Ο?χρόνος, έννοια άρρηκτα δεμένη με τη ζωή του Έλληνα!
Συγγραφέας: kantonopou στις 25 Ιανουαρίου, 2009
Του ΠΑΥΛΟΥ ΑΘ. ΠΑΛΟΥΚΑ, Επίτ. Σχολικού Συμβούλου Δ.Ε.
Φράσεις και εκφράσεις για υποδήλωση του «χρόνου» (λ.χ. «ώρα» «καιρός» κ.ά) και η σημασία τους στην καθημερινότητα, την Εκκλησία και αλλού, υπάρχουν διάφορες και με αλλιώτικο νόημα και περιεχόμενο κατά περίπτωση, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας.
Φράσεις, κυρίως στον πληθυντικό αριθμό, που χρησιμοποιούμε τακτικά σε συναντήσεις μας με πρόσωπα, τα οποία είχαμε χρόνια να δούμε, είναι συνήθως τούτες : «έχω χρόνια και χρόνια στην ξενητειά» ή «έχω χρόνια να σε δω» ή «έχω χρόνια και ζαμάνια να σε δω» (τούρκ. λ. Jaman).
Σε κάποιον που τον περιμένουμε να ρθει και αργοπορεί χαρακτηριστικά, τη στιγμή που εμφανίζεται του λέμε: “Ντε, μωρέ, τι έγινες, χρόνισες!” ή “χρόνισες μώρ καϋμένε (η)!”.
Ακόμη και η λέξη «καιροί», που στον ενικό αριθμό, κατά κανόνα, σημαίνει την καιρική κατάσταση, στον πληθυντικό συνήθως έχει τη σημασία «ετών» και εκφράζουν το ίδιο πνεύμα, δηλ. των πολλών χρόνων.
Ας θυμηθούμε το ιστορικό δημοτικό τραγούδι «της Αγια Σοφιάς», όπου ο ποιητής εκφράζει την επιθυμία και ευχή να ανακτήσει ό,τι έχασε με τη φράση: «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ναι».
Σε άλλο στίχο δημοτικού ποιήματος ο λαός ? ποιητής θα μας πει: «όταν περάσουν οι καιροί και σώσουνε τα χρόνια?».
Το Ευαγγέλιο και γενικότερα η Αγ. Γραφή στις συμβουλές που δίνει για τη σημασία του χρόνου και την αξιοποίησή του από τον άνθρωπο, σε σχέση μάλιστα με τη σωτηρία του, πολλές φορές χρησιμοποιεί τη λέξη «καιρός ? ροί». Το ίδιο παρατηρούμε και στα κείμενα Πατέρων της Εκκλησίας μας (Ι. Χρυσόστομο, Ι. Δαμασκηνό, Γρηγ. τον Θεολόγο κ.ά.) και τα Υμνολογικά.
Στα «τραπεζώματα» σε κάθε είδους εορτές και επετείους (γενέθλια, γάμοι κ.ά.), σε ευχετήριες κάρτες και επιστολές, σε ονομαστικές εορτές και «επισκέψεις» κ.α., τραγουδάμε ή λέμε ή γράφουμε τα εξής: «Χρόνια πολλά», «καλά και ευλογημένα από το Θεό», προσθέτουν οι χριστιανοί. Γιατί μπορεί να ζήσουμε χρόνια πολλά, αλλά να μην είναι ευλογημένα. Και τότε τι τα θέλουμε και τι να τα κάνουμε τα πολλά τα χρόνια; «Πολύχρονος», «πολλοί οι χρόνοι της αφεντιάς σου» (λένε στην Ήπειρο).
Ακόμη ευχόμαστε: «Να ζήσεις και να τα κατοστήσεις» ή «κατόχρονος» ή «χιλιόχρονος». Έτσι εύχεται λ.χ. η γιαγιά ή ο παππούς στον εγγονό που τους πρόσφερε κάτι ή γιατί τους συμπεριφέρεται καλά και σεβαστικά ή έχει τα γενέθλιά του ή την ονομαστική του γιορτή.
Μας πληροφορεί ο Στ. Μάνεσης ότι «από ΄δω γεννήθηκε, για γούρι, γι΄ αποτρόπαιο, για το «μάτι το κακό» ή τη «γλώσσα» και το θάνατο, τ ΄ όνομα Πολυχρόνης».
Τραγούδι ή επίλογος «καλάντων» γίνεται αντιστοίχως η ευχή σε γιορτάσια και όταν τα «λέμε» τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και του Λαζάρου: «Σ΄ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε πέτρα να μη ραϊσει, κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει!».
Ευχή είναι ακόμη και η φράση «και του χρόνου» π.χ. να΄σαι καλά, να χαρούμε μαζί ή να χαίρεσαι με τους δικούς σου?, και αναλόγως με τις περιπτώσεις ή περιστάσεις παίρνει και την έννοια της ευχαριστίας ή της χαράς.
Όταν απεβίωνε κάποιος σε μεγάλη ιδίως ηλικία, λέγαμε ότι “ώς εδώ ήταν, σώθηκαν τα χρόνια του ή οι μέρες του”, για δε το ετήσιο μνημόσυνο τού ταίριαζαν οι λέξεις “χρόνισε ή χρόνιασε ή έχουμε το χρόνο του (της)”.
Επίσης η λέξη «χρονιά» ταυτίζεται με ένα ολόκληρο έτος, είτε είναι αυτό πολιτικό είτε σχολικό είτε εκκλησιαστικό. Έτσι, ευχόμαστε : «Καλή Χρονιά» την Πρωτοχρονιά, «Καλή σχολική χρονιά» στην έναρξη του σχολικού έτους, «Καλή εκκλησιαστική χρονιά» ή «Καλό εκκλησιαστικό έτος» στην αρχή της Ινδίκτου (1η Σεπτεμβρίου).
Όταν λέμε ότι είχαμε ή θα έχουμε «καλοχρονιά» ή «κακοχρονιά» ή “κοψοχρονιά”, αναφερόμαστε συνήθως στο πώς πήγε ή πώς θα πάει η συγκομιδή των δημητριακών και των καρπών (σιτάρι, ελιές, πορτοκάλια κ.λπ.) ή πώς πήγαν τα «ζωντανά» (λ.χ. αν γέννησαν, αν ψόφησαν κ.λπ.) στο έτος που πέρασε ή που διανύουμε.
Ας θυμηθούμε λίγο και τα παιδικά μας χρόνια, την παιδική μας «τρέλλα», την ανυπακοή προς τις συμβουλές της μάνας και γενικότερα τις «φυσικές», για την ηλικία αυτή, κακοτοπιές μας, που γίνονταν αιτία να δυσαρεστήσουμε τη γεμάτη αγάπη και θυσία γλυκειά μας μάνα και να τη φέρνουμε σε δύσκολο σημείο να μας «καταραστεί» με τα λόγια: «κακό χρόνο να έχεις!» ή «του χρόνου να μην είσαι!». Και μετά από λίγο πάλι το στοργικό της χάδι και η τρυφερή της περιποίηση! Ενώ η “μεγάλη” της καρδιά θα μιλήσει και θα πει: “Παιδάκι μου, να κόβει ο Θεός από μένα χρόνια και να δίνει σ’ εσένα”. Γενικά και άλλοι ανοιχτόκαρδοι και καλόκαρδοι τόλεγαν αυτό για άλλα πρόσωπα αγαπητά ή νεώτερά τους.
Σε περίπτωση φιλονικίας και τσακωμού μεταξύ συγχωριανών ή και συγγενών ακόμη, οι κατάρες έδιναν και έπαιρναν: “Κακό χρόνο νάχεις” ή “του χρόνου να μη σε βρει” ή “να σου κόβει ο Θεός χρόνια”.
Και χωρίς κακία, πολλές φορές, σε αγαπητά μας πρόσωπα εκφραζόμαστε (αστειευόμενοι μάλλον) με το «κακό χρόνο να έχεις».
Ευχή και κατάρα γίνεται λοιπόν ο «χρόνος» στο στόμα μας, αναλόγως με τις περιστάσεις και τα γεγονότα, αλλά και σε συνάρτηση με την ποιότητα του ήθους μας.
Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι την προσκαιρότητα, την ανθρώπινη αδυναμία, την εξάρτησή μας από τον Θεό ? Δημιουργό μας και τον προγραμματισμό μας για το μέλλον εκφράζουμε με τούτα τα λόγια : «Του χρόνου βλέπουμε, αν είμαστε καλά?» ή «βλέπουμε για του χρόνου, πρώτα ο Θεός να μας έχει καλά». Όπως το λέει και ο απόστ. Ιάκωβος (κεφ. 4, στίχ. 15) : «Εάν ο Κύριος θελήσει , θα ζήσουμε και θα κάνουμε τούτο ή εκείνο». Έτσι δεν «λογαριάζουμε χωρίς τον ξενοδόχο».
Επίσης, από τη λαογραφική μας σκοπιά, έχουν ιδιαίτερη σημασία τα γραφόμενα από τον Στ. Μάνεση: «Με το χρόνο μετράμε οπωσδήποτε την ευτυχία και τη δυστυχία μας, αλλιώς, τις καλές και τις κακές ημέρες της ζωής μας. Μ΄ αυτόν μετρούσε άλλοτε, περισσότερο, με τις μεγάλες συγκοινωνιακές δυσκολίες, τα χρόνια του αποχωρισμού κυρίως από αγαπητά του πρόσωπα ο λαός μας, που πήγαιναν στην ξενητειά για δουλειά και για προκοπή. Χρόνια που ο λαός τα ονομάζει συνήθως «δίσεχτα» : ?Πέρασαν χρόνια δίσεχτα και μήνες οργισμένοι, που λείπει ο νιος στην ξενητειά??».
Αυτά τα λόγια βρίσκουν εφαρμογή ιδιαίτερα στη ζωή των Ηπειρωτών, που η ξενητειά δέθηκε μαζί τους κι έγινε το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμά τους, το «έμβλημά» τους. Ποιητές, λογοτέχνες και λαογράφοι με τα πιο ζωντανά χρώματα περιέγραψαν τέτοιες πικρές στιγμές του αποχωρισμού από τη γυναίκα τους (νιόπαντροι ακόμη) και τον πολύχρονο ξενητεμό, μέχρι σημείου, που επιστρέφοντας ποτέ από την Αθήνα, την Πόλη, την Αμερική?, να μη γνωρίζουν το παιδί τους ή και τη γυναίκα τους ακόμη, όπως πολύ ωραία και με υπέροχο λυρισμό και πολύ πόνο περιγράφουν τα γεγονότα αυτά τα αθάνατα δημοτικά, και ιδιαίτερα τα Ηπειρώτικα, τραγούδια της αγάπης και της ξενητειάς.
Τέλος, μέσα από την εμπειρία της ζωής μας, ο λαός βλέπει τον χρόνο ως παρηγορητή όλων και «γιατρό», που θα μας γιατρέψει («ο χρόνος είναι γιατρός»). Ιδιαίτερα όμως η «εξαγορά» και η αξιοποίηση του χρόνου επιβάλλεται για την δική μας σωτηρία, όπως το θέλει και η χριστιανική μας πίστη : «Προσέχετε λοιπόν πώς ακριβώς φέρεσθε, όχι ως άσοφοι αλλ΄ ως σοφοί, επωφελούμενοι του χρόνου, διότι οι ημέρες είναι πονηρές ?»? «ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας ?.».
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.