Κυριακή ΙΕ’ Λουκά
Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Ιανουαρίου, 2011
Ὁ Ἰησοῦς περιέρχεται τήν Ἱεριχῶ καί ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος θέλει νά τόν γνωρίσει. Ὅμως ἐπειδή εἶναι μικρόσωμος, τό πλῆθος τόν ἐμποδίζει, γί΄αὐτό κάνει τό ἑξῆς ἐντυπωσιακό. Ἀδιαφορώντας γιά τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος ἐπειδή εἶναι ἀρχιτελώνης καί πλούσιος, ἀνεβαίνει σέ μία συκομωρέα.
Ἔτσι ὅταν ὁ Ἰησοῦς περνᾶ τόν βλέπει καί τοῦ λέει «Ζακχαῖε κατέβα γιατί πρέπει νά μείνω στό σπίτι σου». Ἀμέσως κατεβαίνει καί δέχεται μέ χαρά τόν Ἰησοῦ στό σπίτι του. Τότε πολλοί μουρμούριζαν κατά τοῦ Ἰησοῦ γιατί θά μείνει σέ σπίτι ἁμαρτωλοῦ, ἐνῶ ὁ Ζακχαῖος κάνει καί τό σπουδαῖο. Λέγει στόν Κύριο: «Κύριε τή μισή περιουσία μου θά δώσω στούς φτωχούς καί ἄν ὡς τελώνης ἔχω ἀδικήσει καί καταχρασθεῖ θά τήν ἐπιστρέψω στό τετραπλάσιο».
Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Σήμερα τόσο στόν οἰκοδεσπότη ὅσο καί στούς δικούς του ἦλθε ἡ σωτηρία διότι ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε στό κόσμο γιά νά ζητήσει τόν ἁμαρτωλό ὡς χαμένο πρόβατο καί νά τόν σώσει».
Ἀδελφοί μου,
Μία συγκλονιστική εἰκόνα μας ἔδωσε τό σημερινό Εὐαγγέλιο τήν συνάντηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, τοῦ Ζακχαίου, μέ τόν Θεό.
Κάτω ἀπό τό Θεϊκό βλέμμα στή ψυχή τοῦ ἀνθρώπου γκρεμίζεται τό οἰκοδόμημα πού εἶχε ἀνορθώσει ὁ ἐγωισμός καί τά ἄλλα πάθη του καί συναισθάνεται τό πόσο πολύ ἔχει φταίξει ἀπέναντι στό Θεό.
Ξεσκίζεται τό σκοτεινό πέπλο πού σκέπαζε τίς πράξεις τοῦ παρελθόντος καί ἀρχίζει νά βλέπει ὅλα τά ἀμέτρητα ἀδικήματα τῆς ζωῆς του. Βλέπει σάν πανόραμα νά περνοῦν μπροστά τοῦ οἱ πτωχοί πού εἶχε κατακλέψει, τά ὀρφανά πού εἶχε ξεγυμνώσει, οἱ χῆρες πού εἶχε ἀδικήσει καί οἱ συμπολίτες του πού εἶχε ἐκμεταλλευθεῖ. Τούς βλέπει νά περνοῦν γυμνοί, πεινασμένοι, μέ δάκρυα στά μάτια, μέ τόν πόνο στή καρδιά, μέ τό στεναγμό στό στόμα καί μέ τή κατάρα στή γλώσσα. Βλέπει ἕνα πύρινο ποταμό νά ἐξογκώνεται καί νά ὑψώνει ἀπειλητικά τήν φωτιά τοῦ μέχρι τόν λαιμό του. Καί τότε ἀποφασίζει νά σπάσει τό φράγμα μέ μία ἡρωική προσπάθεια καί νά σωθεῖ. «Κύριε ἐάν κάποιους ἐσυκοφάντησα θά ἀποδώσω στό τετραπλοῦν». Εἶναι ἡ κραυγή τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας πού βγαίνει ἀπό τήν ἀναγεννημένη ψυχῆ του.
Συγκλονιστική πραγματικά ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Συγκλονιστική καί σωτήρια ταυτόχρονα.
Ὑπάρχει ὅμως καί μία ἄλλη συγκλονιστική συνάντηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μία συνάντηση πού ἔχει μία ἰδαιτερότητα.
Εἶναι ὑποχρεωτική γιά κάθε ἄνθρωπο καί συμβαίνει ὅταν πεθάνουμε. Αὐτή τήν συνάντηση πού ἴσως ἡ λέξη «συγκλονιστική» ὠχριᾶ τήν ἀποκάλυψαν ἄγγελοι στόν μεγάλο ἀσκητή τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, τόν Ἅγιο Μακάριο.
Ἡ συνάντηση αὐτή συμβαίνει μετά τά τριήμερα καί ἀκοῦστε πώς οἱ ἄγγελοι τήν περιέγραψαν στόν Ἅγιο:
«Μετά τήν προσκύνηση τῆς ψυχῆς καί μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ ἐπιδεικνύονται σέ αὐτήν οἱ διάφορες εὐχάριστες σκηνές τῶν Ἁγίων καί ἡ ὡραιότητα τοῦ Παραδείσου πού τήν κάνουν νά θαυμάζει καί νά δοξάζει τόν εὐπρεπιστήν Θεόν.
Βλέπουσα τήν ἀπόλαυση τῶν Ἁγίων ἀρχίζει νά κατηγορεῖ τόν ἑαυτό τῆς λέγουσα: «Ἀλλοίμονο, πώς ζοῦσες μάταια στόν κόσμο, ἀσχολούμενη μέ τίς ἐπιθυμίες τῆς ζωῆς. Τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς μου τό ἐπέρασα μέ ἀμέλεια καί δέν ὑπηρέτησα τόν Θεό ὅπως ἅρμοζε γιά νά ἀξιωθῶ κι ἐγώ μέ αὐτές τίς χαρές καί τή δόξα.
Ποῦ θά μοῦ χρησιμεύσουν οἱ ἀμπελῶνες καί οἱ ἐλαιῶνες ποῦ ἐφύτευσα; Ποιά ὠφέλεια θά μοῦ δώσει ὁ ἀγρός ποῦ ἀγόρασα; Σέ τί θά μέ ὠφελήσει ὁ χρυσός; Ποιά ὠφέλεια θά μοῦ δώσει ὁ πλοῦτος μου; Ποιά ὠφέλεια τά εὐχάριστα τοῦ βίου καί τοῦ κόσμου;
Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα, μάταια ἐκοπίασα. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα γιατί ἔζησα χωρίς ἀρετή. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα γιατί ἀγάπησα τήν πρόσκαιρη δόξα. Ἀπέκτησα τήν οὐράνια πτώχεια. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα τί ἔπαθα; Μπορεῖ κανείς νά μέ βοηθήσει γιά νά τύχω κι ἐγώ ἡ ἄθλια τή δόξα τοῦ Κυρίου;
Ἀδελφοί μου,
Ἡ συγκλονιστική συνάντηση τοῦ Ζακχαίου μέ τόν Κύριο τόν ὁδήγησε στή σωτηρία γιατί συναισθάνθηκε τό πόσο πολύ εἶχε φταίξει ἀπέναντι στόν Θεό στά πρόσωπα τοῦ συνανθρώπου του. Ἡ μελλούμενη ὅμως συνάντηση θά πρέπει πολύ νά μᾶς προβληματίσει, γιατί ἀποτελεῖ μία ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια τήν ὁποία θά ζήσουμε ὅλοι μας καί συμβαίνει σέ χρόνο πού δέν ἔχει πιά μετάνοια.
Γιά νά μή φθάσουμε λοιπόν νά ποῦμε τό «ἀλλοίμονο σέ ἐμένα», ὅπως ὁ Ζακχαῖος ξεπέρασε τό ἐμπόδιό του κόσμου πού δέν τόν ἄφηνε νά ἰδεῖ τόν Κύριο ἀνεβαίνοντας στή συκομωρέα, ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νά ξεπεράσουμε τόν κόσμο καί τά πράγματά του πού μας ἔχουν αἰχμαλωτίσει, καί νά ἀφήσουμε τήν ψυχή μας νά ζήσει τήν πίστη της καί τήν ἀγάπη τῆς πρός τόν Θεό ὅπως τοῦ ταιριάζει. Τά αἰώνια εἶναι προτιμότερα ἀπό τά πρόσκαιρα.
Ἄς μή χάσουμε λοιπόν τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ πού ἀπολαμβάνουν οἱ Ἅγιοι καί ἔτσι νά μή ποῦμε ἀπελπισμένα «ποιός θά μέ βοηθήσεις», ὅταν θά ἔλθει ἐκείνη ἡ ὥρα.
Καλή μετάνοια νά ἔχουμε. Ἀμήν.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.