kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Κυριακὴ ΙΑ’ Ματθαίου«Δούλε πονηρέ, ούκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ελέησα;»

Συγγραφέας: kantonopou στις 7 Αυγούστου, 2010

(Ματ. 18, 23-35)

«Δοῦλε πονηρέ, οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγὼ σὲ ἐλέησα;»

Ἀδελφοί μου, συγχώρησις καὶ ἀνεξικακία ἀναδεικνύονται σήμερα ἀπὸ τὴν σχετικὴ εὐαγγελικὴ διήγηση. Ὁ Κύριος φιλάνθρωπος καὶ πολυέλεος, μακρόθυμος καὶ συμπαθὴς ἁπλόχερα παρέχει τὴν συγχώρηση καὶ ἐπισφραγίζει τὴν ἄφεση σὲ ὅσους τὸ ζητοῦν μὲ εἰλικρίνεια. Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς συγχωρεῖ τόσο πολὺ καὶ τόσους πολλούς, ἀπαιτεῖ ἀπό μᾶς νὰ μιμούμεθα τὴν δική Του μακροθυμία καὶ συγχωρητικότητα καὶ νὰ ἐπιδικνύουμε πρὸς ὅσους μᾶς ἔχουν πταίση ἀνοχή, ἀνεξικακία καὶ συγχώρηση.

Εἶναι Θεὸς ἀγάπης, εὐσπλαγχνίας καὶ οἰκτιρμῶν, ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς καὶ ἀπέραντος ὠκεανὸς τοῦ θείου ἐλέους. Ἀρκεῖ σ᾿ Αὐτὸν ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀστοχίας μας, τῆς ἁμαρτίας μας καὶ ἡ ἐπίκλιση τῆς ἀγαθότητός Του, γιὰ νὰ σβήση τὸ χρέος καὶ νὰ μᾶς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὴν εὐθύνη καὶ τὴν ἐνοχή. Ὅσοι τολμήσουν νὰ γευθοῦν τοὺς καρποὺς τῆς ἀνεξικακίας καὶ συγχωρητικότητος, ὅσοι ἔκαναν αὐτὴ τὴ θεάρεστη ὑπέρβαση, ἔγιναν Ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ μέτοχοι της ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Χριστοῦ. Ὅπλα ἀκαταμάχητα ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, ὡς καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὡς συνέπεια τῆς συγχωρητικότητος καὶ τῆς ἀνεξικακίας.

Ὁ θεῖος Παῦλος μᾶς πληροφορεῖ «λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν» (Α’ Κόρ. 4, 12-13) καὶ τοῦτο τὸ δύσκολο μὲ τὸ ἀνθρώπινο κριτήριο γίνεται κατορθωτὸ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀνεξικακίας καὶ τῆς συγχωρητικότητος.

Ἀκούσατε τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση, ἀκούσατε τὴν παραβολὴ τοῦ σκληροῦ καὶ ἀχάριστου δούλου. Μήπως τάχα δὲν καταλάβατε ὅτι ἡ παραβολὴ δείχνει τὴν μεγάλη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ μὰ καὶ τὴν ἐξίσου μεγάλη ἀπανθρωπὶα τοῦ ἀνθρώπου; Ὁ Θεὸς χαρίζει χρέος μεγάλο, ὁ ἄνθρωπος «πνίγει» τὸν συνάνθρωπό του γιὰ ἀσήμαντη ὀφειλή. Ὁ ἀχάριστος καὶ σκληροκάρδιος ὀφειλέτης καθόλου δὲν συγκινεῖται ἀπὸ τὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, τὴν διαγραφὴ τοῦ δανείου, τὸ χάρισμα τῆς ὀφειλῆς. Καθόλου δὲν τὸν εὐαισθητοποιεῖ ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸν καὶ γι᾿αὐτὸ δὲν ἐπιδεικνύει συμπεριφορὰ ἐπιεικείας καὶ ἀνοχῆς, συγχωρητικότητος καὶ ἀνεξικακίας στὸν συνάνθρωπό του καὶ κινδυνεύει νὰ γνωρίση τὴν ὀργὴν τοῦ Θεοῦ.

Εἰς τὴν τοῦ «Δεσπότου φιλανθρωπία» ἀπαντᾶ προκλητικὰ ἡ τοῦ «δούλου ἀπανθρωπία» γι᾿αὐτὸ παραδίδεται εἰς τοὺς «βασανιστὰς» πρὸς τιμωρία. Ἐπίκαιρος ἐδῶ ὁ Λόγος τοῦ Ἰησοῦ: «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος. Ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε… οὐδὲ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν». Ὄχι μόνο ἀλλὰ καὶ τὸ αἴτημα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς «ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν». Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ὀφειλέτης πρὸς τὸν Θεόν, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία ἐκλαμβάνεται ὡς ὀφειλὴ καὶ χρέος πρὸς τὸν Θεό, χρέος ποὺ δημιουργεῖται ἀπὸ τὴν μὴ τήρηση τοῦ θελήματός Του.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκφραζομένη ὡς ἀπόσβεση χρέους, ὡς συγχώρεση δηλαδὴ καὶ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν δημιουργεῖ τὴν αὐτονόητο ὑποχρέωση ὁ ἄνθρωπος νὰ φέρεται μὲ συγχωρητικότητα καὶ ἀνεξικακία πρὸς τὸν ἀδελφό, εἰδάλλως ἡ ἔλλειψή τους σημαίνει ἀχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ χριστιανοῦ ἀπέναντι στοὺς ἄλλους δὲ εἶναι ἄσχετος καὶ ἀνεξάρτητος ἀπὸ τὴν σχέση του πρὸς τὸν Θεό. Ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀνοχὴ τοῦ Θεοῦ δίνεται μὲ τὴν ἐπιείκεια, ἀνεξικακία καὶ συγχωρητικότητα τοῦ συνανθρώπου. Ὅποιος ἀπό μᾶς, ἀδελφοί μου, περιορίζει τὸ βίωμα τῆς σωτηρίας καὶ λυτρώσεώς του μόνο στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ σχέση αὐτὴ δὲν ἐπηρεάζει καὶ τὶς σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τῆς κοινωνίας ἢ ἔχει λαθεμένη ἀντίληψη περὶ Θεοῦ ἢ περιορίζει τὰ πρὸς Αὐτὸν καθήκοντά του ὑποκριτικά.

Ἀδελφοί μου, ἡ παραβολὴ τοῦ ἀχαρίστου δούλου προβληματίζει ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους καὶ σίγουρα δὲν ἐννοοῦμε μὲ τὸν ὅρο «ἦθος» οὔτε τὴν ἠθικὴ οὔτε τοὺς καλοὺς τρόπους ἐξωτερικῆς συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ τὴν στάση μας ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ τοὺς γύρω μας ἀδελφούς. Στεκόμαστε μπροστὰ στὸν Θεό, γιὰ νὰ ζητήσουμε ἔλεος γιὰ τὸ πλῆθος τῶν παραπτωμάτων μας, τὴν κατασπατάληση τῶν χαρισμάτων μας εἰς «νόμους ἀλλοτρίους» ζητᾶμε νὰ γίνουμε φιλόθεοι. Οἱ φιλόθεοι μόνο εἶναι φιλάνθρωποι καὶ σκορπᾶνε ἔλεος στοὺς ἀδελφούς τους.

Δυστυχῶς ὅμως, μηδὲ καὶ ἡμῶν τῶν ἐκκλησιαζομένων καὶ δῆθεν προσευχομένων ἐξαιρουμένων, δὲν ἐπιδιώκουμε φιλοθεΐα, δὲν ἔχουμε ὀρθόδοξο χριστιανικὸ ἦθος. Ἐξερχόμενοι τοῦ ἱεροῦ ναοῦ «βαρεῖς ἐσμὲν πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας καὶ ἐνηλεεῖς καὶ ἀμείλικτοι» σκεπτόμενοι τὸ μικρὸ τους χρέος πρὸς ἐμᾶς καὶ δὲν φιλανθρωπεύουμε. Ὑπακούουμε στὶς σειρῆνες τῆς σύγχρονης ἐκκοσμικευμένης ζωῆς καὶ δὲν πλησιάζουμε τὸν Θεό, γιὰ νὰ ζητήσουμε ἔλεος, οὔτε πλησιάζουμε τοὺς γύρω μας, γιὰ νὰ προσφέρουμε ἔλεος. Μακριὰ ζοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό, μακριὰ ζοῦμε ἀπὸ τοὺς γύρω μας. Ἔτσι ἐξηγεῖται γιατί εἴμαστε σκληροὶ καὶ ἀνάλγητοι καὶ ἂς φωνάζουμε καὶ ἂς ὑπογράφουμε διακηρύξεις γιὰ τὰ ἀτομικὰ καὶ ἀνθρώπινα δικαιώματα.

Ἔχουμε ἔλλειψη χριστιανικοῦ ἤθους, γι᾿αὐτὸ καὶ βρισκόμαστε στὴν ἐκκλησία ὄχι σὰν σὲ πορεία συναντήσεώς μας μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ γιατί ζητᾶμε ἕνα τόπο, στὸν ὁποῖο νὰ ἐπιβραβευθοῦν τυχὸν ἀρετές μας.

Φίλοι ἀκροατές· ἡ Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ τὸ ἔργο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ Αὐτὸς μόνον ξέρει νὰ συγχωρεῖ. Ἀποτελεῖ ἡ Ἐκκλησία τὸ δῶρο καὶ τὸ μέσον τῆς σωτηρίας. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς ποὺ ζοῦμε αὐτὴ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν συγχωρητικότητα τοῦ Κυρίου μας ὀφείλει νὰ ἀποδεικνύει ἐμπράκτως τὴν εὐγνωμοσύνη του συγχωρῶν αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐνόχλησαν, αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀδίκησαν κ.λπ. διαφορετικὰ μόνο ὡς ἀχάριστος μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθῆ καὶ ἴσως τότε μεταστρέψει τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ σὲ δίκαιη ὀργή.

Ὑπὸ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Ἀ. Κυπριανοῦ Ἐφημερίου Ἱ.Ν. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Γλυκῶν Νερῶν

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

Αφήστε μια απάντηση