kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Κυριακή των Μυροφόρων.

Συγγραφέας: kantonopou στις 2 Απριλίου, 2009

09okljh.jpgΗ Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Μάρκον, ΙΕ. 43 – Ιστ. 8.

 

Τω καιρώ εκείνω, ελθών Ιωσήφ ο απο Αριμαθαίας, ευσχήμων βουλευτής, ός και αυτός ήν προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού, τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον, και ητήσατο το σώμα του Ιησού. ο δέ Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε. Και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανε, και γνούς απο του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ. και αγοράσας σινδόνα, και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι, και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ο ήν λελατομημένον εκ πέτρας, και προσεκύλισε λίθον επι την θύραν του μνημείου. η δέ Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία Ιωσή, εθεώρουν πού τίθεται.

 ΚΑΙ διαγενομένου του σαββάτου Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη, ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν. και λίαν πρωϊ της μιάς σαββάτων, έρχονται επι το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου. και έλεγον προς εαυτάς, τίς αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου? και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος, ήν γάρ μέγας σφόδρα. και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθαμβήθησαν. ο δέ λέγει αυταίς, μή εκθαμβείσθε, Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον, ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν. αλλ’ υπάγετε είπατε τοις μαθηταίς αυτού και τω Πέτρω, ότι προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν, εκεί αυτόν όψεσθε, καθώς είπεν υμίν. και εξελθούσαι έφυγον απο του μνημείου, είχε δέ αυτάς τρόμος και έκστασις, και ουδενί ουδέν είπον, εφοβούντο γάρ.   Ερμηνευτική απόδοσις υπο Παναγιώτου Τρεμπέλα.  

ηλθεν ο Ιωσήφ, πού κατήγετο από την Αριμαθαίαν, σεβαστόν και επίσημον μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου, πού και αυτός είχε πιστεύσει εις το περί βασιλείας του θεού κήρυ¬γμα του Ιησού και επερίμενε την βασιλείαν αυτήν, χωρίς να κλονισθή η ελπίς του αυτή από τον θάνατον του Ιησού. και έ¬λαβε την τόλμην και παρουσιάσθη εις τον Πιλατον και εζήτησε το σώμα του Ιησού.

ο Πιλάτος δε εξεπλάγη και ηπόρησεν, εάν τόσον γρήγορα απέθανεν ο Ιησούς. και αφού επροσκάλεσε τον εκατόνταρχον, τον ηρώτησεν, εάν εϊχεν ώραν πολλήν πού απέθανε.

Και όταν έμαθεν από τον εκατόνταρχον, ότι πράγματι απέθανεν, εχάρισεν εις τον Ιωσήφ το σώμα.

και εκείνος αφού ηγόρασε σινδόνα καινουργή και αμεταχείριστον, και τον εκατέβασεν από τον σταυρόν, ετύλιξε το σώ¬μα εις την σινδόνα και τον έβαλε χάμω εις μνημείον, πού ήτο σκαλισμένον μέσα εις τον βράχον’ και εκύλισε λιθον βαρύν ε¬πάνω εις το στόμιον του μνημείου.

η Μαγδαληνή δε Μαρία και η Μαρία του Ιωσή, παρετήρουν προσεκτικά και με πολύ ενδιαφέρον που ετέθη το σώμα.

 

Και αφού επέρασε το Σάββατον, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη ηγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα, δια να έλθουν το πρωί εις τον τάφον και αλείψουν τον Ιησούν.

και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδος, έρχονται εις το μνημεϊον την ώραν, πού ο υποκάτω από τον ορίζοντα α¬νατέλλων ήλιος ήρχισε να διαλύη το πρωινό σκοτάδι.

και έλεγαν αναμεταξύ τους Ποιός θα μας αποκυλίση την μεγάλην πέτραν από την είσοδον του μνημείου;

και μόλις εσήκωσαν τα μάτια τους, είδαν, ότι είχε κυλισθή μακράν από το μνημείον η πέτρα. και έλεγαν μεταξύ τους αυ¬τά, διότι η πέτρα αυτή ήτο πολύ μεγάλη και δεν ήτο εύκολον να αποκυλισθή.

και αφού εμβήκαν εις το μνημείον, εϊδαν Ένα νέον, πού εκάθητο εις τα δεξιά του μνημείου, και ήταν ενδεδυμένος με στο¬λήν λευκήν και τας κατέλαβε μεγάλος φόβος και κατάπληξις.

Αυτός δε τους είπε’ Μη εκπλήττεσθε και μή φοβεϊσθε. Ηξεύρω ποίον ζητάτε. Ζητάτε τον Ιησούν τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον. Ανεστήθη. Δεν είναι εδώ. Ιδού, είναι Αδειανό το μέρος, όπου τον έβαλαν.

Αλλά πηγαίνετε, είπατε εις τους μαθητάς του και ιδιαιτέρως εις τον Πέτρον, πού έχει ανάγκην παρηγοριάς και βεβαιώσεως, ότι συνεχωρήθη δια την άρνησίν του, ότι πηγαίνει προτήτερα από σας εις την Γαλιλαίαν. Εκεί θα τον ίδήτε, καθώς σας εϊπε, προτού να σταυρωθή.

και εκείναι, αφού εβγήκαν, έφυγαν από το μνημείον. Τας κατείχε δε τρόμος και ήσαν εκστατικοί. και δεν εϊπαν τίποτε εις κανένα, διότι εφοβούντο.

   Πηγή:www.orp.gr/?p=85

Αφήστε μια απάντηση