kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Η αληθινή αγάπη (Κυριακή Β’ Λουκά)

Συγγραφέας: kantonopou στις 29 Σεπτεμβρίου, 2010

Ευαγγέλιο: Λουκ. στ΄ 31 – 36

Η αληθινή αγάπη

Το ιδανικό της αληθινής αγάπης αναλύει στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Κύριός μας. Τοποθετεί, μάλιστα, τα πράγματα στη σωστή τους θέση, προκειμένου να μην αυταπατώνται εκείνοι που δε μπορούν να διακρίνουν την όντως αγάπη, την προερχόμενη από την πίστη στο Θεό, από τη συμβατική αγάπη, που λειτουργεί κυρίως σαν ανταπόδοση μιας υποχρέωσης, παρά σαν κίνηση κένωσης για την αγάπη του αδελφού.

Λέγει, μάλιστα χαρακτηριστικά ότι το ν’ αγαπά κανείς ή να κάνει το καλό σε εκείνον που ομοίως τον αγαπά και τον ευεργετεί δεν ελκύει την χάρη του Θεού, καθότι και οι αμαρτωλοί ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Και ο δανεισμός, επίσης, προς εκείνον από τον οποίο αναμένεται η επιστροφή των δανεικών, δεν έχει κάποια ιδιαίτερη αξία. Η όντως αγάπη απευθύνεται ακόμη και στους εχθρούς και το καλό πρέπει να γίνεται προς όλους, ανεξαρτήτως ανταποδόσεως ή όχι.

Η ιδεατή αυτή εικόνα που παρουσιάζει ο Κύριος προέρχεται από την αγάπη που χαρακτηρίζει την σχέση του ιδίου προς τα δύο άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, μια σχέση που χαρακτηρίζεται από αγαπητική κοινωνία, αλληλοπεριχώρηση, δικαιοσύνη, έλλειψη της παραμικρής ιδιοτέλειας και του όποιου ευτελούς προσωπικού συμφέροντος. Χαρακτηρίζει δε και την σχέση του Κυρίου προς το αγαπημένο Του δημιούργημα, τον άνθρωπο, από αγάπη προς τον οποίο εκκένωσε εαυτόν, μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι αυτού γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος, εσταυρώθη και εκών ετάφη.

Αυτή η κοινωνία της αγάπης, όπως την ευαγγελίσθηκε ο ίδιος ο Κύριος γίνεται πραγματικότητα ή μπορεί να πραγματωθεί, για να είμαστε ακριβέστεροι, εντός της Εκκλησίας, η οποία είναι Σώμα Χριστού, εντός του οποίου οφείλουμε τα βαπτισμένα μέλη Της να ζούμε και να συμπεριφερόμαστε κατά το θέλημά Του. Παρόλα αυτά η επίτευξη αυτού του ιδανικού, κυρίως στην εποχή μας, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Και αυτό συμβαίνει γιατί έχουμε παρεξηγήσει και παρερμηνεύσει την περί αγάπης εντολή του Χριστού, προβάλλοντας σχεδόν πάντα στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους το συμφέρον, την ιδιοτέλεια και τον εγωκεντρισμό. Το πνεύμα και το κλίμα που έχουμε διαμορφώσει γύρω μας ενισχύει τον ατομισμό, τον περιορισμό στα εντός και επί τα αυτά των προσωπικών ή έστω, των οικογενειακών μας αναγκών, καθώς και την αδιαφορία για τις ανάγκες και τα προβλήματα των άλλων. Έχοντας λησμονήσει το πρότυπο της αγάπης του Ιησού Χριστού, έχουμε σχηματίσει γύρω μας μια κοινωνία τσιμεντοποιημένης  μοναξιάς, από την οποία απουσιάζει το έλεος, η ευσπλαχνία, η ανθρωπιά.

Εμείς που δηλώνουμε μέλη της Εκκλησίας του Χριστού και υπεραμυνόμαστε της αγάπης μας προς Εκείνον, οφείλουμε να έχουμε υπόψιν ότι ο αγαπών τον Θεόν ου δύναται μη και πάντα άνθρωπον ως εαυτόν αγαπήσαι1 , κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Ας μη λησμονούμε, επίσης και την διδαχή του Αγίου Διαδόχου, ο οποίος έλεγε: «Όταν κανείς αρχίζει να αισθάνεται την αγάπη του Θεού και να πλημμυρίζει η ψυχή του από αυτήν, τότε αρχίζει να αγαπά και τον πλησίον του με τρόπον πνευματικόν. Διότι μόνον αυτή είναι η πνευματική αγάπη περί της οποίας αναφέρουν όλες οι Ιερές Γραφές. Διότι η άλλη, η φιλία, που συνδέει μόνο εξωτερικώς τους ανθρώπους, πολύ εύκολα διαλύεται από ασήμαντη, συνήθως, αφορμή. Αυτό δε συμβαίνει, διότι ο σύνδεσμος της εξωτερικής φιλίας δεν είναι πνευματικός, αλλ’ υλικός, κοσμικός και, ως εκ τούτου, εύθραυστος»2

Τέλος, προς όλους εκείνους που περιορίζουν την θρησκευτικότητά τους στην τήρηση μεμονωμένων θρησκευτικών τύπων και συμβατικών υποχρεώσεων, διδακτικός ας ηχήσει ο λόγος ενός σύγχρονου Ορθοδόξου Ιεράρχου: «Στην έσχατη κρίση δεν θα ερωτηθώ πόσες θρησκευτικές διαλέξεις παρακολούθησα, πόσες μετάνοιες έκανα στην προσευχή μου, πόσο αυστηρά νήστεψα, μα θα ερωτηθώ: έδωσα τροφή στους πεινασμένους, ρούχα στους γυμνούς, φρόντισα τους αρρώστους, επισκέφθηκα τους φυλακισμένους; Αυτά είναι όλα που θα ερωτηθώ. Ο δρόμος για τον Θεό βρίσκεται μέσα από την αγάπη για τους άλλους ανθρώπους και δεν υπάρχει άλλος δρόμος»3

Αρχιμ. Ε.Ο.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ


1. PG 96, 964B΄

2. Ευεργετινός, τόμος 3, σελ. 70

3. Κάλλιστος Γουέαρ, Μητροπολίτης Διοκλείας

Αφήστε μια απάντηση