Αρχεία για 'ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ'
Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Δεκεμβρίου 2016
Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 137
Επιστολή Διαμαρτυρίας της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων(ΠΕΘ)
Ποιοι και γιατί αγωνίζονται
τα ΟΧΙ του Αρχιεπισκόπου και της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος,
στα νέα Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών,
να μετατραπούν σε ΝΑΙ;
Προς
-
Τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, Πρόεδρο και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Μακαριώτατε,
Άγιοι Αρχιερείς,
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) επικοινωνεί μαζί σας, διότι παρατηρούμε ότι το μεγάλο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στο μάθημα των Θρησκευτικών ολοένα και οξύνεται, με την βεβιασμένη ενέργεια του Υπουργού Παιδείας κ. Φίλη να εφαρμόσει με σχετικό ΦΕΚ, από την αρχή της φετινής σχολικής χρονιάς τα «ακατάλληλα και επικίνδυνα», όπως πολύ σωστά τα χαρακτήρισε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, νέα Προγράμματα Σπουδών για το μάθημά μας.
Είναι φανερός ο εμπαιγμός, οι μεν Συντάκτες των νέων Προγραμμάτων, δηλαδή η γνωστή σε όλους μας, ομάδα των Επιλεγμένων Θεολόγων του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), ισχυρίζονται ότι αυτά είναι ορθόδοξα, ο δε κ. Φίλης υποστηρίζει με πάθος ότι προωθούν το ουδετερόθρησκο σχολείο και κράτος, που οραματίζεται. Τώρα πως συμβαίνει αυτά τα δύο να συμβαδίζουν δεν γνωρίζουμε.
Εκείνο που έχει κριθεί με τις παλαιότερες και πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις η εφαρμογή των οποίων είναι υποχρεωτική για όλους, βεβαίως και για την Πολιτεία, είναι ότι το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών πρέπει να είναι σύμφωνο με τα δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υποχρέωση την οποία δεν τηρούν ούτε οι Συντάκτες του Προγράμματος, ούτε η Πολιτεία. Επιπλέον, όπως γνωρίζει και υποστηρίζει ο θεολογικός και εκκλησιαστικός κόσμος, στην συντριπτική του πλειονοψηφία, τα Προγράμματα αυτά είναι αντισυνταγματικά, αντιπαιδαγωγικά και αντορθόδοξα.
Ø Αντισυνταγματικά, διότι καταργούν τη συνταγματική αρχή της ισονομίας, καθώς οι έλληνες μαθητές των άλλων οργανωμένων θρησκευτικών κοινοτήτων (Εβραίων, Μουσουλμάνων, Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών), απολαμβάνουν το δικαίωμα να διδάσκονται αμιγώς την πίστη τους (με ύλη και διδάσκοντες που οι θρησκευτικές τους κοινότητες επιλέγουν και εγκρίνουν), πλην των ορθοδόξων χριστιανών μαθητών, που είναι υποχρεωμένοι να διδάσκονται την δική τους πίστη ανακατωμένη με ένα μείγμα θρησκειών.
Ø Αντιπαιδαγωγικά, διότι μικρά παιδιά, από την Γ΄ Τάξη Δημοτικού, υποχρεώνονται να διδάσκονται ύλη μεγαλυτέρων τάξεων και διότι η ταυτόχρονη παροχή γνώσεων για όλες τις θρησκείες (συγκρητισμός), σε μικρά παιδιά, που λόγω ηλικίας, δεν διαθέτουν την προαπαιτούμενη κριτική σκέψη και διάκριση, θα διαλύσει την πνευματική τους ισορροπία και θα τους δημιουργήσει προβλήματα σύγχυσης και πνευματικού αποπροσανατολισμού. Επιπλέον, τα νέα Προγράμματα, έντεχνα ασκούν προσηλυτισμό σε άλλους πνευματικούς δρόμους, γεγονός που τα καθιστά όχι μόνον επικίνδυνα αλλά και παράνομα. Γι’ αυτό είναι απολύτως δικαιολογημένες οι ανησυχίες που έχουν εκφράσει γι΄ αυτά ο Μακαριώτατος και η σεβαστή Ιεραρχία της Εκκλησίας μας.
Ø Αντορθόδοξα, διότι καταργείται ο Χριστοκεντρικός χαρακτήρας της παρεχόμενης, σύμφωνα με το Σύνταγμα, τους Νόμους και τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας, σχολικής θρησκευτικής αγωγής για τους Ορθόδοξους μαθητές.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η ΠΕΘ αγωνίζεται, στο πλευρό της Εκκλησίας, να ενημερώσει τον ευσεβή κλήρο και τον ορθόδοξο λαό για την παιδαγωγική ακαταλληλότητα αυτών των Προγραμμάτων.
Η Εκκλησία, αναλαμβάνοντας πλήρως την πνευματική ευθύνη που έχει έναντι της χριστιανικής αγωγής της νεότητας, με τρεις αποφάσεις της Ιεραρχίας και με κείμενα και δηλώσεις του Μακαριωτάτου, έχει εκφράσει την αντίθεσή της έναντι αυτών των Προγραμμάτων και τα έχει απορρίψει.
Δυστυχώς, όμως, τώρα τελευταία καταφθάνουν σε εμάς πληροφορίες ότι κάποιοι αγωνίζονται εναντίον αυτών των θέσεων της Εκκλησίας. Πληροφορούμαστε, αλλά δεν θέλουμε να πιστέψουμε τα σχετικά με κάποιες αδιαφανείς κινήσεις που γίνονται, οι οποίες επιπλέον, δεν συμφωνούν με την εκπεφρασμένη θέση της Ιεραρχίας. Επισημαίνουμε τους κινδύνους, διότι οι καιροί ου μενετοί. Οφείλουμε όλοι να κατανοήσουμε ότι με το θέμα των Θρησκευτικών δεν μπορεί και δεν δικαιούται πλέον ουδείς να παίζει οποιασδήποτε μορφής παιχνίδια. Το θέμα του μαθήματος έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις. Ο πιστός λαός του Θεού ανησυχεί έντονα και αναμένει καθαρές και εκκλησιαστικές λύσεις από την Εκκλησία του και όχι μεθοδεύσεις που δείχνουν να υπηρετούν διάφορες αλλότριες σκοπιμότητες οι οποίες κάποια στιγμή θα έλθουν στο φως, θα φανερωθούν.
Με βάση την έγκυρη πληροφόρηση που έχουμε, η εξ’ Αρχιερέων Επιτροπή δεν φαίνεται να ακολουθεί πιστά την απόφαση της Ιεραρχίας όσον αφορά, αφενός στην επιλογή ειδημόνων και αφετέρου στην οργάνωση του διαλόγου με την πολιτεία από μηδενική βάση για το χαρακτήρα και το περιεχόμενο του μαθήματος.
Κάποιοι φαίνεται, παρασκηνιακά, αγωνίζονται να αλλοιωθούν, να αλλάξουν ή να σβηστούν οι ξεκάθαρες και σωστές θέσεις της Ιεραρχίας της Εκκλησίας και να ξεχαστούν οι δηλώσεις του Μακαριωτάτου για «επικίνδυνα και απαράδεκτα Προγράμματα Σπουδών».
Ποιοι και γιατί αγωνίζονται τα ΟΧΙ του Μακαριωτάτου και της Ιεραρχίας, στα νέα Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών, να μετατραπούν σε ΝΑΙ;
Ποιοι και γιατί αλλοιώνουν την απόφαση της Ιεραρχίας να χρησιμοποιηθούν ειδήμονες για τα Προγράμματα Σπουδών στην ειδική επιτροπή, αποστολή της οποίας θα είναι να μελετήσουν σε βάθος το θέμα και να προτείνουν θεολογικοπαιδαγωγικές και διδακτικές λύσεις και τρόπους για την από μηδενική βάση συζήτηση με την πολιτεία σχετικά με την σύνταξη Προγραμμάτων Σπουδών, που να προωθούν την ορθόδοξη χριστιανική αγωγή της νεότητας;
Γιατί δεν κλήθηκαν οι ειδικοί επί της Παιδαγωγικής και Διδακτικής του μαθήματος των Θρησκευτικών να συμμετέχουν σε αυτήν την Επιτροπή;
Με ποια εκκλησιαστικά ή επιστημονικά κριτήρια στιγματίζονται και αποκλείονται η ΠΕΘ και οι καθ’ ύλην ειδικοί και επιλέγονται τελικά κάποιοι άλλοι ως δήθεν ειδήμονες;
Μήπως υπάρχουν σκέψεις να εξυπηρετήσει η εν λόγω Επιτροπή άλλες σκοπιμότητες από εκείνες που όρισε εξ’ αρχής η Ιεραρχία για την Επιτροπή;
Ελπίζουμε να διαψευσθούν οι πληροφορίες που μιλούν για μεθόδευση, προκειμένου να βγει απόφαση, με Συνοδική μάλιστα σφραγίδα, που θα προτείνει απλώς βελτιώσεις των νέων διαθρησκειακών Προγραμμάτων και όχι από μηδενική βάση διάλογο για νέα Προγράμματα στα οποία η Ορθόδοξη διδασκαλία θα υπάρχει σε χωριστές ενότητες από τις αναφορές στα θρησκεύματα.
Αυτό επίσης που μας προβληματίζει έντονα είναι ότι ορισμένοι στοχοποιούν, υποτιμούν και συκοφαντούν την ΠΕΘ, την παλαιότερη Επιστημονική Ένωση της Ελλάδας, που εκπροσωπεί τη συντριπτική πλειονότητα των Θεολόγων της χώρας και που αγωνίζεται ανιδιοτελώς για την αποκατάσταση του μαθήματος των Θρησκευτικών από την αλλοίωση και την αλλαγή του χαρακτήρα και του περιεχομένου που επέφεραν αυτά τα Προγράμματα.
Λυπούμαστε για τις συμπεριφορές αυτές, που δείχνουν ότι ορισμένοι στην πράξη δεν θέλουν καθαρή λύση στο πρόβλημα με το μάθημα, διότι, χωρίς εκκλησιαστική διάκριση, έφτασαν στο σημείο αφενός να μην χρησιμοποιούν επιστημονικά κριτήρια για την επιλογή των ειδημόνων, αλλά συκοφαντίες και λασπολογίες, προκειμένου να αποκλειστούν οι ειδήμονες και να επιλεγούν άλλοι και, αφετέρου, να ταυτίζουν τον θύτη με το θύμα και να τοποθετούν στην ίδια μοίρα τον ΚΑΙΡΟ που παρανόμως ιδρύθηκε και λειτουργεί με σκοπό την κατάργηση του ορθόδοξου μαθήματος, με την ΠΕΘ.
Στην ίδια μοίρα λοιπόν, ο ΚΑΙΡΟΣ, που ιδρύθηκε το 2010 και είναι ο δημιουργός των Προγραμμάτων, με την ΠΕΘ, που ιδρύθηκε το 1951 και που εξ αρχής αγωνίζεται στο πλευρό της Εκκλησίας για να αντιμετωπιστούν οι εναντίον της χριστιανικής αγωγής συνέπειες της δράσης αυτού του σωματείου;
Διερωτώμεθα, μήπως παίζονται πολιτικά και εκκλησιαστικά παιχνίδια ή μήπως υφαίνονται κάποιες προσωπικές επιδιώξεις στην πλάτη του μαθήματος των Θρησκευτικών, των Θεολόγων καθηγητών, των μαθητών, των γονέων τους και συνόλου του ελληνικού λαού;
v Ζητούμε λοιπόν, οι ειδήμονες της Επιτροπής της Εκκλησίας που θα συζητήσει το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών, να ορισθούν από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο ή από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς επίσης, τα όποια συμπεράσματα αυτής της Επιτροπής να τύχουν και πάλι της έγκρισης της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
v Δοθείσης της ευκαιρίας, οφείλουμε ευσεβάστως να αναφέρουμε στην Ιερά Σύνοδο τα ονόματα των ειδικών Επιστημόνων της Παιδαγωγικής: 1. Ιωάννης Κογκούλης, ομ. Καθηγητής Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΑΠΘ, 2, Χρήστος Βασιλόπουλος, ομ. Καθηγητής Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΑΠΘ, 3. Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΑΠΘ, 4. Δημήτριος Λάππας, ομ. Επ. Καθηγητής Παιδαγωγικής, της Θεολογικής ΑΠΘ, 5. Μαρία Ράντζου, Επ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικής, της Θεολογικής ΑΠΘ 6. Αθανάσιος Στογιαννίδης, Επ. Καθηγητής Παιδαγωγικής, της Θεολογικής ΑΠΘ 7. Ευάγγελος Πεπές, Διδάκτωρ Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΑΠΘ, 8. Κωνσταντίνος Σπαλιώρας, Διδάκτωρ Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΑΠΘ, 9. Σταμάτιος Πορτελάνος, Επ. Καθηγητής Διδακτικής Θρησκευτικών – Θρησκειολογίας, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 10. Κωσταντίνος Πρέντος, Διδάκτωρ Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΕΚΠΑ, 11. Διαμάντη Τσαγκαρλή, Διδάκτωρ Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΕΚΠΑ, 12. Ιωάννης Φύκαρης, Επ. Καθηγητής Διδακτικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 13. Ιωάννα Κομνηνού, Διδάκτωρ Παιδαγωγικής της Θεολογικής ΕΚΠΑ.
v Οι κ. Εμμ. Περσελής καθηγητής της Θεολογικής του ΕΚΠΑ, Μάριος Κουκουνάρας, Λέκτωρ της Θεολογικής του ΕΚΠΑ και Βασιλική Μητροπούλου, Αναπλ. Καθηγήτρια της Θεολογικής του ΑΠΘ ήταν συντάκτες των νέων Προγραμμάτων. Ο Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Στυλιανός Τσιπούρας, δρ. Φιλοσοφίας, έχει επιλεγεί με αίτησή του ως Επιμορφωτής των νέων Προγραμμάτων στο ΙΕΠ. Επίσης, κάποιοι εκ των επιλεγέντων στην Επιτροπή της Εκκλησίας, ως δήθεν ειδήμονες δεν έχουν σχέση με Προγράμματα Σπουδών στα Θρησκευτικά, μερικοί δε δεν έχουν γνώσεις και σπουδές Θεολογικές.
Εμείς ως Θεολόγοι δηλώνουμε ότι δεν αγωνιζόμαστε για τις θέσεις μας ή για να αυξήσουμε το μισθό μας. Αγωνιζόμαστε, διωκόμενοι και λοιδορούμενοι, για να έχουν τα παιδιά του ελληνικού λαού, τα παιδιά μας, ορθόδοξη χριστιανική αγωγή στα σχολεία τους, αισθανόμενοι το χρέος και την ευθύνη που έχουμε πρωταρχικά προς Τον Χριστό στον οποίον πιστεύουμε, προς τη συνείδησή μας και στον όρκο που δώσαμε ως Θεολόγοι και προς τα παιδιά που διδάσκουμε.
Ως ΠΕΘ, δηλώνουμε ότι θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε δυναμικά για μια Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή στα σχολεία μας και από εδώ και πέρα δεν θα ανεχθούμε ενέργειες από κανέναν, που δεν είναι συμβατές με ένα ορθόδοξο χριστιανικό μάθημα που δικαιούμαστε, εμείς μεν, να διδάσκουμε, ως απόφοιτοι ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών και χριστιανοί, τα παιδιά δε, να διδάσκονται ως μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τέκνα ορθοδόξων γονέων. Καλούμε όλους να δείξουν την αρμόζουσα εκκλησιαστική υπευθυνότητα και να ακολουθούν την αλήθεια της Εκκλησίας.
Καλούμε τα ΜΜΕ να στρέψουν την προσοχή τους, δείχνοντας την ανάλογη υπευθυνότητα και να αναδείξουν το πρόβλημα.
Καλούμε επίσης όλους τους Έλληνες να συστρατευθούν μαζί με την Εκκλησία και την ΠΕΘ στον αγώνα για μια Ορθόδοξη χριστιανική αγωγή, που δικαιούνται να έχουν τα παιδιά τους ως βαπτισμένα στην Ορθόδοξη πίστη. Καλούμε όλους να αγωνιστούν, ο καθένας από τη θέση του και όλοι μαζί, για να επιτύχουμε, συν Θεώ, να φέρουμε την ανάσταση της χριστιανικής Παιδείας και του Γένους μας.
Με σεβασμό ασπαζόμεθα την δεξιά Σας
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Δεκεμβρίου 2016
Οι Θεολόγοι των Τρικάλων αντιδρούν σε προσπάθειες εκφοβισμού
των εκπαιδευτικών για την επιβολή των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών
***
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ
Τηλ. 24310 26549
email: theologoitrikkis@gmail.com
Τρίκαλα 6 Οκτωβρίου 2016
Αριθ. Πρωτ. 2
Δελτίο τύπου
Το Παράρτημα Τρικάλων της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ) μετά την αποχώρηση των εκπαιδευτικών σήμερα 6-10-2016 σε ένδειξη διαμαρτυρίας από την επιχειρούμενη ενημέρωση για την επιβολή των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών εκφράζει την πλήρη στήριξή του στον αγώνα ενάντια στην εφαρμογή αυτών των αντισυνταγματικών και πνευματοκτόνων Προγραμμάτων και δηλώνει ότι οι Θεολόγοι του Νομού Τρικάλων:
1) Συμφωνούμε απόλυτα με τις δηλώσεις (20/9/2016) του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, ότι τα νέα Προγράμματα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών (ΦΕΚ υπ. αριθ. 143575/Δ2 ΥΑ 13.09.2016), που βεβιασμένα επιβάλλει στα σχολεία ο Υπουργός Παιδείας κ. Ν. Φίλης «είναι απαράδεκτα, είναι επικίνδυνα, είναι πράγματα που δεν θα αποδώσουν καρπούς, αλλά μεγάλη ζημιά στην παιδεία, γενικότερα στην κοινωνία μας, και ρήξη μέσα στην Εκκλησία στις σχέσεις με την πολιτεία».
2) Οι Θεολόγοι καθηγητές, ως υπάλληλοι του κράτους, σύμφωνα με έγκυρες γνωμοδοτήσεις, έγκριτων νομικών, έχουν καθήκον άμα δε και δικαίωμα να τηρούν το Σύνταγμα και να μην εφαρμόζουν ολοφάνερα αντισυνταγματικές και παράνομες αποφάσεις της διοίκησης (ν. 3528/2007, αρθρ. 24 και 25 παρ. 3 εδάφιο 1ον και Ποινικός Κώδικας, άρθρ. 21).
3) Σύμφωνα μάλιστα με τη γνωμοδότηση του Επιτίμου Ανωτάτου δικαστικού λειτουργού Απόστολου Βλάχου που ζήτησε η ΠΕΘ, υφίσταται συνταγματική και νομοθετική επιταγή καθώς και δέσμευση της χώρας μας από τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης σύμφωνα με την οποία η Ελληνική Πολιτεία οφείλει να σέβεται το δικαίωμα των γονέων να εξασφαλίζουν τη μόρφωση σύμφωνα προς τις δικές τους θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις και να παρέχει προς τούτο στους Έλληνες ορθόδοξους μαθητές την Ελληνορθόδοξη Παιδεία, ώστε συνακόλουθα οι διδάσκαλοι της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και οι Θεολόγοι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν την υποχρέωση και το δικαίωμα να αρνηθούν την εκτέλεση των παραπάνω αντισυνταγματικών και παρανόμων Υπουργικών Αποφάσεων.
Την ίδια στιγμή οι γονείς των μαθητών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έχουν κάθε λόγο και δικαίωμα να ανησυχούν και να απαιτούν και αυτοί με τη σειρά τους από την Πολιτεία αλλά και από εμάς τους εκπαιδευτικούς να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να διαφυλάξουμε το δικαίωμα των παιδιών τους στην παροχή Ελληνορθόδοξης εκπαίδευσης χωρίς επικίνδυνους πειραματισμούς και διδασκαλίες αντίθετες με την πίστη που πρεσβεύουν. Αυτές τις ανησυχίες και τα δικαιώματα των μαθητών και των γονέων τους δηλώνουμε ότι τις σεβόμαστε και ότι θα σταθούμε δίπλα τους και υπερασπιστές τους.
4) Το Παράρτημα της ΠΕΘ νομού Τρικάλων ζητά να σταματήσει η όποια προσπάθεια εκφοβισμού των εκπαιδευτικών και είναι έτοιμο να συντονιστεί με τις αποφάσεις της Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, του Αγίου Όρους και της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων για έναν από κοινού αγώνα υπερασπίσεως των αληθειών της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τις παράνομες αντισυνταγματικές, αντορθόδοξες, αντιπαιδαγωγικές και καταχρηστικές αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας.
Το ΔΣ της ΠΕΘ Τρικάλων
http://www.petheol.gr/nea/oitheologoikaioidaskaloiechountenypochreosekaitodikaiomanaarnethountenekteleseantisyntagmatikonkaiparanomonypourgikonapophaseon
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 8 Οκτωβρίου 2016
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Αποστόλου Φ. Βλάχου
Επιτίμου Προέδρου Εφετών
Χαλάνδρι, 26/9/2016
Από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) μου ετέθησαν τα κάτωθι ερωτήματα και μου εζητήθη η επ’ αυτών επιστημονική μου άποψη:
1) Η νέα ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών, η εισαγομένη στις σχολικές μονάδες δια των υπ’ αριθ. 143575/Δ2/2016 και 143579/Δ2/2016 αποφάσεων του Υπουργού Παιδείας στο Φ.Ε.Κ. Β΄/13/9/16 είναι σύμφωνες προς το Σύνταγμα και τον νόμο;
2) Σε αρνητική απάντηση (εάν δηλ. είναι η εν λόγω ύλη αντίθετη προς το Σύνταγμα και το νόμοι) οι καθηγητές, που καλούνται, να την διδάξουν, δικαιούνται και υποχρεούνται να αρνηθούν την εφαρμογή των παραπάνω υπουργικών αποφάσεων και αν ναι, εις ποίες διατάξεις θα στηριχθούν;
Η επιστημονική μου άποψη επί των ως άνω ερωτημάτων είναι η ακόλουθη:
Α΄
Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα πρέπει να λεχθούν τα εξής: Με το άρθρο 16 & 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό, μεταξύ των άλλων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης. Ως τοιαύτης νοουμένης της τελευταίας και δη εν όψει της διατάξεως του άρθρου 3 & 1 του Συντάγματος και του άρθρου 1 & 1α του νόμου 1566/1985, της ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως, όπως δέχεται σταθερά η νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας με τις 2176/1998, 3356/1995, 3533/1988 αποφάσεις του και τα Διοικητικά Εφετεία Αθηνών και Χανίων με τις υπ΄ αριθμούς 299/1988 το πρώτο και 115/2012 το δεύτερο. Σημειωτέον ότι η παραπάνω διάταξη του άρθρου 1 & 1α του νόμου 1566/1985 δεν επιτρέπεται να καταργηθεί ή να τροποποιηθεί. Εάν δε καταργηθεί θεωρείται ως ισχύουσα και μη καταργηθείσα, ως δέχεται και η θεωρία (Γ. Κρίππα «Νομοθετικό κενό συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και εντεύθεν υποχρεώσεις της Κρατικής διοικήσεως» εις «Χαριστήριον Τόμον, Σύμμεικτα προς τιμήν Γεωργίου Παπαχατζή, 1989, σελ. 335 επομ.) και η ad hoc νομολογία (Εφετείο Αθηνών 10360/1981 Αρχ. Νομ. 33 σελ. 465, Εφετείο Αθηνών 11650/1980 Ελλ. Δικ/νη 22, σελ. 444, Αρ. Πάγος 284/2004 Νομ. Βήμα 2005, σελ. 283, Αρ. Πάγος 1731/2002 Νομ. Βήμα 2003, σελ. 1225 επόμ., Συμβ. Επικρατείας 2056/2000 Διοικητική Δίκη 13, σελ 87).
Παράλληλα με το άρθρο 4 & 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, θεσπιζομένης έτσι συνταγματικώς της αρχής της Ισονομίας μεταξύ των Ελλήνων πολιτών.
Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 13 & 2, εδάφ. 3 του Συντάγματος ορίζεται ότι ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. Με τις διατάξεις δε του άρθρου 4 του ισχύοντος Αναγκ. Νόμου 1363/1938 προσδιορίζονται ενδεικτικώς, τόσο η έννοια του ποινικού αδικήματος του προσηλυτισμού, όσο και οι ποινικές κυρώσεις κατά των διαπραττόντων τούτο, οριζομένης μάλιστα, ως ιδιαιτέρως επιβαρυντικής περιστάσεως για τους υπαιτίους τελέσεως προσηλυτισμού σε σχολικές μονάδες, σύμφωνα με το άρθρο 4 & 3 του ιδίου Αναγκαστικού νόμου.
Από τη μελέτη του περιεχομένου των προαναφερόμενων Υπουργικών Αποφάσεων, ως και σχετικών ενταύθα δηλώσεων από πλευράς συντακτών, των, στις αποφάσεις αυτές, Νέων Προγραμμάτων Σπουδών και εκ πλείστων όσων, εγγράφων και μη, προσφάτων δε και παλαιοτέρων στοιχείων, σαφώς προκύπτουν τα εξής : Με τα εν λόγω Προγράμματα θεσπίζεται ένα πολυθρησκειακό μείγμα, το οποίο έχει ως βάση την τεχνική επιφανειακή σύγκλιση των τριών δογμάτων του Χριστιανισμού, αλλά και του Χριστιανισμού με άλλα 5-6 θρησκεύματα, με βάση τα τυπικά ετερόκλητα χαρακτηριστικά όλων αυτών των θρησκευμάτων, η δε διδασκαλία όλων αυτών θα γίνεται συγχρόνως και στην ουσία ισοτίμως. Το πολυθρησκειακό αυτό κράμα οδηγεί σε εσφαλμένα επιστημονικά και θεολογικά συμπεράσματα, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές, τους οδηγεί στον συγκρητισμό θρησκειών, είναι ασύμβατο με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, αφού με τη διδασκαλία του καταργείται στην πράξη ο Χριστοκεντρικός προσανατολισμός του μαθήματος των Θρησκευτικών και μετατρέπεται σε ανθρωποκεντρικό – συγκρητιστικό, μεταβάλλοντας έτσι την χριστιανική ορθόδοξη συνείδηση των μαθητών, αντί της ανάπτυξής της, που απαιτεί το Σύνταγμα.
Εξάλλου όλα αυτά συμβαίνουν σε βάρος των ορθοδόξων χριστιανών μαθητών, ενώ αντίστοιχη μετατροπή δεν προβλέπεται από τις παραπάνω Υπουργικές Αποφάσεις για τα λειτουργούντα στην Ελλάδα ετερόθρησκα και ετερόδοξα σχολεία (Μουσουλμανικά, Ισραηλιτικά, Ρωμαιοκαθολικά).
Εν όψει όλων αυτών και απαντώντας στο πρώτο των παραπάνω ερωτημάτων πρέπει να λεχθούν τα εξής : Η νέα ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών που περιέχεται στις παραπάνω Υπουργικές Αποφάσεις είναι προδήλως αντισυνταγματική και παράνομη, αφού προσκρούει, ως προαναφέρεται, ευθέως στις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 16 & 2 και 3 & 1 του Συντάγματος ως και στο νόμο 1566/1985, άρθρο 1, & 1α αυτού, που επιτάσσουν την ανάπτυξη της ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως, απορρίπτοντας έτσι τη μεταβολή αυτής κατά τα ειδικότερα παραπάνω εκτιθέμενα.
Η δε τοιαύτη μεταβολή, που συντελείται, με το παραπάνω πολυθρησκειακό μόρφωμα, στοιχειοθετεί το ποινικό αδίκημα του προσηλυτισμού, τιμωρουμένου μάλιστα με την προλεχθείσα ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίσταση εκ του ότι η τοιαύτη προσηλυτιστική διδασκαλία του θα γίνεται εντός σχολικών μονάδων (βλ. αναλυτικώτερα περί τούτου εις Γ. Κρίππα, Κατά πόσο το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών συνιστά αξιόποινη πράξη, εις Επιθεώρηση Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου, τόμος 58, σελ. 679-697).
Τέλος, αναφορικά με το πρώτο ερώτημα και σχετικά με την ακαταλληλότητα των παραπάνω Προγραμμάτων Σπουδών και την πλήρη αντίθεσή τους προς την Ορθόδοξη Χριστιανική Διδασκαλία, αλλά και με τους γενικότερους κινδύνους που εγκυμονούν για την Χώρα, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος είπε μεταξύ των άλλων, λίαν σημαντικών, με δημόσιες δηλώσεις του στις 20/9/2016 τα εξής : «Τα καινούργια προγράμματα, τα οποία διάβασα, είναι απαράδεκτα και επικίνδυνα. Δεν θα αποδώσουν καρπούς, αλλά μεγάλη ζημία στην Παιδεία και στην Κοινωνία, καθώς και ρήξη στη σχέση της Εκκλησίας με την Πολιτεία. Θα φέρω το θέμα και στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος…». Ακόμη δε και τούτο έλαβε χώραν : Ότι τα νέα ως άνω Προγράμματα Σπουδών τίθενται σε εφαρμογή, ενώ προσφάτως, στις 9/3/2016, η, κατά τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977 άρθρ. 3 & 1), Ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας, είχε απορρίψει το πολυθρησκειακό Πρόγραμμα κατά τα ως άνω, επικυρώσασα έτσι την προηγηθείσα σύμφωνη απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος της 13/1/2016.
Β’
Αναφορικά με το υποβληθέν δεύτερο ερώτημα η απάντηση έχει ως εξής :
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα(νόμος 3528/2007) ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θέλησης του κράτους, υπηρετεί μόνο τον λαό και οφείλει πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην πατρίδα του και τη Δημοκρατία.
Κατά το επόμενο άρθρο 25 & 1 ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και την νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών, ενώ κατά τη δευτέρα παράγραφο του άρθρου αυτού, ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν, όμως, εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει, πριν την εκτέλεση, να αναφέρει εγγράφως την αντίθετη γνώμη του και να εκτελέσει τη διαταγή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούσει σε αυτήν.
Κατά δε την παράγραφο 3 εδάφιο πρώτο, του ιδίου άρθρου(25), αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή.
Εξάλλου, σύμφωνα με τα οριζόμενα υπό του άρθρου 106 και 107 του Υπαλληλικού Κώδικα μεταξύ των πειθαρχικών παραπτωμάτων του υπαλλήλου είναι κάθε υπαίτια πράξη και παράλειψή του, που αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και των νόμων, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 25 του ιδίου Κώδικα, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 110 & 1 η δίωξη και τιμωρία των πειθαρχικών παραπτωμάτων αποτελεί καθήκον των πειθαρχικών οργάνων συνεπαγομένη, κατά τα ανωτέρω, αντίστοιχη ευθύνη του αμελούντος προς τούτο οργάνου(βλ. Γ. Κρίππα, εις Επιθεώρηση Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου, όπ. π. π.).
Με βάση όλες τις παραπάνω διατάξεις και εν όψει της προδήλου αντιθέσεως του περιεχομένου των προαναφερομένων Υπουργικών Αποφάσεων προς στο Σύνταγμα (άρθρα 16 & 2, 3 & 1, 4 & 1 και 13 & 2 εδάφιον γ΄ αυτού), ως και στους σε εκτέλεση των άρθρων του Συντάγματος 16 & 2 και 13 & 2 εδάφιον γ΄ αυτού, Νόμο 1566/1985 (άρθρο 1 & 1α αυτού) και Αναγκαστ. Νόμο 1363/1938 (άρθρο 4 αυτού), οι διδάσκαλοι της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και οι Θεολόγοι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν την υποχρέωση και το δικαίωμα να αρνηθούν την εκτέλεση των παραπάνω αντισυνταγματικών και παρανόμων Υπουργικών Αποφάσεων.
Να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι, επειδή στην παρούσα περίπτωση πρόκειται περί διαταγών προδήλως αντισυνταγματικών, δεν υπάρχει νομικό έδαφος για τη δυνατότητα έκδοσης από τη διοίκηση, μετά την άρνηση υπό των εν λόγω διδασκόντων της εκτέλεσης των Αποφάσεων τούτων, της δεύτερης διαταγής, που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου 25 του Υπαλληλικού Κώδικα και αυτό, διότι η δεύτερη αυτή διαταγή προβλέπεται μόνο για την περίπτωση αρνήσεως εκτελέσεως υπό του υπαλλήλου διαταγών αντιθέτων προς διατάξεις (απλών) νόμων ή κανονιστικών πράξεων, όχι όμως διαταγών προδήλως αντισυνταγματικών, όπως στην προκειμένη περίπτωση συμβαίνει.
Παράλληλα δε προς τα παραπάνω δεκτά γενόμενα, την άρνηση να εκτελέσουν τις ως άνω Υπουργικές Αποφάσεις, έχουν την υποχρέωση και το δικαίωμα να προβάλουν οι διδάσκαλοι της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και οι Θεολόγοι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ακόμη και μόνο για το ότι, με την εκτέλεση από αυτούς των Αποφάσεων τούτων, θα τελείται από τους ίδιους το ποινικό αδίκημα του προσηλυτισμού, αφού σύμφωνα με το άρθρο 21 του Ποινικού Κώδικα περί Προσταγής, η ποινική τους ευθύνη για το αδίκημα αυτό δεν θα αίρεται, δεδομένου ότι δεν υπάρχει νόμος που να τους απαγορεύει να εξετάσουν εάν οι δοθείσες σε αυτούς, σύμφωνα με τους νομικούς τύπους και από την Αρμόδια Αρχή διαταγές προς εκτέλεση του περιεχομένου των εν λόγω Υπουργικών Αποφάσεων είναι νόμιμες ή όχι. Άλλωστε η διάταξη αυτή του Ποινικού Κώδικα είναι ειδική, έναντι της γενικής τοιαύτης του άρθρου 25 του υπαλληλικού κώδικα (ν. 3528/2007) και ως εκ τούτου η πρώτη εξ αυτών κατισχύει της δεύτερης κατά τον γνωστό κανόνα του δικαίου, σύμφωνα με τον οποίο ο ειδικός νόμος υπερισχύει του γενικού(jus specialis derogate generalis).
Ο Γνωμοδοτών
Απόστολος Φ. Βλάχος
Επίτιμος Πρόεδρος Εφετών
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 27 Αυγούστου 2016
Eὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.
Σχολικός σύμβουλος θεολόγων Πειραιῶς, Δ΄ Ἀθηνῶν, Κυκλάδων
Τό σχολικό βιβλίο θρησκευτικῶν Γ΄ γυμνασίου ἐκδόσεως 2006 καί τό ἀντίστοιχο πρόγραμμα σπουδῶν.
Κριτική βάσει τῆς ἔμπρακτης διδασκαλίας
Τό σχολικό βιβλίο τοῦ ὁποίου τό περιεχόμενο θά ἀναλύσουμε ἐδῶ[1], μαζί καί τά βιβλία Α΄ καί Β΄ γυμνασίου, μέ τά ὁποῖα εἶχαν τεθεῖ ταυτοχρόνως σέ ἰσχύ, εἶναι γεγονός ὅτι, εἶχαν ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς παραδόσεώς τους σέ ἐκπαιδευτικούς και μαθητές προξενήσει ἀλλεπάλληλα δυσμενή σχόλια. Παρ΄ ὅλα αὐτά ἐπίσης ἰσχύουν δύο γεγονότα: Πρῶτον, τό βιβλίο αὐτό ἐξακολουθεῖ νά διδάσκεται μέχρι καί τό τρέχον σχολικό ἔτος (2015-16). Δεύτερον, μέχρι σήμερα κανένας δέν ἔχει προβεῖ σέ ἀναλυτική δημοσίευση τῶν πολλῶν καί ποικίλων προβλημάτων, τά ὁποῖα τό χαρακτηρίζουν.
Τό βιβλίο αὐτό δέν ἔχει θεματική πληρότητα, οὔτε ἀπόλυτη θεολογική εὐστοχία, οὔτε ἱστορική ἀκρίβεια, οὔτε γλωσσική ἐπάρκεια, οὔτε εἰκονογραφική ἐπάρκεια. Χωλαίνει σέ ὅλους αὐτούς τούς τομεῖς. Ὅλα αὐτά τά διαπίστωσε ὁ γράφων διδάσκοντάς το ἐπί σειρά ἐτῶν σέ πολλά σχολικά τμήματα. Ἄς δοῦμε ὅμως ἀναλυτικά τά προβλήματικά σημεῖα τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου.
Α΄. Θεολογικά σφάλματα
Στόν τίτλο τοῦ μαθήματος 3 ἡ Πεντηκοστή χαρακτηρίζεται ὡς τό «τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας». Ὁ τίτλος ὀφείλεται στό πρόγραμμα σπουδῶν[2]. Ὁ χαρακτηρισμός ὅμως «τό ξεκίνημα» δέν εἶναι σωστός. Ὁ παραδοσιακός χαρακτηρισμός γιά τήν Πεντηκοστή εἶναι «ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας». Αὐτό πρέπει νά καθίσταται σαφές στά σχολικά βιβλία καί νά τό μαθαίνουν τά παιδιά.
Στό γ΄ μέρος τοῦ μαθήματος 11 «Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος» ἀναφέρεται ὡς πιθανή ἐξήγηση γιά τήν προσωνυμία «θεοφόρος», ὅτι μπορεῖ νά εἶδαν οἱ χριστιανοί μετά τό μαρτύριό του χαραγμένο στό στῆθος του τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἀφοῦ ὅμως τά θηρία εἶχαν κατασπαράξει τόν μάρτυρα, τό στῆθος του δέν θά εἶχε μείνει ἀνέπαφο. Ἐπίσης εἶναι ἀπίθανο καί ἐτυμολογικά καί χρονολογικά νά ἦταν τό παιδί τό ὁποῖο κράτησε καί ἔδειξε ὁ Χριστός ὡς ὑπόδειγμα ἀθωότητος[3]. Τό πιό πιθανό, μέ βάση ὅσα ἀναφέρει τό κείμενο τοῦ μαρτυρίου του, εἶναι ὅτι συνήθιζε νά ἀποκαλεῖ ἔτσι τούς χριστιανούς, ἀκόμη καί τόν ἑαυτό του, ὅπως βλέπουμε στίς ἐπιστολές του. Σύμφωνα μέ τό μαρτύριο, ὅταν τόν ἐρώτησε ὁ αὐτοκράτωρ Τραϊανός «τίς ἐστι Θεοφόρος», ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ὁ Χριστόν ἔχων ἐν στέρνοις»[4]. Σήμαινε δηλαδή ὁ χαρακτηρισμός αὐτός τόν πιστό στόν Χριστό.
Ὁ ὁρισμός τόν ὁποῖον δίνει τό ὑπό ἐξέταση βιβλίο γιά τίς αἱρέσεις στήν εἰσαγωγική παράγραφο τοῦ μαθήματος 14 «Αἰρέσεις: ἐσωτερική πληγή τῆς Ἐκκλησίας» δέν εἶναι σωστός. Ἀναφέρει ὅτι: «αἵρεση ὀνομάζεται ἡ ἐπιλογή ἑνός μέρους ἀπό τό σύνολο τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ἡ ἐμμονή σέ αὐτό»[5]. Μέ αὐτόν τόν παράδοξο ὁρισμό δίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι οὐσιαστικά ἡ αἵρεση δέν ἀποκλίνει ἀπό τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῷ στήν πραγματικότητα κάθε αἵρεση συνιστᾶ ἀπόκλιση ἀπό αὐτήν καί στρέβλωση αὐτῆς. Ἐξ ἄλλου, καί αὐτό πρέπει νά προσεχθεῖ ἰδιαίτερα, κάθε στρεβλωτικό ἰσχυρισμό τους οἱ αἱρέσεις δέν τόν ἀντλοῦν μόνο μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐπινοοῦν καί καθαρά δικές τους θεωρίες, τίς ὁποῖες δέν τίς βλέπουμε κατά κανένα τρόπο στή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Στό μάθημα 17 «Χριστιανική ἄσκηση – μοναχισμός» δέν ἀναφέρεται ρητά ὁ τρίπτυχος κανόνας τῆς μοναχικῆς ζωῆς: πενία (ἀκτημοσύνη), παρθενία (ἀγαμία), ὑπακοή, πράγμα τό ὁποῖο, πιστεύουμε ὅτι εἶναι σημαντικό θεολογικό σφάλμα. Σέ αὐτό μάλιστα τό μάθημα φαίνεται τό σχολικό βιβλίο κατώτερο ἀπό τό πρόγραμμα σπουδῶν, τό ὁποῖο ἀναφέρει καί τήν ἔννοια τοῦ ἠσυχασμοῦ, τήν ὁποία λησμόνησε τό σχολικό βιβλίο.
Πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι δύο φορές τό σχολικό βιβλίο περιλαμβάνει τό ἴδιο σοβαρό ἀτόπημα στό μάθημα 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία». Στήν εἰσαγωγική παράγραφο: «Οἱ εἰκονολάτρες ἤ εἰκονόφιλοι, ἀντίθετα, ὑπερασπίζονταν τήν παρουσία τῶν εἰκόνων στούς ναούς μέ ὑπερβολικές πολλές φορές ἐκδηλώσεις λατρείας»[6] καί στό β μέρος τοῦ μαθήματος: «Ὁ Κωνσταντῖνος Ε΄ (741-775), ἀργότερα, σκλήρυνε τόν ἀγώνα κατά τῶν εἰκόνων. Ἔκλεισε τά μοναστήρια καί κατεδίωξε τούς μοναχούς πού ὑποστήριζαν τή λατρεία τῶν εἰκόνων»[7]. Εἶναι ἀσύλληπτο, τό πῶς ὑπέπεσαν ὀρθόδοξοι θεολόγοι σέ τέτοιου εἴδους σφάλμα καί μάλιστα δύο φορές. Καί εἶναι ἐπίσης ἀσύλληπτο τό πῶς δέν ὑπέπεσε τό σφάλμα αὐτό στήν ἀντίληψη τῶν κριτῶν – ἀξιολογητῶν τοῦ βιβλίου. Ὡς γνωστόν, ὁ χαρακτηρισμός «εἰκονολάτρες» ἦταν ὕβρις, τήν ὁποίαν ἀπηύθυναν οἱ εἰκονομάχοι πρός τούς εἰκονοφίλους καί δέν ἐπιτρέπεται νά τή χρησιμοποιοῦμε. Οἱ δέ μοναχοί δέν ὑποστήριζαν λατρεία τῶν εἰκόνων, ἀλλά τιμή πρός αὐτές, ἀλλιῶς θά ἦταν εἰδωλολάτρες.
Ὁ τίτλος τοῦ μαθήματος 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» εἶναι ἀπολύτως ἐσφαλμένος, ὀφείλεται δέ στό πρόγραμμα σπουδῶν. Ἀντί «ὑμνολογία» ἔπρεπε νά ἀναφέρει «ὑμνογραφία». Ἐνῷ στήν εἰσαγωγική παράγραφο, ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ τόν τίτλο, ἀναφέρεται σωστά τί εἶναι ὑμνολογία καί τί ὑμνογραφία, στόν τίτλο ἀναφέρεται λάθος. Θά ἦταν δυνατόν, πιστεύουμε, νά μή ἀκολουθεῖται δουλικά τό πρόγραμμα ἀπό τούς συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου, ἀλλά νά διορθώνεται ὅπου αὐτό σφάλλει.
Στό ἴδιο ἐπίσης μάθημα δέν εἶναι ἀκριβής ἡ ἑξῆς περιγραφή ἡ ὁποία ἐξηγεῖ γιατί τό ἐκκλησιαστικό ποιητικό εἶδος τοῦ «κανόνος» λέγεται ἔτσι: «ὀνομάζεται ἔτσι, ἐπειδή ὁ μελωδός χρησιμοποιοῦσε ὡς κανόνα – χάρακα κάποια συγκεκριμένα γεγονότα ἀπό τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ὅπως τό θαῦμα τῆς σωτηρίας τοῦ Ἰωνᾶ μέσα στήν κοιλιά τοῦ θαλασσίου κήτους, τόν ὕμνο τῆς Θεοτόκου πρός τό Θεό κ.ἄ.»[8]. Κατ΄ ἀρχήν οἱ μαθητές δέν κατανοοῦν ἐδῶ τί σημαίνει κανόνας – χάρακας καί πρέπει νά τούς ἐξηγήσουμε, ὅτι τούς χρησίμευαν ὡς πρότυπο, ὡς παράδειγμα, βάσει τοῦ ὁποίου θά δημιουργοῦσαν τό δικό τους ποιητικό ἔργο. Ἔπειτα πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι δέν ἦταν ἁπλῶς γεγονότα, ἀλλά ὠδές τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δηλαδή ἔρρυθμα ἀποσπάσματα, ὀκτώ τῆς Παλαιᾶς καί ἕνα τῆς Καινῆς.
Στό α μέρος τοῦ μαθήματος 26 «Τό σχίσμα τοῦ 1054: γεγονός μεγάλης ὀδύνης» ἐξιστορεῖται ἕνα ἀπό τά αἴτια τοῦ σχίσματος τελείως ἐσφαλμένα: «Οἱ κάτοικοι τῆς νότιας Ἰταλίας καί τῆς Σικελίας θαύμαζαν τίς παραδόσεις καί τή λαμπρότητα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί Αὐτοκρατορίας. Ὁ Πάπας Λέων Θ΄ (1049-1054) προσπάθησε νά εἰσαγάγει τά λατινικά ἔθιμα στή λατρεία, στήν ἐκκλησιαστική καί στήν κοινωνική ζωή τῶν περιοχῶν αὐτῶν.»[9]
Ἡ ἱστορική ἀλήθεια εἶναι τελείως διαφορετική, δέν ἐθαύμαζαν ἁπλῶς οἱ κάτοικοι τίς παραδόσεις καί τή λαμπρότητα τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας καί αὐτοκρατορίας. Αὐτοί οἱ ἰσχυρισμοί καταντοῦν ἀστεῖοι. Οἱ περιοχές Ἀπουλίας, Καλαβρίας καί Σικελίας ὑπάγονταν ἐκκλησιαστικῶς στό πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί πολιτικά στήν αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἡ Ρώμη ἀποφάσισε νά τίς ἀποσπάσει. Σέ αὐτό τό ἐγχείρημα τή βοηθοῦσε τό γεγονός, ὅτι Νορμανδοί καί Σαρακηνοί ἐπιδρομεῖς ἀπέσπασαν διάφορα τμήματα αὐτῶν τῶν περιοχῶν ἀπό τήν πολιτική διοίκηση τοῦ Βυζαντίου.
Στό μάθημα 30 «Ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας». ὁ χαρακτηρισμός «ἀνατολική»[10] στόν τίτλο, δέν εἶναι ἐπιτυχής. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν προσδιορίζεται ἀπό γεωγραφικούς ὅρους, ἀλλά ἀπό τήν πίστη της. Εἶναι λοιπόν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί δέν χρειάζεται κανέναν ἄλλο προσδιορισμό. Βεβαίως ὁ ὡς ἄνω ἐσφαλμένος χαρακτηρισμός ὀφείλεται στό πρόγραμμα σπουδῶν. Τό γεγονός ὅμως αὐτό δέν ἀπαλλάσσει τούς συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου ἀπό κάθε εὐθύνη, ἐφ΄ ὅσον συμβιβάσθηκαν καί δέχθηκαν κάτι ἐσφαλμένο.
Β΄. Ἱστορικά σφάλματα
Στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων». Τό γεγονός ὅτι οἱ ἑπτά διάκονοι ἔφεραν ὅλοι ὀνόματα ἑλληνικά, θεωρεῖται ἀπό τούς συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἑλληνορωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ[11]. Δέν γνωρίζουμε ποῦ φαίνεται ἐδῶ ὁ ρωμαϊκός πολιτισμός, ἀφοῦ κανένας ἀπό τούς διακόνους δέν ἔφερε ὄνομα λατινικό, ὁπωσδήποτε ὅμως φαίνεται ὁ ἑλληνικός πολιτισμός!
Στό γ μέρος τοῦ μαθήματος 5 «Ὁ πρῶτος διωγμός τῶν χριστιανῶν» ἀναφέρεται, ὅτι «μετά ἀπό μερικά χρόνια, τό 70 μ.Χ., οἱ Ρωμαῖοι κατέστρεψαν τελείως τήν πόλη καί κατέλυσαν τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ.»[12] Δέν ἀναφέρει, ὅτι τό ὑποτιθέμενο «κράτος» τοῦ Ἰσραήλ δέν ἦταν ἀνεξάρτητο, ἀλλά ἀποτελεῖτο ἀπό μερικά ἀπολύτως ὑποτελή, δηλαδή ἀπολύτως ἐξαρτημένα ἀπό τούς Ρωμαίους κρατίδια καί πρίν ἀπό τήν καταστροφή προηγήθηκε ἐπανάσταση, διότι ἔτσι ὅπως τό λέγει, εἶναι σάν νά ξεκίνησαν οἱ Ρωμαῖοι ἀπρόκλητα τόν πόλεμο. Ἐπίσης δέν ἀναφέρει, ὅτι ἀκολούθησε καί μία ἀκόμη ἐπανάσταση, ἡ ὁποία διήρκεσε ἀπό τό 122 ἕως τό 135 μ.Χ. καί ἐπίσης ἀπέτυχε.
Ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» ὡς ἑξῆς τά λόγια τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται νά βλασφημήσει τόν Χριστό: «ὁ Πολύκαρπος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι χριστιανός καί ὅτι δέ θά μποροῦσε νά βλασφημήσει τό Χριστό πού ὑπηρετεῖ ὀγδόντα χρόνια.»[13] Μᾶλλον κάποιος τά ἔγραψε αὐτά ἀπό μνήμης, ἀλλά ἡ μνήμη του τόν πρόδοσε. Ὁ ἅγιος Πολύκαρπος εἶπε τά ἑξῆς στόν Ἀνθύπατο: «ὀγδοήκοντα καί ἕξ ἔτη δουλεύω αὐτῷ καί οὐδέν μέ ἠδίκησεν· πῶς δύναμαι βλασφημῆσαι τόν βασιλέα μου, τόν σώσαντά με;» [14]. Δηλαδή «ὀγδονταέξι ἔτη εἶμαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ καί ποτέ δέν μέ ἀδίκησε· πῶς λοιπόν θά μποροῦσα νά βλασφημήσω τόν βασιλέα μου, ὁ ὁποῖος μέ ἔσωσε;».
Ὁ τίτλος τοῦ μαθήματος 12 «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων: ἕνας νέος δρόμος ἀνοίγεται γιά τούς χριστιανούς» παρουσιάζει πρόβλημα. Οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων δέν πρόλαβαν νά δημοσιευθοῦν ὡς νόμος, δέν ἔγιναν ποτέ διάταγμα. Ἡ οὐσία ὅμως εἶναι, ὅτι κατέπαυσαν οἱ διωγμοί καί ἀφέθηκε ἐλεύθερη ἡ πίστη καί ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρεται ὅτι «Οἱ διωγμοί τῶν χριστιανῶν καί τά δεινά πού γιά τρεῖς αἰῶνες ὑπέστησαν ἔδωσαν τήν ἀφορμή γιά τήν καθιέρωση τῆς ἀνεξιθρησκίας.»[15] Ἐάν λόγῳ τῶν σφοδρῶν διωγμῶν εἶχε ἐξαλειφθεῖ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ποιός θά θυμόταν νά παραχωρήσει ἀνεξιθρησκία ἐξ αἰτίας της; Ὀρθή διαπίστωση ἑπομένως σχετική μέ τό θέμα εἶναι, ὅτι ἡ ἐπιβίωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως παρ΄ ὅλους τούς διωγμούς καί τά δεινά τά ὁποῖα ὑπέστησαν οἱ χριστιανοί γιά τρεῖς αἰῶνες, ἔδωσε τήν ἀφορμή γιά τήν καθιέρωση τῆς ἀνεξιθρησκίας.
Στό α μέρος τοῦ μαθήματος 13 «Χριστιανισμός – Ἑλληνισμός: μία ἰδιότυπη συνάντηση» ἀναφέρεται: «Ἡ προετοιμασία γιά τή γνωριμία τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ μέ τόν Χριστιανισμό ξεκίνησε τόν 3ο π.Χ. αἰ. ἀπό τόν Μ. Ἀλέξανδρο καί τούς διαδόχους του. Ὁλόκληρος ὁ τότε κόσμος ἦταν ἑνωμένος μέ βάση ἕναν πολιτισμό: τόν ἑλληνικό. Στό πλαίσιο αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τό ἰουδαϊκό κράτος ἄρχισε νά ἐπηρεάζεται ἀπό τό ἑλληνικό πνεῦμα στήν πολιτική καί στήν κοινωνική του ζωή, στά γράμματα καί στήν παιδεία του.»[16] Δέν γνωρίζουμε ποιό ἰουδαϊκό κράτος ἀναφέρει κατά τόν τρίτο αἰώνα π.Χ. Προφανῶς ἐννοεῖ τήν ἰουδαϊκή κοινωνία, διότι ἰουδαϊκό κράτος δέν ὑπῆρχε ἀπό τόν 6ο αἰ. π.Χ. Ὅσον ἀφορᾶ δέ τόν ἀναφερόμενο τρίτο αἰώνα, μᾶλλον ἐννοεῖ τόν τέταρτο αἰώνα, ἀφοῦ ἀναφέρει τόν μέγα Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν κατά τόν τέταρτο αἰώνα ἔζησε (356-323 π.Χ.).
Στό β μέρος τοῦ μαθήματος 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία» ἀναφέρεται: «Τό 754 συγκαλεῖται Σύνοδος στό ἀνάκτορο πού βρίσκεται στήν ἀσιατική ἀκτή τῆς Κωνσταντινούπολης, στήν περιοχή Ἱέρεια, ἡ ὁποία θεσμοθετεῖ τίς εἰκονομαχικές ἀντιλήψεις.»[17] Ἔπρεπε νά ἀναφέρεται «ἀσιατική ἀκτή τοῦ Βοσπόρου», διότι ἡ Κωνσταντινούπολη δέν ἔχει ἀσιατικη ἀκτή, εἶναι καθαρά εὐρωπαϊκή πόλη.
Ὁ ὅρος «ρυθμοί» τῶν ναῶν εἶναι ἐσφαλμένος καί κακῶς χρησιμοποιεῖται στό μάθημα 20 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Α΄: Ναοδομία καί ἁγιογραφία»[18]. Τόν ἴδιο ὅρο χρησιμοποιεῖ καί τό πρόγραμμα σπουδῶν. Ὁ σωστός ὅρος εἶναι «τύποι» ναῶν. Ὁ ὅρος «ρυθμοί» χρησιμοποιεῖται μόνο γιά τούς ἀρχαίους ναούς, οἱ ὁποῖοι διακρίνονται βάσει τῶν κιονοκράνων τους.
Στό τέλος τοῦ μαθήματος 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «ἐνῷ κατά τούς ὀκτώ πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνωδίας (ποίηση καί μέλος) ἦταν ραγδαία, σήμερα παραμένει ἡ ὑμνωδία αὐτή χωρίς ποιοτική ἐξέλιξη γιά περίπου χίλια διακόσια χρόνια. Εἶναι καιρός, ὅμως, νά συνεχισθεῖ ἡ πορεία μέ μία προσπάθεια ἀπόδοσης τῶν ὕμνων σέ πιό κατανοητή γλώσσα, ὥστε νά γίνει ἐμφανές ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀφορᾶ ὅλο τόν κόσμο, ὅλων τῶν ἐποχῶν καί ὅτι δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς μουσειακό θησαυρό.»[19]
Πρέπει ἐδῶ νά γίνει κατανοητό, ὅτι κάθε καλλιτεχνική, συχνά μάλιστα καί ἁπλῶς τεχνική, δραστηριότητα τοῦ ἀνθρώπου φθάνει σέ ἕνα ὕψιστο σημεῖο τελειότητας, πέρα ἀπό τό ὁποῖο δέν ὑπάρχει δυνατότητα ἀναπτύξεως, διότι ἐλλοχεύει πλέον ὁ κίνδυνος καταστροφῆς του. Αὐτό συνέβη τουλάχιστον μέ τή βυζαντινή μουσική. Πέραν τούτου, ὅσον ἀφορᾶ τήν ὑμνογραφία, κανένας δέν ἐμποδίζει τούς ὑμνογράφους νά ἐπινοήσουν νέα εἴδη ὕμνων, χρειάζεται βέβαια ταλέντο καί τόλμη γιά νά γίνει κάτι τέτοιο.
Ἀπορία προξενεῖ ἡ παντελῶς ἀναιτιολόγητη ἀπόπειρα τοῦ σχολικοῦ βιβλίου νά συνδέσει τήν πρόοδο στήν ὀρθόδοξη ὑμνογραφία μέ προσπάθεια ἀπόδοσης τῶν ὕμνων σέ πιό κατανοητή γλώσσα. Πιστεύουμε κατ΄ ἀρχήν ἀκράδαντα, ὅτι ἡ ἀπόδοση τῶν ἤδη ὑπαρχόντων ἱστορικῶν ὕμνων στήν καθομιλουμένη σύγχρονη ἑλληνική δέν θά ἀποτελοῦσε πρόοδο στήν ὑμνογραφία.
Ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτό, πιστεύουμε ὅτι, ἄν ἐν τέλει ἐκπονηθοῦν τέτοιες ἀποδόσεις δέν θά πρέπει καί νά ψάλλονται καί ἐπίσης δέν θά πρέπει νά ἀντικαταστήσουν τούς πρωτότυπους ὕμνους, ἀλλά νά τυπωθοῦν σέ βιβλία, τά ὁποῖα θά ἔχουν σέ παράλληλες στῆλες πρωτότυπο καί νεοελληνική ἀπόδοση[20]. Τά βιβλία αὐτά θά συμβουλεύεται, κατά τή διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν ἤ στό σπίτι του, ὅποιος πιστός δυσκολεύεται νά κατανοήσει τήν πρωτότυπη γλώσσα τῶν ὕμνων.
Κατά τά ἄλλα, θά μποροῦσαν, ὅταν θά ὑπάρξουν περιπτώσεις νέων ἁγίων, νά συντεθοῦν οἱ ἀσματικές τους ἀκολουθίες στή νέα ἑλληνική, ὄχι ὅμως ἡ μετάφραση τῶν παλαιῶν ἀριστουργημάτων νά τά ἀντικαταστήσει, οὔτε νά συντεθοῦν ἐξ ὑπαρχῆς νέοι ὕμνοι γιά νά ἀντικαταστήσουν τούς παλαιούς. Τέτοια ἀπόπειρα θά ἦταν μέγα ἀνοσιούργημα καί τερατούργημα!
Γ΄. Γλωσσικά σφάλματα
Στό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» ἀναφέρεται: «γίνεται διάλογος μέ τούς ἐθνικούς στή βάση τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τοῦ πολιτισμοῦ»[21]. Τό ἴδιο ἀναφέρεται καί στό μάθημα 26 «Τό σχίσμα τοῦ 1054: γεγονός μεγάλης ὀδύνης»: «ἀκυρώνει τήν κοινωνία τους στή βάση τῆς ἰσότητας καί τῆς διαφορᾶς»[22]. Προσπαθούσαμε μέ πολύ κόπο νά καταλάβουμε, τί νά σημαίνουν αὐτές οἱ ἀκατανόητες φράσεις. Καί ἄν ἕνας ἐκπαιδευτικός μέ δεκαετίες ὁλόκληρες διδακτικῆς ὑπηρεσίας καί συγγραφικῆς δράσεως δέν καταλαβαίνει τούς γλωσσικούς ἀκροβατισμούς ἑνός σχολικοῦ βιβλίου, εἶναι εὔκολο νά φαντασθοῦμε, ἄν τούς καταλαβαίνει ἕνας δεκατετράχρονος μαθητής. Μετά ἀπό πολλή σκέψη καταλήξαμε στό συμπέρασμα, ὅτι μᾶλλον εἶναι ἀτυχής μεταφορά στή δημοτική τῆς φράσεως «γίνεται διάλογος μέ τούς ἐθνικούς βάσει τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τοῦ πολιτισμοῦ». Ἄν λοιπόν θέλουμε νά γράφουμε σωστή δημοτική καί νά μή κακοποιοῦμε τήν ἑλληνική γλώσσα, θά πρέπει ἐδῶ νά γράψουμε: «γίνεται διάλογος μέ βάση τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τόν πολιτισμό», ὅπως καί τήν ἄλλη φράση πρέπει νά τή γράψουμε ὡς ἑξῆς: «ἀκυρώνει τήν μέ βάση τήν ἰσότητα καί τή διαφορά κοινωνία τους».
Τό γ΄ μέρος τοῦ μαθήματος 16 «Μέγας Βασίλειος: ἕνας κορυφαῖος ἱεράρχης» τιτλοφορεῖται «Οἱ ἐπιστολές τοῦ Μ. Βασιλείου: εἰκόνα ἑνός Μεγάλου Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας»[23], ἀλλά ὁμιλεῖ γιά ὅλο τό συγγραφικό ἔργο τοῦ μεγάλου Βασιλείου. Καί δέν κατανοοῦμε γιατί θά ἔπρεπε νά ὁμιλήσει μόνο γιά τίς ἐπιστολές του, ἀφοῦ ὅλο τό συγγραφικό ἔργο του εἶναι ἀνεκτίμητο.
Ἄλλο ἕνα σημεῖο στό ὁποῖο φαίνεται ἡ γλωσσική ἀνεπάρκεια τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου εἶναι τό ἑξῆς. Στό μάθημα 27 «Μαρτίνος Λούθηρος. Ἡ Μεταρρύθμιση στή δυτική χριστιανοσύνη» ἀναφέρεται: «Ἀπό τό 14ο αἰώνα ἡ παπική δύναμη ἄρχισε νά δέχεται πλήγματα στό κύρος της (ὑπῆρξε ἐποχή, τό 1378-1415, ὅταν ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία εἶχε δύο Πάπες, ἕναν μέ ἕδρα τή Ρώμη καί ἄλλον μέ ἕδρα τήν Ἀβινιόν τῆς Γαλλίας, δηλαδή εἴχαμε παπικό σχίσμα).»[24] Καί γεννᾶται τό ἐρώτημα: Τό σχίσμα τοῦ 1054 τί ἦταν, δέν ἦταν παπικό σχίσμα; Προφανῶς ἀντί «παπικό σχίσμα» ἔπρεπε νά γραφεῖ «σχίσμα ἐντός τῆς παπικῆς ἐκκλησίας».
Δ΄. Ἐλλιπής ἀνάλυση καί ἐσφαλμένη ὁρολογία
Στό μάθημα 3 «Πεντηκοστή: τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας» Ἀναφέρεται καί στίχος τοῦ ἀποστόλου Παύλου[25]. Ὀρθῶς βεβαίως, διότι ἡ ὅλη πορεία του ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν ἦταν πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ὅμως πρέπει νά κατανοήσουν οἱ μαθητές, ὅτι στήν Πεντηκοστή ὁ Παῦλος δέν ἦταν παρών. Τό ξεκαθαρίζουμε αὐτό, διότι οἱ νεαροί μαθητές μένουν μέ τήν ἐντύπωση, πώς ἐφ΄ ὅσον ἀναφέρεται στό μάθημα, ἦταν παρών ὡς ἀπόστολος σέ ὅλα αὐτά τά γεγονότα.
Τό οἰκονομικό σύστημα τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων τό γνωρίζαμε ἀνέκαθεν ὡς «κοινοκτημοσύνη». Τόν ὅρο «κοινοκτημοσύνη» ἀποδίδει τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων» μόνο στό οἰκονομικό σύστημα τῶν μοναστηριῶν. Τό γιατί ἀναφέρεται τό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων ὡς «κοινοχρησία»[26] καί σέ τί διαφέρει αὐτό ἀπό τήν «κοινοκτημοσύνη» τῶν μοναστηριῶν δέν μᾶς εἶναι γνωστό. Πιστεύουμε ὅτι δέν διαφέρει σέ τίποτε. Παρ΄ ὅλα αὐτά ὅμως προτιμήθηκε ἐδῶ ὁ ὡς ἄνω θεολογικός νεολογισμός καί κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο δίνεται στούς μαθητές ἡ ἐσφαλμένη ἐντύπωση, ὅτι τά δύο αὐτά κατ΄ οὐσίαν διαφέρουν.
Ἀπό τό μάθημα 12 «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων: ἕνας νέος δρόμος ἀνοίγεται γιά τούς χριστιανούς» οἱ μαθητές δέν καταλαβαίνουν τί εἶναι «ὁ στιγματισμός στό πρόσωπο» [27]. Εἶναι λοιπόν τό σημάδεμα τοῦ προσώπου μέ πυρακτωμένο σίδερο. Αὐτή ἡ τιμωρία ἐπιβαλλόταν στούς φυγάδες δούλους, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνονταν.
Ἀπό τό μάθημα 17 «Χριστιανική ἄσκηση – μοναχισμός» οἱ μαθητές δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «ἔκπτωση τῆς πνευματικότητας»[28]. Καλύτερα καταλαβαίνουν τόν ὅρο «κατάπτωση».
Στό γ μέρος τοῦ μαθήματος 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία» δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «σάρκωση». Ἔπρεπε λοιπόν τό σχολικό βιβλίο νά ἐξηγεῖ, ἔστω στό γλωσσάριο, ὅτι σημαίνει πώς ὁ Χριστός εἶναι καί τέλειος ἄνθρωπος[29].
Στό γ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «νά ἀνάγονται εὐκολότερα πρός τό Θεό». Μποροῦμε νά ποῦμε «νά ὁδηγοῦνται πνευματικά»[30].
Στό μάθημα 24 «Οἱ ἅγιοι Εἰρηναῖος Λυῶνος καί Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων» δέν ἔχει προσεχθεῖ μία λεπτομέρεια καί γι΄ αὐτό προξενεῖ παρεξηγήσεις: ἀναφέρει τό βιβλίο γιά τόν Εἰρηναῖο, «ὅτι ἦταν πρεσβύτερος στό Λούγδουνο τῆς Νότιας Γαλλίας». Γιά τόν Ἀμβρόσιο ἀναφέρει ὅτι «γεννήθηκε περί τό 340 μ.Χ. στά Τρέβιρα τῆς Γαλατίας»[31]. Οἱ μαθητές δέν γνωρίζουν, ὅτι Γαλατία καί Γαλλία ταυτίζονται καί κακῶς τό βιβλίο δέν τό ἀποσαφηνίζει, ἀλλά ἁπλῶς τό ἀναφέρει μέ δύο διαφορετικούς τρόπους.
Ε΄. Παραλείψεις σημαντικῶν θεμάτων καί λοιπές ἐλλείψεις
Κατ΄ ἀρχήν δέν ἀποσαφηνίζει τό βιβλίο αὐτό, τί ἀκριβῶς διδάσκει ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία. Τό δέ ὄνομα ἁπλῶς δέν εἶναι πάντοτε προφανές γιά τούς δεκατετράχρονους μαθητές. Πρέπει λοιπόν νά τονίσουμε, ὅτι ἀπό τήν ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία μαθαίνουμε πῶς ἐφαρμόσθηκε τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ μέσα στήν πάροδο τῶν αἰώνων.
Ἐπίσης δέν ἀποσαφηνίζει, ποιά εἶναι ἡ σχέση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας μέ τήν πολιτική καί στρατιωτική ἱστορία. Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι ὁ ἀντίποδας τῆς πολιτικῆς καί στρατιωτικῆς ἱστορίας. Στίς μέν βλέπουμε νά κυριαρχοῦν φιλοδοξία, φιλαρχία, φιλαργυρία, ὑποκρισία, ραδιουργίες, πόλεμοι, σφαγές, καταστροφές. Ἡ δέ ἔχει ὡς σκοπό νά διορθώσει ἤ ἔστω νά ἀπαλύνει ὅλα τά ἀνωτέρω, διότι οἱ πρωταγωνιστές της διακρίνονται ἀπό αὐταπάρνηση, αὐτοθυσία, φιλανθρωπία, εὐθύτητα, φιλειρηνικότητα, πραότητα, ἀρετές τίς ὁποῖες θέλουν νά καταστήσουν κανόνα τοῦ κόσμου[32]. Μέ ὅλα αὐτά ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία ἐπέφερε βαθειά τομή στήν παγκόσμια ἱστορία.
Στό μάθημα 3 «Πεντηκοστή: τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας» ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο τό καινοδιαθηκικό βιβλίο τῶν Πράξεων Ἀποστόλων, ὅμως δέν ἀναφέρει ποιός εἶναι ὁ συγγραφέας του, πράγμα τό ὁποῖο οἱ μαθητές δέν θυμοῦνται ἀπό τή δευτέρα γυμνασίου, γι΄ αὐτό καλό θά ἦταν νά ἐπαναλαμβάνεται τό ἱστορικό αὐτό στοιχεῖο.
Στό ἴδιο μάθημα καλό εἶναι, πιστεύουμε, νά δίνονται στό γλωσσάριο καί κάποιες πληροφορίες γιά τό τί ἦταν ἡ ἑβραϊκή γιορτή τῆς πεντηκοστῆς: Ἦταν καθαρά ἀγροτική γιορτή καί ὀνομαζόταν ἀλλιῶς «γιορτή τοῦ θερισμοῦ τῶν πρωτογεννημάτων». Γιορταζόταν τήν πεντηκοστή ἡμέρα ἀπό τό Πάσχα. Κατά τήν ἑβραϊκή παράδοση αὐτή τήν ἡμέρα δόθηκε ὁ δεκάλογος ἀπό τόν Θεό στόν Μωυσή. Διαρκοῦσε μία ἡμέρα καί κατά τή διάρκειά της πρόσφεραν σιταρένια ψωμιά καί θυσίαζαν ζῶα. Μέ αὐτή βέβαια τήν ἑβραϊκή πεντηκοστή, δέν ἔχει καμμία σχέση ἡ χριστιανική Πεντηκοστή.
Στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων», δέν ἀναφέρεται ἡ σημασία τῆς λέξεως «διάκονος», ἡ ὁποία σημαίνει «ὑπηρέτης». Λέξη σημαδιακή γιά τό ἦθος τό ὁποῖο πρέπει νά ἔχει ὅποιος ζῆ μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ φράση τοῦ Χριστοῦ: «εἰ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος», ἡ ὁποία ἀναφέρεται μέ διάφορες διατυπώσεις δύο φορές στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο[33] καί δύο φορές στό κατά Μάρκον[34] καί αὐτό φανερώνει τή σημασία της. Καί τό ρῆμα «διακονῶ», τ.ἔ. «ὑπηρετῶ» εἶναι σημαντικό γιά τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί πρέπει νά χαρακτηρίζει ὅποιον ἀναλαμβάνει τό ὁποιοδήποτε ἐκκλησιαστικό ἀξίωμα[35].
Στό μάθημα 5 «Ὁ πρῶτος διωγμός τῶν χριστιανῶν» μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἔχει ἀστερίσκο στό ὄνομα «Σαδδουκαῖοι»[36], τό γλωσσάριο δέν ἐξηγεῖ τί ἦταν αὐτοί. Ἡ δέ παράγραφος, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό βιβλίο τῆς Β΄ γυμνασίου εἶναι ἐλλιπής. Δέν ἀναφέρει, τί πίστευε αὐτή ἡ ἰουδαϊκή θρησκευτική παράταξη. Δέν πίστευαν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, οὔτε στή θεία πρόνοια, διότι δέχονταν ἀπεριόριστη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης δέν δέχονταν τήν παράδοση, ἀλλά μόνο τόν μωσαϊκό νόμο, ὅπως δέν δέχονταν καί τήν ὕπαρξη τῶν ἀγγέλων καί πνευμάτων γενικά.
Ἐπίσης στό ἴδιο μάθημα ἔχει ἀστερίσκο στή λέξη «Συνέδριο», ἀλλά ἐπίσης δέν ἀναφέρει τίποτε στό γλωσσάριο. Πρόκειται γιά τό ἰουδαϊκό «μεγάλο συνέδριο», τό ὁποῖο εἶχε 71 μέλη προερχόμενα ἀπό ὅλες τίς τάξεις καί ἀπό τό ἱερατεῖο, καί μάλιστα ὀνομαζόταν «σανχεντρίν», λέξη προερχόμενη ἀπ΄ εὐθείας ἀπό τήν ἑλληνική λέξη «συνέδριον». Πρόεδρός του ἦταν ὁ ἀρχιερεύς. Ἦταν ἡ ἀνώτατη διοικητική καί δικαστική ἀρχή τῶν Ἑβραίων. Ἐννοεῖται, σέ ὅσα ζητήματα δέν ἐνέπιπταν στή δικαιοδοσία τῆς ρωμαϊκῆς ἀρχῆς.
Πρέπει ἀκόμη νά τονισθεῖ, διότι στό βιβλίο δέν ἀποσαφηνίζεται, ὅτι ἐνῷ ἡ δίκη τοῦ Χριστοῦ ἦταν στημένη δίκη, δηλαδή δίκη μέ προαποφασισμένο ἀποτέλεσμα, ἡ δίκη τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, μολονότι μποροῦμε δίκαια νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁμοίως ἦταν δίκη μέ προαποφασισμένο ἀποτέλεσμα, δέν τελείωσε ποτέ τυπικά. Ποτέ δέν ἐκδόθηκε καταδικαστική ἀπόφαση. Τόν Στέφανο δολοφόνησαν οἱ ἴδιοι οἱ ψευδομάρτυρες[37], ὅπως βλέπουμε στό βιβλίο τῶν Πράξεων Ἀποστόλων, ἀμέσως μετά τήν ἀπολογία του.
Καί ἐνῷ στή δίκη τοῦ Χριστοῦ ζητεῖται ἡ ἐπανάληψή της καί ἐπικύρωσή της ἀπό τή ρωμαϊκή ἀρχή, τήν ὁποία ἐκπροσωπεῖ ὁ Ρωμαῖος διοικητής Πόντιος Πιλάτος, διότι οἱ Ἑβραῖοι δέν εἶχαν σύμφωνα μέ τούς ρωμαϊκούς νόμους δικαίωμα νά καταδικάσουν καί νά ἐκτελέσουν κανέναν, στή δίκη τοῦ Στεφάνου δέν τίθεται κἄν τέτοιος προβληματισμός, ἔχουν πέσει πιά τά προσχήματα. Προφανῶς οἱ κατήγοροι καί οἱ δικαστές θεώρησαν πώς ἐφ΄ ὅσον δέν θίγονται τά συμφέροντα τῆς ρωμαϊκῆς ἀρχῆς, δέν θά ἐνδιαφερθεῖ αὐτή νά ἐπιβάλει κυρώσεις γι΄ αὐτή τήν παράνομη θανάτωση. Καί μᾶλλον εἶχαν δίκαιο τελικά, διότι ἡ ρωμαϊκή ἀρχή δέν ἀντέδρασε διόλου, κάτι τέτοιο δέν ἔμεινε στήν ἱστορία.
Γεννᾶται βέβαια καί τό ἐρώτημα, γιατί ἀφοῦ δέν νοιάζονταν γιά τή νομιμότητα, δέν δολοφόνησαν τόν Στέφανο ἐνῷ περπατοῦσε στόν δρόμο. Προφανῶς ἤθελαν μέ αὐτή τήν παρωδία δίκης νά δοθεῖ μεγάλη δημοσιότητα στό γεγονός, ὥστε νά τρομοκρατηθοῦν ὅσο τό δυνατόν περισσότερο οἱ χριστιανοί.
Στό μάθημα 7 «Ἡ Ἀποστολική Σύνοδος: συλλογική λήψη ἀποφάσεων» θά ἔπρεπε νά ἐπισημαίνεται, πώς ὅταν φάνηκε, ὅτι μέ τούς διωγμούς δέν κατέστη δυνατή ἡ διάλυση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐπιχειρήθηκε ἡ ἐνσωμάτωσή της στόν ἰουδαϊσμό διά τῆς πλήρους εἰσαγωγῆς καί ἐπιβολῆς τῶν ἰουδαϊκῶν ἐθίμων. Ἡ ἀποστολική ὅμως σύνοδος ξεκαθάρισε μιά γιά πάντα τό θέμα: οἱ χριστιανοί δέν ὄφειλαν νά τηροῦν τά ἰουδαϊκά ἔθιμα καί ὁμοίως ὄφειλαν νά ἀπέχουν ἀπό τήν εἰδωλολατρία καί τά ἔθιμά της.
Γιά τούς ἁγίους Δημήτριο καί Γεώργιο ἀναφέρει τό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» μόνο τά ὀνόματά τους καί ὅτι μαρτύρησαν ἐπί Διοκλητιανοῦ[38], καλό θά ἦταν νά ἀναφερόταν κάτι παραπάνω, τοὐλάχιστον γιά τόν ἅγιο Δημήτριο, διότι γιά τόν ἅγιο Γεώργιο δέν σώζονται πολλά βιογραφικά ἤ ἀκόμη δέν θά ἔβλαπτε νά ἀναφερόταν καί κανένα ἀπολυτίκιο, ἀφοῦ πολλά ἀπό τά παιδιά μας ἔχουν αὐτά τά ὀνόματα.
Γιά τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ ὅλες τίς μαρτυρίες ἦταν ὁ δεύτερος ἐπίσκοπος Σμύρνης, ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο στό ἴδιο μάθημα, ὅμως τό παραθέτει πρίν ἀπό τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, μολονότι ἐκεῖνο προηγήθηκε χρονικά. Ὀρθῶς ἀναφέρεται, ὅτι ὁ ἅγιος Πολύκαρπος ὑπῆρξε μαθητής τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὅμως δέν ἀναφέρεται στό οἰκεῖο μάθημα τό ἴδιο καί γιά τόν ἅγιο Ἰγνάτιο.
Ἀπολύτως τίποτε δέν ἀναφέρεται γιά τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ τελευταῖος ἐπίσκοπος τῆς πόλεως αὐτῆς. Παράλειψη ἡ ὁποία βαρύνει κατ΄ ἀρχήν τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος σπουδῶν.
Στό μάθημα 10 «Οἱ κατακόμβες: τόπος καταφυγῆς καί μνήμης» δέν περιλαμβάνεται ἐτυμολογία τῆς λέξεως «κατακόμβη», ἡ ὁποία εἶναι ἑλληνική καί ὄχι λατινική, ὅπως νομίζουν μερικοί. Προέρχεται ἀπό τήν πρόθεση «κατά» καί τό οὐσιαστικό «τύμβος».
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρεται, γιατί κατέφευγαν στίς κατακόμβες κατά τίς δύσκολες ὧρες τῶν διωγμῶν[39]: διότι τά νεκροταφεῖα ἐθεωροῦντο ἀπό τή ρωμαϊκή νομοθεσία ἱεροί τόποι καί δέν γίνονταν ἔφοδοι καί ἔρευνες ἐκεῖ.
Ἕνα ἄλλο θέμα, συγγενικό μέ τά ἀμέσως προηγούμενα, τό ὁποῖο δέν ἀναφέρεται διόλου στό σχολικό βιβλίο, εἶναι οἱ διωγμοί τούς ὁποίους ὑπέστη, παντελῶς ἀναίτια[40] ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τά κομμουνιστικά καθεστώτα. Βεβαίως ἡ εὐθύνη γι΄ αὐτή τήν παράλειψη βαρύνει πρωταρχικῶς τούς συντάκτες τοῦ προγράμματος, ἀφοῦ αὐτό δέν περιλαμβάνει τό ἐν λόγῳ θέμα. Νά ρωτήσουμε, γιατί συνέβη αὐτό; Μήπως ἐπειδή κάποιοι φοβοῦνται, ὅτι παρά τήν πάροδο ἑνός τετάρτου τοῦ αἰῶνος ἀπό τήν κατάρρευση τῶν δικτατορικῶν αὐτῶν καθεστώτων ὑπάρχουν ἀκόμη ὑποστηρικτές τους;
Κάποτε λοιπόν θά πρέπει τά παιδιά μας νά μάθουν, ὅτι οἱ κληρικοί, οἱ οἰκογένειές τους καί οἱ μοναχοί χαρακτηρίζονταν ἀπό τό καθεστώς τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἑνώσεως «ἐχθροί τοῦ λαοῦ» καί δέν ἐλάμβαναν δελτία τροφίμων, ἀπαραίτητα γιά τήν ἐπιβίωση ὅποιου κατοικοῦσε ἐκεῖ τότε, καί ἔτσι ὁδηγοῦνταν ἄκοντες στήν ἐπαιτεία[41] καί μάλιστα ὅποιος τούς ἐλεοῦσε ἔθετε ἑαυτόν σέ κίνδυνο. Δέν θά ἔβλαπτε ἐπίσης νά μάθουν, ὅτι μόνο τό 1922 τό σοβιετικό καθεστώς ἐκτέλεσε 8.100 κληρικούς καί μοναχούς[42] καί ὅτι στόν τόπο ἐκτελέσεων Μπούτοβο ὑπάρχει ὁμαδικός τάφος 25.000 ἀνθρώπων ἐπισκόπων, ἱερέων, διακόνων, μοναχῶν, λαϊκῶν πιστῶν «πού τό ἔγκλημά τους ἦταν ὅτι πίστευαν στό Θεό.»[43]. Ἐπίσης καλό θά ἦταν κάποτε νά γίνει γνωστό καί στά ἑλληνικά σχολεῖα, ὅτι ὁ πρόεδρος τῆς Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν ἐπισκεπτόμενος τόν τόπο αὐτό δήλωσε «Τέτοιου εἴδους τραγωδίες συμβαίνουν ὅταν κάποια ἀδιαμφισβήτητα ἐλκυστικά ἀλλά κενά ἰδεώδη τίθενται πάνω ἀπό τίς βασικότερες ἀξίες, ὅπως αὐτή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων καί τῆς ἐλευθερίας. Ἑκατοντάδες χιλιάδες, ἑκατομμύρια ἄνθρωποι σκοτώθηκαν ἤ αἰχμαλωτίσθηκαν σέ στρατόπεδα συγκέντρωσης, ὅπου βασανίστηκαν καί τελικά ἐκτελέστηκαν. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού χάθηκαν εἶχαν τίς δικές τους ἰδέες καί ἀπόψεις καί ἦταν αὐτοί πού δέν φοβήθηκαν νά μιλήσουν. Ἦταν ὅ,τι καλύτερο εἶχε νά δείξει τό ἔθνος μας.»[44]
Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἑλληνική γλώσσα ἀναφέρει τό μάθημα 13 «Χριστιανισμός – Ἑλληνισμός: μία ἰδιότυπη συνάντηση»: «ἡ ἑλληνική γλώσσα στάθηκε τό κατ΄ ἐξοχήν μέσο χάρη στό ὁποῖο οἱ Πατέρες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς μπόρεσαν νά μεταγγίσουν τά μηνύματα τοῦ Εὐαγγελίου στήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Καινή Διαθήκη, τά περισσότερα ἀπό τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καταγράφηκαν στήν ἑλληνική γλώσσα»[45]. Πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν κάμουν ἁπλῶς χρήση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἀλλά χρήση μέ πρότυπο τρόπο. Καλλιεργοῦν τή γλώσσα, τόσο στά καθ΄ αὐτό θεολογικά τους ἔργα, ὅσο καί σέ καθ΄ αὐτό φιλολογικά, ὅπως ὁ Φώτιος Κωνσταντινουπόλεως ὁ μέγας, ὁ ὁποῖος συνέθεσε καί λεξικό καί ὁ Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης ὁ ὁποῖος συνέγραψε τά περίφημα σχόλια στόν Ὅμηρο, τά ὁποῖα εἶναι ταυτόχρονα καί πρότυπο ἔργο λαογραφίας. Δέν κακοποιοῦν τήν ἑλληνική γλώσσα, ὅπως μερικοί σύγχρονοί μας, οἱ ὁποῖοι ἀνακάλυψαν κάπως καθυστερημένα ὅτι εἶναι Ἕλληνες καί γιά νά τό ἀποδείξουν, ὑβρίζουν τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ταυτόχρονα τήν ἱστορική ἀλήθεια.
Ἀπό τή φιλοσοφία οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν υἱοθέτησαν μόνον ὁρολογία, ρητορικές τεχνικές καί συλλογιστικές μεθόδους, ὅπως ἐσφαλμένως ἀναφέρει τό ὑπό ἐξέταση σχολικό βιβλίο[46], ἀλλά καί πλεῖστες ὅσες ἰδέες χρήσιμες στή χριστιανική ζωή, ἀκόμη καί ἰδέες μέ τίς ὁποῖες καταπολέμησαν τήν εἰδωλολατρία!
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρονται οἱ ἀρχαῖες ἑλληνικές ἀρετές: φρόνηση, σωφροσύνη, ἀνδρεία, δικαιοσύνη, τίς ὁποῖες ἐνσωμάτωσε ὁ χριστιανισμός καί μάλιστα ὁ μέγας Βασίλειος ἐπιχειρεῖ νά τίς ἀνιχνεύσει καί μέσα στήν Παλαιά Διαθήκη. Οὔτε τίς χριστιανικές βασικές ἀρετές, ὅπως τίς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀναφέρει σωστά. Αὐτές εἶναι: πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη. Ἡ ἑπτάδα λοιπόν αὐτή μᾶς δίνει τόν τέλειο ἄνθρωπο καί δέν ἔχει ξεπερασθεῖ ἀπό κανένα θρησκευτικό, φιλοσοφικό ἤ πολιτικό σύστημα μέχρι σήμερα.
Ὅσον ἀφορᾶ τίς ἐπιπτώσεις τῶν αἱρέσεων, καλό εἶναι νά τονίζουμε, ὅτι καταστρέφουν ἀνθρώπους. Κάποιες φορές, ἀφοῦ τούς ἔχουν ἤδη ὁδηγήσει στόν πνευματικό θάνατο, τούς ὁδηγοῦν καί στόν σωματικό θάνατο, ὅπως συνέβη σέ ἀρκετούς χιλιαστές, οἱ ὁποῖοι ἀρνήθηκαν νά ὑποστοῦν μετάγγιση αἵματος. Ἐπίσης κάποια μέλη τῆς Σαϊεντόλοτζυ πέθαναν, διότι ἡ ὀργάνωση δέν τούς ἐπέτρεπε νά ἀπευθυνθοῦν σέ γιατρούς παρά μόνον σέ καθοδηγητικά μέλη τῆς ὀργανώσεως, τά ὁποῖα δέν ἦταν γιατροί. Πολύ συχνότερη εἶναι ἡ οἰκονομική ἐκμετάλλευση τῶν θυμάτων τους, γι΄ αὐτό καμμία αἵρεση δέν χαρακτηρίζεται ἀπό φτώχεια[47]. Ἡ Σαϊεντόλοτζυ εἶναι μάλιστα καί πλοιοκτήτρια καί ἀναγκάζει τούς ἐργαζόμενους στά πλοῖα της νά ἐργάζονται ὑπό ἀπάνθρωπες συνθῆκες[48].
Ἡ ἀπάλειψη τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀπό τήν ὕλη τῆς Γ΄ γυμνασίου, ἀπαράδεκτη πράξη ἡ ὁποία βαρύνει πρωταρχικῶς τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος, προκάλεσε θλίψη σέ πολύ κόσμο, καί μάλιστα ὄχι μόνο σέ θεολόγους. Ἡ δικαιολογία τῶν ὑπευθύνων γι΄ αὐτή τήν κατά τή γνώμη μας ἀσυγχώρητη ἀπάλειψη ἦταν, ἐπειδή περιλαμβάνεται στήν ὕλη τοῦ δημοτικοῦ σχολείου! Ἐπ΄ αὐτοῦ ἀπαντήσαμε, ὅτι ἄν ἔτσι ἔχουν τά πράγματα, τότε θά ἔπρεπε νά ἀπαλειφθεῖ καί ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τή διδάσκονται στό δημοτικό. Τήν παρατήρηση αὐτή κάποιοι μᾶλλον τήν ἐξέλαβαν ὡς αἴτημα καί γι΄ αὐτό δέν περιέλαβαν τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ στό πιλοτικό πρόγραμμα τοῦ γυμνασίου τοῦ 2011!
Κατά παράδοξο τρόπο οἱ Β΄, Ε΄, καί Στ΄ σύνοδοι δέν ἀναφέρονται πουθενά στό βιβλίο. Ἡ Β΄ ἀναφέρεται μόνο σέ μία εἰκόνα[49]. Ἡ δέ Α΄ ἀναφέρεται μόνο στό μάθημα γιά τόν Μέγα Ἀθανάσιο. Γιατί περιθωριοποιοῦνται αὐτά τά τόσο σημαντικά γεγονότα, στά ὁποῖα ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία μας τήν ἐπιβίωσή της; Ὁπωσδήποτε θά ἔπρεπε νά ἀναφέρεται, ὅτι ἡ Β΄ οἰκουμενική σύνοδος πρόσθεσε τά πέντε τελευταία ἄρθρα τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως.
Στό μάθημα 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» θά ἔπρεπε νά ἀναφέρεται, ὅτι ὁ κανόνας χωρίζεται σέ ἑννέα ὠδές, ἀπό τίς ὁποῖες ἡ δεύτερη συνηθιζόταν νά παραλείπεται ὡς πένθιμη. Κάθε ὠδή χωρίζεται σέ τροπάρια καί τό πρῶτο τροπάριο κάθε ὠδῆς λέγεται εἰρμός. Σύμφωνα μέ τόν εἰρμό ψάλλονται καί τά ὑπόλοιπα τροπάρια τῆς ὡδῆς. Τελικά σχηματίσθηκαν καί κανόνες μέ ἀκόμη λιγότερες ὠδές, μέχρι καί μέ τρεῖς καί σχηματίσθηκε τό γνωστό μας λειτουργικό βιβλίο Τριώδιο.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρονται οἱ βυζαντινές νότες[50], ἀλλά δέν ἀναφέρεται, ὅτι οἱ νότες αὐτές εἶναι στήν πραγματικότητα ἁρχαῖες ἑλληνικές καί τίς εἶχε ἐπινοήσει ὁ Πυθαγόρας, ἀντιστοιχοῦν δέ στά ἑπτά πρῶτα γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου.
Γιά τό μάθημα 22 «Ὁ ἐκχριστιανισμός τῶν σλαβικῶν λαῶν» πρέπει νά ἀναφερθεῖ, ὅτι στή μεγάλη Μοραβία κάλεσε τούς Ἕλληνες ἀδελφούς Κύριλλο καί Μεθόδιο ὁ ἡγεμόνας Ραστισλάβος. Ἐκεῖ δέν ἦταν ἄγνωστη ἡ χριστιανική πίστη. Πρέπει νά καταστεῖ σαφές, πράγμα τό ὁποῖο δέν φαίνεται στό σχολικό βιβλίο, ὅτι ἀρκετοί Μοραβοί ἦταν ἤδη χριστιανοί. Ὅμως ἡ σημαντική προσφορά τῶν δύο Ἑλλήνων[51]ἀδελφῶν ἦταν, ὅτι ὁ Κύριλλος ἐπινόησε ἀλφάβητο, τό λεγόμενο γλαγολιτικό μέ βάση τό ἑλληνικό καί ἐπίσης ἐκπόνησαν γραπτές μεταφράσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν λειτουργικῶν βιβλίων στή γλώσσα τοῦ τόπου. Ἔτσι βοήθησαν τόν πληθυσμό νά καταλάβει τήν πίστη καί νά γίνει πιό συνειδητός χριστιανός.
Μετά τήν κοίμηση τοῦ Κυρίλλου στή Ρώμη, ὁ Μεθόδιος χειροτονήθηκε ἀπό τόν πάπα ἀρχιεπίσκοπος Σιρμίου καί συνέχισε τό ἔργο πού εἶχαν ἀρχίσει μαζί μέ τόν ἀδελφό του, ὅμως ἐπειδή εἶχε ἐπέλεθει πολιτική μεταβολή στή Μοραβία, (ὁ Σβατοπλόκος ἀνηψιός τοῦ Ραστισλάβου σκότωσε τόν θεῖο του καί συμμάχησε μέ τούς Φράγκους), συνελήφθη ὁ Μεθόδιος καί φυλακίσθηκε ἀπό τόν Φράγκο ἐπίσκοπο τοῦ Πασάου Ἔρμανριχ, διότι οἱ Φράγκοι δέν ἤθελαν ἡ λειτουργία νά γίνεται στά σλαβικά, ἐπειδή ἤθελαν νά ἔχουν τίς περιοχές ἐκεῖνες ὑπό τή δική τους ἐπιρροή. Ὁ πύργος τῆς Βαυαρίας ὅπου φυλακίσθηκε ὁ Μεθόδιος ἐπί διόμισυ χρόνια, ἀπό τό 870 ἕως τό 873 ὑπάρχει ἀκόμη καί εἶναι ἐπισκέψιμος, βρίσκεται στό Ellwangen, ὅπου ὑπάρχει καί μοναστήρι. Ἀπελευθερώθηκε μέ μεσολάβηση τοῦ πάπα Ἰωάννου τοῦ Η΄, ὅμως τοῦ ἀπαγορεύθηκε ἡ χρήση τῆς Σλαβονικῆς στή λειτουργία. Ὁ Κύριλλος ἐκοιμήθη σέ ἡλικία 42 ἐτῶν καί ὁ Μεθόδιος σέ ἡλικία περίπου 70. Τό ἔργο τους, μολονότι γρήγορα ὑπονομεύθηκε στή Μοραβία, δέν ἐξαφανίσθηκε, ἀλλά συνεχίσθηκε σέ ἄλλες περιοχές ἀπό μαθητές τους. Ὁ Κύριλλος καί ὁ Μεθόδιος ποτέ δέν ἔφθασαν στή Ρωσία, καί ὅμως ἡ Ρωσία χρησιμοποιεῖ τό Κυριλλικό ἀλφάβητο.
Ὅπως τά ἀναφέρει τό βιβλίο καί τά σημειώνει ὁ χάρτης τοῦ βιβλίου, δέν γίνεται ἀντιληπτό ποῦ ἀκριβῶς δίδαξαν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος. Οἱ τότε περιοχές Μοραβίας καί Παννονίας ἀντιστοιχοῦν στίς ἑξῆς σημερινές: Τσεχία, Σλοβακία, μέρος τῆς νοτιοδυτικῆς Πολωνίας, ἡ δυτική Οὐγγαρία, μέρος τῆς ἀνατολικῆς Αὐστρίας καί τό νοτιοανατολικό τμῆμα τῆς Γερμανίας. Κάποτε θά πρέπει νά περιληφθεῖ στά σχολικά βιβλία χάρτης, ὁ ὁποῖος νά περιλαμβάνει τίς τότε περιοχές καί ὀνομασίες σέ συνδυασμό μέ τίς σημερινές, ὅπως καί τά τότε ὅρια κρατῶν σέ συνδυασμό μέ τά σημερινά.
Στό μάθημα 24 «Οἱ ἅγιοι Εἰρηναῖος Λυῶνος καί Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων» δέν ἀναφέρεται, ὅτι οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν κάτοχοι σημαντικῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτή καί ἀπό τά συγγράμματά τους, τά ὁποῖα ὁ μέν Εἰρηναῖος συνέγραψε στήν ἑλληνική, ὁ δέ Ἀμβρόσιος στή λατινική. Ἔχει δέ παρατηρηθεῖ γιά τόν Εἰρηναῖο, ὅτι ἀξιοποιεῖ τήν ποιητική, τή φιλοσοφική, ἀλλά καί τή ρητορική ἑλληνική παράδοση τῆς ὁποίας ἐπανειλημμένως χρησιμοποιεῖ τεχνικές.
Δέν γνωρίζουμε τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο ἀπαλείφθηκε ὁλόκληρη περίοδος τετρακοσίων χρόνων ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δηλαδή ἡ περίοδος ἀπό τό σχίσμα μέχρι καί τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πράξη ἡ ὁποία ὀφείλεται κατ΄ ἀρχήν στούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος. Καί γιά νά μή ἀδικήσουμε κανέναν, ἀναφέρουμε ὅτι τά μόνα γεγονότα, τά ὁποῖα ἀναφέρονται ἀπό αὐτή τήν περίοδο, εἶναι δύο σύνοδοι (Λυών 1274, Φερράρα – Φλωρεντία 1438-39) μέ σκοπό τήν ἐπανένωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐπ΄ εὐκαιρίᾳ τῶν ὁποίων ἀναφέρεται καί ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός.
Ἡ τακτική μάλιστα αὐτή τῆς ἀπαλείψεως τῶν ἐν λόγῳ αἰώνων ἀπό τό πρόγραμμα σπουδῶν τηρήθηκε μέ εὐλάβεια καί στό πιλοτικό πρόγραμμα τοῦ ἔτους 2011. Ἄραγε θεωρήθηκε ξαφνικά ἀπολύτως ἀσήμαντη ἡ περίοδος αὐτή καί οἱ προσωπικότητες οἱ ὁποῖες ἔδρασαν τότε;
Μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἐπιμένει ἀρκετά στόν Λούθηρο, ἐνῷ ἔχει μόλις μιάμιση γραμμή γιά τόν μέγα Φώτιο καί ἀπαξιώνει νά ἀναφέρει Συμεών νέο Θεολόγο, Γρηγόριο Σιναΐτη, Γρηγόριο Παλαμᾶ, δέν ἀναφέρει στό μάθημα 27 «Μαρτίνος Λούθηρος. Ἡ Μεταρρύθμιση στή δυτική χριστιανοσύνη» ποιός ἦταν ὁ ἀληθινός λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Λούθηρος βρῆκε προστασία καί δέν ἐκτελέσθηκε στήν πυρά, ὅπως ἄλλοι πρίν ἀπό αὐτόν. Ὁ λόγος ἦταν, ὅτι οἱ ἡγεμόνες ἔβλεπαν ὅτι μέ τήν πώληση συγχωροχαρτιῶν (indulgentiae), ἔφευγαν ἀπό τίς περιοχές τῆς ἐξουσίας τους, κυριολεκτικά μέσα ἀπό τά χέρια τους, μεγάλα ποσά χρημάτων, τά ὁποῖα πήγαιναν στή Ρώμη. Αὐτό ἄρχισαν πλέον νά μή τό ἀνέχονται, ἀφοῦ ἡ τακτική αὐτή τῆς Ρώμης ἀφαιροῦσε ἀπό τά ταμεῖα τους πολύτιμους φόρους καί ἀπό τίς ἀγορές τῆς ἐπικράτειάς τους πολύτιμα κεφάλαια κινήσεως, γι΄ αὐτό καί ὁ ἐκλέκτορας τῆς Σαξονίας Φρειδερίκος πρόσφερε καταφύγιο στόν Λούθηρο.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο καί στοιχεῖα ἀπό τίς δοξασίες τῶν προτεσταντῶν, παραλείποντας ὅμως καί νά τά κρίνει βάσει τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀναφέρει γιά τίς δοξασίες τοῦ Λουθήρου: «Ἡ σωτηρία, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Λουθήρου, ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό τήν πίστη στόν Χριστό καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς καλές πράξεις τοῦ ἀνθρώπου.»[52] Πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει τί νόημα θά εἶχε τό 25ο κεφάλαιο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός ἀπευθυνόμενος στούς ἀνθρώπους στούς ὁποίους ἔχει ἤδη πεῖ τό «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἠτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου»[53] λέγει τό γνωστό «ἐπείνασα καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν»[54] καί ὅλα τά συναφή; Καί μάλιστα μέ αὐτόν τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ κλείνει ἡ διδασκαλία του στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, πράγμα τό ὁποῖο δηλώνει τήν ἰδιαίτερα μεγάλη σημασία του.
Ὀρθόδοξη κριτική ἀπαιτεῖται καί γιά τή δοξασία τοῦ Ζβιγκλίου, ὅτι δεχόταν τή Βίβλο ὡς μόνη πηγή ἀληθείας καί ἀπέρριπτε τήν ἱερή παράδοση[55]. Διότι ἄν δέν ἔχουμε ἱερή παράδοση, παύει ἡ συνέχεια τῆς πίστεως στήν Ἐκκλησία, παύει ἡ διδασκαλία, παύει ἡ ἀποστολική διαδοχή καί ἐν τέλει παύει νά εἶναι πηγή θείας ἀποκαλύψεως καί ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία βάσει τῆς ἐμπειρίας τῆς ἱερᾶς παραδόσεως καθιερώθηκε ὡς τέτοια καί ἐξακολουθεῖ νά ἀναγνωρίζεται ὡς τέτοια. Ἀλλιῶς πῶς θά τή δεχόματε ὡς Ἁγία Γραφή, ἐπειδή τό γράφει ἐπάνω; Ὁ καθένας μπορεῖ νά γράψει ἐπάνω σέ ἕνα βιβλίο ὁτιδήποτε. Καί μόνο τό ὅτι δεχόμαστε ἕνα κάποιο βιβλίο ὡς «Ἁγία Γραφή», εἶναι ἱερή παράδοση. Ἄρα χωρίς ἱερή παράδοση δέν ὑπάρχει Ἁγία Γραφή.
Γιά τόν Καλβίνο ἀναφέρει, ὅτι δίδασκε πώς «ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε μόνο γιά τούς προορισμένους ἀπό τήν ἀρχή τοῦ κόσμου ἐκλεκτούς, πού ἔτσι ἔλαβαν τή θεία χάρη νά σωθοῦν.»[56] Θά ἔπρεπε νά ἀναφέρει, πώς ἡ δοξασία αὐτή ἀντιτίθεται στή διδασκαλία τοῦ ἀπόστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει σαφῶς στήν Α΄ πρός Τιμόθεον[57] ἐπιστολή του, ὅτι ὁ Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν».
Κατά παράδοξο τρόπο τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 29 «Προσπάθειες ἀνασυγκρότησης τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας» δέν ἀναφέρει διόλου τήν Ἱερά Ἐξέταση (Inquisitio), τό παπικό δικαστήριο, τό ὁποῖο εἶχε μέν ἱδρυθεῖ κατά τόν μεσαίωνα μετά τό σχίσμα, ἀλλά ἀναδιοργανώθηκε καί ἐπεκτάθηκε ὡς ἕνα ἀπό τά πλέον δραστικά μέτρα, ἴσως τό δραστικότερο, τῆς ἀντιμεταρρυθμίσεως καί μέ τρομερά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια δολοφόνησε πολλές χιλιάδες ἀθώους, καταργήθηκε δέ μόλις τό 1821.
Ἀφοῦ λοιπόν οἱ πάπες τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος ζήτησαν εἰκοσιοκτώ φορές συγγνώμη γιά τά ἐγκλήματα τά ὁποῖα προξένησαν στήν ἀνθρωπότητα οἱ προκάτοχοί τους τῆς ἐποχῆς τοῦ μεσαίωνα καί τῆς ἐποχῆς τῆς ἀντιμεταρρυθμίσεως, ἐμεῖς γιατί νά διστάζουμε νά ἀναφέρουμε στούς μαθητές μας κάποια ἀπό τά ἐγκλήματα αὐτά;
Γιά τήν ἱερά ἐξέταση πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι δήμευε τίς περιουσίες τῶν ὑποδίκων, πρίν ἀκόμη αὐτοί καταδικασθοῦν. Ἦταν δηλαδή ἀπολύτως βέβαιο, πρίν διεξαχθεῖ ἡ δίκη, ὅτι θά καταδικασθοῦν. Καί μάλιστα ὁ καταδότης, αὐτός ὁ ὁποῖος εἶχε καταγγείλει τό θῦμα στήν ἱερά ἐξέταση, συχνά ἐλάμβανε ἕνα μέρος τῆς περιουσίας τοῦ καταδίκου[58]. Ἀκόμη, οἱ ἱεροεξεταστές συνήθιζαν νά λέγουν στόν ὑπόδικο, ὅτι «ἀπό τά βασανιστήρια θά λεπτύνεις τόσο πολύ, ὥστε ὁ ἥλιος θά λάμπει ἀπό μέσα σου»[59], θά γινόταν δηλαδή διαφανής ἀπό τά βασανιστήρια. Καί αὐτός τελικά ὁμολογοῦσε ὁτιδήποτε τοῦ ζητοῦσαν, ὥστε νά παύσουν πιά τά φρικτά βασανιστήρια, τά ὁποῖα ξεπερνοῦσαν κάθε ὅριο ἀπανθρωπιᾶς, καί νά ἔχει τό εὐεργέτημα ἑνός γρήγορου θανάτου.
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρει ἐπίσης τό σχολικό βιβλίο, ὅτι σκοπός τῆς τεχνοτροπίας «Μπαρόκ» ἦταν νά ἐντυπωσιάσει τόν πιστό καί νά τόν φέρει στή ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία, ὄχι νά τόν διδάξει. Νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τούς γυμνούς προτεσταντικούς ναούς ἐντυπωσιάζοντάς τον[60].
Πολύ σημαντική περίοδος εἶναι ἐκείνη τῆς ἱστορίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τήν τουρκοκρατία, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό μάθημα 30 «Ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας», γιά τήν ὁποία θά ἔπρεπε νά ἀφιερώνει, τόσο τό πρόγραμμα, ὅσο καί τό βιβλίο τοὐλάχιστον δύο μαθήματα, οἱ δέ διδάσκοντες, πιστεύουμε ὅτι, θά πρέπει νά ἀφιερώνουν τοὐλάχιστον τρεῖς διδακτικές ὧρες. Καί ἄν ἐρωτήσει κανεῖς, τί θά διδάσκουν σέ τρεῖς ὧρες, ἡ ἀπάντηση εἶναι, ὅτι ἐκτός ἀπό κάποια γενικά, τά ὁποῖα περιλαμβάνονται στό ὑπό ἐξέταση βιβλίο, θά μποροῦσαν νά διδάσκουν στοιχεῖα ἀπό τούς βίους τῶν μεγάλων ἁγίων τῆς περιόδου αὐτῆς, τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι κράτησαν ζωντανή τήν πίστη στόν Χριστό ὅσο καί τήν ἑλληνική φυλή. Θά μποροῦσαν λοιπόν νά διδάσκονται τά παιδιά μας στοιχεῖα ἀπό τούς βίους τοῦ ὁσίου Δαβίδ καί τῆς ὁσίας Φιλοθέης καί στοιχεῖα ἀπό τόν βίο καί τίς διδαχές τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, διότι ὡς γνωστόν εἶναι ὅλοι ἅγιοι αὐτῆς τῆς περιόδου καί οἱ μέν δύο πρῶτοι εἶναι ὁμολογητές, διότι βασανίσθηκαν ἀπό τούς ἀπίστους βαρβάρους, ὁ δέ τρίτος εἶναι ἱερομάρτυρας.
Καλό θά ἦταν νά τονισθεῖ ἡ μοναδική μορφή τῆς ἁγίας Φιλοθέης (1522-1589). Δέν ἦταν φεμινίστρια μέ τά λόγια, ἀλλά μέ ἔργα. Ἔδινε στό μοναστήρι της ἐργασία καί στέγη σέ ὅσες γυναῖκες εἶχαν ἀνάγκη, ἀκόμη καί σέ Τούρκισσες, καί μάλιστα δέν δίστασε νά φυγαδεύσει τρεῖς ἑλληνοποῦλες, οἱ ὁποῖες εἶχαν δραπετεύσει ἀπό τήν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου τίς κρατοῦσαν οἱ Τοῦρκοι οἱ ὁποῖοι τίς εἶχαν ἀπαγάγει. Γι΄ αὐτή της τήν πράξη κτυπήθηκε ἀνηλεῶς ἀπό τούς Τούρκους.
Πλήν ὅμως τό σχολικό βιβλίο δέν ἔχει τήν εὐαισθησία νά προσφέρει στά παιδιά κάτι ἀπό τή ζωή καί τό ἔργο τῶν θαυμάσιων αὐτῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι κράτησαν τήν πίστη καί τήν πατρίδα ζωντανή.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρεται ὅτι: «Ὁ Σουλτάνος[61] Μωάμεθ Β΄ ἀναγνώρισε στόν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινούπολης (Οἰκουμενικό Πατριάρχη) δικαιώματα πού εἶχε καί στό Βυζάντιο.»[62] Δέν ἀναφέρει ὅμως ποιόν κατέστησε ὁ Μωάμεθ πατριάρχη. Δέν πιστεύουμε νά εἶναι τόσο ἀσήμαντο τό ὄνομα τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου.
Ὅσον ἀφορᾶ δέ στόν σεβασμό τῶν δικαιωμάτων, τά ὁποῖα εἶχε ὁ πατριάρχης καί στό Βυζάντιο, ἀναφέρει ὁ μεγάλος ἱστορικός Κωνσταντίνος Ἄμαντος: «ἡ παραχώρηση τῶν προνομίων ἀπό τό Μεχμέτ[63] Β΄ δέν καθόρισε κατά σταθερό καί ἀπαράβατο τρόπο τίς σχέσεις τοῦ Πατριαρχείου καί τῶν Τούρκων. Ὁ ἴδιος ὁ Γεννάδιος ἀναγκάσθηκε νά παραιτηθεῖ μετά ἀπό κάποια χρόνια (διετέλεσε πατριάρχης 1454-1456 καί 1462-1464). Ἐνῷ ἄλλοτε εἶχε ἀναφέρει τή φιλανθρωπία τοῦ Μεχμέτ Β΄, ἔπειτα ἔγραψε, ἴσως μετά τήν πρώτη του παραίτηση: «φύγαμε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ… ἀπό τό δυστυχισμένο αὐτό θρόνο καί ὅλα τά κακά πού αὐτός συνεπάγεται, τά ὁποῖα κανένας ἄνθρωπος μέ ἐλεύθερη ψυχή δέν θά τά ἀνεχόταν μέ τή θέλησή του.» Ἀφοῦ λοιπόν ὁ πατριάρχης Γεννάδιος, πού τόσο εἶχε εὐνοηθεῖ καί τιμηθεῖ ἀπό τό Μεχμέτ Β΄, θεώρησε εὐτύχημα τήν παραίτησή του ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο, μποροῦμε νά φαντασθοῦμε τί ὑπέφεραν οἱ ἄλλοι πατριάρχες, πού συχνά τούς συκοφαντοῦσαν στό σουλτάνο, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τῶν συχνῶν πολέμων γινόταν ὅλο καί πιό σκληρός.»[64]
Γιά τήν ἴδια περίοδο ἔπρεπε νά τονίζεται, ὅτι μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνισμοῦ ἐξισλαμίσθηκε καί ταυτοχρόνως ἐκτουρκίσθηκε. Ἡ ἑλληνική ταυτότητα ἐπιβίωσε, ἐπειδή ἕνα ἄλλο μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀρνήθηκε νά ἐξισλαμισθεῖ καί παρέμεινε πιστό στήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη παρ΄ ὅλες τίς δυσβάστακτες συνθῆκες ζωῆς. Ἄν δέν εἶχε γίνει αὐτό, σήμερα θά μιλούσαμε ὅλοι τουρκικά καί δέν θά λεγόμαστε Ἕλληνες. Γι΄ αὐτό ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη εἶναι πολύτιμη γιά τόν ἑλληνισμό.
Μολονότι δέ στά κείμενα μετά τό τέλος τοῦ μαθήματος ἀναφέρεται σχετικό περιστατικό, δέν ἐξηγεῖται ἡ λεγόμενη «ἀβανία», ἡ ὁποία συνηθίζεται ἀκόμη καί σήμερα στίς χῶρες ὅπου οἱ μουσουλμάνοι ἀποτελοῦν πλειοψηφία καί οἱ χριστιανοί μειονότητα. Τί εἶναι αὐτή: Ὁ ὁποιοσδήποτε μουσουλμάνος συκοφαντοῦσε στίς ἀρχές τόν ὁποιοδήποτε χριστιανό μέ διάφορα κίνητρα. Συχνά γιά νά τοῦ πάρει τήν περιουσία, ἄλλοτε γιά νά φέρει στό χαρέμι του κάποια χριστιανή γυναίκα, ἄλλοτε διότι πίστευε ὅτι κάποιος συγκεκριμένος χριστιανός, ὁ ὁποῖος φαινόταν ἰδιαίτερα προικισμένος θά ἔπρεπε νά ἀλλαξοπιστήσει ὥστε νά κοσμήσει τόν χῶρο τῶν πιστῶν τοῦ ἰσλάμ, καί ἄλλοτε μόνο ἀπό φθόνο. Ἡ ψευδής καταγγελία περιλάμβανε κατά κανόνα συκοφαντικές κατηγορίες, ὅτι ὁ χριστιανός ἐξύβρισε τάχα τήν ἰσλαμική πίστη ἤ τόν «προφήτη» τοῦ ἰσλαμισμοῦ[65]. Αὐτό γίνεται μέχρι καί σήμερα μέ ἴδιο καί ἀπαράλλακτο τρόπο σέ χῶρες ὅπου ὄχι μόνον ὑπερτεροῦν ἀριθμητικά οἱ μουσουλμάνοι, ἀλλά ταυτοχρόνως ἰσχύει καί ὁ ἰσλαμικός ἱερός νόμος σαρία.
Στό γ΄ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος ἀναφέρεται, ὅτι «τούς φόρους πρός τό τουρκικό κράτος πλήρωνε ἡ κοινότητα καί ὄχι ὁ κάθε ὑπόδουλος ἀτομικά. Ἔτσι οἱ εἰσφορές τῶν πλουσιοτέρων ἦταν δυνατόν νά ἐξισορροποῦν ἐκεῖνες τῶν φτωχότερων, ἀφοῦ ὅλοι ἀνῆκαν στό ἴδιο σῶμα.»[66] Ἐδῶ παρατηροῦμε δύο παραλείψεις: Πρῶτον, δέν ἀναφέρεται, ὅτι τό σύστημα αὐτό εἶναι ἐπανεισαγωγή τοῦ βυζαντινοῦ «ἀλληλεγγύου». Δεύτερον, δίνεται ἡ ἐντύπωση ὅτι τελικά ὑπῆρχε δικαιοσύνη στή φορολογία τῶν ὑποδούλων, ὅμως κάτι τέτοιο δέν ἴσχυε, διότι οἱ ὑπόδουλοι ἦταν ὑποχρεωμένοι νά πληρώνουν πολλές ἔκτακτες εἰσφορές, τά λεγόμενα «δοσίματα», τό εἶδος καί τό μέγεθος τῶν ὁποίων ρυθμιζόταν κάθε φορά ἀπό τήν αὐθαιρεσία, τήν ἀπληστία καί τήν ἀπανθρωπιά τοῦ κάθε τοπικοῦ διοικητῆ[67].
Τό κρυφό σχολεῖο εἶναι ἀδιαμφισβήτητη ἱστορική πραγματικότητα[68], παρ΄ ὅλο ὅτι κάποιοι ἀνιστόρητοι ἐπιμένουν νά ἰσχυρίζονται τό ἀντίθετο, ὅμως δέν τονίζεται ὡς τέτοια ἀπό τό ἐν λόγῳ βιβλίο, τό ὁποῖο ἀναφέρει σχετικά: «Γιά τή μεγάλη μάζα τοῦ λαοῦ πού δέν εἶχε πρόσβαση στίς σχολές αὐτές, ἱερεῖς καί μοναχοί δίδασκαν περιστασιακά, ἰδίως σέ ταραγμένες περιόδους, ἀνάγνωση καί γραφή χρησιμοποιώντας τά λειτουργικά ἐκκλησιαστικά βιβλία καί κυρίως τό Ψαλτήρι. Στή λαϊκή μνήμη ἡ δράση αὐτή τῶν ἱερωμένων-διδασκάλων ἔμεινε γνωστή ὡς «κρυφό σχολειό».[69] Ὡς πρός τό ἄν αὐτό τό ὁποῖο ἀποτύπωσε ἡ λαϊκή μνήμη κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο, ἀνταποκρίνεται στήν ἱστορική πραγματικότητα, ἀποφεύγει τό βιβλίο νά λάβει θέση.
Μία ἱστορική περίοδος στήν ὁποία τό σχολικό βιβλίο δέν ἀναφέρεται διόλου, εἶναι ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἡ ἀρχική ὅμως εὐθύνη γιά τό ἀτόπημα αὐτό βαρύνει τούς συντάκτες τοῦ προγράμματος σπουδῶν. Δέν ἀναφέρεται λοιπόν, ὅτι ὁ ἀγώνας διεξήχθη «ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος», δέν ἀναφέρεται πόσο σημαντική ὑπῆρξε ἡ πίστη τοῦ λαοῦ μας γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ἀγῶνος. Δέν ἀναφέρεται ἡ κήρυξη τῆς ἐπαναστάσεως στήν ἁγία Λαύρα, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα ἀκόμη ἀδιαμφισβήτητο ἱστορικό γεγονός, τό ὁποῖο τό πολεμοῦν μέ ἀπίστευτη μανία ἐλάχιστοι ἀνιστόρητοι πλήν ὅμως ἀστείρευτα θρασεῖς καί ἀναιδεῖς[70].
Καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι ὀλιγάριθμοι ἀντιστόρητοι ἐπιμένουν νά συκοφαντοῦν τόν ἱερομάρτυρα πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ γιά τόν ἀφορισμό κατά τῆς ἐπαναστάσεως, τόν ὁποῖο ἐξέδωκε γιά νά ἀποτρέψει τίς σφαγές τῶν ἀμάχων, ἄς ἔχουμε ὑπ΄ ὄψη τή μυστική εὐλογία τοῦ πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄γιά τήν ἐπανάσταση, τήν ὁποία ἀπηύθυνε πρός τόν Ρήγα Παλαμήδη γιά νά τήν διαβιβάσει στούς ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου: «Ἐξεδώκαμεν ἀφορισμόν κατά τοῦ ἐνόπλου Γένους φοβούμενοι τήν σφαγήν τοῦ ἀόπλου γένους. Πορεύεσθε πρός τήν Πελοπόννησον καί ἀναγγείλατε εἰς τόν Παλαιῶν Πατρῶν καί τούς ἄλλους Ἱεράρχας ὅτι ἡ εὐλογία ἐμοῦ ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Πολεμεῖτε τόν Ἀγαρηνόν»[71].
Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυρας Γρηγόριος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως δέν ἦταν ὅμως ὁ μοναδικός κληρικός ὁ ὁποῖος θυσιάσθηκε κατά τή διάρκεια τοῦ ἐπαναστατικοῦ ἀγῶνος. Θά ἔπρεπε στό σχολικό βιβλίο νά ἐξαίρεται ἡ συμμετοχή τῶν κληρικῶν καί τῶν μοναχῶν μας στόν ἀγώνα καί ἡ θυσία ἀρκετῶν ἀπό αὐτούς.
Ἐπειδή καί σέ αὐτήν τήν περίπτωση τό πρόγραμμα σπουδῶν δέν τό ἀπαιτεῖ, οὐδεμία ἀναφορά γίνεται στή γενοκτονία τοῦ μικρασιατικοῦ χριστιανισμοῦ καί στούς ἁγίους ἱεράρχες τῆς μικρασιατικῆς καταστροφῆς, ἐνῷ ἡ ἄρνηση τῆς γενοκτονίας αὐτῆς εἶναι πλέον ποινικό ἀδίκημα. Οἱ ἱερομάρτυρες τῆς μικρασιατικῆς καταστροφῆς ἐκτός ἀπό τόν Χρυσόστομο Σμύρνης εἶναι λοιπόν ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος, ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος, ὁ Ζήλων Εὐθύμιος, καί ὁ Ἰκονίου Προκόπιος[72], οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν μέ φρικτότατα βασανιστήρια.
Τό ἔγκλημα εἰς βάρος τῶν χριστιανῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας δέν ἔληξε ὅμως μέ τή σφαγή τους. Συνεχίσθηκε καί μετά τόν θάνατό τους. Διότι τό κεμαλικό καθεστώς ἐμπορεύθηκε τά ὀστά τους καί οἱ Εὐρωπαῖοι τά ἀγόρασαν. Τό ἀγγλικό πλοῖο «Ζάν» παρέλαβε τό 1924 τετρακόσιους τόνους ὀστῶν χριστιανῶν ἀπό τή Μικρά Ἀσία. Περνώντας ἀπό τή Θεσσαλονίκη ἐμποδίσθηκε ἀπό τόν ἑλληνικό λαό νά ἀποπλεύσει, ὅμως τελικά ἀφέθηκε ἐλεύθερο κατόπιν παρεμβάσεως τοῦ Ἄγγλου προξένου. Τά ὀστά τῶν χριστιανῶν τά πῆγε στή Μασσαλία[73], ὅπου χρησιμοποιήθηκαν στή σαπωνοποιία. Τελικά ὁ Χίτλερ δέν ἦταν διόλου πρωτότυπος.
Στό μάθημα 31 «Ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας» μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἀναφέρει ὅλες τίς αὐθαιρεσίες τῆς βαυαροκρατίας, οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν στήν μονομερή ἀνακήρυξη τοῦ αὐτοκεφάλου τῆς ἑλλαδικῆς ἐκκλησίας, δέν ἀποσαφηνίζει ὅτι αὐτή ὑπῆρξε σχισματική ἐπί δεκαεπτά χρόνια. Καί ἐπειδή τό πρόγραμμα σπουδῶν ἀναφέρει, ὅτι στόχος τοῦ μαθήματος αὐτοῦ εἶναι «Νά ἐπισημάνουν [οἱ μαθητές] τά αἴτια καί τήν ἀναγκαιότητα σύστασης τοῦ αὐτοκεφάλου στήν Ἀνατολική Ἐκκλησία καί τά χαρακτηριστικά γνωρίσματά του στήν Ἐκκλησία τῆς Ἐλλάδος», ἐρωτοῦμε: ποιό ἄλλο αἴτιο ὑπῆρξε γιά τό αὐτοκέφαλο ἐκτός ἀπό τήν πολιτική αὐθαιρεσία; Ἄλλωστε καί ἀπό τήν ἀνάλυση στήν ὁποία προβαίνει τό σχολικό βιβλίο αὐτό συνάγεται!
Στό γ΄ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος ἀναφέρεται ὅτι: «τά ἑπόμενα χρόνια οἱ ἐξελίξεις ἦταν ραγδαῖες: μεγάλος ἀριθμός μοναστηριῶν ἔκλεισε καί ὁ ἀριθμός τῶν ἐπισκόπων περιορίσθηκε»[74]. Δέν ἀποσαφηνίζεται ὅμως, ὅτι αὐτά τά ἐπέβαλαν οἱ Βαυαροί μέ τή βία. Ἔτσι ἔκλεισαν μέ τή βία 412 μοναστήρια, μεταξύ αὐτῶν καί τή μονή τῆς ἁγίας Φιλοθέης στήν Ἀθήνα καί ἀρκετοί καλόγεροι κατάντησαν νά ζητιανεύουν, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ Μακρυγιάννης στά ἀπομνημονεύματά του.
Παρ΄ ὅλα αὐτά τό σχολικό βιβλίο δίνει κατά τήν ἀνάλυση διαφόρων μαθημάτων καί ἀφορμές γιά ἐργασίες κρίσεως καί ἐποικοδομητική συζήτηση, τίς ὁποῖες ὅμως συχνά δέν τίς ἐπισημαίνει καί δέν τίς ἀξιοποιεῖ. Δηλαδή προσφέρει συχνά ὡραῖα θέματα πρός ἐπεξεργασία καί συζήτηση κατά τήν ἀνάπτυξη τοῦ μαθήματος, ἀλλά κατόπιν, στίς ἐρωτήσεις καί δραστηριότητες στό τέλος τοῦ μαθήματος, δέν προτείνει σχετικές μέ αὐτά ἐργασίες. Ἄς δοῦμε μερικά σχετικά παραδείγματα.
Στό β΄ μέρος μαθήματος 11 «Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος» τό σχολικό βιβλίο δίνει ἀρκετά ὡραία ἀφορμή γιά νά ἀναθέσουμε ἐργασία γιά τήν κακή συνήθεια τής συκοφαντίας: «Ὅταν αὐτοί [Ἰουδαῖοι καί ἐθνικοί]βλέπουν τούς χριστιανούς νά διαιροῦνται καί νά ἀλληλοσυκοφαντοῦνται, τότε δέν ἔχουν κανένα λόγο νά δεχτοῦν τό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ καί αὐτή ἔχει ὅλα τά ἐλαττώματα πού καταδικάζει στούς ἄλλους.»[75] Ὅμως αὐτή τήν ὡραία ἀφορμή δέν τήν ἀξιοποιεῖ προτείνοντας στο τέλος τοῦ μαθήματος κάποια ἀνάλογη ἐργασία.
Στό μάθημα 14 «Αἰρέσεις: ἐσωτερική πληγή τῆς Ἐκκλησίας»[76] ἀναφέρει σημαντικές ἔννοιες, ἀλλά δέν τίς ἀξιοποιεῖ. Αὐτές εἶναι ὁ ἐγωισμός, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ὑπερτίμηση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Καλό θά ἦταν λοιπόν νά δίνεται ἀφορμή νά συζητοῦνται μέσα στή σχολική τάξη οἱ ἐπιπτώσεις τῶν συνηθειῶν καί τῶν ἐλαττωμάτων αὐτῶν σέ πρόσωπα, διαπροσωπικές σχέσεις καί στίς κοινωνίες γενικότερα.
Στό β΄ μέρος τοῦ μαθήματος 16 «Μέγας Βασίλειος: Ἕνας κορυφαῖος ἱεράρχης» δίνονται θαυμάσιες εὐκαιρίες γιά ἐργασίες καί συζητήσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως καί πάλι δέν ἀξιοποιοῦνται. Ἀναφέρονται ἡ ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιά πλουτισμό καί οἱ διακρίσεις μεταξύ τῶν ἀνθρώπων[77]. Ἀκόμη θά μποροῦσε, μέ ἀφορμή τήν ἀδελφική φιλία τοῦ μεγάλου Βασιλείου μέ τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο, νά ἀναθέτει ἐργασία γιά τή φιλία. Πῶς ὅμως θά ἦταν δυνατόν κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔχει, γιά πρώτη φορά στά χρονικά τοῦ ἐλεύθερου ἑλληνικοῦ κράτους, ἀπαλειφθεῖ ἀπό σχολικό βιβλίο θρησκευτικῶν γυμνασίου;!
Στ΄. Εἰκονογραφικά ἀτοπήματα
Σέ πλεῖστα ὅσα μαθήματα οἱ περιλαμβανόμενες εἰκόνες εἶναι πολύ μικρές, καί ἔτσι ὑπάρχουν ἁπλῶς καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν, ἀφοῦ λόγῳ τοῦ μικροῦ τους μεγέθους δέν εἶναι σέ θέση νά βοηθήσουν στήν κατανόηση τοῦ μαθήματος.
Εἰδικά γιά τό μάθημα 20 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Α΄: Ναοδομία καί ἁγιογραφία», ὅπου οἱ εἰκόνες εἶναι ζωτικῆς σημασίας περισσότερο ἀπ΄ ὅ,τι σέ κάθε ἄλλο μάθημα, πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ἀτυχῶς ἔχει κατόψεις μήκους ἀπό 1-3 ἑκατοστά[78], πράγμα τό ὁποῖο δέν βοηθεῖ τούς διδάσκοντες νά διδάξουν τό μάθημα, ὅπως δέν βοηθεῖ καί τούς μαθητές νά τό κατανοήσουν.
Στό μάθημα 30 «Ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας» δέν ἔχει εἰκόνες τοῦ ὁσίου Δαβίδ, τῆς ἁγίας Φιλοθέης, τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως, ἐνῷ ἔχει τέσσερεις ἀπεικονίσεις τοῦ Λουθήρου καί δέν παραλείπει ἐπίσης καί ἀπεικονίσεις τοῦ Ζβιγγλίου καί τοῦ Καλβίνου.
Στό μάθημα 31 «Ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας» τό βιβλίο περιλαμβάνει ἀπεικόνιση τοῦ Βαυαροῦ ἀντιβασιλιά Μάουρερ καί τοῦ Θεόκλητου Φαρμακίδη, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἡ μαριονέτα τῆς βαυαρικῆς ἀντιβασιλείας, ὅμως δέν ἔχει ἀπεικόνιση τοῦ Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἀπό τίς σημαντικότερες προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πολυίστωρ, ὀρθόδοξος καί ὑπέρμαχος τῆς κανονικῆς τάξεως τῆς Ἐκκλησίας. Μεταξύ ἄλλων ἔγραψε μάλιστα καί τό περίφημο πολυσέλιδο σύγγραμμα «περί τῆς γνησίας προφορᾶς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης», ὅπου ὑπεραμύνεται τῆς προφορᾶς τήν ὁποίαν ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες γνωρίζουμε καί ἀνασκευάζει τή λεγόμενη «ἐρασμιακή προφορά», ἡ ὁποία εἶναι σωστός ἐξευτελισμός τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας.
Ἐν γένει πρέπει νά παρατηρήσουμε, ὅτι τό ὑπό ἐξέταση βιβλίο ἀπέτυχε ὡς πρός τήν εἰκονογράφηση νά ἀνταποκριθεῖ στούς στόχους τούς ὁποίους θέτει τό πρόγραμμα: «οἱ εἰκόνες, φωτογραφίες, διαγράμματα, σκίτσα, χάρτες πού συνοδεύουν τό κείμενο, θά πρέπει νά τό ὑποστηρίζουν ἀποτελεσματικά ὥστε νά αὐξάνουν τό βαθμό κατανόησής του.»
Συμπέρασμα
Ὅλες οἱ ὡς ἄνω ἐπισημάνσεις καταδεικνύουν τό ἐν λόγῳ βιβλίο ἀκατάλληλο γιά τή διδασκαλία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τόσο σέ τέκνα ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ὅσο καί στόν ὁποιονδήποτε ἄλλο ὁ ὁποῖος θά ἤθελε νά πληροφορηθεῖ γι΄ αὐτήν σωστά καί ὑπεύθυνα. Τό γεγονός αὐτό συνεπάγεται περισσότερο κόπο γιά τούς σχολικούς συμβούλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀναγκασμένοι σέ εἰδικά σεμινάρια νά ὑποδεικνύουν στούς ἐκπαιδευτικούς τά προβλήματα τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου[79], ὅπως καί γιά τούς ἐκπαιδευτικούς οἱ ὁποῖοι πρέπει κατά τή διδασκαλία νά ὑπερβαίνουν τά προβλήματα αὐτά κατά τόν πλέον ἐνδεδειγμένο παιδαγωγικό τρόπο.
Γιά τό κάτω τοῦ μετρίου ἀποτέλεσμα τό ὁποῖο μόλις περιγράψαμε, ἡ εὐθύνη βαρύνει κατ΄ ἀρχήν τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος σπουδῶν γιά ὅσες παραλείψεις ἤ σφάλματα ὀφείλονται στό πρόγραμμα. Μεγάλο μέρος τῆς εὐθύνης ἔχουν οἱ συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου, διότι πολλά σφάλματα, θεολογικά, ἱστορικά, παιδαγωγικά, ἀλλά καί πολλές παραλείψεις ὀφείλονται ἀποκλειστικῶς σέ αὐτούς. Ἀλλά καί οἱ γιά τίς παραλείψεις θεμάτων οἱ ὁποῖες ὀφείλονται στό πρόγραμμα, ἡ εὐθύνη δέν παύει νά βαρύνει καί τούς συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου. Διότι, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος συμβιβάζεται μέ κάτι ἀπαράδεκτο, ἡ πράξη του αὐτή σημαίνει πώς τό ἐγκρίνει. Τό γεγονός ἐν τέλει ὅτι ἕνα ἀκατάλληλο βιβλίο ἐγκρίθηκε, ἐκτυπώθηκε καί ἐπί σειρά ἐτῶν χρησιμοποιήθηκε ὡς σχολικό ἐγχειρίδιο καταλογίζει εὐθύνες καί στούς κριτές – ἀξιολογητές, τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου.
Καί ἀπομένει τό καυτό ἐρώτημα: πῶς δέν θά ἐπαναληφθοῦν φαινόμενα σάν αὐτό τό ὁποῖο μόλις ἀναλύσαμε; Ἡ ἀπάντηση δύναται νά εἶναι εἶναι μία καί μοναδική: Ἐάν συγγραφοῦν ὄχι προχείρως καί κατά τό κοινῶς λεγόμενο «στό γόνατο», ἀλλά μέ προσοχή καί ὑπευθυνότητα ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονες καί ὄχι ἀπό τόν ὁποιονδήποτε καί ἐγκριθοῦν ἐπίσης ἀπό εἰδικούς βιβλία τά ὁποῖα θά ἔχουν ὡς μοναδικό γνώμονα τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη μας καί τήν εὐθύνη μας ἔναντι τῶν παιδιῶν τά ὁποῖα καλούμαστε νά διαπαιδαγωγήσουμε.
Ὅμως, λαμβανομένης ὑπ΄ ὄψη τῆς συντάξεως τῶν νέων προγραμμάτων σπουδῶν δημοτικοῦ καί γυμνασίου τῶν ἐτῶν 2011/14, ὅπως καί τοῦ νέου προγράμματος λυκείου τοῦ ἔτους 2015, τά ὁποῖα προγράμματα παρουσιάζουν ἀσυγκρίτως περισσότερα καί σοβαρότερα προβλήματα ἀπό τά προγράμματα σπουδῶν καί τά σχολικά βιβλία τά ὁποῖα φιλοδοξοῦν νά ἀντικαταστήσουν, τό μέλλον προβλέπεται ζοφερό.
Γι΄ αὐτό ἀπαιτοῦνται ἀδιάκοπες ἀγωνιστικές κινητοποιήσεις ἀπό μέρους τῶν θεολόγων καθηγητῶν, τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν κληρικῶν καθώς καί ἀπό μέρους τῶν λαϊκῶν πιστῶν, ὅπως καί ἀπό μέρους τῆς ἡγεσίας τῆς Ἐκκλησίας μας προκειμένου νά μή περιέλθει τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν σέ θανάσιμη κατάπτωση στήν Ἑλλάδα τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου χριστιανικοῦ αἰῶνος, πράγμα τό ὁποῖο θά συντελέσει στήν κατάπτωση αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς πατρίδας[80] μας.
[1] Στέφανος Καραχάλιας, Πηνελόπη Μπράτη, Δημήτριος Πασσάκος, Γεώργιος Φίλιας, Θρησκευτικά Γ΄ Γυμνασίου, Θέματα ἀπό τήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, Ὀργανισμός Ἐκδόσεων Διδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα 2006. Βεβαίως λίγα δευτερεύοντα σφάλματα τά ὁποῖα περιλαμβάνονταν στήν πρώτη ἔκδοση τοῦ βιβλίου καί κατόπιν διορθώθηκαν δέν τά ἀναφέρουμε ἐδῶ. Ἐδῶ ἀναφέρουμε τή σωρεία σφαλμάτων καί παραλείψεων, ἡ ὁποία παρέμεινε ἀμετάβλητη.
[2] Τό ὁποῖο φέρει τήν ὀνομασία Διαθεματικό Ἑνιαῖο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδῶν (Δ.Ε.Π.Π.Σ.).
[3] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 44.
[4] Μαρτύριον τοῦ ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Β.Ε.Π.Ε.Σ. τ. 2, Ἀθῆναι 1955, σ. 338.
[5] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 53.
[6] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 73.
[7] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 74.
[8] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 83.
[9] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 103.
[10] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 119.
[11] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 19.
[12] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 23.
[13] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 37.
[14] Μαρτύριον τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου, ΙΧ, Β.Ε.Π.Ε.Σ. τ. 3, σ. 23.
[15] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 45.
[16] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 49.
[17] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 74.
[18] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 77.
[19] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 84.
[20] Ἕνα τέτοιο βοήθημα εἶναι τό ἑξῆς: Ἡ θεία λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Μεταφραστικό βοήθημα ὑπό ἀρχιμ. Μαξίμου Παναγιώτου, ἐκδ. Ἱερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας, Ρόδος 1997.
[21] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 37.
[22] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 102.
[23] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 63.
[24] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 106.
[25] Ὁ στίχος Β΄ Κορ. 3, 17, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 16.
[26] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 18-19 καί μάλιστα γιά τόν χαρακτηρισμό αὐτό δέν εὐθύνεται τό πρόγραμμα σπουδῶν.
[27] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 47.
[28] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 65.
[29] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 74.
[30] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 75.
[31] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 94 ἀμφότερα τά παραθέματα.
[32] Ἐάν τυχόν συναντήσουμε στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία κάτι ἀντίθετο ἀπό αὐτά συνιστᾶ ἐκτροπή ἀπό τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ καί ἐκκοσμίκευση.
[33] Μτ 20,26 καί 23,11.
[34] Μρ 9,35 καί 10,43.
[35] Τό πῶς σέ κάποιες περιπτώσεις ἡ διακονία κατέληξε δεσποτισμός, εἶναι μία ἄλλη ἱστορία. Προφανῶς ὀφείλεται στή φιλαυτία καί φιλαρχία ὁρισμένων, οἱ ὁποῖοι τοποθετοῦν αὐτά τά πάθη πολύ πιό πάνω ἀπό τήν πίστη, τήν ἀγάπη καί τήν αὐτοθυσία, ἀρετές οἱ ὁποῖες πρέπει νά χαρακτηρίζουν κάθε ἐκκλησιαστικό ἡγέτη. Εἶναι ἕνα καλό θέμα γιά συζήτηση μέ τούς μαθητές, ἀλλά πρέπει ἐπίσης, ὅποιος τό θίγει, νά προσέχει νά στιγματίζει μέν αὐτοῦ τοῦ εἴδους τά πάθη, ὄχι ὅμως καί νά καταντᾶ ὁ ἴδιος στό ἁμάρτημα τῆς κατακρίσεως.
[36] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 21.
[37] Πρ. 7,58.
[38] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 37.
[39] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 39.
[40] Ἡ μόνη αἰτία ἦταν ἡ ἐμμονή τῆς Ἐκκλησίας στήν πίστη στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό καί στή διδασκαλία Του τοῦ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».
[41] Γεώργιος Π. Ἀνσίμωφ, «Ἐχθρός τοῦ λαοῦ», Ἡ σταυρική πορεία τοῦ ἁγίου νεομάρτυρα π. Παύλου Ἀνσίμωφ (1891-1937), μετάφρ. Ναταλία Νικολάου, Γ΄ ἔκδ. ἒκδ. Ἀρχονταρίκι, Ἀθήνα 2010, σ. 113.
[42] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 39.
[43] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 262.
[44] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 278-9.
[45] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 49-50.
[46] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 50.
[47] Εἶναι γνωστό, ὅτι ὁ ἱδρυτής τῆς αἱρέσεως αὐτῆς Λαφαγιέτ Ρόν Χάμπαρντ εἶχε διακηρύξει: «Θέλεις νά γίνεις πάμπλουτος; Ἵδρυσε μία θρησκεία». Λέγοντας βεβαίως θρησκεία ὁ ἄνθρωπος ἐννοοῦσε τίς αἱρετικές του ἀπάτες, διότι ὡς γνωστόν κατά τήν Καινή Διαθήκη: «θρησκεία καθαρά καί ἀμίαντος παρά τῷ Θεῷ καί πατρί αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανούς καί χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτόν τηρεῖν ἀπό τοῦ κόσμου.» Ἰακ. 1,27.
[48] βλ. Daniel Domscheit – Berg, Ἡ ἱστορία καί τά μυστικά τοῦ WikiLeaks, Ἡ θητεία μου στήν πιό ἐπικίνδυνη ἰστοσελίδα τοῦ κόσμου, μετάφρ. Γρηγόρης Ἀποστολίδης, ἐκδ. Κέδρος, Ἀθήνα 2011, σ. 50-59.
[49] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 69.
[50] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 83.
[51] Καί αὐτό πρέπει ἐπίσης νά τονίζεται, ὅτι οἱ δύο μεγάλοι ἅγιοι ἦταν Ἕλληνες τό γένος, διότι ὡς γνωστόν, κάποιοι ἐπιχείρησαν νά τούς παραστήσουν ὡς καταγομένους ἀπό παντελῶς ἀνύπαρκτη ἐθνότητα!
[52] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 107.
[53] Μτ 25,34.
[54] Μτ 25,35.
[55] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 108.
[56] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 108.
[57] 2,4.
[58] Simon Whitechapel, Ἡ κόλαση τῆς σάρκας, Οἱ κτηνωδίες τοῦ Τορκεμάδα καί τῆς ἰσπανικῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης, ἐκδ. Lector, Ἀθήνα 2002, σ. 102, 106.
[59] Hans Dollinger, Schwarzbuch der Weltgeschichte, 5.000 Jahre der Mensch des Menschen Feind, Komet, Frechen 1999, σ. 281.
[60] Γι΄ αὐτό συχνά συνιστῶ σέ συναδέλφους: «μή χρησιμοποιοῦμε στό μάθημα ὑπερβολικά τήν ὀθόνη εἰςβάρος τοῦ διαλόγου καί τῆς οὐσιαστικῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν μαθητή καί κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο κάνουμεμάθημα μπαρόκ, δηλαδή μάθημα ἐντυπωσιασμοῦ, τό ὁποῖο ἀπό κάποια στιγμή καί ἔπειτα τούς προξενεῖκορεσμό, κοινῶς τό βαριοῦνται, καί παύουν νά τό ἐκτιμοῦν.»
[61] Καί μάλιστα κατά παράδοξο τρόπο ἀναγράφεται ἡ λέξη «σουλτάνος» μέ κεφαλαῖο «Σ».
[62] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 119.
[63] Ἀναφέρει τόν σουλτάνο ὡς «Μεχμέτ», διότι οἱ Τοῦρκοι πιστεύουν, ὅτι κανένας ἄνθρωπος δέν πρέπει νά φέρει τό ὄνομα τοῦ «προφήτη», γι΄ αὐτό τό χρησιμοποιοῦν σέ αὐτή τήν παραλλαγή.
[64] Κωνσταντίνος Ἰ. Ἄμαντος, Σχέσεις Ἑλλήνων καί Τούρκων ἀπό τόν ἑνδέκατο αἰώνα μέχρι τό 1821, τόμ. Α΄, ἐκδ. Ἀρχιπέλαγος, Ἀθήνα 2008, σ. 126.
[65] Περί αὐτῶν βλ. Στυλιανός Παπαδόπουλος, Οἱ νεομάρτυρες καί τό δοῦλον γένος, ἀκδ. Ἀποστολική Διακονία, Ἀθῆναι 1991.
[66] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 120.
[67] Γιά νά μή ὑπάρχει ἀμφιβολία γιά ὅλα αὐτά παραθέτουμε τήν ἑξῆς διαφωτιστική περιγραφή: «Τό φορολογικό τουρκικό σύστημα ἐπί τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν ἦταν ὁ κεφαλικός φόρος ἤ χαράτς, ὅπως τό ὀνόμαζαν, καθώς καί ὁ ἔγγειος φόρος, ἡ δεκάτη δηλαδή, ἤ «μιρί» ὅπως τήν ὀνόμαζαν. Ὁ φόρος τῆς δεκάτης ἦταν ὁ πλέον ληστρικός γιά ὅλους τούς ὑπηκόους τῆς αὐτοκρατορίας καί αὐτός εἰσπραττόταν ἀπό τούς χαρατζῆδες (ἔτσι τούς ἀποκαλοῦσε ὁ λαός) ὕστερα ἀπό ἐκμίσθωσή του (μουκατάς) μέ πλειστηριασμό γιά διάρκεια ἑνός χρόνου. Αὐτοί οἱ ἄπληστοι χαρατζῆδες ἀνέβαζαν αὐθαίρετα τό ποσό τοῦ φόρου γιά μία προσδιορισμένη τοπική περιοχή καί καταπίεζαν τό ραγιά στή συνέχεια γιά τήν εἰσπραξή του. Ἐκτός ἀπό αὐτούς τούς τακτικούς φόρους οἱ Τοῦρκοι ἔβαζαν κατά τή βούλησή τους καί αὐθαίρετους φόρους τά λεγόμενα δοσίματα. Σέ καιρό πολεμου ἔβαζαν τρεῖς φόρους ἐκστρατείας: γιά τίς δαπάνες τῶν ἀνακτόρων, γιά τή συντήρηση τοῦ στόλου καί γιά τή συντήρηση τοῦ ἱππικοῦ. […] Πέρα ἀπό τούς φόρους ἐκστρατείας καί φιλοξενείας ἦταν τά δοσίματα, τά μπαξίσια καί τά μπαγιραμλίκια γιά τούς ἀξιωματικούς Τούρκους, τά ἀγιλίκια (γιά τόν καδή καί τόν μπουλούκμπαση – σωματάρχη), τά σπαηλίκια, ὁ φόρος τῶν φρουρῶν ἤ τό λεγόμενο «πανιάτικο» πού ἦταν μία εἰσφορά πού πλήρωναν οἱ ραγιάδες στό βοεβόδα «γιά τά ἔξοδα τῶν καραβόπανων» καί γιά τά πουκάμισα τῶν σκλάβων πληρωμάτων στίς γαλέρες (κάτεργα). Ἡ αὐθαιρεσία τῶν Τούρκων δέν εἶχε ὅρια. Φόρους ἔβαζαν παντοῦ: Στά προϊόντα τῶν κατοίκων, κρασιά («βαρελιάτικο») στάρια, βαμβάκια, μετάξια, καπνά, ὑφάσματα, παπούτσια, τά κεριά, τό ἁλάτι («ἁλατιάτικο»), τά ζῶα (μικρά καί μεγάλα), τίς οἰκοδομές καί ὅ,τι ἄλλο ἐρχόταν στήν ἔμπνευση τῶν αὐθαιρετούντων ἀξιωματούχων.» Γιάννης Β. Καρύτσας, Οἱ Αἰτωλοί Διδάσκαλοι Εὐγένιος Γιαννούλης Ἀναστάσιος Γόρδιος, Χρύσανθος ὁ Αἰτωλός, ἡ ἐποχή τους καί τό ἔργο τους, Ἀθήνα 2002, σ. 53-54.
[68] Γιά πλήρη ἐπιστημονική τεκμηρίωση τῆς ἐν λόγῳ ἱστορικῆς ἀληθείας βλ. ἀπό τήν ἰστοσελίδαwww.antibaro.gr , τήν ἑξῆς πρότυπη ἐπιστημονική ἐργασία: Γιώργος Κεκαυμένος, Κρυφό Σχολειό. Τό Χρονικό μιᾶς Ἱστορίας.
[69] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 121.
[70] Γιά πλήρη ἐπιστημονική τεκμηρίωση τοῦ ἐν λόγῳ ἱστορικοῦ γεγονότος βλ. ἀπό τήν ἰστοσελίδαwww.antibaro.gr , τήν ἐπίσης προτυπη ἐπιστημονική ἐργασία: Χρῆστος Κορκόβελος, Περί τῶν ἱστορικῶν συμβάντων στήν Ἁγία Λαύρα τό Μάρτιο τοῦ 1821.
[71] Παναγ. Θεοδ. Παπαθεοδώρου, Ὁ Γρηγόριος Ε΄ καί ἡ ἐπανάσταση τοῦ ΄21, ἐκδ. «Τῆνος», Ἀθήνα 1986, σ. 70-71.
[72] Ἕνα ὡραῖο βιβλιαράκι, γιά τό θέμα αὐτό, εἶναι τοῦ π. Νικολάου Πρωτοπαπά, Οἱ ἅγιοι τῆς μικρασιατικῆς καταστροφῆς, Ἀθήνα 1992.
[73] Σοφία Λουκᾶ, Μνῆμες ἀπό τή Μικρά Ἀσία, ἐκδ. Μύρτος, Ἀθήνα 2012, σ. 62.
[74] Στέφανος Καραχάλιας κ.λπ. ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 125.
[75] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 43.
[76] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 53.
[77] Ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 63.
[78] Κατόψεις, τομές καί φωτογραφίες ναῶν μπορεῖ νά βρεῖ κανείς στό πολύ χρήσιμο βιβλίο τοῦ RichardΚrautheimer, Παλαιοχριστιανική καί βυζαντινή ἀρχιτεκτονική, ἐκδόσεις ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 1991.
[79] Γιά τό ζήτημα αὐτό ὁ γράφων διοργάνωσε σεμινάριο γιά τούς θεολόγους καθηγητές τῆς Διευθύνσεως Δευτεροβάθμιας Ἐκπαιδεύσεως Δ΄ Ἀθηνῶν στίς 20/11/2015 καί γιά τούς θεολόγους καθηγητές τῆς Διευθύνσεως Δευτεροβάθμιας Ἐκπαιδεύσεως Πειραιῶς στίς 27/11/2015. Καί στίς δύο συναντήσεις τό διατιθέμενο ἀπό τήν προϊσταμένη ἀρχή διδακτικό δίωρο ἐπήρκεσε μόλις καί μετά βίας.
[80] Καί σέ ὅσους ἐπιχειροῦν νά μᾶς ἀπαγορεύσουν τή λέξη αὐτή, ἁπλῶς θά τονίσουμε τό ρητό τοῦ Σωκράτους: «πατρός τε καί μητρός καί τῶν ἄλλων προγόνων, ἁπάντων τιμιώτερον ἐστιν ἡ πατρίς».
http://aktines.blogspot.gr/2016/08/2006.html#more
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 10 Ιουλίου 2016
Ακολουθούν οι χώροι λατρείας των θρησκειών με αλφαβητική σειρά:
ΒΟΥΔΙΣΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ
ΙΝΔΟΥΙΣΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ Ή ΜΑΝΤΙΡ
ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΦΟΥΚΙΑΝΙΣΜΟΥ
ΠΑΓΟΔΑ
ΣΤΟΥΠΑ
ΤΑΟΪΣΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ
ΣΥΝΑΓΩΓΗ
ΤΖΑΜΙ Ή ΤΕΜΕΝΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΝΑΟΣ
Βουδιστικός Ναός: Η Βουδιστική τέχνη ταυτίζεται κατά το πλείστον προς την ινδική τέχνη, γιατί καλλιεργήθηκε στην Ινδία κυρίως, είναι δε αυστηρά θρησκευτικού χαρακτήρα, εφόσον συνδέεται στενότατα με την λατρεία τουΒούδα. Το περισσότερο μέρος της Βουδιστικής τέχνης συγκεντρώνεται στο ναό, ο οποίος δεν απασχολεί μόνο τον αρχιτέκτονα, αλλά τον γλύπτη και το ζωγράφο.
Ο ναός είναι η εικόνα του σύμπαντος˙ έχει σχήμα κλιμακωτής πυραμίδας διακοσμημένης με τις απεικονίσεις όλων των ζώων, από τα ατελέστερα μέχρι τον Βούδα, ο οποίος απεικονίζεται γαλήνιος και μεγαλοπρεπής επάνω στην πεπλατυσμένη κορυφή της πυραμίδας. Ψηλά τείχη, τεράστιοι πύργοι και ευρείς πυλώνες, οι οποίοι ανήκουν στο οικοδομικό συγκρότημα του ναού, προσδίδουν κατά κανόνα σ’ αυτόν επιβλητική εμφάνιση.
Συχνός είναι και εκείνος ο τύπος του ναού που είναι σκαμμένος στα στέρνα τεραστίων βράχων, και ο οποίος αποτελείται κατά το πλείστον από υπερμεγέθεις υπόστυλες αίθουσες. Επίσης άλλοι από τους Βουδιστικούς ναούς βρίσκονται στη μέση αυλών και κατάφυτων λεωφόρων, που περιλαμβάνουν πολυπληθή θυσιαστήρια. Από τους ναούς που είναι σκαμμένοι στους βράχους παλαιότατοι είναι αυτοί τουLomas Rsi ή Bhaa, οι οποίοι ανήκουν στην Γ΄εκατονταετηρίδα π.Χ., ενώ τα Βουδιστικά σπήλαια του Bedsa, του Karle, του Nasik κ.λ.π. ανήκουν στην Β΄εκατονταετηρίδα π.Χ.
Όλα αυτά τα οικοδομήματα ή αρχιτεκτονήματα διακρίνονται για τις κολοσσιαίες διαστάσεις τους. Είναι δε το κολοσσιαίο ένας από τους μάλλον εμφανείς και μάλλον σταθερούς χαρακτήρες τής Βουδιστικής τέχνης. Άλλοι χαρακτήρες αυτής, εξίσου αξιοσημείωτοι, είναι η μεγάλη συσσώρευση λεπτομερειών, η μανία δηλαδή της κάλυψης κάθε γυμνής επιφάνειας με πλήθος απείρων απεικονίσεων πάσης φύσεως, όπως λ.χ. θεών, ανθρώπων και ζώων τα οποία συμπλέκονται σύμφωνα με την καλπάζουσα φαντασία του καλλιτέχνη, αλλά και η αποθέωση των ενστίκτων, με την αναπαράσταση άπειρων συμπλεγμάτων μεταξύ των, θεών, ανθρώπων και ζώων. Η σύζευξη επίσης των δύο φύλλων δίνει την ευκαιρία για δημιουργίες ακολάστων και οργιαστικών συμπλεγμάτων. Οι τερατώδεις αυτές απεικονίσεις δικαιολογούνται όμως, λόγω του πλήθους θεών και αφηγημάτων τής ινδικής μυθολογίας.
Ινδουιστικός ναός ή Mandir (μαντίρ): Ο Ινδουιστικός ναός είναι μια κατασκευή που έχει σχεδιαστεί μ’ αυτό τον τρόπο, ώστε να φέρει τον άνθρωπο μαζί με τους θεούς, χρησιμοποιώντας τον συμβολισμό για να εκφράσει τις ιδέες και τα πιστεύω του Ινδουισμού. Ο συμβολισμός αυτός και η δομή ενός Ινδουιστικού ναού έχουν τις ρίζες τους στην Βεδική παράδοση. Ένας ναός ενσωματώνει όλα εκείνα τα στοιχεία των Ινδουιστών, δηλαδή για το τι πιστεύουν για τον Κόσμο, παρουσιάζοντας το καλό, το κακό και το ανθρώπινο ή την αίσθηση του κυκλικού χρόνου και την ουσία τής ζωής, καθώς επίσης και τις βασικές διδασκαλίες του Ινδουισμού που είναι το Ντάρμα, το Κάμα, η Άρθα, η Μόκσα και το Κάρμα.
Οι πνευματικές αρχές του Ινδουισμού που συμβολικά εκπροσωπούνται στον Ινδουιστικό ναό αναγράφονται στα αρχαία σανσκριτικά κείμενα όπως π.χ. στις Βέδες και τις Ουπανισάδες, ενώ οι διάφοροι κανόνες για την δομή και την κατασκευή του περιγράφονται σε διάφορες αρχαίες πραγματείες για την αρχιτεκτονική. Μάλιστα η διάταξη, τα μοτίβα, το σχέδιο και η διαδικασία οικοδόμησης απαγγέλλονταν στα αρχαία τελετουργικά με γεωμετρικούς συμβολισμούς και αντικατοπτρίζουν τις πεποιθήσεις και τις αξίες που είναι έμφυτες στις διάφορες σχολές του Ινδουισμού. Ένας Ινδουιστικός ναός για πολλούς Ινδουιστές είναι ένας πνευματικός προορισμός, διότι εκλαμβάνεται και ως ορόσημο, γύρω από το οποίο άκμασαν η αρχαία τέχνη, η οικονομία και τέλος οι κοινοτικές εκδηλώσεις.
Οι Ινδουιστικοί ναοί υπάρχουν σε πολλές μορφές, βρίσκονται σε διάφορες τοποθεσίες, αναπτύσσουν διαφορετικές μεθόδους κατασκευής και είναι προσαρμοσμένες στις εκατοντάδες διαφορετικές θεότητες που λατρεύονται στις διάφορες περιφέρειες τής Ινδίας και των άλλων χωρών, αλλά σχεδόν όλοι τους μοιράζονται ορισμένες βασικές ιδέες, συμβολισμούς και θέματα του Ινδουισμού. Ναοί Ινδουιστικοί ανευρίσκονται κυρίως στην Ινδία και το Νεπάλ, στις χώρες τής νοτιοανατολικής Ασίας, όπως η Καμπότζη, το Βιετνάμ, τα νησιά τής Ινδονησίας και την Μαλαισία, και σε χώρες όπως τα νησιά Φίτζι, Άγιος Μαυρίκιος, Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Καραϊβικής, στην Γουιάνα, στο Σουρινάμ, στη Νότια Αφρική, στη Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική και γενικά όπου υπάρχει μια σημαντική Ινδουιστική κοινότητα. Η σημερινή μορφή και η εξωτερική εμφάνιση των Ινδουιστικών Ναών αντικατοπτρίζουν τις τέχνες, τα υλικά και τα σχέδια που εξελίχτηκαν κατά την διάρκεια αρκετών χιλιετιών και αντανακλούν επίσης την επίδραση των συγκρούσεων μεταξύ του Ινδουισμού και του Ισλάμ από τον 12ο αιώνα μ.Χ.
Σχεδόν όλοι οι Ινδουιστικοί ναοί έχουν δύο μορφές. Ή την μορφή ενός απλού οικήματος ή ενός παλατιού. Ένας ναός με την μορφή ενός απλού οικήματος θεωρείται ως ένα απλό καταφύγιο και χρησιμεύει σαν σπίτι μιας θεότητας, που τον επισκέπτεται κάποιος, όπως θα επισκέπτονταν ένα φίλο ή συγγενή. Σύμφωνα με την διδασκαλία του Ινδουισμού, οι ναοί είναι χώροι για την puja, που είναι ένα τελετουργικό φιλοξενίας, στην οποία καλείται ο λάτρης για να συνδεθεί με την θεότητα. Με άλλα λόγια οι Ινδουιστικοί ναοί είναι οι χώροι στους οποίους το άτομο μπορεί να εκτελέσει διαλογισμό, γιόγκα ή ενδοσκόπηση. Οι ναοί που έχουν μορφή παλατιού είναι πιο περίτεχνοι και έχουν συχνά μνημειακή αρχιτεκτονική.
Η κατάλληλη τοποθεσία για ένα Mandir (μαντίρ), σύμφωνα με τα αρχαία σανσκριτικά κείμενα, είναι κοντά σε νερό ή κήπους όπου ανθίζουν τα λουλούδια και τα άνθη λωτών, όπου ακούγονται οι κύκνοι, πάπιες και άλλα πτηνά, όπου τα ζώα ξεκουράζονται χωρίς τον φόβο τραυματισμού ή βλάβης. Αυτές οι αρμονικές τοποθεσίες προτείνονται σ’ αυτά τα κείμενα, με την εξήγηση, ότι σε τέτοια ανάλογα μέρη παίζουν και οι θεοί, επομένως είναι η καλύτερη τοποθεσία για ένα Ινδουιστικό ναό.
Η βασική αρχή για να χτιστεί ένας Ινδουιστικός ναός βασίζεται – όπως έχουμε προείπει – στην πεποίθηση πως όλα τα πράγματα είναι ένα, όλα συνδέονται. Ο προσκυνητής είναι ευπρόσδεκτος μέσα στον μαθηματικά δομημένο χώρο, που είναι ένα σύμπλεγμα τέχνης με πυλώνες, με γλυπτά και αγάλματα και τα οποία τον καλούν να γιορτάσει τις τέσσερεις σημαντικές και απαραίτητες αρχές τής ανθρώπινης ζωής, δηλαδή την επιδίωξη τής Άρθα (ευημερία, πλούτο), τής κάμα(ευχαρίστηση, φύλλο), τής Ντάρμα (αρετές, ηθική ζωή) και τής μόκσα(απελευθέρωση, αυτογνωσία).
Ναός του Κομφουκιανισμού: Οι ναοί που είναι αφιερωμένοι στον Κομφούκιο, είναι γνωστοί με μια ποικιλία ονομάτων σ’ όλη την Ανατολική Ασία. Οι δυο μεγαλύτεροι από αυτούς που βρίσκονται στην πόλη Qufu της Κίνας και το Πεκίνο, είναι γνωστοί στην κινεζική ως «Ναοί του Κομφούκιου». Στη Σαγκάη, το Βιετνάμ, την Κορέα και την Ινδονησία, είναι γνωστοί ως «Ναοί τής Λογοτεχνίας» ή«Ναοί τής Σοφίας και τής Λογοτεχνίας», από τον ρόλο του Κομφούκιου στην παραδοσιακή κινεζική λατρεία ως «Κύριος τής Γνώσης» ή «τής Λογοτεχνίας». Στην Ιαπωνία, είναι συνήθως γνωστοί ως «Ναοί» ή «Αίθουσες τής Σοφίας».
Η ανάπτυξη των κρατικών ναών αφιερωμένων στη λατρεία του Κομφούκιου ήταν αποτέλεσμα της σταδιακής αγιοποίησής του. Το 195 π.Χ., ο Han Gao Zu, ιδρυτής της δυναστείας των Χαν (206 – 195 π.Χ.) ήταν αυτός που προσέφερε θυσία στο πνεύμα του Κομφούκιου στον τάφο της γενέτειράς του Qufu. Θυσίες στο πνεύμα του Κομφούκιου και του Yan Hui, του πιο σημαντικού μαθητή του, είχαν ξεκινήσει στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο (Biyong), ήδη από το 241 μ.Χ.
Το 454 μ.Χ., η δυναστεία του Liu Song της Νότιας Κίνας έχτισε ένα εξέχοντα κρατικό ναό αφιερωμένο στον Κομφούκιο. Στα 489 μ.Χ., η βόρεια δυναστείαWei, κατασκεύασε ένα ναό του Κομφούκιου στην πρωτεύουσα, τον πρώτο εκτός τής Qufu, στον βορρά. Στα 630 μ.Χ., η δυναστεία Tang, αποφάσισε ότι τα σχολεία σε όλες τις επαρχίες και τις κομητείες θα πρέπει να έχουν ναό του Κομφούκιου, με αποτέλεσμα να εξαπλωθούν οι ναοί σ’ όλη την Κίνα. Πασίγνωστα ιερά του Κομφούκιου, περιλαμβάνουν τους αντίστοιχους ναούς του, όπως στην Jianshui, στην Xian, το Fuzi Miao στην Nanjing, και το Ναό του Κομφούκιου στο Πεκίνο, τον πρώτο που χτίστηκε το 1302 μ.Χ. Ο Ναός του Κομφούκιου στην Tianjin που καταλαμβάνει 32 στρέμματα γης, είναι το μεγαλύτερο σωζόμενο παραδοσιακό αρχιτεκτονικό συγκρότημα σ’ αυτή.
Ο μεγαλύτερος και παλαιότερος Ναός του Κομφούκιου βρίσκεται στην πατρίδα του, την Qufu. Ιδρύθηκε το 479 π.Χ., ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, επί της ηγεμονίας του Δούκα Ai της επαρχίας Lu, ο οποίος διέταξε ότι η κατοικία του Κομφούκιου θα πρέπει να χρησιμοποιείται πλέον ως χώρος προσκυνήματος και προσφοράς θυσίας. Ο ναός αυτός επεκτάθηκε σε μια περίοδο πάνω από 2000 χρόνια μέχρι που έγινε το τεράστιο συγκρότημα που υπάρχει σήμερα. Εκτός από τους ναούς του Κομφούκιου που σχετίζονται με την κατάσταση της λατρείας του, υπάρχουν επίσης και κτίρια σ’ όλη την Κίνα, στα οποία τιμώνται οι πράξεις του καθώς επίσης και ιδιωτικοί ναοί μέσα στις Ακαδημίες.
Στο ξεκίνημα τής δυναστείας των Tang (618 – 907 μ.Χ.), ναοί του Κομφούκιου χτίστηκαν στα επαρχιακά και κομητειακά σχολεία σε όλη την αυτοκρατορία, είτε μπροστά ή στην μία πλευρά του σχολείου. Η μπροστινή πύλη του ναού ονομάζεταιLingxing πύλη. Στο εσωτερικό του υπάρχουν συνήθως τρεις αυλές, κάποιες όμως φορές υπάρχουν μόνο δύο. Ωστόσο, το συγκρότημα στην Qufu έχει εννέα αυλές που περιέχει στήλες με τον αριθμό των επισκέψεων από τον αυτοκράτορα κατά την περίοδο του εορτασμού ή τις απονομές των αυτοκρατορικών τίτλων ευγενείας στους απογόνους του Κομφούκιου. Το κεντρικό κτίριο, που βρίσκεται στην εσωτερική αυλή καλείταιDachengdian, το οποίο μεταφράζεται ποικιλοτρόπως όπως «αίθουσα του μεγάλου επιτεύγματος», «αίθουσα τής μεγάλης ολοκλήρωσης», ή «αίθουσα τής μεγάλης τελειότητας». Ένα άλλο σημαντικό κτίριο πίσω από το κεντρικό είναι το«Παρεκκλήσι του Λατρεύοντας την Σοφία», η οποία τίμησε τους προγόνους του Κομφούκιου και οι πατέρες των «Τεσσάρων Συγγενών» και των «Δώδεκα Φιλοσόφων».
Σε αντίθεση με τους ναούς του Ταοϊσμού και του Βουδισμού, οι ναοί του Κομφούκιου, δεν έχουν κανονικά εικόνες. Στα πρώτα χρόνια του ναού στηνQufu, φαίνεται πως τα πνεύματα του Κομφούκιου και των μαθητών του εκπροσωπήθηκαν με τοιχογραφίες και πήλινα ή ξύλινα αγάλματα. Οι επίσημοι ναοί περιείχαν επίσης εικόνες του ίδιου του Κομφούκιου. Ωστόσο, υπήρξε αντίδραση με την πρακτική αυτή, η οποία θεωρήθηκε ως μιμητική των Βουδιστικών ναών. Υποστηρίχθηκε επίσης, πως η βασική σκέψη της κατασκευής των αυτοκρατορικών ναών ήταν για να τιμηθούν οι διδασκαλίες του Κομφούκιου, και όχι αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος.
Η έλλειψη ομοιομορφίας στα αγάλματα του Κομφούκιου οδήγησε τον πρώτο αυτοκράτορα Taizu τής δυναστείας των Ming να εκδώσει διάταγμα, πως όλοι οι καινούργιοι ναοί του Κομφούκιου, θα έπρεπε να περιέχουν επιγραφές που απηχούν το πνεύμα του και όχι τις εικόνες του. Το 1530 μ.Χ., αποφασίστηκε πως όλες οι υπάρχουσες εικόνες του Κομφούκιου, θα πρέπει ν’ αντικατασταθούν με επιγραφές που απηχούν το πνεύμα του, είτε αυτές βρίσκονταν στους αυτοκρατορικούς ναούς της πρωτεύουσας ή σε άλλες δημόσιες θέσεις. Παρόλα αυτά πολλοί σύγχρονοι ναοί του Κομφούκιου, έχουν για χαρακτηριστικό τους αγάλματα. Αγάλματα παρέμειναν επίσης και στους ναούς που λειτουργούν από την οικογένεια των απογόνων του Κομφούκιου, όπως στην Qufu.
Παγόδα: Η Παγόδα είναι μνημείο του Βουδισμού. Είναι πολυώροφο κτίριο πυργοειδούς μορφής τής ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας, κατασκευασμένο από ξύλο στην αρχή και μετέπειτα – μετά τον 7ο αιώνα μ.Χ. – από πλίνθους ή πέτρα, το οποίο συνήθως είναι ενταγμένο στο συγκρότημα ενός Βουδιστικού ιερού.
Η μορφή της έλκει την καταγωγή της από την αρχαία ινδική Στούπα, δηλαδή το θολωτό μνημείο στο οποίο φυλάσσονται ιερά λείψανα ή οι νεκροί βασιλιάδες. Η ημισφαιρική θολωτή στούπα της αρχαίας Ινδίας εξελίχθηκε και έλαβε διάφορες μορφές σε διάφορες περιοχές τής ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας. Η ακρόληξη ή η διακοσμητική κατάληξη τής στούπα επιμηκύνθηκε προσλαμβάνοντας όλο και κυλινδρικότερο σχήμα, μέχρις ότου ολόκληρο το πάνω μέρος τής στούπα λέπτυνε και έγινε πυργοειδές.
Αυτή η νέα μορφή τής στούπα υιοθετήθηκε από τον Βουδισμό ως η καταλληλότερη για να στεγάσει τα ιερά λείψανα και έγινε γνωστή στη Δύση ως Παγόδα. Στο Θιβέτ η Βουδιστική Παγόδα έλαβε φιαλόμορφο σχήμα. Στη Βιρμανία, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και στο Λάος έλαβε πυραμοειδές ή κωνικό σχήμα. Στην Κίνα όπου βρίσκουμε και την αρχαιότερη στο Χενάν 523 μ.Χ., η αρχιτεκτονική της επηρεάστηκε από την μορφή των περιπτέρων, την Κορέα (Κιοντζιού 634 μ.Χ.) και την Ιαπωνία (Κυότο – Νάρα), εξελίχθηκε στην πιο γνωστή και κλασσική μορφή της.
Διαμορφώθηκε δηλαδή σ’ έναν ψηλό πολυώροφο πύργο στον οποίο η μορφή του κάθε ορόφου επαναλαμβάνεται αλληλοδιαδόχως σε όλο το ύψος του κάθετου άξονα, αλλά σε μικρότερες διαστάσεις. Η κάτοψη του κάθε ορόφου ποικίλει, μπορεί να είναι κυκλική, τετράγωνη ή πολυγωνική. Στις παγόδες τής ανατολικής Ασίας κάθε όροφος έχει τη δική του προεξέχουσα στέγη και όλο το οικοδόμημα απολήγει σε ιστό και δίσκους. Ο αριθμός των ορόφων είναι συνήθως περιττός (δηλ. μονός), επειδή αυτό θεωρείται τυχερός οιωνός. Αν και οι Βουδιστές ισχυρίζονται πως η μορφή της μοιάζει με το άνθος του λωτού, τα αρχιτεκτονικά της όμως χαρακτηριστικά δεν επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Συνήθως η Παγόδα αποτελεί απλώς μνημείο και δεν διαθέτει χρησιμοποιήσιμο εσωτερικό χώρο.
Στούπα: Θρησκευτικό μνημείο που ανήκει κυρίως στη Βουδιστική θρησκεία – και μερικώς στην Ινδουιστική – το οποίο προέρχεται μάλλον από τον αρχαίο νεκρικό τύμβο των Βραχμανιστών. Η λέξη Στούπα, που σημειωτέον είναι στασανσκριτικά την αρχαία γλώσσα της Ινδίας, η αρχική σημασία της είναι κορυφή, σωρός από χώμα, πέτρες. Αρχικά ήταν κατασκευή πάνω από τάφο βασιλιά ή αρχηγού. Στη Βουδιστική αρχιτεκτονική, κατασκευή για τη φύλαξη αγίων λειψάνων.
Ήδη οι πιο παλιές Στούπα, στο Τσασνί 3ος – 2ος αιώνας π.Χ., είχαν κανονική τριμερή δομή: βαθμιδωτή βάση, ολόσωμο βασικό όγκο, στέψη με μορφή πολυεδρικού σκιάδιου. Έχουν βρεθεί και Στούπα ημισφαιρικές (Ινδία, Σρι Λάνκα), τετράγωνα βαθμιδωτά (Σρι Λάνκα, Ταϊλάνδη), πυργόμορφα (Βιετνάμ, Κίνα), κωδωνόμορφα (Βιρμανία, Καμπότζη, Ταϊλάνδη, Ινδονησία), με μορφή φιάλης (Κίνα, Μογγολία).
Η συνήθης τεχνική της κατασκευής των Στούπα ήταν στρώσιμο πετρών, τοίχοι από σοβαντισμένα τούβλα, γέμισμα με λάσπη, χαλίκι κ.λ.π.
Η Στούπα είναι πέτρινη και αποτελείται από ένα ημισφαιρικό θόλο (άντα) ο οποίος στηρίζεται σ’ ένα κυκλικό κρηπίδωμα. Στην κορυφή του θόλου είναι χτισμένο ένα κυβικό δώμα (χαρμίκα), που συχνά περιτριγυρίζεται από εξώστη. Από το κέντρο του δώματος υψώνεται κατακόρυφα ένας ιστός που αποτελείται από διαδοχικούς δίστους (τσάτρα), ενώ στη κορυφή του ιστού στηρίζεται ένα δοχείο.
Γύρω από τη Στούπα υπάρχει πέτρινο διακοσμημένο κιγκλίδωμα (βεντίκα), που δημιουργεί ένα ελεύθερο χώρο ανάμεσα στον περίβολο και τη Στούπα. Το κιγκλίδωμα έχει πόρτες (τοράνα) στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα˙ αυτές αποτελούνται από δύο ψηλές κολόνες που ενώνονται με περιστύλια. Για τη διακόσμηση των Στούπα συχνά γίνονταν βάψιμο ή επιχρύσωση. Στούπα χτίζονται κυρίως στην Ινδία, αλλά η αρχιτεκτονική τους διαδόθηκε με διάφορες παραλλαγές και στις γύρω χώρες (Ινδονησία, Σρι Λάνκα κ.λ.π.).
Η ονομασία Στούπα είναι χαρακτηριστική μόνο για την Ινδία και το Νεπάλ. Στην Σρι Λάνκα χρησιμοποιούνται οι ονομασίες “ντάγκομπα”, στη Βιρμανία “ζέντι” και “πατό”, στη Ταϊλάνδη “τχατ”, στη Μογγολία “σουμπουργκάν”, στην Κίνα και το Βιετνάμ “μπάο – τα” κ.λ.π.
Ταοϊστικός Ναός: Ένας Ταοϊστικός Ναός, ονομάζεται Gong, Guan ή Miao στα κινέζικα και είναι ή ιερή αίθουσα όπου οι Ταοϊστές εκτελούν τις θρησκευτικές τους τελετές. Συνδυάζει στην δομή του, την θεωρία και τις ιδέες του Ταοϊσμού, μαζί με τις παραδοσιακές κινέζικες μεθόδους κατασκευής. Έτσι με τον τρόπο αυτό σχηματίζεται ένα μοναδικό στυλ μεταξύ των πολλών και διαφορετικών τύπων της αρχαίας κινέζικης αρχιτεκτονικής.
Οι Ταοϊστικοί Ναοί διαφόρων μορφών είναι διάσπαρτοι σε όλη την Κίνα. Σε γενικές γραμμές πάντως μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: αυτοί που θυμίζουν παλάτι, οι απλοί ναοί και αυτοί που είναι μια απλή καλύβα ή σπηλιά. Αν και είναι διαφορετικών μεγεθών, αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο γιατί όλοι τους έχουν κατασκευαστεί για να εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό.
Οι άνθρωποι μπορεί να μπερδευτούν στο να ξεχωρίσουν έναν Ταοϊστικό Ναό από ένα Βουδιστικό, γιατί εξωτερικά είναι σχεδόν όμοιοι, αφού πολλές μέθοδοι ταοϊστικής κατασκευής μιμούνται εκείνες του Βουδισμού, αν και υπάρχουν κάποιες μικρές διαφορές μεταξύ τους. Για παράδειγμα, τα ιερά αγάλματα τουΔράκοντα και του Τίγρη βρίσκονται μπροστά στην κύρια πύλη του Ταοϊστικού Ναού, ενώ στον Βουδιστικό ναό στην ίδια θέση υπάρχουν τα αγάλματα τής φρουράς των δύο γιγάντων. Εκτός αυτού τα θέματα των αγαλμάτων και οι τοιχογραφίες έχουν σχέση με κοινούς ανθρώπους και όχι με κάτι το υπερφυσικό και η θρησκευτική ατμόσφαιρα δεν είναι τόσο έντονη όσο στους Βουδιστικούς ναούς.
Επειδή ο Ταοϊσμός επιδιώκει μια παρατεταμένη και καρποφόρα ζωή, γι’ αυτό στις διακοσμήσεις που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του ναού αντικατοπτρίζεται αυτό το θέμα. Έτσι τα παράθυρα, οι πόρτες, οι μαρκίζες και οι δοκοί είναι σκαλισμένα με κινέζικους χαρακτήρες, όπως Φου (ευλογία), Σου (μακροζωία), Τζι (ευοίωνο). Η ιδέα της ταοϊστικής διακόσμησης έχει επηρεάσει την κινέζικη λαϊκή κουλτούρα, με αποτέλεσμα πολλά σπίτια απλών ανθρώπων να απεικονίζουν ιστορίες από τον Ταοϊσμό, όπως λ.χ. «Οι Οκτώ Αθάνατοι που διασχίζουν την θάλασσα».
Οι περισσότεροι Ταοϊστικοί Ναοί είναι χτισμένοι κατά μήκος μιας πλευράς του βουνού, συνήθως από ξύλινο σκελετό, επειδή πιστεύεται πως αυτό είναι ευεργετικό για την υγεία.
Συναγωγή: Με τον όρο αυτό περιγράφεται ο τόπος συνάθροισης των εβραϊκών κοινοτήτων. Με την μεταφορική του όμως έννοια σημαίνει τον θρησκευτικό εκείνο θεσμό, που θεσπίστηκε κατά την διάρκεια τής βαβυλωνιακής εξορίας των Ιουδαίων και μετά από αυτήν διαδόθηκαν στις άλλες ιουδαϊκές κοινότητες τής Διασποράς αλλά και τής Παλαιστίνης για να αντικαταστήσει την λειτουργία του ναού, που γινόταν στην Ιερουσαλήμ. Σιγά – σιγά πλήθυναν τόσο, που στα χρόνια του Χριστού κάθε πόλη είχε τη δική της συναγωγή, ενώ υπήρχαν και πολλές και μέσα στην Ιερουσαλήμ.
Η συναγωγή είναι ένα κτίριο απλό, στο κέντρο του οποίου υπάρχει ένας άμβωνας, απ’ όπου διαβάζεται η Εβραϊκή Βίβλος και γίνεται το κήρυγμα. Πίσω από τον άμβωνα τα παλιά χρόνια υπήρχαν καθίσματα για τους αναγνώστες και τους διδασκάλους του Νόμου, τους ραββίνους. Ένα από αυτά τα καθίσματα, το πιο ψηλό, ονομαζόταν «καθέδρα του Μωϋσέως». Στο βάθος προς τον ανατολικό τοίχο της συναγωγής, σε μια κρύπτη φυλάγονται, τα ιερά κείμενα.
Η συναγωγή ήταν τόπος μελέτης του Νόμου και πνευματικής επικοινωνίας με το Θεό χωρίς την προσφορά θυσιών. Η λατρεία περιλάμβανε ανάγνωση περικοπών από την Εβραϊκή Βίβλο, κήρυγμα, υμνολογία και προσευχή. Την εποπτεία τής συναγωγής είχε ο αρχισυνάγωγος, που εκλεγόταν από τους γέροντες της κοινότητας. Παράλληλα με τη λειτουργική αποστολή της, η συναγωγή αναλάμβανε και εκπαιδευτικές και προσκυνηματικές αποστολές, που αργότερα ανέλαβαν αυτόνομοι οργανισμοί.
Τζαμί ή τέμενος: Ο οίκος του Θεού – κατά τους μουσουλμάνους – αποτελεί όχι μόνο τον θρησκευτικό αλλά συχνά και τον κοινωνικό πυρήνα τής ισλαμικής ζωής. Ο μουσουλμάνος καταθέτει εδώ την προσευχή του, αλλά και τον χρησιμοποιεί ως τόπο συγκέντρωσης, ηρεμίας και συζήτησης. Γενικά όμως, υπάρχει μια διάκριση ανάμεσα σε τζαμιά στα οποία τελείται η προσευχή τής Παρασκευής και σε μικρότερα, που χρησιμεύουν μόνο για ατομική προσευχή.
Στον εξοπλισμό του τζαμιού ανήκουν το Μιχράμπ μια ημικυκλική εσοχή στο τοίχο που έχει κατεύθυνση προς το ιερό Καάμπα της Μέκκας, τον ιερότερον τόπο του Ισλάμ, το Μινμπάρ μια υπερυψωμένη πλατφόρμα, σαν άμβωνας, όπου ανεβαίνει ο Ιμάμης (καθοδηγητής) και καθοδηγεί την προσευχή, και μία εγκατάσταση στην οποία υπάρχει τρεχούμενο νερό και χρησιμοποιείται από τους πιστούς για το πλύσιμο χεριών, ποδιών, στόματος, αυτιών πριν την προσευχή. Έξω από το τζαμί υπάρχει ο μιναρές ένας ψηλός και στενός κυλινδρικός πύργος, από τον εξώστη του οποίου ο μουεζίνης καλεί τους πιστούς να προσέλθουν για να προσευχηθούν.
Τα μεγάλα τζαμιά τής Παρασκευής έχουν επιπλέον μια αίθουσα για τον ηγεμόνα και ιδιαίτερο γυναικωνίτη. Το πάτωμα των τζαμιών καλύπτεται από χαλιά ή μοκέτες. Γενικά πάντως το εσωτερικό του τζαμιού είναι μάλλον λιτό. Δαπανηρές διακοσμήσεις και τοιχογραφίες απουσιάζουν παντελώς, λόγω της απαγόρευσης των εικόνων από το Ισλάμ. Υπάρχουν όμως στο εσωτερικό του μοναδικά γεωμετρικά σχήματα και ταινίες με γεωμετρικές γραφές τα περίφημα αραβουργήματα.
Εξαιτίας τής απαγόρευσης των εικόνων, οι μουσουλμάνοι ανέπτυξαν την περίφημη γραφική τέχνη. Η καλλιγραφία αυτή χρησίμευε και για τη διακόσμηση του τζαμιού, στο οποίο όμως συναντάμε μόνο στίχους από το ιερό βιβλίο τους, το Κοράνι, και ονόματα των τεσσάρων δίκαιων χαλίφηδων (Αμπού – Μπακρ, Ουμάρ ιμπν αλ – Χαττάμπ, Οθμάν ιμπν Αφφάν και Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ) και φυσικά και του ιδρυτή του Ισλαμισμού, του Μωάμεθ.
Χριστιανικός Ναός: Στην αρχή οι Χριστιανοί δεν είχαν ναούς, αλλά τελούσαν την λατρεία σε ένα σπίτι, την λεγόμενη «κατ’ οίκον Εκκλησία». Απέφευγαν να χτίσουν ιδιαίτερα οικοδομήματα, επειδή θεωρούσαν πως ο Θεός δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς. Αργότερα, έχτισαν στις πόλεις τα Κυριακά ή Ευκτήριους οίκους, που ήταν απλές και ευρύχωρες αίθουσες αφιερωμένες στην λατρεία.
Η αύξηση του αριθμού των πιστών και η ανάπτυξη τής λατρείας συνέτειναν στην κατασκευή των πρώτων ναών. Σημειωτέον πως την περίοδο των διωγμών από το Ρωμαϊκό κράτος χρησιμοποιούσαν σαν τόπους λατρείας τα ρωμαϊκά κοιμητήρια που ήταν υπόγεια και δαιδαλώδη με πολλές στοές, τις ονομαζόμενεςκατακόμβες.
Με το τέλος αυτών των διωγμών άρχισαν να χτίζονται μεγαλόπρεποι χριστιανικοί ναοί. Ο πρώτος ρυθμός (τύπος) που χτίστηκαν αυτοί οι ναοί ονομάστηκε Βασιλική. Χαρακτηριστικά του, η σαμαρωτή ξύλινη στέγη και η εσωτερική διαρρύθμισή του που χωρίζεται συνήθως σε τρία μέρη με κιονοστοιχίες, τα οποία ονομάστηκαν κλίτη με το μεσαίο κλίτος να είναι διπλάσιο από τα άλλα. Εκτός από τις τρίκλιτες Βασιλικές έχουμε πεντάκλιτες, επτάκλιτες, ακόμα και εννιάκλιτες.
Επόμενος ρυθμός ναού ήταν ο περίκεντρος ναός που ήταν κυκλικά ή πολυγωνικά κτίρια στεγασμένα με θόλο τον λεγόμενο τρούλο. Οι ναοί όμως αυτοί λόγω του τρούλου ήταν αναγκαστικά μικροί. Και έτσι φτάσαμε στον επόμενο ρυθμό που είναι συνδυασμός των δύο προηγουμένων τηνΒασιλική με τρούλο. Συνδυάζει την ευρυχωρία της Βασιλική με την αίσθηση της ψυχικής ανάτασης που δημιουργεί ο τρούλος.
Άλλοι ρυθμοί ναών είναι ο Βυζαντινός που έχει σταυρικό σχήμα, εγγεγραμμένο σε τετράγωνο και στο κέντρο του δεσπόζει ο υπερυψωμένος τρούλος, οοκτάγωνος ναός, ο ρυθμός της Αναγεννήσεως, ο Ρώσικος ρυθμός με τους τρούλος του να είναι σαν κρεμμύδια, ο Γοτθικός ρυθμός, ο Μπαρόκ και Ροκοκόκ.λ.π.
Οι Ναοί εσωτερικά διακοσμούνται συνήθως με εικόνες, ψηφιδωτά, αγάλματα, με υαλουργήματα (βιτρό) ή είναι παντελώς γυμνοί, συνήθως αυτοί του Προτεσταντισμού (Διαμαρτύρησης) και των παραφυάδων του.
Ονομαστοί Χριστιανικοί Ναοί είναι, η Αγία Σοφία τής Κωνσταντινούπολης, οΆγιος Πέτρος τής Ρώμης και η Παναγία των Παρισίων.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Οι πιστοί της θρησκείας των Σιχ, έχουν σημαντικότερο ιερό τον Χρυσό ναό στο Αμριτσάρ της Ινδίας. Για τις θρησκευτικές τους ανάγκες χρησιμοποιούν κάποιους χώρους που τους ονομάζουν «γκούρ – ντουάρα»δηλαδή η θύρα του Γκούρου. Το όνομα αυτό χρησιμοποιείται ακόμη και για το ειδικό δωμάτιο που διατηρούν στο σπίτι τους με κέντρο το ιερό βιβλίο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγκυκλοπαίδεια των Θρησκειών
Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια
Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια
Ελληνική και Ξένη Βικιπαίδεια (Wikipedia)
Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς»
Εγκυκλοπαίδεια «Επιστήμη και Ζωή»
Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Προετοιμασία των ανθρώπων για τον καινούργιο κόσμο του Θεού» Α΄γυμνασίου, 1997
Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Εκκλησία, η νέα κοινωνία σε πορεία» Γ΄γυμνασίου, 1999
www.travelchinaguide.com
Αναστάσιος Γιαννουλάτος: Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Ιουλίου 2016
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ – ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Καλούνται οι συνάδελφοι Θεολόγοι να προσέλθουν την Παρασκευή 1/7/2016 και ώρα 18:30 στα γραφεία της ΠΕΘ, Χαλκοκονδύλη 37, στην παρουσίαση με θέμα: «Το νέο ψηφιακό υλικό της ΠΕΘ», όπου θα γίνει ενημέρωση για την νέα «ψηφιακή βιβλιοθήκη» της Ενώσεως (130.000 βιβλία) δωρεάς συναδέλφων.
Λόγω του μεγάλου όγκου του υλικού θα ξεκινήσει εγγραφή των ενδιαφερομένων στον κατάλογο παραλαβής του νέου ψηφιακού υλικού.
Από τη Γραμματεία της ΠΕΘ
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Ιουλίου 2016
Αθήνα, 22 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 96
Δελτίου τύπου
Συγχαρητήρια στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας
κ. Προκόπιο Παυλόπουλο δίνει η ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, προσερχόμενος στη Θεία Λειτουργία και στον Εσπερινό της Γονυκλισίας, στο Ηράκλειο της Κρήτης, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, είναι βέβαιο ότι προσήλθε εκεί για να ασκήσει όχι μόνον τα Προεδρικά του Καθήκοντα αλλά και τα θρησκευτικά. Η κριτική που του ασκείται -από τους ήδη γνωστούς, ως προς τον αρνητισμό τους έναντι της Ορθοδοξίας και της πίστεως, είναι εντελώς αβάσιμη, και σκόπιμη.
Ο Πρόεδρος σέβεται καταρχάς τη συνταγματική αρχή που ορίζει ρητά ότι η κυριαρχούσα θρησκεία της Ελλάδας είναι η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Ως Πρόεδρος, μετέβη στην Κρήτη για να τιμήσει ένα εκκλησιαστικό γεγονός και λειτουργήθηκε σε έναν Ναό, όπου συλλειτουργούσαν δέκα (10) ορθόδοξοι Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι. Ο Εσπερινός της γονυκλισίας τελείται μία φορά τον χρόνο και όλοι οι πιστοί, κληρικοί και λαϊκοί, γονατίζουν για να διαβαστούν οι τρεις ευχές προς την Αγία Τριάδα, μέσω των οποίων γίνεται η επίκληση του Παναγίου Πνεύματος, προκειμένου να φωτίζει, να χαριτώνει και να αγιάζει τη ζωή όλων των χριστιανών. Μαζί με όλο το εκκλησίασμα(κλήρο και λαό), γονάτισε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διότι εκείνη τη στιγμή αυτό αισθάνθηκε ότι έπρεπε να πράξει.
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, θεωρεί άδικες, κακόβουλες και ασεβείς τις όποιες επιθέσεις εναντίον του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας για την παραπάνω στάση του, διότι, τελικά, το αν είναι κοσμικό, λαϊκό ή άθεο το ελληνικό κράτος δεν θα το αποφασίσουν ορισμένοι διανοούμενοι. Εμείς γνωρίζουμε ότι το κράτος μας είναι δημοκρατικό και ότι Κράτος και Ορθόδοξη Εκκλησία σχετίζονται, τυπικά και ουσιαστικά, με σχέσεις συναλληλίας και συνεργασίας. Σε αυτήν τη γόνιμη συνύπαρξη συντελεί το γεγονός ότι πολίτες και πιστοί ορθόδοξοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ταυτίζονται. Η προμετωπίδα, άλλωστε, του Ελληνικού Συντάγματος είναι: «Σύνταγμα στης Ελλάδας. Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».
Κάθε Έλληνας πολίτης λοιπόν, από τον πιο απλό άνθρωπο έως και τον πρώτο πολίτη της χώρας, έχει ελευθερία θρησκευτικής συνειδήσεως και κατά συνέπεια, μπορεί και δικαιούται να εκπληρώνει τα θρησκευτικά του καθήκοντα, όπως εκείνος επιθυμεί. Σίγουρα ο κ. Πρόεδρος, καθόσον χρόνο εκτελεί τα προεδρικά του καθήκοντα είναι ταυτόχρονα και πιστός και δεν είναι σωστό να θέλουν ορισμένοι να καταργήσουν την προσωπική του θρησκευτική ελευθερία. Εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν Μουσουλμάνος και πήγαινε στο τέμενος για να προσευχηθεί ως πιστός, είναι βέβαιο ότι θα έβγαζε τα παπούτσια του και θα γονάτιζε, σεβόμενος το θρησκευτικό τυπικό, όπως πράττουν όλοι οι πιστοί Μουσουλμάνοι και δεν θα σκεφτόταν τότε, κανείς από τους σημερινούς κριτές του να προβούν σε παρόμοιες με τις σημερινές κρίσεις τους. Ο κ. Πρόεδρος είναι Έλληνας πολίτης και μπορεί να ασκεί ελεύθερα και όπως εκείνος κρίνει και επιθυμεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα, αφού μάλιστα, κατά το άρθρο 13,1 του Συντάγματος, «H ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη». Η πολιτική μιζέρια και μειονεξία ορισμένων, καλό θα είναι να διατηρεί τον πρέποντα σεβασμό στα πρόσωπα και στους θεσμούς.
Συγχαίρουμε λοιπόν, τον κ. Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την συνέπεια και την αξιοπιστία με την οποία ασκεί τα καθήκοντά του, αλλά ταυτόχρονα και για τον εντελώς φυσικό και ταπεινό τρόπο, όπως άλλωστε αρμόζει στον κάθε πιστό, που εκφράζει την πίστη του στην ορθόδοξη πολιτισμική και θρησκευτική κληρονομιά της πολιτείας που δημοκρατικά υπηρετεί ως Πρόεδρος.
Λυπούμαστε για ορισμένους «διανοούμενους», που τους ενοχλεί η προσωπική θρησκευτική ελευθερία των Ελλήνων πολιτών και μάλιστα του Πρώτου εξ αυτών. Θα συνιστούσαμε σε όλους αυτούς που τόσο απερίσκεπτα διασύρουν και χλευάζουν, καθέναν και κάθε τι που τιμά Χριστό και Ελλάδα, να μάθουν να σκέπτονται δημοκρατικά και να σέβονται τον διαφορετικό από τον δικό τους τρόπο ζωής των «άλλων», διότι τότε αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα το έχουν αυτοί οι ίδιοι και όχι ο Πρόεδρος που έδρασε ασκώντας ελεύθερα τη θρησκευτική του ελευθερία.
Το ΔΣ της ΠΕΘ
Κατηγορία ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ, ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 18 Ιουνίου 2016
Αθήνα, 16 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 95
Δελτίου τύπου
Η ΠΕΘ κατέθεσε αίτηση αναστολής και ακυρώσεως της απόφασης Φίλη
για μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών
στο Δημοτικό Σχολείο
Η ΠΕΘ, μαζί με τους παρακάτω γονείς και εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, 1) τον Δήμο Θανάσουλα, 2) την Ελένη Δημητριάδου, 3) τον Αθανάσιο Σιατούρα, και 4) τον Δημήτριο Νατσιό, κατέθεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, α) αίτηση αναστολής αλλά και β) ακυρώσεως της απόφασης υπ’ αριθμ. Πρωτ. Φ12/657/70691/Δ1(ΦΕΚ Β 1324/11-5-2016), του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κ. Νικολάου Φίλη για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στο Δημοτικό Σχολείο και συγκεκριμένα, στην Ε’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου κατά 1 ώρα και στη Στ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου κατά 1 ώρα.
Η απόφαση αυτή του Υπουργού είναι παράνομη και ακυρωτέα για όλους τους νόμιμους και βάσιμους λόγους που αναφέρει η παρακάτω αίτηση ακυρώσεως της ΠΕΘ.
Το ΔΣ της ΠΕΘ
***
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
(ΤΜΗΜΑ ΣΤ’ )
1) Του Δήμου Θανάσουλα του Γεωργίου, ….
2) Της Δημητριάδου Ελένης του Παναγιώτη, ….
3) Του Αθανασίου Σιατούρα, ….
4) Του Δημητρίου Νατσιού του
5) Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ), νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Χαλκοκονδύλη αρ. 37.
ΚΑΤΑ
Του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, όπως νόμιμα εκπροσωπείται.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ
Της υπ’ αρίθμ. Πρωτ. Φ12/657/70691/Δ1 απόφασης του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β 1324/11-5-2016).
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Στο υπ’ αρ. φ. Β 1324 ΦΕΚ της 11ης Μαΐου 2016, δημοσιεύθηκε η υπ’ αρ. πρωτ. Φ12/657/70691/Δ1 απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων με θέμα «Ωρολόγιο πρόγραμμα ενιαίου τύπου ολοήμερου δημοτικού σχολείου», με την οποία, οι συνολικές ώρες εβδομαδιαίας διδασκαλίας στο δημοτικό σχολείο, μειώθηκαν σε 30 από 35 που προβλέπονταν με την προηγούμενη υπ’ αρ. Πρωτ.Φ.50/1169/149005/Δ1/23-09-2015/ΥΠΟΠΑΙΘ υπουργική απόφαση.
Με την δια της παρούσας αιτήσεώς μας προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση εκτός των άλλων, μειώνονται για το σχολικό έτος 2016-2017, οι ώρες διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στην Ε’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου κατά 1 ώρα και στη Στ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου κατά 1 ώρα. Δυνάμει της ως άνω προηγούμενης υπουργικής αποφάσεως, το μάθημα των θρησκευτικών διδασκόταν κατά δύο (2) ώρες στην Ε΄ και κατά δύο (2) ώρες στη Στ’ τάξη του δημοτικού.
Η απόφαση αυτή του Υπουργού είναι παράνομη και ακυρωτέα για τους εξής νόμιμους και βάσιμους λόγους:
ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΝΟΜΟΥ
Με την προσβαλλομένη απόφαση του Υπουργού Παιδείας, η οποία εξεδόθη, επί τη βάσει της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 2525/1997, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 5 εδαφ. δ’ και 8 παρ. 9 εδαφ. δ’ του ν. 1566/1985, στις οποίες αυτή παραπέμπει και μετά από εισήγηση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, καθορίσθηκε το ωρολόγιο πρόγραμμα των μαθημάτων των Τάξεων του Δημοτικού Σχολείου και προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, ότι από τη σχολική χρονιά 2016-2017 στην Ε΄ τάξη του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου και στη Στ’ Τάξη αυτού, η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών θα γίνεται, πλέον, στις τάξεις αυτές επί μία (1) μόνο ώρα εβδομαδιαίως.
Νομικό πλαίσιο
Στη διάταξη του άρθρου 3 του ισχύοντος Συντάγματος, στην κεφαλίδα του οποίου γίνεται ρητή επίκληση της “Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος”, ορίζεται ότι :
“1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού ‘ τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ’ [29] Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928. 2. . . “. Εξ άλλου στη διάταξη του άρθρου 13 αυτού ορίζεται ότι : “1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3…”.
Εκ παραλλήλου, στη διάταξη του άρθρου 16 [παρ. 2] του Συντάγματος ορίζεται ότι : “Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες”.
Από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις και ιδίως τα όσα ειδικότερα για την προσβαλλόμενη απόφαση ισχύουν με το άρθρο 16 παρ. 2 Σ, προκύπτει σαφώς ότι ο συνταγματικός νομοθέτης απέκρουσε την αποσύνδεση της θρησκείας από την εκπαίδευση (κοσμικό πρότυπο ) και προτίμησε την οδό του “μέτρου αρίστου” που αξιώνει το σεβασμό της “επικρατούσας” θρησκείας και το συνυπολογισμό της ανάμεσα στους προσδιοριστικούς παράγοντες της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Αυτή η ρητή συνταγματική επιλογή συμπυκνώνει ιστορικές επιλογές, αντιδιαστολές σε σχέση με τα προϊσχύοντα συντάγματα αλλά και ισορροπίες που ο κοινός νομοθέτης οφείλει να σέβεται και να αναπαράγει.
Περαιτέρω, η Διεθνής Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950 “περί προασπίσεως των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών”, που κυρώθηκε το πρώτον με τον νόμο 2329/1953 [φ. 68, Α] και εκ νέου με το Ν.Δ. 53/1974 [φ. 256, Α] και έχει, ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ, με το μεν άρθρο 9 κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, με το άρθρο δε 2 του Α΄ προσθέτου πρωτοκόλλου ορίζει ειδικότερα τα εξής : “Ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή. Παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ’ αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζωσιν της μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις”.
Σε υλοποίηση των ανωτέρω ο κοινός νομοθέτης προβλέπει στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1566/1985 [ΦΕΚ Α 167] ότι : “1. Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε, ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή, να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά. Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές : α] Να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη. β] Να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν αρμονικά το πνεύμα και το σώμα τους, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τις δεξιότητές τους. Να αποκτούν, μέσα από τη σχολική τους αγωγή, κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση, να αντιλαμβάνονται και να συνειδητοποιούν την κοινωνική αξία και ισοτιμία της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας. Να ενημερώνονται και να ασκούνται πάνω στη σωστή και ωφέλιμη για το ανθρώπινο γένος χρήση και αξιοποίηση των αγαθών του σύγχρονου πολιτισμού, καθώς και των αξιών της λαϊκής μας παράδοσης. γ] Να αναπτύσσουν δημιουργική και κριτική σκέψη και αντίληψη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας, ώστε να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και με την υπεύθυνη συμμετοχή τους να συντελούν αποφασιστικά στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και στην ανάπτυξη της πατρίδας μας. δ] Να κατανοούν τη σημασία της τέχνης, της επιστήμης και της τεχνολογίας, να σέβονται τις ανθρώπινες αξίες και να διαφυλάσσουν και προάγουν τον πολιτισμό. ε] Να αναπτύσσουν πνεύμα φιλίας και συνεργασίας με όλους τους λαούς της γης, προσβλέποντας σε έναν κόσμο καλύτερο, δίκαιο και ειρηνικό. 2. Βασικοί συντελεστές για την επίτευξη των παραπάνω σκοπών είναι : α] . . . β] τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά βιβλία και τα λοιπά διδακτικά μέσα καθώς και η σωστή χρήση τους, γ] . . . 3. Τα αναλυτικά προγράμματα αποτελούν άρτιους οδηγούς του εκπαιδευτικού έργου και περιλαμβάνουν κυρίως : αα] . . . ββ] διδακτέα ύλη επιλεγμένη σύμφωνα με το σκοπό του μαθήματος ανάλογη και σύμμετρη προς το ωρολόγιο πρόγραμμα. . . “.
Ο ίδιος νόμος εξειδικεύοντας το σκοπό της παιδείας υπογραμμίζει, ότι το σχολείο βοηθά τους μαθητές να εξοικειώνονται «με τις ηθικές, θρησκευτικές, εθνικές, ανθρωπιστικές και άλλες αξίες» ώστε να δυνηθούν με αυτές «να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους», συνειδητοποιώντας «τη βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους και της σταθερής προσήλωσης στις πανανθρώπινες αξίες» (άρθρο 6 παρ. 2). Ενώ σε εφαρμοστικά του νόμου αυτού κείμενα και δη στο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) επισημαίνεται, ότι «σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με εμφανή τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής ρευστότητας, η κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου και η πορεία του προς την αυτογνωσία απαιτούν ευρεία και διαρκή κοινωνική αλληλεπίδραση» και ότι για την επίτευξη μιας «αρμονικής κοινωνικής ένταξης και συμβίωσης είναι απαραίτητο κάθε άτομο να μάθει να συμβιώνει με τους άλλους σεβόμενο τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους», διατηρώντας ωστόσο «την εθνική και πολιτισμική του ταυτότητα μέσα από την ανάπτυξη της εθνικής, πολιτισμικής, γλωσσικής και θρησκευτικής αγωγής».
Στο αυτό πνεύμα υφίσταται με συνέπεια σειρά ακυρωτικών δικαστικών αποφάσεων [μεταξύ άλλων ΣτΕ 3356/95, ΣτΕ 2176/1998, ΔΕΦΧαν. 115/2012], όπου κρίνεται ότι μεταξύ των σκοπών της παρεχομένης στα σχολεία παιδείας είναι και η “ανάπτυξη”, σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών, σύμφωνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος, η διδασκαλία του οποίου είναι, ως εκ τούτου, υποχρεωτική, όπως είναι υποχρεωτική και η παρακολούθηση από τους μαθητές, οι οποίοι ανήκουν εις την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία.
Σε τέτοια άλλωστε ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών αποβλέπουν και οι γονείς τους μαθητών αντλούντες από τις προαναφερθείσες διατάξεις το δικαίωμα, ώστε οι ίδιοι οι γονείς να δύνανται να καθορίζουν την θρησκευτικήν αγωγήν των τέκνων των, επί τη βάσει των δικών των θρησκευτικών πεποιθήσεων [βλ. ΣτΕ 3356/1995, ΣτΕ 2176/1998]. Εξυπακούεται βεβαίως ότι της παρακολουθήσεως του ως άνω μαθήματος απαλλάσσονται και δη χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, οι μαθηταί εκείνοι διά τους οποίους γίνεται αξιόπιστος δήλωσις, είτε υπ’ αυτών των ιδίων, είτε υπό των γονέων τους, ότι είναι άθεοι, ετερόδοξοι ή αλλόθρησκοι και έχουν, ως εκ τούτου, πρόβλημα θρησκευτικής συνειδήσεως [ΣτΕ 3356/95], δοθέντος μάλιστα ότι η δήλωσις αυτή ουδόλως αντιβαίνει εις το άρθρον 13 του Συντάγματος διότι, κατά τα επίσης ήδη κριθέντα [ΣτΕ 3356/95], δεν αποτελεί μέσον προς δίωξη του μαθητή λόγω των διαφόρων, ενδεχομένως, θρησκευτικών του πεποιθήσεων, οι οποίες πρέπει πάντως να είναι σεβαστές, αλλά, όλως αντιθέτως, αποβλέπει εις το να διευκολύνει τον μαθητή να απολαύσει “ανεμπόδιστα” την ελευθερία της θρησκευτικής του συνειδήσεως και να διευκολύνει επίσης τους γονείς τους να ασκήσουν το αντίστοιχο, κατά τα εκτεθέντα, δικαίωμά τους.
Προκειμένου όμως να τύχουν εφαρμογής τα ανωτέρω και ιδίως η ρητή και αδιάστικτη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος ώστε να καταστεί δυνατή η “ανάπτυξη”, σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των προαναφερθέντων μαθητών και δη συμφώνως προς τις αρχές της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως, επιβάλλεται όπως η Πολιτεία, διά της λήψεως των καταλλήλων, κατά περίπτωσιν, νομοθετικών και κανονιστικών μέτρων, εξασφαλίζει τη διδασκαλία του κατά τα άνω μαθήματος των θρησκευτικών εις τους μαθητές και δη να την εξασφαλίζει [κατά τα ήδη κριθέντα ΣτΕ 3356/95 & ΣτΕ 2176/1998] με ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως. Ο επιχειρούμενος με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση περιορισμός των ωρών διδασκαλίας, του μαθήματος, σε μία [1] μόνον ώρα εβδομαδιαίως δεν αποτελεί, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και εν όψει του ειδικού σκοπού εις τον οποίον αποβλέπει το Σύνταγμα, οι Διεθνείς Συνθήκες και η κείμενη νομοθεσία “ικανό” αριθμόν ωρών διδασκαλίας. Και είναι μεν αληθές ότι ο καθορισμός των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών ανήκει εις την ουσιαστική κρίση της Διοικήσεως, πλην, όμως, εν προκειμένω, ο περιορισμός του μαθήματος σε τέτοιο βαθμό εκφεύγει των άκρων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας αφού η διδασκαλία του μαθήματος καθίσταται μη λειτουργική και μη αποτελεσματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ιδίως στις Ε’ και ΣΤ΄ τάξεις του Δημοτικού, όπου οι μαθητές αρχίζουν να αναπτύσσουν τα γνωστικά τους πεδία και να έρχονται σε βαθύτερη επαφή με τη λογική και τις θετικές επιστήμες, αυξάνονται οι προβληματισμοί και οι απορίες τους επί του Θείου και Μεταφυσικού την προσέγγιση των οποίων πραγματοποιούν μόνο χάρη στο μάθημα των Θρησκευτικών. Η διδασκαλία του για μία μόνο ώρα την εβδομάδα (στην καλύτερη των περιπτώσεων) δεν επαρκεί για την κάλυψη αυτών των αποριών πόσο μάλλον για την επαφή των μαθητών με ειδικότερα πλην όμως απαραίτητα στοιχεία της Ορθόδοξης Πίστης και της συνεισφοράς αυτής στην διαδρομή του Ελληνικού Έθνους σε διάφορες ιστορικές περιόδους, στα ήθη και έθιμα, στις τέχνες και τη φιλοσοφία και εν γένει στη διαμόρφωση της ιδιοπροσωπίας μας ως Έλληνες.
Επειδή η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κατ’ αυτόν τον τρόπο, συρρικνώνει το χρόνο διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιθωριοποιείται και να αποδυναμώνεται πλήρως, κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών και δικαστικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.
Επειδή διά της προσβαλλομένης αποφάσεως μειώσεως των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών, στις προαναφερθείσες Τάξεις (Ε΄ και ΣΤ΄) του Δημοτικού Σχολείου σε μία (1) μόνο ώρα εβδομαδιαίως, δεν είναι πλέον δυνατή η, σε επαρκή βαθμό ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών, συμφώνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος.
Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα η προσβαλλομένη απόφαση πάσχει παρανομίας, καθ’ ο μέρος, με αυτήν, περιορίζεται πράγματι εφ’ εξής η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών στις Τάξεις Ε’ και ΣΤ’ του Δημοτικού σε μία μόνο ώρα εβδομαδιαίως και για το λόγο αυτό πρέπει ως προς αυτό να ακυρωθεί, προς το σκοπό να προβεί το αντίδικο στη θέσπιση νέας συμπληρωματικής ρυθμίσεως, διά της οποίας να προβλέπεται η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών πέραν της προβλεπομένης, με την ήδη προσβαλλομένη απόφαση μίας [1] μόνον ώρας εβδομαδιαίως.
Επειδή οι πρώτος και δεύτερη από εμάς είμαστε γονείς δύο ανηλίκων τέκνων, της Άννας και του Παναγιώτη μαθητών αντίστοιχα της τετάρτης και της δευτέρας τάξης του 5ου Δημοτικού Τρικάλων, οι οποίοι με την εφαρμογή της προσβαλλόμενης αποφάσεως πρόκειται να θιγούν η μεν Άννα άμεσα στο επερχόμενο σχολικό έτος 2016- 2017 ως μαθήτρια της πέμπτης τάξης ο δε Παναγιώτης σε ύστερο σχολικό έτος ( το 2018 – 2019). Και τα δύο τέκνα μας, όπως και εμείς οι γονείς τους, έχουν βαπτισθεί Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετέχουν με θέρμη μαζί μας στην εκκλησιαστική ζωή και λατρεία της Πίστεώς μας. Σύμφωνα με όσα αναπτύξαμε παραπάνω, ο ρόλος του μαθήματος των Θρησκευτικών στην εκπαίδευση και ανάπτυξή της προσωπικότητάς τους σε αυτό το εύπλαστο στάδιο της ζωής τους είναι ζωτικός τόσο για αυτά τα ίδια όσο και για εμάς που ως γονείς τους επιθυμούμε τόσο τη μόρφωσή τους επί του γνωστικού αντικειμένου των Θρησκευτικών όσο και τη διάπλασή των χαρακτήρων τους ώστε αυτά να υιοθετήσουν τη χριστιανική ηθική της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έχουμε λοιπόν προφανές και άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να αιτηθούμε την ακύρωση της ως άνω υπουργικής αποφάσεως τόσο για λογαριασμό των τέκνων μας των οποίων ασκούμε τη γονική μέριμνα και επιμέλεια όσο και ατομικά για εμάς τους ιδίους ως γονείς τους.
Αντιστοίχως, οι εξ ημών τρίτος και τέταρτος των αιτούντων, ως εκπαιδευτικοί στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, έχουμε έννομο συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 47 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α’ 8), το οποίο εφαρμόζεται στην παρούσα διαδικασία κατ’ άρθρο 4 του Ν. 702/1977, και ασκούμε την κρινόμενη αίτηση λόγω της ιδιότητας μας ως εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (Ολ. ΣτΕ 2411/2012, 1854/1990 βλ. και ΣτΕ 193/2012).
Τέλος το πέμπτο εξ ημών σωματείο (ΠΕΘ), έχει προφανές έννομο συμφέρον για την ακύρωση της ως άνω υπουργικής απόφασης επειδή σύμφωνα με το ισχύον από 1977 καταστατικό του σωματείου μας (αρ. αποφ. 2059/1977 Μ. Πρ. Αθηνών), σκοποί του μεταξύ άλλων είναι:
– Η καλλιέργεια των θεολογικών Γραμμάτων και η ενημέρωση των μελών προς την σημειούμενη εκάστοτε εξέλιξη και πρόοδο της Επιστήμης
– Η κατανόηση της ουσίας του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και η έξαρση αυτού
– Η διέγερση του ενδιαφέροντος και της αγάπης του λαού προς τη θρησκευτική γνώση και ζωή εντός του πλαισίου των πατρικών μας παραδόσεων.
– Ο ευρύς θρησκευτικός και ηθικός διαφωτισμός του λαού μας για να λάβει αυτός πλήρη επίγνωση της αξίας της εν Χριστώ απολυτρώσεως και ζωής, ως και ο πλήρης και ηθικός διαφωτισμός της νεότητας.
– Η προσήλωση στην Ορθοδοξία και άμυνα κατά πάσης αντιορθοδόξου και αντιχριστιανικής εκδηλώσεως παρ’ ημίν, ως και η εκλαΐκευση της Απολογητικής του Χριστιανισμού και ο διαφωτισμός του λαού και δη της νεότητας περί της υφισταμένης αρμονίας Επιστήμης και Χριστιανικής θρησκείας.
– Η έμπνευση σεβασμού και αφοσιώσεως προς τα θέσμια και τις παραδόσεις της Μητρός ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας
Επειδή η παρούσα είναι νόμιμη και βάσιμη, αρμοδίως δε εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και για όσους επιφυλασσόμεθα να προσθέσουμε νόμιμα στο μέλλον
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ
1. Να γίνει δεκτή η παρούσα.
2. Να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. Πρωτ. Φ12/657/70691/Δ1 απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β 1324/11-5-2016), καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, ρητή ή σιωπηρή, προγενέστερη ή μεταγενέστερη.
3. Να καταδικαστεί το αντίδικο στη δικαστική μας δαπάνη και να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος από εμάς δικαστικού παραβόλου.
Αθήνα, … ………………. 2016
Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 18 Ιουνίου 2016
Αθήνα, 16 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 93
Προς
Τον αξιότιμο κύριον
Νικόλαο Φίλη,
Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων
Ανδρέα Παπανδρέου 37
15180 Μαρούσι
Αθήνα
ΘΕΜΑ: Β΄ ανάθεση μαθημάτων στον κλάδο ΠΕ 01 Θεολόγων
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Στην πρόσφατη Υπουργική Απόφαση για τις αναθέσεις μαθημάτων Γυμνασίου και Γενικού Λυκείου (Υ.Α. 94588/Δ2/10.06.2016) και παρά τις επανειλημμένες κατά το παρελθόν διαματυρίες της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, όχι μόνο δεν δίνεται η δυνατότητα Β΄ ανάθεσης της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας στην Α΄ και Β΄ Γενικού και Επαγγελματικού Λυκείου, αλλά αφαιρείται η δυνατότητα αυτή και για το μάθημα της Ιστορίας στο Γυμνάσιο.
Για την επόμενη σχολική χρονιά η Ιστορία του Γυμνασίου ανατίθεται, ως Β΄ ανάθεση, στους συναδέλφους Γαλλικής (ΠΕ 05), Αγγλικής (ΠΕ 06), Γερμανικής (ΠΕ 07) και Ιταλικής Φιλολογίας (ΠΕ 34) καθώς και σε Κοινωνιολόγους (ΠΕ 10), και Νομικών και Πολιτικών Επιστημών (ΠΕ 13). Αντίστοιχα, η Ιστορία στην Α΄ και Β΄ Γενικού και Επαγγελματικού Λυκείου ανατίθεται, ως Β΄ανάθεση, στους παραπάνω κλάδους συναδέλφων, εκτός των συναδέλφων Ιταλικής Φιλολογίας
Μία απλή συγκριτική μελέτη των κοινοποιούμενων Προγραμμάτων Σπουδών των Τμημάτων Γαλλικής, Αγγλικής, Γερμανικής και Ιταλικής Φιλολογίας με τα Προγράμματα Σπουδών των τεσσάρων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών,[1] στα Θεολογικά Τμήματα δείχνει ολοκάθαρα ότι τα μαθήματα Ιστορίας που έχουν διδαχθεί στις πανεπιστημιακές τους σπουδές οι Θεολόγοι είναι πολύ περισσότερα και καλύπτουν ευρύτερες ιστορικές περιόδους. Αποτελεί κατάφορη αδικία επομένως για τον κλάδο των Θεολόγων η απόφαση αποκλεισμού τους από τη Β΄ ανάθεση στα μαθήματα της Ιστορίας Γυμνασίου – Λυκείου, ενώ παράλληλα δεν αποτελεί δείγμα ποιοτικής αναβάθμισης των εκπαιδευτικών θεμάτων, όταν σε άλλους κλάδους, με πολύ λιγότερες ή καθόλου πανεπιστημιακές σπουδές στην Ιστορία δίνεται η δυνατότητα Β΄ ανάθεσης, ενώ ο κλάδος των Θεολόγων τη στερείται.
Ο εξορθολογισμός των κριτηρίων, σύμφωνα με τα οποία πραγματοποιούνται οι Β΄ αναθέσεις μαθημάτων από το Υπουργείο Παιδείας, αποτελεί πάγιο αίτημα του κλάδου των Θεολόγων, διότι πέρα από την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, θα συμβάλλει καθοριστικά στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
[1] Σας διαβιβάζουμε συνημμένα πίνακα με τα Προγράμματα Σπουδών των Οδηγών Σπουδών των τεσσάρων Θεολογικών Τμημάτων.
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 18 Ιουνίου 2016
Αθήνα, 16 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 94
Δελτίου τύπου
Η ΠΕΘ ζητάει τη διάλυση Σωματείου
που διαλύει το ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών
Η ΠΕΘ ζητάει τη διάλυση του Σωματείου «Καιρός» για όλους τους σοβαρούς και αιτιολογημένους λόγους που αναφέρονται στην αίτηση τριτανακοπής που έχει κατατεθεί εκ μέρους της στη δικαιοσύνη, αλλά, κύρια, διότι από την ίδρυσή του (2010) το Σωματείο «Καιρός», εκ των πραγμάτων, κατέστη ο πολιορκητικός παράγοντας για τη διάλυση της συνοχής των μάχιμων Θεολόγων, των πανεπιστημιακών Θεολόγων και σε κάποιο βαθμό των Επισκόπων και, γενικότερα, του εκκλησιαστικού σώματος, με στόχο τη μετατροπή του ορθόδοξου χαρακτήρα του μαθήματος σε πολυθρησκειακό.
Αυτά όλα αποκαλύπτονται, καθημερινά, και από τις εχθρικές για το μάθημά μας δηλώσεις του κ. Φίλη, που δείχνουν καθαρά ότι ο μόνιμος και καλύτερος σύμμαχός του, για τις νεομαρξιστικές διεθνιστικές αλλαγές που σχεδιάζει, είναι οι «προοδευτικοί» όπως λέει ο ίδιος, Θεολόγοι του «Καιρού».
Αναγκαστήκαμε λοιπόν, να ζητήσουμε τη δικαστική παρέμβαση, ως έχοντες έννομο συμφέρον και καθώς είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπιστούμε τις θέσεις και τις αρχές του Καταστατικού μας και την εμπιστοσύνη, που μας δείχνουν οι Συνάδελφοι Θεολόγοι μέλη της ΠΕΘ, έτσι ώστε, το Σωματείο του «Καιρού», να μην μπορεί να χρησιμοποιείται από τον κάθε κ. Φίλη ως μοχλός για την εκθεμελίωση του χριστιανικού χαρακτήρα του μαθήματός μας ή ακόμη και για τον εξοβελισμό του από το ελληνικό σχολείο.
Από τούδε και στο εξής ο κ. Φίλης θα είναι έκθετος, όταν συνεργάζεται με το Σωματείο του «Καιρού», του οποίου η νομιμότητα αμφισβητείται νομικά, διότι εκκρεμεί κατ΄ αυτού η από 30-5-2016 τριτανακοπή της Ενώσεώς μας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας, με αίτημά μας τη διάλυση του «Καιρού», ως παρανόμως ιδρυθέντος και λειτουργούντος. Δικάσιμος για τη συζήτηση της τριτανακοπής ορίσθηκε η 27-9-2016. Κατόπιν τούτου, οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία δεν επιτρέπεται να συνεργάζεται με το παραπάνω Σωματείο, διότι η απόφαση που θα εκδώσει το δικαστήριο της τριτανακοπής είναι πιθανόν να κηρύξει παράνομες και τις συναλλαγές της με τρίτους φορείς, συμπεριλαμβανομένων και δημοσίων υπηρεσιών.
Σημειώνουμε για όσους δεν γνωρίζουν ότι, εδώ και 65 χρόνια, από το 1951, υπάρχει ένας και μοναδικός νόμιμος φορέας εκπροσώπησης των Θεολόγων στην χώρα, η ΠΕΘ. Τα μέλη που ίδρυσαν το Σωματείο του «Καιρού» το 2010, θα μπορούσαν τότε, μέσα από την ΠΕΘ, τον κεντρικό συλλογικό φορέα του κλάδου, με δημοκρατικές διαδικασίες, να προβάλουν και να υπερασπισθούν τις θέσεις τους και όχι να επιχειρήσουν την ίδρυση ενός δήθεν πανελλήνιου Συνδέσμου για να διασπάσουν την ενότητα του κλάδου.
Τα μέλη του «Καιρού», από το 2011, επί εποχής της κ. Διαμαντοπούλου, συνέταξαν το πολυθρησκειακό νέο Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών και ενέτειναν το σχίσμα μεταξύ των Θεολόγων. Χιλιάδες στοιχεία και μαρτυρίες υπάρχουν, που μαρτυρούν ότι τα μέλη του «Καιρού», μαζί με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, σημερινό ΙΕΠ, μεθόδευσαν και συνεχίζουν να μεθοδεύουν, εκβιαστικά, τρόπον τινά φασιστικά και με κάθε τρόπο και κάθε τέχνασμα, την επιβολή των πολυθρησκειακών τους θέσεων, χρησιμοποιώντας, μάλιστα, γκεμπελικά, ως πρόσχημα, το επιχείρημα της διαφορετικής άποψης, των δημοκρατικών διαδικασιών και του διαλόγου και οδηγώντας, Θεολόγους – Πολιτεία – Εκκλησία σε μια αέναη σύγκρουση.
Οι υπεύθυνοι του «Καιρού», μόλις πρόσφατα, από το Βιομηχανικό Επιμελητήριο της Αθήνας, όπου έδιναν συνέντευξη τύπου, πίεζαν τον Υπουργό Παιδείας, να εφαρμόσει το πολυθρησκειακό Πρόγραμμα, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο, να συνεργάζονται ανοικτά με το ΙΕΠ και τον Υπουργό Παιδείας εναντίον των πρόσφατων διαλλακτικών συνοδικών αποφάσεων της Εκκλησίας για το μάθημα των Θρησκευτικών, γνωρίζοντας μάλιστα ότι οι παραπάνω εκκλησιαστικές αποφάσεις ελήφθησαν σε κοινή Συνεδρίαση της Συνόδου με τους δύο Κοσμήτορες και τους τέσσερις Προέδρους των Τμημάτων των Θεολογικών μας Σχολών, καθώς και με την παρουσία της ΠΕΘ και του Καιρού.
Διαμαρτύρονται τα μέλη του «Καιρού» για την αίτηση τριτανακοπής, την οποία όμως οι ίδιοι προκάλεσαν με τις ενέργειές τους. Ας σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι οι ιθύνοντες του «Καιρού», σε συνεργασία με το ΙΕΠ και με την χρήση της εξουσίας που το ΙΕΠ διαθέτει, συνέβαλαν στην παραπληροφόρηση των συναδέλφων για την πολυθρησκειακή διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών, στο όνομα μιας παραπλανητικής «αναβάθμισής» του. Οι Θεολόγοι, όμως, σπουδάσαμε σε ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές για να διακονούμε την διδασκαλία της Ορθοδοξίας και όχι να υποστηρίζουμε την πολυθρησκειακή – πολυπολιτισμική Θεολογία που εναντιώνεται στην ορθόδοξη διδασκαλία και ευνοεί τον διαθρησκειακό διεθνισμό και την πολυπολιτισμική Θεολογία που εισήγαγαν τα νέα Προγράμματα Θρησκευτικών που με τόση μανία υποστήριξε ο «Καιρός», ως υποστηρικτικό όργανο του ΙΕΠ.
Αναγκαστήκαμε να καταγγείλουμε, το Σωματείο «Καιρός», αφού έδειξε στην πράξη ότι είναι ένα εχθρικό του ορθόδοξου μαθήματος Σωματείο και διότι κατέστη ο δούρειος ίππος για την αλλαγή του χαρακτήρα του, την αποορθοδοξοποίησή του και για την επιβολή μιας, κατά τα φαινόμενα, «Aριγκάτειας» προέλευσης, μεταμοντέρνας, εκκοσμικευμένης, διαθρησκειακής πνευματικότητας στο χώρο του σχολείου, διαλύοντας και τα εναπομείναντα ίχνη της ορθόδοξης πνευματικής υποδομής της μαθητιώσας νεολαίας. Σημειωτέον ότι η «Αrigatou» χαρακτηρίστηκε, πρόσφατα, από την επί των Αιρέσεων Συνοδική Επιτροπή της Εκκλησίας της Ελλάδος ως παραθρησκευτική οργάνωση επικίνδυνη για την ορθόδοξη πίστη.
Η όλη παρουσία και δράση, λοιπόν, του καταγγελλόμενου Σωματείου, στρέφεται εναντίον των σκοπών της ΠΕΘ, όπως αυτοί περιγράφονται στο Καταστατικό της, και συντελεί στην αποσάθρωση των πνευματικών υποδομών της ελληνικής παιδείας πλήττοντας καίρια την παρεχόμενη στο σχολείο χριστιανική αγωγή και γι΄ αυτό κατατέθηκε από την ΠΕΘ, η αίτηση τριτανακοπής κατά του «Καιρού».
Με βάση όλα τα παραπάνω αλλά και σύμφωνα με την υπ’ αρ. 34.563/2001 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης «Η ύπαρξη δύο σωματείων στον ίδιο χώρο και μάλιστα, όταν αυτός είναι περιορισμένος, που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, συγκροτούνται από μέλη που ασκούν το ίδιο επάγγελμα και η επωνυμία του ενός περιέχει στοιχεία από την επωνυμία του άλλου, συνεπάγεται πρόκληση συγχύσεως, διασπάσεως και υπερμέτρου ανταγωνισμού των επαγγελματικών δυνάμεων των εργαζομένων, στοιχεία που παρακωλύουν την εύρυθμη λειτουργία των σωματείων και την επίτευξη των σκοπών τους εις βάρος των μελών τους, οπότε η ίδρυση του δευτέρου σωματείου καθίσταται καταχρηστική».
Το ΔΣ της ΠΕΘ
***
ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΙΤΑΝΑΚΟΠΗΣ
***
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
(Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
ΤΡΙΤΑΝΑΚΟΠΗ
Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ), νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Χαλκοκονδύλη αρ. 37, με ΑΦΜ 090197060
ΚΑΤΑ
1) Της υπ’ αρ. 617/2011 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
2) Του σωματείου υπό την επωνυμία «Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης», νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στο Χολαργό Αττικής, οδός Ελ. Βενιζέλου 59Α
Από το έτος 1951 υπάρχει και λειτουργεί νομίμως η Ένωσή μας, αρχικά με την επωνυμία «Ένωσις Ελλήνων Θεολόγων» δυνάμει της υπ’ αρ. 5643/1951 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών και με την τροποποίηση του καταστατικού της το έτος 1961 με την επωνυμία «Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων» (υπ’ αρ. 19884/1961 αποφ. Πρ. Αθ. ), η οποία είναι τοις πάσι γνωστή. Τελευταία τροποποίηση του καταστατικού της ενώσεώς μας έγινε το έτος 1977 δυνάμει της υπ’ αρ. 2059 απόφασης του Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ στο βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου Αθηνών αναγράφεται με τον αριθμό μητρώου 7087. Tο Σωματείο μας, από της ιδρύσεώς του μέχρι σήμερα, λειτουργεί κανονικά και επιδεικνύει έντονη δραστηριότητα για την προστασία των συμφερόντων των μελών του και ιδίως για το αντικείμενο της εργασίας μας, το μάθημα των θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Σήμερα, αριθμεί περί τα τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) μέλη, πτυχιούχους των θεολογικών σχολών.
Η δράση της μέχρι σήμερα υπήρξε πολλαπλώς επιτυχής, πρόσφορη και μεταξύ των θεολόγων – μελών μας (αλλά και μη μελών μας) δεν διατυπώθηκε καμία μομφή περί ελλείψεων, ανικανότητας, αποτυχιών κ.λπ. Μάλιστα η ένωση μας έχει αναγνωρισθεί σε ικανή έκταση ως συμβάλλουσα όχι μόνον στο συνδικαλιστικό τομέα αλλά και στον επιστημονικό, όπως αυτό προκύπτει εκ πολλαπλών εκδηλώσεών της ανά την Ελλάδα και κυρίως εκ του εγκύρου επιστημονικού περιοδικού «ΚΟΙΝΩΝΙΑ», το οποίο σε κάθε τεύχος του δημοσιεύει πολύ υψηλού επιπέδου επιστημονικές μελέτες, πολλές εκ των οποίων έχουν συγγραφεί από καθηγητές πανεπιστημίου. Άλλωστε πολλοί διαπρεπείς πανεπιστημιακοί καθηγητές είναι μέλη της Ενώσεώς μας και συμβάλλουν συνεχώς στην πρόοδο και άνοδό της κ.ο.κ.
Αντιθέτως, η τριτανακοπτομένη ένωση θεολόγων δεν έχει να επιδείξει ούτε ικανό αριθμό μελών, ούτε ανάλογη συνδικαλιστική ή επιστημονική δράση. Είναι δε πολύ χαρακτηριστικός ο λόγος και ιδίως ο χρόνος που ιδρύθηκε, ως προκύπτει εκ της καθόλου (ανυπάρκτου κατά τα άλλα) δράσεώς της. Διότι, από του έτους 2008 και εφεξής από κάποια πλευρά θεολόγων ή μη, αναλαμβάνεται μία πρωτοβουλία αποβλέπουσα στην κατάργηση-αποδυνάμωση-συρρίκνωση-υποβάθμιση του μαθήματος των θρησκευτικών παρά την εντελώς αντίθετη θέση της ad hoc νομολογίας (ΣτΕ 3356/95 και ΣτΕ 2176/98 Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικ. 1998 σελ. 885 επ.) και παρά τη ρητή διάταξη του άρθρου 16 § 2 του Συντάγματος και την εις εκτέλεση αυτής διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 1566/1985, η οποία αποτελεί διάταξη νόμου κατ’ εφαρμογήν συνταγματικής διατάξεως, (οπότε η κατάργησή της απαγορεύεται και αν καταργηθεί θεωρείται ως μη καταργηθείσα , όπως δέχεται παγίως και η νομολογία και η θεωρία π.χ. ΣτΕ 3088/2009 ΔιΔικ 2020 σελ. 27. Διοικ.Εφ.Αθ. 743/2006 ΝοΒ 2007 σελ. 499. ΑΠ 284/2004 ΝοΒ 2005 σελ. 283. ΑΠ 1731/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 1225. ΣτΕ 2056/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 87, ομοίως Κρίππα, Νομοθετικό κενό συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και εντεύθεν υποχρεώσεις της κρατικής Διοικήσεως εις «Χαριστήριον Σύμμεικτα προς τιμήν Γεωργίου Παπαχατζή», 1989 σελ. 235 επ. και αυτόθι προηγουμένη νομολογία. ΟμοίωςΚαλλιαντέρη-Τουτζιαράκη, Η αρχή της νομιμότητος. Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικαίου, 2001 σελ. 28, τα ίδια δέχεται και η αλλοδαπή θεωρία π.χ. Ribes, «Existe–t–il un droità la norme? Contrôle de constitutionnalité et omission législative», εις REVUΕ BELGE DE DROIT CONSTITUTIONNEL, 1999 σελ. 237 επ.). Η υπόθεση αυτή λύθηκε τελικώς διά της (τελεσιδίκου κατά το άρθρον 5Α του Ν. 702/77) αποφάσεως του Διοικ. Εφετείου Χανίων115/2012 (Επιθ.Δημ. & Διοικ. Δικαίου 2013 σελ. 225 ε.π,.), η οποία δέχεται, ότι το Σύνταγμα επιβάλλει την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ότι οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι μαθητές δεν απαλλάσσονται από την παρακολούθησή του.
Η εξέλιξη αυτή δυσαρέστησε έναν κύκλο ολιγάριθμων θεολόγων και ήδη από τότε που η υπόθεση εκκρεμούσε στο εν λόγω δικαστήριο, άρχισαν να «μεθοδεύουν» την κατάργηση ή έστω συρρίκνωση του Ορθοδόξου μαθήματος των θρησκευτικών. Και βεβαίως ο μόνος τρόπος συρρικνώσεώς του ήταν, το μάθημα αυτό να «νοθευθεί», ήτοι να γίνει «πολυθρησκευτικό» (δηλ. οι μαθητές να διδάσκονται και την ορθόδοξη θρησκεία αλλά (ισοτίμως) και την βουδιστική και την ισλαμική και την ινδουϊστική και άλλες πάσης φύσεως θρησκείες). Φυσικά για κάτι τέτοιο (πρωτοφανές και ακατανόητο και μη απαντώμενο εκτός Ελλάδος, πρβλ. Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωσις του μαθήματος των θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, ανάτυπον, 2001) η συντριπτική πλειοψηφία των θεολόγων αντέδρασε και επίσης και ικανός αριθμός Ελλήνων μη θεολόγων (γονέων, κηδεμόνων, ειδικών νομικών συνταγματολόγων κ.λ.π.) και μάλιστα όχι επειδή η επιχειρουμένη «μεταρρύθμιση» ήταν απλώς αντίθετη από τις προσωπικές ή ιδεολογικές τους απόψεις, αλλά και διότι ήταν ευθέως αντίθετη προς το νόμο 1566/1985, το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος και το άρθρο 2 του Α’ πρωτ. της ΕΣΔΑ.
Τη στιγμή, λοιπόν, όπου η νομολογία και η συντριπτική πλειοψηφία της θεωρίας δέχονταν και μάλιστα με επιστημονικώς αδιάσειστα επιχειρήματα, ότι το Σύνταγμα επιβάλλει ως ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών τη διδασκαλία της επικρατούσης θρησκείας (της Ορθοδόξου Χριστιανικής με δικαίωμα απαλλαγής των ετεροδόξων και ετεροθρήσκων από το μάθημα των θρησκευτικών), ενώ την ίδια άποψη εξέφραζε και η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θεολόγων, που εκπροσωπούνται από την Ένωσή μας, την ίδια λοιπόν στιγμή, κάποιοι ολιγάριθμοι θεολόγοι διαφορετικής απόψεως, θέλησαν να ιδρύσουν ένα σωματείο που θα αντιπαλεύει τους δικούς μας σκοπούς, σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών. Έτσι, η τριτανακοπτόμενη υπ’ αρ. 617/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έκανε δεκτή τη με αρ. κατ. 95967/2010 αίτηση περί αναγνωρίσεως του καθ’ ου σωματείου, με την επωνυμία «Πανελλήνιος ΘεολογικόςΣύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης», με έδρα την Αθήνα και διέταξε τη δημοσίευση της στο δημόσιο βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Το ως άνω σωματείο, είναι μία νέα ένωση θεολόγων (χωρίς ουδαμόθεν, να επισημανθεί εγκύρως η έλλειψή τέτοιας ένωσης), της οποίας η δραστηριότητα εξαντλείται και περιορίζεται αποκλειστικώς και μόνον στην υποστήριξη, της νέας ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών. Πολλά δε από τα μέλη του, ανήκουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου, όπως αυτό εφαρμόστηκε πιλοτικά δυνάμει της υπ’ αρ. 113714/Γ2/3-10-2011 απόφασης του Υπουργείου Παιδείας, δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Το εν λόγω πρόγραμμα σπουδών, το οποίο αναθεωρήθηκε (όχι σε σημαντικό βαθμό) το 2014, έχει κριθεί επιστημονικά και ηθικά απαράδεκτο, καθώς και ριζικά αντίθετο προς την ορθόδοξη πίστη, την οποία δικαιούνται να διδάσκονται οι ορθόδοξοι μαθητές, ενώ η Πολιτεία υποχρεούται να εξασφαλίζει τη διδασκαλία της, σύμφωνα με τη νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων.
Εν όψει των ανωτέρω καθίσταται σαφές και αυτονόητο, ότι το σωματείο αυτό ιδρύθηκε όχι για σκοπούς που συνάδουν προς την θεολογία και τους θεολόγους, αλλά αποκλειστικώς και μόνο, για να αποκλείσει-περιορίσει-εξουδετερώσει την δράση του συλλόγου μας (του πολυπληθεστέρου συλλόγου Ελλήνων Θεολόγων μεταξύ των οποίων και διαπρεπείς πανεπιστημιακοί καθηγητές) στον τομέα των απόψεών του επί της διαμορφώσεως της ύλης του μαθήματος τω θρησκευτικών. Προς επίρρωση δε τούτου αρκεί, να αναφερθούμε στο άρθρο 2 του καταστατικού του, όπου διαπιστώνουμε, ότι σε αυτό αναγράφονται οκτώ σκοποί του συλλόγου τούτου εκ των οποίων μόνον ο τελευταίος (ο όγδοος) αναφέρει, ότι το σωματείο αυτό μπορεί, να δραστηριοποιείται και για άλλα θέματα! (ενώ οι υπόλοιποι επτά σκοποί αφορούν την ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών κατανεμημένοι σε επτά ειδικότερες -αλλά ταυτόσημες εν τη ουσία- ενότητες). Και όλα αυτά πέραν του ότι το αντίδικο σωματείο εκπροσωπεί ασήμαντο αριθμό μελών (περίπου 430), έναντι της δικής μας Ενώσεως, που εκπροσωπεί χιλιάδες Έλληνες Θεολόγους από τη στιγμή που ιδρύθηκε (το έτος 1951), μεταξύ δε των αρμοδιοτήτων μας περιλαμβάνεται και το δικαίωμά μας ,να έχουμε άποψη επί της ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών και θεολογική αλλά και έγκυρη νομική (εν όψει του ότι τα θέματά μας κατ’ επανάληψη απετέλεσαν αντικείμενο της ad hoc νομολογίας των δικαστηρίων και της εγκύρου νομικής θεωρίας βασικών δε κλάδων του Δικαίου π.χ. Συνταγματικού Δικαίου, Διοικητικού Δικαίου, Ποινικού Δικαίου κ.ά.).
Επομένως η τόσο αυταπόδεικτη έλλειψη αντιπροσωπευτικότητας του καθ’ ου η τριτανακοπή σωματείου καθώς και οι (με αυτήν συνδεδεμένοι) σκοποί του συνεπάγονται τη διάλυσή του. Το δεδομένο αυτό το δέχεται παγίως η ad hoc νομολογία των δικαστηρίων. Π.χ. η Πρωτ. Θεσσαλονίκης 34563/2001, ΕΕΔ 2002 σελ. 597 επ. διατάσσει την διάλυση σωματείου αντιστοίχου με προϋπάρχον διότι διά του δευτέρου επέρχεται σύγχυση ιδίως όταν εμφανίζεται, να εκπροσωπεί τα ίδια μέλη με το αρχικό. Ομοίως η ΑΠ/Ολομελείας 4/2005 (ΕΕΔ 2005 σελ. 838 επ.) διατάσσει διάλυση σωματείου λόγω παραβάσεως υπ’ αυτού του Συντάγματος, του νόμου, της δημ. τάξεως. Η Πρωτ. Θεσσαλονίκης 3402/63 (ΝΔικ Κ’ σελ. 252) διατάσσει διάλυση σωματείου λόγω του ότι ο καταστατικός του σκοπός καθίσταται παράνομος. Ομοίως, ΑΠ 928/79 (ΝοΒ 28 σελ. 273) και ΑΠ 1572/81 (ΕΕΝ 49 σελ. 850). Ομοίως διατάσσεται η διάλυση σωματείου λόγω αντιθέσεώς του προς τη δημ. τάξη (Πρωτ. Ηρακλ. 87/1986 Αρμεν, 1986 σελ. 591). Επίσης η Πολ.Πρωτ. Εβρου 67/1964 (ΝοΒ 33 σελ. 151) διατάσσει την διάλυση σωματείου, διότι επεδίωκε να καταστήσει τα μέλη του ως άτομα χωριστής κοινωνικής τάξεως. Λίαν εκτενή, αναλυτική και ad hoc νομολογία επί του προκειμένου περιέχεται σε επιστ. μελέτες Κρίππα, Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου (ΕΕΔ 47 σελ. 577 επ.) και επίσης Του Αυτού, Καταχρηστική ίδρυσις επαγγελματικού σωματείου (ΕΕΔ 33 σελ. 1095 επ.).
Τη μη νομιμοποίηση σωματείου λόγω ελλείψεως αντιπροσωπευτικότητας δέχεται και το γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας και μάλιστα διά λίαν προσφάτου αποφάσεώς του. Πρόκειται διά την απόφαση του γαλλικού ΣτΕ 387420 της 30.12.2015 (και σύμφωνο σχόλιο επ’ αυτής υπό Jean–Marc Pastor εις νομ. περιοδικόAJDA = Actuallité Juridique Droit Administratif τεύχος 18.1.2016 σελ. 11), η οποία απορρίπτει αίτηση ακυρώσεως κατά αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας, η οποία έκρινε ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ως μη αντιπροσωπευτική.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, επειδή το καθ’ ου η τριτανακοπή σωματείο εμφανίζεται και μάλιστα διά πανηγυρικών διακηρύξεων: α) ως δήθεν εκπροσωπούν την πλειοψηφία (ή έστω ικανό αριθμό) θεολόγων, πράγμα που είναι βεβαίως ανακριβές και β) ότι η εν προκειμένω πλειοψηφία (ή έστω ο ικανός αριθμός) των θεολόγων τάσσεται δήθεν κατά της από συστάσεως του ελληνικού κράτους διδασκομένης ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών ως Ορθοδόξου Χριστιανικού (και συμφώνου προς το άρθρον 16 § 2 του Συντάγματος και άρθρον 1 του Ν. 1566/85). Μάλιστα επί του τελευταίου αυτού δεδομένου επικαλούμεθα δύο πρόσφατες εκδόσεις εκ των οποίων 1) Η μία είναι του Εργαστηρίου Παιδαγωγικής –Χριστιανικής Παιδαγωγικής Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπό τον τίτλον «ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ, 2α εκδ. 2015 εκτείνεται σε 460 σελίδες και περιέχει είκοσι έξι επιστημονικές μελέτες διαπρεπών πανεπιστημιακών καθηγητών και λοιπών επίσης διαπρεπών θεολόγων τασσομένων υπέρ του Ορθοδόξου Χριστιανικού Μαθήματος και αιτιολογούντων υπερεπαρκώς την επιστημονική τους άποψή αυτήν και 2) Η δε δεύτερη υπό τον τίτλο. «ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ (ΠΙΛΟΤΙΚΑ) ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ», 2012, η οποία εκτείνεται σε 314 σελίδες και περιέχει ογδόντα πέντε επιστημονικές μελέτες επίσης διαπρεπών πανεπιστημιακών καθηγητών και λοιπών επίσης διαπρεπών επιστημόνων τασσομένων και αυτών ομοίως υπέρ του Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των θρησκευτικών δι’ αντιστοίχου πειστικής αιτιολογίας.
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι το καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο, ιδρύθηκε, κυρίως, για να εμφανίσει την πλειοψηφία των θεολόγων ως επιθυμούντων τη μεταβολή της ύλης του μαθήματος των θρησκευτικών και ειδικώς την εξώθησή της εκτός των συνταγματικών επιταγών(όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί νομολογιακώς) και την διαμόρφωσή της σε πεδία εξωχριστιανικά και μάλιστα από τις τάξεις του δημοτικού σχολείου (όπου για τον μικρό μαθητή είναι παιδαγωγικώς αυταπόδεικτο, ότι θα επιφέρει ακατανόητη και ακατάστατη σύγχυση αντί της επιβαλλομένης απλότητας πάσης μορφής διδακτέας ύλης κατά την μικράν αυτήν ηλικία). Επομένως η λειτουργία του εν λόγω σωματείου δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα στην πράξη και επιφέρει σύγχυση ικανή να δημιουργήσει παραπλανητικές εντυπώσεις για τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων θεολόγων, τους οποίους επιδιώκει, να εμφανίσει ως αποστασιοποιουμένους από την Ορθόδοξο Χριστιανική θρησκεία και διδασκαλία και μάλιστα πραγματοποιούντας άνευ ουδενός λόγου στροφή εν προκειμένω από την ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών, όπως αυτή διδάσκεται πάνω από εκατόν ενενήντα χρόνια από συστάσεως ελληνικού κράτους και εδιδάσκετο και πολλά άλλα προγενέστερα χρόνια κατά την εποχή της τουρκοκρατίας είτε εμφανώς (π.χ. στα σχολεία που ίδρυε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός) είτε κρυφίως στα κρυφά σχολεία.
Επιπλέον, με την όλη του δραστηριότητα, ο τριτανακοπτόμενος σύνδεσμος, θέλει να παρουσιάζει την ένωσή μας που εκπροσωπεί την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων Θεολόγων ως «παρωχημένη» και σκοταδιστική. Το δεδομένο αυτό επιτείνεται και εκ του ότι ο καθ’ ού η τριτανακοπή σύνδεσμος μόλις εμφανίστηκε και άρχισε να αναπτύσσει δράση, «προσκολλήθηκε» σε κάποιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, οι οποίες όλως αιφνιδίως και κατά σαφή παρέκκλιση των μέχρι τότε ισχυόντων, νομολογημένων και εφαρμοζομένων επί πολλές δεκαετίες, άρχισαν να ωθούν το εν λόγω Υπουργείο στην προαναφερομένη παρέκκλιση όλως περιέργως και όλως ακατανοήτως. Είναι δε σαφές και ότι οι εκπρόσωποι της απόψεως του πολυθρησκευτικού χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, αντιλαμβανόμενοι την αδυναμία τους να προωθήσουν τέτοιου είδους εκπαιδευτικά προγράμματα, είχαν ανάγκη στηρίξεως (και υποστηρίξεως) και από εξωϋπηρεσιακούς παράγοντες, την οποία στήριξη βρήκαν στο καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο. Και όλα αυτά κατ’ ευθείαν παρέκκλιση από τους κανόνες της παιδαγωγικής, ως ισχύουν ανέκαθεν, καθώς παλαιόθεν είχε διαπιστωθεί, ότι η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών (της Χριστιανικής θρησκείας) αποτελούσε και άριστη παιδαγωγική μέθοδο ηθικής διδασκαλίας. Πέραν του ότι ως δέχεται και το σύνολο των εγκληματολόγων ημεδαπών και αλλοδαπών, η διδασκαλία αμιγούς μαθήματος των θρησκευτικών αποτελεί «παράγοντα αποτρεπτικόν του εγκλήματος» (Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωσις του μαθήματος των θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, 2001, σελ. 352 επ. όπου αναφέρεται σειρά όλη διαπρεπών εγκληματολόγων δεχομένων πανηγυρικώς την άποψη αυτήν).
Σχετικά με το δικαίωμά μας να ασκήσουμε τριτανακοπή με αίτημα τη διάλυση του καθ’ ου σωματείου, επαγόμαστε τα εξής:
Κατ’ άρθρο 12 του Συντάγματος η ίδρυση σωματείου δεν υπόκειται σε προηγουμένη άδεια. Εννοείται, ότι ο όρος «άδεια» που χρησιμοποιεί εδώ το Σύνταγμα, εννοεί πράξη της εκτελεστικής εξουσίας και μόνο. Πράξη όμως της δικαστικής εξουσίας ουδόλως αποκλείεται. Τούτο προκύπτει εκ της § 2 του άρθρου 12 του Συντάγματος, η οποία επιτρέπει την διάλυση σωματείου διά δικαστικής αποφάσεως για παράβαση νόμου ή παράβαση του καταστατικού (Κρίππα,Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου, ΕΕΔ 47 σελ. 573 επ.). Άλλωστε η § 1 του εν λόγω άρθρου του Συντάγματος υπάγει την σύσταση του σωματείου εις την «τήρηση του νόμου». Κατ’ εφαρμογήν επομένως της διατάξεως αυτής βάσει του άρθρου 81 του Αστικού Κώδικα προβλέπεται, ότι η εγγραφή σωματείου στο οικείο βιβλίο γίνεται δι’ αποφάσεως του Πρωτοδικείου εκδιδομένης κατά την εκουσία δικαιοδοσία (ΚΠολΔικ άρθρον 740 § 1, ως αντικατεστάθη υπό του άρθρου 8 § 1 του Ν. 4198/2013 και άρθρον 787 ως αντικατεστάθη υπό του άρθρου 17 § 14 του Ν. 4055/2012 με έναρξη ισχύος από 1.3.2013 κατ’ άρθρον 1α΄ του Ν. 4077/2012). Ως εκ τούτου η εν λόγω δικαστική απόφαση δεν αποτελεί διοικητική άδεια και επομένως δεν συγκρούεται προς το Σύνταγμα.
Επί του προκειμένου πρέπει κατ’ αρχήν να επισημάνουμε, ότι κατ’ άρθρο 82 ΑΚ προβλέπεται, ότι εναντίον αποφάσεως δικαστικής που αναγνωρίζει σωματείο επιτρέπεται μόνο έφεση (σήμερα βεβαίως θα πρέπει να θεωρηθεί, ότι το άρθρο αυτό έχει καταργηθεί δι’ άρθρου 1 περιπτ. ε’ και στ’ , άρθρου 3 § 3, άρθρου 4 και άρθρου 53 του Εισαγωγικού Νόμου του Κώδικος Πολ. Δικονομίας εν όψει και των άρθρων 761 και 787 § 2 του ΚΠολΔικ, ως πάντα ταύτα γίνονται δεκτά παγίως υπό της θεωρίας πρβλ. Καρακατσάνη ΕρμΑΚ τομ. 1 Γεν. Αρχαί, Ημιτ. Α’, Τευχ. Ε’ άρθρα 78-167, υπ’ άρθρ. 82 αριθ. 2. Ομοίως Αιτιολ. Εκθ. ΚΠολΔικ εις Μητσοπούλου-Μπέη, Κ. Πολ. Δικ. 3η εκδ. 1980 σελ. 402, υπ’ αριθ. 787. Κρίππα, Σχόλιον υπό την Πρωτ. Ηρακλ. Αρχ. Νομ ΛΖ’ σελ. 497. Του Αυτού,Προϋποθέσεις για την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου, ΕΕΔ 47 σελ. 577 επ.). Το παρόν ζήτημα βεβαίως (αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως τριτανακοπής σε κάθε τρίτο, του οποίου τα συμφέροντα βλάπτονται εκ δικαστικής αποφάσεως, στην οποίαν δεν εκλήθη να μετάσχει) κατοχυρώνεται πρωτίστως εκ του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος. Αφορά δε και την άσκηση τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου, καθ’ όσον ανακύπτει εδώ όμοια περίπτωση (έχουμε δικαστική απόφαση εκουσίας δικαιοδοσίας βλαπτική για τα συμφέροντα τρίτων μη κληθέντων να μετάσχουν στη δίκη) όπως τούτο γίνεται παγίως δεκτό (ΑΠ 1257/85 ΕΕΝ 1986 σελ. 538 ΑΠ 829/81 ΕΕΝ 1982 σελ. 541. Εφ. Αθ. 7768/86 ΝοΒ 1987 σελ. 209. ΑΠ 188/85 ΕΕΝ 1986 σελ. 18. ΑΠ 1842/84 ΕΕΝ 1985 σελ. 743, Εφ. Κρ. 354/87 ΑρχΝομ 1987 σελ. 408. Πρ. Ηρ. 87/86 ΝοΒ 1986 σελ. 1091. Εφ. Αθ. 2226/81 ΝοΒ 30 σελ. 285, Εφ. Αθ, 3826/1984 ΔΕΝ 1985 σελ. 169. Εφ. Αθ. 2626/81 ΕΕΔ 1982 σελ. 567, Κρίππα, Καταχρηστική ίδρυση επαγγελματικού σωματείου, ΕΕΔ 33 σελ. 1095. Βάγια, Επισκόπισις Ελληνικού Συνδικαλιστικού Δικαίου, ΕΕΔ 34 σελ. 781 υποσημ. 20. Καρακατσάνη, ΕρμΑΚ υπ’ αρθρ. 82 αριθ. 49 Ντάσιου, Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, τομ. Β΄, Ι 1983 σελ. 229. Καλαβρού, ΔΙΚΗ 14 σελ. 359. Ασπρογέρακα-Γρίβα, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου 1978 σελ. 98. Μπέη, ΔΙΚΗ 2 σελ. 458. Σεραφείμ, Συνδικαλιστικό σωματειακό Δίκαιο, 1986 σελ. 198. Σταθοπούλου-Γεωργιάδου, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, σελ. 146). Βεβαίως το εν λόγω δικαίωμα (τριτανακοπής με αίτημα την διάλυση σωματείου) προβλέπεται ρητώς και από την § 2 του άρθρου 787 του ΚΠολΔικ, και τυπικώς αλλά και κατ΄ επιταγή του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος, χωρίς να επηρεάζεται η περίπτωση, εκ του ότι έχουμε απόφαση εκδιδομένη κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, καθ’ όσον από πουθενά δεν προκύπτει, ότι οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας τυγχάνουν υποβαθμισμένες από απόψεως συνταγματικής προστασίας. Επομένως το δικαίωμα τριτανακοπής αποτελεί κατ’ ανάγκην πλήρες ατομικό δικαίωμα και ουδείς περιορισμός επιτρέπεται επ’ αυτού, δύναται δε να ασκηθεί εφ’ όλης της εκτάσεως της τριτανακοπτομένης αποφάσεως, η οποία ως εκ τούτου δεν δημιουργεί δεδικασμένο για οποιονδήποτε τρίτο μη κληθέντα να μετάσχει στην έκδοσή της (Παπαρσενίου, Η τριτενέργεια του δεδικασμένου, ΔΙΚΗ 1987 σελ. 906. Βαρβιτσιώτη, Η τριτενέργεια του δεδικασμένου και οι ενστάσεις με ουσιαστικήν έννοια, ΔΙΚΗ 1985 σελ. 660-670. Μπέη, Ανατροπή αποφάσεως εκουσίας δικαιοδοσίας για λόγους ουσιαστικού δικαίου, ΔΙΚΗ 1986 σελ. 910). Έχει δε γίνει περαιτέρω δεκτό, ότι δεν δημιουργείται δέσμευση εκ δεδικασμένου, ακόμη και σε περίπτωση όπου προηγουμένη επί του ιδίου θέματος ασκηθείσα τριτανακοπή απορρίφθηκε για λόγους τυπικούς (Εφ. Κρ. 354/87 Αρχ.Νομ ΛΗ΄ σελ. 405 επ. Πρ. Ηρ. 87/86 Αρχ.Νομ ΛΖ΄ σελ. 470. Τα ίδια δέχεται και η αλλοδαπή θεωρία Rosenberg,Lehrbuch des Deutschen Zivilprozessrechts, 7η εκδ. 1956 σελ. 56). Τέλος γίνεται δεκτό, ότι τρίτοι πληροφορηθέντες ανεπισήμως περί της δίκης εκουσίας δικαιοδοσίας και μη θελήσαντες να μετάσχουν σε αυτήν διά παρεμβάσεως δεν αποκλείονται της τριτανακοπής, καθ’ όσον δεν ισχύει γι’ αυτούς το δεδικασμένο (Εφ. Κρ. Ενθ’ αν.).
Τέλος επισημαίνουμε, ότι όπως γίνεται δεκτό, εάν ο σκοπός του σωματείου είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στο Σύνταγμα, την τριτανακοπή μπορεί, να την ασκήσει οποιοσδήποτε πολίτης ( ΑΠ 928/79 ΕΕΝ 46 σελ. 928. Εφ. Αθ. 7716/77 Αρμεν. 32 σελ. 97. Ομοίως Ασπρογέρακα-Γρίβα, ενθ’ αν. σελ. 98 υποσημ. 135). Και όλα αυτά πέραν των προβλεπομένων υπό του άρθρου 188 του Ποινικού Κώδικος περί σωματείου αντιτιθεμένου σε ποινικές διατάξεις.
Επειδή το νεοϊδρυθέν σωματείο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ» πληροί σε απόλυτο βαθμό όλες τις ως άνω αρνητικές και αντισυνταγματικές προϋποθέσεις εμφανίζοντας συγχρόνως το ημέτερο Σωματείο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ» ως αδιάφορο και ανίκανο να έχει άποψη και συμμετοχή επί της διαμορφώσεως της θρησκευτικής παιδείας, πράγμα αναληθές και συκοφαντικό, τεκμαίρεται κατ’ ακολουθίαν αμαχήτως ότι η ίδρυση του νεοφανούς εν προκειμένω σωματείου αποβαίνει κατά το Σύνταγμα (άρθρο 12) καταχρηστική και πρέπει, να διαταχθεί η διάλυσή του γενομένης δεκτής από το Δικαστήριό Σας της παρούσας τριτανακοπής.
Επειδή το καθ’ ού η τριτανακοπή σωματείο όχι μόνον ιδρύθηκε κατά καταχρηστική άσκηση του ατομικού δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, αλλά ευθύς από της ιδρύσεώς του έσπευσε να αποδείξει και την καταχρηστικότητα των σκοπών του και ήδη πολύ προ της καταθέσεως της παρούσης τριτανακοπής μας, «προσκολληθέν» και στενώς συνεργαζόμενο με κάποιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και κατά πλήρη και απαράδεκτο παραμερισμό της δικής μας Ενώσεως, η οποία τουλάχιστον μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει δημοσιευμένες άνω των εκατό εγκύρων επιστημονικών μελετών περί του μαθήματος των θρησκευτικών (συγγραφείσες από καθηγητές πανεπιστημίου και λοιπούς διαπρεπείς επιστήμονες), οι οποίες αγνοούνται παντελώς από τους εν λόγω παράγοντες.
Επειδή, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 34.563/2001 απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης «Η ύπαρξη δύο σωματείων στον ίδιο χώρο και μάλιστα όταν αυτός είναι περιορισμένος, που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, συγκροτούνται από μέλη που ασκούν το ίδιο επάγγελμα και η επωνυμία του ενός περιέχει στοιχεία από την επωνυμία του άλλου, συνεπάγεται πρόκληση συγχύσεως, διασπάσεως και υπερμέτρου ανταγωνισμού των επαγγελματικών δυνάμεων των εργαζομένων, στοιχεία που παρακωλύουν την εύρυθμη λειτουργία των σωματείων και την επίτευξη των σκοπών τους εις βάρος των μελών τους, οπότε η ίδρυση του δευτέρου σωματείου καθίσταται καταχρηστική.»
Επειδή κατά αποφάσεων εκουσίας δικαιοδοσίας διά των οποίων αναγνωρίζονται σωματεία, επιτρέπεται η άσκηση τριτανακοπής από οποιονδήποτε τρίτο, μη μετασχόντα στη δίκη, εφόσον εκ της αποφάσεως βλάπτονται ή κινδυνεύουν τα συμφέροντά του.
Επειδή το σωματείο μας δεν έλαβε μέρος, ούτε προσκλήθηκε να λάβει μέρος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.
Επειδή σύμφωνα με το ισχύον από 1977 καταστατικό του σωματείου μας (αρ. αποφ. 2059/1977 Μ. Πρ. Αθηνών), σκοποί του μεταξύ άλλων είναι:
– Η καλλιέργεια των θεολογικών Γραμμάτων και η ενημέρωση των μελών προς την σημειούμενη εκάστοτε εξέλιξη και πρόοδο της Επιστήμης
– Η κατανόηση της ουσίας του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και η έξαρση αυτού
– Η διέγερση του ενδιαφέροντος και της αγάπης του λαού προς τη θρησκευτική γνώση και ζωή εντός του πλαισίου των πατρικών μας παραδόσεων.
– Ο ευρύς θρησκευτικός και ηθικός διαφωτισμός του λαού μας για να λάβει αυτός πλήρη επίγνωση της αξίας της εν Χριστώ απολυτρώσεως και ζωής, ως και ο πλήρης και ηθικός διαφωτισμός της νεότητας.
– Η προσήλωση στην Ορθοδοξία και άμυνα κατά πάσης αντιορθοδόξου και αντιχριστιανικής εκδηλώσεως παρ’ ημίν, ως και η εκλαΐκευση της Απολογητικής του Χριστιανισμού και ο διαφωτισμός του λαού και δη της νεότητας περί της υφισταμένης αρμονίας Επιστήμης και Χριστιανικής θρησκείας.
– Η έμπνευση σεβασμού και αφοσιώσεως προς τα θέσμια και τις παραδόσεις της Μητρός ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας
– Η παρακολούθηση των εκάστοτε αναφυομένων επαγγελματικών ζητημάτων και η συμβολή προς δίκαιη και ορθή επίλυση αυτών.
Επειδή το καθ’ ου σωματείο, με την ενεργή συμμετοχή του στη σύνταξη του ήδη πιλοτικά εφαρμοσμένου προγράμματος σπουδών για τα θρησκευτικά με πολυθρησκευτική κατεύθυνση (πολλά μέλη της συντακτικής επιτροπής του είναι ενεργά μέλη του καθ’ ου) και την ανοικτή στήριξή του σε αυτό (με άρθρα, ημερίδες, ανακοινώσεις κ.λπ., όλα αναρτημένα και δημοσιευμένα πλην των άλλων και στην επίσημα ιστοσελίδα του καθ’ ου «www.kairosnet.gr») προκαλεί βλάβη και θέτει σε κίνδυνο στα ως άνω έννομα συμφέροντα του σωματείου μας.
Επειδή η τριτανακοπή στην ως άνω περίπτωση δεν μπορεί να αποκλεισθεί, διότι αυτό θα αντέκειτο στο άρθρο 20 του Συντάγματος, λόγω του ότι άλλως θα υφιστάμεθα εις βάρος μας συνέπειες μίας δικαστικής αποφάσεως, χωρίς προηγουμένως να μας έχει δοθεί η ευκαιρία, να αναπτύξουμε τις απόψεις μας ενώπιον του Δικαστηρίου. Θα είχαμε δηλαδή, σαφή παράβαση συγκεκριμένου ατομικού δικαιώματος, ήτοι το δικαίωμα της εννόμου προστασίας, το οποίο κατοχυρώνεται από την προαναφερόμενη συνταγματική διάταξη. Επίσης, θα είχαμε παράβαση της αρχής της ισότητας, εάν η τριτανακοπή απαγορεύοταν κατά αποφάσεων που αναγνωρίζουν σωματεία και επιτρεπόταν επί των λοιπών αποφάσεων της εκουσίας δικαιοδοσίας.
Επειδή οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας δεν δημιουργούν δεδικασμένο για κάθε τρίτο μη μετασχόντα ή μη κληθέντα να μετάσχει της δίκης. Ως εκ τούτου, δεν υποχρεούμαστε να αποδείξουμε συνδρομή δόλου ή συμπαιγνίας των διαδίκων.
Επειδή το δικαίωμα τριτανακοπής δεν υπόκειται σε παραγραφή και μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε, όσος χρόνος κι αν έχει παρέλθει από την έκδοση της τριτανακοπτόμενης αποφάσεως.
Επειδή η ίδρυση και λειτουργία του καθ’ ου σωματείου είναι καταχρηστική, διότι η παράλληλη λειτουργία του στον επιστημονικό χώρο των θεολόγων με το δικό μας σωματείο, δημιουργεί σύγχυση στην εύρυθμη λειτουργία και στη δραστηριότητά μας ως ένωση θεολόγων, για την επίτευξη του σκοπού του καθ’ ου σωματείου εις βάρος των συμφερόντων των μελών μας.
Επειδή η ταυτόσημη ονομασία των δύο Σωματείων, προκαλεί αμφιβολία και σύγχυση στους θεολόγους και στους τρίτους, ως προς τη διακρίβωση της ταυτότητάς μας, με κίνδυνο διπλής εγγραφής θεολόγων ως μελών τους.
Επειδή η ίδρυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Θεολόγων «ΚΑΙΡΟΣ» έχει προφανή σκοπό τη διάσπαση, συρρίκνωση και διά της αδρανείας διάλυση του Σωματείου μας.
Επειδή κατ’ άρθρο 105 ΑΚ και όπως προκύπτει από την ελληνική νομολογία (Εφ. Θρ. 31/2002), η σωματειακή ελευθερία μπορεί να περιοριστεί με τη μορφή της διάλυσης σωματείου με δικαστική απόφαση όταν ο σκοπός ή η λειτουργία του σωματείου είναι παράνομοι ή αντίκεινται στη δημόσια τάξη, όπως στην εν προκειμένω περίπτωση.
Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμόδιο, κατ’ άρθ. 740 και 787 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και για όσους επιφυλασσόμεθα να προσθέσουμε νομίμως
ΖΗΤΟΥΜΕ
Να γίνει δεκτή η τριτανακοπή μας.
Να ακυρωθεί και να εξαφανισθεί η τριτανακοπτόμενη υπ’ αρ. 617/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας, με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση των καθ’ ων η τριτανακοπή, μελών της προσωρινής διοίκησης του καθ’ ου Σωματείου περί εγγραφής αυτού στο οικείο βιβλίο.
Να διαταχθεί η διάλυση του καθ’ ου σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης» και με διακριτικό τίτλο «ΚΑΙΡΟΣ»
Να καταδικασθούν οι καθ’ ων στη δικαστική μας δαπάνη και στην αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου μας.
Αθήνα 30/5/2016
Ο πληρεξούσιος Δικηγόρος
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 16 Ιουνίου 2016
Αθήνα, 14 Ιουνίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 88
Ανοικτή επιστολή
Θέμα: Πρώτη απάντηση της ΠΕΘ προς τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ . Νίκο Φίλη για δηλώσεις του σχετικές με το μάθημα των Θρησκευτικών
Τις τελευταίες ημέρες, όλοι οι Έλληνες πολίτες γινόμαστε μάρτυρες επαναλαμβανόμενων συνεντεύξεων του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, σε διάφορες τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, ο οποίος δεν φείδεται του χρόνου και του κόπου προκειμένου, μεταξύ των άλλων, να προβεί και σε δηλώσεις σχετικά με επικείμενες αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών, το οποίο υπηρετούμε καθημερινα στις διδασκαλικές αίθουσες. Ως υπεύθυνοι δάσκαλοι, επιστήμονες και παιδαγωγοί, που δεν δικαιούμαστε να σιωπούμε κάθε φορά που διαπιστώνουμε προσπάθειες διαστρέβλωσης ή παραχάραξης της αλήθειας ένθεν κακείθεν και δεδομένου ότι εν προκειμένω, διακυβεύονται θέματα που άπτονται της παίδευσης και ψυχοπαιδαγωγικής ολοκλήρωσης των παιδιών μας, οφείλουμε να προβούμε στις παρακάτω παρατηρήσεις:
1. Αποδίδουμε στον Υπουργό τον προσήκοντα σεβασμό που απορρέει από τον θεσμικό ρόλο του. Ακούμε με προσοχή και σεβασμό τις απόψεις του. Ταυτόχρονα, όμως, ας μας επιτραπεί να μιλούμε και ως δάσκαλοι, που αντλούμε το κύρος και τη δύναμη του λόγου μας απ’ την ίδια την παιδαγωγική αποστολή μας. Στον πυρήνα αυτής της αποστολής βρίσκονται οι ίδιοι οι μαθητές μας, το παιδαγωγικό συμφέρον των οποίων είμαστε ταμένοι, πάντα και διηνεκώς, να υπερασπιζόμαστε με αυταπάρνηση. Καθημερινά στις διδασκαλικές αίθουσες γινόμαστε αποδέκτες της αγωνιώδους προσπάθειάς τους να αυτοπροσδιοριστούν και να βρουν απαντήσεις σε καυτά υπαρξιακά ερωτήματα, και μάλιστα σε μια εποχή έντονης οικονομικής και πρωτίστως ηθικής κρίσης. Καλούμαστε να τους ενθαρρύνουμε, να τους τροφοδοτήσουμε με υγιείς πνευματικές δυνάμεις, που συνάμα αποτελούν και δυνάμεις του έθνους μας, και να τους καταστήσουμε υγιείς προσωπικότητες που θα συνδράμουν αποφασιστικά όχι μόνο στον δικό τους αξιακό αυτοπροσδιορισμό, αλλά και στην πνευματική ανάκαμψη της πατρίδας μας. Και τα καταφέρνουμε, κ. Υπουργέ! Το ομολογούμε με το καμάρι του δασκάλου! Ο Θάνος, ο Κωνσταντίνος, ο Στρατής, η Σπυριδούλα και πολλά ακόμα παιδιά μας μας αποχαιρετούν, μια και πλησιάζουμε και στις διακοπές του θέρους, με ένα πλατύ παιδικό χαμόγελο, με ένα δάκρυ, με ένα ευλογημένο «ευχαριστώ», που αναπαύει όλους τους κόπους και τις αγωνίες μας! Και αυτή είναι η ικανοποίηση που αναπαύει τον δάσκαλο και δικαιώνει τον κάματό του! Και όμως! Ο διοικητικός προϊστάμενος μας, ο Υπουργός Παιδείας μας αποκαθηλώνει! Δηλώνει απαξιωτικά και επανειλημμένως, σε πολλά ΜΜΕ, ότι το μάθημά μας, το μάθημα των Θρησκευτικών, είναι η ώρα του παιδιού, που δεν προσφέρει τίποτε από τα παραπάνω στους μαθητές μας! Είναι με άλλα λόγια, χάσιμο χρόνου! Για όλους τους παραπάνω λόγους, ως υπεύθυνοι δάσκαλοι, δεν έχουμε παρά να εκφράσουμε την έντονη δυσαρέσκειά μας για την παραπάνω ατυχή δήλωση, που όχι μόνο υποτιμά και συκοφαντεί το πρόσωπο και το παιδαγωγικό μας έργο, αλλά προ πάντων ματώνει τις ψυχές μας, διότι, στην ουσία, απαξιώνει περιφρονητικά -ευτυχώς μόνο λεκτικά- και τις ωφέλειες που αποκομίζουν οι ίδιοι οι μαθητές μας απ’ αυτό.
2. Ο κ. Υπουργός προεξαγγέλει την επικείμενη μετατροπή του ΜτΘ από «κατηχητικό» και ομολογιακό, σε μάθημα γνώσης. Αλήθεια, γνωρίζει άραγε τι σημαίνουν οι όροι αυτοί, τους οποίους χρησιμοποιεί αφειδώς; Γιατί, αν τους γνώριζε, θα αντιλαμβάνονταν ότι η κατήχηση αφορά σε ενδοεκκλησιαστική διαδικασία που λαμβάνει χώρα εντός του εκκλησιαστικού σώματος και μόνο εντός αυτού! Εγκαινιάστηκε από τους ποιμένες της Εκκλησίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους και στόχευε στην προετοιμασία αυτών που ήθελαν να ασπαστούν τον χριστιανισμό διά του βαπτίσματος. Υπήρχαν βέβαια, και μεταβαπτισματικές κατηχήσεις, που αποσκοπούσαν στην περαιτέρω μύηση των βεβαπτισμένων χριστιανών. Ως γνωστόν, η διαδικασία τελούσε πάντα υπό την εποπτεία του Επισκόπου, ο οποίος έδιδε και την τελική συγκατάθεσή του στον κατηχούμενο για τη διενέργεια του βαπτίσματός του, και την πνευματική συνδρομή και εγγύηση του αναδόχου του. Τα διδακτικά αγαθά, την πρόσκτηση των οποίων όφειλε να υλοποιήσει ο κατηχούμενος σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ήταν συγκεκριμένα και σχετίζονταν με βιβλική ύλη ή τη σταδιακή εμβάθυνσή τους στο ορθόδοξο δόγμα. Τι σχέση έχει λοιπόν, αυτή η διαδικασία με το συνολικό πλαίσιο διδασκαλίας του ΜτΘ σήμερα; Ασφαλώς καμία. Γιατί οι όροι διεξαγωγής του μαθήματος εδράζονται σε παιδαγωγική βάση, ενώ τα κριτήρια παρουσίασης της διδασκόμενης ύλης σχετίζονται με τη δυνατότητα ανταπόκρισής της στις ευρύτερες υπαρξιακές πνευματικές ανησυχίες που έχουν οι μαθητές μας σ’ αυτήν την ευαίσθητη ηλικία της εφηβείας. Πολύ συχνά, μάλιστα, διατυπώνονται εκ μέρους τους αμφισβητήσεις ή ακόμα και αρνήσεις, που αποτελούν απόρροια της παραπάνω διαδικασίας. Όλες αυτές οι πρακτικές γίνονται απολύτως σεβαστές από τους διδάσκοντες καθηγητές. Άλλοτε πάλι, μαθητές, που δεν έχουν καμία σχέση με το πλήρωμα της Εκκλησίας ή συμμερίζονται άλλες θρησκευτικές δοξασίες, έχουν το δικαίωμα συμμετοχής τους στο σημερινό «κατηχητικό» ΜτΘ, χωρίς κανένα περιθώριο αποκλεισμού τους ή χωρίς την ανάληψη καμίας δέσμευσης για την υιοθέτηση των προσφερομένων διδακτικών αγαθών. Αρκετές φορές μάλιστα, αυτά τα παιδιά συνδράμουν αποφασιστικά στην εξέλιξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αλήθεια, τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη διαδικασία της κατήχησης, όπως την αναδείξαμε παραπάνω; Ας μας βρει ο κ. Υπουργός ένα κατηχητικό εγχειρίδιο, το οποίο να εμπεριέχει θρησκειολογική ύλη, όπως συμβαίνει σήμερα με το σημερινό πρόγραμμα σπουδών του ΜτΘ. Ή μήπως δεν γνωρίζει άραγε, ότι οι Έλληνες μαθητές έχουν σήμερα τη δυνατότητα να μελετήσουν τα διάφορα θρησκεύματα στα πλαίσια μιας ολόκληρης τάξης (Β Λυκείου); Όλα αυτά δεν συνιστούν γνώσεις επί των θρησκειών; Δεν μαθαίνουν τα παιδιά για τις δογματικές αλήθειες του Ισλαμισμού, του Ινδουισμού, του Βουδισμού, ή των άλλων μεγάλων θρησκευμάτων του κόσμου; Δεν γίνονται αποδέκτες της ηθικής και κοινωνικής διδασκαλίας τους; Δεν προβαίνουν, στα πλαίσια της διδακτικής διαδικασίας, σε κρίσεις, συγκρίσεις και αναγωγές; Δεν αναμοχλεύουν σύγχρονα προβλήματα βιοηθικής, αναδεικνύοντας, πάντα με σεβασμό στην ετερότητα και την ανθρώπινη ελευθερία, τα μεγάλα διλήμματα που απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες; Αν η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι θετική, τότε το Μάθημα των Θρησκευτικών συνιστά ένα μάθημα γνώσης της Ορθοδοξίας. Αν το έγκλημα του σημερινού μαθήματος, είναι ότι όλα τα παραπάνω υλοποιούνται μέσα από τα πνευματικά και πολιτισμικά βιώματα των παιδιών, που γεννήθηκαν και ανατράφηκαν εντός της ορθόδοξης πνευματικής παραδόσεως και ατμόσφαιρας, τότε ας μας επιτραπεί να απαντήσουμε σε όσους αμφισβητούν το συγκεκριμένο έργο μας λέγοντάς τους: Μήπως θα μας επιβληθεί να «αρνηθούμε το γάλα που βυζάξαμε». «Αγωνιζόμαστε άλλος εδώ, άλλος εκεί καταπάνω στην ψευτιά. Καταπάνω σ’ αυτούς που θέλουνε την Ελλάδα ένα κουφάρι χωρίς ψυχή, ένα λουλούδι χωρίς μυρουδιά….Ο καιρός θα δείξει ποιος έχει δίκιο, αν και δεν χρειάζεται ολότελα αυτή η απόδειξη».(Φώτης Κόντογλου. Από το βιβλίο «Η πονεμένη Ρωμιοσύνη», 1963.)
3. Το σχολείο, κατά τον κ. Φίλη, είναι κοσμικό. Αλήθεια όμως, πως συνάγεται κάτι τέτοιο; Διότι εμείς γνωρίζουμε ότικοσμικό κράτος θεωρείται το κράτος που συνταγματικά δεν αναγνωρίζει κάποια επίσημη θρησκεία ούτε επικρατούσα θρησκεία. Στα κοσμικά κράτη οι θρησκείες αναγνωρίζονται ως Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου. Γνωρίζουμε όμως, ότι το Σύνταγμα των Ελλήνων, το οποίο στην προμετωπίδα του αναφέρει με κάθε δυνατή σαφήνεια ότι ποιείται «εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος», σε κανένα άρθρο του δεν μνημονεύει την κοσμική διάρθρωση ή διάσταση του Κράτους. Πώς λοιπόν, από ένα μη κοσμικό κράτος, με όλα τα διακριτά πνευματικά χαρακτηριστικά του που διασφαλίζονται συνταγματικά, μπορεί να συνάγεται ένα κοσμικό σχολείο; Εκτός και αν η έννοια του μη κοσμικού ταυτίζεται στις συνειδήσεις κάποιων με την έννοια του θεοκρατικού; Κάθε άλλο όμως. Το ελληνικό σχολείο είναι σχολείο της γνώσης, δημιουργικό εργαστήρι, που προάγει την αλληλοπεριχώρηση των επιστημών, σε πνεύμα απόλυτης ελευθερίας, χωρίς, όμως, να αφίσταται από την πνευματική παρακαταθήκη του έθνους των Ελλήνων. Ενός έθνους, οι υπήκοοι του οποίου έχουν αποφασίσει να γαλουχούν τα παιδιά τους με τα νάματα του αίματος των νεκρών ηρώων του ένδοξου παρελθόντος, χωρίς ταυτόχρονα, να υπολείπονται σε τίποτα από όλες τις πολιτισμένες χώρες της Δύσης, που ακολουθούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Να, λοιπόν, γιατί και ο σχετικός ερμηνευτικός του Συντάγματος νόμος της εκπαίδευσης (1566/85) προβαίνει σε νομική επικύρωση της παραπάνω αλήθειας, καθιστώντας σαφές με έναν απερίφραστο και κατηγορηματικό τρόπο ότι σκοπός της Εκπαίδευσης είναι να υποβοηθά τους μαθητές «να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη». Αλήθεια, ο κ. Υπουργός, δεν γνωρίζει τους νόμους του Κράτους, όταν υποκαθιστώντας τα δικαστήρια, που είναι τα μόνα εντεταλμένα να προβαίνουν σε ερμηνευτικές προσεγγίσεις του Συντάγματος και των Νόμων, περιδιαβαίνει τα ΜΜΕ και δηλώνει, δοθείσης κάθε ευκαιρίας, ότι το ελληνικό σχολείο είναι κοσμικό;
4. Ο κ. Υπουργός παρουσιάζεται ως ένθερμος υποστηρικτής της θεωρίας του Δαρβίνου, την οποία «διδάσκει το σχολείο» και, επομένως, δεν είναι δυνατόν «να μπαινοβγαίνουν θεολόγοι και ιερείς που να λένε ότι αυτά τα πράγματα είναι ανοησίες και πως προήλθαμε από τον Αδάμ και την Εύα». Φαίνεται πως ο ίδιος αναδεικνύεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ως προαγωγός ενός αυστηρού διδακτικού υλισμού, που επικεντρώνεται σχολαστικά στο περιεχόμενο της νέας γνώσης και όχι στον τρόπο μετάδοσής της. Γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, ο κ. Υπουργός θα υπερασπίζονταν, ως όφειλε, τη δημοκρατική δημιουργική αλληλεπίδραση όλων των μαθημάτων, όλων των απόψεων και όλων των «σχολών», που όταν το σχολείο είναι ανοικτό, όπως ο ίδιος δηλώνει, αλληλοπεριχωρούνται και συνυπάρχουν αρμονικά και βοηθούν το παιδί να κάνει τις δικές του γόνιμες συνθέσεις. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο, όταν οι θέσεις και οι απόψεις αυτές προέρχονται από την πνευματική παρακαταθήκη του λαού μας, έχουν θρέψει τις πνευματικές αναζητήσεις του και έχουν σφυρηλατήσει διαχρονικά την πολιτισμική του ταυτότητα. Τότε, υπάρχει η αναγκαιότητα για ακόμα μεγαλύτερο σεβασμό κατά την προσέγγισή τους και δεν προσφέρονται για προσβλητική υποτίμηση, που φτάνει τα όρια του εκχυδαϊσμού! Φαίνεται πως αυτές οι αλήθειες δεν τυγχάνουν της αποδοχής του κ. Υπουργού, ο οποίος, πέραν των άλλων, ατύχησε και στην ερμηνευτική προσέγγιση βιβλικών κειμένων, αποδεικνύοντας ότι μάλλον, δεν διακρινόταν για τις επιδόσεις του στα θεολογικά γράμματα κατά το παρελθόν……..Ποτέ βέβαια, δεν είναι αργά! Γιατί, αν έκανε τον κόπο ο κ. Υπουργός και ξεκινούσε μια προσπάθεια αναδίφησης των βιβλικών κειμένων της Γενέσεως, θα διαπίστωνε, με έκπληξη ίσως, ότι οι αναλλοίωτες πνευματικές αλήθειες που απορρέουν από την επεξεργασία τους υπέρκειται κατά πολύ, της εξαγωγής απλοϊκών και υπεραπλουστευμένων συμπερασμάτων, που αδικούν κατάφωρα, όχι μόνο τα κείμενα αυτά καθαυτά, αλλά και τη σπουδαιότητα που σημαίνουν για το ανθρώπινο πρόσωπο ανεξαιρέτως.
5. Στο σχολείο των ονείρων μας, για το οποίο αγωνιζόμαστε και το οποίο οραματιζόμαστε, όλοι οι θεσμικοί παράγοντες της κοινωνίας μας έχουν το δικαίωμα να καταθέτουν τις δικές τους απόψεις, σχετικά με τη διάρθρωση του και τους ποικίλους στόχους του. Αν λοιπόν, η διαπίστωση αυτή ισχύει για κάθε θεσμικό φορέα της ελληνικής κοινωνίας, τότε περιβάλλεται με απόλυτο κύρος στην περίπτωση της ποιμαίνουσας Εκκλησίας, η οποία αποτελεί πνευματική τροφός του Έθνους μας. Είναι δυνατόν ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων να αποκλείει την Εκκλησία από την άρθρωση ενός τέτοιου λόγου, που όχι μόνο δικαιοδοτείται, αλλά και υποχρεούται εξίσου να καταθέτει; Και υποχρεούται να το κάνει όχι μόνο ηθικά, παιδαγωγικά και ιστορικά αλλά και νομικά, κάνοντας χρήση του θεσμοθετημένου δικαιώματός της να παρακολουθεί το δογματικό περιεχόμενο των βιβλίων που διδάσκονται οι Έλληνες μαθητές. Δυστυχώς, τέτοιου επιπέδου συκοφαντίες του έργου και του ρόλου ενός ολόκληρου κλάδου Εκπαιδευτικών, καθώς και ανεπίτρεπτοι αφορισμοί και αποκλεισμοί παραπέμπουν σε άλλες σκοτεινές εποχές, που ευτυχώς δεν εκφράζουν τη δημοκρατική παράδοση των Ελλήνων.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 13 Μαΐου 2016
Ανοιχτή απαντητική επιστολή
της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων(ΠΕΘ)
προς τον Πρόεδρο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής(ΙΕΠ)
ΠΡΟΣ
Τον Αξιότιμο Πρόεδρο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, καθηγητή κ. Γεράσιμο Κουζέλη
Κοινοποίηση :
-
Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, Πρόεδρο και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος,
-
Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιο Παυλόπουλο,
-
Πρωθυπουργό της Ελλάδος κ. Αλέξιο Τσίπρα,
-
Πρόεδρο του συγκυβερνώντος κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κ. Πάνο Καμμένο,
-
Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη,
-
Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
ΘΕΜΑ: Η ΠΕΘ δεν συμμετέχει στον προσχηματικό διάλογο των προειλημμένων αποφάσεων του ΙΕΠ για το μάθημα των Θρησκευτικών
Κύριε Πρόεδρε,
Με την από 10/5/2016 Πρόσκλησή σας, καλείτε την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) σε συνάντηση με την Επιτροπή του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), για την εξέταση του περιεχομένου και την «αναβάθμιση» του μαθήματος των Θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Απαντώντας στην Πρόσκλησή σας, σας γνωρίζουμε τα κάτωθι:
1) Ένας διάλογος προκειμένου να είναι αντικειμενικός, ουσιαστικός και να εγγυάται την αποτελεσματικότητα, με σεβασμό σε όλους τους συμμετέχοντες, προϋποθέτει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο από μηδενική βάση. Δυστυχώς, όμως, σύμφωνα με ό, τι διαπίστωσαν μέλη της ΠΕΘ, που συμμετείχαν στη θεωρούμενη από σας συζήτηση και διαβούλευση, η υπό την προεδρεία σας συσταθείσα Επιτροπή, κατόπιν εντολής του κ. Υπουργού Παιδείας, δεν συζητάει καμία άλλη πρόταση για το μάθημα των Θρησκευτικών, πέραν των πολυθρησκειακών – πολυθεϊστικών πιλοτικών Προγραμμάτων Σπουδών. Τα Προγράμματα όμως αυτά, όπως γνωρίζετε, αποτελούν για την Ένωσή μας, όχι αναβάθμιση, αλλά υποβάθμιση και οντολογική αλλοίωση του μαθήματος και, φυσικά, απορρίπτονται άρδην ως αντιπαιδαγωγικά, αντισυνταγματικά, αντιθεολογικά και αντορθόδοξα, αφού οδηγούν σε μια νέα μορφή ειδωλολατρίας.
Η μετατροπή του μαθήματος των Θρησκευτικών σε κοκτέϊλ θρησκειών, που επιχειρείται, χωρίς ουσιαστικό διάλογο, μέσω της επιβολής των ως άνω Προγραμμάτων, εάν τελικά εφαρμοστεί – παρά τη ρητή και τεκμηριωμένη αντίθεση τόσο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος όσο και της μεγάλης πλειονοψηφίας των θεολόγων και του ορθόδοξου Ελληνικού λαού- θα είναι μια απροκάλυπτη δίωξη, εκ μέρους του ΙΕΠ και του Υπουργείου Παιδείας, της ορθόδοξης πίστεως των μαθητών, αφού αποτελεί καθαρή κατήχηση και προσηλυτισμό στην πολυθεϊα και πανθρησκεία.
2) Η ΠΕΘ, όπως γνωρίζετε, έχει ζητήσει εγγράφως και αιτιολογημένα από τον Υπουργό (σχετ. έγγραφο, αρ. Πρωτ. 51, 7/4/2016), την εξαίρεση (5) πέντε μελών της Επιτροπής του ΙΕΠ για το μάθημα των Θρησκευτικών, επειδή παραβιάζεται η αρχή της αμεροληψίας. Το αίτημά μας αυτό, μέχρι σήμερα, δεν έχει εισακουστεί ούτε καν έχει απαντηθεί.
3) Η ΠΕΘ, επίσης, έχει ζητήσει εγγράφως και αιτιολογημένα από τον Υπουργό (σχετ. έγγραφο, αρ. Πρωτ. 61, 18/4/2016), την παραίτηση συγκεκριμένου Σχολικού Συμβούλου, που αναφέρεται σε δημοσίευμα εφημερίδας («Ορθόδοξη Αλήθεια» 13/4/2016), από κάθε επιτροπή που συμμετέχει και αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς και του έτερου παράγοντα του Υπουργείου που αναφέρεται στο ίδιο δημοσίευμα. Η αίτησή μας αυτή μέχρι σήμερα δεν έχει εισακουστεί ούτε καν έχει απαντηθεί.
4) Η ΠΕΘ σας έχει ενημερώσει επανειλημμένως στο παρελθόν ότι εκπροσωπεί τη συντριπτική πλειοψηφία του θεολογικού κόσμου στην Ελλάδα, αλλά, παρ’ όλα αυτά, δεν συμμετέχει και δεν κλήθηκε ποτέ να συμμετάσχει, παρά τα διαρκή αιτήματά της περί αυτού, σε καμία επιτροπή διαλόγου που αφορούσε τη σύνταξη ή την αναμόρφωση νέων Προγραμμάτων Σπουδών. Απλά προσκαλείται, τώρα, προσχηματικά να νομιμοποιήσει μια αντινομία που εξελίσσεται τα τελευταία πέντε χρόνια, σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών, από τα ίδια πρόσωπα που βρίσκονται τα τελευταία χρόνια πάντοτε και αδιάκοπα στις επιτροπές για το μάθημα των Θρησκευτικών, ενώ, ταυτόχρονα, αποτελούν μέλη ιδρυθέντος πρόσφατα Σωματείου που αντιστρατεύεται τους σκοπούς της Ένωσής μας. Για τον λόγο αυτόν η ΠΕΘ δεν αναγνωρίζει άλλα σωματεία ισχνών μειοψηφιών, που παράνομα και καταχρηστικά αυτοπροβάλλονται ως Πανελλήνιες Θεολογικές Ενώσεις και με τα οποία εσείς, καθώς φαίνεται από το έγγραφό σας, διαβουλεύεστε μαζί τους.
Ως εκ τούτων σας δηλώνουμε ότι :
1) Αρνούμαστε κατηγορηματικά να συμμετάσχουμε σε έναν εμφανώς σύντομο και προσχηματικό διάλογο, που μοναδικό στόχο έχει απλά την «αλληλογνωριμία» μας και μια απλή ενημέρωση εκ μέρους σας. Άλλωστε τα πολυθρησκειακά και συγκρητιστικά Προγράμματα, που, με εντολή του κ. Υπουργού, θέλετε να εφαρμόσετε, ενάντια στις πνευματικές αρχές, τις αξίες και τα πρότυπα του Ελληνικού λαού, δεν αμφισβητούνται απλώς, αλλά έχουν ήδη αποδομηθεί, ως ακατάλληλα για τους μαθητές, μέσω επιστημονικών, παιδαγωγικών και θεολογικών κριτηρίων σε πανελλήνια και διεθνή επιστημονικά συνέδρια και σε ημερίδες. Γι΄ αυτόθεωρούμε εμπαιγμό τη συμμετοχή μας σε μια τέτοια τυπική και καθόλου ουσιαστική διαβούλευση και δεν επιθυμούμε να συμπράξουμε σε έναν μεθοδευμένο μονόλογο, όπου οι αποφάσεις καθώς φαίνεται είναι πολιτικές και προειλημμένες και ήδη εκτελούνται -(βλέπε απόφαση κ. Φίλη για μείωση ωρών του μαθήματος των Θρησκευτικών στα Δημοτικά Σχολεία και δηλώσεις του Υπουργού στα ΜΜΕ για εφαρμογή των πιλοτικών Προγραμμάτων)- καθιστώντας τον διάλογο αυτόν μια προσχηματική παρωδία.
2) Σας δηλώνουμε ότι τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις σας για το μάθημα, που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με τη βούληση της συντριπτικής πλειονοψηφίας του θεολογικού και εκκλησιαστικού κόσμου αλλά και του συνόλου του ελληνικού λαού καθώς επίσης και του Ελληνικού Συντάγματος, του Εκπαιδευτικού Νόμου 1566/1985, του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος και των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των διοικητικών Δικαστηρίων, θα τις αντιπαλέψουμε με κάθε νόμιμο τρόπο.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαΐου 2016
Ανοιχτή επιστολή
Θέμα: Η μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών
Προς
-
Τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, Πρόεδρο και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος,
-
Τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιο Παυλόπουλο,
-
Τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος κ. Αλέξιο Τσίπρα,
-
Τον Πρόεδρο του συγκυβερνώντος κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κ. Πάνο Καμμένο,
-
Τους κ. Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου,
-
Τον Ελληνικό λαό.
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων καταγγέλλει δημόσια την απαράδεκτη απόφαση του Υπουργού Παιδείας κ. Νικόλαου Φίλη η οποία, εντελώς προκλητικά, μειώνει τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών από 2 σε 1 στην Ε’ και ΣΤ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου και ουσιαστικά καταργεί τη διδασκαλία του μαθήματος.
Η απόφαση αυτή είναι προάγγελος και των σχεδιαζόμενων και ήδη δρομολογημένων αλλαγών από το Υπουργείο Παιδείας, για το μάθημα των Θρησκευτικών στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο με τη μεθοδευόμενη μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογία, στην πραγματικότητα όμως, σ΄ ένα πολυθρησκειακό ή πολυθεϊστικό μόρφωμα που, κατ ΄ ουσίαν, οδηγεί τα παιδιά στην πανθρησκειακή σύγχυση και, τελικά, στην ατομική θρησκεία, στον θρησκευτικό μηδενισμό ή στην αθεΐα.
Οφείλουμε να τονίσουμε ότι η απόφαση αυτή του Υπουργού Παιδείας, που εξεδόθη είναι:
1) Αντισυνταγματική και συνεπώς παράνομη, διότι παραβαίνει κάθε συνταγματική επιταγή και κάθε δικαστική απόφαση, που αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών.
2) Προσβλητική εναντίον του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και των Επισκόπων της Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι περιφρονεί τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τις σχετικές με το μάθημα των Θρησκευτικών, ενώ, ταυτόχρονα, αθετεί τις υποσχέσεις του Υπουργού Παιδείας προς τον Αρχιεπίσκοπο για διάλογο και για μη μονομερείς ενέργειες σε ό, τι αφορά στη χριστιανική αγωγή των νέων.
3) Μειωτική του κύρους του Προέδρου της Κυβέρνησης κ. Αλέξη Τσίπρα, διότι αναιρεί τη διακηρυγμένη δέσμευσή του, την οποία εξέφρασε κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησής του λέγοντας: «Είμαστε σάρκα από τη σάρκα αυτού του λαού, είμαστε κάθε λέξη από το Σύνταγμα αυτής της χώρας και αυτό θα υπηρετήσουμε μέχρι τέλους», καθώς και του Προέδρου του συγκυβερνώντος κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κ. Πάνου Καμμένου, ο οποίος έχει δηλώσει ότι: «Οδεύουμε στην οδό της Ορθοδοξίας».
4) Αντιπαιδαγωγική, αφού ο περιορισμός της διδασκαλίας το μαθήματος στη μία ώρα καταργεί στην ουσία τον χρόνο που απαιτείται για την επαρκή διδασκαλία και τη συνολική κάλυψη του περιεχομένου της ύλης. Επιπλέον, υποβιβάζει την αξία ενός μαθήματος το οποίο στη συνείδηση των γονέων της μαθητιώσας νεολαίας είναι το βασικότερο για την απόκτηση αληθινής και ουσιαστικής Ελληνορθόδοξης Παιδείας.
5) Περιφρονητική προς τη συνείδηση της πλειονοψηφίας του Ελληνικού λαού, ο οποίος, σε κάθε ευκαιρία, δείχνει τη θέλησή του να πορεύεται στο πλαίσιο της Ορθόδοξης χριστιανικής κληρονομιάς του.
Ως εκ τούτων καλούμε :
1) Τον Υπουργό Παιδείας κ. Νίκο Φίλη, να αναθεωρήσει την ολέθρια για μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό, απόφασή του.
2) Τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιο Παυλόπουλο, τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος κ. Αλέξη Τσίπρα, τον Πρόεδρο του συγκυβερνώντος κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κ. Πάνο Καμμένο, τους κ. Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, να παρέμβουν για να αποτρέψουν τις αποδομητικές για το μάθημα των Θρησκευτικών αλλαγές που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας.
3) Τους πνευματικούς ανθρώπους και τα σωματεία, που στηρίζουν αγωνιστικά τις παραδόσεις που συνιστούν τις πνευματικές δομές του Ελληνισμού, να αντισταθούν, ΕΛΛΗΝΙΚΑ, στη σχεδιαζόμενη -έμπρακτη πλέον- πολιτισμική αλλοίωση της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των νέων της Ελλάδος από το Υπουργείο Παιδείας. Η φθορά ή η κατάργηση των πνευματικών μας διαφορών και ιδιαιτεροτήτων, ως λαού και ως έθνους, που κρατήθηκαν διαχρονικά έως τώρα, μέσω τόσων και ποικίλων αντιξοοτήτων και αγώνων αλλά και μέσα από την παιδεία του γένους, θα έχει ως συνέπεια την μελλοντική υποταγή μας σε ένα πολτοποιημένο, πολιτισμικά και θρησκευτικά, παγκοσμιοποιημένο μόρφωμα. Τα πνευματικά σύνορα της χώρας μας θεωρούνταν πάντοτε και θεωρούνται και σήμερα ισότιμα με τα εδαφικά και τα θαλάσσια και, επομένως, η ορθή διαπαιδαγώγηση της νεότητας, μαζί με τη λαϊκή άμυνα, αντίσταση και επαγρύπνηση, θεωρούνται αναγκαίοι παράγοντες, προκειμένου να μην επέλθει η πνευματική άλωση της χώρας μας με ό, τι αυτό συνεπάγεται για την ανεξαρτησία και την ελευθερία της.
4) Τον Ελληνικό λαό να αντιδράσει δυναμικά και με κάθε νόμιμο τρόπο απέναντι στην ιδεοληπτική επίθεση που απροκάλυπτα και ανενδοίαστα, πλέον, υφίσταται, από τον Υπουργό Παιδείας, η πνευματική, ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά της χώρας μας.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Μαΐου 2016
Ο συνεχής και αέναος τροχός των μετενσαρκώσεων από τον οποίο επιθυμεί να λυτρωθεί ο πιστός τού Ινδουισμού
Ο Ινδουισμός είναι η πατροπαράδοτη θρησκεία των Ινδιών, γι’ αυτό άλλωστε δεν αναφέρεται και ιδρυτής, που αποτελείται από ένα συνονθύλευμα θρησκευτικών και φιλοσοφικών συστημάτων τα οποία ξεκινούν από ένα αφελή ανιμισμό (τα πάντα έχουν ζωή), συνεχίζουν σε ένα πολυδαίδαλο πολυθεϊσμό με εκατοντάδες χιλιάδες Θεούς και Θεές και καταλήγουν όχι μόνο σ’ ένα άκρατο μονοθεϊσμό, αλλά πολλές φορές και σε αθεϊσμό!
Κοινός τόπος όλων αυτών των θρησκευτικών και φιλοσοφικών συστημάτων τού Ινδουισμού είναι η ιδέα της μετενσάρκωσης, σύμφωνα με την οποία η ψυχή τού ανθρώπου μετενσαρκώνεται με νέα μορφή σαν φυτό, ζώο ή άνθρωπος μετά τον θάνατό του. Το «κάρμα» δηλαδή η ανταμοιβή για τις πράξεις τού ανθρώπου στην προηγούμενη ζωή του, καθορίζει αν η ψυχή μετενσαρκωθεί ευνοϊκά ή όχι. Ο συνεχής και αέναος αυτός κύκλος των μετενσαρκώσεων τού ανθρώπου ονομάζεται «σαμσάρα» (samsara). Η λύτρωση από την «σαμσάρα» τήν αλυσίδα δηλαδή των συνεχών μετεμψυχώσεων, αποκαλείται «μόξα» (moksa) και θεωρείται η ύψιστη θρησκευτική επιδίωξη.
Συνεπώς, βασικό θέμα τής ινδικής θρησκευτικής αναζήτησης υπήρξε ο προσδιορισμός τής οδού για την λύτρωση. Η ανάπτυξη και η θεμελίωση τών τρόπων και των μέσων για την επίτευξη τής λύτρωσης («μόξα») αυτής, ήταν το επίκεντρο των διαφόρων θρησκευτικών και φιλοσοφικών σχολών τού Ινδουισμού. Το πρόβλημα αυτό συνδέθηκε με πλήθος άλλων ζητημάτων, στα οποία οι συζητήσεις και απαντήσεις κατά την μακραίωνη εξέλιξη τού Ινδουισμού υπήρξαν πολυσύνθετες. Οι τρεις δρόμοι πορείας προς τη λύτρωση, τους οποίους καθόρισε η ινδική σκέψη, είναι: Η «κάρμα – μάργκα», οδός τών έργων, η «τζνάνα – μάργκα», η οδός τής γνώσεως και η «μπάκτι – μάργκα», η οδός τής αφοσιώσεως. Ή «κάρμα – γιόγκα», «τζνάνα – γιόγκα», «μπάκτι – γιόγκα». Γιόγκα σημαίνει άσκηση, γυμνασία, ζεύξη. Εκτός βέβαια των παραπάνω, επειδή η Ινδουιστική θρησκεία είναι πολυδαίδαλη, όπως έχουμε επισημάνει, υπάρχουν και διάφορες άλλες παραλλαγές και συνδυαστικές μορφές τής Ινδουιστικής λαϊκής ευσέβειας, αλλά επίσης και πολλά φιλοσοφικά συστήματα, τα οποία καθορίζουν την «λυτρωτική» γνώση. Έξη από αυτά θεωρούνται ως σπουδαιότερα.
Σύμφωνα με τον πρώτο δρόμο, όπως χαράχτηκε από τα δυο κυρίαρχα ρεύματα τού Ινδουισμού, τον Βεδισμό και τον Βραχμανισμό, η σωτηρία επιτυγχάνεται δια των έργων. Μεταξύ των έργων αυτών, και κέντρο τής θρησκευτικής ζωής που οδηγεί στην λύτρωση συνιστούν οι θυσίες προς τους θεούς, η μελέτη των ιερών κειμένων (Βέδες), τα τελετουργικά έργα, η προσφορά τροφής στα πνεύματα των προγόνων, η φιλοξενία προς τους συνανθρώπους και η ενασχόληση με την«γιόγκα», ένα είδος πρακτικής ασκητισμού. Η «γιόγκα» επιτρέπει με διάφορους μεθόδους αναπνοής και ασκήσεων, να βρεθεί κανείς σε μια έκσταση, όπου παύει να υπάρχει η δυαδικότητα υποκειμένου και αντικειμένου και έτσι γίνεσαι ένα με το θείον. Προϋπόθεση δε, για την αποδοχή εκ μέρους των θεών τών αιτημάτων τού ανθρώπου αποτελεί η ακριβής τήρηση τού τυπικού, που καθορίζεται λεπτομερώς στον Κώδικα του Manu. Πάντως σύμφωνα με την«κάρμα – μάργκα», η θυσία προς τους θεούς προσφέρει και παράγει το παν. Αργότερα αναζητήθηκε βαθύτερη θεολογική ερμηνεία τού νοήματος τών τελετουργικών αυτών τύπων.
Η δεύτερη λυτρωτική κατεύθυνση, που επισημαίνουν κυρίως οι Ουπανισάδες(ιερά επεξηγηματικά κείμενα τών ιερών βιβλίων τού Ινδουισμού Βέδες), τονίζει ότι στο σύμπαν υπάρχει ένα μόνον Άτμαν (παγκόσμια ψυχή). Τα άλλα, τα επί μέρους άτμαν (ψυχές), αποτελούν διαφοροποιήσεις τού ενός. Η ινδική σκέψη ταυτίζει τελικά το ένα και μοναδικό Άτμαν με το Μπράχμαν (το Θείον). ΟιΟυπανισάδες, αναφερόμενες στην σωτηρία, τη «μόξα» (moksa), τονίζουν πως τελικός σκοπός, το οποίον πρέπει να επιδιώξει ο άνθρωπος, είναι η λύτρωση από την αδιάκοπη ροή της αναγέννησης (σαμσάρα). Και αυτό το κατορθώνει, όταν συνειδητοποιήσει την ταύτιση Άτμαν και Μπράχμαν. Ο άνθρωπος, αποτελώντας μια σπίθα τής παγκόσμιας ψυχής, του Άτμαν, δεν αποχωρίζεται από αυτή την ενότητα με ανυπακοή ηθικής τάξεως. Η υπέρτατη αρχή τού σύμπαντος, το Μπράχμαν, εφόσον είναι απρόσωπη, δεν μπορεί να προσβληθεί. Για την ινδική σκέψη λοιπόν, αμαρτία κυρίως είναι η άγνοια της ενότητας αυτής, δηλαδή του εγώ και του Μπράχμαν, η αποκαλούμενη «Avidya». Και η «Avidya»αυτή, πρέπει να υπερνικηθεί με τη γνώση και την εμπειρία, για να φθάσει κανείς στην έλλαμψη. Η θέληση επιστρατεύεται όχι για τη μεταμόρφωση τού κόσμου, αλλά για την απομάκρυνση τού ατόμου από αυτό τον κόσμο τής απάτης. Η ιδεώδης πορεία προς την σωτηρία σύμφωνα με τη «τζνάνα – μάργκα», διέρχεται δια τεσσάρων σταθμών: του σπουδαστή της θρησκείας, του έγγαμου οικογενειάρχη, του ερημίτη ασκητή και τέλος τού αγίου, ο οποίος πετυχαίνοντας με την αυτοσυγκέντρωση την ύψιστη γνώση, εκφεύγει οριστικώς τού «κάρμα» και του κύκλου τών μετενσαρκώσεων και απορροφάται από το απόλυτο Μπράχμαν, περιπίπτει δηλαδή στην τελική κατάσταση που ονομάζεταιSamadhi.
Η Μπαγκαβάτ – γκιτά, ένα από τα ιερότερα και από τα πιο αγαπημένα κείμενα τού Ινδουισμού, περιγράφει τον τρίτο δρόμο για την σωτηρία τού ανθρώπου την«μπάκτι – μάργκα». Ως τρόπο σωτηρίας λοιπόν, απλούστερο και αμεσότερο, θεωρεί την αφοσίωση και την πλήρη εγκατάλειψη στην αγάπη κάποιας προσωπικής θεότητας, από τις εκατοντάδες χιλιάδες Θεούς και Θεές που διαθέτει ο Ινδουισμός και την λατρεία αυτής. Μάλιστα ο επιφανέστερος θεολόγος που τόνιζε την αφοσίωση και αγαπητική προσκόλληση σε μια ορισμένη θεότητα υπήρξε ο μεγάλος θεολόγος και ποιητής Ραμανούτζα (11ος – 12ος αιώνας μ.Χ.). Ο ίδιος είχε δώσει την θερμή του αγάπη στον θεό Βισνού και ιδιαίτερα σε μια ενσάρκωση αυτού στον κόσμο, τον Κρίσνα.
Πάντως και οι τρεις δρόμοι για την λύτρωση των πιστών τού Ινδουισμού, περιέχονται στον Κώδικα του Manu που γράφτηκε περίπου το 200 π. Χ., η δεΜπαγκαβάτ – γκιτά επιχειρεί τον συνδυασμό των τριών αυτών δρόμων σε ένα, θέτοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ολόψυχο αφοσίωση προς τον θεό Κρίσνα, ο οποίος αποτελεί και τον κεντρικό ήρωα αυτής.
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από την Μπαγκαβάτ – γκιτά το οποίο περιγράφει πως ο θεός Κρίσνα διδάσκει τους τρόπους ένωσης με αυτόν:
«Σ’ εκείνους που … αφιερώνοντας όλες τις πράξεις τους σ’ εμένα και θεωρώντας με ως τον ύψιστο σκοπό με λατρεύουν, διαλογιζόμενοι πάνω σ’ εμένα με αποκλειστική αφοσίωση, που έχουν το νου τους προσηλωμένο σ’ εμένα, εγώ, χωρίς καθυστέρηση, έρχομαι να τους λυτρώσω απ’ τον ωκεανό αυτού του κόσμου τού θανάτου. Τοποθέτησε το νου σου μόνο σ’ εμένα προσήλωσε την κατανόησή σου σ’ εμένα. Σ’ εμένα τότε θα κατοικείς από κει και πέρα χωρίς αμφιβολία. Αλλά αν δεν μπορείς να προσηλώσεις το νου σου σταθερά σ’ εμένα, τότε … ας είναι οι πράξεις εξευμενισμού μου ο υψηλότερος σκοπός σου. Ακόμη και με το να κάνεις πράξεις για να με εξευμενίσεις θα φτάσεις στην τελειότητα. Αν δεν μπορείς να κάνεις ακόμη κι αυτό, τότε κατάφυγε στην αφοσίωση σ’ εμένα και, με αυτοσυγκράτηση, εγκατάλειψε όλους τους καρπούς τών πράξεών σου … Εκείνος ο πιστός μου που είναι αδιάφορος, καθαρός, αμερόληπτος, ελεύθερος από θλίψη, που εγκαταλείπει όλες τις πράξεις [που έχουν σκοπό την απόκτηση των καρπών], μου είναι πολύ αγαπητός … Εκείνος που είναι ίδιος προς το φίλο του και προς τον εχθρό, ίδιος προς την τιμή και την ατιμία, προς το κρύο και τη ζέστη, προς την ευχαρίστηση και τον πόνο, που είναι ελεύθερος από προσκολλήσεις, εκείνος για τον οποίον ο έπαινος και ο ψόγος είναι το ίδιο, που είναι σιωπηλός, ευχαριστημένος με οτιδήποτε, ανέστιος, με σταθερό νου και γεμάτος αφοσίωση, εκείνος μου είναι πολύ αγαπητός». Μπαγκαβάτ – γκιτά, ΧΙΙ
Παρόλο που η αναζήτηση τής «μόξα» (moksa) δεν υπήρξε ποτέ το ιδεώδες παρά μόνο για μια μικρή μειοψηφία πιστών τού Ινδουισμού, η απελευθέρωση ήταν πάντα για όλους ένας θρησκευτικός κανόνας που επηρέαζε τη ζωή τους. Και αυτό συνέβαινε επειδή η «μόξα» (moksa) καθόριζε όχι μόνο τις ιεραρχικές αξίες των κοινωνικών θεσμών, των θρησκευτικών δογμάτων και λατρευτικών εθίμων των Ινδών, αλλά και τον τρόπο λειτουργίας τής ινδικής φιλοσοφίας, η οποία οφείλει να εξετάζει τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος για να κατακτήσει την αληθινή ευτυχία και τι πρέπει να κατανοήσει, μέσα από την άμεση πείρα, για να διαφύγει από τη σαμσάρα (τη δουλεία) και να αποκτήσει πνευματική ελευθερία. Ενώ όσοι δεν έχουν εμβαθύνει στη βραχμανική σκέψη έχουν αόριστη μόνο ιδέα για τα δόγματα τού «κάρμα» και τής «μόξα», στα ημιλαϊκά στρώματα των Ινδών, τα δόγματα αυτά αποτέλεσαν κίνητρα στοχασμού σε μεγάλη έκταση.
Για τον κοινό ινδουιστή, ο κύριος σκοπός τής εγκόσμιας ζωής είναι η συμμόρφωση στις κοινωνικές υποχρεώσεις και τα λατρευτικά καθήκοντα και στους πατροπαράδοτους κανόνες συμπεριφοράς της κάστας του, δηλαδή στην κοινωνική θέση που ανήκει υποχρεωτικά εκ γενετής βάσει της θρησκείας τού Ινδουισμού, τής οικογένειάς του και του επαγγέλματός του. Στα καθήκοντα αυτά και στις υποχρεώσεις αυτές συμπεριλαμβάνεται ένα προσωπικό, ατομικό«ντάρμα» (κανόνας και καθήκοντα), δηλαδή η σταθερότητα, ο νόμος, η τάξη και η θεμελιώδης ισορροπία στο σύμπαν, στη φύση και στην κοινωνία, που δεν πρέπει να παραβιάζονται από τον φόβο ανεπιθύμητων αποτελεσμάτων. Το«σανατάνα (πατροπαράδοτο) ντάρμα» – όρος που χρησιμοποιεί ο κάθε ινδουιστής για τη δική του θρησκεία – είναι έννοια παρόμοια με τη «θρησκευτική πρακτική» της Δυτικής σκέψης. Έτσι, η θρησκεία για τον ινδουιστή είναι παράδοση και κληρονομιά, ένας τρόπος ζωής και ένας τρόπος σκέψης. Στην πράξη, είναι η ορθή εφαρμογή μεθόδων που του εξασφαλίζουν ευημερία στη ζωή και μια καλή κατάσταση στον «άλλο κόσμο».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Αρχιεπισκόπου Τιράνων Αναστασίου Γιαννουλάτου: «Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού»
-
Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος – Larousse – Britannica»
-
Εγκυκλοπαίδεια «Επιστήμη και Ζωή»
-
«Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια»
-
«Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε)»
6. Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Χριστιανισμός και Θρησκεύματα» Β΄Γενικού Λυκείου, 2009
Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 9 Μαΐου 2016
Διαβάζοντας κάποιος το Ευαγγέλιο διαπιστώνει πως ο Χριστός είχε σχεδόν σε καθημερινή βάση διαλόγους για τη Βασιλεία του Θεού, τον ερχομό του Μεσσία, τη στάση του πιστού Ισραηλίτη απέναντι στο Θεό και τους συνανθρώπους του, αλλά και για άλλα θρησκευτικά θέματα με διάφορες θρησκευτικές ομάδες του Ισραήλ όπως λ.χ. τους Φαρισαίους, Σαδδουκαίους κ.λ.π.
Γι’ αυτό λοιπόν είναι καιρός να γνωρίσουμε πιο καλά αυτές τις ομάδες και να δούμε το θρησκευτικό πιστεύω τους, την αποδοχή που είχαν από τον κόσμο, τη σχέση τους με τους κατακτητές Ρωμαίους και άλλα θέλουμε να πιστεύουμε ενδιαφέροντα πράγματα γι’ αυτούς. Πάντως, ότι γνωρίζουμε γι’ αυτούς, εκτός βέβαια της Καινής Διαθήκης, μας τα κάνει γνωστά ο σπουδαίος και μοναδικός Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος 37 – 100 μ.Χ.
Ξεκινάμε με την πιο γνωστή θρησκευτική ομάδα, με την οποία ο Χριστός είχε την μεγαλύτερη αντιπαράθεση, και εκτόξευσε εναντίον της, λίγο πριν τον μαρτυρικό του θάνατο τα περίφημα «ουαί». Και αυτή η ομάδα δεν είναι άλλη από τους περίφημους Φαρισαίους.
Φαρισαίοι: Για τους Φαρισαίους σχεδόν όλοι οι πιστοί – λόγω της διήγησης των Ευαγγελίων – έχουν συγκεχυμένες έως λάθος εντυπώσεις. Πιστεύουν λ.χ. ότι ήταν όλοι υποκριτές, πως ήταν μισητοί από τον κόσμο και εξαιτίας των εικόνων που βλέπουν ή των ταινιών που αναφέρονται σ’ αυτούς έτσι που τους βλέπουν να φορούν τα φαρδιά ρούχα της εποχής εκείνης που θυμίζουν τα ράσα των κληρικών, νομίζουν πως ήταν ιερείς. Όπως θα δούμε όμως, όλα αυτά είναι λάθος. Η λέξη «Φαρισαίος» προέρχεται από την εβραϊκή «περουσίμ» και σημαίνει «αποκομμένος», «αποχωρισμένος», «ξεχωρισμένος», αφιερωμένος δηλαδή στο Θεό και τηρητής όλων των κανόνων τελετουργικής αγνότητας. Πρωτοεμφανίστηκαν στα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ. Ήθελαν να ξεχωρίζουν από τους άλλους τους πολλούς και ιδιαίτερα τον απλό λαό, που τους θεωρούσαν αμαρτωλούς, επειδή αγνοούσαν τις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου. Ήταν κίνημα λαϊκό, όχι ιερατικό, από την τάξη των επαγγελματιών, που αποχωρίστηκε από τους παλαιότερους ευσεβείς ζηλωτές του νόμου, είχαν όμως μεγάλη επιρροή στις Συναγωγές. Δεν ήταν ιδιαίτερα πλούσιοι και οι περισσότεροι ήταν γεωργοί, τεχνίτες και έμποροι. Στις τάξεις τους ανήκαν και πολλοί Γραμματείς, ερμηνευτές δηλαδή του Νόμου. Πίστευαν πως τηρώντας τον Μωσαϊκό Νόμο κατά γράμμα, δηλαδή με κάθε λεπτομέρεια και σχολαστικότητα εξασφάλιζαν την σωτηρία τους. Αυτό τους έκανε να αισθάνονται υπερήφανοι για τον εαυτό τους και να υποτιμούν όλους τους άλλους, τους οποίους θεωρούσαν αμαρτωλούς. Πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών, την ύπαρξη των αγγελικών δυνάμεων και τη θεία πρόνοια. Πίστευαν ακόμη στην κρίση και στην ανταπόδοση στον καθένα ανάλογα με τα έργα του. Περίμεναν τον Μεσσία όχι ως πνευματικό ηγέτη που θα σώσει τους ανθρώπους από το κακό και την αμαρτία αλλά ως κοσμικό εθνικό ηγέτη που θα ελευθερώσει τους Ιουδαίους από τους Ρωμαίους κατακτητές και θα εγκαθιδρύσει παγκόσμια κυριαρχία.
Οι Φαρισαίοι έδειχναν την ευσέβειά τους με επιδεικτικό τρόπο. Τηρούσαν σχολαστικά τα Σάββατα, τις γιορτές, τις νηστείες και τους καθαρμούς. Προσεύχονταν δημόσια, φορούσαν μεγάλα «φυλακτήρια»και φάρδαιναν τις άκρες από τα πανωφόρια τους για να ξεχωρίζουν από τους άλλους. Είχαν την πεποίθηση ότι η χάρη και η βοήθεια του Θεού ανήκαν δικαιωματικά μόνο σ’ αυτούς, αφού αυτοί γνώριζαν και εφάρμοζαν πιστά τις εντολές του. Θεωρούσαν τις διατάξεις των Γραμματέων, που στηρίζονταν στις παραδόσεις των πατέρων, ισάξιες με το Νόμο του Θεού και ζώντας υποκριτικά όχι μόνο δεν βοηθούσαν το λαό να διορθωθεί, αλλά του έδειχναν ένα λαθεμένο δρόμο. Παρ’ όλα αυτά είχαν κατορθώσει να κερδίσουν την εκτίμησή του και ήταν πολλοί αγαπητοί στο λαό. Η στάση τους απέναντι στους Ρωμαίους κατακτητές ήταν άλλοτε επιφυλακτική κι άλλοτε αρνητική. Άξιο μνείας είναι και το γεγονός πως και ο Απόστολος Παύλος, πριν γίνει Χριστιανός ανήκε στους Φαρισαίους.
Υπήρχαν και αξιόλογοι Φαρισαίοι, πράγμα που αναγνωρίζεται και από το Χριστό, αφού όπως περιγράφουν τα Ευαγγέλια (Λουκάς 7:36 – 50) δέχτηκε την πρόσκληση του Φαρισαίου Σίμωνα και συνέφαγε μαζί του. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο στα χρόνια του Χριστού οι Φαρισαίοι ήταν περίπου 6.000.
Σαδδουκαίοι: Ιδιαίτερη ομάδα της Ιουδαϊκής κοινωνίας, αποτελούσαν οι Σαδδουκαίοι. Υπήρχαν από παλιά, αλλά δραστηριοποιήθηκαν μετά τη Μακκαβαϊκή επανάσταση (165 π.Χ.). Ήταν πλούσιοι και μορφωμένοι – είχαν μάλιστα επηρεαστεί από τον ελληνιστικό τρόπο ζωής – και, αν και λίγοι αριθμητικά, ασκούσαν μεγάλη επιρροή στα θρησκευτικά και πολιτικά πράγματα της χώρας. Ανήκαν στην ανώτερη κοινωνία και είχαν στενούς δεσμούς με το ιερατείο των Ιεροσολύμων. Την ονομασία τους την οφείλουν στον πρώτο αρχιερέα του Ναού, τον Σαδδώκ, που ιεράτευσε στα χρόνια του βασιλιά Δαβίδ. Από το 6 – 70 μ.Χ. όλοι σχεδόν οι αρχιερείς προέρχονταν από αυτούς. Οι Σαδδουκαίοι, όπως και οι Φαρισαίοι, ήταν μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου του ανώτατου δηλαδή διοικητικού, δικαστικού και θρησκευτικού οργάνου των Ιουδαίων, και είχαν για κύριο έργο τους την αντιμετώπιση των θεμάτων του Ναού. Ασχολούνταν με τις υποθέσεις του Ναού και την διαχείριση της περιουσίας του (ήταν οι θησαυροφύλακες) και φρόντιζαν με κάθε επιμέλεια και σχολαστικότητα για τις ιεροτελεστίες.
Αντίθετα από τους Φαρισαίους οι Σαδδουκαίοι απέρριπταν τις παραδόσεις των πατέρων και δέχονταν μόνο το γραπτό νόμο, δηλαδή όσα έγραφαν τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης (Γένεσις, Έξοδος, Λευιτικό, Αριθμοί, Δευτερονόμιο), και έδιναν βαρύτητα στις θυσίες και τις τελετές του Ναού. Δεν πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών και την ύπαρξη των αγγέλων ή πνευμάτων, ούτε δέχονταν πως ο Θεός ελέγχει τις πράξεις των ανθρώπων και κάνει κρίση των πράξεων αυτών. Ονομαστός είναι ο διάλογος που διεξήγε ο Χριστός με τους Σαδδουκαίους για την ανάσταση των νεκρών (Λουκάς 20:27 – 40), όταν θέλοντας να τον παγιδέψουν και να τον εξευτελίσουν, τον ρώτησαν σε ποιον από τους επτά αδελφούς θα ανήκε η γυναίκα όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών, η οποία λόγω του ανδραδελφικού νόμου που ίσχυε στο Ισραήλ είχε παντρευτεί διαδοχικά και τα επτά αδέλφια, με τον Χριστό να τους αποστομώνει λέγοντας: «… Κατά την ανάσταση εκ νεκρών, ούτε νυμφεύονται ούτε παντρεύονται, ούτε είναι δυνατόν να πεθάνουν πλέον, διότι είναι ίσοι προς τους αγγέλους και είναι υιοί του Θεού». Με τους Ρωμαίους κατακτητές διατηρούσαν καλές σχέσεις, επειδή αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους, γεγονός που τους έκανε μισητούς στο λαό.
Ζηλωτές: Ήταν μια μικρή, φανατική και δυναμική ομάδα, η οποία αποσχίστηκε από τους Φαρισαίους, μετά την κατάκτηση της Παλαιστίνης από τους Ρωμαίους. Ιδρυτής του θεωρείται ο Ιούδας ο Γαυλωνίτης, γιος του Εζεκία. Ονομάστηκαν έτσι επειδή γνώρισμά τους ήταν ο υπερβολικός ζήλος για την τύχη του έθνους τους. Το όνομά τους προέρχεται από την εβραϊκή λέξη «Κανά». Κατά μία άλλη εκδοχή, πιστεύεται πως το όνομά τους προήλθε από τη λέξη «ζήλη», που ήταν ένα μικρό εγχειρίδιο, το οποίο έκρυβαν επιμελώς στα φαρδιά ρούχα της εποχής εκείνης και με το οποίο φόνευαν τους Ρωμαίους στρατιώτες ή τους συνεργάτες των Ρωμαίων. Πίστευαν ότι ο εκλεκτός λαός του Θεού δεν ήταν δίκαιο να είναι σκλαβωμένος στους Ρωμαίους. Γι’ αυτό αρνούνταν να πληρώνουν φόρο στους κατακτητές. Οι Ζηλωτές δηλαδή, στήριξαν τον εθνικοθρησκευτικό τους ενθουσιασμό στη σκέψη ότι, αφού ο Θεός είναι ο μόνος κύριος και κυβερνήτης του λαού του, δεν επιτρέπεται στους Ιουδαίους να αναγνωρίζουν την κυριαρχία του Καίσαρα της Ρώμης και να πληρώνουν φόρο υποτέλειας. Κατά καιρούς οργάνωναν μικροεπαναστάσεις, τις οποίες οι Ρωμαίοι κατέπνιγαν στο αίμα, και όσους Ζηλωτές συλλαμβάνανε τους καταδίκαζαν σε θάνατο δια του σταυρού. Πίστευαν ότι με τα όπλα και την αντίσταση και όχι με την πιστή τήρηση του Νόμου και την υπομονή θα πετύχαιναν την εθνική τους ανεξαρτησία και θα βοηθούσαν στον ερχομό της Βασιλείας του Θεού. Πολλοί από αυτούς συνεπαρμένοι από το όραμα αυτό αυτοανακηρύσσονταν Μεσσίες, οργάνωναν απελευθερωτικά κινήματα και υποκινούσαν εξεγέρσεις, με αποτέλεσμα όπως είπαμε να καταπνίγονται στο αίμα και ο λαός να γνωρίζει σκληρότερη καταπίεση. Πιστεύεται πως ο Σίμων ο Κανανίτης, πριν γίνει μαθητής του Χριστού, πρέπει να ήταν ένας από αυτούς και πολύ πιθανόν και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σχολικό εγχειρίδιο Θρησκευτικών, Α΄ Γυμνασίου, 1997
Σχολικό εγχειρίδιο Θρησκευτικών, Β΄ Γυμνασίου, 2001
Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 1 Μαΐου 2016
ΚΑΡΥΑΙ ΤΗ 22.3/4.4.2016
ΑΡ. ΠΡΩΤ. Φ.2/7/670
Εξοχώτατον
Υπουργόν Παιδείας, Έρευνας και
Θρησκευμάτων
κύριον Νικόλαον Φίλην
Εις Αθήνας
Εξοχώτατε κύριε Υπουργέ,
Δια του παρόντος ιεροκοινοσφραγίστου γράμματος η καθ΄ημάς Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους, αφουγκραζομένη την ανησυχίαν των ενταύθα πολυπληθών προσκυνητών, προερχοµένων εκ πάσης κοινωνικής τάξεως, ιδεολογίας και µορφωτικής καταστάσεως, επιθυμεί να εκφράση τας απόψεις της δια τας μελετωμένας αλλαγάς εις την διδασκαλίαν του μαθήματος των θρησκευτικών.
Μετά βαθυτάτης θλίψεως επληροφορήθημεν προσφάτους δηλώσεις Υμών περί «αναμορφώσεως» του περιεχομένου του μαθήματος των θρησκευτικών εις θρησκειολογικόν, ως απαραιτήτου προϋποθέσεως δια την υποχρεωτικήν διδασκαλίαν του μαθήματος.
Εις εποχήν κρίσεως οικονομικής και πρωτίστως πνευματικής δια την πατρίδα μας, η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών εις τα πλαίσια της Ορθοδόξου ημών Παραδόσεως αποτελεί φωτεινήν ελπίδα δια την μετάδοσιν ουσιαστικών γνώσεων και βιωμάτων εις τους έλληνας µαθητάς, αντλουμένας εκ της Ορθοδόξου Πίστεώς μας εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Η μετατροπή του μαθήματος των θρησκευτικών εις θρησκειολογικόν, με το πρόσχημα της αποφυγής του «δογματικού» η του «κατηχητικού» χαρακτήρος του, θα αποτελέση σοβαρόν πλήγμα εις τον ευαίσθητον χώρον της Παιδείας και μας ευρίσκει απολύτως αντιθέτους. Μία τοιαύτη ενέργεια δύναται να ερμηνευθή μόνον ως συμβολή εις την προσπάθειαν απομακρύνσεως του λαού μας από τας ρίζας του εντός της συγχρόνου πολυπολιτισμικής κοινωνίας, την οποίαν βεβαίως απευχόμεθα.
Παρακαλούμε θερμώς όπως η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας επανεξετάση τας απόψεις της αναφορικώς με τον τρόπον της διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών και αφουγκρασθεί προς τούτο τας προτάσεις της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, αι οποίαι δίδουν μίαν εμπεριστατωμένην απάντησιν εις το ανωτέρω θέμα. Ιδιαιτέρως παρακαλούμε όπως προσεχθεί και η υποχρεωτική διδασκαλία του μαθήματος, ως αναγκαίου δια την ολοκληρωμένην αγωγήν των μαθητών, κατά τας επιταγάς του Συντάγματος της Ελλάδος.
Έχοντες την βεβαιότητα ότι η παράκλησις ημών θα τύχη της δεούσης προσοχής και αποδοχής εκ μέρους της εντίμου Ελληνικής Κυβερνήσεως, ευχόμεθα την σκέπην, ευλογίαν και τον άνωθεν φωτισμόν της Εφόρου του Ιερού ημών Τόπου Υπεραγίας Θεοτόκου, και διατελούμεν μετ’ εξαιρέτου τιμής
Άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι
των είκοσιν Ιερών Μονών του Αγίου Όρους Άθω.
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 8 Απριλίου 2016
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
ΕΓΚΡΙΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΤΙΜΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ,
ΕΠΙ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΜΕ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.) μας εζητήθη η επιστημονική άποψή μας επί των παρακάτω ερωτημάτων και ειδικότερα εάν με βάση το ισχύον στην Ελλάδα νομικό καθεστώς:
1) Το μάθημα των Θρησκευτικών επιβάλλεται να είναι αμιγώς Ορθόδοξο Χριστιανικό ή Πολυθρησκειακό;
2) Τα νέα Προγράμματα Σπουδών (στο εξής Π.Σ.) Δημοτικού και Γυμνασίου, που εγκρίθηκαν προς πιλοτική εφαρμογή τους με την Αποφ. Υπ. Παιδείας 113/714/Γ2/3-10-2011, ΦΕΚ τ. Β΄2335/2011, ως και η Αναθεωρημένη εφαρμογή τους, η οποία δεν έχει υποβληθεί, μέχρι τώρα, προς έγκριση, ούτε έχει δημοσιευθεί στον ιστότοπο του Υπ. Παιδείας (Ψηφιακό Σχολείο), πλην όμως υπάρχει έντονο και λίαν ενεργό ενδιαφέρον συντακτών της προς εφαρμογή της, είναι σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, ένεκα του πολυθρησκειακού περιεχομένου τους και όχι αμιγούς Ορθοδόξου Χριστιανικού;
3) Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει λόγο και δικαίωμα για τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών;
Επί των παραπάνω ερωτημάτων η επιστημονική μας άποψη είναι η ακόλουθη:
Ειδικότερα επί του πρώτου ερωτήματος:
1) Κατά τη διάταξη του άρθρου 16 § 2 του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλαση τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Εξάλλου κατά το τρίτο άρθρο του Συντάγματος, παράγραφός 1η, εδάφιο α΄και β΄ αυτής: «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησία του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις». Οι διατάξεις αυτές συνιστούν εκδηλώσεις της νομικής ενέργειας του Προοιμίου του Ελληνικού Συντάγματος, έχοντος του Προοιμίου τούτου, ως ακολούθως:
«Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».
Αποτελεί δε το Προοίμιο αυτό αναπόσπαστο τμήμα του Συντάγματος και δημοσιεύεται με τις λοιπές διατάξεις τούτου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ως ενιαίο όλο, αφού αμέσως πριν από το Προοίμιο προτάσσονται οι λέξεις ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και ο χρονικός προσδιορισμός του Συντάγματος (1975-2001) και αμέσως μετά ακολουθεί το κείμενο του Προοιμίου (βλ. σχετ. Βασ. Νικολόπουλου, Επιτ. Προέδρου Αρείου Πάγου, Δ/ρος Νομικής, Το προοίμιο του Συντάγματος και η νομική του αξιολόγηση, σελ. 17-18).
Παράλληλα με τη διάταξη του άρθρου 1 εδάφ. α΄, του νόμου 1566/1985, με τον οποίο ρυθμίζεται – κυρίως και πρωτίστως – η λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ορίζεται ότι ο σκοπός της εκπαίδευσης αυτής είναι να υποβοηθεί τους μαθητάς, όπως εκτός των άλλων «… διακατέχονται από πίστη στην πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της Ορθόδοξης Χριστιανικής παράδοσης. Στον ίδιο νόμο και ειδικότερα στο άρθρο αυτού 6 § 2, εκ. β΄, ορίζεται ότι το Λύκειο επιδιώκει την ολοκλήρωση των σκοπών της εκπαίδευσης. Ιδιαίτερα βοηθά τους μαθητάς… να συνειδητοποιήσουν την σημασία του Ορθόδοξου Χριστιανικού ήθους…».
Εξ άλλου, η διάταξη του άρθρου 1518 § 1 του Αστ. Κώδικος ορίζει ότι η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου από τους γονείς του περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων και την εκπαίδευση του τέκνου, στην έννοια της οποίας – εκπαίδευσης – περιέχεται και η θρησκευτική τοιαύτη (βλ. εις Απ. Γεωργιάδη – Οικ. Δικ., σελ. 882, αρ. 16 εις Σύντομη Ερμ. Αστ. Κώδικος (Σ. Ε. Α. Κ.), τόμος 2ος, εκδ. 2013 και στις σε αμφότερα τα έργα αυτά σχετικές παραπομπές).
Ακολούθως, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου υποχρεώνεται κάθε συμβαλλόμενο Κράτος (σε εφαρμογή του 9ου άρθρου αυτής της Συμβάσεως περί ελευθερίας της σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας) να σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζουν την μόρφωση και την εκπαίδευση των τέκνων τους σύμφωνα με τις ίδιες αυτών, των γονέων, θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις (βλ. Οικ. Δικ. Απ. Γεωργιάδη – Μιχ. Σταθοπούλου και εις Σ.Ε.Α.Κ. Απ. Γεωργιάδη ό.π.). Τόσον η ως προαναφερθείσα Διεθνής Σύμβαση, όσο και το παραπάνω Πρώτο Πρωτόκολλο αυτής έχουν επικυρωθεί κατ’ άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος της Ελλάδος με το ν. δ. 53/1974 και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου, και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, απαγορευομένης ούτως πάσης προσβολής του εν λόγω ατομικού δικαιώματος των γονέων, μη δυναμένης συνεπώς της Πολιτείας να επιβάλει, νομοθετικώς ή άλλως πως, θρησκευτική αγωγή στα τέκνα τους διάφορον της θρησκευτικής πεποιθήσεως των γονέων τους.
Τα ανωτέρω, κατά συνέπεια, έχουν πλήρη εφαρμογή και ως προς το ως άνω δικαίωμα των ορθοδόξων γονέων, όπως τα ανήλικα τέκνα τους διδάσκονται το αμιγώς Ορθόδοξο Χριστιανικό μάθημα των θρησκευτικών στις σχολικές μονάδες της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως, όπου αυτά φοιτούν.
Εν όψει όλων των προαναφερομένων διατάξεων, προκύπτει ότι το μάθημα των θρησκευτικών, κατά το ισχύον ελληνικό δίκαιο, επιβάλλεται να είναι αμιγώς το Ορθόδοξο Χριστιανικό, μη επιτρεπομένης οιασδήποτε μετατροπής του σε πολυθρησκευτικό και πάντως οποιασδήποτε νοθεύσεώς του με ξένο προς το αμιγές Ορθόδοξο Χριστιανικό περιεχόμενο του.
Τα ανωτέρω γίνονται δεκτά και από την σταθερή επί του θέματος τούτου νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ( βλ. σχετ. τις σύμφωνες αποφάσεις του Σ.τ.Ε. 2176/1998, 3358/1995, 3353/1986, καθώς επίσης και στην 115/2012 πρόσφατη ακυρωτική ομόφωνη απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Χανίων, η οποία, ως αφορώσα σε θέματα εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως είναι και το παρόν, έχει ίση νομική ισχύ και ίσο κύρος με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τον νόμο 702/1997, όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως (βλ. σχετ. στην από 11/2/2013 Γνωμοδότηση του Δ/ρος Γ. Κρίππα).
Πέραν δε όλων αυτών, η εισαγωγή στην Ελληνική Εκπαίδευση μαθήματος Θρησκευτικών πολυθρησκευτικού συνιστά το ποινικό αδίκημα του προσηλυτισμού, κατ’ άρθρο 4 του διατηρημένου σε ισχύ νόμου 1383/1938, καθόσον ένα τέτοιο μάθημα προσανατολίζεται δια του περιεχομένου του, ως εν προκειμένω, να οδηγήσει το μαθητή σε αμφισβήτηση περί του εάν η θρησκεία, την οπαία πρεσβεύει, είναι σωστή ή όχι ή πρέπει να την αμφισβητεί, έστω και απλώς προβληματιζόμενος. Συντρέχει δε ενταύθα και η επιβαρυντική περίπτωση της τρίτης παραγράφου του άρθρου 4 του εν λόγω αναγκ. νόμου και αυτό επειδή η διδασκαλία ενός τέτοιου μαθήματος θα γίνεται σε σχολικές μονάδες. Πρέπει δε να αναφερθεί ότι το αδίκημα τούτο τιμωρείται και στο στάδιο της απόπειράς του ως τετελεσμένο, τιμωρουμένου και του ηθικού αυτουργού(Α.Π. 103/1997), (βλ. Δ/ρος Γ. Κρίππα, Μελέτη, ad hoc, εις Eπιθ. Δημ. & Διοικ. Δικαίου, έτ. 2014 σελ. 679-697 και ιδίου, Το έγκλημα του προσηλυτισμού ιδία από απόψεως ηθικής αυτουργίας, εις Ποινικά Χρονικά, τ΄λ, έτ. 1980, σελ. 313-321).
Τέλος, αναφορικά με το απαντώμενο πρώτο ερώτημα, παρίσταται αναγκαίο, να λεχθεί ως συνδεόμενο με τα παραπάνω, ότι σύμφωνα με το άρθρο 95 § 5 του Συντάγματος, «Η Διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο όπως ο νόμος ορίζει…». Σε εκτέλεση της διατάξεως αυτής, ως και της αντιστοίχου εκείνης του άρθρου 13 της ως προαναφέρεται Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, εξεδόθη ο νόμος 3068/2002 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 274 και το Π.Δ/μα 61/2004 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 54) και με τον οποίο, νόμο, προβλέπονται για τους παραβάτες χρηματική κύρωση υπέρ του ενδιαφερομένου, εισπραττόμενη και δι΄ αναγκαστικής εκτελέσεως κατά του κράτους. Παράλληλα με το άρθρο 5 του νόμου αυτού, ορίζεται ότι η μη συμπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο κεφάλαιο Α΄ του νόμου τούτου ή η προτροπή σε μη εκπλήρωση, συνιστά ιδιαίτερο πειθαρχικό παράπτωμα για κάθε αρμόδιο υπάλληλο…».
Εξάλλου κατά το άρθρο 50 του Π.Δ/τος 18/1989 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 8) περί κωδικοποίησης της νομοθεσίας για το Συμβούλιο Επικρατείας, οι Διοικητικές Αρχές, σε εκπλήρωση της ως άνω υποχρεώσεως τους από το άρθρο 95 § 5 του Συντάγματος, πρέπει να συμμορφώνονται με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο της αποφάσεως του Συμβουλίου ή να απέχουν από κάθε ενέργεια που είναι αντίθετη προς όσα κρίθηκαν από αυτό. Οποιαδήποτε πράξη της Διοίκησης που δε συμμορφώνεται προς την ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως είναι οι προαναφερθείσες αποφάσεις του, 2761/1998, 3356/1995 και 3353/1986 που ορίζουν το μάθημα των Θρησκευτικών να είναι υποχρεωτικά Ορθόδοξο Χριστιανικό, είναι α κ υ ρ ω τ έ α. Ο παραβάτης εκτός από την ενδεχόμενη ποινική δίωξη κατά το άρθρο 259 του ποινικού Κώδικα για παράβαση καθήκοντος, υπέχει και προσωπική ευθύνη για αποζημίωση.
2) Επί του δεύτερου ερωτήματος που αφορά στο Αναθεωρημένο Πρόγραμμα σπουδών 2014 :
Tο αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) του 2014, όπως και το Π.Σ του 2011 (Υπουργική Απόφαση 113714/Γ2 3-10-2011, ΦΕΚ β΄ 2335/2011), συνεξετάζει από την Γ΄ Δημοτικού, το Χριστιανισμό ταυτόχρονα και ισότιμα με τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ, τον Ινδουισμό, το Βουδισμό, τον Ταοϊσμό – στη δε Α΄ Γυμνασίου προστίθεται και ο Κομφουκιανισμός (ΠΣ, σ, 113) – ως ένα σύνολο, που το αναφέρει με διάφορα ονόματα: «θρησκεία» (ΠΣ σ. 19, 25), «ο κόσμος της θρησκείας» ( ΠΣ σ. 23 ), «θρησκευτικές παραδόσεις» ( ΠΣ σ, 23 ), « θρησκευτικό φαινόμενο στην πολυμορφία του» (ΠΣ σ.25 ), «οι θρησκείες του Κόσμου» (ΟΔ. ΕΚΠ 97-99).
Πρόκειται για ένα πολυθρησκευτικό μόρφωμα, το οποίο στηρίζεται στην τεχνητή – επιφανειακή σύγκλιση του Χριστιανισμού με τις θρησκείες, με βάση τα τυπικά ετερόκλητα χαρακτηριστικά τους, οδηγεί σε εσφαλμένα επιστημονικά συμπεράσματα, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές, τους οδηγεί στον συγκρητισμό, είναι ασύμβατο με την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η δε διδασκαλία του καταργεί τον χριστοκεντρικό προσανατολισμό του ΜτΘ και τον κάνει ανθρωποκεντρικό – συγκρητιστικό.
Οι συντάκτες του ΠΣ 2014 αυθαίρετα συνέταξαν το ΠΣ, χωρίς να ερωτηθούν ούτε η Ορθόδοξη Εκκλησία, ούτε τα αρμόδια Θεολογικά Τμήματα των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης με όλους τους ειδικούς επιστήμονές τους ούτε βεβαίως η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ).
Ισχυρίζονται ότι το μεγαλύτερο μέρος των προσφερόμενων γνώσεων και πληροφοριών, αφορά στον Χριστιανισμό, ενώ το πρόβλημα έγκειται στην ομογενοποιημένη – ταυτόχρονη μείξη και διδασκαλία, σχεδόν σε κάθε ενότητα και σε κάθε διδακτική ώρα, πέντε – έξι διαφορετικών θρησκευμάτων με ετερόκλητα χαρακτηριστικά. Ισχυρίζονται, πως υπάρχουν «τρεις κύκλοι» στο ΠΣ που αφορούν στην παράδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας τη γνωριμία με τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις και τέλος τα μεγάλα θρησκεύματα (ΠΣ, σ. 17), ενώ δεν υπάρχουν τρία χωριστά σύνολα πληροφοριών, αλλά κυρίως συνυπάρχουν από κοινού σε ένα συνονθύλευμα, ετερόκλητες πληροφορίες και από τους «τρείς κύκλους».
Ισχυρίζονται ότι με το ΠΣ δεν επιδιώκουν την «τυπική θρησκειολογική ενημέρωση», ούτε τον «σχετικισμό ή ακόμη χειρότερα τον συγκρητισμό» (ΠΣ σ. 13), ενώ για την αποφυγή τους δεν λαμβάνουν στοιχειώδη «μέτρα ασφάλειας», αλλά και ούτε μπορούν να λάβουν, εξαιτίας της πολυθρησκειακής δομής του. Να σημειωθεί ότι απευθύνονται σε μικρά παιδιά που δεν έχουν ακόμη αναπτύξει τις απαιτούμενες πνευματικές ικανότητες για να επεξεργαστούν τα σχετικά ζητήματα, τα οποίο παρουσιάζονται ισότιμα, ως «ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών» (ΟΔ. ΕΚΠ. Σ. 86),
Αντιθέτως, με το ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα (ΦΕΚ 406/5-5-1998 Υπουργική απόφαση Γ2/2289/26-3-1998) και όλα τα παλαιότερα Αναλυτικά Προγράμματα, η διδασκαλία των θρησκειών γίνεται στη Β΄ Λυκείου, σε χωριστές από τον Χριστιανισμό ενότητες. Επειδή, μάλιστα, το πρόβλημα του συμφυρμού των στοιχείων των θρησκειών είναι ορατό, γι’ αυτό λαμβάνονται μέτρα, ώστε να αποφευχθεί. Τα μέτρα αφορούν στην διακριτή διδασκαλία κάθε θρησκείας καθώς και στο πνευματικό και αντιληπτικό επίπεδο των μαθητών.
Το νέο ΠΣ, προκειμένου να καθιερωθεί η εφαρμογή του, χρησιμοποιεί δύο όπλα: α) την παραπλάνηση και β) τις σύγχρονες μορφές και μεθόδους διδασκαλίας. Αναφορικά με την παραπλάνηση, οι συντάκτες, ενώ διαβεβαιώνουν τη «θεμελίωση της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας στη σχολική εκπαίδευση σε ένα υψηλότερο πνευματικό και θεολογικό επίπεδο» (ΠΣ σ. 17). εντέχνως την αλλοιώνουν, δηλ, ουσιαστικά την καταργούν. Αναφορικά με το δεύτερο όπλο, οι σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας είναι δυνατόν να εφαρμοστούν στο ισχύον ΜτΘ, χωρίς αυτό να απολέσει την ορθόδοξη ταυτότητά του.
Με το ΠΣ στηρίζουν δήθεν, ως διατείνονται, «το δικαίωμα όλων των παιδιών για Θρησκευτική εκπαίδευση» (ΠΣ σ. 11), ενώ η ελληνική Πολιτεία παρέχει ήδη σε όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά τη δυνατότητα να μορφωθούν και να παρακολουθήσουν όλα τα μαθήματα που προβλέπονται στις βαθμίδες της εκπαίδευσης, μεταξύ αυτών και τα θρησκευτικά.
Με το νέο Πρόγραμμα επίσης, ενώ οι ίδιοι συνέταξαν το ισχύον ΑΠΣ (ΦΕΚ τ.Β΄ αρ. 303/13-03-03) και ήταν υπεύθυνοι για τη συγγραφή των βιβλίων και αναγνωρίζουν τη λειτουργικότητά τους (ΠΣ, (σ. 10-11), έρχονται και τα καταργούν.
Το νέο ΠΣ συσκοτίζει την αντίληψη των μικρών μαθητών για το ποιος είναι ο Θεός που σώζει τον άνθρωπο, καθώς και ποια είναι η αληθινή κοινωνία μαζί Του επειδή η ξεκάθαρη απάντηση θεωρείται «ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία» (ΠΣ σ. 11,13).
Σ’ αυτή τη λογική κινούνται όλες οι Θ.Ε. Για παράδειγμα, στη Γ΄ Δημοτικού, τα παιδιά διδάσκονται ότι η Σαρία είναι «Νόμος του Θεού στην ανθρωπότητα» (ΠΣ σ. 111-112), εξετάζουν την απεικόνιση του Θεού στο Χριστιανισμό, στον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ και τις Ανατολικές θρησκείες, που είναι οι «άλλες θρησκευτικές παραδόσεις» (ΠΣ σ. 120-121). Το ΠΣ, με βάση την ιδεολογία του, (πολυθρησκευτικότητα), αποκρύπτει έντεχνα την θεμελιώδη αλήθεια της χριστιανικής Πίστεως, πως ο Χριστός είναι ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας του κόσμου. Κατά περίπτωση, είτε την αποσιωπά (ΠΣ σ. 40), είτε αν χρειάζεται, αναφέρεται μεν στη Θεϊκή Του φύση, αποσιωπά δε την μοναδικότητά της, ενώ επιστρατεύει άσχετες μ’ αυτήν πληροφορίες, είτε αντί της θεϊκής, τονίζει την ανθρώπινη φύση Του (Π.Σ. σ. 45), είτε μειώνει την εικόνα που αποκομίζουν οι μαθητές για τη Θεότητά Του, εμφανίζοντάς Τον ως δάσκαλό μεταξύ των φιλοσόφων δασκάλων των Θρησκειών (ΠΣ σ. 63-69). είτε τονίζει δευτερεύουσες έννοιες του θέματος, για να αποσιωπήσει εκείνες που παραπέμπουν στην μοναδικότητα της εν Χριστώ σωτηρίας (ΠΣ σ. 46-47, 78-79), είτε αφήνει vα εννοηθεί το ενδεχόμενο, να ανέδειξαν τον Χριστό οι μεσσιανικές προσδοκίες (ΠΣ σ. 123-124), σύμφωνα με γνωστή θεωρία. Στο ΠΣ έχει χαθεί ο προσανατολισμός οπότε βασιλεύει η απόλυτη σύγχυση.
Λόγω της συνεξέτασης του Χριστιανισμού με τις Θρησκείες, στρεβλώνονται θέματα προκειμένου να συνδυαστούν: π.χ. το Ορθόδοξο Βάπτισμα ως αντίστοιχο των τελετών ενηλικίωσης των Εβραίων και των Μουσουλμάνων (ΠΣ σ. 57). Οι Χριστιανοί άγιοι με τα ιερά πρόσωπα θρησκειών, ως να μην είναι η αγιότητα καρπός του Αγίου Πνεύματος, αλλά ανθρώπινη κατάκτηση (ΠΣ σ. 61). Η Αγία Γραφή με τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δηλ. η αλήθεια του Θεού μαζί με τις μαγείες, τους μύθους, τις δεισιδαιμονίες (ΠΣ σ. 62, 70-71). Η μετάνοια, η νηστεία, η άσκηση της Σαρακοστής, συνδυάζονται με τη νηστεία, το διαλογισμό, τη γιόγκα στις Θρησκείες (ΠΣ σ. 72-73). Σε άλλη Θ.Ε., το ΠΣ αναφέρεται στους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι αντιμετώπισαν τα προβλήματα των αιρέσεων (ΠΣ σ. 109-110), και ως γνωστόν, καταδίκασαν τις ειδωλολατρικές αντιλήψεις και λατρείες, ενώ σε άλλες το ΠΣ τις συνδυάζει με τις ορθόδοξες.
Στο ΠΣ έχει εγκαταλειφθεί, σε ικανό βαθμό, η ιστορική σειρά των γεγονότων, έτσι ώστε να μην γνωρίζουν οι μαθητές λ.χ. αν προηγήθηκε χρονολογικά ο προφήτης Μωυσής ή ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Σοβαρά δε θεολογικά σφάλματα το καθιστούν ακατάλληλο για Ορθοδόξους μαθητές, ως ότι η μουσουλμανική σαρία είναι ο νόμος του Θεού. Υπάρχουν σ’ αυτό σημαντικά σφάλματα ως και παιδαγωγικά τοιαύτα (Ευαγ. Πονηρός Δ/ρ Θ.Μ.Φ., Σχολικός Σύμβουλος Πειραιώς Α’ Αθηνών – Κυκλάδων).
Εν όψει όλων των προεκτιθεμένων, καθίσταται πλέον ή σαφές ότι και το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών έτους 2014 για το μάθημα των Θρησκευτικών στην Α/Βάθμια και Β/Βάθμια Εκπαίδευση, ως πολυθρησκευτικό που είναι, ευρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το ισχύον στην Ελλάδα, ως άνω, νομικό καθεστώς. Τούτο δε διότι, ενώ το άρθρ. 16 παρ. 2 του Συντάγματος απαιτεί την ανάπτυξη της Ορθόδοξης ως άνω συνείδησης των μαθητών, με το εν λόγω Πρόγραμμα Σπουδών, σε συνδυασμό με τον αναθεωρημένο Οδηγό Εκπαιδευτικού (2014), οδηγεί στην πλήρη αποδόμηση και εκθεμελίωση τελικά της Ορθόδοξης θρησκευτικής συνείδησής τους.
Η μετατροπή του υφιστάμενου αμιγώς Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των Θρησκευτικών σε ένα συγκρητιστικό και πολτοποιημένο θρησκευτικό μόρφωμα, έχει καταδικασθεί από ολόκληρο το πλήρωμα της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας, με επικεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, ως και από σύμπασα την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους -που χαρακτήρισε το μη ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών ως «φυλακή»- από την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ), την ΚΔ’ Συνδιάσκεψη των Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Μητροπόλεων, από λίαν υψηλού επιπέδου διεθνή και πανελλήνια Επιστημονικά Συνέδρια και Ημερίδες, από υψηλής Πνευματικότητας ηγουμένους του Αγίου Όρους, ως ο μ. ηγούμενος της Ι. Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους Γεώργιος Καψάνης, ο οποίος σε κείμενο του χαρακτήρισε το τεθέν υπόψην του, πολυθρησκειακό πιλοτικό Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών, οδηγό προς την πολυθρησκεία, «ευαγγέλιο» πλάνης και πλήγμα δαιμονικό κατά του Ορθόδοξου Ελληνικού λαού (Περιοδικό «Ο Σωτήρ» τευχ. Σεπτεμβρίου 2013, σελ. 373-374). Επίσης ο προηγούμενος της Ιεράς Μονής Ιβήρων Βασίλειος Γοντικάκης, κατά τον οποίο η Ορθόδοξη Πίστη μας προδίδεται από ένα πολυθρησκευτικό κατασκεύασμα (Περιοδικό «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» της Π.Ε.Θ. τεύχος 2, Απριλίου – Ιουνίου 2012). Ωσαύτως, από έγκριτους και ειδήμονες Επιστήμονες, από πλήθος εγκύρων δημοσιευμάτων και ραδιοφωνικών εκπομπών, έχει σαφώς αποδοκιμασθεί η μετατροπή του ορθοδόξου μαθήματος των Θρησκευτικών σε πολυθρησκευτικό.
Να προστεθεί τέλος ότι την επιχειρηθείσαν και στην Κύπρο μετατροπή του εκεί διδασκομένου Ορθοδόξου Χριστιανικού μαθήματος των Θρησκευτικών σε πολυθρησκευτικό αποδοκίμασε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος και γενικώς, ο κλήρος και ο Ορθόδοξος λαός της Κύπρου.
Τέλος, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος με την πρόσφατη απόφασή της, της 9ης Μαρτίου 2016 ετάχθη υπέρ της διδασκαλίας του τρέχοντος Ορθοδόξου μαθήματος των Θρησκευτικών με τη δική του μεθοδολογία, χωρίς την από κοινού σύγχρονη διδασκαλία του με άλλα θρησκεύματα, δεχθείσα παράλληλα όπως μερικά θρησκειολογικά κεφάλαια εισαχθούν σε κάθε βιβλίο των Θρησκευτικών και όχι σε κάθε μάθημα, επικυρώνοντας έτσι την προηγηθείσα επί του θέματος απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος της 13ης Ιανουαρίου 2016.
3) Αναφορικά με το τρίτο των υποβληθέντων αιτημάτων, εάν δηλαδή, με βάση το ισχύον στην Ελλάδα νομικό καθεστώς, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει λόγο και δικαίωμα ως προς τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών, πρέπει να λεχθούν τα εξής:
Σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο του νόμου 590/1977, Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος, «Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, ως τα της Χριστιανικής αγωγής της νεότητος» κ.ά. Περαιτέρω κατά το άρθρο 9 του ιδίου νόμου «Η Δ.Ι.Σ. (Διαρκής Ιερά Σύνοδος), ως διαρκές διοικητικόν όργανον της Εκκλησίας, ασκεί τας κάτωθι αρμοδιότητας… ε) Παρακολουθεί το δογματικόν περιεχόμενον των δια τα σχολεία της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών». Στο ίδιο δε άρθρο, υπό το στοιχείο ζ΄, ορίζεται ότι η Δ.Ι.Σ. μεριμνά περί του κατά Χριστόν βίου του Ορθοδόξου πληρώματος δια των ενδεικτικώς εκεί αναφερομένων μέσων, ως και «δια παντός άλλου προσφόρου, κατά την κρίσιν Αυτής, μέσου», ενώ ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο του ιδίου άρθρου ότι «Εις περίπτωσιν διαταράξεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας δι’ ετεροδιδασκαλίας ή άλλης επεμβάσεως εις βάρος αυτής, η Δ.Ι.Σ. ζητεί την επέμβασιν των Αρμοδίων Αρχών…». Αποτελεί δε ετεροδιδασκαλία η νόθευση της Ορθοδόξου Πίστεως κατά το μάλλον και ήττον και με οποιονδήποτε τρόπο (βλ. Γ. Κρίππα όπ.π. κάτω σελ. 146).
Πρέπει δε να λεχθεί ενταύθα ότι οι προπαρατεθείσες διατάξεις του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977) – ως και ο ως άνω ν. 1566/1985 – δεν είναι δυνατόν να καταργηθούν, διότι αποτελούν στην πράξη εφαρμογή του άρθρου 16 § 2 του Συντάγματος. Αυτό έχει δεχθεί και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία, δεν είναι δυνατή η κατάργηση νόμου, εκδοθέντος προς εφαρμογήν συνταγματικής διατάξεως και συνεπώς θα εξακολουθεί να ισχύει ο αντισυνταγματικώς καταργηθείς νόμος (ΣτΕ 2056/2001 Διοικ. Δίκη, σελ. 87 επ., Γ. Κρίππα «Το Ατομικό Δικαίωμα της Θρησκευτικής Ελευθερίας της Εκκλησίας να καθορίζει η ίδια την ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών» στο περιοδικό ΚΟΙΝΩΝΙΑ της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, έτος 2013, τεύχος 3, σ. 145 εξ. και ειδικότερα στις σελ. 146 και 156, υποσημ. 4, ως και ιδίου Νομοθετικό κενό συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και εντεύθεν υποχρεώσεις της κρατικής διοικήσεως, ως και εις Καλλιαντέρη-Τουτζιαράκη, Η αρχή της νομιμότητος εις Επιθ. Δημ. Δικ. 2001, σελ. 28).
Εν όψει όλων αυτών, προκύπτει σαφώς ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, είναι, με βάση την ελληνική νομοθεσία (άρθρο 3 § 1 του Συντάγματος), φορέας του ατομικού δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας και ότι το δικαίωμά της αυτό παραβιάζεται στην περίπτωση που η Πολιτεία αποφασίσει να διδάσκονται ως ύλη του μαθήματος των Θρησκευτικών στις σχολικές μονάδες κείμενα, που η Εκκλησία τα θεωρεί ασυμβίβαστα, κατά το μάλλον και ήττον, προς τις αρχές της διδασκαλίας της, όπως η διδασκαλία της ειδικότερα καθορίζεται και κατοχυρώνεται στις και με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις του άρθρου 3 του Συντάγματος, της Εκκλησίας της Ελλάδος δικαιουμένης να ζητήσει την ικανοποίηση του δικαιώματός της τούτου από την Ελληνική Δικαιοσύνη και αν χρειασθεί και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, (βλ. σχετ. ειδικότερα και αναλυτικώς εις Γ. Κρίππα, ενθ. ανωτ., σελ. 145 επομ. 148, 149, ως και πλούσια αυτόθι διεθνή βιβλιογραφία και ad hoc απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, μετά σχετικών επίσης υποσημειώσεων εις σελ. 149-156. Βλ., ωσαύτως, εις Χρ. Σγουρίτσα Συνταγματικό Δικ., τόμος Β΄, τεύχος Α΄, σελ. 12, ως και εις το άρθρο «Περί τα Θρησκευτικά» του Αρχιμ. Κων. Ραμιώτη πτυχ. Θεολογίας – τ. Δικαστού, εις Ορθόδοξο Τύπο της 9.10.2015).
Μετά από αυτά προκύπτει ότι, με βάση την Ελληνική Νομοθεσία, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος έχει τον κύριο και αποφασιστικό λόγο και δικαίωμα άμα για τον καθορισμό της ύλης του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Οι γνωμοδοτούντες
1. Βασίλειος Ευτ. Νικόπουλος, Επίτ. Πρόεδρος Αρείου Πάγου, Διδάκτωρ Νομικής
2. Ιωάννης Β. Σακελλαρίου, Επίτ. Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
3. Δημήτριος Λινός, Επίτ. Εισαγγελέας Αρείου Πάγου
4. Αθανάσιος Γ. Κρητικός, Επίτ. Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου
5. Ανδρέας Γ. Τσόλιας, Επίτ. Αρεοπαγίτης
6. Γεώργιος Η. Κρίππας, Διδάκτωρ Πολ. Επιστημών – Συνταγματολόγος
7. Κωνσταντίνος Β. Χιώλος, Διδάκτωρ Νομικής, Επίτ. Δικηγόρος
8. Αθανάσιος Θ. Νικολαΐδης, Επίτ. Πρόεδρος Εφετών
9. Παντελής Ν. Μαραγκούλας, Επίτ. Πρόεδρος Εφετών
10. Απόστολος Φ. Βλάχος, Επίτ. Πρόεδρος Εφετών
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 8 Απριλίου 2016
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤOY ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΑΙΤΗΣΗ ΕΞΑΙΡΕΣΕΩΣ
Αθήνα, 7 Απριλίου 2016
Αριθμ. Πρωτ.: 51
Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Χαλκοκονδύλη αρ. 37.
Κοινοποιούμενη:
Α) Στη Γενική Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, που εδρεύει στην Αθήνα, Λ. Κηφισίας 1-3 & Λ. Αλεξάνδρας
Β) Στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Ιασίου, αρ. 1
Γ) Στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αν. Τσόχα, αρ. 36
**********************
Αξ. κ. Υπουργέ,
Δια της παρούσης μας είμεθα υποχρεωμένοι να θέσουμε υπ’ όψιν σας τα κάτωθι λίαν σοβαρά (και κατά την άποψη μας υψίστης σημασίας) θέματα και να παρακαλέσουμε, όπως προβείτε εις τις κατά νόμον διορθωτικές ενέργειες :
1.- Ως γνωρίζετε, το άρθρον 7 του Κωδικός Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/99) επιβάλλει εις την κρατικήν Διοίκηση, όπως και τα ατομικά και τα συλλογικά όργανα αυτής πληρούν εις ύψιστον βαθμόν τα εχέγγυα της απολύτου αμεροληψίας (Χ ι ώ λ ο υ, Η συγκρότησις και λειτουργία των συλλογικών οργάνων της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 44 σελ. 140 επ. Του Α υ τ ο ύ, Η αρχή της αμεροληψίας της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ 56 σελ. 1985 επ.), ως δέχεται δε και η ad hoc νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας, η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας αποτελεί ειδικότερα έκφανση της γενικής αρχής του κράτους Δικαίου και επιβάλλεται ευθέως από το Σύνταγμα και από τις δι’ αυτού καθιερούμενες εγγυήσεις υπέρ του πολίτου (ΣτΕ 664/2006 Επιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ. 2009 σελ, 203 επ.). Δι’ άλλης δε αποφάσεως του Συμβ. Επικρατείας (ΣτΕ 1447/2006) γίνεται δεκτόν, ότι παραβιάζεται η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας, όταν ο μετέχων σε συλλογικό όργανο της Διοικήσεως έχει διατυπώσει προειλημμένη γνώμη διά το θέμα που καλείται, να αποφανθεί (ΣτΕ 664/2006, kgdi@kgdi.gr, ομοίως ΣτΕ 571/2011 ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 59 σλ. 624, ομοίως ΣτΕ 640/2011 ΔΙΚ. ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜ. 2011 σελ. 203 επ.). Ο δε Άρειος Πάγος δέχεται, ότι η αρχή της αμεροληψίας παραβιάζεται, ακόμη και αν υπάρχει λόγος ευπρέπειας (ΑΠ απόφαση 549/2009 ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, 12 σελ. 1201 επ.).
Σύμφωνα με την από 3-2-2016 και με αρ. πρωτ. 17741/Φ1 απάντησή σας στην αναφορά του βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλου, αποφασίσθηκε η δημιουργία ειδικής επιτροπής από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την εξέταση του περιεχομένου και την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ζητήσαμε εγγράφως από το ΙΕΠ να μας γνωστοποιήσει τα μέλη της ειδικής αυτής επιτροπής, χωρίς, ωστόσο, να λάβουμε έως σήμερα καμία απάντηση. Όμως, μέσα από κάποια δημοσιεύματα, πληροφορηθήκαμε ότι με εισήγηση του Προέδρου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, κ. Γ. Κουζέλη προς υμάς, η εν λόγω επιτροπή αποτελείται από τα κάτωθι μέλη:
1. Γεράσιμος Κουζέλης, Καθηγητής Επιστημολογίας και Κοινωνιολογίας της Γνώσης του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ, Πρόεδρος του ΙΕΠ
2. Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ
3. Μάριος Μπέγζος, Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας του Τμήματος Θεολογίας ΕΚΠΑ
4. Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Xριστιανικής Aγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ
5. Αγγελική Ζιάκα, Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
6. Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας
7. Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης.
Από τα επτά (7) μέλη της ανωτέρω επιτροπής, τα τέσσερα (4) ανήκουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου, όπως αυτό εφαρμόστηκε πιλοτικά δυνάμει της υπ’ αρ. 113714/Γ2/3-10-2011 απόφασης του Υπουργείου Παιδείας, δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, και ένα (1) ανήκει στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά του Γενικού Λυκείου (το οποίο αποτελεί τη φυσική συνέχεια του προηγούμενου προγράμματος 2011) με την υπ’ αρ. 807/ 20-2-2012 απόφαση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, καθορίστηκε δε η εφαρμογή του με την υπ’ αρ. 8562/Δ2/23-1-2015 απόφαση του ανωτέρω Υπουργείου. Το πρόγραμμα σπουδών του 2011, το οποίο αναθεωρήθηκε (όχι σε σημαντικό βαθμό) το 2014, έχει κριθεί επιστημονικά και θεολογικά απαράδεκτο από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, από την Ιερά Επιστασία του Αγίου Όρους, την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, (7) επτά επιστημονικά, παιδαγωγικά Συνέδρια και Ημερίδες, (3) τρεις συλλογικούς επιστημονικούς τόμους(αποτελούμενος έκαστος από (500) πεντακόσιες σελίδες), καθώς και ριζικά αντίθετο προς την ορθόδοξη πίστη, την οποία δικαιούνται να διδάσκονται οι ορθόδοξοι μαθητές, ενώ η Πολιτεία υποχρεούται να εξασφαλίζει τη διδασκαλία της, σύμφωνα με τις πρόσφατες, υπ’ αρ. 115/2012 Δ. Εφ. Χανίων και 1/2015 Τρ. Συμβ. Δ. Εφ. Χανίων δικαστικές αποφάσεις, καθώς και με τις πρόσφατες από 13/1/2016 και 9/3/2016 συνοδικές αποφάσεις της Εκκλησία της Ελλάδος.
Συγκεκριμένα οι:
1) Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ,
2) Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Χριστιανικής Αγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ.
3) Αγγελική Ζιάκα, Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
4) Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας και
5) Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης, οι οποίοι καλούνται να εξετάσουν και να αποφασίσουν το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, ανήκουν στην ομάδα που συνέγραψε το ως άνω πρόγραμμα σπουδών, καθώς και στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Θεολόγων «ΚΑΙΡΟΣ».
Εκ των όσων αναφέραμε, συνάγεται ότι η συγκρότηση της 7μελούς επιτροπής του ΙΕΠ, η οποία θα εξετάσει το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, ως μη έχουσα τα εχέγγυα της αμεροληψίας που απαιτεί ο νόμος, καθώς σε αυτή μετέχουν πρόσωπα που έχουν εκπονήσει το πρόγραμμα σπουδών που καλούνται οι ίδιοι να κρίνουν, είναι παράνομη.
Σημειωτέον ότι κατά τη 2η παράγραφο του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας «Τα μονομελή όργανα, καθώς και τα μέλη των συλλογικών οργάνων, οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια ή διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή πρότασης εφόσον: α) η ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντός τους συνδέεται με την έκβαση της υπόθεσης, ή β) είναι σύζυγοι ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ’ ευθεία μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού, με κάποιον από τους ενδιαφερομένους, ή γ) έχουν ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα με τους ενδιαφερομένους». Ενώ στην 3η παράγραφο του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι «Το όργανο ή το μέλος του συλλογικού οργάνου, εφόσον κρίνει ότι συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος που επιβάλλει την αποχή του, οφείλει να το δηλώσει αμέσως στην προϊστάμενη αρχή ή στον προεδρεύοντα του συλλογικού οργάνου, αντιστοίχως, και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια. Στις περιπτώσεις αυτές, η προϊστάμενη αρχή, ή το συλλογικό όργανο, αποφαίνεται το ταχύτερο δυνατόν.»
Επομένως, οι ίδιοι οι παρανόμως συμμετέχοντες στην ως άνω επιτροπή, ως έχοντες προσωπικό συμφέρον από την έκβαση της υπόθεσης, όφειλαν να απέχουν από οποιαδήποτε διαδικασία κρίσης του Προγράμματος Σπουδών το οποίο κατήρτισαν. Η αποδοχή εκ μέρους τους, της συμμετοχής τους στην προαναφερόμενη επιτροπή, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα κατά το άρθρο 107 του ισχύοντος Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ, ως παράβαση της αρχής της αμεροληψίας και παράβαση καθήκοντος, γεγονός που θα πρέπει να εξετασθεί και να επιβληθούν οι προβλεπόμενες από το νόμο πειθαρχικές ποινές.
Κατόπιν τούτων επιβάλλεται να εξαιρεθούν από τη σύνθεση και λειτουργία της προαναφερομένης Ειδικής Επιτροπής οι παραπάνω αναφερόμενοι Σταύρος Γιαγκάζογλου, Εμμανουήλ Περσελής, Αγγελική Ζιάκα, Άγγελος Βαλλιανάτος και Γεώργιος Στριλιγκάς και να αντικατασταθούν από ειδικούς.
Πέραν των ανωτέρω, θεωρούμε υποχρέωσή μας να προσθέσουμε και ένα άλλο σημείο το οποίο έχει χαρακτήρα θεσμικό. Όπως έχει υποστηριχθεί εγκύρως, (βλ. Κρίππα, κατά πόσον το νέο πρόγραμμα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών συνιστά αξιόποινη πράξη, Επιθ. Δημοσίου και Διοιικητικού Δικαίου 2014, σελ 679 επ.), όπως προκύπτει από τις εκθέσεις που συνοδεύουν την πρόταση του νέου μαθήματος, επιδιώκεται οι μαθητές να προβληματισθούν και να φθάσουν μέχρι μεταβολής θρησκευτικών πεποιθήσεων. Επομένως, έχουμε εδώ αυταπόδεικτη διάπραξη του εγκλήματος του προσηλυτισμού, το οποίο τιμωρείται από τα άρθρα 4 και 5 του ν. 1363/39, όπως τροποποιήθηκε και επίσης, όπως ρητώς προβλέπεται από το άρθρο 13 παρ. 2 του συντάγματος. Μέχρι σήμερα, την εγκυρότητα των επιστημονικών αυτών απόψεων κανείς δεν αμφισβήτησε. Όλα τα δεδομένα αυτά έχουν γνωστοποιηθεί και στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, διά εξωδίκου δηλώσεως, επιδοθείσης διά δικαστικού επιμελητού την 28-7-2014 η οποία παρελήφθη ενυπογράφως από τον εκ των μελών του ινστιτούτου κ. Σταύρο Γιαγκάζογλου, ο οποίος μέχρι σήμερα, εξ όσων γνωρίζουμε ουδεμία διαφωνία διετύπωσε εγκύρως.
Επειδή η παρούσα αίτησή μας είναι νόμιμη, βάσιμη.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΖΗΤΟΥΜΕ
Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση ως νόμιμη και βάσιμη.
Να εξαιρεθούν από τη σύνθεση της προαναφερόμενης Ειδικής Επιτροπής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την εξέταση του περιεχομένου και την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οι Σταύρος Γιαγκάζογλου, Εμμανουήλ Περσελής, Αγγελική Ζιάκα, Άγγελος Βαλλιανάτος και Γεώργιος Στριλιγκάς και να αντικατασταθούν από ειδικούς.
Για την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ)
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 8 Απριλίου 2016
Προς Αξιότιμον κ. Νικόλαο Φίλη,
Υπουργόν Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Ανδρέα Παπανδρέου 37, Μαρούσι,
Αθήνα, Τ.Κ. 151 80
Αθήνα, 7 Απριλίου 2016
Αριθμ. Πρωτ.: 54
Κοινοποίηση:
Α) Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, οδός Ιασίου, αρ. 1, Αθήνα
Β) Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, οδός Αν. Τσόχα, αρ. 36, Αθήνα
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Στο διάλογο που ξεκίνησε το Υπουργείο Παιδείας, διαμέσου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, με την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για το μάθημα των Θρησκευτικών, αιτούμαστε και τη θεσμική, ενεργό συμμετοχή της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, ως νόμιμου φορέα που εκπροσωπεί τον κλάδο των Θεολόγων Καθηγητών για να καταθέσουμε τις προτάσεις μας.
Παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες.
Με τιμή
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 24 Μαρτίου 2016
Αν κάποιος επιχειρήσει να συζητήσει με νέους ανθρώπους για την Ορθοδοξία, συνήθως θα εισπράξει ερωτήματα σχετικά με την αδικία στον κόσμο, τι προσφέρει η Εκκλησία στους ανθρώπους, ποια είναι η περιουσία της και τι απαντάμε στο ερώτημα του θανάτου. Λίγοι θα είναι οι εχθρικοί. Οι περισσότεροι θα είναι αδιάφοροι. Και σίγουρα ελάχιστοι, ίσως μόνο όσοι έχουν γαλουχηθεί από τις οικογένειές τους, θα γνωρίζουν για το τελετουργικό, για τα άμφια, για τη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, για τα διάσημα, καθώς αυτά αντιμετωπίζονται ως φολκλόρ, εικόνες ενός μακρινού παρελθόντος που λέει ολοένα και λιγότερα.
Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι οι νέοι είναι ακατήχητοι. Θα αρκεστούν στο να επιρρίψουν ευθύνες στους γονείς, στους δασκάλους και τους θεολόγους διότι στα Θρησκευτικά του σχολείου δεν κάνουν «κατηχητικό», δε διδάσκουν δηλαδή την αυθεντική ορθόδοξη πίστη, και θα αφήσουν την ευθύνη της Εκκλησίας ασχολίαστη. Άλλοι πάλι θα τονίσουν ότι για τον κάθε άνθρωπο έρχεται η ώρα της κλήσης του από τον Θεό, δηλαδή η στιγμή που θα αποφασίσει αν πρέπει να πιστέψει ή όχι. Από κει και πέρα όλα βρίσκουν τον δρόμο τους. Άλλοι πάλι θα ζητήσουν από την ποιμαίνουσα Εκκλησία να λάβει τα μέτρα της. Να εκσυγχρονίσει τον λόγο και τον τρόπο της, παραμένοντας αυθεντική, δηλαδή συντηρητική. Να μην αλλάξει τίποτα αλλά να προσελκύσει τους νέους με αυτό που είναι. Ό,τι όμως δεν απαντά στις νεανικές αναζητήσεις ή στον σύγχρονο τρόπο ζωή, που δεν είναι εγκεφαλικός, σκεπτόμενος, ιδεολογικοποιημένος, αλλά εικονικός, δύσκολα, αν αλλαχτεί ως προς την εμφάνισή του, θα λειτουργήσει προσελκυστικά. Άλλοι πάλι κινδυνολογούν και υπόσχονται ότι ο νέος που θα εισέλθει στην Εκκλησία θα μπολιαστεί με αξίες που θα του λύσουν όλα του τα προβλήματα.
Η ουσιαστική συζήτηση πάντως δείχνει κάτι που χρειάζεται να προσεχτεί. Δεν είναι ο λόγος από μόνος του που ελκύει και πείθει, αλλά το πρόσωπο με το παράδειγμά του. Δεν είναι το πνευματικό οπλοστάσιο της Εκκλησίας που μετρά όσο η αίσθηση του «ανήκειν» που δίνει στους νέους όταν συμμετέχουν στη ζωή της. Αν βρούνε φιλικό περιβάλλον, χώρο στο ναό, στο ενοριακό κέντρο, στα πρόσωπα που διακονούν, αν υπάρχει περιθώριο να έρθουν με τους φίλους και τους οικείους τους, τότε είναι βέβαιο ότι ο λόγος θα αρχίσει να έχει σημασία. Θα φύγει δηλαδή από τα όρια της συνήθειας ή του φολκλόρ και θα γίνει αφόρμηση εσωτερικής αλλαγής, πνευματικότητας.
Χρειάζεται υπομονή η επικοινωνία με τους νέους. Χρειάζεται να αφουγκραζόμαστε τον δικό τους κόσμο. Τι τους δίνει χαρά. Ποιες είναι οι συνήθειές τους. Τι τους ενοχλεί. Η Ορθοδοξία καλείται πρώτα να ακούσει και μετά να μιλήσει. Να αφήσει την εύκολη κηρυγματικότητα και να απλωθεί σ’ αυτό που καίει τις καρδιές: πώς θα υπάρξουν γνήσιες σχέσεις, πως θα διαχειριστούμε τις ήττες μας, πώς θα παλέψουμε με έναν κόσμο που υπόσχεται κόπο, αδικία, ανεργία, θάνατο και ξεγελά με τις τέρψεις των ηδονών και της εικονικής πραγματικότητας. Είναι καιρός λοιπόν για μια άλλη προσέγγιση. Με τόλμη και σχέδιο. Αυθορμητισμό και επίγνωση των πνευματικών μας θησαυρών. Με σεβασμό στην ελευθερία και προσευχή ο κάθε νέος, γιατί πλέον δεν μιλούμε για μαζικότητα, να πει το ΝΑΙ στο κάλεσμα που η πίστη απευθύνει.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια” στο φύλλο της 23ης Μαρτίου 2016
Κατηγορία ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ, ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016
Αθήνα, 10 Μαρτίου 2016
Αριθμ. Πρωτ.: 40
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ)
χαιρετίζει με μεγάλη ικανοποίηση την απόφαση για το μάθημα των Θρησκευτικών
που έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ) χαιρετίζει με μεγάλη ικανοποίηση την απόφαση για το μάθημα των Θρησκευτικών που έλαβε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στη Δεύτερη Συνεδρία της στις 9 Μαρτίου 2016, με την οποία προχωρεί στην επικαιροποίηση και επικύρωση της απόφασης που είχε λάβει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, στις 12-13 Ιανουαρίου 2016 ως προς τη θέση της για τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, σε σχέση και με τον διάλογο που έχει να πραγματοποιήσει προσεχώς η Εκκλησία με την Πολιτεία.
Η ΠΕΘ αποδέχεται ασμένως την συνθετική και διαλλακτική λύση του προβλήματος που ταλανίζει το θεολογικό κόσμο εδώ και πέντε χρόνια, στην οποία κατέληξε η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενεργώντας «εν πνεύματι και αληθεία» και ταυτόχρονα θεωρεί ότι οι αγώνες της για το μάθημα των Θρησκευτικών, δικαιώνονται πλέον και μάλιστα διπλά, με τις δύο παραπάνω Συνόδους.
Ωστόσο, δηλώνει ότι θα συνεχίσει αταλάντευτα και με αμείωτη ένταση τον αγώνα της, εξαντλώντας κάθε νόμιμο μέσο, για να προφυλάξει το μάθημα των Θρησκευτικών και τον θεολογικό κόσμο από κάθε απόπειρα επιβολής, που θα επιχειρηθεί από την πλευρά της Πολιτείας μέσα από μονομερείς ή τετελεσμένες αποφάσεις ή ενέργειες, που παραβλέπουν προκλητικά τη θέληση της πλειονοψηφίας του θεολογικού κλάδου. Ήδη ο ορισμός Επιτροπής από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής(ΙΕΠ) στην οποία συμμετέχουν ΜΟΝΟΝ μέλη του συνδέσμου ΚΑΙΡΟΣ δείχνει τις «προθέσεις» της πολιτείας για μονομερή «διάλογο», δηλαδή για αντιδημοκρατική διάθεση επιβολής, στην οποία η Ένωσή μας είναι αναγκασμένη να απαντήσει.
Το ΔΣ της ΠΕΘ
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »
Συγγραφέας: kantonopou στις 11 Μαρτίου 2016
Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2016
Αριθμ. Πρωτ.: 26
Προς
Τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμον, Πρόεδρον και άπαντες τους Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
ΣΥΝΟΨΗ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΟΣ
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟΥ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ 2014
Μακαριώτατε,
Άγιοι Αρχιερείς,
Το αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) του 2014, όπως και το ΠΣ του 2011 για τα Θρησκευτικά του Δημοτικού καθώς και το ΠΣ του 2015 για το Λύκειο προτείνουν να διδάσκεται το μάθημα των Θρησκευτικών σε καθημερινή βάση ως μείγμα στοιχείων από τον Χριστιανισμό, τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ, τον Ινδουισμό, το Βουδισμό, τον Ταοϊσμό και τον Κομφουκιανισμό.
Πρόκειται για ένα πολυθρησκειακό συγκρητιστικό μόρφωμα, με το οποίο επιδιώκεται μέσω της θρησκευτικής συγχύσεως να επιβληθεί στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, το πνεύμα της πολυθρησκείας – πολυθεϊας ως προστάδιο της επικράτησης του στόχου της Νέας Εποχής που είναι: Η κατάργηση των πολιτισμικών και θρησκευτικών διαφορών και η επικράτηση -παράλληλα με τη μία παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση – μίας παγκόσμιας θρησκείας(μείγμα όλων των θρησκειών) με έναν Παγκόσμιο Θεό. Στην κατεύθυνση αυτή σχεδιάζεται η εντός των Προγραμμάτων Σπουδών στην Εκπαίδευση σταδιακή μετατροπή του Χριστιανισμού από θεία Αποκάλυψη του αληθινού Θεού σε μία ανθρωποκεντρική θρησκεία.
Οι επιλεγμένες ομάδες των συντακτών των ΠΣ σχεδίασαν τα ως άνω απαράδεκτα Προγράμματα εν κρυπτώ –χωρίς να ζητηθεί η συμμετοχή και η συνεργασία της Εκκλησίας, των τεσσάρων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ)και των ειδικών Παιδαγωγών των Θεολογικών Σχολών. Εκ των υστέρων γίνεται προσπάθεια παραπλάνησης των εκκλησιαστικών και θεολογικών φορέων ή προσώπων, έτσι ώστε να αποδεχθούν τα και να υιοθετήσουν αυτά τα Προγράμματα του ΕΣΠΑ, για τα οποία υπάρχουν ατελείωτες παιδαγωγικές και θεολογικές ενστάσεις και αντιδράσεις. Τα ειδικότερα προβλήματα που περιέχουν τα νέα Προγράμματα είναι συνοπτικά τα παρακάτω:
1. Οι συντάκτες ισχυρίζονται ότι ενεργούν με βάση το πνεύμα του πλουραλισμού, για να στηρίξουν το δικαίωμα στην ετερότητα. Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί διότι:
α) Οι ίδιοι παραδέχονται πως τα ισχύοντα έως σήμερα Αναλυτικά Προγράμματα-τα οποία εννοείται ότι θέλουν να αναβαθμίσουν- σέβονται την ετερότητα, δηλ. τις πεποιθήσεις και το πρόσωπο κάθε μαθητή.
β) Δεν σέβονται την ετερότητα και το δικαίωμα ούτε των ορθοδόξων ούτε των μη ορθοδόξων μαθητών, διότι αυτό που τους προσφέρουν ως διδασκαλία δεν είναι η δική τους πίστη, αλλά ένα μείγμα εννέα διαφορετικών θρησκευτικών εκδοχών!!
γ)Η απόκρυψη ή υποτίμηση πολλών βασικών χριστιανικών αληθειών από τους μαθητές και η ταυτόχρονη μείξη της πίστεώς τους με όλες τις θρησκείες προκαλεί συνειδησιακές συγκρούσεις και επικίνδυνη σύγχυση στους Ορθόδοξους μαθητές, ενώ δεν επιλύει τα ενδεχόμενα προβλήματα της βίας, του ρατσισμού, των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού, καθόσον οι όντως εμπαθείς αυτές συμπεριφορές θεραπεύονται μόνον με την εν Χριστώ πίστη και ζωή.
2. Η διδασκαλία των θρησκειών στα νέα προτεινόμενα ΠΣ, που αναμειγνύουν στοιχεία από όλες τις θρησκείες, ισχυρίζονται οι συντάκτες ότι γίνεται λόγω των «διεθνών εξελίξεων»[1] που βίωσε η ανθρωπότητα στις αρχές του 21ου αιώνα, εννοώντας το τρομοκρατικό χτύπημα στους «δίδυμους πύργους», την 11η Σεπτεμβρίου του 2001»[2]. Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, δέχονται ότι εφαρμόζουν «οδηγίες πλεύσης» εκπροσώπων κέντρων, τα οποία εδώ και δεκαετίες επιδιώκουν να ρυθμίζουν τη θρησκευτική παιδεία στην Ελλάδα, με σκοπό να γίνουν οι ιδέες τους ο νέος προσανατολισμός του ΜτΘ και μέσω αυτού, να περάσουν στην κοινωνία του 21ου αιώνα[3].
Η αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών με αυτά τα νέα πολυθρησκειακά Προγράμματα δεν γίνεται για να υπηρετηθούν οι θεολογικές πνευματικές και υπαρξιακές ανάγκες ή τα ενδιαφέροντα των μαθητών, αλλά ως συμμόρφωση και προσαρμογή στις διεθνείς εξελίξεις (τρομοκρατικό χτύπημα στους «δίδυμους πύργους», την 11η Σεπτεμβρίου του 2001). Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, δέχονται ότι το μάθημα των θρησκευτικών αρνείται τον πνευματικό του ρόλο, αλλάζει σκοπό, χαρακτήρα, κατεύθυνση και μετατρέπεται σε ένα κοινωνικοπολιτικό εργαλείο με καθαρά εγκόσμιους στόχους και προσανατολισμούς. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται, επίσης, από τη συνεργασία κάποιων συγγραφέων του ΠΣ με φορείς και οργανώσεις, που εκπροσωπούν αυτά τα παγκόσμιου βεληνεκούς σχέδια, καθώς και η συμμετοχή εκπαιδευτικών στα διαθρησκειακά και διαπολιτισμικά προγράμματα και τις ημερίδες που πραγματοποιήθηκαν για την εφαρμογή του ΠΣ από το «The EuropeanWergeland Centre»[4] και το Arigatou Foundation[5].
3. Οι εν λόγω συντάκτες απευθύνονται καταρχάς προς τους Επισκόπους της Εκκλησίας, ισχυριζόμενοι ότι τα Προγράμματά τους είναι ορθόδοξα. Ο στόχος τους είναι να αποσπάσουν τη θετική τους απόφανση. Μόλις όμως γίνουν αντιληπτές οι απαράδεκτες διδασκαλίες των ΠΣ, τότε οι συντάκτες ισχυρίζονται, ψευδώς, πως δεν έχει λόγο σε αυτά η Εκκλησία και ότι η θρησκευτική παιδεία είναι υπόθεση του κράτους, αγνοώντας εσκεμμένα τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας.
4. Προς τους Θεολόγους διαδίδουν πιεστικά πως το ΜτΘ θα χαθεί, αν δεν γίνει πολυθρησκειακό, αφήνοντας να καλλιεργούνται ανησυχίες για το εργασιακό τους μέλλον. Παράλληλα, σκόπιμα, αποσιωπούν, ως ανύπαρκτη, την απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, η οποία ορίζει με σαφήνεια, ότι η Πολιτεία έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στους ορθόδοξους μαθητές με την κατάρτιση των προγραμμάτων διδασκαλίας με ύλη σύμφωνη με το δόγμα της χριστιανικής διδασκαλίας.
5. Ισχυρίζονται πως με τα νέα ΠΣ στηρίζεται «το δικαίωμα όλων των παιδιών για θρησκευτική εκπαίδευση» το οποίο, όμως, όπως και τα δικαιώματα της θρησκευτικής ετερότητας, είναι ήδη αναγνωρισμένα από το Σύνταγμα και τους νόμους της ελληνικής Πολιτείας, από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις – τις οποίες σέβεται και εφαρμόζει η ελληνική Πολιτεία. Αντίστοιχα, επίσης, αποσιωπάται έντεχνα ότι είναι επίσης κατοχυρωμένο το δικαίωμα των Ορθόδοξων μαθητών να διδάσκονται το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με τα δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και με βάση τα διεθνώς κατοχυρωμένα δικαιώματα των γονέων να επιλέγουν οι ίδιοι τη θρησκευτική κατεύθυνση των τέκνων τους.
6. Προκειμένου να επιτευχθεί η εφαρμογή των νέων Προγραμμάτων, χρησιμοποιείται στα ΠΣ ως όπλο κάποιες σύγχρονες μορφές διδασκαλίας, οι οποίες, όμως, είναι δυνατόν να εφαρμοστούν και στα ισχύοντα έως σήμερα Προγράμματα και βιβλία που αφορούν στο μάθημα (2003-2006), χωρίς να κινδυνεύουν να απολεσθεί η ορθόδοξη ταυτότητά τους. Προφανώς η κατάργηση του Ορθόδοξου Μαθήματος και η αντικατάστασή του από την πολυθρησκεία δεν θα μπορούσε να καθιερωθεί, παρά μόνον με το δήθεν παιδαγωγικό «προσωπείο» των Προγραμμάτων.
7. Ισχυρίζονται πως στα νέα ΠΣ το μεγαλύτερο μέρος των προσφερόμενων σε αυτό πληροφοριών, αφορά στον Χριστιανισμό. Όμως:
α) Το πρόβλημα των ΠΣ, δεν αφορά στην ποσότητα, αλλά στη δομή και στην ποιότητα, αφού με τη συστηματική μείξη ετερόκλητων θρησκειακών πληροφοριών, η περίτεχνη αλλοίωσή τους και εν συνεχεία η διδασκαλία τους σε μικρά παιδιά, τα οποία δεν είναι ακόμη σε θέση να διακρίνουν τις διαφορές του Χριστιανισμού από τις θρησκειακές δοξασίες, αποτελεί προσπάθεια σύγχυσης και αλλοίωσης ή αλλαγής της πίστεώς τους.
β) Η τεχνητή-επιφανειακή σύγκλιση του Χριστιανισμού με τις θρησκείες οδηγεί σε εσφαλμένα επιστημονικά συμπεράσματα και στο συγκρητισμό.
8. Ισχυρίζονται πως υπάρχουν «τρεις κύκλοι» στα ΠΣ, που ο πρώτος αναφέρεται στην παράδοση της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας, ο δεύτερος στη γνωριμία με τις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις και ο τρίτος στα μεγάλα θρησκεύματα. Στην πραγματικότητα, όμως, αποκρύπτουν μεθοδευμένα ότι οι κύκλοι αυτοί δεν είναι παράλληλοι ούτε διαδοχικοί, αλλά κύκλοι τεμνόμενοι, αφού δεν διδάσκονται οι μαθητές ξεχωριστά την ορθόδοξη πίστη τους και έπειτα ξεχωριστά και διακριτά τις χριστιανικές ομολογίες και τις θρησκείες, αλλά ότι εσκεμμένα τα περιπλέκουν και τα διδάσκουν όλα μαζί, ως ένα πολυρησκειακό πολτό.
9. Το ΜτΘ με τα συγκεκριμένα ΠΣ παύει να είναι χριστοκεντρικό και γίνεται ανθρωποκεντρικό – πολυθρησκειακό- συγκρητιστικό. Το συνονθύλευμα αυτό δεν έχει καμιά συμβατότητα με την διαχρονική ορθόδοξη παράδοση και διδασκαλία. Συγκεκριμένα:
α) Το ΠΣ συσκοτίζει περίτεχνα την αντίληψη των μικρών μαθητών για το ποιος είναι ο Θεός που σώζει τον άνθρωπο,καθώς και ποια είναι η αληθινή κοινωνία μαζί Του. Η ξεκάθαρη ορθόδοξη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα χαρακτηρίζεται «ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία» και φυσικά αποκλείεται. Ο Χριστιανισμός συνεξετάζεται με έξι θρησκείες ως «ποικιλία θρησκευτικών προσανατολισμών», χωρίς να απασχολεί το θέμα της αντιληπτικότητας ή της θρησκευτικής σύγχυσης και της πνευματικής βλάβης που προκαλείται στους μαθητές των μαθητών.
β)Τα νέα ΠΣ, δέσμια της πολυθρησκειακής τους ιδεολογίας, «θολώνουν τα νερά» – αποκρύπτουν, σκόπιμα, τη θεμελιώδη αλήθεια της χριστιανικής πίστης, πως ο Χριστός είναι ο μόνος Θεάνθρωπος και Σωτήρας του κόσμου. Εξετάζουν τον Ιησού Χριστό ως δάσκαλο, παράλληλα με τον Βούδα, τον Λάο Τσε και τον Μωάμεθ, και, αντίστοιχα, παραθέτουν δίπλα –δίπλα ισότιμα και ισόκυρα με τις διδασκαλίες του Χριστού, κάποια αποφθέγματα των θρησκευτικών αρχηγών.
γ)Τα νέα ΠΣ αλλοιώνουν όλα τα θέματα της ορθόδοξης πίστης. Συνεξετάζοντας κάθε επιμέρους θέμα της ορθοδόξου πίστεως με επιλεγμένα ετερόκλητα θέματα των θρησκειών και επιδιώκοντας να τα εμφανίσουν ως αντίστοιχα του εκκλησιαστικού βιώματος και πνεύματος,ακυρώνουν την ορθόδοξη διδασκαλία.
10. Τα νέα ΠΣ με όλη την πολυθρησκειακή τους πλοκή και με τα μέσα που χρησιμοποιούν οδηγούν τα παιδιά στον θρησκευτικό συγκρητισμό και τα κατηχούν με το πνεύμα του σχετικισμού και της εξίσωσης της εξ Αποκαλύψεως πίστεώς τους με ανθρωποκεντρικές θρησκευτικές δοξασίες.
11. Τα νέα ΠΣ αφενός με την κριτική που ασκούν στην ορθόδοξη πίστη, δηλητηριάζουν τα παιδιά, διδάσκοντάς τους ότι είναι αποκρουστική και ξεπερασμένη, ως μονοφωνική και, αφετέρου, με την διαρκή και μόνιμη πρόκριση των θρησκειών, προσηλυτίζουν τους μαθητές στην πολυθρησκεία.
12. Τα νέα ΠΣ μεθοδεύουν τη χειραγώγηση των συνειδήσεων των μικρών παιδιών, επειδή επιλέγουν και χρησιμοποιούν κατά τη διδασκαλία ειδικές διαστρεβλωμένα παιδαγωγικές μεθόδους και κριτικές θεωρίες, με ανατρεπτικές τάσεις ως προς την παράδοση, για να αποσυνδέονται τα παιδιά από την ορθόδοξη πίστη και να πείθονται να επιλέγουν αυτά τα ίδια με τη βοήθεια των δασκάλων και των ΠΣ μια δική τους σύνθεση θρησκείας μέσα από την ποικιλία των θρησκευτικών στοιχείων που διδάσκονται.
13. Η αντιχριστιανική και αντιπαιδαγωγική επίδραση που ασκείται, μέσω της πολτοποίησης του Χριστιανισμού με τις θρησκείες στη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών ούτε νομική ισχύ έχει, ούτε σχετίζεται με τον σεβασμό της ετερότητας, την οποία η Ορθόδοξη αντίληψη αποδέχεται συνειδητά. Είναι μία επίθεση στην ορθόδοξη παράδοση, όχι απευθείας, αλλά διά της πλαγίας οδού, για να διευκολύνεται με μαεστρία ο τελικός στόχος. Επιδίωξή των νέων ΠΣ είναι να προβάλλονται ως αθώα πρόβατα, ενώ στην πραγματικότητα είναι επικίνδυνοι λύκοι.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ:
Το ΠΣ είναι σχεδιασμένο με πολυθρησκειακή δομή. Πρέπει να συνταχθεί εξ αρχής νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, το οποίο να διδάσκει χωριστά τον Χριστιανισμό, με βάση την οντολογία και κοσμοθεωρία του και, αντίστοιχα, τις θρησκείες με τις δικές τους θέσεις. Ειδικότερα, μπορεί να υπάρξουν κάποιες ολιγάριθμες ξεχωριστές θεματικές ενότητες στο τέλος του κάθε βιβλίου, αντίστοιχες με το πνευματικό επίπεδο των μαθητών που θα παρέχουν πληροφορίες για τις θρησκείες, με αποφυγή όλων όσων μπορούν που προκαλέσουν θρησκευτική σύγχυση, σχετικισμό ή συγκρητισμό. Η σύνταξη του νέου ΑΠΣ πρέπει να γίνει, έχοντας ως βάση το ΑΠΣ του 2003 και τα βιβλία του 2003-2006, με τις απαιτούμενες διορθώσεις, βελτιώσεις και τον κατάλληλο εμπλουτισμό τους με παιδαγωγική και διδακτική μεθοδολογία. Αυτή η εξ αρχής σύνταξη νέου ΠΣ θα είναι μία ενωτική προσπάθεια, που θα πραγματοποιηθεί, αφού συσταθεί μεικτή θεολογική Επιτροπή Παιδείας, χωρίς αποκλεισμούς, με την παρουσία σε αυτήν του Υπουργείου Παιδείας, της Εκκλησίας, των Θεολογικών Σχολών, της ΠΕΘ, και οπωσδήποτε θεολόγων εμπειρογνωμόνων εξειδικευμένων στην Παιδαγωγική και διδακτική μεθοδολογία του ΜτΘ.
Με τον δέοντα σεβασμόν
Ασπαζόμεθα την δεξιάν Σας
Για το ΔΣ της ΠΕΘ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Κωνσταντίνος Σπαλιώρας Παναγιώτης Τσαγκάρης
Δρ Θεολογίας Mr Θεολογίας
[1]ΠΣ, σ. 11, ΟΔ.ΕΚΠ., σ. 36.
[2]Τη διευκρίνιση αυτή έδωσαν οι εμπειρογνώμονες του τομέα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη, η κ. Claudia Lenz και ο κ. Peter Schreiner, ως βασικοί ομιλητές, στην ημερίδα που διοργάνωσε η Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης, στο Κολυμπάρι Χανίων, σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Κέντρο «The EuropeanWergeland Centre» και τον Παγκρήτιο Σύνδεσμο Θεολόγων στις 15 Μαΐου 2015, με θέμα: «Οι θρησκευτικές και μη θρησκευτικές πεποιθήσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση». Η εισήγησή τους είχε θέμα: «Εισαγωγή στην προβληματική της Ημερίδας ως προς την εφαρμογή των Οδηγιών (Recommendation) του Συμβουλίου της Ευρώπης και του “Signposts”. Έγινε προσπάθεια να παρουσιαστεί η Οδηγία (Recommendation CM/Rec(2008)12) ως υποχρεωτική, ενώ σύμφωνα με το Καταστατικό του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι «Συστάσεις» του δεν είναι σε καμία περίπτωση υποχρεωτικές για κανένα κράτος και ούτε μπορεί να γίνουν, διότι το κάθε κράτος μέλος δικαιούται να έχει διαφορετικό καθεστώς στη θρησκευτική του διδασκαλία. Όσον αφορά δε το «Signposts», πρόκειται για προσωπική άποψη μιας μικρής ομάδας, η δε άποψη αυτή δεν έχει υιοθετηθεί από κανένα έγκυρο όργανο, διεθνές ή ευρωπαϊκό. Αυτό που ισχύει στη Νορβηγία είναι η απόφαση Folgero, την οποία επικαλείται η απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων.
[3]Βλ. ΟΔ. ΕΚΠ. σ.10-24, 42-47 κ.α.
[4]http://www.amen.gr/article/ekpaideftiko-seminario-tou-symvouliou-tis-evropis-gia-to-mathima-ton-thriskeftikon
Κατηγορία ΜΑΘΗΜΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ | Δε βρέθηκαν σχόλια »