kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

ΜΩΣΗΣ

Συγγραφέας: kantonopou στις 6 Ιανουαρίου, 2009

Ο Μωσής αυτός, από τον καιρό που έγινε μοναχός ψωμί στο στόμα του δεν έβαλε, ενώ άλλοι έτρωγαν. Γιατί οι ντόπιοι μεταφέροντας από την Αίγυπτο σιτάρι, πωλούσαν λίγους άρτους στους μοναχούς παίρνοντας για πληρωμή το εργόχειρο τους και καρπούς από τα φοινικόδεντρα. Η τροφή του Μωσή ήταν νερό και τρυφερά βλαστάρια των φοινίκων. Με κλωστές από τα ίδια δέντρα έκαμνε και τα ρούχα του. Αγαπούσε όσο κανένας άλλος την ησυχία, αλλά πρόθυμα και με συμπάθεια δεχόταν τους επισκέπτες που έρχονταν να τον συμβουλευτούν για τους λογισμούς τους. Κοιμόταν μόνο μετά από τις νυχτερινές ακολουθίες κι όλες τις άλλες ώρες αγρυπνούσε. Κατά τη διάρκεια της αγίας Σαρακοστής κι ως την ευλογημένη μέρα της Πεντηκοστής σε κανένα δεν άνοιγε την πόρτα του κελλιού του και ως απόθεμα από τροφές δεν είχε παρά μοναχά είκοσι χουρμάδες κι ένα σταμνί νερό. Ωστόσο και αυτά διατηρούνταν πολλές φορές ανέπαφα ως την ημέρα που άνοιγε την πόρτα του κελλιού του, όπως μας διηγείται ο υποτακτικός του.

 

Τη Σαρακοστή τούτη του έφεραν για θεραπεία από τη Φαράν κάποιον που τον δέσμευσε το ακάθαρτο πνεύμα, Οβεδιανός τ’ όνομα του, ηγέμονας στη φυλή του. Όταν ο άρρωστος πλησίασε στο κελλί του γέροντα σε απόσταση περίπου εκατό ογδόντα μέτρων, τον τράνταξε το ακάθρτο πνεύμα και με δυνατές φωνές άρχισε να κραυγάζει:
” Ω δύναμη ανυπόφορη, δεν μπόρεσα ούτε για ένα λεπτό της ώρας να εμποδίσω τον καλόγερο από την άσκηση του κανόνα του”.

 

Με τα λόγια αυτά βγήκε μέσα από τον άρρωστο κι αμέσως γιατρεύτηκε ο άνθρωπος. Τότε πίστεψε στο Χριστό με πολλούς άλλους, που δεν είχαν αξιωθή ακόμα να βαπτιστούν Χριστιανοί. Έτσι γύρισε στο σπίτι του γερός, αλλά και ο δούλος του Θεού δεν εμφανίστηκε σε άνθρωπο.

 Γεροντικό του Σινά 

Αφήστε μια απάντηση