kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Στέργιος Σάκκος : «Του ορισθέντος Υιού Θεού» (Ρω 1,4)

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Φεβρουαρίου, 2009

«Του ορισθέντος υιού Θεού» (Ρω 1,4)

 

Το πρόσωπο του Χριστού και μάλιστα η Θεότητά του έγινε συχνά του σκανδάλου η πέτρα πάνω στην οποία σκόνταψαν οι αιρετικοί που κατά καιρούς εμφανίστηκαν. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι την πλάνη και την εκτροπή τους προσπάθησαν πάντοτε να την στηρίξουν στην αγία Γραφή, «μεταβάλλοντας τα λεξίδια σε ξιφίδια» και διαστρεβλώνοντας το νόημά της. Έτσι, άθελά τους συντέλεσαν σε μία μεγάλη ωφέλεια των πιστών, διότι έδωσαν αφορμή στους μεγάλους Πατέρες και διδασκάλους της Εκκλησίας να διασαφηνίσουν την έννοια επίμαχων χωρίων και να μας κληροδοτήσουν την σωστή ερμηνεία.


Ένα τέτοιο χωρίο, που από τους πρώτους ήδη αιώνες απασχόλησε τούς Πατέρες είναι το Ρω 1,3-4· «περί του υιού αυτού (του Θεού), του γενομένου εκ σπέρματος Δαυΐδ κατά σάρκα, του ορισθέντος υιού Θεού εν δυνάμει κατά πνεύμα αγιωσύνης εξ Αναστάσεως νεκρών, Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών». Από τον Άρειο, τον αρνητή της θείας φύσεως του Χριστού, μέχρι τους σύγχρονους χιλιαστές ( αμερικανική εταιρία Σκοπιά και γενικά οι αντιτριαδικοί αιρετικοί  ), όλοι όσοι αμφισβήτησαν την θεότητα του Χριστού αναφέρονται και στο χωρίο αυτό. Το ενδιαφέρον σημείο είναι η μετοχή «ορισθέντος». Κατά την εσφαλμένη αντίληψη αρχαίων και νεωτέρων ερμηνευτών μεταφράζεται «αυτός που διορίστηκε». Αλλά, αν πούμε ότι ο Ιησούς Χριστός διορίστηκε υιός του Θεού, σημαίνει ότι δεν ήταν ουσιαστικά αλλά απλώς του ανετέθη να παίξει τον ρόλο του υιού του Θεού.

 

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουν το χωρίο νεώτεροι ερμηνευτές καταλήγουν στον συλλογισμό ότι ο Ιησούς Χριστός έγινε ο Υιός του Θεού σε κάποιο χρονικό σημείο μετά την αρχή της γήινης ζωής του. Συγκεκριμένα, η Ανάσταση θεωρείται η στιγμή κατά την οποία ο Θεός τον υιοθέτησε για να είναι ο Μεσσίας. Άλλοι προσπαθούν να μετριάσουν το πράγμα υποστηρίζοντας ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν συνεχώς ο Υιός του Θεού, αλλά μόνο κατά την Ανάσταση έγινε γνωστό αυτό το γεγονός.

 

Αλλά σαφώς φαίνεται στην Γραφή η Θεότητα του Χριστού, ο οποίος άδειασε τον εαυτό του για να γίνει ένας ταπεινός άνθρωπος. Και δεν δίστασε καθόλου να το κάνει αυτό, διότι δεν είχε εξ αρπαγμού την Θεότητα, αλλά την είχε μόνιμο ιδίωμα, όπως επιγραμματικά το λέει ο απ. Παύλος στην προς Φιλιππησίους Επιστολή· «ος εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών» (Φιλ.2,6-7).

 
Η ερμηνεία του χωρίου είναι πολύ απλή, όταν το δούμε στην συνάφειά του και με το όλο πνεύμα της Καινής Διαθήκης. Σαφέστατα λέει ότι ο Ιησούς Χριστός στην φύση του και στην προΰπαρξή του, πριν ακόμη δηλαδή γίνει γνωστός στον κόσμο, είναι ο Υιός του Θεού. Αυτός έγινε άνθρωπος, πήρε σάρκα «εκ σπέρματος Δαυΐδ», δηλαδή από την γενιά του Δαυΐδ. Με την ενανθρώπησή του είναι σαν να φόρεσε την ανθρώπινη φύση πάνω από την θεϊκή, η οποία έτσι δεν διακρινόταν από τους ανθρώπους. Πως όμως θα καταλάβαιναν οι άνθρωποι ότι αυτός που ζει και κινείται ανάμεσά τους, που τρώει, κοιμάται, περπατά, κουράζεται και έχει όλες τις φυσικές εκδηλώσεις ενός κοινού ανθρώπου, είναι συγχρόνως και Θεός, ή κατά την πατερική έκφραση, είναι «άνθρωπος το φαινόμενον, Θεός το κρυπτόμενον»;

Σ’ αυτό ακριβώς το ερώτημα απαντά η μετοχή «ορισθέντος» του χωρίου μας. Ο Ιησούς Χριστός ορίσθηκε, δηλαδή αποδείχθηκε, φανερώθηκε στους ανθρώπους ότι είναι ο Υιός του Θεού «εν δυνάμει κατά πνεύμα αγιωσύνης εξ αναστάσεως νεκρών». Τρεις μάρτυρες αποδεικνύουν στον κόσμο την Θεότητα του Χριστού και παρουσιάζονται εδώ με ισάριθμους εμπρόθετους προσδιορισμούς:

 

α) «Εν δυνάμει». Είναι οι δυνάμεις, τα σημεία που έκανε ο Κύριος κατά την επίγεια ζωή του. Αυτά έδιναν κύρος στην διδασκαλία του και φανέρωναν την προσωπικότητά του. Ήταν η ταυτότητα που έδειχνε ποιός είναι. Το όργανο που σάλπιζε «εδώ Θεός».

 

β) «Κατά πνεύμα αγιωσύνης». Η φράση αυτή αναφέρεται στην πνευματική κατάσταση του Ιησού. Όλοι οι προφήτες, οι ιερείς και οι βασιλείς των Ιουδαίων ήταν χριστοί Κυρίου, χρισμένοι από τον Κύριο. Και η χρίση τους ήταν η ορατή πράξη που διαβεβαίωνε ότι έχουν μέσα τους Πνεύμα Θεού. Ο Ιησούς Χριστός όμως είναι ο Χριστός Κύριος, δηλαδή αυτός που έχει όλο το Πνεύμα. Το κήρυξε ο ίδιος, όταν στην συναγωγή της Ναζαρέτ άρχισε το κήρυγμά του με την προφητεία του Ησαΐα «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με…» (Ησ 61,1· πρβλ. Λκ 4,1. Το επιβεβαίωσε το Πνεύμα το Άγιο, που με την Πεντηκοστή ήρθε στην Εκκλησία για να συνεχίσει το έργο του Ιησού. Το μαρτυρεί ακόμη η εκπλήρωση των προφητειών στο πρόσωπό του. Επειδή είχε όλο το Πνεύμα, ήταν Χριστός Κύριος, μπορούσε, όπως παρατηρεί ο Χρυσόστομος, να δίνει από το Πνεύμα του σ’ εκείνους που τον πίστευαν και να τους κάνει δι’ αυτού Αγίους.

 

γ) «Εξ αναστάσεως νεκρών». Αν οι δυνάμεις συστήνουν τον Χριστό ως Υιό Θεού, η Ανάστασή Του επικυρώνει όλα τα σημεία, διότι είναι το μεγαλύτερο σημείο, το σημείο των σημείων. Αυτή επισφραγίζει την επίγεια ζωή και διδασκαλία του και μαρτυρεί περίλαμπρα την Θεότητά του.

 

Έτσι, βλέπουμε ότι στο χωρίο που αναλύσαμε, συμπεριλαμβάνεται όλο το περιεχόμενο του Ευαγγελίου: το Θεανδρικό πρόσωπο του Ιησού και η Ανάστασή Του.

  Πηγή:http://www.apolytrosis.gr/web/guest/142

Αφήστε μια απάντηση