐπικίνδυνων σεκτῶν, ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἡ ὁποία διακρίνεται γιά τήν ἀγάπη, τήν ἀνεκτικότητα, τήν εἰρηνική διάθεση καί εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπό φονταμενταλισμούς καί ρατσισμούς, θά βοηθήσειἀρκούντως καί στήν κοινωνική συνοχή. Στό θέμα αὐτό δέν πρέπει νά ἐπικρατοῦν οἱ ἀγκυλώσεις τοῦ παρελθόντος. Τό σχολεῖο καί ἡσχολική κοινότητα δέν εἶναι χώρος ἐπιβεβαίωσης καμίας πολιτικῆς συνθηματολογίας, τά σχολικά μαθήματα δέν μποροῦν νά διαχωρίζονται σέ «προοδευτικά» καί «συντηρητικά», οὔτε ἐπιτρέπεται ἡ διεξαγωγή ὁποιουδήποτε ἄτυπου δημοψηφίσματος φρονημάτων στήν πλάτη τῶν μαθητῶν, ὅπως ἐπιχειρήθηκε μέ τίς ὑποσχέσεις περί ἀναιτιολόγητης ἀπαλλαγῆς ἀπό αὐτό.

Μέ στόχο τήν ἀναλυτική παρουσίαση τῶν ὅσων ἀνωτέρω ἐτέθησαν, ἀποστέλλεται συνημμένως στήν παροῦσα ἐπιστολή καί ἡἀναλυτική εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, ἔγκριτου ἐπιστήμονα θεολόγου καί συγγραφέα, πρός τόν σκοπό ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὡς μητέρα καί πνευματική τροφός, νά συμβάλει στόν Ἐθνικό Διάλογο γιά τήν παιδεία καί τή λήψη τῶν σχετικῶν ἀποφάσεων ἀπό τό Ὑπουργεῖο σας, τή συνεργασία μέ τό ὁποῖο ἄλλωστε ὡς πρός τό  μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἐπιβάλλει καί ὁ Καταστατικός Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ἄρθρο 9 παρ. 1 περ. ε΄ Ν. 590/1977). ἩἘκκλησία τῆς Ἑλλάδος προτίθεται νά συνεργαστεῖ περαιτέρω, στή βάση τῆς ἐπιστημονικῆς βελτίωσης τοῦ ὑπάρχοντος μαθήματος καί τῆς στήριξης τῶν καθηγητῶν του. Ἀντιτίθεται στήν κατάργηση καί ἀντικατάστασή του ἀπό ἕνα μάθημα «γεωγραφίας τῶν θρησκειῶν»ἤ «θρησκευτικοῦ ἐγκυκλοπαιδισμοῦ» μέ κάποια ἁπλῶς ἰδιαίτερη παρουσίαση τῆς παρουσίας τῆς Ὀρθοδοξίας στόν ἑλλαδικό χῶρο. Ἡἰδέα τῆς ποσοτικῆς ἐξίσωσης τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης μέ τίς ἄλλες θρησκευτικές παραδόσεις, ὥστε νά γίνει τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν «πολιτικά ὀρθότερο» κινεῖται μακράν τῶν νομικῶν δεσμεύσεων καί ἐκπαιδευτικῶν στόχων τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος (ἄρθρο 16 παρ. 2) καί τῆς κείμενης νομοθεσίας (ἄρθρα 1 Ν. 1566/1985, 1 παρ. 2 περ. γ΄ Ν. 4186/2013) σέ χώρα μέἰσχυρά πλειοψηφοῦντες τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, συγκεκριμένο πολιτιστικό κεφάλαιο καί δεδομένη θρησκευτική ἱστορία καί συγχρονία τοῦ Λαοῦ μας.

Ἐν κατακλεῖδι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀποφάσισε ὡς πρότασή της πρός τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων ὡς πρός τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, νά ἐπικεντρωθεῖ τό ἐνδιαφέρον στό ἰσχύον Πρόγραμμα Σπουδῶν μέ τήν δική του θεματική μεθοδολογία, στό ὁποῖο ὅμως θά γίνουν μερικές βελτιώσεις, ἐντασσοντάς το στά σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, ὁπότε νά εἰσαχθοῦν σέ κάθε βιβλίο -ὄχι σέ κάθε μάθημα- μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ἀνάλογα μέ τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὅμως δοθεῖ προτεραιότητα στήν ὀρθόδοξη παράδοση, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ πλειοψηφία τῶν ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλά καί νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἐφαρμογές καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν.

Μέ τήν πεποίθηση ὅτι θά ἀποδώσετε τήν ἁρμόζουσα βαρύτητα στή σαφῆ καί συγκεκριμένη πρόταση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου,ἀνταποκρινόμενος θετικά, σᾶς εὐχαριστοῦμε ἐκ τῶν προτέρων, εὐχόμενοι ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς ἐνισχύει στά εὐθυνοφόρα καθήκοντά σας».

Ἔτσι, μέ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου συγκροτήθηκε Ἐπιτροπή ἀπό τούς Μητροπολίτες Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ.Ἱερόθεο, Καστορίας κ. Σεραφείμ, Σερρῶν καί Νιγρίτης κ. Θεολόγο καί τόν Νομικό Σύμβουλο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ. Θεόδωρο Παπαγεωργίου πού ἐπισκεφθήκαμε τόν Ὑπουργό Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων κ. Νίκο Φίλη καί τοῦ ἐπιδώσαμε ἔγγραφο μέ τήν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

Ἔγινε εὐρύτατη συζήτηση μεταξύ τῆς Ἐπιτροπῆς μας καί τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων κ. Νικολάου Φίλη, παρόντων τοῦ Γενικοῦ Γραμματέως Θρησκευμάτων κ. Γεωργίου Καλαϊτζῆ καί τοῦ Προέδρου τοῦ Ἰνστιτούτου Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς κ. Γερασίμου Κουζέλη, καί ἀπό τήν συζήτηση διεφάνη ὅτι ὑπάρχει διαφορετική ἀφετηρία καί προοπτική. Ἡ Ἱερά Σύνοδοςἀπεφάσισε νά προτείνη τήν παραμονή τοῦ ἰσχύοντος Προγράμματος Σπουδῶν καί νά γίνουν μερικές προσαρμογές, ὥστε τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν νά γίνη ὑποχρεωτικό γιά ὅλους, ἐκτός ἀπό ἐκείνους πού θέλουν νά ζητήσουν ἀπαλλαγή, καταγράφοντας ὅμως τούς λόγους τῆς ἀπαλλαγῆς, ἐνῶ τό Ὑπουργεῖο Παιδείας προτίθεται νά ἐφαρμόση τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, στό ὁποῖο νά γίνουν μερικές βελτιώσεις.

Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος θεώρησε ὅτι τό θέμα αὐτό εἶναι μεῖζον, γιατί συνδέεται μέ τήν θρησκευτική-ἐκκλησιαστική ἀγωγή τῶν μαθητῶν πού εἶναι ὀρθόδοξοι, καί γι’ αὐτό ἀποφάσισε νά τό φέρη στήν Ἱεραρχία, ὥστε ἡ ἀπόφαση νά εἶναι ὑπεύθυνη καί συλλογική.

Ἑπομένως, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἁρμόδια νά λάβη συγκεκριμένη ἀπόφαση γιά τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.

Ἡ συνθετική τῶν διαφόρων ἀπόψεων ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου εἶναι:

«Νά ἐπικεντρωθῆ τό ἐνδιαφέρον στό τρέχον Πρόγραμμα μέ τήν δική του θεματική μεθοδολογία, στό ὁποῖο ὅμως νά γίνουν μερικές βελτιώσεις, ἐντάσσοντάς το στά σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, ὁπότε νά εἰσαχθοῦν σέ κάθε βιβλίο –ὄχι σέ κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ἀνάλογα μέ τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὅμως δοθῆ προτεραιότητα στήν ὀρθόδοξη παράδοση, τήνὁποία ἀκολουθεῖ ἡ πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλά καί νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἐφαρμογές καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν».

parembasis.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Τι αποφάσισε για το μάθημα των Θρησκευτικών στη Δεύτερη Συνεδρία της η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος(9 Μαρτίου 2016)

Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016

Δεύτερη Συνεδρία

της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος

(9/3/2016).

Συνήλθε την Τετάρτη, 9 Μαρτίου 2016, στη δεύτερη ημέρα της εκτάκτου Συγκλήσεώς της, η Ιερά Συνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, στην Αίθουσα Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας.

Κατά την πρωινή Συνεδρία, μετά την προσευχή, ανεγνώσθη ο Κατάλογος των συμμετεχόντων Ιεραρχών και διεπιστώθη η απουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου, Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου κ. Ιεροθέου, Παροναξίας κ. Καλλινίκου και Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου κ. Ιακώβου, εχόντων την προς τούτο άδειαν της Ιεράς Συνόδου.

Κατόπιν επικυρώθηκαν τα Πρακτικά της χθεσινής Συνεδρίας.

Ακολούθως, σύμφωνα με την Ημερησία Διάταξη, ανέγνωσε την εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου με θέμα: «Περί της Διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών εν τη Στοιχειώδη και Μέση Εκπαιδεύσει», το οποίο αποτελεί συνέχεια της εισηγήσεώς του στην κοινή Συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου μετά των Κοσμητόρων των δύο Θεολογικών Σχολών και των Προέδρων των Τμημάτων αυτών καθώς και των Προέδρων της ΠΕΘ και του «ΚΑΙΡΟΥ».

Στην εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος ανέπτυξε τέσσερα σημεία. Πρώτον, ενημέρωσε τους Ιεράρχες για όσα ελέχθησαν στην ως άνω κοινή Συνεδρίαση και ότι έγινε αποδεκτή η εισήγησή του από τους παρόντες.

Δεύτερον, διασαφήνισε την διαφορά μεταξύ του Αναλυτικού Προγράμματος που ισχύει ως σήμερα και του Προγράμματος Σπουδών που προτείνεται. Πρόκειται για δύο διαφορετικά συστήματα θρησκευτικής αγωγής. Τρίτον, ανέπτυξε την έννοια του «θρησκευτικού γραμματισμού», ο οποίος θεωρείται ως βάση του νέου Προγράμματος Σπουδών. Είναι μέθοδος που εισήχθη στην Βρετανία, αλλά μεταφέρθηκε και στην Ελλάδα με διαφορετικό τρόπο. Και τέταρτον, παρουσίασε διεξοδικά την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου του Ιανουαρίου του 2016, η οποία απεστάλη ως πρόταση της Ιεράς Συνόδου στο Υπουργείο Παιδείας, Ερεύνης και Θρησκευμάτων, καθώς επίσης διάβασε το έγγραφο της Ιεράς Συνόδου προς τον Υπουργό Παιδείας.

Η πρόταση αυτή είναι συνθετική των δύο διαφορετικών θέσεων, η πλέον ρεαλιστική στις σύγχρονες συνθήκες δεδομένου ότι το ισχύον πρόγραμμα δεν έχει ομολογιακό και κατηχητικό χαρακτήρα, και έχει ως εξής:

«Να επικεντρωθή το ενδιαφέρον στο τρέχον Πρόγραμμα με την δική του μεθοδολογία, στο οποίο όμως να γίνουν μερικές βελτιώσεις, εντάσσοντάς το στα σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, οπότε να εισαχθούν σε κάθε βιβλίο – όχι σε κάθε μάθημα – μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ανάλογα με την θεματολογία του βιβλίου, αφού όμως δοθή προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση, την οποία ακολουθεί η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, αλλά και να χρησιμοποιηθούν ως εφαρμογές και τα καλά στοιχεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών».

Μετά το πέρας της τεκμηριωμένης αυτής εισηγήσεως, η οποία διελάμβανε και επιστημονικά στοιχεία, ειλημμένα από την επιστήμη της διδακτικής μεθοδολογίας και από επιστημονικές μελέτες περί του αντικειμένου της διδασκαλίας του Μαθήματος των Θρησκευτικών στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, διεξήχθη ευρύτατη συζήτηση και έγινε αποδεκτή η πρόταση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου για «την υποχρεωτικότητα του μαθήματος των Θρησκευτικών, την τήρηση των ωρών διδασκαλίας στο τρέχον πρόγραμμα και τον Ορθόδοξο χαρακτήρα του».

Εν συνεχεία, η Ιεραρχία ομοφώνως ενέκρινε την απόφαση της Δ.Ι.Σ., όπως αυτή είχε διατυπωθεί στο υπ’ αριθμ. 881/391/22.02.2016 έγγραφό της προς τον αξιότιμο Υπουργό Παιδείας και αποφάσισε όπως η Επιτροπή διαλόγου με το Υπουργείο Παιδείας για το μάθημα των Θρησκευτικών απαρτισθεί από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες: Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Προκόπιο, Ηλείας κ. Γερμανό και Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ και τους Ελλογιμωτάτους Καθηγητές: α) κ. Αθανάσιο Στογιαννίδη, Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Σχολικής Παιδαγωγικής και Διδακτικής Μεθοδολογίας του Μαθήματος των Θρησκευτικών, β) κ. Ιωάννη Φύκαρη, Καθηγητή της Διδακτικής Μεθοδολογίας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, γ) κ. Κωνσταντίνο Σπαλιώρα, Δρα Θεολογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Πρόεδρο Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, Διευθυντή Γυμνασίου δ) κ. Ιωάννα Κομνηνού, Δρα Θεολογίας, Καθηγήτρια του Α’ Πειραματικού Λυκείου Αθηνών.

Η Ιεραρχία ομοφώνως αποφάσισε όπως οι ήδη υποβληθείσες παρατηρήσεις των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών και εκείνες οι οποίες εγγράφως θα υποβληθούν και όσα κατά την συζήτηση συμπληρωματικά διατυπώθηκαν, μελετηθούν από τα Μέλη της Αντιπροσωπείας που θα εκπροσωπήσουν την Εκκλησία της Ελλάδος, θα παρουσιασθούν προς ψήφιση σε συγκλιθησόμενη έκτακτη Ιεραρχία, η οποία θα λάβει και τις τελικές αποφάσεις.

Διευκρινίζεται ωσαύτως ότι κατά την Συνεδρία της 8ης Μαρτίου, αφού ανακοινώθηκε η σύνθεση της Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, λαβών τον λόγο ο Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών υπέβαλε την παραίτησή του από Μέλος της Αντιπροσωπίας.

Ακολούθως, αφού τέθηκε το ερώτημα περί του τρόπου αναπληρώσεως των παραιτουμένων Μελών, απε-φασίσθη κατά πλειοψηφίαν, όπως οι αναπληρωτές των παραιτουμένων η δι’ ετέρους λόγους κωλυομένων Μελών της Αντιπροσωπίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, λαμβάνονται κατά πρεσβεία εκ των Μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της επομένης, ήτοι της 160ης Συνοδικής Περιόδου. Εν συνέχεια υπέβαλαν την παραίτησή τους τρία εκ των εχόντων πρεσβεία Μέλη της επομένης συνθέσεως της Δ.Ι.Σ., ο Σεβ. Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος, δια λόγους διαφωνίας προς τον τρόπον επιλογής των προσώπων και οι Σεβ. Μητροπολίτες Μάνης κ. Χρυσόστομος και Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ, δια λόγους συνειδήσεως.

Εν τέλει απεφασίσθη όπως τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Συμεών αναπληρώσει ο Σεβ. Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Εφραίμ, ο οποίος απεδέχθη την πρόταση.

http://www.petheol.gr/nea/tiapophasisegiatomathematonthreskeutikonstedeuteresynedriateseierasynodostesierarchiastesekklesiastesellados9martiou2016

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Εισήγηση Γεωργίου Κρίππα, Δρ Συνταγματικού Δικαίου, σε Ημερίδα για το ΜτΘ – Κρήτη 7/11/2015

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Φεβρουαρίου 2016

Ο ελλογ. κ. Γεώργιος Κρίππας, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου και Καθηγητής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου, ομιλεί για το μάθημα των Θρησκευτικών, τις απαλλαγές σε αυτό και τις δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015, σε Ημερίδα που διοργάνωσε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης στις 7 Νοεμβρίου 2015 με θέμα: «Το μάθημα των θρησκευτικών και οι δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015».

Η πρώτη συνεδρία της ημερίδας συνήλθε υπό την προεδρία του κ. Γεώργιου Κρασανάκη, ομότιμου Καθηγητή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο εντιμολ. κ. Σπυρίδων Λιονάκης, Δικηγόρος, Άρχων Νομοφύλακας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ο ελλογ. κ. Γεώργιος Κρίππας, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου και Καθηγητής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου.

Η δεύτερη συνεδρία συνήλθε υπό την προεδρία του ελλογ. κ. Ιωάννη Λίλη, Λέκτορος Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο ελλογ. κ. Απόστολος Βλάχος, επίτιμος Πρόεδρος Εφετών και ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Σπανουδάκης.

Ακούστε την Εισήγηση πατώντας στον παρακάτω σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=qbbstEs-83E

http://www.petheol.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Εισήγηση κ. Απόστολου Βλάχου, επίτιμου Προέδρου Εφετών σε Ημερίδα για το ΜτΘ – Κρήτη 7/11/2015

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Φεβρουαρίου 2016

Ο ελλογ. κ. Απόστολος Βλάχος, επίτιμος Πρόεδρος Εφετών, ομιλεί για το μάθημα των Θρησκευτικών, τις απαλλαγές σε αυτό και τις δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015, σε Ημερίδα που διοργάνωσε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης στις 7 Νοεμβρίου 2015 με θέμα: «Το μάθημα των θρησκευτικών και οι δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015».

Η πρώτη συνεδρία της ημερίδας συνήλθε υπό την προεδρία του κ. Γεώργιου Κρασανάκη, ομότιμου Καθηγητή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο εντιμολ. κ. Σπυρίδων Λιονάκης, Δικηγόρος, Άρχων Νομοφύλακας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ο ελλογ. κ. Γεώργιος Κρίππας, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου και Καθηγητής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου.

Η δεύτερη συνεδρία συνήλθε υπό την προεδρία του ελλογ. κ. Ιωάννη Λίλη, Λέκτορος Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο ελλογ. κ. Απόστολος Βλάχος, επίτιμος Πρόεδρος Εφετών και ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Σπανουδάκης.

Ακούστε την Εισήγηση πατώντας στον παρακάτω σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=qklybns2rVU

http://www.petheol.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Εισήγηση Σπυρίδωνος Λιονάκη, Άρχοντος Νομοφύλακος Οικ. Πατριαρχείου σε Ημερίδα για το ΜτΘ – Κρήτη 7/11/2015

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Φεβρουαρίου 2016

Ο εντιμολ. κ. Σπυρίδων Λιονάκης, Δικηγόρος, Άρχων Νομοφύλακας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ομιλεί για το μάθημα των Θρησκευτικών, τις απαλλαγές σε αυτό και τις δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015, σε Ημερίδα που διοργάνωσε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης στις 7 Νοεμβρίου 2015 με θέμα: «Το μάθημα των θρησκευτικών και οι δικαστικές αποφάσεις 115/2012 και 1/2015».

Η πρώτη συνεδρία της ημερίδας συνήλθε υπό την προεδρία του κ. Γεώργιου Κρασανάκη, ομότιμου Καθηγητή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο εντιμολ. κ. Σπυρίδων Λιονάκης, Δικηγόρος, Άρχων Νομοφύλακας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ο ελλογ. κ. Γεώργιος Κρίππας, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου και Καθηγητής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου.

Η δεύτερη συνεδρία συνήλθε υπό την προεδρία του ελλογ. κ. Ιωάννη Λίλη, Λέκτορος Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης. Ομιλητές ήταν ο ελλογ. κ. Απόστολος Βλάχος, επίτιμος Πρόεδρος Εφετών και ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Σπανουδάκης.

Ακούστε την Εισήγηση πατώντας στον παρακάτω σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=ZWJDUMJpA00

http://www.petheol.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Συνάντηση – ενημέρωση θεολόγων Νομού Τρικάλων (4-02-2016)

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Φεβρουαρίου 2016

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

Παράρτημα Νομού Τρικάλων

Τηλ. 24310 26549

e-mail: theologoitrikkis@gmail.com

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ    

 Την Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016 και ώρα 18.00 μμ , καλούνται όλοι οι  Θεολόγοι του νομού Τρικάλων, εν ενεργεία, συνταξιούχοι, αδιόριστοι, κληρικοί και λαϊκοί να προσέλθουν στο πνευματικό Κέντρο του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Μπάρας, όπου, μετά από σύντομο εσπερινό θα κοπεί η καθιερωμένη πρωτοχρονιάτικη Βασιλόπιτα και στη συνέχεια θα ακολουθήσει  ενημέρωση για φλέγοντα ζητήματα του κλάδου από τον πρόεδρο της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων κ. Κων/νο Σπαλιώρα.

Το Δ.Σ.

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Κυκλοφορεί το νέο τεύχος του περιοδικού της ΠΕΘ “Κοινωνία” (Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2015)

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Φεβρουαρίου 2016

ΕΤΟΣ ΝH΄ -ΤΕΥΧΟΣ 4 / ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2015

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εὐχὲς τοῦ ΔΣ τῆς ΠΕΘ πρὸς τοὺς Θεολόγους γιὰ τἍγιο Δωδεκαήμερο καί τό Νέο ἔτος 2016.

Ἰωάννου Β. Κογκούλη : Τό προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδῶν τοῦ μαθήματος: «Θρησκευτικά» Λυκείου ἤ τελειότερα τοῦμαθήματος: Παιδείας καί Ἑλληνορθόδοξης Κληρονομιᾶς – Προβληματισμοί – Ἐπισημάνσεις – Προτάσεις.

Χρίστου Γ. Ρώμα : Καί πάλι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν.

Παύλου Ἀθ. Παλούκα : Ἐπιβεβλημένη καί γόνιμη ἡ συνεργασία ἐκπαιδευτικῶν μέ τούς γονεῖς.

Εὐαγγέλου Πεπ : Ὁ ρόλος τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς στὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἐθελοντικοῦ πνεύματος : Τὸ παράδειγμα τῆς ἐθελοντικῆς αἱμοδοσίας.

Παναγιώτη Τσαγκάρη : Ἡ Γενοκτονία  τῶν  Ποντίων καὶ ἡ Μάχη  τοῦ  Σκρά.

Τῆς συντάξεως:

Κρίσεις – Σχόλια

Δραστηριότητες τῆς ΠΕΘ

Άλλες ἐιδήσεις

Βιβλιοκρισίες – Βιβλιοπαρουσιάσεις

Κοιμηθέντες

Ληφθέντα βιβλία

Περιεχόμενα Τόμου 2015

http://www.petheol.gr/nea/kyklophoreitoneoteuchosteskoinoniasoktobrios-dekembrios2015

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Επιμορφωτικό σεμινάριο της ΠΕΘ στις 3-2-2016

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Φεβρουαρίου 2016

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Ἡ Πανελλήνιος Ἕνωσις Θεολόγων, εὑρίσκεται στήν εὐχάριστη θέση νά ἀνακοινώσει στούς συναδέλφους καί νέους θεολόγους ὅτι, στό Ἐπιμορφωτικό Σεμινάριο Παιδαγωγικῆς καί Διδακτικῆς Κατάρτισης, στά Γραφεῖα τῆς ΠΕΘ (Χαλκοκονδύλη 37, ὄροφος 3ος) εἰσηγήτρια στίς 3-2-2016 ἡμέρα Τετάρτη καί ὥρα 16.00 – 19.00 θά εἶναι: ἡ κ. Ἰωάννα Στουφή – Πουλημένου, Ἀναπληρώτρια Καθηγήτρια τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, μέ θέμα : «Ἡ διδασκαλία τῆς χριστιανικῆς τέχνης στή Δευτεροβάθμια  Ἐκπαίδευση», Μέρος Β´.

Ἀπό τή Γραμματεία τῆς ΠΕΘ

http://www.petheol.gr/nea/epimorphotikoseminariotespethstis3-2-2016

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Γνωμοδότηση επί ερωτημάτων σχετικών με το μάθημα των θρησκευτικών των κ.κ. Γεωργίου Η. Κρίππα, Παναγιώτη Ι. Δροσίτη, Αποστόλου Φ. Βλάχου

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Φεβρουαρίου 2016

Γνωμοδότηση επί ερωτημάτων σχετικών με το μάθημα των θρησκευτικών 

των κ.κ. Γεωργίου Η. Κρίππα, Παναγιώτη Ι. Δροσίτη, Αποστόλου Φ. Βλάχου 

Αθήνα, 8 Ιανουαρίου 2016

Προς

Τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμον, Πρόεδρον

και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Ελλάδος.

                           Μακαριώτατε,

                           Άγιοι Αρχιερείς,

Από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.) μας εζητήθη η επιστημονική άποψή μας επί των παρακάτω ερωτημάτων και ειδικότερα εάν με βάση το ισχύον στην Ελλάδα καθεστώς:

1)         Το μάθημα των Θρησκευτικών επιβάλλεται να είναι αμιγώς Ορθόδοξο Χριστιανικό ή Πολυθρησκευτικό;

2)         Τα νέα Προγράμματα Σπουδών (στο εξής Π.Σ.) Δημοτικού και Γυμνασίου, που εγκρίθηκαν προς πιλοτική εφαρμογή τους με την Αποφ. Υπ. Παιδείας 113/714/Γ2/3-10-2011, ΦΕΚ τ. Β΄2335/2011, ως και η Αναθεωρημένη εφαρμογή τους, η οποία δεν έχει υποβληθεί, μέχρι τώρα, προς έγκριση, ούτε έχει δημοσιευθεί στον ιστότοπο του Υπ. Παιδείας (Ψηφιακό Σχολείο), πλην όμως υπάρχει έντονο και λίαν ενεργό ενδιαφέρον συντακτών της προς εφαρμογή της, είναι σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, ένεκα του πολυθρησκευτικού περιεχομένου τους και όχι αμιγούς Ορθοδόξου Χριστιανικού;

3)         Εάν η Εκκλησία της Ελλάδος έχει λόγο και δικαίωμα για τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών;

Επί των παραπάνω ερωτημάτων η επιστημονική μας άποψη είναι η ακόλουθη:

Ειδικότερα επί του πρώτου ερωτήματος:

     Κατά τη διάταξη του άρθρου 16 § 2 του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλαση τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Εξάλλου κατά το τρίτο άρθρο του Συντάγματος, παράγραφός 1η, εδάφιο α΄και β΄ αυτής: «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησία του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις». Οι διατάξεις αυτές συνιστούν εκδηλώσεις της νομικής ενέργειας του Προοιμίου του Ελληνικού Συντάγματος, έχοντος του Προοιμίου τούτου, ως ακολούθως:

«Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».

Αποτελεί δε το Προοίμιο αυτό αναπόσπαστο τμήμα του Συντάγματος και δημοσιεύεται με τις λοιπές διατάξεις τούτου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ως ενιαίο όλο, αφού αμέσως πριν από το Προοίμιο προτάσσονται οι λέξεις ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και ο χρονικός προσδιορισμός του Συντάγματος (1975-2001) και αμέσως μετά ακολουθεί το κείμενο του Προοιμίου (βλ. σχετ. Βασ. Νικολόπουλου, Επιτ. Προέδρου Αρείου Πάγου, Δ/ρος Νομικής, Το προοίμιο του Συντάγματος και η νομική του αξιολόγηση, σελ. 17-18).

Παράλληλα  με τη διάταξη του άρθρου 1 εδάφ. α΄, του νόμου 1566/1985, με τον οποίο ρυθμίζεται – κυρίως και πρωτίστως – η λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ορίζεται ότι ο σκοπός της εκπαίδευσης αυτής είναι να υποβοηθεί τους μαθητάς, όπως εκτός των άλλων «… διακατέχονται από πίστη στην πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης. Στον ίδιο νόμο και ειδικότερα στο άρθρο αυτού 6 § 2, εκ. β΄, ορίζεται ότι το Λύκειο επιδιώκει την ολοκλήρωση των σκοπών της εκπαίδευσης. Ιδιαίτερα βοηθά τους μαθητάς… να συνειδητοποιήσουν την σημασία του Ορθόδοξου Χριστιανικού ήθους…».

Εξ άλλου, η διάταξη του άρθρου 1518 § 1 του Αστ. Κώδικος ορίζει ότι η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου από τους γονείς του περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων και την εκπαίδευση του τέκνου, στην έννοια της οποίας – εκπαίδευσης – περιέχεται και η θρησκευτική τοιαύτη (βλ. εις Απ. Γεωργιάδη – Οικ. Δικ., σελ. 882, αρ. 16 εις Σύντομη Ερμ. Αστ. Κώδικος (Σ. Ε. Α. Κ.), τόμος 2ος, εκδ. 2013 και στις σε αμφότερα τα έργα αυτά σχετικές παραπομπές).

Ακολούθως, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου υποχρεώνεται κάθε συμβαλλόμενο Κράτος (σε εφαρμογή του 9ου άρθρου αυτής της Συμβάσεως περί ελευθερίας της σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας) να σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζουν την μόρφωση και την εκπαίδευση των τέκνων τους σύμφωνα με τις ίδιες αυτών, των γονέων, θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις (βλ. Οικ. Δικ. Απ. Γεωργιάδη – Μιχ. Σταθοπούλου και εις Σ.Ε.Α.Κ. Απ. Γεωργιάδη ό.π.). Τόσον η ως προαναφερθείσα Διεθνής Σύμβαση, όσο και το παραπάνω Πρώτο Πρωτόκολλο αυτής έχουν επικυρωθεί κατ’ άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος της Ελλάδος με το ν. δ. 53/1974 και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου, και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, απαγορευομένης ούτως πάσης προσβολής του εν λόγω ατομικού δικαιώματος των γονέων, μη δυναμένης συνεπώς της Πολιτείας να επιβάλει, νομοθετικώς ή άλλως πως, θρησκευτική αγωγή στα τέκνα τους διάφορον της θρησκευτικής πεποιθήσεως των γονέων τους.

Τα ανωτέρω, κατά συνέπεια, έχουν πλήρη εφαρμογή και ως προς το ως άνω δικαίωμα των ορθοδόξων γονέων, όπως τα ανήλικα τέκνα τους διδάσκονται το αμιγώς Ορθόδοξο Χριστιανικό μάθημα των θρησκευτικών στις σχολικές μονάδες της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως, όπου αυτά φοιτούν.

Εν όψει όλων των προαναφερομένων διατάξεων, προκύπτει ότι το μάθημα των θρησκευτικών, κατά το ισχύον ελληνικό δίκαιο, επιβάλλεται να είναι αμιγώς το Ορθόδοξο Χριστιανικό, μη επιτρεπομένης οιασδήποτε μετατροπής του σε πολυθρησκευτικό και πάντως οποιασδήποτε νοθεύσεώς του με ξένο προς το αμιγές Ορθόδοξο Χριστιανικό περιεχόμενο του.

Τα ανωτέρω γίνονται δεκτά και από την σταθερή επί του θέματος τούτου νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ( βλ. σχετ. τις σύμφωνες αποφάσεις του Σ.τ.Ε. 2176/1998, 3358/1995, 3353/1986, καθώς επίσης και στην 116/2012 πρόσφατη ακυρωτική ομόφωνη απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Χανίων, η οποία, ως αφορώσα σε θέματα εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως είναι και το παρόν, έχει ίση νομική ισχύ και ίσο κύρος με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τον νόμο 702/1997, όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως (βλ. σχετ. στην από 11/2/2013 Γνωμοδότηση του Δ/ρος Γ. Κρίππα).

Πέραν δε όλων αυτών, η εισαγωγή στην Ελληνική Εκπαίδευση μαθήματος Θρησκευτικών πολυθρησκευτικού συνιστά το ποινικό αδίκημα του προσηλυτισμού, κατ’ άρθρο 4 του διατηρημένου σε ισχύ νόμου 1383/1938, καθόσον ένα τέτοιο μάθημα προσανατολίζεται δια του περιεχομένου του, ως εν προκειμένω, να οδηγήσει το μαθητή σε αμφισβήτηση περί του εάν η θρησκεία, την οπαία πρεσβεύει, είναι σωστή ή όχι ή πρέπει να την αμφισβητεί, έστω και απλώς προβληματιζόμενος. Συντρέχει δε ενταύθα και η επιβαρυντική περίπτωση της τρίτης παραγράφου του άρθρου 4 του εν λόγω αναγκ. νόμου και αυτό επειδή η διδασκαλία ενός τέτοιου μαθήματος θα γίνεται σε σχολικές μονάδες. Πρέπει δε να αναφερθεί ότι το αδίκημα τούτο τιμωρείται και στο στάδιο της απόπειράς του ως τετελεσμένο ( βλ.  Δ/ρος  Γ.  Κρίππα, Μελέτη,  ad  hoc,  εις  Eπιθ.  Δημ.   &  Διοικ. Δικαίου,  έτ. 2014 σελ. 679-697).

2) Επί του δεύτερου ερωτήματος που αφορά στο Αναθεωρημένο Πρόγραμμα σπουδών 2014  :

 Tο  αναθεωρημένο  Πρόγραμμα  Σπουδών  (ΠΣ) του 2014, όπως και το Π.Σ    του   2011  (Υπουργική   Απόφαση   113714/Γ2       3-10-2011,  ΦΕΚ β΄ 2335/2011), συνεξετάζει από την Γ΄ Δημοτικού, το Χριστιανισμό ταυτόχρονα και  ισότιμα  με  τον  Ιουδαϊσμό,  το Ισλάμ, τον  Ινδουισμό, το  Βουδισμό,  τον Ταοϊσμό – στη δε Α΄ Γυμνασίου προστίθεται και ο Κομφουκιανισμός (ΠΣ, σ, 113) – ως ένα  σύνολο,  που  το  αναφέρει  με  διάφορα  ονόματα:  «θρησκεία» (ΠΣ σ. 19,  25),   «ο  κόσμος   της   θρησκείας»    ( ΠΣ σ. 23 ),   «θρησκευτικές παραδόσεις» ( ΠΣ  σ, 23 ), « θρησκευτικό  φαινόμενο στην  πολυμορφία  του» (ΠΣ σ.25 ), «οι θρησκείες του Κόσμου»  (ΟΔ. ΕΚΠ 97-99).

Πρόκειται για ένα πολυθρησκευτικό μόρφωμα, το οποίο στηρίζεται στην τεχνητή – επιφανειακή σύγκλιση του Χριστιανισμού με τις θρησκείες, με βάση τα τυπικά ετερόκλητα χαρακτηριστικά τους, οδηγεί σε εσφαλμένα επιστημονικά συμπεράσματα, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές, τους οδηγεί στον συγκρητισμό, είναι ασύμβατο με την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η δε διδασκαλία του καταργεί τον χριστοκεντρικό προσανατολισμό του  ΜτΘ  και τον κάνει ανθρωποκεντρικό – συγκρητιστικό.

Οι συντάκτες του ΠΣ 2014 αυθαίρετα συνέταξαν το ΠΣ, χωρίς να ερωτηθούν  ούτε   η  Ορθόδοξη   Εκκλησία,  ούτε   τα  αρμόδια  Θεολογικά Τμήματα των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης με όλους τους ειδικούς επιστήμονές τους ούτε βεβαίως η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ).

Ισχυρίζονται ότι το μεγαλύτερο μέρος των προσφερόμενων γνώσεων και πληροφοριών, αφορά στον Χριστιανισμό, ενώ το πρόβλημα έγκειται στην ομογενοποιημένη – ταυτόχρονη μείξη και διδασκαλία, σχεδόν σε κάθε ενότητα και σε κάθε διδακτική ώρα, πέντε – έξι διαφορετικών θρησκευμάτων με ετερόκλητα χαρακτηριστικά. Ισχυρίζονται, πως υπάρχουν «τρεις κύκλοι» στο ΠΣ που αφορούν στην παράδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής  Εκκλησίας  τη γνωριμία με τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις και τέλος τα μεγάλα θρησκεύματα (ΠΣ, σ. 17), ενώ δεν υπάρχουν τρία χωριστά σύνολα πληροφοριών, αλλά κυρίως συνυπάρχουν από κοινού σε ένα συνονθύλευμα, ετερόκλητες πληροφορίες  και από τους «τρείς κύκλους».

Ισχυρίζονται ότι με το ΠΣ δεν επιδιώκουν την «τυπική θρησκειολογική ενημέρωση», ούτε τον «σχετικισμό ή ακόμη χειρότερα τον συγκρητισμό» (ΠΣ σ. 13), ενώ για την αποφυγή τους δεν λαμβάνουν στοιχειώδη «μέτρα ασφάλειας», αλλά και ούτε μπορούν να λάβουν, εξαιτίας της πολυθρησκειακής  δομής  του.  Να   σημειωθεί  ότι   απευθύνονται   σε   μικρά παιδιά που δεν έχουν ακόμη αναπτύξει τις απαιτούμενες πνευματικές ικανότητες για να επεξεργαστούν τα σχετικά ζητήματα, τα οποίο παρουσιάζονται ισότιμα, ως «ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών» (ΟΔ. ΕΚΠ. Σ. 86),

Αντιθέτως, με το ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα (ΦΕΚ 406/5-5-1998 Υπουργική απόφαση Γ2/2289/26-3-1998) και όλα τα παλαιότερα Αναλυτικά Προγράμματα, η διδασκαλία των θρησκειών γίνεται στη Β΄ Λυκείου, σε χωριστές από τον Χριστιανισμό ενότητες. Επειδή, μάλιστα, το πρόβλημα του συμφυρμού των στοιχείων των θρησκειών είναι ορατό, γι’ αυτό λαμβάνονται μέτρα, ώστε να αποφευχθεί. Τα μέτρα αφορούν στην διακριτή διδασκαλία κάθε θρησκείας καθώς και στο πνευματικό και αντιληπτικό επίπεδο των μαθητών.

Το νέο ΠΣ, προκειμένου να καθιερωθεί η εφαρμογή του, χρησιμοποιεί δύο όπλα: α) την παραπλάνηση και β) τις σύγχρονες μορφές και μεθόδους διδασκαλίας. Αναφορικά με την παραπλάνηση, οι συντάκτες, ενώ διαβεβαιώνουν τη «θεμελίωση της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας στη σχολική εκπαίδευση σε ένα υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο» (ΠΣ σ. 17). εντέχνως την αλλοιώνουν, δηλ, ουσιαστικά την καταργούν. Αναφορικά με το δεύτερο όπλο, οι σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας είναι δυνατόν να εφαρμοστούν στο ισχύον ΜτΘ, χωρίς αυτό να απολέσει την ορθόδοξη ταυτότητά του.

Με το ΠΣ στηρίζουν δήθεν, ως διατείνονται, «το δικαίωμα όλων των παιδιών για Θρησκευτική εκπαίδευση» (ΠΣ σ. 11), ενώ η  ελληνική  Πολιτεία  παρέχει ήδη σε όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά τη δυνατότητα να μορφωθούν και να παρακολουθήσουν όλα τα μαθήματα που προβλέπονται στις βαθμίδες της εκπαίδευσης,  μεταξύ αυτών και τα θρησκευτικά.

Με το νέο Πρόγραμμα επίσης, ενώ οι ίδιοι συνέταξαν το ισχύον ΑΠΣ (ΦΕΚ τ.Β΄ αρ. 303/13-03-03) και ήταν υπεύθυνοι για τη συγγραφή των βιβλίων και αναγνωρίζουν τη λειτουργικότητά τους (ΠΣ, (σ. 10-11), έρχονται και τα καταργούν.

Το νέο ΠΣ συσκοτίζει την αντίληψη των μικρών μαθητών για το ποιος είναι ο Θεός που σώζει τον άνθρωπο, καθώς και ποια είναι η αληθινή κοινωνία μαζί Του επειδή η ξεκάθαρη απάντηση θεωρείται «ομολογιακή εμμονή,  κατηχητισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία» (ΠΣ σ. 11,13).

Σ’ αυτή     τη   λογική    κινούνται    όλες  οι  Θ.Ε.  Για  παράδειγμα,  στη  Γ΄ Δημοτικού, τα παιδιά διδάσκονται ότι η Σαρία είναι «Νόμος του Θεού στην ανθρωπότητα» (ΠΣ σ. 111-112), εξετάζουν την απεικόνιση του Θεού στο Χριστιανισμό, στον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ και τις Ανατολικές θρησκείες, που είναι οι «άλλες θρησκευτικές παραδόσεις»  (ΠΣ σ. 120-121). Το ΠΣ, με βάση την ιδεολογία του, (πολυθρησκευτικότητα), αποκρύπτει έντεχνα την θεμελιώδη αλήθεια της χριστιανικής Πίστεως, πως ο Χριστός είναι ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας του κόσμου. Κατά περίπτωση, είτε την αποσιωπά (ΠΣ σ. 40), είτε αν χρειάζεται, αναφέρεται μεν στη Θεϊκή Του φύση, αποσιωπά δε την μοναδικότητά της, ενώ επιστρατεύει άσχετες μ’ αυτήν πληροφορίες, είτε αντί της θεϊκής, τονίζει την ανθρώπινη φύση Του (Π.Σ. σ. 45), είτε μειώνει την εικόνα που αποκομίζουν οι μαθητές για τη Θεότητά Του, εμφανίζοντάς Τον ως δάσκαλό μεταξύ των φιλοσόφων δασκάλων των Θρησκειών (ΠΣ σ. 63-69). είτε τονίζει δευτερεύουσες έννοιες του θέματος, για να αποσιωπήσει εκείνες που παραπέμπουν στην μοναδικότητα της εν Χριστώ    σωτηρίας    (ΠΣ σ. 46-47,  78-79),  είτε  αφήνει vα  εννοηθεί    το ενδεχόμενο, να ανέδειξαν τον Χριστό οι μεσσιανικές προσδοκίες (ΠΣ σ. 123-124), σύμφωνα με γνωστή θεωρία. Στο ΠΣ έχει χαθεί ο προσανατολισμός οπότε βασιλεύει η απόλυτη σύγχυση.

Λόγω της συνεξέτασης του Χριστιανισμού με τις Θρησκείες, στρεβλώνονται θέματα προκειμένου να συνδυαστούν: π.χ. το Ορθόδοξο Βάπτισμα ως αντίστοιχο των τελετών ενηλικίωσης των Εβραίων και των Μουσουλμάνων (ΠΣ σ. 57). Οι Χριστιανοί άγιοι με τα ιερά πρόσωπα θρησκειών, ως να μην είναι η αγιότητα καρπός του Αγίου Πνεύματος, αλλά ανθρώπινη κατάκτηση (ΠΣ σ. 61). Η Αγία Γραφή με τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δηλ. η αλήθεια του Θεού μαζί με τις μαγείες, τους μύθους, τις δεισιδαιμονίες (ΠΣ σ. 62, 70-71). Η  μετάνοια, η νηστεία, η άσκηση της Σαρακοστής, συνδυάζονται με τη νηστεία, το διαλογισμό, τη γιόγκα στις Θρησκείες (ΠΣ σ. 72-73). Σε άλλη Θ.Ε., το ΠΣ αναφέρεται στους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι αντιμετώπισαν τα προβλήματα των αιρέσεων (ΠΣ σ. 109-110), και ως γνωστόν, καταδίκασαν τις ειδωλολατρικές αντιλήψεις και λατρείες, ενώ σε άλλες το ΠΣ τις συνδυάζει με τις ορθόδοξες.

Στο ΠΣ έχει εγκαταλειφθεί, σε ικανό βαθμό, η ιστορική σειρά των γεγονότων, έτσι ώστε να μην γνωρίζουν οι μαθητές λ.χ. αν προηγήθηκε χρονολογικά ο προφήτης Μωυσής ή ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Σοβαρά δε θεολογικά σφάλματα το καθιστούν ακατάλληλο για Ορθοδόξους μαθητές, ως ότι η μουσουλμανική σαρία είναι ο νόμος του Θεού. Υπάρχουν σ’ αυτό σημαντικά σφάλματα ως και παιδαγωγικά τοιαύτα (Ευαγ. Πονηρός Δ/ρ Θ.Μ.Φ., Σχολικός Σύμβουλος Πειραιώς Α’ Αθηνών – Κυκλάδων).

Εν όψει όλων των προεκτιθεμένων, καθίσταται πλέον ή σαφές ότι και το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών έτους 2014 για το μάθημα των Θρησκευτικών στην Α/Βάθμια και Β/Βάθμια Εκπαίδευση, ως πολυθρησκευτικό που είναι, ευρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το ισχύον στην Ελλάδα, ως άνω, νομικό καθεστώς. Τούτο δε διότι, ενώ το άρθρ. 16 παρ. 2 του Συντάγματος απαιτεί την ανάπτυξη της Ορθόδοξης ως άνω συνείδησης των μαθητών, με το εν λόγω Πρόγραμμα Σπουδών, σε συνδυασμό με τον αναθεωρημένο Οδηγό Εκπαιδευτικού (2014), οδηγεί στην πλήρη αποδόμηση και εκθεμελίωση τελικά της Ορθόδοξης θρησκευτικής συνείδησής τους.

Η τοιαύτη μετατροπή του υφιστάμενου αμιγώς Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των Θρησκευτικών στο παραπάνω συγκρητιστικό και πολτοποιημένο θρησκευτικό μόρφωμα έχει καταδικασθεί από ολόκληρο το πλήρωμα της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας, με επικεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, ως και από σύμπασα την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους -που χαρακτήρισε το μη ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών ως «φυλακή»- από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ), την ΚΔ’ Συνδιάσκεψη των Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Μητροπόλεων, από λίαν υψηλού επιπέδου διεθνή και πανελλήνια Επιστημονικά Συνέδρια και Ημερίδες, από υψηλής Πνευματικότητας ηγουμένους του Αγίου Όρους, ως ο μακαριστός ηγούμενος της Ι. Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους Γεώργιος Καψάνης, ο οποίος σε κείμενο του χαρακτήρισε το Πρόγραμμα Σπουδών οδηγό προς την πολυθρησκεία, «ευαγγέλιο» πλάνης και πλήγμα δαιμονικό κατά του Ορθόδοξου Ελληνικού λαού (Περιοδικό «ο Σωτήρ» τευχ. Σεπτεμβρίου 2013, σελ. 373-374). Επίσης ο προηγούμενος της Ι. Μονής Ιβήρων Βασίλειος Γοντικάκης, κατά τον οποίο με το πολυθρησκευτικό ως άνω κατασκεύασμα προδίδεται η Ορθόδοξη Πίστη μας (Περιοδικό «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» της Π.Ε.Θ. τ. Απριλίου – Ιουνίου 2012). Ωσαύτως, από έγκριτους και ειδήμονες Επιστήμονες, απο πλήθος εγκύρων δημοσιευμάτων και ραδιοφωνικών εκπομπών κ.λ.π.

Να προστεθεί τέλος ότι την επιχειρηθείσαν και στην Κύπρο μετατροπή του εκεί διδασκομένου Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των Θρησκευτικών σε πολυθρησκευτικό αποδοκίμασε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος και γενικώς ο κλήρος και ο Ορθόδοξος λαός της Κύπρου.

3)         Αναφορικά με το τρίτο των υποβληθέντων αιτημάτων, εάν δηλαδή, με βάση το ισχύον στην Ελλάδα νομικό καθεστώς, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει λόγο και δικαίωμα ως προς τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών, πρέπει να λεχθούν τα εξής:

Σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο του νόμου 590/1977, Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος, «Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, ως τα της Χριστιανικής αγωγής της νεότητος» κ.ά. Περαιτέρω κατά το άρθρο 9 του ιδίου νόμου «Η Δ.Ι.Σ.  (Διαρκής Ιερά Σύνοδος), ως διαρκές διοικητικόν όργανον της Εκκλησίας, ασκεί τας κάτωθι αρμοδιότητας… ε) Παρακολουθεί το δογματικόν περιεχόμενον των δια τα σχολεία της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών». Στο ίδιο δε άρθρο, υπό το στοιχείο ζ΄, ορίζεται ότι η Δ.Ι.Σ. μεριμνά περί του κατά Χριστόν βίου του Ορθοδόξου πληρώματος δια των ενδεικτικώς εκεί αναφερομένων μέσων, ως και « δια παντός άλλου προσφόρου, κατά την κρίσιν Αυτής, μέσου», ενώ ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο του ιδίου άρθρου ότι «Εις περίπτωσιν διαταράξεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας δι’ ετεροδιδασκαλίας ή άλλης επεμβάσεως εις βάρος αυτής, η Δ.Ι.Σ. ζητεί την επέμβασιν των Αρμοδίων Αρχών…». Αποτελεί δε ετεροδιδασκαλία η νόθευση της Ορθοδόξου Πίστεως κατά το μάλλον και ήττον και με οποιονδήποτε τρόπο (βλ. Γ. Κρίππα όπ.π. κάτω σελ. 146).

Πρέπει δε να λεχθεί ενταύθα ότι οι προπαρατεθείσες διατάξεις του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977) – ως και ο ως άνω ν. 1566/1985 – δεν είναι δυνατόν να καταργηθούν, διότι αποτελούν στην πράξη εφαρμογή του άρθρου 16 § 2 του Συντάγματος. Αυτό έχει δεχθεί και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία, δεν είναι δυνατή η κατάργηση νόμου, εκδοθέντος προς εφαρμογήν συνταγματικής διατάξεως και συνεπώς θα εξακολουθεί να ισχύει ο αντισυνταγματικώς καταργηθείς νόμος (ΣτΕ 2056/2001 Διοικ. Δίκη, σελ. 87 επ., Γ. Κρίππα «Το Ατομικό Δικαίωμα της Θρησκευτικής Ελευθερίας της Εκκλησίας να καθορίζει η ίδια την ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών» στο περιοδικό ΚΟΙΝΩΝΙΑ της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, έτος 2013, τεύχος 3, σ. 145 εξ. και ειδικότερα στις σελ. 146 και 156, υποσημ. 4, ως και ιδίου Νομοθετικό κενό συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και εντεύθεν υποχρεώσεις της κρατικής διοικήσεως, ως και εις Καλλιαντέρη-Τουτζιαράκη, Η αρχή της νομιμότητος εις Επιθ. Δημ. Δικ. 2001, σελ. 28).

Εν όψει όλων αυτών, προκύπτει σαφώς ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, είναι, με βάση την ελληνική νομοθεσία (άρθρο 3 § 1 του Συντάγματος), φορέας του ατομικού δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας και ότι το δικαίωμά της αυτό παραβιάζεται στην περίπτωση που η Πολιτεία αποφασίσει να διδάσκονται ως ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών στις σχολικές μονάδες ή κείμενα, που η Εκκλησία τα θεωρεί ασυμβίβαστα, κατά το μάλλον και ήττον, προς τις αρχές της διδασκαλίας της, όπως η διδασκαλία της ειδικότερα καθορίζεται και κατοχυρώνεται στις και με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις του άρθρου 3 του Συντάγματος, της Εκκλησίας της Ελλάδος δικαιουμένης να ζητήσει την ικανοποίηση του δικαιώματός της τούτου από την Ελληνική Δικαιοσύνη και αν χρειασθεί και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, (βλ. σχετ. ειδικότερα και αναλυτικώς εις Γ. Κρίππα, ενθ. ανωτ., σελ. 145 επομ. 148, 149, ως και πλούσια αυτόθι διεθνή βιβλιογραφία και ad hoc απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, μετά σχετικών επίσης υποσημειώσεων εις σελ. 149-156. Βλ., ωσαύτως, εις Χρ. Σγουρίτσα Συνταγματικό Δικ., τόμος Β΄, τεύχος Α΄, σελ. 12, ως και εις το άρθρο «Περί τα Θρησκευτικά» του Αρχιμ. Κων. Ραμιώτη πτυχ. Θεολογίας – τ. Δικαστού, εις Ορθόδοξο Τύπο της 9.10.2015).

Μετά από αυτά προκύπτει ότι, με βάση την Ελληνική Νομοθεσία, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος έχει τον κύριο και αποφασιστικό λόγο και δικαίωμα άμα για τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών.

Οι υπογράφοντες

Γεώργιος Η. Κρίππας, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου

Παναγιώτης Ι. Δροσίτης, Επίτ. Πρόεδρος Εφετών

Απόστολος Φ. Βλάχος, Επιτ. Πρόεδρος Εφετών

http://www.petheol.gr/nea/gnomodoteseepierotematonschetikonmetomathematonthreskeutikontonkkgeorgiouekrippapanagioteidrositeapostolouphblachou

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Επιμορφωτικό Πρόγραμμα Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων – Ερωτηματολόγιο αναγκών/επιθυμιών επιμόρφωσης

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Φεβρουαρίου 2016

Επιμορφωτικό Πρόγραμμα Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ)

Ερωτηματολόγιο αναγκών/επιθυμιών επιμόρφωσης

Αθήνα, 10 Δεκεμβρίου 2015

Αριθμ. Πρωτ. 235

Προς

Τους Θεολόγους Καθηγητές των σχολείων της Ελλάδας

Θέμα: Επιμορφωτικό Πρόγραμμα Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ)

                             Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Στο πλαίσιο της φιλοσοφίας για συνεχή επαγγελματική βελτίωση και ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) σχεδιάζει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα επιμόρφωσης, σε θέματα διδακτικής μεθοδολογίας, διαχείρισης της τάξης και αξιολόγησης μαθητών. Ως αφετηρία των δράσεών της, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων θεωρεί αυτή την επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς αναγκαία, ώστε η στόχευση των παιδαγωγικών της προτάσεων να οδηγεί στην ανανέωση και τη μέγιστη αποτελεσματικότητα.

Τα μαθήματα θα γίνονται είτε μέσω του Διαδικτύου (elearning) για να συμμετέχουν και συνάδελφοι που διαμένουν στην επαρχία, είτε στους χώρους της Ένωσής μας, είτε σε άλλους χώρους που θα επιλεγούν ειδικά για τους σκοπούς της επιμόρφωσης. Οι προτάσεις μας καλύπτουν ένα ευρύ πεδίο ενδιαφερόντων και αναγκών, τα οποία θα ανταποκριθούν στις ανάγκες που εσείς θα δηλώσετε. Γι΄ αυτόν τον λόγο σας στέλνουμε ένα διαγνωστικό ερωτηματολόγιο αναγκών και επιθυμιών επιμόρφωσης.

Τα επιμορφωτικά προγράμματα που θα λειτουργήσουν απευθύνονται σε εκπαιδευτικούς Δευτεροβάθμιας και Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και δεν είναι απαραίτητο να υπηρετεί κάποιος σε σχολείο, προκειμένου να τα παρακολουθήσει. Σε επόμενη φάση, οι εφαρμογές που θα γίνουν σε σχολικές τάξεις, με τη συγκατάθεση των συναδέλφων, προβλέπεται να κοινοποιηθούν στην ευρύτερη εκπαιδευτική κοινότητα ως παραδείγματα καλή πρακτικής και να παρουσιαστούν σε σχετικές ημερίδες και συνέδρια.

Προκειμένου να καταρτίσουμε το πρόγραμμα επιμόρφωσης που θα ανταποκρίνεται σε όσα εσείς επιθυμείτε, παρακαλούμε νασυμπληρώσετε το σχετικό ερωτηματολόγιο, μέχρι 1 Φεβρουαρίου, στον σύνδεσμο:http://www.surveygizmo.com/s3/2496851/

Αναμένουμε την ανταπόκρισή σας και ευχόμαστε σε όλους Ευτυχισμένο το Νέο Έτος.

Με τιμή

Για το ΔΣ της ΠΕΘ

      Ο Πρόεδρος                                           Ο Γενικός Γραμματέας

Κωνσταντίνος Σπαλιώρας                        Παναγιώτης Τσαγκάρης

Δρ Θεολογίας                                               Mr Θεολογίας

http://www.petheol.gr/nea/epimorphotikoprogrammapanelleniasenosestheologon-erotematologioanankonepithymionepimorphoses

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Εισήγηση του προέδρου της ΠΕΘ κ. Κωνσταντίνου Σπαλιώρα στην ειδική Συνεδρίαση της ΔΙΣ (12-01-2016) για το Μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 23 Ιανουαρίου 2016

Εισήγηση του προέδρου της ΠΕΘ κ. Κωνσταντίνου Σπαλιώρα

στην ειδική Συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (12-01-2016)

για το Μάθημα των Θρησκευτικών 

Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, κύριοι καθηγητές,

Αφού ευχαριστήσω και συγχαρώ τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο για την εμπεριστατωμένη και διαλλακτική του εισήγηση, επιτρέψτε μου να αναφερθώ δειγματικά μόνον σε κομβικά σημεία, που δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα στο μάθημα των Θρησκευτικών και στον κλάδο των Θεολόγων καθηγητών και είναι εκείνα, που χαρακτηρίζουν  τα Νέα προτεινόμενα Προγράμματα Σπουδών (2011), (2014) και (2015) και για τα οποία αντέδρασε εξ’ αρχής και αντιδρά η ΠΕΘ.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΤΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ – ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 2014

Το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) του 2014, όπως και το Π.Σ του 2011, συνεξετάζει από την Γ΄ Δημοτικού, την Ορθόδοξη παράδοση, τον Ρωμαιοκαθολικισμό και τον Προτεσταντισμό, ταυτόχρονα και ισότιμα με τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ, τον Ινδουισμό, το Βουδισμό, τον Ταοϊσμό και τον Κομφουκιανισμό.

Πρόκειται δηλαδή για ένα πολυθρησκειακό μόρφωμα, το οποίο στηρίζεται στην τεχνητή-επιφανειακή σύγκλιση μεταξύ των (3) δογμάτων του χριστιανισμού αλλά και του Χριστιανισμού με τα ξένα θρησκεύματα. Έτσι. όμως,  οδηγεί σε εσφαλμένα επιστημονικά και θεολογικά συμπεράσματα, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές, τους οδηγεί στο συγκρητισμό, είναι ασύμβατο με την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η δε διδασκαλία του καταργεί τον χριστοκεντρικό προσανατολισμό του ΜτΘ και τον κάνει ανθρωποκεντρικό-συγκρητιστικό.  

Οι συντάκτες των παραπάνω ΠΣ τα συνέταξαν αυθαίρετα, χωρίς να ζητηθεί η συμμετοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ούτε των Θεολογικών Σχολών, ούτε η συμμετοχή των ειδικών Παιδαγωγών, ούτε της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ). Σημειωτέον ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, με βάση το νόμο, έχει λόγο να ελέγχει το περιεχόμενο της διδασκαλίας του ΜτΘ, που αφορά τους ορθόδοξους μαθητές, αν δηλαδή συμφωνεί με τις αρχές της και προάγει στη χριστιανική αγωγή της νεότητας

Οι προτάσεις των συντακτών του ΠΣ «Θρησκευτικά για όλους τους μαθητές» και «αναβάθμιση του Θρησκευτικού μαθήματος» αποτελούν παραπλανητικά συνθήματα που, ουσιαστικά, αποδέχονται τις κατηγορίες περί ομολογιακού μαθήματος, αποσκοπούν στην αλλοίωση του χαρακτήρα του μαθήματος και γι΄ αυτό δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη μεγάλη πλειονοψηφία των μάχιμων Θεολόγων και όχι μόνο.

Ισχυρίζονται ψευδώς πως το μεγαλύτερο μέρος των προσφερόμενων πληροφοριών, αφορά στον Χριστιανισμό, ενώ το πρόβλημα έγκειται στην ομογενοποιημένη – ταυτόχρονη μείξη ετερόκλητων χαρακτηριστικών. Ισχυρίζονται πως υπάρχουν «τρεις κύκλοι» στο ΠΣ, που ο ένας αναφέρεται στην παράδοση της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας, ο δεύτερος στη γνωριμία με τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις και τέλος, ο τρίτος στα μεγάλα θρησκεύματα (ΠΣ. σ.17), ενώ δεν υπάρχουν τρία χωριστά σύνολα πληροφοριών, δεν υπάρχουν τρεις ξεχωριστοί κύκλοι, αλλά τρεις τεμνόμενοι κύκλοι όπου περιπλέκονται όλες μαζί: Η Ορθοδοξία, οι χριστιανικές ομολογίες και οι θρησκείες και καταργούνται οι διακριτές ταυτότητες και διαφορές.

Με το ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα, ως γνωστό, οι θρησκείες διδάσκονται στη Β΄ λυκείου, σε χωριστές από τη Ορθοδοξία και τις χριστιανικές ομολογίες ενότητες, για να υπάρχει προληπτική αντιμετώπιση της σύγχυσης που προκαλεί στους μαθητές ο θρησκευτικός συμφυρμός και συγκρητισμός.

Το ΠΣ, προκειμένου να καθιερωθεί ή μάλλον να επιβληθεί η εφαρμογή του, χρησιμοποιεί δύο όπλα α) την παραπλάνηση και β) τις σύγχρονες μορφές διδασκαλίας. Οι συντάκτες, ενώ διαβεβαιώνουν τη «θεμελίωση της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας στη σχολική εκπαίδευση σε ένα υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο» (ΠΣ σ. 17), περίτεχνα την αλλοιώνουν και ουσιαστικά την καταργούν. Αναφορικά με το δεύτερο όπλο, οι σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας είναι ουδέτερες και είναι δυνατόν να εφαρμοστούν και στο ισχύον ΜτΘ, χωρίς αυτό να απολέσει την ορθόδοξη ταυτότητά του.

Το ΠΣ συσκοτίζει περίτεχνα την αντίληψη των μικρών μαθητών για το ποιος είναι ο Θεός που σώζει τον άνθρωπο. Η ξεκάθαρη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα χαρακτηρίζεται «ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία» (ΠΣ σ. 11, 13).

Το ΠΣ, δέσμιο της ιδεολογίας του, «θολώνει τα νερά» – αποκρύπτει σκόπιμα τη θεμελιώδη αλήθεια της χριστιανικής πίστεως, πως ο Χριστός είναι ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας του κόσμου.

Λόγω της συνεξέτασης του Χριστιανισμού με τις θρησκείες, στρεβλώνονται θέματα με εντελώς διαφορετική θεολογία, προκειμένου να συνυπάρξουν και να συνδυαστούν σε ένα απαράδεκτο και ακατάλληλο πολτοποιημένο διδακτικό σχήμα για μικρά παιδιά: Π.χ. το ορθόδοξο βάπτισμα, ως αντίστοιχο των τελετών ενηλικίωσης των εβραίων και των μουσουλμάνων (ΠΣ σ. 57). Οι χριστιανοί άγιοι με τα ιερά πρόσωπα θρησκειών (ΠΣ σ. 61).  Η Αγία Γραφή μαζί με τα ιερά βιβλία των θρησκειών, η χριστιανική αλήθεια μαζί με τις μαγείες, τους μύθους, τις δεισιδαιμονίες (ΠΣ σ. 62, 70-71).

Εκ των ανωτέρω προκύπτει, σαφώς, ότι οι ορθόδοξοι μικροί μαθητές διδάσκονται άλλη θρησκεία από τη δική τους, ο δε προσηλυτισμός τους είναι εμφανής, μέσα από συγκεκριμένες τακτικές και οδηγίες προς τους διδάσκοντες, οι οποίες περιέχονται στον «Οδηγό Εκπαιδευτικού».

Να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με την απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, η διδασκαλία του ορθόδοξου μαθήματος είναι υποχρεωτική για την Πολιτεία, καθώς και η κατάρτιση των προγραμμάτων διδασκαλίας, με ύλη σύμφωνη με τις αρχές του ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος, η δε ορθόδοξη διδασκαλία του ΜτΘ δεν αντιτίθεται στις απαιτήσεις του πλουραλισμού, της πολυφωνίας και της πολυπολιτισμικότητας.

Είναι σημαντική ως προς τούτο η σχετική Γνωμοδότηση για το μάθημα των Θρησκευτικών, των έγκριτων νομικών κ.κ. Γ. Κρίππα, Π. Δροσίτη, Α. Βλάχου που παραδόθηκε στη Σύνοδο.

Συμπεράσματα: Το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών 2014 είναι: α) αντισυνταγματικό, β) παράνομο, γ) αντίθετο προς τις αρχές τις Ορθόδοξης Εκκλησίας, δ) προσηλυτίζει τους μαθητές σε άλλη πίστη, ε) αντιεπιστημονικό, διότι συμφύρει γνώσεις διαφορετικών χώρων, στ) αντιπαιδαγωγικό, διότι απευθύνεται σε μαθητές μικρής ηλικίας και τους οδηγεί στη σύγχυση και το συγκρητισμό.

Οι συντάκτες του ΠΣ δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί μαθητές ανήκουν στους γονείς τους, οι οποίοι τους οδήγησαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και πίστη. Ανήκουν, επίσης, ως βαπτισμένοι χριστιανοί, στον Ιησού Χριστό. Οι συντάκτες κανενός Προγράμματος ΕΣΠΑ δεν έχουν το δικαίωμα να τους οδηγήσουν στην πανθρησκεία και στην πολυθεϊα.

Ο Χριστός δεν μπορεί να συσχετίζεται εξισωτικά με τους φιλοσόφους-δασκάλους των θρησκειών. Το θεανθρώπινο πρόσωπό του είναι μοναδικής σημασίας για τη σωτηρία του κόσμου, επειδή Εκείνος είναι ο μοναδικός Θεάνθρωπος και Σωτήρας. Η αντίληψη να θεωρείται αυτή η μοναδική σχέση ως έκφραση μονοφωνίας, είναι αντιχριστιανική.

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΛΥΚΕΙΟΥ 2014

Παρόμοια προβλήματα παρατηρούνται και στο νέο ΠΣ για το ΜτΘ του Λυκείου.

Ο τίτλος του μαθήματος στις τάξεις του Λυκείου είναι: (Α΄ Λυκείου: Θρησκεία και σύγχρονος άνθρωπος, Β΄ Λυκείου: Θρησκεία και κοινωνία, Γ΄ Λυκείου: Θρησκεία και σύγχρονος κόσμος). Η «αφαίρεση», που δηλώνεται με τον όρο «Θρησκεία», οδηγεί σε πλήθος ερμηνειών, που παραπέμπουν σε μια φαινομενολογική, κοινωνιολογική ή άλλη θεώρηση, που δεν είναι, πάντως, ούτε θεολογική ούτε θρησκειολογική. Πρόκειται για έναν όρο που δεν εστιάζει στη διαφορετικότητα των θρησκειών, αλλά παραπέμπει σε μια γενικευμένη και αφηρημένη έννοια περί θρησκείας, που τείνει να συμπεριλάβει όλες τις θρησκείες κάτω από μια υπεραπλουστευμένη και θολή εννοιολογική προσέγγιση.

Η εισαγωγή του πιο πάνω μοντέλου δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα σε ό,τι αφορά στη διδασκαλία του χριστιανισμού και των θρησκευμάτων.  Η άποψή μας αυτή βασίζεται στην αρχή της συνέπειας σε ό,τι αφορά στη λειτουργία ενός συστήματος. Κάθε σύστημα θα πρέπει να διδάσκεται ως ένα οργανωμένο όλο, προκειμένου να διαπιστωθεί η λειτουργικότητα των μερών του. Για παράδειγμα, η Θεία Ευχαριστία δεν μπορεί να νοηθεί εκτός της Εκκλησίας, που με τη σειρά της δεν μπορεί να νοηθεί εκτός της πίστης. Είναι προφανές ότι ένας κατακερματισμός των εννοιών δεν αποκαλύπτει τις ενδοσυστημικές σχέσεις των μερών του συστήματος. Πολύ δε περισσότερο, όταν δεν είναι σαφές, πώς προσεγγίζουμε τις έννοιες αυτές. Δεν είναι σαφές αν κάνουμε λόγο για μια θεολογική, θρησκειολογική, ψυχολογική, ανθρωπολογική ή κοινωνιολογική προσέγγιση. Η πραγμάτευση μη απτών εννοιών δημιουργεί ένα θολό τοπίο, που οδηγεί τους μαθητές σε σύγχυση καθώς δεν αντιλαμβάνονται πώς μπορούν να τις προσεγγίσουν, τη στιγμή, μάλιστα, που κάτι άλλο προσδοκούν από το Μάθημα των Θρησκευτικών.

Αντί να υιοθετηθεί μια λιτή και μεθοδική προσέγγιση με συνέπεια σε ό,τι αυτή είναι και περιλαμβάνει, επιλέγεται μια επιφανειακή και επιπόλαιη διαχείριση εννοιών με αμφίβολα αποτελέσματα ως προς την κατάκτηση των απαραίτητων γι’ αυτό το πνευματικό επίπεδο των μαθητών γνώσεων και εμπειριών.

Το Ουσιαστικό επομένως πρόβλημα της εφαρμογής αυτών των Προγραμμάτων Σπουδών είναι η αναποτελεσματική διαχείριση των εννοιών αυτών από τους μαθητές, που δεν έχουν ούτε τα απαιτούμενα μεθοδολογικά εργαλεία ούτε την προϋποτιθέμενη γνώση για να τις διαχειριστούν σε βάθος. Η επιφανειακή και πρόχειρη διασύνδεση των εννοιών στις διάφορες θρησκείες αναδεικνύει ένα επιπρόσθετο πρόβλημα, αυτό του θρησκευτικού συγκρητισμού, το ίδιο δηλαδή που παρατηρείται και στο Πρόγραμμα Δημοτικού – Γυμνασίου.

Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,

Μετά από αυτήν την σύντομη υπογράμμιση της ακαταλληλότητας των δύο Προγραμμάτων η ΠΕΘ καταθέτει σήμερα στην σημερινή Διαρκή Σύνοδο  (3) τρεις βασικές θέσεις – δηλώσεις και (1) μία συγκεκριμένη και σαφή πρόταση:

1η Θέση

Τα μέλη της ΠΕΘ, που  στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μάχιμοι Θεολόγοι, που διδάσκουν το μάθημα των Θρησκευτικών στις σχολικές αίθουσες δηλώνουν ξεκάθαρα ότι:   

α) Είναι κάθετα αντίθετα με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών, που έχουν αρχειοθετηθεί στα συρτάρια του Υπουργείου Παιδείας. Οι συντάκτες τους, ωστόσο, επιχειρούν απεγνωσμένα, παρά τις μεγάλες και επί (4) συναπτά έτη αντιδράσεις που αυτά έχουν προκαλέσει, να τα επαναφέρουν σε ισχύ (βλ. με σεμινάρια Σχ. Συμβούλων, με εκπομπές στα ΜΜΕ, με παραφιλολογία εκφοβισμού του θεολογικού κόσμου, κ.λ.π),

β) Οι Θεολόγοι δεν πρόκειται να δεχτούν ποτέ να εφαρμόσουν τέτοιου είδους Προγράμματα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών, ακόμα και στην απίθανη περίπτωση, που τυχόν θα ελάμβαναν την έγκριση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι διαλύουν το μάθημά μας, διαστρέφοντας το χαρακτήρα του, τον σκοπό, το περιεχόμενο, την αποστολή και τον ρόλο του.

γ) Οι Θεολόγοι θα αντιταχθούν στην εφαρμογή τους με κάθε προσφερόμενο, ενδεικνυόμενο, εφευρετικό και νόμιμο τρόπο (προσφεύγοντας ακόμη και στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια), αν ποτέ καταφέρουν οι εμπνευστές τους, παρακάμπτοντας τη θέληση της πλειοψηφίας του θεολογικού κόσμου, να τα εισαγάγουν στο χώρο του σχολείου.

Ξεκάθαρα και αποφασιστικά λόγια:

Οι Θεολόγοι της πατρίδας μας, δεν θα υποχωρήσουν, δεν θα κάνουν την χάρη κανενός με οποιοδήποτε τίμημα, δεν θα παραβούν το χρέος τους ως θεολόγοι, δεν θα αρνηθούν την ορθόδοξη παράδοσή τους ως βάση της χριστιανικής αγωγής των ορθοδόξων μαθητών.

2η Θέση

Δηλώνουμε επίσης, ότι τους εμπνευστές αυτών των απαράδεκτων Νέων Προγραμμάτων Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών, ως ανθρώπους, συναδέλφους και επιστήμονες, τους σεβόμαστε και τους τιμούμε. Όμως, το συγκεκριμένο κατασκεύασμά τους, το αρνούμαστε άρδην, όπως και την ολιγομελή συλλογική τους έκφραση τον ΚΑΙΡΟ, την οποία μάλιστα, έγκυροι και έγκριτοι νομικοί την χαρακτηρίζουν με επίσημα έγγραφα, παράνομη. 

Ξεκάθαρα και αποφασιστικά λόγια:

Αρνούμαστε να τους αποδεχτούμε ως ισότιμους συνομιλητές, παρά το ότι, ειδικά σήμερα, αφενός από σεβασμό και αγάπη Χριστού προς το πρόσωπό σας και τα πρόσωπα όλων των σεβασμίων Συνοδικών Αρχιερέων και, αφετέρου, από υπακοή στην πρόσκλησή σας, είμαστε στην ίδια αίθουσα μαζί τους. Οι λόγοι που δεν τους αποδεχόμαστε είναι οι παρακάτω:

α) Δημιούργησαν τεράστιο πρόβλημα στο ορθόδοξο μάθημά μας, συκοφαντώντας το για άγνωστους σ’ εμάς λόγους, ως κατηχητικό και ομολογιακό, με σκοπό, τελικά, να το αποδομήσουν συγγράφοντας και εφαρμόζοντας το πολυθρησκειακό τερατούργημα.

β) Διαίρεσαν και δίχασαν τον θεολογικό κόσμο, αποδυναμώνοντας τη θέση του έναντι της πολιτείας.

γ) Αρνούνται στην Εκκλησία της Ελλάδος, όπως δήλωσαν σε πρόσφατη ανακοίνωσή τους, το πηγάζον εκ των Συνταγματικών επιταγών και του Καταστατικού Χάρτη, δικαίωμα και χρέος της, να έχει λόγο στην χριστιανική αγωγή της νεότητας.

3η Θέση

Η ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος οφείλει, όπως επανειλημμένα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια που αγωνιζόμαστε γι΄ αυτή την υπόθεση της έχουμε ζητήσει, να τοποθετηθεί συλλογικά και εγγράφως, όπως έχει κάνει και για άλλα φλέγοντα θέματα της κοινωνικής επικαιρότητας:

α) Απέναντι στα απαράδεκτα για μας Πιλοτικά Προγράμματα Σπουδών.

β) Απέναντι στην εκπεφρασμένη θέση του νυν Υπουργού Παιδείας κ. Νικολάου Φίλη για την αλλαγή του μαθήματος των Θρησκευτικών σε καθαρή θρησκειολογία.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ

Το ΠΣ είναι δομημένο με πολυθρησκειακή δομή. Πρέπει να συνταχθεί εξ αρχής νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, το οποίο να διδάσκει χωριστά το Χριστιανισμό, με βάση την οντολογία και κοσμοθεωρία του και αντίστοιχα τις θρησκείες με τις δικές τους θέσεις. Ειδικότερα, οι θρησκείες να διδάσκονται συστηματικά σε μαθητές του Λυκείου, ώστε να μπορούν να επεξεργαστούν, με κριτική σκέψη, τις προσφερόμενες γνώσεις, χωρίς να αποκλείεται η απλή πληροφόρηση για το θρησκευτικό φαινόμενο και σε μικρότερες τάξεις, σε ολιγάριθμες θεματικές αλλά ξεχωριστές ενότητες για κάθε θρήσκευμα. Η σύνταξη του νέου ΑΠΣ να γίνει με βάση το ΑΠΣ του 2003 και τα βιβλία του 2003-2006, με τις απαιτούμενες διορθώσεις, βελτιώσεις και εμπλουτισμό με παιδαγωγική και διδακτική μεθοδολογία. Αυτή η εξ΄αρχής σύνταξη νέου ΠΣ θα είναι μία  ενωτική προσπάθεια, που θα πραγματοποιηθεί, αφού συσταθεί μεικτή θεολογική Επιτροπή Παιδείας, χωρίς αποκλεισμούς, με την παρουσία σε αυτήν του Υπουργείου Παιδείας, της Εκκλησίας, των Θεολογικών Σχολών, της ΠΕΘ, και οπωσδήποτε θεολόγων εμπειρογνωμόνων εξειδικευμένων στην Παιδαγωγική και διδακτική του ΜτΘ.

http://www.petheol.gr/nea/eisegesetouproedroutespethkkonstantinouspaliorasteneidikesynedriasetesdis12-01-2016giatomathematonthreskeutikon

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ανοιχτή Επιστολή – Καταγγελία της ΠΕΘ για επιμόρφωση δασκάλων και Θεολόγων σε μη ισχύον Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 16 Ιανουαρίου 2016

Αθήνα, 16 Ιανουαρίου 2016

Ανοιχτή Επιστολή – Καταγγελία

της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων

***

 Επιμόρφωση δασκάλων και Θεολόγων

σε μη ισχύον Πρόγραμμα Σπουδών

για το μάθημα των Θρησκευτικών

***

ΙΕΠ και Περιφερειακή Διεύθυνση επιμορφώνουν δασκάλους και Θεολόγους

σε μη ισχύον και ληγμένο Πρόγραμμα Σπουδών του ΕΣΠΑ!!

          Κύριε Υπουργέ,

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) καταγγέλλει ότι η Περιφερειακή  Διεύθυνση Εκπαίδευσης Κεντρικής Μακεδονίας, σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις του  Α΄ και Β΄ Περιφερειακού Επιμορφωτικού Κέντρου (ΠΕΚ) Θεσσαλονίκης, οργανώνει επιμορφωτικά σεμινάρια για το πιλοτικό Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, για δασκάλους και Θεολόγους καθηγητές, όταν όλοι οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έχουμε λάβει εντολή ήδη από την έναρξη του σχολικού έτους, μέσω  Εγκυκλίων του Υπουργείου Παιδείας, ότι το σχολικό έτος 2015-16 διδάσκονται τα ισχύοντα βιβλία του (2006) με βάση το ισχύον Διαθεματικό Ενιαίο Πρόγραμμα Σπουδών του 2003.

Αυτό μας δημιουργεί έντονη ανησυχία, γιατί σε επισκέψεις μας σε σας κ. Υπουργέ, στην Αναπλ. Υπουργό, στον πρ. Γεν. Γραμματέα και, πρόσφατα, στον νέο Πρόεδρο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), λάβαμε ρητές διαβεβαιώσεις ότι τα Νέα Προγράμματα Σπουδών του ΕΣΠΑ για το μάθημα των Θρησκευτικών, δηλαδή τόσο το πιλοτικό του 2011 (αναθεωρημένο το 2014) για το Δημοτικό και Γυμνάσιο όσο και εκείνο του 2015 για το Λύκειο, δεν ισχύουν, ούτε θα ισχύσουν και ότι θα δημιουργηθούν νέα Προγράμματα μετά από δημόσιο διάλογο και με τη συνεργασία όλων των ενδιαφερομένων. Από ό,τι γνωρίζουμε, τις ίδιες διαβεβαιώσεις έλαβε από σας και η ηγεσία της Εκκλησίας.

Αυτό που έχουμε να καταθέσουμε, και το οποίο θεωρούμε ως εξαιρετικά σημαντικό αλλά και περίεργο, είναι ότι και σε άλλα σχολικά μαθήματα έγιναν πιλοτικά Προγράμματα Δημοτικού – Γυμνασίου και Προγράμματα Λυκείου, αλλά σε κανένα άλλο μάθημα και σε καμιά περιφέρεια δεν συμβαίνει αυτό το φαινόμενο, να γίνεται ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ σε μη ισχύοντα Προγράμματα παρά ΜΟΝΟΝ στο πολύπαθο μάθημα των Θρησκευτικών. Εφόσον αυτή η πρωτοβουλία υλοποιείται από επίσημο φορέα επιμόρφωσης του Υπουργείου Παιδείας, προβληματιζόμαστε και, δικαίως, εκτιμούμε ότι η απόφαση για επιμόρφωση, πιθανόν, να έχει ληφθεί από το Υπουργείο Παιδείας και, επομένως, ο διάλογος που μας ανακοινώσατε ότι πρόκειται να γίνει καθίσταται προσχηματικός.

Θεωρούμε ότι ο κλάδος μας εμπαίζεται, όταν από την μια πλευρά έχουμε διαβεβαιώσεις για “πολιτική του διαλόγου” και, από την άλλη, το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ φαίνονται να έχουν ήδη λάβει αποφάσεις, και μέσω των Περιφερειακών Επιμορφωτικών Κέντρων (ΠΕΚ) οργανώνουν επιμορφώσεις εκπαιδευτικών για Προγράμματα, στις οποίες μάλιστα κλήθηκε, προσήλθε και δίδαξε, με βάση το Πρόγραμμα που σας επισυνάπτουμε, Σύμβουλος του Υπουργού Παιδείας.

Θα μας επιτρέψετε να εκφράσουμε και την έκπληξή μας, διότι, εξ όσων γνωρίζουμε, επιμόρφωση γίνεται μόνον σε ό,τι έχει σχέση με τα Προγράμματα Σπουδών και τα σχολικά εγχειρίδια που είναι εγκεκριμένα να διδάσκονται από το Υπουργείο και όχι σε μη ισχύοντα Προγράμματα. Επισημαίνουμε, επίσης, όσα σας αναφέραμε ήδη και κατά την επίσκεψή μας στο γραφείο σας, ότι τα νέα αυτά Προγράμματα στα οποία κλήθηκαν και ήδη επιμορφώνονται οι εκπαιδευτικοί της Κεντρικής Μακεδονίας, τα έχουμε καταγγείλει δημόσια, ως Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, και έχουμε αποδείξει με ισχυρά και αναντίρρητα επιχειρήματα, σε επιστημονικά συνέδρια, σε ημερίδες και με πλήθος επιστημονικών άρθρων, ότι είναι επικίνδυνα και ακατάλληλα για τους μαθητές, γιατί τους διδάσκουν με αντιπαιδαγωγικό και συγκρητιστικό τρόπο ένα συνονθύλευμα θρησκειών, σε βάρος της οικείας πίστης των μαθητών.

Επισημαίνουμε επίσης ότι, όπως ήδη γνωρίζετε, η διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία εκ του Καταστατικού της Χάρτη -που αποτελεί Νόμο του Κράτους- «συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, ως τα της Χριστιανικής αγωγής της νεότητος» και «παρακολουθεί το δογματικόν περιεχόμενον των δια τα σχολεία της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών» (άρθρ. 2 και 9), σε Συνεδρίασή της στις 12 και 13 Ιανουαρίου του 2015 αποφάσισε ότι δεν συμφωνεί και αυτή με τα Νέα Προγράμματα και πρότεινε την εφαρμογή των ισχυόντων του 2003-2006 με μικρές βελτιώσεις.

Κύριε Υπουργέ, αν οι διαβεβαιώσεις σας για διάλογο,  πριν τη λήψη των όποιων αποφάσεων, ήταν ειλικρινείς, τότε απαιτούμε, άμεσα, να σταματήσει κάθε αυθαίρετη επιμόρφωση, που, κατά παράδοξο τρόπο, διεξάγεται ΜΟΝΟ στο μάθημα των Θρησκευτικών και σε μη ισχύοντα Προγράμματα Σπουδών και να αποδοθούν ευθύνες σε όσους επιχειρούν να προκαταβάλλουν και να μεθοδεύσουν το τελικό αποτέλεσμα του εξελισσόμενου διαλόγου.

Το ΔΣ της ΠΕΘ

 

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δελτίο Τύπου της ΠΕΘ: Ανάρμοστη και προσβλητική, για την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανακοίνωση του Υπουργού Παιδείας κ. Νικολάου Φίλη

Συγγραφέας: kantonopou στις 16 Ιανουαρίου 2016

Δελτίο Τύπου

της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων(ΠΕΘ)

Ανάρμοστη και προσβλητική,

για την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανακοίνωση

του Υπουργού Παιδείας κ. Νικολάου Φίλη 

Το Υπουργείο Παιδείας σε Δελτίο Τύπου του, της 14ης Ιανουαρίου 2016, το οποίο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Παιδείας και αναδημοσιεύτηκε και από τα ΜΜΕ, αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής : «Ο Υπουργός Παιδείας παρέδωσε την απόφαση της Δ.Ι.Σ., την εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιεροθέου αλλά και παλαιότερα κείμενα που αφορούν το Μάθημα των Θρησκευτικών (Εισήγηση Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Ανθίμου, Εισήγηση Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσοστόμου, Απόφαση της Δ.Ι.Σ. της 5/11/2012) στον Πρόεδρο του Ι.Ε.Π., ώστε να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης και συζήτησης στις εργασίες της ειδικής επιτροπής για το Μάθημα των Θρησκευτικών»[i].

Από την παραπάνω ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας προκύπτουν κάποια εύλογα και σημαντικά ερωτήματα, τα οποία η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων οφείλει να θέσει δημόσια προς τον κ. Υπουργό Παιδείας :

1) Αφ΄ εαυτού, μόνος του ο Υπουργός Παιδείας, εντόπισε τα κείμενα που αναφέρονται στην ανακοίνωση ή σε διαφορετική περίπτωση, ποιος ή ποιοι παρέδωσαν στον Υπουργό τα άλλα (2) κείμενα για να τα παραδώσει και εκείνος με τη σειρά του, μαζί με την Απόφαση της ΔΙΣ της 13ης Ιανουαρίου 2016, στην αρμόδια Επιτροπή του ΙΕΠ, για να αποτελέσουν και αυτά αντικείμενο εξέτασης;

2) Τα αναφερόμενα κείμενα έχουν το ίδιο βάρος και την ίδια σημαντικότητα με την απόφαση της ΔΙΣ που του παρέδωσαν χθες οι   Σεβάσμιοι Αρχιερείς που αποτέλεσαν την αντιπροσωπεία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος που τον επισκέφθηκε, ώστε  να ανακοινώσει δημόσια ο Υπουργός την ταυτόχρονη παράδοση ΚΑΙ αυτών των εγγράφων στην συσταθείσα Επιτροπή και στον Πρόεδρο του ΙΕΠ;

3) Δεν αντιλαμβάνεται ο κ. Υπουργός ότι έτσι γίνεται εμφανής προσπάθεια να υποτιμηθεί και να προσβληθεί η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας αλλά και να υποβαθμιστεί και να εξισωθεί η Απόφασή της με θέσεις και απόψεις Μητροπολιτών, που έχουν κατά καιρούς ακουσθεί είτε εντός είτε εκτός Συνόδου αλλά δεν έχουν το ίδιο κύρος με τη Συνοδική έκφραση και απόφαση της Ιεράς Συνόδου που του παραδόθηκε;

4) Ποιος ή ποιοι και γιατί ενοχλούνται σφόδρα και φοβούνται την επίσημη και Συνοδική θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος για το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως αυτή διατυπώθηκε στην Απόφαση της ΔΙΣ της 13ης Ιανουαρίου 2016 και προσπαθούν να την μειώσουν με ανοίκειους τρόπους;

5)  Γιατί ο κ. Υπουργός δεν παρέδωσε στην Επιτροπή του ΙΕΠ και κείμενα άλλων Αρχιερέων που έχουν μιλήσει εντός της Συνόδου για το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως επί παραδείγματι το κείμενο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.κ. Προκοπίου ή ακόμη, και άλλες εργασίες και τόμους Συνεδρίων που έχουν εκδοθεί κατά καιρούς και έχει στα χέρια του;

6)   Ποια είναι η απόφαση της Δ.Ι.Σ. της 5/11/2012 στην οποία αναφέρεται η ανακοίνωση του κ. Υπουργού; Διότι εξ΄ όσων γνωρίζουμε την ημερομηνία αυτή υπάρχει μόνο ένα απλό Δελτίο Τύπου της ΔΙΣ, το οποίο δεν κάνει λόγο για καμία απόφαση της Ιεράς Συνόδου, όπως την εννοεί η ανακοίνωση του κ. Υπουργού. Είναι βέβαιο ότι γνωρίζει ο κ. Υπουργός, ότι η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζει και εκφράζεται συνοδικώς και δεν είναι δυνατό, μετά από παρέλευση ετών, να επιλέγονται μόνον κάποιες από τις πολλές εισηγήσεις Μητροπολιτών και να βαπτίζονται μάλιστα ως Συνοδικές Αποφάσεις, προκειμένου να υποτιμηθεί η μοναδική των τελευταίων ετών Απόφαση της ΔΙΣ της 13ης Ιανουαρίου 2016, για το περιεχόμενο και το χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών η οποία και υπερισχύει όλων των οποιωνδήποτε προηγουμένων εισηγήσεων, συζητήσεων, προβληματισμών και ζυμώσεων που έχουν γίνει κατά καιρούς στη διάρκεια των συνοδικών συνεδριάσεων.

7) Ο κ. Υπουργός Παιδείας ή τέλος πάντων, όσοι γύρω από αυτόν προσπαθούν με τέτοιες ενέργειες να υποτιμήσουν ή να παρακάμψουν Συνοδικές αποφάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχουν ακόμη στην Ελλάδα, ως αρχές, η ευγένεια και η εθιμοτυπία και ότι ισχύει το Σύνταγμα, ο Καταστατικός χάρτης η Νομοθεσία και η Νομολογία.

Το ΔΣ της ΠΕΘ


[i] «Αντιπροσωπεία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος αποτελούμενη από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιερόθεο, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστοριάς κ.κ. Σεραφείμ και τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτης κ.κ. Θεολόγο έγινε δεκτή από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Ν. Φίλη, κατόπιν αιτήματος της Δ.Ι.Σ., για να κατατεθεί στο αρμόδιο Υπουργείο η απόφαση της Δ.Ι.Σ. και η εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιεροθέου σχετικά με το Μάθημα των Θρησκευτικών.

Ο Υπουργός ευχαρίστησε τα μέλη της Αντιπροσωπείας και ενημέρωσε ότι το Υπουργείο Παιδείας έχει ξεκινήσει τον εθνικό διάλογο για τη συνολική αναμόρφωση του σχολείου, της στοχοθεσίας και των μαθημάτων του. Ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, κ. Γ. Κουζέλης διευκρίνισε ότι ειδικότερα για το Μάθημα των Θρησκευτικών, έχει συσταθεί ειδική επιτροπή του Ινστιτούτου η οποία έχει την ευθύνη του διαλόγου για τα θέματα που επιθυμεί να θέσει η Εκκλησία.

Ο Υπουργός Παιδείας παρέδωσε την απόφαση της Δ.Ι.Σ., την εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιεροθέου αλλά και παλαιότερα κείμενα που αφορούν το Μάθημα των Θρησκευτικών (Εισήγηση Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Ανθίμου, Εισήγηση Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσοστόμου, Απόφαση της Δ.Ι.Σ. της 5/11/2012) στον Πρόεδρο του Ι.Ε.Π. ώστε να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης και συζήτησης στις εργασίες της ειδικής επιτροπής για το Μάθημα των Θρησκευτικών». (Πηγή:  http://minedu.gov.gr/grafeio-typoy-kai-dimosion-sxeseon/deltia-typoy/17294-14-01-16)

http://www.petheol.gr/nea/deltiotypoutespethanarmostekaiprosbletikegiatendiarkeierasynodotesekklesiasteselladosanakoinosetouypourgoupaideiasknikolaouphile

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δελτίο Τύπου της ΠΕΘ για την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για το μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Ιανουαρίου 2016

Αθήνα, 14 Ιανουαρίου 2016

Δελτίο Τύπου της ΠΕΘ για την απόφαση

της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος

για το μάθημα των Θρησκευτικών

Η  Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, σε έκτακτη Συνεδρίασή της στις 12 Ιανουαρίου 2016 καθώς και στην τακτική της Συνεδρίαση, της 13ης Ιανουαρίου 2016, συζήτησε για το ποια θα είναι η θέση της στον διάλογο με την Πολιτεία για το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών.

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων θεωρεί ότι η τελική θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος, για το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών, όπως αυτή διατυπώθηκε στο Δελτίο Τύπου της 13ης Ιανουαρίου 2016 που εξέδωσε η ΔΙΣ, απηχεί τις απόψεις της συντριπτικής πλειοψηφίας του θεολογικού κόσμου, διαλύει την παραφιλολογία γύρω από το θέμα και προσανατολίζει προς στην ενδεδειγμένη συνθετική λύση του προβλήματος που ταλανίζει το θεολογικό κόσμο εδώ και τέσσερα χρόνια.

Αξίζει να επισημάνουμε τα εξής χαρακτηριστικά σημεία από την ως άνω ιστορική απόφαση της 13ης Ιανουαρίου 2016 της ΔΙΣ:

1) «Να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον στο τρέχον Πρόγραμμα Σπουδών με την δική του θεματική μεθοδολογία, στο οποίο όμως να γίνουν μερικές βελτιώσεις, εντάσσοντάς το στα σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, οπότε να εισαχθούν σε κάθε βιβλίο –όχι σε κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ανάλογα με την θεματολογία του βιβλίου, αφού όμως δοθεί προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση, την οποία ακολουθεί η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών, αλλά και να χρησιμοποιηθούν ως εφαρμογές και τα καλά στοιχεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών».

2) «Τα σχολικά μαθήματα δεν μπορούν να διαχωρίζονται σε προοδευτικά και συντηρητικά».

3) «Το σχολείο και η σχολική κοινότητα δεν είναι χώρος επιβεβαίωσης καμίας πολιτικής συνθηματολογίας, τα σχολικά μαθήματα δεν μπορούν να διαχωρίζονται σε «προοδευτικά» και «συντηρητικά», ούτε επιτρέπεται η διεξαγωγή οποιουδήποτε άτυπου δημοψηφίσματος φρονημάτων στην πλάτη των μαθητών, όπως επιχειρήθηκε με τις υποσχέσεις περί αναιτιολόγητης απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών».

4) «Παλαιές και πρόσφατες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων, που ερμηνεύουν το Σύνταγμα, αποφαίνονται ομόφωνα υπέρ της υποχρεωτικής διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών με κύρια βάση την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση και με δικαίωμα απαλλαγής για όσους δεν είναι ορθόδοξοι χριστιανοί».

H ΠΕΘ επικροτεί τις θέσεις αυτές που διατύπωσε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, στη Συνεδρίαση της 13ηςΙανουαρίου 2016, υιοθετώντας τη σχετική πρόταση που κατέθεσε στη  Συνεδρίαση ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος και τον συγχαίρει θερμά για την εμπεριστατωμένη εισήγηση και πρότασή του. Πρωταρχικά, όμως, εκφράζει την πλήρη ικανοποίηση και τα θερμά συγχαρητήριά της προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και άπαντες τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς, μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, που ενέκριναν την ως άνω Εισήγηση. 

http://www.petheol.gr/nea/deltiotypoutespethgiatenapophasetesdiarkousierassynodoutesekklesiasteselladosgiatomathematonthreskeutikon

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Δελτίο Τύπου της ΠΕΘ για λανθασμένη είδηση που μεταδόθηκε από ηλεκτρονικό ΜΜΕ

Συγγραφέας: kantonopou στις 15 Ιανουαρίου 2016

Αθήνα, 14 Ιανουαρίου 2016

Δελτίο Τύπου της ΠΕΘ για λανθασμένη είδηση

που μεταδόθηκε από ηλεκτρονικό ΜΜΕ 

Σε απάντηση της δημοσίευσης του «Ορθοδοξία Info», σχετικά με τις εργασίες της ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος της 12ης Ιανουαρίου 2016, πρέπει να επισημάνουμε πως αλλοιώνονται τα παρακάτω γεγονότα:

1) Ο Πρόεδρος της ΠΕΘ αναφέρθηκε στην εισήγησή του στο Πιλοτικό Πρόγραμμα Σπουδών και αντέδρασαν ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ και ο πρόεδρος του Καιρού.  Τότε, όντως, υπήρξε παρέμβαση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου που αφορούσε απλώς στη σωστή διαχείριση του χρόνου και όχι σε αυτό που αναφέρει η «Ορθοδοξία info» ότι δηλαδή ο Αρχιεπίσκοπος είπε : «μην διαβάζει ο πρόεδρος της ΠΕΘ έτοιμο κείμενο αλλά να τοποθετηθεί επί των όσων ακούστηκαν στην αίθουσα». Για την αποκατάσταση της αλήθειας θα πρέπει να αποσυρθεί από τον συντάκτη του άρθρου η φράση αυτή, διότι αποτελεί κατάφορη παραπληροφόρηση, που εμπίπτει στο άρθρο (57) του Αστικού Κώδικα καθώς και προσβολή των αρχών της ΠΕΘ και του προσώπου του προέδρου της, αλλά και παράλληλα και του προσώπου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών, αφού έτσι τον παρουσιάζει ελλειμματικό στις δημοκρατικές του ευαισθησίες. Ως εκ τούτου ο εν λόγω συντάκτης οφείλει να παραδεχθεί την παραπληροφόρηση και να αιτηθεί συγγνώμη από τα πρόσωπα που αδίκησε.

2) Σε ό, τι αφορά  στην παρέμβαση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Καισαριανής Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ και στην αναφορά του «ακούστηκαν ανακρίβειες και από τις δύο πλευρές», θα μπορούσε να ερωτηθεί ο ίδιος ο Μητροπολίτης από τον συντάκτη της είδησης του «Ορθοδοξία info» σε ποιον απευθυνόταν, διότι, όπως αντιλήφτηκαν οι παρευρισκόμενοι στη Συνεδρίαση της Συνόδου, η πραγματικότητα είναι ότι ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καισαριανής, δεν είπε, όπως αναφέρει ο συντάκτης: «Ακούστηκαν ανακρίβειες και από τις δύο πλευρές», αλλά απευθυνόμενος στον Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης κ. Κωνσταντίνου Μιλτιάδη είπε: «απόψε εδώ ακούστηκαν ανακρίβειες από πολλούς κ. Κωνσταντίνου», συνεχίζοντας μετά με αναφορές του στον κ. Μόσχο, πρόεδρο του «Καιρού». Και εδώ λοιπόν χρειάζεται να αποκατασταθεί η αντικειμενική αλήθεια των γεγονότων. 

http://www.petheol.gr/nea/deltiotypoutespethgialanthasmeneeidesepoumetadothekeapoelektronikomme

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος για το μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Ιανουαρίου 2016

Συνεδρίασε η Δ.Ι.Σ. για το μήνα Ιανουάριο

Συνήλθε σήμερα Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου 2016, στη δεύτερη Συνεδρία Της για τον μήνα Ιανουάριο, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Κατά τη χθεσινή και τη σημερινή Συνεδρία:
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος επικύρωσε τα Πρακτικά της Εξουσιοδοτήσεως.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος συνήλθε στην απογευματινή Συνεδρίασή Της την 12.1.2016 από κοινού με τους Κοσμήτορες και Προέδρους Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και εκπροσώπους επιστημονικών συλλόγων Θεολόγων, για να συζητήσουν το θέμα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στη Μέση Εκπαίδευση (φωτογραφία).
Στη Συνεδρίαση εισηγήθηκε το θέμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, ο οποίος επικέντρωσε το ενδιαφέρον στο περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, παρουσίασε τα δύο Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (το ισχύον και το νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα), και κατέληξε σε συνθετική πρόταση, ώστε να επικεντρωθεί η προσπάθεια περαιτέρω εμπλουτισμού του τρέχοντος Πρόγραμματος Σπουδών και επ’ αυτού να γίνουν προσθήκες σε επιστημονική βάση, χρησιμοποιώντας χρήσιμα στοιχεία του νέου Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών. Οι παριστάμενοι εκπρόσωποι Θεολογικών Σχολών επαίνεσαν την εισήγηση ως συγκροτημένη και αναλυτική.
Στη σημερινή Συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου έγινε ευρύτατη συζήτηση μεταξύ των Συνοδικών Αρχιερέων επί της πρότασης του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου και η Ιερά Σύνοδος την αποδέχθηκε και κατέληξε στα εξής:

1. Η διαδιδόμενη άποψη ότι τα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι κατηχητικά και ομολογιακά είναι εσφαλμένη έως και παραπλανητική. Ο χαρακτήρας των σύγχρονων βιβλίων στην χώρα μας είναι γνωσιολογικός και πολιτιστικός με θρησκειολογική αναφορά. Ήδη η διδασκόμενη ύλη είναι σημαντικά εμπλουτισμένη στις τάξεις του Λυκείου με γνωστικό υλικό για άλλα θρησκεύματα και δόγματα και με ευκαιρίες προβληματισμού για τις θρησκευτικές και ηθικές διαστάσεις σύγχρονων προβλημάτων.
2. Το γεγονός ότι το ισχύον πρόγραμμα σπουδών κυριαρχείται από την παροχή γνώσεων γύρω από την ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση του τόπου δεν το μετατρέπει από μάθημα θρησκευτικής μόρφωσης σε διαδικασία προσηλυτισμού των μη ορθοδόξων μαθητών ή κατηχήσεως των ορθοδόξων μαθητών, ούτε απευθύνεται αποκλειστικά στους τελευταίους. Κατ’ ανάγκην η διδακτέα ύλη πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν τα τοπικά, ιστορικά, θρησκευτικά και πληθυσμιακά συμφραζόμενα της ελληνικής σχολικής τάξης και τον στόχο της ομαλής ένταξης του μαθητή στην ελληνική κοινωνία, που κατά πλειοψηφία ασπάζεται το Ορθόδοξο Χριστιανικό δόγμα. Ισχυρισμοί περί δήθεν ομολογιακού χαρακτήρος εκκινούν από αρνητική προϊδέαση για το μάθημα και τον ρόλο των εκπαιδευτικών, επιστημόνων θεολόγων, ως φορέων δήθεν θρησκευτικού μισσιοναρισμού στο ελληνικό σχολείο.
3. Παλαιές και πρόσφατες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων, που ερμηνεύουν το Σύνταγμα, αποφαίνονται ομόφωνα υπέρ της υποχρεωτικής διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών με κύρια βάση την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση και με δικαίωμα απαλλαγής για όσους δεν είναι ορθόδοξοι χριστιανοί. Παράλληλα, όπως έχει εξηγήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αντικειμενικότητας και του πλουραλισμού, οι οποίες δεν παραβιάζονται μόνο και μόνο επειδή το μάθημα αναφέρεται κατά κύριο λόγο στην κυρίαρχη θρησκευτική παράδοση του οικείου κράτους.

4. Η παρέλευση μερικών ετών από τότε που εγράφησαν τα βιβλία που διδάσκονται στην Μέση Εκπαίδευση δικαιολογεί την επικαιροποίησή τους. Παραμένοντας στην ίδια μεθοδολογία του ισχύοντος Προγράμματος Σπουδών όσον αφορά στην ιστορική οργάνωση της ύλης, είναι δυνατόν να υπάρξουν προσθήκες, οι οποίες διευρύνουν το θρησκειολογικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό πεδίο της ύλης με σκοπό την επαύξηση της μορφωτικής αξίας και συμβολής του στην εκπαίδευση των νέων. Προτείνεται αυτές οι προσθήκες να γίνουν στο τέλος κάθε βιβλίου, ώστε οι μαθητές, των οποίων η πλειοψηφία ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά και όσοι μη ορθόδοξοι μαθητές επιθυμούν να αποκτήσουν σφαιρικές γνώσεις για την θρησκευτική και πολιτιστική παράδοση του τόπου μας, να αποκτήσουν συγκροτημένη εικόνα.
5. Στην εποχή μας που ισχυροποιούνται φονταμενταλιστικές απόψεις άλλων θρησκειών, αντικοινωνικές τάσεις παραθρησκευτικών φαινομένων και επικίνδυνων σεκτών, η διδασκαλία της Ορθοδόξου Θεολογίας, που διακρίνεται για την αγάπη, ανεκτικότητα, ειρηνική διάθεση και είναι απηλλαγμένη από φονταμενταλισμούς και ρατσισμούς, θα βοηθήσει αρκούντως και στην κοινωνική συνοχή. Στο θέμα αυτό δεν πρέπει να επικρατούν οι αγκυλώσεις και προκαταλήψεις του παρελθόντος, διότι το σχολείο και η σχολική κοινότητα δεν είναι χώρος επιβεβαίωσης καμίας πολιτικής συνθηματολογίας, τα σχολικά μαθήματα δεν μπορούν να διαχωρίζονται σε «προοδευτικά» και «συντηρητικά», ούτε επιτρέπεται η διεξαγωγή οποιουδήποτε ατύπου δημοψηφίσματος φρονημάτων στην πλάτη των μαθητών, όπως επιχειρήθηκε με τις υποσχέσεις περί αναιτιολόγητης απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών.

Η Ιερά Σύνοδος υιοθέτησε την πρόταση του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου, η οποία έχει ως εξής: «Η πρότασή μου, λοιπόν, είναι να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον στο τρέχον Πρόγραμμα Σπουδών με την δική του θεματική μεθοδολογία, στο οποίο όμως να γίνουν μερικές βελτιώσεις, εντάσσοντάς το στα σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, οπότε να εισαχθούν σε κάθε βιβλίο –όχι σε κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ανάλογα με την θεματολογία του βιβλίου, αφού όμως δοθεί προτεραιότητα στην ορθόδοξη παράδοση, την οποία ακολουθεί η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών, αλλά και να χρησιμοποιηθούν ως εφαρμογές και τα καλά στοιχεία του Νέου Προγράμματος Σπουδών».
Η Ιερά Σύνοδος προσκάλεσε τα Μέλη της Επιτροπής Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων, τους Σεβ. Μητροπολίτες Περιστερίου κ. Χρυσόστομο, Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο προκειμένου να ενημερωθεί για την σύγκληση των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών που θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη από τις 21 έως τις 28 Ιανουαρίου 2016, καθώς και για τα θέματα που πρόκειται να συζητηθούν.
Αποφασίστηκε να εκπροσωπήσει τον Μακαριώτατο στην εν λόγω σύγκληση ο Σεβ. Μητροπολίτης Ηλείας κ. Γερμανός συνοδευόμενος από τους Σεβ. Μητροπολίτες Περιστερίου κ. Χρυσόστομο και Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο.
Επίσης η Δ.Ι.Σ. ασχολήθηκε με τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα.

Εκ της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

H Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) για τις δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας στη Βουλή, σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Οκτωβρίου 2015

Αθήνα, 20 Οκτωβρίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

H Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) για τις δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας στη Βουλή, σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών

Ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων κ. Νίκος Φίλης με γραπτή απάντησή του (Αρ. πρ. 163689/Φ1/160358εισ./15-10-2015), σε σχετική επερώτηση στη Βουλή που είχε υποβάλει ο βουλευτής των ΑΝΕΛ κ. Νίκος Νικολόπουλος (Αρ. πρ. 45/8-10-2015), αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: “Για ιστορικούς λόγους το μάθημα των θρησκευτικών στη χώρα μας έχει ομολογιακό χαρακτήρα. Αυτό, συνιστά έναν αναχρονισμό που τον αντιλαμβάνονται και φωτισμένοι ιεράρχες και θεολόγοι. Είναι αναγκαία η αναμόρφωση των Θρησκευτικών ώστε να γίνει μάθημα θρησκειολογίας, γνώσης των θρησκειών με την ιδιαίτερη παρουσίαση του πολιτισμικού ρόλου της ορθοδοξίας στη χώρα μας”.

Με αφορμή την παραπάνω απάντηση του κ. Υπουργού, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων οφείλει να δηλώσει τα εξής:

1. Ο Υπουργός Παιδείας και στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, κατά την επίσκεψη του στην Αρχιεπισκοπή (29/9/2015) και στην αντιπροσωπεία του ΔΣ της ΠΕΘ που τον επισκέφθηκε στο γραφείο του στο Υπουργείο Παιδείας (9/10/2015), δεσμεύτηκε, υπογραμμίζοντας με έμφαση, ότι δεν θα προβεί σε μονομερείς νομοθετικές ρυθμίσεις, όσον αφορά στα θέματα που απασχολούν τον κλάδο των Θεολόγων και το μάθημα των Θρησκευτικών και ότι θα προηγηθεί γόνιμος διάλογος με την Εκκλησία και την Πανελλήνια Ένωση των Θεολόγων. Η παραπάνω όμως γραπτή δήλωση του κ. Υπουργού στην απάντησή του στον ερωτώντα βουλευτή κ. Νίκο Νικολόπουλο, τείνει να προκαταλάβει το αποτέλεσμα του υπεσχημένου διαλόγου και στην ουσία να τον καταστήσει ως ένα προσχηματικό τέχνασμα για την επιβολή τετελεσμένων και προαποφασισμένων.

Φρονούμε ότι η παραπάνω δήλωση του Υπουργού δεν απηχεί πλήρως τις θέσεις του για το μάθημα των Θρησκευτικών και τον κλάδο των Θεολόγων καθηγητών και αναμένουμε την πρόσκληση του Υπουργείου Παιδείας για τη συμμετοχή μας ως ΠΕΘ, σε επίσημο διάλογο με όλους τους θεσμικούς φορείς, για να συζητηθούν τα θέματα του κλάδου μας.

2. Θεωρούμε ότι είναι προσβλητικό και υποτιμητικό για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον κλάδο των Θεολόγων αλλά και μέγα επιστημονικό και παιδαγωγικό ολίσθημα να κακοχαρακτηρίζεται από τον Υπουργό Παιδείας της Ελλάδας και των Ελλήνων, το ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών, ως ομολογιακό και αναχρονιστικό. Κατά τον ίδιο τρόπο θεωρούμε ότι θα ήταν επίσης μέγα ολίσθημα, αν ο κ. Υπουργός κακοχαρακτήριζε με τους ίδιους όρους είτε το θρησκευτικό μάθημα του Κορανίου, που απευθύνεται στους Μουσουλμάνους μαθητές της Θράκης είτε το ιουδαϊκό μάθημα, που απευθύνεται στους Εβραίους μαθητές της Εβραϊκής Κοινότητας.

3. Δοθείσης της ευκαιρίας, η ΠΕΘ τονίζει προς κάθε κατεύθυνση ότι θρησκειολογία σημαίνει στην ουσία κατάργηση της ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής για τους έλληνες μαθητές. Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται υπεύθυνα, θεολογικά και επιστημονικά ότι στόχος ενός τέτοιου πολυθρησκειακού μαθήματος είναι η μετατροπή των ελλήνων μαθητών, από ορθόδοξοι που είναι μέχρι σήμερα, σε άθεους ή ουδέτερους άθρησκους, γεγονός που δεν προσιδιάζει με το έργο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδας και, φυσικά, θα βρει και την Ένωσή μας και πιστεύουμε και όλους σχεδόν τους έλληνες γονείς των μαθητών εκ διαμέτρου αντίθετους.

Από το Γραφείο Τύπου της ΠΕΘ

http://www.petheol.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

H Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) για τις θέσεις του «ΚΑΙΡΟΥ» σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών

Συγγραφέας: kantonopou στις 22 Οκτωβρίου 2015

Αθήνα, 20 Οκτωβρίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

H Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) για τις θέσεις του «ΚΑΙΡΟΥ» σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών

Με αφορμή τη συνέντευξη τύπου που διοργάνωσε ο αντι-Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ» (21/10/2015), για να προπαγανδίσει τα Προγράμματα Σπουδών που έχουν συντάξει μέλη του και να συστήσει στον Υπουργό Παιδείας την άμεση εφαρμογή τους, η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων οφείλει να δηλώσει τα παρακάτω:

1. Τα παραπάνω Προγράμματα Σπουδών που διαφημίζονται από τους εμπνευστές τους, ως η πεμπτουσία της διδακτικής διαδικασίας, τα έχει απορρίψει με άπειρα επιστημονικά, θεολογικά και παιδαγωγικά επιχειρήματα, σύμπασα η θεολογική, η παιδαγωγική και εκκλησιαστική κοινότητα ως ακατάλληλα για μαθητές, διότι διδάσκουν ένα θρησκευτικό συγκρητισμό που οδηγεί τα παιδιά στη θρησκευτική σύγχυση και στον μηδενισμό.

2. Ο Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ», πέρα από την ξενόφερτη οντολογική του υπόσταση, αποτελείται από μια ολιγομελή ομάδα Θεολόγων, η οποία, ενεργώντας προβοκατόρικα, διασπά το σώμα των Θεολόγων, διασύροντας, υποτιμώντας και κατασυκοφαντώντας το ορθόδοξο μάθημα που, μέσα στις τόσες δυσκολίες των καιρών, διδάσκουν οι χιλιάδες Θεολόγοι της χώρας με τον πλέον σύγχρονο, από πλευράς διδακτικής και παιδαγωγικής, τρόπο. Τα μέλη του εν λόγω αντι-συλλόγου «Ο ΚΑΙΡΟΣ», σε συνεργασία με στελέχη του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, αν και είναι συνάδελφοι Θεολόγοι, επιτίθενται εδώ και 4-5 χρόνια στο μάθημα των Θρησκευτικών και το χαρακτηρίζουν σκόπιμα, παραπλανητικά και με στόχο την έγκριση νέων ΕΣΠΑ, ως μονοφωνικό, κατηχητικό και ομολογιακό, ενώ στην πραγματικότητα, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε όλοι οι μάχιμοι Θεολόγοι, δεν είναι τέτοιο, καθώς στην ύλη του περιλαμβάνει και τη διδασκαλία των άλλων θρησκειών. Με τα ψεύτικα και συκοφαντικά αυτά συνθήματα, ευελπιστούν να επηρεάζουν τα ΜΜΕ και την κοινή γνώμη και να διευκολύνουν το στόχο τους, δηλαδή να ανοίξει το Υπουργείο Παιδείας το δρόμο για την εκπόνηση νέων έργων ΕΣΠΑ για το μάθημα των Θρησκευτικών (συγγραφή νέων βιβλίων, επιμορφώσεων κ.ά.) και φυσικά με τη δική τους συμμετοχή σε όλα αυτά με ό, τι συνεπάγεται αυτό.

3. Οι ύποπτες μεθοδεύσεις και συνεργασίες ορισμένων και οι άδικες επιθέσεις που επιχειρούν εναντίον των μάχιμων Θεολόγων της χώρας, χαρακτηρίζοντάς τους «οπισθροδομικούς», «ομολογιακούς» και «κατηχητικούς», καταπατώντας κάθε έννοια επιστημονικής και παιδαγωγικής δεοντολογίας με σκοπό να περάσουν ετσιθελικά, παρά τη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Θεολόγων, τα ξενόφερτα, αντορθόδοξα και νεοταξικής υφής πολυθρησκειακά μοντέλα διδασκαλίας για το μάθημα των Θρησκευτικών που εισήγαγε η τ. Υπουργός Παιδείας κ. Άννα Διαμαντοπούλου, δεν θα περάσουν.

Από το Γραφείο Τύπου της ΠΕΘ

http://www.petheol.gr

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Συνάντηση αντιπροσωπείας του ΔΣ της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ) με τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Οκτωβρίου 2015

Αθήνα, 9 Οκτωβρίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Συνάντηση αντιπροσωπείας του ΔΣ της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ)

με τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη

Την Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015, αντιπροσωπεία της ΠΕΘ, αποτελούμενη από τον Δρ Θεολογίας κ. Κωνσταντίνο Σπαλιώρα, Πρόεδρο του ΔΣ της ΠΕΘ, τον κ. Παναγιώτη Τσαγκάρη, ΜΑ Θεολογίας, Γενικό Γραμματέα του ΔΣ της ΠΕΘ, τον Δρ Θεολογίας κ. Ευάγγελο Πονηρό, Κοσμήτορα της ΠΕΘ και  τη Δρ Θεολογίας κ. Ιωάννα Κομνηνού, μέλος της Επιτροπής Παιδείας της ΠΕΘ,  συναντήθηκε, με τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη στο Γραφείο του στο Υπουργείο.

Ο Υπουργός δέχτηκε με χαρά τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΘ και εκείνα, με τη σειρά τους, του ευχήθηκαν, εκ μέρους των θεολόγων της χώρας, επιτυχή, γόνιμη και δημιουργική θητεία στο Υπουργείο του.

Στη συζήτηση που ακολούθησε, τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΘ εξέθεσαν στον Υπουργό, τις εκκρεμότητες γύρω από το μάθημα των Θρησκευτικών και τα θέματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος των Θεολόγων, καταθέτοντάς του πλήρες και τεκμηριωμένο υπόμνημα με τις θέσεις, τα αιτήματα και τις προτάσεις της ΠΕΘ προς το Υπουργείο Παιδείας.

Ο Υπουργός, αφού άκουσε με ενδιαφέρον τις τοποθετήσεις όλων των μελών της αντιπροσωπείας της ΠΕΘ, τοποθετήθηκε εκτενώς επ’ αυτών, υπογραμμίζοντας με έμφαση ότι δεν θα προβεί σε μονομερείς νομοθετικές ρυθμίσεις, όσον αφορά  στα θέματα που απασχολούν τον κλάδο των Θεολόγων, αλλά θα προηγηθεί γόνιμος διάλογος με την Εκκλησία και την Πανελλήνια Ένωση των Θεολόγων.

Τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΘ ευχαρίστησαν τον Υπουργό τόσο για την ουσιαστική αυτή συνάντηση που είχε μαζί τους, όσο και για την ειλικρινή διάθεσή του να συμβάλει στη διευθέτηση των προβλημάτων που αφορούν στο μάθημα των Θρησκευτικών σε σχέση με την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών της χώρας, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα.

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Συνάντηση αντιπροσωπείας του ΔΣ της ΠΕΘ με την Αναπληρώτρια Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων, κ. Σία Αναγνωστοπούλου, και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου, κ. Δημήτριο Χασάπη

Συγγραφέας: kantonopou στις 17 Οκτωβρίου 2015

Αθήνα, 9 Οκτωβρίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Συνάντηση αντιπροσωπείας του ΔΣ της ΠΕΘ  με την Αναπληρώτρια Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων, κ. Σία Αναγνωστοπούλου,

και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου, κ. Δημήτριο Χασάπη

Την Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015, αντιπροσωπεία της ΠΕΘ αποτελούμενη από τον Δρ Θεολογίας κ. Κωνσταντίνο Σπαλιώρα, Πρόεδρο του ΔΣ της ΠΕΘ, τον κ. Παναγιώτη Τσαγκάρη, ΜΑ Θεολογίας, Γενικό Γραμματέα του ΔΣ της ΠΕΘ, τον  Δρ Θεολογίας κ. Ευάγγελο Πονηρό, Κοσμήτορα της ΠΕΘ και  τη Δρ Θεολογίας κ. Ιωάννα Κομνηνού, μέλος της Επιτροπής Παιδείας της ΠΕΘ,  συναντήθηκε, με την Αναπλ. Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων, κ. Σία Αναγνωστοπούλου στο Γραφείο της στο Υπουργείο. Στη συνάντηση παραβρέθηκε και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου, κ. Δημήτριος Χασάπης.

Η Αναπλ. Υπουργός δέχτηκε με χαρά τους εκπροσώπους της ΠΕΘ και εκείνοι, με τη σειρά τους, της ευχήθηκαν επιτυχή, γόνιμη και δημιουργική θητεία στη νέα της θέση στο Υπουργείο.

Στη συζήτηση που ακολούθησε, τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΘ εξέθεσαν στην Αναπλ. Υπουργό, τις εκκρεμότητες γύρω από το μάθημα των Θρησκευτικών και τα θέματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος των Θεολόγων, καταθέτοντάς της πλήρες και τεκμηριωμένο υπόμνημα με τις θέσεις, τα αιτήματα και τις προτάσεις της ΠΕΘ προς το Υπουργείο Παιδείας.

Η Αναπλ. Υπουργός, αφού άκουσε τις απόψεις των μελών της ΠΕΘ, αναφέρθηκε στα δημοσιεύματα που είχαν προκαλέσει αναστάτωση για το ζήτημα των απαλλαγών από το μάθημα των Θρησκευτικών, τονίζοντας ότι επρόκειτο για μια απάντηση σε ένα τηλεφώνημα γονέα σε εκπομπή και ότι δεν αφορούσε προγραμματισμένες δηλώσεις του Υπουργείου. Επίσης, αναφέρθηκε στην εξέλιξη του ζητήματος των απαλλαγών από το 2008 και μετά, υπογραμμίζοντας ότι η κατάσταση που προβληματίζει τους Θεολόγους έχει δημιουργηθεί από προηγούμενες Υπουργικές Αποφάσεις. Στη συνέχεια, αφού αναφέρθηκε στα καθήκοντά της, που δεν αφορούν στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση διευκρίνισε ότι η ηγεσία του Υπουργείου είναι έτοιμη για έναν εποικοδομητικό διάλογο που θα αφορά όλα τα ζητήματα του κλάδου των Θεολόγων.

Τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΘ ευχαρίστησαν την κ. Αναπλ. Υπουργό για το θετικό κλίμα μέσα στο οποίο διεξήχθη η συζήτηση.

Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »