kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Όταν η ζωή συναντά τον θάνατο

Συγγραφέας: kantonopou στις 10 Οκτωβρίου, 2010

Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

α) Δύο ανθρώπινες πορείες με αντίθετη κατεύθυνση περιγράφονται στη σημερινή περικοπή του ευαγγελιστή Λουκά (Λουκ. 7,11-16). Οι πορείες αυτές συναντιούνται κοντά στη πύλη της πόλεως Ναΐν. Στη μία, που εισέρχεται στην πόλη, ηγείται ο κύριος της ζωής και του θανάτου, ο Σωτήρας Χριστός. Τον ακολουθούν οι μαθητές και πλήθος λαού, που εμπνέεται από το χαρμόσυνο μήνυμά του. Στην κορυφή της άλλης, που κατευθύνεται έξω από την πόλη, μεταφέρεται νεκρό το μονάκριβο παλικάρι μιας μάνας, που ήταν χήρα. Κόσμος πολύς τη συνοδεύει και συμπαρίσταται στο πένθος της.

β) Όμως, καμιά συμπαράσταση δεν είναι ικανή να μαλακώσει τον πόνο της και να τροφοδοτήσει με ελπίδα την απελπισία της. Το κλάμα της γίνεται θρήνος γοερός για το μονάκριβο παιδί της, θρήνος μνήμης για τον χαμένο σύζυγό της. Και μέσα στο σκοτάδι της απόγνωσης την αγκαλιάζει το σπλαχνικό βλέμμα του Χριστού κι ακούει μια φωνή: “Μην κλαις”. Κατανοεί ότι η φωνή αυτή δεν είναι σαν τις άλλες. Δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη επιφανειακή παρηγοριά. Η ποιότητα της θεϊκής φωνής κομίζει φως και ελπίδα. Αγγίζει παρακλητικά την καρδιά της.

γ) Μετά το “μην κλαις”, ακούει με έκπληξη τον Χριστό να προστάζει το νεκρό παιδί: “Νεαρέ, σε διατάζω να σηκωθείς”! Και τότε βλέπει τον γιο της να μιλάει και να οδηγείται από τον Χριστό στην αγκαλιά της. Δέος, συγκίνηση και φόβος κατέλαβε το πλήθος και δόξαζε τον Θεό λέγοντας: “Μεγάλος προφήτης εμφανίστηκε ανάμεσά μας, ο Θεός ήρθε να σώσει τον λαό του”. Πράγματι, ο Χριστός ήλθε στη γη, για να σώσει τον άνθρωπο από τη φθορά και τον θάνατο. Ήλθε να αποκαλύψει τη ζωή της αναστάσεως, που φαντάζει παράδοξη στα μάτια των ανθρώπων.

δ) Στη σημερινή περικοπή η χαροκαμένη μάνα δεν ζητά από τον Χριστό να αναστήσει το παιδί της, αλλά και Εκείνος δεν ερευνά την πίστη της, όπως έκανε σε άλλες περιπτώσεις. Την πλησιάζει απροϋπόθετα και βλέπει πίσω από το δικό της δράμα την πενθούσα ανθρωπότητα. Ο Κύριος θαυματουργεί χωρίς να αναζητά τη συνεργία της πίστεως. Διότι, όπως αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, φανερώνει με τον τρόπο αυτό, για όσους έχουν πνευματικά αισθητήρια καλλιεργημένα, τη ζωοποιό και ομόθεη δύναμη του Υιού και Λόγου του Θεού. Αποκαλύπτει την άρρητη ευσπλαχνία και αγαθότητά του. Προετοιμάζει τον λαό για τη δική του Ανάσταση.

ε) Στα ευαγγέλια μαρτυρούνται τρεις περιπτώσεις νεκρών που ανέστησε ο Κύριος: τη θυγατέρα του αρχισυναγώγου, τον τετραήμερο Λάζαρο και το παιδί της χήρας της Ναΐν, που αναφέρει το σημερινό ευαγγέλιο. Ακόμη, πολλοί αναστήθηκαν όταν εκείνος άφησε την τελευταία του πνοή πάνω στον Σταυρό. Όλοι αυτοί δεν απέκτησαν την αθανασία, αφού στη συνέχεια πέθαναν αναμένοντας την “κοινήν ανάστασιν”. Ο Χριστός, όμως, που έγινε “απαρχή των κεκοιμημένων” και “πρωτότοκος εκ των νεκρών”, προετοίμασε για τους ανθρώπους την αιώνια, αθάνατη και ένθεη ζωή. Και η Εκκλησία, χωρίς να παραθεωρεί την παρούσα, προετοιμάζει τους ανθρώπους για την αιώνια ζωή. ΄Η μάλλον με αναφορά στην αιώνια ζωή νοηματοδοτεί την παρούσα.

στ) Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ερμηνεύει τη σημερινή περικοπή αφενός νηπτικά-μεταφορικά και αφετέρου κοινωνικά. Η ανάσταση του παιδιού παραπέμπει στην ανακαίνιση του ανθρώπινου νου, που κείτεται νεκρός από τα πάθη. Χήρα είναι η ψυχή, η οποία εξαιτίας της αμαρτίας διέκοψε την κοινωνία με τον Ουράνιο Νυμφίο. Παιδί της ο νους, που τον μεταφέρουν τα φθοροποιά πάθη νεκρό στον Άδη. Με την παρουσία της χάριτος του Ζωοδότου Χριστού, που παρέχεται άφθονη διά των μυστηρίων, ανασταίνεται ο νους και με τα δάκρυα της μετανοίας δέχεται ουράνια παράκληση. “Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται” (Ματθ. 5,4).

ζ) Πέρα από τη νηπτική υπάρχει και η κοινωνική διάσταση της περικοπής. Η συμπαράσταση και παραμυθία προς τους θλιβομένους ανθρώπους δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στα λόγια. Χρειάζεται να ακολουθούν συγκεκριμένες πράξεις. Τα πολλά και κούφια λόγια φτωχαίνουν και νεκρώνουν τη ζωή. Ο πόνος, η ανέχεια, το πένθος και η αποτυχία μπορεί να γίνουν αφορμές, ώστε να ενωθούν οι καρδιές των ανθρώπων. Η λύπη και ο πόνος μπορούν να διευρύνουν και να ανοίξουν την ανθρώπινη καρδιά, που καλείται εμπράκτως να εκφράσει τη συμπαράσταση προς τον πλησίον.

η) Ζούμε σε εποχή που αποθεώνονται η ατομικότητα και η εγκοσμιότητα. Έτσι ο σύγχρονος άνθρωπος συσπειρώνεται εγωκεντρικά στον εαυτό του και αρνείται -συχνά πεισματικά- την επικοινωνία με τους άλλους. Το γεγονός αυτό αποπνέει οσμή θανάτου. Αλλά και ο εγκλωβισμός στον παρόντα κόσμο φτωχαίνει τραγικά τη ζωή. Της στερεί το πνευματικό νόημα. Στην προαίρεση του ανθρώπου έγκειται να συναντήσει τον αρχηγό της ζωής και νικητή του θανάτου. Κι όποιος τον συναντήσει και δημιουργήσει σχέση κοινωνίας μαζί του, “θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει” (Ρωμ. 6,9).

http://www.makthes.gr/news/opinions/62911/

Αφήστε μια απάντηση